δʹ . ὁ [ αὐτὸς ] δὲ [ καὶ ] ἕσπερος τὸν [ ] αὐτὸν ἔχων δρόμον , τὴν αὐτὴν
κρατίστη τῶν ἀρετῶν εἶναι δοκεῖ ἡ δικαιοσύνη , καὶ οὔτε ἕσπερος οὔθ ' ἑῷος οὕτω θαυμαστός : καὶ παροιμιαζόμενόν φαμεν
6643633 Ὠριων
. Τοῦ Ἰουλίου τὴν πρώτην τε μέχρι καὶ τῆς τετάρτης Ὠρίων ἀνίσχει καὶ κρυπτὸν ἄστρον σὺν τῷ Στεφάνῳ , τὴν
φησιν : ἐκ τούτου οὖν Αἴλιοι χρηματίζουσιν . οὕτως [ Ὠρίων ] , . , . . Αἱμασιά : τὸ
6628140 φαεθων
Θάνατος , δεινοὶ θεοί : οὐδέ ποτ ' αὐτοὺς Ἠέλιος φαέθων ἐπιδέρκεται ἀκτίνεσσιν οὐρανὸν εἰσανιὼν οὐδ ' οὐρανόθεν καταβαίνων .
ὀκτὼ δὲ στίλβων ἀστὴρ μέγας Ἑρμάωνος , ἑπτὰ δὲ Ζεὺς φαέθων , Παφίη δ ' ἴσας λάχεν ἑπτά , τὰς
6615081 Ἀετος
Ὕδρος , ἐφ ' ὧι κατηστέρισται Κρατήρ , Κόραξ Προκύων Ἀετὸς Δελφὶς Ὠρίων Ὀιστὸς Δελτωτὸν Ἀνδρομέδα Λαγωὸς Κῆτος Κύων ,
καὶ πρὸς τὸ οὖς σαλεύων θῇς , ἀκούσει κωδωνίζοντος . Ἀετὸς ἰχθύς ἐστιν ἀλέπιδος , θαλάσσιος παρόμοιος ἱέρακος , μελανώτερος
6478451 περιδεξιος
μυξωτῆρσι κύνες δὲ πανίχνια σημήναντο . ναὶ μὴν ἀνθρώποισι πέλει περιδέξιος ὥρη χειμερίη , στείβουσί τ ' ἀμοχθήτοισιν ὀπωπαῖς ,
. περιώσιον περιωσίως . περιδώσομαι συνθήσομαι . περιτροπέων περιτρεπόμενος . περιδέξιος οἱ μὲν περισσῶς δεξιὸς περὶ τὴν τοῦ δόρατος βολήν
6400335 ἐπιτελλων
δὲ τῷ χρόνῳ τούτῳ παρ ' οἷς μὲν ὁ Κύων ἐπιτέλλων τὸν καιρὸν μηνύει , παρ ' οἷς δὲ ἄλλο
διὰ νυκτὸς πνεύσαντα ἄνεμον καὶ ἔμπαλιν παννυχίου γενομένης νηνεμίας αὐτὸς ἐπιτέλλων λάβρον ἤγειρεν ἄνεμον . ἢ πρόδηλος ἡ λύσις ἐκ
6391030 εὐδιος
χόλον , ὄλβον ὀλέθρου , ὄφρα γάμῳ πρηΰς τε καὶ εὔδιος ἀντιάσειε . στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος
μόθοιο ἀσπασίως γάνυταί τε καὶ εἰρήνης καμάτοισι τέρπεται ἁρπαλέοισι καὶ εὔδιος εἰλαπινάζει , ἀνδρῶν τε πλήθουσα χοροιτυπίης τε γυναικῶν :
6310363 ἠελιος
οὐ κατὰ διάνοιαν ἐφάνη αὐτοῖς μέγας κτλ . εὖτε γὰρ ἠέλιος φαέθων ὑπερέσχεθε γαίης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐξ ἡρωικοῦ
γειοτόμον δαμάλῃσιν ἐπιθύνουσιν ἄροτρον : ἢ πάλιν ἑσπερίῃσιν ὅτ ' ἠέλιος ζυγὰ κλίνει , ὁππότε σημαίνουσιν ἑαῖς ἀγέλῃσι νομῆες ,
6282384 Σειριος
πορευθῶ ; ἀμπτάμενος οὐράνιον ὑψιπετὲς ἐς μέλαθρον , Ὠαρίων ἢ Σείριος ἔνθα πυρὸς φλογέας ἀφίησιν ὄσσων αὐγάς , ἢ τὸν
, ἐπὶ τῆς Παρθένου Στάχυς Προτρυγητήρ , ἐπὶ τοῦ Κυνὸς Σείριος , καὶ εἴ τινα τούτοις ὅμοια . ὁ δὲ
6257607 μηνη
νύκτα . σκιερῆς : σκοτεινῆς . κνέφας : σκότος . μήνη : ἡ σελήνη . Κελαινιόωσι : μελαίνουσι , μελαίνονται
ἃς οὔθ ' ἥλιος προσδέρκεται ἀκτῖσιν οὔθ ' ἡ νύκτερος μήνη ποτέ . πέλας δ ' ἀδελφαὶ τῶνδε τρεῖς κατάπτεροι
6229392 ὀμβρος
τὸν δὲ κοχλίαν μὴ φαίνεσθαι θέρους , ἀλλ ' ὁπόταν ὄμβρος γένηται ἀναδυόμενον φαίνεσθαι , διὰ τῶν φυτῶν βαίνειν ἕλκοντα
