| οἷς δοκῶν ἑστιᾶν ὁ ξενοδόχος εἱστιᾶτο , καθ ' ὅσον ἐφικτὸν ἦν , ἀκριβοῦσιν ἡμῖν τὰ περὶ τὸν τόπον δεδήλωται | ||
| , οὐδὲ τὰ περὶ λόγους καταληπτόν , οὔτε τὸ ἠθικὸν ἐφικτὸν λόγῳ : τὸ δὲ φυσικὸν καὶ θεουργὸν τελεταῖς ἀφείσθω |
| αἶθοψ , μούνοισι ξανθοῖς φοινισσόμενος στομάτεσσιν . ἔδρακον , οὐ πυθόμην , κεῖνόν ποτε θῆρα δαφοινόν , κοιρανικοῖς τ ' | ||
| κεῖνος ἔβη κοίλην ἐπὶ νῆα μέλαιναν . εἰ γὰρ ἐγὼ πυθόμην ταύτην ὁδὸν ὁρμαίνοντα , τῶ κε μάλ ' ἤ |
| τὸ ἐν αὐταῖς αὐλοὺς καὶ κιθάρας εἶναι . πανηγύρεσιν . ὀνομαστήν . . Τὸ Λύκιε νόει ἢ ἀντὶ τοῦ ἐν | ||
| , οὔτε ἐλαχίστην μοῖραν τοῦ ὕδατος παρεχόμενος ταύτῃ οὔτε ἥκιστα ὀνομαστήν , τὸ καλέεται Σεβεννυτικὸν στόμα . Ἔστι δὲ καὶ |
| τῶν πραγμάτων τέμνειν ἄνωθεν ἀρξάμενον μέχρι τῶν λεπτοτάτων , εἰς τοὔσχατον δὲ αὐτὸ μηκέτι γίνεσθαι μηδὲ ἔχειν διαιρετὰ τὰ μέρη | ||
| ' ἐκεῖνο ὁρᾶν ὅτι ὥσπερ ἐκ τῆς μεγίστης εὐτυχίας εἰς τοὔσχατον ἦλθεν , οὕτως οὐδὲν ἀπεικὸς καὶ οὕτως πεπραγυῖαν ἀναστῆναι |
| ταράττω . Πγ πρὸς ἔπος ἠριδόμεσθ ' : ἀντεβάλλομεν , ἐφιλονεικοῦμεν , ἀντετείναμεν . ἔφλα ] ἔτυπτε . κἀσπόδει : | ||
| πρόσκαιρον . ἐκρινόμεθ ' ] διεχωριζόμεθα , ἀμφεβάλλομεν . , ἐφιλονεικοῦμεν , ἀμφισβητοῦμεν , ἐκπριζόμεθα . τῷ χρόνῳ ] διὰ |
| ' ὄντα . Καὶ γὰρ αἱ ἑλκώσεις πόνον παρέχουσι καὶ εὐπαθέστερα ποιοῦσιν εἰς τὸ διϊκνεῖσθαι καὶ τὸ καῦμα καὶ τὸ | ||
| περικείμενα μέρη εἰς διαπύησιν ἄγουσιν , ἔνθα ἢ εὐρύτερα ἢ εὐπαθέστερα πέφυκε τὰ νεῦρα . ἐπιγίνονται δ ' αὐτοῖς πόνοι |
| προδήλως σωζομένη , ἢ ἀναντίῤῥητον κακίαν καὶ διὰ τοῦτο προδήλως ἀπολλυμένη : καὶ ὁ μὲν τεχνικὸς δι ' ἀρετὴν μόνον | ||
| ἀμυνέειν , φράζοντες ὡς οὔ σφι περιοπτέη ἐστὶ ἡ Ἑλλὰς ἀπολλυμένη : ἢν γὰρ σφαλῇ , σφεῖς γε οὐδὲν ἄλλο |
| νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . φῆ μιν ὅ γ ' ἐν νήσῳ ἰδέειν | ||
| νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . Αἰγύπτῳ μ ' ἔτι δεῦρο θεοὶ μεμαῶτα νέεσθαι |
| ψυχὴν μαθήμασιν . ὡς πρὸ τῶν μεγάλων μυστηρίων τὸ μικρὰ παραδοτέον , καὶ πρὸ φιλοσοφίας παιδείαν . ὁ μὲν τῆς | ||
| διαθέσεως . βʹ . ὅτι ἀριθμητικὴν καὶ γεωμετρίαν καὶ ἀστρονομίαν παραδοτέον . γʹ . τῷ προσέοικεν ἡ ἡμετέρα φύσις παιδείας |
| . εἰ μὲν γὰρ εὖ πάσχων , ὅπως ὅτι κἀμοὶ χαρίζῃ μάθοι , τοῦτο ἐποίησε , καλῶς ἐποίησεν : εἰ | ||
| οὔτε μίμησις γραμμάτων . σὺ δ ' οὐχ ἥττω μοι χαρίζῃ τοῦ θείου μεμνημένος ἢ φιλεῖν ἐμὲ προαιρούμενος , ἐπεὶ |
| τήνδε τὴν τῶν ὅλων τάξιν συνέχουσιν ἀτριβῆ καὶ ἀγήρατον καὶ ἀναμάρτητον καὶ ὑπὸ κάλλους καὶ μεγέθους ἀδιήγητον , τούτους φοβούμενοι | ||
| ἔστι δ ' αὕτη μηδέποτε γενέσθαι πάντα χρηστὸν μηδ ' ἀναμάρτητον : ὅσα δ ' ἢ κινδυνεύοντας ἔδει προνοήσασθαι , |
| δεινὴ θεός , ἥ ῥά οἱ ἀχλὺν θεσπεσίην κατέχευε φίλα φρονέους ' ἐνὶ θυμῷ . θαύμαζεν δ ' Ὀδυσεὺς λιμένας | ||
| βριαρήν περ ἐοῦσαν , σεύατ ' ἴμεν Πόντονδε , φίλα φρονέους ' ἐρέτῃσιν . ὡς δ ' ὅτε τις πάτρηθεν |
| μὴ μόνον τὰ πλησίον , ἀλλὰ καὶ τὰ πορρωτέρω πάντα ἐμπυρισθῆναι . τοιοῦτόν τι καὶ ἐφ ' ἡμῶν γίνεται , | ||
