ἐκτρίμματα δυσάκεστα ποιέουσιν . Ὅσους δὲ μὴ οἷόν τε ἐπιδέσει ἰήσασθαι διά τινα τούτων τῶν εἰρημένων τρόπων , ἢ τῶν
ἄρ ' ἐνὶ στήθεσσιν ἔθηκεν ἄσκοπά τε γνῶναι καὶ ἀναλθέα ἰήσασθαι : ὅς ῥα καὶ Αἴαντος πρῶτος μάθε χωομένοιο ὄμματά
5616110 διζω
ἄνευ μεγάλου φρονήματος , πρὸς ὃν εἰρηκέναι τὸν Ἀπόλλω φασὶ δίζω ἤ σε θεὸν μαντεύσομαι ἢ ἄνθρωπον , ἀλλ '
καὶ ἄνδρα . καὶ μὴ νομίσῃς , ἐπειδὴ εἶπε “ δίζω , ” ὅτι ἠγνόει [ κατὰ τὰς Ἑλλήνων φημὶ
5474038 ἀμειψασθαι
δὲ γᾶ , ὅ ἐστιν : ἱκανή ἐστιν ἡ πόλις ἀμείψασθαι τὰς εὐεργεσίας : εὔκολα : † χώρει σὺ καὶ
φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως . ὑπὲρ τούτου ἀμείψασθαι τὴν εὐεργεσίαν βουλόμενος ἔγραψεν ἓξ λόγους τοὺς ἱεροὺς λεγομένους
5274628 ἑταιρον
πολλαῖς ἡμέραις μικρὸν ἀνύσῃ μέτρον . πέρασον οὖν ἡμῖν τὸν ἑταῖρον οὐ τὸν Δαιδάλου τρόπον , ἀλλ ' οἶσθα ὃ
καὶ γὰρ καὶ ταῦτα αὐτῷ ὑπάρχει . Ἑρέννιον τὸν ἐμὸν ἑταῖρον φθάνεις μὲν ἐπιστάμενος , οὔπω δὲ ἱκανῶς , ὅσον
5260602 οὐτοι
φίλους , καὶ νῦν ὑπὲρ τῶν κοινῶν δικαίων ἀγωνίζεσθαι . οὔτοι φιλαθηναίου γέ ἐστι τὴν Ἀκαδημίαν μόνην ἀσπάζεσθαι τῆς Ἀττικῆς
γ ' ἔλεξας , χρήστ ' ἔπη κρύπτειν φίλους . οὔτοι σιωπῶς ' εἶτα μέμψομαί ποτε τὴν νῦν σιωπὴν ὡς
5254750 πυθεσθαι
νῦν εἰσενεγκεῖν , ἐπειδήπερ προενέπεσον τῇ τούτων πλεονεξίᾳ βούλομαι δὲ πυθέσθαι παρὰ τῶν κατοδυρομένων τοὺς Λακεδαιμονίους , πότερον ὑπὲρ τῆς
Σίβυλλαι δὲ ὑπὸ ἀνθρώπων οὐκ ἐκλήθησαν . τῆς μὲν δὴ πυθέσθαι τὴν ἡλικίαν καὶ ἐπιλέξασθαι τοὺς χρησμούς * * *
5224162 ὁρκον
καὶ πόλεσι καὶ ἰδιώταις , ἔδωκα ἂν αὐτῷ τόνδε τὸν ὅρκον : νῦν δέ μοι ἐδόκει , μαρτύρων μὲν ὄντων
ἐπώνυμον Εὔβοιαν βοὸς ὠνόμασε Ζεύς . Ἐκ τοῦ δ ' ὅρκον ἔθηκεν ἀμείνονα ἀνθρώποισι νοσφιδίων ἔργων πέρι Κύπριδος . Καί
5164885 δοντα
ἀγῶνος κέκληνται , ἀλλ ' ἁμαξῶν καὶ ὑποζυγίων , ἃ δόντα σε βελτίω ποιήσει πρὸς ἀρχὴν ὁ Ζεὺς τιμώμενός τε
αἰδῶ ἀπορρίψαι ⌈ ἐκ τοῦ μὴ δοῦναι δάνειον [ μὴ δόντα δάνειον ] , ἐντραπῆναι , ἀποδιεντραπῆναι . , ἀποτροπιάσασθαι
5158695 αἰνειν
Οὐρανίας καινὸς θεράπων : ἐθέλει δὲ γᾶρυν ἐκ στηθέων χέων αἰνεῖν Ἱέρωνα . Βαθὺν δ ' αἰθέρα ξουθαῖσι τάμνων ὑψοῦ
ὀλίγην ναῦν , ἀλλὰ μεγάλην παρασκευάζεσθαι : τὴν δὲ ὀλίγην αἰνεῖν οὕτω λέγει , ὡς εἰώθαμεν λέγειν χαίρειν ἐᾶν τὴν
5129847 τειδ
κάλει νιν . ἴθ ' ὦ ξένε , μικκὸν ἄκουσον τεῖδ ' ἐνθών : ἄμμες γὰρ ἐρίσδομες , ὅστις ἀρείων
τιϲ ἄλλ ' ἔχει κακόν τι , καὶ τούτοιϲι κέντρα τεῖδ ' ἔνο . ἐν δὲ καὶ γνῶμαι ϲοφαὶ τεῖδ
5071086 ἐρωμεθα
ἵσταται . Ἐνταῦθα τοίνυν , ἐνταῦθά μοι δεῖ χρησμῳδίας , ἐρώμεθα τοὺς θεούς : Ζεῦ καὶ Ἄπολλον , καὶ ὅστις
ἄγνωστοι εἶναι . φράσωμεν αὐτοῖσιν οἵτινές εἰμεν , καὶ αὐτοὺς ἐρώμεθα καθότι ταύτῃ ἐλαύνουσιν . ” ἔδοξε τῷ Νεάρχῳ ἐναίσιμα
5068127 ἠρομην
ἔλαχον καὶ ἐγώ . Πρῶτον μὲν οὖν ὑμῖν Δεκελειέων οὓς ἠρόμην μάρτυρας παρέξομαι , ἔπειτα δὲ καὶ τῶν ἄλλων τῶν
Τοὐντεῦθεν ἤδη ἀπορίας μεστοὶ ἦμεν ἅπαντες : κἀγὼ προσπαίζων αὐτοὺς ἠρόμην , Βούλεσθε , ἔφην , ἐπειδὴ ἡμεῖς ἐν ἀπορίᾳ
5033709 ἀπαμειβομενος
φιλότητα μετ ' ἀμφοτέροισι τίθησθα ; ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : “ τέκνον ἐμόν , τί
