τὸ ἔχειν τόπους εἰς τὸ ἡβᾶν ἐπιτηδείους . ὅθεν καὶ ἡβητήρια τὰ γυμνάσια : ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν :
δὲ καὶ τὰ ἄλση νεμόμενον , ἔτι τε ὅπου πύθοιτο ἡβητήρια εἶναι μεθύσκεσθαι . καὶ Ἄμασιν δὲ τὸν καὶ αὐτὸν
6901763 ἑλεα
, οὔτε ἡμέρης οὔτε νυκτὸς ἀνιέντα , ἔς τε τὰ ἕλεα καὶ τὰ ἄλσεα πλανώμενον καὶ ἵνα πυνθάνοιτο εἶναι ἐνηβητήρια
ἕνδεκα βασιλέων καταλαμβάνει μιν διὰ τὴν κυνέην φεύγειν ἐς τὰ ἕλεα . Ἐπιστάμενος ὦν ὡς περιυβρισμένος εἴη πρὸς αὐτῶν ,
6520018 ἀργυρεια
ἕνεκα , ὅπως θαρροῦντες μὲν ὅτι πλείστους ἀνθρώπους ἐπὶ τὰ ἀργύρεια ἄγωμεν , θαρροῦντες δὲ κατασκευαζώμεθα ἐν αὐτοῖς , ὡς
Γυγάδας . ἀργύρια , ἀργυρῖτις γῆ , ὑπάργυρος ἐπάργυρος , ἀργύρεια μέταλλα . καινοτομίαι μετάλλων . μεσοκρινεῖς κίονες οἱ ἐν
6425823 Θρηιξι
δὲ ἀκούειν ἑκατέρωθεν τοὺς νομεῖς πεφευγότας . οὔτ ' οὖν Θρήιξι : τοῖς ἐπὶ τῆς Εὐρώπης Θρᾳξὶν ὅμοροί εἰσιν οἱ
, ἀπιὼν οὐκ ἀπέλαβε , ἀλλὰ δόντες οἱ Παίονες τοῖσι Θρήιξι ἀπαιτέοντος Ξέρξεω ἔφασαν νεμομένας ἁρπασθῆναι ὑπὸ τῶν ἄνω Θρηίκων
6392159 δοξαζον
ἐπὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων . ἄλλως τε δὴ εἰ τὸ δοξάζον καὶ τὸ δοξαζόμενον πρὸς ἄλληλα λέγεται , εἰ ἔστιν
τὸ εἶδος αὐτῶν , εἴη ἂν πρὸς ἀόριστα λεγόμενον τὸ δοξάζον : οὐκ ἄρ ' ἅπαντα πρός τι , οὔτε
6380860 κλαυματα
ἀνειπεῖν ” Μύσκελλε βραχύνωτε , παρὲκ θεὸν „ ἄλλο ματεύων κλαύματα θηρεύεις : δῶρον δ ' ὅ τι δῷ ”
τὸν χρησμόν : Μύσκελλε βραχύνωτε , παρὲκ θεὸν ἄλλα ματεύων κλαύματα θηρεύσεις : δῶρον δ ' ὅτι δῷ τις ἐπαίνει
6374401 Ὀργης
τούτου . τοῦτο δὲ ἱστόρησεν Ἀντίπατρος ἐν τῷ πρώτῳ περὶ Ὀργῆς . ἐγὼ δὲ φιλοπλάκουντος ὢν οὐκ ἂν περιεῖδον τὸν
ἀστασίαστον καὶ εὔδιον , καὶ βίον εἰρηναῖον ψυχῇ παρασκευάζει . Ὀργῆς κρατέειν ἄριστον ἐθίζειν ἑωυτόν , μάλιστα μὲν καὶ πρὸς
6367720 δοξασματα
. τὰ μὲν τοίνυν ἄλλα . τὰ τῶν Ἡρακλειτείων ἄλλα δοξάσματα . ὁμοίως ὀρθὴ εἶναι . ἀντὶ τοῦ συνδραμεῖν τὴν
οὖν βέλτιον Ἡ . παίδων ἀθύρματα νενόμικεν εἶναι τὰ ἀνθρώπινα δοξάσματα . . . μεμνῆσθαι δὲ καὶ τοῦ ἐπιλανθανομένου ἧι
6362694 εἱμαρμενα
ἀνία , μηδ ' ἐχθροὺς εὔφραινε . θεῶν δ ' εἱμαρμένα δῶρα οὐκ ἂν ῥηϊδίως θνητὸς ἀνὴρ προφύγοι , οὔτ
Ἡσίοδον καὶ τοῦτο δὲ ὁμοίως διὰ τὸ ἀοράτως ἐπέρχεσθαι τὰ εἱμαρμένα . τρεῖς δέ εἰσιν αἱ Μοῖραι , Κλωθώ ,
6359255 πονηροτερα
ἤ τι ἄλλο τῶν εἰς τὴν τέχνην τά τε ἔργα πονηρότερα ἐργάσεται καὶ τοὺς ὑεῖς ἢ ἄλλους οὓς ἂν διδάσκῃ
τοιαῦτα πάντα ἀϲθένειαν δηλοῖ τῆϲ πεπτικῆϲ ἐνεργείαϲ . τούτων δὲ πονηρότερα τό τε ἄκρωϲ πυρρόν , χολῆϲ γὰρ ξανθῆϲ ἀκράτου
6354747 ἀποβησονται
ἐγὼ κατὰ μὲν τὰ Ἀριστάνδρου καὶ Ἀρτεμιδώρου , Οὐ καλῶς ἀποβήσονται ταῦτά γε τὰ ἐνύπνια ἐν ὑμῖν , ἀλλὰ σοὶ
καὶ ταυτότητος . ἐκ δὲ τῆς ἀπισώσεως ταύτης ὀρθῶς ἡμῖν ἀποβήσονται αἱ λεγόμεναι ἠθικαὶ ἀρεταί , σωφροσύνη , ἀνδρεία ,
6307955 μετεκομισθη
πρὸ τῆς Ἀφροδίτης : Βοηθὸς δὲ ἐτόρευσεν αὐτὸ Καλχηδόνιος . μετεκομίσθη δὲ αὐτόσε καὶ ἐκ τοῦ καλουμένου Φιλιππείου , χρυσοῦ
καὶ περιμάχητα ταύτης θεάματα καὶ ἀκούσματα τὰ μὲν ἐς ἑσπέραν μετεκομίσθη , τὰ δ ' ἐν αὐτῇ τῇ πόλει πυρὸς
6305672 Βλεπαιος
εἶναι . νοῦν γ ' ἔχων : πλουτεῖ γὰρ ὁ Βλεπαῖος . Κρατῖνος δ ' ὁ νεώτερος ἐν Τιτᾶσι :