| . πεπρωμένον : ὅτι πεπρωμένον ἦν δοριάλωτον γενηθεῖσαν τὴν Ἴλιον ἐμπυρισθῆναι : ὅπως κατὰ τὸ τοῦ Αἰακοῦ ἔργον ἁλῴη τὸ |
| ἔξω καὶ τοῦ παντὸς συνεπιμελουμένη , μέρος δὲ διοικεῖν βουληθεῖσα μονουμένη καὶ ἐν ἐκείνῳ γιγνομένη , ἐν ᾧ ἐστιν , | ||
| μῶρος εἶ , θνητὸς γεγώς . γνώμης γὰρ οὐδὲν ἁρετὴ μονουμένη . οὐ πώποτ ' ἔργου μᾶλλον εἱλόμην λόγους . |
| ἀπεῖπεν οὐδ ' ἀπηγόρευσε τὸ ποιῆσαι τὰ δεινά . ἧ δύσορνις ἅδε : δυσοιώνιστος γέγονεν αὐτοῖς ἡ συμρορὰ τῆς μάχης | ||
| . . δυσφόρους ] γράφεται καὶ δυσμόρως . . ἦ δύσορνις ] ὄντως δύσορνις καὶ δυσοιώνιστος καὶ οὐ κατὰ σκοπὸν |
| Διὸς Διόνυσον ἐν Λίμναις : 〚 Λείπει παῖδα . 〛 Λίμνη τόπος ἱερὸς Διονύσου , ἐν ᾧ καὶ οἶκος καὶ | ||
| ' ὄχεα φλόγεα ποσὶ βήσετο : τὸν ἀμφὶ Λίμνας : Λίμνη τόπος Τροιζῆνος [ Ἀττικῆς ] , ἔνθα Λιμνᾶτις Ἄρτεμις |
| Γ ἑξμέδιμνον Γ κυψέλην Γ : ἓξ μεδίμνους χωροῦσαν Γ κυψέλην . Γ ἑξμέδιμνον κυψέλην : κυψέλη ἐστὶν εἶδος δεκτικὸν | ||
| ἢ ἵνα φαίνηται ἀγανακτῶν ἐν λόγοις . Γ ἑξμέδιμνον Γ κυψέλην Γ : ἓξ μεδίμνους χωροῦσαν Γ κυψέλην . Γ |
| ] νοθεύσειν , μολύνειν , νενοθευμένην δεῖξαι τὴν μάχην . καπηλεύσειν ] ἀναβαλέσθαι . καπηλεύσειν ] ἐκκλίνειν , οὐ καλῶς | ||
| ἐλθὼν ] παραγενόμενος . ἔοικεν ] φαίνεται . Ξ οὐ καπηλεύσειν ] οὐ κιβδηλεύσειν , ἤτοι οὐ ψεύσεσθαι . Ξ |
| γέγονεν , οὐκ ἔσται κηποι δεποτις εἴη , πόθεν γενήσεται τοὐκ ὂν εἰς οὐκ ὄν : εἰς οὐκ ὂν γὰρ | ||
| αὐτόθεν ποι γέγονεν , οὔκ ἔσται . πόθεν γὰρ γενήσεται τοὐκ ὄν εἰς οὐκ ὄν : εἰς οὐκ ὂν γὰρ |
| ὧδε δὲ ἔχοντι ἀγγέλλεται Ἀντώνιος εἰς Ἀλεξάνδρειαν ἐπανελθών . καὶ τεχνάζων ἔτι ἐπ ' ἀμφότερα διεπρεσβεύετο πρὸς αὐτόν , ἐπιτρέπων | ||
| : ” εἰ μή τι κρεῖσσον , “ ἀπατῶν ἢ τεχνάζων καὶ τότε ἐς εὐπρέπειαν . Κουρίωνι δ ' οὐκ |
| ἐμοί . . μέμψῃ ] Ἀττικῶς γράφεται δίφθογγον . . ναυκληρεῖν πόλιν ] περιέπειν , φροντίζειν τῆς πόλεως . . | ||
| , οὐκ ἀσφαλὲς εἶναι λέγοντες ἀναθεῖναι αὑτοὺς πολιτείᾳ . καίτοι ναυκληρεῖν μὲν ἢ δανείζειν ἢ γεωργεῖν οὐδεὶς ἂν ἱκανῶς δύναιτο |
| βασιλέα , εἴ πως πείσειαν αὐτὸν χρήματά τε παρασχεῖν καὶ ξυμπολεμεῖν , ἀφικνοῦνται ὡς Σιτάλκην πρῶτον τὸν Τήρεω ἐς Θρᾴκην | ||
| τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης , ἄγοντας πρὸς Ἀθηναίους δεχημέρους σπονδάς , ξυμπολεμεῖν ἐκέλευον Περδίκκᾳ : οἱ δ ' οὐκ ἤθελον . |
| λύσω τῶν κατηγορημένων , οὐχ ὑμᾶς , ἀλλ ' ἐμαυτὸν αἰτιάσομαι . Ἐπειδὴ γὰρ οἱ πρεσβύτεροι ταῖς ἡλικίαις ὑπὲρ τῆς | ||
| ἀλεκτρυόνων εἶπον . αἰτιάσει ] αἰτιάσῃ . καὶ πῶς ] αἰτιάσομαι ⌈ ἐμαυτόν . / [ ἑαυτόν . ] τεθνήξειῃ |
| , ἀνάδυσις , ἀναχώρησις . καὶ τὰ ἀπαρέμφατα μετανοῆσαι , μεταμελῆσαι , μεταγνῶναι , γνωσιμαχῆσαι , ἀναλογίσασθαι , ἐπιθεάσασθαι , | ||
| καὶ τείχη ἡμῖν καὶ χώραν καὶ δύναμιν πειράσομαι ποιεῖν μὴ μεταμελῆσαι τῆς πρὸς ἐμὲ ὁδοῦ . καὶ τὸ μέγιστον δή |
| ἤδη ἃ ἀκούεις γενήσεται . θ ὄκνῳ ] ἀναβολῇ . χρονίζεται ] βραδύνεται . χρονίζεται ] ἀργεῖ . κληρουμένους δ | ||
| ὄκνῳ χρονίζεται ] οὐ βραδύνει χάριν ὄκνου . οὐκ ὄκνῳ χρονίζεται ] οὐχὶ βραδύνει εἰς ἐπέκτασιν πολλοῦ χρόνου . οὐκ |
