καὶ προσπαλαίειν αὐτῷ καὶ μὴν καὶ ὀρχεῖσθαι ἐπὶ τοὺς δύο ἐπανιστάμενον ὀρθὸν καὶ κατανεύειν καὶ ἀνανεύειν πρὸς τὰς φωνὰς καὶ
δεόμενον . Λέγε ἤδη , εἴ τι καὶ ἄλλο ἡμᾶς ἐπανιστάμενον λέληθεν . Ἐτύγχανον μὲν ἄρτι χαλκουργῶν ὕπο πιττούμενος στέρνον
5338886 ἐπικροτησατε
γὰρ ἐγὼ κατελειπόμην . Ἐγάμησεν ἣν ἐβουλόμην ἐγώ . Ἐξάραντες ἐπικροτήσατε . Δεινὸν σὺ φράγμα τῆς νύμφης λέγεις . Τηρῶ
οὐκ ἠρκέσαμεν . . ἑαυτοῖς . . . . ἐξάραντες ἐπικροτήσατε . . . . ἀπεκήρυξεν αὐτὴν ἀγαγών . τὴν
5115225 δανειζομενους
καὶ πρὸς ἀτιμῶσαι ζητεῖς . καὶ τοὺς μὲν ἄλλους τοὺς δανειζομένους ἴδοι τις ἂν ἐξισταμένους τῶν ὄντων : σοὶ δ
γενέσθαι [ αὐτὸν ] καὶ μαλακισθῆναι . καὶ πρὸς τοὺς δανειζομένους καὶ ἐρανίζοντας εἰπεῖν ὡς οὐ πλουτεῖ : καὶ πωλῶν
5033156 ὀσφρανθωσι
θεοί . ἀθανασίαν εὕρηκα : τοὺς ἤδη νεκροὺς , ὅταν ὀσφρανθῶσι , ποιῶ ζῆν πάλιν . τοιοῦτόν τι οὐκ ἂν
: ἀθανασίαν ηὕρηκα : τοὺς ἤδη νεκρούς , ὅταν μόνον ὀσφρανθῶσι , ποιῶ ζῆν πάλιν . ἀλαζονικὸν δ ' ἐστὶ
4974040 εἰρωνευομενος
: ὁ δὲ ἔλαβε τὴν παρὰ τῶν θεῶν μάχαιραν . εἰρωνευόμενος ὁ ἄδικος λόγος τὸν δίκαιόν φησιν , ὅτι ἀστεῖον
] αὐτοῦ . . λέγει δὲ τοῦτ ' ἔπος ] εἰρωνευόμενος . . προσφιλές ] εὐαπόδεκτον . . ἀκοῦσαι ]
4958366 ἐκβαλλοντας
βεβαίως κατέχειν τὴν κρατηθεῖσαν , ἀλλὰ πλανήτας εἶναι τὸ πλέον ἐκβάλλοντας καὶ ἐκβαλλομένους . ἅπαντα δὲ τὰ ἔθνη ταῦτα Θρᾴκιά
γενομένης συζυγίας καὶ τῆς γενεθλιακῆς ἐποχῆς τοῦ Ἡλίου συναγομένας μοίρας ἐκβάλλοντας ἀπ ' αὐτοῦ τοῦ ζῳδίου καθ ' ὅ ἐστιν
4948767 γελασας
κατὰ παιδίων προυνικῶν ἕτοιμον ὠνήσω μορμολύκιον . “ ὁ δὲ γελάσας λέγει ” Αἴσωπε , εἴσελθε εἰς τὸν ἐνδότερον τρίκλινον
λαβὼν καὶ τοὺς τῶν ἀδικησάντων σε ὁμήρους προσλαβὼν ἄπιθι . γελάσας ὁ Ξενοφῶν εἶπεν : Ἢν οὖν μὴ ἐξικνῆται ταῦτ
4947296 δαιμονιε
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς
4930152 μειδιασας
λατομίας . τότε μὲν οὖν διὰ τὴν εὐτραπελίαν τῶν λόγων μειδιάσας ὁ Διονύσιος ἤνεγκε τὴν παρρησίαν , τοῦ γέλωτος τὴν
αἴλουρος ἀπ ' Αἰγύπτου ἦλθεν εἰς Βαβυλῶνα ” ; κἀκεῖνος μειδιάσας φησί : „ καὶ πῶς , ὦ βασιλεῦ ,
4916405 ἐκαλεις
ὧν ἔπασχον κακῶς , τούτοις βοηθεῖν ἠξίουν , βλαβερὰν μὲν ἐκάλεις τὴν τοιαύτην φιλανθρωπίαν αὐτῷ τῷ ταύτῃ χρωμένῳ , κωλύειν
τῆς πάλιν οἴκαδε σωτηρίας : τὸ δὲ δεύτερον εἰρήνης γενομένης ἐκάλεις με οὐ κατὰ τὰς ὁμολογίας , ἀλλὰ μόνον ἥκειν
4905258 παροντας
πολεμίαν , ὅμως δὲ ἠπείγοντο . Λακεδαιμόνιοι δὲ ἀναλαβόντες τοὺς παρόντας Ἀρκάδων ξυμμάχους ἐσέβαλον ἐς τὴν Μαντινικήν , καὶ στρατοπεδευσάμενοι
ἤδη τῶν πολεμίων χίμαιρα σφαγιάζηται , αὐλεῖν τε πάντας τοὺς παρόντας αὐλητὰς νόμος καὶ μηδένα Λακεδαιμονίων ἀστεφάνωτον εἶναι : καὶ
4900601 τοιαυτι
τοῦ φιλοσόφου ποιήσας τὸ δρᾶμα : ὧν καί τινά ἐστι τοιαυτί : ὡς ἐκ βραχείας δαιτὸς ἡ βαιὰ κύλιξ αὐτοῖς
πόθεν , καὶ τί μέλλει ποιεῖν , καὶ πάντα τὰ τοιαυτί , οὔτ ' , ἐπειδήπερ οὕτως ἔχομεν , τὰ
4804178 ἀναϊσσει
τὴν τροφὴν οὐδὲ ἡ κοιλίη , καὶ βοᾷ , καὶ ἀναΐσσει , καὶ ὀδυνᾶται τό τε ἦτρον καὶ τοὺς βουβῶνας
ἐνίοτε , καὶ οὐ δύναται ἑωυτὸν κατέχειν , ἀλλ ' ἀναΐσσει ἐνίοτε , ὅταν ἡ ὀδύνη ἔχῃ : ὅταν δὲ
4802574 κλεπτιστατον
δὲ ἀκούω πρὸς ἀπαρέμφατον , ἢ πρὸς αἰτιατικήν . . κλεπτίστατον : Κερδαλέον , συνετόν : ἀντὶ τοῦ φρονιμώτατον ,
: εἰκότως οὖν ὡς ἀγοραῖον ὄμνυσι τοῦτον . καὶ ὅτι κλεπτίστατον τοῦτον ἀξιοῦσιν εἶναι . ἀγοραῖον ] ἵδρυτο γὰρ ἐν
4801780 χρεωστῃ
καλέσοι ] κάρδοπον τὴν καρδόπην . οὐδενί ] δανειστῇ , χρεωστῇ . οὐδενί , ὅστις κτλ . ] βαρβαρίζοντι ἀνθρώπῳ
καλέσοι ] κάρδοπον τὴν καρδόπην . οὐδενί ] δανειστῇ , χρεωστῇ . οὐδενί , ὅστις κτλ . ] βαρβαρίζοντι ἀνθρώπῳ
4798524 σιγωντα
κοράκιον καὶ κλεῖδα τῆς θύρας καὶ τὸ ὠλέκρανον , καὶ σιγῶντα τόν τε σιωπῶντα ἄνθρωπον καὶ τὰ ἄλαλα πράγματα .