τὸν δ ' οὔτ ' ἂρ χειμὼν κρυόεις , οὐκ ὄμβρος ἀπείρων , οὐ φλὸξ ἠελίοιο δαμάζεται , οὐ νόσος
6183232 χειμεριος
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ
6173674 νηνεμος
τοῖς ποταμοῖς ποιοῦνται τὰς διατριβὰς τὰ ὄρνεα . . 〚 νήνεμος αἴθρη : Οἷον , ὑπὸ τῆς εὐαερίας λῆξις κυμάτων
- βαθής , ἐν σκέπῃ τῶν πνευμάτων , ἀπήνεμος , νήνεμος , ὑπήνεμος , ἀσφαλής , ἀκύμων , ἀκίνδυνος ,
6142102 ἀκαμας
ἀθανάτοισι : θεοῖς : τὸ στερητικὸν α βραχύνεται πλὴν τοῦ ἀκάμας καὶ ἀθάνατος . φιλή : προσφιλής : εἰ μὴ
αὐτοῦ τε περιπολουμένου καὶ δι ' αὐτοῦ πάντων ἐρχομένων . ἀκάμας τε χρόνος περί τ ' ἀενάωι ῥεύματι πλήρης φοιτᾶι
6130758 ἀρκτος
παρούσης ἴχνη ζητεῖς : ἐπὶ τῶν ἀδήλων ⋮ Ἡ γὰρ ἄρκτος χειμῶνος μὲν ἀποτίκτει , καὶ φωλεύει τεκοῦσα , καὶ
ὁ χερσαῖος πόδας μὲν ἔχει πενταδακτύλους , καθάπερ καὶ ἡ ἄρκτος , ῥύγχος ὑός , ὀδόντας οὓς μὲν προβάτου ,
6127424 νοτος
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος
6094945 τοσσος
ἀνδρῶν δέρκεσθαι : τοίη γὰρ ἐνὶ φρεσὶν ἵσταται ἀλκή , τόσσος δὲ φλοῖσβός τε καὶ ἵμερος ἰωχμοῖο . τῶν μέν
, ὡς καὶ ἐν τῷ περὶ αὐτοῦ λόγῳ φησί : τόσσος γὰρ πόρος ἐστὶν ἀμείλιχος . Ἄλλος δ ' Ἀραβικός
6082753 Κυων
ʹ : ὁ καλούμενος Ἀντάρης ἐπιτέλλει . ὡρῶν ιε : Κύων ἑῷος δύνει . ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ
ἐπὶ πλέον ἄχρι παρ ' αὐτὸν Κρητῆρα , φθάμενος δὲ Κύων πόδας αἴνυται ἄλλους ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς :
6077465 γαληνη
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο ,
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας
6076652 ἀροτοιο
Ἡσίοδος : Πληιάδων Ἀτλαιγενέων ἐπιτελλομενάων ἄρχεσθ ' ἀμητοῖ ' , ἀρότοιο δὲ δυσομενάων . καὶ Ἄρατος : αἳ μὲν ὁμῶς
ἔργῳ ἐργάζεσθαι . Πληιάδων Ἀτλαγενέων ἐπιτελλομενάων ἄρχεσθ ' ἀμήτου , ἀρότοιο δὲ δυσομενάων . αἳ δή τοι νύκτας τε καὶ
6076578 ἐστηρικται
πέδον Ἀλκινόοιο . τῇ δ ' ἐπὶ Νηρικίης Ἰθάκης ἕδος ἐστήρικται νήσων τ ' ἀλλάων , ὅσσας τ ' ἀπὸ
ἀλλ ' ἔφθασαν μὲν μέχρι γῆς , κάρα δὲ αὐταῖς ἐστήρικται ὑπεράνω τοῦ οὐρανοῦ . Πλέον δὲ αὐταῖς κατελθεῖν συμβέβηκεν
6073878 πνει
λείπω λείπεις λείπει , ποιῶ ποιεῖς ποιεῖ . τὸ δὲ πνεῖ καὶ ῥεῖ καὶ πλεῖ οὐκ ἰσοσυλλαβεῖ . οὕτω καὶ
. ναῦς ὥς τις ἐκ μὲν γῆς ἀνήρτηται βρόχοις , πνεῖ δ ' οὖρος , ἡμῖν δ ' οὐ κρατεῖ
6062713 εἰαρινος
εὐκραδάντους ὑπάρχειν , ὅ ἐστιν εὐκινήτους . ἄλλος δ ' εἰαρινὸς πέλεται πλόος : ἐν τέλει Ἀπριλλίου καὶ ἀρχῇ μηνὸς
κράδῃ ἀκροτάτῃ , τότε δ ' ἄμβατός ἐστι θάλασσα : εἰαρινὸς δ ' οὗτος πέλεται πλόος : οὔ μιν ἔγωγε
6061507 ἀντελλει
πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος . . . : .
κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . καὶ πάλιν : ἀντέλλει δ ' Ὕδρης κεφαλὴ χαροπός τε Λαγωός καὶ Προκύων
6059253 βορρας
: οἶδε δὲ καὶ τοῦτο , ὅτι ἄρα ὁ μὲν βορρᾶς ἀρρενοποιός ἐστιν , ὁ δὲ νότος θηλυγόνος εἶναι πέφυκε
ψύχρωσις ἀνέμου , καὶ βροχίτζας , τὴν δὲ τρισκαιδεκάτην πνεῖ βορρᾶς ἐκ τῶν Ὑάδων , τεσσαρεισκαιδεκάτῃ τε αὖθις ἄστρον προσδύνει
6051943 ἀστρον
ἔστω παράλληλος κύκλος , καθ ' οὗ φέρεται τὸ Θ ἄστρον , ὁ ΔΚΘΛΒ : τὸ Θ ἄρα , ὅταν
τὸν ἥλιον ἄστρον φησίν . οὐ καινὸν εἰ τὴν σελήνην ἄστρον ὁ Αἰσχύλος ἐνταῦθα καλεῖ : καὶ Πίνδαρος γὰρ τὸν
6008614 ἑῳος
ὡρῶν ιδ : ὁ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἑπομένου Διδύμου ἑῷος δύνει . ὡρῶν ιδ ∠ ʹ : Κύων ἑσπέριος
ἔτει Ἀδριανοῦ κατ ' Αἰγυπτίους Ἐπιφὶ βʹ εἰς τὴν γʹ ἑῷος ὁ τῆς Ἀφροδίτης τὸ πλεῖστον ἀπέστη τοῦ ἡλίου τῆς
6007971 ἠχετα
βουσὶ τίθησιν . Ἦμος δὲ σκόλυμός τ ' ἀνθεῖ καὶ ἠχέτα τέττιξ δενδρέῳ ἐφεζόμενος λιγυρὴν καταχεύετ ' ἀοιδὴν πυκνὸν ὑπὸ
ἀφ ' ἱππείου θόρε δίφρου . ἦμος δὲ χλοερῷ κυανόπτερος ἠχέτα τέττιξ ὄζῳ ἐφεζόμενος θέρος ἀνθρώποισιν ἀείδειν ἄρχεται , ᾧ
5991350 θαλλει
' ἅμα , δι ' ὧν βρότειον ζῇ τε καὶ θάλλει γένος . καὶ ὁ σεμνότατος δ ' Αἰσχύλος ἐν
εἶδος ἄνθους σαμψύχῳ ὅμοιον . μάλιστα δὲ παρὰ τοῖς ὕδασι θάλλει . μέμνηται καὶ Θεόφραστος . βοτάνη εὔοσμος , ἣν
5987572 Ἱππος
ἀπειρία κἀκεῖσε μᾶλλον , Ἔνθα κῦμα θαλάσσης τυραννεῖ σκάφος . Ἵππος εὐγενὴς οὐ λακτίζει . Ἑρμηνεία . Εὐγένειαν ὁ λαχὼν
ἢ εἰς τὰ πλάγια νεύουσιν οἱ ὀφθαλμοί . τμθʹ . Ἵππος ἐστὶ διάθεσις ἐκ γενετῆς καθ ' ἣν ἀστατοῦσι καὶ
5986839 ἀνατελλων
ἢ τὸν ἥλιον αὐτὸν οὐχ ὁρᾷς , ὅτι τἀναντία καὶ ἀνατέλλων καὶ δυόμενος ἐργάζεται ; ἐπειδὰν γὰρ ἀνίσχῃ , τὰ
, ἐπὶ δὲ τῶν χειμερινῶν ἐναντίως τοῖς προειρημένοις , ἐὰν ἀνατέλλων ἢ δυόμενος τὰς τροπὰς ποιήσηται . ιγʹ Ἐὰν πρὸ
5986739 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
5983659 ἀεξομενοιο
ὁράᾳς ; ὀλίγη μὲν ὅταν κεράεσσα σελήνη ἑσπερόθεν φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται ἔνδοθεν αὐγή ,
' ἐνάτη τε δύω γε μὲν ἤματα μηνὸς ἔξοχ ' ἀεξομένοιο βροτήσια ἔργα πένεσθαι : ἑνδεκάτη δὲ δυωδεκάτη τ '
5977887 Ἀρκτος
' ἕλεν ὕπνος . ἆμος δὲ στρέφεται μεσονύκτιον ἐς δύσιν Ἄρκτος Ὠρίωνα κατ ' αὐτόν , ὃ δ ' ἀμφαίνει
τοῦ πανσέπτου καὶ παντάρχου . Τέλος τοῦ πρώτου βιβλίου . Ἄρκτος θηρίον ἐστί , ζῷον δασὺ καὶ νωθρόν , κατὰ
5967101 ἠελιοιο
θεαὶ περικωκύσαντο υἱέα κυδαίνουσαι ἐυθρόνου Ἠριγενείης . Δύσετο δ ' ἠελίοιο φάος : κατὰ δ ' ἤλυθεν Ἠὼς οὐρανόθεν κλαίουσα
] [ τὸν μὲν πρῶτον ] ἔθαλψεν ? ὑπ ' ἠελίοιο ? ? [ βολαῖσιν ] [ ] πωτᾶτο φιλόδρομος
5959232 Εὐκτημονι
πατρὶ τῷ Ἁγνίου καὶ Φιλάγρῳ τῷ πατρὶ τῷ Εὐβουλίδου καὶ Εὐκτήμονι τῷ βασι - λεύσαντι , καὶ εἰδέναι Εὐκτήμονα ἀδελφὸν
Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις βορέας σφοδρός . Καλλίππῳ καὶ Εὐκτήμονι ἐπισημαίνει . βʹ . ὡρῶν ιδ ∠ ʹ :
5942138 λαχεν
] ! α [ ] Ἦ καὶ ἀπ ' Ἀργείοιο λάχεν γένος ? [ ] Ἡρακλῆος [ Τήλεφον ] ἐν
' ἴσας λάχεν ἑπτά , τὰς δ ' ὑπολειπομένας δισσὰς λάχεν Ἄρεος ἀστήρ . Τὰ δὲ ὅρια οὕτως : ἑπτὰ
5941393 ἀνετειλε
, ἐννύχιοι πνοιῇ ἀνέμοιο θέοντες . ἦρι δὲ νισσομένοισιν Ἄθω ἀνέτειλε κολώνη Θρηικίη , ἣ τόσσον ἀπόπροθι Λῆμνον ἐοῦσαν ὅσσον
. * . Ἄθως : † Ἥρη δὲ νισομένοισιν Ἄθω ἀνέτειλε κολώνη : ἀκρωτήριον Θρᾴκης . Σοφοκλῆς : † Ἄθω