βούλεται . νοῦν γ ' ἔχων : πλουτεῖ γὰρ ὁ Βλεπαῖος . Κρατῖνος ὁ νέος : Κόρυδον τὸν χαλκοτύπον πεφύλαξο
6302166 ἐπετεια
ὅλη φύσις ἐν τούτοις . Ἄλλα δ ' ἐστὶν ὥσπερ ἐπέτεια μέρη τὰ πρὸς τὴν καρποτοκίαν , οἷον φύλλον ἄνθος
ἄδην αἰῶνος ἐτύχθη : Μοιράων δ ' ἔτι κεῖθι θύη ἐπέτεια δέχονται καὶ Νυμφέων Νομίοιο καθ ' ἱερὸν Ἀπόλλωνος βωμοὶ
6295678 τικτομενα
τὰ ἄλλα ζῶα , ἅπαξ ἡμερωθεὶς ἀγριοῦται . τὰ δὲ τικτόμενα ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἐκείνῳ ἐοικότα . βιβάζειν δὲ χρὴ
τῶν ὀρνίθων τὸ ἕκτον μέρος ἔστωσαν ἀλεκτρυόνες . Τὰ δὲ τικτόμενα ὠὰ εὐθὺς ληπτέον , καὶ συνθετέον εἰς ἀγγεῖα μετὰ
6286954 ταριχειαν
κωβιός , ἠλακατῆνες . εἰσὶ δὲ κητώδεις , ἐπιτήδειοι εἰς ταριχείαν . Μένανδρος Κόλακί φησι : κωβιός , ἠλακατῆνες ,
δὲ Σινώπην προϊοῦσα ὡραιοτέρα πρός τε τὴν θήραν καὶ τὴν ταριχείαν ἐστίν : ἐπειδὰν δὲ ἤδη συνάψῃ ταῖς Κυανέαις καὶ
6276741 ὑποστικτεον
σπεύδοντες γὰρ σχολαίτερον ἂν παύσαισθε διὰ τὸ ἀπαράσκευοι ἐγχειρεῖν . ὑποστικτέον οὖν εἰς τὸ μὴ αἰσχύνεσθε ὃ μέμφονται : οἱ
τὰ δὲ γεννώμενα οὕτω δή , ” εἰς τὸ δὴ ὑποστικτέον : οὕτω γὰρ δὴ λέγει , τουτέστι τὰ βραδέα
6272867 κεκρυμμενα
εἰς νότου κέλευθον εἰσδύνων βίαι . διοδὴ πνοαῖσι τἀν βυθῶι κεκρυμμένα ἔδειξαν Ἰχθῦς : πᾶς γὰρ εἰς βυθὸν πεσών ἄνεμος
, οἱ δὲ τὰς τιμωρίας οὐκ ἐνεγκόντες , φανεροῦν τὰ κεκρυμμένα σπουδάζοντες ἦσαν καὶ ἄκοντες . Πρὸς γὰρ πᾶσαν ἀνάγκην
6250778 ἁπλουϲτερα
πυξίδα μολυβδίνην φύλαττε . Ὀριβαϲίου πρὸϲ τὰ ἐν μυκτῆρϲιν ἕλκη ἁπλούϲτερα . λιθαργύρου ψιμμυθίου ἀνὰ ⋖ Ϛ μολύβδου κεκαυμένου πεπέρεωϲ
κίνηϲιϲ ἐν χρόνῳ . τοὺϲ δέ γε δυϲιατοῦνταϲ καὶ τὰ ἁπλούϲτερα τῶν λεχθέντων ἰάϲατο ϲυγχριϲμῶν : ἐξαίρετα δὲ τούτοιϲ ηὑρέθη
6244970 Διδασκαλος
ἤγουν ἐλάττωσις . Δράκων : διὰ τὸ δράσσασθαι κακῶς . Διδάσκαλός ἐστιν ὁ διδοὺς τὸ καλόν . Δένδρον : διὰ
ἐλάττωσις . Δράκων : διὰ τὸ δράσσασθαι . κακῶς . Διδάσκαλός : ἐστιν ὁ διδοὺς τὸ καλόν . Δένδρον :
6239508 τρωγαλια
τραγήματα οὕτως ἔλεγον . . ἰσχάδια : Σῦκα . . τρωγάλια : Τραγήματα . οὕτω γὰρ τὰ τραγήματα ἐκάλουν οἱ
γὰρ πῦρ οἱ ἄνθρωποι ἐρρίπιζον , ἵνα ὀπτήσωσιν . τὰ τρωγάλια λέγει . εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός :
6217931 ἀσθενεστατα
ἐτείαις ὥραις πάνθ ' ὡς εἰπεῖν , μάλιστα δὲ τὰ ἀσθενέστατα , τὰ δ ' ἄνθινα καθ ' ἣν ὥραν
γένηται : ἐπὴν δὲ ὁ πυρετὸς ἀφῇ , ῥοφήματα ὡς ἀσθενέστατα ποιέων προσφέρειν : ἢν δὲ ἰνηθμὸς ἐγγένηται , ἢν
6217923 ὑπογεια
Δήμοις . λέγειν δ ' ἔστι καὶ κατάγεια οἰκήματα καὶ ὑπόγεια . ἔνι δ ' εἰπεῖν λίθον σκληρὸν καὶ λίθον
δίδωσι , μάλιστα καὶ τοῦ περὶ ἀποδημίας κλήρου εἰς τὰ ὑπόγεια πίπτοντος . κἂν οἱ κλῆροι πάλιν ὅ τε τῆς
6206313 ἀππιδια
, ἀφ ' ἧς γίνεται λευκὰ συκάμινα . Τὰ δὲ ἀππίδια ἐνθεματίζεται εἰς ῥοιάς , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ
χλοώδη τὸν καρπὸν ἔχουσα , οἷον δωρακινά , μῆλα , ἀππίδια , δαμασκηνά , καὶ ὅσα μὴ ἔχει ἔξωθέν τι
6191611 μελῳδουμενον
τὰ τέσσαρα πρὸς τὰ τρία . τὸ διὰ πέντε φθόγγων μελῳδούμενον φθόγγων ἐστὶ πέντε , διαστημάτων τεσσάρων , τόνων τριῶν
