ἐχέτω , χρήσιμον δὲ αὐτὸν ποιησόμεθα πρὸς τὸ κατιδεῖν ὅσον ἡμάρ - τομεν ἀποφηνάμενοι τὸν βασιλικόν τε καὶ πολιτικὸν ἐν
, Τίου Τιανός , Καρίου Καριανός , Σηλυμβρίου Σηλυμβριανός . ἡμάρ - τηται τὸ Βοτρυηνός , ἐὰν ἀπὸ τοῦ Βότρυος
6414003 λημ
Τέθνηκεν ἡ τάλαινα ; Μηκέτ ' ἐκφοβοῦ μητρῷον ὥς σε λῆμ ' ἀτιμάσει ποτέ . ˘ – ˘ – ˘
τόνδε , καὶ γήρᾳ βαρύς . Ἰὼ τάλας . Ὅσον λῆμ ' ἔχων ἀφίκου , ξέν ' , εἰ τάδε
6259902 ὑπερβιβασμον
Ἀριστοφάνης φησὶ καὶ παρὰ Ξενοφάνει : βάτραχος καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν βράταχος καὶ βρόταχος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν καὶ Ῥητορικόν
. Ἀλλόκοτον : τὸ ἀνόμοιον : ἀλλότοκον καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀλλόκοτον . ἢ παρὰ τὸ ἀλλαχοῦ κεῖσθαι καὶ μὴ
6144791 μετοικησεως
λῆξιν εἶναι . . . περὶ δὲ τῆς εἰς Κόρινθον μετοικήσεως Ἵππυς ἐκτίθεται καὶ Ἑλλάνικος . ὅτι δὲ βεβασίλευκε τῆς
ὃ μετήγαγεν ἐπὶ Μήδειαν . περὶ δὲ τῆς εἰς Κόρινθον μετοικήσεως Ἵππυς [ . ] ἐκτίθεται καὶ Ἑλλάνικος [ .
6007574 χωλευει
ἀγαθόν , ὑπάρχει τοῦτο ζῶντι παντί ; Ἢ οὔ : χωλεύει γὰρ ἡ ζωὴ τῷ φαύλῳ , ὥσπερ ὄμμα τῷ
δὴ καὶ χωλὸν ποιοῦσι τὸν Ἥφαιστον , καθ ' ὃ χωλεύει καθ ' ἑαυτὴν ἡ τοῦ πυρὸς φύσις , ὅταν
5995507 ἑκαϲτην
, τοῦτον ὀνομάζομεν ἐπεκτεταμένον τριταῖον . εἰ δὲ καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν παροξύνει μετὰ ῥίγουϲ εἰϲβάλλων ϲφοδροῦ , φέρει δὲ
ἐπιούϲῃ καταβάπτων εἰϲ τὸ ὑδάτιον τὸν κτένα χρῶ καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν . καὶ τὸ ϲπέρμα δὲ τῆϲ ἀλθαίαϲ ἐν
5981873 ὑπεραιωρησιν
ἐκ τῆς κλίμακος κρεμασθῇ ὁ πάσχων πρὸς τὸν καθ ' ὑπεραιώρησιν καταρτισμόν . κρεμαμένου δὲ τοῦ καταρτιζομένου , ὁ ὑπηρέτης
καὶ μάλιστα ὅταν θέλῃ τις κρεμαμένου τοῦ πάσχοντος καθ ' ὑπεραιώρησιν καταρτίσαι : ἀσφαλὴς δὲ γίνεται ἡ κατάτασις , βεβηκότος
5870165 ὑποφερομενων
θέρεος καὶ κατὰ χειμῶνα , πολλοὶ τῶν ἤδη πουλὺν χρόνον ὑποφερομένων φθινώδεες κατεκλίθησαν : ἐπεὶ καὶ τοῖσιν ἐνδοιαστῶς ἔχουσι ,
ὧν οὐδέν ἐστιν ἀλογώτερον . Τὰ μὲν οὖν τοιαῦτα τῶν ὑποφερομένων ἐσχάτως ἐστὶ κενὰ καὶ κηφηνώδη . Μείζων δὲ ὁ
5857217 Ἀδριανον
ἔχειν . Οὕτω τε ἦν εὐκλεὴς ἔτι νέος , ὡς Ἀδριανὸν , σκοπούμενον ὅςτις αὐτῷ διαδέξεται τὴν βασιλείαν , ἐπειδὴ
Δῆμε [ , ] οὐκ ἄγνωστος Φοῖβος θεός ἄνακτα καινὸν Ἀδριανὸν ἀγγελῶν , ᾧ πάντα δοῦλα [ δι ' ]
5807416 εὐκατορθωτον
οὐ τὸν τυχόντα ὑπομένουσι καὶ ἐπιφόβως διάγουσιν . Ζεὺς Σελήνῃ εὐκατόρθωτον καὶ περικτητικὸν τὸν χρόνον δηλοῖ ἀπό τε θηλυκῶν καὶ
φαῦλα ἐπιόντων τῶν χρόνων , καὶ πρὸς τὰς ἐπιβολὰς οὐκ εὐκατόρθωτον ἀποτελεῖ μετὰ φόβων καὶ μόχθων . Σελήνη Ἀφροδίτῃ εὐεπήβολον
5768706 ἀνηγκακα
* . . . Ἀνήγκακα : ἰστέον , ὅτι τὸ ἀνήγκακα βάρβαρόν ἐστιν : οὐχ εὑρίσκεται γὰρ ἐν χρήσει Ἑλληνικῇ
: ἀπὸ τοῦ ἀναγκάζω ἀναγκάσω ἠνάγκακα καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀνήγκακα . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀγκάζω τοῦ σημαίνοντος τὸ ταῖς
5740334 ἑαυτο
ὡς ἀνωτέρω εἴρηται , περὶ τὸ ποσὸν τὸ καθ ' ἑαυτὸ καταγίνεται , ἡ δὲ μουσικὴ περὶ τὸ ποσὸν τὸ
, τὴν πρώτην αἴσθησιν ἑαυτοῦ λαβόν , εὐθὺς ὠικειώθη πρὸς ἑαυτὸ καὶ τὴν ἑαυτοῦ σύστασιν . φαίνεται δ ' ἔμοιγε
5731568 Ναγιδος
ἀπὸ τοῦ Νάγιδος κυβερνήτου , καὶ νῆσος Ναγιδοῦσσα ” . Νάγιδος δ ' ἐκλήθη διὰ τὸ Νάγιν αὐτὴν κτίσαι .
