περιβὰς ἐφύλαττε τὸν Πύρρον , ἀποθανόντος δὲ καιομένου τοῦ νεκροῦ ἐνήλατο εἰς τὴν πυράν . οἱ δ ' Ἡσιόδου παραμείναντες | ||
ἐπάταξεν , ἦγξεν , ἤραξεν , πὺξ ἐπάταξε , λὰξ ἐνήλατο . Ὑπερείδης δὲ καὶ κονδυλίζειν ἔφη , καὶ τὸ |
, οἳ μεθύοντες ἀεὶ τὰς μάχας πάσας μάχονται ; τοιγαροῦν φεύγους ' ἀεί . Τούτῳ δ ' ὁπόταν ναέται χώρας | ||
: οἳ μεθύοντες ἀεὶ τὰς μάχας πάσας μάχονται . τοιγαροῦν φεύγους ' ἀεί . Πολέμων δὲ παρατίθεται τόδε τὸ ἐπίγραμμα |
ἐκτακεῖσα , Μουνίτου τοκάς : ὃν δή ποτ ' ἀγρώσσοντα Κρηστώνης ἔχις κτενεῖ , πατάξας πτέρναν ἀγρίῳ βέλει , ὅταν | ||
Κρηστών παρ ' Ἡροδότῳ . Λυκόφρων ” ὁρκωμοτῆσαι τόν τε Κρηστώνης θεόν „ . ὁ πολίτης Κρηστωναῖος παρὰ Πινδάρῳ . |
τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν | ||
Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν |
τοῦδε τάφου , ὡς ὁ φιλάκρητός τε καὶ οἰνοβαρὴς φιλόκωμος παννύχιος κρούων τὴν φιλόπαιδα χέλυν κἠν χθονὶ πεπτηὼς κεφαλῆς ἐφύπερθε | ||
θυμῷ , ὄφρ ' ἔτι τὴν ὀλοὴν ἀναμετρήσαιμι Χάρυβδιν . παννύχιος φερόμην , ἅμα δ ' ἠελίῳ ἀνιόντι ἦλθον ἐπὶ |
ἄδην : αὐταρκῶς , δαψιλῶς . κρυερήν : φοβεράν . φύζαν : φυγήν . νέονται : πορεύονται . Θοαί : | ||
Φοῖβε πολὺν κάματον καὶ ὀϊζὺν σύγχεας Ἀργείων , αὐτοῖσι δὲ φύζαν ἐνῶρσας . Ὣς οἳ μὲν παρὰ νηυσὶν ἐρητύοντο μένοντες |
: οὐδ ' ὅ γε πρὶν δμῶας καὶ ποιμένας ἀγροιώτας ὦρτ ' ἰέναι , πρίν γ ' ἧς ἀλόχου ἐπιβήμεναι | ||
δύεται κατὰ γᾶς , οὐδὲ γὰρ ἐννοσίφυλλος ἀήτα τότ ' ὦρτ ' ἀνέμων , ἅτις κ ' ἀπεκώλυε κιδναμένα μελιαδέα |
κρατερόφρονος Αἰακίδαο ἵππους ἠδὲ καὶ υἷα πελώριον , οὔ τι τοκῆος μείονα : τοῦ δ ' ἄρα θυμὸς ὑπὸ φρεσὶν | ||
τμηθεὶς οὐχὶ στονύχεσσι λεόντων , ἀλλ ' ἐχθραῖς γενύεσσι λεοντείῃσι τοκῆος . τοῖά τις ἂν πανάποτμον ἑὸν περὶ νήπιον υἷα |
κούρης . αὐτὴ δ ' , ὡς συνέηκε πόθον δολόεντα Λεάνδρου , χαῖρεν ἐπ ' ἀγλαΐῃσιν : ἐν ἡσυχίῃ δὲ | ||
λύχνον ἄπιστον ἀπέσβεσε πικρὸς ἀήτης καὶ ψυχὴν καὶ ἔρωτα πολυτλήτοιο Λεάνδρου . Ἡ δ ' ἔτι δηθύνοντος ἐπαγρύπνοισιν ὀπωπαῖς ἵστατο |
ὧδε κακὸς χόλος ἔμπεσε θυμῷ . ταῦτά μ ' ἀγειρόμενοι θάμ ' ἐβάζετε : νῦν δὲ πέφανται φυλόπιδος μέγα ἔργον | ||
αὐτοῖν ἐκ τῶν ὡρῶν εἰς τὰς ὥρας ξυνεπευχόμενος τοιαῦτα μέλειν θάμ ' ἑαυτῷ . Ὅρμα χώρει , κοῦφα ποσίν , |
μοι , χρονίαν ς ' ἐσιδὼν τῶν σῶν εὐθὺς φίλτρων στέρομαι καὶ ς ' ἀπολείψω σοῦ λειπόμενος . πόσις ἔστ | ||
πόσις ἡμῶν προδότης γέγονεν ; στέρομαι δ ' οἴκων , στέρομαι παίδων , φροῦδαι δ ' ἐλπίδες , ἃς διαθέσθαι |
φρεσὶ μήδετο θέσκελα ἔργα : αὐτῆι μὲν γὰρ νυκτὶ τανισφύρου Ἠλεκτρυώνης εὐνῆι καὶ φιλότητι μίγη , τέλεσεν δ ' ἄρ | ||
φιλότητος ἐφιμέρου : οὐδέ οἱ ἦεν πρὶν λεχέων ἐπιβῆναι ἐυσφύρου Ἠλεκτρυώνης , πρίν γε φόνον τείσαιτο κασιγνήτων μεγαθύμων ἧς ἀλόχου |
ξίφει ; δείλαιος ἐγώ , αἰαῖ , δειλαίᾳ δὲ συγκέκραμαι δύᾳ . Ὡς αἰτίαν γε τῶνδε κἀκείνων ἔχων πρὸς τῆς | ||
τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ : Ἰαόνων ναυβατᾶν κύρσαντες οὐκ εὐτυχῶς . δυσπόλεμον |
τὴν Παφίην . Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη . | ||
Πραξιτέλης ; Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο , οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης , ὥς ποτε κρινομένη |
δ ' ὁ σὸς πρόπολος Κύκλωπι θητεύω τῶι μονοδέρκται δοῦλος ἀλαίνων σὺν τᾶιδε τράγου χλαίναι μελέαι σᾶς χωρὶς φιλίας . | ||
τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν κατέχει μέλεος ἀλαίνων ποτὶ θῆσσαν ἑστίαν , τοῦ κλεινοῦ πατρὸς ἐκφύς . |
, κέδασσε δέ οἱ θαλερὸν κῆρ . Ἱππόνοον δ ' ἐδάμασσεν ὑπ ' ὀφρύος ἔγχος ἐρείσας ἐς θέμεθλ ' ὀφθαλμοῖο | ||
: ὣς τοῦ ἐπεσσυμένοιο κατηρείποντο φάλαγγες . Αἰνείας δ ' ἐδάμασσεν Ἀριστόλοχον μενεχάρμην πλήξας χερμαδίῳ κατὰ κράατος : ἐν δ |
ἔλπομαι μὴ χαλκοπάραον ἄκονθ ' ὡσείτ ' ἀγῶνος βαλεῖν ἔξω παλάμᾳ δονέων , μακˈρὰ δὲ ῥ̄ίψαις ἀμεύσασθ ' ἀντίους . | ||
εἰ δὲ χάρις τοῖς ποιήμασιν ἐπακολουθήσει , ἀγνοεῖ . μοιριδίῳ παλάμᾳ : δαιμονίᾳ μηχανῇ καὶ τέχνῃ . Χαρίτων κᾶπον : |
δὴ δο - κῶν ἐμαυτῷ δρᾶν , εἰ τὴν οὕτω στεργομένην μὴ συνὼν γηροτροφοίην , ὁπότε ἀκούοιμι φθεγγομένου τοῦ φίλου | ||
στέργει ὁ γενόμενος αὐτῆς ἀνήρ : ἢ τὴν ὑπὸ ἀρσένων στεργομένην . : ἌΛΛΩΣ : ἣν οὐ στέργει ὁ γενόμενος |
τοῦτο δὲ παρὰ τὴν βίαν βιαρός καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ βριαρός , ἔνθεν τὸ Βριάρεως . ἢ παρὰ τὸ † | ||
βριαρώτερος καὶ Βριάρεως . εἴρηται παρὰ τὴν βίαν βιαρός καὶ βριαρός , . , . * ? Βριάρηο : οἷον |
ὁ Ἀπόλλων ἐφίλησεν : ἐλθόντας δὲ καὶ ὁμήλικας ἐν Αἰγίνῃ νικᾶ . Νίσου τ ' ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ : τουτέστιν | ||
ἰσχύει μέγα : σοφὸν γὰρ εὖ βούλευμα τὰς σοφὰς χείρας νικᾶ : σὺν ὄχλω δὲ ἀμαθία πλεῖστον κακόν . Ὦ |
γαστήρ τε γάρ σου καὶ γνάθος πλήρης ˘ – ἔναυλα κωκυτοῖσιν , οὐ λύρα , φίλα οὑμὸς δ ' ἀλέκτωρ | ||