| ἄλλῳ : ἐξ ἠοῦς εἰς νύκτα καὶ ἐκ νυκτὸς πάλι Σωκλῆς εἰς ἠοῦν πίνει τετραχόοισι κάδοις , εἶτ ' ἐξαίφνης | ||
| τὸν Σωκλείδην τὸν ἑαυτοῦ πατέρα . ὁ δὲ Δίδυμος , Σωκλῆς ἐστι τὸ ὄνομα , φησί : παρήγαγε δὲ αὐτὸ |
| γένοιτ ' ἐμοῦ ξυνειδότος , παθεῖν ἅπερ τοῖσδ ' ἀρτίως ἠρασάμην . Ὑμῖν δὲ ταῦτα πάντ ' ἐπισκήπτω τελεῖν , | ||
| Ζεῦ πάτριε καὶ θεοί , ἕτοιμος ἀμύνειν ὡς ὤμοσα καὶ ἠρασάμην : ἐπεὶ δὲ τοῖς ὁμοτίμοις δοκεῖ συνοίσειν τὰ ἐγνωσμένα |
| ἀρχῆς ἀρξαμένη εἰς τοιοῦτόν τε ἅμα τὸν οἰκιστὴν καὶ μάρτυρα ἀναφέρουσα ; γνοίη δ ' ἄν τις καὶ πρὸς τὴν | ||
| : καὶ ἡ πλοκή , περιποιοῦσα μὲν τὴν διάνοιαν , ἀναφέρουσα δὲ εἰς τὸ αὐτὸ ὄνομα , οἷον ἡμεῖς τοι |
| ἐξ ὀρέων φερομένου . Ξ ὦ θεοὶ καὶ θεαί , ἀλεύσατε καὶ φυγὴν ποιήσατε καὶ ἀποστήσατε τὸ κακὸν τὸ καθ | ||
| ] ἀποστήσατε . ἀλεύσατε ] ἐκφυγεῖν [ ποιήσατε ] . ἀλεύσατε ] φυγεῖν ποιήσατε . ἀλεύσατε ] ἀποδιώξατε . ἀλεύσατε |
| βροτῶν κάκιον ὅστις ἐκτριβήσεταί ποτε . Ἦ ταῦτα δῆτ ' ἀνεκτὰ πρὸς τούτου κλύειν ; Οὐκ εἰς ὄλεθρον ; οὐχὶ | ||
| τε ὄντι καὶ ἄλλως γενναίῳ καὶ ὡπλισμένης γῆς ἄρχοντι οὐκ ἀνεκτὰ ταῦτα ἐφαίνετο , ὅθεν πολλὴν μὲν ἀσπίδα παρέταττε , |
| μήτε νεφέλη μήτε ἀχλύς . ὡς γὰρ οὐχ ἡδὺ θέαμα κεκλεισμένα ὄμματα , οὕτως οὐδὲ γένεια καλοῦ κομῶντα . εἴτε | ||
| ὑστεραίας ἦλθεν ἐπὶ τὰ βασίλεια , ζητῶν τὴν γυναῖκα . κεκλεισμένα δὲ ἰδὼν καὶ πολλοὺς ἐπὶ θύραις τοὺς φυλάσσοντας περιῄει |
| ωτης ποιεῖ τὰ ἐθνικά , Σικελιώτης Πηλιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή . τὸ δ ' Ἀμβρακία | ||
| τὰ ἐθνικά , οἷον Σικελιώτης Πηλιώτης Ἀμβρακιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή . Τὸ δ ' Ἀμβρακία |
| μὲν σώματα λουτροῖς καὶ καθαρσίοις ἀπορρύπτονται , τὰ δὲ ψυχῆς ἐκνίψασθαι πάθη , οἷς καταρρυπαίνεται ὁ βίος , οὔτε βούλονται | ||
| ' αὐτοῦ ; ἄπαγε βεβήλων καὶ ἀνοσίων ἐνθυμημάτων . καλὸν ἐκνίψασθαι τὴν ἀθλίαν ψυχὴν ἐπηρεασθεῖσαν μὲν ὑπὸ φωνῆς , διακόνοις |
| δὲ ἐξέπλευσε τῶν φρενῶν , καὶ πολλὰ ἐς τὸ ἄγαλμα παρῴνησεν . ὡς εἶδεν ἄγαλμα ξενικὸν καὶ ἱερουργίαν οὐκ ἐπιχώριον | ||
| ; τίς ἢ κυβερνήτης ἢ ναύκληρος οὕτω ποτὲ ἐμεθύσθη καὶ παρῴνησεν , ὡς ὅσων εἶπον κατασκηψάντων ἐθελῆσαι πλεῖν , ἵνα |
| λόγον διὰ τὸ “ συνοπαδὸν γιγνόμενον . ” τὸ γὰρ μεταμορφοῦσθαι θεὸν ὡς ἀπατηλὸν ἐκβάλλει τῆς ἑαυτοῦ πολιτείας . . | ||
| παριστῶν τὴν δύναμιν τῆς λέξεώς φησι μεταβολὴ πάντων γλυκύ . μεταμορφοῦσθαι δὲ μεταχαρακτηρισμὸς καὶ μετατύπωσις σώματος εἰς ἕτερον χαρακτῆρα . |
| τοῦ καιροῦ πέμψαι . προιάψαι ] πέμψαι , δοῦναι . προιάψαι ] δοῦναι . θ προιάψαι ] παραπέμψαι . δορὸς | ||
| ] πέμψαι , δοῦναι . προιάψαι ] δοῦναι . θ προιάψαι ] παραπέμψαι . δορὸς ἄγραν ] διὰ δόρατος ἀγρευθεῖσαν |
| καλεῖ αὐτὴν Ἀνακρέων . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τῆς Ἀθάμαντος θυγατρὸς Ἀρᾶς . σκοπουμένου γὰρ τοῦ Ἀθάμαντος ἔνθα ἱδρύ - σει | ||
| ᾗ ὁ Ζεὺς ὑπεγράφετο τὰ γινόμενα , παμπάλαιος ἦν . Ἀρᾶς ἱερόν : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἀρωμένων ἐπὶ χρηστοῖς ἢ |
| , καὶ ἀτιμίαις . ἐγκατέδησε : συνέκλεισεν , ἐδέσμησεν . Γαστήρ : γνώμη . ἀνάσσει : βασιλεύει . Ἠερίῃς : | ||
