ἐπιθύμου λειοτάτου ⋖ γ . ἐρρέθη δὲ ἡ ϲκευαϲία τοῦ ὀροῦ ἐν τῷ δευτέρῳ λόγῳ κεφαλαίου Ϙε . εἰ δὲ
τῶν σιτευτῶν , ἔτι δὲ καὶ μᾶλλον ὅσοι διὰ γάλακτος ὀροῦ τὰς τροφὰς προσηνέγκαντο : καὶ γὰρ εὔχυμοι καὶ τρόφιμοι
5851092 καλλιστου
ἀποθάνοι ; ποῖος δ ' ἂν γένοιτο θάνατος εὐδαιμονέστερος τοῦ καλλίστου ; ἢ ποῖος θεοφιλέστερος τοῦ εὐδαιμονεστάτου ; λέξω δὲ
, παντοδαποῖς ἀρώμασι σωρεύων , οἴνου τε τοῦ παλαιοτάτου καὶ καλλίστου πολλοὺς ἀμφορέας τῶν βωμῶν προχέων , ὡς ῥεῖθρα φέρεσθαι
5663432 οἰνομελιτος
ἐξουρεῖν τοὺς λίθους ποιεῖ . Λιβανωτοῦ χόνδρος μικρὸς μετ ' οἰνομέλιτος , ἀβροτόνου σπέρμα μετὰ πεπέρεως ἴσα : δίδου μετ
εἰς ὕδωρ εἰ πυρέττοιεν , εἰ δὲ μὴ , μετὰ οἰνομέλιτος . ὁ μὲν οὖν κατ ' ἀρχὰς τῆς θεραπείας
5331178 σταθμου
τὰ γένη μακρὸν ἐπεφαίνετό μοι δηλοῦν : τὸ δὲ τοῦ σταθμοῦ πλῆθος εἰς μύρια τάλαντ ' ἀργυρίου τὴν σύμπασαν εἶχε
, εἰ καὶ κατὰ σχῆμα διαφέροι [ διαφέρει ] , σταθμοῦ ἂν ἐπὶ μεγέθει τὴν φύσιν ἔχειν . οὐ μὴν
5296470 ἐπαιξε
ἐφλέγετο , ὡς καὶ λύχνον ἀπ ' αὐτῆς ἀνάψαι . ἔπαιξέ τις πρὸς τὴν Κυνίσκαν : οὐ φθεγξῇ , οὐ
με δοκεῖς νῶν ; οὐ φθεγξῇ ; λύκον εἶδες ; ἔπαιξέ τις . ὡς σοφός εἶπεν , κἠφλέγετ ' :
5277150 πληρους
τὸ Μένδης Μένδητος καὶ τὸ γλοίης γλοίητος καὶ τὸ πλήρης πλήρους καὶ τὸ Ἄρης Ἄρεος . Καὶ τὸ μὲν Ναίης
ἢ πῶς ἐμποδιεῖ ; ἔτι φασὶν αὐτοὶ διὰ μὲν τοῦ πλήρους μηδὲν κινεῖσθαι : μὴ γὰρ ὑπείκειν , διὰ τοῦ
5269890 σκευαζομενον
γένοιντο ἁπαλαί . καὶ αὐτὸ δὲ τὸ δι ' αὐτῶν σκευαζόμενον φάρμακον , ὃ καλοῦσι θηριακήν , ἐπιτήδειόν ἐστι πίνεσθαι
μαλακτικῶν καὶ τῶν διαφορητικῶν , ὁποῖόν ἐστι τὸ διὰ μελιλώτου σκευαζόμενον . ὁ χλωρὸς ἴασπις ὠφελεῖ τόν τε στόμαχον καὶ
5261462 μεδιμνου
νόμος διαρρήδην κωλύει παιδὶ μὴ ἐξεῖναι συμβάλλειν μηδὲ γυναικὶ πέρα μεδίμνου κριθῶν . Μεμαρτύρηται δὲ Ἀρίσταρχον μὲν πρότερον Δημοχάρους τοῦ
οὖσιν , οὐδὲ γυναικὶ παρ ' Ἀθηναίοις συναλλάσσειν πλὴν ἄχρι μεδίμνου κριθῶν , διὰ τὸ τῆς γνώμης ἀσθενές . τῶν
5237938 κεκραμενου
ἢ μικρότητα , καθ ' ὃν καιρὸν ἄρτον ἐξ οἴνου κεκραμένου διδόναι προϲήκει , μήτε γαϲτρὸϲ δηλονότι μήτε ἥπατοϲ φλεγμαινόντων
ὁ ἠρινὸς καιρὸς εἰς θήραν ἐπιτηδειότερος ὡς τοῦ ἀέρος ἄμεινον κεκραμένου , πλήν γε παρ ' ὅσον ταῖς κρίσεσι τῶν
5218518 ὠφελιμου
οὕτως αὐτοὺς διέκρινεν . Ὅτι πολλὰς ὁδοὺς Πυθαγόρας ἀνεῦρε τῆς ὠφελίμου παιδεύσεως τῶν ἀνθρώπων , ἐν ᾧ λέγεται καὶ ἡ
φαίνηταί τις ἄλλου μὲν ἕνεκεν πράξας , οἷον ἀγαθοῦ καὶ ὠφελίμου , τοῖς τοιούτοις * * * διὸ καὶ οἱ
5203335 Φωκεως
παλαιοῦ τὴν τούτου κλῆσιν λαμβάνοντες : καὶ γὰρ καὶ τοῦ Φωκέως Ὁμήρου τούτου ἕτερος ὑπάρχει νεώτερος Ὅμηρος ὁ τὴν Εὐρυπύλειαν
ἐπολέμησαν , δεκαέτης ἦν , ἁρπασάντων Κιρραίων τὴν Πελάγοντος τοῦ Φωκέως θυγατέρα Μεγιστὼ καὶ τὰς Ἀργείων θυγατέρας ἐπανιούσας ἐκ τοῦ
5201380 ἀνυσιμωτερον
εὕρεσις γίνεται . Καὶ κατὰ ἄλλο δέ , φησίν , ἀνυσιμώτερόν ἐστιν εἰς τοὺς ὁρισμοὺς ἡ ἀνάλυσις . ἐπεὶ γὰρ
εὕρεσις γίνεται . Καὶ κατὰ ἄλλο δέ , φησίν , ἀνυσιμώτερόν ἐστιν εἰς τοὺς ὁρισμοὺς ἡ ἀνάλυσις . ἐπεὶ γὰρ
5199867 ταλαντου
δεῖ καταφιλῆσαι καὶ θωπεῦσαι δι ' ἐπαίνου . ἄπαγε , ταλάντου ἐστίν : οὐ λυσιτελεῖ μοι οὐδὲ τῇ πόλει οὐδὲ
, ἵνα ἐν ἄξονι ἐμβάλλωνται χαλκῷ σταθμὸν ἔχοντα ἕκαστον αὐτῶν ταλάντου . Καὶ εἰς ταῦτα ἄξων ἐναρμόζεται σιδηροῦς ταλάντων δ
