| λύγον στεφανώσεως καὶ Νικαίνετος , ὁ ἐποποιὸς , ἐν τοῖς ἐπιγράμμασι , ποιητὴς ὑπάρχων ἐπιχώριος καὶ τὴν ἐπιχώριον ἱστορίαν ἠγαπηκὼς | ||
| τοῦτ ' αὐτὸ δεδώρηται . Φάλαικος δ ' ἐν τοῖς ἐπιγράμμασι γυναῖκά τινα ἀναγράφει πολυπότιν Κλεὼ ὄνομα : χρυσῷ τὸν |
| με κόρᾳ Λατοῦς ἀνέθηκεν Ἀρίστα Ἑρμοκλειδαία τῶ Σαϋναϊάδα , σὰ πρόπολος , δέσποινα γυναικῶν : ᾇ σὺ χαρεῖσα πρόφρων ἁμετέραν | ||
| μυστηπόλος . πρόσκειται μὴ μετὰ προθέσεως συντιθέμενα διὰ τὸ ἀμφίπολος πρόπολος . . . . , . αἰπόλιον : τὰ |
| : βόλου ὄνομα ὁ Μίδας , οὗ καὶ Εὔβουλος ἐν Κυβευταῖς μέμνηται . Μόχθος οἱ τηλοῦ φίλοι : παροιμία : | ||
| Σοφοκλῆς σκιράφια : καὶ τὸν σκιραφευτὴν Ἄμφις εἴρηκεν ἐν τοῖς Κυβευταῖς . τηλία , κημοί , φιμοί , κηθίς κηθίδιον |
| κατὰ τὴν λύγον στεφανώσεως καὶ Νικαίνετος ὁ ἐποποιὸς ἐν τοῖς Ἐπιγράμμασιν , ποιητὴς ὑπάρχων ἐπιχώριος καὶ τὴν ἐπιχώριον ἱστορίαν ἠγαπηκὼς | ||
| καὶ ἐπὶ τὸν στέφανον ἀγωνιζομένους , καθὼς ἐν τοῖς Σιμωνίδου Ἐπιγράμμασιν ἰδεῖν ἔστιν οὕτως καλουμένου : Φοῖβον , ὃς ἁγεῖται |
| βασιλεὺς ἀτιμάσῃ , κεραμέοις χρῆται . Χοιρίλος δ ' ὁ ἐποποιός φησι : χερσὶν ὄλβον ἔχω κύλικος τρύφος ἀμφὶς ἐαγός | ||
| καὶ Φερεκύδης καὶ Νίκανδρος ἐν δευτέρωι Αἰτωλικῶν καὶ Θεόπομπος ὁ ἐποποιός . : περὶ δὲ τοῦ δέρους ὅτι ἦν χρυσοῦν |
| . ΥΚΑΙ . [ καὶ ] τὸν ὕκην Καλλίμαχος ἐν ἐπιγράμμασιν ἱερὸν ἰχθὺν καλεῖ διὰ τούτων : θεὸς δέ οἱ | ||
| καὶ λόφον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς , ὡς δηλοῖ Ποσείδιππος ἐν ἐπιγράμμασιν . ἤσθιε δὲ καὶ αὐτὴ λίτρας μὲν κρεῶν δώδεκα |
| πυγμάχος , ναυμάχος , ὁπλομάχος , τειχομάχος , πυργομάχος . Ποσείδιππος δὲ ὁ κωμικός φησι : τῶν μονομαχούντων ἐσμὲν ἀθλιώτεροι | ||
| ' αὐτοῦ : τοῦ φιλοσόφου Ζήνωνος ἐγκρατέστερος . ἀλλὰ καὶ Ποσείδιππος Μεταφερομένοις : ὥστ ' ἐν ἡμέραις δέκα εἶναι δοκεῖν |
| καὶ γυναῖκά τινα ἀναγράφει πολυπότιν Κλεὼ ὄνομα λέγων : χρυσωτὸν κροκόεντα περισώσασα χιτῶνα τόνδε Διωνύσῳ δῶρον ἔδωκε Κλεώ , οὕνεκα | ||
| ἐπιγράμμασι γυναῖκά τινα ἀναγράφει πολυπότιν Κλεὼ ὄνομα : χρυσῷ τὸν κροκόεντα περιζώσασα χιτῶνα τόνδε Διωνύσῳ δῶρον ἔδωκε Κλεώ , οὕνεκα |
| ἀνδρὶ καὶ λάσανα ἀναγκαῖα καὶ ἁμίς , ἣν Σοφοκλῆς ἐν Πανδώρᾳ ἐνουρήθραν καλεῖ καὶ Αἰσχύλος οὐράνην . ὅτι δὲ οὐ | ||
| , ὁ δὲ διάζεται , καί που παρὰ Νικοφῶντι ἐν Πανδώρᾳ . τὸ δὲ συνδῆσαι τὸν στήμονα καιρῶσαι λέγειν χρή |
| οἱ Ἕκτορ ' ἐπῶρσε θοῷ ἀτάλαντον Ἄρηϊ ἀνέρι εἰσάμενος Κικόνων ἡγήτορι Μέντῃ : καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : | ||
| ' Εὐρυσθῆος ἐνιπαῖς , Ἀρχίππῳ δ ' ἑτάρῳ , Πέλλης ἡγήτορι δίης . ἦ γάρ τοι προπάροιθε παραὶ πόδας Ἐμβλωνοῖο |
| σίδηρον καυστείρης θαλφθεῖσαν ὑπὸ στέρνοισι καμίνου . ἄλλοτε φορβάδος αἰγὸς ἐνίπλειον δέρος οἴνης χραισμήσει τημοῦτος ἐπὴν σφυρὸν ἢ χέρα κόψῃ | ||
| εἶθαρ χρυσείηι προχόωι κήρυκ ' ἀθανάτοισι φέρειν μέλανος οἴνοιο ἀσκὸν ἐνίπλειον κελέβειόν θ ' ὅττι φέριστον οἷσιν ἐνὶ μεγάροις κεῖται |
| καλεῖσθαι : κίχλην οἰνώδεα , τὴν καλαμῆες σαῦρον κικλῄσκουσι καὶ αἰολίην . Νίκανδρος : ἢ σκάρον ἢ κίχλην πολυώνυμον . | ||
| ἄλλοτε καρχαρίην , ὁτὲ δὲ ῥόθιον ψαμαθῖδα ῥηϊδίως ἕλκοιτο καὶ αἰολίην κορακῖνον ἄλλοτε δ ' αὖ πέρκας , ὁτὲ δὲ |