οἱ τόσον ὠδύσαο , Ζεῦ ; ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : “ τέκνον ἐμόν , ποῖόν
5024490 ἐειπες
ὦ Αἶαν , Ν Αἶαν ἁμαρτοεπές , βουγάϊε , ποῖον ἔειπες , Πολυδάμας ὦ Πολυδάμα Σ Πολυδάμα , σὺ μὲν
δολοφρονέουσα προσηύδα πότνια Ἥρη : αἰνότατε Κρονίδη ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες . εἰ νῦν ἐν φιλότητι λιλαίεαι εὐνηθῆναι Ἴδης ἐν
5016313 ὀτρυνεις
ἠξίου παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : τί με σπεύδοντα καὶ αὐτὸν ὀτρύνεις ; . . μεθεστηκότων ] ἤτοι μεταστάντων τοῦ εἰπεῖν
ὀρθὸν οὖς ἵστησιν , ὡσαύτως δὲ σὺ ἡμᾶς τ ' ὀτρύνεις καὐτὸς ἐν πρώτοις ἕπῃ . Τοιγὰρ τὰ μὲν δόξαντα
5006654 Λεγεσθαι
, καὶ τῶν δώρων τιμιώτατα αὐτοῖς εἶναι τὰ ὅπλα . Λέγεσθαι δ ' ὑπό τινων ὡς Λακωνικὰ εἴη τὰ πολλὰ
„ ἀνδρείων παρὰ δαιτυμόνεσσι πρέπει παιᾶνα ” κατάρχειν . „ Λέγεσθαι δ ' ὑπὸ τῶν Κρητῶν ὡς καὶ παρ '
4957312 ἰητηρα
θαυμάζει τούτους μόνους , ὡς σοφούς , μάντιν , ἢ ἰητῆρα κακῶν , ἢ τέκτονα δούρων , καὶ θέσπιν ἀοιδόν
. Ἑρμείας δ ' οἰκεῖα τυχὼν κατὰ δώμαθ ' ἑαυτοῦ ἰητῆρα τίθησι βροτῶν , Παιώνιον ἄνδρα , εἴσεσθαι μάλα δεινὰ
4946199 κατηγορησαντα
ἀπελευθέραν . Οὐδεὶς δὲ ἦν ὃς οὐχὶ Νικόλαον * κάλλιστα κατηγορήσαντα τοῦ πατραλοίου τε καὶ ἀδελφοκτόνου . Μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπεδείκνυτο μὴ τὰ κατηγορηθέντα λύειν , ἀλλ ' αὐτὸν τὸν κατηγορήσαντα ἀναιρεῖν . ἐπαινεσάντων δὲ τὴν γνώμην ἁπάντων συνταξάμενος μετ
4942880 ἀμπελουργε
ἡλίῳ ἀνίσχοντι καὶ τεύξει οὗ βούλει . Πείθομαί σοι , ἀμπελουργέ , καὶ οὕτως ἔσται : πλεύσαιμι δὲ μήπω ,
ἤρατο κοὐ πέσε Τροία . Δαιμονίως γε ὁ Ἀχιλλεύς , ἀμπελουργέ , καὶ ἐπαξίως ἑαυτοῦ τε καὶ τοῦ Ὁμήρου .
4928106 ξεινον
τούτων δὲ ὁ σίδηρος εὕρηταικαιρὸν ἂν ἔχοι καὶ τοῦτον πόντιον ξεῖνον καλεῖσθαι . θ ξεῖνος ] φίλος . συθεὶς ]
. ἶσον δ ' ὅς θ ' ἱκέτην ὅς τε ξεῖνον κακὸν ἔρξῃ : ἶσον κακόν ἐστιν ὅστις τὸν αἰτοῦντα
4908066 μυθον
τύχας βαρείας τὰς ἐμὰς κἀμοῦ πατρός . ἐπεὶ δὲ κινεῖς μῦθον , ἱκετεύω , ξένε , ἄγγελλ ' Ὀρέστηι τἀμὰ
δὲ ] ῥίγησέν ? ? [ ] τε καὶ ἴδιε μῦθον [ ] ἀκούσας [ ἀθανάτων ] ? οἵ ?
4889962 ἱρηξ
βασιλεῦς ' ἐρέω , νοέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἵρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον . ἀπὸ δὲ φυτῶν : ὡς
καὶ κορυδαλλὸς οὑν τάφοις παίζων , χὠ νηπίων ἔφεδρος ὀρνέων ἵρηξ , τά τ ' ἄλλ ' ὁμοίως . καὶ
4876971 τιμωρον
καὶ πρόσθεν τοῦ υἱοῦ , αὕτη δὲ νῦν τοῦ ἀδελφοῦ τιμωρὸν γενέσθαι σε . Ὁ δὲ Κῦρος πρὸς ταῦτα εἶπεν
αὐστηρὸν τῶν νόμων φύλακα καὶ πικρὸν ἐξεταστὴν τῶν ἀδικημάτων καὶ τιμωρὸν ἀπαραίτητον τῶν παρανομούντων παρὰ τῆς ῥητορικῆς δυνάμεως ἢ μόνον
4860682 ὑψαγορη
ἐστι : διὸ Ζηνόδοτος ἴσως μετέγραφε : „ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη μέγα νήπιε , ποῖον ἔειπες ; „ . τὸν
Ἀντίνοος δέ μιν οἶος ἀμειβόμενος προσέειπε : “ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη , μένος ἄσχετε , ποῖον ἔειπες ἡμέας αἰσχύνων ,
4852008 ἐμιν
κά τοί γ ' ἔθ ' ωὑτὸς εἶμεν ; οὐκ ἐμίν γα κά . οὐδὲ μὰν οὐδ ' αἰ ποτὶ
. . ἀποθανεῖν μὴ εἴη , τεθνάκειν δ ' οὐκ ἐμίν γα διαφέρει . . . . . [ .