5178518 πεπερεων
διὰ καλαμίνθου : εἰ δὲ μή , τοῦ διὰ τριῶν πεπερέων : μηδετέρου δὲ τούτων παρόντος , καὶ πεπέρεως λευκοῦ
ἐμοῦσιν αὐτίκα παύονται λύζοντες . πολλοὶ καὶ τὸ διὰ τριῶν πεπερέων πιόντες ἢ αὐτὸ τὸ πέπερι , ἐὰν εὐθέως ἐπιπίωσιν
5171450 σιτευθεντων
, χείριστα δὲ τὰ τῶν ἰσχνῶν καὶ γεγηρακότων . τῶν σιτευθέντων δι ' ὀροῦ γάλακτος χηνῶν τὸ ἧπαρ καὶ τῶν
' οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων ἄριστοι πάντων , καὶ μάλιστα τῶν σιτευθέντων . Φλεγματικώτερόν ἐστι καὶ κακόχυμον ἔδεσμα καὶ βραδύπορον καὶ
5156032 χρηστοτατου
ἦν περὶ τὰ δράματα . ΓΘ ἄλλως : ἀπὸ τοῦ χρηστοτάτου . ἔπαιξε δὲ τῷ κραμβοτάτῳ ἀπὸ τοῦ λαχάνου κράμβης
, οἷόν ἐστιν ἐξ οὗ συνεκρίθη . Πυθαγόρας ἀφρὸν τοῦ χρηστοτάτου αἵματος ἢ περίττωμα τῆς τροφῆς . Ἀλκμαίων ἐγκεφάλου μέρος
5150377 φαμενου
καὶ ἐπανερομένου ” τί οὖν οἶδας ποιεῖν ; ” κἀκείνου φαμένου „ πάντα „ , πάλιν ἐγέλασεν Αἴσωπος . τῶν
τι τὸ κατύπερθέ ἐστι . Οὐδενὸς γὰρ δὴ αὐτόπτεω εἰδέναι φαμένου δύναμαι πυθέσθαι : οὐδὲ γὰρ οὐδὲ Ἀριστέης , τοῦ
5148793 μοτου
αὐτῆϲ τῆϲ διαιρέϲεωϲ : καὶ ἡμεῖϲ δὲ διὰ τὸ ἀϲφαλὲϲ μότου ϲτρεπτάριον διὰ μόνηϲ τῆϲ τοῦ ἐπιγαϲτρίου καθήϲομεν διαιρέϲεωϲ .
ἐλαίου . ἡ χρῆσις τοῦ μὲν ἀνεθέντος σὺν ῥοδίνῳ διὰ μότου ἐρεοῦ ἢ λινοῦ , ὡς ἂν ἁρμόττειν δοκῇ .
5130943 κυαθου
. ποτήματα δὲ τούτοιϲ ἁρμόζει ὄξουϲ κύαθοϲ α μετὰ κεδρίαϲ κυάθου α καὶ χυλοῦ κράμβηϲ ὠμῆϲ κύαθοι β : μιγέντα
δὲ ἐκ τοῦ αὐτοῦ ποτηρίου κατὰ μικρόν , οὐ πλεῖον κυάθου : πυκνότερον δὲ τοῦτο ποιοῦσι . περιφέρει δὲ ὁ
5098668 ἡμιωβολιον
ξηρανθῆναι . Καὶ ἔπειτα λειώσας ἀπόθου : καὶ λαβὼν χρυσοῦ ἡμιωβόλιον , καὶ ἀρσενίκου χρυσίζοντος δρ . αʹ , μίξας
Σινάπεως ⋖ α , νίτρου ἀφροῦ ⋖ γ , ἐλατηρίου ἡμιωβόλιον . λεάνας ὕδατι πλάσσε τὸ πᾶν εἰς καταπότια ,
5097312 ἀπαιτουμενου
ἄνευ μὲν γὰρ διαφορᾶς ἕκαστον τῶν ἐνδει - κνυμένων τοῦ ἀπαιτουμένου γένος ἐνδείκνυται . διαφορὰν δὲ προσειληφὸς τὸ αὐτῷ γένει
κύκλῳ ἐς τὴν Αἰγυπτίαν σίτησιν , ἐπί τε τῆς Ῥώμης ἀπαιτουμένου πέντε καὶ εἴκοσι μυριάδας ὑπεραπέδωκε ταῦτα τὰ χρήματα οὔτε
5075455 τετριμμενου
οἴνῳ πινέτω . Ἢ βατραχίου τοῦ φύλλου καὶ τοῦ ἄνθεος τετριμμένου ὅσον δραχμὴν αἰγιναίην ἐν οἴνῳ πίνειν γλυκεῖ . Ἢν
, καὶ μελίκρητον ὑδαρὲς πινέτω καὶ οἶνον γλυκὺν καὶ τοῦ τετριμμένου ὅσον στατῆρα αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ γλυκεῖ πίνειν : ἐπὴν
5074066 Κυρηναϊκου
ἐν οἷς ἐστι καὶ τὸ σύνηθες ἡμῖν ἁπάντων δοκιμώτατον ὀποῦ Κυρηναϊκοῦ λαμβάνειν . Ὁ δ ' ἀμφημερινὸς οὐδαμῶς μετὰ ῥίγους
τὸ διὰ καλαμίνθηϲ ἔτι τε τὸ διὰ τοῦ ὀποῦ τοῦ Κυρηναϊκοῦ τούτοιϲ ἁρμόϲει καὶ τὰ διὰ καϲτορίου τε καὶ τῶν
5072723 Καρανος
οὐ δυνάμενος πιεῖν ἀνακαθίσας ἔκλαιεν ἄσκυφος γενόμενος , καὶ ὁ Κάρανος αὐτῷ χαρίζεται κενὸν τὸ ἔκπωμα . ἐπὶ τούτοις χορὸς
συνῆψε τοῖς Σουσιανοῖς ὅροις . περὶ δὲ τοὺς καιροὺς τούτους Κάρανος ὁ Ἰνδός , ἐν φιλοσοφίᾳ μεγάλην ἔχων προκοπὴν καὶ
5068263 χοινικων
] προτιμότερον . , κρεῖττον . ἡμιεκτέου ] τῶν τεσσάρων χοινίκων , τοῦ χωροῦντος δʹ χοίνικας , ἤγουν τὰ τέσσαρα
εἰπών : οὐδὲν κάλλιον ἡγοῦμαι ἡμιεκτέου μέτρου : τουτέστι τεσσάρων χοινίκων . ὁ γὰρ μέδιμνος μηʹ χοινίκων ἐστίν . τούτου
5061520 Πελοποννησιου
τοῦ γὰρ Ἀττικοῦ τὸ τάριχος λέγοντος ὡς ἑλληνικὸν καὶ τοῦ Πελοποννησίου ὁ τάριχος προφερομένου ὡς ἀδιάστροφον , καὶ τοῦ μὲν
