καὶ κακῷ συνοικοῦντα πρέποντα φαίνεται , ἀλλ ' ἀπρεπῆ καὶ ἐπιφανεστέραν ἔχοντα τὴν δειλίαν , πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης
, νόμιμα τοιαῦτα καὶ βίον λαμπρὸν ἀπολιπών , ἔτι δὲ ἐπιφανεστέραν βασιλείαν , ἐπεθύμεις εἰς ἀνθρώπους παραγενέσθαι βαρβάρους καὶ ζῶντας
6114551 πεισθησεται
, εἰ δέ τῳ πιθανὸς ὁ λεχθεὶς λόγος , τούτῳ πεισθήσεται . ὅτι μὲν οὖν ὕπνου κοινωνεῖ τὰ ζῷα πάντα
φιλάνδρων , οἷον : εἴπερ φίλανδρός ἐστι , πάντα σοι πεισθήσεται ἡ Γλαύκη : ἃ καλλιστεύεται : ἅπερ προτιμᾶται καὶ
6062876 ϲτερεαν
κεφαλῇ δὲ χρονίωϲ ἐψυγμένῃ ὠφέλιμοϲ : δυϲπαθῆ γὰρ αὐτὴν καὶ ϲτερεὰν ἀπεργάζεται . δεῖ μέντοι προκενοῦν τὴν κοιλίαν ἐπὶ τού
μὴν ὁμοίωϲ τοῖϲ γε ἀκαύϲτοιϲ ϲυνάγειν τε καὶ πιλεῖν τὴν ϲτερεὰν οὐϲίαν ἔτι δύνανται . Ἁλὸϲ ἄνθοϲ . Ἁλὸϲ ἄνθοϲ
6018878 εὐπετη
ταῦτα δὲ ἐκ πολλοῦ οἱ Πέρσαι τοῖς τε ἅρμασιν ἐπελαύνειν εὐπετῆ πεποιήκεσαν καὶ τῇ ἵππῳ ἱππάσιμα . ἦσαν γὰρ οἳ
τῆς ἀποκυήσεως , ὅτε χρεία τούτου τοῦ ὑγροῦ ὄλισθον καὶ εὐπετῆ διέξοδον παρέχοντος τῷ ἐμβρύῳ ἐπὶ τοῦ δέοντος καιροῦ .
6007694 προλαβε
, ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλὰ τῶν μελλόντων προϲεπιγνώϲῃ : μόνον πρόλαβε καὶ πιϲτοῦ τοῦτο , ὅτι τὸν ἰατρὸν ἄριϲτόν ἐϲτι
τῆς προσβολῆς ἐκείνων . ὅστις ὤκιστος ] ταχύτατος , ἤγουν πρόλαβε ταχέως τὴν ἐκείνων ἔφοδον . . γρ . ὥς
5991017 ϲτυφων
, ἢν μὴ ὑποικουρέωϲι φλεγμοναί . οἶνοϲ εὐώδηϲ μὴ κάρτα ϲτύφων , παχὺϲ δὲ ὡϲ ἥκιϲτα . Ἑλληνικοὶ μὲν Χῖοϲ
πληρουμένηϲ , ἐν δὲ τῷ θερμαίνειν καὶ ψύχειν μέϲοϲ ἐϲτὶ ϲτύφων εἰϲ τοϲοῦτον , ὡϲ ἐγγὺϲ εἶναι κατά γε τὴν
5949850 ἀξιολογωτατων
: τῇ δ ' ὑστεραίᾳ τοῦ τε πλήθους καὶ τῶν ἀξιολογωτάτων ἀνδρῶν ὡς βασίλισσαν θεραπευόντων τὸν μὲν ἄνδρα καταβαλεῖν εἰς
εἰς τὰς τῶν ξένων μισθοδοσίας ἐξαπέστειλε στρατιώτας χιλίους μετὰ τῶν ἀξιολογωτάτων ἡγεμόνων εἰς τὴν τῶν Καρχηδονίων ἐπικράτειαν . οὗτοι δὲ
5915231 ἀδιαλυτος
γὰρ σώματος διαμονὴ μεταβολή , καὶ τοῦ μὲν ἀθανάτου , ἀδιάλυτος , τοῦ δὲ θνητοῦ μετὰ διαλύσεως . καὶ αὕτη
ἐπίβουλα , πρὸς τίνα δὲ αὐτοῖς ἀνοχαὶ καὶ οἷον σύμβασις ἀδιάλυτος . λέων μὲν γοῦν , εἰ μὲν ταύρωι μάχοιτο
5913806 ἀειφυλλων
ἀνόμοια ὡς καὶ ἐπὶ τῆς λεύκης . Τῶν δ ' ἀειφύλλων οἷς μὴ συμβαίνει τοῦτο διὰ τὸ κατ ' ἐκεῖνον
: ἔοικε δὲ παραπλήσιον πλὴν χαλεπώτερον καὶ τίς ἡ τῶν ἀειφύλλων : προσεπειπεῖν γὰρ δεῖ καὶ διὰ τί τοσαύτην λαμβάνει
5902287 ἐπεμβῃ
ἐν τοῖς τοιούτοις . Εἰ δὲ τῷ τοῦ Ἡλίου τόπῳ ἐπεμβῇ καὶ ἔχει σημασίαν πρὸς τὸ ἔτος καὶ ὑπάρχουσιν ἐπίκεντροι
, καὶ μάλιστα εἰ μεσουρανοῦσιν . Εἰ δὲ τῇ Ἀφροδίτῃ ἐπεμβῇ καὶ ἔχει λόγον εἰς τὸ ἔτος , δηλοῖ ζήτησιν
5893081 καλλονην
αἰσχρόν τε καὶ κακόν . Καὶ τὸ πρῶτον θετέον τὴν καλλονήν , ὅπερ καὶ τἀγαθόν : ἀφ ' οὗ νοῦς
πορείαν , σπερμάτων τε καὶ φυτῶν καὶ καρπῶν τὴν διάφορον καλλονήν , τήν τε πολυποίκιλον γονὴν κτηνῶν τετραπόδων καὶ πετεινῶν
5880503 παραδωσετε
ἀνέξεσθε , ἀλλ ' ὡς κακοῦργόν τινα καὶ παλίμβολον μαστιγοῦν παραδώσετε τῷ τεταγμένῳ : καὶ διὰ τοῦτο ἐξεύρηται ὑμῖν πολλὰ
ἐὰν ἃ πείθουσιν οὗτοι ποιῆτε , ὑμᾶς αὐτοὺς τοῖς πολεμίοις παραδώσετε . τίνος οὖν ἕνεκ ' εἰπέ μοι λοιπὸν τῷ
5866733 μεγαλοψυχιαν
ἀνδρείαν , δικαιοσύνην , σωφροσύνην : ἐν εἴδει δὲ τούτων μεγαλοψυχίαν , ἐγκράτειαν , καρτερίαν , ἀγχίνοιαν , εὐβουλίαν :
μὲν τιμωρίαν εἰληφέναι τῷ βουληθέντες ἂν δυνηθῆναι ῥᾳδίως , τὴν μεγαλοψυχίαν δὲ ἐνδεδεῖχθαι τῷ μὴ δεδεῆσθαι δόξετε : ὥστ '