4851666 τουτονι
προνοητικός , ὑπὸ φιλανθρωπίας ἀναπυνθανόμενος τὰ παρ ' ἑκάστοις ἐξέπεμπε τουτονὶ τὸν οἰκέτην αὑτοῦ , ἐργατικὸν ἄνθρωπον καὶ πρόθυμον εἰς
αἰσχρόν ἐστι νῦν . ἐγὼ μὲν οὖν τὸν νόμον ἐμαυτῷ τουτονὶ τίθεμαι δοκιμάζων , ὥσπερ εἴρηται ποιεῖν : κρεῖττον γάρ
4846205 μαρτυρα
τινα ἐχρῆν μάλιστα μὲν ἐν τῷ ἑαυτοῦ λόγῳ παρασχέσθαι Μέλητον μάρτυρα : εἰ δὲ τότε ἐπελάθετο , νῦν παρασχέσθωἐγὼ παραχωρῶκαὶ
εἶπον , οὕτως οὐδὲ τὰ πυρὸς ἐκκαύματα συλλέγειν . Τοῖς μάρτυρα καλοῦσιν ἐπὶ μὴ ἀληθεῖ θεὸν ὥρισται δίκη θανάτου :
4844738 Λυκοεργε
Λυκούργου νομοθέτου τε ὄντος καὶ φιλοσόφου : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω ἤ σε
οἷον τὸν Λυκοῦργον ἡ Πυθία προσεῖπεν : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω εἴ σε
4827086 πολυμητις
εἰς ΙΣ βαρύτονα καὶ ἐν τῇ συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις
ἐέλδεται ἔμμεναι υἷα . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ ναὶ δὴ ταῦτά γε πάντα ,
4822834 κριναι
θρασύτερον ἐπὶ τὸν ἀγῶνα ὥρμησαν Ἀλβανοὶ Ῥωμαίων καταφρονήσαντες καὶ μιᾷ κρῖναι μάχῃ τὰ ὅλα διέγνωσαν , οὐθὲν ἂν τὸ κωλῦον
οὐκ ἂν ἔκρινόν σε ; , διὰ τὸ ἀλόγως ἂν κρῖναι δόξαι οὕτω σχηματίσεις εἰ τόδε ἐποίεις , οὐκ ἂν
4820198 ἐρεσθαι
καὶ ξενίας χάριν , δεξάμενον δὲ αὐτοὺς φιλοφρόνως τὸν βασιλέα ἐρέσθαι παρὰ πότον , τί μάλιστα εἴη ὃ φοβοῖντο ,
ᾖ τὸ ἐκείνων μεμνῆσθαι * * τὸ δὲ ἰδίᾳ ἐθελῆσαι ἐρέσθαι σε , ὑπὲρ ὧν ὁ κατήγορος ξυντέθεικε , σόφισμα
4814909 ὑπεστην
τοῖς δὲ ἀνδράσιν ὁ Λιμὸς καθίδρυται . Ἡράκλεις , ὅσα ὑπέστην πράγματα ῥύμματι καὶ νίτρῳ Χαλαστραίῳ χθιζινοῦ ζωμοῦ τοὐμοὶ περιχυθέντος
πόθος ὄμμασι θραυσθεὶς παιδὸς ἀνικήτου ; τὸν ἐγὼ τιθασόν σοι ὑπέστην ποιῆσαι . ὅτι οἱ πλείστοι τῶν φιλοσόφων κακήγοροι μᾶλλον
4794360 ἐθελω
ἢ κρέας , κἂν μὴ κατεσθίωσι καὶ τοὺς δακτύλους , ἐθέλω κρέμασθαι δεκάκις . οὐκ ἄκαιρον δ ' ἐστὶν μνημονεῦσαι
τις δέξαιτ ' ἂν ὑμῶν ; ἐγὼ μὲν γὰρ πολλάκις ἐθέλω τεθνάναι εἰ ταῦτ ' ἔστιν ἀληθῆ . ἐπεὶ ἔμοιγε
4793050 ἑτερουϲ
! [ ] καταλ ] καὶ τοὺϲ ? [ ] ἑτέρουϲ [ ] ! ιδορ ? θε [ χο [
περὶ τὰϲ ἐξόδουϲ οὐκέτι πρὸϲ τὸν ἄνδρα ἀλλὰ πρὸϲ τοὺϲ ἑτέρουϲ γιγνομένουϲ φοβητέον . . . Ὑπ . ὁ ῥήτωρ
4791678 μεμψιμοιρον
ἐν Γέταις χαλαζᾶν καὶ ἐν Αἰθίοψιν εὐωχεῖσθαι . Τὸ δὲ μεμψίμοιρον οὐδὲ οὕτω διαφυγεῖν ῥᾴδιον , ἀλλὰ πολλάκις οἱ μὲν
] διὰ μέσου ταυτὶ ] ταῦτα τὸν φόρτον ] τὸν μεμψίμοιρον ἁρπασόμενος ] μέλλων ἁρπάσαι ἡδὺ πράττειν ] πρᾶγμα εὐτυχεῖν
4786390 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
4783093 πτωχον
ἐστιν ἐργαζόμενον . : Ταπεινὸν καὶ εὐτελῆ καὶ ἄσημον , πτωχόν , χειροτέχνην . μήποτ ' ὦ Μοῖραι : Ὁ
ὑπομονή , μάταια ἀγαπῶντες , διώκοντες ἀνταπόδομα , οὐκ ἐλεοῦντες πτωχόν , οὑ πονοῦντες ἐπὶ καταπονουμένῳ , οὑ γινώσκοντες τὸν