, ἡ δὲ ἐφεξῆς τὰ τρόπαια κατέλυε τὰ Ἑλληνικὰ τοῦ Πελοποννησίου πολέμου ἐς διαλλαγὰς ἥκοντος , ἡ δὲ τρίτη τῶν
5038462 μαχομενου
ὁμοῦ πάντων καὶ ἐν τῷ αὐτῷ ὄντων καὶ οὐδενὸς οὐδενὶ μαχομένου οὐδὲ διαφερομένου οὐδὲ ἐμποδίου ὄντος , γίνεταί τι ἤδη
ἤδη καὶ οὐκ ἠδίκησαν , τὴν δὲ δευτέραν ἐκ τοῦ μαχομένου , ὅτι πῶς ἀνυπόστατον τὴν πόλιν εἶναι φαμὲν διακελευόμενοι
5032243 ξεστης
Φιλόξενος ἐν τῇ Περὶ Ῥωμαίων διαλέκτου . . , : ξέστης : Ῥωμαϊκόν ἐστι τὸ ὄνομα : τὸν γὰρ παρ
αἱματίου ; τῷ γὰρ ὄντι πτῶμα ὁ τοιοῦτός ἐστι καὶ ξέστης αἱματίου , πλέον δ ' οὐδέν . εἰ δ
5027577 κυαθων
ἄλλο . πάνακος ῥίζαν κόψας δὸς νήστει ἐν ὕδατι θερμῷ κυάθων γʹ . κοχλιάριον αʹ . [ Πρὸς σπληνικοὺς ,
πιόντες γὰρ ἔτι διψῶσι καὶ ἄρχονται μὲν ἀπὸ τῶν βραχυτέρων κυάθων , προϊόντες δὲ ταῖς μείζοσιν οἰνοχόαις ἐγχεῖν παραγγέλλουσιν :
5017214 ἑκτου
πλασματικὰ πολλὰ συλλέξας καὶ διάφορα ἕτερα εἰς τὸ τέλος τοῦ ἕκτου λόγου καταντήσεις . . Δημοσθένου ] | κατὰ [
οὐ πολλοῦ χρόνου ἐπὶ μέγα ἐχώρησαν δυνάμεως . Τέλος τοῦ ἕκτου λόγου Νικολάου Δαμασκηνοῦ . . . : Ὅτι Κύψελος
4976819 ξεστας
ἕψομεν , μέχρι τὸ τρίτον ἀπολειφθῇ , εἶτα προσεπιχέαντες γλεύκους ξέστας Ϛ καὶ ἀψινθίου ἡμίλιτρον ἐπιμελῶς μίξαντες καταγγίζομεν καὶ ἀποτιθέμεθα
δὲ καὶ οἴνου ἐμβάλλουσι παλαιοῦ εἰς τὸν ξέστην τῶν ἰχθύων ξέστας βʹ . Εἶτα εἰ βούλει εὐθέως χρήσασθαι τῷ γάρῳ
4958213 προςρημα
ἀλλότριον : ὥσπερ γὰρ τοῖς εὐεργέταις ἀπὸ τῶν πραγμάτων τὸ πρόςρημα , οὕτω τοῖς μηδὲν ἐνεργήσασιν ἐπιψεύδεσθαι τὴν κατηγορίαν οὐ
ἔξεστιν , φῄς ; ἐξ ἀκροπόλεως ὡς ἀληθῶς τοῦτο τὸ πρόςρημα . ΕΙΤΑ λύσεις τῇ μεταλήψει , ἢ ἐνστατικῶς ,
4952654 διποδος
τῆς τοῦ εἴδους ὕλης , ὥσπερ ὁ ἄνθρωπος ἐκ τοῦ δίποδος : ἀμφότερα δὲ εἴδη ὑπάρχουσι καὶ τὰ μέρη καὶ
ἐστίν . πενταπλασία ἄρα ἡ δεκάπους ἐστὶ τῆς ΖΚ τῆς δίποδος . ἔστι δὲ τὸ ἀπὸ τῆς ΒΚ τετράγωνον τῆς
4951754 ὀρρου
. οὔτε γὰρ τὴν θερμὴν καὶ δριμεῖαν ἔχει ποιότητα τοῦ ὀρροῦ τὸ ὀξύγαλα οὔτε τὴν λιπαρὰν καὶ θερμήν , λέγω
. Ὅϲα ἐμφράττει . Γάλα τὸ ὀλίγον μὲν ἔχον τοῦ ὀρροῦ , πολὺ δὲ τοῦ τυρώδουϲ , οὐκ ἀϲφαλέϲ ἐϲτι
4939309 χρυσιου
εἰπεῖν τῷ λαμβάνοντι κελεύει σε βασιλεὺς ἐκ μὲν τούτου τοῦ χρυσίου εὐφραίνειν τὴν σεαυτοῦ ψυχήν , ἐπεὶ καὶ σὺ τὴν
ἀμείνων ἢ θρασὺς στρατηλάτης . Σεβαστὸς τοῖς ἀνδραγαθοῦσιν ἀργυρίου καὶ χρυσίου μεγάλας ἐδίδου δωρεάς . Σεβαστὸς τοὺς ἄνευ λυσιτελείας ῥιψοκινδύνους
4919719 συνεκαθευδε
μεγέθει μέγιστον , ὅσπερ οὖν ἐπιφοιτῶν εἶτα μέντοι τῇ προειρημένῃ συνεκάθευδε σφόδρα ἐρωτικῶς . οὐκοῦν ἡ μείραξ τὸν ἐραστὴν οὐκ
, ὦ Λυσία , λελύπηκεν ; ἡ Πυθιὰς αὕτη μοι συνεκάθευδε . Μὴ λέγε , ὦ Ἰόεσσα , πρὸς αὐτόν
4908035 συληθεντων
δὲ τῷ ἐπιγραφομένῳ τοῦ Θεοπόμπου συγγράμματι Περὶ τῶν ἐκ Δελφῶν συληθέντων χρημάτων Χάρητι τῷ Ἀθηναίῳ διὰ Λυσάνδρου τάλαντα ἑξήκοντα :
σπείρων λωποδύτην ἀπάγεις . Θεόπομπος δὲ ἐν τῷ περὶ τῶν συληθέντων ἐκ Δελφῶν Χρημάτων Ἀσώπιχόν φησι τὸν Ἐπαμινώνδου ἐρώμενον τὸ
4905515 ζιγγιβερεως
ἡ ῥίζα , βαλαύστιον , γίγαρτα , ἔλαιον βαλάνινον , ζιγγιβέρεως ἡ ῥίζα , καγκάνου ῥίζα , κρόμμυον , σίκυος
' αὐτοῦ μέγεθος κυάμου πρὸ τῶν σιτίων . Ἔμβαμμα : ζιγγιβέρεως ⋖ β , πεπέρεως μακροῦ , σκαμμωνίας , ὀποῦ
4895072 περιχυθεντος
