σφαλῶμεν : Ἀστοχήσωμεν , ἀποτύχωμεν τούτου . Θ . . ἐπιτετρίφθαι : Τοῦτο εἶπε φοβούμενος , μὴ ἀποτυχὼν ἐγείρῃ τὸν | ||
Πλούτου ἀπαγγέλλων ἀνάβλεψιν . ἡ ' πίτριπτος : Ἡ ἀξία ἐπιτετρίφθαι . Θ . . ἡ ἀξία τοῦ ἐπιτριβῆναι , |
, μή τις ἴδια κέρδη περιβαλλόμενος πρὸς τοὺς πολεμίους αὐτὰ ἐξενέγκῃ , δέον αὐτοῖς ὥσπερ μυστηρίου ἀπορρήτου φυλακῆς : ὑμῖν | ||
δηλονότι . δακτύλιος οὑτοσί : Δίδωσιν αὐτῇ δακτύλιον , ἵνα ἐξενέγκῃ τὴν ἐμπίδα τοῦ ὀφθαλμοῦ . ἐκσκάλευσον : Ἐξένεγκε . |
ε εἰς τὸ ο καὶ τοῦ λ εἰς τὸ ρ ἀπεμόρξατο , τὸ ἀπεπίασεν . . . . . ἀπεστύπαζον | ||
ἀμέτοχον , οἷον : ἀλγήσας δ ' ἀχρεῖον ἰδὼν † ἀπεμόρξατο δάκρυ , ἀντὶ τοῦ ἀσθενῶς καὶ ταπεινῶς . ἐπὶ |
: ἀφ ' οὗ καὶ τὸ ἔχραε , τὸ ἐπεβάρυνεν ἀχρής καὶ ἀχρεῖος καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀχρεῖον τὸ οὐδέτερον τὸ | ||
εἰς τὸ η , ὥσπερ τὸ φοβούμενος φοβήμενος , γίνεται ἀχρής . ἢ παρὰ τὴν χροιὰν γίνεται μελαγχροίης , οἷον |
τὸ δὲ ὑπὸ φαντασίας σκιάζεται . τὸ δὲ ἀσθενέστερον τοῦ ἰσχυροτέρου καὶ τὸ ἔλαττον τοῦ κρείττονος διέστηκε τοσοῦτον , ὅσον | ||
δυσμενοῦς ] ἐχθροῦ . δυσμενοῦς ] πολεμίου . ὑπερτέρου ] ἰσχυροτέρου . ὑπερτέρου ] κρείττονος . θ ἐλπίς ἐστι νύκτερον |
ὅσον οἱ μὲν ὡπλισμένοι προσῄεσαν , ἡμῖν δὲ τὸ πλῆθος ἄφρακτον ἔτι καὶ ἀπαράσκευον ἦν ἀνελπίστου συμβάσης πολιορκίας καὶ τῆς | ||
καὶ εὐεστὼ ἡ εὐδαιμονία καλεῖται . Ἄερκτον : ἀντὶ τοῦ ἄφρακτον καὶ πανταχόθεν καθορώμενον Λυσίας . Ἀετός : τῶν οἰκοδομημάτων |
πονεύμενος „ , ὅπερ ἐν Ἰλιάδι κεῖται , εὐκτικόν ἐστι συγκοπὲν ἐκ τοῦ βλείοιο , ἐλέγχων κακῶς νοῆσαι τοὺς εἰπόντας | ||
. Κορμός . παρὰ τὸ κείρω . Κλαίω . παράγωγον συγκοπὲν ἐκ τοῦ καλῶ . ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ |
ἐξέρχεται ; οὐ πολλοί ; ἢ οὐ φυγόντες τινὲς τὸ ἱεροσυλεῖν ἐξ ἰδιωτικῆς ἔκλεψαν οἰκίας , καὶ οὐκ ὄντες πατροτύπται | ||
μεγάλας ἔχοντες οὐδὲν ἧττον σπανίζουσιν , ὥστε καὶ τυμβωρυχεῖν καὶ ἱεροσυλεῖν καὶ παρὰ τὸ προσῆκον φυγαδεύειν . ἅμα γὰρ τῇ |
γελοίως μᾶζαν ἐν ταῖν χεροῖν ἔχων εἰσερπύσω διὰ τοῦ στομίου ταπεινοῦ ὄντος ἐς τὸ σπήλαιον , οὐκ ἂν ἠδυνάμην εἰδέναι | ||
ὡς ἰδίων ἀπολαύειν τότε γοῦν τῶν ἀλλοτρίων εἶναι δοκούντων ἠξίωσε ταπεινοῦ σχήματος αὐτοὺς ἀπαλλάττων καὶ τῶν ἐπὶ μεταίταις ὀνειδῶν . |
εἰϲακοῦϲαι : ἐπὶ μὲν τῷ ἀϲκίτῃ ἰδέειν ὄγκον ἐν τῇϲι λαγόϲι , οἶδοϲ ἀμφὶ τὼ πόδε : πρόϲωπα δὲ καὶ | ||
πάντων τὰ παιδία . Περὶ ὑϲτερικῆϲ πνιγόϲ . Ἐν τῇϲι λαγόϲι τῶν γυναικῶν μέϲῃϲι ἐγκέεται ἡ μήτρη , ϲπλάγχνον γυναικήϊον |
ἀγαθόν , ἵνα ἀμφότεραι αἱ γνάθοι καθ ' ἑκάτερον τῆς ἱππασίας ἰσάζωνται . ἐπαινοῦμεν δὲ καὶ τὴν ἑτερομήκη πέδην μᾶλλον | ||
δύναμιν ἔχει παραπλησίαν ἐλλεβόρῳ κούφῳ λευκῷ . Τῆς δ ' ἱππασίας ὀλίγη χρῆσίς ἐστιν ἐπὶ νοσούντων : εἰ μὲν γὰρ |
μηδενὶ τρόπῳ ἀνεῖναι , ἵνα τῷ ὄντι κατάδηλον γένηται πῶς βιωτέον . καί μοι λέγε : τὰς μὲν ἐπιθυμίας φῂς | ||
τὼ βίω , σκέψασθαι τί τε διαφέρετον ἀλλήλοιν καὶ ὁπότερον βιωτέον αὐτοῖν . ἴσως οὖν οὔπω οἶσθα τί λέγω . |
