Διαγράφειν . διαξύειν , ἀπαλείφειν , παράπτεσθαι . Διαγράφειν τὸ ἐξαλείφειν Πλάτων Πολιτείας γʹ . Διακομισθείς , διελθών . Διακορής
ταῖς γὰρ ἐκ τῶν θυμάτων ἀπολαύσεσι τὸ περὶ τούτων ἀληθὲς ἐξαλείφειν πειρώμενοι λανθάνομεν ἡμᾶς αὐτούς , οὐ γὰρ δὴ τὸν
5880261 ἀνατρεπων
εἴη τοῖς ἀνθρώποις διὰ τὴν τῶν ὀνομάτων διαφορὰν ὑποσκελίζων καὶ ἀνατρέπων , ὥσπερ οἱ τὰ σκολύθρια τῶν μελλόντων καθιζήσεσθαι ὑποσπῶντες
δυσαγώνιστος , προωθῶν , προρρηγνύμενος , ἐμπίπτων , προσπίπτων , ἀνατρέπων , κόπτων τοῖς ὀδοῦσιν , ἀνοίγων , ἀναρρηγνύς ,
5557255 παρατιθησιν
ὡς μηδενὸς ἐν Σαμοθρᾴκῃ μυστικοῦ λόγου περὶ Καβείρων λεγομένου , παρατίθησιν ὁμοίως καὶ Στησιμβρότου τοῦ Θασίου δόξαν , ὡς τὰ
οὗ μέσον κατὰ τὸν χρόνον ἅμα καὶ τὴν ἀντακολούθησιν . παρατίθησιν δὲ τούτου καὶ ἐναργῆ παραδείγματα , ἃ διὰ τὸ
5475599 δεξιωσαμενος
σιτηρεσίοις καὶ παντοίοις ἄλλοις δώροις , εὖ πεποιηκώς τε καὶ δεξιωσάμενος οὓς ᾔδει καλῶς ἀγωνισαμένους ἔτι τε δημηγορήσας καὶ πολλὰ
τῇ πηγῇ διώριστο , παρεληλύθει , τὴν μὲν ὁ πρόεδρος δεξιωσάμενος ἐκ τοῦ ὕδατος ἐξάγει , δύο παλαίσματα τοῦ Θερσάνδρου
5345696 παραινουντι
, εἰ τύχῃ ὑπὸ φρονίμου παραινούμενος , εὔπειστος γίνεται αὐτῷ παραινοῦντι τὰ συμφέροντα , ὁ δὲ ἰσχυρογνώμων ὑπὸ λόγου οὐ
καὶ ἐν θεάτρῳ ἠκούσατε ἀμφοτέρων , μᾶλλον ἐμοὶ προσθέσθαι ὡς παραινοῦντι τὰ χρήσιμα . οὐκοῦν ἐμὸς ὁ τόπος , ἐμὴν
5340329 προλεγων
καὶ πεῖσαι τοὺς ἀκροωμένους ἱκανός , ὁ δὲ ἐπισημαινόμενος καὶ προλέγων ὅτι ὑβρίσει οὐκέτι ὁμοίως τὸ πιθανὸν διασώσει καὶ ἐνδιάθετον
ὀρθῶς λαμβανομένοις παρακρουσθέντες . πεποίηται γὰρ αὐτῷ ἐν Ἰλιάδι Ποσειδῶν προλέγων τὴν μέλλουσαν ἔσεσθαι περὶ τὸν Αἰνείαν καὶ τοὺς ἐξ
5330998 αἰσθησῃ
ἔχων τὴν στῦψιν : εἰ γὰρ ὕδατι παραβάλλοις αὐτόν , αἰσθήσῃ σαφῶς ἐκ τῆς παραβολῆς ἐξ ὕδατος γεγονέναι βρα -
ἀλλὰ καὶ ἐν βουλῇ καὶ ἐν δήμῳ ὀρέγοντός σοι χεῖρα αἰσθήσῃ τοῦ ἀνδρός , εἰ αὐτῷ προθύμως καὶ φιλοτίμως ἐντυγχάνοις
5319924 μισθωσας
τὴν Χερρόνησον ὅπως κομιεῖσθ ' ὑμεῖς συμπρᾶξαι , ὥστε πάλιν μισθώσας αὑτὸν τῷ Κότυϊ τὰ ὑπόλοιπα τῶν ὑμετέρων χωρίων Κριθώτην
καιρῶν ἐποιήσατε κύριον , οὗτος , εἴπερ ὥσπερ οὗτος ἐβουλήθη μισθώσας αὑτὸν ἐξαπατᾶν ὑμᾶς καὶ φενακίζειν , τῶν ἴσων αἴτιος
5226886 καταβαλω
τάλαντα . Ὠνησάμην ὅσου φής . τἀργύριον μέντοι εἰς αὖθις καταβαλῶ . Τί σοι τοὔνομα ; Δίων Συρακούσιος . Ἄγε
εἰ μὴ τοῦτο τὸ πλοῖον ταχύτερον ἄγετε , λίθοις ὑμᾶς καταβαλῶ . ” τότε εἷς ἐξ αὐτῶν εἶπεν : „
5225714 Κυνικος
φυλαττομένων . Κυνὸς οὖς : ἐπὶ τῶν ὀξέως ἀκουόντων . Κυνικὸς θάνατος : ἐπὶ τοῦ χαλεποῦ : παρόσον οἱ κύνες
οὐσίας αὐτοῦ ἐμπεφορτισμένων τῇ νηΐ . Οὗτος γὰρ ὁ Ἀντισθένης Κυνικὸς ἦν φιλόσοφος ὅς , τυφθεὶς καὶ πληγεὶς τὸ πρόσωπον
5202481 εἰργασμενος
ἀπόλλυσιν νόσος ; ἡ σύνεσις , ὅτι σύνοιδα δείν ' εἰργασμένος . πῶς φήις ; σοφόν τοι τὸ σαφές ,
ἐκεῖνοι μὲν ἔφευγον , ὁ Δεινίας δὲ ὑπεξέρχεται τηλικοῦτον ἔργον εἰργασμένος . Καὶ τὸ μέχρι τῆς ἕω παρὰ τῷ Ἀγαθοκλεῖ
5196941 καυχωμενος
καλῶς ποιήσας καλῶς ὠνείδισας ἔργον καθεῖλες πλουσίου πτωχὸς λόγῳ . καυχώμενος τὸ δῶρον ὃ δέδωκας φίλῳ ἔργῳ στρατηγὸς γέγονας ἐν
κατεβρώθη , τρόπωι τῶι αὐτῶι καὶ ὁ τὸν μάγον Ὀστάνην καυχώμενος ἐν ἡμέραι συντελείας πυρὸς αἰωνίου βορᾶι παραδοθήσεται . .