μαστὸν τῆς Ἥρας ἐπισπασαμένου σφοδρότερον ἐκείνην ἀντισπάσαι , καὶ οὔτω περιχυθέντος τοῦ γάλακτος κύκλον γενέσθαι παγέντος . τὸ δὲ αὐτὸ
ὀλίγον φερόμενον διὰ τὸ μὴ γενέσθαι τελείαν τὴν ῥῆξιν τοῦ περιχυθέντος , ἐχίνου μὴ κώλυε λαμβάνειν ὀλίγον : ἔχει γάρ
4887192 ζυμηϲ
. Ἐκ τῶν Λύκου περὶ καταπλαϲμάτων . Περὶ τοῦ διὰ ζύμηϲ καταπλάϲματοϲ . διαχέαι τὰ ξυνεϲτῶτα καὶ ἐκτῆξαι ἱκανώτατον τὸ
φύλλα λεῖα μετὰ βουτύρου . ϲύνθετα δὲ τό τε διὰ ζύμηϲ καὶ τὸ διὰ γύρεωϲ καὶ τὸ ἰδίωϲ δοθιηνικὸν προϲαγορευόμενον
4882511 ἡμιεκτεον
χοίνικες , δʹ χοινίκων ἐστίν , τὸ δυσχερέστατον μέτρον . ἡμιεκτέον ] τὸ ἥμισυ τῶν ὀκτώ , τὸ ἥμισυ τοῦ
ἐν Μυρμιδόσι . σκυλάκια σιαλώδεα : κύνεια κρέα λιπαρά . ἡμιεκτέον : τὸ ἥμισυ τοῦ ἑκτέως . ἑκτεὺς δὲ λέγεται
4878074 παρακομιδην
μετὰ δὲ ταῦθ ' ὁ Δημήτριος παρασκευασάμενος πόρια πρὸς τὴν παρακομιδὴν τῶν τε στρατιωτῶν καὶ τῆς ἀποσκευῆς ἀνήχθη παντὶ τῷ
οὐ πολὺ ἀπέχοντας , ὥστε ῥᾳδίαν εἶναι τὴν τῶν ἀναγκαίων παρακομιδὴν ἐκ τῆς οἰκείας γῆς ἀπαρτήσαντες : ἀντὶ τοῦ ἀπαρτηθέντες
4869302 ἀποφατικου
καὶ διὰ πλείστων συλλογισμῶν : ἀλλὰ καὶ διὰ τοῦ καθόλου ἀποφατικοῦ , ὃ καὶ αὐτὸ ἐν δύο τε σχήμασι καὶ
ἀλλὰ παρὰ τὴν συμπλοκὴν τοῦ καθόλου καὶ μερικοῦ καταφατικοῦ καὶ ἀποφατικοῦ . ἄνευ γὰρ τῆς τοίας συνθέσεως οὐδὲν ἐδείκνυτο :
4868556 συγκλεισθηναι
, μεθ ' ἧς πάλιν καὶ ῥῆμα συγγενήσεται ὑπὲρ τοῦ συγκλεισθῆναι τὸν λόγον . ἐφ ' ὃ οὐκέτι τὸ προειρημένον
θέλων αὐτὸν προσιέναι οὐδ ' ὁμόσπονδον γενέσθαι μήπω δικασθέντα ἐκέλευσε συγκλεισθῆναι τὰ ἱερὰ καὶ χοᾶ οἴνου ἑκάστῳ παρατεθῆναι , τῷ
4860817 φεισαμενον
εἴτε καὶ ἀποδοχῇ , πάντα παρασχέσθαι , μήτε ὑπουργίας τινὸς φεισάμενον μήτε δαπάνης μηδεμιᾶς . ἐπειδὴ δὲ κρείττων ἦν ἡ
τῆς κρίσεως καταλεύσει τὸν μηδὲ τῶν οἰκειοτάτων δι ' αἰσχροκέρδειαν φεισάμενον : ὥστε καὶ διὰ τὸ προειλῆφθαι τῇ κρίσει ἡμάρτηται
4859973 προφυλακην
, οὐδὲ οὕτως εἶχον ἀρκούντως τοῖς ἄλλοις τείχεσιν εἴς γε προφυλακήν τε καὶ μάχην οὔτε οἱ ἀστοὶ οὔτε οἱ ξένοι
οὕτως ἀκριβὴς γεγένητο ἡ στόλισις διὰ τὴν τοῦ μέλλοντος ἀδήλου προφυλακήν , κἂν ἕνεκα τῆς συντόνου περὶ τὰς λειτουργίας ὀξύτητος
4857511 ὀβολου
, “ τὴν Ἀναξιμένους , ” ἔφη , “ διάλεξιν ὀβολοῦ τάριχος διαλέλυκεν . ” Ὀνειδιζόμενός ποτε ὅτι ἐν ἀγορᾷ
μικροτράπεζοι φυλλοτρῶγες δράσειαν ; ὅπου τέτταρα λήψει κρέα μίκρ ' ὀβολοῦ . παρὰ δ ' ἡμετέροις προγόνοισιν ὅλους βοῦς ὤπτων
4850028 ἀκαυστου
γε σαφῶς γίνεται . ἔστι δ ' ἡ δύναμις αὐτῆς ἀκαύστου τε καὶ κεκαυμένης ῥυπτική τε καὶ διαφορητική , καὶ
ὀλίγον , ὥστε πάντῃ κρείττων ἐστὶν ἡ κεκαυμένη χαλκῖτις τῆς ἀκαύστου , λεπτομερεστέρα μὲν γινομένη , δριμύτητα δ ' οὐ
4849620 μετρητης
ἐννέα ὀβολῶν Ἀλεξανδρεινῶν : τοῦ δ ' οἴνου δραχμῆς ὁ μετρητὴς καὶ ἔριφος ὁ μέτριος ὀβολοῦ καὶ λαγώς . τῶν
. παρεκόπην διχοινίκῳ : ἀντὶ τοῦ “ ἐπλάνησέ με ὁ μετρητὴς μετρῶν τῇ ποσότητι δύο χοίνικας ” . οὐ τοῦτ
4843311 προσενεγκαιτο
οἱ δὲ ἄλλο τι . κρόμμυον δὲ οὐκ ἄν τις προσενέγκαιτο τῶν καθιερουμένων τῷ κατὰ Πηλούσιον Κασίῳ Διί , ὥσπερ
τυγχάνει ὂν καὶ εὐκατεργαστότερον : διὸ καὶ μᾶλλον τοῖς ἀρρωστοῦσι προσενέγκαιτο ἄν τις . δοίη δ ' ἄν τις τοῦτο
4842939 καλλιϲτου
ϲτροβίλων ἀμυγδάλων πικρῶν ἴϲον ἑκάϲτου καὶ πεπέρεωϲ βραχὺ μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου καλλίϲτου τὸ ἱκανόν : δίδου ἐκ τούτου κοχλιαρίου μεγίϲτου πλῆθοϲ