παρέκρουσεν , οἶμαι , ὀγδόῃ , τρόπον τὸν ἀκόλαστον , ἀνίστασθαι , μάχεσθαι , αἰσχρομυθέειν ἰσχυρῶς , οὐ τοιοῦτος ἐών | ||
πεμπούσης ἄνεμον . Οὐκ ἂν φαίην ὡς ὁμοίως τῷ τε ἀνίστασθαι παρ ' ἡμῶν ἠθύμει καὶ τῷ παρ ' ὑμᾶς |
' οὔτε συλλύειν τινά , πάντων δ ' ἄτιμον κἄφιλον θνῄσκειν χρόνῳ κακῶς ταριχευθέντα παμφθάρτῳ μόρῳ . τοιοῖσδε χρησμοῖς ἆρα | ||
. Κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην . Καλὸν τὸ θνῄσκειν οἷς ὕβριν τὸ ζῆν φέρει . Κακοῦ γὰρ ἀνδρὸς |
τῶν χαύνων φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ | ||
εἰ ὠμὰ ἢ πέπειρα . καλῶς οὖν ἐπήνεγκε τὸ “ ἀποσυκάζεις πιέζων ” , ἐπεὶ ἀποθλίβει τοὺς συκοφαντουμένους καὶ πιέζει |
: καὶ ἀϊστῶσαι : καὶ ἀϊστωθῆναι : σύνθετον ἀπὸ τοῦ ἰστός : τοῦτο δὲ , ἀπὸ τοῦ ἴσημι ἴσαμαι : | ||
, ὃ σημαίνει τὸ γινώσκω , ἀφ ' οὗ τὸ ἰστός , ὃ σημαίνει τὸ ἐπιστήμων . . . . |
δέ , ὡς Φερεκύδης λέγει , δύναμιν ἔχει τοιαύτην ὥστε βρω - τὸν ἢ ποτόν , ὅπερ ἂν εὔξαιτό τις | ||
ὑπὲρ τῆς πόλεως τέθνηκε , τὸν δὲ Πολυνείκην ἄταφον ῥιφέντα βρω - θῆναι ὑπὸ τῶν ὀρνέων , διότι ἦλθεν ἀφανίσαι |
εἰς θ ἀγαθός , ὡς κρεμάστρα κρεμάθρα . τὸ δὲ ἀγάζω παρὰ τὸ ἀγῶ : καὶ ὡς σκεδῶ σκεδάζω , | ||
. . . . ἀγασάμενοι : θαυμάσαντες : παρὰ τὸ ἀγάζω , τὸ θαυμάζω . . . . ἀγαστόρων : |
αὐτοὶ ἑαυτοὺς φονεύσαντες , τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν | ||
τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν ] ἀποθάνωσιν . αὐτοκτόνως |
ἀφίγμεθα χθόνα . σύντειν ' ποδὸς ὁρμάν : ὤ , ἔμβα ἔμβα κατακλαίουσα . ἰώ μοί μοι . ἐγενόμαν Ἀγαμέμνονος | ||
καὶ χλευάζων . Ἠρίστηται δ ' ἐξαρκούντως . Ἀλλ ' ἔμβα χὤπως ἀρεῖς τὴν Σώτειραν γενναίως τῇ φωνῇ μολπάζων , |
ἄλλος ταξίαρχος καὶ λοχαγὸς ἕτερος ἐσπούδαζον γενέσθαι . πάντας τοὺς παρακαλοῦντας ἀνεβάλλετο ἐς καιρὸν ἐπιτήδειον . ὁ δὲ καιρὸς οὗτος | ||
ὄντες . παραιτητούς . παρακαλουμένους , συγγνώμονας , ἢ καὶ παρακαλοῦντας . λέγετε . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον διὰ διφθόγγου |
προτέρου ἐστὶν τὸ γυμνάζω σέβούλομαι γυμνάζειν ἐμαυτόν , δέρω σέβούλομαι δέρειν ἐμαυτόν : τοῦ δὲ δευτέρου ἐστὶ πλουτῶ ἀδιαβίβαστον , | ||
' ὅλην τὴν νύκτα . καττύομαι τοὺς καρκίνους . κύνα δέρειν δεδαρμένην . κάδους ἀνασπῶν ἀβυρτάκην τρίψαντα καὶ Λυδίαν καρύκην |
. τὸ ὑπὸ θεοῦ κινούμενον μαντικόν . . πρηστῆρος αἴθωνος καυστικοῦ ὀξέος . ἔνθεον θεῖον μαντικὸν τὸ θεῖον ἀγορεῦον φωνὰς | ||
: ἐπ ' ἀμφοῖν δέ , κολλυρίου τε καὶ τοῦ καυστικοῦ , ἐγκλύζειν χρὴ τοῖς ἀνακαθαρτικοῖς , περὶ ὧν εἴρηται |
ὄνου καταπεσὼν , ἐν τοῖς Νόμοις : Καὶ μὴ καθάπερ ἀχαλίνωτον στόμα βίᾳ ὑπὸ τοῦ λόγου φερόμενον . Ἄπληστος πίθος | ||
βιαστικῶς καὶ συναρπάζει αὐτὸν τὸν δίφρον ἄνευ χαλινῶν , ἤτοι ἀχαλίνωτον γενόμενον , καὶ τὸν ζυγὸν συνθλᾷ . πίπτει δὲ |
γὰρ τῇ Ἑλληνικῇ χρήσει τοῦτο συνεγνωσμένον οὔτε ἔχον λόγον . Προφανὲς τὸ διὰ τούτων παραδιδόμενον θεώρημα : φησὶ γὰρ τοσαύτας | ||
δὶς ἐπιτέταται τὸ ῥηΐτεροι γὰρ μᾶλλον Ἀχαιοῖσι δὴ ἔσεσθε . Προφανὲς δὲ ὅτι τῇ συνηθεστέρᾳ ἀντωνυμίᾳ προσεχώρησε τὸ τῆς συντά |