| γαμηρὸς , συγκοπῇ καὶ προσθέσει τοῦ β , γαμβρός . Γαστήρ , ὅτι γαστρίζει ἡμᾶς ἐπιχορηγοῦσα τὴν τροφήν . Γλουτοί |
| , ἀρκοῦμαι τῷ ἀκρωτηριασμῷ καὶ τὴν σκυταλίδα πρίζω πρὸς εὐχερῆ σάρκωσιν . Σφίγγει ποτὲ δακτυλίδιον δάκτυλον : καλῶς δ ' | ||
| ἐστιν ὃ παρὰ τῶν ἰατρῶν οἱ κάμνοντες ἴσχουσιν εἰς τὴν σάρκωσιν , ὡς ξηρὸν μὲν ἅπαν εἶναι τὸ χωρίον , |
| Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ | ||
| πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς |
| αἰτιατικὴν πτῶσιν ἐπὶ πάντα τὰ πρόσωπα , ὧν ἐστιν καὶ ἐλλειπῆ , εἰ γένοιτο ἐκ πρώτου πρὸς δεύτερον καὶ τρίτον | ||
| ἐκ τῆς ἰδίας σατραπείας ἵππων πλῆθος ἐκόσμησε τὴν στρατιάν , ἐλλειπῆ καθεστῶσαν κατὰ τοῦτο τὸ μέρος . τῶν δὲ περὶ |
| ; Τοῦτο μὲν ὧδε ἐχέτω : οὐκ ἐνδεῶς δέ , οἶμαιὦ Θωμάσιε ἔδειξεν ὁ λόγος ὅπερ ἐβούλου μαθεῖν , ὁποῖός | ||
| πολιτεία τίνιὦ Θωμάσιεχρωμένη αἰτίᾳ εἰς ἐκεῖνο ἦλθε μέγεθος ; Εὔδηλον οἶμαιὦ Μηνόδωρεὡς τῷ πολέμῳ : καὶ ? τὴν ? γένεσιν |
| ἅπερ ἔμαθες μέν , Ἵππαρχε , μετὰ σπουδᾶς , οὐκ ἐτήρησας δ ' , ὦ γενναῖε , γευσάμενος Σικελικᾶς πολυτελείας | ||
| τοσούτων Ἀγαρηνῶν ἀπολέσθαι , οὓς μέχρι τοῦδε πολλῶν κινδύνων ἀπειράτους ἐτήρησας , „ ἐξειπόντες ἐν ὀλίγῳ καὶ τὸ συμβάν . |
| ἡλίου . ; , . . : πόντου πόντον ] Ἔσω δηλονότι . : πόντον ] Εὐξείνου εἴσω . . | ||
| ἐστι . Αὕτη τοῦ ἱροῦ κεῖται παρὰ τὴν ἔσοδον . Ἔσω γάρ μιν ἐς τὸ ἱρόν φασι τῶνδε εἵνεκα οὐκ |
| ] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει | ||
| . ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς δοκεῖ κρείσσονα ἐσχηκέναι περίστασιν ἧς σὺ ἔσχηκας , ἂν θέλῃς ὡς ἀθλητὴς νεανίσκῳ χρῆσθαι . καὶ |
| τοῖς Ἕλλησιν . ἄτοπα . ἄτοπα νῦν ἃ μὴ ἔστι τοπάσαι , ὅ ἐστιν ὑπονοῆσαι , σημαίνει δὲ καὶ κακὸν | ||
| . ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται . Κεραμεικοὶ |
| καὶ ἤλει , οὐκ ἤληθεν : ἀλοῦσα , οὐχὶ δὲ ἀλήθουσα . Μέθυσος ἀνὴρ οὐκ ἐρεῖς , ἀλλὰ μεθυστικός . | ||
| κουρίδα . . κιθαρῳδός : Ἡ ἀλετρίς . ἀναστήσασα : ἀλήθουσα . . ἀωρὶ νύκτωρ : ὄρθρου . . τὸν |
| τοῦ ἐπιθυμητικοῦ καθ ' ἣν κατέχουσι τῷ λογισμῷ τὴν ἐπιθυμίαν ὁρμῶσαν ἐπὶ φαύλας ἡδονάς . ἔργα δὲ αὐτῆς : τὸ | ||
| κράδης δὲ ἤτοι ἀγρίας συκῆς . * κυέουσαν : ἔγκαρπον ὁρμῶσαν εἰς βλάστην , ἣ εἰς τοὺς ὀλύνθους προβάλλεται * |
| καὶ οὐκ ἐμέμφεσθε μέχρι τῆς Εὐμένους διαβολῆς , ἣν οὐκ εἰάσατε τοὺς ἡμετέρους πρέσβεις ἐς ὄψιν αὐτὸν ἐλέγξαι . ἀλλὰ | ||
| Κοίντιον Καίσωνα τῷ παρελθόντι ἐνιαυτῷ κρίνειν ἐπ ' αἰτίαις ψευδέσιν εἰάσατε , καὶ τοσοῦτον φύλακα τῆς ἀριστοκρατίας ἀναρπαζόμενον ὑπ ' |
| καὶ οἱ Πελασγοὶ οἱ τοῦ Ἄργους ἄκροι , τουτέστιν οἱ ἐξοχώτατοι . ἵλαθι : ἀντὶ τοῦ ἱλάσθητι κατὰ ἀποκοπήν , | ||
| , Στερόπης , Ἄργης . λέγονται δὲ οὗτοι αὐτοὶ καὶ ἐξοχώτατοι χαλκεῖς τὴν τέχνην , οἵτινες διὰ τῆς οἰκείας τέχνης |
| , ἀλλ ' ἐκεῖν ' ὁρᾶν , ὅτι , εἰ προήσεσθε τὰ τῶν νόμων καὶ τῆς πολιτείας , οὐχ εὑρήσετε | ||
| νόμοις καὶ τοῖς τοῦ δήμου ψηφίσμασι , τί ποιήσετε ; προήσεσθε τὴν πρὸς τοὺς θεοὺς εὐσέβειαν καὶ τὰ παρὰ πᾶσιν |