καὶ ἑψῶν ἐπὶ πυρὸϲ ἐπ ' ὀλίγον , ἐπίβαλλε μέλιτοϲ καλλίϲτου τὸ ἴϲον καὶ ϲμύρνηϲ ⋖ β κρόκου ⋖ β
4840163 ἑψομενηϲ
ἐναντιοῦται . Δαμαϲώνιον ἢ ἄλιϲμα . Ταύτηϲ τῆϲ ῥίζηϲ πεπειράμεθα ἑψομένηϲ ἐν ὕδατι καὶ πινομένου τοῦ ὕδατοϲ , τοὺϲ ἐν
ἐμβαλλομένων # β εἰϲ τὸν Ἰταλικὸν τοῦ ἐλαίου # καὶ ἑψομένηϲ ἐν διπλώματι . Ἐλαίου # ι , ϲικύου ἀγρίου
4839061 ὑδρογαρον
λαχάνων ἐσθίειν ἐλαιοσπάραγγα , ξηροζέματα καὶ ἀπόθερμα καὶ ἀμύλια καὶ ὑδρόγαρον καὶ τήλην . καὶ πάντα τὰ ξηρά , ἁλμυρὰ
ἅμα καὶ λεπτύνειν δυναμένη μετὰ καὶ τοῦ τόνον ἐντιθέναι . ὑδρόγαρον τοίνυν τούτοις ἐπιτήδειον ἀνίσου προσειληφὸς πλείονος : ὠφέλιμον δὲ
4837992 Ἀγαθου
μ ' , ὁρᾷς . Ἔριφος Μελιβοίᾳ : ἐκπεπήδηκας πρὶν Ἀγαθοῦ πρῶτον Δαίμονος λαβεῖν , πρὶν Διὸς σωτῆρος . Θεόφραστος
Διονύσου τὰς Νύμφας ὀνομασθῆναι . ὅτι δὲ δοθείσης τῆς τοῦ Ἀγαθοῦ Δαίμονος κράσεως ἔθος ἦν βαστάζεσθαι τὰς τραπέζας ἔδειξεν διὰ
4833141 μεδιμνων
τοὺς πλουσίους μὴ μόνους ἀπολαύειν τῶν ἀγαθῶν , ἀλλὰ ἀπὸ μεδίμνων τοσούτων χρυσίου χοίνικά γε ἡμῶν πάντων κατασκεδάσαι , ἀπὸ
. Λεύκωνα δέ φασιν ἐκ τῆς Θεοδοσίας Ἀθηναίοις πέμψαι μυριάδας μεδίμνων διακοσίας καὶ δέκα . οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι
4824020 κεκομισθαι
κοινῇ διαπεφορημένων τὸ τρίτον δήπου μέρος παρὰ τούτου μοι προσήκει κεκομίσθαι . Καὶ μήν , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ
χρυσίου κάλλιον , γράμματα σά , οὐ γράμματα ἡγησάμην μοι κεκομίσθαι μόνον , ἀλλὰ καὶ τοῦ γράφειν σοι λαμπρὰν ἐξουσίαν
4820655 δακρυδιου
. . . . . . . κε . εʹ δακρυδίου . . . . . . . . κε
' ἑαυτὴν ἐπιδιδόναι τότε τὴν ἀντίδοτον , ἀλλὰ προσπλέκοντας αὐτῇ δακρυδίου γρ . βʹ ἢ μικρῷ πλέον ἢ ἔλαττον οὕτως
4818296 σταιτος
καὶ κούφως ὑπεζυμωμένου γλυκείᾳ ζύμῃ , ὡς ἐκ στερεωτάτου τοῦ σταιτός : δεῖ δὲ πλείονα χρόνον τρίβεσθαι . ἡ δ
ἤσθιον . καὶ πολφοὶ δέ τι ἐκαλεῖτο , μηρύματα ἐκ σταιτός , ἃ τοῖς ὀσπρίοις ἐνέβαλλον , ἀφ ' ὧν
4813354 τετρακισχιλια
Λασθένην καὶ Πανάρην , κοινῇ δὲ πάντες ἐκτίσωσιν ἀργυρίου τάλαντα τετρακισχίλια . οἱ δὲ Κρῆτες πυθόμενοι τὰ δεδογμένα τῇ συγκλήτῳ
. καὶ πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ καλάμου κατεσκεύασε πλοῖα ποτάμια τετρακισχίλια : ἡ γὰρ Ἰνδικὴ παρά τε τοὺς ποταμοὺς καὶ
4812937 ὠχρου
λευκαὶ ἢ ἐπιλευκότεραι , ἄλλαι δὲ χρυσοειδεῖς καὶ ἄλλαι τοῦ ὠχροῦ μεμιγμένου τῷ πυρρῷ ἢ τοῦ μέλανος τούτοις : εἰσὶ
τὴν φαντασίαν χρωμάτων τέτταρες αἱ διαφοραί , λευκοῦ μέλανος ἐρυθροῦ ὠχροῦ . . . . τὸ γὰρ λευκὸν καὶ τὸ
4812877 Ἀντυλλου
ἐνθρόμβωϲιϲ ἐξ ἀνάγκηϲ γίγνεται . Περὶ ϲχήματοϲ διαιρέϲεωϲ ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Ϲχήματα δὲ τρία διαιρέϲεωϲ : τὸ μὲν ἐπικάρϲιον
χρὴ διὰ τῆϲ τοπικῆϲ ἐγχαράξεωϲ . Περὶ βδελλῶν ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Τὰϲ βδέλλαϲ λαβόνταϲ χρὴ φυλάττειν ἡμέραν μίαν ,
4810050 εἰκοσιτεσσαρας
ἤτοι τοὺς περιοδικούς . . . . . . . εἰκοσιτέσσαράς φησιν . ὅπερ εὖχος καὶ σεμνολόγημα τὸ εἰκοστὸν πέμπτον
ἤτοι τοὺς περιοδικούς . . . . . . . εἰκοσιτέσσαράς φησιν . ὅπερ εὖχος καὶ σεμνολόγημα τὸ εἰκοστὸν πέμπτον
4808171 ἀρρωστηματος
εἰς δίαιταν καὶ ὅσα εἰς διάγνωσίν τε καὶ πρόγνωσιν τοῦ ἀρρωστήματος ἀναφαίνονται . διὰ τοιαύτης γὰρ ἀναγόμενος τῆς μεθόδου βραχύ
