ἀκροδίκαιος . ἔτι ἐὰν ὁ Κρόνος δύνῃ ὁ κατηγορούμενος ἔσται ἡμαρτηκώς , ἐὰν δὲ ὁ Ἄρης ὁμοίως κακὸς ἔσται , | ||
καὶ ἐκωμῳδήθη ὡς αἰσχρὸς τὴν ὄψιν καὶ περὶ τὰ Φωκικὰ ἡμαρτηκώς . . . . ἀξιοῦσι δέ με ] ἐντεῦθεν |
γήρως ἢ κατὰ πήρωσιν ἀπόλεμοι ἦσαν . Αὐτὸς δὲ ὡς ἐξελέγξας δὴ τῶν Χαλδαίων τὴν μαντείαν , ὅτι οὐδὲν πεπόνθοι | ||
τούς τε πρώτους τῶν πολιτῶν ὑβρίζοντας καὶ διαφοροῦντας τὰ κοινὰ ἐξελέγξας ἐξέβαλε τήν τε χώραν ἀπήλλαξεν ἀκαρπίας καὶ λοιμοῦ διασφάγας |
οἱ συνήθως ὑπ ' αὐτῶν πωλούμενοι . Γ πωλούμενος ] ἀπατώμενος . Γ ἄνευ γιγάρτων : τῆς σταφυλῆς . Γ | ||
Τί δέ ; οὐκ ἄλλως τοῦτο εἴρηκε διὰ τὸν ἔρωτα ἀπατώμενος ; Ἰδεῖν ἄξιον : καίτοι χαλεπώτατον πείθειν τοὺς ἐρῶντας |
μὴ εἰδότων κατηγορεῖς ; εἰ μὲν γὰρ ᾔδεις , προειπεῖν ὤφειλες : εἰ δὲ οὐκ ᾔδεις , τί τῶν ἄλλων | ||
πρὸς τὴν σφαγὴν , οὐκ ἀνῄρηκας , οὐδὲ νῦν αὐτὸν ὤφειλες ἀνελεῖν , ὅτε καιρὸς , μᾶλλον δὲ σὺ τούτῳ |
τῶν ὑπομνη - μάτων τούτων οὔπω γιγνωσκομένας ἐς γνῶσιν ἤγαγεν Ἰουλίᾳ τῇ βασιλίδι . μετέχοντι δέ μοι τοῦ περὶ αὐτὴν | ||
∠ ʹδʹ κϚ ∠ ʹ . Νῆσος δὲ παράκειται τῇ Ἰουλίᾳ Καισαρείᾳ , ὁμώνυμον αὑτῇ πόλιν ἔχουσα , ἧς θέσις |
, καὶ ταῦτα μὲν ἐν ταῖς τελείαις γίνεται κρίσεσι . προσημαίνεται δὲ ἐν ταῖς ἐπιδήλοις , ὅτι προὔργου τῇ φύσει | ||
καὶ ὅτι , σύνεγγυς , αὐτοῦ θαμίζοντος τοῦ ἐφιάλτου , προσημαίνεται . λέγεται δὲ ἀπὸ τοῦ δοκεῖν ἐφάλλεσθαί τινα τοῖς |
Κτησίου : ὗς οὔτε ἥμερός ἐστιν οὔτε ἄγριος ἐν τῆι Ἰνδικῆι ὅλως γῆι , οὐδ ' ἂν φάγοι Ἰνδῶν οὐδεὶς | ||
ἐπειδὰν ἐκτοξευθῆι , ἀναφύεσθαι . ἔστι δὲ πολλὰ ἐν τῆι Ἰνδικῆι . ἀποκτείνουσι δὲ αὐτὰ τοῖς ἐλέφασιν ἐποχούμενοι ἄνθρωποι κἀκεῖθεν |
' ἀθρόα πάντ ' ἀποτίσεις κήδε ' ἐμῶν ἑτάρων οὓς ἔκτανες ἔγχεϊ θύων . Ἦ ῥα , καὶ ἀμπεπαλὼν προΐει | ||
οὐ κακὴν δάμαρτ ' ἔχοις ; ἑλὼν δὲ Τροίαν οὐκ ἔκτανες γυναῖκα χειρίαν λαβών , ἀλλ ' , ὡς ἐσεῖδες |
ἆρ ' οὖν σοφιστὴς ἀφθογγότερος κύκνου φανήσεται , καὶ σιωπῇ παραδραμεῖται πόλιν ἀρχαίαν ; ἦν γὰρ πόλις ἀρχαία καὶ πρὸ | ||
σκυλάκιον ἢ λαγωδάριον μὴ σφόδρα ἐπειγόμενον ῥύμῃ καὶ ἀπνευστὶ θέοντας παραδραμεῖται . τούτων μὲν δὴ τῶν ἀγώνων πρὸς ἀλήθειαν ἱερὸς |
τραγῳδίαις , ἔφη Σοφοκλῆς : ἐπεὶ ἔν γε τῇ κλίνῃ φιλογύνης . φησὶν Εὔβουλος περί τινων γυναικῶν : οὐ περιπεπλασμέναι | ||
ὁ Σοφοκλῆς , ἐπεὶ ἐν [ γε ] τῇ κλίνῃ φιλογύνης . : τἆλλα μὲν γὰρ ἦν ἀκριβὴς καὶ νόμιμος |
' Αἰσχίνου πομπείᾳ λαμπρῶς ἐπεξιὼν καὶ ταῖς εὐφημίαις τῆς οἰκείας ἐναβρυνόμενος πολιτείας . [ , ] οὐδὲ γὰρ ἔστιν ὅστις | ||
. Σχολαστικὸς γράφων πρὸς τὸν πατέρα ἀπὸ τῶν Ἀθηνῶν καὶ ἐναβρυνόμενος , ὅτι πεπαίδευται , προσέθηκεν : Εὔχομαι δέ σε |
ποτε Εὐριπίδης γυναῖκα σώσει ' . οὐχ ὁρᾷς ἐν ταῖς τραγῳδίαισιν αὐτὰς ὡς στυγεῖ ; τοὺς δὲ παρασίτους ἠγάπα . | ||
ποτε Εὐριπίδης γυναῖκα σώσει ' . οὐχ ὁρᾷς ἐν ταῖς τραγῳδίαισιν αὐτὰς ὡς στυγεῖ ; τοὺς δὲ παρασίτους ἠγάπα . |
φησί , ] [ προεῖπεν , ἐπερωτηθεὶς ] [ ὑπὸ δρομέως ἤδη ] μέλλοντος [ Ὀλυμπίασιν ] ἀγωνιεῖσθαι , ὅτι | ||