ὑπὸ ΓΔΕ ἡμίσεια ἡ ὑπὸ ΓΔΖ , καὶ ἡ ὑπὸ ΖΓΔ ἄρα τῇ ὑπὸ ΖΔΓ ἐστιν ἴση : ὥστε καὶ | ||
οὗ ἡ ἐκ τοῦ κέντρου δύναται τὸ δὶς ὑπὸ τῶν ΖΓΔ . λϚʹ . Ἐὰν μέντοι τὸ Β μεταξὺ ᾖ |
: ἐγὼ δὲ ἔχω οὐδ ' ἅλις ὄξους . ἐκ πίθω ἀντλεῖς : οἷον οὕτως ἐν περιουσίᾳ ζῇς , ὥστε | ||
πρῶτον ὀνέτροπε , παίσαις γὰρ ὀννώρινε νύκτας , τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ ' ὀ πύθμην . σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων |
ἐκ ῥίζης μιᾶς ἐκπεφυκότα καὶ βλαστάνοντα : ὃν μήποτε ὑπομείνῃς μεθέσθαι , λήσῃ γὰρ ἅμ ' αὐτῷ καὶ σωρὸν ἀθρόον | ||
ἀγορᾶς ἀδημονῶν καὶ μαινόμενος ὑπὸ τοῦ πάθους , ἔγνω μηκέτι μεθέσθαι τῆς παρθένου τοῖς συγγενέσιν , ἀλλ ' ὅταν ἐπὶ |
καὶ τοὺς ἐπὶ τῶν δωμάτων κόρακας ἐκ πολλῆς τῆς κατηχήσεως κράζειν τὴν κατ ' αὐτὸν τοῦ συνημμένου κρίσιν , εἴποι | ||
Γ πῶς δ ' ἂν πεποιθοίη τις : διὰ τὸ κράζειν καὶ βοᾶν τὸν συκοφάντην λέγει ὁ χορὸς ὅτι πῶς |
Λυγαῖον , τὸ φοβερόν . οἷα λυγερόν τι ὄν . λυγαῖον δὲ τὸ σκοτεινόν . ἴσως παρὰ τὸ λύειν τὴν | ||
Ἀμφιλύκη , κατὰ τροπὴν τοῦ γ εἰς τὸ κ : λυγαῖον γὰρ τὸ σκοτεινόν . παρὰ τὸ λύειν , ἢ |
δ ' ὠνουμένων προνοούμενοι τοῦ τὰς κεφαλὰς ὑγιεῖς ἔχειν ἐκ κραιπάλης . τοῦτ ' ἔσθ ' , ὁρᾷς , Ἑλληνικός | ||
ἀντὶ τοῦ συγγενέσθαι αὐτῇ . καταγιγαρτίσαι ] συγγενέσθαι . ἐκ κραιπάλης : ἡ ἐξ ἑωθινοῦ μέθη κραιπάλη καλεῖται , ἡ |
ἑξῆς τὸ ὁδοῦ πάρεργον οὐκ εἰσιτέον εἰς ἱερὸν οὐδὲ προσκυνητέον τοπαράπαν , οὐδ ' εἰ πρὸς ταῖς θύραις αὐταῖς παριὼν | ||
βʹ . Ὁδοῦ πάρεργον οὔτε εἰσιτέον εἰς ἱερὸν οὔτε προσκυνητέον τοπαράπαν , οὐδ ' εἰ πρὸς ταῖς θύραις αὐταῖς παριὼν |
: ὁρίζεται δὲ αὐτὸν Μινουκιανὸς μὲν οὕτως : στοχασμός ἐστιν ἄρνησις παντελὴς τοῦ ἐπιφερομένου ἐγκλήματος , οὐκ εὖ δὲ ἔχει | ||
πάντως : ὑφ ' ἓν ἀναγνωστέον καὶ περιττεύει ἡ μία ἄρνησις : οὐ δῆτα : ἀντὶ τοῦ : οὐδαμῶς [ |
δὴ καὶ ἀσαφῆ τὰ τῶν χρησμῶν ἐστιν καὶ πολλοὺς ἤδη ἐξηπάτηκεν . Ὁμήρῳ μὲν οὖν ἀσφαλὲς ἦν ἴσως πορεύεσθαι παρὰ | ||
' αὐτῷ γέγονεν τὰ δεινότατα καὶ τὰ αἴσχιστα . ὑμᾶς ἐξηπάτηκεν , ἀδοξεῖ , [ δικαίως ἀπόλωλε , ] κρίνεται |
τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα μάχεται πρὸς Χρεμύλον | ||
ἀλόγων ζῴων , ὥσπερ ὅταν λέοντα λέγωμεν φύσει ἀνδρεῖον , τολμηρὸν ὄντα , καὶ ἄλκιμον καὶ τῶν φοβούντων καταφρονητικόν , |
γε οἶδα καὶ Ἀνάχαρσιν τὸν Σκύθην ἐν συμποσίῳ γελωτοποιῶν εἰσαχθέντων ἀγέλαστον διαμείναντα , πιθήκου δ ' ἐπεισαχθέντος γελάσαντα φάναι , | ||
βίον , ἄγαμον , ἄδουλον , ὀξύθυμον , ἀπρόσοδον , ἀγέλαστον , ἀδιάλεκτον , ἰδιογνώμονα . τηλικουτοσὶ γέρων ἄπαις ἀγύναικος |
ὁμόνοιά τε καλεῖται καὶ πέρασις , καὶ ἅλιος ἀπὸ τοῦ ἁλίζειν . ἐκαλεῖτο δὲ καὶ ἀνεικία διὰ τὴν ἀνταπόδοσίν τε | ||
ἀνθρώπινα , τραχὺς καὶ τραγοειδής . ἥλιος . ἀπὸ τοῦ ἁλίζειν εἰς αὐτὸν τοὺς ἀνθρώπους : ἢ ἀπὸ τοῦ ποικίλλειν |
ἔνηφι : καὶ , Αἰεὶ , δ ' ἀμβολιεργὸς ἀνὴρ ἄτῃσι παλαίει : τῆς δὲ ἀναβολῆς ἔκπτωσίν τινα τῶν προσηκόντων | ||
Ἡσιόδου , ὅτι ἀληθές ἐστιν αἰεὶ δ ' ἀμβολιεργὸς ἀνὴρ ἄτῃσι παλαίει . Ὁ κυριεύων λόγος ἀπὸ τοιούτων τινῶν ἀφορμῶν |