μεταξὺ Κιλικίας καὶ Παμφυλίας . Ἑκαταῖος Ἀσίαι : μετὰ δὲ Νάγιδος πόλις , ἀπὸ τοῦ Νάγιδος κυβερνήτου , καὶ νῆσος
5715100 ὑποβολην
Τιτάνων μάχην , Διὸς γένεσιν , Ῥέας ἀπάτην , λίθου ὑποβολήν , Κρόνου δεσμά , τὸν τῶν τριῶν ἀδελφῶν κλῆρον
βούλοιο δαψιλές , δύο καὶ σύντρεις ἑλόμενον ἔχειν ἀποχρῶσαν λόγων ὑποβολήν . πολλὴ γὰρ ἐν ἅπασιν ἡ λαμπρότης . εἰ
5706947 Τηνερον
ἡ δὲ Μελία Ἰσμηνοῦ ἀδελφὴ ὑπὸ Ἀπόλλωνος φθαρεῖσα καὶ γεννήσασα Τήνερον , ἀφ ' οὗ ἐν Θήβαις Τηνερικὸν πεδίον .
τὸν τρικάρανον ” Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε : „ καὶ τὸν Τήνερον καλεῖ „ ναοπόλον μάντιν δαπέδοισιν ὁμοκλέα . ” ὑπέρκειται
5646082 Ἡρακλειτον
, αὐτὸ μόνον πεισθέντες ὅτῳ προσέκυρσεν ἕκαστος : ἔτι μὴν Ἡράκλειτον , ” μὴ εἰκῆ περὶ τῶν μεγίστων συμβαλλώμεθα “
ὑπολαμβάνειν εἶναι καὶ μὴ εἶναι , καθάπερ τινὲς οἴονται λέγειν Ἡράκλειτον . ̈ . . Ἡ . τὸ περιοδικὸν πῦρ
5642465 ὑπερθεσιν
μεγάλαις πράξεσι καὶ τὸ μέλλειν ἀεὶ τοῦ πράττειν καὶ τὴν ὑπέρθεσιν τῆς συντελείας προκρίνουσιν . ὃ καὶ τότε συνέβαινεν καὶ
, καὶ ἄλλα ἀνάγκη συνυπακούεσθαι πρὸς ἃ αὐτὸ τὴν ἑαυτοῦ ὑπέρθεσιν ἕξει , ἐφ ' ἃ λεγόμενον μέσην ἔχει πάντως
5642330 Διελων
οὐσίαι λέγονται . ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων . Διελὼν τὴν οὐσίαν εἴς τε τὴν πρώτην καὶ τὴν δευτέραν
λογικὸν ὑπὸ τὸ ζῷον . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Διελὼν ὁ Ἀριστοτέλης τὰ λεγόμενα εἰς τὰ μετὰ συμπλοκῆς καὶ
5623548 απερ
? [ ! ! ! ! ] λείπειν η [ απερ [ ! ] ! ! [ ] ς ἡμῖν
? [ ] [ ν ] ? ἱστορία [ ] απερ [ ] [ σαι ] ! [ ] !
5600590 στομ
ταγηνίαις : τεμάχη δ ' ἄνωθεν αὐτόματα πεπνιγμένα εἰς τὸ στόμ ' ᾄττει , τὰ δὲ παρ ' αὐτὼ τὼ
ἀνάγκης δεῖ γελᾶν , ἵνα θεωρῶς ' οἱ παρόντες τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ
5589737 ὑποδιαιρεσιν
τὰς πρακτικὰς τὸ πρακτικόν . Τούτων οὕτως ἐχόντων εἴπωμεν τὴν ὑποδιαίρεσιν τοῦ θεωρητικοῦ . καὶ ἐνῆν μὲν προτάξαι θάτερον θατέρου
αὐτοῦ καὶ τῶν κατ ' αὐτὸ ἀρετῶν ἤδη εἰρηκώς , ὑποδιαίρεσιν δὲ τοῦ λόγου ἔχοντος ποιεῖ καὶ φησί : Καὶ
5584709 ἐπιμαχωτατον
Ἑλλήνων ἐπορεύοντο εὐθὺς πρὸς τοὺς πολεμίους ἐπὶ χωρίον ὃ ἐδόκει ἐπιμαχώτατον εἶναι . ᾠκεῖτο δὲ τοῦτο πρὸ τῆς πόλεως τῆς
μέρος τῆς πόλεως κατασκοπῶν τὸ ταύτῃ τεῖχος , ᾗ τε ἐπιμαχώτατον εἴη ἐς προσβολὴν ᾗ τε ἀπόμαχον καὶ ᾗ δεῖ
5583315 παραθεμενου
καὶ ὠφελιμωτάτοις συγγράμμασιν καὶ δυναμένοις σωφρονίζειν τοὺς ἐντυγχάνοντας , ἱκανὰ παραθεμένου καὶ πολλῷ τούτων πλείονα . Ἔχρη οὖν καὶ ἐθέσπιζε
περὶ τῶν ἐν τοῖς Ἠθικοῖς Νικομαχείοις Ἀριστοτέλους , ἐννοίας ἀμφιλαφεῖς παραθεμένου περὶ τοῦ παρὰ Ἀντιφῶντι τῶι τραγωιδιοποιῶι [ . ]
5580277 δωρουμενου
πρὸς μέγα λέγεται μικρόν , καὶ τὸ δῶρον παρὰ τοῦ δωρουμένου δωρεῖται , καὶ τὰ ὅμοια . Καὶ φθορὰ δὲ
θεῶν πεπλασμένην , ἀλλὰ κοινῇ ὑπὸ πάντων , ἄλλο ἄλλου δωρουμένου καὶ προστιθέντος , οὐδαμῶς σοφὸν οὐδ ' ἐπ '
5569979 ἀποτριτωσιν
# β , οἴνου αὐστηροῦ ξεστία γ . ἑψήσας εἰς ἀποτρίτωσιν δίδου ἐκ τοῦ οἴνου καθ ' ἡμέραν ἀπὸ μύστρου
ὅλας κόψας ἐπίχεε ὕδατος # γ ὀμβρίου καὶ ἕψει εἰς ἀποτρίτωσιν , εἶτ ' ἐκθλίψας καὶ ῥίψας ἕψει πάλιν τὸ
5538884 ΑΝΩ
ὁπότε παρῆκται ἀπὸ ῥήματος . αὐτὴ δὲ ἡ διὰ τοῦ ΑΝΩ παραγωγὴ οὐκ ἔχει κατάρχον τὸ Ι ἐκτεταμένον , διὰ