τὸ σῶμα , ἀλλὰ κεῖσθαι γὰρ ἢ ὀδυρόμενον ἢ πενθικῶς σιγῶντα : καὶ πυρὰν κελεῦσαι αὐτῷ ἑτοιμάζεσθαι ἐν Βαβυλῶνι ἀπὸ
4775661 ἀπιστε
φιλίην . ἔρρε , θεοῖσίν τ ' ἐχθρὲ καὶ ἀνθρώποισιν ἄπιστε , ψυχρὸν ὃς ἐν κόλπωι ποικίλον εἶχες ὄφιν .
βασανίζεις , ἐπὶ τοιούτῳ διηγήματι ζῆν ἀναγ - κάζων . ἄπιστε Καλλιρόη καὶ πασῶν ἀσεβεστάτη γυναικῶν , ἐγὼ μὲν ἐπράθην
4767662 διεβαλλε
: καὶ γὰρ εἰς σῶμα βλάπτεσθαι καὶ εἰς ψυχήν . διέβαλλε δὲ καὶ τὸν Σωκράτην , λέγων ὡς εἰ μὲν
ἐφύλαττε καὶ περὶ τὴν ἕω καλέσασα τὸν εἰς τοῦτο ἐπιτεταγμένον διέβαλλε πάλιν τὰς κλεῖς , ὅπως ἀνοίξειε . ταύταις οὖν
4765939 μελετῳη
αὐτοσχεδιάζοι , τὰς δὲ καὶ δεύτερον οὐκέτι ἀλλ ' ἕωλα μελετῴη καὶ ἑαυτῷ προειρημένα προὔβαλον μὲν αὐτῷ τοὺς ἀκλήτους τούτους
ᾤετο , παριππεῦσαι γὰρ καὶ τὰς ἐκείνων γλώττας , ὁπότε μελετῴη , καὶ γὰρ δὴ καὶ ἐμελέτα , καὶ οἱ
4763364 ἀδικεις
. ] τὸ λαλεῖν σε ἐν ὕπνῳ τὸ ” Φίλων ἀδικεῖς “ , τοῦτο ἐστὶ τὸ κακόν , ὅτι ἀεὶ
τῶν νόμων γε μὴ πρότερον εἶναι θέλειν : σὺ τοίνυν ἀδικεῖς τοὺς νόμους ἀγαπῶν τὸν μιαιφόνον . ὁ δέ φησιν
4756575 κἀτι
Δία τὸν Πηλέα γε καὶ τὸν Αἴολον καὶ τὸν Μελέαγρον κἄτι μάλα τὸν Τήλεφον . Σὺ δὲ δὴ τί βουλεύει
] πρᾶϋ λάβολον ? ? πάτερἀγκ ? ? ? [ κἄτι τὸν [ ] κήνω πάτερα [ τωῦτο [ !
4756454 μισησεις
Ἰσίδωρος „ ἔτι μᾶλλον „ ἔφη , ” δέσποτα , μισήσεις τοὺς παρόντας καὶ τοὺς ὧν εἰσιν ὁμόφυλοι , ἐὰν
καὶ στεφάνου τε ὁμοῦ καὶ τρίβωνος ἄξιον . Ἤιδειν ὅτι μισήσεις τὸν τὰς πολλὰς ἐρωτήσεις ἐκεῖνον ἐπ ' ἐμὲ πεποιημένον
4726228 ἡγησεσθαι
τε Λακεδαιμονίων σφίσι πόλεμον ἐσόμενον καὶ ἅμα ἐλπίσαντες τῆς Πελοποννήσου ἡγήσεσθαι : κατὰ γὰρ τὸν χρόνον τοῦτον ἥ τε Λακεδαίμων
ἀλλήλους σύμμαχοί τε ἔσεσθαι : οἱ δὲ βάρβαροι προσώμοσαν καὶ ἡγήσεσθαι ἀδόλως . ταῦτα δ ' ὤμοσαν , σφάξαντες ταῦρον
4705414 Ἐμε
ὄντες καὶ περὶ τὰς τῶν θεῶν τιμὰς ἀσχολούμενοι . . Ἐμὲ δ ' οὖν ἡ ψυχὴ διεγείρει εἰπεῖν , δόξαν
μὲν οὖν καὶ ὕστερον ἀπόδειξις ἔσται συμπροϊόντι τῷ λόγῳ . Ἐμὲ δὲ ἐπῆρεν ἐπιχειρῆσαι τῷ συγγράμματι μάλιστα μὲν ἡ τῶν
4689323 ἐκλαυσα
βρέξω τὸ ὄμμα , ἐπεὶ καὶ , ὅτε ὤλλυτο , ἔκλαυσα : ὡς φίλος φησὶ τὸ κερδᾶναι : κέρδος γὰρ
πάντας θρηνοῦντας καὶ κλαίοντας καὶ κακὸν πένθος τοὺς ἁμαρτωλούς . ἔκλαυσα κἀγὼ ὁρῶν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων οὕτως κολαζομένους .