τὰ τρία πρὸς τὰ δύο . τὸ διὰ πασῶν φθόγγων μελῳδούμενον φθόγγων ἐστὶν ὀκτώ , διαστημάτων ἑπτά , τόνων ἕξ
6184770 διαδιδοντα
κατ ' ἴξιν : ἢ καὶ τὰ κάτω ἥπατος ἄνωθεν διαδιδόντα , οἷον τὰ ἐς ὄρχιας καὶ κιρσούς ; σκεπτέα
διῆλθεν . Ἰδὼν δὲ τὸν σωματοφύλακα τοῦ τυράννου τὰ ἐπιτήδεια διαδιδόντα τοῖς στρατηγοῖς , ὑπολαβὼν αὐτὸν τὸν Πορσίναν εἶναι ,
6183364 λυσιτελη
. καθάπερ καὶ τροφὴν ἕκαστον διώκει τὴν αὐτῷ ἀγαθὴν καὶ λυσιτελῆ : πᾶσι δὲ κοινῶς ἀγαθὸν οὗ πάντα κοινῶς ἐφίενται
: Τενέδιος πέλεκυς . Ζεὺς ἀετὸν εἵλετο : ἐπὶ τῶν λυσιτελῆ καὶ καλὰ ἐκλεγομένων : λέγεται γὰρ κατὰ τὴν τοῦ
6180551 κρυερα
ἐπιστολὴν ἔγραψα . ἣν δεξάμενος καὶ ψαύων χερσὶ γνώσῃ ὡς κρυερά τις αὐτὴ καὶ τὸν πέμψαντα χαρακτηρίζει ἐμφωλεύοντα καὶ μὴ
ἐπιστολὴν ἔγραψα . ἣν δεξάμενος καὶ ψαύων χερσὶ γνώσῃ ὡς κρυερά τις αὐτὴ καὶ τὸν πέμψαντα χαρακτηρίζει ἐμφωλεύοντα καὶ μὴ
6178042 Σωπολι
, ὦ Λυκῖνε , Λεξιφάνης ; Αὐτὰ ταῦτα , ὦ Σώπολι . οὐκ ἀκούεις οἷα φθέγγεται ; καὶ ἡμᾶς τοὺς
ἀπολωλέναι σῶσον ἑνί γέ τῳ τρόπῳ . Μὴ ἐμέ , Σώπολι , ἀλλὰ τουτονὶ Λυκῖνον , ὃς περιφανῶς μακκοᾷ καὶ
6165631 δωρακινα
καὶ εἰς πλάτανον , ἀφ ' ἧς γίνεται ἐρυθρὰ τὰ δωρακινά . Τὰ μῆλα ἐν διτταῖς ὥραις τοῦ ἔτους φυτευτέον
. Ὀπώρα λέγεται ἡ χλοώδη τὸν καρπὸν ἔχουσα , οἷον δωρακινά , μῆλα , ἀππίδια , δαμασκηνά , καὶ ὅσα
6164902 μαντηια
ὁ Λυδῶν τε καὶ ἄλλων ἐθνέων βασιλεύς , νομίσας τάδε μαντήια εἶναι μοῦνα ἐν ἀνθρώποισι , ὑμῖν τε ἄξια δῶρα
Ἕλληνας : ταύτας δὲ τὰς γυναῖκας εἶναι τὰς ἱδρυσαμένας τὰ μαντήια πρώτας ἐν τοῖσι εἰρημένοισι ἔθνεσι . Εἰρομένου δέ μεο
6141064 ῥυγχια
, τῶν ἐχόντων ἐπικύφους τὰς ῥῖνας . ἐνταῦθα δὲ “ ῥυγχία ” εἴρηκεν ὑποκοριστικῶς , ἐπεὶ καὶ χοιρία εἶπε διὰ
ἐπεὶ καὶ χοιρία εἶπε διὰ τὴν σμικρότητα αὐτῶν . τὰ ῥυγχία ] τὴν ῥῖνα . τὸν σάκκον ] διὰ δύο
6136494 ναρδινα
καλούμενα πρὸϲ ἀμβλυωπίαϲ ριϚ Κολλύριον τὸ διὰ κέρατοϲ ριζ Κολλύρια νάρδινα καὶ Θεοδότια Περὶ φύϲεωϲ ὀφθαλμῶν . ἡ κατὰ τοὺϲ
καὶ λιβάνου καὶ κρόκου προϲάγειν , ὕϲτερον δὲ καὶ τὰ νάρδινα . ἔξωθεν δὲ ἐπιχρίειν τὰ μὲν βλέφαρα τῷ Νείλου
6132612 ἐνορωμενα
Πάντα γὰρ τὰ τοιαῦτα ἐκεῖ οἷον ἀγάλματα παρ ' αὐτῶν ἐνορώμενα , ὥστε θέαμα εἶναι ὑπερευδαιμόνων θεατῶν . Τῆς μὲν
καὶ εἴδωλα εἰς εἴδωλον ἄμορφον καὶ διὰ τὸ ἄμορφον αὐτῆς ἐνορώμενα ποιεῖν μὲν δοκεῖ εἰς αὐτήν , ποιεῖ δὲ οὐδέν
6131712 βοσκομενα
μῆλα δὴ καλεῖται τὰ πρόβατα : ἅπερ ἰδὼν ὁ Ἡρακλῆς βοσκόμενα περὶ τὴν θάλατταν , περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν
. μῆλα δὲ ἐκαλεῖτο τὰ πρόβατα . ἅπερ ἰδὼν Ἡρακλῆς βοσκόμενα παρὰ τῇ θαλάσσῃ , περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν
6124173 ὑποχωρουντα
πρὸ τῆς τελείας πέψεως , τά τε ἐπιπολάζοντα καὶ δυσκόλως ὑποχωροῦντα καὶ ἐμπνευματοῦντα καὶ παρεμπλαστικὰ ἢ ἄλλως ἐγκαθίζοντα τοῖς σώμασιν
γῆν ἐν ἐρημίᾳ τοῦ κρείττονος φωτός ; τοῦτο δὲ ἄστρα ὑποχωροῦντα ἡλίῳ καὶ μηδὲν ἡγούμενα πάσχειν μηδὲ ἀπόλλυσθαι διὰ τὴν
6123490 ἀπορα
. ὡσαύτως δὲ οὐδὲ ἄδηλος προδήλου . ἀμφότερα γὰρ συνδραμεῖται ἄπορα : τό τε γὰρ ἀποδεικνύμενον οὐ δεήσεταί τινος ἀποδείξεως
οὗτος ὁ πόλεμος ὁ ἐρωτικὸς πόριμός ἐστι καὶ εἰς τὰ ἄπορα , καὶ οἷον εἰπεῖν καὶ τοῖς ἀδυνάτοις ἐπιχειρῶν .