γὰρ ψ ἐκ τοῦ π καὶ ς : ποιεῖ τὸ τέτυψαι , ὡς καὶ τὸ νένυκται νένυξαι . τέτυπται : | ||
δεχόμενος τὸ ομ μετ ' ὀλίγον μέλλοντα ποιεῖ , τέτυμμαι τέτυψαι τετύψομαι , νένυγμαι νένυξαι νενύξομαι . τετύψῃ , τετύψεται |
ἐμοῦ θησαυριζόμενος χαρίζεται τοῖς δολοφονηθεῖσι . ” τοιαῦτα ἀναπολῶν καὶ σφαδᾴζων ἐκαραδόκει τῆς εἱμαρμένης τὸ πέρας : καὶ τοῦ μὲν | ||
οὗτος ἀτιμώρητος ἐκφεύγει πομπίλου φαγών . ἀχρεῖος οὖν γίνεται καὶ σφαδᾴζων , ἐπειδὰν φάγῃ καὶ ἐπὶ τοὺς αἰγιαλοὺς ἐκκυμανθεὶς βορὰ |
εἴρηται δὲ ἀπὸ ἰχθύος καλουμένου βλακός , ὁμοίου σιλούρῳ , ἀχρήστου τοσοῦτον ὡς μηδὲ κυνὶ βρώσιμον εἶναι . Πολιτείας τετάρτῃ | ||
μὲν ἐκ τοῦ καταλόγου στρατεύεσθαι ἔφη , ἐκ δὲ τῆς ἀχρήστου ἡλικίας γίνεσθαι τοὺς χορευτάς . ἐπειδὰν δὲ ταῦτα λύσητε |
δὲ βίη λέλυται , καὶ χαλεπὸν γῆρας κατείληφέ σε , ἠπεδανὸς δέ νύ τοι θεράπων , βραδέες δέ τοι ἵπποι | ||
δασύνεται τὸ πρὸ αὐτοῦ , ἐγένετο τοῦ β πλεονασμός . ἠπεδανὸς παρὰ τὸ πέδον , ὃ σημαίνει τὴν γῆν πεδανὸς |
ἔχει . καὶ γὰρ λῃστὴς ἤδη λῃστὴν ἀπέκτεινεν ὑπὲρ σκύλων ὠργισμένος καὶ τύραννον καθεῖλέ τις μοναρχεῖν ἐθέλων . τοιοῦτόν τι | ||
τί γὰρ οὐκ ἂν ἔδρασε τύραννος ἀσελγής , ἐρωτικός , ὠργισμένος πόλιν δημοκρατίᾳ χρωμένην , γείτονος δυναστείαν ὑπεριδοῦσαν ; ἐπεὶ |
σπουδὴν καὶ φιλοστοργίαν ὑπὸ πάντων αὐτὴν ὀρείαν μητέρα προσαγορευθῆναι . συναναστρέφεσθαι δ ' αὐτῇ καὶ φιλίαν ἔχειν ἐπὶ πλέον φασὶ | ||
φησίν , ἄσωτον γενόμενον ἐν τῇ Σπάρτῃ ἐκώλυον οἱ ἔφοροι συναναστρέφεσθαι τοῖς νέοις . παρὰ δὲ Ῥωμαίοις μνημονεύεται , ὥς |
δεῖ γὰρ κεκενωμένα τὰ δένδρα μετὰ τοὺς καρποὺς ἀντιπληρω - θῆναι πάλιν τῆς τροφῆς καὶ ταύτην πέψαι καὶ κατασχεῖν εἴπερ | ||
πόλεως τέθνηκε , τὸν δὲ Πολυνείκην ἄταφον ῥιφέντα βρω - θῆναι ὑπὸ τῶν ὀρνέων , διότι ἦλθεν ἀφανίσαι τὴν πόλιν |
οὐκ ἔμοιγε ἐπ ' ὀλέθρῳ πρόσει οὐδὲ ἐπὶ βλάβῃ τινὶ ὁμιλήσεις , ἀλλ ' ἐπὶ παντὶ ἀγαθῷ . καὶ ὠφελοῦνται | ||
τῇ ἀπαιδευσίᾳ ἔλεγχον ὑπομείνας καὶ μὴ αἰδεσθεὶς μεταμανθάνων , θαρρῶν ὁμιλήσεις τοῖς πλήθεσι καὶ οὐ καταγελασθήσῃ ὥσπερ νῦν οὐδὲ διὰ |
ἀπὸ τοῦ μαχομένου : θαυμάζω δὲ ὁρῶν Φιλίππῳ μὲν ὑμᾶς ὀργιζομένους , ὃς εἰρήνην ἐκ πολέμου ποιούμενος , καὶ τὰ | ||
ἐὰν ὁρῶσιν ἐπὶ τοῖς τοιούτοις τῶν ἁμαρτημάτων μάλισθ ' ὑμᾶς ὀργιζομένους καὶ μηδεμιᾶς συγγνώμης τοὺς ἀκοσμοῦντας ἐν τῷ πολέμῳ τυγχάνοντας |
χρησάμενος τῇ ἐξηγήσει ἔστιν ὅτε καὶ πράξει ὀλίγῃ κέχρηται , στίζων ἢ τονίζων : καὶ τοσαῦτα περὶ τῆς τῶν τεχνῶν | ||
ἀπὸ δὲ τοῦ φεύγοντος , οἷον τοὺς μοιχοὺς στίζεσθαι , στίζων τις μοιχὸν ἀπέκτεινε καὶ κρίνεται φόνου : ἐρεῖ γὰρ |
δημοτικὸν ἅπαν ἐξελασθῆναί σε βουλόμενον εὑρέθη : δυσὶ γοῦν ψήφοις ἑάλως μόναις , ὥστ ' οὐδὲ τούτοις ἂν εἴης σὺν | ||
οὐδέν , ἡδονῶν δὲ ὑπερφρονεῖς οὐδὲ ἐπρίω πόρνας οὐδὲ ἑταιρίδων ἑάλως οὐδὲ ἐποιήσω τοὺς αὐτοὺς υἱέας τε καὶ οἰκέτας ; |
. . ὡς ] ἵνα . κακοσπλάγχνους ] δειλούς . τιθῇς ] ποιῇ . . ἕκηλος ἴσθι ] γράφεται καὶ | ||
. κακοσπλάγχνους ] δειλούς . θ τιθῇς ] ποιήσῃς . τιθῇς ] ποιῇς . θΞ εὔκηλος ] ἥσυχος . θΞ |
ἐκ νεύρων ἀπὸ ῥάχιος καὶ ἀρτηρίης . Καρδίης πηγή : ξυγγενὴς φλὲψ τείνει διὰ φρενῶν , ἥπατος , σπληνὸς , | ||