| . ἀμφίπολις : πόλις Μακεδονίας κατὰ Θρᾴκην . τὸ ἐθνικὸν Ἀμφιπολίτης . . . ἄμφισσα : πόλις Ὀζολῶν Λοκρῶν : | ||
| καὶ Ἡρακλείδης Αἴνιοι , Ἱπποθάλης καὶ Κάλλιππος Ἀθηναῖοι , Δημήτριος Ἀμφιπολίτης , Ἡρακλείδης Ποντικὸς καὶ ἄλλοι πλείους , σὺν οἷς |
| , ἀλλ ' ἀπόλωλεν ἅπαντα τὰ χρήματα : καὶ ἔφη Λάκριτος δίκαιόν τι ἔχειν λέγειν περὶ τούτων . καὶ ἡμεῖς | ||
| Λεωκύδης , Θρασυμήδης , Εὔφημος , Προκλῆς , Ἀντιμένης , Λάκριτος , Δαμοτάγης , Πύρρων , Ῥηξίβιος , Ἀλώπεκος , |
| τὸν αἰνοτάλαντα κατέστεψαν αἰνοδρυφὴς δὲ τάλαινα τεοῦ κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη | ||
| Ὕκκαρον ὀνομάσαι τὸ χωρίον . Ζηνόδοτος δέ φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα |
| , λύρας , σκινδαψοὺς ἐξηρτυόμαν . Σώπατρος δ ' ὁ παρῳδὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Μυστάκου θητίῳ δίχορδον εἶναί φησι τὴν | ||
| ἀργυρῷ τε τρυβλίῳ μέλι . καὶ Σώπατρος δ ' ὁ παρῳδὸς ἐν Ὀρέστῃ : σαπρὸν σίλουρον ἀργυροῦς πίναξ ἔχων . |
| πρὸς τὸν Ἀργᾶν οὗτος ; ἡμέρας δρόμῳ κρείττων . καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Ἡρακλεῖ : ὃ μὲν γὰρ εὐφυής τις εἶναι | ||
| τῷ σχήματι , παρόμοιον πλοίῳ ὃ καλεῖται κύμβη . καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Ἀγροίκοις : μεγάλ ' ἴσως [ ποτήρια ] |
| καὶ τῇ τοῦ υἱοῦ γυναικὶ συνῆν , ὡς Στησίμβροτος ὁ Θάσιος ἱστορεῖ , κατὰ τοὺς αὐτοὺς αὐτῷ χρόνους γενόμενος καὶ | ||
| Θεαγένης τε ὁ Ῥηγῖνος κατὰ Καμβύσην γεγονὼς καὶ Στησίμβροτος ὁ Θάσιος καὶ Ἀντίμαχος ὁ Κολοφώνιος Ἡρόδοτός τε Ἁλικαρνασσεὺς καὶ Διονύσιος |
| ἐστεμμένον μίτραις . αὕτη δ ' ἐστεφάνωτο κισσίνῳ χρυσῷ καὶ βότρυσι διαλίθοις πολυτελέσιν . εἶχε δὲ σκιάδα καὶ ἐπὶ τῶν | ||
| νῦν μὲν τὰ λήϊα κομᾷ τοῖς ἀστάχυσι καὶ ἡμερίδες τοῖς βότρυσι καὶ ἀκρόδρυα τοῖς ὡραίοις , καὶ κατάκομα τῶν δένδρων |
| Σιγειεὺς καὶ ἄλλοι τινές . . : ὅτι δὲ καὶ Τέρπανδρος ἀρχαιότερος Ἀνακρέοντος δῆλον ἐκ τούτων : τὰ Κάρνεια πρῶτος | ||
| ἐκ Μηθύμνης Τέρπανδρος ἐκείνοις κιθαρίσῃ . καὶ δή τι μέλος Τέρπανδρος ἐντέχνως κιθαρίσας αὐτοὺς πάλιν συνήρμοσε , Διόδωρος ὡς γράφει |
| . δεκάτη πρὸς τῷ Λάτμῳ τῆς Καρίας , ἐν ᾗ Ἀδώνιον ἦν ἔχον Πραξιτέλους Ἀφροδίτην . ἑνδεκάτη κατὰ Βάκτρα . | ||
| θεράπαιναν [ ] Ἀφροδίτας [ † † ὐμήναον ὦ τὸν Ἀδώνιον ὠς δὲ πάις πεδὰ μάτερα πεπτερύγωμαι . . . |
| Ἑρμησιάνακτα περὶ τούτου τοῦ ἔρωτος . καὶ γὰρ Δίφιλος ὁ κωμῳδιοποιὸς πεποίηκεν ἐν Σαπφοῖ δράματι Σαπφοῦς ἐραστὰς Ἀρχίλοχον καὶ Ἱππώνακτα | ||
| ' Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις . Ναυσικράτης δ ' ὁ κωμῳδιοποιὸς ἐπαινεῖ τὰς Αἰξωνικὰς τρίγλας λέγων : μετ ' αὐτῶν |
| ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις . τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς . ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα . χαριέντως | ||
| ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις . Τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς . Ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα . Ἑπτὰ |
| : σόλος δὲ χαλκοῦν ὁλοσφύρωτον , ὡς καὶ Ὅμηρος σόλον αὐτοχόωνον , καὶ ἀλλαχοῦ λάβε δίσκον , [ εἶτα ] | ||
| Ἑλληνισμοῦ , σόλος δὲ τὸ χαλκοῦν ὁλοσφύριον . Ὅμηρος σόλον αὐτοχόωνον , καὶ ἐν ἄλλοις λάβε δίσκον , εἶτ ' |
