ἕκτῳ . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ Ἱππωνάκτειον , ἰωνικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ ὅμοιον τῷ
ὄντες , δίμετροί εἰσιν ἀκατάληκτοι . καὶ τὸ μὲν τετράμετρον Ἱππωνάκτειον καλεῖται , διὰ τὸ κατακόρως αὐτὸν τούτῳ χρήσασθαι .
7857162 ἐννεασυλλαβον
αὐτό . τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιδʹ ἐννεασύλλαβον Σαπφικὸν πλεονάζον μιᾷ συλλαβῇ τοῦ Γλυκωνείου . τὸ ιεʹ
, ὁ δὲ Ἱππώναξ πολλάκις ἐχρήσατο . ἔστι δ ' ἐννεασύλλαβον . Τὸ βʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικὸν , τοῦ αʹ
7608685 Σαπφικον
, τοῦ βʹ παίωνος γʹ καὶ συλλαβῆς . καλεῖται δὲ Σαπφικὸν ἢ Ἱππωνάκτειον : εὕρημα γάρ ἐστι Σαπφοῦς , ὁ
μετατιθεὶς ἐπὶ τὴν ἄρχουσαν . γεγένηται δὲ καὶ παρὰ τὸ Σαπφικὸν , συστεῖλαν τὴν παρατέλευτον , πλεονάσαν μιᾷ συλλαβῇ .
7041393 Εὐριπιδειον
τὰ τροχαικά : τὸ βʹ ὅμοιον δίμετρον καταληκτικὸν ἤτοι ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον : τὸ γʹ ὅμοιον τὸν τρίτον ἔχον πόδα ἴαμβον
τούτου λέγουσιν , οὔ μοι δοκεῖ εὔλογα . Τὸ ζʹ Εὐριπίδειον ἢ ληκύθιον : τροχαϊκὸν γάρ ἐστιν ἑφθημιμερές . Τὸ
6898462 Γλυκωνειον
ἰαμβικήν . Τὸ δʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , ὃ καλεῖται Γλυκώνειον , ἐκ διτροχαίου ἢ ἐπιτρίτου . Τὸ εʹ ἰαμβικὸν
τὸ ιγʹ ἐξ ἀντισπάστου καὶ ἰαμβικοῦ ἑφθημιμεροῦς . τὸ ιδʹ Γλυκώνειον . τὸ ιεʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιϚʹ
6868622 τετραμετρον
τὸ ὁμηρικὸν δεῦρο νῦν ἢ τρίποδος περιδώμεθα . εἰ μὴ τετράμετρον : πρὸς τὸ “ τετράμετρον ” ἀπήντησεν . τὸ
γʹ καὶ συλλαβήν , ὡς εἴρηται : τὸ δʹ δακτυλικὸν τετράμετρον ἀκατάληκτον , ὃ καλεῖται καὶ αὐτὸ ἀρχιλόχειον : καὶ
6762969 Ἀνακρεοντειον
ἰωνικὸν ἀπὸ μείζονος δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ ἰαμβικὸν δίμετρον Ἀνακρεόντειον . τὸ ιαʹ ἰωνικὸν ἀπὸ μείζονος δίμετρον παρατετηρημένον :
συζυγίας . τὸ Ϛʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν , ὃ καλεῖται Ἀνακρεόντειον ἑφθημιμερές . τὸ ζʹ ὅμοιον δίμετρον ἀκατάληκτον , ὃ
6691200 πενθημιμερες
δίμετρον ἀκατάληκτον παίωνα ἔχον ἀντὶ ἰωνικοῦ : τὸ δʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές : τὸ αὐτὸ δὲ καὶ χοριαμβικὸν δύναται εἶναι δίμετρον
τῆς ἀμφήκης . λάμπων πρόβολος ἐμός ] τὸ ηʹ ἀναπαιστικὸν πενθημιμερές . πρόβολος ] τεῖχος , ἀσφαλὴς προστάτης . πρόβολος
6666856 ἰθυφαλλικον
παίωνα δεύτερον ἔχει ἀντὶ ἰωνικοῦ . τὸ ηʹ τροχαϊκὸν καθαρὸν ἰθυφαλλικόν . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς τε στροφῆς καὶ ἀντιστροφῆς
ἐκ παίωνος βʹ καὶ χοριάμβου : τὸ δὲ γʹ τροχαϊκὸν ἰθυφαλλικόν : τὸ εʹ ἰαμβικὸν πενθημιμερές : τὸ δὲ ζʹ
6589453 τροχαϊκον
δίμετρα ἀκατάληκτα ἃ καλεῖται κρητικὰ δίρρυθμα . τὸ δὲ δʹ τροχαϊκὸν ἑφθημιμερὲς ὃ καλεῖται Εὐριπίδειον ἢ ληκύθιον , ὁ εʹ
ἑξῆς δʹ ἰαμβικὰ δίμετρα ἀκατάληκτα , τὸ δὲ εʹ , τροχαϊκὸν ἑφθημιμερές . ὁ κζʹ ἰαμβικὸς στίχος τρίμετρος ἀκατάληκτος .