τ ' ἀνήρ . εἴθ ' ὤφελέν μοι κηδεμὼν ἢ ξυγγενὴς εἶναί τις ὅστις τοιαῦτ ' ἐνουθέτει . σοὶ δὲ |
ὁ νόμος δικάζεσθαι πρὸς τὸν εἴργοντα ἐξούλης . καὶ περὶ ἀνδραπόδου δὲ καὶ παντὸς οὗ φησί τις αὐτῷ μετεῖναι . | ||
. οἱ δὲ τοιοῦτοι τὸ ἐν αὐτοῖς λογικὸν ἄτιμον καὶ ἀνδραπόδου φαυλότερον ἔθεντο . οἰκειότατον οὖν ἐπίτροπον ἔχε σαυτὸν καὶ |
μηδέν : μὴ πυρὸς δεηθέντι φθονεῖν : μὴ νάματα ὑδάτων ἀποκλείειν : ἀλλὰ καὶ πτωχοῖς καὶ πηροῖς τροφὴν ἐρανίζουσι πρὸς | ||
δεῖ τὸν μὲν ἐπιμελόμενον ἀσμένως ὑποδέχεσθαι , τὸν δὲ τρυφῶντα ἀποκλείειν , καὶ ἀρρωστήσαντός γε φίλου φροντιστικῶς ἐπισκέψασθαι καὶ καλόν |
ἡμῶν ] αὐτῶν [ ἢ ] [ πραττόμενον ] ἢ προθυμούμενον [ - ] [ πράττειν ] : οὐ γὰρ | ||
καὶ πατέρα τὸν ἐμόν . ὁρᾶτε μὲν δὴ καὶ Δαρεῖον προθυμούμενον στρατεύεσθαι ἐπὶ τοὺς ἄνδρας τούτους , ἀλλ ' ὃ |
| ψιθίου πληγὴν ἔχων ἀκολαστάσματα τάχα χορτασμόν ᾠάρια κόρης ἀπαλλαττόμεθα ταμιείου πικροῦ . τὴν ἀξίαν γὰρ δεῖ γαμεῖν τὸν ἄξιον | ||
τε ἱππικὸν ἅμα καὶ ὁπλιτικὸν τούς τε ἐκ τοῦ βασιλικοῦ ταμιείου τρεφομένους : καὶ μάλιστα δὴ τὴν βασίλειον αὐλὴν διὰ |
αὐτὸς ἰδίᾳ βουλόμενος χαρίζεσθαι τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ παραλίπῃ καὶ μὴ δῃώσῃ , ἢ καὶ Λακεδαιμονίων κελευσάντων ἐπὶ διαβολῇ τῇ ἑαυτοῦ | ||
. Ἡ Λύσις κατὰ ἀναίρεσιν : πρῶτον ἐφοβήθητε , μὴ δῃώσῃ τὴν πόλιν ὑμῶν : μὴ γὰρ εἰς τὴν ὑμετέραν |
φησὶν οὗτος ἑωρακέναι τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἄγαλμα ἐν Τευθίδι τελαμῶνι κατειλημμένον . καὶ ἢ Καλλίμαχος ἢ οὗτος ψεύδεται : ὁ | ||
, σίτου τε οὐκ ἐνόντος καὶ δι ' ὀλίγης παρασκευῆς κατειλημμένον . ὡς δ ' ἐδόκει αὐτοῖς ταῦτα , καὶ |
θηλυκοῦ ἀλλὰ τὴν εὐθεῖαν , χάρις γάρ , δηλονότι τὸ χαριτόεις ἀναλογώτερόν ἐστι τοῦ χαρίεις . Παραφυλαττόμεθα δὲ παρὰ τῷ | ||
γὰρ ἄνεμος ἀρσενικόν ἐστιν : εἰ ἄρα οὖν τὸ μὲν χαριτόεις ἀποβολῇ τῆς ει διφθόγγου τὴν γενικὴν τοῦ θηλυκοῦ ποιεῖ |
τῆς λέξεως διαίρεσιν . διαψαίρειν δὲ τὸ ἡσυχῆ διακινεῖσθαι καὶ ψοφεῖν καὶ ψαίρειν ἱστίον λέγομεν . [ πλεκτάνην δὲ , | ||
τὸ , τίς ἔσθ ' ὁ κόψας τὴν θύραν ; ψοφεῖν δὲ , ὅταν ἐξερχόμενός τις αὐτὴν ὑπανοίγοι καὶ ἦχον |
τοῦ πήχεος καὶ βραχίονος : ἃ γὰρ ἂν τούτων ἐξαρθρήσαντα ἐξίσχῃ ἕλκος ποιησάμενα , πάντα , ἢν ἐμβληθῇ , θάνατον | ||
μυκτῆρι πονηροῦ . καὶ ἐὰν μὲν ὅλος ὁ ὀφθαλμὸς ἔξω ἐξίσχῃ ἀναιδοῦς ἦθος : μικρὸς δὲ ὑπάρχων πανούργου καὶ ἀβεβαίου |
πέντε εἰκοσιπέντε . τετράγωνος δέ ἐστιν ὁ ἀπὸ ἀριθμοῦ ἑαυτὸν πολυπλασιάσαντος γενόμενος , ὡς ὁ ἐννέα : τρὶς γὰρ τρία | ||
Υ , ΔΚΥ δυναμόκυβος : ὁ δὲ ἐκ κύβου ἑαυτὸν πολυπλασιάσαντος κυβό - κυβος καὶ ἔστιν αὐτοῦ σημεῖον δύο κάππα |
ταῦτα , τί ὄφελος ἂν αὐτῇ γένοιο ἀναιδὴς καὶ ἄπιστος ἀποτελεσθείς ; Προετιμήθη σού τις ἐν ἑστιάσει ἢ ἐν προσαγορεύσει | ||
ἐστιν ἀριθμὸς ὁ ἐξ ἑτέρου τινὸς ἀριθμοῦ εἰς ἑαυτὸν πολυπλασιασθέντος ἀποτελεσθείς , ὡς ὁ τέσσαρα : ἐκ γὰρ τοῦ δὶς |
διακινήσωμεν . ἅμα δὲ καὶ τὸ ὑπόλοιπον τινάξεις κοκκύμηλον καὶ ἐνέγκῃς τῇ κυρίᾳ σου , ἵνα τὰ ἱμάτια λάβῃς . | ||