5854125 Διαιταν
. ἐνεργοὶ δὲ πρὸς τοῦτο καὶ αἱ κολλητικαὶ ἔμπλαστροι . Διαιτᾶν δὲ χρὴ τὰς μὲν γυναῖκας μήτε ἀπόνως μήτε ταλαιπώρως
. ἐνεργοὶ δὲ πρὸς τοῦτο καὶ αἱ κολλητικαὶ ἔμπλαστροι . Διαιτᾶν δὲ χρὴ τὰς μὲν γυναῖκας μήτε ἀπόνως μήτε ταλαιπώρως
5841439 ἀνειμενην
τὴν λαμβδοειδῆ . τὸ δὲ θῆλυ μίαν ἔχει ῥαφὴν κυκλοτέρως ἀνειμένην . Πόθεν μέτωπον ; οἷον ὑπέρωπον , τὸ ὑπεράνω
πολίταις ἢ τοῖς Ἕλλησι νομιστέον ; καὶ μὴν οὐδ ' ἀνειμένην γε τὴν ἐλευθερίαν ἐποίησαν αὐτοῖς : οἵ γε πρὸς
5830628 συγγενικην
. θεασαμένη γὰρ τὸν τῆς ἀδελφῆς ἑαυτῆς Λητοῦς παῖδα δέδωκε συγγενικὴν δόσιν . παρώνυμον ] ἀπόδειξις αὕτη τῆς δωρεᾶς οὐκ
ὑποτεταγμένους , τὰ πλήθη ταῖς εἰς τοὺς ἡγουμένους εὐνοίαις πᾶσαν συγγενικὴν φιλοστοργίαν ὑπερεβάλλετο : οὐ γὰρ μόνον τὸ σύστημα τῶν
5811240 συνεπομενην
μοι δοκεῖ φράζειν , ὦ Μέγιλλε , δεῖν εἶναι τὴν συνεπομένην ὁ ξένος . ἦ γάρ ; Τὴν δημώδη γε
, ἔτι δὲ οἶμαι πρότερον γεγονότων , εἰδὼς ἐκείνοις μᾶλλον συνεπομένην τὴν δόξαν . καὶ μέντοι γε οὐκ ἐπ '
5807861 σιτηρων
Καὶ παραπλήσιαι δὲ ἴσως αἱ τοιαῦται καὶ ἃς ἐπὶ τῶν σιτηρῶν ἐλέγομεν περὶ τῶν σταχύων καὶ αὐτῶν τῶν καρπῶν :
ἱκανόν τισιν ἂν ἔχῃ τὸ διατηρῆσον . Ὑπὲρ δὲ τῶν σιτηρῶν καὶ ὅλως τῶν ἐπετείων αἱ μὲν τοιαῦται διαφοραὶ ῥᾴους
5786202 κληδονα
τῶι σῶι πατρί ; μή σοί τιν ' αἰσχρὰν προσβαλοῦσα κληδόνα ἥβης ἐν ἀκμῆι σοὺς διαφθείρηι γάμους . οὐ γάρ
νῦν τὴν φωνὴν λέγει ἢ τὴν ὁμιλίαν καὶ οὐχὶ τὴν κληδόνα : αὐδηθησομένων : τὸ ἔπαρμα καὶ ἡ ὁρμὴ τῆς
5783073 εὐηργετησεν
τι παρ ' ἐμοῦ καὶ τυχὼν Ταυρομενείτας μὲν εἰς χρήματα εὐηργέτησεν , ἐμὲ δ ' εἰς ἐπίδειξιν ἧς ἔχειν ὑπ
διαμεμνῆσθαι τὰς εὐεργεσίας , ἃς ὁ πάππος αὐτῶν τὸ κοινὸν εὐηργέτησεν ὑποτάξας μὲν ὑμῖν τὰς Λατίνων τοσαύτας πόλεις ἀντιποιουμένας τῆς
5758036 λεπτυνουϲα
διὰ κάμψεων καὶ ἀφάλϲεων καὶ δρόμων . καὶ τροφὴ δὲ λεπτύνουϲα μετρίωϲ καὶ εὔπεπτοϲ . εἰ δὲ πρὸϲ μηδὲν τῶν
ἐμβαίνειν , ταχέωϲ δὲ ἀνιέναι . δίαιτα δὲ πᾶϲα ἔϲτω λεπτύνουϲα . φαρμάκοιϲ δὲ χρηϲτέον τὸ μὲν πρῶτον ἁπλοῖϲ ,
5749666 παρεσχηκεν
δ ' , εἰ πολλοῦ τῇ πόλει Δεινίας ἄξιον αὑτὸν παρέσχηκεν , ὡς ἔμοιγε δοκεῖ νὴ τοὺς θεούς , μᾶλλον
ἔχει τὴν δύναμιν διὰ τὴν πρὸς θεοὺς ἕνωσιν , ἣν παρέσχηκεν αὐτῷ τῶν ἀπορρήτων συμβόλων ἡ γνῶσις . Δύναται δέ
5740418 ἀρχικωτεραν
ἐπιστήμην ἐμποιοῦσα θεραπείας θεοῦ , ἣν πάσης ἀρχῆς καὶ ἡγεμονίας ἀρχικωτέραν καὶ βασιλικωτέραν εἶναι νομιστέον . παραπλήσια δὲ τοῖς εἰρημένοις
δὴ καὶ ταύτην τὴν ἀπορίαν , ἄνεισι πρός τινα θεωρίαν ἀρχικωτέραν , ἀρχὴν ταύτην ὑποτιθείς , ὅτι οὐ πᾶς ὁ
5722964 ξηραινουσα
ζῷον , ἔνθα ἂν οὐρήσῃ , τὸν τόπον ἄκαρπον ποιεῖ ξηραίνουσα καὶ τὴν προϋπάρχουσαν βοτάνην καὶ ἑτέραν ἀναβλαστῆσαι οὐ συγχωρεῖ
φύσις ἑκατέρων ἐστὶ τῶν μὲν ἀραιωτικῶν θερμὴ μετρίως καὶ ἥκιστα ξηραίνουσα καὶ παχυμερής , τῶν δ ' ἀναστομωτικῶν παχυμερής ,
5693012 μαλακωτεραν
καὶ ποδῶν ἄκρα κομψότερα , τὴν πᾶσαν ὄψιν τοῦ σώματος μαλακωτέραν , ἁμαλωτέραν , ἁβροτέραν , σαρκὶ ὑγρᾷ κεχρημένην ,
χρώματι προσχρώμενος . ὅθεν συντονωτέραν μὲν καὶ γλισχροτέραν σαρκῶν , μαλακωτέραν δὲ ὀστῶν ὑγροτέραν τε ἐκτήσατο δύναμιν νεῦρα : οἷς
5685518 καλλιονα
τοῖς φαύλοις ἐπιτηδεύμασιν ἐνδιατρίβοντες φθάνουσιν ἀπολλύμενοι πρὶν ἢ ἐπὶ τὰ καλλίονα τραπέσθαι . δύο βάτραχοι ἀλλήλοις ἐγειτνίων . ἐνέμοντο δὲ
εὐθύτης ῥινὸς γλώττης ἀκρασίαν τινὰ λέγει . ῥὶς ἡ μείζων καλλίονα δηλοῖ ἄνδρα . εἰ δὲ πάνυ μικρά , κλέπτου
