, μετρίως ξηρῶν ὄντων τῶν ξύλων ὑγρότητός τέ τινος οὐκ ἐπιδεῶν . ἡ γὰρ αὐτὴ τῆς ὥρας εὔκαιρος καὶ μηνὸς
, μετρίως ξηρῶν ὄντων τῶν ξύλων ὑγρότητός τέ τινος οὐκ ἐπιδεῶν . ἡ γὰρ αὐτὴ τῆς ὥρας εὔκαιρος καὶ μηνὸς
6220028 καθαιρηται
μέλι ἐπιχέων πουλύ : καὶ ἕως μὲν ἂν τὸ αἷμα καθαίρηται , καὶ ὀδύναι ὀξέαι ἔχωσι , καὶ ὀλίγον διαλείπωσι
τὸ φάρμακον ἐφ ' ἑκάστῃ προσθέσει , μέχρις ὅτου ὕφαιμα καθαίρηται : ὅταν δὲ τοιαῦτα καθαρθῇ , πεπαύσθω . Διαιτῇν
6160200 τοξαρια
τῶν θηκαρίων αὐτῶν , κασσίδας ἐχούσας ἄνωθεν τουφία μικρά , τοξάρια κατὰ τὴν ἑκάστου ἰσχὺν καὶ οὐχ ὑπὲρ αὐτήν ,
ἐκ περισσοῦ ἐπιφέρεσθαι τὸν στρατηγὸν ἄρμα διὰ βασταγῆς καὶ μάλιστα τοξάρια καὶ σαγίττας , ἵνα τοῖς ὡς εἰκὸς ἀστοχοῦσιν ὅπλοις
5952364 καμνοι
κινέον αὐτὸ κατ ' ἄμπαυσιν διακοσμάσιος . εἰ δέ γε κάμνοι καὶ ἀμπαύοιτο τὸ κινέον , φθαρτὸν καὶ γενητὸν ὑπάρχον
πρὸς ἐκεῖνον τὰ αὐτὰ ταῦτα δρᾷ . ὁπότερος δὲ ἡμῶν κάμνοι τὸ σῶμα , ἐκείνου αὖ οὐκ ἀπαλλάσσεται . εἰ
5910498 ἐπισχετω
: ὅταν ἑορτάζηι λεώς , τῆς σῆς σφαγῆς ἄποιν ' ἐπισχέτω ξίφος δέρηι πρὸς ἀνδρὸς αἷμά τ ' ἐξανιέτω ,
σοῦ ἀρέσκομαι . καί σε μήτε νὺξ μήθ ' ἡμέρα ἐπισχέτω ὥστε ἀνεῖναι πράσσειν τι ὧν ἐμοὶ ὑπισχνῇ , μηδὲ
5856486 ἀντις
Εἰ μέντοι ἐν τῷ παρεκτείνεσθαι τοὺς ὑπερκεραστὰς βουληθῶσι καὶ οἱ ἀντὶς ὁμοίως παρεκτείνεσθαι ἑαυτούς , δεῖ εὐθέως κατ ' αὐτῶν
τρίχας χρήσιμόν ἐστιν . Εἰς μονομαχίαν μετὰ σκουταρίων καὶ βεργίων ἀντὶς ἀλλήλων , εἰς τὸ ῥῖψαι μήκοθεν βηρύτταν καὶ μαρτζοβάρβουλον
5818396 τεφρωδη
ὅταν λεανθείσῃ ἐπιχυθῇ ποσὸν ἐλαίου : τὴν δὲ λεπτὴν καὶ τεφρώδη καὶ ἄτηκτον φαύλην ἡγητέον . δύναμιν δ ' ἔχει
ὁ δὲ νοῦς οὕτως : ὁ δὲ Ζεὺς πυρφόρον καὶ τεφρώδη κεραυνὸν προσέρρηξεν ἀμφοτέροις , ὁμοῦ δὲ ἐκαίοντο ἐρημωθέντες .
5818158 ὀθονια
καὶ ἀνακωχεύειν : τὸ ἐν πελάγει χειμῶνος ὄντος συστείλαντας τὰ ὀθόνια σαλεύειν : σημαίνει καὶ τὸ ἀναχωρεῖν οἱονεὶ ἀναχωρεύειν ,
τάξιν δευτέραν , ἐν Καρκίνῳ κατὰ τρίτην . Ἐν Αἰγοκέρωτι ὀθόνια καὶ ἔρια εἰς μετάπρασιν ὠνεῖσθαι : ἄμεινον ἐν Κριῷ
5727575 ἐπιχεων
καὶ τὸ εὐφόρβιον λειοτριβήσας ἐπίπαττε κατὰ μικρὸν καὶ πάλιν λείου ἐπιχέων τὸ αἰγείρινον ἔλαιον ἕως συστάσεως μήτε παχείας πάνυ μήτε
αὐτῶν τὰς ἀρετὰς τῇ εὐωχίᾳ , καθάπερ ἔλαιον πῦρ , ἐπιχέων τῇ ψυχῇ συμμέτρως , μὴ τελείως σβεννὺς αὐτῆς τὸ
5720956 ζαβας
σφενδοβόλα καὶ μαρτζοβάρβουλα : τοὺς δὲ ἐπιλέκτους τῆς ἀκίας καὶ ζάβας , εἰ μὲν ἀπαντᾷ , ὅλους , ἐπεὶ κἂν
αὐτούς , ἵνα ἐν τῷ ὁπλισθῆναι αὐτοὺς καὶ φορεῖν τὰς ζάβας καὶ τὰ τοξάρια , ἐὰν ὡς εἰκὸς συμβῇ βροχὴν
5710838 παραμισγων
ἐπιχέας , βρέχειν τέσσαρας ἡμέρας : καὶ προνηστεύσας πινέτω μέλιτι παραμίσγων τὸ ὕδωρ κατὰ τρεῖς κυάθους : ἐν τούτῳ κάθαιρε
γάλα βόειον , εἴτε καὶ αἴγειον , τρίτον μέρος μελικρήτου παραμίσγων , πινέτω δὲ τοῦ γάλακτος χοέα : μετὰ δὲ
5701694 σιτιοισιν
ἐκ τοῦδ ' ὄρνεον . ὥστ ' οὖν ἐσθίων τοῖς σιτίοισιν ἥδομαι . ἅπαντα δ ' εἶναί μοι δοκεῖ ῥοδωνιὰ
καὶ ὀῤῥὸν τὴν ὥρην καὶ γάλα ὄνου πιπίσκειν , καὶ σιτίοισιν ὡς μαλθακωτάτοισι χρῆσθαι καὶ ψυχροῖσιν , ἀπεχόμενον τῶν δριμέων
5659656 ποιεετω
μασχάλην : αὐτὸς δὲ ἑωυτὸν ὑψηλότερον ἐπὶ τοῦτον τὸν ὦμον ποιεέτω , ἢ ἐπὶ τὸν ἕτερον : τοῦ δὲ κρεμαμένου
τριήκοντα ἡμέρῃσιν , εἰ θανάσιμον ἢ οὔ . Ταῦτα μὲν ποιεέτω , ὁκόταν αἱ τριήκοντα ἡμέραι παρέλθωσιν . Ἐν δὲ
5639472 ἐᾳν
καὶ πλήσας τὴν βάλανον καὶ ἐς τὸν ἀρχὸν ἐμβαλὼν , ἐᾷν ἄχρις οὗ ἡ στυπτηρίη ὑγρὴ γένηται : τὸν δὲ
τὴν Ἀττικὴν κατατρέχειν ἐᾷν ; Λακεδαιμονίους προδιδόναι τὴν γῆν ; ἐᾷν ὥσπερ ἀστρατήγους τοὺς τῶν Ἑλλήνων προστάτας ; καὶ τίς
5633183 μαλθακῳ
ἐμβάλῃς δριμύ , καὶ ἐπιθῇς αὐτὰ θερμοσποδιᾷ , ἢ πυρὶ μαλθακῷ , τουτέστιν ἐπ ' ἀνθρακιάν : καὶ ἐὰν ὀλίγον
ἄκρον αὐτῆς ἐπικάμψας τὸ ἁπαλὸν , κατειλίξας αὐτὸ ἐν εἰρίῳ μαλθακῷ , καθορῶν ἐς τὴν φάρυγγα , τὸ σίαλον ἐκκαθαίρειν
5581813 ἀκμαια
πλουσίων : πλούσιος γὰρ οὗτος ἐν Κορίνθῳ . Ὑπεψηνισμένη : ἀκμαία πρὸς τόκον . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν σύκων τῶν διὰ
ἐντεθρυμμένος ἢ τυρός . ἀμολγαίη : ἀντὶ τοῦ κρατίστη , ἀκμαία : τὸ γὰρ ἀμολγὸν ἐπὶ τοῦ ἀκμαίου τίθεται .
