ἢ εὐχροίας ἢ εὐωδίας ἢ καὶ τῶν ἐναντίων τὴν ἑτέραν ἐπιδεικνυμένων φύσιν . αὐτὴ μὲν οὖν καθ ' αὑτὴν ἁπλῆ
ἐπιτεινόντων , καὶ εἰ μέγα τι δεῖξαι δέοι , ὑπερμέγεθες ἐπιδεικνυμένων , καὶ εἰ ἁπαλόν , καθ ' ὑπερβολὴν θηλυνομένων
6483371 ἐπευχεσθαι
αὐτῇ κλῶνας ἐξ ἀμφοῖν χεροῖν τιθεὶς ἐλαίας , τάσδ ' ἐπεύχεσθαι λιτάς Τούτων ἀκοῦσαι βούλομαι : μέγιστα γάρ . Ὥς
; οὔ : ἀλλ ' εὖ ποιεῖν , συνεργεῖν , ἐπεύχεσθαι . τότ ' οὖν κακῶς πράσσει , ἄν τε
6357507 Οἰκοι
Λακεδαιμονίοις δημηγορῶν καὶ τὴν οἴκοι τρυφὴν ἐπαινῶν ἤκουσε ταῦτα . Οἴκοι γενοίμην : ἐπὶ τῶν ἐκφυγεῖν τὰ δεινὰ εὐχομένων .
, ὑπολύεταί μου τὰ γόνατ ' , ὦ Λυσιστράτη . Οἴκοι δ ' ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον Οἴκοι δ '
6344709 γελοιωδη
. . . , , τὴν δὲ τρίτην ῥητορικὴν περὶ γελοιώδη τινὰ τῶν μειρακίων τὸν κρότον ἀνεγείρουσαν καὶ κολακείαν ὑπάρχουσαν
σύνηθες ἦν τοῖς κωμικοῖς εἰσάγειν μέσον τῶν δραμάτων αὐτῶν καὶ γελοιώδη τινά . προσπαίζουσι τῇ πρεσβύτιδι οἱ γέροντες . καὶ
6226738 θεοφιλη
τε καὶ ἀπέκλυσε ταῦτα . Ὅστις , ἀμπελουργέ , μὴ θεοφιλῆ σε ἡγεῖται σφόδρα , αὐτὸς ἀπήχθηται τοῖς θεοῖς :
καλλίστᾳ δρόσῳ , τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι : Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα
6226491 ζηλοτυπειν
καὶ ὑβρίζων μετὰ εὐνούχων καὶ γυναικῶν , καὶ διὰ τοῦτο ζηλοτυπεῖν αὐτὸν τὴν τῶν τράγων τε καὶ ὄνων εὐδαιμονίαν ;
καταλέλοιπεν . ὅρα οὖν καὶ σὺ μὴ νῦν δοκοῦσα φίλτρῳ ζηλοτυπεῖν τὸν ἄνδρα , ἐξαίφνης αὐτὸν καταλείπῃς . παρὰ τὰ
6215205 ἑταιρικα
. μὴ τοίνυν , ὦ Χαρίκλεις , ἀκολάστου βίου συμφορήσας ἑταιρικὰ διηγήματα γυμνῷ τῷ λόγῳ τῆς σεμνότητος ἡμῶν καταπόμπευε μηδὲ
μὴ ἀποστραφῆναι καὶ ἁπτομένου μὴ δυσχερᾶναι καὶ φιλοῦντος ὑπομεῖναι , ἑταιρικὰ εὖ μάλα μαθήματα καὶ διδάγματα καὶ γυναικῶν καπηλικῶς τῷ
6193377 καλλωπισμος
ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ
ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ]
6190818 ἀκουσμασι
: μήτε μὴν ἐθισθῇς τοῖς ἀθέοις καὶ εἰκαίοις θεάμασι καὶ ἀκούσμασι ὁμοίως καὶ τοῖς δημώδεσιν . [ διὸ ἐξοριστέα σοι
πολλαῖς ἐγένετο πόλεσι . ποθεῖ γὰρ ἕκαστος ἐπὶ τοῖς παραδόξοις ἀκούσμασι τὴν αἰτίαν μαθεῖν καὶ τὸ πιστὸν ἐν ταύτῃ τίθεται
6154795 βασκανια
ἐμμελοῦς παρυπομνήσεως . Παρὰ Φρόντωνος τὸ ἐπιστῆσαι οἵα ἡ τυραννικὴ βασκανία καὶ ποικιλία καὶ ὑπόκρισις , καὶ ὅτι ὡς ἐπίπαν
τὸ μηδὲ τυχεῖν ἂν ὅλως ἐξεῖναι . κἀντεῦθεν τοῖς μὲν βασκανία τις πρὸς ἐκείνους ἔσται καὶ φθόνος καὶ δυσμεναίνειν ἀεὶ
6152287 ἀστεια
τομάς . ὁ μὲν οὖν ἀστεῖος ἐλάλει τῇ διανοίᾳ τὰ ἀστεῖα ὄντως , ὁ δὲ φαῦλος ἑρμηνεύει ἔστιν ὅτε παγκάλως
, ὅπως ἄν τις ἐθέλῃ , τοῦτο διέξιμεν πάλιν . ἀστεῖα μὲν οὖν λέγειν ἐκ τούτου τοῦ τόπου ἔστιν ,
6136910 εὐεπηβολος
φόβων καὶ ἐναντιωμάτων δηλωτικός . Ἑρμῆς Ἡλίῳ παραδιδοὺς τὸ ἔτος εὐεπήβολος κοινωνικὸς πρακτικός , συστάσεις ἐπάγων μειζόνων καὶ αἰτήσεις καὶ
πρὸς τὰς αἰτίας γενήσονται . Ἑρμῆς Διὶ πρακτικὸς μὲν καὶ εὐεπήβολος συστάσεις καὶ φιλίας ἐπάγων κατορθώσεις τε πραγμάτων καὶ διοικονομίας
6095952 κρουματων
γοητείας καὶ ἀπάτης καὶ ψευδολογίας , ἢ ὅστις ἀκούων τέρπεται κρουμάτων τε καὶ τερετισμάτων καὶ διεφθορότων ᾀσμάτων , τοῖς δὴ
Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε . Ἀλλ ' ὅταν περὶ κρουμάτων ἐν λύρᾳ ; Οὐδαμῶς . Οὐδὲ μὴν οὐδὲ περὶ
6092532 μεγαλοφρονως
παρέχων ἐμπίπλησι παντοίων ἀγαθῶν ὁσημέραι , μετὰ τοῦ ἡδέος καὶ μεγαλοφρόνως φιλοτιμούμενος , οὐδὲν φερομένοις οἴκοθεν ἢ λογάρια . πολλῶν
