καὶ Μυσοὶ καὶ Ἐλυμαῖοι καὶ Ἄραβες , οἳ καμήλους ὀξυτάτας ἐπικαθήμενοι τοξεύουσί τε εὐμαρῶς ἀφ ' ὑψηλοῦ καὶ μαχαίραις ,
ποταμόν ἐστι . τούτων δ ' οἱ μὲν τοῖς Θεμισκυρίοις ἐπικαθήμενοι πύργους ἐπῆγον αὐτοῖς καὶ χώματα ἐχώννυον καὶ ὑπονόμους ὤρυττον
6922061 θυμουμενοι
. ἐκ θυμοῦ ] οὐ γλώσσηι , ἀλλ ' ἔργωι θυμούμενοι . κλάγξαντες ] βοήσαντες , ἠχήσαντες . τρόπον ]
οἱ ὀργιζόμενοι , ἅτε δὴ ἧττον λογιζόμενοι , μᾶλλον δὲ θυμούμενοι , εἰς τὸ πολεμεῖν ἐπείγονται ῥιψοκινδύνως ʃ καὶ πάνυ
6845879 ἁρπαζουσι
ἐσθλόν , ὅτις φυλακὴν εἶχεν ἐπισταμένως : χρήματα δ ' ἁρπάζουσι βίηι , κόσμος δ ' ἀπόλωλεν , δασμὸς δ
. οἱ καταράκται δὲ νέοι μὲν ὄντες ἔτι τοὺς βραχεῖς ἁρπάζουσι τῶν ἰχθύων καὶ οὐδὲ τῶν ἀκτῶν ἵπτασθαι πόρρω θαρροῦσιν
6754158 κορακες
καὶ ἐκ πολλῶν συνείροντες , ὃν τρόπον καὶ οἱ κεκράκται κόρακες καὶ μάτην φλυαροῦντες , ἀτελῆ καὶ περιττὰ καὶ ἀσύνετα
εἶναι τοῦτον . τῆς γυναικείας μιμήσεως . ὅτι πονηροὶ οἱ κόρακες , καὶ ὅτι μέχρι νῦν οὐκ ἐσπάραξάν σε .
6733731 ἐμβαλλοντες
τινες τετραμναῖοι : τὰ μὲν γὰρ κύτη συντρίβουσι λίθους εὐμεγέθεις ἐμβάλλοντες , τὴν δ ' ἐντὸς σάρκα κατεσθίουσιν ὠμήν ,
τὸν οἶνον . μόνιμον ποιήσομεν τὸν οἶνον , ῥίζας ἀμπέλου ἐμβάλλοντες εἰς τὸ γλεῦκος . καὶ ἡ ἄργιλλος μετὰ τὸ
6690810 ἐβαλλον
δεῖπνον . εἰς τοῦτο τὰς χεῖρας ἀποματτόμενοι εἶτα τοῖς κυσὶν ἔβαλλον . διὸ κυνάδα αὐτὴν Διοσκουρίδης προσαγορεύει . ἀπομάγματα καὶ
ἐπετοξάζοντο κάρη κομόωντες Ἀχαιοὶ ἰοῖσίν τε τιτυσκόμενοι λάεσσί τ ' ἔβαλλον : αὐτὰρ ὃ μακρὸν ἄϋσεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων :
6661424 ἀκοντιζοντες
ἐπὶ τῶν καθ ' ἑαυτῶν πραγματευομένων : παρόσον οἱ ἀρότροις ἀκοντίζοντες τοὺς πέλας βάλλουσιν . Ἀρχὴ ἥμισυ παντός : ἐπὶ
πεδίῳ βαρβάροις ἐξαίφνης ἐπεφαίνετο καὶ ἀπὸ τῶν ὑψηλῶν καὶ ὑπερδεξίων ἀκοντίζοντες τοὺς πολεμίους ῥᾳδίως ἐτρέποντο . Διόνυσος Ἰνδοὺς ἑλὼν αὐτούς
6621639 ἱσταμενοι
τοὺς κυκλίους ] τοὺς τῶν χορηγῶν , καθὸ ἐν κύκλῳ ἱστάμενοι ᾖδον ᾄσματα τῷ Διονύσῳ . . . τῷ διαπραξαμένῳ
εἶναι βιάζονται . Ὀφθαλμοὶ πυκνὰ ἐπὶ μεγάλα ἀνοιγόμενοι καὶ ἅμα ἱστάμενοι ὡς νοοῦντες , τὴν αἰτίαν αὐτῶν δηλοῦσι καὶ τὴν
6554479 καθιασιν
' αὐτῶν παιδιὰ τοῖς νέοις ἐξηύρηται : ἔντερον προβάτου μακρὸν καθιᾶσιν εἰς τὸ ὕδωρ , ὥσπερ ὁρμιάν : εἶτα ἐπιτηροῦσιν
ὅτι ὁρῶντες αὐτὰς ἕτεροι ἀθλίως ἑλκομένας δακρύων σταλαγμοὺς ἐξ ὀφθαλμῶν καθιᾶσιν . θαλαμηπόλων ] νέων νυμφῶν ἢ οἰκουρῶν : θάλαμος
6541248 θηρωσιν
μαινομέναι δόξαι . κρυπτεύουσι δὲ ποικίλως δαρὸν χρόνου πόδα καὶ θηρῶσιν τὸν ἄσεπτον : οὐ γὰρ κρεῖσσόν ποτε τῶν νόμων
καὶ μεγαλόφρονας ποιεῖ , οἱ τοιοῦτοι δὲ πολλῶν γυναικῶν λέχη θηρῶσιν ἤτοι μοιχοὶ γίνονται . ὁ Ἄρης τριγωνίζων Ἑρμῆν ἐμπράκτους
6466497 ἁλιεις
. καὶ τὸ ἐτρύλιζον καὶ τὸ ἀνεκνάδαλλον τῶν ὀρτυγοκοπικῶν . ἁλιεῖς , ἀσπαλιευταί , δικτυεῖς δικτυουλκοί : καὶ δικτυοβόλοι δὲ
καὶ τὸ περισσότερον , ἀκριβῶς . Ἀνέρες : ἄνδρες , ἁλιεῖς . ἴσασι : γινώσκουσι καὶ εἶδον ἀπὸ τοῦ εἴδω
6445131 ῥοπαλοις
σύνηθες ἐζήτει τὴν κόρην . ὁ δὲ γεωργὸς καταφρονήσας αὐτοῦ ῥοπάλοις αὐτὸν ἐδίωξεν . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οἱ
δὲ ἡ ἐπὶ χρημάτων ἀμφισβήτησις ἐν λόγοις . ἀποτυμπανίσαι ] ῥοπάλοις ἀνελεῖν . ἀνελεῖν . Ποτίδαιαν ] τὴν Κασάνδρειαν .