5171285 αἰτησοντα
σοι φάρμακον παρ ' αὑτοῦ καὶ συνεβούλευεν ὅτι τάχιστα πέμπειν αἰτήσοντα πρότερον ἀξιώσας τὸν μηνύσαντα κρύπτειν . ἐγὼ δὲ οὐκ
ὅπλων τὴν ἀπὸ τῆς ἡμερότητος , ἣν ἔπεμψέ με νῦν αἰτήσοντα πόλις ἀτυχής , εἰ δὲ βούλει , προπετής ,
5159094 πειθων
ὑπεξαιρούμενοι πρόφασιν , ἀλλ ' ὅπως ἂν ἕκαστος ἦι δυνατὸς πείθων ἢ βιαζόμενος , οὕτω προστάττοντες ἄγειν . καὶ ταύτην
οὖν ἑτέρους λαλοῦντας εὖ βδελύττομαι ; τρόπος ἔσθ ' ὁ πείθων τοῦ λέγοντος , οὐ λόγος . Οὐ πάνυ τι
5146541 ἀπαγορευων
, εἷς μέν , ὃν νῦν ἐγὼ παρέχομαι , διαρρήδην ἀπαγορεύων τὸν ὑπὸ τοῦ δήμου στεφανούμενον μὴ κηρύττεσθαι ἔξω τῆς
μὴ προβουλεύονται ; εἰ ἔνεστιν καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις λόγος ἀπαγορεύων ταῖς αἰσχραῖς ἐπιθυμίαις ἐνδιδόναι διὰ δὲ τὴν σφοδρότητα ἢ
5143894 συνηγορων
. ἀντὶ τοῦ συνθετῶν . μὴ τοίνυν κτλ . ἔτι συνηγορῶν τῷ Πρωταγόρᾳ τὰς πρὸς αὐτὸν ἐνστάσεις δοκεῖ διαλύειν .
εἰς τοὐπίσω παλίρρους μετέπιπτεν . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐπιτιμᾷ Καλλιμάχῳ , συνηγορῶν τοῖς περὶ τὸν Ἐρατοσθένη , διότι καίπερ γραμματικὸς ὢν
5140452 τυπτησαντα
καὶ ἀγνώμων . τιμῶντά σε γὰρ ἥκιστά με ὠφέλησας , τυπτήσαντα δέ σε πολλοῖς καλοῖς ἀμείβῃ . „ ὁ μῦθος
, ἢ ὑπὸ ἰδιώτου τὸν ἄρχοντα , εἶπε τὸν ἄρχοντα τυπτήσαντα διδόναι μυρίας : καὶ ὁ νόμος οὐ πρὸς τὴν
5135698 σπερμολογος
ἢ Ῥαδάμανθυς ἢ Μίνως ἦν ὁ κατηγορῶν , ἀλλὰ μὴ σπερμολόγος , περίτριμμα ἀγορᾶς , ὄλεθρος γραμματεύς . μέθοδος δέ
Αἰακὸς ἢ Ῥαδάμανθυς ἢ Μίνως ὁ κατηγορῶν , ἀλλὰ μὴ σπερμολόγος περίτριμμα ἀγορᾶς ‚ [ ἀρουραῖος Οἰνόμαος , παράσημος ῥήτωρ
5132008 στεφανουν
, καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας εἰς ἑαυτὸν δεικνύει . τὸ στεφανοῦν ἀλλ ' ὅταν ἐρῶντα νοῦν ἔχειν τις ἀξιοῖ ,
ἡ δύναμις τοῦ στεφάνου , ᾧ ἔφης . . . στεφανοῦν αὐτόν ; Εὐδαιμονική , ὦ νεανίσκε . ὁ γὰρ
5119867 ἐξελεγχθεις
ἐστ ' οὐδεὶς ὑπὸ ταύτῃ τῇ προσηγορίᾳ , πρὶν ἂν ἐξελεγχθεὶς ἁλῷ . ποῦ τοῦτο δηλοῖ ; ἔν τε τῷ
καθάπερ οἱ παῖδες ἡδονῇ τινι πρὸς τέχνην παρακαλούμενοι , ἢ ἐξελεγχθεὶς καὶ πᾶν ὅ τι τῆς ψυχῆς ὕπουλον γυμνώσας καὶ
5119384 ἀπαιτηθῃ
μαθὼν γὰρ ὁ Πολυμήστωρ ἐκεῖσε τοὺς Ἕλληνας ἐλθόντας φοβούμενος μὴ ἀπαιτηθῇ τὰ χρήματα , ἔσφαξε τὸν Πολύδωρον καὶ ἔρριψεν εἰς
ἐτιμωρήσατο δέον τοῦτο ποιεῖν , ἀλλ ' ἵνα μὴ δίκας ἀπαιτηθῇ τῆς μοιχείας , προτέρα ἐφόνευσεν : περὶ τοῦ φόνου
5096492 προσποιουμενος
δωρεὰν λαμβάνειν , ἐπεὶ καὶ αἱ προφάσεις , ἃς σὺ προσποιούμενος ἔλεγες προβεβλῆσθαι , καὶ τούτῳ τῷ τρόπῳ καὶ μυρίοις
πελταστὰς ἔχοντι : στενόπορον ἦν τὸ χωρίον . Γοργίδας φεύγειν προσποιούμενος τοὺς πελταστὰς ἐπὶ πόδα ἀνεχώρει : τῶν δὲ πολεμίων
5086608 φαμενος
ὁ Τημένου , τῆς ὁδοῦ οἱ τῆς ἐς Σικυῶνα Ἥραν φάμενος ὁδηγὸν γενέσθαι . ἐκ Σικυῶνος δὲ τὴν κατ '
τὸ οὖς : Ἀ . γὰρ οὐκ ἀληθῆ λέγει , φάμενος ἀναπνεῖν τὰς αἶγας κατὰ τὰ ὦτα . ̈ .
