] σκληρὸς δυνάστης . τῇδε γὰρ θνητῇ ] ταύτῃ τῇ Ἰοῖ . θεός ] ὤν . . ἐπέρριψε ] ἐπέζευξεν
. . . τινὲς δὲ ἀπὸ τῆς γενομένης πλάνης τῆι Ἰοῖ . . . : τὸ Ἰόνιον πέλαγος τὸ περὶ
8087261 Σεμελῃ
γὰρ ὁ θεός . καὶ ὁ Ζεὺς διὰ πυρὸς τῇ Σεμέλῃ συνῆλθεν . οὐ γὰρ ἀργῶς τοῦτο παρέλαβεν ὁ ποιητής
ὁ οὖν Ζεὺς θᾶττον τὸ ἔμβρυον ὃ ἦν ἐν τῇ Σεμέλῃ λαβών , ἔβαλεν εἰς τὸν μηρὸν καὶ ἔρραψεν ἕως
7927173 δικελλῃ
ἐστάλη εἰς τὸν ἀγρὸν τὸν ἀμπελῶνα ἐργάσασθαι , ἀνεσπακὼς δὲ δικέλλῃ προρρίζους τὰς ἀμπέλους ἁπάσας νωτοφορήσας τε αὐτὰς εἰς τὸ
Καὶ μὴν ἐλεγεῖά γε ᾄσῃ μάλα περιπαθῶς ὑπὸ ταύτῃ τῇ δικέλλῃ . Τί τοῦτο ; παίεις , ὦ Τίμων ;
7866407 κορῃ
ἡ δὲ φθάνει προαισθομένη καὶ προσπίπτει πρὸς τὸ στῆθος τῇ κόρῃ : πρὸς τὰ γόνατα γὰρ καταβαίνειν βιαζομένην ἡ παρθένος
χθόνα , τουτέστιν εἰς τὴν Μαιναλίαν χθόνα . Μαινάλου δὲ κόρῃ τῇ ἀπὸ Μαινάλου ὄρους Ἀρκαδίας . ὡς φιλοκύνηγος δὲ
7799076 τροφῳ
] ἀρήγειν ἀπὸ κοινοῦ . γῇ τε μητρὶ , φιλτάτῃ τροφῷ ] βροτῶν : τουτέστι τῇ μητρὶ τῇ φιλτάτῃ τῶν
ἐμὰς μόρον τ ' ἐμὸν γέροντι πατρὶ τῇ τε δυστήνῳ τροφῷ . Ἦ που τάλαινα , τήνδ ' ὅταν κλύῃ
7753946 παιδισκῃ
παιδίσκην ἣν ἔχει . δοῦναι δὲ καὶ Θαλῇ πρὸς τῇ παιδίσκῃ ἣν ἔχει , τῇ ὠνηθείσῃ , χιλίας δραχμὰς καὶ
. ἐπεὶ γὰρ ἔγνω τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα προσκείμενον τῇ Ἰωνικῇ παιδίσκῃ τῇ τὰς σφαίρας ἀναρριπτούσῃ καὶ τὰς λαμπάδας περιδινούσῃ ,
7719641 Κασανδρᾳ
ὑπογραφεύς , ὃς παρὰ τοῦ Πριάμου ἐπιταγεὶς ἤκουε τῶν τῇ Κασάνδρᾳ λεγομένων : θυγάτηρ γὰρ Πριάμου ἡ Κασάνδρα . μαντευομένην
μονωδῶς καὶ μονοπροσώπως τῷ Πριάμῳ κατὰ λεπτὸν τὸ λαληθὲν τῇ Κασάνδρᾳ * πᾶν * ἀφηγεῖται λέγων αὐτῷ : λέξω σοι
7712938 λεγουσῃ
τῶν τοιούτων θετέον ὡς ἐναντίαν τῇ τὸ ἀγαθὸν ἀγαθὸν εἶναι λεγούσῃ : ἐναντία γάρ ἐστι τῇ τοιαύτῃ ἡ ἀπόφασις αὐτῆς
. μήποτε δὲ καὶ ὡς ἀδύνατον τοῦτό φησιν ἑπόμενον τῇ λεγούσῃ ὑποθέσει καὶ ἐκ τοῦ πρότερον γεγονότος , ἤγουν τοῦ
7703617 Ἀμυμωνῃ
γυναιξὶν ἀπειλῶν ἀπο - καταστήσειν τε ἐν Λέρνῃ καὶ τῇ Ἀμυμώνῃ τῇ γενομένῃ ἐκ τῆς τοῦ Ποσειδῶνος τριαίνης ἐπαγγελλόμενος αὐτὰς
οὖν Τριαίνᾳ ἐπεξηγήσατο διὰ τοῦ Ποσειδωνίοις Ἀμυμωνίοις : ἄλλως : Ἀμυμώνῃ τῇ ἡρωίνῃ μέλλων Ποσειδῶν συγγίνεσθαι ὀρθὴν ἔπηξε τὴν τρίαιναν
7664701 Θετιδι
Τρωΐλῳ : ἔγημεν ὡς ἔγημεν ἀφθόγγους γάμους , τῇ παντομόρφῳ Θέτιδι συμπλακείς ποτε . καὶ ἐν Ἀχιλλέως ἐρασταῖς : τίς
καὶ ἄνευ βλάβης , μίμησαι τὸν Δία τὸν διδόντα τῇ Θέτιδι τὴν χάριν . καίτοι τὴν μὲν χάριν ἐκείνην ἤδη
7631201 Εὐᾳ
ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ . εἶπεν δὲ Ἀδὰμ τῇ Εὔᾳ : ἀναστάντες πορευθῶμεν καὶ ἴδωμεν τί ἐστιν τὸ γεγονὸς
ἐν καμάτοις τυγχάνεις καὶ πόνοις . εἶπεν δὲ Ἀδὰμ τῇ Εὔᾳ : ἀνάστα καὶ πορεύου μετὰ τοῦ υἱοῦ ἡμῶν Σὴθ
7605542 δηξει
μὲν ἐπιτεταμένη γίνεται ἡ ὀδύνη , τῇ ἀνίᾳ καὶ τῇ δήξει τῇ ἀπὸ τοῦ πύου , ἰχώρων τινῶν δριμέων καὶ
οἱ οἴνῳ χρώμενοι τὰ ἀπὸ καρδίας λαλοῦσιν . Ἐν ψύλλας δήξει θεὸν ἐπικαλεῖται : ὅτι οὐ δεῖ ἐπ ' ἐλαχίστων
7602096 δεσποινῃ
ὁ τὸ σεμνὸν ἱμάτιον περι - θέμενος μέλλων ἐπιχειρεῖν τῇ δεσποίνῃ ; ὅταν οὖν οἱ τοιοῦτοι πλησιάζειν ἐπιχειρῶσι φιλοσοφίᾳ ,
καὶ ἐπιτάγματα ἐπιτάττει , οἷς ἐξ ἀνάγκης ὑπηρετοῦμεν ὡς οἰκέται δεσποίνῃ : ἀπόλειψίν τε ὅταν ἐθέλῃ πρὸς τὸν ἄρχοντα χρηματίσασα
7588808 ἀθλιᾳ
. . εἰπέ μοι τᾷ μογερᾷ ] εἰπέ μοι τῇ ἀθλίᾳ , τίς ὢν σὺ οὕτως ἀληθῶς προσφωνεῖς καὶ ὀνομάζεις
: οἲ ' γώ : φεῦ μοι καὶ πάλιν τῇ ἀθλίᾳ : γράφεται ὡς ἰδοῦσά ς ' ὄμμασιν : γράφεται
7544165 καρδιῃ
θώρηκι , ἔϲτ ' ἂν ἀπὸ τοῦ διαφράγματοϲ ἐμφύῃ τῇ καρδίῃ : ἢν ὦν τι μεγάλων κακῶν ἴϲχῃ τήνδε τὴν
οὐκ ἔχον τεύχεα , συντυγχάνει τοῖσι κυρίοις τοῦ σώματος , καρδίῃ , πνεύμονι , καὶ ἀποπνίγονται . Ἐγὼ τὰ μέχρι
7543037 ἀγγελιᾳ
Πλαταιαῖς Ἑλλήνων τοὺς Πέρσας νενικηκότων . οἱ δὲ Ἴωνες τῇ ἀγγελίᾳ θαρρήσαντες θαρσαλεώτερον ἐπέθεντο τοῖς Ἕλλησι καὶ τῆς μάχης ἐκράτησαν
. ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως : τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει .
7529923 Δαναῃ
, ὅπως τοῦ Περσέως ὑπὸ γοργόνων ἀναιρεθέντος αὐτὸς ἀδεῶς τῇ Δανάῃ συγγίνοιτο . ταῦτα δὲ λῆρος : Πολυδέκτης γὰρ γʹ
τὸ τεχθέν . ὧν δέ γ ' ἐστάλην , μύθους Δανάῃ τούσδ ' εὐπροσηγόρους ἄγων ἐκ Διός , ἀφίξομαι τάχιστα
7518482 δωρεᾳ
: καὶ φησίν : Ὠ ΜΟΥΣΑΙ , αἱ δοξάζουσαι τῇ δωρεᾷ τῶν ὑμετέρων ᾠδῶν οὓς ἂν ἐθέλητε δηλονότι , αἱ
ἐκείνους , ὦ Ζεῦ , πέμπε με τοὺς ἡσθησομένους τῇ δωρεᾷ , τοὺς περιέψοντας , οἷς τίμιος ἐγὼ καὶ περιπόθητος
7516808 γεγραμμενῃ
μετὰ σκληρίας φλεγμονὰς καὶ τῇ ἐν τῷ πρὸ τούτου λόγῳ γεγραμμένῃ ἐν τοῖς διαφορητικοῖς καὶ τοῖς ἐπισπαστικοῖς ἐπιγραφομένῃ διονυσιὰς ,
ὁ Φυλακίδας . λανθάνει δὲ αὐτούς : ἐν γὰρ τῇ γεγραμμένῃ Μίδᾳ ᾠδῇ ὡς οἰκείῳ αὐτῷ ἱστορεῖ , ὅτι καὶ
7503326 διαμαρτυριᾳ
. Ἀδηφάγους τριήρεις : Λυσίας λέγει ἐν τῇ ὑπὲρ Εὐκρίτου διαμαρτυρίᾳ , εἰ γνήσιος ὁ λόγος , καὶ Ἀδηφάγον Πεντηκόντορον
εἶναι ; εἰκότως δ ' οὐ προσέγραψαν τὴν ποίησιν τῇ διαμαρτυρίᾳ . ἔδει γὰρ ἐγγράψαι αὐτοὺς εἰσποιησαμένου τοῦ δεῖνος :
7492219 προτεραιᾳ
μοι εἴργεσθαι τῶν νομίμων ὑπὸ τούτων οὓς ἑώρων μοι τῇ προτεραίᾳ συνόντας καὶ διαλεγομένους . Σκέψασθε δὲ καί μοι μνήσθητε
γνωρίμων ὡς ἐγένετο κατὰ τὸ παιδισκεῖον , εἰς ὃ τῇ προτεραίᾳ παρεληλυθὼς ὤφειλε χαλκοῦς , ἔχων τότε κατὰ τύχην ἐκτείνας
7450982 γραϊ
φροντιζόντων αὐτῶν : ὡς ὁ ἐν Ἀριστοφάνει νεὸς μεμήνυκε τῇ γραΐ : ἤτοι πάλαι ποτέ μοι ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες διὰ
: ὄνου γὰρ τὰ σῦκα αὐτῷ φαγόντος , εἰπόντα τῇ γραΐ , ” δίδου νυν ἄκρατον ἐπιρροφῆσαι τῷ ὄνῳ ,
7441816 πεφιλημενον
. ἢ , ἐξύφαινε τῇ οἰνώνῃ καὶ τῇ κύπρῳ μέλος πεφιλημένον καὶ ἀγαπητὸν πᾶσι : κοινῶς γάρ φαμεν τόδε .
. τολμήεις γενόμην : πόθεν ἤλυθον εὐκλέα μορφῆς ὑμνεῦσαι Ἄδονιν πεφιλημένον ἠδ ' Ὑάκινθον ; ἀγλαίην ἐνίκησας ἐρωτοτόκου μελεδῶνος .
