αὐτήκοος αὐτὸς γενέσθαι ; Τί οὖν δή ; βούλεσθε ἐγὼ σφῷν τὴν ἄτοπον ἀπόκρισιν ταύτην ἀποκρίνωμαι ; Τί μήν ; | ||
: νῶϊν νῷν κατὰ συναίρεσιν , ὥσπερ καὶ τὸ σφῶϊν σφῷν τῆς περισπωμένης φυλαττομένης . καὶ πάλιν νῶϊ σφῶϊ : |
τοὺς ‖ [ ! ! ! ! ! ! ] ιτ [ ! ! ! ! ! ! ] [ | ||
! ουσαν ? [ [ ] ροχ [ [ ] ιτ ? ? [ [ ] ! ! ! αρρ |
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ . | ||
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα |
λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . Λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε | ||
τῇ πρὸς τὸ ἀνὰ μέσον ἀρετῆς καὶ κακίας ἀδιαφορίᾳ . φίλησον τὸ ἀνθρώπινον γένος . ἀκολούθησον θεῷ . ἐκεῖνος μέν |
ἑλισσόμενος . πηλὸς ἐφυράθην , οὐ ψεύσομαι . ἀλλ ' ἐφίλησα , ὦ ξεῖν ' , ὀστρακέων δύσμορον ἐργασίην . | ||
, ὡς ἂν διαδὺς κατεφίλησά σε : καὶ τὴν χεῖρα ἐφίλησα ἄν , εἰ μὴ τὸ στόμα ἤθελες . μήκων |
. τὸ δεύτερόν σοι , Πυρρίη , πάλιν φωνέω , ὄκως ἐρεῖς Ἔρμωνι χιλίας ὦδε καὶ χιλίας ὦδ ' ἐμβαλεῖν | ||
τις οὐχὶ σύνδουλον αὐτὸν σπαράσσειν ἀλλὰ σημάτων φῶρα . ὀρῆις ὄκως νῦν τοῦτον ἐκ βίης ἔλκεις ἐς τὰς ἀνάγκας , |
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
, ἔφη , ἄλλῳ ἡμῶν δοκεῖ , ὦ Σώκρατες . Σοὶ δὲ δὴ τίς , ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι | ||
, καὶ ἰκμαλέον ἤδη ἐμποιῆσαι τὸ δέρμα λεπτοῖς ἱδρῶσι . Σοὶ δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ , ἱκανὸν ἂν δόξαι |
] δ ' εἰρήνη ? ποτ ' , ὦ Ζεῦ δέϲποτα , [ διάλυϲιϲ ] ! [ ! ! ] | ||
τῶν κατὰ τὸν βίον . πλουτεῖμ πένεϲθαι δεῖ δικαίωϲ , δέϲποτα , τὸ κακῶϲ ἀκοῦϲαι [ ] πάλιν ἐπίϲταϲθαι καλῶϲ |
; ἂν μέτριον , μενῶ : ἂν λίαν πολύν , ἐξέρχομαι . τούτου γὰρ μεμνῆσθαι καὶ κρατεῖν , ὅτι ἡ | ||
δῷς , ἀλλ ' ἀπόδος . καὶ δὴ φέρους ' ἐξέρχομαι . Ῥύγχος φορῶν ὕειον ᾐσθόμην τότε . Παραγεύσεταί σοι |
ἐπὶ τῶν πονηρῶν : καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀμφιαράῳ , Ὦ μιαρὲ , καὶ Φρυνώνδα , καὶ πονηρὲ σύ . λέγεται | ||
ὁ καρτερός . Ὦ βδελυρὲ κἀναίσχυντε καὶ τολμηρὲ σὺ καὶ μιαρὲ καὶ παμμίαρε καὶ μιαρώτατε , ὃς τὸν κύν ' |
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω | ||
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε |
ἑτέρους δεῖ , τοὺς δὲ διώκειν . Σὺν ἐλαίῳ ὠτογλυφίδα λαβοῦς ' ἀνασκάλλεται . Τὸ γὰρ ἕψημά σου γευόμενος ἔλαθον | ||
. . . . . . . . ἅμα δὲ λαβοῦς ' ἠφάνικε πηλίκον τινὰ οἴεσθε μέγεθος ἀρεσιαν ; μέγαν |