εἰδέναι ἐφ ' ὅ τι πρῶτον ἢ δεύτερον τὴν χεῖρα ἐνέγκῃς : ὑποβλέπειν οὖν εἰς τὸν πλησίον δεήσει κἀκεῖνον ζηλοῦν |
” . εἴρηται παρὰ τὸ δαδύσσω , ὃ σημαίνει τὸ ταράσσω . Σώφρων ἐν Μίμοις : „ ἐν ὅσσῳ δέει | ||
. . . ἀτυζόμενοι : ταρασσόμενοι : ἀτύω , τὸ ταράσσω , ἀτύσω καὶ ἀτύζω Αἰολικῶς . . . . |
μετὰ ἀλφίτου καὶ ἐλαίου καὶ ὕδατος ποίει μαζία , καὶ δελέαζε : ἐκ δὲ τοῦ αὐτοῦ διαμασσώμενον ἐμπύτιζε εἰς τὸ | ||
πολύπους καὶ σηπίας . κγʹ . χέλυας καὶ ὀστρακώδη οὕτως δελέαζε . κδʹ . δέλη πρὸς πάντα ἰχθὺν ἐν παντὶ |
ποτέρου ἂν ἡδέως κινδυνεύοις , μετὰ σοφοῦ ἰατροῦ ἢ μετὰ ἀμαθοῦς ; Μετὰ σοφοῦ . Ἆρ ' οὖν , ἦν | ||
γάρ που τὸ πολυθρύλητον ἐκεῖνο ἀκήκοεν , ὅσῳ κρείττων ὀψιμαθὴς ἀμαθοῦς . τὸ μὲν οὖν ὄνομα αὐτῷ Ῥουφῖνος , ἀμελεῖται |
τρόπον ἐπεισχεομένων . ἀλλὰ γὰρ καὶ ἐπὶ τούτοις θεῷ προσῆκον εὐχαριστεῖν , ὅτι καίτοι κατακλυζόμενος οὐκ ἐγκαταπίνομαι βύθιος : ἀλλὰ | ||
ῥᾴδιον ἐξ ὀλίγου μηδὲ εἶναι . ἀλλὰ γὰρ τὸ μὲν εὐχαριστεῖν τῷ μεταβάλλοντι τὰ πράγματα χρόνῳ καὶ τὸ τοὺς τὰ |
χαρακτῆρος : πρόσκειται ἓν ἄφωνον , διὰ τὸ ἵπτω : λίπτω : νίπτω : πίπτω . Τὰ εἰς δω δισύλλαβα | ||
Ξ μάχης ] πολέμου . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν . θ Ξ λελιμμένος ] |
ὅς ἐστι τετράγωνος ἀριθμὸς ἀπὸ πλευρᾶς λζ δεκάτων . . Κείμενον . Αὐτὸς ἄρα ὁ τετράγωνος ἔσται δυνάμεων τεσσάρων μο | ||
ἔσται δυνάμεως μιᾶς , ἤτοι τετράγωνος . . τετραγώνῳ . Κείμενον . Ἀπὸ Ϟοῦ ἑνὸς μος α . Αὐτὸς ἄρα |
σφαῖρα . Καλλίμαχος : αἰράων ἔργα διδασκόμθʹ : παρὰ τὸ ῥαίω τὸ φθείρω κατὰ Δωριέας . φθαιρῶ , φθαίρα : | ||
τὸ υ ἐν τῷ νεύσω : γαίω τὸ γαυριῶ : ῥαίω : παλαίω : κεραίω : ὠλιλαίω : ἀγαίω : |
εἰ τύχοι : τὴν δὲ ἀληθεστάτην νίκην , ὅταν ἄτρωτον ἀναγκάσῃ τὸν ἀντίπαλον ἀπειπεῖν . οὐ γὰρ τοῦ τραύματος , | ||
πρότερον αὔξει , εἶτα τότε ἀποδείκνυσιν , ἵνα ἐπιστρέψῃ καὶ ἀναγκάσῃ προσέχειν τοὺς δικαστὰς καὶ μήτε τιμῇ τοῦ προσώπου μήτε |
' ἄλλου ποιητοῦ ταύτην τὴν ἁμαρτίαν περὶ τοὺς θεοὺς ἀνοήτως ἁμαρτάνοντος καὶ λέγοντος ὡς δοιοί τε πίθοι κατακείαται ἐν Διὸς | ||
πλείονος ποιήσεται τῆς ἔχθρας , κἂν φιλῇ ὅμως οὐκ ἀφέξεται ἁμαρτάνοντος . Ἓν γάρ , ὡς ἔφην , τοῦτο ἴδιον |
Ἡρακλῆς ἐγέννησεν ὑπερμέγεθες ᾠόν , ὃ συμπληρούμενον ὑπὸ βίας τοῦ γεγεννηκότος ἐκ παρατριβῆς εἰς δύο ἐρράγη . τὸ μὲν οὖν | ||
Τριῶν ἔοικα πατέρων παῖδα τὸν Γάϊον δεδέχθαι , τοῦ τε γεγεννηκότος καὶ σοῦ τοῦ θείου τε καὶ ὁμωνύμου καὶ ἔτι |
τὸ κακὸν πλάτος ἔχειἔστι γὰρ ὑφειμένον κακόν , ἔστι καὶ ἐπιτεταμένον , δεῖ ἡμᾶς ἐπεξελθεῖν ἕκαστα . εἰ μὲν γὰρ | ||
σφεδανόν : ὁ μὲν Ἀπίων σκληρόν . ἔστι δὲ μᾶλλον ἐπιτεταμένον . σχέτλιος Β . . . . . , |
π εἰς β : βλὰξ , ἐκ τοῦ μαλακός : μάλαξ : καὶ συγκοπῇ μλάξ : καὶ τροπῆ τοῦ μ | ||
, οἷον ἀπεδανός ἠπεδανός , αἱμοπόται αἱμηπόται , * μέλαξ μάλαξ καὶ τὰ ὅμοια . Τμῆσις δέ ἐστι συνθέτου λέξεως |
: οἱ γὰρ τυφλώττοντες ἀλῶνται . ἢ κατὰ στέρησιν τοῦ λάειν , ὅ ἐστι βλέπειν . Ἀλωή , τὸ σύνδενδρον | ||
, τὸ μὴ βλέπον , ἢ τὸ μὴ βλεπόμενον . λάειν γὰρ τὸ μὴ βλέπειν . ὅθεν ὁ λαὸς ὁ |