4680923 δακρυε
θρῆνον . σθένος ] τῶν Περσῶν . δίαινε πῆμα ] δάκρυε τὸ ἀτύχημα . δόσιν κακάν ] δίδου τοῖς κακοῖς
. τὸ δὲ τοὺς Θηβαίους ἐλεεῖς , ὡσανεὶ ἔλεγε μὴ δάκρυε τὰς Θήβας , Αἰσχίνη , ἀφ ' ὧν πεπλούτηκας
4676528 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
4675670 ὑποδικους
' οἱ εἰσιόντες εἰς ὑμᾶς ἀδικῶνται , διὰ ταῦτα αὐτοὺς ὑποδίκους ἐποίησεν ὁ νομοθέτης . δέομαι δὲ ὑμῶν καὶ ἐγὼ
οὖν δίκαιόν ἐστιν , ἐὰν μὲν μηδὲν καταλίπωσιν , ἡμᾶς ὑποδίκους εἶναι τῆς κακώσεως , ἐὰν μὴ τρέφωμεν , εἰ
4667821 ὁμολογουντα
ἐναργῶς βροντᾷ τὸ λοιπόν . σκέψαι τοίνυν : ὅτε ἔλαβεν ὁμολογοῦντα τὸν πρεσβύτην , τότε προσάγειν αὐτὸν ἐπεχείρει τῇ συγκρίσει
τε τῇ ψυχῇ καλὰ ἤθη ἐνόντα καὶ ἐν τῷ εἴδει ὁμολογοῦντα ἐκείνοις καὶ συμφωνοῦντα , τοῦ αὐτοῦ μετέχοντα τύπου ,
4665165 κλεπτικης
τῷ δροσερῷ μετουσιαστικῷ ὄντι , οὕτω καὶ ἐπίκλοπον ταυτὸν τῷ κλεπτικῆς καὶ παραλογιστικῆς μετέχοντι δυνάμεως . . ἙΡΜΕΙΗΝ . Ἑρμείας
ᾤοντο γὰρ διὰ τὸ μὴ τεθυκέναι αὐτῷ , ὡς ἐφόρῳ κλεπτικῆς ὄντι , εἰς ταῦτα ὑπὸ τούτου περιπεσεῖν τὰ δεινά
4663156 Αἰσωπε
Ξάνθος εἶπεν “ κυρά , σὺ ὑποκρίνου . ἄγε , Αἴσωπε , κληματίδας εἰσένεγκε εἰς τὸ μέσον καὶ ποίησον πυράν
τοῦ Ξάνθου λέγει “ πάντα σῶά ἐστιν καὶ ὑγιῆ , Αἴσωπε . ταῦτα ἐμοὶ ὁ δεσπότης ἔπεμψεν ; ” Αἴσωπος
4655732 βελτιστε
ἐπῄνεσε . τί οὖν οὐ καὶ τοὺς Ἡρακλείδας , ὦ βέλτιστε , ᾐτιάσω , διότι οὐ κατὰ γῆν εἰς Πελοπόννησον
, μὴ πρῶτον μὲν εἴπῃ τί δέ σοι μέλει , βέλτιστε ; κύριός μου εἶ ; εἶτ ' ἂν ἐπιμείνῃς
4655519 πολεμαρχους
φέρε οὖν ἐπὶ τούτοις κρινώμεθα , ἐπειδὴ καὶ τοὺς ἄλλους πολεμάρχους ὁρᾷς καὶ τοὺς πατέρας αὐτῶν τὴν ἡσυχίαν ἄγοντας .
σωτηρίᾳ , ἢ θρηνήσω καὶ ἀποκλαύσομαι τοὺς τληπαθεῖς καὶ δυστυχεῖς πολεμάρχους , ἤγουν τὸν Ἐτεοκλέα καὶ τὸν Πολυνείκην ; φρονίμως
4645814 προσεθηκας
, εἰς ποῖον νεῦμα τὰ πολλῷ βαρύτερα τῶν πληγῶν ἐκεῖνα προσέθηκας ; ἐν οἷς ἦν ἰατρῶν τε ἐστερῆσθαι τὸν ἄνθρωπον
εἰ δὲ ἥμαρτες , ἐξ ὧν τῷ τροπαίῳ τὴν ἀδοξίαν προσέθηκας τῇ πονηρίᾳ τοῦ τρόπου , σαυτὸν τῆς ἐξουσίας ἀφῄρησαι
4644284 ἀνατρεψω
Ἀθηναίοις : διὸ καὶ ” ἀνοήτους “ αὐτοὺς εἶπεν . ἀνατρέψω ] ποιήσω δοκεῖν τὰ δίκαια ἄδικα . δίκην ]
μονόμετρον ἐκ δύο ἀναπαίστων : τὸ ιζʹ “ ἀλλ ' ἀνατρέψω ταῦτ ' ἀντιλέγων ” δίμετρον ἐξ ἀναπαίστου , δύο
4641582 εὐτολμοτατους
Κάστον ὄνομα , κελεύει παραλαβόντα τῆς ὑπηκόου τάξεως ἑαυτῷ τοὺς εὐτολμοτάτους στρατιώτας ἐπισπεύδειν καὶ ἄνευ προρρήσεως ἐπεισιόντα ταῖς τῶν Ἰουδαίων
πυλίδα ἀνέῳξαν , ἣ προεσταύρωτο πυκνοτάτοις σταυροῖς , καὶ τοὺς εὐτολμοτάτους αἰωρουμένους ὑπὲρ τὰ σταυρώματα ἐσεδέχοντο . καὶ πλείους γενόμενοι
4639602 Κυρε
δεξιὰν αὐτοῦ εἶπεν : Ὦ μέγα ἀγαθὸν σὺ τοῖς φίλοις Κῦρε , ὡς πολλήν με τοῖς θεοῖς ποιεῖς χάριν ὀφείλειν
τῆς ἐκ λόγων ἐπικουρίας . Ὅτε πρῶτον ἡμῖν , ὦ Κῦρε , φοιτήσας ἄγγελος ἐμήνυσεν ἥκειν , ἡγησάμεθά σε μουσικὸν
4637253 δημιους
τοὺς καλούς , καὶ τοὺς συνεραστὰς ἔφθανεν , καὶ τοὺς δημίους ὑπετέμνετο . Καὶ γὰρ ἦν αὐτῶν καὶ πονεῖν ἱκανώτερος
ὁ δεῖνα γὰρ καταψευσθεὶς ἄπεισι „ . καὶ πρὸς τοὺς δημίους , ὑφ ' ὧν ἤγοντο , ὑφεῖναι ” ἔφη
4626582 ἑωρακε
τὸ κάλλος . χρώμενος τοίνυν ἀδεῶς τούτοις εἰς ὑπουργίαν ἀστράγαλον ἑώρακε γράφοντα πρὸς τῷ τοίχῳ . ἔλεγον δὲ τὰ γράμματα
] καὶ μετὰ τοῦ πατρὸς [ ] καὶ μόνον . ἑώρακε δὲ καὶ [ βλέμμα ] ἀναίσχυντον καὶ διαπομπὰς ἀναισχύντους
4623235 θαρρει