5562553 παυηται
κεφαλὴν , καὶ ἐπὴν ἥ τε ὀδύνη καὶ τὸ ῥεῦμα παύηται , σελίνου χυλὸν ἐς τὰς ῥῖνας ἐνστάζειν , καὶ
διὰ τὸ φλεγμαίνειν ὁ πυρετὸς ἔχει : καὶ ἢν μὴ παύηται , τρέφειν , καὶ φλεγμαίνειν ποιέειν : καὶ ἢν
5558004 ῥαγῃ
. Καθαίρονται δὲ ἐν τεσσαράκοντα ἡμέρῃσιν ἀφ ' ἧς ἂν ῥαγῇ , πολλοῖσι δὲ καὶ ἐνιαυσίη γίνεται ἡ νοῦσος :
τι τῶν φλεβίων σπασθὲν ῥαγῇ , ἢ σπασθῇ μὲν , ῥαγῇ δὲ μὴ παντελῶς , ἀλλὰ σπάδων ἐν αὐτῷ γένηται
5531904 ἀποπεσῃ
ὀλίγον βλαστάνειν . Ἕκαστον δὲ τῶν σπερμάτων , ἐὰν ἁδρυνθέντα ἀποπέσῃ , διαμένει πρὸς τὴν ὥραν τὴν ἑαυτοῦ καὶ οὐ
δέ σοι φαίνηται τούτων γενομένων πεπαῦσθαι τὸ σηπόμενον , ὅπως ἀποπέσῃ θᾶττον ἡ ἐσχάρα , τῷ κεφαλικῷ καλουμένῳ φαρμάκῳ μετὰ
5469311 ἀνεστελλον
εἶναι σφίσι , καὶ ἅμα προσέβαλλον τῷ τείχει . ἀλλὰ ἀνέστελλον αὐτοὺς οἱ τοξόται οἱ ἀμφὶ τὸν Νέαρχον , ἐξ
τῶν πολεμίων οἳ εὔζωνοι κατατρέχοντες τοῖς λίθοις ἔβαλλον . τούτους ἀνέστελλον οἱ τοξόται καὶ πελτασταί . οἱ δ ' ἄλλοι
5464846 ἀναταραχθῃ
, θολερὰ , οἷα γίγνεται ἐκ τῶν καθισταμένων , ὅταν ἀναταραχθῇ κείμενα χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ
οὖρον θολερὸν , οἷον ἐκ τῶν καθεστηκότων γίγνεται , ὅταν ἀναταραχθῇ : πυρετὸς ὀξύς : πάντα παρέκρουσεν : οὐκ ἐκοιμήθη
5457529 φορμων
: ὠφελοῦνται καὶ ἁλῶν ἐμβαλλομένων . ἵνα δὲ εἰς πλέξιν φορμῶν καὶ σπυρίδων λευκοί τε καὶ ἐπιτήδειοι ὦσιν οἱ θαλλοί
ἐμπίπτοντες δύνωσιν εἰς τὰ ὑπορύγματα : ἔπειτα ἔσωθεν ἀνταείρειν ἐκ φορμῶν πληρουμένων ψάμμου καὶ λίθων ἐκ τῶν ὑπαρχόντων ἔρυμα ,
5457517 παρελαυνειν
ἱππέων ἴοιεν : τοὺς δ ' ἄλλους εἰς τὸ πρόσθεν παρελαύνειν ἐκέλευσεν , ὅτι καὶ οἱ πολέμιοι ἐν τῷ πρόσθεν
ἀναπαύωνται ἢ ἐπίσχωσι τῆς πορείας , ἐνετείλατο αὐτοῖς πρὸς αὑτὸν παρελαύνειν τινάς , ἵνα εἰδῶσι τὸ ἀεὶ καίριον . ἐκ
5454013 πινετω
, καὶ αὐτῇ προσάγων τῇ θηλῇ τὸ στόμα τοῦ ζώου πινέτω τὸ γάλα : βοηθήσειε δ ' ἂν καὶ τὸ
τεύτλου λιπαροῦ δύο τρυβλία ἐκφαγέτω ἄλφιτα παραπάσας : οἶνον δὲ πινέτω λευκὸν , ὑδαρέα , γλυκὺν καὶ νῦν καὶ μετὰ
5452251 ἐκτυφλουντα
στεφάνους ἴων , . . . . . , κονιορτὸν ἐκτυφλοῦντα . αὑτὸς δ ' ἀνὴρ πωλεῖ κίχλας , ἀπίους
ὀπώραν , στεφάνους ἴων , ῥόδων , κρίνων , κονιορτὸν ἐκτυφλοῦντα . αὑτὸς δ ' ἀνὴρ πωλεῖ κίχλας , ἀπίους
5450441 ἀφαιρεειν
ὁκόϲον ἂν ἐκ φλεβὸϲ πολλὸν ἐκρέῃ , τοϲόνδε ἐκ τῶνδε ἀφαιρέειν αἷμα : τόδε γὰρ τῆϲ προφάϲιοϲ ἡ τροφή ,
τῇϲι περιόδοιϲι παροξυνομένοιϲι μηδὲν διδόναι ἢ ἀναγκάζειν , ἀλλ ' ἀφαιρέειν τῶν προϲθεϲίων πρὸ τῶν κρίϲεων . ” καὶ “
5444874 πεπαλαιωμενον
οὐ μὴν ἀλλ ' ἐμβάλλειν γάρ μοι δοκεῖ καὶ οὕτως πεπαλαιωμένον βραχίονα . τί γὰρ ἂν δικαία μόχλευσις οὐ κινήσειεν
. σύφαρ δὲ † τὸ λίαν † γεγηρακὸς × καὶ πεπαλαιωμένον . σύφαρ καὶ λεβηρὶς τὸ τοῦ ὄφεως δέρμα ,
5431974 μελικρητου
ἀϲιτίηϲ ἔῃ : ψυχρὸν καὶ ξηρὸν λιμόϲ . διδόναι ὦν μελικρήτου παχέοϲ ἀκρητεϲτέρου καὶ πτιϲάνηϲ χυλοῦ ξὺν μέλιτι . τάδε
, εἶτα ψυχθέντος τὴν γρηῦν ἀφελεῖν , καὶ διηθήσας , μελικρήτου ὅσον τρίτον μέρος μῖξαι , ὅκως γλυκύτερον ἔσται :
5427104 ὑπολειπομενον
λέγεται τῆς ἠπείρου πλοῦν ἡμερῶν τεττάρων , τὸ δ ' ὑπολειπόμενον ἀνήκειν μὲν ἱστοροῦσιν εἰς τὸ πέ - λαγος ,
ἰσχναίνει δὲ διὰ τὴν κένωσιν , ὑγραίνει δὲ διὰ τὸ ὑπολειπόμενον ἐν τῷ σώματι τῆς συντήξιος τῆς ὑπὸ τοῦ πόνου
5424985 κουρσορας
ὡς ἕκαστον μέρος τοῦ ἐν αὐτῷ στρατοῦ εἰς τὰ ἄκρα κούρσορας , τὸ δὲ ὡς ἐν τῷ μέσῳ δηφένσορας .
ὅτε τοὺς κούρσορας δηφένσορας ποιεῖν , ὅτε δὲ τοὺς δηφένσορας κούρσορας , ὥστε πρὸς τὴν δοκοῦσαν χρείαν ἑτοίμους αὐτοὺς εἶναι
5413543 ἀρθῃ
τριηραρχῶν βιβλίον ἄγραφον ἐσφραγισμένον ἑκάστῳ ἔδωκε προστάξας , ἐπειδὰν ἀναχθέντων ἀρθῇ τὸ σημεῖον , τότε λύειν τὰ βιβλία καὶ μαθόντας
ϲπλῆνα καὶ ἧπαρ . τὸ μελίκρατον ἀνεπιτήδειον οἷϲ εἰϲ ὄγκον ἀρθῇ τὰ ϲπλάγχνα ϲκιρρούμενα καὶ οἰδιϲκόμενα καὶ φλεγμαίνοντα . οἱ
5413392 ἐμειτω
. Ἐμέτου λύσις , ὕδωρ θερμὸν διδόναι πίνειν , καὶ ἐμείτω . Ὅσα σφακελίζει , ἀπολαβόντα τὴν φλέβα ἑλκῶσαι καὶ