. , : γρίσων ὁ χοῖρος : Ἀριστοφάνης δέ φησι δρομέως ὄνομα . . . . : γρίσων ὁ χοῖρος |
λόγος αὐτοῦ , φαίνων ὥσπερ λύχνος ἐν οἰκήματι συνεχομένῳ , ἐφώτισεν τὴν ὑπ ' οὐρανόν , χωρὶς μὲν τοῦ κόσμου | ||
, ἐκεῖθεν ἄρχεσθαι τὸν ἐχόμενον . Μᾶλλον οὖν Σόλων Ὅμηρον ἐφώτισεν ἢ Πεισίστρατος , ὥς φησι Διευχίδας ἐν πέμπτῳ Μεγαρικῶν |
τούτους καὶ ταῦτα , οἷον : μηδὲ τοὺς λόγους αὐτῶν ἀνέξεσθε , καὶ τίς δὲ ἀνασχήσεται ταῦτα ; . . | ||
τῶν πρὸς ὑμᾶς γενομένων . εἰ δὲ καὶ τούτων οὐκ ἀνέξεσθε , παρίεμεν ἅπαντα καί , ὃ τοῖς ἀτυχοῦσίν ἐστι |
ὁ Θέρσανδρος μικρὸν ἀναχωρήσας λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν : | ||
. Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' , ὦ θυηπόλε ; Ἤκουσας ; Ὁ κόραξ οἷος ἦλθ ' ἐξ Ὠρεοῦ . |
τὰ δὲ πολύαιμα διὰ τὸ πλῆθος τοῦ αἵματος πολὺ γενόμενον ἀτρεμέει . χασμῶνται δὲ πρὸ τῶν πυρετῶν , ὅτι πολὺς | ||
τῇ ἄλλῃ χρήσει τοῦ στόματος , ἡ μὲν ἄνω γνάθος ἀτρεμέει : ξυνήρτηται γὰρ τῇ κεφαλῇ , καὶ οὐ διήρθρωται |
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις | ||
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ |
: ἴστε Αἴαντα , ὃς μέγας ὢν ὄνειδος τοῖς Ἕλλησι περιεποίησε τὴν κακοκρισίαν αὐτῶν φανερὰν ποιήσας , ἐπεὶ προσεχαρίσαντο τῇ | ||
Κρονίων : οὐκ εἰρηκότος Ὁμήρου ὅτι ἔβρεξε χρυσὸν , ἀλλὰ περιεποίησε χύδην αὐτοῖς τὸν πλοῦτον . χρυσέαις νιφάδεσσι : τοῦτο |
ληʹ Θυάμιος ποταμοῦ ἐκβολαί μϚʹ δʹʹ ληʹ ιβʹʹ Σύβοτα λιμήν μϚʹʹ ∠ ʹʹδʹʹ ληʹ Τορύνη μϚʹʹ ∠ ʹʹγʹʹ ληʹ Ἀχέροντος | ||
μʹ Ἀστραίων Ἄστραιον μϚʹ γʹʹ μʹ ∠ ʹʹγʹʹ Παιονίας Δόβηρος μϚʹʹ γοʹʹ μʹ ∠ ʹʹδʹʹ Ἄλωρος μζʹ δʹʹ μαʹ Ϛʹʹ |
ἐγγίσει . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Κρόνος ἐν τῇ τοῦ Ἑρμοῦ φαρταρίᾳ ἔτος α μῆνας ι ἡμέρας η ὥρας ιγ ἔγγιστα | ||
καὶ ἡ ἀργία . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ζεὺς ἐν τῇ φαρταρίᾳ τοῦ Κρόνου ἔτος ἓν μῆνας Ϛ ἡμέρας κε ὥρας |
μονάδων ἔμελλεν ἀναιρήσεσθαι τὸ ἐπιδιακείμενον ἀργύριον . ἐν δὲ τῇ Ἀμειψίου Σφενδόνῃ ὅ τε τρόπος δεδήλωται τῆς κυβείας καὶ προσείρηται | ||
ὀρειχάλκου μέταλλον οὐδέπω καὶ νῦν εἰς πίστιν ἥκει βεβαίαν . Ἀμειψίου δὲ ἐν Μυχοῖς μιλτωρυχίαν εἰπόντος , εἴη ἂν ἐν |
φλοιοῦ τοῦ περὶ αὐτὴν ἡ αὐτή . ἄνθος δὲ λευκὸν ἀπίῳ καὶ μεσπίλῃ ὅμοιον , ἐκ μικρῶν ἀνθῶν συγκείμενον κηριῶδες | ||
φλοιὸν δ ' ὅμοιον φιλύρᾳ , ἄνθος δὲ λευκόν , ἀπίῳ καὶ μεσπίλῃ ὅμοιον , ἐκ μικρῶν ἀνθῶν συγκείμενον , |
ἀλλὰ καθαρός εἰμι , ἄναξ , ἐν χειρῶν γὰρ νόμῳ ἔκτεινα . Κείων : ἐκαλεῖτο μὲν Ὑδροῦσα ἡ νῆσος , | ||
Δαναΐδαι δεύτερον ] , ὑμῖν ἀμύνων οὐδὲν ἧσσον ἢ πατρὶ ἔκτεινα μητέρ ' : εἰ γὰρ ἀρσένων φόνος ἔσται γυναιξὶν |
μεμψίμοιρος , φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , | ||
, οὔτε ὁμοίως ἔσῃ πιθανὸς δόξεις τε ὡς ἀληθῶς εἶναι φιλολοίδορος : οὐ γὰρ πεπονθότος ἐστὶ τὴν ψυχὴν οὐδ ' |
ὢν τῇ σοφίᾳ . πλὴν ] χωρίς . βρενθύειῃ ] κομπάζεις καὶ ὑπεροπτικῶς βαίνεις . βρενθύει ] βρενθύῃ . ἴδιόν | ||