| μορίων τὴν φάβα οὐκ ὀνομάζει , καίτοι Αἰσχύλου ἐν τῷ σατυρικῷ Πρωτεῖ οὕτω μνημονεύοντος τοῦ ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν | ||
| στενόστομον αὐτὸ καλεῖν , εἴρηται δὲ τοὔνομα ἐπὶ ἀμφορέως ἐν σατυρικῷ δράματι Κήρυξι τοῖς Αἰσχύλου στενόστομον τὸ τεῦχος . ἔξεστι |
| ὡς τὰ Αἰγύπτια κιβώρια . ΚΟΝΔΥ ποτήριον Ἀσιατικόν . Μένανδρος Κόλακι : κοτύλας χωροῦν δέκα ἐν Καππαδοκίᾳ κόνδυ χρυσοῦν , | ||
| μοι τὸ πάρος πολὺ φίλτατος ἦσθα . καὶ Μένανδρος ἐν Κόλακι ἄνθρωπε , πέρυσι νεκρὸς ἦσθα καὶ πτωχός , νυνὶ |
| προέλεγον ; τένθης , λίχνος καὶ γαστρίμαργος : Αἰλιανός ” τένθης καὶ ὀψοφάγος “ : τένθειν δὲ τὸ ἐσθίειν . | ||
| γαστριβόρος , γαστριμαργία , λίχνος λιχνεία , λαίμαργος λαιμαργία , τένθης τενθεία , δεινὸς φαγεῖν καὶ ἀγαθὸς φαγεῖν . καὶ |
| ' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο διογνήτοιο θύγατρα . . . | ||
| τῶι πῦρ ? [ πνείουσαν ˘˘˘˘ – – Χίμαιραν . γῆμε δὲ παῖδα ? [ φίλην μεγαλήτορος Ἰοβάταο αἰδοίου βασιλῆος |
| , Κύκνωι ? [ , . . . . . σατυρικῶι Κατάλογ . : Δαναΐδες . . . . , | ||
| εὐληματεῖ : λήματος καὶ ἀνδρείας εὖ ἔχει . Αἰσχύλος Κερκυόνηι σατυρικῶι . . Λέξ . ῥητορ . . , . |
| Λύσις καὶ ὁ Μενέξενος μόγις πως ἐπενευσάτην , ὁ δὲ Ἱπποθάλης ὑπὸ τῆς ἡδονῆς παντοδαπὰ ἠφίει χρώματα . Καὶ ἐγὼ | ||
| Κυζικηνός , Εὐαίων Λαμψακηνός , Πύθων καὶ Ἡρακλείδης Αἴνιοι , Ἱπποθάλης καὶ Κάλλιππος Ἀθηναῖοι , Δημήτριος Ἀμφιπολίτης , Ἡρακλείδης Ποντικὸς |
| ' ἀνδρῶν πυκινὰς κλονέουσι φάλαγγας ἐν πολέμῳ κρυόεντι σὺν Ἄρηι πτολιπόρθῳ , Ἁρμονίην θ ' , ἣν Κάδμος ὑπέρθυμος θέτ | ||
| δὴ νεῖκος ἐν ἀθανάτοισιν ὄρωρεν Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι καὶ Ἀχιλλῆϊ πτολιπόρθῳ : κλέψαι δ ' ὀτρύνουσιν ἐΰσκοπον Ἀργειφόντην : αὐτὰρ |
| κακῶν ; ἅπασι γὰρ πρώτοισι χρήσασθαι πάρα κἀν ὑστάτοισι κἀν μέσοισι πανταχοῦ . τί δ ' ἔστιν ; ὥς μοι | ||
| συνέμπορον οὐδ ' ἐπίκουρον κεῖνοι , τρηχὺ δὲ κῶλον ἐνηρείσαντο μέσοισι πεπταμένοις : τὰ μὲν ὧδε πιέζεται , οἱ δὲ |
| τὸν Ζήνωνα Κλεάνθης , περὶ οὗ λεκτέον . Κλεάνθης Φανίου Ἄσσιος . οὗτος πρῶτον ἦν πύκτης , ὥς φησιν Ἀντισθένης | ||
| : οὗτος ἦν Ἡρακλεώτης . Σφαῖρος Βοσποριανός : Κλεάνθης Φανίου Ἄσσιος , ὁ διαδεξάμενος τὴν σχολήν : ὃν καὶ ἀφωμοίου |
| Διονυσαλεξάνδρῳ : φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις : καὶ Αἰσχύλος ἐν Φινεῖ : ἄνηστις δ ' οὐκ ἀποστατεῖ γόος : παρὰ | ||
| αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ ἐν Φινεῖ Αἰσχύλος : πέλλυτρ ' ἔχουσιν εὐθέτοις ἐν ἀρβύλαις . |
| δὲ καὶ παρ ' Ἀλεξανδρεῦσιν οἱ Μενδήσιοι . Σώπατρος : Μενδήσιος ὡραῖος ἀκρόπαστος εὐξανθέσιν ὀπτὸς κέφαλος ἀκτῖσι πυρός . ὅτι | ||
| Ἀργεῖον γενόμενος Ἴναχον , ὡς ἐν τοῖς Χρόνοις ἀνέγραψεν ὁ Μενδήσιος Πτολεμαῖος . . . . , . : Ἀπίων |
| εἰσελήλυθ ' , εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ κίχλην γε νὴ Δί ' οὐκ ἔτι ἔστιν δι ' | ||
| τάλαινα τεοῦ κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη ? τῆι τε πτερὰ [ |
| ἀπὸ δὲ τῶν κοπρίων παρὰ τοῖς πλείστοις οἱ βολεῶνες . Στράττις ἐν τῷ Φιλοκτήτῃ φησὶν οὐδ ' ἐν κοπρίᾳ θησαυρὸν | ||
| κέστραν , σπανίως δὲ τῷ τῆς σφυραίνης ὀνόματι ἐχρήσαντο . Στράττις : ἡ σφύραινα δ ' ἐστὶ τίς ; κέστραν |