6582643 καταληκτικον
ἢ δακτυλικὸν ὃ καλεῖται Φαλαίκειον . τὸ βʹ τροχαϊκὸν δίμετρον καταληκτικόν , ἤτοι ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον . τὸ γʹ ἰαμβικὸν ἑφθημιμερές
ἀκατάληκτον μετρούμενον ὡς οἱ ἡρωϊκοί , τὸ δεύτερον δὲ ἑξάμετρον καταληκτικόν , τὸ τρίτον πεντάμετρον ἀκατάληκτον , τὸ τέταρτον πεντάμετρον
6576183 βτερον
βραχυκατάληκτον , ἐξ ἐπιτρίτων πρώτων δύο καὶ ἰάμβου . τὸ βτερον προσοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , ἐκ παίωνος βτέρου ἀντὶ ἰωνικοῦ
βτέρα αὕτη στροφὴ κώλων ἐστὶ ιβʹ . τὸ αʹ τὸ βτερον καὶ τὸ γʹ ἰαμβικὰ δίμετρα ἀκατάληκτα , ἃ καλεῖται
6571839 ὀψ
μεταθέσει τοῦ τόνου ἀπὸ τοῦ ἥμερος ὁ πρᾷος καὶ τοῦ ὂψ ἡ φωνὴ , ἡμεροπεύσας , καὶ τροπῇ τοῦ μ
, ἔστι γὰρ τὸ μὲν ἴλλεσθαι εἴργεσθαι , ἡ δὲ ὂψ φωνή . ἐγὼ δέ , κατὰ τὸν σοφὸν Ἐπίχαρμον
6571510 ἑφθημιμερες
δίμετρον καταληκτικὸν ἐκ διτροχαίου καὶ παλιμβακχείου , καὶ ἔστιν [ ἑφθημιμερὲς ] φερεκράτειον : τὸ βʹ “ δι ' ἡμᾶς
τὸ Ϙʹ “ πρᾶγμ ' , ὃ τοῦτον ποιήσει ” ἑφθημιμερὲς [ ἐξ ] ἐπιτρίτου βʹ – ˘ – –
6538322 Πινδαρικον
ἐστι τῷ ‚ ἑαυτοὺς τρώσητε ‚ , ὥσπερ καὶ τὸ Πινδαρικὸν οἱ περὶ Τρύφωνα ἐσημειοῦντο ἐπί τε τοῦ Ὤτου καὶ
ἀκα - τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον , ἤτοι τρίμετρον καταληκτικόν . σύγκειται
6478187 Φερεκρατους
τὰς τῶν πολεμίων , καὶ κατεδύοντο . δηλοῦται δὲ ὑπὸ Φερεκράτους ἐν τοῖς Ἀγρίοις , ὅταν λέγῃ ὁ δὲ δὴ
φόβον ἀλλὰ καὶ κατὰ διδασκαλίαν , οὐ τὴν ἐν Δουλοδιδασκάλῳ Φερεκράτους , ἀλλὰ ἐθισθέντες : οὐχ ὡς ἀπειρημένου τοῦ τοιούτου
6474588 αβαβ
κανόνα δὲ τοιόνδε : αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον δὲ ἀκατάληκτον τὸ
λεπτὸν ἔχοις ' ἐπ ' ἀτράκτῳ λίνον κανὼν δὲ αὐτοῦ αβαβ ββαα βαβα βααβ ββαβ αβαα βαββ βαβα . Ἀπ
6465658 βραχυκαταληκτον
τὸ ηʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον : ἰδίως δὲ
τὸ βʹ τροχαϊκὸν μονόμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ γʹ Ἰωνικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ δʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ εʹ
6415601 φασκωλος
. φάκελος φορτίον ξύλων , σφάκελος σπασμὸς μετὰ φλεγμονῆς . φάσκωλος ἱματιοφορίς , φασκώλιον δερμάτιον . φράσον τὸ εἰπέ ,
. ὦ Ζεῦ πολυτίμηθ ' οἷον ἐπέπνευς ' ὁ μιαρὸς φάσκωλος εὐθὺς λυόμενός μοι τοῦ μύρου καὶ βακκάριδος . ξυρόν
6390865 Ἀρχιλοχος
ἡσυχίας καὶ τάξεως μέλποντες . οἴνῳ συγκεραυνωθεὶς φρένας , φησὶν Ἀρχίλοχος . Λακεδαιμόνιοι εἰ μὲν ἐμάνθανον τὴν μουσικὴν οὐδὲν λέγουσιν
μόνος Ἡρόδοτος Ὁμηρικώτατος ἐγένετο ; Στησίχορος ἔτι πρότερον ὅ τε Ἀρχίλοχος , πάντων δὲ τούτων μάλιστα ὁ Πλάτων , ἀπὸ
6386433 πενταμετρον
, ἣ πεποίηκεν αὐτὸ ἄσημον ἐπισυνάπτουσα τῷ τρίτῳ κώλῳ , πεντάμετρον ἐλεγειακὸν ἔσται συντετελεσμένον τουτί : μήτ ' ἰδίας ἔχθρας
ἡρωϊκοί , τὸ δεύτερον δὲ ἑξάμετρον καταληκτικόν , τὸ τρίτον πεντάμετρον ἀκατάληκτον , τὸ τέταρτον πεντάμετρον καταληκτικόν , τὸ πέμπτον
6372104 Φερεκρατειον
καταληκτικοῦ , ὃς γίνεται δάκτυλος . Τὸ γʹ ἀντισπαστικὸν διπλοῦν Φερεκράτειον : σύγκειται γὰρ ἐκ βʹ κώλων Φερεκρατείων , ὧν
τὸ ζʹ τροχαικὸν δίμετρον ὅμοιον τῷ εʹ . τὸ ηʹ Φερεκράτειον λεῖπον μιᾷ συλλαβῇ . τὸ θʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον
6346318 ἑνδεκασυλλαβον
Ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάσσονος τρίμετρον καταληκτικόν . τὸ εʹ Σαπφικὸν ἑνδεκασύλλαβον . τὸ Ϛʹ Ἰωνικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ζʹ
τὰ πυκνότατα παραθησόμεθα . Ἐπιχοριαμβικὸν μὲν οὖν τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον , οἷον Ποικιλόθρον ' ἀθανάτ ' Ἀφρόδιτα : τοῦτο
6344200 Ἀλκαϊκον
. Ὤμοκε τελέως ἄηθες : χρὴ γὰρ ὀμώμοκε λέγειν . Ἀλκαϊκὸν ᾆσμα δι ' ἑνὸς ι οὐ χρὴ λέγειν ,
δεξιῶς ἐχρήσατο : ὥσπερ Ἀριστοφάνειόν τι μέτρον καὶ Σαπφικὸν καὶ Ἀλκαϊκὸν καὶ ἄλλο ἀπ ' ἄλλου λέγεται , οὐχ ὡς
6301206 εὐφωνον
οἷον παρατραπῶμεν ἢ ἐξαπατηθῶμεν . οὐ μὴν οὐδὲ ἀπὸ τούτου εὔφωνον τὸ πρᾶγμα . ἐν δὲ τῷ αὐτῷ βιβλίῳ ἐστὶ
, ζευγνύς ζεύγνυθι , τιθείς τίθεθι , ἀλλὰ διὰ τὸ εὔφωνον τίθετι : ἰστέον δὲ ὡς τὰ προστακτικὰ τοῦ ἐνεστῶτος
6300328 ἀττικον
ἐπίρρημα χρονικόν . ὁλοτελῶς σεαυτὸν ] ἀπολεῖς ἐς κόρακας ] ἀττικόν : ἤγουν ἀπέλθῃς νὴ τοὺς θεούς ] λείπει τὸ
: τὸ “ κατακλινεὶς ” κοινόν , τὸ δὲ κατακλιθείς ἀττικόν . ἐκφρόντισόν τι τῶν σεαυτοῦ πραγμάτων : ἀντὶ τοῦ
6289291 χαραδριον
εἰς γλαῦκα , Βύσσα εἰς ὁμώνυμον ὀρνιθάριον , Ἄγρων εἰς χαραδριόν , Εὔμηλος εἰς νυκτικόρακα . Οἰνόη εἰς γέρανον .