' ἤδη τῶν τριῶν παλαισμάτων . οὐ κειμένῳ πω τόνδε κομπάζεις λόγον . εἰπεῖν γε μέντοι δεῖ ς ' ὅπως |
κεραμὶς ἐμπεσοῦσα οὐκ οἶδ ' ὅτου κινήσαντος ἀπέκτεινεν αὐτόν . ἐγέλασα οὖν οὐκ ἐπιτελέσαντος τὴν ὑπόσχεσιν . ἔοικα δὲ καὶ | ||
ὑπέλαμπεν , ἀπὸ τῆς δᾳδός μοι δοκεῖν . “ κἀγὼ ἐγέλασα ἐπιμετρήσαντος τοῦ μάρτυρος τὴν ὑλακὴν καὶ τὸ πῦρ . |
ὑπὸ τοῦ Πομπηίου γενόμενον . ὁποτέρως δ ' ἦλθεν , ἐξελογεῖτο περὶ τῶν γεγονότων καὶ ἐδίδου Πομπηίῳ μὲν αὐτῷ τάλαντα | ||
ἐς ὅ τι χρῄζοιεν . Ὁ δὲ Καῖσαρ ταῖς πόλεσιν ἐξελογεῖτο τὴν ἀνάγκην , καὶ ἐδόκουν οὐδ ' ὣς ἀρκέσειν |
Ἀγκὼν εὐώνυμος εὐφρασίαν δηλοῖ . Ἀγκὼν δεξιὸς ὠφέλειαν σημαίνει . Πῆχυς εὐώνυμος πολλὰ ἀγαθὰ σημαίνει . δεξιὸς δὲ κέρδος ἀπροσδόκητον | ||
Υἱέσι : τοῖς υἱοῖς . Ἡδύς : ὁ γλυκύς . Πῆχυς : εἶδος μέτρου . Ὠκύς : ὁ ταχύς . |
' ἀκμῆτες ἄνδρες ἀϋτῇ ὤσαιμεν . ” ἀκάκητα ἀντὶ τοῦ ἀκακήτης , τῇ κλητικῇ ἀντὶ τῆς εὐθείας . λέγεται δὲ | ||
ὁ γυμνήτης καὶ Οἰδίπους Οἰδίποδος Οἰδιπόδης , οὕτως καὶ ἀκάκητος ἀκακήτης , . , . Ἀκαλήφη : ἔστιν οὖν 〚 |
, : σταλαγμός : στῶ ἐστι ῥῆμα , οὗ παράγωγον στάσσω , οὗ ὁ μέλλων στάξω * * * καὶ | ||
, καὶ ἐπεισελθόντος τοῦ αλ , σταλαγμός . τὸ δὲ στάσσω καὶ αὐτὸ προσλαβὸν τὸ αλ , ἐποίησε τὸ σταλάσσω |
! ! ἐψόφηκεν : ἐπανάγω [ ] ! ην ? θῆτε : μηδὲν μηδέπω [ ] ! ον . ου | ||
, ὦ παῖδες , ὅταν τελευτήσω , μήτε ἐν χρυσῷ θῆτε μήτε ἐν ἀργύρῳ μηδὲ ἐν ἄλλῳ μηδενί , ἀλλὰ |
σκόπει γ ' αὐτὴν σφόδρα : μόνην γὰρ αὐτήν , ὦνερ , οὐ γιγνώσκομεν . Πολύν γε χρόνον οὐρεῖς σύ | ||
εἶτ ' ἠρόμεθ ' ἄν : Πῶς ταῦτ ' , ὦνερ , διαπράττεσθ ' ὧδ ' ἀνοήτως ; Ὁ δέ |
παρόντας ἡμᾶς . Ἄριστον γοῦν ἄγρυπνον αὐτὸν φυλάττειν : ἅπασαν περίειμι διαναστὰς ἐν κύκλῳ τὴν οἰκίαν . τίς οὗτος ; | ||
ἐπίκειμ ' ὡσεὶ μέγα χρῆμά τι πράσσων , εἰ θνητῶν περίειμι πολυφθερέων ἀνθρώπων ; . . [ , . ] |
: ὥς ς ' ἰδοῦς ' ἐν ὄμμασιν πανυστάτην πρόσοψιν ἐξέστην φρενῶν . οὐ σῖγ ' ἀφεῖσα τοὺς γυναικείους γόους | ||
ἄνδρα περιφανῶς ὀκνεῖς ἰδεῖν ; Φρονοῦντα γάρ νιν οὐκ ἂν ἐξέστην ὄκνῳ . Ἀλλ ' οὐδὲ νῦν σε μὴ παρόντ |
λεῖπον ἀνεπληρώθη : ἰδοὺ γὰρ τούν . Οἱ αὐτοὶ Δωριεῖς ἐγώνγα καὶ ἐγώνη : οὐ γὰρ ἐγώνγα , ϝάνασσα , | ||
παρὰ Δωριεῦσιν η εἰς ει μεταβάλλεται , τῇ δ ' ἐγώνγα τὴν ἱώνγα . Κόριννα : μέμφομη δὲ κὴ λιγουρὰν |
. ὁ γαιάοχος ] ὁ συνέχων τὴν γῆν . ὁ γαιάοχος ] ὁ τὴν γῆν ἔχων . Τηθύος δὲ παῖδες | ||
] ? [ – – ˘˘ Ἐννοσίδας ⌋ ] ⌊ γαιάοχος ἁγνὸς ε [ – – ˘˘ – γὰρ ⌋ |
κοσμοῦσα τὸν ναόν , τέκνον . ὁρᾷς ; ἀκαρὴς γὰρ παραπόλωλας ἀρτίως . δαιμόνων ἀλαστόρων οὐδὲ λόγον ὑμῶν οὐδ ' | ||
κυρίως ἐπὶ οἱουδήποτε ἐλαχίστου : Μένανδρος : ὁρᾷς ; ἀκαρὴς παραπόλωλας ἀρτίως . παρὰ τὸν καιρὸν καὶ τὴν στέρησιν ἀκαίραιόν |
βδελυρώτερος , θρασύτερος , ἐπονείδιστος , ἐπίρρητος , ἐπίψογος . Βίοι ἐφ ' οἷς ἄν τις ὀνειδισθείη , πορνοβοσκός , | ||
τοὺς διαφθείροντάς τινα ἔργα : ἢ ἐπὶ τῶν φιλολόγων . Βίοι ἀνθρώπων καὶ φυτῶν σπέρματα συνεξομοιοῦνται ταῖς χώραις . Βία |