. Ἴτωνά τε καὶ ἴτεαι ποιητικά . Τὰ διὰ τοῦ ΑΝΩ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς συστέλλει τὸ Α : λιμπάνω ἁνδάνω
5527726 λεπτυνομενος
' ὕδωρ ἐξατμιζόμενον εἰς ἀέρα , ὁ δ ' ἀὴρ λεπτυνόμενος εἰς πῦρ : ἡ δὲ κατάντης ἀπὸ κεφαλῆς ,
, ὃς ἐπὶ μὲν τῶν ἀλόγων ζῴων διὰ στερεότητα μὴ λεπτυνόμενος αἰσθητός ἐστιν , ἐπὶ δὲ τῶν ἀνθρώπων λεπτυνόμενος ὑπὸ
5518637 συνῃρημενον
πλόος γάρ ἐστι πλόου τὸ ἐντελὲς καὶ πλοῦς πλοῦ τὸ συνῃρημένον : πλὴν σημείωσαί μοι καὶ ἐνταῦθα θαυμαστήν τινα κλίσιν
ἁπλοῦν καὶ εὔνοος καὶ τὸ συγκριτικὸν εὐνοώτερος , τὸ δὲ συνῃρημένον σχῆμα εὐνούστερος καὶ οὐχὶ εὐνούτερος . ῥητέον οὖν ὅτι
5509999 λοισθος
' ἄρ ' ἐν Ἀργείοις ἔπεα πτερόεντ ' ἀγόρευε : λοῖσθος ἀνὴρ ὤριστος ἐλαύνει μώνυχας ἵππους : ἀλλ ' ἄγε
. Ἵκετο μὴν Τίρυνθα παλιγκότῳ Εὐρυσθῆι ζωὸς ὑπὲξ Ἀίδαο δυώδεκα λοῖσθος ἀέθλων : καί μιν ἐνὶ τριόδοισι πολυκρίθοιο Μιδείης ταρβαλέαι
5477791 Ἐφαρμοστον
' ἔσαν χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι : λοιπὸν ὡς πρὸς τὸν Ἐφάρμοστον : ἀπ ' ἐκείνων δὴ ἦσαν οἱ πρόγονοι ὑμῶν
, μετὰ θάῤῥους , τόνδε τὸν ἄνδρα , τουτέστι τὸν Ἐφάρμοστον , ἀπὸ μοίρας δαίμονος γεγονέναι εὔχειρα , ἤγουν γενναῖον
5477010 ξυνελεγη
τῶν ὑποκριτῶν . Ἀριστοφάνης δὲ ἐν Δαναΐσιν ἔφη κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος : Ἀλέξιδος δὲ καὶ δρᾶμα Σώρακοι .
δηλονότι . τὸ παρὸν στράτευμα : τὸ τῶν Ἀθηναίων στρατόπεδον ξυνελέγη : συνηθροίσθη . ἄρας : τὰ ἱστία δηλονότι .
5460534 ἀθλιου
, ἄμεινον ἐκμαθεῖν τί δραστέον . Οὕτως ἄρ ' ἀνδρὸς ἀθλίου πεύσεσθ ' ὕπερ ; Καὶ γὰρ σὺ νῦν τἂν
τοιοῦτον καὶ ἐκ τούτων εἰς ταῦτα μεταβάλλον . Ἅλις τοῦ ἀθλίου βίου καὶ γογγυσμοῦ καὶ πιθηκισμοῦ . τί ταράσσῃ ;
5456591 Ἰδμονα
αὐτὸν Τελέοντος υἱόν . , : Ἄβαντος φησὶ νομισθῆναι τὸν Ἴδμονα . Συμμαρτυρεῖ δὲ αὐτῷ καὶ Ἡρόδωρος . , :
χαλιμάδας φησὶ λέγεσθαι . Ἴδμων δὲ καί : οἰκείως τὸν Ἴδμονα ὡς μάντιν ὄντα ποιεῖ ἐναντιούμενον τῷ Ἴδᾳ ἐχθρῷ ὄντι
5448658 ἀνθρ
μηνυταῖς ἐνίους τῶν πολιτῶν χρηστοὺς ὄντας κατέδουν διὰ πον . ἀνθρ . πίστιν : πιστεύοντες πονηροῖς ἀνθρώποις μηνυταῖς . χρησιμώτερον
] ? ? ? θεόϲ ? ] ! [ ] ἀνθρ [ ! ] : ο [ ] το ?
5448657 ἐγχυματιζομενον
ἢ Χίῳ αὐϲτηρῷ λείου . ἐγχρίεται τρὶϲ τῆϲ ἡμέραϲ ὑδαρὲϲ ἐγχυματιζόμενον διὰ χυλοῦ τήλεωϲ , εἶτα ᾠοῦ ἢ γάλακτοϲ ,
καὶ ἔλαιον , ἐπειδὰν ἡλκωμένοι τύχοιεν , καὶ γάλα γυναικεῖον ἐγχυματιζόμενον ὅ τε χυλὸϲ τοῦ ἀρνογλώϲϲου χλιαρόϲ : εἰ δὲ
5448041 Υἱον
, ἥκων παρρησιάζῃ ” φησί “ καὶ κατακρώζεις ; ” Υἱὸν μονογενῆ δειλὸς εἶχε πρεσβύτης γενναῖον ἄλλως καὶ θέλοντα θηρεύειν
δὲ τόπος ἐστὶν Ἀπόλλωνος ἱερὸς ἐν Κολοφῶνι τῆς Ἰωνίας . Υἱὸν δέ φησιν αὑτὸν Δαμαίου οὕτω λέγων : . αἰνήσεις
5444276 οἰκτιζεσθαι
ἐλέῳ χαρισαμένους μὴ ἀποκτεῖναι . καὶ ἀφεθείσης ἐγράφη ψήφισμα μηδένα οἰκτίζεσθαι τῶν λεγόντων ὑπέρ τινος μηδὲ βλεπομένους τὸν κατήγορον ἢ
οἰκτείρεσθαι , ὀδύρεσθαι ἀποδακρύειν , κλαίειν ἀνακλαίειν , ἀποθρηνεῖν , οἰκτίζεσθαι , ὀλοφύρεσθαι , κατοδύρεσθαι . Ξενοφῶν δὲ ποιητικωτέρως καὶ
5443076 παραγομενον
ἐνέργειαν ἔχει καμπτόμενον , ἢ ἐκτεινόμενον ἢ εἰς τὰ πλάγια παραγόμενον . ἔσται δὴ τρίβος τῷ μὲν βαδίζοντι τὸ ἴχνος
, εἰ οἷόν τε φάναι , πρὸ τοῦ ποιῆσαι τὸ παραγόμενον καὶ τὸ αἰτιατὸν καὶ τὸ ὀρεκτικὸν καὶ τὸ γνωστικὸν
5437934 ᾁδην
τὰ δὲ τραγικῶς , ὡς τὸ Περὶ τῶν καθ ' ᾅδην καὶ τὸ Περὶ εὐσεβείας καὶ τὸ Περὶ ἐξουσίας .