5065574 κατεσχημενος
θρασέως ἐπὶ τὰς δίκας ὁρμῶν φαίνοιο , ἀλλὰ πολὺν χρόνον κατεσχημένος καὶ διαλλαγῆναι πρὸς τὸν ἀντίδικον ἐθελήσας , εἰς μετριωτέραν
αὐτοκέλευστος ἦλθε , φύσει μισοπόνηρος ὢν καὶ ζήλῳ τῶν καλῶν κατεσχημένος : ᾧ σειρομάστην λαβόντι , τὸ δ ' ἐστὶν
5059534 Παρμενων
πλατιστακὸς καλεῖται ὁ σαπέρδης , καθάπερ καὶ ὁ κορακῖνος , Παρμένων φησὶν ὁ Ῥόδιος ἐν πρώτῳ μαγειρικῆς διδασκαλίας . Ἀριστοφάνης
τοίνυν ὕστερος : σὺ δ ' , ὦ Σίκων καὶ Παρμένων αἴρεσθε τὴν παμπησίαν . φέρε νυν ἐγώ σοι ξυμφέρω
5033973 εἰσφερων
Χρύσιππός τε ἐν τῷ περὶ τοῦ καλοῦ γνώμας τινὰς ἡμῖν εἰσφέρων φησί : μηδέποτ ' ἐλαίαν ἔσθι ' , ἀκαλήφην
τρὶς ταὔτ ' εἰσάγων , ἀλλ ' αἰεὶ καινὰς ἰδέας εἰσφέρων σοφίζομαι οὐδὲν ἀλλήλαισιν ὁμοίας καὶ πάσας δεξιάς : ὃς
5025795 πωλουντα
ἐμπείρων περὶ ἕκαστα , ἀναγραψάντων ἅ τε χρὴ ποιεῖν τὸν πωλοῦντα καὶ ἃ μή , καὶ πρόσθε τοῦ ἀγορανομίου θέντων
τοῦ σιδήρου , πάντας ἐγώ φημι τοὺς οἰκέτας εἰδέναι τοῦτον πωλοῦντα , καὶ παραδοῦναι καὶ τότε καὶ νῦν ἤθελον αὐτῷ
5008890 ἀναστραφεις
, ἵνα βάλλῃ αὐτούς . Ὁ δὲ τότε πρῶτον νομίμως ἀναστραφεὶς , τὸν χαρισάμενον πρότερον ἔβαλεν : ὡς ἂν ,
Γ οὐδὲ παλαίστρας : οὐδὲ εἰ προσῆλθεν αὐτῷ τις ἐξώλης ἀναστραφεὶς καὶ δεόμενος μὴ κωμῳδεῖσθαι , ἐμαλάττετο οὐδὲ ἐπείθετο .
5004067 πηρωσας
τοῦ ὄντος καταλέλοιπεν , τὸ ᾧ μόνῳ βλέπειν ἠδύνατο ἑκουσίως πηρώσας . Ἄξιον δὲ σκέψασθαι καὶ τὴν χώραν , εἰς
ἐπὶ τοῦ ἤθους , καὶ οὗτος , τουτέστιν ὁ ἑκὼν πηρώσας ἑαυτόν , τοῦ ἄκοντος . Ἐντεῦθεν λέγει ἡμῖν περὶ
4987179 ἱλαρος
μαχήσονται . Ἐξάγων ὁ στρατηγὸς τοὺς στρατιώτας εἰς πόλεμον , ἱλαρὸς ἔστω παραιτούμενος τὸ στυγνόν , ὥστε τὰ πολλὰ γὰρ
ὑποτεταγμένην αὐτὴν ποιήσει . Μέλλων δὲ συγγενέσθαι ὁ γαμῶν ἔστω ἱλαρὸς καὶ ἀπὸ ἱλαρῶν καὶ ἄλυπος μήτε ἄγαν συμβεβαρημένος τροφῇ
4976478 προσενεγκειν
τῷ ἀποκρότῳ καὶ σκληρῷ τοῦ χωρίου ἐγγύς που τοῦ τείχους προσενεγκεῖν ὥστε καὶ παίειν αὐτὸ μετὰ βίας σφοδρᾶς καὶ ῥύμης
μανίας τὸν ἄνθρωπον : ἐπεὶ δὲ καὶ λόγους ἐτόλμησέ μοι προσενεγκεῖν , ἐγὼ μὲν ἀφεῖσα αὐτὸν ἔτι δακρύοντα καὶ προκυλινδούμενον
4974904 προσιεμενον
ἐφίεται καὶ πρὸς τὸ λυποῦν ὀργίζεται ἢ ἵνα τὸ μὲν προσιέμενον , τὸ δὲ ἀμυνόμενον σωθείη ; Τὸ μὲν οὖν
ἐὰν οὖν τινα θεάσῃ σῖτα καὶ ποτὰ μὴ ἐν καιρῷ προσιέμενον ἢ λουτρὰ καὶ ἀλείμματα παραιτούμενον ἢ τῶν περὶ σῶμα
4967963 προσειπων
' ὥρα χρόνος ἐστὶ τοῖς ποθοῦσιν . Μικρὸν οὖν κόρην προσειπών , μελέων ἐμῶν ἀφορμήν , θαλίης μέλισμα πάσης ἀποπαύσομαι
] ἐμήκυνε τὴν ἀντίθεσιν καὶ τὸν προσκομίσαντα αὐτὴν ἐπῄνεσε σώφρονα προσειπών , τουτέστι φρόνιμον . καὶ μεγάλη γὰρ ῥοπὴ καὶ
4966462 βραχυλογος
. τὴν πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται
. τὴν πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται
4956446 συνετως
Ἀρίστων Κεῖος , Εὐφρόνιος Παιανιεύς . “ Οὕτω μέντοι αὐτῷ συνετῶς τὰ πάντα πράττοντι τά τε περὶ παιδείαν καὶ πάντας
τὸ νομίζει γίγνεσθαι . τορῶς . τομῶς , ἐντρεχῶς , συνετῶς . ἀναβάλλεσθαι . ἀντὶ τοῦ προοιμιάζεσθαι . τῶν γὰρ
4952097 ἀνελομενοις
τῷ Κιθαιρῶνι ὅτι οὐκ ἀπώλεσεν αὐτόν : δέον γὰρ τοῖς ἀνελομένοις καταράσασθαι ἢ τῇ Πολύβου γυναικὶ , τῷ ὄρει καταρᾶται
Θήβαις Λαοδάμαντα ἐπιτροπεύων τὸν Ἐτεοκλέους , οὐ παρῆκε τοῖς προσήκουσιν ἀνελομένοις θάψαι : ἱκετεύσαντος δὲ Ἀδράστου Θησέα καὶ μάχης Ἀθηναίων
4947198 γελοιος
, ὄφρα τί μιν προτιείποι ἀμειβόμενος ἐπέεσσιν : ἀθετεῖται ὅτι γελοῖος , εἰ ἡ μελία ἐπετήδευσε μὴ ἀποτεμεῖν τὸν ἀσφάραγον