6443931 κοντοις
αὐτοὺς ἐξαγκωνίζοντες ἐνεπίμπρασαν , ὕλῃ χρώμενοι πηδαλίοις , οἴαξι , κοντοῖς καὶ ταῖς ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων σανίσι . τοῖς δὲ
ἐκεῖ , ἐκεῖσε . ἰφθίμοις : ἰσχυροτάτοις . Δούρασι : κοντοῖς . καταΐγδην : συντόμως . Πέφνουσι : βάλλουσιν .
6429179 νομεις
μὲν , οὐ πάντων δὲ κατακρατήσας : οἱ μὲν γὰρ νομεῖς καὶ ὅσοι ἐν τοῖς ὄρεσι τὰς διατριβὰς ἔχουσιν ἢ
ταῖς βουσίν , ὡς δὴ μακρὰν ἦσαν οὐχ ὁρῶντες τοὺς νομεῖς , ὑπέστρεψαν ἐπὶ τὸν τόπον καταλιπόντες τὴν ἀγέλην .
6399156 ἐσθιουσι
τοὺς νεοττούς , ἑαυτὸν αὐτοῖς προτείνει τροφήν : οἳ δὲ ἐσθίουσι τὸν πατέρα . καὶ τὴν παροιμίαν ἐντεῦθέν φασι τὴν
τοῖς δὲ ἄλλοις ἀνθρώποις ἄτιμα ταῦτα νενόμισται . καὶ ἰχθύας ἐσθίουσι πάντες πλὴν Σύρων τῶν τὴν Ἀστάρτην σεβομένων . θηρία
6364171 ἐλαυνοντες
οἴκου τὰς δυνάμεις . οἱ δ ' ὕπατοι κατὰ σπουδὴν ἐλαύνοντες καταλαμβάνουσιν ἐστρατοπεδευκότας αὐτοὺς πόλεως Ἀντίου πλησίον ἐν ὑψηλῷ καὶ
καὶ οὐκ ἐν ἀτιμοτέροις γεωργοὶ πονοῦσι ζεύγη περὶ τὰς κορυφὰς ἐλαύνοντες , ἀλλ ' ὅσα μὲν ἡ ἄπεδος ἀλλαχοῦ τρέφει
6339988 λυκοι
ὑπάρχοντα καὶ πεισθέντα παρέσχον τοὺς κύνας ἐκδότους . οἱ δὲ λύκοι διεσπάραξαν αὐτούς . μετὰ δὲ χρόνον ὑπεβάλοντο οἱ λύκοι
Μίνω , ἐξέβαλλεν εἰς τὴν ὕλην , καὶ αὐτὸν ἐπιφοιτῶντες λύκοι βουλῇ Ἀπόλλωνος ἐφύλαττον καὶ ὤρεγον παρὰ μέρος γάλα .
6334227 καθευδοντες
Ἀνύτῳ , ῥᾳδίως ἂν ἀποκτείναιτε , εἶτα τὸν λοιπὸν βίον καθεύδοντες διατελοῖτε ἄν , εἰ μή τινα ἄλλον ὁ θεὸς
οἱ δὲ θεοί , ὅτι ποτὲ καὶ δειπνοῦντες συνελαμβανόμεθα καὶ καθεύδοντες καὶ ἀγοράζοντες , οἱ δὲ καὶ οὐχ ὅπως ἀδικοῦντες
6333535 κορμους
τὰ πρέμνα εἰς κορμοὺς μείζονας , ἐπιτιθέασι τῷ βόθρῳ τοὺς κορμοὺς ἔχοντας τὸν φλοιὸν ἄνω , καὶ προσχώσαντες τῇ γῇ
θανοῦσαν ἐκ χερῶν φύλλοις ἔβαλλον , οἱ δὲ πληροῦσιν πυρὰν κορμοὺς φέροντες πευκίνους , ὁ δ ' οὐ φέρων πρὸς
6324231 ταυροι
οὕτω δὲ ἀναβάντες τοὺς κέλητας ἤλαυνον ἐφ ' οὗ οἱ ταῦροι ἦσαν , καὶ ἐπεισβαλόντες τῇ ἀγέλῃ , ἠκόντιζον :
ὑπ ' ἀμφοτέρων κόνις ὤρνυτο . Τοὶ δ ' ἑκάτερθε ταῦροι ὅπως συνόρουσαν ἀταρβέες , οἵ τ ' ἐν ὄρεσσι
6320470 ἐστεφανωμενοι
καὶ ὁπόσοι δὴ τῶν ἐπιχωρίων παῖδες ἐπὶ τὸν Μείλιχον ἀστάχυσιν ἐστεφανωμένοι τὰς κεφαλάς : ἐκόσμουν δὲ οὕτω καὶ τὸ ἀρχαῖον
μαζονόμων φέροντες ἑκατὸν εἴκοσι . μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ σώματα οἳ μὲν
6306782 πελαργοι
καὶ τὸ συρμαΐζειν Αἰγύπτιοι λέγονται μαθεῖν . πέρδικες δὲ καὶ πελαργοὶ τρωθέντες καὶ φάτται τὴν ὀρίγανον , ὡς λόγος ,
: ἐπὶ τῶν τὰς χάριτας ἀνταποδιδόντων . Λέγονται γὰρ οἱ πελαργοὶ γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἀνδρὸς γέροντος ἀσταφὶς τὸ
6303274 δικτυα
ἀκόντια , τόξα , προβόλια , ἄρκυες , ἐνόδια , δίκτυα , κυνοῦχος , σχαλίδες , στάλικες , σχαλιδώματα ,
ἔνσπονδά ἐστιν : εἰ δὲ μή , διαξαίνουσιν αὐτῶν τὰ δίκτυα καὶ ἀφανίζουσι , καὶ ἔδοσαν ὑπὲρ τῆς σφετέρας ἀμοιρίας
6297813 ἑψοντες
τὸν χυλὸν ὁμοίως τῷ τῶν μόρων καὶ τῷ τῶν βάτων ἕψοντες σὺν μέλιτι στομαχικῷ χρώμεθα φαρμάκῳ . τὸ δὲ λέπος
πικρῶν ἀλεύρῳ καταπλάττουσι τοὺς ἰσχιαδικοὺς ὄξει ἢ ὀξυμέλιτι ἢ ὀξυκράτῳ ἕψοντες . καλαμίνθῃ καταπλάσσουσί τινες τοὺς ἰσχιαδικοὺς ὡς γενναίῳ βοηθήματι
6290709 περιθεουσι
, τὸ δὲ μηνοειδὲς αὐτῶν ἁλιπορφύρου τι ἄνθος ἔχει . περιθέουσι δ ' αὐτὸν καὶ ἀλκυόνες ὁμοῦ μὲν ᾄδουσαι τὰ