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει | ||
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ |
! ! [ ] νον ? ἐπόθειϲ ἀεὶ ] ν οὑτοϲὶ δαμοξεν ? [ ] νον ? ἐπόθειϲ ἀεὶ [ | ||
ἐϲθ ' ἅνθρωποϲ εἰϲεληλυθώϲ : τοὔνομα [ ] λέγει γὰρ οὑτοϲὶ τὸν Δημέαν . ὦ [ Ἡράκλειϲ ] : ἀνθρωπίνωϲ |
τοῦ νοῦ κενόν . Εἶπον μὲν οὖν καὶ πρόσθεν , ἐννέπω δὲ νῦν , τὰς παῖδας ὡς τάχιστα δεῦρ ' | ||
αν . . . Παῖδες , ἄφωνος ἐοῖσα τότ ' ἐννέπω , αἴ τις ἔρηται , φωνὰν ἀκαμάταν κατθεμένα πρὸ |
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ] | ||
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ |
, κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε | ||
ἐπὶ τῇ λίμνῃ ἑστώς ; Ὅτι , ὦ Μένιππε , ἀπόλωλα ὑπὸ τοῦ δίψους . Οὕτως ἀργὸς εἶ , ὡς |
μετέλθοι . ” τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ξεῖν ' , ἐπεὶ ἂρ δὴ ταῦτά | ||
γενέσθαι . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ἔσσεται οὕτως , ἄττα : σὺ δ |
ἔοικε . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ εἰ γάρ τοι , βασίλεια , σιωπήσειαν | ||
τε δοκοῖσι . τὸν δ ' ἐπικερτομέων προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ , Μελάνθιε |
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα | ||
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ |
θεοὺς ἔχων τις ἂν φίλους ἀρίστην μαντικὴν ἔχοι δόμοις . εἶἑν : τὰ μὲν δὴ δεῦρ ' ἀεὶ καλῶς ἔχει | ||
νέλθοι . σὺ πρότερος , Μοσχίων , πρόσελθέ μου . εἶἑν : ὦ πάτερ ] , τί ποιεῖς ταῦτα ; |
κέλομαι τὸν ποιμένα . τὶν δέ , Κομᾶτα , δωρεῖται Μόρσων τὰν ἀμνίδα : καὶ τὺ δὲ θύσας ταῖς Νύμφαις | ||
μέλλει λέξαι καὶ ἴσως ἂν ἐκ τῆς ἀηδίας καὶ ὁ Μόρσων ἡμιθνὴς γενήσεται ἢ καὶ τέλος θάνῃ . ἢ ζῶντ |
τι αἱρήσεσθε ; Ἀρισταγόρης μὲν ταῦτα ἔλεξε , Κλεομένης δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ ξεῖνε Μιλήσιε , ἀναβάλλομαί τοι ἐς | ||
γυναῖκας . Ὁ μὲν δὴ τοιαῦτα ἔλεγε , ἡ δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ παῖ , ἐπείτε με λιτῇσι μετέρχεαι |
ἄλλον ἀμύντορα μερμηρίξω . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ἐσθλώ τοι τούτω γ ' | ||
' εἴκελα τοῖσι δύναιτ ' ἂν φράζεσθαι μάλα πολλὰ νόῳ πεπνυμένος ἀνήρ : λέξω δ ' αὖ μετέπειθ ' , |
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
βρέξω τὸ ὄμμα , ἐπεὶ καὶ , ὅτε ὤλλυτο , ἔκλαυσα : ὡς φίλος φησὶ τὸ κερδᾶναι : κέρδος γὰρ | ||