ἔχει δὲ γυμνάσιον Ἑρμοῦ καλούμενον : ἔστι δὲ ἐν αὐτῇ Πουλυτίωνος οἰκία , καθ ' ἣν παρὰ τὴν ἐν Ἐλευσῖνι | ||
ἀνήρ . ἐν δὲ Σκύθαις τοῖς νομάσιν εἴ τις τὴν Πουλυτίωνος οἰκίαν κεκτημένος εἴη , οὐδὲν ἂν πλουσιώτερος δοκοῖ εἶναι |
] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων | ||
ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος : |
τῆς γῆς . κατὰ σπάνιν οὖν τροφῆς τε καὶ ἄλλων ἐφείδοντο ἔσθ ' ὅτε τῶν ἐν τοῖς πεδίοις , ἵν | ||
θάνατον . ” οἱ μὲν οὖν Δελφοὶ οὐδ ' ὣς ἐφείδοντο τοῦ Αἰσώπου . ὃ δ ' ἐπὶ τὸ τοῦ |
. Γ τεττιγοφόρος : ἔθος ἦν τοῖς Ἀθηναίοις τὸ παλαιὸν τέττιξι χρυσοῖς ἀναδεῖσθαι τὴν κόμην , ὡς Θουκυδίδης . οὕτω | ||
ἔϲτω δὲ καὶ τῆϲ ῥίζηϲ τῆϲ νάρδου βραχὺ ξὺν τοῖϲι τέττιξι ἀφεψήϲει : τοῖϲι αὐτέοιϲι ἐνίζεϲθαι ἀντὶ λουτροῦ ἐϲ ἄνεϲιν |
ταχέως , ταχύτατα . μαθητιῶ ] ἐπιθυμῶ . βούλομαι . ἐφίεμαι μαθεῖν . . , τὸ θέμα μαθητίζω . ἀλλ | ||
τὸ μηδέποτε στειρωθῆναι καὶ ἀτοκῆσαι , ᾧ καὶ αὐτὸς προσνεμηθεὶς ἐφίεμαι κληρονόμου δικαίως . ἄσβεστον γὰρ αὐτὸ καταθεώμενος αἴσχιστον εἶναι |
' ὑπ ' αὐχένων τίθησι . χἠ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ ἐν ἡνίαισί τ ' εἶχεν εὔαρκτον στόμα , | ||
χἡ μὲν ] καὶ ἡ μὲν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς |
τὸν Ἡρακλέα νομίζουσι . καὶ αὐτοῖς ἕστηκεν Ἡρακλῆς ἐκ θεοπροπίου ἐπηρμένος τῷ νώτῳ τὸ ῥόπαλον ὡς κύριος ὢν καὶ τὸν | ||
οὖν ὅτι ὄντως δὴ ὁ Ζεὺς , καίπερ αὐθάδης καὶ ἐπηρμένος ὢν καὶ ὑπέρογκος , ἔσται ταπεινός . ἑτοιμάζεται γὰρ |
ὀρέξεως : λιμὸς ἡ λεγομένη κυνώδης ὄρεξις . βαρείης : λαιμάργου , ἀπλήστου . βαρείης : κακῶν , λαίμαργον καὶ | ||
δ ' ὠὰ οὐχ ὅμοια . λάβροιο : ὁρμητικοῦ , λαιμάργου , ἰσχυροῦ . αἰετοῦ : εἶδος ἰχθύος : ἀετὸς |
τὰν κράμβαν . ὅκχ ' ὁρῆι βῶκάς τε πολλοὺς καὶ σμαρίδας . . κἀστακοὶ γαμψώνυχοι . κουρίδες τε ταὶ φοινίκιαι | ||
ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων ὅμοιά φησιν εἶναι τῇ μαινίδι βόακα καὶ σμαρίδας . Ἐπαίνετος δ ' ἐν Ὀψαρτυτικῷ φησι : σμαρίδα |
δ ' ἔμ ' ἔσκηψεν [ τάδε . κἄπειτ ' ἀυτεῖς καὶ σὺ μαρτύρηι θεοὺς αὐτὸς τάδ ' ἔρξας καὶ | ||
τίν ' , ὦ τεκοῦσα μῆτερ , ἔκπληξιν νέαν φίλοις ἀυτεῖς τῶνδε δωμάτων πάρος ; ὦ θύγατερ , ἔρρει σῶν |
, εὕρομεν αὐτὸ μήτε ὑδατῶδες ἐκτρέχον ἐν ταῖς μετ ' ἐγκλίσεσι καὶ ἐκρέον , μήτε μελιτωδῶς προσκολλώμενον , χρηστὸν εἶναι | ||
ἄλλα ἐπιρρήματα τῆς τοιαύτης σημασίας ἀκώλυτον ἔσχον ἐν ἁπάσαις ταῖς ἐγκλίσεσι σύνταξιν . τὴν τοιαύτην σύνταξιν ἀκριβέστερον ἐν τῷ περὶ |
, πολλὰ καὶ τῇ καλῇ κωμῳδίᾳ καὶ τῇ σεμνῇ τραγῳδίᾳ ἐγγεγυμνασμένος : παρὰ γὰρ τούτων ἅπαντα τὰ κάλλιστα ἀπανθισάμενος ἔσῃ | ||
, καὶ εὐρώστῳ τῷ σώματι διῆγε , καίτοι τῷ πιεῖν ἐγγεγυμνασμένος ὤν . Ἀλέξανδρος γοῦν αἰτήσας ποτὲ ποτήριον δίχουν καὶ |
πράγματα παρασχὼν ὑμῖν καὶ διοχλήσας . ἀλλ ' ἐγὼ μὲν εἴσειμι , ὅταν εἰσίω , ὅπως ἄν τι νουθετήσαιμι καὶ | ||
καὶ νεκρός , νυνὶ δὲ πλουτεῖς . Εὐκαταφρόνητος τῇ στολῇ εἴσειμι καὶ ταῦτ ' εἰς γυναῖκας . Ὡς ἡδὺ πρᾶος |