μέλι καὶ ὄξος , ἕως ἂν μεταρθῶσιν αἱ ὑστέραι , ἐμείτω , καὶ τὴν κλίνην πρὸς ποδῶν ὑψηλοτέρην κεῖσθαι ,
5403992 ἐπιδησαι
' ὧν ἐξισῶσαι θέλομεν τὴν γένυν ἢ ἀμφοτέρας τὰς παρειὰς ἐπιδῆσαι θέλομεν . διμερὴς φορβεά . Θέντες τὴν ἀρχὴν ἐπὶ
, ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν βρέγμα ἀνατρηθὲν δίχα θλίψεως ἐπιδῆσαι θέλομεν . ῥόμβος . Θέντες τὴν ἀρχὴν ὑπὸ τὴν
5401239 ἀλουτεετω
ἢν δὲ ἀσθενὴς ᾖ , ῥοφήματι ὡς ἐλαχίστῳ , καὶ ἀλουτεέτω : ἐπειδὰν δέ σοι καιρὸς δοκέῃ εἶναι , τῆς
λεπτόν : ἔπειτα ἐς ἑσπέρην σιτίοισιν ὀλίγοισι χρήσθω , καὶ ἀλουτεέτω καὶ περιπατείτω ἀπὸ τῶν σιτίων καὶ ὄρθρου , φυλασσόμενος
5398828 ψαλιδι
Ἄντυλλοϲ ῥαφαῖϲ πρότερον τριϲὶν ἢ τέτραϲιν τὸ περιττὸν διακεντήϲαϲ δέρμα ψαλίδι ἐπάκμῳ ἢ ϲμίλῃ τοῦτο μετὰ τὰϲ ῥαφὰϲ ἐξέτεμνε καὶ
τότε καὶ τοῖϲ ἐκτὸϲ ἐπιχειρεῖν . τινὲϲ δὲ τῶν νεωτέρων ψαλίδι αὐτοὺϲ ἀποκείραντεϲ ἢ ἱππείᾳ τριχὶ ἀποδήϲαντεϲ ἐθεράπευον , ὥϲπερ
5397238 κοχλακας
τῶν κατὰ γαστέρα δριμέων ῥευμάτων . χρὴ δὲ προαφεψημένῳ διαπύρους κόχλακας ἐμβάλλειν καὶ πάλιν ἑψεῖν ἠρέμα , μέχρις ἂν ἐκδαπανηθῇ
αὐτὸ μᾶλλον τῶν ἄλλων γενέσθαι γαστρός . εἰ δὲ καὶ κόχλακας ἐπεμβάλλοις ποταμίους πυρώσας τε καὶ ἀποτινάξας , ὥστε μὴ
5393407 μηδετερα
' αὑτήν . τὸ δὲ καὶ εἰ μὴ ποιοῦσι μηθὲν μηδετέρα αὐτῶν εἴρηκεν , οὐχ ὡς μηδενὸς ἐξ αὐτῶν γινομένου
ἐπεζεύχθωσαν αἱ ΑΗ ΔΘ , καὶ ἔστωσαν ἴσαι , καὶ μηδετέρα τῶν ΑΗ ΔΘ ἔστω κάθετος ἐπὶ τὴν βάσιν ,
5393293 ἰχωραϲ
ἐξομαλίϲομεν , ὑπηρέτου παρ ' ὅλην τὴν καῦϲιν ῥάκει τοὺϲ ἰχῶραϲ ἐκμάττοντοϲ , ἕωϲ τότε κατὰ βάθοϲ καίοντεϲ , ἕωϲ
ἔχοντοϲ ἐνειμένην πρὸϲ μὲν τὸ ἀπορρύψαι τοὺϲ κατὰ τὸν κόλπον ἰχῶραϲ μελικράτῳ ὑδαρεῖ , ὡϲ ἂν πίοι τιϲ , κλυϲτέον
5391654 ὑδαρεα
: οἶνον δὲ πινέτω λευκὸν Μένδαιον ἢ ἄλλον τὸν ἥδιστον ὑδαρέα . Ὁκόταν δὲ αἱ δέκα ἡμέραι παρέλθωσι , σιτία
ἀποσχετέον : ὕδατι δὲ ἐν τῷ τοιῷδε χρηστέον , ἢ ὑδαρέα καὶ κιῤῥὸν παντελῶς δοτέον οἶνον καὶ ἄοσμον παντάπασι ,
5389069 ἐμεετω
ἂν ἱδρῷ μάλιστα , καὶ ὁκόταν ἔμετος αὐτὸν ἔχῃ , ἐμεέτω προθύμως καταματτευόμενος πτερῷ : ἢν δὲ μὴ δύνηται ἐμέσαι
πτισάνης χυλόν : ἢν σφόδρα δὲ εὐημὴς ᾖ , καὶ ἐμεέτω : κλυσμὸς δὲ ἄριστος ὁ διὰ ναρκίσσου : προσθετὸν
5385908 ἐμβαλλειν
τῆς ἐμβολῆς : χαλεπώτερα μέντοι ἀεὶ τὰ μέγιστα τῶν ἄρθρων ἐμβάλλειν . Ἐκπίπτει δὲ κατὰ τέσσαρας τρόπους , ἢ ἄνω
λινοζώϲτει δὲ ξυνεψείϲθω καὶ ὄξοϲ παραχεέϲθω καὶ τοῖϲι δὲ χυλοῖϲι ἐμβάλλειν , εἴ ποι δέοι χυλῷ χρέεϲθαι πτιϲάνηϲ , εὔπνοον
5382951 πρῳ
' ἐγὼ σὲ σύνοιδα ἐπὶ μὲν κωμῳδῶν θέαν καὶ πάνυ πρῲ ἀνιστάμενον καὶ πάνυ μακρὰν ὁδὸν βαδίζοντα καὶ ἐμὲ ἀναπείθοντα
. . . . . ὃς δὲ πρῶτος ἐξεῦρεν τὸ πρῲ ' πιπίνειν ; πολλήν γε λακκοπρωκτίαν ἡμῖν ἐπίστας '
5372960 διαφαινηται
χρὴ διαγινώσκειν . Εἰ μὲν καὶ πῦόν τι τοῖς οὔροις διαφαίνηται , πρόδηλον τὸ αἴτιον : εἰ δὲ τοῦτο οὐκ
, ἵνα καὶ ἐν αὐτῷ τῷ φωνεῖν ἡ τεχνικὴ αὐτῆς διαφαίνηται δύναμις . δηλοῦσι δὲ ταῦτα οἱ εἰς κάλλος συντιθέμενοι
5369663 συγκομιζειν
κομίσασθαί τινα αὐτόν . θ κομιστέος ] τὸ κομίζειν καὶ συγκομίζειν ἐπὶ κακοῦ : καλῶς δὲ ἔθηκε τόν τε καρπὸν
, πάντων δὲ μικρῶν καὶ μεγάλων ἔργων ἀνέχειν διείρηται , συγκομίζειν οὐ δυναμένοις τότε τὰ ἐπιτήδεια πρὸ μιᾶς ὁ θεὸς
5356066 ὀθονιοισι
πουλυχρονιωτέρη ἡ ἄλθεξις . Ἴησις μὲν οὖν ἡ αὐτή : ὀθονίοισι δὲ πλείοσι χρέεσθαι , καὶ σπλήνεσιν : καὶ ἐπὶ
ἄρθρων : ἐπὶ δὲ πάντα , μᾶλλον τοῖσι φλάσμασιν , ὀθονίοισι πλείοσι καὶ μαλθακωτέροισιν : πίεξις ἧσσον : προσπεριβάλλειν δὲ
5354139 καθεψηθῃ
καὶ τὸν χυλὸν ἕψε , ἕως ἂν τὸ τέταρτον μέρος καθεψηθῇ , καὶ τότε ἀπόθου εἰς ἄγγος κασσιτέρινον : χρῶ
ἐπίπλασσε καὶ ἕψει μαλακῷ πυρὶ ἐπὶ πλεῖστον , καὶ ὅταν καθεψηθῇ , ὁλμοκοπήσας ἐπιτίθει , μὴ λύων μέχρι τῆς τρίτης
5353491 περιχρισας
βαλὼν ἐν χύτρᾳ καινῇ , στῆσον εἰς κυθρόποδα , καὶ περιχρίσας πέριξ πηλῷ τετριχωμένῳ , καὶ ποιήσας τὸ πέριξ τοῦ
. ἄλλο . βάλανον ὀπίῳ ἐν χυλῷ τῆς θρίδακος τετηγμένῳ περιχρίσας εἰς δακτύλιον ἐντίθετι . [ Πρὸς διάῤῥοιαν γαστρός .