πάντας θρηνοῦντας καὶ κλαίοντας καὶ κακὸν πένθος τοὺς ἁμαρτωλούς . ἔκλαυσα κἀγὼ ὁρῶν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων οὕτως κολαζομένους . |
δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ ῥεῖ ' ἔγνως , | ||
σοὶ δὲ φρένας ἄφρονι πεῖθε . Τὸν δ ' ὀλιγοδρανέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ἤδη νῦν Ἕκτορ μεγάλ ' εὔχεο |
. τοιοῦτόν τι καὶ σὺ ὑπομίμνῃσκε σεαυτόν , ὅτι θνητὸν φιλεῖς , οὐδὲν τῶν σεαυτοῦ φιλεῖς : ἐπὶ τοῦ παρόντος | ||
. . . . . . . . Στράτιε , φιλεῖς δήπου με . μᾶλλον τοῦ πατρός : ὁ μὲν |
μα προς ? [ αυ ] τον ο μισητος εφη εγω τι [ ] ως απολεισθε [ ] εν ? | ||
[ [ ! ! ! ! ! ! ! ] εγω ? ? [ [ ! ! ! ! ! |
' Ἀκέστορ ' αὐτὸ τὸν στιγματίαν παθόντα : σκῶμμα γὰρ εἶπ ' ἀσελγές , εἶτ ' αὐτὸν ὁ παῖς θύραζε | ||
: ‚ Ἐπίχαρμοϲ ϲοφόϲ τιϲ ἐγένετο [ πόλλ ' ὃϲ εἶπ ] ? ' ἀϲτεῖα καὶ παντοῖα ? ? ? |
σὺ πολλὰ δὴ βρίζων ἅμα οὔλοισιν ἐξήμελξας εὐτραφὲς γάλα . Πυλάδη , τί δράσω ; μητέρ ' αἰδεσθῶ κτανεῖν ; | ||
τ ' , ὦ φίλων μοι τῶν ἐμῶν σαφέστατε , Πυλάδη , κάταιθε γεῖσα τειχέων τάδε . ὦ γαῖα Δαναῶν |
ποτ ' ἀγκάλαις ; ὁ Βακχίου παῖς , ὡς σαφέστερον μάθηις . ἐν σέλμασιν νεώς ἐστιν ἢ φέρεις σύ νιν | ||
ἔξεστι . τῶν σῶν δ ' οὕνεχ ' , ὡς μάθηις , λόγων δώσω τόδ ' αὐτῆι : τῆσδε δ |
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός . | ||
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι |
ἴστε μετ ' ὀλίγον χρόνον , ἀναβεβίωκα : περιπατῶ , λαλῶ φρονῶν , τὴν τηλικούτων καὶ τοιούτων ηλιον νυντοντον εὑρών | ||
ἁρμόζου τύχην . ὄνος βαδίζεις εἰς ἄχυρα τραγημάτων . Κροίσῳ λαλῶ σοι καὶ Μίδᾳ καὶ Ταντάλῳ . σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ |
δὲ Πρίαμον φάτο μῦθον : υἱὸς μὲν δή τοι λέλυται γέρον ὡς ἐκέλευες , κεῖται δ ' ἐν λεχέεσς ' | ||
' ἐστέρησε Φοῖβος . ὦ κακὰ παθὼν ἰδών τε δυστυχὲς γέρον , τίν ' αἰῶν ' ἐς τὸ λοιπὸν ἕξεις |
ἐκ τῆς καρδίας ὁ Ἔρως ἀντεφθέγγετο : “ Ναί , τολμηρέ , κατ ' ἐμοῦ στρατεύῃ καὶ ἀντιπαρατάττῃ ; ἵπταμαι | ||
συστρεφόμεναι , πρὸς ἀλλήλας φερόμεναι . τολμῶν ] λέγειν , τολμηρέ , τολμηρῶς λέγων , ὁ ἐπιχειρῶν τολματίας ὤν . |
ὁ ῥιγοπύρετος . Ἡράκλεις : ἐπίφθεγμα θαυμαστικόν . τὸ δὲ Ἥρακλες κλητικὴ πτῶσις , ὥσπερ τὸ ὦ Δάματερ τοῦ Δήμητερ | ||
: Ἡρακλῆος δὲ ἰωνικῶς : ἡ κλητικὴ Ἡράκλεες Ἡράκλεις : Ἥρακλες δὲ κατὰ συγκοπήν : ἡ μέντοι συνῃρημένη Ἡρακλοῦς ἐν |