καὶ τί λέγουσιν ἕκαστον ὁρίζονται : ὁ δὲ μηδὲν συνιδὼν γελοῖος ἂν εἶναι δόξειεν ἐπιζητῶν τί ἐστι γραμμὴ καὶ τῶν
4941758 πεισας
ᾤκησαν , οὕτως ὡς ἕκαστος ὥρμητο . Κλέων δὲ Ἀθηναίους πείσας ἐς τὰ ἐπὶ Θρᾴκης χωρία ἐξέπλευσε μετὰ τὴν ἐκεχειρίαν
ἦν ἄν . ἢ γὰρ ἐπείσθη τις ἂν , ἢ πείσας ἀπήλλακτο . νῦν δ ' ἑτέρους διακόνους ὑποβαλλόμενοι τῆς
4940385 ἐργαζηται
περὶ πᾶσαν ἐργασίαν ; Ναί . Ὅταν ἄρα τὰ αἰσχρὰ ἐργάζηται , ἑκοῦσα ἐργάζεται διὰ δύναμιν καὶ τέχνην : ταῦτα
κατὰ τῶν πτερυγωμάτων , ἵνα κατ ' αὐτῶν ἡ διόπτρα ἐργάζηται . δεῖ δὲ καθιέναι τὸν λωτὸν τῆς διόπτρας εἰς
4937970 ταμειου
σιτήσεως , τοῦ νόμου κελεύοντος τοὺς πηροὺς τρέφεσθαι ἐκ τοῦ ταμείου : γίνεται δὲ καὶ κατὰ αἴτησιν ῥητὸν καὶ διάνοια
ἵνα μηκέτι πράγματ ' ἔχοι , οἰκουρὸς ἦν φίλος τοῦ ταμείου προκαθήμενος . Οὐδὲν δ ' εἰς οὐδὲν ὠφελῶν ὑπιδόμενος
4932648 ἀφιεις
διδάσκων οἷα εὐεργέτημαι καὶ οὐδὲ τὸν βασιλέα τῆς χάριτος ταύτης ἀφιεὶς ἀνήκοον . Ἥσθην ὅτι με παρακαλεῖς ἐφ ' ἅπερ
βασιλεῖ . Ὁ δὲ τῇ μητρὶ συνταξάμενος καὶ δακρύων κρουνοὺς ἀφιεὶς ἐπὶ δυσὶν ἐμερίζετο πάθεσι , σπλάγχνῳ τε μητρικῷ καὶ
4931108 φιλουντων
ἤσθιεν ὥσπερ νεοττὸς ὄρνιθος . Ἐσθιόντων δὲ αὐτῶν καὶ περιττότερα φιλούντων ὧν ἤσθιον , ναῦς ἁλιέων ὤφθη παραπλέουσα . Ἄνεμος
. . βλάπτειν . . φήμ ' ἐγώ : Ὡς φιλούντων αὐτῶν τὰ μὴ γενόμενα καινοποιεῖν . τοῖσιν ἡλίκοισι :
4930000 κωλυων
ἂν εἴη τις , αὐτὸς μὲν φιλοσοφῶν , ἡμᾶς δὲ κωλύων . Ἁπλῶς δὲ θαυμάσαι τις ἂν , οἱ Τίμωνος
ἐρεῖς δὲ ταῦτα πλατύτερον : οἷον ἤρκει μὲν ὁ νόμος κωλύων τὴν πρόσοδον : ἔπειτα δὲ καὶ τὸ πρᾶγμα αὐτὸ
4927643 ἀπολυων
οὐδαμῶς ἄλλως ἐλέγχειν ἢ ἐξ ὧν τοὺς ἄλλους ὁ κατήγορος ἀπολύων αὐτὸν τὸν θάνατόν φησι μηνύειν ἐμὲ τὸν φονέα ὄντα
ἀρετῆς ἄξιον , ἐγώ σοι τοῦτ ' ἔχω μαρτυρεῖν . ἀπολύων δέ σε τοῦ τότε συναδικεῖν ἡμᾶς μέμφομαι τοῦ νῦν
4927081 ἐγκατελιπε
οἷς φησιν : ” ἐλιπάνθη , ἐπαχύνθη , ἐπλατύνθη καὶ ἐγκατέλιπε θεὸν τὸν ποιήσαντα αὐτόν ” : ὥστε εἰ ἡ
Λεωκράτης τοσοῦτον ὑπερβέβληκε δειλίᾳ , ὥστε τὴν πατρίδα τοῖς πολεμίοις ἐγκατέλιπε . τοιγαροῦν οὐδεμία πόλις αὐτὸν εἴασε παρ ' αὑτῇ
4925843 φορουσα
: ἑταίρα χρυσία εἰ φοροίη δημοσία ἔστω : ἥλω ἑταίρα φοροῦσα , καὶ ὁ μὲν κατήγορος ἀναγινώσκει „ δημοσία ἔστω
λέγουσα πολλοὺς μυκτηρισμοὺς ἀθέσμους , ὡς αὐτὴ χρυσὸν καὶ πορφύραν φοροῦσα , ὥσπερ τις ἄναξ οὖσα , φησί , τυγχάνω
4923862 περιεργασομαι
πρῶτον πιεῖν , ἐπεὶ δὲ αὐτοῖς οὕτως δοκεῖ , οὐ περιεργάσομαι . “ καὶ λαβὼν ἔπιεν . ἀριστώντων δὲ αὐτῶν
ταῦτα : πλὴν εἰ μὴ τοῦτο λέγει , ὅτι οὐ περιεργάσομαι οὔτε εἰ ἐκ δικαίου οὔτε εἰ ἐξ ἀδίκου πορίσεσθε
4922022 νομοθετης
ἐλάττω τοῦ χρέους ἡγεῖται τὸν κίνδυνον . ἀλλὰ καλῶς ὁ νομοθέτης ἰδών , ὡς τοὺς ἐν τῇ πόλει γενέσθαι πάντας
ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν Ἄβελ „ . οἷς ἀρετὴν μεμαρτύρηκεν ὁ νομοθέτης , τούτους γνωρίζοντας γυναῖκας οὐκ εἰσάγει , τὸν Ἀβραάμ
4919176 πορθμεας
τοῦ Διὸς στρατιώτας , ὑπηρέτας , τελώνας , πανδοκέας , πορθμέας , φυσιουργούς . πάλιν δὲ δύο τῶν τὰς πράξεις
εἶχον καλεῖν , καὶ τοῦ πρὸς ἡμέραν ὑπηρέτας ὥσπερ τοὺς πορθμέας , οὐ μόνον , εἰ βούλει , τοὺς κυβερνήτας
4916965 κομψην
τι καινόν , ἐπεί . κομψοπρεπῆ ] ἀστείαν . , κομψήν , κομψότητι κοσμουμένην . μοῦσαν ] γνῶσιν . δεῖ
κἀκεῖνον ἐν σαυτῷ περιφέρεις , ἔτι ποθεῖς λιθάρια καὶ πέτραν κομψήν ; ὅταν οὖν μέλλῃς ἀπολιπεῖν αὐτὸν τὸν ἥλιον καὶ
4910058 ἐπερωτων
, καὶ ἑαυτοῖς μείζονα ἁμαρτίαν ἐπιφέρουσιν εἰδωλολατροῦντες : ὁ γὰρ ἐπερωτῶν ψευδοπροφήτην περὶ πράξεώς τινος εἰδωλολάτρης ἐστὶ καὶ κενὸς ἀπὸ