ἐκείνοις , μὴ καρτερούντων δὲ πρὸς τὴν ἀντιμάχησιν ἀλλὰ τῷ θάρρει τῶν πολιτῶν τῆς πόλεως ἐνδιδόντων καὶ τῆς σφῶν σωτηρίας
πρός σε , Δημέα , πορεύομαι . ἐκποδὼν ἄπειμι . θάρρει . τουτονὶ τέθνηχ ' ὁρῶν . τί τὸ πάθος
4610025 ἀναμνησθητι
νύξ . εἶτα ἀπὸ τοῦ παρελθόντος προτρέψῃ χρόνου λέγων : ἀναμνήσθητι τῆς μνηστείας , ἐν ὅσῳ χρόνῳ γέγονεν , ἐν
συγχωρεῖς , ἄθρει . Ἀλλὰ συγχωρῶ . Τὸν τοίνυν δημοτικὸν ἀναμνήσθητι οἷον ἔφαμεν εἶναι . ἦν δέ που γεγονὼς ἐκ
4606204 ἐξαπατησω
ἔκγονον αὐτοῦ τοῦ ἀγαθοῦ κομίσασθε . εὐλαβεῖσθε μέντοι μή πῃ ἐξαπατήσω ὑμᾶς ἄκων , κίβδηλον ἀποδιδοὺς τὸν λόγον τοῦ τόκου
πολὺ ἐντιμοτέραν καὶ ἐπ ' ἀγαθοῖς διαπρεπεστέραν φανῆναι . οὐκ ἐξαπατήσω δέ σε προοιμίοις ἡδονῆς , ἀλλ ' ἧιπερ οἱ
4603151 Δαμι
, καὶ „ τί παθών „ , ἔφη ” ὦ Δάμι , διασπᾷς τὰ ἐρωτώμενα ; οὐ γὰρ ναυτιῶν γε
ἐπεὶ μηδὲ αὑτὸν ἔτι οἶδεν . ἐπισχὼν οὖν ” ὦ Δάμι , ” ἔφη „ λευκὸς ὁ κύων λάσιος προβατευτικὸς
4601004 ἀναιτιους
ἀναπέμπειν πρός σε ἢ τὰ μὴ ὄντα χρήματα ἢ τοὺς ἀναιτίους ἀνθρώπους τῇ μὲν ἀδύνατον τῇ δὲ ἄδικον : οὐ
κακοῖς , καὶ τῶιδε προστρόπαιον αἷμα προσβαλὼν οὐδὲν κακῶσαι τοὺς ἀναιτίους θέλω . ἥκω σὺν ἄλλοις , οἳ παρ '
4599290 πλουτει
, φησίν , ἐπίσης ζῶμεν , ἀλλ ' ὁ μὲν πλουτεῖ , ὁ δὲ νικᾷ , ὁ δὲ ἄλλο τι
τίνος τιμήσειν αὐτῷ προσδοκᾷς τὸ δικαστήριον ; οὐχ ὁρᾷς ὅτι πλουτεῖ καὶ τριηραρχίας ἐρεῖ καὶ λῃτουργίας ; σκόπει δὴ μὴ
4596484 πεισομενους
ὦ Πέρσαι , ἐπεὶ προσδεχόμεθα πολεμίους ἤτοι μαχουμένους γε ἢ πεισομένους παρέσεσθαι , ταχθῶμεν ὡς κάλλιστα : οὕτω γὰρ ὁρωμένους
μεταβολῇ τῶν πραγμάτων καὶ θαρρεῖν αὐτοῖς προσῆκον ὡς μηδὲν δεινὸν πεισομένους τῶν λόγων ἐν ἱερῷ γιγνομένων καὶ ταῦτα ἐν Ἡρακλέους
4595428 Σιμια
τῶν νεκρῶν ὡς τὸν νεκρόν . Σφόδρα μοι κεχάρισαι , Σιμία , νὴ τοὺς θεοὺς ταυτὶ προείπας : τὸν μάγειρον
ἔφης ἔχοντα πεῖραν ἥκειν πολυτελῶν πολλῶν τε δείπνων ἐπιλαθέσθαι , Σιμία , πάντων ποιήσω , θρῖον ἂν δείξω μόνον παραθῶ
4595347 κοσμητας
ἐν πραπίδεσσιν ἀρίστους ἔσσεσθαι , θριγκῶν τε καὶ εὐτοίχων κανονισμῶν κοσμήτας , μάλα τοι πεπονημένα τεχνάζοντας . Ἄρης δ '
ἐν πραπίδεσσιν ἀρίστους ἔσσεσθαι , θριγκῶν τε καὶ εὐτοίχων κανονισμῶν κοσμήτας , μάλα τοι πεπονημένα τεχνάζοντας . Ἄρης δ '
4589090 Ἀντιλοχ
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε
4585614 ἡμαρτηκοτας
μὴν χρήματα τῇδε ἀδικώτεροι : οὐ γὰρ μόνον τοὺς πολλὰ ἡμαρτηκότας , ἀλλ ' ἤδη τοὺς οὐδὲν ἠδικηκότας συλλαμβάνοντες ἀναγκάζουσι
, καὶ τοὺς ἡμαρτηκότας ἦσαν οἱ θηρεύοντες . οὐκοῦν τοὺς ἡμαρτηκότας , ἀλλ ' οὐ τὰς ἁμαρτούσας . οὔτε γὰρ
4583870 ὑπουργεειν
αὕτη ἁρμόζει , φιλοτιμεομένων μὲν , οὐδαμᾶ δὲ δυναμένων κακίῃ ὑπουργέειν εἰς τὸ τὰ τῶν πέλας ἔργα ἢ ὀρθὰ ἐόντα
ἀνέλπιστός ἐστι τοῦ ζῇν , ἢν μὴ δύνηται τῇ καθάρσει ὑπουργέειν . Ποιέειν δὲ καὶ τὰ ἐν τῇ περιπλευμονίῃ ,
4583799 ὁπλισαι
καὶ συνιδεῖν τὸ δέον ἑτοιμότατον , τάξαι τε στρατὸν καὶ ὁπλίσαι καὶ κοσμῆσαι ἐμπειρότατον καὶ τὰ τῶν πολεμίων ἀκριβῶς μανθάνειν
τὸν Ἀχαρνέα καὶ τοὺς αἱρεθέντας μετ ' αὐτοῦ τοὺς δημότας ὁπλίσαι ἀπὸ τῶν εἰσενεχθέντων χρημάτων . Οὗτος τοίνυν οὐχ ὅπως
4582064 τηθιδας
πενθεροὺς πεῖσαι : ἐθάρρουν ] γὰρ ἀμφότεροι [ τὰς ] τηθίδας μᾶλλον [ ἢ τὰς ἰδίας μητέρας ] · ὁ
μὲν πρεσβυτέρους καὶ τὰς πρεσβυτέρας ὡς πάππους ἢ θείους ἢ τηθίδας , τοὺς δ ' ὁμήλικας ὡς ἀνεψιούς , τοὺς
4577283 μανθανων
δὲ σοφία ἐπιστήμη - ἐστίν , ὁ ? ἄρα ? μανθάνων ? ἐπιστήμην [ - ] [ ] ἀναλαμβάνει ?