5346019 καμμυειν
ἡμιμόχθηρον . Κόρυδον , οὐ κορυδαλόν . Καταμύειν , οὐ καμμύειν . Καρατομεῖν : κεφαλοτομεῖν . Λάκαιναν γυναῖκα , Λακωνικὴν
στροβεῖ τὴν ψυχήν , ἴλιγγον αὐτῇ περιτιθεῖσα τὸν καλύπτοντα καὶ καμμύειν ἐκβιαζόμενον τὴν φύσει μὲν βλέπουσαν ὄψιν , ἐπιτηδεύσει δὲ
5345303 ὠμολινῳ
ἂν τόπον τυγχάνῃ ἐοῦσα ἡ ὀδύνη , καίειν δὲ τῷ ὠμολίνῳ . Ἀρθρῖτις νοῦσος ὅταν ἔχῃ , λαμβάνει πῦρ ,
οἷς θέμις . ὅτι χειρόμακτρον καλεῖται ᾧ τὰς χεῖρας ἀπεμάττοντο ὠμολίνῳ , ὃ Φιλόξενος ὁ Κυθήριος ἔκτριμμα ἐκάλεσεν . ὅτι
5341448 καβαλλαριοι
ἐστιν , ὅταν κατὰ καβαλλαρίων ἐστιν ἡ μάχη καὶ οἱ καβαλλάριοι πλείους μέν εἰσιν τῶν πεζῶν , ἰσόμετροι δὲ τοῖς
ὡς ἀπαράσκευος . Εἰ γὰρ πεζοὶ ὦσιν οἱ ἐναντίοι , καβαλλάριοι δὲ οἱ ἐπερχόμενοι , πρόδηλόν ἐστιν , ὅτι ἔβλαψαν
5339639 βλαστανῃ
ὁ καρπὸς ἀπὸ μεγάλης τῆς μήτρας πολὺς . Ὅταν δὲ βλαστάνῃ περιαιρεῖν τὰ ἄλλα πάντα πλὴν ὅσα καρπὸν ἔχει ,
ξύλων τὰ μὲν οὖν στρογγύλα καὶ ὅσα πρὸς φλοϊσμὸν ὅταν βλαστάνῃ : τότε γὰρ εὐπεριαίρετος ὁ φλοιός , ὃ δὴ
5334837 τιτρωσκωνται
τὸ μὲν πλάτος ἐχέτωσαν δίπηχυ , ἵνα μὴ οἱ ἐκπορευόμενοι τιτρώσκωνται μηδὲ κατὰ τὰς διόδους τὰ βέλη φερόμενα τὰς πυλίδας
γίνονται , ἵνα οἱ χωννύοντες ἐξ αὐτῶν τὰς τάφρους μὴ τιτρώσκωνται . αἱ δὲ κριοφόροι οὐδέτερον ἔχουσι τούτων ἐκ τοῦ
5328001 ἀπυρετος
δὲ ἑπτὰ ἡμέραι παρέλθωσιν , ἢ ὀλίγῳ πλείους , ἢν ἀπύρετος ᾖ , καὶ μὴ φλεγμαίνῃ τὸ ἕλκος , τότε
καὶ περὶ τῶν ἐχόντων ἕλμινθας μετὰ πυρετοῦ . Εἰ δὲ ἀπύρετος ὑπάρχει , μηκέτι τὸ ῥοδόμελι δίδου μήτε πέπονα εὐχερῶς
5325511 ἀρξηται
ἢν τό τε δάκρυον καὶ ἡ λήμη καὶ τὸ οἴδημα ἄρξηται ὁμοῦ γενόμενα . Ἢν δὲ τὸ μὲν δάκρυον τῇ
ὄρεξιν , εὐκράτῳ δεῖ κεχρῆσθαι πρότερον διαίτῃ , καὶ ἐπειδὰν ἄρξηται πέττεσθαι , τηνικαῦτα τῷ κάμνοντι συγχωρεῖσθαι λαμβάνειν τῶν ἠρέμα
5324921 προσθετα
ἐπέχειν . τὸ δὲ ὅλον ἅπαντα τὰ τοιαῦτα ποτήματα καὶ πρόσθετα δριμέας ὄντα | δυνάμεως ἐρεθίζει τὴν φλεγμονήν , οὕτω
δίαιτα μὲν ξηροτέρα ἁρμόζει καὶ πυρίαι ξηραί , φάρμακά τε πρόσθετα στύφοντα , ὑφ ' ὧν τὸ κεχηνὸς τοῦ στόματος
5323058 διαιρεισθω
ἐὰν δ ' ὑπόπυον γένηται τὸ τῆς ῥαφῆς διάστημα , διαιρείσθω τὸ ἐπὶ τῷ ὑγρῷ σῶμα , καὶ μετὰ τὴν
ὡς μηδὲν κολπίζεσθαι τοῦ πύου . τὰ μέντοι πλατέα ἀποστήματα διαιρείσθω , τὰ δ ' ἰσχυρῶς κυρτούμενα περιογκοῦται καὶ εἰς
5313978 φραττειν
, καὶ τὰ δρέπανα , ἵνα ᾖ τῆς ὕλης τέμνοντα φράττειν τὰ δεόμενα . Τὰ δὲ γένη τῶν κυνῶν διττά