εἰσὶ καὶ ἕτεραι γλαυκαί , ἴτυες δὲ αἱματώδεις ἢ κυαναῖ περιθέουσι τὰς κόρας , [ οὗτοι κάκιστοι : ] μεγάλοι
6287127 χηνες
τῆς πέτρας προσανέβησαν . τοὺς μὲν οὖν φύλακας ἔλαθον , χῆνες δ ' ἱεροὶ τῆς Ἥρας τρεφόμενοι , καὶ θεωρήσαντες
ἡ γυνή , τὸ τεχθὲν ζήσειν : ἱεροὶ γὰρ οἱ χῆνες οἱ ἐν ναοῖς ἀνατρεφόμενοι : εἰ δὲ μή ,
6276101 φορουσι
ἕως μὲν οὖν ἂν ὦσι παῖδες μικροί , ξύλινα ἱμάτια φοροῦσι , καὶ περιέρχονται οὕτως ἠμφιεσμένοι : ἐπειδὰν δὲ νεανίσκοι
τραχηλοκοπηθῆναι τὸν ἰδόντα σημαίνει : τοῦτο γὰρ καὶ τοῖς κέρατα φοροῦσι ζῴοις συμβαίνει . Ὦμοι παχεῖς καὶ εὔσαρκοι πᾶσιν ἀγαθοὶ
6265665 ἠσθιον
ἔφη , καὶ : νήπιοι , οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος ἤσθιον , ἀντὶ τοῦ κατήσθιον . Τὴν ἄρσιν τοῦ ι
πιέσματι σύρει τριήρους ἐμβολὰς μιμουμένη , δείπνου πρόδρομον ἄριστον . ἤσθιον δὲ καὶ ταγηνιστὰς σηπίας . Νικόστρατος ἢ Φιλέταιρος ἐν
6252162 κατησθιον
εἰ γάλα λαγοῦ εἶχον μὰ τὴν γῆν καὶ ταὧς , κατήσθιον . Καὶ τί δεῖ λέγειν ἔθ ' ἡμᾶς τοὺς
εἰ τῷ ξένῳν [ ] ἐντύχοιεν ἀπάγοντες εἰς τὰ οἰκεῖα κατήσθιον . Ζεὺς δὲ μισήσας αὐτοὺς ἀπέστειλεν Ἑρμῆν , ὅπως
6251905 βουκολοι
λογισμῷ : καθάπερ γὰρ οἱ τῶν ἄλλων ζῴων ἀγελάρχαι , βουκόλοι καὶ αἰπόλοι καὶ νομεῖς , οὔτε βόες εἰσὶν οὔτε
' ἔκπληξιν καὶ φόβον : τότε τοῦτον οἱ δεσπόται καὶ βουκόλοι μετέστησαν καὶ ἠφάνισαν , ὡς οὐκ ἐπιτήδειον οὐδὲ συμφέροντα
6249568 ἐφεστωτες
, καὶ θαλαττίῳ ὕδατι καταῤῥαντέον , καὶ θυμιατέον . Οἱ ἐφεστῶτες τοῖς μείζοσι κοφίνοις , τοῖς καλουμένοις κανθηλίοις , ἐκλεγέτωσαν
κλίμακα καὶ μὴ ὑποσύρωνται . Στήσονται οὖν ἐν ταῖς κλίμαξιν ἐφεστῶτες . . . καὶ ἀφορμῆς γενομένης ὁμοῦ τε ἐπικλιθήσονται
6238643 νεβριδας
τελουμένων , αὕτη κιθάρας ἀναδίδωσι ἦχον : οἱ δὲ ἐγχώριοι νεβρίδας περιβεβλημένοι καὶ θύρσους κρατοῦντες , ὕμνον ᾄδουσιν : Καὶ
θερμοὶ ἔτι καὶ τὰ τύμπανα ἀψοφητὶ κείμενα , καὶ τὰς νεβρίδας ὁ ζέφυρος οἷον αἴρει ἀπὸ τῆς γῆς , ὄφεις
6226098 ἀνοιγουσι
μετὰ τοὺς ὕπνους : καὶ γὰρ τὰ βλέφαρα μόλις τε ἀνοίγουσι καὶ διὰ τοῦτο καὶ ἀκίνητος μένει : καὶ λῆμαι
γάλα ἀλεαίνοντες εἶτα αὐ - τοῖς ἐγχέοντες , οἳ δὲ ἀνοίγουσι τὰ βλέφαρα , καὶ ὠφελούμενοι ἥδονταί τε καὶ αἰσθάνονται
6221047 περιβαλοντες
ἐξ αὐτοῦ ναυτικὸν βρόχον ἢ ἄλλον τινὰ τῶν ἀνισοτόνων καὶ περιβαλόντες κατωτέρω τῆς βαλάνου περὶ αὐτὴν τὴν στεφάνην , ἀνατενοῦμεν
ἔχοντες ἐλαίῳ θερμῷ , μετὰ τὴν ἀφαίρεσιν τοῦ χιτωνίσκου ταχέως περιβαλόντες τῇ ῥάχει κατεκλίναμεν ὑποκειμένης πλακὸς ἅμα τῷ ῥάκει ,
6208464 ἐκτρεπομενοι
, ὀλιγοδείας ἐρασταί , πολυτέλειαν ὡς ψυχῆς καὶ σώματος νόσον ἐκτρεπόμενοι . . κοινὴ δ ' οὐ τράπεζα μόνον ἀλλὰ
συνουσίαις Σελεύκου σωτῆρος καλοῦσι . ταύτην δὲ τὴν κολακείαν τινὲς ἐκτρεπόμενοι τοὔνομα ἀρέσκειαν προσαγορεύουσιν , ὡς καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Σαμίᾳ
6205524 γυμνητες
τὸ μὴ φεύγειν . καὶ οἱ ἱππεῖς δὲ καὶ οἱ γυμνῆτες οἱ ἀπὸ τῶν κεράτων αἰεὶ ἐγγύτερον ἐγίγνοντο τοῦ ἄρχοντος
οἵ τε ἀπὸ τῆς μικρᾶς Ἀρμενίας σύμμαχοι καὶ οἱ Τραπεζουντίων γυμνῆτες καὶ οἱ Ῥιζιανοὶ λογχοφόροι . προτετάχθων δὲ καὶ τούτων
6199302 πρηνεις
πίπτουσι : καὶ γὰρ ἐπὶ τὰ ἀριστερὰ καὶ δεξιὰ καὶ πρηνεῖς καὶ ὕπτιοι . μόνοι δὲ οἱ τῷ πίνῳ μεθυσθέντες