| ἐν Ἀτάκτοις . . ἀμόραι . τὰ μελιτώματα Φιλήτας ἐν Ἀτάκτοις ἀμόρας φησὶν καλεῖσθαι . μελιτώματα δ ' ἐστὶν πεπεμμένα | ||
| . στάχυν ὄμπνιον : πολύν , δαψιλῆ . Φιλήτας ἐν Ἀτάκτοις Γλώσσαις ἀπέδωκε ὄμπνιον στάχυν τὸν εὔχυλον καὶ τρόφιμον . |
| , δέκα ναῦς πληρώσαντες ἀπέστειλαν τοῖς Συβαρίταις , ὧν ἡγεῖτο Λάμπων τε καὶ Ξενόκριτος : ἐκήρυξαν δὲ κατὰ τὰς ἐν | ||
| μνημονεύει : εἰ δὲ Θεμίστιον ἵκεις ὥστ ' ἀείδειν . Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου : μελέτη δέ τοι |
| ἁ Νέμεσις συνδιέκρινε σὺν δαίμοσι παλαμναίοις χθονίοις τε , τοῖς ἐπόπταις τῶν ἀνθρωπίνων , οἷς ὁ πάντων ἁγεμὼν θεὸς ἐπέτρεψε | ||
| ἐξ αὐτῶν ὁ δρόμος τῶν ἵππων , τοσούτοις δὲ ἑτέροις ἐπόπταις εἶναι τοῦ πεντάθλου , τοῖς δὲ ὑπολειπομένοις τὰ λοιπὰ |
| ἄλλη πόλις Φοινίκης Ἄβιλα , ἐξ ἧς ἦν Διογένης ὁ διασημότατος σοφιστής . οὐδετέρως δὲ αὕτη ἡ πόλις Ἄβιλα . | ||
| Ἀναζαρβεύς ὡς Καρυανδεύς . ἀφ ' ἧς ἦν Διοσκουρίδης ὁ διασημότατος ἰατρός , χρηματίζων Ἀναζαρβεύς , καὶ Ἀσκληπιάδης ὁ Ἀναζαρβεύς |
| ἐπιθαλάττιον τὴν δ ' ἐπὶ θάτερα . εἶθ ' ὁ Νάρων ποταμὸς καὶ οἱ περὶ αὐτὸν Δαόριζοι καὶ Ἀρδιαῖοι καὶ | ||
| τούτοις τὴν Ἰλλυρικὴν ἶριν . Δρίλων γὰρ ποταμὸς Ἰλλυρίδος καὶ Νάρων , ὃς διαχωρίζει Ἰλλυριοὺς καὶ Λιβύρνους . ἐνταῦθα καὶ |
| . . ὁ πολίτης Ἰστιαιεύς . Ἔφορος δὲ τὸ ἐθνικὸν Ἑστιαῖός φησι . καὶ Ἱστιώτης ὁ τῆς Θετταλικῆς . τῆς | ||
| . . ὁ πολίτης Ἱστιαιεύς . Ἔφορος δὲ τὸ ἐθνικὸν Ἑστιαῖός φησι . . Νάρμαλις : πόλις Πισιδίας . . |
| Ζωρότερον ὁ ποιητής , σὺ δὲ λέγε εὔζωρον κέρασον καὶ εὐζωρότερον , ὡς Ἀριστοφάνης καὶ Κρατῖνος καὶ Εὔπολις . Χειρσὶν | ||
| . Δίφιλος δὲ τὸν ἄκρατον νοεῖ : ἔγχεον πιεῖν . εὐζωρότερον . τὸ γὰρ ὑδαρὲς ἅπαν τοῦτ ' ἔστι τῇ |
| ἐπὶ ἄρχοντος Ἰσάρχου , ὅτε Κρατῖνος μὲν ἐνίκα Πυτίνῃ , Ἀμειψίας δὲ Κόννῳ . διόπερ Ἀριστοφάνης ἀπορριφεὶς παραλόγως ᾠήθη δεῖν | ||
| τὴν κεφαλήν . σκότος καὶ σκότον : ἑκατέρως . οὕτως Ἀμειψίας . στάδια καὶ σταδίους : ἑκατέρως λέγουσιν . ὁ |
| , Λασθένεια Μαντινικὴ καὶ Ἀξιοθέα Φλειασία , ἣ καὶ ἀνδρεῖα ἠμπίσχετο , ὥς φησι Δικαίαρχος . . . . . | ||
| ἐδεδώκει , γαστρός τε γὰρ καὶ φιλοποσίας ἥττητο καὶ λεπτὰ ἠμπίσχετο καὶ θαμὰ ἤρα καὶ ἀπαρακαλύπτως ἐκώμαζεν , ἐς δὲ |
| καλαὶ δέ τε πᾶσαι : ὣς ἥ γ ' ἀμφιπόλοισι μετέπρεπε παρθένος ἀδμής . ἀλλ ' ὅτε δὴ ἄρ ' | ||
| ὕπερθε βάλον βοὸς ἥ τ ' ἀγέλῃσιν Ἰδαίοις ἐν ὄρεσσι μετέπρεπε φερβομένῃσι . Τρῶες δ ' ὥς τε θύγατρα φίλην |
| καὶ δῖος Ἐχέφρων . χέρνιβα δέ σφ ' Ἄρητος ἐν ἀνθεμόεντι λέβητι ἤλυθεν ἐκ θαλάμοιο φέρων , ἑτέρῃ δ ' | ||
| τε καὶ ἵππων . ἔσταν δ ' ἐν λειμῶνι Σκαμανδρίῳ ἀνθεμόεντι μυρίοι , ὅσσά τε φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ |
| τῷ λόφῳ τῷ Ἀργινοῦντι . . . , : Ὁ Ἴδμων , ὡς ἱστορεῖ Φερεκύδης , παῖς ἦν Ἀστερίας τῆς | ||
| ὡπλισμένον . Ἀγασσεύς : τοῦ . Ἰόντων : περιπατούντων . Ἴδμων : γινώσκων . σημήνασθαι : σημῆναι . Ἱμείρων : |
| Ἡρακλεῶται [ ] , Μενέδημος ? Πυρραῖος | , Ἑστιαῖος Περίνθιος [ ] , Ἀριστοτέλης Σταγιρίτης , Χαίρων ? Πελληνεύς | ||
| Ξενοκράτης Καλχηδόνιος , Ἀριστοτέλης Σταγειρίτης , Φίλιππος Ὀπούντιος , Ἑστιαῖος Περίνθιος , Δίων Συρακόσιος , Ἄμυκλος Ἡρακλεώτης , Ἔραστος καὶ |