5939295 Ἀρκτουρος
Ὠρίωνα Διδύμοις καὶ Ταύρῳ πλησιάζειν , τότε ἐπιτήδειον τρυγᾶνὁ δὲ Ἀρκτοῦρος ὁμοταγὴς τῇ Παρθένῳ : ἔστι δὲ ὁ Σκορπίος ὁμοταγὴς
: ἀστὴρ γάρ ἐστι ἐπὶ τῆς ζώνης τοῦ Ἀρκτοφύλακος ὁ Ἀρκτοῦρος . ἀκροκνέφαιος : κατὰ τὸ ἄκρον κνέφας τῆς ἑσπέρας
5937987 Καλλιππῳ
ὁ καλούμενος Αἲξ ἑῷος δύνει . Μητροδώρῳ καὶ Εὐκτήμονι καὶ Καλλίππῳ χειμῶνος περίστασις . Δημοκρίτῳ βρονταί , ἀστραπαί , ὕδωρ
Ϙβʹ , Δημοκρίτῳ ἡμέραι Ϙαʹ , Εὐκτήμονι ἡμέραι Ϙʹ , Καλλίππῳ πθʹ . . . . Ὑπολαμβάνουσι γὰρ οἱ πλεῖστοι
5923967 ζοφος
ὑπ ' Αἰακίδαο χέρεσσι δάμνασθ ' : ἀμφὶ δέ μιν ζόφος ἔκρυφε : τὴν δ ' ὀρόθυνεν αἰὲν ἄιστος ἐοῦσα
λέγων ὦ φίλοι , οὐ γάρ τ ' ἴδμεν ὅπῃ ζόφος οὐδ ' ὅπῃ ἠώς , οὐδ ' ὅπῃ ἠέλιος
5918640 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
5914482 ἀπειριτος
καὶ Αἰακίδην προσέειπεν : Ὦ Ἀχιλεῦ , περὶ δή μοι ἀπείριτος ἤλυθεν αὐδὴ οὔασιν , ὡς πολέμοιο συνεσταότος μεγάλοιο .
γὰρ σκοπιὴν ἐς παιπαλόεσσαν ἀνελθὼν νῆσον , τὴν πέρι πόντος ἀπείριτος ἐστεφάνωται . αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ κεῖται : καπνὸν δ
5912518 ἀφενου
πλοῦτος , ἀφενός δὲ ὀξυτόνως ὁ ἄνθρωπος ὁ πλήρης τοῦ ἀφένου . λέγεται δὲ καὶ ἀρσενικῶς καὶ οὐδετέρως ' .
: ὀξυτόνως δὲ ἀφενός , ὁ ἄνθρωπος ὁ μετέχων τοῦ ἀφένου : ὡς ἀσφόδελος καὶ ἀσφοδελός . ἀσφόδελος λέγομεν βαρυτόνως
5908698 περιτελλεται
ἐν χθονὶ Σέλγη . κεῖθεν δ ' εἰς αὐγὰς σκολιὸν περιτέλλεται οἶμον πολλὸν ἔσω βεβαυῖα περίδρομος ἀμφιτρίτη , γείτων Εὐξείνοιο
δ ' ἄλλοθεν ἄλλα παρακλίνουσα μέτωπα εἴρει , ὁποσταίη μηνὸς περιτέλλεται ἠώς . Ἐν γὰρ τούτοις σαφῶς φησιν ἐκ τῶν
5900198 Πλειας
: τὰ πρὸς τῷ Ἡνιόχῳ δεξιά , Σκυθία : ἡ Πλειάς , [ ἡ ] Κύπρος : τὰ ἀριστερά ,
. Ἐπὶ τῆς ἀποτομῆς τοῦ Ταύρου τῆς καλουμένης ῥάχεως ἡ Πλειάς ἐστιν : συνηγμένης δ ' αὐτῆς εἰς ἀστέρας ἑπτά
5894624 στιλβων
ἐσχάτης συλλαβῆς Μουσῶν ἀν - θρήνιον ὁ λόγος κάλλεΐ τε στίλβων καὶ πείθων ἐνθυμήμασι καὶ πράττων ὃ σπεύδει , νῦν
' ἀπάνευθε κιὼν ἐπὶ θῖνα θαλάσσης , κάλλεϊ καὶ χάρισι στίλβων : θηεῖτο δὲ κούρη . δή ῥα τότ '
5893893 Στιλβων
ἔλαχεν Πυρόεις μετὰ τούσδε . Τὰ δὲ ὅρια οὕτως : Στίλβων ἐν τούτῳ προτέρας ἓξ ἔλλαχε μοίρας , τὰς δ
πρεσβυτέρας δίδωσι γυναῖκας ἢ καὶ πόρνας , εἰ καὶ ὁ Στίλβων μετ ' αὐτῶν πλήρης προϊσταμένων . εἰ δὲ καὶ
5892034 Ἡμερη
τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσιν ἀστεμφέως , ὅθι Νύξ τε καὶ Ἡμέρη ἆσσον ἰοῦσαι ἀλλήλας προσέειπον ἀμειβόμεναι μέγαν οὐδὸν χάλκεον :
. ] Νυκτὸς δ ' αὖτ ' Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο : ἄλλως : ὅντινα Τιθωνὸν ὁ τέθριππος ὄχος
5890698 ὑψουται
κομπάζεται ] ὑψοῦται . κομπάζεται ] ἀπειλεῖται . κομπάζεται ] ὑψοῦται καὶ φέρεται δι ' ἐκείνου . θ κομπάζεται ]
, τὸ τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος :
5887478 Λυρα
αὐτὸ , πρὸς δὲ τὴν τριακάδα Ὠρίων ὅλος κρύπτεται καὶ Λύρα προσανίσχει . Τὴν πρώτην Νοεμβρίου δὲ δύνουσιν αἱ Πλειάδαι
δ ' ἀνατέλλουν , καὶ τῇ ἑβδόμῃ τοῦ μηνὸς ἡ Λύρα ἐπιτέλλει , καὶ τῇ ὀγδόῃ ὁ Δελφὶν ἑσπέριος προσδύνει
5873079 Ὠριωνος
Πλειόνης , ἐδιώκοντο πέντε ὅλους ἐνιαυτοὺς κατὰ Βοιωτίαν ὑπὸ τοῦ Ὠρίωνος μετὰ καὶ τῆς μητρὸς αὐτῶν συγγενέσθαι ζητοῦντος αὐταῖς ,
ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ κοινὸς Ποταμοῦ καὶ ποδὸς Ὠρίωνος ἐπιτέλλει . Ἱππάρχῳ ἐτησίαι ἄρχονται πνεῖν . κεʹ .