4783076 οντα
ποταμοῦ γείτονα πόλιν . ἐκεῖ πρὸς ἄνδρα πάλαι μεθοδεύ - οντα λόγους ἔτι μειράκιον ὢν ἀπεδύσατο ἄρτι πρῶτον ἐν Ἑρμοῦ
? μγω ? [ ! ! ] ? [ ] οντα τ ? [ τον αὐτᾶς ? γονοι ? [
4768663 ἀδολεσχην
, οἷον : λέγω δ ' Ὦρον καὶ Σωκράτην πτωχὸν ἀδολέσχην ἔφη . ἢ παρὰ τὸ ἥδω , τὸ εὐφραίνομαι
ἀληθῶς κυβερνητικὸν οὐχ ἡγῇ ἂν τῷ ὄντι μετεωροσκόπον τε καὶ ἀδολέσχην καὶ ἄχρηστόν σφισι καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἐν ταῖς οὕτω
4765232 ἐνενιπε
' ἑτέρωθεν ὁμόκλεον ἐν μεγάροισι : πρῶτος τήν γ ' ἐνένιπε Δαμαστορίδης Ἀγέλαος : “ Μέντορ , μή ς '
φόως ἔμεν ἠδὲ θέρεσθαι . ἡ δ ' Ὀδυσῆ ' ἐνένιπε Μελανθὼ δεύτερον αὖτις : “ ξεῖν ' , ἔτι
4761349 διδασκαλον
πολλοὶ ποιοῦσι συγγράμματα καὶ διὰ τὴν εὔνοιαν τὴν πρὸς τὸν διδάσκαλον τὸ ὄνομα τοῦ οἰκείου διδασκάλου ἐπιγράφουσιν , ὅπερ καὶ
καὶ τὰς ἐν τούτοις διατριβάς , οὐ χαλεπὸν εὑρεῖν τὸν διδάσκαλον : πάντα ὑμῖν μεστὰ τοι - ούτων σοφιστῶν ,
4755963 προσειπειν
: ὁ δ ' Ἀναξαγόρου τρόφιμος χαιοῦ στρυφνὸς μὲν ἔμοιγε προσειπεῖν καὶ μισόγελως καὶ τωθάζειν οὐδὲ παρ ' οἶνον μεμαθηκώς
λοιμός , ὃν οἰωνίσαιτ ' ἄν τις μᾶλλον ἰδὼν ἢ προσειπεῖν βούλοιτο , ὃς αὐτὸς αὑτῷ θανάτου τετίμηκεν ὅτε τοιαύτην
4750287 πατερ
καὶ γράφων πρὸς τὸν πατέρα ἔλεγε : Σύγχαιρε ἡμῖν , πάτερ , ἤδη γὰρ ἡμᾶς τὰ βιβλία τρέφει . Σχολαστικὸς
δὲ καὶ παρ ' Ὁμήρῳ εὐχομένου Ἕλληνος ἀνδρός , Ζεῦ πάτερ , ἢ Αἴαντα λαχεῖν , ἢ Τυδέος υἱόν ,
4748115 φραϲαι
] ! θεν ? ἄχρι δευρὶ πάλιν ] ! ελθὼν φράϲαι ] γεγενημένα ] ! ηϲω τυχὸν βιβάζων ] τὰϲ
, ὡϲ νεκρῶδεϲ , τὸ ἀχρεῖον καὶ τὸ ἀναλδὲϲ θέλει φράϲαι : ὃ γὰρ ἐπὶ τῷ ξύμπαντι ἀποπληξίη ἐϲτὶ ἰϲχυρή
4746241 ἀγαθῃσιν
μάλιστα δὲ Πηνελοπείῃ ἥνδανε μύθοισι : φρεσὶ γὰρ κέχρητ ' ἀγαθῇσιν : ὅ σφιν ἐῢ φρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν :
ὡς Σαπφοῦς . . ἀλλὰ πατὴρ οὑμὸς φρεσὶ μαίνεται οὐκ ἀγαθῇσιν σχέτλιος : σημειοῦνταί τινες ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀγνώμων ,
4743999 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
4741117 ακα
! ! ! ! ! ! ! ] ? , ακα [ ! ! ! ! ! ! ! ]
! υν ? ? [ ! ! ! ] ! ακα [ ! ] ! ? [ } [ !
4725128 ϲε
: ] λλιου ! ! ? : ] οῦντά ? ϲε : ] ι ? μάρτυραϲ ] νιεῖ ἐφημερῶ ]
καλεῖ με ; πάππα χαῖρε πολλὰ φίλτατε . ἔχω ] ϲε , τέκνον . ὦ ποθούμενοϲ φανείϲ [ , ὁρῶ
4723768 κελαινεφει
σεο πατρὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄκουσα εὐχομένης , ὅτ ' ἔφῃσθα κελαινεφέι Κρονίωνι οἴη ἐν ἀθανάτοισιν ἀεικέα λοιγὸν ἀμῦναι , ὁππότε
σέο πατρὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄκουσα εὐχομένης , ὅτ ' ἔφησθα κελαινεφέι Κρονίωνι οἴη ἐν ἀθανάτοισιν ἀεικέα λοιγὸν ἀμῦναι . ὁπότε
4716114 θεουϲ
! ] ϲη ? ? ! ! [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ ! ! ! εινλλ ! ! ! !