: τὸν Μάξιμον ἔφασκεν τραχηλάγχην ἐπιβαλόμενον ἕλκειν αὐτὸν εἰς τὸν ᾅδην , ὡς δικασόμενον ἐπὶ τοῦ Πλουτέως . οἱ δὲ
5433140 σπευδετε
ἐνθάδε καλὸν ἀποθανεῖν : ὑμεῖς δὲ πρὶν συμμεῖξαι τοῖς πολεμίοις σπεύδετε εἰς τὴν σωτηρίαν . καὶ ταῦτ ' ἔλεγε καὶ
τοῦτον ἀνάρσιον ἵππον ἄγοντες δαιμόνιοι μαίνεσθε καὶ ὑστατίην ἐπὶ νύκτα σπεύδετε καὶ πολέμοιο πέρας καὶ νήγρετον ὕπνον ; δυσμενέων ὅδε
5422422 πηοι
ἀπαντᾷ . Ἡσίοδος : γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . ἢ οὕτως : ἐπεὶ δεῖται ἄνθρωπος ἀνθρώπου εἰς
ἐγκώμιον ἄλλο γένηται , γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . πῆμα κακὸς γείτων , ὅσσον τ ' ἀγαθὸς
5418379 δαος
, χείω , χαός : ὡς δαίω τὸ καίω , δαός , ἡ λαμπάς . δηλοῖ δὲ τὸ χαὸς τὸ
, χείω , χαός : ὡς δαίω τὸ καίω , δαός , ἡ λαμπάς . δηλοῖ δὲ τὸ χαὸς τὸ
5417038 ὑφαιρεσιν
δὲ περαίνουσα ποσότης , ἥτις μειουμένου τοῦ πλήθους κατὰ τὴν ὑφαίρεσιν παντὸς ἀριθμοῦ στερηθεῖσα μονήν τε καὶ στάσιν λαμβάνει .
κατὰ ἀπόλαυσιν ἀγαθῶν ὡς ἐν εἰρήνῃ ἢ κατὰ ἀντίταξιν καὶ ὑφαίρεσιν κακῶν ὡς ἐν | πολέμῳ . Λεία μὲν οὖν
5402118 νεατας
σπερχόμενον , μολίβῳ τε καταρρεπὲς ἠδὲ σιδήρῳ , σεύεται ἐς νεάτας ῥίζας ἁλός , ἔνθ ' ἀμενηναῖς πηλαμύσι προὔτυψεν ἐν
δὲ μέσας πότι νεάταν δι ' ὀξειᾶν , ἀπὸ δὲ νεάτας ἐς τρίταν συλλαβά , ἀπὸ δὲ τρίτας ἐς ὑπάταν
5398920 χαρασσω
ἐπίρρημα . . . , : καρχαρόδους : παρὰ τὸ χαράσσω . ὁ κεχαραγμένους ἔχων τοὺς ὀδόντας , οἷον ὠξυμμένους
κεχαραγμένους ἔχων τοὺς ὀδόντας . . . εἴρηται παρὰ τὸ χαράσσω ῥῆμα , ὅπερ ἐν συνθέσει μετὰ τοῦ ὀδοὺς γίνεται
5398477 Γανδαριδων
ἀπολαμβάνων εἰς τὸ πρὸς ἕω μέρος τὸ ἔθνος τὸ τῶν Γανδαριδῶν , πλείστους ἔχον καὶ μεγίστους ἐλέφαντας . Διὸ καὶ
καταπεπολεμημένου Πώρου , τὴν βασιλείαν ἀπολιπὼν πέφευγεν εἰς τὸ τῶν Γανδαριδῶν ἔθνος . ὁ δὲ Ἀλέξανδρος παροξυνθεὶς Ἡφαιστίωνα μὲν ἐξέπεμψεν
5389641 θριαμβευσαι
, ἐκρατύνατο . καὶ αὐτῷ ἡ βουλὴ θρίαμβον Ἰλλυρικὸν ἔδωκε θριαμβεῦσαι , ὃν ἐθριάμβευσεν ὕστερον ἅμα τοῖς κατ ' Ἀντωνίου
τὸ κοινὸν ταμιεῖον . ἐφ ' οἷς ἡ μὲν βουλὴ θριαμβεῦσαι παρέσχεν αὐτῷ , ὁ δὲ τῆς πομπῆς τὴν παρασκευὴν
5389634 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
5387481 Βια
. Βίοι ἀνθρώπων καὶ φυτῶν σπέρματα συνεξομοιοῦνται ταῖς χώραις . Βία πενήτων , πλουσίων παράκλησις : παρόσον οἱ μὲν πένητες
, , . , . , + . . . Βία : ἡ δύναμις , ἀλλὰ καὶ ἡ ἐκ δυναστείας
5386327 ὀστρακινον
γὰρ καλοῦμεν τοὺς κακὰ ὑπομείναντας πολλά : πήλινον δὲ ἢ ὀστράκινον δοκεῖν γεγονέναι πᾶσι θάνατον σημαίνει χωρὶς τῶν διὰ γῆς
χόνδρον τοῦ λιβάνου ἅπτων εἰς λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν , εἶτα περικάθαψον χάλκωμα εἰς κοῖλον τετρημένον κατὰ
5385352 ὑπορρυσιν
καὶ δύο καὶ τρεῖς διαιρέσεις δοτέον ἐν τοῖς καθ ' ὑπόρρυσιν τόποις , κατὰ τὴν τοῦ μεγέθους ἀναλογίαν : μετὰ
, κατὰ τὸ μᾶλλον διϊστάμενον μέρος τῆς ῥαφῆς καθ ' ὑπόρρυσιν διδόναι τὴν διαίρεσιν , ἐκλαμβάνειν τε οὐχ ὅλον τὸ
5376156 προπεμπων
τὴν προπεμπτικὴν οὑτωσί πως : ὑποκείσθω δὲ ἡμῖν νέος συνήθης προπέμπων φίλον . οὐκοῦν ὁ τοιοῦτος ἐνταῦθα ὥσπερ τι πεπονθὼς
τῆς ἑωυτοῦ παῖδας . Ἐπείτε δέ σφεας ἀπεπέμπετο , εἶπε προπέμπων αὐτούς : Ἆρα ἴστε , ὦ παῖδες , ὃς
5375480 ἀμοιβαν
πόλις . ἴσθι , γˈλυκεῖάν τοι Μενάνδρου σὺν τύχᾳ μόχθων ἀμοιβάν ἐπαύρεο . χρὴ δ ' ἀπ ' Ἀθανᾶν τέκτον
μαστὸν ὑπερτέλλοντ ' ἐσιδὼν σφάγιον ἔθετο ματέρα , πατρώιων παθέων ἀμοιβάν . γυναῖκες , ἦ που τῶνδ ' ἀφώρμηται δόμων
5364895 κηδευματα
. . . . προστάττει . γρ . προστάττει . κηδεύματα . γαμικὰ συναλλάγματα . φαμεν . . . .