τὴν Τροίαν . τοῦ δὲ Φιλοκτήτου μηδένα τρόπον εἴκοντος μηδὲ πειθομένου , ἀλλὰ δεομένου τοῦ Νεοπτολέμου , ὥσπερ ὑπέσχετο , | ||
πεῖσαι αὐτὸν μὴ ποιῆσαι τόδε , ἢ ἀναχωρῆσαι , μὴ πειθομένου αὐτοῦ συμβουλεύοντί μοι τί ἐχρῆν με ποιῆσαι ; καὶ |
: ὅτωι δ ' ἐλαύνεται συμφοραῖς οἶκος , σέβοντα δαίμονας θαρσεῖν χρεών : ἐς τέλος γὰρ οἱ μὲν ἐσθλοὶ τυγχάνουσιν | ||
ὅπως ὅτι μεγίστη τοῖς ἐν ταῖς ναυσὶν ὠφελία ἐς τὸ θαρσεῖν γίγνοιτο : ὁ δὲ Δημοσθένης καὶ Μένανδρος καὶ Εὐθύδημος |
. Λεγέσθω τοίνυν τὸ ἀνενδεὲς φύσει πάντως εἶναι πρὸ τοῦ ἐνδεοῦς : τὸ γὰρ ἄλλου δεόμενον δουλεύειν ἐκείνῳ πέφυκεν ἐξ | ||
νέος μεταξύ τινος ἑορτῆς γινομένης ἑτέρας ἠράσθη παρθένου καλῆς , ἐνδεοῦς δὲ χρημάτων ἐν τῇ πανηγύρει ταύτην ἰδών . περὶ |
, οὔ πως ἔστι νεωτέρῳ ἀνδρὶ μάχεσθαι ἄνδρα γέροντα δύῃ ἀρημένον : ἀλλά με γαστὴρ ὀτρύνει κακοεργός , ἵνα πληγῇσι | ||
ἀρῶμαι , ἵν ' ᾖ ἀάρης καὶ Ἄρης . . ἀρημένον : κεκρατημένον : αἱρῶ αἱρήσω ᾕρηκα ᾕρημαι ᾑρημένον καὶ |
ὦ ἄνδρες , οὐδὲ δίκαιόν μοι δοκεῖ εἶναι δεῖσθαι τοῦ δικαστοῦ οὐδὲ δεόμενον ἀποφεύγειν , ἀλλὰ διδάσκειν καὶ πείθειν . | ||
τοῦ ἀδικήσαντος , καὶ ὃ πέπονθεν ὁ ἀδικήσας παρὰ τοῦ δικαστοῦ , συμβαίνει ἀναλογίαν εἶναι ἀριθμητικήν . ᾧ γὰρ ὑπερέσχεν |
ὑπὸ μηδενός , πρός τε τούτοισι ἔτι γελᾶν τε καὶ πτύειν καὶ ἅπασι εἶναι ἀντίον τούτου αἰσχρόν . Ταῦτα δὲ | ||
ἱδρῶτος τὰ σώματα στερεοῦσθαι . νῦν δὲ τὸ μὲν μὴ πτύειν μηδὲ ἀπομύττεσθαι ἔτι διαμένει , τὸ δ ' ἐκπονεῖν |
λίαν τῶν ἀπορρήτων : ὁ γὰρ χρὼς καὶ τὸ ταυρηδὸν ὑποβλέπειν καὶ τὸ ἄστατον τῆς βάσεως τό τε ἄνω καὶ | ||
ὁμοίως τὸ τὼ ὀφθαλμὼ παραβάλλειν . λέγεται δὲ καὶ ταυρηδὸν ὑποβλέπειν : καὶ ἀναβλέπειν μὲν εἰς τὸν οὐρανόν , καταβλέπειν |
καλὸν μὲν εἶναι τὸ χρῆμά φημι καὶ ὑπάρχων πρεσβύτης οἶδα θυμοῦσθαι τοῖς ἁμαρτάνουσιν , οὐ μὴν ἐπαινῶ γε θυμὸν ἔξω | ||
πυργοῦσιν αἱ κακαί τε συμφοραί . τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών : μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν : ἀλλ ' |
ῥεῦμα ἐκ τῆς κεφαλῆς : ἐπὶ ῥεύματι διάῤῥοια : ἐπὶ διαῤῥοίῃ σχέσις τῆς ἄνω καθάρσιος : ἐπὶ τῇ σχέσει θάνατος | ||
ψύχεσθαι ἐπαγόμενον . Ὅσα οὖν δεῖ ξηρῆναι ἢ ψῦξαι ἢ διαῤῥοίῃ ἐχόμενον ἢ ἄλλῃ τινὶ θερμασίῃ , ἡ τοιαύτη μᾶζα |
διώκοντος . Εἰ μὲν γὰρ ὁ μὲν ἄρξας τῆς πληγῆς τύπτειν καὶ μὴ ἀποκτείνειν διενοήθη , ὁ δὲ ἀμυνόμενος ἀποκτεῖναι | ||
ἐπάτησαν , ἐκάκωσαν , ἔτυψαν . . ἀλοᾶν ἐστι τὸ τύπτειν . ὡς τῶν ὁμήρων οὖν ξύλῳ ἢ ὁπωσδήποτε κατακτανθέντων |
, ὀφείλεις εἰπεῖν , ὅτι ἐπειδὴ ἐπεσχέθη τὸ αἷμα , ἐρυθρότερον ἔχοι τὸ πτύελον γενέσθαι . τὸ γὰρ ἀναγόμενον πρὸς | ||
πρὸς τὰ θεῖ ' ἀβέλτεροι , κοὐκ ἴσμεν οὐδέν . ἐρυθρότερον καρῖδος ὀπτῆς ς ' ἀποφανῶ . βύστρα υἱὸς γὰρ |
ἔδει , καὶ μὴ δύναμιν οὖσαν τοσαύτην ἄγονον εἶναι . Κρεῖττον δὲ οὐχ οἷόν τε ἦν εἶναι οὐδ ' ἐνταῦθα | ||
ἥτις καὶ Καλαμίνθη , πόλις Λιβύης . Ἑκαταῖος Περιηγήσει . Κρεῖττον οὖν ὡς Ἡρόδοτος [ Ἡρόδωρος ? ] διὰ τοῦ |
εἱστήκει . λύκον δὲ ἰδὼν ἔφη αὐτῷ : „ ὦ λύκε , ἰδοὺ ἐκ πόνου ἀποθνῄσκω καὶ δεῖ με σοῦ | ||