7439105 προτερῃ
ἐμέτοισιν ἀντισπαστέον , καὶ τῇ πάλῃ πλείονι χρηστέον πρὸς τῇ προτέρῃ διαίτῃ . Γῆ δὲ τραχείη οὐ καθαρὴν τὴν σάρκα
ἄρ ' ἐν εἰαρινοῖσι φαεινομένη φορέηται Ἰχθύσιν , ἠοῖ μὲν προτέρῃ κίνδυνον ἰάψει δρήστῃ ἀταρτηρῷ , τάχα δ ' ἂν
7385295 τεθνεωσῃ
καὶ ταύτην ἐπίσταμαι γραῦν γυναῖκα : καὶ ἐπ ' αὐτῇ τεθνεώσῃ τὸν ἐπὶ τῷ τάφῳ λέγεσθαι νομιζόμενον ἔπαινον ἐπεδειξάμην ἡρωικοῖς
. σὺ δὲ μαρτυροῦσαν παραγράφῃ τὴν πόλιν καὶ γίνῃ τῇ τεθνεώσῃ τοῦ τυράννου βαρύτερος . ἐκεῖνος αὐτῇ πολλὴν ἐμαρτύρησεν εὐκοσμίαν
7352908 Ἑκαβῃ
εὑρίσκει τὸ σῶμα τοῦ Πολυδώρου καὶ ἔρχεται δεικνύουσα αὐτὸ τῇ Ἑκάβῃ : οὐδεὶς τὸν στέφανον αὐτῆς ἀφαιρήσει νικήσας αὐτὴν εἰς
τὸν Ἀγαμέμνονα , ἀλλ ' ἡ ἀνάγκη τὸ νενομισμένον τῇ Ἑκάβῃ μετήλλαξεν : καὶ ἄλλως : ἐναντίως εἶπεν . ἔδει
7333091 Τυχῃ
καὶ ἴσως ἐξ οὐρανοῦ . χρὴ γὰρ οἴεσθαι καὶ τῇ Τύχῃ κεῖσθαι ἐν οὐρανῷ θρόνον , εἰ καὶ μὴ ἐν
τῇ πόλει ὑπεράνω τοῦ ποταμοῦ , εὐθέως ποιήσας αὐτῇ τῇ Τύχῃ θυσίαν . Καὶ ἀπελθὼν κατέστρεψε τὴν Ἀντιγονίαν πόλιν πᾶσαν
7329734 ἑταιρικῃ
φιλία : συμβαίνει γὰρ αὐτῇ πάντα , ἃ καὶ τῇ ἑταιρικῇ καὶ μᾶλλον αὐτῇ ἢ ἐκείνῃ : καὶ διὰ τοῦτο
καὶ δίκαιον ἀριστοκρατικόν , ἡ δὲ τῶν ἀδελφῶν φιλία τῇ ἑταιρικῇ ἔοικεν . ] ἑταιρικὴ δέ ἐστιν ἡ τῶν ἴσων
7329120 νυμφῃ
, ἢ τοὺς ἀλκυόνων παῖδας ἔτ ' ἀπτερύγους , τῇ νύμφῃ ἀθύρματα . δάκρυ δ ' ἐκείνου καὶ Σειρὴν γείτων
γὰρ αὖτε τά τ ' ἄλλα περ ἄγγελός ἐσσι : νύμφῃ ἐϋπλοκάμῳ εἰπεῖν νημερτέα βουλήν , νόστον Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ,
7328733 Λητοι
ἂν αὐτὸς ὁ ξυλληφθησόμενος εἶναι . Καλὰ μέν , ὦ Λητοῖ , καὶ τὰ τέκνα ἔτεκες τῷ Διί . Οὐ
θυσίᾳ τῶν Θεοξενίων , ὃς ἂν κομίσῃ γηθυλλίδα μεγίστην τῇ Λητοῖ , λαμβάνειν μοῖραν ἀπὸ τῆς τραπέζης . ἑώρακα δὲ
7326994 ὑδρᾳ
γὰρ κοπτομένης κεφαλῆς δύο ἀνεφύοντο . ἐπεβοήθει δὲ καρκίνος τῇ ὕδρᾳ ὑπερμεγέθης , δάκνων τὸν πόδα . διὸ τοῦτον ἀποκτείνας
δύο ἀνεφύοντο . καὶ ὁ καρκίνος δὲ ἦλθε βοηθῶν τῇ ὕδρᾳ : καὶ τότε δὴ ὁ Ἰόλαος ἀμύνει τῷ Ἡρακλεῖ
7296998 παρακελευσει
ἐφ ' ἑτέροις ἀκμῆτας ἐπῆγε σὺν κλίμαξι καὶ βοῇ καὶ παρακελεύσει , προτρέπων ἅμα καὶ ἀπειλῶν καὶ παρακαλῶν , ὡς
ἡ βαρεῖα τάσις . Ὀρφῆος ἀνωγῇ : τῇ τοῦ Ὀρφέως παρακελεύσει , ὡς αὐτοῦ τῆς ὀρχήσεως προκαταρχομένου . βηταρμὸν δὲ
7295664 μηνιδι
πρῶτον μὲν περὶ τὴν Οἴτην διατρίβων ἦλθεν εἰς Αἰτωλίαν Ἀρτέμιδος μήνιδι , ὅτι οὐκ ' ἔθυσεν αὐτῇ ὁ Οἰνεὺς .
. ἄξια δῶρα δίδωσι μεταλλήξαντι χόλοιο : ὅτι ἀντιφράζει τῇ μήνιδι τὸν χόλον . . . . εἰ δὲ σὺ
7284627 οἰκησει
μηχανικόν , οὗτος ὁ ἱπποτέκτων Ἐπειὸς τὴν Λαγγαρίαν πόλιν Ἰταλικὴν οἰκήσει πλησίον τοῦ Κυλιστάνου ποταμοῦ . τὰ δ ' ἐργαλεῖα
, οὐ σοφιστής : καὶ ὡς ὀλίγοις ἀρκούμενος , οἷον οἰκήσει , στρωμνῇ , ἐσθῆτι , τροφῇ , ὑπηρεσίᾳ :
7279082 βοηθειᾳ
τῷ Περτίνακι τὴν ἔφοδον συνεβούλευον φυγεῖν τῇ τε τοῦ δήμου βοηθείᾳ ἑαυτὸν ἐπιδοῦναι , ὃ δὲ [ καὶ ] τοῖς
ἀρχηγετῶν τοῦ Ὀρχομενίων γένους . * ἔφοροι . * σὺν βοηθείᾳ , συνεργίᾳ ὑμῶν : * * μετὰ τῆς ὑμῶν
7275483 κραϲει
ἐν ψωρώδει κύϲτει . ἐπεὶ δὲ καὶ ὑγρόν ἐϲτι τῇ κράϲει τὸ μετρίωϲ γλυκύ , κατὰ λόγον ἄδιψόν ἐϲτι .