| πόλις Θεσσαλίας , ἀπὸ Φαρσάλου τοῦ Ἀκρισίου . τὸ ἐθνικὸν Φαρσάλιος καὶ Φαρσαλίς καὶ Φαρσαλία . ἔστι καὶ Παμφυλίας πόλις | ||
| καὶ ἐκ Θετταλίας ἀφικνεῖται πρὸς τὸ κοινὸν τῶν Λακεδαιμονίων Πολυδάμας Φαρσάλιος . οὗτος δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Θετταλίᾳ μάλα |
| τοῦθ ' ὑπεῖξαν ἀλλήλοις . Ἥρῃ δ ' ἀντέστη χρυσηλάκατος κελαδεινή Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . Οὐδὲ τοῦτ ' ἀλόγως εἰσήγαγεν Ὅμηρος | ||
| δὲ κελαινεφὲς παραγώγως ἴσον τούτου . κελαρύζει ἰδίωμα ψόφου . κελαδεινή ἐπίθετον Ἀρτέμιδος . σημαίνει δὲ τὴν κυνηγόν : μετὰ |
| . . . ἑρκεῖος Ζεύς : Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Μοσχίωνος : . . ἐπερωτᾷ εἰ φράτορες αὐτῷ καὶ βωμοὶ | ||
| τὴν γενικήν : Ἡφαιστίων Ἡφαιστίωνος : Ξενίων Ξενίωνος : Μοσχίων Μοσχίωνος : Ἠμαθίων Ἠμαθίωνος : Μελανίων Μελανίωνος : Πορφυρίων Πορφυρίωνος |
| ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος , οὕτως Βαθυκλῆς Βάθυλλος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν , . . . . | ||
| ἐκ τῆς ζώσεως κολπωμάτων , . , * . . Βάθυλλος : ὄνομα κύριον , ὁ ἐρώμενος Ἀνακρέοντος . γέγονε |
| , καὶ ἐπὶ μὲν τῷ πώλῳ τῷ κέλητι Λυκόρμας ἀνηγορεύθη Λαρισαῖος , Πτολεμαῖος δὲ ἐπὶ τῇ συνωρίδι Μακεδών : ἔχαιρον | ||
| ' ὦν πόσιος τοὶ τέσσαρες ἐν βάθει ἦμες , χὠ Λαρισαῖος τὸν ἐμὸν Λύκον ᾆδεν ἀπ ' ἀρχᾶς , Θεσσαλικόν |
| φήσαιμι διὰ τὸ παίζειν ἀμφιδεξίως . εὑρετὴς δὲ τοῦ γένους Ἱππῶναξ ὁ ἰαμβοποιὸς λέγων : Μοῦσά μοι Εὐρυμεδοντία δῖα τὴν | ||
| . . + . . Βολίνη . βόλιτον : βόλβιτον Ἱππῶναξ : βολβίτου κασιγνήτην . εἶτα : νὴ τὸν Ποσειδῶ |
| : ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις κλιμάκιον , ἐν δὲ Ἀμειψίου Κόννῳ κλιμακίδα . ἦ που δὲ καὶ τύμπανα καὶ κύμβαλα | ||
| Πλάτων Γρυψίν : ἰχθῦς , κωλᾶς , φύσκας . Ἀμειψίας Κόννῳ : δίδοται μάλισθ ' ἱερώσυνα , κωλῆ , τὸ |
| καὶ τὸν καλούμενον φώτιγγα πλαγίαυλον , οὗ καὶ αὐτοῦ παραστήσομαι μνημονεύοντα ἐλλόγιμον ἄνδρα . ἐπιχωριάζει γὰρ καὶ ὁ φῶτιγξ αὐλὸς | ||
| χηλήν . Λόγον δὲ Ἰταλὸν τῇ Συβαριτῶν πόλει συνακμάσαντος ἔργου μνημονεύοντα καὶ φοιτήσαντα εἰς ἐμὲ εἰπεῖν οὐ χεῖρόν ἐστι . |
| , ὃς περὶ πάντας ἐκαίνυτο ναυτιλίῃσιν . Ἴδμων δ ' ὑστάτιος μετεκίαθεν ὅσσοι ἔναιον Ἄργος , ἐπεὶ δεδαὼς τὸν ἑὸν | ||
| δὲ Ἀντείας : καὶ Ὅμηρος οἶδεν . Ἴδμων δ ' ὑστάτιος : Χαμαιλέων φησὶ τὸν Θέστορα Ἴδμονα παρὰ τοῖς ἀρχαίοις |
| ἐκεῖς ' ἄγε με , Βρόμιε Βρόμιε , πρόβακχ ' εὔιε δαῖμον . ἐκεῖ Χάριτες , ἐκεῖ δὲ Πόθος , | ||
| πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , εὔιε Βάκχε , εὐτραφές , εὔκαρπε , πολυγηθέα καρπὸν ἀέξων |
| , οἷα πράττοντι συνηπίσταντο αὐτῷ . Ἡ Κλίνη καὶ ὁ Λύχνος ὁ Μεγαπένθους παρέστων . εὖ γε ἐποίησαν ὑπακούσαντες . | ||
| μὴ ἐθέλῃ χειμῶνα σημαίνει : καὶ τέφρα πηγνυμένη νιφετόν . Λύχνος εὐδίας ἡσυχαῖος καιόμενος χειμῶνα σημαίνει : καὶ ἐὰν χειμῶνος |
| ἐν πιθάκναις . . . μνημονεύει αὐτοῦ καὶ Ἀρχίλοχος ἐν Ἐλεγείοις ὡς ποτηρίου οὕτως : ἀλλ ' ἄγε σὺν κώθωνι | ||
| καὶ ἐρωτικώτατον τὸν Ἴωνα : καὶ αὐτὸς δὲ ἐν τοῖς Ἐλεγείοις ἐρᾶν μὲν ὁμολογεῖ Χρυσίλλης τῆς Κορινθίας , Τελέου δὲ |
| τῶν δαιτυμόνων κατ ' ἄνδρα παρακεῖσθαι τράπεζαν . τῷ γοῦν Μέντῃ , φασίν , ἀφικομένῳ πρὸς Τηλέμαχον τῶν τραπεζῶν παρακειμένων | ||
| Ἕκτορ ' ἐπῶρσε θοῷ ἀτάλαντον Ἄρηϊ ἀνέρι εἰσάμενος Κικόνων ἡγήτορι Μέντῃ : καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ἕκτορ |
| Ἀτμεύειν : σημαίνει δὲ τὸ δουλεύειν : Νίκανδρος ἐν † Θηριακοῖς , οἷον : ἥν τε καὶ ἀτμεύειν ἀνέμοις πόρεν | ||
| αἰγοφάγος : ὁ Ζεύς , ὡς παρὰ Νικάνδρῳ ἐν † Θηριακοῖς . . . . . αἰαίην δ ' ἐς |
| ἀγαί ἀλεκτορίς ἀλκηστής ἀμυντής ἀμφίκρανον ἀπαυλία βούπρῳρον ἐπιτάξ ἐριούνης εὐναία Ἥρυλλος ἡφαιστόδαπτα θεωρίδες καθηγητής καῦστις λικνοστεφεῖ λωπιστός μαγείαν μαδαγένειον μαίμακον | ||
| . γέγονε δὲ ὑποκοριστικῶς : ὡς γὰρ ἀπὸ τοῦ Ἡρακλῆς Ἥρυλλος καὶ ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος , |
| κατὰ γένος ἄγεται . γενομένων δ ' αὐτῷ δυεῖν παίδων Τυρρηνικὰ θέμενος αὐτοῖς ὀνόματα , τῷ μὲν Ἄρροντα , τῷ | ||
| τυρρηνικουργῆ , ὥσπερ καὶ τὰ ἔμβαθρα ῥηνιοεργῆ . τὰ μέντοι Τυρρηνικὰ εἴη ἂν ὁ Σαπφοῦς μάσλης : ποικίλος μάσλης Λύδιον |
| βασιλίδος γυναικὸς Ἀργυφίης ἐγεγόνεισαν Αἰγύπτῳ . τῶν δὲ λοιπῶν ἔλαχον Βούσιρις μὲν καὶ Ἐγκέλαδος καὶ Λύκος καὶ Δαΐφρων τὰς Δαναῷ | ||
| ὁ Σάμιος ἐν βʹ Σκυθικῶν . . . . : Βούσιρις , παῖς Ποσειδῶνος καὶ Ἀνίππης τῆς Νείλου , τοὺς |
| ἦγον γράφει τέταρτον τοῦτον κατὰ σχῆμα ἐπαναλήψεως ‚ Τμώλῳ ὑπὸ νιφόεντι , Ὕδης ἐν πίονι δήμῳ ‚ . . . | ||
| , Κενταύρου Κρονίδαο φερώνυμον , ἥν ποτε Χείρων Πηλίου ἐν νιφόεντι κιχὼν ἐφράσσατο δειρῇ . τῆς μὲν ἀμαρακόεσσα χυτὴ περιδέδρομε |
| σικιέσσιν , ὑποθέτοισιν . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς Δημιοπράτοις εὑρίσκομεν λουτήριον καὶ ὑπόστατον . κείσθωσαν δ ' ἐν | ||
| ὡς ἐν Ἀριστοφάνους Δράμασιν ἢ Κενταύρῳ : ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις κλιμάκιον , ἐν δὲ Ἀμειψίου Κόννῳ κλιμακίδα . ἦ |
| τι σεῖο χατίζει . τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα περικλυτὸς ἀμφιγυήεις : ἦ ῥά νύ μοι δεινή τε καὶ | ||
| κλισίας τε κατηρεφέας ἰδὲ σηκούς . Ἐν δὲ χορὸν ποίκιλλε περικλυτὸς ἀμφιγυήεις , τῷ ἴκελον οἷόν ποτ ' ἐνὶ Κνωσῷ |
| τ ' αὐτὸ ποικιλώτερον ταῶ . κρεᾴδι ' ἄττα , ποδάρια , ῥύγχη τινά , ὠτάρι ' ὕει ' , | ||
| , ἐποίησά τ ' αὐτὸ ποικιλώτερον ταῶ . κρεᾴδια , ποδάρια , ῥύγχη , ὠτάρια , ὕειον ἡπάτιον ἐγκεκαλυμμένον : |
| χἁ Συβαρῖτις : πηγὴ Ἰταλίας περὶ Θούριον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις ἐμὶν μέλι : πηγὴ ἐν Σικελίᾳ . ἁ παῖς | ||
| οὐ πέφυκε γίνεσθαι , ἀλλὰ τὸ σίον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις : πηγὴ Ἰταλίας περὶ Θούριον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις |
| Φοίβῳ ἀκερσεκόμῃ , ὅτ ' ἄρ ' Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . ἐν δὲ τοῖς Ὁμηρικοῖς ὕμνοις | ||
| βρέμει ἄσπετον , ὄφρα κάμῃσιν ὧς τότ ' ἄρ ' Εἰλατίδης μεγάλ ' ἔστενεν , ἀμφὶ δὲ χῶρον φοίτα κεκληγώς |
| τηγάνου πνοῇ . πάλιν : προσγελῶσα τε λοπὰς παφλάζει βαρβάρῳ λαλήματι : πηδῶσι δ ' ἰχθῦς ἐν μέσοισι τηγάνοις : | ||
| μύροις τρίψουσι τὸν ἐμόν . προσγελῶσά τε λοπὰς παφλάζει βαρβάρῳ λαλήματι , πηδῶσι δ ' ἰχθῦς ἐν μέσοισι τηγάνοις . |
| . καὶ ἐν ἄλλοις δὲ κέχρηται τῷ γένει . . ἥρῳ : ἡ διπλῆ , ὅτι δισυλλάβως καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ | ||