φερόμενον : τὸν δ ' ἐναντίως πεφυκότα ἐπὶ τἀναντία χρὴ κηδεύματα πορεύεσθαι . καὶ κατὰ παντὸς εἷς ἔστω μῦθος γάμου
5358861 ἀποβαινον
ἀγαπᾶν τὰς ἡδονὰς τὰς τοιαύτας καὶ μὴ δι ' ἕτερον ἀποβαῖνον , ἀκόλαστόν ἐστιν . εἰ γὰρ ἀγαπᾷ μοιχεύειν διὰ
καθ ' αὑτὰ οὐχί , ἐπὶ μὲν ἐκείνων ἔδειξε τοῦτο ἀποβαῖνον καὶ ἐν τοῖς πράγμασι , ταῦτα δὲ παρῆκε μέχρι
5356659 ἐκτεινομενου
. φωνή ἐστιν ἡ γινομένη καθ ' ὁρμὴν τοῦ ἡγεμονικοῦ ἐκτεινομένου καὶ συνεκτείνοντος τὸ πνεῦμα τὸ διὰ φάρυγγος μέχρι τοῦ
τοῦ μηροῦ κεφαλῆς , καὶ τοῦ μὲν σκέλους τῇ κατατάσει ἐκτεινομένου , τοῦ δὲ πάσχοντος κατ ' ἀνατροπὴν ὑπτίου σχηματιζομένου
5337744 κρεμασθῃ
φεύξονται . Σπόγγος ὄξει βραχείς , ἐὰν ἐκ τῆς ὀροφῆς κρεμασθῇ , πάντας ἐκεῖ συνάγει . οὐκ ἀδικήσουσι κώνωπες τὸν
κατασκευασθήτω , ὡς ὅτι ἐλάχιστον χρόνον κρέμηται . ὅταν δὲ κρεμασθῇ , ἄνδρα χρὴ εὐπαίδευτον καὶ μὴ ἀσθενέα , ἐρείσαντα
5336410 παγ
καλῶν [ ] | | συμπληρωσαμένου ? [ ] : πᾶγ γὰρ τὸ τοιοῦτο 〚 ν 〛 καὶ τὸ ὁμοειδὲς
καλῶν [ ] | | συμπληρωσαμένου ? [ ] : πᾶγ γὰρ τὸ τοιοῦτο 〚 ν 〛 καὶ τὸ ὁμοειδὲς
5326738 λαμπον
καὶ ἰδοὺ ἔχω καὶ ἰδοὺ προσορῶ τὸ κάλλος ἄγριον καὶ λάμπον , οὔπω ἔξωρον οὐδὲ δυσήνιον : ὃ ἐγὼ οὔ
ὁ πᾶς λόγος προῆκται ἔχων οὕτως : ἰὼ Παρνάσιον ὄρος λάμπον διπλῇ λαμπηδόνι σύ τε , ὦ αὐτόθι ἐκβλαστάνουσα ἄμπελε
5320308 συσχεθηναι
τοῦτο κατὰ βούλησιν γεγονέναι τῶν θεῶν τὸ τῇ ἀνάγκῃ τοιαύτῃ συσχεθῆναι , ἵνα δηλονότι μισήσωσι τὸ μετὰ τῶν σωμάτων ζῆν
οἱ τέττιγες πλὴν φωνὴν ἔχουσι . τοὺς δὲ νοσοῦντας δίψῃ συσχεθῆναι λέγουσι καὶ πάντως ἀποθανεῖσθαι : τροφῆς γὰρ οὐ μέτεστιν
5317306 Διδυμον
καὶ ἐπὶ λθʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ τετάρτου τὸ κατὰ Δίδυμον ἐν λόγοις ἐπὶ δʹ καὶ ἐπὶ λʹ καὶ ἐπὶ
καὶ ἐπὶ ιθʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ ἕκτου τὸ κατὰ Δίδυμον ἐν λόγοις ἐπὶ εʹ καὶ ἐπὶ κδʹ καὶ ἐπὶ
5316470 ἀμπλακηματων
ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεής τ ' ἀπώλετο , πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς ὄψεις ἀράξας αὐτὸς αὐτουργῷ χερί : ἔπειτα μήτηρ
τὸ Δῖον , Ἡφαίστου δὲ χείρ . ποινὰς δὲ ποίων ἀμπλακημάτων τίνεις ; τοσοῦτον ἀρκῶ σοι σαφηνίσας μόνον . καὶ
5315986 νυχιον
ἅ νιν ἔβασεν Ἑλλάδ ' ἐς ἀντίπορον δι ' ἅλα νύχιον ἐφ ' ἁλμυρὰν Πόντου κλῆιδ ' ἀπεράντου . Κορίνθιαι
τοῖς ὅρκοις πεισθεῖσα ἠκολούθησεν Ἰάσονι : δι ' ἅλα δὲ νύχιον ἐφ ' ἁλμυρὰν πόντου , ἀντὶ τοῦ δι '
5310811 ἱρεα
ἐστὶ πάντῃ δέκα σταδίων . Μετὰ δὲ τοῦτον βασιλεῦσαι τὸν ἱρέα τοῦ Ἡφαίστου , τῷ οὔνομα εἶναι Σεθῶν . Τὸν
αὐτοῖσι καὶ τῆς ἐμῆς ὄψιος . Ἐλευθερωθέντες Αἰγύπτιοι μετὰ τὸν ἱρέα τοῦ Ἡφαίστου βασιλεύσαντα ἐστήσαντο δυώδεκα βασιλέας , [ ἐς
5310271 ἀτρεμης
, σημαίνει δὲ τὸν ὑγιῆ : ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος
ὀρύνω . . . . ἀρτεμής : ὁ ὑγιής : ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος
5306509 συμμιγει
καὶ τρέφουσα καὶ τελειοῦσα : ἡ αὐτὴ γάρ ἐστι τῷ συμμιγεῖ καὶ εὐκράτῳ ἀέρι . τριγέννητος θεὰ ἡ Ἀθηνᾶ ,
τάχει τε πολλῷ καὶ βίᾳ καὶ ῥύμῃ φερόμενος βοῇ τε συμμιγεῖ καὶ ἀλαλαγμῷ καὶ εἰρεσίᾳ καὶ ἀντιφιλοτιμήσει ἐς ἀλλήλους χρωμένων
5303975 διχορδον
Σώπατρος δ ' ὁ παρῳδὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Μυστάκου θητίῳ δίχορδον εἶναί φησι τὴν πηκτίδα λέγων οὕτως : πηκτὶς δὲ
' ἐχθὲς ὠμοὺς εἰς τὸ πῦρ ἀποσβέσας καὶ πρὸς τὸ δίχορδον ἐτερέτιζες . ᾐσθόμην : ἐκεῖνο δρᾶμα , τοῦτο δ
5303550 ὑστεροχρονιαν
μεθ ' ἁλώϊα ἔργα : ἀντὶ τοῦ ἐν ταῖς ἁλωνίαις ὑστεροχρονίαν , δῆλον : μετὰ τὰ ἔργα τοῦ ἅλωνος *
ἄρσενας , εἰς ἢ ἐπὶ τοὺς ἄρσενας αὐτῶν δῆλον : ὑστεροχρονίαν δηλοῖ ἡ μετά . Ἔνθ ' : τότε .
5302596 Μινων
Ὁ Μίνως , τοῦ Μίνω , τῷ Μίνῳ , τὸν Μίνων . Ἐλέγχω ἀντὶ τοῦ παρίστημι , ὡς τὸ ἐλέγχω
συγγιγνόμενον τῷ Διὶ οὐδαμοῦ . διὰ ταῦτά φημ ' ἐγὼ Μίνων ἁπάντων μάλιστα ὑπὸ Ὁμήρου ἐγκεκωμιάσθαι . τὸ γὰρ Διὸς
5300855 ἑωυτην
τῶν ἐν τῷ πλεύμονι , καὶ θερμασίην ἐπάγει ἐφ ' ἑωυτήν : ἢν δὲ ῥηγματίης ἔῃ ὁ τὴν νοῦσον ἔχων
τὸ μὲν παχύτατον ἐμέει , τὸ δὲ λεπτότατον ἕλκει ἐς ἑωυτήν : οὐρέει δὲ καὶ ἐν ταύτῃ ὑπὸ τῶν αὐτῶν
5296721 Φυλακον
διὰ τὸ ἰδεῖν αὐτὸν ἄτοπόν τι ποιοῦντα . Ἔπειτα τὸν Φύλακον μὴ καταλαμβάνοντα , πῆξαι τὴν μάχαιραν εἴς τινα ἄχερδον
αἰτίαν τῆς ἀπαιδίας σπορᾶς εὐθέως εὗρεν . Διῶξαι γὰρ τὸν Φύλακον μετὰ μαχαίρας τὸν Ἴφικλον ἔτι νεογνὸν ὄντα διὰ τὸ
5295678 ἐξεθρεψεν
ἐν τῷ κευθμῶνι τῆς Κρήτης τὸν Δία , τότε αὐτὸν ἐξέθρεψεν αἲξ [ νύμφη ] μαστὸν ὀρέγουσα . τὴν αἶγα
κακῶς ἀδικεῖται μὲν ἡ τῶν Ἀθηναίων πόλις , ἣ τοῦτον ἐξέθρεψεν , ἀδικεῖται δὲ Μάξιμος , δι ' ὃν οὐκ
5295426 περιπτωσιν
τὸ δὲ ὄφελον ῥῆμα . ἑτερόφθαλμος μέν ἐστιν ὁ κατὰ περίπτωσιν πηρωθεὶς τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν , μονόφθαλμος δὲ ὁ
κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν . οὔτε δὲ κατὰ περίπτωσιν θεωρεῖται οὔτε κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν :
5286559 προσαχθεισης
, ὅταν γένοιτο τὸ στόμα αὐτῆς κατὰ τὸ τεῖχος , προσαχθείσης τῆς τετρακύκλου πρὸς αὐτό , διανοίξαντα τὸν ἔνδον ὄντα
Ἀμφιάραον ἀνελεῖν τὸν Μελάνιππον καὶ προσαγαγεῖν αὐτοῦ τὴν κεφαλήν . προσαχθείσης δὲ αὐτῷ τῆς κεφαλῆς καὶ τῆς ὀργῆς νικησάσης τὸν
5285539 γναθμοιο
: ἡ δ ' ἀντίη ἵστατο παιδός καί μιν ἄφαρ γναθμοῖο κατασχομένη προσέειπεν : “ Τίπτ ' ἐπιμειδιάᾳς , ἄφατον
δ ' ἐπὶ Νῖρον ὄλεσσε βαλὼν ἀνὰ δηιοτῆτα δουρὶ διὰ γναθμοῖο , πέρησε δ ' ἀνὰ στόμα χαλκὸς γλῶσσαν ἔτ
5283803 ἐσελθοντα
καθήμενος Ἐπιμενίδης Κνώσσιος , ὃν ἐλθόντα ἐς ἀγρὸν κοιμᾶσθαι λέγουσιν ἐσελθόντα ἐς σπήλαιον : ὁ δὲ ὕπνος οὐ πρότερον ἀνῆκεν
ὄπισθε τῆς ἀνοιγομένης θύρης στήσω : μετὰ δ ' ἐμὲ ἐσελθόντα αὐτίκα παρέσται καὶ ἡ γυνὴ ἡ ἐμὴ ἐς κοῖτον