ἐπὶ τὰ ὑδρεῖα ἀναβαίνουσι πανοίκιοι μετὰ παιανισμοῦ , ῥιφέντες δὲ πρηνεῖς πίνουσι βοῶν δίκην ἕως ἐκτυμπανώσεως τῆς γαστρός , εἶτ
6198656 λιθοις
ἐπεφίμωντο , κἂν εἴ τις ἐπιχειρήσειεν μεμνῆσθαι τοῦ φόνου , λίθοις εὐθὺς ἐβάλλετο . ” Ἐξῄει οὖν τὸ δεύτερον πλανησόμενος
τῶν θεῶν δέδοται δῶρον : εἰ καλιάν τις αὐτῶν ἐπιφράξειε λίθοις ἢ ξύλοις , πόαν τινὰ πρὸς τοῦτο ἐγνωσμένην αὐτοῖς
6196520 κολοιοι
, τηλόθε μεταμαιόμενος , δαφοινὸν ἄγˈραν ποσίν : κραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινὰ νέμονται . τίν γε μέν , εὐθρόνου Κλεοῦς
οἷον σταλαγμοὺς ὕδωρ σημαίνει . Ἐάν τε κόρακες ἐάν τε κολοιοὶ ἄνω πέτωνται καὶ ἱερακίζωσιν ὕδωρ σημαίνουσι . Καὶ ἐὰν
6196315 θρασυτατοι
καὶ μετὰ ταῦτα Παῖε καὶ Βάλλε φωνοῦντες περιίστανται αὐτὸν οἱ θρασύτατοι καὶ συναράττοντες τοῖς λίθοις ἀποκτιννύουσιν . ἐρριμμένου δ '
γαλῆν πεφρίγασι κρίξασαν . δειλοὶ δὲ καὶ οἱ ἀρουραῖοι . θρασύτατοι δὲ οἱ θαλάττιοι . μικρὸν δὲ αὐτῶν τὸ σῶμα
6192505 γελωντες
τὰ δεῖπνα , ἵνα εὐφραίνοιντο οἱ συνόντες δι ' ἐμὲ γελῶντες : νῦν δὲ τίνος ἕνεκα καὶ καλεῖ μέ τις
ἀπηνῶς καὶ ἀκολάστως , μετὰ βοῆς καὶ ἀταξίας ὀργιζόμενοι καὶ γελῶντες , πλεονεκτοῦντες ἀλλήλους , οὐ παρακαλοῦντες , τελευτῶντες ἀπίασι
6191897 ὀρυττοντες
χώρα : οἱ δὲ ἐνοικοῦντες ὄνους ἀλέτας παρὰ τὸν ποταμὸν ὀρύττοντες καὶ ποιοῦντες εἰς Βαβυλῶνα ἦγον καὶ ἐπώλουν καὶ ἀνταγοράζοντες
συγγνώμη , οὐδεμία παραίτησις . Ὑπονομεύοντες : ἀντὶ τοῦ ὑπονόμους ὀρύττοντες Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Καλλίππου . Ὑποστήσας : ἀντὶ
6189528 συντριβουσιν
γεννήσεως , σπέρματος . Ἀποθλίβουσιν : προστρίβουσι , πιέζουσι , συντρίβουσιν . ἀραιάς : λεπτὰς , καὶ συχνάς . Οὐ
γενόμενοι ὑπὲρ τοῦ βασιλέως σπουδῇ ὠθούμενοι κατὰ τὴν αὐτὴν κλίμακα συντρίβουσιν αὐτήν , ὥστε οἱ μὲν ἤδη ἀνιόντες αὐτῶν κάτω
6172129 προσιασιν
καὶ ἄβρωτοι γίνονται τοῖς ἰχθύσι , καὶ διὰ ταῦτα οὐ προσίασιν αὐταῖς , ἀπορρήτῳ φύσει τὰς ᾑρημένας μεμισηκότες : σοφίᾳ
εὐκοσμίαν , νήχονται μὲν ἐν τάξει , ἀγκίστρῳ δὲ οὐ προσίασιν ἐπιβληθέντι , ἀλλὰ καὶ ἀποφεύγουσιν ἰδόντες αὐτίκα , μέχρις
6166038 τοξευοντες
. . ἐκ μεταφορᾶς εἴρηται τοῦτο τῶν τοξοτῶν , ὅταν τοξεύοντες πάντας τοὺς ἑαυτῶν οἰστοὺς ἀφήσωσιν . . τὸν δ
, τὸ μὲν πρῶτον ἐκ τῶν ὑπερδεξίων βάλλοντες αὐτοὺς καὶ τοξεύοντες μάλα κακῶς ἐποίουν οἱ γυμνῆτες τῶν ἀντιπάλων . ὡς
6165160 παιουσι
, ἐφ ' οὗ τὴν κεφαλὴν καταθέντες αὐτῶν ἑτέρωι λίθωι παίουσι , καὶ πιέζουσιν ἄχρι οὗ συνθλάσωσι τὸ πρόσωπον καὶ
παῖδες , ἐπειδὰν παίζωσι κατ ' ἀλλήλων ἐρχόμενοι , σφᾶς παίουσι τοῖς φύλλοις , καὶ γέλωτα δὴ τὸ ἐντεῦθεν αὐτοί
6161522 ἐρριπτον
κατὰ τῶν ἱερῶν τοῦτο μὲν ζῶντας τοῦτο δὲ καὶ νεκροὺς ἔρριπτον [ κατὰ τῶν ἀδύτων ] , ἕως ἀγανακτήσαντα τὰ
τὸν Ἀπόλλωνα τὸν τρίποδα . ἁλιεῖς μισθῷ δίκτυον ἐν θαλάττῃ ἔρριπτον , ἵνα τὸ ἀγρευθὲν εἴη τοῦ τὸν μισθὸν διδόντος
6144978 περδικες
ἄρρενες . Κλέαρχος δέ φησιν ὅτι οἱ στρουθοὶ καὶ οἱ πέρδικες καὶ οἱ ὄρτυγες προίενται τὴν γονὴν οὐ μόνον ἰδόντες
λαβεῖν σύστασιν τὴν μουσικήν . οὐ πάντες δ ' οἱ πέρδικες , φησί , κακκαβίζουσιν . : Ἀρχύτας δ '
6142823 ἐπερριπτουν
ταπεινοτέρας ἀφ ' ὑψηλοῦ καὶ κόρακας ἢ χεῖρας σιδηρᾶς εὐκολώτερον ἐπερρίπτουν . οἱ δὲ ὅτε βιασθεῖεν , ἐξήλλοντο ἐς τὸ
τὰς εἰς τὴν ἄκραν φερούσας . καὶ γὰρ ξύλα μεγάλα ἐπερρίπτουν ἄνωθεν , ὥστε χαλεπὸν ἦν καὶ μένειν καὶ ἀπιέναι