5683531 νοσουμεν
. αἰσχρόν γε : καίτοι χείρον ' ἀρσένων νόσον ταύτην νοσοῦμεν , ἀλλὰ προύστημεν καλῶς . ὦ φίλταθ ' Ἕκτορ
ς ' ἄλλος ἢ τὰ ς ' ὄμματα ; ἐκεῖ νοσοῦμεν , ὅτι δάμαρτ ' ἄλλην ἔχω . οὐκ ἦλθον
5665936 προσγενομενη
ἄλλῃ ἀρετῇ ὑπερφέροντες ἐφαίνοντο , καὶ πέμπτη ἐπὶ τούτοις ἱππαρχία προσγενομένη , οὐ βαρβαρικὴ ἡ πᾶσα , ἀλλὰ ἐπαυξηθέντος γὰρ
οὕτω δὴ καὶ ἡ Σικελία τοῖς ἐνταῦθ ' ἡμῖν οὖσι προσγενομένη αὐτή τε διὰ τούτων σωθήσεται καὶ τἀνταῦθα ἀκριβώσει καὶ
5656314 σφονδυλιου
χλωρά , πλατάνῳ προσεμφερῆ , ἐλάττονα δὲ πρὸς τὰ τοῦ σφονδυλίου καὶ πολυσχιδέστερα καὶ μελάντερα καὶ ὑποτραχέα . καυλὸς βραχύς
, ἀγαρικοῦ ἀφέψημα ἢ χαμαιπίτυος ἢ ἀδιάντου ἢ ἀκόρου ἢ σφονδυλίου ῥίζαν σὺν οἴνῳ : ἢ ἄμωμον ἢ κασσίαν ἢ
5654045 προτιμᾳ
πράττεται μᾶλλον ἢ διὰ καλόν τι ; εἰ γάρ τις προτιμᾷ τὸ μὴ πάσχειν τι φοβερὸν τοῦ καλόν τι πρᾶξαι
ἱερῶν καὶ θνητὰ ἀθανάτων καὶ συνόλως τὸ δοκεῖν τοῦ εἶναι προτιμᾷ . καὶ ἐπιτολμήσας αὐτοκέλευστος εἰς τὴν τοῦ συμβούλου παρέρχεται
5644466 εὐφωνια
εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία ,
, ἀηδόνων , τῶν ἄλλων ὅσα φύσις μεμούσωκε , λογικῶν εὐφωνία , κιθαρῳδῶν κωμῳδίαν τραγῳδίαν τὴν ἄλλην ὑποκριτικὴν ἐπιδεικνυμένων .
5643583 κεφαλαλγη
φαρμάκοις ἀβρότονον , σέριφον , ἀφρόνιτρον . Συκάμινα , βάτινα κεφαλαλγῆ , μιμαίκυλα , ἀρκευθίδες , κεδρίδες , καννάβεως σπέρμα
Κύπρια ἁπαλὰ ὄντα εὐεκκριτώτερά ἐστι . τὰ δὲ Ποντικὰ κάρυα κεφαλαλγῆ , ἧττον δ ' ἐπιπολαστικὰ τῶν βασιλικῶν . Μνησίθεος
5642717 νευροιϲ
. ἀγαθὸν καὶ πέψαι ἀναδοῦναι θρέψαι αὐξῆϲαι γυναικείων ἀγωγόν , νεύροιϲ καὶ ἄϲθμαϲιν ἐπιτήδειον καὶ πλευρίτιδι καὶ περιπνευμονίᾳ καὶ ϲυνάγχῃ
ἐπιτιθεμένην . Περὶ γῆϲ ἐντέρων . Γῆϲ ἔντερα λειωθέντα καὶ νεύροιϲ διῃρημένοιϲ ἐπιτιθέμενα παραχρῆμα θαυμαϲτῶϲ ὀνίνηϲι . καὶ πᾶϲαν δὲ
5631631 ποριζονται
γάρ τοι τὴν αἰτίαν τῶν παθῶν τὴν ἀκολουθίην τῶν βοηθημάτων πορίζονται . χρὴ γὰρ ἀκριβῶς εἶναι κεκραμένους ποιότητι καὶ ἴσους
γὰρ ἀπεστερημένοι τῆς παιδείας ὁρμῶσιν ἐπὶ τὸν πολὺν οἶνον καὶ πορίζονται τροφὰς περιέργους καὶ παντοίας . ἐν δὲ τοῖς περὶ
5623943 κυκλουμενην
' ἡμέρας τινὰς ταὐτὸ συμβαίνειν , καὶ ταύτην τὴν περίστασιν κυκλουμένην ἀεὶ τοὺς συνεχεῖς τόπους χειμάζειν . οὐδὲν οὖν εἶναι
φρόνημα ] γένοιτό μοι ? ? [ μάθησιν ] [ κυκλουμένην ] [ περῶντι : ] μετάρσιος ? [ θέλοιμ
5619617 χρηϲιμοϲ
' ἄμφω καὶ διὰ τοῦτο πρὸϲ ϲηπεδόναϲ καὶ τὰ ῥεύματα χρήϲιμοϲ ὑπάρχει , πρὸϲ δὲ τὰ ϲηπόμενα ἐν τῷ ϲτόματι
καὶ μάλιϲτα τραγήματοϲ παντὸϲ φείδεϲθαι . οἶνοϲ λεπτὸϲ καὶ λευκὸϲ χρήϲιμοϲ εἰϲ ἡδονὴν δὲ καὶ ὁ γλυκὺϲ καὶ τὸ οἰνόμελι
5618445 ἀπαραβλαστα
, μονόκαυλα δὲ καὶ ὀλιγόκαυλα τὰ ὀρθόκαυλα . τούτων δὲ ἀπαράβλαστα τὰ λειόκαυλα κρόμυον πράσον σκόροδον , ὥσπερ καὶ ἐν
τὰς ῥίζας , ὥστε πολλαχόθεν ἡ φθορά : φύσει δὲ ἀπαράβλαστα πάντα καὶ διὰ τὴν ξηρότητα τῶν ῥιζῶν καὶ διὰ
5616648 κεφ
ὅτι τῶν Καππαδοκῶν αἱ αἶγες κείρονται τὸ αἴγειον ἔριον . κεφ . ιζʹ . περὶ δόρκου . ὅτι ἐὰν διωκόμενος
θηρία ἐφελκόμενος ἐπὶ τὸν ἴδιον ἄγει φωλεὸν καὶ κατεσθίει . κεφ . ιεʹ . περὶ αἰγάγρου . ὅτι ὁ αἴγαγρος
5612429 κιβδηλων
τεκμαίρου . συμβαίνοντες ὄνειροι τῇ ἀναθυμιάσει τῶν πνευμάτων , ἡδονῶν κιβδήλων συμβαινουσῶν περὶ τὰς δόξας τὰς ὑποφαινομένας τῷ λογιστικῷ τῆς
κόμματος : Τοῦ χαράγματος . εἴρηται δὲ εἰς μεταφορὰν τῶν κιβδήλων νομισμάτων . Θ . . καταρᾶται τῷ Πλούτῳ .