καὶ συγκοπῇ τῆς σα συλλαβῆς ἀπειλήτην . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀπειλῶ ἠπείλουν : τὸ δυϊκὸν ἠπειλεῖτον ἠπειλείτην , συστολῇ τῆς | ||
καὶ ὑποθέσεις τοῖς ἰάμβοις ; “ Ταῦτά σοι καὶ αὐτὸς ἀπειλῶ , οὐ μὰ τὸν Δία τῷ Ἀρχιλόχῳ εἰκάζων ἐμαυτόνπόθεν |
. τὸ δεινῶ περισπᾶται , ὅτι δεινός , καὶ τὸ πεινῶ , ὅτι πεῖνα . Τὰ εἰς ΝΩ δισύλλαβα παραληγόμενα | ||
, ἀλλὰ σύμφωνον τὸ Ψ καὶ τὸ Ν , οἷον πεινῶ καὶ διψῶ : οὐκ ἀντίκειται δὲ ἡμῖν , ἐπεὶ |
! [ [ ] ! ! η χρυσοπέδιλλος [ ] Αὔως [ [ ] ! — στίχοι ρλ [ ] | ||
Ὅτε σὺν τῆι Σεβαστῆι Σαβείνηι ἐγενόμην παρὰ τῶι Μέμνονι . Αὔως καὶ γεράρω , Μέμνον , πάι Τιθώνοιο , Θηβάας |
ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός . ὑπεδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φιλῶ . Κορινθίῳ πίστευε καὶ μὴ χρῶ φίλῳ | ||
, παράδειγμα ἓν κείσθω τόδε : ἐδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φίλε . οὕτως γὰρ λελυμένον ἀναγκάσει καὶ τὸν |
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα | ||
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ |
, . . . Ἀνήκεστον : ἀθεράπευτον : ἀκῶ τὸ θεραπεύω , οἷον : ἀλλ ' ἀκεώμεθα θᾶσσον : ὁ | ||
τῶν νοσημάτων : καὶ γίνεται ἐκ τοῦ παίω , τὸ θεραπεύω , παίων καὶ παιάων , ὡς Μαχάων , καὶ |
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ | ||
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω |
οἴει δὲ τί ; ὁ μῦθόϲ ἐϲμεν Πάμφιλ ' ἤδη γραῦϲ γέρων ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΥ [ ] οὐκ εὖ λογίζηι [ ] | ||
παῖδα ? [ ! ! ! ! ! ] ου γραῦϲ ἔχει κακ ? [ μὴ τα ! [ ἰδού |
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ | ||
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς |
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν , | ||
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι |
δυσανασχετοῦσα λατρείαν φύγω . δός μοι τὴν προῖκά μου καὶ πορεύσομαι „ . πρὸς ταῦτα τοῦ Ξάνθου μεμψαμένου τὸν Αἴσωπον | ||
] δόξης . πρότερον . δόμων ] τῶν . ἤγουν πορεύσομαι . ἤγουν τοῦ Ξέρξου . τῷ Δαρείῳ . καὶ |
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις | ||
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα |
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον | ||
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε |
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς | ||
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται . |
' . . . . αὔδα : ἔστιν † αὐδέω αὐδῶ , ὁ παρατατικὸς ηὔδαον ηὔδων , ηὔδαες ηὔδας , | ||