. Κεγχρεαί , πόλις Τρῳάδος , ἐν ᾗ διέτριψεν Ὅμηρος μανθάνων τὰ κατὰ τοὺς Τρῶας . δευτέρα πόλις καὶ ἐπίνειον
4575657 κἀκεινονι
τῶν σωφρόνων καὶ τῶν εὐρυπρώκτων θεατῶν σκόπει πότεροι πλείους . κἀκεινονί ] ἀριθμεῖ αὐτούς . τοῦτο ἄδηλον , πότερον ὁ
Χαιρεφῶντος ⌈ τοῦτό [ ταῦτά ] φησιν . καὶ τουτονὶ κἀκεινονί : ταῦτά φησι κοινῶς διὰ Σωκράτην καὶ Χαιρεφῶντα ,
4575313 ἀποπτυσαι
, ὡς ἀληθῶς πραχθέντα καὶ συμπεσόντα δοξάζουσι καὶ λέγουσιν , ἀποπτύσαι δεῖ καὶ καθήρασθαι τὸ στόμα κατ ' Αἰσχύλον ,
, μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων θάρσος εὐπειθὲς ἵζει φρενὸς φίλον θρόνον
4568636 ἀποθεμενους
τε λέγειν πρὸς ταῦτα τοὺς βουλομένους ἅπασαν αἰδῶ καὶ εὐλάβειαν ἀποθεμένους : οὐ γὰρ ἐπιτρέπειν τὰ πράγματα σφίσιν εἰς τὰς
βιοῦν μεθ ' ὁμονοίας . οἱ δ ' ἐκέλευον αὐτοὺς ἀποθεμένους τὰ ὅπλα ἥκειν εἰς τὸ βουλευτήριον καὶ λέγειν ,
4567289 ἡμαρτηκεναι
ἐνστάσει κέχρηται ὅλως ἐκβάλλων τὸ μὴ δι ' ὀργὴν αὐτὸν ἡμαρτηκέναι : οὐκ ἔστι δὲ ὁρικὸν , ὥς τινές φασιν
Σάκας τὸ πρᾶγμα καὶ τέλος εἶπεν : οἶμαί γε οὐχ ἡμαρτηκέναι ἀνδρὸς ἀγαθοῦ . καὶ Φεραύλας εἶπεν : ἀλλὰ πλουσιωτέρῳ
4567003 διατορους
τιτρωσκούσας : ἤτοι τοὺς δεσμοὺς τοὺς σιδηροῦς . . : διατόρους ] Διατιτρωσκούσας : ἢ διατετορνευμένας . : Καὶ διαπεπερασμένας
τῷ βάθει τοὺς κρίκους ἐνέβαλες , νῦν τύπτε ἰσχυρῶς τὰς διατόρους πέδας , τὰς διαπειρούσας καὶ τιτρωσκούσας : ἤτοι τοὺς
4566952 κασιγνητωι
ἤλπιζεν ἐκδώσειν ποτέ . εἴφ ' , ὡς ἀκούσας σῶι κασιγνήτωι λέγω . ἐν τοῖσδ ' ἐκείνου τηλορὸς ναίω δόμοις
τότ ' ἀσπίδων ἐγνώρισα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων : ἃ προσδεδορκὼς οἶδα τοὺς ὡπλισμένους . ]
4564632 δοξαιμι
μᾶλλον , ἢ λόγου τυχόντι καὶ μὴ πείσαντι ὑμᾶς : δόξαιμι γὰρ ἂν σὺν δίκῃ πάσχειν , ὅ τι ἄν
οὐδὲ τοσαυτάκις ἀγωνιζόμενος [ καὶ ] νικήσας δικαίως ἂν πάλιν δόξαιμι δι ' ἐκεῖνα ἐκπεσεῖν . Ἀλλὰ γὰρ ἴσως μετὰ
4559719 ἀθρησον
αἰρόμενος πόνους Δίωι παιδὶ συναντλεῖ ; καὶ μὰν τόνδ ' ἄθρησον πτεροῦντος ἔφεδρον ἵππου : τὰν πῦρ πνέουσαν ἐναίρει τρισώματον
χωρεῖν , συνῳδὰ τοῖς λόγοις μου πράττειν : δεῦρ ' ἄθρησον : δεῦρο εἰς ἐμὲ βλέψον , ἵνα κἂν διὰ
4555343 ἀπεκτεινας
μὲν οὖν αἴτιόν ἐστιν ἡ τοῦ κατηγόρου φύσις , οἷον ἀπέκτεινας ἢ ἱεροσύλησας , ἢ ὅ τι δή ποτε ὑπάρχει
χρηστοτέρα γέγονας πρὸς οὓς ἀπέκτεινας , ἡμᾶς δὲ σώσασα μᾶλλον ἀπέκτεινας . ἐφθόνησας ἡμῖν ἀλῃστεύτοις ἀποθανεῖν . ” Ταῦτα μὲν
4554411 βεβλημενους
τοὺς διὰ τῆς πύλης εἰσεληλυθότας εἰς τὴν οἰκοδομὴν τοῦ πύργου βεβλημένους , τοὺς δὲ μὴ εἰσεληλυθότας πάλιν ἀποβεβλημένους εἰς τὸν
δεῖν ἐκκρουσθῆναι διὰ ῥημάτων εὐπρέπειαν , οὐδ ' ἀνεῖναι Λακεδαιμονίους βεβλημένους , οἵ γε , ὑμᾶς ἂν ἐκφεύγωσιν , ὕστερον
4552566 εὑρηκα
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ '
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα
4552536 παραληψεσθαι