κατεδιώκετο . ἐπιστραφεῖσα δὲ πρὸς αὐτὸν εἶπεν : ” ὦ λύκε , ἐπεὶ πέπεισμαι , ὅτι σὸν βρῶμα γενήσομαι , |
ἀπόσχῃ , μὴ ἀφῇς . μωλύειν : τὸ ἐκλύειν καὶ διέλκειν καὶ μαραίνειν . καὶ μωλύον κρέας λέγεται τὸ ἠρέμα | ||
καὶ τὴν δύναμιν μεγάλην ἔχειν , τὸ μέντοι στόμα μὴ διέλκειν : ὃ ποιεῖν τοὺς πολλὰ μὲν λαλοῦντας , ἀδύνατα |
λέξον . „ Ἀντὶ παλαισμοσύνης θῆκε Λύρωνι πόλις . „ Μισῶ μὲν ὅστις τἀφανῆ περισκοπῶν φησὶν ὁ Σοφοκλῆς . καὶ | ||
ἄνδρας : τὰ δισύλλαβα ἀνδρῶν ὀνόματα . Ὅθεν ἐπίγραμμα , Μισῶ τὸν ἄνδρα τὸν διπλοῦν πεφυκότα , χρηστὸν λόγοισι , |
. ἢ τὸν Διὸς κεραυνόν . βέλος δὲ πᾶν τὸ βαλλόμενον . βέλος ] τὸν κεραυνόν . βέλος ] πόλεμον | ||
μεσαραϊκῶν φλεβῶν . Πόθεν σκύβαλον ; παρὰ τὸ τοῖς κυσὶ βαλλόμενον . περίττωμά ἐστι τὸ περιττεῦον τῆς τροφῆς καὶ ἄχρηστον |
τὸν αὐτὸν τιθέναι κατὰ τῶν πολιτῶν πάντων , καλῶς καὶ δημοτικῶς λέγων . ὥσπερ γὰρ τῆς ἄλλης πολιτείας ἴσον μέτεστιν | ||
, εὔνοια , προθυμία , φιλοτιμία , μεγαλοπρέπεια . καὶ δημοτικῶς , πράως , ἐπιεικῶς , προθύμως , φιλοτίμως , |
καὶ οὕτως ἐς μέσους τοὺς πολεμίους ὦσαί τε ἑαυτὸν καὶ κατακοπῆναι . οὕτως ἀνὴρ ἀγαθὸς ἦν καὶ τοῦ κοινοῦ κηδεμών | ||
] κατὰ χάριν . συγκεκόφθαι ] ἤγουν τυφθῆναι ἡμᾶς καὶ κατακοπῆναι ταῖς μάστιξιν . ἀμύνεται ] μάχεται . ⌈ διαφερους |
ἐπὶ τοὺς Ἠλείους . οἱ δὲ ἰδόντες ἅμα μὲν ἐξ ὑπερδεξίου προσιόντας , ἅμα δὲ πολλαπλασίους , ἐκ πολλοῦ μὲν | ||
ἐς δὲ τὴν ἄκραν ξυμφυγόντες χρόνον μέν τινα ἠμύνοντο ἐξ ὑπερδεξίου τε χωρίου καὶ χαλεποῦ ἐς προσβολήν , προσκειμένων δὲ |
. Κεἴ τις δορυξὸς ἢ κάπηλος ἀσπίδων , ἵν ' ἐμπολᾷ βέλτιον , ἐπιθυμεῖ μαχῶν , ληφθείς γ ' ὑπὸ | ||
ἢ ἵνα πορίζῃ πλεῖον . Γ συνήθως νῦν τὸ “ ἐμπολᾷ ” ἀντὶ τοῦ “ πωλεῖ ” . πολλάκις δὲ |
, ἔπειτα καταδαρθεῖν ἀλεαίνοντας , μὴ πολὺν δὲ χρόνον : ἐγερθέντα δέ , καθάπερ τοῦ θέρους , τὰ οἰκεῖα πράττειν | ||
συντεταγμένον , οὐ τὸ δεδογμένον ἑαυτῷ . ἕωθεν μὲν γὰρ ἐγερθέντα λαβεῖν αὐτὸν ἔδει πρῶτον τὰς πανταχόθεν ἀπεσταλμένας ἐπιστολάς , |
, κἂν μὴ τοιαῦτα τὰ πράγματα ἐν αὐτοῖς , ὅτι κακοῦργον οὐδὲν ἐπιφαίνουσιν ἐπὶ τῆς κατασκευῆς , ἀλλ ' εἰσὶν | ||
σὺν ὀποβαλσάμῳ ἐγχριομένη ὀξυωπίαν παρέχει . Ζμύραινά ἐστιν θηρίον θαλάσσιον κακοῦργον καὶ πονηρὸν καὶ ἀλέπιδον , ἔχον φολῖδας μελαίνας ἐν |
Δαρείῳ ἰδιωτεύοντι δωρησάμενος ἔτυχε τῆς εἰς Σάμον καθόδου . Ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ : ἐπὶ τῶν δεικνυόντων ἀπὸ μικρᾶς | ||
: τουτέστι τὸ ἄκρον τοῦ πυρὸς ἐσκόπουν , ὃ καλεῖται κέρκος . οἱ δὲ τὴν καρδίαν διὰ τὸ εἶναι πυρώδη |
ἥρπασεν . ἐπὶ τῶν κακὰ σφίσιν αὐτοῖς ἐπαγομένων . Κοσκίνῳ ἀντλεῖς : ἐπὶ τῶν ἀνηνύτως καὶ μάτην πονούντων . Κοινὰ | ||
Καὶ Ἡρόδοτος δὲ Κολοφώνιον καλεῖ τὸν ἄριστον χρυσόν . Χαμαὶ ἀντλεῖς , Πλίνθον πλύνεις , Φακὸν κόπτεις : αὗται πᾶσαι |
καὶ δίδου πρὸς δύναμιν ἐν κράματι # γ . Πρὸς ἔχεως καὶ τῶν ἄλλων δηγμάτων κατάπλασμα . Σικύου ἀγρίου φύλλα | ||
ὀδύνας ἀμβλυτέρας παρασκευάζουσι γίγνεσθαι , ἤ περ τὸ δῆγμα τοῦ ἔχεως παρέχειν τοῖς ἐξ αὐτῶν πληγεῖσιν ὀδύνην πέφυκεν . Οὐ |