καὶ σοφιστῶν θύρας καὶ σοφίᾳ πάσῃ τὴν οἰκίαν τὴν σεαυτοῦ φράττειν , ἐπεὶ δὲ ἔξωρος τούτων τυγχάνεις ὤν , τὸ
5310795 κλυσμῳ
τουτέων χρῆσθαι χρή . Κλύζε δὲ , ἢν δέῃ , κλυσμῷ πλέον ἢ δυσὶ κοτύλαις . Ὑποθυμιήσεις δέ ἐστι κεκομμένα
ὁκόταν δὲ ἐς τὴν ὀσφὺν βάρος ἥκῃ , κάτω κλύσαι κλυσμῷ , ἢ καθᾶραι φαρμάκῳ : ὁκόταν δὲ καθαρθῇ ,
5310261 λουσθαι
: ἐδόκεέ οἱ τὸν πατέρα ἐν τῷ ἠέρι μετέωρον ἐόντα λοῦσθαι μὲν ὑπὸ τοῦ Διός , χρίεσθαι δὲ ὑπὸ τοῦ
, ἀπολαῦσαι θύμων λαχάνων τε κάμπη , πρὸς τὸ μὴ λοῦσθαι ῥύπος , ὑπαίθριος χειμῶνα διάγειν κόψιχος , πνῖγος ὑπομεῖναι
5309891 μαλθακωτατοισι
ὑπὸ τὰς ῥῖνας τὰ κακώδεα : σιτίοισι δὲ χρήσθω ὡς μαλθακωτάτοισι καὶ ψυχροῖσι , καὶ τὸν οἶνον ὑδαρέα πινέτω λευκόν
ἐπιπινέτω : ἕως δ ' ἂν διαλείπῃ , σιτίοισιν ὡς μαλθακωτάτοισι χρήσθω . Πυρετὸς τεταρταῖος : τεταρταῖος πυρετὸς ὅταν ἔχῃ
5307645 κλαδευειν
τῆς χειρὸς ἀλύπως . τῆς δὲ αὐτῆς ἐμπειρίας ἐστὶ καὶ κλαδεύειν καὶ βλαστολογεῖν . διὸ ἐνίοτε οἱ ἔμπειροι καὶ τὸ
. τὰς δὲ ὑπὸ πάχνης εὐκόλως ἀποκαιομένας ἀμπέλους βραδύτερον χρὴ κλαδεύειν , ὅταν πρὸς βλάστην κινῶνται : οὕτω γὰρ βράδιον
5305274 φοσσατον
ἀπληκεύειν τὸν στρατὸν μὴ ἀναμεμιγμένως καὶ ἀτάκτως εἰσέρχεσθαι εἰς τὸ φοσσάτον , ἀλλ ' , εἰ μὲν ἐχθροὶ ἐγγίσουσι καὶ
φθάσουσιν αἱ ἅμαξαι , ἵνα μὴ ἐμβραδύνωσιν , τὸ μὲν φοσσάτον καταλιμπάνειν ἐν ὀχυρῷ τόπῳ , παραλαμβάνειν δὲ τοὺς πεζοὺς
5300205 μειωθησεται
αἰγιαλοὺς εἴωθεν ἀποβράττεσθαι . εἰ δὴ μειοῦται ἡ θάλαττα , μειωθήσεται μὲν καὶ ἡ γῆ , μακραῖς δ ' ἐνιαυτῶν
ἀποβράττεσθαι . . . Εἰ δὲ μειοῦται ἡ θάλαττα , μειωθήσεται μὲν ἡ γῆ , μακραῖς δ ' ἐνιαυτῶν περιόδοις
5291968 μηλης
τῆς πρώτης , καθήσομεν τὸν δάκτυλον ἢ τὸ πλατὺ τῆς μήλης , κἄπειτα διελοῦμεν οὕτως . εἰ δὲ μὴ πλάγιον
χρώμενος , ἐφ ' ὅλου τοῦ ἕλκους ἐπικυλιομένου τοῦ τῆς μήλης πυρῆνος . ἔξωθεν δ ' ἀρκεῖ μότος ἤτοι ξηρὸς
5288872 ὑποκεφαλαιον
ἐπὶ μὲν τὸ ὕβωμα ἐπιτεθείη τρύχιον πολύπτυχον ἢ μικρὸν σκύτινον ὑποκεφάλαιον . ὡς ἐλάχιστα μὴν ἐπικεῖσθαι συμφέρει , μόνον προμηθευόμενον
' ἐκορέσσατο φορβῆς . σειρῇ : τῷ ἱμάντι . σκύτινον ὑποκεφάλαιον : δερμάτινον προσκεφάλαιον , ὅπερ καὶ πούλβιον . σίναιτο
5285390 ὑπτιῳ
τὴν ὀσφύν * * * * κατακλιτέον δὲ αὐτὴν ἐν ὑπτίῳ τῷ σχήματι , συνηγμένων μὲν τῶν ποδῶν , διεστώτων
τὰς πλευρὰς προσδεδεμένος ἔστω μαλθακῷ τινι : πάντα δὲ ταῦτα ὑπτίῳ κατακειμένῳ κατασκευασθήτω , ὡς ὅτι ἐλάχιστον χρόνον κρέμηται .