| ὥστε εἰς ἐπιείκειαν φέρειν : ἐκτρέπει γὰρ τοὺς πλείους εἰς φιληδονίαν τε καὶ ὑπερηφανίαν . Ὅτι τοὺς ἑαυτοῦ οἰκέτας ἐκπαιδεύσας | ||
| διὰ τέκνα ἤθελε συνεῖναι τῷ Ἰακώβ , καὶ οὐ διὰ φιληδονίαν . Προσθῆσα γὰρ καὶ τῇ ἐπαύριον ἀπέδοτο τὸν Ἰακώβ |
| πονηρά . ἐὰν δὲ μὴ ἀναβῇ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῶν μετανοῆσαι οὐ σώζονται διὰ τὴν σκληροκαρδίαν αὐτῶν . Ὅτε οὖν | ||
| ὡς [ οὐ καταπεπληγμένοι ] οὐδὲ κεκακωμένοι [ ] ὡς μετανοῆσαι . ἐπιφέρει γοῦν [ ὅτι ἡ ] νεότης οὐκ |
| εἴρω . ὣς ἔφατ ' , αὐτὰρ ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον : Τειρεσίη , τὰ μὲν ἄρ που ἐπέκλωσαν θεοὶ | ||
| ἑταίρων . ὣς ἔφατ ' , αὐτὰρ ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον : ἐκ μέν τοι ἐρέω , ἥ τις σύ |
| πηδάλιον αἴρεις , μή τι τὰς κώπας ; τί οὖν αἴρεις ; τὰ σά , τὴν λήκυθον , τὴν πήραν | ||
| Ἀθήνησι Ἀθηνᾶ Σώτειρα λεγομένη , ᾗ καὶ θύουσιν . χὥπως αἴρεις : Σκόπει ὅπως μεγαλύνεις . . χὥπως αἴρῃς : |
| ὅτι οὐ μίγνυται † αὐτῆς ἄν : τὸ μὲν γὰρ διανόημα καὶ τυφλῷ δῆλόν φασιν , ἡ σύνθεσις δὲ συσταλεῖσα | ||
| καὶ ἡ δόξασις καὶ ἡ διανόησις ἡ μὲν κατὰ τὸ διανόημα , ἡ δὲ κατὰ τὸ δόξασμα : καθόλου τοίνυν |
| Τετυφότες , τετυφυῖαι , τετυφότα . Ἑνικά . Τετυπώς , τετυπυῖα , τετυπός . Δυϊκά . Τετυπότε , τετυπυία . | ||
| τέτυπα τροπῇ τοῦ α εἰς ως , τὸ θηλυκὸν ἡ τετυπυῖα , τὸ οὐδετέρον τὸ τετυπός . Ὁ τύψας μετοχὴ |
| , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις ; καὶ σοὶ μὲν γὰρ ἦν κλέπτης ὁ πατήρ | ||
| , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις ἐπὶ τούτοις ; καὶ πάλιν : τίς οὖν ὁ |
| μήτε λέγε μήτε πράττε . βʹ . Ὁδοῦ πάρεργον οὔτε εἰσιτέον εἰς ἱερὸν οὔτε προσκυνητέον τοπαράπαν , οὐδ ' εἰ | ||
| σαφέστερον γενέσθαι τὸν τύπον τῆς διδασκαλίας . ὁδοῦ πάρεργον οὔτε εἰσιτέον εἰς ἱερὸν οὔτε προσκυνητέον τὸ παράπαν , οὐδ ' |
| ὁ τῆς κόρης ἔλεος δεινὰ καὶ πέρα δεινῶν διὰ τὸ ἀτυχὲς κάλλος παθούσης , οὓς δ ' αὐτὸς ὁ τῆς | ||
| ὤνησεν ὁμολογουμένως πάντα τὰ πράγματα καὶ φερομένην τὴν πόλιν εἰς ἀτυχὲς πτῶμα ὤρθωσεν , ἀρχὴν ἀπεδείξατε μίαν αὐτοκράτορα πολέμου καὶ |
| ἤ τινα τόπον οὐ καθαρόν , ὁμοίως δὲ μηδ ' ἀπροβούλευτον μηδ ' ἀνυπεύθυνον μηδὲν ποιεῖν , ἀλλὰ πρωὶ μὲν | ||
| πρὶν ἐπιχειρεῖν ἔργῳ τηλικῷδε , καὶ μηδὲν ἀνεξέταστον ἀφεῖσθαι μηδὲ ἀπροβούλευτον . ἀποφαινέσθω δὴ περὶ τούτων ἕκαστος ὑμῶν ἃ φρονεῖ |
| τὸν ἀνθρώπινον νοῦν πάντων ἀκριβέστερα : δεύτερον δέ , τὸ προμηθὲς ἐπὶ τὰ τῶν ἐν κόσμῳ συνεκτικώτατα ἐφορᾶν ἀγαπᾷ , | ||
| χερσὶ καὶ πρόσκαιρον ἀπόλαυσιν ἀλλὰ καὶ τὴν ὕστερον διὰ τὸ προμηθὲς τῆς φιλοζῴου φύσεως . καὶ μὴν ἐν σκηναῖς προστέτακται |
| , τέκνοις ὄνειδος οὕνεχ ' ἡδονῆς λιπεῖν ] : τὸ δυστυχὲς γὰρ ηὑγένει ' ἀμύνεται τῆς δυσγενείας μᾶλλον : ἡμεῖς | ||
| ἀθλιώτεροι τῆς φαυλότητος καὶ γὰρ ἐν κοινῷ ψέγειν ἅπασι κεῖσθαι δυστυχὲς κοὐκ εὐτυχές . ἔα ἔα : ὁρῶ γ ' |
| ἐκείνων ἀποδοχὰς καὶ καταγινώσκειν τῶν τιμώντων πολλὴν ἠλιθιότητα ὡς ὑγιοῦς διαμαρτανόντων δόξης . εἰ δ ' ἔστιν , ὃν μιᾷ | ||