ἤτοι γέλωτες , ἢ ἀγριότητες αὐτοῖς , τὸ τέλος τοῦ ἀρρωστήματος , ὧν τὸ μὲν μανία λέγεται τὸ δ '
4791098 ποτηριου
“ κώθωνα ” λέγει τὸν νῦν λεγόμενον κύαθον . εἶδος ποτηρίου . Γ κώθωνα : νῦν τὸ ποτήριον , ἀλλαχοῦ
ὑπὸ πυθμένες ἦσαν : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν κατασκευὴν τοῦ ποτηρίου ὅτι δεδιπλασιασμένον αὐτὸ ὑποτίθεται : τέσσαρα γὰρ ὦτα καὶ
4789917 ἀναδοχον
ᾧ τάχα ἂν καὶ ἐπείσθην , ἀξιόπιστον δὲ σαυτὸν ἡγούμενος ἀνάδοχον ὑπὲρ τηλικούτου πράγματος , σχεδὸν οὐκ εἰδώς , ὅτι
. Βοῶν ποιείτω τὴν πόλιν διάστατον . Πρὸς τὴν ἀδελφὴν ἀνάδοχον τῶν χρημάτων . Ἑκοῦσα δ ' ἁδελφὴ ' ποιήσει
4788888 δεκαδυο
διὰ μὲν γὰρ τὸ νομοθετικὸν γεγραμμένοι εἰσὶν αὐτῷ Νόμοι ἐν δεκαδύο διαλόγοις , διὰ δὲ τὸ δικαστικὸν γεγραμμέναι εἰσὶν αὐτῷ
μὲν οὖν ζῳδιακὸν κύκλον , ὥσπερ κατηχήμεθα , διαιροῦσιν εἰς δεκαδύο ζῴδια , ἕκαστον δὲ ζῴδιον εἰς μοίρας τριάκοντα ,
4787467 Μηλων
πλεονάζει , δίχα τοῦ πεπέρεωϲ καὶ τοῦ ζιγγιβέρεωϲ ϲκεύαζε . Μήλων Κυδωνίων καθαρῶν λι . Ϛ ἑψοῦνται εἰϲ οἶνον ,
∠ ʹ , ἔνιοι ἀντὶ τοῦ οἴνου ὄξοϲ ἔβαλλον . Μήλων Κυδωνίων πεπείρων τοῦ χυλοῦ # β , μέλιτοϲ καλοῦ
4785511 Πατροκλεους
Νεμέας Χαράδρα : Νεμέας αὐλητρίδος μνημονεύει Ὑπερίδης ἐν τῷ Κατὰ Πατροκλέους , εἰ γνήσιος . Ὁ δὲ Πολέμων ἐν τοῖς
ἐν τῷ δευτέρῳ Ὑπομνήματι αὐτὸν τὸν Ἐρατοσθένη διαβάλλειν τὴν τοῦ Πατροκλέους πίστιν ἐκ τῆς πρὸς Μεγασθένη διαφωνίας περὶ τοῦ μήκους
4773639 ἐννεωρος
δ ' ἐνὶ Κνωσσὸς μεγάλη πόλις , ἔνθα γε Μίνως ἐννέωρος βασίλευε , Διὸς μεγάλου ὀαριστής . Οἱ δὲ Κρητῶν
λέξις ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐπὶ τῶν ἀσελγῶς ἐρρωμένων . ἐννέωρος . ἐνναέτης : ὧρος γὰρ ὁ ἐνιαυτός . ἢ
4772978 ἀξουγγιου
οὐγγίας β , περιστερᾶς κόπρου προσφάτου λειοτάτης οὐγγίας γ , ἀξουγγίου παλαιοῦ ὑλισμένου οὐγγίας γ , πίσσης ξηρᾶς λίτραν α
. ἀναλάμβανε γλυκεῖ . Κηροῦ , ταυρείου , φρυκτῆς , ἀξουγγίου ἴσα . Ὁ Ἀζανίτης . Κηροῦ , πιτυΐνης ,
4769410 Καλανου
τοῦ διδόντος ὁ μὴ λαβών . Ἄξιον δὲ καὶ τὸ Καλανοῦ τοῦ Ἰνδοῦ τέλος ἐπαινέσαι : ἄλλος δ ' ἂν
τοῖς Ἰνδοῖς καί τι ἐπιχώριον αὐτῶν ἀγώνισμα ἐς τιμὴν τοῦ Καλανοῦ συγκατηρίθμησε τοῖς ἄθλοις τοῖς προειρημένοις . οἰνοποσίας γοῦν ἀγωνίαν
4769347 ναυαρχου
ὅν φασιν ἀναιρεθῆναι πρὶν ἢ τῷ Εὐρίπῳ συνάπτειν ὑπὸ τοῦ ναυάρχου Μεγαβάτου νομισθέντα κακοῦργον , ὡς ἐξ ἀπάτης ἐμβαλόντα τὸν
Φοινίκων , τετρήρεις δὲ τριάκοντα τῶν Ἀθηναίων , Μηδίου τοῦ ναυάρχου τὴν ἡγεμονίαν ἔχοντος : ἐπίπλους δὲ τούτοις ἔταξεν ἑξήρεις
4768854 συχνου
ἀγαθός . πρὸς δὲ τῷ καλῷ εὖ ἐποίησάς με μάλα συχνοῦ λόγου ἀπαλλάξας , εἰ φαίνεταί σοι τὰ μὲν αὐτὴ
καὶ τὸ ἧπαρ πρωίας καὶ ἑσπέρας : χρεία καὶ λούτρου συχνοῦ καὶ εὐκρατοποσίας , χρεία καὶ τῆς πικρᾶς . λεπτὸν
4765935 μελιτος
χλιαρὸς καθ ' ἑαυτὸν καλῶς ποιεῖ καὶ μετ ' ὀλίγου μέλιτος . Ἄλλο : κρομμύων χυλὸν μετὰ μέλιτος μίξας ἔνσταζε
ὀξελαίῳ βρεχόμενα καὶ ἐπιτιθέμενα , βολβῶν ἑφθῶν τὰ ἁπαλὰ μετὰ μέλιτος ἢ κηρωτῆς , ἅλας λεῖον καὶ ἄλευρον μετὰ μέλιτος
4763802 ἐνησομεν
ὁπλισόμεσθα θοῇ παρὰ νηῒ μένοντες : ἠῶθεν δ ' ἀναβάντες ἐνήσομεν εὐρέϊ πόντῳ . ὣς ἔφατ ' Εὐρύλοχος , ἐπὶ
διηθήσαντες καὶ μίξαντες τῷ ἐλαίῳ στέαρ χηνὸς ἢ ὄρνιθος ἀνάλογον ἐνήσομεν . μὴ παυσαμένης δ ' ἐπὶ τούτοις τῆς ὀδύνης
4762190 ἀνατρεχω