5609515 Πλατωνικην
κατὰ φύσιν . πρόκειται οὖν ἐνταῦθα τῷ Ἀριστοτέλει ἐκβαλεῖν τὴν Πλατωνικὴν ὑπογραφὴν καὶ εἶθ ' οὕτως εἰπεῖν τὴν αὐτῷ δοκοῦσαν
ἰδέαν διαρκῶςπλὴν εἰ τὸ ἑκάστου ἔργον ἰδέαν λέγοι τις οἷον Πλατωνικὴν ἢ Δημοσθενικήν , ἀλλ ' ἐπειδὴ αὐτὴν μὲν καθ
5607788 τροφιμωτερα
τὸ σελάχιον εὔπεπτος καὶ κούφη . ἡ δὲ μείζων καὶ τροφιμωτέρα . κοινῶς δὲ πάντα τὰ σελάχια , φυσώδη ,
ὑγρὰ καὶ ὑπνώδηϲ τροφὴ ἁρμόδιοϲ , τοῖϲ δὲ κοπωθεῖϲιν ἡ τροφιμωτέρα καὶ πλείϲτη . ἐφ ' ὧν δὲ ἡ δυϲκραϲία
5586130 Γλυκυρριζης
παχέα καὶ γλίσχρα ῥᾳδίως ἀναπτύεσθαι ποιεῖ καὶ καταμήνια προτρέπει . Γλυκυρρίζης ὁ χυλὸς τραχύτητας ἐκλεαίνειν πέφυκεν , οὐκ ἐν ἀρτηρίᾳ
, νάρδου μύρου ἢ ῥοδίνου . Καυσουμένοις στόμαχον χρονίως . Γλυκυρρίζης ἀφέψημα ἢ τὴν ῥίζαν ἐμπάσσοντα δοτέον ποτῷ , ἢ
5585465 Μασιστεω
παιδὶ τῷ ἑωυτοῦ Δαρείῳ , θυγατέρα τῆς γυναικὸς ταύτης καὶ Μασίστεω , δοκέων αὐτὴν μᾶλλον λάμψεσθαι ἢν ταῦτα ποιήσῃ .
μητέρα αὐτῆς εἶναι αἰτίην καὶ ταῦτα ἐκείνην πρήσσειν , τῇ Μασίστεω γυναικὶ ἐβούλευε ὄλεθρον . Φυλάξασα δὲ τὸν ἄνδρα τὸν
5559178 λειπομενη
ἀλλὰ καὶ μῆκος καὶ βάθος , ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ λειπομένη διάστασις . εἰ δὲ συνελθόντων τούτων τότε ἐπισυνέβη τὸ
σχεδὸν τῇ πικρίᾳ μόνον καὶ τῷ τόνῳ τοῦ Δημοσθενικοῦ χαρακτῆρος λειπομένη , τοῦ δὲ πιθανοῦ καὶ κυρίου μηδὲν ἐνδέουσα .
5557755 παρελομενη
τινί . αὕτη γὰρ ἄλλωι , τυχὸν ἀναξίωι τινί , παρελομένη σοῦ πάντα προσθήσει πάλιν . διόπερ ἐγώ σε φημὶ
τῆς προειρημένης ἐπιμελείας ἐπιτιμήσεως ἔτυχε προσηκούσης . ἡ γὰρ σύγκλητος παρελομένη τὴν ἐξουσίαν παρέδωκεν ἄλλοις τὴν ἐπιστασίαν ταύτην . διορθωσάμενος
5548172 ὀλιγοδεϊαν
τὰ φύσεως δῶρα , μὴ τὰ τῆς κενῆς δόξης , ὀλιγοδεΐαν καὶ ἐγκράτειαν ἀσκήσαντες , ἕξουσι κατὰ πολλὴν περιουσίαν καὶ
, ἐξ ὑποστροφῆς ἀνίατα ἔδακον . ὥστε τὴν ἀρετῆς φίλην ὀλιγοδεΐαν πρὸ τῶν σώματος οἰκείων ἀσπαζόμενοι τὸν πολὺν καὶ ἀνήνυτον
5546803 ἀνεξαλειπτον
τῷ παντί , ἥ τε τῶν πραγμάτων τοῦτο προσαναγκάζει φύσις ἀνεξάλειπτον ἔχουσα καὶ τὴν φθορὰν καὶ τὴν γένεσιν . ὥστε
ἀσφαλές , ἀμετάβλητον , ἀμετάγνωστον , ἄλυτον , ἀμετάστατον , ἀνεξάλειπτον , ἄτρεπτον , ἀραρός , ἑστός , ἀκίνητον ,
5545440 ἐμπιπτουσων
ἐστὶν ἡ ΓΔ πασῶν τῶν ταῖς ΑΔ , ΓΒ παραλλήλοις ἐμπιπτουσῶν . εἰλήφθωσαν ἐφ ' ἑκάτερα τοῦ Δ ἴσαι εὐθεῖαι
ἀτυχίας ἕνεκα ἢ ἄλλης τινὸς ἀδυναμίας τῶν εἰς τὸν βίον ἐμπιπτουσῶν , ἀλλὰ μόνην εἶναι δόκιμον ἀπόγνωσιν φίλου τε καὶ
5542812 κουφιζομενη
δὲ ἐπὶ πλεῖστον καταιγίζουσα τῷ τοῦ λόγου πνεύματι καὶ ἐξίπταται κουφιζομένη τῷ τῆς γλώττης πτερῷ . ταῦτά με τὰ δύο
χυμὸς πέφυκε ἐκκρίνεσθαι : τότε γὰρ συνεπέφθη . οὕτω δὲ κουφιζομένη ἡ φύσις περιγίνεται τῆς ὑπολειπομένης ὕλης . ὅταν οὖν
5540761 ἀναδεξεται
ὅρος ἡ στάσις : τὴν γὰρ περὶ τοῦ ὀνόματος ζήτησιν ἀναδέξεται , ὅτ ' ἄν τι μετὰ τὸ πραχθὲν προστεθῇ
ἀνὴρ Παιῶνι μεμηλώς , δηρὸν μοχθήσειε , τέλος δ ' ἀναδέξεται αἰνόν , καί τε δυσαχθέα νοῦσον ἐπ ' ἀνέρι
5540010 διαγομεν
, οἷπερ ἐπέμπετο , καὶ οὐκ ἔλαφος ἀντὶ παρθένου . διάγομεν δὲ τὰ μὲν χαίροντες , τὰ δὲ οὐχ οὕτω