| κενοῦ αὐτὸν χανεῖν φασιν . ἐπὶ τῶν συνελπιζόντων χρηματιεῖσθαι , διαμαρτανόντων δὲ λέγουσιν . Ἀριστοφάνης Θεσμοφοριαζούσαις βʹ . Λύκου δεκάς |
| πορνίδιον , οὐδὲ θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην . οὕτω τὸ γῆρας σωφρονοῦν οὐκ εὐτυχεῖ . Μάλιστα δ ' ἐκπλήττει με τῶν | ||
| ἀκολασία κρατεῖ βίος τε ἀγεννὴς καὶ ἀνελεύθερος εὐδοκιμεῖ καὶ τὸ σωφρονοῦν ὀνειδίζεται . ἐν Ἰωνίᾳ μὲν ταῦτα , αἱ Λάκαιναι |
| πολυτελείᾳ καὶ τεχνουργίᾳ , οὔτ ' ἔν τινι ἄλλῳ . Πρόνοιαν γὰρ οὐ μικρὰν ἐποιεῖτο ὁ βασιλεύς , φιλοδοξῶν εἰς | ||
| ἐπισκέψασθαι προσήκει ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς τὸν λόγον λαβόντας . Πρόνοιαν τοίνυν τὴν μὲν ἐφ ' ἑκάστῳ , ἥ ἐστι |
| λάθηι λυθεὶς σκέψαι ? . ἄγ ' αὐτὸν εἰς τὸ ζήτρειον πρὸς Ἔρμωνα καὶ χιλίας μὲν ἐς τὸ νῶτον ἐγκόψαι | ||
| ᾠδεῖον . εἴ τιϲ ἀποτέτιλται αὐτῶν ὁ πέμπτοϲ ὥϲπερ εἰϲ ζήτρειον ἐμπεϲών ⚔ . ὅϲον γένοιτ ' ἂν αὐτῇ βελτίω |
| ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις | ||
| χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους |
| , τερεβινθίνης λι αʹ , ἀφρονίτρου γο Ϛʹ , λίθου ἀσσίου ἄνθους γο Ϛʹ , λιβάνου γο Ϛʹ , ἐλαίου | ||
| , σμύρνης , πεπέρεως , ἁλῶν ὀρυκτῶν ῥυπαρῶν , λίθου ἀσσίου ἄνθους , στυπτηρίας σχιστῆς ἀνὰ γο αʹ , χαλβάνης |
| καὶ μνῆμα τῷ Πύρρωνι οὐ πόρρω τοῦ Ἠλείων ἄστεως : Πέτρα μὲν τῷ χωρίῳ τὸ ὄνομα , λέγεται δὲ ὡς | ||
| γʹ καὶ ιεʹ : Τῆς δὲ Πετραίας Ἀραβίας ἡ μὲν Πέτρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ , καὶ διέστηκεν |
| τοῦ τέλους εἰς Ω ἐποίησε τὸ ῥῆμα : κιάθω ἀμυνάθω διωκάθω . τὸ μέντοι φιλομαθῶ καὶ εὐσταθῶ περισπῶνται : παρ | ||
| ] γρ . αὐτὸς . γραφὴν ] ψυχικὸν ἔγκλημα . διωκάθω ] καταδιώξω , ἐξάξω . γραψάμενος ] κατηγορίαν αὐτῶν |
| μ ' ἐργάσει ; Τέχνην δὲ τίνα ποτ ' εἶχες ἐξανδρούμενος ; Ἠλλαντοπώλουν καί τι καὶ βινεσκόμην . Οἴμοι κακοδαίμων | ||
| Τηλέφου Εὐριπίδου . ΓΘ ἐργάσῃ ] μέλλεις ἐργάσασθαι . Γ ἐξανδρούμενος : τὴν ἡλικίαν ἔχων εἰς ἄνδρα . ΓΘ ἐξανδρούμενος |
| . ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής . ἄπαγ ' εἰς τὸ βάραθρον : τοῦ γέροντός τις γυνὴ | ||
| ; δρᾶ δ ' , εἴ τι δράσεις , ἢ ἄπαγ ' οἴκαδε στρατόν , τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων |
| τινα πηγῆς ἐραστὴν ᾀδέτω σμικρολόγος ἀνήρ : ᾧ γὰρ μεγάλα κατώρθωται , τοῦ - τον ὁ τὰ βραχέα φέρων εἰς | ||
| τὰς συναιρουμένας . Σημειοῦται τὸ ποσί , ἄλλῳ δὲ κανόνι κατώρθωται : πᾶσα γὰρ δοτικὴ ἑνικῶν εἰς δι λήγουσα τροπῇ |
| πάσχα φαγεῖν ; καὶ αὐτὸν δῆθεν λέγοντα : Μὴ ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα κρέας τοῦτο τὸ πάσχα φαγεῖν μεθ ' ὑμῶν . | ||
| οὐκ ἦρξα , ὅτι σὺ οὐκ ἠθέλησας : οὐδέποτ ' ἐπεθύμησα ἀρχῆς . μή τί με τούτου ἕνεκα στυγνότερον εἶδες |
| ἐν κόσμῳ ἐξηγεῖσθαι αὐτῷ ὁ Τυρίεσπις ἐξήγγελτο . Ἔνθα δὴ διαβιβάσας Κρατερόν τε καὶ τῆς στρατιᾶς τὴν πολλὴν καὶ τοὺς | ||
| τοὺς Εὐβοέας : τοῦτο δὲ ἔξωθεν ἔλαβε πρὸς διαβολήν . διαβιβάσας δὲ οὐ λέγει τοὺς Φωκέας , ἀλλὰ τὸ στρατόπεδον |
