] θαρρῶν . στυφέλοις ] * ταρακτικοῖς ἢ σκληροῖς . ἐφέταις ] * τοξόταις . χρυσονόμου ] * πλουσιωτάτης :
ἄρχων ] μονόμετρον ἔκ τε θαλάσσης ] μονόμετρον δυνατοῖς στυφέλοις ἐφέταις ] μονόμετρον ἰσόθεος ] συνίζησις Περσικὸν θ ' ]
9049148 στυφελοις
ποιμένας . ποιμανόριον τὸ ἐκ ποίμνης ἀνδρῶν συνηγμένον βασίλειον . στυφέλοις ] σκληροῖς ἡγεμόσιν . χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς
θούριος ἄρχων ] μονόμετρον ἔκ τε θαλάσσης ] μονόμετρον δυνατοῖς στυφέλοις ἐφέταις ] μονόμετρον ἰσόθεος ] συνίζησις Περσικὸν θ '
6619627 θουριος
πράκτορι δίκης , ἤγουν εἰσπραξομένωι δίκην καὶ τιμωρίαν , ὁ θούριος καὶ ὁρμητικὸς ὄρνις , ἤτοι ὁ ἀετὸς ὁ βασιλεὺς
Ξέρξην Δαρεῖος εἶχεν υἱὸν , ἀλλὰ καὶ ἄλλους . . θούριος Ξέρξης ] Ξέρξης ἑρμηνεύεται στρατηγικώτατος : διὸ καὶ θούριον
6549622 ἀμφεθετο
, ὁ δέ τις ἑλλανοδίκης ὤφθη καὶ τὸν ἐκ δάφνης ἀμφέθετο στέφανον , κοσμοῦντες ὁμοῦ καὶ κοσμούμενοι τοῖς δρωμένοις .
” ἀμέρδῃ στερίσκει , ἐν τῇ Φ τῆς Ὀδυσσείας . ἀμφέθετο περιέθετο , πρὸς τὴν μάχην παρεσκευάσθη ὁ Τηλέμαχος :
6528851 ὀρνυται
οὕνεκ ' Ἀχαιοὺς δερκόμεθ ' ὀλλυμένους , μέγα δὲ κράτος ὄρνυται ἀνδρῶν ἡμετέρων : οὐδ ' ἔστι κακοῦ δέος :
μηδ ' ἄρα νυκτὸς , ὅτ ? ? ' ἐγγύθεν ὄρνυται ὕδωρ , περσείης ἄπο καρπὸς ἄτερ βαρυηχέος ? αὔρης
6422049 πρακτορι
: σφίγγα δυσαμερίαν πρύτανιν κύνα πέμπει σὺν χερὶ καὶ δορὶ πράκτορι θούριος ὄρνις , ἤγουν ἡ πολεμοῦσα Θηβαίοις τύχη .
ὁμόφρονα περὶ τὰ τακτικά . λέγει δὲ τοὺς Ἀτρείδας . πράκτορι ] τῶι δίκην εἰσπραξομένωι . ὅ τ ' ἐξόπιν
6387625 ἀκτωρ
τότ ' ἀβλαβὴς ἐπῆν , τόξαρχος πολιήταις , Σουσίδαις φίλος ἄκτωρ ; πεζοὺς γάρ σφε καὶ θαλασσίους ὁμόπτεροι κυανώπιδες νᾶες
Περσῶν . Σουσίδος ] † τῆς πόλεως τῶν Σούσων . ἄκτωρ ] ἄρχων , ἡγεμών . ἀντιστροφὴ κώλων ιʹ .
6368918 εὐρυχορου
, πέλας , ἤτοι πλησίον τοῦ ἐμβόλου τῆς Ἀσίας τῆς εὐρυχόρου , τουτέστι τῆς ἐπὶ πολὺ πλάτος κατὰ κύκλον ἀνοιγομένης
, οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν ἀεθˈληταῖς ἀγαθοῖσιν : ἐπεί εὐρυχόρου ταμίαι Σπάρτας ἀγώνων μοῖραν Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακˈλεῖ διέποντι
6343179 ἰσοθεος
δύο σημαίνει : τὸ ἴσον , οἷον ἀντίθεος , τουτέστιν ἰσόθεος , καὶ ἀντίχειρ , ἡ δυναμένη ἴσον τῇ ὅλῃ
ὁ τεθνεὼς , μακάριος ὁ ζῶν . . ἰσοδαίμων ] ἰσόθεος . . σαφηνῆ ] δῆλα αὐτῷ . . ἱέντος
6314564 πυλαισι
γαῖαν ἁρπαγαῖσι δαιμόνων τις ἄτα . ὠή , τίς ἐν πύλαισι δωμάτων κυρεῖ ; ἀνοίγετ ' , ἐκπορεύετ ' Ἰοκάστην
Παλλάς : πρῶτα μὲν ἡ Ἀθηνᾶ ἥτε καὶ ἥτις ἀγχίπτολις πύλαισι γείτων , ἤτοι ἡ πλησίον τῶν τῆς πόλεως πυλῶν
6257999 Τυνδαριδαις
ἢ ἡ εὖ καὶ καλῶς γινομένη τιμὴ σὺν Χάρισι καὶ Τυνδαρίδαις . τὴν δὲ αἰτίαν διὰ τῶν ἑξῆς ἀποδίδωσι .
! [ ] ων ? γ ? ! [ ⎝ Τυνδαρίδαις [ ] ? [ ] ἐκ τῶν [ Μώσαι
6200250 θρονοισι
Πριαμίδαις ] : ὦ τάλαινα συμφορᾶς . ἁ δὲ χρυσέοις θρόνοισι Διὸς ὑπαγκάλισμα σεμνὸν Ἥρα τὸν ὠκύπουν ἔπεμψε Μαιάδος γόνον
Μέρφις . : πέμπτος δὲ Μάρδος ἦρξεν , αἰσχύνη πάτραι θρόνοισι τ ' ἀρχαίοισι : τὸν δὲ σὺν δόλωι Ἀρταφρένης
6190733 Ἱμερα
Μῆδοι . παρὰ δὲ τὴν εὔυδρον ἀκτὴν τοῦ Σικελικοῦ ποταμοῦ Ἱμέρα , ἤτοι παρὰ τὴν Σικελίαν , ἐρέω καὶ εἴπω
τὰν κυκλάμινον : ἡ κυκλάμινος βοτάνη ἐστὶ παντελῶς ἄχρηστος . Ἱμέρα : ποταμὸς Σικελίας . τοῦτο δέ φησι διὰ τὸ
6168756 Παυλῳ
] ? Πατρικίης γάμον εὔνοον ? ? ? ? ἔκδοτε Παύλῳ νοῦσον ἄτερ βιότοιο διαμπερὲς [ ! ] δεθων ?
ἑλόντες ὑπὸ ζυγὸν ἐξεπεπόμφεσαν , ὡς ἐν χρονικαῖς συντάξεσι δοκεῖ Παύλῳ τῷ Κλαυδίῳ . τοὺς μὲν οὖν Τιγυρίους ὑποστράτηγος αὐτοῦ
6150658 Γοργος
πᾶσαν κολακείαν κοινωσάμενος τῷ Ἀλεξάνδρῳ ἐκέλευσε τὸν κήρυκα ἀνειπεῖν ὅτι Γόργος ὁ ὁπλοφύλαξ Ἀλέξανδρον Ἄμμωνος υἱὸν στεφανοῖ χρυσοῖς τρισχιλίοις ,
Συέννεσις Ὠρομέδοντος , καὶ Λύκιος Κύβερνις Κοσσίκα , καὶ Κύπριοι Γόργος τε ὁ Χέρσιος καὶ Τιμῶναξ ὁ Τιμαγόρεω , καὶ
6133900 Ἐλεφηνωρ
ὁ Ἐχέπωλος . . τὸν δὲ πεσόντα ποδῶν ἔλαβε κρείων Ἐλεφήνωρ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τῆς πληγῆς πέπτωκε :
καὶ Ἀρκεσίλαος καὶ Προθοήνωρ καὶ Κλονίος σὺν νηυσὶν ν : Ἐλεφήνωρ ἐξ Εὐβοίας σὺν νηυσὶν ξ : Μενέλαος δὲ υἱὸς
6121398 εἱλετ
θάπτειν ἔδοξε γῆς φίλαις κατασκαφαῖς : στέγων γὰρ ἐχθροὺς θάνατον εἵλετ ' ἐν πόλει , ἱερῶν πατρῴων δ ' ὅσιος
διαγαγὼν ἡμέρας τὴν ἑβδομάδα ἀποτελεῖ . ἄναξ ] θεός . εἵλετ ' ] ἔσωσεν . εἵλετ ' ] ἐπελέξατο .
6082256 λαφυροις
Ὁμήρου πολὺ ἂν ἀραρώτερον ἐπὶ τῶν φίλων λέγειν ἢ τοῖς λαφύροις , ὅτι τοῖς φρονίμοις ὄντως ὀλίγον τὸ φίλον .
νενικηκὼς τοὺς πολεμίους τοσαυτάκις ἀνήχθη , πολλαῖς μὲν ἀσπίσι καὶ λαφύροις κύκλῳ κεκοσμημένων τῶν Ἀττικῶν τριήρων , πολλὰς δ '
6078110 βουθυτοις
' ἀρχικός σοι πᾶς ὅδ ' αὐανθεὶς πυθμὴν βωμοῖς ἀρήξει βουθύτοις ἐν ἤμασιν . κόμιζ ' , ἀπὸ σμικροῦ δ
πυργωθέντα πλοῦτον μὴ μελαμφαρέϊ κρύπτειν σκότῳ . Βρύει μὲν ἱερὰ βουθύτοις ἑορταῖς , βρύουσι φιλοξενίας ἀγυιαί : λάμπει δ '
6036106 συθεις
πίνοντα τύμβου πλησίον προσφαγμάτων . κἄνπερ λοχαίας αὐτὸν ἐξ ἕδρας συθεὶς μάρψω , κύκλον γε περιβαλὼν χεροῖν ἐμαῖν , οὐκ
ὁ ξένος σίδηρος , ὁ πόντιος , ὁ ἐκ πυρὸς συθεὶς καὶ ὁρμηθεὶς , θηκτὸς καὶ ἠκονημένος . πικρὸς δὲ
6010467 ημος
παιδ ] στάδιον : / [ ! ! ! ] ημος Παρράσιος [ παιδ πάλην ] : ο καλλισ :
αὐτὸ ἕτερον , σύναιμος : πολύαιμος . Τὰ διὰ τοῦ ημος ἁπλᾶ οὐκ ἔστιν εὑρεῖν διὰ τοῦ η γραφόμενα ,
6005597 ναυτιλοις
Πολυδεύκει τ ' ἐν αἰθέρος πτυχαῖς / σύνθακος ἔσται , ναυτίλοις σωτηρίοις ] ὅτι καὶ ἡ Ἑλένη τοῖς χειμαζομένοις κατὰ
μήτε ἐμπορίας : ἀλλ ' ὅμως ἐπιβλαβέστερος ὁ Κρόνος τοῖς ναυτίλοις ἤπερ ὁ Ἄρης : ὁ μὲν γὰρ Ἄρης πολλάκις
5993339 Ἀγησιπολιδος
, οἷον ὁ Σώπολις τοῦ Σωπόλιδος , ὁ Ἀγησίπολις τοῦ Ἀγησιπόλιδος , ἀρσενικοῦ δὲ καὶ θηλυκοῦ , οἷον ὁ φυγόπολις
εἰς τὴν στρατιὰν ἔδοσαν , νομίζουσα δ ' ἔξω ὄντος Ἀγησιπόλιδος οὐκ ἂν ἐξελθεῖν ἐπ ' αὐτοὺς Ἀγησίλαον , οὐδ
5977400 Ἀτρειδαις
τίμασεν ἐποίκων Αἰγίνας τε Μενοίτιον . τοῦ παῖς ἅμ ' Ἀτρείδαις Τεύθραντος πεδίον μολὼν ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος , ὅτ
Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες ὠμόφρων ἐχθοδόπ ' Ἀτρείδαις οὐλίῳ σὺν πάθει . Μέγας ἄρ ' ἦν ἐκεῖνος
5972645 σεβιζων
σε , οὕτω καὶ πανόδυρτον νῦν μέλος πέμψω πενθητῆρος , σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιμῶν τὰ λαοπαθῆ καὶ ἁλίτυπα βάρη
εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς τὰ λαοπαθῆ καὶ ἁλίτυπα βάρη
5965680 παλος
Πολυξένην ἔλεξας ἢ τίν ' ἱστορεῖς ; ταύταν : τῶι πάλος ἔζευξεν ; τύμβωι τέτακται προσπολεῖν Ἀχιλλέως . ὤμοι ἐγώ
καὶ ἐν συνθέσει μετὰ τῆς κόρυθος κορυθαίολος , ὡς πάλλω πάλος καὶ σακέσπαλος . . . . . κοχλιάριον :
5959068 φιλομαχον
προσίστανται πάλῳ λαχόντες . σύ τ ' , ὦ Διογενὲς φιλόμαχον κράτος , ῥυσίπολις γενοῦ , Παλλάς , ὅ θ
οὖν πρὸς τὴν Ἀθηνᾶν : σὺ δὲ ὦ διογενὲς κράτος φιλόμαχον , ἤτοι ὦ Ἀθηνᾶ θεὰ φιλοπόλεμεἔστι δὲ τοῦτο περίφρασιςἡ
5958962 ἀγειρας
μὲν ὑπὸ λῃστῶν ἁλῶναι πολλάκις , στόλον δέ τινα νεῶν ἀγείρας ἀπό τε Κύπρου καὶ Φοινίκης καὶ Ῥόδου καὶ Παμφυλίας
τό ‚ ὡς ὁ μὲν ἔνθα πολὺν βίοτον καὶ χρυσὸν ἀγείρας ‚ : οὕτως δεικτικόν , ὡς τό ὥς ποτ
5947830 νυχια
, φερέκαρπε , ἠλεκτρίς , βαρύθυμε , καταυγάστειρα , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα ,
, φερέκαρπε , ἠλεκτρίς , βαρύθυμε , καταυγάστειρα , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα ,
5942225 ἀχεα
Μελανιππίδης ἐν Περσεφόνῃ . Καλεῖται δ ' ἐν κόλποισι Γαίας ἄχεα προχέων Ἀχέρων . Ἔτι καὶ Λικύμνιός φησι : Μυρίαις
Ἐρινὺς ἄχεα ἦς τῇ πατρίδι . ἢ καὶ Ἐρινὺν καὶ ἄχεα [ φόνου λέγει ταῖς Θήβαις ] , ἀντὶ τοῦ
5936121 ποντομεδων
φησίν , προσέρχεται : πρὸς τοῦτο γὰρ καὶ τὸ “ ποντομέδων ” . τοῖσι τριόρχαις : ἔπαιξεν Γ διὰ τὸ
ῥῖπτε σκέλος οὐράνιον : βέμβικες ἐγγενέσθων . καὐτὸς γὰρ ὁ ποντομέδων ἄναξ πατὴρ προσέρπει ἡσθεὶς ἐπὶ τοῖσιν ἑαυτοῦ παισί ,
5925086 Βεβρυκων
τῆς Παφλαγονίας ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης , ἐπελθόντα τὴν τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν , ἣν δ ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ καταλιπεῖν
κλῶπα σὺν Τεύκρῳ στρατὸν καὶ σὺν Σκαμάνδρῳ Δραυκίῳ φυτοσπόρῳ εἰς Βεβρύκων ἔστειλαν οἰκητήριον , σμίνθοισι δηρίσοντας , ὧν ἀπὸ σπορᾶς
5915746 Κλονιος
λ : Πηνέλεως καὶ Λήιτος καὶ Ἀρκεσίλαος καὶ Προθοήνωρ καὶ Κλονίος σὺν νηυσὶν ν : Ἐλεφήνωρ ἐξ Εὐβοίας σὺν νηυσὶν
Λαοδόκος Ἐχέφρων Ἰδομενεύς , Ὑπερίων Ἀσκάνιος Δημοκόων Ἄρητος Δηιοπίτης , Κλονίος Ἐχέμμων Ὑπείροχος Αἰγεωνεὺς Λυσίθοος Πολυμέδων , θυγατέρες δὲ Μέδουσα
5913041 ὑμε
Δωριεῖς ὑμέ : ἐμὲ δ ' Ἀρχωνίδας ἴαλλε παρ ' ὑμέ , Ἀνδρείοις Σώφρων . ὔμμε Αἰολεῖς : τὸ γὰρ
παρῆχθαι τὰς ἀντωνυμίας : παρὰ γὰρ Δώριον τὴν ἁμέ καὶ ὑμέ καὶ ἔτι σφέ τὸ ἁμέτερος καὶ ὑμέτερος καὶ σφέτερος
5905345 κατασταθεις
καὶ αὐτὸς ἀποθήσομαι τὴν τῶν Κελερίων ἀρχήν . ὁ δὲ κατασταθεὶς ὑπ ' ἐμοῦ μεσοβασιλεὺς συναγαγὼν τὴν λοχῖτιν ἐκκλησίαν ὀνομασάτω
τῶν Γελῴων , ἣν τότε παρεφύλαττε Δέξιππος ὁ Λακεδαιμόνιος , κατασταθεὶς ὑπὸ Συρακοσίων . ὁ δ ' οὖν Διονύσιος καταλαβὼν
5901624 Μυκηνων
ποτ ' ηὔχει χεῖρας ἵξεσθαι σέθεν , ὅτ ' ἐκ Μυκηνῶν πολυπόνωι σὺν ἀσπίδι ἔστειχε μείζω τῆς δίκης φρονῶν ,
' ἥκω καὶ παρ ' οὗ λέγειν θέλω . πέμπει Μυκηνῶν δεῦρό μ ' Εὐρυσθεὺς ἄναξ ἄξοντα τούσδε : πολλὰ
5884617 εὑρετο
ἀδικοῦντα . λέγε . Τὰς μὲν εὐεργεσίας ἀνθ ' ὧν εὕρετο τὴν ἀτέλειαν ὁ Ἐπικέρδης ἀκηκόατ ' ἐκ τῶν ψηφισμάτων
ὡς ῥᾷστα τοῦτο περάνειε , ψήφισμα τοιοῦτο παρ ' ὑμῶν εὕρετο ἐξ οὗ κυρωθέντος ἄν , εἰ μὴ δι '
5873512 Δαλματιας
Μαρκελλῖνος Μαρκελλῖνος , ἀνὴρ ἐπιεικὴς καὶ γενναῖος , ἐδυνάστευε μὲν Δαλματίας ἐν Ἠπείρῳ κατῳκημένων Ἰλλυριῶν ἐπεπαίδευτο δὲ τὴν Ῥωμαΐδα παιδείαν
πρὸς δύσεις ὥρᾳ α ηʹ : αἱ δὲ Σαλῶναι τῆς Δαλματίας ἔχουσι τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν ιε δʹ , καὶ
5872684 Μυσιαι
. : φαίνετο δ ' ἠερόεν στόμα Βοσπόρου ἠδὲ κολῶναι Μυσίαι : ἐκ δ ' ἑτέρης ποταμοῦ ῥόος Αἰσήποιο ἄστυ
μὲν ἀπὸ τοῦ Αἰσήπου , λήγει δὲ ἐπὶ Ῥυνδάκου . Μυσίαι δὲ δύο , ὧν ἡ μὲν μία τῇ Εὐρώπῃ
5868812 Καλυδωνος
δεύτερον πρότερον ἀπήντησε καὶ ὅτι λείπει ἡ περί , περὶ Καλυδῶνος . . οἴῃ δ ' οὐκ ἔρρεξε Διὸς κούρῃ
μέμνηται καὶ ὁ ποιητὴς ἐν τῷ Αἰτωλικῷ καταλόγῳ , ὑποκάτω Καλυδῶνος : αὐτοῦ δὲ καὶ ὁ Ταφιασσὸς λόφος , ἐν
5866168 ἐϋς
βίη Τεύκροιο ἄνακτος , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . κλήρους δ ' ἐν κυνέῃ χαλκήρεϊ πάλλον
κρείων Ἀγαμέμνων , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης , θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς
5843156 χρυσονομου
ἐφέταις , ἤτοι τοξόταις καὶ ἡγεμόσι , τοῖς ἀπὸ τῆς χρυσονόμου γενεᾶς , ὀχυροῖς , στυφέλοις καὶ σκληροῖς ὁ ἰσόθεος
* ταρακτικοῖς ἢ σκληροῖς . ἐφέταις ] * τοξόταις . χρυσονόμου ] * πλουσιωτάτης : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Πέρσαι .
5833110 ὁδισμα
αὐχένι τοῦ πόντου ζυγὸν βαλὼν πολύγομφον ὅδισμα καὶ βάδισμα . ὅδισμα δὲ τὴν σύνθεσιν τῶν νηῶν λέγει , τῶν τῆς
ὅδισμα ] ἀμφὶ τῷ αὐχένι τοῦ πόντου ζυγὸν βαλὼν πολύγομφον ὅδισμα καὶ βάδισμα , τῶν τῆς θαλάσσης δηλονότι νώτων ἄνωθεν
5829497 ἀμειψας
θυείην [ ] ! σθε δὲ βασκαντῆρες [ ] ρυόεσσαν ἀμείψας [ ] δρωμῶσι χίμαιραι [ μηκάδες ] οὐ πατέουσιν
τοῦ βασιλέως Ξέρξου στρατὸς , ὁ τὰς πόλεις πορθῶν , ἀμείψας καὶ ἀλλάξας τὸν πορθμὸν τῆς θυγατρὸς τοῦ Ἀθάμαντος Ἕλλης
5829017 Ἐχεμος
Πελοπόννησον . Προεκρίθη τε δὴ ἐκ πάντων τῶν συμμάχων ἐθελοντὴς Ἔχεμος ὁ Ἠερόπου τοῦ Κηφέος , στρατηγός τε ἐὼν καὶ
ἀφίκετο ἐπιδὼν τοὺς παῖδας ἀμφοτέρους τελευτήσαντας : Λυκούργου δὲ ἀποθανόντος Ἔχεμος ὁ Ἀερόπου τοῦ Κηφέως τοῦ Ἀλέου τὴν Ἀρκάδων ἔσχεν
5828356 Λαμψακου
μὴ πλέον εἶναι τετταράκοντα σταδίων . Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ Λαμψάκου καὶ Παρίου Παισὸς ἦν πόλις καὶ ποταμός : κατέσπασται
δὲ τὰς παραγιγνομένας εὐθὺς ἀνοίγειν δέλτους . Ἀστυάνακτι δὴ τυράννῳ Λαμψάκου πεμφθείσης ἐπιστολῆς ἐν ᾗ γεγραμμένα ἦν μηνύοντα τὴν ἐπιβουλὴν
5824463 ταυροκτονουντας
ἑστίας ] τὰς οἰκίας . ταυροκτονοῦντας ] ταύρους σφάττοντας . ταυροκτονοῦντας ] ἡμᾶς . Ξ ταυροκτονοῦντας ] θύοντας ταύρους .