[ ὅδ ' ἀπολεϲα [ φιλωτι ϲυν [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ οὐ γὰρ λέγων [ οἷϲ ἂν μαθον [
4697919 ξενον
σοφίας ἐρῶντες . Ἐπεὶ δὲ Ἀθήνησιν ἐγένετο , ποιεῖται αὐτὸν ξένον ὁ Ἡρώδου τοῦ σοφιστοῦ πατὴρ Ἀττικὸς θαυμάζων ἐπὶ ῥητορικῇ
ἡ περὶ πάσης τῆς ἀρχῆς βουλὴ καὶ τὸ μηδὲν ἐκκρίνειν ξένον εἰς μηδὲν ὧν ἂν δύνηταί τε καὶ δέῃ ποιεῖν
4696908 ἐγγεγραφθαι
ἵνα περ Θρασύβουλον [ καὶ Ἀπολλόδωρον ] , Ἀθηναῖον πεποιημένον ἐγγεγράφθαι : τὰ μέντοι ὀνόματα διαπράττονται σφῶν αὐτῶν , δόντες
ἔλεγον πρὸς τὸν υἱόν . ὁ δὲ ἔφασκεν ἅπερ ἤκουσεν ἐγγεγράφθαι . τοσαύτη παρ ' ἐμοὶ μνήμη τῶν ἐκ ταὐτοῦ
4696621 ἐπαινεω
, ἢ τύ γε Λευτυχίδαν , ἐγὼ δ ' Ἀριστείδαν ἐπαινέω ἄνδρ ' ἱερᾶν ἀπ ' Ἀθανᾶν ἐλθεῖν ἕνα λῶιστον
ἔγωγε ἔγνων : τὸ μὲν γὰρ ἐπινόημα ἀρχαῖον , καὶ ἐπαινέω ἔγωγε σφόδρα τὸν πρῶτον ἐπινοήσαντα καὶ τοῦτο καὶ ἄλλο
4691017 θησω
καὶ καταρχὰς προσόδῳ τοῦ ε . Τέθεικα παρακείμενος ἀπὸ τοῦ θήσω μέλλοντος γίνεται τροπῇ τοῦ σω εἰς κα καὶ προσόδῳ
. : Ἀθηνᾶ : . . . ἢ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν δηλοῦντα τὸ θηλάσω , οἷον „ γυναῖκά
4687587 ἀρεσαι
, καὶ λοιπὸν τῶν πλουσίων ἀγοραζόντων τοὺς τόπους , βουλόμενος ἀρέσαι τῷ δήμῳ καὶ τοῖς πένησιν , ἵνα ἔχωσι καὶ
Σωκράτης ἔφη : Πότερα δέ , ὦ Χαιρέκρατες , οὐδενὶ ἀρέσαι δύναται Χαιρεφῶν , ὥσπερ οὐδὲ σοί , ἢ ἔστιν
4684152 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
4661760 ἐλπομαι
ἐπ ' ἄλλοτ ' ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον . ἔλπομαι δ ' Ἐφυραίων ὄπ ' ἀμφὶ Πηνεϊὸν γλυκεῖαν προχεόντων
γάρ : ἐπεὶ οὐδ ' ἐμὲ νήϊδά γ ' οὕτως ἔλπομαι ἐν Σαλαμῖνι γενέσθαι τε τραφέμεν τε . εἰ μὴ
4660320 ὑμεων
περὶ παρθένου βουλεύοντα πᾶσι κατὰ νόον ποιέειν , τοῖσι μὲν ὑμέων ἀπελαυνομένοισι τοῦδε τοῦ γάμου τάλαντον ἀργυρίου ἑκάστῳ δωρεὴν δίδωμι
ὀΐω ἂψ ἀπονοστήσειν , εἰ καὶ μάλα πολλὰ πέπονθας . ὑμέων δ ' ἀνδρὶ ἑκάστῳ ἐφιέμενος τάδε εἴρω , ὅσσοι
4650664 συμβουλον
εἰς τὴν Ἀσίαν στρατηγός , ἐπιλεξάμενος τὸν ἄριστον τῶν φίλων σύμβουλον Κόιντον Ῥοτίλιον μετ ' αὐτοῦ συνήδρευε βουλευόμενος καὶ πάντα
μέχρι τούτου χρόνῳ διαφέρεσθαι ; ἐγὼ δ ' οὔτε τὸν σύμβουλον οὔτε τοὺς χρωμένους ἡγοῦμαι τοῦτο δεῖν σκοπεῖν , τὸν
4649591 ἱερηα
ἔνθ ' ἄλλοι μὲν πάντες ἐπευφήμησαν Ἀχαιοὶ αἰδεῖσθαί θ ' ἱερῆα καὶ ἀγλαὰ δέχθαι ἄποινα : ἀλλ ' οὐκ Ἀτρεΐδῃ
ὡς ” ἀλλ ' ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα ἢ καὶ ὀνειροπόλον ” . τὸ μὲν γὰρ γενικὸν
4637844 ἀσεβη
, βλέπε ] τὸν στολισμὸν ὡς ἐγκεχάρακται [ ] . ἀσεβῆ ? αἱμαει [ ! ! ! ! ! !
Ἑλλάδα ἔχρησεν ὁ θεὸς παύσασθαι τὴν νόσον , εἰ τὴν ἀσεβῆ πόλιν κατασκάψειαν : καὶ ἀντιπροβάλλονται ἀλλήλας Ἄργος τε καὶ
4631755 γεροντα
καὶ Κλεῖτον τὸν σοφὸν καὶ Φιλώταν τὸν καλὸν καὶ τὸν γέροντα Παρμενίωνα καὶ τὸν διδάσκαλον Καλλισθένην καὶ Ἀριστοτέλην ἐμέλλησε καὶ
Ἵνα σβέσωμεν τὸ πῦρ . ὦ τύμβε : Ὡς πρὸς γέροντα εἶπεν . ἀντὶ τοῦ ὦ ταφῆναι ἄξιε . [
4618659 αἰχμητην
πολεμιστήν . παντοίης ἀρετῆς μιμνήσκεο : νῦν σε μάλα χρὴ αἰχμητήν τ ' ἔμεναι καὶ θαρσαλέον πολεμιστήν . οὔ τοι
οὐκ εἰς φυγόξενον οὐδὲ καλῶν ἀπείρατον , καὶ ἀκρόσοφον καὶ αἰχμητήν . . Τοῦτο λέγει διὰ τοὺς Λοκροὺς ὡς φύσει
4615264 ἰδοιμι
ἀνατείνας δὲ τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν “ εἰ γὰρ ἴδοιμι ” φησίν , “ ὦ Ζεῦ καὶ Ἥλιε ,
τῶν ἑαυτοῦ : καὶ νὴ τὴν Ἀθηνᾶν , ὁπότε Νέρωνα ἴδοιμι ἀσχημονοῦντα , δάκρυά μοι ἐξέπιπτεν ἐνθυμουμένῳ τὸν Κλαύδιον ,
4606768 ἐπαινεσαι