6123282 συμφευγουσιν
Ἀγησίλαος ἐν Κορωνείᾳ Θηβαίους ἐνίκησεν . ἤγγειλέ τις οἱ πολέμιοι συμφεύγουσιν εἰς τὸν νεών : ὁ δὲ προσέταξεν ἐᾶν αὐτοὺς
εὔκαιρα φρέατα , καὶ ταῦτα πεποιηκότες τοῖς ἀλλοεθνέσιν ἄγνωστα , συμφεύγουσιν εἰς τὴν χώραν ταύτην ἀκινδύνως . αὐτοὶ μὲν γὰρ
6117557 ὁμοιοπαθη
γλίσχρον , ἔτι δ ' ἃ μαλακόφλοια καὶ ὁμοιόφλοια καὶ ὁμοιοπαθῆ : διὸ καὶ εἰς τὰ παραπλήσια φύσει καὶ ἡλικίᾳ
ἄλλην τινὰ τοιαύτην διάθεσιν ἐξεδήλωσεν ἀεὶ τὴν ἐπιοῦσαν πνοήν : ὁμοιοπαθῆ γὰρ τὰ κατὰ τὸν ἀέρα καὶ προτερεῖ τῶν ἀνέμων
6102127 ἀοινα
ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς
ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς
6097041 χαριζῃ
. εἰ μὲν γὰρ εὖ πάσχων , ὅπως ὅτι κἀμοὶ χαρίζῃ μάθοι , τοῦτο ἐποίησε , καλῶς ἐποίησεν : εἰ
οὔτε μίμησις γραμμάτων . σὺ δ ' οὐχ ἥττω μοι χαρίζῃ τοῦ θείου μεμνημένος ἢ φιλεῖν ἐμὲ προαιρούμενος , ἐπεὶ
6094527 αὐτοπρεμν
' ἀντιτείνονθ ' οἱονεὶ δίψαν τινὰ ἢ ξηρασίαν σχόντ ' αὐτόπρεμν ' ἀπόλλυται . ἆρ ' ἔστι λῆρος πάντα πρὸς
ἀκολουθήσαντος αὐτῷ πλείονος εἶπεν : τὰ δ ' ἀντιτείνοντ ' αὐτόπρεμν ' ἀπόλλυται , καὶ ὅλον τὸν ἰχθὺν ἀνάλωσεν .
6082864 ἐπικυπτοντες
πτοουμένη . . : εἴδωλον Ἄργου : Ὥσπερ οἱ λυσσόδηκτοι ἐπικύπτοντες ὕδατι ἐοίκασι βλέπειν τὴν σκιὰν τοῦ δήξαντος κυνός ,
ἀρτοπώλισι καὶ ὀπωροκαπήλοις ἔθος ἀναστρέφεσθαι . ἐνταυθὶ γὰρ εἰς τοὔδαφος ἐπικύπτοντες ὁ μὲν φλοιοὺς θέρμων ἀνῃρεῖτο , ὁ δὲ τὰ
6080483 Πισαιοις
παῖδα ἐμνημόνευον . Πισαίους μὲν δὴ καὶ ὅσοι τοῦ πολέμου Πισαίοις μετέσχον , ἐπέλαβεν ἀναστάτους ὑπὸ Ἠλείων γενέσθαι : Πύλου
* . ἀπὸ τούτων μὲν αἱ γυναῖκες οὖσαι τῶν πόλεων Πισαίοις διαλλαγὰς πρὸς Ἠλείους ἐποίησαν : ὕστερον δὲ καὶ τὸν
6068854 καλλωπισματα
. Ἀγλαίζεται δὲ τὰ τοῦ Διὸς λόγῳ , καὶ τὰ καλλωπίσματα αὐτοῦ τὰ παρὰ τοῦ νοῦ αὐτοῦ εἰς τὴν ψυχὴν
δεύτερα ἑαυτῶν εἶναι νομίζουσι . καὶ μὴν ἐκεῖνα μὲν τὰ καλλωπίσματα καὶ δαπάνης καὶ χρόνου καὶ τῆς παρὰ τῶν βαναύσων
6045115 ἐπιφερομενα
τοῖς ἀμαυροῦν τὴν δῆξιν δυναμένοις : καὶ τὰ μὲν συνεχῶς ἐπιφερόμενα εἴργειν διὰ τῶν ἀποκρουομένων καὶ ἀναξη - ραινόντων ,
χρήσιμον κρίνομεν . κατειληφότες οὖν καὶ τὰ ἀπὸ τῶν αἰτιῶν ἐπιφερόμενα ἅπαντα συμπτώματα , ὡς τὸ βάρος , καὶ τὰ
6043928 λασανα
, ἀλλὰ Φερεκράτης ἐν τοῖς Κραπατάλλοις πρὸς τῇ κεφαλῇ μου λάσανα καταθεὶς πέρδεται . καὶ δίφρον δ ' ἂν εἴποις
τὴν γαστέρα ; βάλλ ' ἐς κόρακας . πόθεν ἂν λάσανα γένοιτό μοι ; κάμνοντα δ ' αὐτὸν τοῦ θέρους
6042537 Ἐλευσινια
τῶν Ἀθηνῶν γυναῖκες ἐπὶ τῶν ἀμαξῶν ὀχούμεναι ἐς τὰ μεγάλα Ἐλευσίνια ἀπήρχοντο . ὡς ἐπὶ ἀμαξῶν οὖν ὀχουμένων αὐτῶν ,
ἄγεται δὲ αὐτόθι ἀγὼν Κόρης καὶ Δήμητρος , ὃς καλεῖται Ἐλευσίνια : οὗ ἔπαθλον κριθαί . Ἐλευσίς : τὸν τῶν
6041789 ἐσιοντα
, τὰ δὲ ἄλλα ἀνεστομώθη , ὥστε εἰσδέχεσθαί τε τὰ ἐσιόντα καὶ ἐξόδους ἔχειν κατὰ φύσιν , ᾗσιν ἀνάγκη τοὺς
ὁ μὲν γὰρ χειμὼν ἀργὸς ἔργων , καὶ πέπονα τὰ ἐσιόντα καὶ ἁπλᾶ , μέγα γὰρ καὶ τοῦτο : αἱ
6028333 ἀποδοιητε
ἔσθ ' ὑπόλοιπον εἰπεῖν . εἰ προβούλευμα τοῦ συνεδρίου ποιήσαντες ἀποδοίητε τῷ δήμῳ διαγνῶναι , πότερον αὐτῷ δοκεῖ πάλιν ὑπάτους
: ἀνθ ' ὧν δικαίως ἂν αὐτῷ ταύτην τὴν χάριν ἀποδοίητε , τὴν ἐκείνου γνώμην περὶ τῶν αὑτοῦ κυρίαν εἶναι
6008117 ἰονθουϲ