παρέχων ἐμπίπλησι παντοίων ἀγαθῶν ὁσημέραι , μετὰ τοῦ ἡδέως καὶ μεγαλοφρόνως φιλοτιμούμενος , οὐδὲν φερόμενοις οἴκοθεν ἢ λογάρια . ὅτι
6090079 παιγνια
ἀπαίδευτον καὶ φαυλόνουν . σκαλαθυρμάτι ' ] μικρὰ καὶ εὐτελῆ παίγνια . ⌈ καὶ ἐκ τούτου δὲ διαβάλλει Σωκράτην ,
ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ αὐλητὴς ἐγένετο , ὃς παίγνια κατέλιπε χάριν ἔχοντα . Ἄδακρυς πόλεμος : ἐπὶ τῶν
6082595 ἀνελευθερα
θύραις κατασαπῆναι , πολλὰ μὲν εἰπεῖν , πολλὰ δὲ πρᾶξαι ἀνελεύθερα , δῶρα πέμψαι πολλοῖς , ξένια καθ ' ἡμέραν
καὶ ἄφρονα , ὡς ἔλαφος , τὰ δὲ ἐπίβουλα καὶ ἀνελεύθερα , ὡς τὸ τῶν ὄφεων γένος , τὰ δὲ
6008698 Ἑλκεα
μὴ , πυρετοῦ ἐπιγενομένου , ἅλις τὸ οὖρον ῥυῇ . Ἕλκεα ὁκόσα ἐνιαύσια γίνεται , ἢ μακρότερον χρόνον ἴσχει ,
. Τὰ μὴ εὐτροφέα τῶν θηλαζόντων ἄτροφα καὶ δυσανάληπτα . Ἕλκεα ἐν θέρει γιγνόμενα ἐν παρισθμίοις , χείρονα τῶν ἐν
5975670 ἀργυρολογειν
ἐν Τροφωνίῳ παίζει Κρατῖνος . ἀργυραμοιβός , ἀργυρογνώμων , ἀργυρολόγος ἀργυρολογεῖν , καὶ ἀργύριον τὸ νόμισμα : εἴρηται δὲ καὶ
εἰς θάνατον καὶ δουλείαν καὶ παραδέδωκας ἀνδράσι πιστοῖς τὸ χωρίον ἀργυρολογεῖν βασιλεῖ τεταγμένοις . ἐντεῦθεν ὄνομα τῷ μέλλοντι παραπέμπεται χρόνῳ
5963935 ἀβουλητοις
ἀλλὰ συνεπικουφίσαι καὶ συνεγεῖραι , πόρρωθεν ἀναδιδάσκων τὸ μὴ τοῖς ἀβουλήτοις τῶν ἐχθρανάντων ἐφήδεσθαι , βαρύμηνι πάθος ἐπιχαιρεκακίαν εἰδώς ,
τὸν θεὸν ἀναφέροντος τὰ τέλη τῶν κατορθουμένων καὶ μηκέτι ταῖς ἀβουλήτοις ἀρχαῖς καὶ πρώταις ἐνστάσεσι τῶν μὴ κατὰ γνώμην δυσχεράναντος
5957886 ἱλαρα
καὶ ιγʹ μετὰ καὶ τοῦ αἰσίως , ἡ δὲ ιδʹ ἱλαρὰ σημαίνει , ἡ ιεʹ ἔμπρακτος μέν , ἐπιβλαβὴς δέ
τὰ πρόβατα ταῦτα ὡσεὶ τρυφῶντα ἦν καὶ λίαν σπαταλῶντα καὶ ἱλαρὰ ἦν σκιρτῶντα ὧδε καὶ ἐκεῖ , καὶ αὐτὸς ὁ
5949992 ἀπειροκαλον
ἐδάφη λίθῳ Λακαίνῃ καὶ Λιβύσσῃ καὶ Αἰγυπτίᾳ , καὶ δείκνυσιν ἀπειρόκαλον τὸν Μενέλεων , χαλκῷ τοὺς τοίχους τῆς οἰκίας ἀλείψαντα
ὀχλοχαρές , ἀλλὰ νῆφον ἐν πᾶσι καὶ βέβαιον καὶ μηδαμοῦ ἀπειρόκαλον μηδὲ καινοτόμον : καὶ τὸ τοῖς εἰς εὐμάρειαν βίου
5942827 μελῳδιαις
νέος σώφρονος κόρης ἐρῶν τοσαύτην ἰσχὺν ἐν ταύταις εἶναι ταῖς μελῳδίαις , ὅσην ὑπολαμβάνεις ; πλεῖστα γὰρ ὅσα ταῖς θύραις
τε πλῆθος παντοδαπῶν ἐννεοττεύεται , ταῖς χρόαις διάφορα καὶ ταῖς μελῳδίαις μεγάλην παρεχόμενα τέρψιν , κηπεῖαί τε παντοδαπαὶ καὶ λειμῶνες
5912403 κοσμιοις
λαβεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν , ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδεσταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου
πάλιν γὰρ ἥκει ὁ αὐτὸς λόγος , ὅτι τοῖς μὲν κοσμίοις τῶν ἀνθρώπων , καὶ ὡς ἂν κοσμιώτεροι γίγνοιντο οἱ
5912393 ἐπιδιδοντα
ἐδυσχέραινε πρὸς τὸν Ἀρίστωνα τοῦτον οὐδὲ ἐκνίζετο ἐκ προσεδρίας μᾶλλον ἐπιδιδόντα , ἀλλὰ συνωμολόγει μετὰ παιδιᾶς καὶ χαρίτων ὅτι ὁ
ἀλλ ' οἶμαι τὸν σοφιστὴν εὑρίσκομεν καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιδιδόντα . Ἀλλ ' ἐγὼ ληρῶ καὶ παραφρονῶ καὶ γήρᾳ
5887552 οἰκτισμος
ἡ ὁδός , οἴμη δὲ ἡ ᾠδή . οἶκτος καὶ οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος ,
οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος , οἰκτισμὸς δὲ ὁ λόγος ὁ τοῦ οἰκτείροντος . οἴνη καὶ
5884806 ἀνευροι
: αὐτὸς δὲ πάντα ἀνηρεύνα , εἴ που τὸν Ἁβροκόμην ἀνεύροι . Ὁ δὲ Ἁβροκόμης τὰ μὲν πρῶτα ἐπιπόνως ἐν
Παρσώνδην ἐξέκαμε , καὶ δῶρα προτείνων , εἴ τις αὐτὸν ἀνεύροι ἢ ζῶντα ἢ τεθνεῶτα , ὑπελάμβανέ που ἐν κυνηγεσίῳ
5876787 τεμενεσι