5865469 τριτατην
δευτέραν εἰκοστὴν κρύπτεται ὁ Τοξότης καὶ Δίδυμοι ἀνίσχουσι πρὸς τὴν τριτάτην ταύτης : τὴν δωδεκάτην τὴν διπλὴν φαίνονται μὲν Ὑάδες
τὸν Σελασφόρον , δευτέραν Ἀφροδίτην τε , Ἑρμῆν δὲ τὴν τριτάτην , τετάρτην τὴν Σελήνην τε , τὴν πέμπτην δὲ
5865201 χειμα
, καὶ ἀκήρατος ἀλυπία καὶ ἡδεῖα δίαιτα : οὔτε γὰρ χεῖμα σφοδρὸν οὔτε θάλπος ἐγγίγνεται , ἀλλ ' εὔκρατος ἀὴρ
κεν ἰδὼν ἐλέφαντα ἢ κορυφὴν ὄρεος παναπείριτον ἢ νέφος αἰνὸν χεῖμα φέρον δειλοῖσι βροτῶν ἐπὶ χέρσον ὁδεύειν . ἴφθιμον δὲ
5853681 ἐπιτελλει
: ἐν δὲ τῇ ια ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ Ὠρίων ἑῷος ὅλος ἐπιτέλλει . [ . . . . . . Φεβρουάριος
δύνει . ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ καλούμενος Ἀντάρης ἐπιτέλλει . λʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : ὁ
5851412 ἠμος
μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι
ὄψ ' ἀρόσῃς , τόδε κέν τοι φάρμακον εἴη : ἦμος κόκκυξ κοκκύζει δρυὸς ἐν πετάλοισι τὸ πρῶτον , τέρπει
5849581 ἀρηρως
ὠκεανοῖο , εἷς μὲν ἐὼν , πολλῇσι δ ' ἐπωνυμίῃσιν ἀρηρώς . Εἶτα ὑποκαταβαίνων οὕτως : ὠκεανὸς περιδέδρομε γαῖαν ἅπασαν
Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς . Δωρικῇ τροπῇ ἄραρα καὶ ἄραρεν , οἷον :
5848852 Φαεθων
μέσσον ἀν ' οὐρανὸν ἀμφιπολεύῃ , ὡρονόμον δ ' ἐπέχῃ Φαέθων , Τιτὰν δέ τε δύνῃ , τῆμος ἄρ '
, τοῦτον εὑρήσειν ἐν τῇ περὶ Ἀπολλωνίαν λίμνῃ . † Φαέθων † φησὶ τὸν ἐν Βοσπόρῳ ποταμὸν οὕτως εἶναι ψυχρόν
5843465 χιονες
δ ' αὐχμηρὸς ὁ χειμῶν τὸ ἔαρ ὑδατῶδες . Ὅταν χιόνες πολλαὶ γίνωνται ὡς τὰ πολλὰ εὐετηρία γίνεται . Φασὶ
δὲ βόρειος : ὕδατα πουλλὰ , λαῦρα , μεγάλα , χιόνες , μιξαίθρια τὰ πλεῖστα : ταῦτα δὲ ἐγένετο μὲν
5839884 φαεινεται
πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι ,
ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία ,
5834002 Δελφιν
θέαν τῆς πομπῆς ἦλθε , φησί , καὶ ἰδοῦσα τὸν Δέλφιν ἠράσθη αὐτοῦ . εἰώθασι γὰρ τῇ Ἀρτέμιδι κανηφορεῖν αἱ
ἐλθεῖν τῆς πομπῆς , καὶ οὕτω συμβέβηκεν ἰδεῖν με τὸν Δέλφιν . ἁ μεγάλοιτος : ἡ μεγάλως δυστυχής . οἶτος
5832823 εἰαρος
Ἀλκμὰν δὲ διὰ τοῦ σ τὴν εὐθεῖαν ἐκφέρει : ἁλιπόρφυρος εἴαρος ὄρνις . καὶ τὴν γενικήν : οἶδα δ '
' ὥς τ ' ἢ ἀνέμων ἰαχὴ πέλε λάβρον ἀέντων εἴαρος ἀρχομένου , ὅτε δένδρεα μακρὰ καὶ ὕλη φύλλα φύει
5815796 ἐμπυρος
ἀναφυσηθῆναι συμβῇ πᾶσαν τὴν ἄσφαλτον : ὁ δὲ πλησίον τόπος ἔμπυρος ὢν καὶ δυσώδης ποιεῖ τὰ σώματα τῶν περιοικούντων ἐπίνοσα
. Καὶ ἐν αὐτοῖς μὲν τοῖς τόποις καὶ τοῖς συνεχέσιν ἔμπυρος ἡ πνοὴ γίνεται , πορρωτέρω δὲ προϊοῦσιν οὐχ ὁμοίως
5813951 πωλεσκετο
γυναικῶν ] θηλυτεράων . ἣ δ ' ἐπ ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο ] καλὰ ῥέεθρα [ ] ! ν [ ]
κάκ ' ἐλέγχεα εἶδος ἀγητοί : ὄφρα μὲν ἐς πόλεμον πωλέσκετο δῖος Ἀχιλλεύς , οὐδέ ποτε Τρῶες πρὸ πυλάων Δαρδανιάων
5807466 ἐπιτολη
τὸ ἀρκτῷον μέρος . : Ἀνατολὴ ἐπὶ τοῦ ἡλίου : ἐπιτολὴ ἐπὶ τῶν ἄστρων . * : ἀνηρότους : Ἤτοι
καὶ ἐπιτολῆς . Ἀνατολὴ μὲν γάρ ἐστιν ἡ προειρημένη , ἐπιτολὴ δὲ ἡ γινομένη πρὸς τὸν ὁρίζοντα φάσις μετὰ τῆς
5801230 μονιηι
Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον . . . . σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέϊ χαίρων . . . ; . . .