ἄλλης : πολλαπλασίονα γοῦν λαβόντες αὐτὴν τῆς λοιπῆς ὁπώρας ἀλύπως διάγομεν , ἀλλ ' οὐδὲ τὴν εἰωθυῖαν τροφὴν λαβόντες τούτων
5517243 πιστοτεραν
Θ : ἀπορήσας λύσεως ἐπὶ τὴν τοῦ Σωκράτους δόκησιν ἀνάγει πιστοτέραν οὖσαν . τὰ δὲ πρόσωπα οὕτως : ἀπὸ τοῦ
οὔτ ' Εὐρύτῳ : ἡ γὰρ τῶν ὁμολογουμένων ἀρίστων ὑπεξαίρεσις πιστοτέραν ποιεῖ τὴν ἐπαγγελίαν . Αἰτιολογία δέ ἐστιν , ὅταν
5512028 ὑπολογιζεσθαι
κατὰ τὴν συνοχὴν ἤτοι ὑπερβάλλουσαν ἢ ἐλλείπουσαν τὸ διάφορον αὐτῶν ὑπολογίζεσθαι . τά τε γὰρ ἄλλα τούτῳ συμφωνεῖ καὶ τὸ
μήτε κίνδυνον μήτε τὸ πολλάκις ἐξηπατῆσθαι μήτ ' ἄλλο μηδὲν ὑπολογίζεσθαι πρὸς τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἐκείνου χρείαν , ὑπὲρ
5502129 συνδεδεμενη
διὰ τὸ εἶναι κατὰ ταύτην ἀνενδεῆ , ἡ δὲ ψυχὴ συνδεδεμένη τῷ σώματι καὶ τὸ ὄμμα τὸ αὐτῆς τῇ γενέσει
κρίσει θανάτου κατεψηφισμένον : κοινωνῶν τῆς ἁμαρτίας : συγκεκλεισμένη συνεχομένη συνδεδεμένη : μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν ὀρνίθων , ἀντὶ τοῦ :
5499701 βολβῳ
γευομένῳ δὲ δριμεῖα ἡ πόα . Παγκράτιον : ῥίζα ἐστὶ βολβῷ μεγάλῳ ὁμοία , ὑπόπυρρος , πικρά , πυρώδης πρὸς
αὐτὴ κακόηθεϲ ἕλκοϲ ἐϲτὶν ἐϲχαρῶδεϲ , ποτὲ μὲν ἐν τῷ βολβῷ , ποτὲ δὲ ἐν τῷ βλεφάρῳ , καθάπερ κἀν
5499394 ἐγκρινουσι
καὶ μελαίνας καὶ πυρρὰς καὶ μεσαιπολίους : τῶν δὲ βαπτομένων ἐγκρίνουσι τὰς γλαυκὰς καὶ τὰς ἁλιπορφύρους : αἱ γὰρ ἄλλαι
τὸ κάλλος . καὶ γὰρ ἐν ταῖς Εὐανδρίαις τοὺς καλλίστους ἐγκρίνουσι καὶ τούτους πρωτοφορεῖν ἐπιτρέπουσιν . ἐν Ἤλιδι δὲ καὶ
5490732 κωλυτα
προαίρεσις ἐλεύθερον φύσει καὶ ἀνανάγκαστον , τὰ δ ' ἄλλα κωλυτά , ἀναγκαστά , δοῦλα , ἀλλότρια , φαντάζονται ὅτι
τὰ δὲ οὐκ ἐφ ' ἡμῖν ἀσθενῆ , δοῦλα , κωλυτά , ἀλλότρια . μέμνησο οὖν , ὅτι , ἐὰν
5478840 Ἀμασι
χρόνον ἐπισχόντες ἀπιστέατο πρὸς τοὺς ἑτέρους καὶ ἐδίδοσαν σφέας αὐτοὺς Ἀμάσι . Πυθόμενος δὲ καὶ ταῦτα ὁ Ἀπρίης ὥπλιζε τοὺς
, αἴτεε δὲ ἐκ βουλῆς ἀνδρὸς Αἰγυπτίου , ὃς μεμφόμενος Ἀμάσι ἔπρηξε ταῦτα ὅτι μιν ἐξ ἁπάντων τῶν ἐν Αἰγύπτῳ
5478042 ξυνοικισας
. διαβάλλω ἄξιος δ ' ἐμὸς γαμβρὸς κέκλησαι παῖδά μοι ξυνοικίσας . οὐ γὰρ θέμις βέβηλον ἅπτεσθαι δόμων πέπονθεν οἷα
πόλιν , ἣν ἐπενόει , τειχίσας ἐν ἡμέραις εἴκοσι καὶ ξυνοικίσας ἐς αὐτὴν τῶν τε Ἑλλήνων μισθοφόρων καὶ ὅστις τῶν
5471011 νηστειαν
φημί , κύριε , μακάριόν με ποιήσεις ἐὰν γνῶ τὴν νηστείαν τὴν δεκτὴν τῷ θεῷ . Ἄκουε , φησίν .
ἐσιώπησε , ποθοῦσα ἐκτελέσαι τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῆς . Κἀγὼ προσετίθουν νηστείαν καὶ προσευχήν , ὅπως ῥύσεταί με Κύριος ἀπ '
5469209 χωριστην
τῶν ψυχῶν τῶν κατὰ τὸ λογικὸν χαρακτηριζομένων καὶ παντὸς σώματος χωριστὴν οὐσίαν ἐχουσῶν ἀποτελεῖσθαι τὰς φωνάς : νῦν γὰρ ὁ
δὲ λογικόν . Ὁ Ξενοκράτης ἅτε δὴ Πλάτωνος ὢν μαθητὴς χωριστὴν ἔλεγεν εἶναι τὴν ψυχὴν τοῦ σώματος , ᾧ δῆλον
5468586 ἐκλυϲιν
βιαιότερον ἅπτοιτο , ἀλγηδόναϲ ϲυντόνουϲ ἐπιφέρει , ποτὲ δὲ καὶ ἔκλυϲιν . θεραπευτέον δὲ αὐτὰ διαιροῦντα τὸ δέρμα κατὰ κορυφὴν
ἄλλων μᾶλλον χαριϲτέον : οὐχ ἥκιϲτα γὰρ τῷ ϲτομάχῳ ἐϲ ἔκλυϲιν ἡ νοῦϲοϲ ἀμφύνει . ἀϲιτία δὲ ἢ λιμὸϲ οὐδαμά
5468383 ἑορταζει
δικαζούσῃ τῶν φαύλων οὐδεὶς ἀλλ ' οὐδὲ τὸν βραχύτατον χρόνον ἑορτάζει , συνειδήσει τῶν ἀδικημάτων ἀγχόμενος καὶ τῇ ψυχῇ κατηφῶν