| , οἷον τῷ ἥρῳ , ἥρῳ Λαομέδοντι , καὶ θ ἥρῳ Δημοδόκῳ . Τὸν ἥρωα , τὸν γέλωτα : ὦ |
| δὲ τὰ κατὰ τὴν οἰκίαν λεκτέον καὶ ἔπιπλα . Οὐχ ἡμίκακον , ἀλλ ' ἡμιμόχθηρον φαθί . Ἔμελλον ποιῆσαι , | ||
| ἐνδαές ἐνεκότουν ἔλυτρα ἐνόλμιος ἕξπηχυς ἔπηλις ἐπιστατεῖν ἐπίφατος εὐορνιθίαν εὐτύχεια ἡμίκακον θαλαμιός θήλεια θήλυδος ἐθράχθη ἴδριδα κέκονα καῦρος Κερβέριοι κινάκης |
| ὑμήν , οὐκέτ ' ἄειδεν ἑὸν μέλος , ἀλλ ' ἔλεγ ' , αἰαῖ αἰαῖ , καὶ τὸν Ἄδωνιν ἔτι | ||
| τὴν οἰκίαν βαδιεῖσθε ; οὐχὶ συλλήψεσθε ; καὶ ταῦτ ' ἔλεγ ' ἡ μιαρὰ καὶ ἀναιδὴς αὕτη κεφαλή , ἐξεληλυθὼς |
| ι γράφει τὸ ὄνομα . . Μέλητος κόλπος : ὁ Σμυρναῖος ἐκαλεῖτο ἀπὸ Μελήτου ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ἐν Αἰολικοῖς | ||
| φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὁ Σμυρναῖος ἐν τοῖς περὶ Ἱππώνακτος ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα : |
| ἀνδράσιν ὁ δαίμων οὐ τὴν ἴσην δύναμιν ἐπὶ τῷ ὄλβῳ ἐθήκατο , τουτέστιν οὐκ ἐπὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ὁ θεὸς τὴν | ||
| τόν οἱ χωσαμένη γυίοις ἐπιήραρε Δηώ , μαρτυρίην ὅτι μοῦνος ἐθήκατο Φερσεφονείῃ . Δαῖμον , ὃς Ἀμφιλύσοιο ῥόον . . |
| Μυλλίας , Ἀντιμέδων , Ἀγέας , Λεόφρων , Ἀγύλος , Ὀνάτας , Ἱπποσθένης , Κλεόφρων , Ἀλκμαίων , Δαμοκλῆς , | ||
| ] , ὡς Πυθαγόραι Κύλων [ . . ] καὶ Ὀνάτας [ ] . . . . . ὅτι μὲν |
| δὲ καὶ τίν καὶ ἔτι μετ ' ἐπενθέσεως τοῦ ε τεΐν . ἰδίως γὰρ ἡ μετάθεσις ἡ εἰς τὸ τ | ||
| αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ Ἀντιμάχῳ καὶ Κορίννῃ , ἐπὶ αἰτιατικῆς ἔσθ ' |
| οὕτως : μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς . Δωρόθεος δ | ||
| φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς , ψῆττα , |
| Αἰτωλίᾳ . . : Τρύφων ὁ Ἀλεξανδρεὺς ἐν τοῖς Φυτικοῖς ἐπιγραφομένοις ἄρτων ἐκτίθεται γένη , εἴ τι κἀγὼ μέμνημαι , | ||
| οὕτως : ὀψοφάγος εἶ καὶ κνισολοιχός . ἐν δὲ τοῖς ἐπιγραφομένοις Συντρέχουσι κνισολοιχίαν εἴρηκεν ἐν τούτοις : ὁ πορνοβοσκὸς γὰρ |
| ἄμφω ἀνάβω , ἄμφω συρίσδεν δεδαημένω , ἄμφω ἀείδεν . πρᾶτος δ ' ὦν ποτὶ Δάφνιν ἰδὼν ἀγόρευε Μενάλκας : | ||
| ' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις , ἐπεὶ καὶ πρᾶτος ἔρισδεν |
| Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς Ὑπομνήμασί | φησιν , ὅτι Θόας ὁ Ἰθακήσιος ἱστορεῖ παρὰ Φρυξὶ πικέριον καλεῖσθαι τὸ βούτυρον . πηρῖνα | ||
| ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε : τὴν δὲ κόμισσε κῆρυξ Εὐρυβάτης Ἰθακήσιος ὅς οἱ ὀπήδει : αὐτὸς δ ' Ἀτρεΐδεω Ἀγαμέμνονος |
| . πρὸς ὃν Οὐλπιανὸς ἔφη : ὄρς ' Ἀσκληπιάδη , καλέει κρείων σε Χαρωνεύς . οὐ γὰρ κακῶς τινι τῶν | ||
| ' ἱσταμένη προσέφη πόδας ὠκέα Ἶρις : ὄρσο Θέτι : καλέει Ζεὺς ἄφθιτα μήδεα εἰδώς . τὴν δ ' ἠμείβετ |
| λευκήν * βῆσσαν : τὴν γῆν , γράφεται πέζαν * λασίοισιν : πυκνοῖς δασέσιν * φύλλοισι κατήρης : κατάσκιος , | ||
| Ὡς δ ' ὅταν αἰετὸν ὠκὺν ὑποπτώσσωσι λαγωοὶ θάμνοις ἐν λασίοισιν , ὅτ ' ἐγγύθεν ὀξὺ κεκληγὼς πωτᾶτ ' ἔνθα |
| διὰ πλειόνων ἐξηγεῖται λέγων : ξυνὸς Ἐνυάλιος , καί τε κτανέοντα κατέκτα . Νεμεσηταὶ γὰρ αἱ πολέμων ἐπ ' ἀμφότερα | ||
| ἅμα ὀλλῦναι . Ὅμηρος : ξυνὸς Ἐνυάλιος , καί τε κτανέοντα κατέκτα . Μαντική . μαντική τις ἐστίν : οἷον |