. Εἰ δὲ ἐγὼ διὰ τοῦ ὕμνου εἰς τὸ κλέος ἀνατρέχω τοῦ Μελησίου τὸ ἐξ ἀγενείων , ἤγουν τὸ ἐκ
αὕτη ἡ ἐποχὴ διὰ τὸ ὑπὲρ τὴν γένεσιν εὑρεθῆναι , ἀνατρέχω εἰς τὴν ἀνωτέραν , ἥτις ἐστὶ τρίτη Φαωθὶ ιʹ
4749502 Σκευασια
καὶ τῇ διὰ νάπυος κηρωτῇ καὶ αὐτῷ τῷ νάπυι . Σκευασία τῆς διὰ νάπυος κηρωτῆς * Καταπότιον λειεντερικοῖς καὶ κοιλιακοῖς
Σαμίου ἀστέρος ἀλόης λαδάνου ἀνὰ ταρʹ α οἴνῳ ἀναλάμβανε . Σκευασία τοῦ κλειδίου Ὀριβασίου : κηκῖδος ὀμφακίτιδος ⋖ η ὀπίου
4744792 καταπλαϲματοϲ
φλεγμαίνωϲι . καὶ γὰρ καὶ τὸ γάλα ϲβέννυται πρὸϲ τοῦ καταπλάϲματοϲ , ὥϲπερ καὶ τὸ τῶν παίδων ἐφήβαιον ἐπιπλαττόμενον ἀλεύρῳ
κατάπλαϲμα τὸν θώρακα καὶ τὰϲ πλευράϲ . ἀρθέντοϲ δὲ τοῦ καταπλάϲματοϲ , ϲκεπέϲθω ὁ θώραξ κηρωτῇ τῇ διὰ βουτύρου καὶ
4743000 πεμπτου
τοῦ ἐννάτου , καὶ κύριον τῆς δευτέρας τὸν κύριον τοῦ πέμπτου ἀπ ' αὐτοῦ τοῦ ζῳδίου , καὶ κύριον τῆς
δὲ τὴν γένεσιν τοῦ κόσμου 〛 ἀπὸ πυρὸς καὶ τοῦ πέμπτου στοιχείου . Πλάτων τὸν ὁρατὸν κόσμον γεγονέναι παράδειγμα τοῦ
4736003 ἐπαγγελματος
οὖν . Ἡ δὲ τοιάδε τέχνη πρὸς ἀποτέλεσμα τοῦ οἰκείου ἐπαγγέλματος πολλῆς μὲν καὶ ἄλλης δεῖται παρασκευῆς , ἣν ἰατρῶν
, ἐκεῖνο δὲ ἐπαγγελλομένης διδάξειν : οὐδὲν δὲ τῶν ἐξ ἐπαγγέλματος οἰκεῖον ἀρετῇ . τεχνικώτατα μέντοι χαρακτηρίζει τὴν τῆς διδασκούσης
4727343 γυων
! ! [ . . . . . . . γυῶν ? [ ωνε [ τεν [ ωρτο ? [
[ δῆμος ] Ἀττικῆς . τετράγυον ? : [ τεσσαρῶν γυῶν ] . Στυμφαιΐδες ⌊ ⌋ : Ἠπειρωτικαί ? :
4721733 ὀψωνουντας
κλίνειν τ ' ἀναγκάζει φύσιν . πρὸς δὲ τοὺς περιέργως ὀψωνοῦντας τάδε φησὶν Ἄλεξις ἐν Ἐπικλήρῳ : ὅστις ἀγοράζει πτωχὸς
πρέσβειρα πεντήκοντα Κωπαΐδων κορᾶν . ὀψωνοῦντας : εὐκαίρως τὸ “ ὀψωνοῦντας ” προσέθηκε πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ πολέμου , ἐν ᾧ
4721457 κωλυομενου
καὶ ἐκ λείποντος μόνον , ὡς ἐπὶ τοῦ γελῶντος καὶ κωλυομένου ἱερᾶσθαι : δοκεῖ δὲ καὶ τὸ κατὰ τὸν Κέφαλον
ἐκ λείποντος μόνον , ὡς ἐπὶ τοῦ μὴ γελῶντος καὶ κωλυομένου ἱερᾶσθαι . δοκεῖ δὲ καὶ τὸ κατὰ τὸν Κέφαλον
4719432 Ἀμφικτυονιας
τοῖς συνέδροις μεταδοῦναι τῷ Φιλίππῳ καὶ τοῖς ἀπογόνοις αὐτοῦ τῆς Ἀμφικτυονίας καὶ δύο ψήφους ἔχειν , ἃς πρότερον οἱ καταπολεμηθέντες
ἐφ ' οὗ παραινεῖ τοῖς Ἀθηναίοις μὴ κωλύειν Φίλιππον τῆς Ἀμφικτυονίας μετέχειν μηδὲ ἀφορμὴν διδόναι πολέμου νεωστὶ πεποιημένους τὴν πρὸς
4713582 ἑκατονταρχαι
. Εἵποντο δὲ αὐτῷ καὶ ἄλλοι ἡγεμόνες καὶ στρατιῶται καὶ ἑκατοντάρχαι , καὶ οἰκετῶν πλῆθος [ καὶ ] ὑποζυγίων τά
] πεζῶν ὅσον εἰς διακοσίους , οἱ σωματοφύλακες , καὶ ἑκατοντάρχαι ὅσοι τοῖς ἐπιλέκτοις ξυντεταγμένοι ἢ τῶν σωματοφυλάκων ἡγεμόνες ,
4712159 ἀψινθιτου
. κʹ . οἶνος πρὸς δυσεντερίαν . καʹ . περὶ ἀψινθίτου οἴνου . κβʹ . Ἀμινναίου οἴνου ποίησις . κγʹ
ἀπ ' ἀρχῆς ἔαρος μέχρι τοῦ φθινοπώρου . Ἄλλοι οἴνου ἀψινθίτου διδόασι : δύναται δὲ οὗτος οὐ μόνον πρὸ τροφῆς
4708441 ψηγματος
στιλπνότατον . εἰσὶν οὖν πλησίον ἐφεξῆς , ὥσπερ κολωνοὶ τοῦ ψήγματος , καὶ τὸ πεδίον ἅπαν ἀστράπτει . χαλεπὸν οὖν
ἡμέραις Εὐβοϊκὸν ἐξαίρουσι τάλαντον : πᾶσα γὰρ ἡ βῶλός ἐστι ψήγματος συμπεπηγότος καὶ ἀπολάμποντος μεστή . διὸ καὶ θαυμάσαι τις
4707485 ὑδρομελιτος
δίδου . ἄλλο . χελιδονίας βοτάνης χυλὸν μετὰ οἴνου καὶ ὑδρομέλιτος δίδου τοῖς ἀπυρέτοις . ἄλλο . ὑπερικοῦ ⋖ αʹ