6142043 βροχοις
ῥαιδίως ἄνευ πόνου . οὐδέ σου συνῆψε χεῖρας δεσμίοισιν ἐν βρόχοις ; ταῦτα καὶ καθύβρις ' αὐτόν , ὅτι με
ὑπεμπίμπραται καὶ τῶν ἐθάδων διατριβῶν , ἀμέλει καὶ εἴ ποτε βρόχοις ἁλῷ καὶ εἰς χῶρον ἕτερον ἀπενεχθῇ πρὸς τῶν ἀγρευτῶν
6140855 κριοι
ναῦς ὡς Ὅμηρος . ἔστι δέ τινα πλοῖα Λύκια λεγόμενα κριοὶ καὶ τράγοι , ὡς εἰκάζειν ὅτι τοιοῦτόν τι πλοῖον
μάχη καράβων πρὸς ἀλλήλους , τὰ κέρατα ἐγείροντες εἶτα ὡς κριοὶ ἐμπίπτοντες προσαράττουσι τὰ μέτωπα . ἀγῶνα δὲ μυραίνης καὶ
6140399 ξιφη
δὲ καὶ σαυνίοις ὁλοσιδήροις ἀγκιστρώδεσι , φοροῦσι δὲ κράνη καὶ ξίφη παραπλήσια Κελτίβηρσιν . ἀκοντίζουσι δ ' εὐστόχως καὶ μακράν
πᾶν ὅσον βάρβαρον ἠγάπα ζῆν ἐν σπονδαῖς , αὖθις τὰ ξίφη θήξαντες ἐπιστρατεύουσι , διαπλέουσιν , ἀπειλοῦσι , δρῶσι ,
6139195 βαλλοντες
καὶ ἀναβάντες ἐπὶ τὰ μνήματα καὶ τὰ ὑπερέχοντα χωρία , βάλλοντες καὶ ἀκοντίζοντες ἀποκτείνουσι τῶν πρώτων καὶ μάλα συχνούς ,
ταραχῇ μέχρι σκωμμάτων ἐθρασύνοντο οἱ πολλοί , τινὲς δὲ ὀλίγοι βάλλοντες ὅτι , ἔτυχον ἅπαξ ἢ δίς , ὥσπερ οἱ
6129776 περιβαλλουσι
, τὸ δὲ ἥμισυ σφῶν αὐτῶν τὸ οὐραῖον τῶν δένδρων περιβάλλουσι τῇ κόμῃ , τὸ δὲ ἐς τὴν κεφαλὴν προϊὸν
τῇ γῇ προσαράξαντες πατοῦντές τε καὶ τοῖς κέρασι τιτρώσκοντες οἰκτίστῳ περιβάλλουσι τέλει καὶ ἀλγεινοτάτῳ . ἐπίασι δὲ οἱ θῆρες ὑπὸ
6129674 μαχαιραις
κάλους ὧν ἐξήρτηντο τὰ τὸ φῶς ἐν νυκτὶ παρέχοντα , μαχαίραις ἐξέκοπτον δεικνύντες , ὅτι δεῖ τὸν ἐν τῇ πόλει
διαθέσεσιν . ἐπὶ δὲ κεφαλῆς ἀφαιρεῖν πρῶτον τὰς τρίχας δεήσει μαχαίραις , εἶτα ξυρᾶν , εἶτα καὶ τῇ ἀναξυρήσει χρῆσθαι
6127148 αἰροντες
. τοιοῦτοι δὲ καὶ οἱ ὑπέρφρονες , ὑψοῦ τὴν γνώμην αἴροντες . 〛 τοῦτο δὲ διὰ μέσου εἴρηται , καὶ
ὡς τὸ κόσμηθεν . . . . ἀερσίποδες : οἱ αἴροντες εἰς ὕψος τοὺς πόδας : παρὰ τὸ ἀείρω ἀερσίποδες
6126832 πηξαμενοι
πείθεσθαι οὐδεὶς ἤθελε , ἀλλ ' οἷα στρατιὴ σκηνάς τε πηξάμενοι ἐν τῇ νήσῳ ἐσκιητροφέοντο καὶ ἐσβαίνειν οὐκ ἐθέλεσκον ἐς
τῇ θεῷ θυσίας πλήθοντα βωμὸν ἐναργῆ κτίσειαν , τοῦτόν τε πηξάμενοι ἐπιθύειν τήν τε ψυχὴν τοῦ πατρὸς αὐτῆς Διὸς τέρψαιεν
6122363 ἀναβαινοντες
καὶ τὰ λοιπὰ ὤνια : ἐφ ' ὃ δ ' ἀναβαίνοντες οἱ δοῦλοι πιπράσκονται , τοῦτο τράπεζαν Ἀριστοφάνης καλεῖ .
χιόνι τὴν ἀκρώρειαν ἔχοντι , ἀφ ' ἧς φασιν οἱ ἀναβαίνοντες κατοπτεύεσθαι ταῖς αἰθρίαις ἄμφω τὰ πελάγη τό τε Ποντικὸν
6120858 δορασιν
μετώπου κατὰ τὸ τεῖχος καὶ ὑφεδρεύοντες ἕτεροι τὰς γεφύρας μακροῖς δόρασιν ὑπεκέντουν μᾶλλόν τε ἐθάρρησαν μιᾶς γεφύρας καὶ δευτέρας ἐπ
μέγα τι πλῆθος καταφράκτους τε ἀπὸ καμήλων † ἔξωθεν μακροῖς δόρασιν . ὡς δ ' ἀπηγγέλη προσιών , συγκαλέσας τοὺς
6116287 φορουντες
οὖν εἷς ὀλισθῇ , πολλῶν ὁμοῦ πορευομένων , οἱ λοιποὶ φοροῦντες ὕλην καὶ λίθους ἐμβάλλουσιν , ἀναπληροῦντες τὴν κοιλότητα τοῦ
ἤδη γὰρ ἔγνωμεν ὡς ὅτι ἐν ταῖς πομπαῖς προσωπεῖά τινες φοροῦντες ἀπέσκωπτον τοὺς ἄλλους , ὡς ἐν ἑορτῇ παίζοντες ,
6104643 στρουθοι
ὅσον τε τριπήχεες χερσαῖοι , τῇσι σαύρῃσι ἐμφερέστατοι , καὶ στρουθοὶ κατάγαιοι καὶ ὄφιες μικροί , κέρας ἓν ἕκαστος ἔχοντες
μυῶν δὲ πλῆθος ἀρουραίων , ὡς περὶ Ἰταλίαν , καὶ στρουθοὶ τὰ σπέρματα κατεσθίοντες , ὡς περὶ Μηδίαν , καὶ
6098738 ἀνασπαν
, λαθὼν δὲ κατὰ μικρὸν ἐπειδὴ καθῆκε τὸν αὐχένα , ἀνασπᾶν μὴ δυνάμενος ἐπὶ τὴν ἄρουραν τὸ ἄροτρον ἔσυρεν .