ξύμπνοιαν καὶ ξυνάφειαν . τοιάδε καὶ ἐπιπλάϲματα ὁκόϲα φοινίϲϲει καὶ ἰόνθουϲ ἐγείρει καὶ τὸ ῥεῦμα παροχετεύει καὶ ἀλεαίνει τὰ χωρία
ἀμύγδαλα πικρὰ ὄξει λειώϲαϲ ἀνάτριβε . πρὸϲ δὲ τοὺϲ τετυλωμένουϲ ἰόνθουϲ : ϲάπωνοϲ Γαλλικοῦ ⋖ δ , λιβάνου , ἀμμωνιακοῦ
6007867 ἐσχηκας
] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει
. ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς δοκεῖ κρείσσονα ἐσχηκέναι περίστασιν ἧς σὺ ἔσχηκας , ἂν θέλῃς ὡς ἀθλητὴς νεανίσκῳ χρῆσθαι . καὶ
6007811 δορυπονα
ἐλθόντας . ἐπιμόλους ] τοὺς ἐπελθόντας ἐχθρούς : τούτους γὰρ δορύπονα κακὰ λέγει . θ ἐπιμόλους ] τοὺς κατὰ τῆς
πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε . θΞ δορύπονα ] καὶ τὰ ἐκ τοῦ πολέμου . δορύπονα ]
6003966 κεκαθαρται
. λέγει μοι ὁ ποιμήν : Πάντα , φησί , κεκάθαρται : ἐὰν ἔλθῃ ὁ κύριος ἐπισκέψασθαι τὸν πύργον ,
τοῦ λέγειν Ἄνθρωπε , ποῦ βάλλεις ; σκέψαι , εἰ κεκάθαρται τὸ ἀγ - γεῖον . ἂν γὰρ εἰς τὴν
5998868 Θρᾳκικα
: ὕδωρ δηλονότι . Σιτάλκης ὁ Τήρεω : ἐντεῦθεν τὰ Θρᾳκικά : Σιτάλκου ἐπιστρατεία δύο ὑποσχέσεις : λείπει ἡ διά
ἐν δωδεκάτῃ ” καλεῖται δὲ τὰ ἀριστερὰ τοῦ Πόντου [ Θρᾳκικά ] , τὰ δ ' ἐν δεξιᾷ Χαλκηδονίς „
5992094 οἰδουντες
τῶν ὀφθαλμῶν . οἱ τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς οἰδοῦντες καὶ ἐξογκούμενοι : κύλα δὲ τὰ ὑποκάτω τῶν ὀφθαλμῶν
ἀληθέστερον : χρύσειαι ζωῇσι νεήνισιν ἐοικυῖαι . κυλοιδιόωντες : οἱ οἰδοῦντες τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ
5990575 βουλευομενα
τοὺς ταξιάρχους , καὶ στὰς ὅπου ἔμελλον πάντες ἀκούσεσθαι τὰ βουλευόμενα λέγει τάδε . Ὅτι μέν , ὦ ἄνδρες φίλοι
ἧτταν ἔδωκεν αὐτοῖς κακοβουλίαν , ἡ δὲ Ἀθηνᾶ τὰ κακῶς βουλευόμενα εἰς εὐτυχίαν μετέβαλεν . † οὐκ ὀρθῶς ἡ βουλή
5983089 ῥᾳω
τὸ μὲν εἰς σὲ βλέπων εἰδώς , ὅτι σε ποιήσει ῥᾴω φανείς , τὸ δ ' ὅπως πλείω προσλάβοι .
ἐξῆν μὲν εἰπεῖν τἀπὸ καρδίας , φασίν , ὑπῆρχε δὲ ῥᾴω γενέσθαι : πολλοὶ γὰρ ἐν αὐτῷ λόγοι δεινοὶ λύπην
5982034 Γερμανικα
ταῦτα δ ' ἐστὶ τά τε Γαλατικὰ ἔθνη καὶ τὰ Γερμανικὰ μέχρι Βασταρνῶν καὶ Τυρεγετῶν καὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Βορυσθένους
εἴγε χρὴ Ἀσινίῳ Κουαδράτῳ ἕπεσθαι , ἀνδρὶ Ἰταλιώτῃ καὶ τὰ Γερμανικὰ ἐς τὸ ἀκριβὲς ἀναγεγραμμένῳ , ξύγκλυδές εἰσιν ἄνθρωποι καὶ
5981774 σαβανα
τῇ τοῦ ψυχροῦ δεξαμενῇ . μετὰ τὸ λαβεῖν δὲ τὰ σάβανα πάλιν αὐτοὺς τρέφειν εὐθὺς καλὸν ἄρτον εἰς οἶνον ἢ
τὸ ὕδωρ ψυχρὸν , ἀλλὰ γαλακτῶδες , περιβαλλόμενος δὲ τὰ σάβανα μὴ πάνυ ἐγχρονιζέτω ἐν αὐτοῖς . μέλλων δὲ λαμβάνειν
5977827 Λιμνη
Διὸς Διόνυσον ἐν Λίμναις : 〚 Λείπει παῖδα . 〛 Λίμνη τόπος ἱερὸς Διονύσου , ἐν ᾧ καὶ οἶκος καὶ
' ὄχεα φλόγεα ποσὶ βήσετο : τὸν ἀμφὶ Λίμνας : Λίμνη τόπος Τροιζῆνος [ Ἀττικῆς ] , ἔνθα Λιμνᾶτις Ἄρτεμις
5975963 χολοβαφινα
πολλάκις καὶ διὰ τῆς ξανθῆς χολῆς τινα , ἃ καὶ χολοβάφινα λέγεται : τὰ δὲ τοιαῦτα χολοβάφινα μὴ ὄντα χρυσᾶ
τὰ μὲν λιθαργύρινα καὶ τὰ κασσιτέρινα ἀργυρᾶ , τὰ δὲ χολοβάφινα χρυσᾶ . τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον καὶ συλλογισμὸς καὶ
5974615 ἐνηλυσια
. , . : ἐνηλύσιος : ἐμβρόντητος , κεραυνόβλητος . ἐνηλύσια : τὰ κατασκηφθέντα χωρία ἐνηλύσια - λέγονται , ἔνιοι