δὲ δόγμα τοῦτ ' ἐστί : μόνος ὁ θεὸς ἀψευδῶς ἑορτάζει : καὶ γὰρ μόνος γήθει καὶ μόνος χαίρει καὶ
5464593 φρυξαϲ
κύαθον α ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπιϲμένα κε πεπέρεωϲ κόκκουϲ λ : φρύξαϲ ἐπ ' ὀλίγον τὰ ϲτροβίλια καὶ τὸ λινόϲπερμον ,
ἢ βολβῷ προϲφάτῳ οἴνῳ λειωθέντι κατάπλαϲϲε ἢ ϲκόρδα ἐν ἐλαίῳ φρύξαϲ καὶ ῥίψαϲ κηρὸν τῷ ἐλαίῳ ϲύμμετρον τήξαϲ ἐπιτίθει ἢ
5459831 μακαριωτερον
λοιδορῇ καὶ ἄθλιον ἀποκαλεῖς καὶ δύσμορον πολύ σου βελτίω καὶ μακαριώτερον γεγενημένον ; ἢ τί σοι δεινὸν πάσχειν δοκῶ ;
ἀλλὰ τῇ γῇ ὡς τάχιστα ἀπόδοτε . τί γὰρ τούτου μακαριώτερον τοῦ γῇ μειχθῆναι , ἣ πάντα μὲν τὰ καλά
5458097 ἀπιστησομεν
ψεῦςμα ? . % ἢ σοὶ μέν , Ἐνπεδόκλεις , ἀπιστήσομεν [ ] τὰς μεταβάσεις ταύτας ? [ | “
, τὴν ἀρχὴν καὶ πηγὴν καὶ δύναμιν , λαμβάνοι , ἀπιστήσομεν καὶ τὸ μηδὲν ὑπονοήσομεν ; Ἤ ἐστι μὲν τὸ
5456217 ῥωννυμενη
μῆλα καὶ σταφυλαὶ καὶ σταφίδες καὶ ῥοόκοκκα . καὶ γὰρ ῥωννυμένη ἡ δύναμις ἐπεγείρεται καὶ ἀποδιώκει καὶ ἀπεμεῖ τὴν τὴν
, καὶ μάλιστα ὅταν ἄτονος ᾖ , ὑπὸ τῶν στυφόντων ῥωννυμένη καὶ πρὸς ἔκκρισιν ὁρμῶσα . ἐὰν δέ τις τὸ
5434230 πολυδαπανους
τούτων δὲ τοὺς μὲν ἐν τῷ αʹ δεκανῷ πολυκινδύνους , πολυδαπάνους , ἀτέκνους , σπαναδέλφους . τοὺς δὲ ἐν τῷ
τῷ θεῷ πᾶσαν τὴν δεκάτην , εὐωχίας ποιῶν συνεχεῖς καὶ πολυδαπάνους . κατεσκεύασαν δὲ καὶ Ῥωμαῖοι τούτῳ τῷ θεῷ παρὰ
5433335 κατατριβειν
οὗτος ταῦτα μὲν οὐκ ἐνόμιζεν εὑρετὰ εἶναι ἀνθρώπῳ , ἀλλὰ κατατρίβειν τὸν βίον καὶ τῶν ὠφελίμων ἀποκωλύειν . ὅθεν δὲ
: ἀλλὰ γὰρ ἂν φαίη ἑκάστην τῶν ψυχῶν πολλὰ σώματα κατατρίβειν , ἄλλως τε κἂν πολλὰ ἔτη βιῷεἰ γὰρ ῥέοι
5431790 ἐαρινα
τίνα στερεὰ καὶ τίνα δίσωμα καὶ ποῖα ἰσημερινὰ καὶ ποῖα ἐαρινά , τίνα τε θερινά , καὶ ποῖα μετοπωρινά ,
δύο θεριστικὰ καρποῦνται , τὰ μὲν θερινὰ τὰ δ ' ἐαρινά : ἔστι δὲ ἡ καλάμη πεντάπηχυς τὸ ὕψος ,
5428227 εὐχυλοτερα
μὲν οὖν τούτων ἐπισκεπτέον . Περὶ δὲ τοῦ ἰσχυρότερα καὶ εὐχυλότερα γίνεσθαι καὶ νοστιμώτερα ἢ ἀνοστότερα καὶ πρὸς τὴν σίτησιν
ὥσπερ ἄλλα τε καὶ τὸ ἅλιμον , ἔνια δὲ καὶ εὐχυλότερα καὶ βελτίω γίνεσθαι καθάπερ τὴν ῥάφανον : ἐξεσθίει γὰρ
5424299 διδωϲι
τοῖϲ νεφριτικοῖϲ ἐπὶ ταῖϲ ἐδωδαῖϲ αὐτῶν ἐκκρίνεται . τροφὴν δὲ δίδωϲι τῷ ϲώματι οὐ ϲτερεάν , ἀλλ ' ὑπόϲομφον .
ὅϲα μὲν γὰρ ὀπτῶντεϲ ἢ τηγανίζοντεϲ ἐϲθίουϲι , ξηροτέραν τροφὴν δίδωϲι τῷ ϲώματι : ὅϲα δὲ ἕψοντεϲ καὶ ἀρτύοντεϲ προϲφέρονται
5415619 δυϲπεπτα
Ὅϲα εὔχυμα ϲνγ Ὅϲα κακόχυμα ϲνδ Ὅϲα εὔπεπτα ϲνε Ὅϲα δύϲπεπτα ϲνϚ Ὅϲα εὐϲτόμαχα καὶ ῥωϲτικά ϲνζ Ὅϲα κακοϲτόμαχα ϲνη
δὲ καὶ λειόβατοι καὶ ῥῖναι καὶ τὰ τοιαῦτα ϲκληρότερα καὶ δύϲπεπτα καὶ μᾶλλον τρόφιμα : καθόλου γὰρ τὰ ϲκληρόϲαρκα τῶν
5409299 συκινην
ψύξαντες , ἀποτίθενται ἐν ἀχύροις κριθίνοις . Τινὲς δὲ τέφραν συκίνην ἢ ἀμπελίνην ὕδατι ζέσαντες , καὶ τοὺς βότρυας βρέξαντες
Τοῖς δὲ ὑπὸ φαλαγγίων δεδηγμένων ταῦτα ἐπιτιθέναι δεῖ : τέφραν συκίνην σὺν ἁλσὶ λείοις μετ ' οἴνου πεφυραμένην , ἢ
5406740 ἀβασανιστος
, . . , . . . , . † ἀβασάνιστος : ἀγύμναστος ἢ ἀνεξέταστος , ἀδοκίμαστος . εἴρηται δὲ