τῷ πρώτῳ δεκανῷ εὐδόξησιν καὶ διοίκησιν ὑπερεχομένων πραγμάτων . καὶ παραλήψεσθαι πατρῷα : ἔσεσθαι καὶ γυμναστικοὺς καὶ κακοπαθεῖς , κενὰ
τοῦ βασιλέως δωρεῶν τε μεγάλων τεύξεσθαι καὶ τῆς παραθαλασσίου πάσης παραλήψεσθαι τὴν σατραπείαν , ἐὰν ἐγχειρίσῃ τοῖς Πέρσαις τοὺς ἀφεστηκότας
4549690 ἀπολαβε
ὁ πεπαιδευμένος καὶ αἰδήμων λέγει : δὸς ὃ θέλεις : ἀπόλαβε ὃ θέλεις . λέγει δὲ τοῦτο οὐ καταθρασυνόμενος ,
. ἀνίστασο δέ , φιλτάτη , καὶ ἄπιθι χαίρουσα : ἀπόλαβε καὶ σὺ τὸν ἄνδρα τὸν σεαυτῆς : ζῇ γὰρ
4549514 διαβεβλημενος
. ἐπέστελλον δὲ ταῦτα καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῷ Ξενοφῶντι ὡς διαβεβλημένος εἴη καὶ φυλάττεσθαι δέοι . ὁ δὲ ἀκούων ταῦτα
ἐν μὲν γὰρ τοῖς ἄδηλον εἴ τις ἔστ ' ἀδίκως διαβεβλημένος , τοῖς δ ' οὐδὲ λόγος λείπεται τὸ μὴ
4544327 βουλου
ὠφελεῖ τὸν ζηλοῦντα μὴ βλάπτουσα τὸν ζηλούμενον . μικρὰ διδόναι βούλου μᾶλλον ἢ μεγάλα ἐγγυᾶν : ὅ τε γὰρ κίνδυνος
ὁτὲ μὲν βασιλέως , ὁτὲ δὲ ἀλήτου . μὴ οὖν βούλου δευτερολόγος ὢν τὸ πρωτολόγου πρόσωπον : εἰ δὲ μή
4543762 ἐνοχλουντας
καὶ ἀπεμάχοντο ὁμοῦ τοὺς περὶ τὸν Φάννιον ἀπὸ τῆς γῆς ἐνοχλοῦντας καὶ τὸν Κάσσιον τοῖς πρὸς θαλάσσῃ τείχεσι τὸ ναυτικὸν
ἀπελθοῦσα ἄφωνος μενεῖς ; εἰώθαμεν δὲ τοιούτοις λόγοις πρὸς τοὺς ἐνοχλοῦντας κεχρῆσθαι . θ ἀνασχήσει ] οὐχ ὑπομενεῖς . Ξ
4541280 σωφρονιζει
λαοί . * οἳ δὲ δίκας ξείνοισι : ταῦτα παιδευτικῶς σωφρονίζει τοὺς δικαστὰς εἰς τὸ δίκαιον ὁρᾶν παραινοῦντα καὶ ἐπὶ
τε ἀσθένεια τοῦ γήρως ἥ τε δύναμις τῶν νέων φοβοῦσα σωφρονίζει . Ὡς δὲ οὐδὲ τοῖς αὐτοῖς ἀλλὰ τοῖς ἐναντιωτάτοις
4538350 ἀμνημονω
καὶ ἴσως που καὶ τέθνηκεν : ἐγὼ δὲ καὶ ἐκείνων ἀμνημονῶ καὶ γαμοῦμαι δυστυχής , καὶ τὸν ὑμέναιον ᾄσει τις
μέλει δ ' ὁ σός μοι πόλεμος , οὐδ ' ἀμνημονῶ τιμῆς , ἐπαινῶ δ ' εὖ παθοῦσα πρὸς σέθεν
4532467 μεμαρτυρηκοτας
, καὶ ἐλέγξω δέ , ὅταν εἰσίω πρὸς τοὺς ταῦτα μεμαρτυρηκότας : τούτῳ δ ' οὐχ οἷόν τε τοῦτ '
τοίνυν οὗτος εἰδώς , καὶ πάντων μάλιστ ' ἐπιστάμενος τἀληθῆ μεμαρτυρηκότας αὐτούς , ὅμως συκοφαντεῖ καί φησιν οὐ μόνον οὐκ
4532123 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
4529440 κατοπτηρας
δὲ , φησὶν Ἐτεοκλῆς , ἔπεμψα σκοποὺς καὶ ἐπιτηρητὰς καὶ κατοπτῆρας τοῦ στρατοῦ τῶν Ἑλλήνων , τοὺς καὶ οὕστινας πέποιθα
ὅμιλον : εὖ τελεῖ θεός . σκοποὺς δὲ κἀγὼ καὶ κατοπτῆρας στρατοῦ ἔπεμψα , τοὺς πέποιθα μὴ ματᾶν ὁδῷ :
4526418 ἐμιμησω
δέξαι τὰς ἱκετείας , ἐπεὶ καὶ παρὰ τοῖς βαρβάροις ἑκατέραν ἐμιμήσω τοῦ θεοῦ τὴν δύναμιν ἐμπίπτων μέν , ὥσπερ τις
. Τί οὖν , ὦ Σόλων , οὐχὶ καὶ σὺ ἐμιμήσω Λυκοῦργον καὶ μαστιγοῖς τοὺς νέους ; καλὰ γὰρ καὶ
4523491 διδαξον
: εἰπὲ πρὸς αὐτῶν τῶν Ἐλευσινίων Κόρης καὶ Δήμητρος : δίδαξον ἄν τι σφαλώμεθα : πρόσθες τοῖς παρ ' ἡμῶν
ἀμερίμνους ἐκτενοῦσιν ἐπὶ καὶ τὰ στοιχεῖα τὰς ψυχὰς αὑτῶν ; δίδαξον ἐντεῦθεν ἐρᾶν τοῦ τι βουλεύεσθαι , ἵνα ἔχωσι καὶ
4518999 εὐδαιμονεστατους
δὲ κακῶν ἀπέχεσθαι . καὶ οὕτως ἔφη ἀρίστους τε καὶ εὐδαιμονεστάτους ἄνδρας γίγνεσθαι καὶ διαλέγεσθαι δυνατωτάτους : ἔφη δὲ καὶ