τρέπων πρὸς ἀδικίαν , διατρίβειν πρὸς ναοῖς καὶ βωμοῖς καὶ τεμένεσι , φεύγοντα τὴν ἀδικίαν ὡς δέσποιναν ἀσεβεστάτην καὶ χαλεπωτάτην
δ ' ἂν ἔγωγε καὶ ἀνάστασιν τῷ ἀγάλματι ἐν Ἀττικοῖς τεμένεσι παρὰ τὴν θεὸν τὴν παρθένονσὺ γὰρ τὴν σοφίαν καὶ
5876532 ἐπιψογος
, ἀδόκιμος , ἀζήλωτος : ἐπιβόητος δὲ καὶ ἐπίρρητος καὶ ἐπίψογος : καὶ τὰ πράγματα ἀδοξία κακοδοξία , δύσκλεια ,
, ὑπεύθυνος , ἐγκλητέος , ἐπιλήψιμος , μεμπτὸς ἐπίμεμπτος , ἐπίψογος , ἐπίρρητος , ὁ δ ' ἀναίτιος ἀνεύθυνος ,
5864143 ὀρχησταις
τὸ εἰκός , ἃ πρὸς τὸ θέατρον ἐνεανιεύου , τοῖς ὀρχησταῖς ὑποκρινόμενος καὶ συνταγματάρχης ἀξιῶν εἶναι . οὐδεὶς γοῦν πρὸ
δ ' ἔγωγε καὶ Εὐριπίδην τὸν ποιητὴν οἰνοχοεῖν Ἀθήνησι τοῖς ὀρχησταῖς καλουμένοις . ὠρχοῦντο δὲ οὗτοι περὶ τὸν τοῦ Ἀπόλλωνος
5852902 παραστατις
παραμυθήσασθαι , καὶ συμφορὰν κουφίσαι : ἀγαθὴ καὶ ἐν θυσίαις παραστάτις , καὶ ἐν δαιτὶ σύσιτος , καὶ ἐν πολέμῳ
τούτοις ἤρξατο κονίεσθαι κατ ' αὐτοῦ ἡ ὑπέρμαχος μὲν καὶ παραστάτις ἀδικουμένων τιμωρὸς δ ' ἀνοσίων καὶ ἔργων καὶ ἀνθρώπων
5851731 κηδευσαι
τῶν κακῶν . Ἡ δὲ ἔφη , νεὼν ἀναστῆσαι καὶ κηδεῦσαι τοὺς νεκρούς . Ἦν δὲ πρὸ Κύρου τοῦ Πέρσου
οἱ μέν φασι παιδικὰ γενέσθαι αὐτοῦ , οἱ δὲ καὶ κηδεῦσαι αὐτῷ δόντα τὴν θυγατέρα ἢ ἀδελφιδῆν , ὥς φησι
5846380 ἰδιωτικοις
καὶ τοῖς προσώποις τὸ δέον ἀποδιδοὺς ἄλλος μέν ἐστιν ἐν ἰδιωτικοῖς , ἄλλος δ ' ἐν δημοσίοις , καὶ τῶν
κατὰ μέρος οἰκονομίας . αὕτη γὰρ οὐ μόνον ἐν τοῖς ἰδιωτικοῖς βίοις πολλὰ συμβάλλεται πρὸς διαμονὴν καὶ αὔξησιν τῆς οὐσίας
5846282 Βιον
Τὰ κατὰ Πάνθειαν τὴν Βαβυλωνίαν : Τὰ κατὰ Ἀριάδνην : Βίον Ἀπολλωνίου τοῦ Τυανέως : Πύθωνα ἢ Ἀλεξανδριακόν : καὶ
: ἐπὶ τῶν εὐδαιμονιζόντων ἐπὶ πολυτελεῖ καὶ ἡδεῖ βίῳ . Βίον ἀκανθώδη : τὸν τραχὺν καὶ σκληρόν . Βιβλίον τοὐμὸν
5837418 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
5836574 συνναιων
' αὑτῶν , ἤτοι αὐτοὶ δι ' ἑαυτῶν . . συνναίων ] πρὸς ἑαυτόν φησιν ὁ Ἐτεοκλῆς . . συγκατοικῶν
ἑαυτόν φησιν ὁ Ἐτεοκλῆς ὅτι οὕτω κακῶς καὶ ἀθλίως ἔχει συνναίων καὶ συγκατοικῶν γυναιξίν . εἴποι δ ' ἄν τις
5835532 Μενιππον
πολλῶν ἄνοιαν , ἐπέπληττε δὲ οὐδενί , ἀλλὰ καὶ τὸν Μένιππον παροξυνόμενον ὑπὸ τῶν τοιούτων ἐσωφρόνιζέ τε καὶ κατεῖχε ξυγγιγνώσκειν
μὴ ἀνιέντος ἔμπουσά τε εἶναι ἔφη καὶ πιαίνειν ἡδοναῖς τὸν Μένιππον ἐς βρῶσιν τοῦ σώματος , τὰ γὰρ καλὰ τῶν
5828308 ἀγχινουν
δὲ αἱμύλον , καὶ εὔστοχον , καὶ εὔκαιρον , καὶ ἀγχίνουν , καὶ ἀφελῆ , καὶ ἀπερίεργον , καὶ ἁπλοῦν
κατὰ δύναμιν τῶν χειρῶν τὰς εὐχαρίστους ὁμολογίας ποιεῖσθαι , τὸν ἀγχίνουν ἀνάθημα ἀνατιθέντα τὸ συνετὸν καὶ τὸ φρόνιμον , τὸν
5825573 καλλωπισματα
. Ἀγλαίζεται δὲ τὰ τοῦ Διὸς λόγῳ , καὶ τὰ καλλωπίσματα αὐτοῦ τὰ παρὰ τοῦ νοῦ αὐτοῦ εἰς τὴν ψυχὴν
δεύτερα ἑαυτῶν εἶναι νομίζουσι . καὶ μὴν ἐκεῖνα μὲν τὰ καλλωπίσματα καὶ δαπάνης καὶ χρόνου καὶ τῆς παρὰ τῶν βαναύσων
5820392 ἐπαινετοις
πολέμῳ . τοῖς Ἀθηναίοις τοῖς περιφήμοις ἤτοι τοῖς Ἕλλησι τοῖς ἐπαινετοῖς . τοῖς Ἕλλησι . τοῖς Ἕλλησιν . ἐν δόρασι
ὑποβάλλεσθαι , μέτροις ἅτε χρώμενος εἰς ἀκρίβειαν ὑπερφυῶς πεπονημένοις ἅπασιν ἐπαινετοῖς . ὁ δὲ βουλόμενος ἄλλως ὑθλεῖν οὐκ ἂν φθάνοι
5812492 Ἀμπελωνας
δὲ τῶν κακοποιῶν τις ἐπίδῃ ἀνυπερθέτως τὸ τοιοῦτον συμβήσεται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσι καὶ Καρκίνῳ καὶ Ὑδροχόῳ
καὶ τῶν κακοποιῶν τις ἐπίδῃ ἀδηρίτως τὸ τοιοῦτον συμβήσεται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσιν , Καρκίνῳ , Ὑδροχόῳ
5811345 ἀργοις
[ ] πεπόηκεν ? ? ? ? | δὲ νέοις ἀργοῖς ὠφελίμους | καὶ [ τὰς ] ἐπιτομὰς τῶν ?