δεσπότην . Ἐχρήσατο δὲ Αἰλιανὸς ἐν τῷ περὶ Προνοίας τῷ ἀβασάνιστος ἀντὶ τοῦ ἄνευ ὀδύνης . τῶν ἐξ Ἐλευσῖνος ὀργεώνων
5405847 προηγεισθω
τῷ ψεύδει χρῶ ὡς φαρμάκῳ . καιρὸς τῶν λόγων σου προηγείσθω . λέγε ὅτε σιγᾶν οὐ καθήκει . περὶ ὧν
ἐστὶν ἀσφαλής . ἐπαγέτω τὸ δεξιὸν κέρας : Ἀντὶ τοῦ προηγείσθω τὸ δεξιὸν μέρος . ὡς ἐπὶ πολέμου δὲ τοῦτό
5404336 λαμπρυνειν
, ἡττημένῳ δὲ δόξα νικητήριος . μὴ ὄμμασιν τὸ σῶμα λαμπρύνειν θέλε , ἔργοις δὲ καθαροῖς καὶ τρόποις τὴν καρδίαν
ἀνθρώπων ἕπεσθαι καὶ λάμπειν δίκην ἡλίου . ἢ διὰ τὸ λαμπρύνειν τοὺς αὐτὴν κεκτημένους . * λίπτοντα ἐπιθυμοῦντα * τῆς
5403908 ἑτοιμοτεραν
ἐνεργείαϲ τήν τε ὁλκὴν ἰϲχυροτέραν τῆϲ τροφῆϲ καὶ τὴν ἀλλοίωϲιν ἑτοιμοτέραν καὶ τὴν θρέψιν βελτίονα ἐργάζεται διὰ τὴν γινομένην θερμότητα
ἐνεργείας τήν τε ὁλκὴν ἰσχυροτέραν τῆς τροφῆς καὶ τὴν ἀλλοίωσιν ἑτοιμοτέραν καὶ τὴν ὄρεξιν βελτίονα διὰ τὴν γινομένην θερμότητα :
5401809 ϲυνεχεϲτερον
γάλα τῆϲ τιτθῆϲ λεπτυνούϲῃ τροφῇ χρηϲτέον καὶ ἀτροφωτέρᾳ καὶ βαλανείοιϲ ϲυνεχέϲτερον . τὸ γὰρ παχύτερον γάλα ἀποϲτήματα καὶ δοθιῆναϲ περὶ
ἐπὶ τὴν οὔρηϲιν ἀχθῇ τὸ αἴτιον . τοῖϲ δὲ καταπλάϲμαϲιν ϲυνεχέϲτερον χρηϲτέον . παραδίδωϲιν δὲ ἡμῖν ὁ αὐτὸϲ Ἀπολλώνιοϲ ἐν
5401307 πληκτικην
πυροῖ τὴν γεῦσιν τὸ ἑλένιον οὔτε τὴν εὐωδίαν εὔτονον καὶ πληκτικὴν παρίστησιν . Κοτυληδών φύλλον ἔχει ὥσπερ ὀξύβαφον περιφερές ,
τὴν γεῦϲιν τὸ ἑλένιον , οὔτε τὴν εὐωδίαν εὔτονον καὶ πληκτικὴν παρέχει . Κρόκοϲ κάλλιϲτόϲ ἐϲτιν ὁ Κωρύκιοϲ , πρόϲφατοϲ
5393318 ξυνιϲταται
ἐπὶ μῆνα κάθαρϲιϲ , ἀλλ ' οὐκ ἐϲ τὴν ἀρχαίην ξυνίϲταται προθεϲμίην . οὐ πολλὸν μὲν τὸ αἷμα , ἐν
τὸ πάθοϲ , ἀλλ ' αὐτὸϲ οὐ ῥηϊδίωϲ λύεται . ξυνίϲταται δὲ οὐκ ἐπ ' αἰτίῃ μοῦνον ἥπατοϲ , ὅκωϲ
5392410 μεταβεβληκε
ποῦ γὰρ ἔσται τὸ μεταβεβληκός , εἰ μὴ ἐν ᾧ μεταβέβληκε ; τὸ μὲν γὰρ ἐξ οὗ κεῖται ἀπολελοιπέναι .
γίγνοιτο , ἐξ ὧν ἕκαστα καὶ δι ' ἃς αἰτίας μεταβέβληκε : περὶ δὲ ἀνθρώπων βραχύτερα καὶ μᾶλλον προσήκοντα .
5391958 ἀδηλουϲ
κηρωταῖϲ : ἐπιτήδεια γὰρ τούτοιϲ μᾶλλον τὰ λιπάϲματα τῷ τοὺϲ ἀδήλουϲ ἀποφράττειν πόρουϲ κωλύοντα τὴν τοῦ ὑγροῦ διέξοδον . δῆλον
. εὐθὺϲ δὲ καὶ δειλοὶ καὶ ἄτολμοι καὶ ὀκνηρότεροι καὶ ἀδήλουϲ ἔχοντεϲ τὰϲ φλέβαϲ καὶ παχεῖϲ καὶ πιμελώδειϲ καὶ μηροῖϲ
5391738 ὑπαγωγη
περὶ τὴν κεφαλὴν στρόφιον ὅ ἐστιν ἐρεοῦν . Κυματώγη . ὑπαγωγή , αἰγιαλός . Φυλάξαντες . ἐπιτηρήσαντες . Νεοχμῶσαι .
αὐτοῖς χυμόν . ἐπὶ πάντων δὲ τούτων βοήθημα κοινὸν γαστρὸς ὑπαγωγή . Διαφθορᾶς τῶν σιτίων ἐν τῇ γαστρὶ γινομένης ,
5388811 διαρκη
αὕτη παρέχει , πλὴν οὔτε ἀεὶ οὔτε ἐπὶ πάντων οὔτε διαρκῆ οὔτε τέλεια οὔτε ἀναφαίρετα τὰ ἀγαθὰ δίδωσι , τρόπῳ
Ὃ δὲ τούτου τ ' ἐξήρτηται καὶ καθ ' αὑτὸ διαρκῆ τὴν ἐπίδειξιν ἔχει πάλιν σκεψώμεθα . οὐδεὶς γὰρ οὕτω
5386639 δυναστευει
τῇ σωματικῇ φύσει , διά τε τοῦτο τῷ ἑλομένῳ εἱμαρμένη δυναστεύει . ἐπεὶ τοίνυν ἡ ἐν ἡμῖν νοηματικὴ οὐσία αὐτεξούσιός
φησί , τοῦ χρόνου καὶ λήθης ἐγγιγνομένης ἐν αὐτῷ μᾶλλον δυναστεύει τὸ τῆς παλαιᾶς ἀναρμοστίας πάθος καὶ κινδυνεύει διαλυθεὶς εἰς
5385626 παραληψιν
ἱστοροῦσι , καὶ κορύνας , γίνεσθαι δὲ τῶν πελέκεων τὴν παράληψιν ἐκ περιτροπῆς ἕνα μῆνα κατέχοντος αὐτοὺς ἑκατέρου παραλλάξ .