5283365 Λεοντιον
, ὅπως ὁ μὲν ῥέῃ , λαμπροὶ δὲ ἡμεῖς διὰ Λεόντιον ὦμεν μετὰ τοῦ Λεοντίου . Ἴσως τἄλλα ψεύδομαι καὶ
τέλος ἄγειν . τούτων δὴ τῶν ἀγαθῶν καὶ τὸν ἄριστον Λεόντιον ἀπολαύσειν ἡγοῦμαι βοηθοῦντα μὲν ἀγαθῇ γυναικί , βοηθοῦντα δὲ
5278783 τυφθω
ην εἰς ω μέγα , καταβιβάσῃς δὲ καὶ τὸν τόνον τυφθῶ γίνεται . Ὁμοίως ἀπὸ τοῦ ἐτύπην γίνεται τὸ ἐὰν
εἰς ω μετὰ περισπωμένης τὸ ὑποτακτικὸν ποιεῖ , τυφθείς ἐὰν τυφθῶ , διδούς ἐὰν διδῶ . ἐὰν τυφθῇςτυφθῇ . Δυϊκά
5277330 Φιλωνα
οἱ πρεσβύτεροι Παιανιέων . Ἐκπέπληγμαι δέ , εἰ σὺ λοιδορεῖν Φίλωνα τολμᾷς , καὶ ταῦτα ἐν τοῖς ἐπιεικεστάτοις Ἀθηναίων ,
δ ' εἶχεν ἐλάσσονα κινδαψοῖο . Ἐπιμελῶς δὲ καὶ πρὸς Φίλωνα τὸν διαλεκτικὸν διεκρίνετο καὶ συνεσχόλαζεν αὐτῷ : ὅθεν καὶ
5277294 μονωτης
ἡμῶν , εἰ μὴ πᾶσα ἀνάγκη , ὁ τοιοῦτος ἔστω μονώτης . τὸν δὲ πολιτικὸν εὐδαίμονα , ᾧ πάντα πρόσεστι
γὰρ οἱ τοιοῦτοι καὶ τερατώδεις γίνονται . ἀλλ ' οὐδὲ μονώτης καὶ ἄτεκνος ἂν εἴη εὐδαίμων : ἴσως δὲ οὐδὲ
5266818 ἐμβιβαζεσθωσαν
τῶν πυρετῶν τρομώδεις εἶεν , ἀλειφέσθωσάν τε καὶ εἰς ὑδρέλαιον ἐμβιβαζέσθωσαν μυρακόποις τε κεχρήσθωσαν καὶ δρωπακιζέσθωσαν τόν τε νῶτον καὶ
ὑδρέλαιον καθιέμενοι , εἰ ἀσθενεῖς εἶεν , διὰ τῆς ἐνδρομίδος ἐμβιβαζέσθωσαν . ἀναμικτέον δὲ τὸ ἔλαιον ἀκριβῶς τῷ ὕδατι :
5266670 Ὀναρ
πλουσίων ἠράσαντο θεοῖς αὐταὶ πιστευθῆναι μητέρες θυγατρὸς οὕτω καλῆς . Ὄναρ δὲ Διονυσοφάνει μετὰ φροντίδα πολλὴν εἰς βαθὺν ὕπνον κατενεχθέντι
ποιεῖ γὰρ τὸν δειλὸν ἀνδρεῖον τὸ τῆς πατρίδος ὄνομα . Ὄναρ τι τοῦτο , λαμπρότατε Κυίντιλλε , κελευσθεὶς προσφέρω σοι
5259263 λαμπομενον
ἐκάθευδον , ἡ δὲ λύχνον ἔνδον ἔκαιε μέγαν τῷ πυρὶ λαμπόμενον : ἔπειτα ἀποδυσαμένη παρέστη τῷ λύχνῳ γυμνὴ ὅλη καὶ
ἰδεῖν ἠδὲ προτιμυθήσασθαι : τὸν καὶ παπταίνοντες ἐθάμβεον αὐτοὶ ἑταῖροι λαμπόμενον χαρίτεσσιν , ἐγήθησεν δὲ κελεύθῳ Ἀμπυκίδης , ἤδη που
5254864 ἐληλυθας
τοῦ ὄνου σύμβολον διασῴζειν καὶ σύρειν : σὺ δέ μοι ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον
πῶς τί ποτ ' ἐφλυάρησα τὰ ἐπελθόντα μοι ; φθονῶν ἐλήλυθας , τεταπεινωμένος , ὅτι σοι ἐξ οἴκου φέρεται οὐδέν
5251474 ἀτιμοτερος
χλαμύδων οὐκ ἀπεσκήνου πολὺ τὰ τριβώνια , οὐδὲ Παρμενίωνος Ἀριστοτέλης ἀτιμότερος ἦν οὐδὲ Ἄρειος Ἀγρίππου . ὅσοι δὲ ἢ φιλόσοφοι
' οὔτ ' ἐν τοῖς στρατιώταις ἔσει δι ' ἐμὲ ἀτιμότερος ἄν τε μένῃς παρ ' ἐμοὶ χιλίους μόνους ὁπλίτας
5249239 ἐγγραφει
. εἰσήγαγεν , ἐποιήσατο , ἵνα τἀν μέσῳ συντέμω , ἐγγράφει τοῖς Ἀπατουρίοις τουτονὶ μὲν Βοιωτὸν εἰς τοὺς φράτερας ,
ὁ Παῦλος ὡς ἂν εἰς τὰ ἔθνη ἀπεσταλμένος , οὐκ ἐγγράφει ἑαυτὸν Ἑβραίων ἀπόστολον , διά τε τὴν πρὸς τὸν
5248431 γεωφανιου
ἐν ᾧ γῆς μέταλλον . περὶ δὲ τοῦ ἐν Σάμῳ γεωφανίου ὃν τρόπον ἐξευρέθη Ἔφορος δεδήλωκεν ἐν τῇ θʹ .
. , . , . Κατὰ Πολυεύκτου περὶ τοῦ ⌈ γεωφανίου ⌉ : περὶ μὲν αὐτῆς τῆς μηνύσεως . .
5237564 πρωτογενες
κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων : ἁγίασόν μοι πᾶν πρωτότοκον , πρωτογενές , διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἐν υἱοῖς Ἰσραὴλ ἀπὸ ἀνθρώπου
χαλκοτυπική , κεραμική , φλοιστική , φελλοί , βίβλοι , πρωτογενές , ἀσύνθετον . γλυπτικὴ σφραγίδων , δρυοτομική . *
5237469 ΓΗΑ
[ ἔχοντα ] , ὥστε ἴσας εἶναι τὰς ὑπὸ ΔΓΗ ΓΗΑ γωνίας ἐναλλάξ , καὶ παράλληλον τὴν ΓΔ τῇ ΑΗ
. πάλιν , ἐπεί , οἵων μέν ἐστιν ξ ἡ ΓΗΑ ὑποτείνουσα , τοιούτων συνάγεται καὶ ἡ ΓΖΘ ὅλη νθ
5236702 πεντετηριδος
οὗτοι ὦν δῶρα τὰ ἐτάξαντο ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ διὰ πεντετηρίδος ἀγίνεον , ἑκατὸν παῖδας καὶ ἑκατὸν παρθένους . Ἀράβιοι
τὰ μὲν καθ ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν , τὰ δὲ διὰ πεντετηρίδος , ἅπερ καὶ μεγάλα ἐκάλουν . Ἰσοκράτης Παναθηναϊκῷ φησι
5236259 συναγοιτο
τὴν τοῦ Ε δεῖξιν , καὶ εἰ ἄλλο τι ἔξωθεν συνάγοιτο ὑπ ' αὐτῶν : κατὰ τοῦτο δὲ πλείους ἂν
μερικωτέρων συνάγειν δυνατόν : εἰ δέ τι διὰ τῶν μερικωτέρων συνάγοιτο , οὐ πάντως καὶ διὰ τῶν καθολικωτέρων συναχθήσεται :
5232657 ἐρχηται
ὑγιὴς γίνεται ὁ ἄνθρωπος : ἢν δὲ ἐς τὴν φαρμακείην ἔρχηται εὐθὺ , ἀποῤῥήγνυται ἀπὸ τῆς ἕλμινθος , ὁκόσον δύο
ἐπὶ δὲ τῆς τῶν κρίκων παραβολῆς ἐκεῖνα παρατηρητέον , ὅπως ἔρχηται μὲν ἕκαστος διὰ τῶν εἰρημένων τεσσάρων σημείων , σχήματι
5229667 λοισθιος
παρὰ τὸ ὄλισθος καθ ' ὑπερβιβασμὸν τοῦ λ λοῖσθος καὶ λοίσθιος , οἷον ἐξολισθήσας καὶ ἐμποδισθείς : ἢ παρὰ τὸ
παρὰ τὸ ὄλισθος καθ ' ὑπερβιβασμὸν τοῦ Λ λοῖσθος καὶ λοίσθιος : ὅτε γλώσσῃ πλεῖστος ὄλισθος ἔνι , ὁ ἔσχατος
5229555 σπαραττομενος
γαστρὸς ἢ δι ' ἐμέτων , ἀλλὰ ναυτιῶν τε καὶ σπαραττόμενος , σπουδάζειν δεῖ τηνικαῦτα παρασχεῖν αὐτοῖς , ὅσα μᾶλλον
ἐντρεχὴς ἔσται τόπον ἐκ τόπου ἀμείβων , ἐπὶ ἀλλοτρίᾳ λύμῃ σπαραττόμενος διὰ τὴν τοῦ αἰλούρου κεφαλήν . ἐὰν δὲ τὸ
5228821 Πυργος
ὀρνέων καὶ βασιλικωτάτου παραδείγματί τε καὶ ὀνόματι . Ἕρκος ] Πύργος . Ἔσοδοι ] Ἀγῶνες . Οἱ τὸ νῦν ]
πηλὸς δὲ διὰ τὸ πάνυ λεαίνεσθαι , ἤγουν λεῖον . Πύργος : διὰ τὸ ὑπὲρ γῆν εἶναι , ἤγουν ἐπάνω
5226797 δεδμημεθα
ἕκαστος : πρὸς τὸ σχῆμα : ἔδει γὰρ πειθόμεθα καὶ δεδμήμεθα ἕκαστος . . . . . αἰεὶ γάρ τοι
' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος , ἀντὶ τοῦ ἐπιπειθόμεθα καὶ δεδμήμεθα . πρόσωπα ἐν ἀντωνυμίαις : δεῦτε δὴ ἐννέπετε σφέτερον
5224413 ἑαυ
τοῦτ ' αἴτιον οὑγὼ λέγω . τῶν μὲν ] οἶδεν ἑαυ - τὸν ὄντα , τῶν ἀδικούντων , ὑμᾶς δ
βραχὺ φωνῆεν , μὴ ἐπὶ τέλους λέξεως κείμενον , μεταξὺ ἑαυ - τοῦ καὶ τῆς ἄλλης συλλαβῆς οὐκ ἔχον σύμφωνα
5220679 ἐλθηις
' ἐγκαλεῖν ἀδικεῖ ς ' ἐκεῖνος , ἄν ποτ ' ἔλθηις εἰς λόγους . εἰ δ ' ἐκβιάσει , δίκην
. ἢν δ ' ἀπολείψας σῶμα ἐς αἰθέρ ' ἐλεύθερον ἔλθηις , ἔσσεαι ἀθάνατος θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός .
5218362 θηναι
δεῖ γὰρ κεκενωμένα τὰ δένδρα μετὰ τοὺς καρποὺς ἀντιπληρω - θῆναι πάλιν τῆς τροφῆς καὶ ταύτην πέψαι καὶ κατασχεῖν εἴπερ
πόλεως τέθνηκε , τὸν δὲ Πολυνείκην ἄταφον ῥιφέντα βρω - θῆναι ὑπὸ τῶν ὀρνέων , διότι ἦλθεν ἀφανίσαι τὴν πόλιν
5214378 καμω
τὸ ἀκμὴν τὴν ἡλικίαν ἔχειν , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ καμῶ τὸ κοπιῶ γίνεται κμὴ , καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ
οὐκ ἔστιν ἀπὸ τοῦ κμῶ , ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ καμῶ καμήσω κεκάμηκα καὶ κατὰ συγκοπὴν κέκμηκα . σημαίνει δὲ
5214266 ἐκταραξιν
: ἢ γὰρ δι ' ἀγρυπνίαν ἄμετρον ἢ διὰ πολλὴν ἐκτάραξιν τῆς γαστρὸς ἢ διὰ λιμὸν ἐπιτεταμένον : ἕκαστον γὰρ
ὀξέου νοσήματος ἀμφότερα γίνεσθαι , καὶ τὴν ἀγρυπνίαν καὶ τὴν ἐκτάραξιν τῆς γαστρὸς καὶ τὸ νεκρῶδες πρόσωπον . καὶ πόθεν

Back