ὅ γε πάντοθεν ἶσος ἑοῖ καὶ πάμπαν ἀπείρων Σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέι γαίων . . . καὶ περὶ μὲν τῆς
5797692 ἑσπεριος
. ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος δύνει . ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ λαμπρὸς
δύνει , καὶ ὁ ἐν τῷ ἑπομένῳ ὤμῳ τοῦ Ἡνιόχου ἑσπέριος δύνει . Καίσαρι νότος πνεῖ . Ϛʹ . ὡρῶν
5780736 ἀνεμος
τὴν ῥάβδον ἐκτείνει , κελεύσαντος τοῦ θεοῦ . κἄπειτ ' ἄνεμος καταράττει , νότος βιαιότατος , ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ
ἐβουλήθησαν μὴ κατοκνῆσαι , ῥᾳδίως ἐγένετο , καὶ οὐκ ἂν ἄνεμος ἐκώλυσεν . βοηθήσαντες δὲ ἅμ ' ἡμέρᾳ πανδημεὶ οἱ
5777960 ἠως
ἀναπλώεσκεν : ἔπλεεν . ἀΰσας : βοήσας . Κεῖνο : ἤως ὠκύαλον . τό : ὅπερ . φήμιξεν : δωρικόν
ἀπέπεσε ] χαυνωθεὶς καὶ ἐξ ἀσελγείας [ θνήσκει ] , ἤως ἀπὸ τοῦ τῆς θηλυμανίας [ ἔρωτος ] : οὕτως
5777219 ἀκρονυχος
δὲ τῇ δ Δημοκρίτῳ . . . Εὐδόξῳ δὲ Ἀρκτοῦρος ἀκρόνυχος ἐπιτέλλει : καὶ ὑετὸς γίνεται . Καὶ χελιδὼν φαίνεται
. . . . ἐν δὲ τῇ ιζ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἀκρόνυχος ὅλος δύνει . . [ Σκορπίος ἀκρώνυχος ] δύνει
5772995 αὐγη
εἶναι καὶ ἱστίον τῷ ἅρματι , ἀφ ' οὗ καὶ αὐγή τις ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ τὴν κεφαλὴν ἥκει οὔπω
φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον ἦμαρ ἰοῦσα :
5769851 ὀμβρῳ
. . . . . . δινήεις προΐησιν ἀεξόμενος Διὸς ὄμβρῳ . Υἱὸς δ ' αὖτ ' Ἀχιλῆος ἀταρβέος ἵκετο
αὐγήν , καταπέμπει εἰς τὴν θάλασσαν σκιὰν ἐρυθράν : καὶ ὄμβρῳ δὲ κατακλυσθέντων τῶν ὀρέων κάτω συρρέοντι εἰς θάλασσαν ,
5758954 κεντροισιν
φύσιν ; σιωπῆς οὐδὲν ἄμεινον ἀπολοίμιον φανόν ὀμμάτειος πόθος ῥακτηρίοις κέντροισιν τοῦ Προμηθέως ἀντέχεσθαι καὶ μὴ τῆς μεταμελείας Ἀανῖτις ἀγήρω
σκορπίος , ὠκεῖαί τε χελιδόνες ἠδὲ δράκοντες καὶ κύνες οἳ κέντροισιν ἐπώνυμοι ἀργαλέοισι , πάντες ἀταρτηροῖς ὑπὸ νύγμασιν ἰὸν ἱέντες
5753537 ἱσταμενοιο
ἰσαίεται ἀμφοτέρῃσιν , φθίνοντος θέρεος , τοτὲ δ ' εἴαρος ἱσταμένοιο . Σῆμα δέ οἱ Κριὸς Ταύροιό τε γούνατα κεῖται
δὲ Βορῆν σαλαγεῦντος ἐπὶ δροσεροῖο Νότοιο : Εὔρου δ ' ἱσταμένοιο θέειν Ζεφυρίτισιν αὔραις : κινυμένου Ζεφύρου δὲ θοῶς εἰς
5749542 ἀντελλων
κόλπων ξανθοφαὲς μαίωσε φάος νέον : ἐκ δὲ λοχείης ὄρθριος ἀντέλλων ἀναπάλλεται ὠκὺς ὁδίτης , καὶ πάλιν ἡβήσαντα παλίμπορος ἠθὰς
Αἰγοκερῆος ἀνερχομένοιο μάλιστα Καρκίνον εἰς ἀνιόντα κυλίνδεται . Ὅσσον ἁπάντη ἀντέλλων ἐπέχει , τόσσον γε μὲν ἄλλοθι δύνων . Ὅσσον
5749034 σκορπιζεται
ὁ δ ' ἀσκητὴς δάκνεται μόνον ὑφ ' ἡδονῆς καὶ σκορπίζεται , οὐ θανατοῦται : κἀκεῖνος μὲν σωφροσύνῃ , χαλκῷ
παρ ' Ἑκαταίωι . Φιλητᾶς . . . . : σκορπίζεται : Ἑκαταῖος μὲν τοῦτο λέγει Ἴων ὤν , ὁ
5748504 αὐλος