μηδεὶς μηδέποτε ἐάσῃ μηδαμοῦ θηρεῦσαι : τὸν ὀρνιθευτὴν δὲ ἐν ἀργοῖς μὲν καὶ ὄρεσιν μὴ κωλυέτω , ἐν ἐργασίμοις δὲ
5804406 ἐκαλλωπιζετο
ἄμεινον μᾶλλον ἑαυτοῦ ποιεῖσθαι ; Καὶ ὁ μὲν Φοίνιξ ἐκεῖνος ἐκαλλωπίζετο , ὡς ἔοικε , παιδευτὴν ἑαυτὸν ὀνομάζων τοῦ Ἀχιλλέως
Ὁ δὲ Καρνεάδης , οἷον ἀντεστραμμένα φιλοσοφῶν , τοῖς ψεύμασιν ἐκαλλωπίζετο καὶ ὑπ ' αὐτοῖς τἀληθῆ ἠφάνιζε . Παραπετάσμασιν οὖν
5797954 ἐπανορθουμενος
βουλόμενος ἀλλὰ μὴ ἐκκλίνων : εἶτα καὶ τούτῳ τῷ τρόπῳ ἐπανορθούμενος αὐτοὺς ὁμολογεῖ πλεῖόν τι δύνασθαι τῶν φιλοσόφων πρὸς ἐπανόρθωσιν
γελασάντων δέ , ὡς τὸ εἰκός , τῶν παρόντων , ἐπανορθούμενος δὴ σὺ καὶ ἀνατιθέμενος τὸ διημαρτημένον , ” Οὐ
5792581 ἐπιβεβλησθαι
μὲν ὁ ἐπίνικος Ἱέρωνι , λέγεται δὲ ὁ Πίνδαρος οὕτως ἐπιβεβλῆσθαι κατὰ Ἀρτέμονα τὸν ἱστορικὸν , ὅτι δὴ αὐτῷ ὁ
ὡς χοίρων τούτων τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔργα . τῷ ἐπιβεβλῆσθαι ἐμφρονέστερον . εἰ δὲ τὸ κάτω χεῖλος προέχει ,
5791628 ἐγκωμιαστικος
ἐγκωμιάζοντες καὶ τῶν προγόνων εἰς μνείαν ἔρχονται , ὡς ὁ ἐγκωμιαστικὸς ἀναγκάζει νόμος . οὐ κωλύει καὶ μὴ πρὸς ἐκείνους
τὸ πᾶν τέμενος εὐφημιῶν καὶ ὕμνων λεγομένων . οὗτος γὰρ ἐγκωμιαστικὸς τρόπος . ἢ οὕτως : ἐνεκωμιάζετο ἐκ τῶν νικώντων
5788792 Ἀγροικου
μέλλοντος ἀθλητοῦ μένει Ἀλκήν : ἐπὶ τοῦ μὴ ὑπερβάλλοντος . Ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος : ὅτι οὐδὲ τῶν εὐτελῶν δεῖ
. Ἀγρίπου ἀκαρπότερος : ἔστι δὲ ἄγριπος ἡ ἀγριελαία . Ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος : ὑποθετική : ὅτι μηδὲ τῶν
5783052 ἐπιστατειν
δὲ βραβευτὰς καὶ ἐπιστάτας ὠνόμαζον , ὅθεν καὶ τὸ βραβεύειν ἐπιστατεῖν Σοφοκλῆς . καὶ τὸ μὲν πρὸ τοῦ στεφάνου συμπλέκεσθαι
, ἐν τῷδε . . . θεριζομένους . ἱερομνημονεῖν ] ἐπιστατεῖν τῶν ἱερῶν ἡμερῶν , ἱερομνήμων εἶναι . πυλαγόραι .
5774968 εὐμαθης
νέος , σώφρων , μνήμων , ἀνδρεῖος , μεγαλοπρεπής , εὐμαθής . Εἰ μὲν οὖν τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν
. ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου . εὐμαθής μνήμων μεγαλοπρεπής εὔχαρις φιλαλήθης δίκαιος ἀνδρεῖος σώφρων ἔμμετρος .