5276438 ἀσφαλεστερας
τοῦ ζῆν ξύμπαντα χρόνον νομοθετεῖν ἡδονὰς οὐδὲν τῶν θαλαττίων ἐκείνων ἀσφαλεστέρας : μήπω γάρ τις ἡμᾶς πειθέτω λόγος , ὡς
μηδὲ ἐφίεσθαι τῶν ἄκρων ἀναμαρτήτους ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ ἀσφαλεστέρας διαμένειν , τὰ δὲ μεγάλα ἐπισφαλῆ δι ' αὐτὸ
5272552 λογαδην
καὶ ἀσφαλέστατον καὶ τῶν πώποτε φρουρίων ὀνομαστότατον λίθοις τε μεγίστοις λογάδην ξυντεθειμένοις ἐξειργασμένον σιδήρῳ τε πολλῷ καὶ μολύβδῳ τοῖς γόμφοις
: καὶ γάρ τι καὶ ἔρυμα αὐτόθι ἦν παλαιὸν λίθων λογάδην πεποιημένον , ὃ ἐνόμιζον σφίσιν ὠφέλιμον ἂν εἶναι ,
5252668 ἀπεδον
. . . ἄπυστοι : οἱ Ἀθηναῖοι . . . ἄπεδον : τὸ ὁμαλόν : Θουκυδίδης : καὶ κατέβησαν εἰς
. ἐκεῖ μὲν γὰρ τὰ ὄρη διαστήσας Θετταλίαν ἐποίησε γῆν ἄπεδον ἐκ λίμνης ἐξιεὶς κατὰ ῥεῦμα τὸν Πηνειὸν , ἐνταῦθα
5247199 καθεφθον
τῶν πυρετῶν κἀν ταῖϲ ἀναλήψεϲι παραμενούϲηϲ τῆϲ ἀνορεξίαϲ καὶ ϲίϲαρον κάθεφθον μετ ' ὀξυμέλιτοϲ καὶ θριδακίνη καὶ ἁλμάδεϲ ἐλαῖαι καὶ
τεῦτλα ἡδύτατα ἐσθιέτω : ἔπειτα μετὰ ταῦτα σκύλακα ἢ ὀρνίθιον κάθεφθον ποιήσας , τοῦ ζωμοῦ ῥοφεέτω , καὶ τῶν κρεῶν
5244661 ἀκρητεστερον
τρώγειν καὶ αὐτὸν τὸν χυλὸν ῥοφέειν , καὶ τὸ πόμα ἀκρητέστερον πίνειν : ὄψοισι δὲ χρῆσθαι πουλυποδίῳ ἑφθῷ , ἢ
ἑφθὸν τετριμμένον : οἶνον δὲ πινέτω αὐστηρὸν , μέλανα , ἀκρητέστερον κατ ' ὀλίγον , καὶ ἡσυχίην ἐχέτω ταύτας τὰς
5243994 παλαιστων
ἐν τῷ κυλίειν τὴν κόπρον . ὁμοῦ μὲν ὡς τῶν παλαιστῶν ἀδηφαγούντων , ὁμοῦ δὲ τῷ ἐπιφερομένῳ οἰκείως τῶν παλαιστῶν
κονίσαι , τουτέστι νικῆσαι : κονιορτοῦνται γὰρ οἱ νικώμενοι τῶν παλαιστῶν . οὕτω Μεθόδιος . . . . ἀκοῦμαι καὶ
5234730 παραχεαι
ἀπ ' ἐρεβίνθων λευκῶν , μέλι δὲ χρὴ τῷ χυλῷ παραχέαι , τούτῳ δὲ χρεέσθω , καὶ ἐκπιέτω δύο κοτύλας
ἐν θυείῃ : ἢν δὲ τὸ κλύσμα παχύτερον ᾖ , παραχέαι οἴνου τοῦ αὐτοῦ πρὸς τὸ πάχος τεκμαιρόμενος : ἐν
5228738 κλαῃς
; Ἡμεῖς φράσομεν . Λέγε δὴ ταχέως , ἵνα μὴ κλάῃς . Ἀκροῶ δή , καὶ τὰς χεῖρας πειρῶ κατέχειν
λύχνος παρ ' Ἀττικοῖς ὁ πολὺ ἔλαιον ἀναλίσκων . ἵνα κλάῃς : καλεῖ τὸν παῖδα πλησίον ἐλθεῖν τῆς κλίνης ,
5228284 ὑελουν
καὶ ἐπιβάλλειν τὰ ξηρὰ καὶ ἀναλαβόντα μέλιτι καλλίϲτῳ ἀποτίθεϲθαι εἰϲ ὑελοῦν ἢ μολιβοῦν ἀγγεῖον . Οὗτοϲ ὁ τρόποϲ κοινόϲ ἐϲτι
τῶν ἀρχαίων , ἵνα μὴ κολληθῇ ὁ ἀρσένικος εἰς τὸ ὑελοῦν κυθρίδιον , ὅπερ ὑελοῦν κυθρίδιον ἀσύμποτον Ἀφρικανὸς ἐκάλεσεν .