ἔστ ' ἂν ἐγγένηται αὐτοῖς τοὺς μὲν ἀγαθοὺς καὶ εὐκλεεῖς εὐδαιμονεστάτους τῷ ὄντι νομίζειν , τοὺς δὲ κακοὺς καὶ δυσκλεεῖς
4517816 ψευσαμενος
Πάντα ἄρα ἀφελὼν καὶ οὐδὲν περὶ αὐτοῦ εἰπὼν οὐδέ τι ψευσάμενος , ὡς ἔστι παρ ' αὐτῷ , εἴασε τὸ
ψεύσομαι . οὐ ψεύδεϊ τέγξω : οὐκ εἰς ὑπερβολὴν τραπήσομαι ψευσάμενος . ἤτοι οὐ κρύψω τὸν λόγον τῷ ψεύδει :
4514126 Ἐκεινον
ἐμπρόσθιον ἀστέρα βλέπει : Ἐμπρόσθιον δ ' οὖν ἀκτινοβολεῖν λέγε Ἐκεῖνον ὅστις ἐξ ὀπισθίων τρέχει . Ἐπεὶ δ ' ἔνεισιν
, μεθ ' οὗ τὰ περὶ τὸν Ἀκροκόρινθον ἔπραξεν . Ἐκεῖνον γὰρ ἰδίᾳ τῷ Πειραιεῖ προσβαλόντα καὶ τῆς κλίμακος συντριβείσης
4513816 ἐμε
οὐδὲ ὀβολὸν ἐμπεπολήκαμεν . εἶτα ὁ Πλούτων εὖ οἶδα ὅτι ἐμὲ ῥᾳθυμεῖν ἐν τούτοις ὑπολήψεται , καὶ ταῦτα παρ '
τῶν οἴκων ἄκουσαν ἄκων , μήτε ἐκεῖνος θέλων , μήτε ἐμὲ θέλουσαν , ἀλλ ' ἐβίαζεν αὐτὸν κατὰ ἀνάγκην ταῦτα
4511638 εὐρυπρωκτους
τοὺς θεούς “ δίμετρον ἀκατάληκτον : τὸ ιβʹ ” τοὺς εὐρυπρώκτους “ ὅμοιον τῷ Ϙʹ : τὸ ιγʹ ” καὶ
κάνθαρος ἔπεσεν ἐπὶ τὴν ὀσμήν . κωμῳδεῖ δὲ Χίους ὡς εὐρυπρώκτους ὄντας καὶ ἑτοίμους εἰς τὸ ἀποπατεῖν . τούτους ὡς
4511549 εἰσιωμεν
ἔστ ' ἐκείνου τοῦ πονηροῦ κόμματος . Νὼ δ ' εἰσίωμεν , ἵνα προσεύξῃ τὸν θεόν . Ἆρ ' ,
παρακεχώρηκε τῆς εἰς τὴν πόλιν ὁδοῦ . ἡμεῖς δὲ θαρροῦντες εἰσίωμεν [ μηδὲν φοβούμενοι εἴσω ] , ἐννοούμενοι ὅτι οὗτοι
4509905 ἐπετιμησεν
, προσποιηθεὶς δὲ ἀπιστεῖν τοῖς διαβάλλουσι τούτοις μὲν πολλῶν ἀκουόντων ἐπετίμησεν ὡς διιστάνουσι τὴν φιλίαν , πρὸς δὲ τοὺς ἐκτὸς
ὠνείδιζεν ὁ Ἀγαμέμνων , ἤνεγκεν εὐπρεπῶς καὶ τῷ Σθενέλῳ ἀποκρινομένῳ ἐπετίμησεν Τέττα , σιωπῇ ἧσο , ἐμῷ δ ' ἐπιπείθεο
4507943 χειροτονησατε
καὶ γὰρ τὰς τυραννίδας πανουργίᾳ μᾶλλον ἢ βίᾳ κτώμεθα . χειροτονήσατε ἐμὲ τοῦ πρὸς Χαιρέαν πολέμου στρατηγόν : ἐπαγγέλλομαι διαλύσειν
εὐπορήσετε . ὅταν δὲ χρεία ᾖ ἵππων , τοὺς ὄνους χειροτονήσατε ἵππους εἶναι : τοῦτο γὰρ συνήθες ὑμῖν ἐν παντί
4507936 ἀπολωλας
δὲ τοῦ ; σόν , φησιν ? [ ] . ἀπόλωλας : φενακίζεις με . ἐγώ ; εἰδότα γ '
καὶ πολλῶν ἐπαίνων ἀξία τῆς εὐγενοῦς προαιρέσεως , οἴχῃ καὶ ἀπόλωλας οὐχ ὑπομείνασα τυραννικὴν ὕβριν , ἁπάσας ὑπεριδοῦσα τὰς ἐν
4505811 περικαεις
δὲ ὀξεῖς , ἡσσώμενοι δὲ τῇ χειρὶ , οἱ δὲ περικαεῖς , οἱ δὲ λοιποὶ βληχροὶ , ξηροὶ , ἀμυδροὶ
ἀπὸ δὲ τῆς θερμασίας εἶπε , τῶν πυρετῶν τοὺς μὲν περικαεῖς , τοὺς δὲ μή : τοῦτο ἀπὸ τῆς ποιότητος
4505087 ἀπαρνειται
τῆς βλάβης αἴτιος . καὶ τούτου χάριν ὁ μὲν προκατάρξας ἀπαρνεῖται μὴ προκατάρξαι . ὁ δὲ ἀμυνάμενος τὴν βλάβην μὲν
ἰσχνὸς προβαίνῃ μὴ γινομένης ἰσορρόπου τῆς κράσεως , τοὺς χαρακτῆρας ἀπαρνεῖται τοὺς τρεῖς : οὔτε γὰρ ὁ κατὰ φύσιν ἰσχνός
4499100 ὠγαθε
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν ,
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι
4498396 ἐκλαλησαι
πειθόμενον , τούτοις αὐτὸν προθωπεύσας ὀμωμοκώς τε κατ ' ἐμαυτὸν ἐκλαλῆσαι τὸ πρᾶγμα τοῦ μηκέτι μοι χώραν σιωπῆς ὑπολείπεσθαι ,