διὰ ταῦτα ξηραίνειν μὲν θέλων τὸ ϲῶμα τῶν ξηροτέρων τῇ κράϲει ζῴων δώϲειϲ τὴν ϲάρκα , θερμαίνειν δὲ βουλόμενοϲ τῶν
7271249 ἀπαγγελλεις
. Λιμόξηρος παιδοτρίβης ἰδὼν ἄρτον κρεμάμενον εἶπε : Καταβαίνεις ; ἀπαγγέλλεις ; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε . Λιμόξηρος παιδαγωγὸς
μῆτερ , καινὴν , ἑτέραν , συμφορὰν ἐμοὶ τῇ φίλῃ ἀπαγγέλλεις . τὸ γὰρ φίλοις ἀντὶ τοῦ φίλῃ . ἢ
7257876 ᾠδῃ
ἰσχὺν μήτε πρὸς ὠκύτητα εὖ πεφυκότι , κιθάρᾳ δὲ καὶ ᾠδῇ ῥᾳδίως κρατήσειν ἐπείσθη ὑπὸ καταράτων ἀνθρώπων οὓς εἶχε περὶ
ἐκτροπὰς ἔχων . ἵν ' οὖν ἔχῃ μῆκος περιποιῆσαι τῇ ᾠδῇ , ἐπὶ τὴν κοινότητα τῶν ἐπαίνων τῆς πατρίδος αὐτοῦ
7250748 φλυαριᾳ
. ⌈ παρανοήσαντος . [ παρανομήσαντος . ] ἀδολεσχίᾳ ] φλυαρίᾳ τῇ τοῦ Σωκράτους . γραφὴν ] κατηγορίαν . διωκάθω
πέπονθας ” “ πέπορδας ” εἶπεν ἀκολούθως τῇ πρὸ τούτου φλυαρίᾳ καὶ τοῖς μετὰ ταῦτα πάλιν ληρήμασιν . . ἀπέραντον
7250248 πυρᾳ
δηλαδὴ πνέοντος , ἐκ τούτων λαβὼν τῶν ἰχθύων ἐπίθες τῇ πυρᾷ , τόν τε ἰχῶρα καὶ ἄρνεια κρέα λεπτὰ μίξας
καὶ σήπει καὶ πίμπρασθαι ποιεῖ , καὶ βοῶσιν ὥσπερ ἐν πυρᾷ κείμενοι . τὸ δὲ μάλιστα κατα - πονοῦν καὶ
7249304 παιδευσει
γένοιτο γὰρ ἄν τις καὶ ἐξ ἀρχῆς ἀμείνων καὶ τῇ παιδεύσει τῇ παρὰ τῆς κρείττονος . Τὴν δὲ δεῖ ἀσμένως
τὸ τοιοῦτον ἐγκώμιον , ὅτι προστήσεται τυχὸν καὶ λόγων καὶ παιδεύσει νέους : ἐὰν γὰρ τῶν μὴ προσόντων αὐτῷ μνησθῇς
7233251 Δηιανειρᾳ
ἐστι περὶ τὸν μῦθον τὸ ἐπιχειρεῖν τὸν Κένταυρον συγγενέσθαι τῇ Δηιανείρᾳ . Οὐ γὰρ ἐπεχείρησεν ; Οὔ . ἢ σοὶ
γραφῇ , κατηφῆ [ δὲ ] ἐπὶ τῇ παιδὶ [ Δηιανείρᾳ ] ἀθύμως τὸν μνηστῆρα ὁρώσῃ . γέγραπται γὰρ οὐκ
7232895 πηγῃ
Περσεῖ : ζητῶν δὲ τὴν λαβὴν τοῦ ξίφους περιέτυχε τῇ πηγῇ τεκμήρατο ] κατεσκεύασε τεκμήρατο ] ἐτελείωσεν , ἐσημείωσεν ἐνθρύψειας
ἑσπέρας ἔλαμπεν . ὁ δὲ νοῦς παρὰ δὲ τῇ Κασταλίᾳ πηγῇ τῇ τῶν χορευτῶν χάριτι ἐπὶ τῇ νίκῃ μέχρις ἑσπέρας
7231570 ἀποβασει
τῷ κατηγορουμένῳ , τὸ δὲ ὑπόγειον τῇ κρίσει καὶ τῇ ἀποβάσει τοῦ πράγματος . καὶ ἐὰν μὲν ὡροσκοπῇ τροπικὸν ζῴδιον
ἄλλων δόξης ἐρασθείς , δι ' ἣν πρῶτος ἐν τῇ ἀποβάσει ἀπέθανες . Οὐκοῦν καὶ ὑπὲρ ἐμαυτοῦ σοι , ὦ
7225391 φημῃ
ὑπέπιπτε τοῖς Μακεδόσι , στρατηγεῖν δ ' ἔγνωστο ὥστε τῇ φήμῃ γε κἀκείνων δόξαι τῶν μερῶν κρατεῖν τὸν Ἀλέξανδρον ,
δεχομένῳ τὰ κύματα ἐφιλοκαλοῦμεν τοὺς ἵππους , κλαίοντες ἐπὶ τῇ φήμῃ τῆς ἐξορίας τοῦ Ἱππολύτου : ψήκτραισιν ἵππων : ἀπὸ
7221848 ὑπεβαλεν
Κρόνου καταβρωθῆναι τοῦ ἰδίου πατρός . Ἡ δὲ αἰγὶ αὐτὸν ὑπέβαλεν . Ὁ τοίνυν Ζεὺς μετὰ τὸ κατάξαι τῶν οὐρανῶν
. βέλτιον δὲ τὸ πρῶτον . ὑπερώησαν ὑπεχώρησαν . ὑπέχευε ὑπέβαλεν . ὑπερδέα ὑπερδεόντως ἐνδεῆ , οἷον ἐλάσσονα κατὰ δύναμιν
7221802 διατριβῃ
ἀλόγου μερίδος προσῆψε : προνοῶν δὲ μὴ τῇ δεῦρο πολλῇ διατριβῇ τῶν μὲν ἐκεῖθι καλῶν τελέως ἐπιλάθοιτο , τῇ δὲ
περιωπὴν ἀνελεύσομαι , πρὶν ἢ τῇ πολλῇ περὶ τὰ ἔξω διατριβῇ ἀναγκασθῶ κατελθεῖν ἐμαυτοῦ ἀπὸ νοῦ εἰς λογισμοὺς καὶ τὸ
7220135 εὐνοουσῃ
δοθῆναι τὰ μέρη ; “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” τῇ εὐνοούσῃ . “ καὶ ὁ Αἴσωπος : ” μὴ οὖν
εἰπεῖν μοι ἀπόφερε τῇ γυναικί μου , καὶ μὴ τῇ εὐνοούσῃ : οὐ γὰρ αὕτη σοι εὐνοεῖ , ἀλλ '
7200509 Μηδειᾳ
' ἧς ποιῆσαι τὰ μέλη καὶ τὴν διάθεσιν Εὐριπίδην ἐν Μηδείᾳ καὶ Σοφοκλέα τὸν Οἰδίπουν . Ἐρατοσθένης φησὶν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
τῇ γενικῇ . Ἄλλως τε δὲ διὰ τοῦτο ἐν τῇ Μηδείᾳ δοτικῇ μακρόν ἐστι τὸ α , ἐπειδὴ τὸ ι