, τέκνον . εἶἑν : σὲ τὸν θάσσοντα δυστήνους ἕδρας αὐδῶ φίλοισιν ὄμμα δεικνύναι τὸ σόν . οὐδεὶς σκότος γὰρ |
τοῖχοι . νῦν αὐτὸν ἐκμάσσεις ? τε καὶ ποεῖς λαμπρόν ὄτ ' ἐστὶ χρείη [ ] ? , ληιστρί ; | ||
τέα κόρα οἴκω τε πὲρ σῶ καὶ πὲρ ἀτιμίας κύπρος ὄτ ' ἄσφ ' ἀπολλυμένοις σάωις ἄμμιν ἀθάνατοι θέοι νίκαν |
συμμάχου ; Ὦ χαῖρ ' , Ἀθάνα , χαῖρε , Διογενὲς τέκνον , ὡς εὖ παρέστης : καί σε παγχρύσοις | ||
κατέσχον ἀλίμενόν τε καρδίαν . ὦ Παλλάς , ὦ δέσποινα Διογενὲς θεά , νῦν νῦν ἄρηξον : κρείσσονας γὰρ Ἰλίου |
τῆς σῆς ἑορτῆς ἀξίως παίσαντα καὶ σκώψαντα νικήσαντα ταινιοῦσθαι . Ἄγ ' εἶά νυν καὶ τὸν ὡραῖον θεὸν παρακαλεῖτε δεῦρο | ||
διαφέρειν . Τῆς δὴ διαφορᾶς αὐτοῖν ἐπὶ θεωρίαν ἔλθωμεν . Ἄγ ' ὅπῃ σοι φαίνεται . Τῇδε δὴ ἄγω . |
, καὶ πάλιν ταῦτα ἀγανακτῶ καὶ τούτοις ἀγανακτῶ καὶ τούτοις ἀγανακτῶ . . ἄγλιθες : ἐξ ὧν σύγκειται . . | ||
Θεσμοφόρῳ τρέφων διὰ παντὸς τοῦ βίου ; ταῦτα καὶ αὐτὸς ἀγανακτῶ , πρὸς ἐνίων μὲν ἀτίμως λακτιζόμενος καὶ λαφυσσόμενος καὶ |
ὅτου χάριν αὐτὸν ἐπεβοήσατο . τὸ δὲ ἀντεφθέγξατο πρὸς τὸ ὄρσο ἔχει τὴν δύναμιν καὶ πάγκοινον τὸν χῶρον καλεῖ διὰ | ||
ἀκολούθει εἰς τὴν ἐσομένην πάγκοινον χώραν , τὴν Ὀλυμπίαν . ὄρσο τέκνον δεῦρο : ταῦτα παρὰ Ἀπόλλωνος πρὸς Ἴαμον : |
οἱ δὲ συνεμφάσεις , οἱ δὲ σχετλιασμούς , φεῦ , παπαῖ , ὤμοι . φασὶ δὲ καὶ [ ] εἰκασμοῦ | ||
καὶ γὰρ τὰ πυθόκραντα : δυσμαθῆ δ ' ὅμως . παπαῖ , οἷον τὸ πῦρ : ἐπέρχεται δέ μοι . |
ἀφ ' οὗ . Δόλου : παρὰ τὸ δέω τὸ δεσμῶ τοὺς ἁλισκομένους , ὡς τό : ἀλλά σφωε δόλος | ||
προστακτικόν ἐστι καὶ κανονίζεται οὕτω : δέω , δῶ τὸ δεσμῶ : δέομαι , δοῦμαι : ἐδεόμην , ἐδούμην : |
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον | ||
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν |
? ! [ Λυκουργ [ γυνὴ δ [ οὐκ ἐν ξεν ? [ πρὸς δ ' ἀ [ ἥκιστα [ | ||
ον πᾱ [ ˘˘˘˘ – – – ] ων : ξεν [ – ˘˘˘ – – ] έμμεν ἁλίῳ ? |
? ? [ ] , εὐτυχὴϲ ἄνθρωποϲ εἶ . } Ἡράκλειϲ , τί ποτ ' ἐϲτὶ [ ] τὸ γεγενημένον | ||
[ ] λέγει γὰρ οὑτοϲὶ τὸν Δημέαν . ὦ [ Ἡράκλειϲ ] : ἀνθρωπίνωϲ ἂν οὐ λάβοι τὸ ϲυμβεβηκόϲ ; |
παντός , ὦ δέσποτ ' , ἀγαλοῦμεν ἡμεῖς ἀεί . Ἴθ ' , ἀντιβολῶ ς ' , ἐλέησον αὐτῶν τὴν | ||
' , ὦ πόνηρ ' , οὐ δημοσιεύων τυγχάνω . Ἴθ ' ἀντιβολῶ ς ' , ἤν πως κομίσωμαι τὼ |
ἀντίδοσιν , οἷον ὅτι τοσάδε σοι μέλλω δοῦναι ὑπὲρ ὧν μαθήσομαι καὶ τοσάδε ὑπὲρ ὧν τερφθήσομαι . ἡ μὲν οὖν | ||