τῶν φρενιτικῶν , οἷά εἰσι τὸ δοκεῖν κροκύδας ἐκλέγειν καὶ ἀνασπᾶν ἀπὸ τῶν ἱματίων καὶ καρφολογεῖν καὶ κατὰ τὸ συνεχὲς
6093543 ἀγρευουσι
εἶτα εἰς τὴν χεῖρα τὸν ἀφρὸν , καὶ οὕτως εὐχερῶς ἀγρεύουσι . καὶ ἐπὶ τῶν ἀλογίστων ἀνδρῶν τοῦτο εἰς παροιμίαν
ἢ ἀπειρεσίῃσι περιπληθὴς ἀγέλῃσι ταῖς τῶν ἰχθύων , ἐπειδὴ αὐτὰς ἀγρεύουσι πάντες καὶ ἐσθίουσιν ὡς ἀσθενεῖς . περιπληθής : πληρουμένη
6091754 περιτιθεασιν
ἐμβάλλονται κύκλῳ τομὰς , καὶ κατ ' αὐτὰς τοὺς ἱμάντας περιτιθέασιν , ὥσθ ' ὑπ ' ἀλγηδόνων εἴκειν τοῖς δεσμοῖς
. ΠΥΛΕΩΝ . οὕτως καλεῖται ὁ στέφανος ὃν τῇ Ἥρᾳ περιτιθέασιν Λάκωνες , ὥς φησιν Πάμφιλος . ἀλλὰ μὴν καὶ
6091713 κοπτουσιν
γὰρ τὸ τὴν δυσχέρειαν παρέχον δυσκατέργαστον ὄν , μετὰ ταῦτα κόπτουσιν ἐν τῷ ὅλμῳ καὶ διαττήσαντες λεπτὰ ἐπιπάττοντες ἐφ '
τρόπον , οἷον ἐπὶ τῶν γαμούντων ὅτι σήσαμον ἢ κριθὰς κόπτουσιν οἰωνιζόμενοι , ἐπεὶ πολύγονά ἐστι . κατ ' ἐναντίον
6090948 περιῃεσαν
λέγει , ἅπερ ἐξαιρέτως μυστήρια ἐκάλουν . τούτων οὖν ἀγομένων περιῄεσάν τινες χειροτονηθέντες σπονδὰς ποιοῦντες ἐν ταῖς πόλεσιν , ὥστε
λέγει , ἅπερ ἐξαιρέτως μυστήρια ἐκάλουν . τούτων οὖν ἀγομένων περιῄεσάν τινες χειροτονηθέντες σπονδὰς ποιοῦντες ἐν ταῖς πόλεσιν , ὥστε
6083017 καιουσι
ἐς τὴν πανήγυριν ταύτην , φυλάσσοντες τὴν νύκτα τῆς θυσίης καίουσι καὶ αὐτοὶ πάντες τὰ λύχνα , καὶ οὕτω οὐκ
καὶ ἑτέρωθι Δήμητρος καὶ Κόρης ἱερόν : πῦρ δὲ ἐνταῦθα καίουσι , ποιούμενοι φροντίδα μὴ λάθῃ σφίσιν ἀποσβεσθέν . καὶ
6082164 γυμνοι
πρὸς τὸ ἔθος : οἱ γὰρ εἰσιόντες ἐπὶ τὸ ἐρευνῆσαι γυμνοὶ εἰσίεσαν , ἵνα μή τι ὑπὸ τὰ ἱμάτια κρύψωσιν
πεπορισμένοις ἐξ ἑτοίμου , τοῖς δὲ προτέροις οὐδεμία ἀσφάλεια : γυμνοὶ γὰρ πρὸς ὡπλισμένους τίνες ἂν ἰσοκρατῶς ἀπομάχεσθαι δυνηθεῖεν ,
6080065 μηχανωμενοι
ἐπίψογοι , οἷον ὡς οἱ πεπληρωμένοι καὶ ὅμως ἡδονῆς ἕνεκα μηχανώμενοι , ὅπως πάλιν πίωσιν ἢ φάγωσιν ἢ τὴν δι
ἐκ τίνος λόγου νοσεῖ δόμος ; τί πράσσετ ' ἄκριτα μηχανώμενοι ; Μενέλα ' , ἐπίσχες : μὴ τάχυν '
6061574 νησαντες
γὰρ Λοκρίδα ναῦν , ἣ τὸν Αἴαντα ἦγε , ξύλα νήσαντες , ὥσπερ ἐς πυράν , ἔσφαξαν μέλανα πάντα καὶ
, ἃ δὴ ὀρθοστάδην ἐτύγχανον ἐρηρεισμένα , τότε δὴ φυλλάδα νήσαντες καὶ ὅ τι τῆς ὕλης ταχυδαές τε καὶ αὖον
6056078 προσαγοντες
, τὰ μὲν χείλη σμιλαρίῳ πανταχόθεν ἀναδέροντες αἱμάσσομεν , εἶτα προσάγοντες ῥάπτομεν πυκνότερον . πρὸς δὲ τὰς σιαγόνας ἐξ ἑκατέρου
πρότερον μεμνημένοι τὰ σπλάγχνα τοῖς θεοῖσιν ὀπτῶσιν φλογὶ ἅλας οὐ προσάγοντες : οὐ γὰρ ἦσαν οὐδέπω εἰς τὴν τοιαύτην χρῆσιν
6055093 περιβαλλοντες
λίπος . θρῖον δέ ἐστι τὸ τῆς συκῆς φύλλον ᾧ περιβάλλοντες τὸ λίπος ἕψουσι . κατασκευάζεται δὲ οὕτω . χόνδρος
ὁ Εὐφράτης ῥέοντες μὲν ἐξ Ἀρμενίας καὶ Ταύρου λήγοντος , περιβάλλοντες δὲ ἤπειρον , ἐν ᾗ καὶ πόλεις μέν ,
6051285 ἐπαιον
ἐσημάνθη οἷς εἴρητο οὓς ἔδει ἀποκτεῖναι , σπασάμενοι τὰ ξίφη ἔπαιον τὸν μέν τινα συνεστηκότα ἐν κύκλῳ , τὸν δὲ
εἰσιέναι τῶν μὴ τετιμημένων : μαστιγοφόροι δὲ καθέστασαν , οἳ ἔπαιον εἴ τις ἐνοχλοίη . ἕστασαν δὲ πρῶτον μὲν τῶν
6047462 κυκνοι
τε Ἠριδανῷ ἐμπεσεῖται καὶ παρέξει μῦθόν τινα τῷ ὕδατι . κύκνοι γὰρ δὴ ἀναφυσῶντες ἡδύ τι ἔνθεν καὶ ἔνθεν καὶ
ᾆσμα : ἐπὶ τῶν ἐγγὺς θανάτῳ ὄντων : οἱ γὰρ κύκνοι θνήσκοντες ᾄδουσιν . Κορώνη τὸν σκορπίον : ἐπὶ τῶν
6041932 ἐμβαλλουσι
καὶ μέλιτος . τινὲς δὲ καὶ ὀθόνιον καίουσι καὶ οἴνῳ ἐμβάλλουσι καὶ οὕτω λείῳ χρῶνται καὶ κισσήρει καὶ νάρδῳ καὶ
Ἀπολλωνίαν τὴν Χαλκιδικὴν δύο ποταμοὶ περιρρέουσιν Ἀμμίτης καὶ Ὀλυνθιακός : ἐμβάλλουσι δ ' ἀμφότεροι εἰς τὴν Βόλβην λίμνην . ἐπὶ
6032621 τιτρωσκοντες
δὲ αὐτοὺς οἱ Ἰλλυριοὶ τοὺς μὲν ἐς τὴν παρακειμένην θάλασσαν τιτρώσκοντες ἐξωθοῦσι , τοὺς δὲ φεύγοντας ἐπὶ τοὺς λόφους διώκοντες
τούτους ὁρᾶν , τῶν λοιπῶν τὸν ἀεὶ ὑπείκοντα ἐνιέντες ἀργύριον τιτρώσκοντες , καὶ τοῦ πατρὸς ἐκγόνους τόκους πολλαπλασίους κομιζόμενοι ,
6029728 φθεγγομενοι
τὰ πολλά , τοὺς δ ' αὖ λόγους παρακλήσεως ἕνεκεν φθεγγόμενοι πρὸς αὑτοὺς καὶ τῶν ἄλλων ἀεὶ τὸν ἐντυγχάνοντα ;