, ἁρπάσας ὀβελὸν ἐξέδραμεν , Ἑρμῆς δ ' αὐτὸν ἐποίησε χαραδριόν : Εὔμηλος δὲ τὸν Ἑρμῆν ἐνείκεσεν ὅτι μετεμόρφωσεν αὐτοῦ
6280531 ἰαμβικος
ποιῆσαι πρίν με τὰς πληγὰς λαβεῖν . ὁ ξʹ μέντοι ἰαμβικὸς ἑφθημιμερής . εἶτα κῶλον ἀντισπαστικὸν ἐξ ἐπιτρίτου πρώτου ἡμιόλιον
τοῦ τέλους τῆς ἐπῳδοῦ τὰ σημεῖα , ὡς εἴρηται . ἰαμβικὸς τρίμετρος . τάδ ' αὐτόδηλα : αὐτὰ δὲ ταῦτα
6248526 μαινολης
ἕς . μαινόλης ὁ μαινόμενος : ἢ μανιοπὸς γίνεται : μαινόλης : παρὰ τὸ μαίνω καὶ τὸ ὅλος : ὥσπερ
ἡ μετοχὴ εἰς ἕντο : καὶ τὸ προστατικὸν ἕς . μαινόλης ὁ μαινόμενος : ἢ μανιοπὸς γίνεται : μαινόλης :
6245608 ἑπτασημον
ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικήν , ἤτοι ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν ἰωνικὴν ἢ δευτέραν παιωνικήν ,
καὶ τὴν τροχαϊκήν , ὁπόταν προτάττοιτο τῆς ἰωνικῆς , γίνεσθαι ἑπτάσημον [ τροχαϊκήν ] , τὸν καλούμενον δεύτερον ἐπίτριτον :
6240015 ἡδυκωμος
ἦν δὲ καὶ κωμαστικὴ μάχην καὶ πληγὰς ἔχουσα , καὶ ἡδύκωμος ἡδίων , καὶ κνισμὸς καὶ ὄκλασμα : οὕτω γὰρ
τετράκωμος , ἐπίφαλλος , χορεῖος , καλλίνικος , πολεμικόν , ἡδύκωμος , σικιννοτύρβη , θυροκοπικόν , κνισμός , μόθων .
6238691 Ἱππωνακτος
” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ λόγων : “ ἀλλά τις Ἱππώνακτος ἐλθὼν ἐς τάφον ” τὸν ἄνδρα κνώσσειν εὐμενῶς εὔχου
: οὐκ ἤκουσας ; Οὐκ ἔγωγ ' , ἐπεὶ ἴαμβον Ἱππώνακτος ἀνεμιμνῃσκόμην . Οὐδὲν ποεῖς γάρ : ἀλλὰ τὰς λαγόνας
6231903 ββαβ
αὐτοῦ τέσσαρα , κανόνα δὲ τοιόνδε : αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον
: αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον δὲ ἀκατάληκτον τὸ τούτου περιττεῦον συλλαβῇ
6214111 Ἱππωναξ
φήσαιμι διὰ τὸ παίζειν ἀμφιδεξίως . εὑρετὴς δὲ τοῦ γένους Ἱππῶναξ ὁ ἰαμβοποιὸς λέγων : Μοῦσά μοι Εὐρυμεδοντία δῖα τὴν
. . + . . Βολίνη . βόλιτον : βόλβιτον Ἱππῶναξ : βολβίτου κασιγνήτην . εἶτα : νὴ τὸν Ποσειδῶ
6213186 δακτυλικον
τὸ δὲ βʹ παίων πρῶτος . τὸ δὲ δʹ ἤτοι δακτυλικὸν διπλοῦν ἢ τροχαϊκὸν πενθημιμερὲς εἴη ἄν . τὸ εʹ
αʹ τῆς στροφῆς . τὸ ζʹ ἐγκωμιολογικόν . τὸ ηʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ θʹ Στησιχόρειον ὁμοίως τῷ θʹ τῆς
6205256 κατακλειδα
καταβολὴ κατὰ τῆς ἀριστερᾶς ὠμοπλάτης , εἶτ ' ἐπὶ τὴν κατακλεῖδα φέρεται , καὶ κατὰ τοῦ στήθους ὑπὸ τὴν δεξιὰν
τῆς ἀδιαφόρου . τὸ ιγʹ χοριαμβικὸν δίμετρον καταληκτικὸν εἰς ἰαμβικὴν κατακλεῖδα περαιούμενον , τουτέστιν εἰς ἀμφίβραχυν ἢ βακχεῖον διὰ τὸ
6202494 ἑξασημον
παρ ' Ἀλκμᾶνι , ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὰς δὲ ἑξῆς δύο ἰωνικὰς ἑξασήμους
Ἀφρόδιτα : τοῦτο δὲ τὴν μὲν πρώτην συζυγίαν ἔχει τροχαϊκὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν χοριαμβικήν , τὴν
6188440 πυγαργος
οὐδὲ τοῖσιν εὐόργοις ἔπος . εὕδοντι δ ' αἱρεῖ κύρτος πύγαργος Δήμητρος ἁγνῆς καὶ Κόρης τὴν πανήγυριν σέβων . χρυσοέθειρ
ἐξόπιν ] ὁ ἐκ τοῦ ὄπισθεν λευκός , ἤτοι ὁ πύγαργος . ἴκταρ ] ἐγγύς . μελάθρων ] τῶν οἴκων
6175581 ἰαμβος
ἁπασῶν τελευταίας συλλαβὰς εἰς μακρὰν ποιήσει τις , ὁ Ἱππώνακτος ἴαμβος ἔσται . ὅτι ἐν τῷ βυρσηναίων καλουμένῳ χορῷ ἕκαστον
ἔχειν αἱμάτων ἄγος ἐπαίροντα . στροφὴ ἑτέρα κώλων εʹ . ἴαμβος . μάντι ] ὦ . αὐτὸς ἑαυτὸν καλέσας ἐπὶ