5769609 ἀσυλα
: καὶ δεῖ τὰ τῶν παλαιῶν εὐχῶν , ὥσπερ ἱερὰ ἄσυλα , τηρεῖσθαι κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ ὡσαύτως , μήτε
ὁδοῖς ἀνεκάλουν τὰ φίλτατα καὶ ἐς τὰ ἱερὰ ὡς ἐς ἄσυλα κατέφευγον καὶ τοὺς θεοὺς ὠνείδιζον ὡς οὐδὲ σφίσιν αὐτοῖς
5767476 ἐνδοξοις
τὴν ἀδοξίαν τῶν τόπων . ἐν γὰρ τοῖς γνωρίμοις καὶ ἐνδόξοις αἵ τε μεταναστάσεις γνώριμοι καὶ οἱ μερισμοὶ τῆς χώρας
Κήϊος : τὸν Σιμωνίδην φησί , παρόσον αὐτὸς τοῖς προειρημένοις ἐνδόξοις ἀνδράσι τῶν Θεσσαλῶν ἐπινικίους ἔγραψε καὶ θρήνους . Λυκίων
5766933 παροξυνῃ
καὶ βέβλαψαι ; εὑρήσεις γὰρ μηδένα τούτων , πρὸς οὓς παροξύνῃ , πεποιηκότα τι τοιοῦτον ἐξ οὗ ἡ διάνοιά σου
τε τὴν κοιλίαν κενοῦν μὴ δριμεῖ κλυστῆρι , ἵνα μὴ παροξύνῃ τὰς φλεγμονὰς , τροφὴν δὲ διδόναι σιτώδη ὀλίγην ἄφυσον
5764673 βεβαιοταται
μὴ παραγίγνονται , ἀκρισίη : οἷσι δ ' ἐγκαταλέλειπται , βεβαιόταται καὶ τάχισται αἱ ὑποστροφαί . Σαφὴς οὗτος ὁ λόγος
αἱ δ ' ἀρεταὶ καὶ αἱ κατ ' αὐτὰς ἐνέργειαι βεβαιόταται πάντων τῶν ἀνθρωπίνων εἰσίν , ὡς καὶ αὐτῶν τῶν
5761741 μισανθρωπιαν
σφοδρὸν φθέγγεσθαι καὶ ὑπόσαθρον ὀργὴν καὶ βίαν καὶ ἀνομίαν καὶ μισανθρωπίαν σημαίνει . ὀξὺ δὲ καὶ ἀσθενὲς φθέγγεσθαι ἀργίας καὶ
εἰς οὓς Ἡρακλέα καταχθέντα τήν τε ὕβριν αὐτῶν καὶ τὴν μισανθρωπίαν ἐκπλαγῆναι . ἐπεὶ δὲ καὶ μάχης ἤρξαντο , τὰ
5760246 ὁδοιπορουσι
τῶν τόπων ἔμπειροι καθεστῶτες καὶ τοὺς κρημνοὺς προκατειληφότες ἐπεκύλιον τοῖς ὁδοιποροῦσι πέτρας συνεχεῖς καὶ μεγάλας : ἅμα δὲ καὶ τοῖς
σώματος ἀποκρύψωσιν : εἶτ ' ἐπιθέντες κέρας αἴγειον ἀπίασιν . ὁδοιποροῦσι δὲ νύκτωρ ἐκ τῶν ἀρρένων θρεμμάτων κώδωνας ἐξάψαντες ,
5758095 τραγικαις
Ἀτθὶς δ ' οἷα μέλισσα πολυπρήωνα Κολωνὸν λείπους ' ἐν τραγικαῖς ᾖδε χοροστασίαις Βάκχον καὶ τὸν Ἔρωτα Θεωρίδος . .
, τῷ ὄντι βακχείων τινὰς σκηνὰς ἀκαλύπτους πηξάμενοι ἔν τισι τραγικαῖς τριόδοις . οὗτοι δ ' οὖν πάντες οἱ ποιηταὶ
5754809 αἰτιωμενη
πολλοῦ χρόνου συνοῦσαν αὐτῷ . ἐπεὶ δὲ ἡ μήτηρ ἀπεῖργεν αἰτιωμένη τὴν αἰσχύνην τῆς γυναικός , κελεύει τινὰ τῶν ἀμφ
ἐξήγησις ἡ γένος τι ἀπατηλῆς φύσεως παντόμορφόν τε καὶ πολύτροπον αἰτιωμένη τῆς μαντείας ὑποκρινόμενον θεοὺς καὶ δαίμονας καὶ ψυχὰς τῶν
5753992 τραγωιδια
ὅλως ἕτερον φαίνεσθαι ἑνὸς μετακινηθέντος : ἐκ τῶν αὐτῶν γὰρ τραγωιδία καὶ κωμωιδία γίνεται γραμμάτων . . . Λ .
φερομένου χρόνου τὸν αἰσθητὸν κόσμον δηλοῖ . οἶμαι καὶ ἡ τραγωιδία φυσιολογοῦσά φησιν : ἀκάμας . . . πόλον .
5753283 ἐπαθλα
Φαίηκες ἐπειρήσαντ ' Ὀδυσῆος . ” οὐδετέρως δὲ ἆθλα τὰ ἔπαθλα κατὰ τὸ πλεῖστον : “ παλαισμοσύνης ἀλεγεινῆς θῆκεν ἄεθλα
ἔνθεν . ἐν γὰρ τοῖς κατὰ Σικυῶνα Πυθίοις ἀργυραῖ φιάλαι ἔπαθλα . βιατὰν δὲ ἀμπέλου παῖδα τὸν οἶνόν φησιν ,
5751341 ἑξετει
ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “ ἑξέτει ” . τραυλίσαντι : ψελλίσαντι , ἄσημον ἀφέντι φωνήν
τὸ “ τοι ” ἀντὶ τοῦ “ δή ” . ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “
5738384 γελοια
: ὥστε ἀπόδυσον καὶ τοῦτον : ὄψει γὰρ πολλὰ καὶ γελοῖα ὑπὸ τῷ ἱματίῳ σκεπόμενα . Κατάθου σὺ τὸ σχῆμα
' ἁπάντων γενέσθαι τῷ ἀστραγάλῳ κρατήσαντα , ὡς μήτε ἐπιταχθείης γελοῖα ἐπιτάγματα καὶ αὐτὸς ἐπιτάττειν ἔχοις , τῷ μὲν αἰσχρόν
5732708 Ἀνιπτοις
γεγηρακότας τοὺς ἑαυτῶν γονεῖς γηροτροφοῦσι , τὰ τροφεῖα ἀπονέμοντες . Ἀνίπτοις ποσὶν ἀναβαίνων ἐπὶ τὸ στέγος : ἐπὶ τῶν ἀμαθῶς