καθέδρας . ΓΘ πνὺξ : τὸ ἐν Ἀθήναις δικαστήριον . πυκνίτης ] ἐν τῇ πνυκὶ συναγόμενος . πνὺξ ] τόπος | ||
καθεύδειν . οἱ δὲ κυάμοις φασὶν ἐχρῶντο ἀντὶ ψήφων . πυκνίτης : πνὺξ τόπος Ἀθήνησιν ἔνθα ἔστιν ὅτε ἐκκλησίαζον οἱ |
ἅπτεται φρενῶν . Εἶἑν . Ἐν παιδοτρίβου δὲ τίνα πάλην ἐμάνθανες ; Κλέπτων ἐπιορκεῖν καὶ βλέπειν ἐναντίον . Ὦ Φοῖβ | ||
μυρίοις . Ταῦτα ἤκουες παρὰ τοῖς φιλοσόφοις , ταῦτ ' ἐμάνθανες ; οὐκ οἶσθ ' , ὅτι στρατεία τὸ χρῆμά |
τὸ σῶμα καὶ χωρὶς τῆς ψυχῆς τοῖς παθήμασι διείληπται . Μεμνήμεθα καὶ προερρήθη ταῦτα . Οὐκοῦν τὸ μὲν ἐπιθυμοῦν ἦν | ||
γε ᾠόμεθα ἐξελέγξαι ἡμᾶς αὐτούς : ἢ οὐ μέμνησθε ; Μεμνήμεθα . Τί οὖν ἂν ἔτι χρησαίμεθα τῷ λόγῳ ; |
ἐγχειρίδιον . παχὺς γὰρ ὗς ἔκειτ ' ἐπὶ στόμα . ἐτρύφησεν , ὥστε μὴ πολὺν τρυφᾶν χρόνον . ἴδιον ἐπιθυμῶν | ||
γὰρ ὗς ἔκειτ ' ἐπὶ στόμα . καὶ πάλιν : ἐτρύφησεν , ὥστε μὴ πολὺν τρυφᾶν χρόνον . καὶ ἔτι |
Δαρδάνου . Σειρῶν μὲν δὴ σταδίοις ἐστὶν ἀπωτέρω τριάκοντα ἡ Ψωφίς : παρὰ δὲ αὐτὴν ὅ τε Ἀροάνιος ποταμὸς καὶ | ||
πόλιν Φήγειαν , ἣ πρὶν Ἐρύμανθος ἐκαλεῖτο , ὕστερον δὲ Ψωφίς ὠνομάσθη , ὡς ἐροῦμεν , ἀπὸ τῆς μητρός . |
, εἴγε παντὶ συνθέτῳ τὸ τοιοῦτο παρακολουθεῖἐν . γὰρ τῷ μισογύνης καὶ τὸ μισεῖν ἔγκειται καὶ ἡ γυνή , καὶ | ||
, μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος , μισοφίλιππος μισαλέξανδρος , |
. καὶ πῶς ς ' οὔτις ἂν θείη τυφλόν ; σκώπτεις . ὁ δ ' Οὖτις ποῦ ' στιν ; | ||
καὶ ταῦτα λέγουσα Κόρακος μὲν καὶ Τισίου καταγελᾷς καὶ Θεόδωρον σκώπτεις τὸν Βυζάντιον ὡς μικρὰ ἄττα καὶ ὀλίγου ἄξια εἰς |
Εἴρηται δὲ ἀπὸ ἱστορίας τοιαύτης . Ἀκκὼ γυνὴ Ἀθηναία ἐπὶ μωρίᾳ διαβαλλομένη , ἥν φασι τῇ ἑαυτῆς εἰκόνι κατοπτριζομένην διαλέγεσθαι | ||
τὸν Κόροιβον ἐκεῖνον ἢ τὸν Μελητίδην , οἳ δὴ δοκοῦσι μωρίᾳ διενεγκεῖν . Ἐνθυμεῖσθαι μέντοι χρὴ καὶ ταῦτα . Ποῖος |
συγγραφέα εἰς τὸν ὁμώνυμον κατεπόντου ποταμόν . ΑΤΤΑΓΑΣ . Ἀριστοφάνης Πελαργοῖς : ἀτταγᾶς ἥδιστον ἕψειν ἐν ἐπινικίοις κρέας . Ἀλέξανδρος | ||
δὲ καὶ κακόβιος καὶ φιλοχρήματος , ὡς καὶ ἐν τοῖς Πελαργοῖς εἴρηται περὶ τούτου , ὅστις ἕνεκεν τῆς φειδωλίας οὐδένα |
Κυδαντίδαι . Κυθήριος : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Φαίνιππον . Κύθηρος δῆμος τῆς Πανδιονίδος , ἀφ ' οὗ ὁ δημότης | ||
τῶν διαβολῶν καὶ οἰκέτης τοῦ πρεσβύτου μάγειρος , ᾧ ἐπωνυμία Κύθηρος , ὑποθωπεύων , ὥσπερ ἐν δράματι , τὸν δεσπότην |
δεκατῶναι , εἰκοστολόγοι , πεντηκοστολόγοι : καὶ πεντηκοστολογεῖν ἐν Φιλωνίδου Κοθόρνοις ἔστιν εἰρημένον . παναγεῖς γενεάν , πορνοτελῶναι , Μεγαρεῖς | ||
καθίσανθ ' ὑφάπτειν τοῦ φλέω . Φιλωνίδης δ ' ἐν Κοθόρνοις : ὑποδέχεσθαι καὶ βατίσι καὶ τηγάνοις , καὶ πάλιν |
καί σύνδεσμος . . οὗτοι αἰσχροί . . Ἀρίστυλλος : αἰσχροποιὸς οὗτος . . καλαμίνθης : Δυσώδης βοτάνη καὶ ὄφεις | ||
εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός : Κύριον ὄνομα . αἰσχροποιὸς εἰς γυναῖκας , καὶ ἱππεύσας πρότερον , καὶ τοῖς |
βαρύνεται κατὰ τοὺς ἐγχωρίους . τὸ ἐθνικὸν Ἀγκώνιος , ὡς Ἀντρώνιος ὄνος ἡ παροιμία , Καλυδώνιος . λέγεται δὲ καὶ | ||
τὴν καλουμένην Δερτῶνα πόλιν ” . τὸ ἐθνικὸν Δερτώνιος ὡς Ἀντρώνιος . Δηλία , πόλις Καρίας . τὸ ἐθνικὸν Δηλιεύς |
τοῦ σκοποῦ τινὰ δ ' ἀποτυχεῖν , τὸ δὲ τίς ἐπέτυχεν ἢ ἀπέτυχεν ἄγνωστον , οὕτως ἐν βαθεῖ σχεδὸν σκότῳ | ||
Ἀντίγονον βασιλικῆς τινὸς ἕνεκα χρείας , κἀκείνου εἰκαιότερον ἀποκρινομένου , ἐπέτυχεν εἰπὼν οὕτω δὴ κέλεαι , γαιήοχε κυανοχαῖτα ; τόνδε |
γείτονας ποιήσεις . τοῦτον ἔνιοι τῶν ποιητῶν ἐπίφατον καλοῦσι καὶ ἐπίρρητον . διπλοῦν καὶ διπλάσιον , φησίν , διαφέρει . | ||
καὶ τῶν ἄλλων γενῶν ἱερῶν τε ὄντων καὶ θεοφιλῶν , ἐπίρρητον δὲ καὶ θῆλυν σοφίαν προελόμενος . καὶ ὡς οὐ |
ἦρχεν ᾠδῆς . ἐπεὶ δ ' ᾖσεν , εἰσεφέρετο τῇ ὀρχηστρίδι τροχὸς τῶν κεραμεικῶν , ἐφ ' οὗ ἔμελλε θαυματουργήσειν | ||
ηὔλει μὲν αὐτῇ ἡ ἑτέρα , παρεστηκὼς δέ τις τῇ ὀρχηστρίδι ἀνεδίδου τοὺς τροχοὺς μέχρι δώδεκα . ἡ δὲ λαμβάνουσα |
πνεῖ ἔφη . ἐπιπνεῖ λαοδάμας ] ἐπέρχεται ὁ τὸν λαὸν δαμάζων Ἄρης . ἐπιπνεῖ ] ἔρχεται . ἐπιπνεῖ ] ἐμπίπτει | ||
ἀπέφθισε : συνέφθειρεν . θήρα : ἄγρα . πιέζων . δαμάζων , συσφίγγων , ὡς μὴ ἐῶν αὐτὸν ἀναπνεῦσαι . |
σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως , ἐπιρρήτως δὲ καὶ ἐπιβοήτως καὶ περιβοήτως . τὸ δὲ κεκηρυγμένως ἄηθες . ἐκ δὲ τῶν | ||
, ζηλωτῶς , λαμπρῶς , ἐκφανῶς ἐπιφανῶς , περιβλέπτως , περιβοήτως , γνωρίμως . τὰ δὲ ῥήματα εὐδοκιμεῖν , εὐδοξεῖν |
τεθραμμένος , ὃν οἱ πολλοὶ μαμμόθρεπτον λέγουσιν . τήθη : μάμμη , ἡ πατρὸς ἢ μητρὸς μήτηρ . τηθίς : | ||
τοῦ μέμφονται , κατ ' εὐφημισμόν . τήθη . ἡ μάμμη . τίτθη ἡ τροφός . κορυζῶντα . μωραίνοντα , |
, ἀλλὰ τοσοῦτον . Ταὐτὸν οὖν ἐστιν ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ ὑγιεινοῦ , καὶ ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ δικαίου ; | ||
παντελὴς ἀναισθησία , τὸ δὲ διπλοῦν , ὅταν μὴ μόνον ἀνεπιστημοσύνῃ τις συνέχηται , ἀλλὰ καὶ οἴηται εἰδέναι ἃ μηδαμῶς |
οὔτε ὑπὸ τοῦ δεσπότου ἀφεθείς . ἢ οὐκ οἶσθα ὅτι λυχνοποιὸς ἦν Κῦρος Ἀστυάγους , καὶ ὁπότε γ ' ἐνεθυμήθη | ||
πόλει . Εὐβουλότεροι γενησόμεθα . Τρόπῳ τίνι ; Ὅτι τυγχάνει λυχνοποιὸς ὤν . Πρὸ τοῦ μὲν οὖν ἐψηλαφῶμεν ἐν σκότῳ |
διαθήκην ἄκυρον ποιήσειν . Πολλῶν δὲ καὶ δεινῶν ὄντων ἃ διαμεμαρτύρηκεν Ἀνδροκλῆς , τοῦτ ' αὐτὸ πρῶτον ἐπιδείξω ὑμῖν , | ||
περὶ γὰρ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται νυνί . Οὐκοῦν δήπου διαμεμαρτύρηκεν οὑτοσί , ὡς ἀκηκόατε , μὴ ἐπίδικον εἶναι τὸν |
' οὐρανοῦ τε καὶ χθονὸς ὤμοις ἐρείδων , ἄχθος οὐκ εὐάγκαλον . τὸν γηγενῆ τε Κιλικίων οἰκήτορα ἄντρων ἰδὼν ᾤκτιρα | ||
γὰρ φρυκτὰς αἴρων μάζας εἰς ὁδὸν καὶ φόρτον ἐξογκώσας οὐκ εὐάγκαλον , ἀλλὰ καὶ δυσβάστακτον διὰ τὸ περιβριθὲς τὴν μὲν |
ἵν ' εἰδῆτε . Οὐ τοίνυν μόνον ἐκ τούτων ἂν γνοίητε , ὅτι δεινὸν οὐδ ' ὁτιοῦν πέπονθεν τὸν ἄνθρωπον | ||
συμβουλεύω ἐγὼ γνῶναι ὑμᾶς αὐτούς . μάλιστα δ ' ἂν γνοίητε , εἰ ἀναλογίσαισθε ἐπὶ τίνι ὑμῖν μέγα φρονητέον ἐστίν |
ναυαγῷ Ἀριστοφάνης ἔφη τί ὦ πονηρέ μ ' ἐξορίζεις ὥσπερ κλιντήριον ; μέρη δὲ κλίνης ἐνήλατον καὶ ἐπίκλιντρον , ὑπὸ | ||
. τί , ὦ πονηρέ , μ ' ἐκκορίζεις ὡσπερεὶ κλιντήριον ; ἐγὼ γάρ , εἴ τί ς ' ἠδίκηκ |
ὑποξήρῳ κεχρημένῳ σώματι , τῇ συντρόφῳ δηλαδὴ νηστείᾳ τε καὶ λιτότητι , τοιοῦτον αὐτὸ ἀπεργασαμένῳ . τοὺς γὰρ πολυσαρκίᾳ κεχρημένους | ||
ἰδίας οὐσίας ποιεῖσθαι τοῖς τε συνεκδήμοις καὶ αὑτῷ . εἶτα λιτότητι καὶ ἀφελείᾳ χρώμενος καὶ ἀκεραίῳ τῇ δικαιοσύνῃ τὴν ἐπαρχίαν |
λεγόμενον ἐτήτυμον : τὸ ἀληθές ἄχθομαι : λυποῦμαι γράψομαι : κατηγορήσω κατωκάρα : κατακέφαλα ὦ γλίσχρων : ὦ γουλάριε , | ||
[ ἐπιτάξαντος ] . καὶ σὺ λέγε τίνος θέλεις [ κατηγορήσω ] . Κλαύδιος Καῖσαρ : ἀσφαλῶς [ ἐκ ] |
ἔθνος , οὗ μέμνηται Ἀσίνιος Κουάδρατος ἐν πρώτῳ Παρθικῶν . Ὀξύνεται δέ . : Μαυρούσιοι καὶ Μαῦροι , ἔθνος μέγα | ||
Ἀπὸ γὰρ τοῦ δαίω τὸ καίω δαῒς καὶ δάς . Ὀξύνεται δὲ τὸ δὰς , ὅτι τὰ ὀξυνόμενα ἐν τῇ |
ἀποκτεννύουσιν ἀνθρώπων οὐδένα : ἐὰν δέ τι εὕρωσι ἐν τῆι ὁδῶι χρυσίον ἢ ἱμάτιον ἢ ἀργύριον ἢ ἄλλο τι , | ||
μοι [ , ὡς ὁρᾶις , ἤδη βαδίζει κἀστὶν ἐν ὁδῶι [ . νῦν δὲ χρὴ κἀμὲ τοὺς ἔνδον προσειπεῖν |
οὗ καὶ Χαρισίου πόρτα . Ἀφροδίσιος : ὄνομα κύριον . Ἀρκείσιος : ὄνομα ποταμοῦ . Σιμοείσιος : ὄνομα κύριον : | ||
. ὧδε γὰρ ἡμετέρην γενεὴν μούνωσε Κρονίων : μοῦνον Λαέρτην Ἀρκείσιος υἱὸν ἔτικτε , μοῦνον δ ' αὖτ ' Ὀδυσῆα |
Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ | ||
Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής , |
[ κδʹ . Πρὸς τὰς ἐκ τοκετοῦ χλωράς . ] Πάνακος ῥίζας τρίψας ἐν οἴνῳ γλυκεῖ δίδου πιεῖν νηστικῇ . | ||
νίτρου λεάνας , δίδου πίνειν μεθ ' ὕδατος θαρρῶν . Πάνακος ῥίζης , κυμίνου , ἀνὰ δραχμὰς δύο , νίτρου |
βασιλεύς : Αἰλιανοῦ δὲ ταῦτα ἀκηκοέναι δόκει . „ „ ξυνίημι ” ἦ δ ' ὃς ” τοῦ ἀπορρήτου , | ||
, ἥκετ ' ἐμῶν καμάτων παραμύθιον : οἶδά τε καὶ ξυνίημι τάδ ' , οὔ τί με φυγγάνει : οὐδ |
εἶναι περιεκτικόν , σὲ δὲ τὸν μόνον πλούσιον ἐκχύτην . Σκώπτεις , ὦ οὗτος . ἀλλ ' ὅρα μή σε | ||
καὶ ἐμοί , ἵνα αὐτῷ φοιτητὴν προξενήσῃς καὶ ἐμέ . Σκώπτεις , ὦ Σώκρατες . Οὐ μὰ τὸν Φίλιον τὸν |
. αὐτόσιτον δ ' εἴρηκε Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : παράσιτον αὐτόσιτον . αὑτὸν γοῦν τρέφων τὰ πλεῖστα συνερανιστὸς εἶ τῷ | ||
σιτόκουρον , ἄθλιον , ἄχρηστον εἰς τὴν οἰκίαν εἰλήφαμεν . αὐτόσιτον δ ' εἴρηκε Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : παράσιτον αὐτόσιτον |
πήδημ ' ὀρούσας ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν : ὑπερθορὼν δὲ πύργον ὠμηστὴς λέων ἄδην ἔλειξεν αἵματος τυραννικοῦ . θεοῖς μὲν ἐξέτεινα | ||
] ὑπεραναβὰς ὁ λαός . πύργον ] τὴν πόλιν . ὠμηστὴς ] ὠμοφάγος . λέων ] ἤγουν ὥσπερ . ἄδην |
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . φῆ μιν ὅ γ ' ἐν νήσῳ ἰδέειν | ||
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . Αἰγύπτῳ μ ' ἔτι δεῦρο θεοὶ μεμαῶτα νέεσθαι |
Ἀρδαλιώτης , τοῦ δ ' Ἀρδαλίς Ἀρδαλός ὡς Θετταλός . Ἀρδέα , κατοικία τῆς Ἰταλίας . Στράβων πέμπτῃ . ἐκλήθη | ||
Ἀλβανῷ ὄρει , διέχοντι τῆς Ῥώμης τοσοῦτον ὅσον καὶ ἡ Ἀρδέα . ἐνταῦθα Ῥωμαῖοι σὺν τοῖς Λατίνοις Διὶ θύουσιν , |
. Βίαιος ὁ Ἰξίων ἐστὶ τὴν σφωε καὶ ἐπὶ δευτέρου τάσσων , ἀμφοτέρω γὰρ σφῶε φιλεῖ , ἐπεὶ καὶ ἡ | ||
, ἄελλα . Θᾶσσον : παρὰ τὸ ταχύς : συγκριτικὸν τάσσων , καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ , θάσσων |
καὶ βουλβάν . Φιλάργυρος διαθήκας γράφων ἑαυτὸν κληρονόμον ἔταξεν . Φιλάργυρος ἐρωτώμενος , διὰ τί ἄλλο οὐθὲν ἢ μόνον ἐλαίας | ||
δικαίου τυγχάνουσι : δυςχερὲς γὰρ ἀπὸ τοῦ συμφέροντος ἐμπεσεῖν . Φιλάργυρος πωλήσας χωρίον , τοῦ πριαμένου αὐτὸ θησαυρὸν εὑρόντος , |
τὸ κράτιστον μέρος εἴδους ἡττᾶται κάλλους . μὴ τοίνυν ὁ καλλωπίσαι τὴν Ἀφροδίτην βουλόμενος ὀνομαζέτω χρυσῆν τὴν θεόν , ἀλλ | ||
λαμπρῦναι , ἀπολαμπρῦναι , φαιδρῦναι , ἐκφαιδρῦναι , κοσμῆσαι , καλλωπίσαι , κατακοσμῆσαι , συστῆσαι , γνωρίσαι , ἐπευφημῆσαι . |
ὡς κοινὰ πράσσους ' , Ἄργος εἰ πράσσει καλῶς . ἔφθης με μικρόν : ταὐτὰ δὲ φθάσας λέγεις , πλὴν | ||
ἐν δικαστηρίοις σεσωκός , ὃ μυριάκις αὐτὸς πεποίηκας κύριον . ἔφθης εἰπὼν τὴν συγγνώμην καὶ ῥῆμα μέλλον ἐγνώρισας , οὗ |
οὐ πάρεστι , τίς ξυνώμοσε . καὶ Παρθένιος ἐν τῇ Ἀρήτῃ τὸ ἄννεμε ἀντὶ τοῦ ἀνάγνωθι : καὶ ἀννείμῃ Δωριστὶ | ||
εἰκάσθω οὖν καὶ αὐτὴ Θεανοῖ τε ἐκείνῃ τῇ Ἀντήνορος καὶ Ἀρήτῃ καὶ τῇ θυγατρὶ αὐτῆς τῇ Ναυσικάᾳ , καὶ εἴ |
στρατιώτας στάσιν , ἀνέλαβε τοὺς φυγάδας . φήσας δὲ ἐν παρακαταθήκῃ τὸν βασιλέα Πτολεμαῖον τὸν Φιλομήτορα δεδωκέναι παιδίον αὐτῷ τρέφειν | ||
. εἰλήφει δὲ τοῦτον παρὰ τοῦ Πριάμου ὁ Πολυμήστωρ ἐν παρακαταθήκῃ μετὰ χρημάτων . ἁλούσης δὲ τῆς πόλεως κατασχεῖν αὐτοῦ |
ἀρετὴν ὡς ἀληθῶς ἠσκημένους ταῖς ὑπὲρ αὑτῶν εὐφημίαις ἐρυθριᾶν . Ἔοικα δὲ τοῦ γάμου τὸ πάντων ἥδιστον παρατρέχειν . τί | ||
ὕβρεως , ἀλλὰ καὶ ψιλῇ κατηγορίᾳ πρὸς δικαστήριον ἄγεται . Ἔοικα δὲ τὸ μέγιστον οὔπω διάφορον εἰρηκέναι . τί οὖν |
! ! ! ! ! ! πεφρικότα ] ? ? τραγικώτερα ? ? ? δάκρυα λείβειν ? ? . [ | ||
. . . . ταῦτα μέντοι καὶ πολλὰ τούτων ἕτερα τραγικώτερα τοῖς Ἐμπεδοκλέους ἐοικότα τεράσμασιν ὧν καταγελῶσιν εἱλίποδ ' ἀκριτόχειρα |
Μεγαρέων ἢ Αἰγιέων οὐδεὶς λόγος , εὐδοκιμεῖ δὲ τὰ νῦν Γρυλλίων μόνος καὶ κατέχει τὸ ἄστυ , καὶ πᾶσα αὐτῷ | ||
πρὸς ἑταίρους πρόφασιν ἐπὶ κῶμον τινάς , ὅπερ ποιεῖν εἴωθε Γρυλλίων ἀεί . Ἀριστόδημος δ ' ἐν βʹ γελοίων ἀπομνημονευμάτων |
, ἔφη ὁ Διονυσόδωρος , λοιδορῇ , ὦ Κτήσιππε , λοιδορῇ . Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε , ἦ δ | ||
ὅτι τῇ τε βουλῇ καὶ τῇ σεαυτοῦ ἀρχῇ ταῦτα λέγων λοιδορῇ ; καὶ γὰρ ἡ βουλὴ διαναστᾶσα πρὸς τοὺς βασιλεῖς |
χαλκῷ : πρηνὴς δ ' ἐς ποταμὸν προκυλίνδετο , [ μίσγετο ] ? ? ? δ ' ὕδωρ ? [ | ||
ἐπὶ τάφρον ἰὼν ἀπὸ τείχεος , οὐδ ' ἐς Ἀχαιοὺς μίσγετο : μητρὸς γὰρ πυκινὴν ὠπίζετ ' ἐφετμήν . ἔνθα |