7191376 μονοπροσωπως
ἐντολὰς τοῦ ὑψίστου ἐξεζήτησα , κατὰ πᾶσαν ἰσχύν μου πορευόμενος μονοπροσώπως εἰς τὸ ἀγαθόν . Προσέχετε οὖν , τέκνα ,
οἱ μονοπροσώπως γεγραφότες ἐπιταφίους ὠδάς , καταχρηστικῶς δὲ καὶ οἱ μονοπροσώπως ὅλην * τὴν * ὑπόθεσιν ἀφηγούμενοι , ὥςπερ νῦν
7185281 εἰσοδῳ
νουπαχράτων , ὧν ἡ ἀρχὴ λαμβάνεται ἐν τῇ τοῦ ἔτους εἰσόδῳ . λαμβάνεται δὲ ἀπὸ τῶν τριῶν , ἤγουν ἀπὸ
βοήν τινα ἐμὴν ἐπὶ τῇ ' κείνου πρὸς τὸν Ἑρμογένην εἰσόδῳ . τὸν δὲ ἐμὸν οἶσθα σὺ περὶ ταῦτα τρόπον
7179422 συντυχιᾳ
ἀπειρίας κόζμων , ὡς ἠξίωσας # , ἀπέστειλά σοι . συντυχίᾳ δὲ τοῦ πράγματος # ἀγαθῇ κέχρησαι : πρὶν ἢ
τοιγαροῦν Ἀριστάρχου ζηλωτοῦ τῆς ἐμῆς πολιτείας ὑπάρξαντος , καὶ τῇ συντυχίᾳ τὴν ἐπιθυμίαν ἐκτείναντος , ἐπετήρουν τὸ μειράκιον ἅπαντες ,
7175054 νευσει
τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν αἱ τέχναι : τὴν γὰρ Εἱμαρμένην
' ὁρίζει τᾷ ποτὶ τὸ μέσον καὶ ἀπὸ τῶ μέσω νεύσει . κάτω δὲ καὶ μέσον ταὐτόν φαντι : τὸ
7171478 νουμηνιᾳ
κατὰ τὴν ἄλλην Ἑλλάδα . Τοῦ δ ' αὐτοῦ θέρους νουμηνίᾳ κατὰ σελήνην , ὥσπερ καὶ μόνον δοκεῖ εἶναι γίγνεσθαι
πληροῦσθαι καὶ τέλος λαμβάνειν τὰς ἀποφάσεις τῶν δικαστῶν . τῇ νουμηνίᾳ ] κατὰ τὴν πρώτην τοῦ μηνός , τῇ ἀρχῇ
7151237 Ἀλκμηνῃ
χωρὶς συνουσίας . Ὅρκον γὰρ ἐποίησε μὴ πρότερον συγγενέσθαι τῇ Ἀλκμήνῃ , πρὶν ἐκδικῆσαι τὸν φόνον τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς ,
. Φασὶν ὅτι ὅτε ἦν ἐννεαμηνιαῖος ὁ Ἡρακλῆς ἐν τῇ Ἀλκμήνῃ , ἔτυχε τὸν Εὐρυσθέα ἑπταμηνιαῖον εἶναι ἐν τῇ Ἀρχίππῃ
7149313 τραπεζῃ
νῦν καταβοῶσιν ὡς τρὶς πλεύσαντος εἰς Σικελίαν ἐπὶ χρήμασι καὶ τραπέζῃ ; Κηφισιδώρους δὲ καὶ Εὐβουλίδας καὶ Τιμαίους καὶ Δικαιάρχους
μέλλοντι ἐς μάχην καὶ ὡπλισμένῳ τῶν ἱερείων τὰ σπλάγχνα ἐπὶ τραπέζῃ προκεῖσθαι , τὴν δέ οἱ θυγατέρα ἐπιφανῆναι μέλαιναν ἐσθῆτα
7139686 ῥητορειᾳ
τοσοῦτον θρόνον μείζω πεποιηκότα προνοίᾳ τε τῇ τῶν ἀρχομένων καὶ ῥητορείᾳ καὶ ἀνδρείᾳ καὶ φιλανθρωπίᾳ , ὧν αὐτῷ χάριτας ὀφείλειν
, ὁ δέ γε Φαῖδρος ἀτελὴς ὢν καὶ ἔτι τῇ ῥητορείᾳ προσέχων τῇ ταῖς τῶν μερικῶν πραγμάτων ὕλαις χρωμένῃ τὸ
7128828 βασιλιδι
βιωφελεστάτης ἀνδρείας καταλιπών . τὸν αὐτὸν μὲν τρόπον κἂν τῇ βασιλίδι τῶν ἀρετῶν , εὐσεβείᾳ , προσθῇ τις ὁτιοῦν μικρὸν
μὲν οὗτοι : ἡ δὲ τοῦ κουροπαλάτου μήτηρ ἐν τῇ βασιλίδι τῶν πόλεων διατρίβουσα , ἐπεὶ περὶ τῆς νόσου τοῦ
7127984 ἀγαπῃ
καὶ τὴν μισαδελφίαν , καὶ προσκολλᾶσθε τῇ ἀγαθότητι καὶ τῇ ἀγάπῃ . Ὁ ἔχων διάνοιαν καθαρὰν ἐν ἀγάπῃ οὐχ ὁρᾷ
: βοηθὸν διαδοχήν . Ἀμοιβαίῃ φιλότητι : τῇ ἐκ διαδοχῆς ἀγάπῃ , τῇ ἐκ διαδοχῆς φιλίᾳ , ἀμοιβὴν ἔχοντες τῶν
7126298 Καδμειᾳ
ἐλθεῖν μᾶλλόν τι ἢ διὰ κινδύνου ἤθελε διέτριβε πρὸς τῇ Καδμείᾳ κατεστρατοπεδευκώς . ἔνθα δὴ τῶν Θηβαίων οἱ μὲν τὰ
τὴν Ἑλλάδα παῦσαι ταραχάς . Θηβαίων δὲ τὴν ἐν τῇ Καδμείᾳ φρουρὰν ἐκβάλλειν φιλοτιμουμένων καὶ πολιορκούντων τὴν ἄκραν ἧκεν ὁ
7122362 Κορωνιδι
Ἀπόλλων : οὐκέτι ὑπομενῶ τὸ ἐμὸν σπέρμα ἰδεῖν συναπολλύμενον τῇ Κορωνίδι . βάματι δ ' ἐν πρώτῳ : ἐὰν μὲν
αὐτόν φησι τὸν Ἀπόλλωνα παρὰ τοῦ νοῦ πυθόμενον ἐπιπέμψαι τῇ Κορωνίδι τὴν Ἄρτεμιν . Τὸν δὲ περὶ τὸν κόρακα μῦθόν
7120994 ῥηθεισῃ
, τὴν χειρουργίαν παραιτητέον , χρηστέον δὲ τῇ πρὸ βραχέος ῥηθείσῃ ἀγωγῇ . Εἰ δὲ σύρρηξις μεταξὺ τῶν ἐντέρων καὶ
καὶ περὶ μὲν τούτων μὴ ἀγνοήσειν ὑπολαμβάνομεν τοὺς χρωμένους τῇ ῥηθείσῃ συμβουλίᾳ : περὶ δὲ τῶν ἐξ ἀρχῆς ῥητέον .