6175368 βακχειον
οὗ ἐστιν ἐπισημότατον τὸ μετὰ τέσσαρας πόδας αὐτὸν ἔχον τὸν βακχεῖον : ὧν ὁ πρῶτος γίνεται καὶ σπονδεῖος καὶ ἴαμβος
δή . ὦ τέκνον τέκνον , αἰαῖ , κατάρχομαι νόμον βακχεῖον , ἐξ ἀλάστορος ἀρτιμαθὴς κακῶν . ἔγνως γὰρ ἄτην
6165882 τροχαικον
: τὸ εʹ ἰαμβικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον καθαρόν : τὸ Ϛʹ τροχαικὸν ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον τὸν αʹ ἔχον πόδα χορεῖον : τὸ
δακτυλικὸν πενθημιμερές : τὸ βʹ ἀναπαιστικὸν πενθημιμερές : τὸ τρίτον τροχαικὸν ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον : τὸ δʹ ὅμοιον τῷ αʹ :
6164912 ἐγκωμιολογικον
ἐννέα , καὶ ἡ ἐπῳδὸς κώλων ἐννέα . τὸ αʹ ἐγκωμιολογικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ βʹ προσοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ
ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων ὀκτώ . τὸ αʹ Πινδαρικὸν ἐγκωμιολογικὸν , τὴν τελευταίαν συλλαβὴν μεταθὲν εἰς τὴν πρώτην .
6163912 μειρακες
τὸν δάκτυλον ἢ κρητικόν , οἷον δίμετρον μὲν τὸ ἱστοπόνοι μείρακες , τρίμετρα δὲ οὐδὲ λεόντων σθένος οὐδὲ τροφαί ,
. ἄρξει δὲ τὸ λοιπὸν παιδάρια καὶ μικρὸν ἐπάνω τούτων μείρακες . ἐν - ταῦθά που δέος , μὴ σφαλῇ
6161756 ἐπιθετικον
πλείους : καὶ ἡμεῖς δὲ συγκατατιθέμεθα : οὐ γάρ ἐστιν ἐπιθετικόν , ὡς ἀξιοῖ Τυραννίων . ὁ μέντοι Ἀριστοφάνης ἐκεῖνό
δ ' οὕτως λέγοιτο , καὶ ὀξύνοιτ ' ἂν ὡς ἐπιθετικόν , ὡς τὸ Ἡραῖον τεῖχος καὶ Ἥραιον , καὶ
6157741 ἀντισπαστικον
ὅμοιον εἴη τῷ τῆς ἀντιστροφῆς ἤτοι δίμετρον : τὸ Ϙʹ ἀντισπαστικὸν ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ ἤτοι ἀμφιμάκρου : τὸ ζʹ
καταληκτικόν . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ τὸ αὐτό . τὸ
6152504 ἰθυφαλλικα
εἰσιν ἰαμβικὰ δίμετρα ἀκατάληκτα , τὰ δὲ τροχαϊκὰ ἑφθημιμερῆ καὶ ἰθυφαλλικὰ , ὧν τελευταῖον πλαγαῖσι ποντίαισιν , ὅπερ ἰαμβικόν ἐστιν
δίμετρα καταληκτικὰ ἤτοι ἑφθημιμερῆ καὶ πενθημιμερῆ καὶ βραχυκατάληκτοι , ἤτοι ἰθυφαλλικὰ , καὶ ἀκατάληκτα κϚʹ , ὧν τὸ παρατελευταῖον ἀναπαιστικὸν
6152069 ἠνις
Δαμάσου παῖδα † Νεστορίδην , καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : ἤνις ἠκέστας , τουτέστιν ἐνιαυσιέως : ἐκ τούτου γίνεται σύνθετον
γούνασιν ἠϋκόμοιο , καί οἱ ὑποσχέσθαι δυοκαίδεκα βοῦς ἐνὶ νηῷ ἤνις ἠκέστας ἱερευσέμεν , αἴ κ ' ἐλεήσῃ ἄστύ τε
6141562 ἀναγεγραμμενον
εἶδος πρὸς τὸ ἀπὸ τῆς δευτέρας τὸ ὅμοιον καὶ ὁμοίως ἀναγεγραμμένον . Καὶ τῆς ΓΔ ἄρα . , ] σχόλιον
ὀδύναις παρέπονται , ὑποθετέον τῇ ἕδρᾳ κολλύριον τὸ πρὸς δυσεντερίας ἀναγεγραμμένον ἁρμόδιον ὑπνωτικόν , ἐπὶ δὲ τῶν ἤδη νεμομένων ,
6140991 καταφαγας
ὁ δ ' ἅρπαξ , ὁ δ ' ἀνάπηρος πορνοβοσκός καταφαγᾶς . Φέρωνος ἆρά πού ' στιν ἡ ξυναυλία ;
. : παμπόνηρον δὲ καὶ τὸ παρὰ Μυρτίλωι τῶι κωμικῶι καταφαγᾶς , κἂν Αἰσχύλος αὐτὸ ἦι προειρηκώς . : εἴποις
6139573 χοριαμβικον
κατὰ τὸ ἰαμβικόν . τὸ δὲ δʹ ὅμοιον τοῖς πρώτοις χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , τὸ εʹ χοριαμβικὸν καθαρόν , τὸ
βραχυκατάληκτον . τὸ δʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ εʹ χοριαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ Ϛʹ ἀναπαιστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον .
6133343 Μωσα
παθητικὴ χοόμενος , χούμενος καὶ δωρικῶς χώμενος , ὡς Μοῦσα Μῶσα , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο χωόμενος : ἢ παρὰ
Μνασάλκεος τὸ σᾶμα τῶ Πλαταιΐδα τῶ ' λεγῃοποιῶ : ἁ Μῶσα δ ' αὐτῶ τᾶς Σιμωνίδα πλάτας ἧς ἀποσπάραγμα κενά
6133192 τεμαχος
ὥς τινα πραγματείαν βιωφελῆ καταβαλλόμενος . ὀρφώς . Κρατῖνος : τέμαχος ὀρφὼ χλιαρόν . καλεῖται δὲ καὶ ὀρφός . Πλάτων
ἀφίκῃ κλεινοῦ Βυζαντίου εἰς πόλιν ἁγνήν , ὡραίου φάγε μοι τέμαχος πάλιν : ἔστι γὰρ ἐσθλὸν καὶ μαλακόν . .
6111089 κτητικον
τοῦ ἁλιεύς : τὸ θηλυκὸν Ἁλίας , καὶ Ἁλιακός τὸ κτητικόν . . . ἁλικαρνασσός : πόλις Καρίας : ἀπὸ
. γράφεται δὲ καὶ ὁ Καρικὸς τάφος ἵν ' ᾖ κτητικόν . γράφεται δὲ καὶ Καρὸς ἵν ' ᾖ ἐθνικὸν
6102917 διστιχον
τετράμετροι καταληκτικοί : ἔθος γάρ ἐστι μετὰ τὰς τοιαύτας περιόδους δίστιχον ἐπιτιθέναι . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς μὲν ἐπεκθέσεως δύο
τετράμετρον καταληκτικόν : εἰώθασι γὰρ μετὰ τὰς τοιαύτας περιόδους ἐπάγειν δίστιχον . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς μὲν ἐπεκθέσεως δύο συνήθως
6080675 δημοτης
Ἀντιοχίδος φυλῆς . Φρύνιχος δὲ τῆς Ἀτταλίδος φησίν . Ὁ δημότης Ἀτηνεύς . Πατροκλῆς Ἀτηνεὺς ἐχορήγει , [ Ἀντιοχὶς ]
. ὅτι οἱ Ῥωμαίων στρατηγοὶ Κορνήλιος καὶ Κορβῖνος καὶ Δέκιος δημότης Σαυνίτας νικήσαντες ὑπέλιπον Καμπανοῖς φύλακας πρὸς τὰς Σαυνιτῶν ἐπιδρομάς
6079470 γαλαθηνος
μοῦνα . Ἀντιφάνης Φιλεταίρῳ : κομψός γε μικρὸς κρωμακίσκος οὑτοσὶ γαλαθηνός . Ἡνίοχος Πολυεύκτῳ : ὁ βοῦς ὁ χαλκοῦς ἦν
γὰρ ὄντως ὂν καλόν . Κομψός γε μικρὸς κρωμακίσκος οὑτοσί γαλαθηνός . Πάντ ' ἐστὶν ἡμῖν : ἥ τε γὰρ
6079028 ληκυθος
εἶναι , τὸ δὲ δαπάνημα μικρόν , οἷον σφαῖρα ἢ λήκυθος ἡ καλλίστη ἔχει μεγαλοπρέπειαν παιδικοῦ δώρου : τοῦτο δὲ
; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν αὐτῷ στλεγγὶς οὐδὲ λήκυθος . οὐδ ' ἀργύριον ἔστιν κεκερματισμένον . ὁ δ
6078716 ἠλδανε
στιβαροί τε βραχίονες : αὐτὰρ Ἀθήνη ἄγχι παρισταμένη μέλε ' ἤλδανε ποιμένι λαῶν . μνηστῆρες δ ' ἄρα πάντες ὑπερφιάλως
ἀλδαίνει αὔξει , ἀπὸ τῆς ἄλσεως , οὗ τὸν παρῳχημένον ἤλδανε . ἀλύων ἀνιώμενος . εἴη δ ' ἂν μᾶλλον
6077141 Φρυγιον
δὲ παρθένοι κόμας ἔ - θεντο σύγγονοι νεκρῶν Σκαμάνδριον ἀμφὶ Φρύγιον οἶδμα . βοὰν βοὰν δ ' Ἑλλὰς αἶ '
. Εὔπολις ἐν Μαρικᾷ ” πότερ ' ἦν τὸ τάριχος Φρύγιον ἢ Γαδειρικόν ; ” Γάδρα , πόλις Παλαιστίνης .
6076786 παιωνικον
ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον τοῦ δευτέρου ποδὸς χορείου . τὸ εʹ παιωνικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ παίωνος δʹ καὶ κρητικοῦ : τὸ
: ζʹ ηʹ θʹ ἐν μὲν τῇ βʹ περικοπῇ ἐστι παιωνικὸν τρίρρυθμόν τε καὶ δίρρυθμα δύο , . . .
6076409 κεχρεωστημενον
. . δίδωμι τὸ ἁπλῶς δίδωμι , ἀποδίδωμι δὲ τὸ κεχρεωστημένον . ὀβολὸν ] τουρέσιον . . οὐδενί ] ἀνθρώπῳ
κριτής παραλόγως ὀξύνεται , τούτου χάριν ἐν τῇ συνθέσει τὸ κεχρεωστημένον ἀναδέχεται , λέγω δὴ τὴν βαρεῖαν τάσιν , οἷον
6073157 ἠκεστας
τὸ μέτρον , οὐχὶ διὰ τὸ πληθυντικόν : ” ἤνις ἠκέστας ” : καὶ γὰρ πόλῑς λέγουσι καὶ πόλῐν καὶ
εἶναι . ἦδος : τὸ ὄφελος καὶ τὸ ὄξος . ἠκέστας βόας : φορβάδας , ἀδαμάστους , νομάδας . ἡ
6070744 ἀναπαιστικον
, ἐκ δύο χοριάμβων καὶ συλλαβῆς , εἰ δὲ βούλει ἀναπαιστικὸν ἑφθημιμερές : τὸ βʹ ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάττονος δίμετρον
ἀπ ' ἐλάττονος δίμετρα ἀκατάληκτα καθαρά : τὸ δὲ γʹ ἀναπαιστικὸν ἑφθημιμερές . ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος καὶ διπλαῖ .
6069007 τριγενες
καὶ ἐπὶ γενικῆς καὶ ἰχθύος κλίνεται διότι μονογενὲς καὶ οὐ τριγενές ἐστιν . Ἐπὶ μόνου γὰρ ἀρσενικοῦ εὑρίσκομεν ὁ ἰχθύς
, εἰ ἔστι τριγενὲς τὸ πρέσβυς : εἰ γάρ ἐστι τριγενές , διὰ τοῦ ε καὶ ο μόνως ἐστί :
6066924 ἀμφικυπελλον
ὁ τύπος καὶ οὐχ ὥσπερ τὸ δέπας καὶ τὸ ἄλεισον ἀμφικύπελλον , οὕτω [ δὲ ] καὶ τοῦτο , κυφὸν
” ἀπὸ μέρους τὴν ὅλην χαλκῆν . κύπελλον ποτὲ μὲν ἀμφικύπελλον τὸ ἐξ ἀμφοτέρων μερῶν περικεκυφωμένον ποτήριον . κύρμα ἔντευγμα
6066818 Νυμφαιον
. Γύλων ἦν ἐκ Κεραμέων . Οὗτος προδοὺς τοῖς πολεμίοις Νύμφαιον τὸ ἐν τῷ Πόντῳ , τότε τῆς πόλεως ἐχούσης
Φαναγορέων ἀφίστατο τοῦ Μιθριδάτου , Χερρόνησός τε καὶ Θευδοσία καὶ Νύμφαιον , καὶ ὅσα ἄλλα περὶ τὸν Πόντον ἐστὶν εὔκαιρα
6059000 ἐπιχοριαμβικον
μεʹ . τὸ δὲ μέτρον καλεῖται εὐπολίδειον : ἔστι δὲ ἐπιχοριαμβικόν , οὗ τὸ τροχαϊκὸν μέρος οὐ κατὰ τάξιν δέχεται
ἀντίστροφος κώλων θʹ . τὸ αʹ τροχαϊκὸν ἐπίτριτον , ἢ ἐπιχοριαμβικόν . τὸ βʹ ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάσσονος , τρίτου
6057518 μαχεσθω
βούλεταί τε καὶ δύναται συστησάμενος λάθρα τε διορυττέτω καὶ φανερῶς μαχέσθω . τῆς γὰρ δὴ τῶν θεῶν μεθ ' ἡμῶν
γ ' ἐράασθε . ἔνθά τις ἄλκιμον ἦτορ ἔχων Τρώεσσι μαχέσθω . Ὣς εἰπὼν ὄτρυνε μένος καὶ θυμὸν ἑκάστου .
6055103 παρῳδει
μή ς ' ἀπομουνωθέντα λάβῃ κορυθαίολος Ἕκτωρ „ , ὃν παρῳδεῖ Διονύσιος ὁ Θρᾷξ ἀντὶ τοῦ ” λάβῃ ” ‚
. Πλάτων Φαίδρῳ . ὡς λύκοι κτλ . παροιμία . παρῳδεῖ τὸ Ὁμηρικὸν εἰρημένον ἐν τῇ † ψ ῥαψωδίᾳ ὡς
6051174 Ἀλκμανα
τὸν Ἐνυάλιον , οἱ δὲ Κρόνου καὶ Ῥέας . Γ Ἀλκμᾶνα λέγουσιν ὁτὲ μὲν τὸν αὐτὸν λέγειν , ὁτὲ δὲ
νός , ὅτε ἀρσενικόν ἐστι . τῷ Ἀλκμᾶνι , τὸν Ἀλκμᾶνα , ὦ Ἀλκμάν : τὰ εἰς ἀμετάβολον ὀξύτονα τὴν
6049065 Στησιχορειον
Τὸ ηʹ ὅμοιον τῷ αʹ τῆς στροφῆς . Τὸ θʹ Στησιχόρειον ἐξ ἐπιτρίτων Στησιχόρου εὑρόντος αὐτό : δεύτεροι δὲ οἱ
συλλαβῇ τοῦ Ἀρχιλοχείου ἢ τοῦ Ἐρασμονίδη Χαρίλαε . τὸ ιαʹ Στησιχόρειον . Γέγραφε τὴν ᾠδὴν Ἡροδότῳ τῷ Θηβαίῳ , τινὲς
6046224 τπεʹ
μονάδος ἄχρι δεκάδος πολυπλασιάσῃς , συνθήσεις τὸν προειρημένον ἀριθμὸν τὸν τπεʹ : τὰ δὲ τπεʹ τοῦ νεʹ τὸ ἑπταπλάσιον .
, συνθήσεις τὸν προειρημένον ἀριθμὸν τὸν τπεʹ , τὰ δὲ τπεʹ τοῦ νεʹ τὸ ἑπταπλάσιον . ἔτι ἐὰν ψηφίσῃς τὸ
6044585 ἐσλος
: χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς πέλετ ' ἐσλὸς οὐδὲ τίμιος . καὶ τάχα ἂν τὸν Σπαρτιάτην εἴρηκε
: χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς πέλετ ' ἐσλὸς οὐδὲ τίμιος . καὶ τάχα ἂν τὸν Σπαρτιάτην εἴρηκε
6043784 μονομετρον
ἑφθημιμερῆ ζʹ † : . , † : . , μονόμετρον † : . , † : . , ἰαμβικὸν
. τὸ Ϛʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον καταληκτικόν . τὸ ζʹ ἰωνικὸν μονόμετρον καταληκτικὸν δύο συλλαβῶν . τὸ ηʹ δακτυλικὸν τετράμετρον παρὰ
6040860 καταληκτικη
ὑπερκατάληκτος εἰς δισύλλαβον , ὑπερκατάληκτος εἰς συλλαβήν , ἀκατάληκτος , καταληκτικὴ εἰς δισύλλαβον , καταληκτικὴ εἰς συλλαβήν , βραχυκατάληκτος .
ὑπερκατάληκτος εἰς συλλαβήν , ἀκατάληκτος , καταληκτικὴ εἰς δισύλλαβον , καταληκτικὴ εἰς συλλαβήν , βραχυκατάληκτος . Ἐπισημότατον δὲ ἐν αὐτῷ
6032395 σπονδειον
τροχαϊκὴν ἀλλὰ ἰαμβικὴν καὶ μὴ ἐν τῇ αʹ χώρᾳ τὸν σπονδεῖον ἀλλ ' ἐν τῇ βʹ . Τὸ ιϚʹ ἐπιωνικὸν
πυρριχίου : τρέπει δὲ πολλάκις ἐν τῇ πρώτῃ διποδίᾳ τὸν σπονδεῖον εἰς ἴαμβον κατὰ πᾶν μέγεθος μέτρου . πρόεισι δ
6031845 χεζητιῳην
τῆς κλίνης καὶ ἔξω τῶν ἱματίων , ἵνα ἀποπατήσῃς . χεζητιῴην ] ὑπὸ τῶν πληγῶν δηλονότι . αὐτοῦ ] αὐτόθι
λέγοντα . κεκραγόθ ' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι .
6029381 Ἀφροδιταν
οὐρανίαν ἀείδομεν , τὰν ἐρώτων πότνιαν , τὰν παρθένοις γαμήλιον Ἀφροδίταν . πότνια , σοὶ τάδ ' ἐγὼ νυμφεῖ '
κοινὰν τεκέων τύχαν οἴκοισι φυτεύσας δεσποίναι : πρὸς δ ' Ἀφροδίταν ἄλλαν θέμενος χάριν νόθου παιδὸς ἔκυρσεν . κλεινήν ,
6027865 τροχαιος
. , ὁ τροχαῖος τροχαλὸν ποιεῖ τὸν λόγον , διὸ τροχαῖος καλεῖται ὁ τῶν τρεχόντων ῥυθμός , ὥς φησιν Λογγῖνος
ποὺς ἁπλοῦς . τὸ βʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : αʹ τροχαῖος τοῦ αʹ ποδὸς λελυμένου : εἶτα ἰωνικὸς ἀπὸ μείζονος
6024613 λειοστρακον
λεπτόστομον , τὸ δὲ ὄστρεον παχύστομον , μονόθυρον δὲ καὶ λειόστρακον , λέπας δὲ δίθυρον καὶ λειόστρακον , μονοφυὲς δὲ
καὶ λειόστρακον , συμφυὲς δὲ μῦς , μονοφυὲς δὲ καὶ λειόστρακον σωλὴν καὶ βάλανος , κοινὸν δ ' ἐξ ἀμφοῖν
6013570 κισσυβιον
ὀνομάτων οὐ διαφυλάττει . εἰκάσειε δ ' ἄν τις τὸ κισσύβιον τὸ πρῶτον ὑπὸ ποιμένων ἐργασθῆναι ἐκ κισσίνου ξύλου .
κίρκος ἱέραξ : “ κίρκος Ἀπόλλωνος ταχὺς ἄγγελος . ” κισσύβιον ἐκ κισσίνου ξύλου ποτήριον . κιχείω καταλάβω , καὶ
6012239 ἀσυναρτητον
, διότι μὴ πεφυκὸς ἡνώθη . τὸ δὲ ἐν κώλοις ἀσυνάρτητον τοῦτο ἀντιπαθές , ἐναντίοις ποσὶν ἡνωμένον . Τὸ βʹ
καὶ εʹ ὅμοια τῷ αʹ καὶ βʹ : τὸ Ϛʹ ἀσυνάρτητον ἐκ δύο τροχαικῶν πενθημιμερῶν συγκείμενον . ἐπὶ τῷ τέλει
6011973 ἁρπη
μέσα τοῦ Κήτους καὶ ἡ Γοργὼ καὶ τοῦ Περσέως ἡ ἅρπη καὶ τὸ ἥμισυ τοῦ Δελτωτοῦ καὶ τὸ μέσον τοῦ
ζῷον . . . . ἁρπῶ : ἐξ οὗ τοῦ ἅρπη παρηγμένον , τοῦ σημαίνοντος τὸ ὄρνεον , ὡς φωνή
6008035 πατρωνυμικον
ἐν Ὑπομνήματι Βοιωτίας σχόλιον . ἀπὸ τοῦ Ἀζεύς Ἀζείδης τὸ πατρωνυμικὸν καὶ ἐκεῖθεν Ἀζεΐδαο , . , . . .
δηλούμενον , ᾧ λόγῳ καί τινα ἕτερα σχήματα . φαμέν πατρωνυμικὸν καὶ τὸ ἐν χαρακτῆρι πατρωνυμικὸν καί τι ἐν δηλουμένῳ
6007499 στεμμα
καὶ ἐπίκρανον , περίκρανον : περίκρανον δὲ οἱ παλαιοὶ τὸ στέμμα ἐκάλουν , καὶ ποτίκρανον τὸ προσκεφάλαιον οἱ κωμικοί .
, θαλλὸς ἐλαίας πάντας τοὺς καρποὺς ἔχων ἀπηρτημένους , καὶ στέμμα λευκὸν καὶ φοινικοῦν . προτίθεται δὲ ἱκεσία τῷ Ἀπόλλωνι
5998178 ἐτης
] τις ? ? ? οὔτε δῆμος ⋮ οὔτ ' ἔτης ἀνήρ , τοιάνδε ? μοῖραν ⋮ παρὰ [ ]
πόλις ] ? τις ? ? οὔτε δῆμος οὔτ ' ἔτης ? ἀνὴρ τοιάνδε ? μοῖραν παρὰ [ ] ?
5997191 λοιδορος
καὶ τὸ βάλλω , ὁ ταῖς φήμαις βάλλων , ὁ λοίδορος . . . . βλάβη : ἀπὸ τοῦ σκάφη
καὶ τὸ βάλλω , ὁ τὰς φήμας βάλλων , ὁ λοίδορος , . , . . , ; , .
5994836 τριμετρον
καὶ πρέπον ἥρωσιν , ἡ κωμῳδία δὲ συνέσταλται εἰς τὸ τρίμετρον ἡ νέα . Τὰ πολλὰ οὖν κώλοις † τριμέτροις
, ὅ ἐστι Φερεκράτειον παρὰ συλλαβήν . τὸ ζʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικόν . ἡ αʹ συζυγία ἰωνική : ἡ βʹ
5990590 Φθιωτις
Κροκίῳ Θῆβαι εἰσὶν αἱ Φθιώτιδες , καὶ ἡ Ἅλος δὲ Φθιῶτις καλεῖται καὶ Ἀχαϊκή , συνάπτουσα τοῖς Μαλιεῦσιν , ὥσπερ
Θετταλιῶτις τὸ δὲ Πελασγιῶτις . ἔχει δ ' ἡ μὲν Φθιῶτις τὰ νότια τὰ παρὰ τὴν Οἴτην ἀπὸ τοῦ Μαλιακοῦ
5989489 λαρος
ἀναστρέφων ἐσώθη . * λοῖσθον δὲ : ὕστερον δὲ ὡς λάρος κυματοδρομήσας , ὡς κόγχος * τε * περιτριβεὶς παντόθεν
διακινδυνευόντων ταῖς ψυχαῖς καὶ πρὸς τοῦτο καρτερῶς ἀγωνιζομένων ταττομένη . λάρος ἐν νεμέσει : παροιμία ἐπὶ τῶν ταχὺ ἀποδιδόντων .
5987674 σκωμμα
δεινῆς ἀκούεις , Ἡράκλεις , τοῦτ ' ἔστι σοι τὸ σκῶμμα ἀσελγὲς καὶ Μεγαρικὸν καὶ σφόδρα ψυχρόν . † γελᾶς
εὐδαίμονα ποίει τὸν Ἀλέξανδρον στρατιώτην καὶ τὸ καθ ' ἡμῶν σκῶμμα λύειν ὡς τῆς ἀγαθῆς Τύχης φευγούσης τοὺς μετέχοντας λόγων
5984208 ἀκαταληκτον
στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων δέκα . τὸ αʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , ὡς τὸ τίς σὰς παρήειρε φρένας . τὸ
] διὰ τὸ δριμύ . ἰοὺ ἰού ] ἰαμβικὸν μονόμετρον ἀκατάληκτον . ἰοὺ ἰού : ἔκθεσις κορωνίδος ἐκ στίχων ἰαμβικῶν
5983524 ἡδω
δ ' αἰνῶς ἡδὺ ποτὸν πίνων . ἀπὸ οὖν τοῦ ἥδω ἥσω ἥσασθαι , καὶ τροπῇ τοῦ η εἰς α
Ὦρον καὶ Σωκράτην πτωχὸν ἀδολέσχην ἔφη . ἢ παρὰ τὸ ἥδω , τὸ εὐφραίνομαι , οὗ ὁ βʹ ἀόριστος ἄδον
5982386 δαγκανω
ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον , ὅπερ ἀπὸ τοῦ δαγκάνω γέγονε κατὰ συγκοπήν . τὰ δὲ ἔχοντα πρὸ τοῦ
ὡς ἔχει τὸ τήκω : δήκω , ἐξ οὗ τὸ δαγκάνω : ἤκω τὸ παραγίνομαι , ὅπερ ἐν μὲν τοῖς
5981547 ὁλμος
ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος , ὅλμος ἄτολμος . καὶ σκωπτόμενος ὑπὸ τῶν συμμαθητῶν ἠνέσχετο καὶ
. εἶτα ἄροτρον , βωλοκόπος , σφῦρα , σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα ,
5981305 μελαγχρης
: τὸ γοῦν μεθέηκεν Ἰακὸν καὶ παλαιόν . μελάγχρως καὶ μελαγχρής : ἀμφότερα Ἀττικά , μᾶλλον δὲ διὰ τοῦ η
ἐφετίνδα ἡμίλουτοι θεόθυτα θηλάστριαν ἰωνόκυσος καλαμώμενον κύαθος λαυροστάται λεπάσται μάσμα μελαγχρής μεσόκοπον μετεκβολή μηνυτήν μικρολογήσομαι μίξοφρυν μναρόν οἰνωμένοι ὅμαιμος παναγάθη
5980957 ἀτος
βραγχιᾶν : τὸ πάθος , καὶ τὸ τόσον ἔβραχεν Ἄρης ἆτος πολέμοιο . ἀφ ' οὗ βαρεῖαν ἰαχήν , τουτέστι
μὴ κεκορεσμένος : καί νύ κεν ἔνθ ' ἀπόλοιτο Ἄρης ἆτος πολέμοιο . ἔστι δὲ τοιοῦτον περὶ τοῦ Ὤτου καὶ
5976871 λυχνειον
Ὄνειον κόνειον γένειον δάνειον . τὸ δὲ κοινεῖον προπερισπᾶται καὶ λυχνεῖον καὶ πορνεῖον οὐ μόνον ἔχοντα τὸ Ν . Τὰ
δασύπους , γλυκεῖα δ ' ἡ μίμαρκυς . Ἅψαντες λύχνον λυχνεῖον ἐζητοῦμεν . Ὦ τοιχωρύχον ἐκεῖνο καὶ τῶν δυναμένων ,
5976263 βακκαριδος
' ὁ μιαρὸς φάσκωλος εὐθὺς λυόμενός μοι τοῦ μύρου καὶ βακκάριδος . ξυρόν , κάτοπτρον , ψαλίδα , κηρωτήν ,
παρὰ Ἀνακρέοντι λυδοπαθὴς ἀκούουσιν ἀντὶ τοῦ ἡδυπαθής . μνημονεύει τῆς βακκάριδος καὶ Σοφοκλῆς . Μάγνης δ ' ἐν Λυδοῖς :
5975628 ἐφυμνιον
ἐπικρίνῃ σοφός . ἐπειδὰν δὲ δόξωσιν εἶναι προσηνεῖς , τὸ ἐφύμνιον | ᾄσεται Μωυσῆς λέγων : „ ὠσφράνθη κύριος ὀσμὴν
ὀρθά . . . † τὰ δύο ταῦτα κῶλα καλεῖται ἐφύμνιον ἢ μεσύμνιον . ὀρθά . . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ
5973685 σινηπυ
καὶ Φερεκράτης Κραπατάλλοις : τακεροὺς ποιῆσαι τοὺς ἐρεβίνθους αὐτόθι . σίνηπυ δ ' ὠνόμασε Νίκανδρος ὁ Κολοφώνιος ἐν μὲν Θηριακοῖς
αὐτῆς φωλεὰ πίνης . κάρδαμ ' ἀνάρρινόν τε μελάμφυλλόν τε σίνηπυ . λείη μὲν κράμβη , ὁτὲ δ ' ἀγριὰς

Back