τίνος ἀκούσω : τίνος κλύω : ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ , |
, καὶ ἐν ῥήμασιν ἑτερόκλιτα , ἔσθω ἔφαγον , φέρω οἴσω . Εἰ αἱ σύνθετοι τῶν λέξεων διηνεκὲς ἔχουσι τὸ | ||
οὗ φέρεται ἡ ναῦς . οἴω , τὸ φέρω , οἴσω * * * . . . , : ὀρρωδῶ |
ὦ πάντων ῥᾷστ ' ἀνθρώπων ἀναπεισθέντ ' οὐχ ὑγιαίνειν δύο πρεσβύτα , ξυνθιασώτα τοῦ ληρεῖν καὶ παραπαίειν , εἰ τοῦτο | ||
ἀντὶ τοῦ ” ἐξεπαίδευσα “ . σὸν ἔργον , ὦ πρεσβύτα : διπλῆ καὶ εἴσθεσις εἰς ἐπῳδικὴν τριάδα ἢ τετράδα |
φόβον , πήλας ἀκούσει κεῖθι πεμφίδων ὄπα λεπτὴν ἀμαυρᾶς μάστακος προσφθέγμασιν . ὅθεν Γιγάντων νῆσος ἡ μετάφρενον θλάσασα καὶ Τυφῶνος | ||
τερπνὸν δὲ τἀναγκαῖον ἐκφυγεῖν ἅπαν . τοιοῖσδέ τοί νιν ἀξιῶ προσφθέγμασιν . φθόνος δ ' ἀπέστω . πολλὰ γὰρ τὰ |
ἀναβιβάζει τὸν τόνον , πλὴν τῶν παρὰ τὸ φρήν , Ἀγάμεμνον κακόδαιμον χαμαίλεον : δαΐφρον δὲ καὶ περίφρον παροξυτόνως : | ||
: κρῖν ' ἄνδρας κατὰ φῦλα , κατὰ φρήτρας , Ἀγάμεμνον : ὣς φρήτρη φρήτρῃφιν ἀρήγει , φῦλα δὲ φύλοις |
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . . | ||
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο . |
ταῦτα διείρηκεν , ὡς εἴπομεν . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε ] οἰκτείρει τὸν ἐχθρόν , ὑπεύθυνον ποιῶν τῷ ἐγκλήματι | ||
μάθῃ ποῦ τὴν προκοπὴν ζητῇ ; ἐκεῖ ζήτησον αὐτήν , ταλαίπωρε , ὅπου σου τὸ ἔργον . ποῦ δέ σου |
Ἆρ ' οὖν δυνατὸς αὐτὸ ἂν γενοίμην , ὥσπερ καὶ διανοοῦμαι , διὰ λόγων ἐνδείξασθαί σοι ; Τί δ ' | ||
γιγνόμενα , οὐκ ἂν θαυμάζοιμι εἰ μὴ σαφῶς λέγων ἃ διανοοῦμαι τοῦτο ἐποίησα καὶ ἔπαθον : ἀλλ ' ἃ βούλομαι |
κέλευε Δωρι ? ? [ ἀγένειον εἶ παιδάριον [ ὁ Ζεὺϲ ἀπολέϲαι κα [ πέπρακα . Δωρί , χαῖρε [ | ||
! ! ! ! ! ] υϲμα ? [ ὁ Ζεὺϲ ] ὁ ϲωτὴρ α ? ! [ ἐμὲ ] |
γάμων Ἑλένης τε ; πόθεν ἦλθ ' ἐπ ' ὀλέθρωι τὠμῶι , πάτερ ; βλέψον πρὸς ἡμᾶς , ὄμμα δὸς | ||
μέν , Ἡράκλεις , οὐδ ' ἐγκεχείρηκ ' , ἀλλὰ τὠμῶι δεσπότηι εἴρηχ ' , ὑπέσχηταί τ ' ἐμοὶ ? |
ἀπ ' αὐτῶν ὀνόματα καὶ ἐπιρρήματα ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , | ||
ὦ δαιμόνιε , χάριν ἐμὴν ἅψαι καὶ τῶν μικρῶν . Φιλῶ γὰρ ἐμαυτὸν καὶ διὰ τοῦτο σὲ φιλῶ καὶ φιλεῖν |
βλεπόντων ] οἷον ὁρώντων ὅτι κλέπτω , ἐπιορκῶ ὅτι οὐ κλέπτω ὀμνύων . ἀλλότρια τοίνυν σοφίζῃ : τεχνάζει : σοφίας | ||
καὶ ἀνέδην , τὸ μὴ ἐφεκτικῶς τι πράττειν , ὡς κλέπτω κλέβδην . Μεθόδιος . , . , . . |