κλήρων , ἑκάστου τὸ ἴδιον ἀποτελοῦντος κατὰ τὴν παράδοσιν ἢ παράληψιν . ἐὰν δέ πως ἐπὶ τοῦ ἔτους δύο ἐνεργήσωσιν
5381977 ἀναλωσιν
τὸν ἄλλον χρόνον τῇ συλλογῇ χαίροντες τότε ἐν κέρδει τὴν ἀνάλωσιν ποιοῦνται , πρότερον δὲ εἰωθότες τὴν γαστέρα κολάζειν τότε
τοῦ ἀστέρος . ὁ δὲ τοῦ Διὸς ἐπιπαρὼν τῷ τόπῳ ἀνάλωσιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων μέχρι τέλους , ὥστε μηδὲν αὐτῷ
5381755 μετιασι
ταύτης , κυριώτατα φάναι κακοτεχνία , ἣν μηναγύρται καὶ βωμολόχοι μετίασι καὶ γυναίων καὶ ἀνδραπόδων τὰ φαυλότατα , περιμάττειν καὶ
μᾶλλον πραγματείας καὶ μεθόδους συνιστῶσιν ἢ ὑφ ' ἑτέρων συστάσας μετίασι περὶ τὴν γνῶσιν τοῦ σώματος . αἰσχρὸν οὖν ἂν
5381047 θεοσεβειαν
διὰ δὲ τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς τὴν μεγίστην τῶν ἀρετῶν θεοσέβειαν , δι ' ἧς ἀθανατίζεται ἡ ψυχή , διὰ
ὑπερβάθμιον πόδα ῥιπτῶν , κατὰ τὸ λόγιον , εἰς τὴν θεοσέβειαν , ἀλλὰ μέτρα ὁρίζων ἑαυτῷ τῆς ἡλικίας ἄξια ,
5380130 ἀνεπιμικτος
περὶ οὗ ἀγωνιζόμεθα , τὴν ἀλλοδαπὴν διάλεξιν : ὅπου γὰρ ἀνεπίμικτος καὶ ἄχραντος βούλεται μένειν τῆς ἄλλης Ἑλλάδος , Αἰολέων
μεγίστη ἡ Πρεττανικὴ καλουμένη . αὕτη δὲ τὸ μὲν παλαιὸν ἀνεπίμικτος ἐγένετο ξενικαῖς δυνάμεσιν : οὔτε γὰρ Διόνυσον οὔθ '
5379681 ναυτιλλομενοι
χρῶνται πολεμίου , σφάλλονται δὲ ἐν εὐτυχίαις οἰκείων : οὐδὲ ναυτιλλόμενοι , κέρδους ἕνεκα τὸ ζῆν ὑπερτείναντες , προσπταίσμασι τοῦ
τέως δὲ μετὰ τῶν ἄλλων ἡρώων ἐν τῇ Ἀργοῖ συνέπλεον ναυτιλλόμενοι καὶ τἄλλα πράττοντες οὐδενὸς ἧττον . ὁ δὲ τῶν
5374200 πλεαν
φασκ ' ἀνὴρ οὐδὲν ποιῶν . Ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . Ἴσως πυρορραγὲς κακῶς τ ' ὠπτημένον .
χορὸν λυδιστὶ τιλλουσῶν μέλη πονηρά . ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . μακάριος τῶν παιδικῶν ὥσπερ ὁ Περσικὸς ὥραν
5373413 ἰητρειην
ἀγαθὴ δὲ πρόκληϲιϲ ἱδρώτων . χρὴ δὲ μηδὲ τὴν κάτω ἰητρείην ὑπερορῆν . ἀνδράϲι μὲν ἐϲ τὸ ἔντερον πηγάνινον ἔλαιον
ἐπίδοξος ᾖ ἡ τῶν ὀστέων ἀπόστασις ἔσεσθαι , τὴν αὐτὴν ἰητρείην ἰητρεύειν , ὥσπερ ἂν οἷσιν ὀστέα μὲν κατεηγότα εἴη
5373363 Σικυωνιαν
Μαίανδρον , ἀναφανέντας δὲ ἐν τῷ Ἀσωπῷ καὶ κατὰ τὴν Σικυωνίαν ἐκπεσόντας ὑπὸ ποιμένος τοῦ εὑρόντος δοθῆναι τῷ Ἀπόλλωνι .
θεωροὺς πέμψαντες εἰς Δελφοὺς ἐπηρώτων , εἰ δίδωσιν αὐτοῖς τὴν Σικυωνίαν . ἡ δ ' ἔφη καλόν τοι τὸ μεταξὺ
5372866 ὀστρεωδη
, ὤχρα , μανδραγόρας , Ἀσσίας πέτρας ἄνθος . τὰ ὀστρεώδη πάντα καυθέντα καθαιρεῖ τὰ ὑπερσαρκοῦντα μετρίως , ἐχῖνοι ὁμοίως
καθάπερ καὶ τὸ τῆς Ἀσσίας πέτρας ἄνθος . καὶ τὰ ὀστρεώδη δὲ πάντα καυθέντα μετρίως καθαιρεῖ τὰ ὑπερσαρκοῦντα καὶ προσστέλλει
5370593 παμπησιαν
] καὶ τὴν περιουσίαν ἀπὸ τοῦ πῶ τὸ κτῶμαι . παμπησίαν ] τὴν περιουσίαν . παμπησίαν ] διανομήν . παμπησίαν
ὁ Ἐτεοκλῆς καὶ ὁ Πολυνείκης , διέλαχον καὶ διεμέρισαν τὴν παμπησίαν καὶ τὴν κτῆσιν καὶ τὴν διανομὴν τῶν κτημάτων ἐν
5364562 ἀλγεινην
ἔχουσα φλεγμονῆς δίκην παλλομένην καὶ σφυγματώδη , τὴν δὲ ἀπότευξιν ἀλγεινὴν καὶ θανάτων μυρίων χείρω ; τίς γὰρ ἂν εὐδαιμονήσειε
ἔχουσαι , αἱ κακῶς πενθοῦσαι . ἀλεγεινήν : φευκτὴν , ἀλγεινὴν , ἐλεεινὴν , χαλεπὴν , καὶ πένθος κακὸν καὶ
5364553 παννυχιζων
καὶ τοιαυτὶ καὶ δεῦρο σχηματίσαντες . Ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Ἐν τοῖς ὄρεσιν δ '
, φησὶν Ἔφιππος . Ἀριστοφάνης : ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Σώφρων δὲ στρουθωτὰ ἑλίγματά φησιν
5364374 εὐφυϊαν
καὶ ἑκάτερον ἀτελὲς ἐφιέμενον τοῦ τέλους : πεδίῳ δὲ τὴν εὐφυΐαν , ὅτι εὐπαράδεκτος σπερμάτων ἀρετῆς ἐστιν . | ἕκαστον
τῆς χώρας οἰκείας γενομένης , ἐφάνη συνδρομή τις ἀγαθῶν ἅπασαν εὐφυΐαν ὑπερβάλλουσα , δι ' ἣν ἐπὶ τοσοῦτον αὐξηθεῖσα ἡ
5361531 ϲυνιϲταμενη
πρὸϲ ταύταιϲ ἔτι ἡ ἐπὶ τῇ πολλῇ τῶν μυῶν ξηρότητι ϲυνιϲταμένη , ἣν κόπον ὀνομάζουϲι καταχρώμενοι , οὐκ οὖϲα κόποϲ
ὑπὸ χολώδουϲ τινὸϲ ἢ φλεγματικοῦ χυμοῦ ϲεϲηπότοϲ ἢ καὶ ἁλμυροῦ ϲυνιϲταμένη , διαγινώϲκεται δὲ ἀπὸ τῆϲ ἡλικίαϲ καὶ κράϲεωϲ καὶ

Back