| ! ´αρον ? ? ἔσεσθαι τὴν ἅλωσιν ὅμως οὐ διετήρησεν ἀμετάθετον τὴν ἔχθραν , ἀλλὰ διὰ τὴν συγγένειαν ἐψηφίσαντο πρὸ | ||
| ὑστέρου κακῶν αἴτια καθίστανται . Νενομοθέτηκε γὰρ ἡ εἱμαρμένη ἑκάστῳ ἀμετάθετον ἀποτελεσμάτων ἐνέργειαν περιτειχίσασα πολλαῖς αἰτίαις ἀγαθῶν τε καὶ κακῶν |
| τοῦ Νέου Βόλου . περὶ τοῦ Κανώπου καὶ Κύβου καὶ Κρηνίδων . περὶ τοῦ * * ἐν τῷ καλουμένῳ Βαθεῖ | ||
| τοῦ Πόντου . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου |
| φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες ἀολλεῖς , Νύμφαις ἁλίαισιν ἐπευξάμενοι νόστου σωτῆρας | ||
| γυναιξίν , οὗ παννυχίζουσιν θεᾷ , φέγγος ἱερὸν οἴσων . Χωρῶμεν εἰς πολυρρόδους λειμῶνας ἀνθεμώδεις , τὸν ἡμέτερον τρόπον , |
| τὴν γνώμην καὶ τὴν ἐπιστολήν : τὴν μέν , ὅτι διήλλακται , τὴν δέ , ὅτι χάριν οἶδεν εἰδέναι , | ||
| , διὰ τὸ βραδέως ἀπολαμβάνειν ἐμέ : πέπαυται δὲ καὶ διήλλακται καὶ οὐκέτι ὑμῖν ἐστι πολέμιος . ἀνίστασο δέ , |
| δὲ καὶ ἀναιδείᾳ , ὥστε ἤδη τι λαβών , ὡς ἀποδώσων , ἐν μέσῳ μυρίων ὀμμάτων , εἶτα ἠρνήσατο ἐπί | ||
| διέγνω τὴν Ἀνθίαν ἀγαγεῖν ἀπὸ Ἰταλίας εἰς Ἔφεσον , ὡς ἀποδώσων τε τοῖς γονεῦσι καὶ περὶ Ἁβροκόμου ἐκεῖ τι πευσόμενος |
| οἱ μὲν ἐκείνων ξύμμαχοι ἐπὶ δουλείᾳ τῇ αὑτῶν φέροντες οὐκ ἀπεροῦσιν , ἡμεῖς δ ' ἐπὶ τῷ τιμωρούμενοι τοὺς ἐχθροὺς | ||
| ἀεὶ τὸ ταχὺ ἐλαυνόμενον θεάσεται , οἱ δὲ ἵπποι οὐκ ἀπεροῦσιν ἐν μέρει ἀναπαυόμενοι . ὅταν γε μὴν ἐν τῷ |
| οὐδὲ δυνατόν . . ὀρθιάζοντες ] ἠχοῦντες . . οὐκ εὐέξοδον ] ἀλλὰ δυσέξοδον , ἤγουν ὅθεν οὐ δυνατὸν ταχέως | ||
| ταχέως ἐξιέναι . ἀπολογεῖται δὲ ὡς βραδύνας . . οὐκ εὐέξοδον ] τὸ πρὸς ἡμᾶς ἐλθεῖν . ἤγουν οὐκ ἔστιν |
| τὰ μὲν ἔχοντες , εἰς δὲ τὰ βλέποντες μάχονται . Μόλις ἥψω τῶν σαυτοῦ καὶ γέγονας ἐπιστάτης τῶν τῇ σῇ | ||
| εἰσδέξασθαί τινας : οἷον καὶ καθ ' ἡμᾶς ἐγεγόνει . Μόλις γὰρ ἀνόπλους ὄντας ἡμᾶς δύο παρεδέξαντο πρὸς τὸ κατανοῆσαι |
| ἔφθισο ] ἤγουν παρὰ τοῦ ἀδελφοῦ σου . ἔφθισο ] ἐφθάρης . θ φίλον ] ἀδελφόν . ἔκτανες ] ἐφόνευσας | ||
| νεκρός . . μαίνεται ] ταράσσεται . . ἔφθισο ] ἐφθάρης . . διπλᾶ λέγειν ] πάρεστι . . ἀχέων |
| φησὶν , ὁ κατὰ τὴν πόλιν πῆ μὲν εἰς καλὸν ἐκβέβηκεν αὐτῇ : ἐσώθη γὰρ καὶ οὐκ ἀνηρπάσθη ὑπὸ τῶν | ||
| Δίδαξον , εἰ διδακτόν , ἐξ ὅτου φοβῇ . Τοιοῦτον ἐκβέβηκεν οἷον , ἢν φράσω , γυναῖκες , ὑμῖν , |
| ὅτι τὸ Δ μέσον ἐστὶ τοῦ Θ καὶ Τ . Ὄγδοος ἀπὸ τοῦ ὀκτώ : καὶ ὤφειλεν εἶναι ὄκτοος : | ||
| καὶ θέσεων ταῦτα κατανοῆσαι , ἀγνοεῖται ἡ φύσις αὐτῶν . Ὄγδοος ὁ παρὰ τὰς ποσότητας αὐτῶν ἢ θερμότητας ἢ ψυχρότητας |
| . ἔπειτα καὶ τρόπον τινὰ τὸ πρᾶγμά μοι λυσιτελὲς εἶναι νενόμικα . οἷον φίλερίς τίς ἐστι καὶ μάχεταί τί μοι | ||
| τις ἄλλος μικρὸς ᾖ : τοὺς γὰρ μεγάλους τούτους ἅπαντας νενόμικα ἀνθρωποφάγους ἰχθῦς . τί φής , ὦ φίλτατε , |
| [ πρὸς ] τὸ δικαστήριον . ὑθλεῖς ] φλυαρεῖς . ἄπερρ ' ] ἄπελθε . ἐπιλήθει ] ἐπιλήθῃ . ἐδιδάχθης | ||
| οὐδεὶς κατ ' ἐμοῦ τεθνεῶτος εἰσάξει δίκην . ὑθλεῖς . ἄπερρ ' . οὐκ ἂν διδαξαίμην ς ' ἔτι . |
| λόγος ὑπὲρ ἀμφοῖν ἀτοπώτερος , ὁ Σωκλῆς οὐκ ἐνεγκὼν τὸ ἀπόφημον , ὡς ἐραστὴν ἀκόλαστον μισήσας ἀπημπόλησε τὸν ἵππον . | ||