| Εὐθύδημος , Προκλῆς , Πυθόδωρος , Ἅγνων , Μυρτίλος , Θρασυκλῆς , Θεαγένης , Ἀριστοκράτης , Ἰώλκιος , Τιμοκράτης , | ||
| : ὡς γὰρ παρὰ τὸ Ἡρακλῆς Ἥρυλλος καὶ παρὰ τὸ Θρασυκλῆς Θράσυλλος καὶ παρὰ τὸ Βαθυκλῆς Βάθυλλος , ὁ ἐρώμενος |
| ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος , ὅλμος ἄτολμος . καὶ σκωπτόμενος ὑπὸ τῶν συμμαθητῶν ἠνέσχετο καὶ | ||
| . εἶτα ἄροτρον , βωλοκόπος , σφῦρα , σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα , |
| ? [ ] ! ! [ αὐτὰρ ὅ γ ' Ἱπποδάμας ? ? [ πολυήρατον ] ? [ ] ? | ||
| γίνονται Μελάνιππος Γοργυθίων Φιλαίμων Ἱππόθοος Γλαῦκος , Ἀγάθων Χερσιδάμας Εὐαγόρας Ἱπποδάμας Μήστωρ , Ἄτας Δόρυκλος Λυκάων Δρύοψ Βίας , Χρομίος |
| κάταγμα κροκυδίζουσαν αὐτὴν κατέλαβον . ἦ τις κάμηλος ἔτεκε τὸν Φιλωνίδην . ᾠά , κάρυ ' , ἀμυγδάλαι καὶ λύχνον | ||
| Τοῦ Ὀδυσσέως ὤφει - λεν εἰπεῖν . σκώπτων δὲ τὸν Φιλωνίδην , οὗ ἤρα Λαΐς τις ἐν Κορίνθῳ πόρνη , |
| μὴ ὀλιγωρήσαντι ἀλλὰ γενναίως ἐνεγκόντι ἆθλον ἐδίδοσαν . Παρὰ τοῖς Φρυξὶν ἐτιμᾶτο ἡ Ῥέα ἡ μητὴρ τῶν θεῶν . ταύτῃ | ||
| Φρυγία δ ' ἰδίως εἴρηται διὰ τὸ θρησκεύεσθαι παρὰ τοῖς Φρυξὶν ἐξόχως , παρ ' οἷς καὶ ἡ τῶν γάλλων |
| δαμάσαντό γ ' Ἀχαιούς . Τὸν δ ' αὖτε προσέειπε Δόλων Εὐμήδεος υἱός : τοὶ γὰρ ἐγώ τοι ταῦτα μάλ | ||
| , , . . . μὴ δή μοι φύξιν γε Δόλων ἐμβάλλεο θυμῷ : ἡ διπλῆ ὅτι ζητεῖται πῶς τὸ |
| γαλεοῦ , ῥίνης , σαῦρος , φυκία , φυκίς , βρίγκος , φάγρος , μύλος , λεβίας , αἰολίας , | ||
| βάτραχος , πέρκη , σαῦρος , τριχίας , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , τρυγών , σμύραινα , |
| , συνδυασθέντε συνηλθέτην ἐκ τῆς διαιρέσεως : καὶ ἑνωθεὶς ὁ σαῦρος , τοῦ μὲν πάθους τὸ ἴχνος αὐτῷ κατηγορεῖ ἡ | ||
| γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κεφάλου , πέρκης , σαῦρος , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , |
| ἀπὸ ἀγγείων [ καὶ μεγεθῶν ] . Λᾶσος δὲ ὁ Ἑρμιονεύς , ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον | ||
| ἀπὸ ἀγγείων [ καὶ μεγεθῶν ] . Λᾶσος δὲ ὁ Ἑρμιονεύς , ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον |
| πολίτης Σκιωναῖος καὶ Σκιωνεύς . ἔστι δὲ ὡς τοῦ Σινώπη Σινωπεύς . Σκόλις , Ἀχαΐας πόλις . ὁ πολίτης Σκολιεύς | ||
| Σαρδανάπαλλον ἔχων ῥᾷον ἀνέχεται λιμοῦ καὶ δίψης ἢ Διογένης ὁ Σινωπεύς , ἐξὸν δὲ αὐτῷ ἅπαντα ποιεῖν ὀργισθέντι πρᾳότητι νικᾷ |
| Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν ζαθέῳ με δέξαι χώρῳ ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν . | ||
| . Ἀλλ ' οὐχὶ χοῖρος τἀφροδίτῃ θύεται , Οὐ χοῖρος Ἀφροδίτᾳ ; Μόνᾳ γα δαιμόνων . Καὶ γίνεταί γα τᾶνδε |
| λέξομεν διήκουσε γὰρ καὶ τούτουκαὶ Βίωνα τὸν Βορυσθενίτην ὕστερον δὲ Θεοδώρειον ἀπὸ τῆς αἱρέσεως ἐπικαλούμενον , περὶ οὗ καὶ αὐτοῦ | ||
| “ πολλὰ δὲ καὶ ἀθεώτερον προεφέρετο τοῖς ὁμιλοῦσι , τοῦτο Θεοδώρειον ἀπολαύσας . καὶ ὕστερόν ποτε ἐμπεσὼν εἰς νόσον , |
| . . . , . = . . Σ : στόμις : ἵππος ἀπειθὴς καὶ βίαιος , ὅν τινες ἄστομον | ||
| ναῦλα ὀμείχματα ὀργάζειν οὐρανιζέτω πάλμυδος πεφρασμένος πρέψαι Σκάμανδρος στέμβω Στερνόφθαλμοι στόμις σχελίδες τραγέλαφος τρίσζωος ὑπερτερώτερος Φρύγες / Φρυγία φυξίμηλα χαλιμάδες |