, σαφηνίσαι , γνωρίσαι , θρυλῆσαι , κηρῦξαι ἐκκηρῦξαι , ἐκλαλῆσαι , ἐκβοῆσαι , ἐκθρυλῆσαι , ἐκθροῆσαι , ἐξαγορεῦσαι ,
4497862 γηρασας
. Εἰ δὲ ἦν ξένος , ἢ νοσῶν , ἢ γηράσας , ἑψήσας τοὺς ἰχθύας , καὶ ποιήσας αὐτὰ ἀγαθῶς
φιλοπόνηρος ἀνὴρ Τὸν ὅμοιον τοῖς τρόποις οὐκ ἀμύνεται . Λύκος γηράσας νόμους ὁρίζει . Ἑρμηνεία . Νουθετήσει κακοῦργος εἰς γῆρας
4492526 ἐκκλησιαζοντων
ἔπραττε τὸν δημοτικὸν ὑποκρινόμενος καὶ σαφῶς εἰδὼς τοὺς πλείους τῶν ἐκκλησιαζόντων μετεσχηκότας τῶν ἀσεβημάτων καὶ διὰ τοῦτο μηδέποτ ' ἂν
ὁ λόγος ὑπὸ τοῦ θορύβου τε καὶ τῆς ἀκοσμίας τῶν ἐκκλησιαζόντων . οἱ μὲν γὰρ ἐπεκέλευόν τε καὶ ἐπεθάρρυνον τοὺς
4491609 Μελλω
ἐκ ποδῶν κατωκάρα κρέμαιτο . Ἤδη καλῶς ἔχει σοι . Μέλλω γά τοι θερίδδειν . Ἀλλ ' , ὦ ξένων
. . ἀπόκρινε : Ἀπολογίζου . . τὸ τί : Μέλλω ἐρωτηθῆναι . . 〚 μελαγχολᾶν μ ' οὕτως οἴει
4490927 ἐπαις
ἢ Εὔπολις ἐπλάσατο τὴν Κλέωνος τελευτὴν ἐν τῷ Μαρικᾷ . ἔπαις ' ἐς τὴν γαστέρα ] ἔτυψα . ἔγραψε γὰρ
ὁμοίας καὶ πάσας δεξιάς : ὃς μέγιστον ὄντα Κλέων ' ἔπαις ' εἰς τὴν γαστέρα κοὐκ ἐτόλμης ' αὖθις ἐπεμπηδῆς
4490832 συνδουλους
, ” εἰσελθών ” φησίν „ ἐνδοτέρω , ἄσπασαι τοὺς συνδούλους σου „ . τὸν δὲ εἰσελθόντα καὶ ἀσπασάμενον ἰδόντες
τοὺς θεράποντας : Τοὺς δούλους . . αὐτοῦ , τοὺς συνδούλους σου . τὴν κύνα : Τὴν σκύλαν . .
4490538 ἀνεσπακασιν
οἱ μὲν τὸ Γ , οἱ δὲ τὸ Δ πάντως ἀνεσπάκασιν καὶ ἀνήλωται ἤδη ἐς τοὺς ἀθλητὰς ὀκτὼ ὄντας τὰ
φέρων . Πόθεν γάρ , ὦ φίλοι θεοί , τούτους ἀνεσπάκασιν οὗτοι τοὺς λόγους ; Ὁ μυόχοδος γέρων λεληθέναι σφόδρα
4487947 συμποτας
συμπόσιον , λῆξαι τὸν πότον , ἐκδειπνῆσαι , ἀπαναστῆναι τοὺς συμπότας , ἐξαναστῆναι , ἐξελθεῖν , ἀπαλλαγῆναι , ἐπὶ κοίτην
αὐτὸς καθ ' ἑαυτὸν καὶ οἱ σύνδειπνοι , καλεῖ τοὺς συμπότας τούτους τις τῶν εὐνούχων . καὶ ὅταν εἰσέλθωσι συμπίνουσιν
4481329 ἐγελασας
γάρ ἐστιν ὃς βροτῶν ἔχει κράτη . ἀλλὰ τί μεταξὺ ἐγέλασας , ὦ ἀλεκτρυών ; Ὅτι ὑπ ' ἀγνοίας ,
τοῖς Παναθηναίοις τὸ ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς μορίας . τί ἐγέλασας , ὦ Ἀνάχαρσι ; ἢ διότι μικρά σοι εἶναι
4480516 μεταβαλλομενους
ἑστῶτας , ποτὲ εἰς τὸν νῶτον ἐρχομένους τῶν πεζῶν καὶ μεταβαλλομένους κατὰ νώτου . τάσσονται δὲ τὰ μέρη τῆς παρατάξεως
ὡς ἀσθενενεστάτην ζητεῖν ποιεῖν ὥσπερ ἐκεῖνος , οὔτ ' ἀνεκτὸν μεταβαλλομένους φαίνεσθαι . τὸ δ ' ἐπὶ σφῶν αὐτῶν ἐᾶσαι
4478988 παραστησον
ἐπισκευάζειν , σὺ δὲ ἀλλὰ δελφῖνά μοί τινα τῶν ὠκέων παράστησον : ἀφιππάσομαι γὰρ ἐπ ' αὐτοῦ τάχιστα . Ἰδού
τοῖς παισὶ τῆς προδοσίας κοινωνεῖν ; τοῖς δικασταῖς τοὺς μαρτυροῦντας παράστησον , δούλους , ἐλευθέρους , ξένους , πολίτας ,
4471837 σφῳν
αὐτήκοος αὐτὸς γενέσθαι ; Τί οὖν δή ; βούλεσθε ἐγὼ σφῷν τὴν ἄτοπον ἀπόκρισιν ταύτην ἀποκρίνωμαι ; Τί μήν ;
: νῶϊν νῷν κατὰ συναίρεσιν , ὥσπερ καὶ τὸ σφῶϊν σφῷν τῆς περισπωμένης φυλαττομένης . καὶ πάλιν νῶϊ σφῶϊ :

Back