5226818 παραχεων
οὐ τρέχων σὺ τὰς τραπέζας ἐκφέρεις ; ἐγὼ δὲ λίτρον παραχέων ἔρχομαι . κἀγὼ δὲ παρακορήσων . σπονδὰς δ '
πυρέσσουσιν ἐν μελικράτῳ , τοῖς δ ' ἄνευ πυρετῶν οἴνου παραχέων . ἡ δὲ κέγχρος καὶ ἡ μελίνη τριβομένη μάλιστα
5226379 ὑπακουῃ
πρὸ τροφῆϲ ὕϲϲωπον πίνειν ἢ πήγανον . ἐὰν δὲ μὴ ὑπακούῃ , πάλιν δοτέον τὸ διὰ τῆϲ ϲκαμμωνίαϲ καὶ τοῦ
, ἐὰν καὶ τὰ τῆς ἡλικίας συνᾴδῃ καὶ ἡ δύναμις ὑπακούῃ . τέτανος δὲ καὶ ὀπισθότονος καὶ ἐμπροσθότονος περὶ τὰ
5223642 ἐπιπινειν
πίνειν , καὶ πτισάνης χυλὸν δὶς τῆς ἡμέρης , καὶ ἐπιπίνειν οἶνον λευκὸν ὑδαρέα : ᾗ δ ' ἂν ὀδύνη
ῥοφάνειν δὲ χυλὸν πτισάνης μέλι ὀλίγον παραμίσγων , καὶ οἶνον ἐπιπίνειν λευκὸν οἰνώδεα : ἐπὴν δὲ δέκα ἡμέραι παρέλθωσιν ,
5213051 βαρυνοιτο
τὴν ὥραν σκοπεῖν χρὴ ἐν τίνι μάλιστα καιρῷ τοῦ παροξυσμοῦ βαρύνοιτο μεγάλως ὁ κάμνων . εἰ μὲν γὰρ κατὰ τὴν
παρ ' οὐδέτερα ᾖ : ἐπίθετα δέ , εἰ μὲν βαρύνοιτο , εἰς ου ἔχει τὴν γενικήν , εἰ δὲ
5212938 προστιθεσθω
καὶ σικύης ἐντεριώνην καὶ λιβανωτὸν μέλιτι μίξας , ἐν εἰρίῳ προστιθέσθω . Καθαρτήριον , ἢν ἐκ τόκου μὴ καθαρθῇ :
, καὶ ὁκόταν τὸ ὕδωρ ἀποῤῥυῇ , τοὺς μέλανας πεσσοὺς προστιθέσθω μαλθακτήριον , καὶ τῷ ἀνδρὶ ξυνευνάτω . Ἢν βούλῃ
5211105 βησσειν
Ἔστι δ ' οἷσιν ἀνώδυνός ἐστιν , ἕως ἂν ἄρξωνται βήσσειν : πολυχρονιωτέρη δὲ καὶ χαλεπωτέρη κείνης . Τὸ δὲ
δ ' ὅτε καὶ ἀνώδυνός ἐστιν , ἕως ἂν ἄρξηται βήσσειν , πολυχρονιωτέρη δὲ ἐκείνης καὶ χαλεπωτέρη . Τὸ δὲ
5208664 ἰσχεις
τοῦ ἄρρενος , ὥς φησι Ὀρειβάσιος , καὶ τούτου παλαιοτάτου ἴσχεις ] ἔχεις στρουθοῖο : ἤτοι τοῦ νεοττοῦ τῆς ὄρνιθος
ἀνύσαντες ἔργα . Φράζου μὴ πόρσω φωνεῖν : οὐ γνώμαν ἴσχεις ἐξ οἵων τὰ παρόντ ' οἰκείας εἰς ἄτας ἐμπίπτεις
5203829 ὀθονιοισιν
χεῖρα , ἢν δὲ κάτω , ὑπτίην . Ἴησις , ὀθονίοισιν . Ὅλη δὲ ἡ χεὶρ ὀλισθάνει ἢ ἔσω ἢ
, ἢν δὲ κάτω , ὑπτίην . Ἴησις δὲ , ὀθονίοισιν . Ὅλη δὲ ἡ χεὶρ ὀλισθάνει , ἢ ἔσω
5202660 κλιναντας
ἰσομετώπως , ὅταν καιρὸς γένηται τῆς ὑπερκεράσεως , ἐπὶ δόρυ κλίναντας αὐτούς , εἶτα , ὅσον ἀπαιτεῖ ἡ χρεία ,
τὸν δεξιὸν λόχον ἠρεμεῖν , τοὺς δὲ λοιποὺς ἐπὶ δόρυ κλίναντας προσάγειν ἐπὶ τὸ δεξιόν , ἔπειτα εἰς ὀρθὸν ἀποδιδόναι
5198217 προσπιπτοιεν
ἐπεὶ ἐν διαστήματι φέρονται αἱ προσπίπτουσαι ὄψεις , οὐκ ἂν προσπίπτοιεν συνεχεῖς πρὸς τὸ ΑΔ . ὥστε γένοιτο ἂν καὶ
ἀλλήλους ἠκροβολίσαντο : τῶν δὲ Λακεδαιμονίων οὐκέτι ὀξέως ἐπεκθεῖν ᾗ προσπίπτοιεν δυναμένων , γνόντες αὐτοὺς οἱ ψιλοὶ βραδυτέρους ἤδη ὄντας
5188567 ὑπερπετεις
ἥλιος , ὡς ἔφαμεν , βαδίζων ὄντα λοξόν πη μὲν ὑπερπετεῖς καὶ πλατείας ὁδοὺς βαδίζει τὰς ἄνω , ὅταν ἦι
. προσεμύθευον δ ' οἱ ἐπιχώριοι καὶ τοὺς ὄρνεις τοὺς ὑπερπετεῖς γενομένους καταπίπτειν εἰς τὸ ὕδωρ , φθειρομένους ἀπὸ τῶν
5185698 μελικρητον
ἐῤῥύη , κατὰ τὸ οὖς τὸ ἀριστερὸν πεσούσης : καὶ μελίκρητον χαλεπῶς κατέπινεν : ῥέγχος εἶχε : πνεῦμα πυκνὸν ,
ἔχῃ , λούειν θερμῷ ἑκάστης ἡμέρης , καὶ πίνειν διδόναι μελίκρητον ὑδαρὲς πολλὸν , καὶ ῥοφάνειν τὸν χυλὸν τῆς πτισάνης
5182136 ἀπεμεσῃ
χλιαροῦ κύλικα δικότυλον , οὕτως ἐμεέτω : καὶ ἤν τι ἀπεμέσῃ χολῆς ἢ φλέγματος , αὖθις τὸ αὐτὸ χρὴ ποιέειν
, πνίγουσι , καὶ ἐμεῖ πυκινὰ ὀξέα , καὶ ἐπὴν ἀπεμέσῃ , ῥήϊον ἴσχει ὀλίγον χρόνον : ἡ δὲ ὀδύνη
5172613 προκυπτειν
ἐὰν ἐκπληρωθῇ ἡ μήτρα ἐν τοῖς ἑπτὰ μησί , τότε προκύπτειν καὶ γεννᾶσθαι γόνιμα : ἐὰν δὲ προκύψῃ μὲν μὴ