| σφίσι κακῶν αἰτίους ἢ δράσαντάς τι ἀσεβὲς ἢ εἰπόντας τι ἀπόφημον : ἵππου δὲ ἔλεγε ποία μὲν θεοσυλία , φόνος |
| ἐμπιεῖν : ἔγχει δ ' ἐπιθεὶς τὸν ἡθμόν . οὐκ ἀπολιβάξεις καὶ τριγώνους καὶ λύρας ; ἀντ ' ἀστραγάλων κονδύλοισι | ||
| Φιλῖνος οὗτος , τί ἄρα πρὸς ταύτην βλέπεις ; οὐκ ἀπολιβάξεις εἰς ἀποικίαν τινά ; Συρακόσιος δ ' ἔοικεν , |
| Τηλεμάχοιο „ . εἴσασθαι ιʹ : ὁμοιωθῆναι . φανῆναι . προσποιήσασθαι . διελθεῖν . ὁρμῆσαι . γνῶναι . δόξαι . | ||
| εἰσπρᾶξαι , συνεισενεγκεῖν , συμφορῆσαι , κτήσασθαι , προσκτήσασθαι , προσποιήσασθαι , περιποιήσασθαι : συμμάχους προσαγαγέσθαι , οὐκ ὄντας κατακτήσασθαι |
| καὶ ἐπὶ τὸ ἀρχαῖον ἐκεῖνο μῖσος ἀνατρέχεις καὶ τὸν αὐτὸν ἀναγινώσκεις νόμον . καλὸν γοῦν τὸν μισθὸν ἀποδίδως τῇ τέχνῃ | ||
| φίλον , αὐτόχειρα καὶ πάλιν ἔνσπονδον : καὶ τὴν αὐτὴν ἀναγινώσκεις ἐπιστολὴν μεστὴν ἀδικημάτων καὶ δωρεῶν , μιγνὺς τὰ ἄμικτα |
| καὶ κύστιν : καὶ ὅκου ἄν τι ἀποχωρέον στῇ μὴ κεκαθαρμένῳ , κακόν . Τὰ σώματα χρὴ , ὅκου τις | ||
| τῶν θειοτέρων γνώσει . ὥσπερ γὰρ ὀφθαλμῷ λημῶντι καὶ οὐ κεκαθαρμένῳ τὰ σφόδρα φωτεινὰ ἰδεῖν οὐχ οἷόν τε , οὕτω |
| ἑστιᾶσθαι , εὐωχεῖσθαι , πανηγυρίζειν , ἑορτάζειν , συνεστιᾶσθαι , συνευωχεῖσθαι , συμπανηγυρίζειν , συνεορτάζειν , συσπένδειν καὶ ὁμοσπονδεῖν καὶ | ||
| : ταῦτα δ ' εἶναι μὴ πλεῖον ἢ δέκα ἀνθρώπους συνευωχεῖσθαι . ἀθροισθέντων δὲ τῶν συσσιτούντων γίνεσθαι σπονδάς τε καὶ |
| βοηθήσει ἄνθρωπος ; οὐδὲ προεσκόπησας ἀσθενέσι χαριζόμενος ; τὸ δὲ ἰσόνειρον ὅτι σκιαῖς ὀνείρων οἱ ἄνθρωποι παρεμφερεῖς κατὰ Πίνδαρον . | ||
| δραίνω ἢ δράω . ἄκικυν ] φαύλην ἰσχύν . . ἰσόνειρον ] ὅτι σκιαῖς ὀνείρων οἱ ἄνθρωποι παρεμφερεῖς , κατὰ |
| πέλουσαν : μηδὲ πλαθείην γαμέτᾳ τινὶ τῶν ἐξ οὐρανοῦ . ταρβῶ γὰρ ἀστεργάνορα παρθενίαν εἰσορῶς ' Ἰοῦς ἀμαλαπτομέναν δυσπλάνοις Ἥρας | ||
| ἀθλίαις προσωφελήσων , ὦ τέκνον , κεχρημέναις ; ὡς οὔτε ταρβῶ σὺν δίκηι ς ' ὁρμώμενον Κάδμου θ ' ὁρῶσα |
| κατεσφραγισμένα , σαφῆ δ ' ἀκούεις ἐξ ἐλευθεροστόμου γλώσσης . κομίζου δ ' ὡς τάχιστ ' ἐξ ὀμμάτων . ἔοιγμεν | ||
| καὶ οὐδὲν ἐπελπομένα ποτὲ καίριον ἐκτολυπεύσειν ζωπυρουμένας φρενός . εἴσω κομίζου καὶ σύ , Κασσάνδραν λέγω : ἐπεί ς ' |
| τὸ ἔχειν τόπους εἰς τὸ ἡβᾶν ἐπιτηδείους . ὅθεν καὶ ἡβητήρια τὰ γυμνάσια : ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν : | ||
| δὲ καὶ τὰ ἄλση νεμόμενον , ἔτι τε ὅπου πύθοιτο ἡβητήρια εἶναι μεθύσκεσθαι . καὶ Ἄμασιν δὲ τὸν καὶ αὐτὸν |
| πόλιν αὑτῶν κατέστησαν . Ἰφικράτης ὀλίγους εἶχε στρατιώτας καὶ τούτους ἀθυμοῦντας . βουλόμενος αὐτοῖς θάρσος ἐνδοῦναι με - ταξὺ δειπνοῦντας | ||
| σεισμῶν τῶν γεγονότων καὶ τῶν γινομένων οὐκ εἰκὸς ὑπομνῆσαι ὑμᾶς ἀθυμοῦντας , ὅτανπερ ὦσι , παραβάλλοντας τὰ ὑμέτερα πρὸς τὰ |
| ἐκτεθειμένου πέρατος μέχρι τῶν τοῦ Νέστου ποταμοῦ ἐκβολῶν διὰ τοῦ Παγγαίου ὄρους καὶ τῇ ἐφεξῆς παραλίῳ τοῦ Αἰγαίου πελάγους καὶ | ||
| κεχˈλάδοντας ἥβᾳ , τὸν δ ' Ἔρυτον . ταχέες ἀμφὶ Παγγαίου θεμέθˈλοις ναιετάοντες ἔβαν , καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ |