παρὰ τὴν δεξιὰν λαγόνα παρατεταμένας . τινὲς δὲ τοὺς χιτῶνας ἐπιχρύσοις ἢ καταργύροις ζωστῆρσι συνέζωνται . προβάλλονται δὲ λόγχας ,
ἀπολάμπων κάλλους . ἦν δὲ τοιόνδε τὸ σχῆμα : κόμαις ἐπιχρύσοις ἤστραπτεν κατὰ μὲν τὸ μέτωπον τῆς τριχὸς ἑλισσομένης εἰς
5954322 ἀμυντηριοις
συνελαύνονται γὰρ εἰς ὀλίγον καὶ οὐχ ἧττον θορυβοῦνται τοῖς τοιούτοις ἀμυντηρίοις . Τὰς δὲ κυκλώσεις φυλάττεσθαι βουλόμενος μήθ ' οὕτως
ἐχούσης τῆς Λιβύης ταῦτα τὰ ζῷα τοῖς μεγέθεσιν ἄπιστα , ἀμυντηρίοις δὲ [ τοῖς ] ξίφεσι καὶ [ ταῖς ]
5528514 παρακελευσαμενος
γένοιτο καὶ τοῖς ξύμπασι σωτήριος . Ὁ μὲν Νικίας τοσαῦτα παρακελευσάμενος εὐθὺς ἐκέλευε πληροῦν τὰς ναῦς . τῷ δὲ Γυλίππῳ
ἀπορίαν φοβερωτέραν ἡγησάμενοι τῶν πολεμίων . Ὁ μὲν Νικίας τοιαῦτα παρακελευσάμενος ἐπῆγε τὸ στρατόπεδον εὐθύς . οἱ δὲ Συρακόσιοι ἀπροσδόκητοι
5520118 Περσικην
, καὶ ταῦτα ἀπὸ στρατείας ἥκοντος , ἆρ ' οὐ Περσικήν τινα καὶ Μηδικὴν ἐξηγεῖται , σχεδόν τε οὐ πολὺ
ἔχοις , ταῦθ ' ἡμῖν ἐμέμψω ; καὶ οὐδὲ τὴν Περσικήν τε καὶ Λακωνικὴν τάξιν τῆς δίκης ἐτίμησας , οὐδὲ
5487544 ὑποσημηνῃ
Ἀθηναῖοι καὶ Θηβαῖοι παρετάσσοντο . Μυρωνίδης Ἀθηναίοις παρήγγειλεν , ὅταν ὑποσημήνῃ , θεῖν ἐπὶ τοὺς πολεμίους ἀρξαμένους ἀπὸ τοῦ εὐωνύμου
, ἵνα διὰ συντόμου τὴν τριμερῆ φιλοσοφίαν ὑπὸ τοῦ τριγλώχινος ὑποσημήνῃ βέλους . Μεθ ' ἡμέραν δὲ τετόξευκε καὶ τὸν
5424808 λογχην
εἰσιδὼν ὁ πρόσθε τρωθεὶς † στέρνα Πολυνείκους βίαι † διῆκε λόγχην , κἀπέδωκεν ἡδονὰς Κάδμου πολίταις , ἀπὸ δ '
ὡς δῶρα ἀλλήλοις ἀντέδοσαν , ὁ Μαῦρος μὲν τῷ Μαλχίωνι λόγχην , ὁ δὲ τῷ Μαυσάκᾳ πόρπην , καὶ ἄλλα
5394383 ὁμοσε
ἐγκρατεῖς περὶ τὰς τῶν αἰτίων ἐπιφοράς . Ζεὺς καὶ Ἥλιος ὁμόσε ἰόντες λαμπροὺς ἐπιδόξους ἀποτελοῦσιν , ἀρχικοὺς ἡγεμονικοὺς τυραννικοὺς πρακτικοὺς
καὶ τὰ ἐπὶ τῆς χώρας ἐρύματα φυλάττειν . καὶ συνελθόντες ὁμόσε τίθενται τοὺς χά - ρακας ἀμφότεροι μικρὸν ἀπέχοντας ἀλλήλων
5393506 προωθων
, περιισταμένους ὄπισθεν καὶ πολὺ ἄπωθεν , ἕως ἂν κατατείνῃ προωθῶν αὑτὸν τῆς ἄρκυος τὸν περίδρομον . εἶτα ὅστις ἂν
ὀργήν , ἀκάθεκτος τὸν θυμόν , δύσμαχος δυσάλωτος δυσαγώνιστος , προωθῶν , προρρηγνύμενος , ἐμπίπτων , προσπίπτων , ἀνατρέπων ,
5381738 κρανεσι
: αὐτοὶ δὲ προβάτου φραξάμενοι δέρματι καὶ τελαμῶσι περισφιγξάμενοι πάντοθεν κράνεσί τε χαλκοῖς τὰς κεφαλὰς καλυφάμενοι , χείλη δὲ μόνα
: αὐτοὶ δὲ προβάτου φραξάμενοι δέρματι καὶ τελαμῶσι περισφιγξάμενοι πάντοθεν κράνεσί τε χαλκοῖς τὰς κεφαλὰς καλυφάμενοι , χείλη δὲ μόνα
5248409 παρεβοηθει
ναῦς ῥᾷον τοὺς Συρακοσίους ἀφέλκειν τῆς γῆς φιλίας οὔσης , παρεβοήθει ἐπὶ τὴν χηλὴν μέρος τι ἔχων τῆς στρατιᾶς .
οὐκ ἐμνημόνευσε τῆς μαντείας , ἀλλ ' ἀναλαβὼν τοὺς ὑπασπιστὰς παρεβοήθει , ἵνα μάλιστα ἐπιέζοντο οἱ Μακεδόνες . καὶ τούτους
5240840 ἀνοιμωξας
τὸν αὐχένα τοῦ κύματος καὶ τὸν Κλεινίαν ἰδεῖν αὖθις . ἀνοιμώξας οὖν , “ Ἐλέησον , ” ἔφην , “
ῥήξας δὲ πέπλους ] σχίσας δὲ τὰ ἱμάτια ἑαυτοῦ καὶ ἀνοιμώξας ὀξὺ καὶ μέγα ὥρμα σὺν φυγῇ , ἤτοι ἔφευγε
5190691 Λεοντιχε
σαρίσης πεπηγυῖαν κομίζων λελουμένος τῷ φόνῳ . Ἄπαγε , ὦ Λεόντιχε , μιαρὰ ταῦτα καὶ φοβερὰ περὶ σαυτοῦ διηγῇ ,
' ὀλίγον ἐπέστητε ἤδη φευγόντων . Ὅτε γάρ , ὦ Λεόντιχε , περὶ Παφλαγονίαν ἐμονομάχησας τῷ σατράπῃ , οὐ μεγάλα
5178720 οἰστον
. ἐνθυμώμεθα : ἀντὶ τοῦ ἐνθυμηθῶμεν : ἔστι γὰρ ὑποθετικόν οἰστόν : ὑπομονητόν . ἱκανοί : δουλωσόμενοι δηλονότι δίχα γε
αὐτῷ πολλοῦ ἂν ἄξιον εἶναι τὸν ἄτρακτον , λέγων τὸν οἰστόν , εἰ τοὺς ἀγαθοὺς διεγίγνωσκε , δήλωσιν ποιούμενος ὅτι
5149186 ἐπιθοιντο
πύλας ἀνοιξάντων , δεδιὼς αὐτὸς , μὴ μαθόντες οἱ πολῖται ἐπίθοιντο ταῖς κατὰ τὸ ἕτερον μέρος πύλαις , πολλῇ στρατιᾷ
τάχιστ ' ἂν ὑπεριδόντες . . . : τάχιστα ἂν ἐπίθοιντο μετὰ τῶν ἐνθάδε ὑπεριδόντες , τουτέστι καταφρονήσαντες καὶ τὰ
5142113 προσπιπτων
. καὶ Μηνόδωρος μὲν αὖθις ηὐτομόλει καὶ τὸν Καίσαρα ἐλθόντα προσπίπτων ἠξίου συγγνῶναι μὴ λέγοντι τὰς αἰτίας τῆς φυγῆς :
τοῦ ῥοῦ προσπτώσεις καὶ τὰς τῶν ἀνέμων μεταβολὰς ὁ κλύδων προσπίπτων τῇ ῥαχίᾳ καχλάζει καὶ τραχύνεται πάντῃ περὶ τὴν παρήκουσαν
5117299 ἀνεπηδησε
ξίφη , καὶ τὸν Θηραμένη συνελάμβανον . ὁ δὲ φθάσας ἀνεπήδησε μὲν πρὸς τὴν βουλαίαν Ἑστίαν , ἔφησε δὲ πρὸς
Βελλεροφόντης . * ἐνομίσθη : ἐφάνη . * ἀνωρμήθη : ἀνεπήδησε τοῦ ὕπνου . * ὁρμητικῷ : συντόμῳ . *
5112042 βαλλομενος
τῆς Ἡμέρας ἐπὶ ταῖς παρουσίαις ἐφαιδρύνετο , ἀπιούσης δὲ ἀνίᾳ βαλλόμενος πένθιμον ἐπέστενεν καὶ μόνος ἐκ λίθων ἡδονῆς καὶ λύπης
τῶν πυλῶν ἐπὶ Ἄλβην πόλιν ὡς μεταπείσων τοὺς ἀποστάντας . βαλλόμενος δ ' ἀπὸ τοῦ τείχους ἀνέστρεφε καὶ τοῖς ἄλλοις
5111043 τυμπανοις
ταῖς κώπαις ἐλαύνοντες , καὶ τοῖς ἐκ τῶν δέρρεων κατεσκευασμένοις τυμπάνοις καταπληκτικὸν κτυποῦντες , καὶ πολλοῖς ἄλλοις φοβήτροις τοὺς ἐν
: καταγομένης δὲ τῆς τοξίτιδος συνέβαινεν τοὺς ἀγκῶνας προσερείδοντας τοῖς τυμπάνοις τὰς πτέρνας εἰσωθεῖν αὐτά , τὸν δὲ ἀέρα τὸν
5101639 λεηλατων
, τοὺς δὲ συκοφαντῶν , τοὺς δὲ νησιώτας τοὺς ταλαιπώρους λεηλατῶν ἐπὶ προφάσει φόρων ἢ καταλογῇ στρατιωτῶν , ὥσπερ ἔνιοι
. . . . : Βρέννος , Γαλατῶν βασιλεὺς , λεηλατῶν τὴν Ἀσίαν , ἐπὶ Ἔφεσον ἦλθε , καὶ ἠράσθη
5098042 ἐνδεδυκως
' ἐξ ἱματίου τύραννος ἦν , πορφυροῦν μὲν μεσόλευκον χιτῶνα ἐνδεδυκώς , χλαμύδα δὲ ἐφεστρίδα περιβεβλημένος πολυτελῆ καὶ ὑποδούμενος λευκὰς
μετοχαὶ ἠσθημένος , ἀμπεχόμενος , ἐσταλμένος , ἠμφιεσμένος , ἐνδεδυμένος ἐνδεδυκώς : ἐνδὺς γὰρ καὶ εἱμένος καὶ ἐπιειμένος , οὐ
5092320 προσπεσων
εὐχόμενος . Τί ἄγχεις , ὦ Πρωτεσίλαε , τὴν Ἑλένην προσπεσών ; Ὅτι διὰ ταύτην , ὦ Αἰακέ , ἀπέθανον
οὖν παρόντα πέμψον εἰς κατασκοπήν , μὴ καὶ λάθῃ με προσπεσών : ὡς μᾶλλον ἂν ἕλοιτό μ ' ἢ τοὺς
5082269 λεοντην
καταπάττεις : ἐπὶ τῶν ἡδυπαθεῖν διωκόντων . Ἐνδύετέ με τὴν λεοντῆν : ἐπὶ τῶν μεγάλοις ἐπιχειρούντων . Ἐν δὲ διχοστασίῃ
καὶ ἀνέκειτο , στρωμνὴν καθ ' αὑτὸν ἔχων , ἠμφιεσμένος λεοντῆν : ἐφόρει δὲ καὶ τόξα Σκυθικὰ καὶ ῥόπαλον ἐκράτει
5081004 εἰρεσιαν
οὖσα . ἐκ δὲ τούτου τὸ ἄγαν αὐτῶν κατὰ τὴν εἰρεσίαν πρόθυμον ἐμφαίνει . ἐνίπτων : λέγων . καὶ Ὅμηρος
τῇ εἰρεσίᾳ , ὑποχαλάσας καὶ ἐνδοὺς αὐτῇ καὶ καταπαύσας τὴν εἰρεσίαν . ἢ βαρυνομένην αὐτὴν αἰσθόμενος , τῇ εἰρεσίᾳ ἀνεχάλασεν
5067242 ἀπηντα
ἐπὶ τῇ ὑπερβολῇ τοῦ ὄρους , μέρος δ ' αὐτῶν ἀπήντα τοῖς κατὰ τὰ ἄκρα . πρὶν δὲ ὁμοῦ εἶναι
. ὡς δ ' ἐγγὺς ἦσαν , ὁ δῆμος ἅπας ἀπήντα περιχαρὴς ἐπὶ τοῖς εὐημερήμασι : συνέδραμον δ ' εἰς
5013852 καμηλοις
ἕως ἐπαύσατο πίνων : | καὶ εἶπε : καὶ ταῖς καμήλοις σου ὑδρεύσομαι , ἕως ἂν πᾶσαι πίωσι . καὶ
φιλόδωρον , ὅτε αὐτὸν πληροῖ ποτίσασα , ὑπισχνεῖται καὶ ταῖς καμήλοις ὑδρεύσεσθαι , ἃς συμβολικῶς μνήμας εἶναί φαμεν : μηρυκᾶται
5011440 ῥοπαλοις
σύνηθες ἐζήτει τὴν κόρην . ὁ δὲ γεωργὸς καταφρονήσας αὐτοῦ ῥοπάλοις αὐτὸν ἐδίωξεν . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οἱ
δὲ ἡ ἐπὶ χρημάτων ἀμφισβήτησις ἐν λόγοις . ἀποτυμπανίσαι ] ῥοπάλοις ἀνελεῖν . ἀνελεῖν . Ποτίδαιαν ] τὴν Κασάνδρειαν .
5004074 σαλπιγγος
ἐν τοῖς πολέμοις παρατάξεις τυμπάνοις καὶ κυμβάλοις κεχρῆσθαι , μήπω σάλπιγγος εὑρημένης . βασιλεύσαντα δὲ πάσης τῆς Ἰνδικῆς ἔτη δύο
τὸν μουσικὸν καταστῆσαι τὸν ἐξιστάμενον ἐν Θήβαις ὑπὸ τὴν τῆς σάλπιγγος φωνήν : ἐπὶ τοσοῦτον γὰρ ἐβόησεν ἀκούων ὥστε ἀσχημονεῖν
4999992 προσεβαλλεν
ἔνθεν , ὥστε πολὺ ἐπλεονέκτει : φάλαγγι γὰρ κατὰ κέρας προσέβαλλεν : ὥστε ταχὺ ἰσχυρὰ φυγὴ ἐγένετο τοῖς πολεμίοις .
μυρρίνης καὶ δάφνης καὶ ἀμπελάνθης , τοιοῦτον ἡμῖν τὸ ἡδὺ προσέβαλλεν . ἡσθέντες δὲ τῇ ὀσμῇ καὶ χρηστὰ ἐκ μακρῶν
4999163 αὐχενων
δ ' ὕπο ζεύγνυσιν αὐτὼ καὶ λέπαδν ' ὑπ ' αὐχένων τίθησι . χἠ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ ἐν
φαινομένη σκιά , τὰ τῶν φολίδων ἐπάρματα , τὰ τῶν αὐχένων κυρτώματα , ἡ λοφιὰ τῶν ἀκανθῶν , οἱ τῆς
4995768 αἰχμην
θεοῦ . αἰχμὴν ] + ἤγουν τὸ δόρυ αὐτοῦ . αἰχμὴν ] καὶ τὸν κοντόν . Ξ ἔχει ] βαστάζει
ἀσθενὴς μάχη . ἥξω δὲ πολλὴν Ἄρεος Ἀργείου λαβὼν πάγχαλκον αἰχμὴν δεῦρο . μυρίοι δέ με μένουσιν ἀσπιστῆρες Εὐρυσθεύς τ
4991505 παιουσι
, ἐφ ' οὗ τὴν κεφαλὴν καταθέντες αὐτῶν ἑτέρωι λίθωι παίουσι , καὶ πιέζουσιν ἄχρι οὗ συνθλάσωσι τὸ πρόσωπον καὶ
παῖδες , ἐπειδὰν παίζωσι κατ ' ἀλλήλων ἐρχόμενοι , σφᾶς παίουσι τοῖς φύλλοις , καὶ γέλωτα δὴ τὸ ἐντεῦθεν αὐτοί
4980563 πυκνοις
Ζεύς οἱ μὲν εἰς τὴν ἀκρόπολιν ἀξιοῦσι καταφεύγειν κοτίνοις τότε πυκνοῖς περιπεφραγμένην , Θεμιστοκλῆς δὲ πρὸς τὰς τριήρεις κελεύει μετασκευάζεσθαι
γυναῖκες : αἵδε , Γοργόνων δίκην , φαιοχίτωνες καὶ πεπλεκτανημέναι πυκνοῖς δράκουσιν : οὐκέτ ' ἂν μείναιμ ' ἐγώ .
4975089 λογχης
τοῖς τ ' ἀφ ' αἵματος ῥίζαν γιγάντων Σιθόνων κεκτημένοις λόγχης ἐν ὑσμίνῃσι μίξαντες πάλην . εἷλον δὲ Πῖσαν καὶ
ὥσπερ ἡ Μερόπη : ἢ λελογχωμένον τὸ δόρυ νομίσας ἄνευ λόγχης εἶναι , ἢ κίσσηριν τὸν λίθον ὑπολαβών , ἐπὶ
4966413 διαδηματα
καὶ σαγάρεσι χαλκαῖς , ζῶναι δὲ αὐτοῖς εἰσι χρυσαῖ καὶ διαδήματα ἐν ταῖς μάχαις : οἵ τε ἵπποι χρυσοχάλινοι ,
ἀγνοοῦσι : σημεῖα δὲ αὐτοῖς περιτιθέασι τιάρας καὶ σκῆπτρα καὶ διαδήματα , μὴ λάθωσι βασιλεῖς ὄντες : ὥσπερ οἶμαι τοῖς
4963311 προσηγε
, διέβη τε παρὰ δόξαν πεζῇ τὸν Εὐφράτην , καὶ προσῆγε τὸν στρατὸν τῇ πόλει , ἐν ᾗ τάς τε
πολὺ κρατίστη τῶν ἄλλων ἔσται πολιτειῶν . ἐπαρθεὶς δὲ τούτοις προσῆγε τοὺς ἀρίστους καὶ συνεφάπτεσθαι παρεκάλει , κρύφα διαλεγόμενος τοῖς
4959502 ἐλεφασιν
δὲ πολλὰ ἐν τῆι Ἰνδικῆι . ἀποκτείνουσι δὲ αὐτὰ τοῖς ἐλέφασιν ἐποχούμενοι ἄνθρωποι κἀκεῖθεν βάλλοντες . περὶ τῶν Ἰνδῶν ὅτι
τῆς Λιβύης μεγίστη καὶ δυνατωτάτη ναυσὶ καὶ χρήμασιν ὁμοῦ καὶ ἐλέφασιν καὶ στρατῷ πεζῷ τε καὶ ἱππικῷ καὶ ὑπηκόοις πολλοῖς
4954717 κρασπεδα
οὓς ποδεῶνας καλοῦσιν , καὶ οὗτοι ἄχρηστοι . Γ τὰ κράσπεδα , οὓς ποδεῶνας καλοῦσιν : οὗτοι δὲ ἄχρηστοί εἰσιν
Γ ὅτι τῶν ἀρχαίων οἱ στέφανοι κατὰ τὸ ὄπισθεν μέρος κράσπεδα εἶχον . οὐχ ἱμάτια , ἀλλὰ κράσπεδα στεμμάτων :
4953002 Ξανθιοι
ἐκέλευσε τὰς ἐφέδρους τῶν πυλῶν τάξεις ἀποστῆναι : καὶ οἱ Ξάνθιοι νομίσαντες ἀφυλαξίαν καὶ ἀμέλειαν εἶναι νυκτὸς ἐξέδραμον μετὰ λαμπάδων
δὲ ποιήσαντες καὶ συνομόσαντες ὅρκους δεινούς , ἐπεξελθόντες ἀπέθανον πάντες Ξάνθιοι μαχόμενοι . Τῶν δὲ νῦν Λυκίων φαμένων Ξανθίων εἶναι
4943984 ἐκπλαγεις
μύρου τε ὄζουσαν καὶ προσπαίζουσαν εὐφυῶς καὶ αἱμύλα φθεγγομένην , ἐκπλαγεὶς ταύτῃ συνέποιτο τῶν βοτρύων ἐπιλελησμένος : ὁ δὲ τῆς
ἐκ πολλοῦ ὑπὸ δειμάτων , εἰ δέ τις οἰκήσειεν εὐθὺς ἐκπλαγεὶς ἔφευγεν , ἐκδιωχθεὶς ὑπό τινος φοβεροῦ καὶ ταραχώδους φάσματος
4940349 πωλοις
δεδορκότας . κἀν τῶιδ ' ἐπῆγε κέντρον ἐς χεῖρας λαβὼν πώλοις ἁμαρτῆι : πρόσπολοι δ ' ὑφ ' ἅρματος πέλας
μεγάλους ὥστε καὶ πόαν ἐπιπεφυκέναι : τοὺς δὲ λέοντας τοῖς πώλοις τῶν ἐλεφάντων ἐπιτίθεσθαι , αἱμάξαντας δὲ φεύγειν ἐπιουσῶν τῶν
4939847 ψαλιον
τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον . γρ . κατὰ γῆρας . ψάλιον . χαλινόν . μέτριον μᾶλλον δουλείας . μᾶλλον .
τὰ χυτροπωλεῖα , χυτρεῖα δὲ τὰ τῶν χυτρῶν ὄστρακα . ψάλιον καὶ ψέλιον διαφέρει . ψάλιον μὲν τὸ τοῦ ἵππου
4939507 συνηδετο
ἀναβολήν . καὶ τῆς γυναικὸς ἐπῄνει τὴν εὐαγωγίαν , καὶ συνήδετο . , . . ἐπαινέσας ἐπαινέσας αὐτὴν τῆς φιλανδρίας
ταῖς ἀγκάλαις , ὡς προήγαγεν ἐνταῦθα τῆς ἡλικίας , ὡς συνήδετο τιμωμένοις , ὡς τοσαύτῃ περὶ ὑμᾶς ἐχρήσατο τῇ θεραπείᾳ
4937596 σκεπων
, παύσεις ῥᾳδίως ἐκστὰς μὲν τοῦ καπνοῦ καὶ τὴν κεφαλὴν σκέπων , ὡς μὴ καθικνοῖτο ὁ ἥλιος , καὶ εἰς
ἁλουργεῖς χειριδωτοὺς καὶ ποδήρεις ἀνεζωσμένος , τά τε σκέλη πάντα σκέπων ἀπ ' ὀνύχων ἐς μηροὺς ἐσθῆσιν ὁμοίως χρυσῷ καὶ
4933259 στολην
τὸν δὲ Λεπτίνην ἐζήτουν συλλαβεῖν . ὁ δὲ τὴν ἰδίαν στολὴν ἀποθέμενος καὶ λαβὼν ναύτου σκευὴν καὶ φορτίον ξύλων ἀράμενος
καὶ Παυσανίας ὁ Σπαρτιάτης βασιλεὺς καταθέμενος τὸν πάτριον τρίβωνα Περσικὴν στολὴν ἐνεδύετο . καὶ Ἀλέξανδρος δὲ ὡς τῆς Ἀσίας ἐκυρίευσεν
4932383 ἀϊσσονται
ἄπληστον κλύζονται ἐνιέμεναι ὑδάτεσσιν : Ἢ λίμνην πέρι δηθὰ χελιδόνες ἀΐσσονται γαστέρι τύπτουσαι αὔτως εἰλεύμενον ὕδωρ : ἢ μάλα δείλαιαι
: ὑψοῦ δὲ κάρη ἔχει , ἀμφὶ δὲ χαῖται ὤμοις ἀΐσσονται : ὃ δ ' ἀγλαΐηφι πεποιθὼς ῥίμφά ἑ γοῦνα
4928322 προαισθομενοι
ὅτι ἐν τῇ ἐκείνων ἦν τὸ στράτευμα . Ἀργεῖοι δὲ προαισθόμενοι τό τε πρῶτον τὴν παρασκευὴν τῶν Λακεδαιμονίων καὶ ἐπειδὴ
ἐφόδου μὴ κατὰ σκοπὸν προέλθῃ , ἀλλ ' οἱ πολέμιοι προαισθόμενοι ἀντιπαρατάξονται , μὴ κατόπιν πράξῃ ὁ στρατὸς ἐν τῇ
4924635 στιφος
τούτοις δὲ ὢν καθορᾷ βασιλέα καὶ τὸ ἀμφ ' ἐκεῖνον στῖφος : καὶ εὐθὺς οὐκ ἠνέσχετο , ἀλλ ' εἰπὼν
καὶ βάλλων καὶ φυλαττόμενος βέλη καὶ ἀσπίδα ἀντερείδων καὶ διώκων στῖφος . ἐξέπλευσαν μὲν δὴ χαίροντες ἀλλήλοις , εἵποντο δὲ
4920313 φαρετραν
φασιν , ὅτι θεωρεῖς τόδε τῆς ἐμῆς στολῆς ἤτοι τὴν φαρέτραν τὴν ἀπολειφθεῖσαν ἀπὸ τῶν ἐμῶν ὅπλων . . .