εἰς ΥΣ πάντα σύνθετα συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ Υ προπαροξύνεται : σύνοφρυς λεύκοφρυς κάλλιχθυς δίβραχυς . Τὰ εἰς ΥΣ θηλυκὰ ἐκτείνοντα | ||
λιγυρῶς ἀνεβάλλετ ' ἀείδεν : κἤμ ' ἐκ τῶ ἄντρω σύνοφρυς κόρα ἐχθὲς ἰδοῖσα τὰς δαμάλας παρελᾶντα καλὸν καλὸν ἦμεν |
εἰ δ ' ἐγὼ [ ] ι τι προσέχεσθεμ [ πάρειμι τοῦτον πά [ ] α [ ! ] ἐγώ | ||
οὐδ ' ἀνάγκῃ πρὸς σὲ παρεγενόμην , ἀλλ ' αὐθαίρετος πάρειμι . ἀνάσχου δέ μου μικρὸν ἀκοῦσαι . ἀνήρ τις |
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν , | ||
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο |
αἰτία . ταῦτα δέ φησι παραθαρσύνων αὐτούς . Αἰσονίδη , τύνη δέ : ἐπειδή , φησίν , ἅπαξ ἐφύγομεν τὰς | ||
περ κεῖσθαι , ἐπεὶ δὴ πρῶτα θεῶν ἰότητι δαμάσθη : τύνη δ ' Ἡφαίστοιο πάρα κλυτὰ τεύχεα δέξο καλὰ μάλ |
ἤτε κλεπίαν [ ] | ἀτῶντι . | οὐκ ἐτὸς ἁγὼ μέτρα χέω [ Λίνον ] οὐκ ἐξίκει [ : | ||
αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς ' ἐδεξάμην , νῦν δ |
σχῆμα καταφυλάξῃ . ἀλλ ' ὡς μάλιστα τοῖν ποδοῖν ἐπικτυπῶν βάδιζε . ἡμῖν δ ' ἂν αἰσχύνην φέροι πάσαισι παρὰ | ||
καὶ τὸν Σπεκτάτον ἡγοῦ τάχιστα ὄψεσθαι . μεθ ' οὗ βάδιζε , πρὸς θεῶν , εἰς Ἰταλίαν , ὡς σοί |
νέα συκίδια τἄλλα θ ' ὁπός ' ἐστὶ φυτὰ προσγελάσεται λαβόντ ' ἄσμενα . Ἀλλὰ ποῦ ποτ ' ἦν ἀφ | ||
τὸ πράττειν οὕτω καὶ σκόπει . Ἐὰν τροφὴν δοὺς τὸν λαβόντ ' ὀνειδίσῃς , ἀψινθίῳ κατέπασας ἀττικὸν μέλι . Εἰ |
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ | ||
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι , |
, κελαινὰ δ ' ἀμφὶ νῶθ ' ἵετο κόνις . τοιῶνδ ' ἄνακτα δοριπόνων ἔκανεν ἀνδρῶν , Τυνδαρί , σὰ | ||
? ? [ ! ] νοισι τερ ? ? [ τοιῶνδ ] ? ' ἐρετ ? [ ! ! ! |
τὸν Ποσειδῶ , καὶ σὺ γὰρ τοὺς ἐκ Πύλου . Εἴπ ' , ἀντιβολῶ , πῶς ἐπενόησας ἁρπάσαι ; Τὸ | ||
εἰπόντι τἀληθῆ φίλῳ σοὶ μηδὲν ἧσσον ἢ πάρος ξυνηρετεῖν ; Εἴπ ' : ἦ γὰρ εἴην οὐκ ἂν εὖ φρονῶν |
. ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀμφιβάλλω , συναυλίζομαι : καὶ οὐ μὴ συνδυάσω μετὰ τῶν | ||
. . . Ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τὸ ἀμφιβάλλω καὶ δοκῶ : γράφεται διὰ τῆς οι διφθόγγου πρὸς |
ὤνθρωπον λέγοντες καὶ τὰ ὅμοια . οὕτω καὶ τὸ ἄναξ ὤναξ . εἰ δέ ἐστιν ἀττικὴ συναλοιφὴ ἀντὶ τοῦ ὦ | ||
τοῦ κλῦθι ἀττικῶς , τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ προστακτικοῦ . * ὤναξ ἀντὶ τοῦ * ἄναξ δωρικῶς ὀξύνεται : τὸ γὰρ |
ν . . . ἀσυλλογιστ ? ? [ εἰ δὴ μολ [ βάψας ? [ λαβὼν ? ? [ [ | ||