. αʹ . ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος ἢ σμύρνης ἢ δαφνίδος μετὰ ὑδρομέλιτος ἢ θύμου κορύμβων δραχ . ιʹ . ἢ χολῆς
4704733 λημματος
εἴκειν γὰρ αὐτῷ δεήσει . καὶ οἱ ἀπὸ φιλίας : λήμματος γὰρ ὤνιος ἡ φιλία ἔσται . καὶ οἱ ἀπὸ
δι ' ἑνὸς μ γράφειν αὐτὸ πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ ἑτέρου λήμματος ὃ καὶ ἐπὶ τοῦ ἁπλῶς δώρου λαμβάνεται . λῆμα
4703402 ἐπιχριουσι
ὡρῶν τοῦ βαλανείου καὶ λούσαντες πάλιν ὁμοίως μετὰ τὸ βαλανεῖον ἐπιχρίουσι καὶ πάνυ μαρτυροῦσι τῇ χρήσει . Θεραπεύειν προσήκει τὰς
, οὐρήσαντος ὄνου ἐν ταῖς ὁδοῖς , τὸ συστὰν πηλῶδες ἐπιχρίουσι . Κάλλιον δέ τινες ποιοῦντες , οὐ πρότερόν τι
4691877 Οὐλπιανου
νεανικὸν καὶ θερμόν . μέλλοντος δέ τι τούτοις προστιθέναι τοῦ Οὐλπιανοῦ ὁ Αἰμιλιανὸς ἔφη : ὥρα ἡμῖν , ἄνδρες φίλοι
ἐκ τῆς κηδείας , ἀλλὰ καὶ ἐμὴν χάριν φιλεῖν . Οὐλπιανοῦ καὶ ὡς πολίτου καὶ ὡς ἑταίρου καὶ ὡς χρηστοῦ
4691567 Φανιας
, ἀφάκη δὲ προβάτων . ” . / . : Φανίας δέ φησιν οἰναρίζειν τὸ περιαιρεῖν τῶν οἰναρεῶν καὶ τρυγᾶν
ἀμπέλου . οἰναρέοισι : κυρίως τὰ φύλλα τῆς ἀμπέλου . Φανίας δέ φησιν οἰναρίζειν τὸ περιαιρεῖν τῶν οἰνάρων καὶ τρυγᾶν
4690510 Τιγριος
διέχουσι δὲ ἀλλήλων αἱ πηγαὶ τοῦ τε Εὐφράτου καὶ τοῦ Τίγριος περὶ δισχιλίους καὶ πεντακοσίους σταδίους . Ἀπὸ δ '
Χρύσιππος ἓν καὶ ὀγδοήκοντα : Διογένης δὲ ὁ Σελευκεὺς ἀπὸ Τίγριος Στωϊκὸς φιλόσοφος ὀκτὼ καὶ ὀγδοήκοντα : Ποσειδώνιος Ἀπαμεὺς τῆς
4690032 Εὐκλεους
δὲ [ γὰρ ] αὐτόν φησι Δημήτριος ⌈ ἐπὶ ἄρχοντος Εὐκλέους πρὸ τριῶν ἐτῶν εἰς Σικελίαν πεμφθέντα μετὰ νεῶν Λεοντίνοις
διαμαρτυρήσαντα ὁ ἀγών ἐστι . Λυσίας ἐν τῷ κατ ' Εὐκλέους χωρίου ἐξούλης . Αὐτόχθονες : οἱ Ἀθηναῖοι . Δημοσθένης
4684853 ἀλσους
τῆς Δαναοῦ θυγατρὸς ὄνομα τῷ ποταμῷ . ἐντὸς δὲ τοῦ ἄλσους ἀγάλματα ἔστι μὲν Δήμητρος Προσύμνης , ἔστι δὲ Διονύσου
οἴκημα τὸ περιφερὲς ὁ ποιήσας ἦν . ἐντὸς δὲ τοῦ ἄλσους ναός τέ ἐστιν Ἀρτέμιδος καὶ ἄγαλμα Ἠπιόνης καὶ Ἀφροδίτης
4681945 Χρομιου
ἅς ποθ ' ἵπποι κτησάμεναι : ἅστινας φιάλας αἱ τοῦ Χρομίου ἵπποι προσεκόμισαν διὰ τῆς νίκης τῷ δεσπότῃ ἅμα τοῖς
. ἔστι δὲ ὁ λόγος τῶι Πινδάρωι οὐ περὶ τοῦ Χρομίου μόνου ἀλλὰ καὶ περὶ τοῦ παντὸς λαοῦ , οἳ
4679334 στροβιλους
ἢ χαμαιλεύκη θυμιωμένη . ἄλλο . δαφνίδας μετὰ πεπέρεως καὶ στροβίλους μετὰ μέλιτος δίδου πρωῒ καὶ εἰς κοίτην . [
δʹ . τραγακάνθης τῆς ἐν ὕδατι βεβρεγμένης ⋖ βʹ . στροβίλους λʹ . τῷ μέλιτι ἀναλαβὼν χρῶ . ἄλλο .
4678154 Δωριωνος
. : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ
Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς
4672072 μισθωσιν
μὴ πρὸς ἄλλο δέ τι παράδειγμα σκέψησθε ἢ πρὸς τὴν μίσθωσιν , εἰ δοκεῖ ὑμῖν ἀκόλουθον εἶναι τῷ τὴν τέχνην
τοῖς μεμαρτυρημένοις , ἐναντία δ ' ἣν ἀνέγνων ὑμῖν ἄρτι μίσθωσιν , τῇδε τῇ διαθήκῃ : οὐδὲν δὲ τῶν πεπραγμένων
4671289 κοχλιαριου
. προσφέρεσθαι δὲ χρὴ μάλιστα , ὅσον πλῆθος ἂν ᾖ κοχλιαρίου , νῆστιν ὄντα ἢ εἰς κοίτην . βλάπτει δὲ
, τοῦτο μὲν διαχρίοντας τοῖς δακτύλοις , τοῦτο δὲ διὰ κοχλιαρίου προσαπτόμενον μετὰ τοῦ ἀναπιέζειν καὶ ἅμα πρὸς τοὐκτὸς ἄγειν
4665473 ἀμφιβαλλουσι
ἄνθρωπος . χωρήσωμεν δὲ καὶ ἐπὶ τὴν λέξιν . Τινὲς ἀμφιβάλλουσι λέγοντες ἄδηλον εἰρηκέναι τὸν Πορφύριον περὶ ποίου ἰδίου ὁ
Εἴσελθε κἂν νῦν , ὦ μακάριε . . . . ἀμφιβάλλουσι πολλοὶ μὴ εἰρῆσθαι , λέγοντες μὴ δεῖν εἰς χρῆσιν

Back