αἱμάσσοντας τὰς ἑστίας τῶν θεῶν ἐν μήλοισινἄλλο τί ποιοῦντας ; ταυροκτονοῦντας τοῖς θεοῖς ὧδε καὶ οὕτως , ἤγουν διὰ τῶν
5821293 μελαθρα
, μαινάδες : ὁ γὰρ ἄναξ ἄνω κάτω τιθεὶς ἔπεισι μέλαθρα τάδε Διὸς γόνος . βάρβαροι γυναῖκες , οὕτως ἐκπεπληγμέναι
δ ' ὄμμα πανταχῆι στρέφων . Πυλάδη , δοκεῖ σοι μέλαθρα ταῦτ ' εἶναι θεᾶς , ἔνθ ' Ἀργόθεν ναῦν
5817257 Ληιτος
εἰς λόγον ἀποτροφῆς τῶν στρατοπέδων νῆας λ : Πηνέλεως καὶ Λήιτος καὶ Ἀρκεσίλαος καὶ Προθοήνωρ καὶ Κλονίος σὺν νηυσὶν ν
ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε , οἵ
5816914 λοχευθεις
εὐτρέπτους καὶ ἀπρήκτους : δύνοντος δ ' ἄστροιο Σεληναίης ὁ λοχευθεὶς ἔσσεται ἐμπορίης ἐμπείραμος , ἔργα τε πλαγκτὰ ναυκλήρου βιοτήν
εὐτρέπτους καὶ ἀπρήκτους : δύνοντος δ ' ἄστροιο Σεληναίης ὁ λοχευθεὶς ἔσσεται ἐμπορίης ἐμπείραμος , ἔργα τε πλαγκτὰ ναυκλήρου βιοτήν
5815878 μυσταις
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον
5812686 τειχεων
ἔσπευδον αὐτὸ τοῦτο : μάρτυρες δέ μοι πύργων πυλωροὶ κἀπὸ τειχέων σκοποί , οἳ πολλάκις μ ' ἐφηῦρον ἐξ ἐπάλξεων
ἤκουσα γάρ του θυγατέρων τολμήματα , ἤδη κατ ' ἄστυ τειχέων ἔσω βεβὼς σὺν τῶι γέροντι Τειρεσίαι βακχῶν πάρα :
5806007 πενταχρονος
οἵδε : παίων αʹ ἐκ – καὶ γʹ ˘˘˘ , πεντάχρονος , οἷον Στησίχορος : παίων δʹ ἐκ γʹ ˘˘˘
νοήμων : παλιμβάκχειος ἐκ βʹ – – καὶ ˘ , πεντάχρονος , οἷον Ἥφαιστος : ἀμφίμακρος ἐκ – καὶ ˘
5796019 ἐγρω
μετρῶ γεωμετρῶ ἱδρῶ κοπρῶ πιμπρῶ ποδαγρῶ λυτρῶ . τὸ δὲ ἔγρω κατὰ συγκοπὴν ἀπὸ τοῦ ἐγείρω . Τὰ διὰ τοῦ
Αἴγυπτος , αἰγιαλός : αἰγίλιψ : διὰ δὲ τοῦ ε ἔγρω ἐγείρω . Ἡ αι δίφθογγος ἐν ἀρχῇ λέξεως σπανίως
5788717 νικηφορος
μήκει ἐς κουφότητα ξύμμετρον . κατὰ δὲ τοῦ τοσούτου ἀνδρὸς νικηφόρος γέγονεν εἰς μονομαχίαν συστὰς νεανίας ἐτῶν ἑπτακαίδεκα . τὴν
τῶν ἐντοπίων ἡρωΐδων συνηθροισμένων τὸ πλῆθος προσκαλεῖται προσελθεῖν ἤτοι ὁ νικηφόρος ἢ ὁ Ἀπόλλων , ἢ ἡ Μελία , ὃ
5786356 διας
Ἑλένηι Νείλου μὲν αἵδε καλλιπάρθενοι ῥοαί , / ὃς ἀντὶ δίας ψεκάδος Αἰγύπτου πέδον / λευκῆς τακείσης χιόνος ὑγραίνει γύας
σεʹ . Διαστολή ἐστιν ἄρσις καὶ οἷον ἐπανάστασις καρ - δίας καὶ ἀρτηριῶν καὶ ἐγκεφάλου καὶ μηνίγγων κατὰ μῆκος καὶ
5781024 θρονων
, οἷον ἐξαρτύεται γάμον γαμεῖν , ὃς αὐτὸν ἐκ τυραννίδος θρόνων τ ' ἄιστον ἐκβαλεῖ : πατρὸς δ ' ἀρὰ
' οὐδ ' ἐπείσθης ὤν περ ἐσταυρωμένος τὸν ἐκβαλοῦντα τῶν θρόνων εἰπεῖν Δία . τῷ τοι κεραυνὸς ἐκ πόλου κατηγμένος
5777154 μαλθακᾳ
ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον : νεοθαλὴς δ ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ : θαρσαλέα δὲ παρὰ κˈρατῆρα φωνὰ
καθεδρῶν . Κατέσταν ] Ἐγένοντο . Πραῢν δ ' Ἰάσων μαλθακᾷ φωνᾷ ] Πρὸς τῇ ὑφειμένῃ φωνῇ μιγνύων καὶ λόγον
5776663 παρεδρος
Θέμις : ἐν ᾗ Αἰγίνῃ ἡ Θέμις ἡ τοῦ Διὸς πάρεδρος ἀσκεῖται καὶ θρησκεύεται . ἐπαινεῖ δὲ αὐτοὺς ὡς φιλοξένους
ὁ περιηγητὴς ἐν αʹ Περὶ ἀκροπόλεως . . . . πάρεδρος : Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ τῆς ἱερείας . πολύ
5766818 Λαρκιος
πόλιν ἅμα τοῖς γεραιτέροις καὶ ὀλίγῳ τινὶ στρατεύματι ἀκμαίῳ Τῖτος Λάρκιος ἐφύλαττεν . ὁ μὲν οὖν Οὐολούσκων πόλεμος ταχεῖαν τὴν
ἔδοξαν γεγονέναι , δύο μὲν ἐξ αὐτῶν Ἑρμίνιός τε καὶ Λάρκιος διεφθαρμένων αὐτοῖς ἤδη τῶν σκεπαστηρίων διὰ τὰς συνεχεῖς πληγὰς
5759970 Λαμπωνος
ὢν κατεβρόχθισεν ἂν τὴν Πελοπόννησον ἅπασαν . Κρατῖνος δὲ περὶ Λάμπωνος τοῦ μάντεώς φησι : νῦν δ ' αὖτις ἐρυγγάνει
μήτρως δὲ , ὁ Εὐθυμένης , ὅτι μητρὸς ἀδελφὸς τῶν Λάμπωνος υἱῶν . τὸ δὲ οἵαν θαυμαστικῶς ἀντὶ τοῦ ὁποίαν
5750988 βαριδεσσι
] τὰ κακὰ δηλονότι . δυσφρόνως ] κακοφρόνως . . βαρίδεσσι ποντίαις ] γρ . καὶ βάριδές θ ' αἱ
Ξέρξης δὲ πάντα τὰ κακὰ δηλονότι ἐπέσπε καὶ ἐπεσπάσατο ταῖς βαρίδεσσι ναυσὶ , ταῖς ἀπὸ τῆς Βάρεως οὔσαις , ἥτις
5747680 βαλλην
ἴθυνε καὶ ὑπὸ τὸν ἑαυτοῦ πόδα ἡνιόχει τὸν στρατόν . βαλλὴν βαρβαρικῶς ὁ βασιλεὺς λέγεται . Εὐφορίων δέ φησι Θουρίων
τὴν ἀρχὴν λαμβάνοντος : προσαγορεύεται δὲ τῇ διαλέκτῳ τῶν ἐγχωρίων βαλλὴν , ὅπερ μεθερμηνευόμενόν ἐστι βασιλεύς : καθὼς ἱστορεῖ Ἑρμησιάναξ
5744910 λης
ἐκφανείσης ? ! [ ! ! ! ] [ ] λης ? : δίδαξον δίδαξον 〚 ! 〛 ὡς τῶν
μικρᾶς ἐποίησε κακῶς , ἀλλ ' ἐκ πάνυ μεγά - λης μικρὰν τοῖς περὶ τὴν πόλιν ἀναλώμασι . καὶ νῦν
5743039 λαοισι
Θέτιδος Πηλῆι . Τεῆς δ ' ἐπελήσαο ἀρῆς ἦρα φέρων λαοῖσι κραταιοῦ Λαομέδοντος ᾧ πάρα βουκολέεσκες : ὃ δ '
: τερπόμενοι : μετὰ δέ σφιν ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδός Δημόδοκος λαοῖσι τετιμένος . αὐτὰρ Ὀδυσσεύς . ἐδαίνυτο ἐμέλπετο ? ἦμος
5741188 ἀγροτης
καὶ μέντοι καὶ ἀποδυθέντι πληγὰς ἐνεφόρει . ὁ δ ' ἀγρότης καθ ' ἑαυτὸν ἔλεγε : ” τὸ μὲν ἔδεσμα
μικροῦ γραφόμενα : τὸ ὁμότης καὶ ξυνωμότης : δεσπότης : ἀγρότης : τοξότης : δημότης : ἱππότης : ἀκρότης .
5737873 Μαγνησιας
νήσῳ ἐν Ἠερίῃ κτίζειν εὐδείελον ἄστυ . Θαυμακία , πόλις Μαγνησίας . Ὅμηρος ” οἳ δ ' ἄρα Μηθώνην καὶ
τῆς Μακεδονικῆς ἀνήχθη παντὶ τῷ στόλῳ , καὶ κατέπλευσε τῆς Μαγνησίας πρὸς ἄκραν τὴν ὀνομαζομένην Σηπιάδα . ἐνταῦθα δὲ μεγάλου
5728415 ἱκου
τὴν διάλεκτον . φησὶν οὖν : ὦ ἀρχαῖε βασιλεῦ , ἱκοῦ καὶ παραγενοῦ καὶ ἐλθὲ ἐπ ' ἄκρον κόρυμβον ὄχθου
ἐμβατεύων Ἄπολλον , ὦ Δία κεφαλά , μόλε τοξήρης , ἱκοῦ ἐννύχιος καὶ γενοῦ σωτήριος ἀνέρι πομπᾶς ἁγεμὼν καὶ ξύλλαβε
5724510 μεδων
πάντων ] βασιλεύς , τρῖς δὲ πόντω [ γᾶμε ] μέδων Ποτιδάων [ , τᾶν ] δὲ δουῖν Φῦβος λέκτρα
καὶ τὸ μεγάλως . καὶ τὸ κατὰ ἡλικίαν ἐξαίρετον . μέδων : ὁ βασιλεύς . καὶ κύριον . μενεαίνειν :
5720284 αἰχμαν
τὸ γένος ἐξ αἰακοῦ , οὗ προλαβὼν ἐμνήσθη : Ὑπέραλλον αἰχμάν . ἤγουν εἰς τὸ ἅλλεσθαι καὶ κινεῖσθαι . ἐξάκουστος
[ δ ' ] ἀθέρμαντον ἑστίαν δόμων , γυναικείαν ἄτολμον αἰχμάν . κακῶν δὲ πρεσβεύεται τὸ Λήμνιον λόγῳ : γοᾶται
5718719 ἀμειψαμενος
ἐγὼ Φολεγάνδριος ἢ Σικινήτης ἀντί γ ' Ἀθηναίου πατρίδ ' ἀμειψάμενος : αἶψα γὰρ ἂν φάτις ἥδε μετ ' ἀνθρώποισι
τε τῷ Θεμιστοκλέϊ ἤρεσε ἡ ὑποθήκη καὶ οὐδὲν πρὸς ταῦτα ἀμειψάμενος ἤιε ἐπὶ τὴν νέα τὴν Εὐρυβιάδεω . Ἀπικόμενος δὲ
5712728 κρατυνων
ἀναφορὰν ὅ τε τὸ ψεῦδος ἐλέγχων καὶ ὁ τὴν ἀλήθειαν κρατύνων : οὐ μὴν καὶ καθάπαξ ἕν εἰσιν , ἀλλ
τάδε χειρόδεικτα πᾶσιν ἁρμόσει βροτοῖς . Ἀλλ ' , ὦ κρατύνων , εἴπερ ὄρθ ' ἀκούεις , Ζεῦ , πάντ
5712374 Ἐλευσινος
Πυθίου διήκειν αὐτοῦ φησι τὴν ἀρχήν , Ἄνδρων δὲ μέχρι Ἐλευσῖνος καὶ τοῦ Θριασίου πεδίου . . . . ,
πειρασόμεναι μόχθων : στερρὰ γὰρ ἀνάγκη . Δήμητερ ἑστιοῦχ ' Ἐλευσῖνος χθονὸς τῆσδ ' , οἵ τε ναοὺς ἔχετε πρόσπολοι
5712372 ἐπικουρος
φάρμακον . ἀλλὰ μὴν ἀμφοτέρῳ γε τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων ἐπίκουρος γεγένηται , γυναιξὶ μὲν ταλασίαν παραδοῦσα , ἀνδράσι δὲ
, ὦ Ζεῦ Ζεῦ , πατρί θ ' αἱμάτων αἰσχίστων ἐπίκουρος , Ἄργει κέλσας πόδ ' ἀλάταν . θὲς τόδε
5708652 Φορωνευς
τὸν πόλον τόπον δεξαμένην ἑδραίαν στάσιν . περὶ Φορωνέως . Φορωνεὺς Ἰνάχου καὶ Μελίας , Ἀργείων βασιλεύς . Νεόβη δὲ
ἔχει τὸν τρόπον . Γεγόνασιν Ἀργείων βασιλεῖς οἵδε : Ἴναχος Φορωνεὺς Ἆπις Ἀργεῖος Κρίασος Φόρβας Τριόπας Κρότωπος Σθενέλαος Δαναὸς Λυγκεὺς
5707927 ἀκροθινια
ἡγεῖσθε καὶ κατανοεῖν ποίημα ; πολλῆς γὰρ ἀκρασίας ἀπενεγκαμένην τὰ ἀκροθίνια βδελύττεσθαι καλὸν ἦν , τῇ κατὰ Ῥωμαίους συῒ παρεικαζομένην
πρόσφαγμα θεᾶς . σιγᾶτε , φίλαι : τὰ γὰρ Ἑλλήνων ἀκροθίνια δὴ ναοῖσι πέλας τάδε βαίνει , οὐδ ' ἀγγελίας
5704017 Πηλιου
φησὶ , μετὰ γαμικῶν ᾀσμάτων καὶ σὺν λαμπάσι ταῖς ἀπὸ Πηλίου ὄρους τεμνομέναις εἰς τὸν οἶκον ἐπορευόμην τὴν χεῖρα τῆς
Πελασγικῶν πεδίων πρὸς τὴν Μαγνησίαν , ἃ παρατείνει μέχρι τοῦ Πηλίου σταδίους ἑκατὸν ἑξήκοντα . ἐπίνειον δὲ τῶν Φερῶν Παγασαὶ
5702985 γεγαως
δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ ' ἑσπέριος γεγαὼς ἀδρανέστερα ῥέζει . Ἀφρογενὴς δὲ συνοῦς ' Ὑπερίονι γεινομένοισιν
μικροῖς τε φάεσσιν . . . . [ ὡς τόσσος γεγαὼς ὕπατος βασιλεὺς διὰ παντός . ] Οὐδέ τι γίγνεται
5701281 Μικρα
Πολὺς δὲ καὶ τούτοις ἦν λόγος ἐμμεῖναι τοῖς πατρίοις . Μικρὰ δ ' εἰ καταγνωσθεῖεν παραβαίνοντες , ἀπηλαύνοντο . Καὶ
λευκαὶ νίκην , αἱ δὲ μέλαιναι τὴν καταδίκην φέρουσι . Μικρὰ ἐλαττούμενος τὸν φίλον κακῶς μὴ λέγε : ἐκ τῶν
5697342 εἱως
ἐξ ἀδάμαντος ἐπιθύνεσκεν ἐχέτλην . οἱ δ ' ἤτοι † εἵως μὲν περιώσια † θυμαίνεσκον , λάβρον ἐπιπνείοντε πυρὸς σέλας
πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς , οἷον πλέοντες πλείοντες , ἕως εἵως , ἐμέο ἐμεῖο , ἕαται εἵαται , κενή κεινή
5695731 εὐσεβιης
, ἐμπορικῆς ἀπάτης στηρίγματα . Φεῦγε σὺ ταῦτα , μέλλων εὐσεβίης ἱερὸν παράδεισον ἀνοίγειν , ἔνθ ' ἀρετὴ σοφία τε
. . . . ἐκτείνας πύριον νοῦν ἔργον ἐπ ' εὐσεβίης ῥευστὸν καὶ σῶμα σαώσεις . Σώζετε καὶ τὸ πικρᾶς
5694650 Ἀριομαρδος
ἄρχων μέγας Ἀρσάμης , τάς τ ' ὠγυγίους Θήβας ἐφέπων Ἀριόμαρδος , καὶ ἑλειοβάται ναῶν ἐρέται δεινοὶ πλῆθός τ '
εὐτυχῶς . . νωμῶν ] κατέφθιτο ἀπὸ τοῦ κοινοῦ . Ἀριόμαρδος ] κατέφθιτο . Σάρδεσι ] ἐντεῦθεν γὰρ ἦν .
5684796 Μεμφιδος
διασημότατος . Λητοῦς , πόλις Αἰγύπτου . ἔστι δὲ μοῖρα Μέμφιδος , καθ ' ἣν αἱ πυραμίδες . Λητοῦς ἱερόν
βαρύτονα κύρια μὲν ὄντα διὰ τοῦ δος κλίνεται , Θέτιδος Μέμφιδος Ἀρτέμιδος : σεσημείωται τὸ Χαρύβδιος , οὗ τὴν ἀναλογίαν
5684454 Κως
δευτέροις ὑμέων , οὐδ ' ὀλίγοις , πατρὶς δέ μοι Κῶς , ἣν ὅπως ὑμῖν οἰκείη ἐστὶν ἐξ ἀρχαίων ,
, τοῖς δὲ ποσὶν Ἀρμενία , Καππαδοκία , Ῥόδος , Κῶς , Κυκλάδες νῆσοι , τοῖς δὲ μέσοις Ἀσία Μικρά
5681431 Ἀβαντων
κληθεῖσαν , ὅθεν καὶ οἱ ἐν αὐτῇ οἰκοῦντες ἀντὶ τῶν Ἀβάντων Ἄμαντες μετωνομάσθησαν . Ἀμαντία δὲ πόλις Ἠπείρου * καὶ
ἦλθεν εἰς τὴν Ἀμαντίαν ἐξ αὐτοῦ κληθεῖσαν καὶ ἀντὶ τῶν Ἀβάντων Ἄμαντες προσηγορεύθησαν . ὁ Σεξτίων δὲ ἐν ὑπομνήματι Λυκόφρονος
5671564 οιο
ατροσς ? ! [ [ ] υκτοςο̆εν [ [ ] οιο : κακ [ [ ] σκεραμ ? [ [
! ! πων ἱερὴ δ ' ἀποκίδναται ὀδμή [ ] οιο πολυπτύχου ἠγαθέοιο [ ] νει ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος [ ]
5667798 Μολοσσος
τὸ ἐπίγραμμα τὸ ἐπ ' αὐτοῖς : Τοὺς θυρεοὺς ὁ Μολοσσὸς Ἰτωνίδι δῶρον Ἀθάνᾳ Πύρρος ἀπὸ θρασέων ἐκρέμασεν Γαλατᾶν ,
δὲ ποταμὸς τῆς Κολοφῶνος , ὃν ποιητικῶς Ἀλέντα εἶπε . Μολοσσὸς δὲ καὶ Κυπεὺς καὶ Κοῖτος ὁ Ἀπόλλων ἐπιθετικῶς .
5666288 ἀποδειχθεις
συγκινδυνεύειν ἑαυτῷ , λαθὼν ἔφυγεν ἐς Σικελίαν , στρατηγὸς δὲ ἀποδειχθεὶς ὑπὸ Πομπηίου ἐσήμηνεν , ὅτι σῴζοιτο καὶ στρατηγοίη .
τοὺς κατὰ γένος αὐτῇ προσήκοντας . Λάαρχος , Κυρηναίων βασιλεὺς ἀποδειχθεὶς ὡς Βάττῳ τῷ Ἀρκεσιλάου τὴν ἀρχὴν φυλάττων , ἐγένετο
5661874 τεκ
[ ] [ ] ! ! ! ! ! εροπας τεκ ! [ ] [ ] ! πέρσε δὲ πάντα
ἐπιμνα ! [ ! ! ] το ? πέφαννέ ? τεκ [ ! ! ! ] ξηι δὲ θᾶς ?
5658832 Ἀκραγαντος
δόσιν οὖσαν ἀκατηγόρητον . Ὅτι Φιντίας ὁ Φιντιάδος κτίστωρ , Ἀκράγαντος τύραννος , εἶδεν ὄναρ δηλοῦν τὴν τοῦ βίου καταστροφήν
αὐτοὶ τὸν ταῦρον καὶ ἀνάθετε καὶ εὔξασθε ὑπέρ τε τῆς Ἀκράγαντος καὶ ὑπὲρ αὐτοῦ Φαλάριδος , καὶ μήτε ἡμᾶς ἀπράκτους
5653430 κελαδος
ὄμμασιν τἀνταῖα φαίνεται θεῶν , βοᾷ δ ' ἐν ὠσὶ κέλαδος οὐ παιώνιος : τοία κακῶν ἔκπληξις ἐκφοβεῖ φρένας .
τοῦ κόρυδος καὶ κίναδος . Τὸ Κελάδων Κελάδωνος ἐκ τοῦ κέλαδος : τὸ γὰρ κελάδοντος μετοχή ἐστι . Καὶ τὰ
5649744 κυδρη
αὖτε προσέειπε ποδήνεμος ὠκέα Ἶρις : Ἥρη με προέηκε Διὸς κυδρὴ παράκοιτις : οὐδ ' οἶδε Κρονίδης ὑψίζυγος οὐδέ τις
κυβίων τε καὶ εὐχόρτου † λικιβάττεω : καὶ Πάριον κολιῶν κυδρὴ τροφὸς ἔσκε πολίχνη : Ἰόνιον δ ' ἀνὰ κῦμα
5644262 Λαρισης
ἄλλους τῶν πολιτῶν ὀκτὼ τοὺς κρατίστους ἀπέκτεινεν , ἔκ τε Λαρίσης πολλοὺς φυγάδας ἐποίησε . ταῦτα δὲ ποιῶν καὶ οὗτος
ἄλλους τῶν πολιτῶν ὀκτὼ τοὺς κρατίστους ἀπέκτεινεν , ἔκ τε Λαρίσης πολλοὺς φυγάδας ἐποίησε . ταῦτα δὲ ποιῶν καὶ οὗτος
5643496 Ναυτιος
τοὺς νεωτέρους , ὀρθῆς οὔσης ἁπάσης τῆς βουλῆς ἀνίσταται Σπόριος Ναύτιος , οἰκίας ἐν τοῖς πάνυ λαμπροτάτης διάδοχος : ὁ
Αὖλος Σεμπρώνιος καὶ Μάρκος Παπίριος , Κόιντος Φάβιος , Σπόριος Ναύτιος . ἐπὶ δὲ τούτων Λακεδαιμόνιοι μετὰ τῶν συμμάχων ἐνέβαλον
5642124 ἐντιμος
Πότερον δὲ ἀσθενὴς ἢ ἰσχυρός ; Ἀσθενής . Πότερον δὲ ἔντιμος ἢ ἄτιμος ; Ἄτιμος . Πότερον δὲ ἀνδρεῖος ὢν
ἔχων μιάσματα . οὔτις μερόπων ἀσινῆ βίοτον διὰ πάντ ' ἔντιμος ἀμείψει . αἰαῖ , αἰαῖ , μόχθος δ '
5638732 ἡσω
δαίμων γὰρ ὅδ ' αὖ μετάτροπος ἐπ ' ἐμοί . ἥσω τοι τὰν πάνδυρτον , ζαπαθέα τε σέβων ἁλίτυπά τε
. . ἀφῆκα : ἐκ τοῦ ἵημι , ὁ μέλλων ἥσω , ὁ ἀόριστος ἦκα καὶ ἀφῆκα ' . .
5636412 λαμπασι
? σπιλάδεσσι τιθήνει ἀγροτέρης ] ? ? ? ? ἐραταῖς λαμπάσι ? ? ? ? ? ? τερπόμενον θμι !
δ ' ἐνίοτε καὶ ἐπὶ τὴν ἀκρόπολιν ἀπὸ τῶν τεγῶν λαμπάσι δᾳδουχουμένης πάσης τῆς Ἀθηναίων πόλεως . καὶ ἔκτοτε ἐκέλευσεν
5633529 μναμ
[ [ ] λιχ ? ! [ . . . μναμ [ οὐ γα [ οὐδ ? [ . .
[ [ ] λιχ ? ! [ . . . μναμ [ οὐ γα [ οὐδ ? [ . .
5631462 Ἀμυδωνος
, καὶ βάλε Πυραίχμην , ὃς Παίονας ἱπποκορυστὰς ἤγαγεν ἐξ Ἀμυδῶνος ἀπ ' Ἀξιοῦ εὐρὺ ῥέοντος : τὸν βάλε δεξιὸν
Παίονας ἐντεῦθεν εἰς Τροίαν ἐπικούρους ἐλθεῖν ” τηλόθεν ἐξ „ Ἀμυδῶνος ἀπ ' Ἀξιοῦ εὐρυρέοντος . „ ἀλλ ' ἐπεὶ
5628439 τοιης
ἀλθήσεις καὶ λοιμὸν ἀηδέα πᾶσαν ἐπ ' ἠῶ δύσπνοον ἐκ τοίης παρθέμενος πόσιος , καὶ κυνὸς ὑδροφόβην γενύων λυσσῶσαν ἐρινύν
κατ ' ἀλήθειαν . ὡς ἔφη Ὅμηρος . τὸ “ τοίης τοι γενεῆς καὶ αἵματος εὔχομαι εἶναι ” . περὶ
5622813 Ἰοβακχ
ἱκέτας ? ? [ ] κατάσχῃ . Εὐοῖ ὦ [ Ἰόβακχ ] ' ὦ ἰὲ Παιάν : δεῖξαι [ ]
Εὔβοιά - ] [ ] τε καλλίκαρπος : Εὐοῖ ὦ Ἰόβακχ [ ' ὦ ἰὲ ] Παιάν : πᾶσα δ

Back