δὲ ἡμέτεροι , ὧν καὶ δίκαιον καὶ χρὴ πρῶτον μεμνημένους ἐπαινέσαι αὐτῶν τὴν ἀρετήν . δεῖ δὴ αὐτὴν ἰδεῖν ,
γένοιτο . εἰ μέντοι καθεδεῖσθε , ἄχρι τοῦ θορυβῆσαι καὶ ἐπαινέσαι σπουδάζοντες , ἐὰν δὲ δέῃ τι ποιεῖν ἀναδυόμενοι ,
4604523 ὑμνειν
πάντων τῶν τὴν τροφὴν δωρησαμένων : θύειν μὲν οὖν καὶ ὑμνεῖν νόμος πρὸ τοῦ τῆς τροφῆς ἅψασθαι . δεῖ οὖν
ἔχει δώματα καὶ θαλίη . χρὴ δὲ πρῶτον μὲν θεὸν ὑμνεῖν εὔφρονας ἄνδρας εὐφήμοις μύθοις καὶ καθαροῖσι λόγοις , σπείσαντάς
4603566 ἀκοντα
οὐκ ἀμνημονεῖς ὡς τὸν Ἀθήνηθεν , τὸν ἐσθήμασι λαμπρὸν ἐκωμῴδησεν ἄκοντα ἐμβαλών , οὗ δείξειν τὴν ἀσθένειαν ἔμελλεν . ἀπὸ
αὖτ ' ὀΐω μεγαθύμου Πανθοΐδαο χειρὸς ἄπο στιβαρῆς ἅλιον πηδῆσαι ἄκοντα , ἀλλά τις Ἀργείων κόμισε χροΐ , καί μιν
4596660 Ἱπποκρατες
μοι ἐφαίνετο ἐν τῇ γνώμῃ . Τί φὴς , ὦ Ἱππόκρατες , ἐν τῇ γνώμῃ σοι ἐφαίνετο ; τί οὖν
, ὁ δὲ τὸ διηνεκὲς οἰστρομανίην ἔχει τῆς ἀσελγείης . Ἱππόκρατες , μὴ γελάσω τὸν κλαίοντα δι ' ἔρωτα ,
4596241 ἐγνωκεναι
ἄνθους καὶ ἀρσενικὸν μετ ' ἀλκυονίου . Φίλιππος δέ φησιν ἐγνωκέναι τινὰ ὃς δύο μέρη κισήρεως καὶ μέρος ἓν ἀφρονίτρου
' εἶναι νομίζω . πρῶτον μὲν οὖν ὑμᾶς ἐκεῖν ' ἐγνωκέναι δεῖ , ὡς οὐδὲν ὧν ἐποιεῖτ ' ἐπὶ τοῦ
4594831 ἐνενοησα
ὀνόματα ἀπομνημονεύσω . Ἀληθῆ λέγεις , ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ ἐνενόησα ὅτι τὸ μνημονικὸν ἔχεις : ὥστ ' ἐννοῶ ὅτι
δοκῶ γέ μοι οὐ κακῶς μαντεύεσθαι , ὃ καὶ νυνδὴ ἐνενόησα , ὅτι οἱ πάνυ παλαιοὶ ἄνθρωποι οἱ τιθέμενοι τὰ
4588301 μαντιν
τὸν Περσῶν θεὸν ἔνοικόν τε καὶ ἐραστὴν ὁ τόπος καὶ μάντιν τῆς μελλούσης τύχης οὐδὲν τοῦ Καμβύσου πρὸς τὴν πρόρρησιν
οὗτος ἥττηται . Τῶν τοίνυν εἰρημένων μοι τὰ πολλὰ καὶ μάντιν ἐποίει με , οὐχ ὁ Λητοῦς καὶ Διὸς οὐδ
4582324 θρασυν
πρὸς μὲν τὸν δειλὸν θρασὺς φαίνεται , πρὸς δὲ τὸν θρασὺν δειλός . ὁμοίως δὲ καὶ ὁ σώφρων πρὸς μὲν
Μεγαλοσσάκεα Φλογίον τε , Οἰνεΐδης δ ' ἐπὶ τοῖσιν ἕλε θρασὺν Ἰτυμονῆα ἠδὲ καὶ Ἀρτακέα , πρόμον ἀνδρῶν : οὓς
4576154 τεκτονα
ἐγώ , ὥσπερ ἐν τῇ τεκτονικῇ ; καὶ γὰρ ἐκεῖ τέκτονα μὲν ἂν πρίαιο πέντε ἢ ἓξ μνῶν , ἄκρον
οἷον ὁ ζωγράφος , φαμέν , ζωγραφήσει ἡμῖν σκυτοτόμον , τέκτονα , τοὺς ἄλλους δημιουργούς , περὶ οὐδενὸς τούτων ἐπαΐων
4574238 ἀμειψαι
μηδὲν ἀπαιτῆσαι . τί οὖν ἐπὶ τούτοις ἡ θεός ; ἀμεῖψαί φασι τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἀμείβεται νεότητι καὶ κάλλει
μηδὲν ἀπατῆσαι : τί οὖν ἐπὶ τούτοις ἡ θεός ; ἀμεῖψαί φασι τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἀμείβεται νεότητι καὶ κάλλει
4567933 ἐπιορκον
' ἣν μέλλει τοῦτο ποιεῖν . τὸ . . . ἐπίορκον ] τοῦτο γὰρ μάλιστα ἴδιον τῆς Δημοσθένους δεινότητος τὸ
. . . . ὣς φάτο , καί ῥ ' ἐπίορκον ἐπώμοσε , τὸν δ ' ὀρόθυνεν : τοῦτο ἔξωθεν
4565730 προσεφη
, δέγμενος ὁππότε ναῦφιν ἀφορμηθεῖεν Ἀχαιοί : τῷ μιν ἐεισαμένη προσέφη πόδας ὠκέα Ἶρις : ὦ γέρον αἰεί τοι μῦθοι
δέμας καὶ εἶδος ἐρίζειν . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ πότνα θεά , μή μοι
4548267 παρασχοντα
τὸν δεῖνα [ τῶν ἡγεμόνων ] εἶναι τὸν ποιήσαντα καὶ παρασχόντα , μὴ τῶν ἡμετέρων τινὰ πολιτῶν . ἔτι δὲ
ἀήττητον δὲ διαγεγονότα καθάπαξ , μεγίστας δὲ εἰς εὐπορίαν ἀφορμὰς παρασχόντα τῇ πόλει , τοῦτον τοίνυν τῶν μεγίστων ἀξιόχρεων ὄντα
4543522 ἐρξαι
: εἰ δέ κε ποιήσῃς , μή μιν πρότερος κακὸν ἔρξαι μηδὲ ψεύδεσθαι γλώσσης χάριν : εἰ δέ σέ γ
σημαίνει γὰρ ἑκάτερον ἡ λέξις : τὸ δὲ ὧδ ' ἔρξαι ἀντὶ τοῦ οὕτως ἔρδε , ἀπαρέμφατον ἀντὶ προστακτικοῦ .