μὲν ἐκπληρωθῇ ἡ μήτρα ἐν τοῖς ἑπτὰ μησί , τότε προκύπτειν καὶ γεννᾶσθαι γόνιμα : ἐὰν δὲ προκύψῃ μέν ,
5167993 περιπατεειν
τὸ σῶμα κενοῦντες τοῦ ὑγροῦ : ἀπὸ δείπνου τε μὴ περιπατέειν ἀλλ ' ἢ ὅσον ἐξαναστῆναι : πρωῒ δὲ χρέεσθαι
δὲ εἰρίῳ μοῦνον , καὶ ἐγχεῖν ἔλαιον ἢ νέτωπον , περιπατέειν , ἐγείρεσθαι πρωῒ , οἶνον πίνειν λευκόν . Τῇ
5167304 παρελθωσι
μέρους ἄρχοντα μένειν , μέχρις οὗ τὰ ὑπ ' αὐτὸν παρέλθωσι τάγματα καὶ τῷ μετ ' αὐτὸν παραδίδοντα ἀβλαβεῖς τόπους
Ἀπολλωνίωι δεδεμένον , ὡς οὐκ ἔτι λύσιμον ἐσόμενον ἐὰν αὗται παρέλθωσι . καὶ διὰ ταύτης τῆς γνώμης ἐμήνυεν σαφῶς τὸ
5166188 κυκλωσεις
πλαγίων μερῶν καὶ τοῦ νώτου , καὶ εἰς ἐνέδρας καὶ κυκλώσεις τῶν ἐναντίων . Καὶ μὴ τὰ μέρη ἢ τὰς
καὶ οὐχ ἧττον θορυβοῦνται τοῖς τοιούτοις ἀμυντηρίοις . Τὰς δὲ κυκλώσεις φυλάττεσθαι βουλόμενος μήθ ' οὕτως ἐπὶ μῆκος ἐκτεινέτω τὴν
5163521 προστιθεσθαι
: ῥόδινον , σμύρναν , κηρὸν μίξαντα ἐν εἰρίῳ δοῦναι προστίθεσθαι : ὅταν δέ οἱ προσπέσωσιν αἱ μῆτραι , τὰ
ὅταν φλεγμαίνῃ , τὸ πάμπαν κίνδυνος ἄτοκον γενέσθαι : ἀλλὰ προστίθεσθαι ἃ μὴ δάκνει , ὑφ ' ὧν φλέγμα καθαίρεται
5162408 ἐπεμβαλλειν
ἀρίστην τῶν ὑγρῶν μίξιν . ποτὲ μὲν οὖν δεῖ πλέον ἐπεμβάλλειν ὕδατος ταῖς προειρημέναις ὕλαις , καὶ ταύτας δεῖ ἐναλλάττειν
ὑδρομέλιτι προεψεῖν ἀβροτόνου χρὴ ἢ δάφνης καρπόν , καὶ οὕτως ἐπεμβάλλειν τὸ ἄλευρον . εἰ δὲ σκίρρος κατὰ τὰ σπλάγχνα
5157482 προσωρμισαντο
ναῦς ἁπάσας τριῶν σιτία ἐχούσας : ἐπεὶ δὲ νήσῳ τινὶ προσωρμίσαντο , τοῖς τριηράρχοις ἐκέλευσεν ἐξ ἑκάστου πληρώματος αὑτῷ κομίσαι
. οἱ μὲν δὴ ἀνήχθησαν καὶ βραχὺ τῆς πόλεως ἀπωτέρω προσωρμίσαντο , ὁ δὲ παρελθὼν πεζῇ πρὸς τὴν τριήρη προσέταξε
5155147 ὀργυιεων
τῆσδε τῆς θαλάσσης ἐς τὴν Ἐρυθρὴν θάλασσαν δέκα μυριάδες εἰσὶ ὀργυιέων , αὗται δ ' ἂν εἶεν χίλιοι στάδιοι :
τυγχάνει ἐὼν μέγας καὶ τὰ προπύλαια ἔχει ἐς ὕψος δέκα ὀργυιέων . Τὸ δέ μοι τῶν φανερῶν ἦν θῶμα μέγιστον
5148904 μοτουν
δὲ γένηται δεκαταῖος , ἀφεὶς ἅπαν τὸ πῦον , ὀθονίῳ μοτοῦν : ἔπειτα ἐγχεῖν οἶνον καὶ ἔλαιον χλιαίνων αὐλίσκῳ ,
καὶ ἐπιδέοντα . Ἐν δὲ τῇ ἄλλῃ κεφαλῇ ἕλκος οὔτε μοτοῦν χρὴ , οὔτε καταπλάσσειν , οὔτ ' ἐπιδεῖν ,
5147988 καταταμων
καὶ ὀλίγον τὸ ποτὸν πινέτω . Τοῖσι δὲ ἐμπύοισι σκίλλης καταταμὼν κυκλίσκους ἕψεε ἐν ὕδατι , καὶ ἀποζέσας εὖ μάλα
ὀλίγον χρόνον κάτω καθῆραι : ἔπειτα ἀνακομίσας σιτίοισιν , εἶτα καταταμὼν τὴν κεφαλὴν κατὰ τὸ βρέγμα , τρυπῆσαι πρὸς τὸν
5146711 ἐπιχεαι
ἀπέφυγον κίνδυνον , τῶν τρισκαταράτων ἐρανιστῶν λέβητά μοι ζέοντος ὕδατος ἐπιχέαι βουληθέντων . ἰδὼν γὰρ πόρρωθεν εὐτρεπεῖς ἀπεπήδησα , οἱ
καὶ σίλφιον ἐπιξέσαι , καὶ ἅλας ἐμβαλεῖν , καὶ ὄξος ἐπιχέαι , καὶ σκόροδα συνεψεῖν : ἔπειτα ὕδωρ ἐπιχέας ζέσαι
5144274 σημηνῃ
' ἀναστρέψωσιν οἱ πολέμιοι καὶ ἐκ τοῦ ποταμοῦ ὁ σαλπικτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν , ἀναστρέψαντας ἐπὶ δόρυ ἡγεῖσθαι μὲν τοὺς
ἱππέας ἐκέλευσεν ὀπίσω τῶν ἐλεφάντων ἀτρεμεῖν , ἕως αὐτός τι σημήνῃ . γενομένων δ ' ἐν χερσὶ πάντων οἱ μὲν
5144091 δοκεῃ
ἐν σκέπῃ ἤτω , ὅταν καθαίρηται . Ἐπὴν δέ σοι δοκέῃ ἀρκούντως ἔχειν , παύσασθαι : ἢν δὲ μὴ ,
ῥαγῇ αἷμα καίοντι : προαφιέναι δὲ τοῦ αἵματος , ἢν δοκέῃ καιρὸς εἶναι . Καίειν δὲ πρὸς τὸ ὀστέον ὄπισθεν

Back