ἀνακεχωρηκὸς ὄνομα ἢ ῥῆμα εἴρηται , τοῦτο θηρῶντες καὶ πανταχοῦ φθεγγόμενοι , ἐπ ' ἀρχαιότητι δή τινι σεμνυνόμενοι : γελοῖον
6023533 δεδοικασι
πάθη λόγῳ , πῶς τέ εἰσιν ἱστάμενοι , καὶ πῶς δεδοίκασι , καὶ πῶς ὁ φόβος αὐτοὺς ἐξίστησι . Κινεῖ
ἢ παῖδες ἀγνοουμένους πατέρας ἀνευρεῖν . τοῦτον οἱ μὲν πολέμιοι δεδοίκασι καὶ οὐδεὶς ὁμολογεῖ πολέμιος εἶναι , οἱ δὲ φίλοι
6021539 τυπτοντες
γὰρ αὐτὰ κατὰ τὸν ἀντίχειρα καὶ τὸν λιχανὸν δάκτυλον καὶ τύπτοντες τῇ ἑτέρᾳ χειρί , ὥστε ψοφεῖν , οὕτω σημειοῦνται
αὐτῷ νεανίας πολλούς , καὶ τυπτέτωσαν αὐτὸν ἰσχυρῶς , καὶ τύπτοντες αὐτὸν ῥοπάλοις ἀποκτεινάτωσαν , ὁμοῦ ταῖς σαρξὶ τὰ ὀστέα
6012143 κοπτοντες
στύφει καὶ ξηραίνει σφοδρότερον . ἀποτίθενται δ ' αὐτὴν ἔνιοι κόπτοντες καὶ ἀναλαμβάνοντες οἴνῳ καὶ τροχίσκους ἀναπλάττοντες . ἔστι δὲ
τὴν κοινὴν συνήθειαν παράτυπα , ὡς καὶ παραχαράκται οἱ κακῶς κόπτοντες τὰ νομίσματα λέγονται . παρ ' Ἀθηναίοις καὶ παράσημοί
6008998 συροντες
πάλιν ἐς Ῥώμην ἐπρέσβευον οἱ Σαυνῖται , νεκρὰ σώματα ἀνδρῶν σύροντες , ὡς αἰτίους τοῦδε τοῦ πολέμου γεγονότας ἀνῃρηκότες ,
' ἄλλοι ἀσκοὶ ἐπαντέλλουσι καὶ ἀνδύνουσι θαλάσσης , βριθὺ πέλωρ σύροντες : ὁ δ ' ἕλκεται οὐλόμενος θὴρ οὐκ ἐθέλων
6008049 πιτταν
πόλις ἐνταῦθα Μαμέρτιον καὶ ὁ δρυμὸς ὁ φέρων τὴν ἀρίστην πίτταν τὴν Βρεττίαν , ὃν Σίλαν καλοῦσιν , εὔδενδρός τε
μάγειρον . ἀπείρητο γὰρ ὑπ ' Ἀθηναίων ἐξάγειν ξύλα καὶ πίτταν . εἶχον γὰρ οἱ Λακεδαιμόνιοι τριήρεις . κενῇ τῇ
6006747 πλησιαζοντες
τοὺς δὲ ἐλαύνοντες , παρθένοις δὲ καὶ μειρακίοις καὶ γυναιξὶ πλησιάζοντες αἷς ἂν ἐθέλωσιν , ἑστιάσεων δὲ καὶ εὐωχιῶν τῶν
ἀτόμῳ οὐσίᾳ τῇ μάλιστα οὐσίᾳ δειχθείσῃ : ὡς γὰρ οἱ πλησιάζοντες τῷ πυρὶ μᾶλλον θερμαίνονται καὶ οἱ πλησίον τῆς μονάδος
5991058 φυλαττομενοι
ἐξάπτονται φλόγες ἀπ ' αὐτοῦ . οἱ μὲν οὖν ἔμπειροι φυλαττόμενοι τὸν ξυλισμὸν ποιοῦνται , τοῖς δὲ πολλοῖς κίνδυνός ἐστι
ἀνατείναντεϲ , ὡϲ εἴρηται , πτερυγοτόμῳ τὸ ὅλον ἀποδέρουϲι πτερύγιον φυλαττόμενοι τοῦ κερατοειδοῦϲ ἅψαϲθαι χιτῶνοϲ . μετὰ δὲ τὴν χειρουργίαν
5988935 συντριψαντες
δόρασι , καὶ διὰ τὴν πυκνότητα τῶν πληγῶν τὰ πλεῖστα συντρίψαντες , εἰς τὸν ἀπὸ τῆς μαχαίρας ἀγῶνα κατήντησαν .
μεγάλων κατέδυσαν πεντήκοντα , τῶν δὲ μακρῶν ἐβύθισαν ἑπτακαίδεκα , συντρίψαντες δὲ τρισκαίδεκα ἀχρήστους ἐποίησαν . μετὰ δὲ ταῦτα οἱ
5987192 ὠνουμενοι
τιμῶντες τὸ θεῖον θύουσι ταῦτα καὶ ἀνάπτουσιν , ἀλλ ' ὠνούμενοι τὴν δίκην , ἣν οὐ ξυγχωρεῖτε αὐτοῖς δικαιότατοι ὄντες
ἐστι τὸ πλῆθος , ὅθεν οἱ πλείους τῶν βαρβάρων λαμβάνουσιν ὠνούμενοι τοὺς ἅλας καὶ τῶν Ἑλλήνων καὶ Σκυθῶν οἱ Χερρόνησον
5986885 παιομενοι
Μάρδοι ἑκατέρωθεν ἤδη ἀμφίβολοι γιγνόμενοι , καὶ ὑπὸ τῶν ἀναβαινόντων παιόμενοι καὶ ὑπὸ τῶν κατὰ νώτου ἐπιθεμένων ὠθούμενοι , ἀπέθνησκον
καὶ διεφθείροντο , οἱ δὲ περὶ τὰς κλίμακας ὠθούμενοι καὶ παιόμενοι ἀπέθνῃσκον , οἱ δὲ καὶ καταπατούμενοι ὑπ ' ἀλλήλων
5986822 ὀρνιθες
θαλάττῃ ἐπικρέμασθαι , ὀπωρίζουσί τε προσπετόμενοι θαλάττιοί τε καὶ ἠπειρῶται ὄρνιθες : τὴν γὰρ ἄμπελον ὁ Διόνυσος παρέχει κοινὴν πᾶσι
αὐτοῖς ἐκ πατρὸς καὶ μητρὸς γεγονέναι , οἷς ἑπόμενοι καθάπερ ὄρνιθες ἀγέλην μίαν ποιήσουσι , πατρονομούμενοι καὶ βασιλείαν πασῶν δικαιοτάτην
5985022 ἰχθυες
: διαλέγεται δὲ αὐτῷ καὶ τὰ δένδρα , καὶ οἱ ἰχθύες , ἄλλο ἄλλῳ καὶ ἀνθρώποις ἀναμίξ : καταμέμικται δὲ
τοῦ οὐρανοῦ , καὶ ἄνθρωποι νομὸν ἐν θαλάσσῃ ἕξουσι καὶ ἰχθύες τὸν πρότερον ἄνθρωποι , ὅτε γε ὑμεῖς , ὦ
5983691 χαλινοι
χαλινοί . διάδετοι ] διὰ τῶν γενύων τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν
πολλοὶ καὶ ῥυτὰ καὶ κλίναι καὶ θρόνοι κατάκοσμοι καὶ ἵππων χαλινοὶ καὶ προστερνίδια καὶ ἐπωμίδια , πάντα ὁμοίως διάλιθα καὶ
5982422 θεραπευουσιν
δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ βασκανίας ἀπελαύνουσιν . συνεχῶς δὲ ἐσθιόμενοι ἐπιληπτικοὺς θεραπεύουσιν . Ἵππουρος ἰχθὺς ὃν ἔνιοι ἄνθρωποι κορυφαῖον καλοῦσι .