4541890 κεκευθε
δ ' ἀκοντοδόκων ἀνδρῶν μνημεῖα θανόντων ἄψυχ ' ἐμψύχων ἅδε κέκευθε κόνις . Ἠερίη Γεράνεια , κακὸν λέπας , ὤφελεν
κίε Νέστορος ἱπποδάμοιο : εἴδομεν ἥν τινα μῆτιν ἐνὶ στήθεσσι κέκευθε . [ λίσσεσθαι δέ μιν αὐτόν , ὅπως νημερτέα
4539875 συγκοπεντα
. Τῶν γὰρ τοιούτων τὰ ἐντελῆ δασύνεται , τὰ δὲ συγκοπέντα ψιλοῦται . Ὡς τὸ ὁλόλαμπος , ἁρμοζόμενος , ἁλλόμενος
: εἰ μὴ ἀνάπαλιν τὸ βλήμενος καὶ δέγμενός εἰσιν Αἰολικὰ συγκοπέντα κατὰ τὸ μέσον . Συστολὴ δέ ἐστιν ὅταν τὰ
4533643 νομοθετην
, τοῦ νομοθέτου : οἷον τοῦ δεῖσθαι ἢ μὴ τὸν νομοθέτην προσδιορίσαι τόδε . ἡ ἑτέρα διάνοια κοινή ἐστιν ἀμφοῖν
δὲ τὸν Ἱέρωνα τὸν βασιλέα Πολυδώρου , οὐδέτερον αὐτῶν ὠνόμασαν νομοθέτην , ἀλλ ' ἢ ἐξηγητὴν τοῦ νομοθέτου , διὰ
4523400 λογοισι
καὶ σὺ χὠ νέος τρόπος , ἐν οὐ πρέποντι τοῖς λόγοισι χρώμενος . ἐπεὶ δὲ πάντων ἡμᾶς εὐθύνας σοι διδόναι
τὸ μέτρον ὃ νῦν ἔχει , εἷμα δοὺς καὶ πορφυροῦν λόγοισι ποικίλας καλοῖς δυσπάλαιστος ὢν τὸς ἄλλως εὐπαλαίστως ἀποφανεῖ .
4521336 δεδωκοτα
καταπλήττειν , προκείμενα δὲ τοῖς κατὰ μικρὸν ὁρᾶν βουλομένοις κόρον δεδωκότα τῇ συνεχείᾳ τῆς θέας ἐκπίπτει τοῦ θαύματος . ὁ
μὲν ὑποθέτοις καὶ τὰ προειρημένα καὶ ταῦτα δὴ πεῖραν ἱκανὴν δεδωκότα . Προκλύσαντας τὸ ἔντερον τῷ προειρημένῳ ζέματι τῆς τε
4519245 φιλ
Χῖος ἐν † τῶι κατωτικῶι † δούμωι . Ἑρμῆ , φίλ ' Ἑρμῆ , Μαιαδεῦ , Κυλλήνιε , ἐπεύχομαί τοι
τινὸς αὐτῶν λάβηται . ἡ δ ' ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε παιδιὰ κρότον ἔχει τῶν παίδων σὺν τῷ
4516366 Τηλεφιδην
' οἷον τόδ ' ἔρεξεν ” , „ οἷον τὸν Τηλεφίδην „ . οὕτως ἀρέσκει καὶ Φιλοξένῳ . . Π
' οἷον τόδ ' ἔρεξεν ” , „ οἷον τὸν Τηλεφίδην „ . οὕτως ἀρέσκει καὶ Φιλοξένῳ . Ι :
4514732 Ζευ
ἄτιμος εἴργασται πόνων . τοιοῦτον ] κοινή . + ὦ Ζεῦ βασιλεῦ : ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν ἐκ κώλων ρλϚʹ
τῶν γλυκειῶν ἀγγελιῶν μαθόντες . ἵππον : ἀλλ ' ὦ Ζεῦ ὃς τὴν Αἴτναν ἔχεις τὴν παγίδα τὴν ἀνεμόεσσαν ,
4512138 κἀιτ
τρίχες τέ μου . θές νυν τὸν ἀγκῶν ' εὐρύθμως κἆιτ ' ἔκπιε , ὥσπερ μ ' ὁρᾶις πίνοντα χὤσπερ
θέσφατ ' ἐξηγήσατο , κἄμ ' ὡς ὑπέστην θῦμα , κἆιτ ' ἐψευδόμην Ἀρτέμιδι θύσειν ; οὐ ξυναρπάσας στρατόν ,
4511977 βραβευτην
καὶ βραβέας ” , ἐν δὲ τῷ Πρωταγόρᾳ : „ βραβευτὴν αἰσχρὸν εἴη αἱρεῖσθαι „ . βραδύτερον λέγουσιν , οὐ
? [ ] οὕτως ἀντέκοψε τοῖς θεωροῦσιν , ὥστε τὸν βραβευτὴν [ ἐντείνοντ ] ' αὐτῶι [ ] τὴν ῥάβδον
4506472 Ἑρμη
τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ ἄν τι ἡμεῖς
. τὸ πλῆρες δὲ Ἑρμᾶ . Ἑρμ ' ἐμπολαῖε ] Ἑρμῆ ἐμπορικέ . ὡς εὐτυχῶς πωλήσας τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας εὔχεται
4505860 ἐπαινω
ἄλλο , τὸ ἔργον εἰς καρτερίαν τε καὶ ἅμα στρατηγίαν ἐπαινῶ Ἀλεξάνδρου . Ξυνηνέχθη δέ τι καὶ τοιόνδε τῇ στρατιᾷ
πτερὰ καὶ ἐρεθίζειν . Οὐ μόνον δὲ πρὸς τὰς πλησμονὰς ἐπαινῶ τοὺς ἐμέτους , ἀλλά μοι δοκεῖ , εἰ τολμήσειέ