αὐλῶν λυσιῳδῶν , τραγικῶν , κιθαριστηρίων . ὁ δὲ καλάμινος αὐλὸς τιτύρινος καλεῖται τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Δωριεῦσιν . ὁ δὲ
, ὥσπερ οἶμαι δεδιώς , μή τινα φθόγγον ἔμμουσον ὁ αὐλὸς κινήσας ἀντηχεῖν ἀναπείσῃ τῷ Σατύρῳ τὴν Νύμφην . τοῦτο
5742771 κεχυται
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος , εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος : εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι
5739651 Βοωτης
ὑπὸ τῶν ἀρχαίων οὕτως αὐτὰς λέγεσθαι , διότι ταύταις ὁ Βοώτης ἅμα ἄρχεται καταδύεσθαι . Κλεόστρατον γοῦν τὸν Τενέδιον ἀρχαῖον
ἀνατέλλων . Ἀρκτοῦρος : ὁ δὲ αὐτὸς Ἀρκτοφύλαξ καλεῖται καὶ Βοώτης οἱονεὶ βουκόλος τις ὤν : κατέχει γὰρ καὶ ῥόπαλον
5735278 Φωσφορος
ζῴδιον ὡς ἔγγιστα ἑνὶ μηνί . Κατώτερος δὲ τούτου κεῖται Φωσφόρος , ὁ τῆς Ἀφροδίτης ἀστήρ : οὗτος δὲ ὡς
ὁ μὲν στίλβων τὰς πλείστας μοίρας εἴκοσιν , ὁ δὲ Φωσφόρος τὰς πλείστας πεντήκοντα . Τρεῖς δ ' οἱ ἄλλοι
5731673 ἀμειλιχος
μελισσέων ἀγλαὰ φῦλα , ἄλλοτε δ ' αἰνὸς ὄφις καὶ ἀμείλιχος . εἶχε δὲ δῶρα παντοῖ ' , οὐκ ὀνομαστά
ἐύστροφον ἀγχόθι μαζοῦ εἴρυσε , κυκλώθη δὲ κέρας , καὶ ἀμείλιχος ἰὸς ἰθύνθη , τόξον δὲ λυγρὴ ὑπερέσχεν ἀκωκὴ τυτθὸν
5729424 αἰγλη
τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος . σημαίνει
αὐτοὺς κύματα μακρὰ φέροντο : περὶ στεροπῇσι δ ' ἀνάσσης αἴγλη μαρμαίρεσκε διὰ κνέφας ἀίσσουσα . Οἳ δ ' ἄποτον
5724717 ἀσκιος
τὸ αἷμα . Αὕτη ἐστὶν κιννάβαρις τῶν φιλοσόφων καὶ χαλκὸς ἄσκιος ξανθός . Ὧδε μνήσθητι ὡς ἔλεγεν ὁ ἀρχαῖος :
] φυε ? [ ] [ ] επται ? ? ἄσκιος ἀήρ [ ] δύω κατὰ βασμὸν ἔασι [ ]
5721695 πιλνατο
ἀκοῦσαι αὔτως , ὡς ὅτε γαῖα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε πίλνατο : τοῖος γάρ κε μέγας ὑπὸ δοῦπος ὀρώρει ,
μετὰ πνοιῇς ἀνέμοιο . ἅρματα δ ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο πουλυβοτείρῃ , ἄλλοτε δ ' ἀΐξασκε μετήορα : τοὶ
5717151 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
5717118 Ἠελιος
Ζεῦ κύδιστε . μέγιστε , κελαινεφές , αἰθέρι ναίων . Ἠέλιος θ ' , ὃς πάντ ' ἐφορᾷς καὶ πάντ
μιν ἐρύξει . Ὣς φάτο Καλλιόπη πινυτὰ φρεσὶ μητιόωσα . Ἠέλιος δ ' ἀπόρουσεν ἐς Ὠκεανοῖο ῥέεθρα , ὦρτο δὲ
5713830 Δελφις
, καὶ ἐκεῖ κατοικήσας ὁ Καστάλιος , οὗ ὁ υἱὸς Δέλφις ἐπεκράτησε τῶν τόπων , καὶ ἀπ ' αὐτοῦ Δελφοὺς
κἠξαπίνας ἅφθη κοὐδὲ σποδὸν εἴδομες αὐτᾶς , οὕτω τοι καὶ Δέλφις ἐνὶ φλογὶ σάρκ ' ἀμαθύνοι . ἶυγξ , ἕλκε
5711344 σκολυμος
. † διηχεῖ . † παρὰ τὸ ἡσιόδειον ἦμος δὲ σκόλυμός τ ' ἀνθεῖ καὶ ἠχέτα τέττιξ . ὁ δὲ
πολλοῖσί τ ' ἐπὶ ζυγὰ βουσὶ τίθησιν . Ἦμος δὲ σκόλυμός τ ' ἀνθεῖ καὶ ἠχέτα τέττιξ δενδρέῳ ἐφεζόμενος λιγυρὴν
5708137 δελφακων
τοιοῦτον ἄρταμον κατ ' ἰχθύων , οὐκ Ἦλις , ἔνθα δελφάκων ἐγὼ κρέα κάλλιστ ' ὄπωπα πυρὸς ἀκμαῖς ἠνθισμένα .