; Ἥνπερ , ὦ Σώκρατες , οἱ δοῦλοι τοὺς δεσπότας θεραπεύουσιν . Μανθάνω : ὑπηρετική τις ἄν , ὡς ἔοικεν
5977203 ἐπεβαλλον
ᾧ ἔκρυψαν τὰ ἑαυτῶν βρέφη , ὀρύσσουσι τὴν γῆν ἣν ἐπέβαλλον , καὶ κινουμένους ἤδη τοὺς νεοττοὺς καὶ ἕπεσθαι δυναμένους
διακρίνοντες καὶ δοκιμάζοντες εἰ πολῖταί εἰσιν ἢ ξένοι ἐδέχοντο καὶ ἐπέβαλλον , ὡς Δημοσθένης ἐν τῷ Πρὸς Εὐβουλίδην [ ]
5973128 ἱλαροι
οἱ φύϲει ὀργίλοι , ὀξύθυμοι , ῥέκται , εὐμαρέεϲ , ἱλαροί , παιδιώδεεϲ : ἀτὰρ καὶ οἷϲι ἐϲ ἐναντίην ἰδέην
, στυγνοί εἰσι καὶ κατηφεῖς , οἱ δὲ τὰ εἰρηνικὰ ἱλαροί . τίλλονθ ' ἑαυτὸν : τίλλειν ἑαυτὸν λέγεται τὸ
5971541 μυρμηκες
τῆς ψάμμου τὴν ταχίστην ἐλαύνουσι ὀπίσω : αὐτίκα γὰρ οἱ μύρμηκες ὀδμῇ , ὡς δὴ λέγεται ὑπὸ Περσέων , μαθόντες
ὁ Εὔριπος ταῖς ἑβδόμαις οὐ στρέφεται . καὶ ὅτι οἱ μύρμηκες ταῖς νουμηνίαις ἀναπαύονται . Οἱ Δελφοὶ δὲ λέγουσιν ὅτι
5968116 ὀνοι
τε τὸν πόρον ἐγχυματιστέον ἔλαιον ᾧ ἐναφήψηται γῆς ἔντερα ἢ ὄνοι οἱ ὑπὸ τὰς ὑδρίας ἢ ἀράχναι . ἐγχυματιστέον δ
τῇ κυήσει νοσῆς βρέφος : κιλλαγκτὴρ ὁ ὀνελάτης : κίλλοι ὄνοι τὸ ἑρμὸς ἐκ τοῦ εἵρω γεγονὸς τοῦ τάσσω ἐν
5952750 ἐπηγον
δὲ ἐς Κυρήνην διέβαλε μετὰ στρατιᾶς εἰς ἑξακισχιλίους συντελούσης : ἐπῆγον δὲ αὐτὸν τῶν ἐκ Κυρήνης καὶ Βαρκαίων οἱ φυγάδες
. Τὰς μὲν οὖν αἰτίας τῆς τῶν γενῶν φιλονεικίας ἀλλήλοις ἐπῆγον : Ῥωμαῖοι μὲν χαλεπῶς φέροντες , ὅτι τοὺς Ὁμηρίτας
5950054 ἱπποται
μὲν οὖν μαχηταὶ πάντες τῇ φύσει , κρείττους δ ' ἱππόται ἢ πεζοί , καὶ ἔστι Ῥωμαίοις τῆς ἱππείας ἀρίστη
μὴ ἰδοίατο οἱ Πέρσαι ἐξορμωμένους καί σφεας ἑπόμενοι ταράσσοιεν οἱ ἱππόται : ἀπικομένων δὲ ἐς τὸν χῶρον τοῦτον , τὸν
5948720 εὐχομενοι
εἰκαιοτέρων ἐκτρεπόμενοι πολὺν ὅμιλον θεωρίᾳ τῶν τῆς φύσεως σχολάζουσιν , εὐχόμενοι μέν , εἴ πως ἐνῆν , ἐπανορθώσασθαι τὸν βίονκοινωφελὲς
Πολύ γε . Τοῖς δὴ θεοῖς , ὦ Πρώταρχε , εὐχόμενοι κεραννύωμεν , εἴτε Διόνυσος εἴτε Ἥφαιστος εἴθ ' ὅστις
5943884 ἀγριοι
κρυπτοῖς ὑποκάθηνται λοχῶντες : ἡμέρας μὲν οὖν οὐ προσίασιν οἱ ἄγριοι : νύκτωρ δ ' ἐφ ' ἕνα ποιοῦνται τὴν
στερεοὶ τὰ κέρατα , πλατεῖς τὰ μέτωπα , τὸν θυμὸν ἄγριοι , φοβεροὶ τὸ μύκημα , καταπληκτικοὶ καὶ ζηλότυποι ,
5942784 ἀποκτεινουσι
καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι , θηραθέντα δὲ ἀποκτείνουσι , καὶ πρὸς τὴν εἵλην κρεμῶσι τριάκοντα ἡμερῶν .
δυνάμενοι . οἳ δὲ τὴν χελιδόνα αἰδοῖ τῆς μουσικῆς οὐκ ἀποκτείνουσι , καίτοι ῥᾳδίως ἂν αὐτὴν τοῦτο δράσαντες : ἀπόχρη
5940636 ἐσθιουσιν
κεστρέας ἤτοι τὰ γομφάρια τρυπῶντες σχοίνῳ πιπράσκουσι καὶ ὠνοῦνται καὶ ἐσθίουσιν οἱ βουλόμενοι . σχοῖνος δὲ εἶδος φυτοῦ ἤτοι τὰ
τινὲς δὲ καὶ ἀνθρώπων σάρκας , ὡς ἔφην , ἀδιαφόρως ἐσθίουσιν , ὅπερ ἀνίερον παρ ' ἡμῖν εἶναι νενόμι -

Back