ὑπ ' ἐμοῦ διὰ τὴν συμφοράν . ὀιστοδέγμονα ] τὴν φαρέτραν . σεσωσμένον ] τὸν ἐναπομείναντα ἤτοι τοὺς περιλειφθέντας ὀιστούς
4918308 ὠθουσιν
εἶναι καθεύδειν . ταῦθ ' οἱ πεντακόσιοι μὴ δυνάμενοι φέρειν ὠθοῦσιν εἰς βασιλέως προσηγορίαν τὸν ἐφεστηκότα κτείνειν ἀπειλοῦντες οὐκ ἀνασχόμενον
αὐτῶν . αἳ δὲ πατοῦσι καὶ ἐς ὑγρὰν τὴν γῆν ὠθοῦσιν , ἵνα μείνῃ ἔμβιος καὶ μὴ ὑπὸ τῶν ὀρνίθων
4917330 πορπαξ
ταῖς ἡνίαις καθὰ δι ' αὐτῶν στρέφεται τὸ ἅρμα . πόρπαξ δὲ καλεῖται τὸ κατὰ μέσον τοῦ ὅπλου ὑπὸ τὸν
Γ αὐτοῖσι τοῖς πόρπαξι : σὺν αὐταῖς ταῖς ὀχάναις . πόρπαξ , ἐν ᾧ τὴν ἀσπίδα κατέχουσι , ὃ καλεῖται
4895274 δοραν
ἐκείνη φησίν : „ εἰ λύκον ζῶντα ἐκδείρας τὴν αὐτοῦ δορὰν θερμὴν ἀμφιέσῃ . „ καὶ τοῦ λύκου [ αὐτίκα
οἱ Ἰαμίδαι ἢ μηρὸν πιμελῇ κεκαλυμμένον εἰς πῦρ ἐμβάλλοντες ἢ δορὰν προβάτου σχίζοντες καὶ ἐκ τῆς σχίσεως , εἰ μὲν
4886117 ὠσαμενος
τὸν Ἀντίγονον ἐχώρει καὶ τῆι ῥύμηι τῶν περὶ αὐτὸν Σπαρτιατῶν ὠσάμενος τὴν φάλαγγα τῶν Μακεδόνων ἐπὶ πέντε που σταδίους ὑποχωρούντων
τύχης ἀπαιτοῦντες λόγον , ὅτι κατὰ τὴν πρὸς Τυρρηνοὺς μάχην ὠσάμενος ἐπὶ τὸν χάρακα τῶν πολεμίων ὁ ἀνὴρ θρασύτερον μᾶλλον
4881682 ὡπλισεν
Αὐτοφραδάτῃ τοῦτο ἐξηγγέλλετο . τῶν δὴ βαρβάρων τοὺς ἰσχυροτάτους νυκτὸς ὥπλισεν ὅπλοις Ἑλληνικοῖς καὶ ἀρχομένης ἕω παρέταξεν αὐτοὺς μετὰ τῶν
τόξα μεταχειρισάμενος καὶ τὴν φαρέτραν λαβών , τούτοις γὰρ αὐτὸν ὥπλισεν ὁ πατήρ , ἀμύνεσθαι τῆς τόλμης τὸν Τιτυόν ,
4878923 Εὐανθιος
, πάντες δὲ ἁπλῶς κἀκείνους κινοῦσι καὶ ἡμᾶς παρακαλοῦσι . Εὐάνθιος , ὃ ἠπιστάμην , ἤγγειλέ μοι , ὅτι μου
, οἶμαι , θέμις μὴ πραχθῆναι πρᾶξιν ᾗ σπουδὴν προσῆγεν Εὐάνθιος . ἆρ ' οὖν καὶ τὰ σὰ τοιαῦτα ,
4877104 κεραϊζων
Ἰλίου ἱρῆς ὑμεῖς μὲν φεύγοντες , ἐγὼ δ ' ὄπιθεν κεραΐζων . οὐδ ' ὑμῖν ποταμός περ ἐΰρροος ἀργυροδίνης ἀρκέσει
ὃ δὲ ὠσάμενος ἔσω τὸ ἑαυτοῦ δρᾷ , ἐμφορούμενος καὶ κεραΐζων ἐκεῖνος τὸν θησαυρὸν τῶν μελιττῶν τὸν γλυκύν . καὶ
4876827 καταπληκτικως
προκινδυνεύοντα πρός τινας ἀντιτεταγμένους μετὰ λέοντος , συναγωνιζομένου τοῦ θηρίου καταπληκτικῶς : ὑπὲρ οὗ τῶν ἐξηγουμένων οἱ μὲν ἔφασαν πρὸς
πάσας ἔχειν τριήρεις διακοσίας . ταύτας δὲ κοσμήσας πρὸς ναυμαχίαν καταπληκτικῶς , καὶ συνεχεῖς διαπείρας καὶ γυμνασίας ποιούμενος , ἡτοιμάζετο
4873423 ὑπηρεσιον
. ἐπικρατεῖν : ἰσχύειν τοὺς Ἀθηναίους . τὸ ὑπηρέσιον : ὑπηρέσιόν ἐστι τὸ κῶας , ᾧ ἐπικάθηνται οἱ ἐρέσσοντες διὰ
. ἐπικρατεῖν : ἰσχύειν τοὺς Ἀθηναίους . τὸ ὑπηρέσιον : ὑπηρέσιόν ἐστι τὸ κῶας , ᾧ ἐπικάθηνται οἱ ἐρέσσοντες διὰ
4867237 καιριως
νενόηκα . παρὸ καὶ τῆς προαιρέσεως ἀγάμενος αὐτὸν ὁμολογεῖ τελεσφορήσειν καιρίως ἃ ᾐτήσατο . τούτῳ μὲν οὖν ἡ ἀπόκρισις ἔπαινον
ἃ δεῖ αὐτοὺς διαπερᾶσαι . ἄνυσιν δέ , ἀστείως καὶ καιρίως ταύτῃ τῇ λέξει ἐχρήσατο : ἀνύσαι γὰρ κυρίως τὸ
4864762 συριζων
: οὐδὲ ὁ Πὰν ἠμέλητο : ἐκαθέζετο δὲ καὶ αὐτὸς συρίζων ἐπὶ πέτρας , ὅμοιος ἐνδιδόντι κοινὸν μέλος καὶ τοῖς
καταπληκτικαῖς γνάθοις . συρίζων ] ἐκπνέων . εἰκότως εἶπε τὸ συρίζων , ἐπειδὴ ὀφέων κεφαλὰς εἶχε , τούτων δέ ἐστι
4864390 παισαντες
ὑπεναντίων τοῖς παρ ' ἡμῖν νομίμοις . ἄνθρωπον γὰρ κατεσπεισμένον παίσαντες εἰς νῶτον μαχαίρᾳ ἐμαν - τεύοντο ἐκ τοῦ σφαδασμοῦ
ἐκείνου ταῖς σφραγῖσι τὰς ὄψεις ἐπιβάλλοντος προβαλόντες τὰ ξιφίδια καὶ παίσαντες φονεύουσιν , ἔχοντές τε αὐτὰ πρόκωπα προπηδῶσιν . οἱ
4857002 ναυκληρος
χρηματιστὴς ἐπαποδύεται πολυτρόποις ἰδέαις πορισμῶν , ἐλπίδι δ ' ὁ ναύκληρος εὐπλοίας περαιοῦται τὰ μακρὰ πελάγη : ἐλπίδι δόξης καὶ
ἀπέστησαν ἔτι θεραπεύοντες αὐτὸν μέχρι τῶν σπονδῶν . Ῥέβιλον δὲ ναύκληρος ἐς τὴν ναῦν ὑποδεξάμενος ὡς διοίσων ἐς Σικελίαν ᾔτει
4856064 Χειρισοφον
, οὐκ ἔχοιεν ὁπόθεν λαμβάνοιεν . καὶ οἱ μὲν ἀμφὶ Χειρίσοφον ἀπῇσαν ἐκ τῆς βοηθείας : ὁ δὲ Ξενοφῶν ἐπεὶ
γνῶναι ὅτι τῆς μοναρχίας ἀπέχεσθαί με δεῖ . οὕτω δὴ Χειρίσοφον αἱροῦνται . Χειρίσοφος δ ' ἐπεὶ ᾑρέθη , παρελθὼν
4852413 ἀγραν
ἡ κακία αὐτῶν . ἰξευτὴς ἰξὸν ἀναλαβὼν καὶ καλάμους πρὸς ἄγραν ἐξῆλθεν . ἰδὼν δὲ κίχλαν ἐφ ' ὑψηλοῦ δένδρου
πλοιάρια ῥαπτὰ καὶ μονόξυλα , οἷς χρῶνται πρὸς ἁλίαν καὶ ἄγραν χελώνης . Ἐν δὲ ταύτῃ τῇ νήσῳ καὶ γυργάθοις
4848264 προσεπιπτε
. καὶ ἐπὶ τῆς ὁράσεως οὖν , εἴπερ ἔξωθεν αὐτῇ προσέπιπτε τὰ κινήσοντα αὐτὴν σώματα , καὶ μὴ αὐτὴ ἐξαπέστελλέ
ἐπεὶ ἀφανὴς ἦν ὁ Ἀπόλλων , ἐπεφάνη μὲν οὔ , προσέπιπτε δὲ αὐτῷ ἡ βοή . μετάλλασέν τέ νιν :
4846466 νωτα
ἔχουσα : καλυπτομένης δ ' ἐνὶ πέπλωι γλαυκὸν ἐρευθομένων ἀμαρύσσετο νῶτα χιτώνων , οἷα κάλυξ φοίνισσεν ἀεξομένου ῥοδεῶνος . καὶ
ἀφανίζουσα τοῖς θηραταῖς τὰ ἴχνη : ἑαυτὴν γὰρ ἐπισύρει κατὰ νῶτα καὶ παρεισελθοῦσα ἡσυχάζει . Ἀρχὴν ἰᾶσθαι πολὺ λώϊον ἢ
4836782 λιθοις
ἐπεφίμωντο , κἂν εἴ τις ἐπιχειρήσειεν μεμνῆσθαι τοῦ φόνου , λίθοις εὐθὺς ἐβάλλετο . ” Ἐξῄει οὖν τὸ δεύτερον πλανησόμενος
τῶν θεῶν δέδοται δῶρον : εἰ καλιάν τις αὐτῶν ἐπιφράξειε λίθοις ἢ ξύλοις , πόαν τινὰ πρὸς τοῦτο ἐγνωσμένην αὐτοῖς
4835858 σοβαρωτερον
διαφθείραντι τύραννον ὁ μέλλοντα γίνεσθαι κτείνας . εἰ δὲ μὴ σοβαρώτερον λέγειν , μείζων τούτῳ προσήκει μισθός , ἐπεὶ καὶ
τὴν αὐθάδειαν πρᾴως ἤνεγκε τὴν Φιλώτου , πρὸς τὴν ἑταιρίαν σοβαρώτερον ἐκλαλήσαντος , ἀλλὰ προσαπώλεσε τῷ Φιλώτᾳ καὶ Παρμενίωνα .
4835528 ἐνεβαλε
πρόφασιν κατασκευάσαι τῆς τῶν Πριαμιδῶν καταλύσεως , Ἀλεξάνδρωι πόθον Ἑλένης ἐνέβαλε , καὶ μετὰ τὴν ἁρπαγὴν τῶι μὲν δοκεῖν συνεμάχει
τοῖς ἄλλοις θεοῖς ἐπιλαθέσθαι τοῦ Διός , ὅθεν φιλονεικίαν αὐτοῖς ἐνέβαλε . Κράγος δὲ ὁ Ζεὺς ἐν Λυκίᾳ τιμᾶται .
4833276 ταλαεργον
ἄνθρωποι . ἐπιβρίσαντες : δεσμήσαντες . Οὐρήων : ἡμιόνων . ταλαεργόν : ἐργοπόνον , ἀχθοφόρον : γράφεται τίνων ταλαεργῶν .
ἄνθρωποι . ἐπιβρίσαντες : δεσμήσαντες . Οὐρήων : ἡμιόνων . ταλαεργόν : ἐργοπόνον , ἀχθοφόρον : γράφεται τίνων ταλαεργῶν .
4830414 ἀκοντιον
καὶ δόρυ ὡσαύτως πεπραγματευμένον , καὶ ὅπου μὲν ἂν εἰς ἀκόντιον ἀφικνῆται , ἀκοντίζῃ τὸν φεύγοντα τοῖς σφαιρωτοῖς , ὅπου
προσάγεις : ποῦ διώρισεν ὄργανα νίκης ὁ νόμος ἵππον , ἀκόντιον , τόξον , ἀσπίδα ; ποῦ μόνοις ἐπιτρέπει τούτοις
4828910 ζευξας
δὲ θηλείας ἔτι ἀφεστώσης οὐκ ἔχων ἐπιλαβέσθαι κεῖται καὶ δουλεύει ζεύξας τὸ ὕδωρ , καὶ ἔστι τοῖς διαβαίνουσιν ἀσφαλὴς ὑπὸ
: Χαιρέας δὲ ἔσπευδεν , ἕτοιμος ὢν διὰ τὸν ἔρωτα ζεύξας σχεδίαν εἰς τὸ πέλαγος ἑαυτὸν ἀφεῖναι τοῖς ἀνέμοις φέρεσθαι
4827263 ἀναδησαμενοι
ἄλλας καθ ' ἡσυχίαν οὐδενὸς κωλύοντος ὡς ἑκάστην ποι ἐκπεπτωκυῖαν ἀναδησάμενοι ἐκόμιζον ἐς τὴν πόλιν . Μετὰ δὲ τοῦτο ,
ἅμα τῷ ἡλίῳ δύνοντι κατέλαβον , καὶ κρατήσαντες μάχῃ , ἀναδησάμενοι ἀπῆγον εἰς τὸ στρατόπεδον αὐτοῖς ἀνδράσιν . ἡ δ
4820897 ἐμπηδᾳ
' ἐμαυτοῦ : καὶ ὃς ἀνοιμώξας καὶ κοψάμενος τὴν κεφαλὴν ἐμπηδᾷ μου τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ μικροῦ δεῖν ἐξώρυξεν αὐτούς :
ἀλλ ' οὗτος τῶν ἄλλων μᾶλλον . ὁ δὲ Γαλατικὸς ἐμπηδᾷ τε ταχὺ τῇ δήξει , ἐπικαίων εὐθὺς τὴν γλῶσσαν
4817598 ἀναρριχασθαι
. ἀνερριχᾶτο : τὸ πρὸς τοίχους ἀναβαίνειν χερσὶ καὶ ποσὶν ἀναρριχᾶσθαί φασιν . γίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀράχνη ἀραχνιῶ ,
. ἀνερριχᾶτο : τὸ πρὸς τοίχους ἀναβαίνειν χερσὶ καὶ ποσὶν ἀναρριχᾶσθαί φασιν . γίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀράχνη ἀραχνιῶ ,
4817289 ἐπονει
σοφίης τόξον ἀνιέμενον : δὴ γὰρ καὶ Θεόφραστος , ἕως ἐπόνει μέν , ἄπηρος ἦν δέμας , εἶτ ' ἀνεθεὶς
ἐπεστάτει , τῶν δὲ πολεμίων Κελτοὶ καὶ Λίγυες ἦσαν , ἐπόνει μάλα καρτερῶς ἑκατέροις . καὶ Σκιπίων μὲν ἔπεμπε Θέρμον
4809917 Φραγγων
, οἳ μετὰ τοῦ βασιλέως ἐληλύθεισαν τοῦ Βοτανειάτου , καὶ Φράγγων τῶν ἐξ Ἰταλίας ἐλθόντων ἀπομοιράν τινα καὶ τῆς τῶν
βίου . τούτου δὲ τοῦ πάθους γεγενημένου τὰ μὲν τῶν Φράγγων φρονήματα ἐπῆρτο ἐπὶ μέγα καὶ ἐπερρώννυτο . Γότθοι δὲ
4809323 πατρωας
ἀπὸ κοινοῦ τοῦτο εἰς τὸ ψαῦσαι ποσὶ τῆς χέρσου τῆς πατρώας . Δίκης ἐάσει ἡ Ἐρινὺς ἡ τῆς Δίκης βοηθός
τὸν φονέα τί ποιῆσαι ; ψαῦσαι ποσὶ τῆς χέρσου τῆς πατρώας μὴ πεφευγότα τὸν μέγαν πλειῶνα καὶ χρόνον . ἢ
4806160 αἰρουσιν
δρᾶτε μηδαμῶς τάδε . σὼ δ ' αὐταδέλφω χερμάδ ' αἴρουσιν χεροῖν , λέγουσί θ ' ὡς ἔφυσαν ἐκ δούλης
ἔτι , κομιδῇ δ ' ἀπειρήκωσιν ἐν τοῖς δράμασιν , αἴρουσιν ὥσπερ δάκτυλον τὴν μηχανήν , καὶ τοῖς θεωμένοισιν ἀποχρώντως
4803835 ἱπποις
δὲ θυμὸς ἑκάστου νίκης ἱεμένων , κέκλοντο δὲ οἷσιν ἕκαστος ἵπποις . ἐνταῦθα τοὺς μὲν ἡνιόχους πεποίηκεν ἀγωνιστὰς καὶ φιλοτιμουμένους
ἐπὶ τῷ ἐσχάτῳ δρόμῳ συνέθεον [ οἱ ἀναβάται ] ταῖς ἵπποις εἰλημμένοι τῶν χαλινῶν , καθὰ καὶ ἐς ἐμὲ ἔτι
4798248 ἐναλου
ἔλιπες , ὦ πάτερ , ἐπακτίαν μονάδ ' ἔρημον οὖσαν ἐνάλου κώπας . ὀλεῖ μ ' ὀλεῖ με δηλαδὴ πόσις
ἀλκῇ στείχει πολίταις ὄμμ ' ἔχων ἰδεῖν πικρόν πολλοῖς μὲν ἐνάλου , ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ἀγλαΐσας × –
4798199 ἰοδοκον
πορφυρέοις μήλοισιν ἐοικότα παῖδα Κυθήρης . οὐ δ ' ἔχεν ἰοδόκον φαρέτρην , οὐ καμπύλα τόξα : ἀλλὰ τὰ μὲν
πορφυρέοις μήλοισιν ἐοικότα παῖδα Κυθήρης . οὐ δ ' ἔχεν ἰοδόκον φαρέτρην , οὐ καμπύλα τόξα , ἀλλὰ τὰ μὲν
4795222 νωτου
ὕβον : αἱ δὲ Βακτριαναὶ κάμηλοι δύο ὕβους ἐπὶ τοῦ νώτου ἔχουσιν . ἔχει δὲ καὶ ἀστράγαλον ἐν τοῖς ὀπισθίοις
μακρὸν ἐρείσας . δὴ τότε κήρυκα προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς , νώτου ἀποπροταμών , ἐπὶ δὲ πλεῖον ἐλέλειπτο , ἀργιόδοντος ὑός
4791925 θυρεοις
, πλινθίοις πυκνοῖς καὶ πολυανθέσι διειλημμένους . ὅπλοις δὲ χρῶνται θυρεοῖς μὲν ἀνδρομήκεσι , πεποικιλμένοις ἰδιοτρόπως : τινὲς δὲ καὶ
γίνεσθαι κρείττους τῶν διδασκάλων . τὸ μὲν γὰρ παλαιὸν αὐτῶν θυρεοῖς τετραγώνοις χρωμένων , Τυρρηνοὶ χαλκαῖς ἀσπίσι φαλαγγομαχοῦντες καὶ προτρεψάμενοι
4790592 πελεκεις
χεῖρας ἐλθόντας , ταῖς σπάθαις μάχονται . οἳ δὲ καὶ πελέκεις μικροὺς φέρουσι πάντοθεν ἐν κύκλῳ ἀκωκὰς ἔχοντας . ἑκάστης
ὁ δὲ τοὺς εὐρώστους καὶ ἀκμάζοντας ἐπιλεξάμενος ἐξήγαγε δρέπανα καὶ πελέκεις καὶ ἀξίνας ἔχοντας ὡς τεμοῦντας ὕλην εἰς πυρκαϊὰν νεκρῶν
4788981 καταπλεουσι
[ ἄλλην ] χώραν ἐμπόρια , καὶ πολλὴν ἀσφάλειαν τοῖς καταπλέουσι ξένοις παρείχετο . οἱ μὲν γὰρ πρὸ τούτου δυναστεύσαντες
ἐξοχαῖς ὡς δοκεῖν κύκλωθεν ἤπειρον εἶναι τοῖς ἀναπλέουσί τε καὶ καταπλέουσι , αὐτοὺς δ ' ἐν τῷ μέσῳ ἀπειλημμένους ὥσπερ
4780165 ὁρμησω
; φέρ ' ἀλλ ' ἐς ἄλλην δή τιν ' ὁρμήσω πόλιν ; κἄπειθ ' ὑποβλεπώμεθ ' ὡς ἐγνωσμένοι ,
τοῦ Ἱέρωνος . ἢ οὕτως : ἐπὶ τὸν ἀνθηρὸν στόλον ὁρμήσω τῆς ἀρετῆς τοῦ Ἱέρωνος , ἵν ' ᾖ ἀνθηρὸν
4779463 ἐπειγομενος
. . . . ὡς δὲ λέβης ζεῖ ἔνδον , ἐπειγόμενος πυρὶ πολλῷ κνίσην μελδόμενος ἁπαλοτρεφέος σιάλοιο . ἡ διπλῆ
ἐπανελθεῖν . ὁ δὲ καὶ τῆς ἀρχῆς ἐς πολλὰ τυχεῖν ἐπειγόμενος καὶ τὴν πομπὴν οὐχ ἕτοιμον ἔχων ἐσέπεμπε τῇ βουλῇ
4778519 ἐλαυνειν
. . , : πεποίηται δὲ , φασί , τὸ ἐλαύνειν διαλέκτοις τρισί : Βοιωτῶν μὲν γὰρ τὸ ἐλάω διὰ
καὶ ἐς πολὺ τοῖς ἔπειτα ὑπάτοις ὄκνον , ἐπὶ Παίονας ἐλαύνειν . τὰ μὲν δὴ πάλαι τοσαῦτα περὶ Ἰλλυριῶν καὶ
4775550 Θωρακα
δ ' αὐτοῖς Τιμασίων Δαρδανεὺς Εὐρύμαχόν τε τὸν Δαρδανέα καὶ Θώρακα τὸν Βοιώτιον ταὐτὰ ἐροῦντας . Σινωπεῖς δὲ καὶ Ἡρακλεῶται
, μετῴκισεν αὐτὴν πρὸς τὸ πλησίον ὄρος , ὃ καλοῦσι Θώρακα : αὐτὸς δ ' ἐμβαλὼν εἰς τὴν τῶν πολεμίων
4774103 ἐπελαυνειν
ἤδη τὸ τρίτον αὖ ὑπὸ τῆς σάλπιγγος χρὴ τάχιστα ἀλλήλοις ἐπελαύνειν , καὶ διελάσαντας εἰς κατάλυσιν ἤδη ἐπὶ φάλαγγος ἅπαντας
διεκπηδᾶν τε καὶ διατρέχειν , ἐπὶ τέλει δὲ πάλιν ὀρθοὺς ἐπελαύνειν εἰς τὸ καταστεῖλαι τὴν σύστασιν τὴν ἀπὸ τοῦ γυμνασίου
4772944 ξιφιδιοις
, καὶ ὁ δῆμος ἐπὶ τὴν χειροτονίαν ᾔει σὺν κεκρυμμένοις ξιφιδίοις . Ἡ βουλὴ δέ ἐς τὴν οἰκίαν τοῦ Βύβλου
δὲ τῶν ἀστικῶν ἀγανακτήσεως οὔσης καὶ παραπεμπόντων Μέτελλον αἰεὶ σὺν ξιφιδίοις , ὁ Μέτελλος αὐτοὺς ἀσπασάμενος καὶ ἐπαινέσας τῆς προαιρέσεως
4770434 ὑποδεσιν
ἀγαθὸν πρὸς ὑγείην ἐστί : καὶ ἐσθῆτα λευκὴν ἐνδεδύσθαι καὶ ὑπόδεσιν τὴν καλλίστην , ἀγαθόν . Ὅ τι δ '
εἰ θεάσαιτό τινα ὑποδήματα τοῖς ποσὶ περιτιθέντα , μιμεῖται τὴν ὑπόδεσιν : καὶ ὑπογράφοντος τὼ ὀφθαλμὼ μέλανι , καὶ τοῦτο
4767923 πιεζοντες
] περιτιθέντες ἐπιδέσμοις ἀραιοῖς ἄνωθεν κατειλοῦμεν , πρὸς δύναμιν πάλιν πιέζοντες . πάντων δὲ κατειληθέντων , ἐκ διαλειμμάτων ἅπτεσθαι δεῖ
τῶν ὤμων κρεμάμενοι ἢ καὶ ἄλλο τι τοῦ σώματος σφόδρα πιέζοντες δύσφοροι καὶ χαλεποὶ γίγνονται : οἱ δὲ ἁρμόττοντες ,
4766191 ἀποπηδησας
* . καὶ τὸν πρῶτον τὸν Πρωτεσίλαον : πρῶτος γὰρ ἀποπηδήσας τοῦ πλοίου πρὸς τὸν Τρωικὸν αἰγιαλὸν ἀνῃρέθη ὑφ '
μὲν εἰπεῖν φανείς , κρατήσας δὲ πάντας τῷ θαύματι , ἀποπηδήσας Λυκείου , δίδωσιν ἑαυτὸν δημοσίᾳ τύχῃ καὶ πράξεσι :
4765660 δυσχωριαν
πρὸς ἕω μᾶλλον . τῷ δὲ οὐδὲ τοῦτο εὐμαρὲς διὰ δυσχωρίαν ξυνέβη : ἀλλὰ ἦγε γὰρ αὐτὸν ταύτῃ τὸ δαιμόνιον
περιεποιήσατο . τῶν δὲ Θετταλῶν ἱππέων προσμαχομένων καὶ διὰ τὴν δυσχωρίαν ἀπράκτων γινομένων οἱ μὲν Ἕλληνες τρόπαιον στήσαντες καὶ τῶν
4764971 καιριαν
ἐν αὐτοῖς ἐξεπίτηδες εὖ πάνυ : ἦσαν δὲ πληγαί , καιρίαν δ ' εἰληφέναι δόξας καταπίπτει καὶ λιποψυχεῖν δοκῶν ἔκειτο
ἐν τῷ πυκτεύειν πολλάκις εἰκῇ φερόμενοι κατὰ τύχην τινὰ παρέχουσι καιρίαν πληγὴν κατὰ ἀναγκαίου μορίου , οὕτως καὶ οὗτοι περὶ
4762271 ἐλανθανον
, ἐκπαθὴς ὑπὸ ἡδονῆς γινομένη , καὶ τὰς παρούσας οὐκ ἐλάνθανον . ἦν δὲ ἥ τε μήτηρ μου καὶ ἡ
ἐτήρουν ἀνέμῳ καταφέρεσθαι : ῥᾷον γὰρ τὴν φυλακὴν τῶν τριήρων ἐλάνθανον , ὁπότε πνεῦμα ἐκ πόντου εἴη : ἄπορον γὰρ
4756766 ἀκριτοις
τοῖς κεκριμένοις καὶ ἠγωνισμένοις κεῖται , ἀλλ ' ἐπὶ τοῖς ἀκρίτοις , ἵνα μὴ διὰ τὸ δεδέσθαι χεῖρον ἀναγκάζοιντ '
τῷ παντὶ Λυσίαν ἀμείνω Πλάτωνος ἀποφήνασθαι , δυσὶ πάθεσι χρησάμενος ἀκρίτοις : φιλῶν γὰρ τὸν Λυσίαν ὡς οὐδ ' αὐτὸς
4752948 δορυφοροις
ἁπάντων ἐπὶ τὴν θέαν προελθόντων τὰς πύλας κλείσας προσέταξε τοῖς δορυφόροις τὰ ὅπλα τῶν οἰκιῶν ἐκφέρειν . Φάλαρις πολιορκούντων Ἀκραγαντίνων
δὲ αὐτῷ Καίσαρι στρατιωτικὸν μὲν οὐκ ἦν , οὐ γὰρ δορυφόροις ἠρέσκετο , ἡ δὲ τῆς ἡγεμονίας ὑπηρεσία μόνη καὶ
4749488 προβοσκιδα
συμφερόντων ὀσφραντικὸν βουλόμενοι σημῆναι , ἐλέφαντα ζωγραφοῦσιν , ἔχοντα τὴν προβοσκίδα : ἐκεῖνος γὰρ ταύτῃ ὀσφραίνεται , καὶ κρατεῖ τῶν
ἄνωθέν τις τὸν πόδα προτείνει καὶ ἐκείνῳ παρέχει περιπλέξαι τὴν προβοσκίδα : οἱ δὲ ἄλλοι φρύγανα ἐμβάλλουσι καὶ ξύλα ,
4748891 Νυσαιην
ὄμμασι ] τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπισφαλεροῖσι ] ἀβεβαίοις κώλοις ] ποσί Νυσαίην ἀνὰ δὲ κλιτύν : ἤγουν ἀνὰ τὴν κλιτὺν τοῦ
πρῶτον ἐπαφρίζοντι ποτῷ φρένα θωρηχθέντες ὄθμασι δινήθησαν ἐπισφαλεροῖσι δὲ κώλοις Νυσαίην ἀνὰ κλιτὺν ἐπέδραμον ἀφραίνοντες , ὣς οἵγε σκοτόωσι κακῇ

Back