ἁλόντων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἀνίπτοις χερσίν : ἐπὶ τῶν βεβήλοις χερσὶ τὰ ἱερὰ μεταχειριζομένων
5732575 πολυλογον
εἰσιν , ἅπερ λέγει οὗτος , τὸ στωμύλον εἶναι καὶ πολυλόγον , καὶ τὸ ἀσκεῖν σωφροσύνην . τὸ ” πώποτε
δήμου ἄρχων . τοῦτο δὲ εἴρηκε διὰ τὸ τὸν Κλέωνα πολυλόγον εἶναι καὶ τοῖς λόγοις ἐξαπατᾶν τὸν δῆμον . ἐπὶ
5732336 αἱρου
δὲ ἔμπροσθεν τῶν ποδῶν ἔφερον . Τριτογενείας ] Τριτογενείης . αἱροῦ ] πρόκρινον . κἀπιστήσειῃ ] μαθήσῃ . κἀπιστήσει ]
κατὰ ἄνδρα φυσιογνωμονεῖν ἀκραιφνέστατον καὶ ἀτρεκέστατον . Τῶν δὲ σημείων αἱροῦ τὰ μέγιστα καὶ δοκιμώτατα καὶ ἄλλοις ἄλλων μᾶλλον πείθου
5732154 ἡδυπαθειαν
καὶ ἐν δίκαις ταλαιπωρεῖν . Γ Μόρυχος εἰς ὀψοφαγίαν καὶ ἡδυπάθειαν ἐκωμῳδεῖτο , ὡς καὶ ἐν Εἰρήνῃ φησίν . εὐγενῆ
ὁ Σάμιος ἐπαινεῖ τὰς Ῥοδιακὰς ἀφύας . ὅτι ὁ τὴν ἡδυπάθειαν γράψας Ἀρχέστρατος παρακελεύεται τῷ μὴ δυναμένῳ τιμῇ κατεργάσασθαι τὴν
5727751 Κἀκεινα
ὤμοις δεῖν ἐκφέρειν , τὰ δὲ τῶν ποιητῶν ἁμάξαις . Κἀκεῖνα τῶν Πολέμωνι τιμὴν ἐχόντων ἤριζεν ἡ Σμύρνα ὑπὲρ τῶν
πρὶν ἐκεῖ γενέσθαι , ἰδοῦσα ἦν . Τί οὖν ; Κἀκεῖνα νῦν αὐτὴ ἡ δύναμις , καθ ' ἣν τὸ
5716683 Σαλουστιος
δίδωσι : καὶ φοβηθέντες πάσης ἀδικίας ἀπέσχοντο . [ . Σαλούστιος . , , . προθέματα , , . ]
ὡς χαλεπωτάτου ὄντος τοῦ πράγματος . , . . Σαλούστιος Σαλούστιος , φιλόσοφος : ὃς ἔφη ἀνθρώποις οὐ ῥᾴδιον εἶναι
5716231 εὐτελεσι
ἔστι μετ ' ὠφελείας χρῆσθαι , τοῖς δὲ ὀλίγοις καὶ εὐτελέσι μετὰ σωφροσύνης οὐκ ἔστι καὶ ἀτυφίας . διὸ καὶ
αἱ ἔριδες , δῆλον . Τὸ δ ' ἐν τοῖς εὐτελέσι , καὶ οὐ λόγου ἀξίοις , λόγους μηκύνειν ,
5715009 παραβαλλοντα
καὶ ἁπαλωτέρως τὸ πρῶτον ἅπτονται , ἢ ὡς χρή : παραβάλλοντα γὰρ τοὺς δακτύλους χρὴ ἔνθεν καὶ ἔνθεν κατὰ τὴν
ἢ τῷ Ἡρακλέους βίῳ τὸν βίον αὐτοῦ ἢ τῷ Θησέως παραβάλλοντα . ἐπὶ τούτοις πάλιν κεφάλαιον θήσεις τὸν θρῆνον ,
5713829 ἀχρηστων
μεγάλη πρὸς τῷ ὠκεανῷ . Γαλῇ χιτώνιον : ἐπὶ τῶν ἀχρήστων . Γαλλιστὶ τεμεῖν : ἐπὶ τῶν ἀφροντίστως ἀπαλλαγὴν πραγμάτων
τὰ χρηστά , οὕτω καὶ τὸ συμβουλευτικὸν ἀπὸ μὲν τῶν ἀχρήστων ἀποτρέπει , προτρέπει δὲ ἐπὶ τὰ χρηστά . τὸ
5711828 ἀποτροφην
βιαζομένων αὐτήν . Ἀλλὰ χρὴ πάντως καὶ τὴν τῶν ἀλόγων ἀποτροφὴν προαποτίθεσθαι μιᾶς ἢ δευτέρας ἡμέρας , ἢ ἀπαντᾶ καὶ
τῶν σπλάγχνων ὀλίγον αἷμα φέρεται ἐπὶ τὸ πᾶν σῶμα πρὸς ἀποτροφὴν τῶν μορίων : τὸ δὲ πλεῖστον τοῦ αἵματος φέρεται
5708614 εἰσχυσις
νϚʹ γοʹʹ Ἄβου ποταμοῦ ἐκβολαί καʹ νϚʹ ∠ ʹʹ Μεταρὶς εἴσχυσις κʹ ∠ ʹʹ νεʹ γοʹʹ Γαριέννου ποταμοῦ ἐκβολαί κʹ
δεκτικὰ τῶν ὑγρῶν ἀγγεῖα , ἵνα οὕτως ἡ τῶν ὑγρῶν εἴσχυσις γένηται , οὕτω δεῖ πρῶτον ἡμᾶς τὰ κεφάλαια τὰ
5700653 κατοκνειν
φαίνεται τὰ πολλὰ βοηθήματα , ὅμως δεῖ ἐπινοεῖν καὶ μὴ κατοκνεῖν εἰς τὸ βοηθῆσαι καὶ μηδὲν καταλιμπάνειν : πολλὰ γὰρ
πολεμίους ἐνδοιαστῶς ἔτι πρὸς τὴν ἀπόστασιν ἔχοντας ἐπῆρεν αὐτοὺς μὴ κατοκνεῖν , ὡς αὐτὸς συνεπιθησόμενος Ῥωμαίοις ἐν τῷ ἀγῶνι ,
5699760 ἀστοχιαν
προσοῦσα , αὔξησιν νόει τῶν κακῶν , τῶν δὲ καλῶν ἀστοχίαν . Ἂν δ ' ἐν δεσμοῖς εἰσί τινες ,
αὐτοῦ τοῖς νεωτέροις , καὶ κόπον τοῖς ἵπποις , καὶ ἀστοχίαν . Ἐκ τῆς ἑῴας καὶ οὗτος ἀποστατεῖ κατ '
5698437 πολυσχιδη
ὄνος . δίχηλα δὲ βοῦς ἔλαφος αἲξ οἶς χοῖρος . πολυσχιδῆ δὲ ἄνθρωπος κύων . στεγανόποδα δὲ καὶ πλατυώνυχα κύκνος
συναγόμενα τοῖς ἐνδεχομένοις φαίνεσθαι ἐπισυνάψει παρυφισταμένοις καθ ' ἕκαστα , πολυσχιδῆ ἂν οἶμαι καὶ μικροῦ δεῖ καὶ ἄπειρα ποιήσειεν .