? δ ' ὕμνον ? ? ἀμφὶ ? τὸν δόντα μολ - πάσειν ? ? [ ! ] ολω ? |
λόγοις . φθέγξαι τι , δεῦρ ' ἄθρησον . ὦ τάλαιν ' ἐγώ , γυναῖκες , ἄλλως τούσδε μοχθοῦμεν πόνους | ||
δάμαρ νιν ἐξέπεμπε δωμάτων ἄλαις : πίτνει δ ' ἁ τάλαιν ' ἐς ἅλμαν φόνωι τέκνων δυσσεβεῖ , ἀκτῆς ὑπερτείνασα |
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι . | ||
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ |
πένης ἦν : ὅτι δὲ ταῦτα πολλά ἐστι , τοσοῦτον κερδαίνω , πλείω μὲν φυλάττειν δεῖ , πλείω δὲ ἄλλοις | ||
ἀναβιβάζω , παλαίω , ἐμπαίζω , ἀσωτεύομαι , ἐνθεάζομαι , κερδαίνω , ἱλαρεύομαι , λούομαι , νοσφίζομαι , μηχανῶμαι , |
? ! ? καλῶς [ ] εγω [ ] ! ειδον ? ! ! [ ! ! ] ρν [ | ||
? ! ! . καλῶς [ ] ἐγώ [ ] ειδον . ἀνρυ [ ! ! ] [ ! ] |
πλατάγησον στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις . αἰάζω τὸν Ἄδωνιν : ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . κεῖται καλὸς Ἄδωνις | ||
, . Αἰάζειν : παρὰ τὸ αἴ σχετλιαστικὸν ἐπίρρημα γέγονεν αἰάζω , ὡς λίαν λιάζω , . , , . |
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς | ||
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται , |
σμινύης καὶ ἐρρωμένως τῇ γῇ ἐμβάλλειν , ἀνακύψαντα δὲ „ λυπῶ σε ” , φάναι ” ὦ Δημήτριε , τὸν | ||
. Ἡνία , ὁ χαλινὸς , ἀπὸ τοῦ ἀνιῶ τὸ λυπῶ , κημὸς ἀπὸ τοῦ κάμνω , φιμὸς ἀπὸ τοῦ |
ἰδοίατο νοστήσαντα . ” τὸν δ ' αὖτ ' Ἀλκίνοος ἀπαμείβετο φώνησέν τε : “ ὦ Ὀδυσεῦ , τὸ μὲν | ||
υἷα Ἥρη ἀκηχεμένη . Ὃ δ ' ἄρ ' οὐκ ἀπαμείβετο μύθῳ : ἅζετο γὰρ παράκοιτιν ἑοῦ πατρὸς ἀκαμάτοιο , |
Ἀλκαίου δέξαι με κωμάζοντα , δέξαι , λίσσομαί σε , λίσσομαι . Καταληκτικὸν δὲ δίμετρον τὸ καλούμενον Ἀνακρεόντειον οἷον ὁ | ||
. , : Ἡρακλείδης δὲ ἀγνοεῖν φησι πολλοὺς ὅτι τὸ λίσσομαι κοινολεκτούμενον Ἀτθίδι διαλέκτῳ γέγονε λίττομαι , παρέσει δὲ τοῦ |
, ὡς ἐπὶ τοῦ νέμω νόμος , λέγω λόγος , ἐπιστέλλω ἐπιστολή : διαλέκτου δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ ὄνειρος | ||
, ἔρχῃ , πορεύεις . τὸ στέλλω σημαίνει δʹ τὸ ἐπιστέλλω , ἐξ οὗ καὶ ἐπιστολὴ , τὸ πλέω , |
] ; καὶ τόνδε φέρεις ἡγήτορα φύτλης [ ] . αὐδήσω [ σε ] Πλάτωνα ; Πλατωνίδος ἐσσὶ γενέθλης [ | ||
η ἔχει , ἡβῶ ἡβήσω , σιγῶ σιγήσω , αὐδῶ αὐδήσω , θῶ θήσω : τὸ μυκῶ μυκήσω , τιμῶ |
δὲ καὶ τίν καὶ ἔτι μετ ' ἐπενθέσεως τοῦ ε τεΐν . ἰδίως γὰρ ἡ μετάθεσις ἡ εἰς τὸ τ | ||
αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ Ἀντιμάχῳ καὶ Κορίννῃ , ἐπὶ αἰτιατικῆς ἔσθ ' |