Δία τὸν ἐπ ' αὐτῷ καταιβάτην . περιειρχθέντα δὲ τὰ ἐνηλύσια ἄψαυστα ἀνεῖτο . πόλεως δ ' αὖ μέρη καὶ
5961961 ἐφικτον
οἷς δοκῶν ἑστιᾶν ὁ ξενοδόχος εἱστιᾶτο , καθ ' ὅσον ἐφικτὸν ἦν , ἀκριβοῦσιν ἡμῖν τὰ περὶ τὸν τόπον δεδήλωται
, οὐδὲ τὰ περὶ λόγους καταληπτόν , οὔτε τὸ ἠθικὸν ἐφικτὸν λόγῳ : τὸ δὲ φυσικὸν καὶ θεουργὸν τελεταῖς ἀφείσθω
5957416 γευστα
δὴ γὰρ λέγει , τουτέστι τὰ βραδέα , ἅπερ εἰσὶ γευστὰ καὶ ἁπτά . τῆς δὲ λευκότητος . καὶ γάρ
καὶ περὶ τὰ ὀσφραντὰ ἡ ὄσφρησις , καὶ περὶ τὰ γευστὰ ἡ γεῦσις , καὶ περὶ τὸ βαρὺ καὶ τὸ
5956657 Ἀκοην
πέρι πράττων ἢ λέγων ; Οὐδαμῶς : σὺ δέ ; Ἀκοήν γ ' ἔχω λέγειν τῶν προτέρων , τὸ δ
τούτῳ ὀργάνῳ χρῆσθαι εἰς τὴν περὶ αὐτῶν θεωρίαν . σνδʹ Ἀκοήν γ ' ἔχω λέγειν Ἐρωτήσαντος τοῦ Σωκράτους τὸν Φαῖδρον
5954819 ἐντεταλμενα
Ἀπικομένων δὲ τῶν ἀγγέλων ἐς τὰς Σάρδις καὶ λεγόντων τὰ ἐντεταλμένα Ἀρταφρένης ὁ Ὑστάσπεος Σαρδίων ὕπαρχος ἐπειρώτα τίνες ἐόντες ἄνθρωποι
ἡ Ἑλλὰς γέγονε ἀσθενεστέρη . Ὁ μὲν δή σφι τὰ ἐντεταλμένα ἀπήγγελλε , τοῖσι δὲ ἕαδε μὲν βοηθέειν Ἀθηναίοισι ,
5948921 τηξαι
ἐν οἴνῳ καὶ διακλύζεσθαι . Ἢ χηνὸς ἔλαιον καὶ ῥητίνην τῆξαι , καὶ κλύσαι . Ἢ βούτυρον καὶ κέδρινον ἔλαιον
τοῦ τῶν κωδυῶν ἀφεψήματος . κηροῦ δὲ Τυρρηνικοῦ ⋖ β τῆξαι δεῖ σὺν ἴσῳ ῥοδίνῳ καὶ καταχέαι τῶν ἐν τῇ
5947555 ληπτεα
ποιεῖν , ποιῶν , ἢ ποιεῖν καὶ ποίησις εἰς ἓν ληπτέα ; Ἐμφαίνει δὲ μᾶλλον τὸ ποιεῖν καὶ τὸν ποιοῦντα
βλάβας . Τὰ γόνατα πρός τε ἰσχὺν καὶ εὐανδρίαν ἐστὶ ληπτέα καὶ πρὸς κινήσεις καὶ πράξεις . ὅθεν ἐρρωμένα καὶ
5945536 θειωδη
εὐανθῆ , καθαρὰν καὶ κινναβαρίζουσαν τῇ χρόᾳ , ἔτι δὲ θειώδη ἀποφορὰν ἔχουσαν . Στίμμι κράτιστόν ἐστι τὸ στίλβον καὶ
τι λελαλήκασιν , τὰς οὐσίας αἰνιττόμενοι . Ταριχεύοντες δὲ τὰ θειώδη τινὲς , τοῦ φαρμουθὶ μηνὸς ἐλθόντος , ἕκαστον τῶν
5945444 ἐπαινουμενα
τὸν ἔπαινον συντελεῖν καὶ αὐτήν , τὰ δὲ τῷ ὄντι ἐπαινούμενα καὶ ὑπὸ τῶν ἀκουόντων εὐφημούμενα ἐκεῖνα εἶναι . ὥστε
θαυμαζόμενα ὑφάσματα καὶ τὰ παρὰ Ῥωμαίοις μεταλλευόμενα ἢ διὰ τέχνην ἐπαινούμενα μηκέτι μόλις καὶ σπανίζοντα λανθάνοντά τε δι ' ἐμπόρων
5943791 ἐπητῃ
ἀφνειόν τε : τοῦ ς ' ἔκ φασι γενέσθαι , ἐπητῇ δ ' ἀνδρὶ ἔοικας . τοὔνεκά τοι ἐρέω ,
ὑπέσωσεν . ἐπητείῃσιν : ἐπιστήμαις , φρονήσεσιν . καὶ Ὅμηρος ἐπητῇ δ ' ἀνδρὶ ἔοικας . νεκτάρεον : ἀντὶ τοῦ
5940289 χειμερινα
καὶ Πλάτων ὁ κωμῳδιοποιός φησιν ἐν Κλεοφῶντι . τὰ δὲ χειμερινὰ σῦκα Πάμφιλος καλεῖσθαί φησιν κοδώνεα ὑπὸ Ἀχαιῶν , τοῦτο
Ὑδροχόος , μετὰ τοῦ καὶ ταῦτα τὰ δωδεκατημόρια ψυχρὰ καὶ χειμερινὰ τυγχάνειν καὶ ἕτι τοῦ τὸν κατὰ διάμετρον συσχηματισμὸν ἀσύμφωνον
5932448 τελουμενα
. . . γαμήλια καὶ γαμηλία διαφέρει . γαμήλια τὰ τελούμενα ἐν τῇ ἡμέρᾳ καθ ' ἣν ὁ γάμος ἐκτελεῖται
σβέννυσι : καὶ ὁ Ἄρης εἰς Δία ζημίας καὶ τὰ τελούμενα ἐπιβλαβῆ . ὁ Κρόνος ἐπὶ τὸν τόπον Ἄρεως ἀθαρσεῖς
5931466 συρομενην
ἀπὸ τοῦ Ἠμωδοῦ ὄρους διεγειρόμενοι ἐπὶ τὴν Γαγγήτιδα χώραν προρρέουσι συρομένην πρὸς νότον περὶ τὰ ἔσχατα τῆς Κωλίδος γῆς ἥ
: τὸ ἑξῆς οὕτως : βλέπω πάλαι δὴ συναγωγὴν ὁλκάδων συρομένην ἐν τῇ θαλάσσῃ κἀπιροιζοῦσαν καὶ ἐπιβοῶσαν καὶ ἀπειλοῦσαν τῇ
5927981 αἰσθανομενα
ταῦτα καὶ οὐδὲν ἕτερον ἀντιλαμβάνεται ἐπιθυμίας καὶ ἡδονῆς ἢ τὰ αἰσθανόμενα , φανερόν . ποία γὰρ αἴσθησις ἡδονῆς καὶ λύπης
ἔταττε τὴν λέξιν , ὀστᾶ σφακελίζειν ἔλεγε τὰ μηδεμιᾶς ἀλγηδόνος αἰσθανόμενα ; μήποτε οὖν ἐπ ' ὀστέου τίθησι τὴν λέξιν
5921672 ὠχριων
γὰρ ὁ ἐρυθριῶν διὰ τὸ αἰσχυνθῆναι ἐρυθρίας λέγεται οὔτε ὁ ὠχριῶν διὰ τὸ φοβηθῆναι ὠχρίας , ἀλλὰ μᾶλλον τὸ πεπονθέναι
πᾶς γὰρ καταβαίνων εἰς τὸ μαντεῖον ἐκεῖνο ἀγέλαστος ἀνῄει καὶ ὠχριῶν διηνεκῶς . ἔλεγχος δὲ ἦν οὗτος αὐτῶν τούτων ὅτι
5920057 προαγορευσις
συνηγορία , συναγορεύειν . προήγορος , προηγορεῖν , προαγορεύειν , προαγόρευσις , ἀναγόρευσις . καὶ δημηγόρος , δημηγορεῖν , δημηγορία
περὶ λιμένων . Ἐφορία : ἡ ἐπὶ τῶν ὅρων γινομένη προαγόρευσις , ὡς Δημοσθένης διδάσκει ἐν τῷ κατ ' Ἀριστοκράτους
5918546 κυνουχος
ὅτῳ ἔσονται αἱ ἄρκυς καὶ τὰ ἐνόδια καὶ τὰ δίκτυα κυνοῦχος μόσχειος , καὶ τὰ δρέπανα , ἵνα ᾖ τῆς
. καὶ κυνίζειν καὶ κυνισμὸς καὶ κυνικὸς καὶ κυνώδης καὶ κυνοῦχος , καὶ κυνήποδες ἵππων . χρῶμα δὲ κυνῶν οὔτε
5918289 ζωηϲ
μὴ ἀπὸ κεφαλῆϲ ἡ νοῦϲοϲ ᾖ . ἐνθάδε γὰρ τῆϲ ζωῆϲ ἐϲτὶ ἡ ἀρχή : κεφαλὴ δὲ χῶροϲ μὲν αἰϲθήϲιοϲ
πολλὸν διαρκέϲει : τῇδε γὰρ ἡ τῆϲ ἀναπνοῆϲ καὶ τῆϲ ζωῆϲ ἀρχή . αἰτίη δὲ ψῦξιϲ καὶ ὑγρότηϲ τοῦ πνεύμονοϲ
5912401 ἀπρακτα
ποτε φιλίας τῷ καιρῷ χρήσιμον : ἀλλ ' ἢ μόνον ἄπρακτα τῷ κειμένῳ περιαλγήσαντες πάλιν περὶ τῶν καθ ' ἑαυτοὺς
Ἑλληνικῶν μεταθεὶς ὁ Θεόπομπος ἀργά τε καὶ ἀκίνητα πεποίηκε καὶ ἄπρακτα . λόγου γὰρ δύναμιν καὶ διὰ τὴν κλοπὴν ἐξεργασίαν
5910332 δοξαζομενα
οὖσαν ταῖς συμπλοκαῖς , μέχριπερ ἂν πᾶσι τοῖς ἀγνοουμένοις τὰ δοξαζόμενα ἀληθῶς παρατιθέμενα δειχθῇ , δειχθέντα δέ , παραδείγματα οὕτω
ἀγαθὴν καὶ πράξεις ἐπαινετὰς τὴν εὐδαιμονίαν ὑπάρχειν . Ἐπιζητούμενα καὶ δοξαζόμενα καλῶς τὰ περὶ εὐδαιμονίαν ζητούμενα . οὕτω δὲ ταῦτα
5905808 μεταπιπτοντα
τοῖσι φρενιτικοῖσιν ἐν ἀρχῇσι τὰ ἐπιεικῶς ἔχοντα , πυκνά τε μεταπίπτοντα , κακόν . Τῶν ἐξισταμένων μελαγχολικῶς , οἷς τρόμοι
τὰ θανάσιμα , καὶ τὰ μὴ θανάσιμα , καὶ τὰ μεταπίπτοντα καὶ τὰ αὐξανόμενα καὶ τὰ μαραινόμενα , καὶ τὰ
5905496 κρυπτα
δὴ φύεται γυναιξὶν ἔν τε τιτθοῖς καὶ ὑπὸ μασχάλαις , κρυπτὰ καρκινώδη ὀνομαζόμενα . καὶ σπονδύλων δὲ κυφώματα , ὅσα
γίγνεται . Χαίρειν προσήκει τοῖς παθῶν ἐλευθέροις . Χρόνος τὰ κρυπτὰ πάντα πρὸς τὸ φῶς φέρει . Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ
5898729 ιτος
κατὰ τὴν γραφὴν ἀλλὰ κατὰ τόνον . Τὰ διὰ τοῦ ιτος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ἁπλᾶ προπαροξύτονα , ἐπιθετικά τε καὶ
λήϊτος ἐπίκτητος σῖτος λιτός μιτός , χωρὶς εἰ διὰ τοῦ ιτος . . . . ἀδευκέος : ἀπεοικυίας , Πολυδεύκης
5897801 σκυτη
πόλιν ταράττῃς . Ἓν δ ' εἰπέ μοι τοσουτονί : σκύτη τοσαῦτα πωλῶν ἔδωκας ἤδη τουτῳὶ κάττυμα παρὰ σεαυτοῦ ταῖς
παροιμία ἐπὶ † † “ σκύτη βλέπει ” , ἢ σκύτη ἀντὶ τοῦ “ τὰ πολεμικά ” , ἢ πρὸς
5895983 περικαρπια
Ἡ δὲ ῥίζα τῶν δένδρων ἀρχή τις οὖσα καὶ τὰ περικάρπια συνεξομοιοῖ τὰ ἐφ ' ἑαυτῆς . Περὶ μὲν οὖν
βλαστάνῃ , ταῦτ ' ἀποπίπτει καὶ τὰ τοῦ καρύου καλυκώδη περικάρπια γίνεται συμμεμυκότα κατὰ τοῦ μίσχου , τοσαῦτα ὅσα καὶ
5893112 γευστηριον
. ἀπὸ δὲ γεύσεως γεύσασθαι , ἄγευστος , γεῦμα , γευστήριον . κρίνειν χυμοὺς ὀξεῖς , δριμεῖς , ὀδαξητικούς ,
τούτοις καὶ ὁ σίφων , καὶ τὸ παρ ' Ἀριστοφάνει γευστήριον : τρέχ ' ἐς τὸν οἶνον ἀμφορέα κενὸν λαβών
5888256 προστεταγμενα
Διὶ μελήσειν . τῶν δὲ περὶ τὸν Ἰόλαον ποιησάντων τὰ προστεταγμένα καὶ ἐκ διαστήματος ἀποθεωρούντων τὸ ἀποβησόμενον , ὁ μὲν
μὲν τὸ ψήφισμα καθ ' ὃ ἐπρεσβεύομεν , καὶ τὰ προστεταγμένα ἡμῖν πρὸς τῷ τοὺς ὅρκους ἀπολαβεῖν συνηριθμούμεθα : ὡς
5884559 τοὐκ
γέγονεν , οὐκ ἔσται κηποι δεποτις εἴη , πόθεν γενήσεται τοὐκ ὂν εἰς οὐκ ὄν : εἰς οὐκ ὂν γὰρ
αὐτόθεν ποι γέγονεν , οὔκ ἔσται . πόθεν γὰρ γενήσεται τοὐκ ὄν εἰς οὐκ ὄν : εἰς οὐκ ὂν γὰρ
5882126 ἀπαραβλαστα
, μονόκαυλα δὲ καὶ ὀλιγόκαυλα τὰ ὀρθόκαυλα . τούτων δὲ ἀπαράβλαστα τὰ λειόκαυλα κρόμυον πράσον σκόροδον , ὥσπερ καὶ ἐν
τὰς ῥίζας , ὥστε πολλαχόθεν ἡ φθορά : φύσει δὲ ἀπαράβλαστα πάντα καὶ διὰ τὴν ξηρότητα τῶν ῥιζῶν καὶ διὰ
5881928 φρονουμενα
οὐκ ἄρα τὸ ὂν φρονεῖται . καὶ μὴν ὅτι τὰ φρονούμενα οὐκ ἔστιν ὄντα , συμφανές : εἰ γὰρ τὰ
δὲ ἀκουστὰ παραπέμπομεν ὅτι οὐχ ὁρᾶται , οὕτω καὶ τὰ φρονούμενα καὶ εἰ μὴ βλέποιτο τῆι ὄψει μηδὲ ἀκούοιτο τῆι
5880271 ἀνακειμενα
τὰς δὲ καταλογάδην ῥήσεις ἐπιζητοῦντες : ὧν πάλιν ἰδεῖν ἔστιν ἀνακείμενα ὑπομνήματα . πῶς ; ἀγαθοῦ τις γέγονεν ἀπροσδόκητος μετουσία
τὰ μὲν τῶν Ἀθηναίων πλέοντα ἑάλω , τὰ δὲ νῦν ἀνακείμενα ἐν τοῖς Ἀττικοῖς ἱεροῖς Δημοσθένει ἐξῃρέθησαν τριακόσιαι πανοπλίαι ,
5879304 ἀντωνυμικου
τῷ αὐτῷ προσώπῳ ἐστὶ τὰ τῆς διαθέσεως καὶ τὰ τοῦ ἀντωνυμικοῦ προσώπου , ἢ ἐν ἑτέρῳ προσώπῳ καταγίνεται ἡ ἐκ
δύο τρίτα ποιήσει , λέγω ἓν μὲν τὸ ἐκ τοῦ ἀντωνυμικοῦ πρόσωπον , ἕτερον δὲ τὸ ἐκ τοῦ ῥήματος .
5877142 ἐμβολα
λέγομεν τῶν ὀρνίθων , ἐκεῖνοι πλῆκτρα . πλῆκτρα δέ εἰσι ἔμβολα χαλκᾶ τὰ ἐμβαλλόμενα τοῖς πλήκτροις τῶν ἀλεκτρυόνων . 〚
ὅπλοις , καὶ μετὰ βοῆς καὶ πομπῆς δαψιλοῦς ἐπὶ τὰ ἔμβολα προυτέθη , οἰμωγή τε καὶ θρῆνος ἦν αὖθις ἐπὶ
5875654 χρηϲιμευει
διαβεβρωμένουϲ κανθοὺϲ καὶ μυδῶντα βλέφαρα . ἡ δὲ φρυγομένη ῥητίνη χρηϲιμεύει εἰϲ τὰ εὐώδη μαλάγματα καὶ ἄκοπα . Ῥόδα .
ϲτύφει : δι ' ὃ πρὸϲ τὰ ἐν μηροῖϲ παρατρίμματα χρηϲιμεύει . Λίθοι πάντεϲ μὲν ὥϲπερ καὶ ἡ γῆ ξηραίνουϲιν
5870858 χαλκανθωδη
τὰ δὲ θειώδη , τὰ δὲ ἀϲφαλτώδη , τὰ δὲ χαλκανθώδη , τὰ δὲ ϲιδηρίζοντα , τὰ δὲ ϲύνθετα ἐκ
δὲ θειώδη , τὰ δ ' ἀσφαλτώδη , τὰ δὲ χαλκανθώδη , τὰ δὲ σιδηρίζοντα , τὰ δὲ σύνθετα ἐκ
5867499 ἐνθεματιζεται
. Τὸ κάρυον εἰς κόμαρον μόνον ἐγκεντρίζεται . τὰ ῥοΐδια ἐνθεματίζεται εἰς ἰτέαν . ἡ δάφνη ἐγκεντρίζεται εἰς μελίαν .
ἀφ ' ἧς γίνεται λευκὰ συκάμινα . Τὰ δὲ ἀππίδια ἐνθεματίζεται εἰς ῥοιάς , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ εἰς
5864370 ἑκταια
, τεταρταία ὥρας γʹ εʹ , πεμπταία ὥρας δʹ , ἑκταία ὥρας δʹ ∠ ʹ δʹ κʹ , ἑβδομαία ὥρας
ψυχρεύεσθαί τις δύναται λέγων ὅτι τρίτη ἡ τρισκαιδεκαταία , ὡς ἑκταία ἑκατηβόλος σελάνα , ἑκκαιδεκαταία : ἡ γὰρ μέση οὐκ
5861593 προθυμα
' οἶκον ] αὔξων οὔτε ? [ πρὸς κέρδος βλέπων πρόθυμα ἔπρασσε δοῦλος ὢν ἀπον˘ ? ? ? ? [
μέσον πέδον ἔστη , γέλων δ ' ἔθηκε συνδείπνοις πολὺν πρόθυμα πράσσων : ἔκ τε γὰρ κρωσσῶν ὕδωρ χεροῖν ἔπεμπε
5859072 πολυσχηματιστα
ἀρχιλόχειον , δίμετρον ὂν βραχυκατάληκτον . ἔστι δὲ καὶ ταῦτα πολυσχημάτιστα κατὰ τὸν εἰρημένον τρόπον . ἐπὶ τῷ τέλει δύο
δʹ , τὸν δὲ βʹ βακχεῖον : καλεῖται δὲ ταῦτα πολυσχημάτιστα διὰ τὸ διάφορα δέχεσθαι μέτρα , ὧν τελευταῖον “

Back