5697402 ἐπερρει
φίλοι περιέμενον . ὁ δ ' ὄχλος πλείων καὶ πλείων ἐπέρρει , ὥστ ' ἔφθασεν ἑσπέρα γενομένη πρὶν τοῖς φίλοις
καὶ ἐν Κατάνῃ τοῖς καλουμένοις Εὐσεβέσιν , οἵ , ἡνίκα ἐπέρρει τῇ Κατάνῃ πῦρ τὸ ἐκ τῆς Αἴτνης , χρυσὸν
5697138 ἐλεουμενος
καὶ λόγον ὑπὲρ μεγάλων γενέσθαι μὴ μικρόν , ὅπως μὴ ἐλεούμενος εὖ πάσχῃς μόνον , ἀλλὰ καὶ θαυμαζόμενος . Τῇ
ἐκένωσε τὸν οἶκον , ὥστε ὁ πατὴρ οὑμὸς ἀδελφὰς ἐπιγάμους ἐλεούμενος ἔτρεφε . τῷ δ ' αὖ πρὸς μητρὸς πάππῳ
5695045 Κλεονικου
, τὶς ἐν ἀγῶσι καὶ ἀντεχέσθω τῶν ἄθλων , τοῦ Κλεονίκου τὸ γένος ζηλώσας : Κλεόνικος δὲ πατήρ ἐστι τοῦ
' ἀγαπάζοντι . μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ ' ἀέθˈλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών : οὔτοι τετύφˈλωται μακρός μόχθος ἀνδρῶν οὐδ '
5692892 ΚΔΕ
ἡ ΚΔ τῇ ΕΘ : ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΚΔΕ , τουτέστιν ἡ ὑπὸ ΚΕΔ γωνία τῇ ὑπὸ ΔΕΘ
καὶ ἔστιν εὐθεῖα ἡ ΓΝ : εὐθεῖα ἄρα καὶ ἡ ΚΔΕ . Λέγω δὴ ὅτι καὶ τὸ ὑπὸ ΚΕΛ ἴσον
5691778 ἀκολαστοις
ὡς ἐν πένησιν ὁ πλούσιος θέαμα βαρύ , καὶ ἐν ἀκολάστοις ὁ σώφρων , καὶ ἐν δειλοῖς ἀριστεύς : οὐ
. καὶ ἦν ἐξ ἀκοῆς ἐραστής : τοσαύτη γὰρ τοῖς ἀκολάστοις ὕβρις , ὡς καὶ τοῖς ὠσὶν εἰς ἔρωτα τρυφᾶν
5691026 ἐπαιζε
δὲ πάλιν ἠγάγετο , ἀναφέρουσαν τὸ γένος ἐς Κόμοδον . ἔπαιζε δὲ γάμους οὐ μόνον ἀνθρωπείους , ἀλλὰ καὶ τῷ
' οὐχ ὑπὸ ἀγνοίας ἀλλ ' ὑπὸ τρυφῆς καὶ πονηρίας ἔπαιζε , βαβαὶ οἷα τὰ θεῖα παίγνιά ἐστιν . Εἰ
5688990 ἀμειβου
, ὅτε ἐπῄνεις Μόδεστον , οἷς ἔλεγες περιέθηκε δόξαν . ἀμείβου δὴ τὸν ἄνδρα εὐφημίαις καὶ δίδασκε τὴν φιλτάτην Ἄγκυραν
μέν ἐσμεν , λέξομεν δὲ συντόμως . ἔπος δ ' ἀμείβου πρὸς ἔπος ἐν μέρει τιθείς . τὴν μητέρ '
5688521 ἐλεφαντινοις
τελευταῖαι ἐπεισῆλθον ἐπιδόρπιαι τράπεζαι , τραγήματά τ ' ἐν πλεκτοῖς ἐλεφαντίνοις ἐπεδόθη πᾶσι καὶ πλακοῦντες ἕκαστα γένη , Κρητικῶν καὶ
πολλοῖς καὶ μεγάλοις ἀργυροῖς καὶ χρυσοῖς , ἔτι δ ' ἐλεφαντίνοις , καὶ κολοττικῶν ἀνδριάντων πλήθει , πρὸς δὲ τούτοις
5681502 σαινοντα
' οὗτος . Τί οὖν ; κυνάρια οὐδέποτ ' εἶδες σαίνοντα καὶ προσπαίζοντα ἀλλήλοις , ἵν ' εἴπῃς οὐδὲν φιλικώτερον
τῶν ἀγρίων ζῴων εἰπεῖν . Λέοντα ἰδεῖν ἥμερον μὲν καὶ σαίνοντα καὶ προσιόντα ἀβλαβῶς ἀγαθὸν ἂν εἴη καὶ φέρον ὠφελείας
5678745 τιμωντα
δούλους καὶ πεδότριβας φιλάνθρωπον ἐκ τοῦ μύθου ἐκείνου ποιεῖν σε τιμῶντα τοὺς τὰ ὅμοια πάσχοντας , ἅτε καὶ αὐτὸν δουλεύοντα
πυλωμάτων , μάλ ' εὐγενῆ τε καὶ τὸν Αἰσχύνης θρόνον τιμῶντα καὶ στυγοῦνθ ' ὑπέρφρονας λόγους . αἰσχρῶν γὰρ ἀργός
5674006 συμβουλευεσθαι
ἐν ἐκείνῳ τῷ χρόνῳ εὖ ἔχειν καὶ ἐπιτήδειος εἰς τὸ συμβουλεύεσθαι καὶ εὐστόχως ἐπιβάλλειν τοῖς πράγμασιν καὶ εὐχερεῖς ἔσονται αὐτοῦ
δὲ ὑποπρῆσαι . Τὸν δὲ ὡς μαθεῖν τοῦτο , αὐτίκα συμβουλεύεσθαι τῇ γυναικί : καὶ γὰρ δὴ καὶ τὴν γυναῖκα
5673973 εὐπειθη
νύκτα ; ὄνειροι γάρ , αἱ τῶν καθευδόντων ἐλπίδες , εὐπειθῆ μοι τὸν πατέρα παρεῖχον ἄχρι τῆς ἕω καὶ πενιχρᾶς
καλῶς , ταῖς τ ' ἐκείνων βουλήσεσι τὸν αὐτῶν βίον εὐπειθῆ κατασκευάζειν . Ὁ γὰρ μὴ τοιοῦτος ἀλλὰ τῶν τε
5670648 ἀθετα
δὲ καὶ μάλισθ ' ὑποξήροις τε καὶ ἐνθέρμοις ἀνθρώποις πάνυ ἄθετα . Ἀλλ ' ὁ μὲν περὶ τούτων λόγος ὧδέ
' εὔζωμα , βολβοί , κοχλίαι , καστόριον ποτιζόμενον . ἄθετα δ ' ὑποληπτέον γάλα , τυρόν , τά τε
5668769 ἀξιοθεατα
τοὺς τυράννους . ἄλλα μέν γε ἐν ἄλλῃ χώρᾳ ἐστὶν ἀξιοθέατα : ἐπὶ δὲ τούτων ἕκαστα οἱ μὲν ἰδιῶται ἔρχονται
σχολὴν ἀεὶ ὁρᾶτέ μοι παροῦσαν , ὥστε καὶ θεᾶσθαι τὰ ἀξιοθέατα καὶ ἀκούειν τὰ ἀξιάκουστα καὶ ὃ πλείστου ἐγὼ τιμῶμαι
5667871 γαστριμαργων
γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τροφεῖν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἄνθρωπος ἀνθρώπου δαιμόνιον : ἐπὶ τῶν ἀπροσδοκήτως ὑπ
μανίαν τῶν ἀνδρῶν κατηγοροῦσιν . προπήδησις ὀφθαλμῶν αἱματωδῶν οἰνοφλύγων καὶ γαστριμάργων ἀνδρῶν σημεῖον . εἰ δὲ γλαυκοί εἰσιν οὗτοι ,
5666562 ἀκουσματα
πολλὰ γάρ ἐστιν ἐν αὐτῇ τὰ τοῦ λογισμοῦ θεάματα καὶ ἀκούσματα . Τοῖς μὲν σταδιοδρομοῦσιν ἐπὶ τῷ τέρματι τὸ βραβεῖον
εἷς ἄνθρωπός ἐστιν . Τὰ μὲν οὖν ἄλλα θεάματα καὶ ἀκούσματα ἑνὸς ἑκάστου ἔργου τὴν ἐπίδειξιν ἔχει : ἢ γὰρ
5665864 πλουτουντι
ἁμαρτάνοντά τι : δένδρον παλαιὸν μεταφυτεύειν δύσκολον . } Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ καὶ
, ἃ Δικαίαρχος Εὐριπίδην οἴεται πρὸς Ἀρχέλαον εἰπεῖν οὐ βούλομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι πένης , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃς ἢ
5662214 μισητα
ἐκεῖ * οὐτιδανοῦ : μικροῦ τοῦ μικροῦ * ἀπεχθέα : μισητά ἐχθρά * βρύγματα : δήγματα * ἔασιν : ὑπάρχουσιν
] φόνου ἀνοσίου διὰ τὴν συγγένειαν . . ἐχθρά ] μισητά . . αἰσχρά ] γρ . ἐχθρά . .
5651176 βεβηλοις
ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἀνίπτοις χερσίν : ἐπὶ τῶν βεβήλοις χερσὶ τὰ ἱερὰ μεταχειριζομένων . Ἀκέφαλος μῦθος : ἐπὶ
αἱ ἑορταί . καὶ μέχρι μὲν ἐν οἰκίαις ἢ χωρίοις βεβήλοις ἀσχημονοῦσιν , ἧττον ἁμαρτάνειν μοι δοκοῦσιν : ἐπειδὰν δὲ
5646696 Πλουσιος
γνωστέον δὲ ὅτι μικρός ἐστι καὶ ἄπειρος ὁ ἐπίλογος . Πλούσιος ἀριστεύσας ᾔτησε πένητος θυγατέρα πρὸς γάμον : ἔλαβεν :
σαυτὸν φιλῇς . Πονηρόν ἐστι καὶ ἄδικον γένος φθόνος . Πλούσιος ὑπάρχων μὴ φρόνει † ὑπὲρ μέτρον . Πολλοὶ κακῶς
5646466 ἀδοξως
' εἰσὶ καὶ νῦν τῶν Ἀκαδημαικῶν τινες , ἀνοσίως καὶ ἀδόξως βιοῦντες . χρημάτων γὰρ ἐξ ἀσεβείας καὶ παρὰ φύσιν
κρεῖσσόν ἐστι περίβλεπτόν τινα εἶναι ἐν πενιχρᾷ ἐσθῆτι ἢ ζῆν ἀδόξως ἐν πλούτῳ γαυρούμενον . Ὥρας δέ ποτε χειμῶνος τυγχανούσης
5645837 εὐτραφων
τὰ τῶν ἀλεκτορίδων , καὶ καθόλου κάλλιστα μὲν τὰ τῶν εὐτραφῶν τε καὶ νέων πτερά , χείριστα δὲ τὰ τῶν
, καὶ πλήθη αἰγῶν τε ἀγρίων καὶ δορκάδων εὖ μάλα εὐτραφῶν καὶ λαγῶν μέντοι . τούτων οὖν ἐάν τις αἰτήσας
5645645 αἰσχη
καὶ ἀκούω ταῦτα ὕψιστα καὶ μέγιστα τῶν κακῶν ὅλων , αἴσχη τε καὶ ὀνείδη καὶ ἀτιμίας ὄντα τοῖς Πέρσαις καὶ
κακά . αἰαῖ , κακῶν ὕψιστα δὴ κλύω τάδε , αἴσχη τε Πέρσαις καὶ λιγέα κωκύματα . ἀτὰρ φράσον μοι
5643220 φαρμακειῃσι
δὲ νήπια καὶ τὰ πρεσβύτερα εὐλαβέεσθαι χρή . Ἐν τῇσι φαρμακείῃσι τοιαῦτα ἄγειν ἐκ τοῦ σώματος , ὁκοῖα καὶ αὐτόματα
τεκμαιρόμενος πειρῶ , ὅλου τοῦ σώματος , κεφαλῆς καθάρσεσι , φαρμακείῃσι , καὶ πυρίῃσι τῆς ὑστέρης καὶ προσθέτοισι χρῆσθαι :
5642711 κυλικεια
ζῷα τετραπάλαιστα ἐπιμελῶς πεποιημένα , πολλὰ τὸν ἀριθμόν : καὶ κυλικεῖα δύο καὶ ὑάλινα διάχρυσα δύο : ἐγγυθῆκαι χρυσαῖ τετραπήχεις
, ὑδρίαι δώδεκα , μαζονόμια πεντήκοντα , τράπεζαι διάφοροι , κυλικεῖα χρυσωμάτων πέντε , κέρας ὁλόχρυσον πηχῶν τριάκοντα . Ταῦτα
5639093 αἱμυλοις
κεκοσμημένον . Γ ποικίλοις ] πολλοῖς καὶ διαφόροις . Γ αἱμύλοις ] τοῖς προσήνεσι καὶ ἐπαγωγοῖς : ἢ τοῖς ἀπατητικοῖς
δ ' ἀκοίτης , δμωίδος νύμφης ἄναξ , Ζεὺς Σπαρτιάταις αἱμύλοις κληθήσεται , τιμὰς μεγίστας Οἰβάλου τέκνοις λαχών . οὐ
5637976 ἐπιρρεοντα
. ἐπιϲκέπτεϲθαι δὲ χρή , μὴ διά τινα χυμὸν ἑτέρωθεν ἐπιρρέοντα τὸ ϲύμπτωμα γίνεται : τοῖϲ μὲν γὰρ φλεγματώδεϲιν ὀξυρεγμίαι
εἶεν ψυχρὸς , μᾶλλον φλεγματώδη εἶναι τὸν ἐν τοῖς ἄρθροις ἐπιρρέοντα χυμὸν ἐνδείκνυται : ἀργίαι γὰρ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ

Back