4504932 κελεαι
, ἐπεὶ μάλα πολλὸν ἀπόπροθι δώματα ναίεις : καί με κέλεαι παύσασθαι ὀϊζύος ἠδ ' ὀδυνάων πολλέων , αἵ μ
θεόν : αὐτὰρ ἐγώ τοι νημερτέως τὸν μῦθον ἐνισπήσω : κέλεαι γάρ . Ζεὺς ἐμέ γ ' ἠνώγει δεῦρ '
4504042 πημαινει
ἐπιδείκνυται : ἀρχική τε νόμων ἐθέλει καὶ πόλεων γίνεσθαι , πημαίνει δὲ οὐδένα πώποτε : οὐ γὰρ θέμις θείαν ποτὲ
, Ὅρκόν θ ' , ὃς δὴ πλεῖστον ἐπιχθονίους ἀνθρώπους πημαίνει , ὅτε κέν τις ἑκὼν ἐπίορκον ὀμόσσῃ : Νηρέα
4501309 Ἑλλασιν
Αἵδε ποτ ' Ἀσίδα γαῖαν ἐπόρθησαν πολύχρυσον , αἵδε καὶ Ἕλλασιν δουλοσύναν ἔπορον . νῦν δὲ Διὸς ναῶ ποτὶ κίονας
, ἃν τοὶ Ἕλλανες τὸν Πέρσαν ἐνίκασαν , τοῖς μὲν Ἕλλασιν ἀγαθόν , τοῖς δὲ βαρβάροις κακόν . ἁ τοίνυν
4498542 εὐσεβη
μάλιστα πείθομαι καὶ ἄλλως γενέσθαι δίκαιον καὶ πρὸς τὸ θεῖον εὐσεβῆ . τοῦτο μὲν γὰρ Σέλευκός ἐστιν ὁ Μιλησίοις τὸν
Γερμανικὸν ἢ τὸν Σκυθικόν , ἀλλὰ τὸν φιλάνθρωπον καὶ τὸν εὐσεβῆ καὶ τὸν σωτῆρα . ταύτης ἀνθεκτέον σοι τῆς ἀρετῆς
4490349 σοφιστην
: λέγει δὲ Φανίας ἐν τῶ πρὸς Διόδωρον Πολύξενον τὸν σοφιστὴν τὸν τρίτον ἄνθρωπον εἰσάγειν λέγοντα : „ εἰ κατὰ
καὶ αὐλητοῦ φασιν Ἀραβίου . ἀλλ ' εἰδὼς ὅτι καὶ σοφιστὴν οὐδὲν ἂν οὕτω λαμπρύνειεν ὡς εἰ πολλοῖς περιρρέοιτο φοιτηταῖς
4489830 ἐσῳζομην
, δεύτερον δὲ δι ' ὑμᾶς καὶ τοὺς ἄλλους Ἀθηναίους ἐσῳζόμην . δικαίως : τοῦτο γὰρ καὶ ἀληθές ἐστι καὶ
ἐφ ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι , ἀπολλύμενοι . Σφόδρα γὰρ ἐσῳζόμην ἐγὼ παρὰ τὴν ἔπαλξιν ἐν φορυτῷ κατακείμενος . Ξενιζόμενοι
4489336 μαψ
δὲ χρῶνται τοῦ μὲν ποιητοῦ τῷ κρῖ καὶ δῶ καὶ μάψ , καὶ ἔτι ” ἥρως „ δ ' Αὐτομέδων
ἀναφανδά . καὶ τὰ ἄλλως ἔχοντα τὸ Α : ἄψ μάψ λάξ διαμπάξ . Τὰ δὲ διὰ τοῦ Α πρὸ
4485888 διδαξειν
τοῖς ἀξίοις καὶ δυναμένοις χρῆσθαι προκέχυται , ἐκεῖνο δὲ ἐπαγγελλομένης διδάξειν : οὐδὲν δὲ τῶν ἐξ ἐπαγγέλματος οἰκεῖον ἀρετῇ .
ἄνοιά ἐστι βουλομένους αὐλητήν τινα ποιῆσαι παρὰ μὲν τοὺς ὑπισχνουμένους διδάξειν τὴν τέχνην καὶ μισθὸν πραττομένους μὴ ἐθέλειν πέμπειν ,
4480115 ἱστορησαντα
γλαφυρὸν καὶ ἔνθουν μαρτυρεῖ τὸν Πρόκλον καλῶς καὶ κρίναντα καὶ ἱστορήσαντα . Ἀβάμμωνος διδασκάλου πρὸς τὴν Πορφυρίου πρὸς Ἀνεβὼ ἐπιστολὴν
ἱππικοῦ τὸ πεζικόν ; Ἔοικεν ? . Ἀλλὰ καὶ τόδε ἱστορήσαντα οἶμαί σεὦ Θωμάσιε μεμνῆσθαι ὅτι τοῦ Ῥωμαίων ? στρατοῦ
4476468 παρεξω
ἀναβλέψω , εἰ δὲ ἐπιμείνω τῇ ἀρρωστίᾳ , ἵνα μηδὲν παρέξω αὐτῷ . νῦν οὖν αὐτὸς φάσκει , ὅτι ἐθεραπεύθην
θαυμάσομαι , θρύψω καὶ θρύψομαι , ἀκούσω καὶ ἀκούσομαι , παρέξω καὶ παρασχήσομαι , ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ , ἑνὸς
4475610 Μηκετι
καιρὸς κατιέναι , σχολῇ καὶ βάδην μόγις ποτὲ κατέρχεται . Μηκέτι χαλέπαινε , ὦ Χάρων : πλησίον γὰρ αὐτὸς οὗτος
δέδωκα τῇ παιδὶ διδόναι αὐτῷ , καὶ εἶπον αὐτῷ ὅτι Μηκέτι προσδόκα φαγεῖν ἐκ τῶν ἐμῶν ἄρτων , ὅτι ἀπηλλοτρίωσαί

Back