τοῖσδε γενναίως πάλαι διεσπάρακται θερμὰ χηνίσκων μέλη , διερράχισται σεμνὰ δελφάκων κρέα , κατηλόηται γαστρὸς οὑν μέσῳ κύκλος , κατῃσίμωται
5708073 τημος
, τοῖσι δ ' ὁμοῦ βεβαῶσι Κρόνος τετράγωνος ὁρῆται , τῆμος ἐνὶ στέρνοισι χολὴ ζείουσα μέλαινα ἀνθρώποις παρέπλαγξε νόον ,
διὰ τὸ πρὸς μεσημβρίαν ἀνατέλλειν αὐτὸν καὶ ταχέως δύνειν . τῆμος ἀδηκτοτάτη : ἀβρωτάτη , ὅτι τότε σκώληξ οὐκ ἐσθίει
5707977 Ἠμος
πανημέριοι πονέονται τοῖς ἴκελοι ἥρωες ὑπὲξ ἁλὸς εἷλκον ἐρετμά . Ἦμος δ ' οὔτ ' ἄρ πω φάος ἄμβροτον οὔτ
πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ κνέφας , ἔγρετο δ
5704231 μεσση
Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην μέσση , λαμπρὴ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . .
[ ] ? [ ] οι , τῶν δέ τε μέσση ? [ ] [ λεχωιὰς ] Ὠγυγίη χθών [
5696490 Εὐδοξῳ
. . . . . . . . λ : Εὐδόξῳ ἐτησίαι πνέουσιν . . . . . ἐν δὲ
καὶ Ὠρίων δύνει φανερός : χειμαίνει . Ἐν τῇ ηῃ Εὐδόξῳ Ὠρίων ἑῷος δύνει . Ἐν δὲ τῇ ιῃ Εὐκτήμονι
5685542 Λυρη
μέν θην ὀλίγους γαίης ὑπὸ νείατα βάλλει Παρθένος ἀντέλλουσα . Λύρη τότε Κυλληναίη καὶ Δελφὶς δύνουσι καὶ εὐποίητος Ὀϊστός .
. ἥγνισαν : ἀπεκάρπωσαν , ἔκαυσαν . ἐκ τοῦ δὲ Λύρη πέλει : οὗτος μέν φησιν ἐπὶ τῷ τοῦ Ἀπόλλωνος
5681403 λαμπει
καὶ γοητείας , ἵν ' ἀνατείλῃ , ἀλλ ' εὐθὺς λάμπει καὶ πρὸς ἁπάντων ἀσπάζεται , οὕτω μηδὲ σὺ περίμενε
, κράτει δὲ προσέμειξε δεσπόταν , Συρακόσιον ἱπποχάρμαν βασιλῆα : λάμπει δέ οἱ κλέος ἐν εὐάνορι Λυδοῦ Πέλοπος ἀποικίᾳ :
5676998 ἐπιλαμπεται
νεφέλῃ κεκαλυμμένοι : οὐδέ ποτ ' αὐτοὺς ἠέλιος φαέθων ” ἐπιλάμπεται , ἀλλ ' ἐπὶ νὺξ ὀλοὴ τέταται . „
Ἀνδρομέδης ὑπὸ μητρὶ κεκασμένον . καὶ πάλιν : δ ' ἐπιλάμπεται ἀστὴρ τοῦ μὲν ἐπ ' ὀμφαλίῳ , τῆς δ
5673332 Λαγωος
Κρατήρ , Κόραξ Προκύων Ἀετὸς Δελφὶς Ὠρίων Ὀιστὸς Δελτωτὸν Ἀνδρομέδα Λαγωὸς Κῆτος Κύων , ὥστ ' εἶναι τὰ πάντα ζώιδια
διὰ τὸ φιλοκύνηγον αὐτῷ τῷ Ὠρίωνι παρατεθῆναι : καὶ γὰρ Λαγωὸς ἐχόμενος καὶ ἄλλα θηρία παρ ' αὐτόν συνορᾶται Τοῦτο
5668693 ἐπιτελλεται
στροφάλιγγες ἀπείριτοι εἱλίσσονται , ἄλλη δ ' αἶψ ' ἑτέρῃ ἐπιτέλλεται αἰὲν ἐπιπρό νειόθεν ἰλίγγοισιν ἐπήορος ἀίσσουσα ὧς τότε κεῖνο
ἂν δ ' ἑξήκοντα μετὰ τροπὰς ἠελίοιο , ἕως τοῦ ἐπιτέλλεται ἀκροκνέφαιος : αὕτη ἐστὶν ἡ ἑσπερία ἐπιτολὴ τοῦ Ἀρκτούρου
5667168 τειρεα
. ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν οἷον τείρεά τινα ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλοϊζομένων : οἱ μέντοι
. ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν οἷον τείρεά τινα ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλοϊζομένων : οἱ μέντοι
5665683 ἐπιστατει
τοῦ κακῶς ποιεῖν πολεμοῦντες ἀλλήλους ; πότερα πρὸς τῶν θεῶν ἐπιστατεῖ τις τοῦ βίου νυνὶ τύχη ἄγροικος ἡμῶν , οὔτε
γὰρ δικαστὴς οὔτε θεατὴς ὥσπερ ποιηταῖς ἐπιτιμήσων τε καὶ ἄρξων ἐπιστατεῖ παρ ' ἡμῖν . Λέγωμεν δή , ὡς ἔοικεν
5653673 μακρος
κατὰ δύναμιν . ” Θεαίτητος κάθηται . “ μῶν μὴ μακρὸς ὁ λόγος ; Οὔκ , ἀλλὰ μέτριος . Σὸν
καὶ καλὰ ταῦτα ἐγίγνωσκες , ὡς οὐχ αἱρετὸς βίος ἀνθρώπῳ μακρὸς , εἰ μὴ προσέσται τὸ πράττειν τὰ δέοντα .

Back