7120477 παραγραφῃ
τούτοις κρίνεσθαι : διαφέρει δὲ , ὅτι ἐν μὲν τῇ παραγραφῇ αὐτὸ τὸ ῥητὸν τὸ τὴν παραγραφὴν ποιοῦν περὶ αὐτὸ
ὑπολαμβάνει , παρελήλυθα , ἀλλὰ θανάτου δεόμενος . Ἐν πάσῃ παραγραφῇ ἐκ μὲν τοῦ παραγραφομένου ἁρμόσει σοι ἡ τοῦ ἀντιπίπτοντος
7119260 παρεκοπτου
εἰς λόγον ἔλθῃ , γνώσεται οἵων ἀγαθῶν αὐτὸν τῇ μισθοφορᾷ παρεκόπτου : εἶθ ' ἥξει σοι δριμὺς ἄγροικος κατά σου
εἰς λόγον ἔλθῃ ] προσομιλήσῃ τοῖς στεμφύλοις ἢ πλησιάσῃ . παρεκόπτου : παρῄρου , ἐλυμαίνου . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν παρακοπτομένων
7106612 θηριακῃ
ἐπικρατοῦσαν : ἐπὶ γὰρ τούτων οὐδὲν ἄτοπόν ἐστι καὶ τῇ θηριακῇ κεχρῆσθαι προφυλακῆς χάριν καὶ ἔξωθεν τοῖς ἀμύσσειν καὶ ξηραίνειν
γεωργικοῖς αὐτοῦ πρώϊμον καὶ θηριακὸν λέγει γενέσθαι σῦκον , τῇ θηριακῇ ἀντιδότῳ τοῦ καρποῦ χριομένου . Εἰ δὲ θέλεις πρὸ
7105590 Κλειοι
ἀλκὰς Ἀχαιῶν . Ὡσεὶ κυβερνήτας σοφός , ὑμνοάνασς ' εὔθυνε Κλειοῖ νῦν φρένας ἁμετέρας , εἰ δή ποτε καὶ πάρος
ὄρνιθος λαβὼν τὴν εὐκαιρίαν . διαβαδίζουσα γὰρ ἔτυχεν ἅμα τῇ Κλειοῖ καὶ ἐπιστᾶσα τῷ ταῲ καταντίον . ἔτυχε γὰρ τύχῃ
7103918 Τρῳαδι
, ὃς ἐκλαθόμενος τῆς νεογάμου γυναικός , ἐπεὶ προσεφέρεσθε τῇ Τρῳάδι , οὕτως φιλοκινδύνως καὶ ἀπονενοημένως προεπήδησας τῶν ἄλλων δόξης
εἷλε καὶ Καλχηδονίους , εἷλε δὲ Ἄντανδρον τὴν ἐν τῇ Τρῳάδι γῇ , εἷλε δὲ Λαμπώνιον , λαβὼν δὲ παρὰ
7093655 θεᾳ
φανείη κατὰ λόγον , ὅσον ἂν ἕκαστον κλαπῇ ἐν τῇ θέᾳ : ὅταν δὲ πάντα ὀφθῇ , ἀκριβῶς μετρηθέντα ὅσα
τούτων ἀνάπαλιν τῶν ἐκεῖ προχείρων . Ἐπειδή φαμεν τὸν ἐν θέᾳ τοῦ νοητοῦ κόσμου γεγενημένον καὶ τὸ τοῦ ἀληθινοῦ νοῦ
7091623 ἀκιδι
θέλῃ ἀφίστασθαι , σικύην προσβαλὼν ἀφαιρέειν τοῦ αἵματος , κατακεντῶν ἀκίδι τριγώνῳ ἐς τὰ γούνατα , ἢν ἐν τοῖσι γούνασιν
ἁλιεὺς ἢ τρώσῃ τὸν παῖδα αὐτῆς τῇ τριαίνῃ ἢ τῇ ἀκίδι βάλῃ * * ἡ μὲν ἀκὶς τὰ ἄνω τέτρηται
7077270 κιβωτῳ
πρὸς τὴν ὑλακήν . τὸ μέντοι σανδάλιον εὑρέθη ὑπὸ τῇ κιβωτῷ καὶ κατεκαύθη ὕστερον . “ Ἔτι ἀπιστεῖν τούτοις ,
δόξαν αὐτοῖς , οὕτω ποιοῦσιν : τὸν μὲν ἐμὸν δεσπότην κιβωτῷ ἐνέκρυψαν , ἐμὲ δὲ ἀράμενοι ἐκ τῶν ποδῶν κομίζουσιν
7077125 Ἑλενῃ
εἶτα ἠράσθη αὐτῆς ὁ Θῶνις , βίαν αὐτοῦ προσφέροντος τῇ Ἑλένῃ ἐς ὁμιλίαν ἀφροδίσιόν φησιν ὁ λόγος τὴν Διὸς αὐτὰ
ἀγάλματός ἐστιν εἰργασμένα , τοσόνδε ἐς τὸ σαφὲς προδηλώσας . Ἑλένῃ Νέμεσιν μητέρα εἶναι λέγουσιν Ἕλληνες , Λήδαν δὲ μαστὸν
7071654 ϲτυψει
ἀπουλώϲεωϲ θεραπεύονται , μᾶλλον ἐπιϲκοτοῦϲι τῷ πυκνοῦϲθαι ἐπὶ πολὺ τῇ ϲτύψει τοὺϲ ὑμέναϲ . τὰϲ δὲ τετυλωμέναϲ καὶ χρονίαϲ καὶ
καρπὸϲ καὶ τῶν οἴνων ὁ ϲουρεντῖνοϲ καὶ ὅϲοι γλυκύτητα τῇ ϲτύψει ϲυμμεμιγμένην ἔχοντεϲ . γλυκὺϲ δὲ μόνον ἐϲτὶν ὁ θήραιοϲ
7071260 δοϲει
χολὴν εὕροιϲ ϲυνυποκειμένην τοῖϲ ἄλλοιϲ δυϲὶ χυμοῖϲ , προϲτίθει τῇ δόϲει ἐπὶ τῆϲ χρείαϲ καὶ ἄλλην ϲκαμμωνίαν , ὅϲην δ
παραιτούμεθα : εἰ δὲ χρεία πλείονοϲ κενώϲεωϲ , μίγνυε τῇ δόϲει ϲκαμμωνίαϲ κεράτια γ . δίδου λουϲαμένῳ . Ἀλόηϲ #
7070082 στοιχειακον
: φλογωπόν : Δύο εἰσὶν ὀνόματα τῷ πυρί , τὸ στοιχειακὸν καὶ τὸ διακονικόν . καὶ στοιχειακὸν μὲν πῦρ ,
. φλογωπὸν ] δύο εἰσὶν ὀνόματα τῷ πυρὶ , τὸ στοιχειακὸν καὶ τὸ διακονικόν . καὶ στοιχειακὸν μὲν πῦρ αὐτὸ
7063437 ἀρτοθηκῃ
. . τῇ ἀρτοθήκῃ σκυτίνῃ . Θ . ἐν τῇ ἀρτοθήκῃ . . . νὴ τὴν Ἑκάτην : Καθὰ γυνὴ
' ] ἄγε δή θυλάκῳ ] ἀρτοθήκῃ . νῦν τῇ ἀρτοθήκῃ εὐαγγελίας ] ἕνεκεν κομίσω ] φέρω κομμάτιον χοροῦ Κέκροπος
7060068 ϲυϲταϲει
ὅταν ᾖ λεῖόν τε καὶ λευκὸν καὶ ὁμαλὸν καὶ τῇ ϲυϲτάϲει μήτε ὑγρὸν μήτε ὑπόπαχυ , παντελοῦϲ δὲ ἀπεψίαϲ τὸ
μὲν οὖν ἔϲτω κιρρὸϲ τῇ χροιᾷ , λεπτὸϲ δὲ τῇ ϲυϲτάϲει , ἄρτοι καθαροὶ ἰπνῖται πρόϲφατοι , κρέα ἐρίφων καὶ
7055139 πλοκῃ
χέον . νικητικὸν τὸ στέμμα συγκομίσομαι πάλιν νικήσας τὸν νικήσαντα πλοκῇ τρέψας τε δείξω οἶκον ἔκλαμπρον μένειν εἰς αὐτὸν ὡς
δὲ πᾶν τὸ ἔργον ὑπάρχουσι πυκναὶ θύραι , τῇ μὲν πλοκῇ ταρσώδεις , τὰς στροφὰς δ ' ἔχουσαι πρὸς τὰς
7052534 γναθῳ
στόματος . . ἡ Σαλμυδησία ἐστὶ ῥαχία ἀκρωτηριώδης ἐοικυῖα ὄνου γνάθῳ . καλεῖται δὲ ἀπό τινος Σαλμυδησοῦ ποταμοῦ ἐντεῦθεν ἐκρέοντος
ἕτερος , ὅτι Μηδόκης ὁ βασιλεὺς βοῦν ἔφερεν ὅλον ἐν γνάθῳ . Τοῦ δὲ αὐτοῦ εἴδους καὶ τὰ τοιαῦτά ἐστιν
7052324 Ἰδῃ
. ὅθεν Αἰνείαν τε οὕτως ἐπελθὼν ὀλίγου ἀπέκτεινεν ἐν τῇ Ἴδῃ καὶ πολλοὺς ἄλλους κατὰ τὴν χώραν , καὶ τῶν
ἄκρου ἔαρος εὐθὺς ἱσταμένου τοῦ Θαργηλιῶνος , ἐν δὲ τῇ Ἴδῃ περὶ πεντεκαίδεκα μάλιστα ἡμέρας : μετὰ δὲ ταῦτα διαλιπόντα
7047911 γλωϲϲῃ
πάϲαϲ ἰᾶται μετὰ γάλακτοϲ ἐπιχριϲθείϲ . τὰϲ δὲ ἐν τῇ γλώϲϲῃ διακοπὰϲ λεῖοϲ ξηρὸϲ ἐπιπαϲϲόμενοϲ ἰᾶται : καθόλου γὰρ ξηραντικὸϲ
τε βραδέωϲ ἄρξαϲθαι τῆϲ διαλέκτου καὶ τῷ τὸν ὑπὸ τῇ γλώϲϲῃ δεϲμὸν πλείονα τοῦ ϲυμμέτρου φαίνεϲθαι μὴ προηγηϲαμένηϲ ἑλκώϲεωϲ διαγινώϲκονται
7047483 ἀποτεξει
ἢ παρὰ τὸ ἀποτεθνηκέναι τὸ ἔμβρυον καὶ μὴ συνεργεῖν τῇ ἀποτέξει ἢ καὶ ἀποθανὸν διοιδηκέναι , ἢ παρὰ τὸ παρὰ
πρὸς λόγον τῆς τοῦ ἐμβρύου συναυξήσεως : ἐν δὲ τῇ ἀποτέξει καὶ πλεῖστον προσανευρύνεται μέχρι τοῦ καὶ χεῖρας τελείων παραδέχεσθαι
7044424 Ἀθηναιῃ
εἰς ταὐτό . ἀγελαίην ἄφετον , ἀδάμαστον : “ αὐτὰρ Ἀθηναίῃ γλαυκώπιδι βοῦν ἀγελαίην . ” ἀγέλαστα οὐ γέλωτος ἄξια
θύουσι , ἀτὰρ οἱ περὶ τὴν Τριτωνίδα λίμνην νέμοντες τῇ Ἀθηναίῃ μάλιστα , μετὰ δὲ τῷ Τρίτωνι καὶ τῷ Ποσειδέωνι
7043998 ἐντολῃ
ὁρᾶσθαι . Χρυσάντας μὲν δὴ ταῦτα ἀκούσας καὶ ἐπιγαυρωθεὶς τῇ ἐντολῇ τῇ Κύρου , λαβὼν τοὺς ἡγεμόνας , ἀπελθὼν καὶ
πορεύεσθαι . Ἐνετειλάμην σοι , φησίν , ἐν τῇ πρώτῃ ἐντολῇ ἵνα φυλάξῃς τὴν πίστιν καὶ τὸν φόβον καὶ τὴν
7037329 Ὀρθογραφιᾳ
μέλλοντα : Ἀρκέσιος καὶ Ἀρκείσιος . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῇ Ἰθακησίων πολιτείᾳ τὸν Κέφαλον
, ὁ φεύγων τὸ δοῦναι . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . Φθείρ . ὁ ἀπὸ φθορᾶς σωματικῆς γενόμενος .
7033446 νοερᾳ
τρόπον τινὰ καὶ συλλέγεται καὶ θείου πληροῦται τόνου καὶ τῇ νοερᾷ τελειότητι τῆς ψυχῆς συνέπεται . τί οὖν ἡ ἐνίων
αὐτογόνῳ καὶ τῇ αὐτοκινήτῳ καὶ τῇ ἀνεχούσῃ πάντα καὶ τῇ νοερᾷ καὶ τῇ διακοσμητικῇ τῶν ὅλων καὶ τῇ πρὸς ἀλήθειαν
7028642 συγχυσει
' αὔξησις τῶν ἐλαττόνων , οἷα ἡγεμόσιν ὑπηκόων ἐπιτιθεμένων ἐπὶ συγχύσει τοῦ κρατίστου καὶ δημωφελεστάτου , τῆς τάξεως . εἶτ
μὲν ἐπ ' εὐαίωνι τύχᾳ , τὸ δ ' ἐπὶ συγχύσει βιοτᾶς . Θεόφιλος δέ φησι : τίς φησι τοὺς
7028050 εἱμαρμενῃ
τοιαῦτά τινα τῷ ἀνδρὶ ἀρέσκει . Πάντα μέν φησιν ἐν εἱμαρμένῃ εἶναι , οὐ μὴν πάντα καθειμάρθαι . Ἡ γὰρ
θεοῖς , οὐδὲν αἰτεῖς τῶν καλῶν : μὴ ἐνόχλει τῇ εἱμαρμένῃ , οὐδὲν αἰτεῖς τῶν ἀναγκαίων : μὴ ἐνόχλει τῇ
7022394 Μελανιππῃ
ἐν τοῖς δράμασιν , ἐξήγαγεν αὐτὸ τὸ δόγμα ἐν τῇ Μελανίππῃ τῇ σοφῇ . ἡ γοῦν ἀρχὴ τοῦ λόγου αὐτῷ
δοκεῖ τισι ποιεῖν τὸν λόγον . Εὐριπίδης δέ φησιν ἐν Μελανίππῃ Ἵππην εἶναι τὴν τοῦ Χείρωνος θυγατέρα , ὑπ '
7019678 πυλῃ
Εὑρεσίου βωμόν , ὅς ἐστι τῆς Ῥώμης παρὰ τῇ Τριδύμῳ πύλῃ , καὶ θύει τῷ θεῷ δάμαλιν ἕνα τῆς εὑρέσεως
τῶν Θηβῶν μάχην συνεστήσαντο , καὶ οὕτω τῶν ἐν ἑκάστῃ πύλῃ τεθνηκότων στρατιωτῶν φησι γενέσθαι πυρκαϊάς . ἄλλως : τὸ
7012955 τριαινῃ
βαλὼν αὐτὸν τῇ τριαίνῃ ἀπέπνιξε . τῷ τριωνύχῳ δορί τῇ τριαίνῃ . κολαστὴς ὁ Ποσειδῶν ἤτοι ἡ θάλασσα ὅτι αὐτός
. θ μηχανῇ ] + ἤγουν τῇ τοὺς ἰχθύας βαλλούσῃ τριαίνῃ . Ποσειδᾶν ] τιμᾶται παρὰ Θηβαίοις ὁ Ποσειδῶν .
7008478 λαμπαδι
διατριβὰς ἐξειλήφασιν . . ἐνιαυτοὺς : Διατριβάς . . 〛 λαμπάδι : ἅπτων τῇ λαμπάδι . . . φλέγων :
μυστηρίων προεστηκὼς μετὰ τῶν ἐπιμελητῶν καὶ Ληναίων καὶ ἀγώνων ἐπὶ λαμπάδι : καὶ τὰ περὶ τὰς πατρίους θυσίας διῴκει .
7007887 Ἀδρηστη
Κλυμένη . , . . . . . ἅμ ' Ἀδρήστη , ἅμα δρήστη . κλισίην . , κλισίην ,
κἀκ τούτων : τῇ δ ' ἄρ ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν : Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ
7001772 Ἀντιγονῃ
γὰρ θάνατον Μενοικέως ἡ μήτηρ αὐτοῦ ζῇ , ὡς ἐν Ἀντιγόνῃ φησί [ ] : καὶ μὴν ὁρῶ δάμαρτα τὴν
, : ἁρμός : ἡ ἁρμογὴ καὶ συνάφεια . Σοφοκλῆς Ἀντιγόνῃ : „ ἀθρήσαθ ' ἁρμὸν χώματος λιθοσπαδῆ „ .
6996599 μαντειᾳ
δὲ αὐτῷ Πειθαγόραν πυνθανόμενον τίνα μάλιστα φοβούμενος χρήσασθαι ἐθέλοι τῇ μαντείᾳ . τὸν δὲ γράψαι αὖθις ὅτι τόν τε βασιλέα
οὐχὶ πειραθεὶς ἁπάντων ; ὡς τόν γε ἄνευ πείρας αἱρούμενον μαντείᾳ μᾶλλον ἢ κρίσει τἀληθὲς ἀναζητοῦντα . οὐχ οὕτως ἐλέγομεν
6995982 ἀπαγγελιᾳ
πάντα ἥνωται , ἐκεῖ ἡνωμένως καὶ αὐτὸς καὶ συνεσπειραμένως τῇ ἀπαγγελίᾳ ἐχρήσατο εἰπών θεῶν μὲν οὖν ἵπποι τε καὶ ἡνίοχοι
Εὐξένου , τί δῆτα οὐ ξυγγράφοι καίτοι γενναίως δοξάζων καὶ ἀπαγγελίᾳ χρώμενος δοκίμῳ καὶ ἐγηγερμένῃ ” ὅτι ” ἔφη „
6993391 συγκρασει
ἱκανῶς ἔχειν , τὴν δὲ οἷον τοῖς φαρμάκοις καὶ τῇ συγκράσει τῶν χρωμάτων ἐνάργειαν οὐκ ἀπειληφέναι πω . γραφῆς δὲ
; Οὐδαμῶς . ἀλλ ' εἴ τινος ἔτι προσδεῖ τῇ συγκράσει ταύτῃ , λέγετε σὺ καὶ Φίληβος . ἐμοὶ μὲν
6982544 δεξαμενῃ
τε πραότατα καὶ τὸ πλεῖϲτον τοῦ χρόνου ἐν τῇ θερμῇ δεξαμενῇ διατρίβειν , ἐξελθόντα δὲ καὶ ἀναλαβόντα τὴν δύναμιν εἰϲάγειν
δὲ πρᾳότατα καὶ τὸ πλεῖστον τοῦ χρόνου ἐν τῇ θερμῇ δεξαμενῇ διατρίβειν : ἐξελθόντα δὲ καὶ ἀναλαβόντα τὴν δύναμιν εἰσάγειν
6977777 ἐρωμενῃ
μὲν ἐραστῇ φιλητόν ἐστι τὸ εἶδος , τῇ δ ' ἐρωμένῃ τὰ χρήματα : ἐν οἷς παγχάλεπόν ἐστι τὴν κατ
πάλιν προσθήσοντές τι παραλειφθὲν τοῖς εἰρημένοις καὶ μεστὸς οὐδεὶς γέγονεν ἐρωμένῃ λαλῶν . μόλις γοῦν ἀναστρέφουσιν οἴκαδε πολλάκις ἑαυτοὺς ἐπιπλήττοντες
6976174 μητροπολει
ἔφη ὁ Ἁρποκρατίων καὶ ἐπιδεικτικὴν εἴδομεν πρᾶξιν γενομένην ἐν τῇ μητροπόλει τῆς Βαβυλωνίας χώρας . ἐὰν γάρ τις ἐπιούσης τῆς
τῆς Κῶ : καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον , τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσῃ μηνύουσιν . οἱ δ ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο
6967744 γαμηθεισῃ
συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ . οὗτος μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν ἀποδη - μίαν . τὴν
ὅτι οὐκ ἂν αὐτῇ διαλεχθείην διεσπεκλωμένῃ 〚 ἤγουν ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ συνουσίᾳ κατατετριμμένῃ , ἢ ἀχρήστῳ πρὸς
6965174 Μεσσηνιᾳ
Λυκίᾳ καὶ ἐντὸς τῆς Πελοποννήσου ἐν Ἤλιδι καὶ Ἀρκαδίᾳ καὶ Μεσσηνίᾳ καὶ περὶ Φολόην καὶ Λυκίαν καὶ Σμύρνην . Κενταύριον
ἔσχον , ἐκεῖθεν δὲ ἐκπεσόντες ὑπὸ Ἀργείων οἰκοῦσιν ἐν τῇ Μεσσηνίᾳ , Λακεδαιμονίων δόντων καὶ ὡς ἀνὰ χρόνον οἱ Μεσσήνιοι

Back