καὶ ἐν πλείονι χρόνῳ τὰ αὐτὰ δι ' ἑτέρων τρόπων ἐπερωτῶν . Τὸ δὲ νοῦν ἔχειν ὀξὺν καὶ δύνασθαι κρίνειν
4908669 εὐφραινεις
τοῖς ἀγαθοῖς οὐ φθονοῦσιν ἐπαινουμένοις . οὕτω καὶ πέμπων ἐπιστολὰς εὐφραίνεις καὶ μὴ πέμπων εὐφροσύνης ἀφορμὰς ἄλλως παρέχεις τοῖς φίλοις
φιλανθρωπίαν εὔλογον γαστέρα τε καὶ ὕπνον κρατούμενον ἄλλα τε οἷς εὐφραίνεις τοὺς τὸν οὐρανὸν οἰκοῦντας ὑπὸ τοῖς ἐκείνων ὄμμασι χρώμενος
4899776 κατακαινειν
σε αἰτοῦνται καὶ δέονται δοῦναι σφίσι τὼ ἄνδρε καὶ μὴ κατακαίνειν : πολλὰ γὰρ ἐν τῷ ἔμπροσθεν χρόνῳ περὶ τὴν
στρατόπεδον , καὶ εἴ τινας σὺν ὅπλοις ἴδοιεν ἐξιόντας , κατακαίνειν : τοῖς δ ' ὑπομένουσιν ἐκήρυξεν , ὁπόσοι τῶν
4898938 ἀσκυλευτος
τυραννήσειν , ἀντώμοσεν ὁ πένης ἀποκτείνειν αὐτόν : εὑρέθη νεκρὸς ἀσκύλευτος ἐπανιὼν ἀπὸ τοῦ συμποσίου ὁ πένης : καὶ κρίνεται
συνεβούλευσε , Δημάδης ἀντεῖπεν , ἡττήθη , εὕρηται Δημοσθένης νεκρὸς ἀσκύλευτος καὶ κρίνεται Δημάδης φόνου : πρὸς γὰρ ἕκαστον τῶν
4879318 μεμαρτυρηκοτα
τραπέζης καὶ τοῦ ἐργαστηρίου , Στέφανον δὲ τουτονὶ τὰ ψευδῆ μεμαρτυρηκότα καὶ παρὰ τὸν νόμον . Ἄξιον τοίνυν , ὦ
Καίτοι πῶς οὗτος οὐ σαφῶς ἐξελέγχει αὐτὸς αὑτὸν τὰ ψευδῆ μεμαρτυρηκότα ; Οὐ γὰρ δήπου γνησίου ὄντος ὑέος Εὐκτήμονι ἐπίκληρος
4860438 στεφανωθηναι
μὴ θαυμάζεται παρὰ τοῖς ἀνθρώποις , ἀλλὰ ἐφ ' οἷς στεφανωθῆναι ἔστι , κηρύτ - τειν καὶ ᾄδειν πρὸς κιθάραν
προγόνων ἔργα : οὐδὲ γὰρ Φιλάμμωνα φήσει τὸν πύκτην Ὀλυμπίασι στεφανωθῆναι νικήσαντα Γλαῦκον τὸν παλαιὸν ἐκεῖνον πύκτην , ἀλλὰ τοὺς
4858667 κολασθησεται
, ὃς δ ' ἂν μὴ ἀντανάσχῃ ὡς φυλακὴν ἐκλιπὼν κολασθήσεται . οὕτω δὴ πάντες ἀγρυπνοῦντες ἐφύλαττον , ἀφορῶντες πάντες
τὸν Ξέρξην , τὸ μὲν πρῶτον ἀντεῖπεν , ἀποφαινόμενος ὅτι κολασθήσεται διὰ τὰς κατὰ τῶν Περσῶν αὐτῷ γεγενημένας πράξεις ,
4855380 ἀποθεμενον
μετ ' ὄξουϲ ἐϲθιόμενοι , μέλι τὸ κατὰ τὴν ἕψηϲιν ἀποθέμενον πάντα τὸν ἀφρόν . ὀξύμελι φύϲαϲ καταρρήγνυϲιν . ἄρτοι
κατανεῦσαι τὸν γάμον : τὸν δὲ ἐκλύσαντα τὸ τοξάριον καὶ ἀποθέμενον τὴν φαρέτραν κελεῦσαι τῷ Διονυσοφάνει πάντας τοὺς ἀρίστους Μιτυληναίων
4844564 Ἠσαϊας
μόνον ἡμᾶς εὐνοεῖν τοῖς ὁμοφύλοις , ὡς οἴονταί τινες , Ἠσαΐας ὁ προφήτης ἔφη : ” Εἴπατε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς
ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν . “ πάλιν ὁ Ἠσαΐας : ” Ἐπιστράφητε οἱ τὴν βαθεῖαν βουλὴν βουλευόμενοι καὶ
4838678 Μηδεποτε
γενναῖος ὤν . Μέτρῳ δὲ πάντα μανθάνων δίκῃ ποίει . Μηδέποτε καυχῶ πλοῦτον ἐν δόμοις ἔχων . Μήτηρ ἁπάντων γαῖα
πράγμασιν , εὐθὺς προσάπτει τῇ τύχῃ τὴν αἰτίαν . } Μηδέποτε μέμφου τὴν τύχην εἰδὼς ὅτι καιρῷ πονηρῷ καὶ τὰ
4838568 βασκαινει
μοχθηρὰς φύσεις , φιλοτιμία δὲ τὰς λαμπρὰς ἐγείρει , καὶ βασκαίνει μέν τις τὰ μὴ ἑαυτῷ ἐφικτά , ἃ δὲ
καὶ δυσχεραίνειν . „ ἐάν τι δύσκολον συμβῇ , τοῦτο βασκαίνει „ , Φερεκράτης : ” ὁ λαγώς με βασκαίνει
4835990 πνιγων
ῥοφήματα διοικεῖν ὁ κάμνων , τότε πιέζων τε αὐτὸν καὶ πνίγων ταῖϲ τροφαῖϲ . ἰδεῖν γοῦν ἔϲτι τοὺϲ λόγῳ μὲν
ὀμφαλοτόμωι . τριγόλαν τὸν εὐδιαῖον . Ἠπιόλης ὁ τὸν πατέρα πνίγων . Ἡρακλῆς Ἠπιάλητα πνίγων . σῶσαι δ ' οὐδὲ
4830928 ἐδιδαξε
οὐ μόνον ἀντεῖπεν , ἀλλὰ καὶ μετέπεισε τὸν προδιεφθαρμένον . ἐδίδαξε γὰρ αὐτὸν συμφέρειν ζῆν τὸν Εὐμενῆ μᾶλλον ἢ τὸν
ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντα δόλον ἐπὶ τῆς ξηρᾶς . ἐδίδαξε γὰρ τὰ μυστήρια καὶ ἀπεκάλυψε τῷ αἰῶνι τὰ ἐν
4816416 διαπραττομενος
κοινῇ συμφέροντος εἰρημένου , ὅπερ κἀν τούτῳ καὶ ἐν ἐκείνοις διαπραττόμενος φαίνεται . τοιοῦτόν ἐστι τὸ λεγόμενον παρ ' αὐτοῦ
τῶν ἐχθρῶν ἐξετάζεσθαι . εἰ δέ τις ἐξελεγχθείη τούτων τι διαπραττόμενος ἔνοχος ἦν τῷ νόμῳ τῆς προδοσίας , ὃν ἐκύρωσεν
4814018 προσκαλουμενος
: Ἅγιος , ἅγιος , ἅγιος κύριος ὁ θεὸς ὁ προσκαλούμενος αὐτὸν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν . ἔκρυψεν δὲ Ἁβραὰμ τὸ
δικαστῶν . ὁ δὲ βασιλεὺς καθ ' ἕνα τῶν δικαστῶν προσκαλούμενος ἐπηρώτησε , τίσι δικαίοις προσσχὼν ἕκαστος ἀπέλυσε τὸν κατηγορούμενον
4810126 ἐντετυχηκως
συλλόγῳ τῶν δημοτῶν : ἐπειδὴ δὲ πρεσβύτερος γέγονεν , οὐκ ἐντετυχηκὼς τῷ ἀνδρὶ δῆλος ἔτι εἶ . Τί μάλιστα ,
τῶν εἴκοσιν ὄντες . οἷς γε δὴ κατὰ τὸ παρὸν ἐντετυχηκὼς γνώσῃ , ὁποῖα λέγω . καὶ τῶν δημοσίων δὲ
4809614 καινοις
ἀναγορεῦσαι τὸν στέφανον ἐν τῷ θεάτρῳ , Διονυσίοις , τραγῳδοῖς καινοῖς , τῆς δὲ ἀναγορεύσεως τοῦ στεφάνου ἐπιμεληθῆναι τὴν πρυτανεύουσαν
ᾗ Ξενοκράτης καθ ' ἕκαστον ἔτος εἰς ἄστυ κατῄει Διονυσίων καινοῖς τραγῳδοῖς ἐπικοσμῶν , ὡς ἔφασαν , τὴν ἑορτήν .
4799712 ἐσφαλην
τὸ κοινὸν ἔθος ἠγαγόμην , ἠδίκησα , εἰ δ ' ἐσφάλην οὐδὲν , οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ὅλως ἠδίκησα : ἐργάσῃ
ἀμευσίπορον ὁδὸν ἐπλανήθην εὐθεῖαν τὸ πρότερον πορευόμενος : ἀντὶ τοῦ ἐσφάλην τοῦ δέοντος παρεκβάσει χρησάμενος . κατὰ τρίοδον δὲ πεπλανῆσθαι
4787413 διαφθειρῃ
ὤμοσαν οἱ τότε βοηθήσειν , ἐάν τις τὴν βασιλείαν αὐτῶν διαφθείρῃ . Τί μήν ; Βασιλεία δὲ καταλύεται , ὦ
τε τρίμηνα ἤν τε τετράμηνα ἤν τε πλέονα χρόνον γεγονότα διαφθείρῃ κατὰ τὸν αὐτὸν τοῦτον τρόπον , ταύτῃσιν αἱ μῆτραι
4787202 γραμματευς
ψεῦδος εἴρηκα πρὸς ὑμᾶς , λαβέτω μοι τὸ ψήφισμα ὁ γραμματεύς , καὶ τὰς τῶν συμπρέσβεων μαρτυρίας ἀναγνώτω . Ἐπειδὴ
Ἐπειοῦ δειλότερος κεράμιον οἰνηρόν κυρηβάσασθαι Κἀγὼ γὰρ ἤυχουν Μητρόβιος ὁ γραμματεύς σὺν ἀνδρὶ θείῳ καὶ φιλοξενωτάτῳ καὶ πάντ ' ἀρίστῳ
4786006 γραφοντα
ἐν τοῦ Διδυμέος τὸν γέροντα κωνήιωι ξύοντα τὴν γῆν καὶ γράφοντα τὸ σχῆμα , τοὐξεῦρ ' ὁ Φρὺξ Εὔφορβος ,
οὕτω διελέγετο κοινῶς αὐτοῖς καὶ ἐπιδεξίως . τὸν δὲ ταῦτα γράφοντα ἐκπαιδεύσας νέον ἔτι ὄντα , ἡνίκα ἐπανῆλθεν Ἀθήνηθεν ,
4782167 προκαταλαμβανων
, ὅτι μὴ βούλονται ἀκούειν περὶ ὧν ἂν λέγῃ , προκαταλαμβάνων ἑαυτῷ τὸν ἀκροατὴν καὶ ἀναγκάζων πειθαρχεῖν οἷς ἂν αὐτὸς
ὥσπερ χειμάρρους ἐφέρετο παντὸς ἐμποδίσματος κρείττων ἀεὶ γιγνόμενος , γεφύρας προκαταλαμβάνων , καθεύδουσιν ἐφιστάμενος , ἄλλοσε μὲν αὐτοὺς ἀναγκάζων βλέπειν
4780394 ἰσχυριζεται
, τί τοῦ νόμου πρὸς αὐτὸν οὐκ ἀποτεινομένου τὴν κέλευσιν ἰσχυρίζεται μόνος , οὐ προςηκόντως τῷ δόγματι : εἰ γὰρ
ἀλλὰ συγγνώμη φιλοστόργῳ ὄντι πατρὶ , τούτῳ δὲ οὐ σφόδρα ἰσχυρίζεται : ἀναίσχυντον γὰρ περὶ πατρίδος τοῦτο λέγειν . Ἰστέον
4774784 προστυγχανων
κωλυέτω , ἐν ἐργασίμοις δὲ καὶ ἱεροῖς ἀγρίοις ἐξειργέτω ὁ προστυγχάνων , ἐνυγροθηρευτὴν δέ , πλὴν ἐν λιμέσιν καὶ ἱεροῖς
ἐλεύθερον : ὡς δ ' αὖ δοῦλον , πᾶς ὁ προστυγχάνων τῶν ἐλευθέρων ἀνδρῶν κολαζέτω τόν τε παῖδα αὐτὸν καὶ
4772825 ὑπομειδιων
ἑκάστῳ τῶν ἐν τῷ ψηφίσματι πολλάκις τῇ κεφαλῇ συνεπινεύσας , ὑπομειδιῶν καὶ γεγανωμένος ἢ προσποιούμενος τὸν ἡδόμενον , ” ἀποδέχομαι
καὶ ὀρέγει οἱ τὴν παιώνιον χεῖρα , καὶ παῖς νεαρὸς ὑπομειδιῶν καὶ οὗτος . τί δὲ ἄρα νοεῖ ὁ παῖς
4768415 ἐντυγχανῃ
γράμμασι καὶ ὑπομνήμασιν ὁ ἄρχων ἀλλ ' οἷς αὐτὸς ἔγραψεν ἐντυγχάνῃ : τὰ γὰρ ἴδιά πως ἑκάστοις γνωριμώτερα καὶ πρὸς
ἀλλότριον ; Οὐδαμῶς , ἔφη : παντὶ γὰρ ᾧ ἂν ἐντυγχάνῃ , ἢ ὡς ἀδελφῷ ἢ ὡς ἀδελφῇ ἢ ὡς
4765531 κοιρανοις
δυσγενὴς εἶναι δοκεῖ . μὴ νεῖκος , ὦ γεραιέ , κοιράνοις τίθου : σέβειν δὲ τοὺς κρατοῦντας ἀρχαῖος νόμος .
συντυχὼν Λαΐῳ ἐφ ' ἅρματος ὀχουμένῳ , κελεύοντος τοῦ κήρυκος κοιράνοις ἐκποδὼν μεθίστασθαι , μὴ πειθόμενος παρὰ τοῦ ἡνιοχοῦντος τῷ
4759464 ἁλισκομενος
ἔοικε γὰρ καὶ τὰ μήπω γεννώμενα φιλεῖν καὶ δέει πατρικῷ ἁλισκόμενος ἐντεῦθεν ὀρρωδεῖν ἤδη , καὶ διημερεύει μὲν ἐπὶ τῇ
τῶν φλεγματικῶν . ἄλλος δέ τις ὥρᾳ θέρους αἰεὶ τριταίοις ἁλισκόμενος πυρετοῖς ἤδη πολλῶν ἐτῶν οὐκ ἐπύρεξε , χολὴν ὠχρὰν
4759225 ὠνησατο
μήποτ ' οὖν διὰ ταῦτα καὶ ἡ παροιμία Χῖος δεσπότην ὠνήσατο παρ ' Εὐπόλιδι . Ἀθηναῖοι δὲ καὶ τῆς τῶν
' οὖν διὰ ταῦτα καὶ ἡ παροιμία Χῖος δεσπότην [ ὠνήσατο ] , ᾗ κέχρηται Εὔπολις ἐν Φίλοις . Ἀθηναῖοι
4752014 Κρατιππος
νομίζω λέγοντα τοῦτον ἐν Θρᾴκῃ τετελευτηκέναι , κἂν ἀληθεύειν νομίζῃ Κράτιππος αὐτόν . τὸ δ ' ἐν Ἰταλίᾳ Τίμαιον αὐτὸν
νομίζω λέγοντα τοῦτον ἐν Θρᾴκῃ τετετλευτηκέναι , κἂν ἀληθεύειν νομίζῃ Κράτιππος αὐτόν . . . . : Διὸ καὶ θεῖόν
4748243 ἀνοιξῃ
, οὗτος μακάριος ἐν ἀγορᾷ νομίζεται , ὅταν δ ' ἀνοίξῃ , οὐχὶ τὴν θύραν , ἀλλὰ τὴν ψυχήν ,
ἤνοιξεν ; εὔχεται γὰρ Μωυσῆς ὁ ἱεροφάντης , ἵνα „ ἀνοίξῃ κύριος ἡμῖν τὸν θησαυρὸν αὐτοῦ τὸν ἀγαθόν , τὸν
4744277 τἀλλοτρια
λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν
φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας .
4741065 ἐλεημονα
διὰ τοῦτο ὁ θεὸς αὐτὸν κατέπεμψεν , ὅτι ᾔδει αὐτὸν ἐλεήμονα καὶ εὖ ποιοῦντα τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ὅταν εἴπῃς
ἤδη προεῖπον , εἰς τὴν τοῦ ἀνέμου ὀχείαν καταναλίσκει . ἐλεήμονα δέ , ὅπερ δοκεῖ παρά τισιν ἐναντιώτατον ὑπάρχειν ,
4739039 ψευδομενος
ἀμφότερα ταῦτα , εἰ προαγορεύων ὡς ὑπὸ θεοῦ φαινόμενα καὶ ψευδόμενος ἐφαίνετο . δῆλον οὖν ὅτι οὐκ ἂν προέλεγεν ,
μόνον τῷ εἶναι ψευδεῖς : λέγεται γὰρ συκοφάντης οὐχ ὁ ψευδόμενος μόνον , ἀλλὰ καὶ ὁ πολυπραγμονῶν τὰ μὴ προήκοντα
4732879 βωμολοχος
κἀνάρμοστος ] ἀηδής . ※ . καταπύγων ] πόρνος . βωμολόχος ] ἀσεβής , φλύαρος . οἱ ἐν τοῖς βωμοῖς
κωμάζων , πᾶσαν ἀκολασίαν ὑπομένων . ἦν δὲ καὶ φύσει βωμολόχος καὶ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν μεθυσκόμενος καὶ χαίρων τῶν
4731201 ἐπιβεβλησθαι
μὲν ὁ ἐπίνικος Ἱέρωνι , λέγεται δὲ ὁ Πίνδαρος οὕτως ἐπιβεβλῆσθαι κατὰ Ἀρτέμονα τὸν ἱστορικὸν , ὅτι δὴ αὐτῷ ὁ
ὡς χοίρων τούτων τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔργα . τῷ ἐπιβεβλῆσθαι ἐμφρονέστερον . εἰ δὲ τὸ κάτω χεῖλος προέχει ,
4729406 αἰσχυνομενος
σὺν ἀμφιπόλοισιν ἕπεσθαι , ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ ἔθελον δείσας αἰσχυνόμενός τε , μή πως καὶ σοὶ θυμὸς ἐπισκύσσαιτο ἰδόντι
ἀμείβεσθαι τὴν ἀρετήν , ἕτοιμός ἐστιν ἐμμένειν ταῖς συνθήκαις , αἰσχυνόμενός τι παραβῆναι . τῷ δὲ ἑτοιμότερος προσυπακουστέον τὸ ἐκείνου
4726252 διαταξαι
Ῥωμαίους μὴ κατὰ φῦλα διελεῖν αὐτούς , ἀλλὰ ἕτερον τρόπον διατάξαι τὰς διοικήσεις , ἐν αἷς τὰς ἀγοραίους ποιοῦνται καὶ
ἱππικὸν ἀγῶνα καὶ γυμνικόν , τά τε περὶ τῶν ἄθλων διατάξαι καὶ θεωροὺς ἀποστεῖλαι τοὺς ταῖς πόλεσι προεροῦντας τὴν θέαν
4724995 διδους
ἐστι , τὰ δ ' αὐτῷ συνηρτημένα καὶ χείρονα μέτρῳ διδοὺς καὶ ῥυθμίζων καὶ πράττων , πρακτικός ἐστι καὶ ὀνομάζεται
, εἰ ἓν τὸ ὂν καὶ μονοειδές , καὶ ὁ διδοὺς ἓν εἶναι Ζήνων καὶ ὁ λαμβάνων Παρμενίδης ἀμφότεροι καὶ
4721518 ἀπατησας
ὠμὰ καὶ ἄχρηστα ὄντα τῇ ἰδέᾳ πέπειρα φαίνονται . φηλώσας ἀπατήσας δολώσας . τὸ φηλῶσαι , ὃ σημαίνει τὸ δολῶσαι
τῆς Μολιόνης υἱοί . ὑπέρφρονες διὰ τὴν ἀνδρίαν . ὁ ἀπατήσας τὸν Ἡρακλῆν τῷ μισθῷ . * Αὐγείας . *
4718905 κλεπτων
σοβαρῶς πορευομένων . Συνῆλθον Ἀτταβὰς καὶ Νουμήνιος : ἐπὶ δύο κλεπτῶν τοῦτο . Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρας κίνει : χρησμόν
συνεληλυθότων : φασὶ δὲ γραῦν τοῦτο εἰπεῖν Ἐπιδαύρῳ ἐπὶ δύο κλεπτῶν . Σύρβα τύρβα : ἐπὶ τῶν ἀτάκτως καὶ μετὰ
4717955 εὐφραινων
ὑπὲρ τοῦ στρατιώτου καὶ σοὶ διδοὺς ἥδεσθαι καὶ ἅμα ἐμαυτὸν εὐφραίνων . Κινδυνεύω χάριν εἰδέναι τοῖς τἀκεῖ ταράξασιν , εἰ
στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ ἥδω , τὸ εὐφραίνω , ὁ εὐφραίνων [ οὐδένα ] . . . . , .
4715807 τιμωντα
δούλους καὶ πεδότριβας φιλάνθρωπον ἐκ τοῦ μύθου ἐκείνου ποιεῖν σε τιμῶντα τοὺς τὰ ὅμοια πάσχοντας , ἅτε καὶ αὐτὸν δουλεύοντα
πυλωμάτων , μάλ ' εὐγενῆ τε καὶ τὸν Αἰσχύνης θρόνον τιμῶντα καὶ στυγοῦνθ ' ὑπέρφρονας λόγους . αἰσχρῶν γὰρ ἀργός
4715220 ἀνδροφονον
ταῦτα κελεύει καὶ ἀπ ' αὐτῶν τῶν βωμῶν ἐκδοῦναι τὸν ἀνδροφόνον . Ἀλλ ' οἱ μὲν ξίφεσιν ἢ δορατίοις ἢ
. Καλοῦσι δὲ αὐτὴν ἐπιχωρίῳ φωνῇ Διδὼ , ὃ ἔστιν ἀνδροφόνον . Πρότερον δὲ Φοινίκων εἶπεν , ἐπειδὴ πρῶτοι Φοινίκες
4714560 ψοφοδεης
τελέσας τὸν λόγον ἔθανεν . Ἀκούσας δὲ τούτων ὁ Πῶρος ψοφοδεὴς τοῖς Ἀλεξάνδρου γόνασιν προσέπεσεν εἰρήνην αἰτούμενος : τυχὼν δὲ
τὸν λόγον ἔθανεν . Ἀκούσας δὲ τούτων ὁ Πῶρος , ψοφοδεὴς τοῦ Ἀλεξάνδρου γόνασι προσέπεσεν , εἰρήνην αἰτούμενος : τυχὼν
4703984 ἱεροφαντης
ἐστι καὶ ἐν Ἐλευσῖνι , ἰδοὺ καὶ ἐνθάδε . ἐκεῖ ἱεροφάντης : καὶ ἐγὼ ποιήσω ἱεροφάντην . ἐκεῖ κήρυξ :
, ἡλιακῶν αὐγῶν ἔσχατον φέγγος . εἰς ἅπερ ἀπιδὼν ὁ ἱεροφάντης καὶ θεοφιλέστατος Μωυσῆς ἱκετεύει τὸν θεὸν λέγων : ”
4699657 στεφανωσαι
καὶ ὑπεύθυνον , ἣν οὗτος παρὰ πάντας τοὺς νόμους γέγραφε στεφανῶσαι , μυριάκις κατατέτμηκε καὶ τούτων μισθοὺς εἴληφε τραύματος ἐκ
κριβ . : Πλήθει ἄρτων ἐν κριβάνῳ ὠπτημένων . . στεφανῶσαι . . . ἐκ κριθίνων μαζῶν . . .
4698610 κιβδηλος
ἓν τοῦτο σπεύδειν ἐν πάσαις πόλεσιν , ὅπως μήτε αὐτὸς κίβδηλός ποτε φανεῖται ὁτῳοῦν , ἁπλοῦς δὲ καὶ ἀληθὴς ἀεί
ἐν ᾗ ὁ χρυσὸς ἀκονώμενος δείκνυται , πότερον καλὸς ἢ κίβδηλός ἐστιν : Ἐν τοῖς ἀγαθοῖς , φησί , κεῖνται
4698244 σκηπτομενος
ἔρχεται . ὁ τοίνυν τιθασὸς ἐπὶ πόδα ἀναχωρεῖ , δεδιέναι σκηπτόμενος : ὁ δὲ ἔπεισι γαῦρος , οἷα δήπου κρατῶν
οὗτος ὁ τρόπος Θεοδώρου : ἀλλὰ μὴ ἀναδύου τὰ ὡμολογημένα σκηπτόμενος παίζοντα λέγειν τόνδε , ἵνα μὴ καὶ ἀναγκασθῇ μαρτυρεῖνπάντως
4697475 προσηκατο
Ἕλλησι . Ἐγράψατό τις τὸν πατέρα τυραννίδος ἐπιθέσεως : οὐ προσήκατο τὴν δίκην ὁ ἄρχων , καὶ ὁ μὲν παῖς
ἡ Ῥωμαίων πόλις πολλὰ πολλάκις παρὰ / πλείστων πεμπόμενα οὐ προσήκατο , ἡ δὲ τῶν Ἀθηναίων βαρύτερα τῶν προσηκόντων ἐκλέγουσα
4696713 κρινων
ὄχλος ἐστίν , οὐκ ἔχει δὲ νοῦν . Ἴσος ἴσθι κρίνων καὶ φίλους καὶ μὴ φίλους . Ἴση λεαίνης καὶ
εὑρεῖν ἢ ὅσην ἡ ὕλη δίδωσιν , οὕτω καὶ ὁ κρίνων τοὺς τοιούτους λόγους καλῶς ἂν κρίνοι , εἰ κατὰ

Back