. μή νυν , ἐὰν θνῄσκοντας ἢ τετρωμένους πύθησθε , κωκυτοῖσιν ἁρπαλίζετε . τούτῳ γὰρ Ἄρης βόσκεται , φόνῳ βροτῶν |
δὲ τοῦ Πύρρου συντεθνήσκει ἐξ ἀσιτίας καὶ λιμοῦ , τῶι πόθωι τῶι ἐκείνου . καὶ θεριστήν τις ἀετὸς ἐρρύσατο θανάτου | ||
ἄν . ἐγὼ γὰρ ἄλλους εἰσορῶν τεκνουμένους παίδων ἐραστὴς ἦ πόθωι τ ' ἀπωλλύμην . εἰ δ ' ἐς τόδ |
] ! ! [ ! ! ! ! ! ] δρακοντ ? [ ] [ ! ! ] φιδ ? | ||
, εἰπών : παῖδες Ἀρίστωνος κλεινοῦ θεῖον γένος ἀνδρός . δρακοντ ? [ ] τηνου [ ] ὀργὴν ! [ |
ἴδοι : ἀττικῶς . πάροιθεν : ἐκτός . Γαμήλιος : παρθενική . αἴθεται : ἐκκαίεται , αὔξεται , ἐκπυροῦται , | ||
: τὴν δ ' ὧδε προσεφώνεεν ἠύκερως βοῦς : θάρσει παρθενική : μὴ δείδιθι πόντιον οἶδμα . αὐτός τοι Ζεύς |
γὰρ ἦσαν ῥιπαῖς ] ὁρμαῖς ὑποσυρίζει ] ὑπηχεῖ φοβερὸν τὸ προσέρπον ] ἤγουν φοβοῦμαι πᾶν τὸ ἐπερχόμενον . στροφὴ κώλων | ||
, τὰν ὁ μέγας μῦθος ἀέξει . Ὤιμοι φοβοῦμαι τὸ προσέρπον : περίφαντος ἁνὴρ θανεῖται , παραπλήκτῳ χερὶ συγκατακτὰς κελαινοῖς |
ἐνταῦθα τὸ πάντα ἤγουν κατὰ πάντα τὰ ποικίλα ἐσθήματα . εὐφρόνως ] φρονίμως . λόγοις ] ἐν . κλύων ] | ||
' αὐλῶν δονέονται : δάφνᾳ τε χˈρυσέᾳ κόμας ἀναδήσαντες εἰλαπινάζοισιν εὐφρόνως . νόσοι δ ' οὔτε γῆρας οὐλόμενον κέκραται ἱερᾷ |
' Ἀχιλλεῦ , δοριλυμάντους Δαναῶν μόχθους , οὓς σὺ προπίνων θάσσεις εἴσω κλισίας . . . . . . . | ||
μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων ἀδύτων |
ἡνίκα ἐκ δείπνων : ἐπὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς : διασκορπίζεται : μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χαροποιῶν : τουτέστι : καταπαύσαντες | ||
ἦμος ἐκ δείπνων ὕπνος ἡδὺς ἐπ ' ὄσσοις σκίδναται , μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χοροποιὸν θυσίαν καταπαύσας πόσις ἐν |
πῆμα Πάρις θέτο Σιμιχίδας : ψυχὰν ᾇ , βροτοβάμων , στήτας οἶστρε Σαέττας , κλωποπάτωρ , ἀπάτωρ , λαρνακόγυιε , | ||
πᾶμα Πάρις θέτο Σιμιχίδας . ψυχὰν ᾇ , βροτοβάμων , στήτας οἶστρε Σαέττας , κλωποπάτωρ , ἀπάτωρ , λαρνακόγυιε , |
ἠυκόμοιο κούρηι νόσφ ' Ἥρης παρελέξατο καλλιπαρήου ἐξαπαφὼν Μῆτιν καίπερ πολύιδριν ἐοῦσαν : συμμάρψας δ ' ὅ γε χερσὶν ἑὴν | ||
ἓν μέγα . ” ΓΘ κερδώ ] ἀλώπεκα . Γ πολύιδριν λέγει τὸν Κλέωνα ἀλώπεκα , ὅτι πολύπειροι αἱ ἀλώπεκες |
αἰθαλόεν πνείοντος ἔσω χθονός : ὣς ἄρα Λοκρῶν ἀμφεκάλυψεν ἄνακτα δυσάμμορον οὔρεος ἄκρη ὑψόθεν ἐξεριποῦσα : βάρυνε δὲ καρτερὸν ἄνδρα | ||
γούνων ἀμφοτέρῃσι περισχομένη προσέειπεν : “ Ἔκ με φίλοι ῥύσασθε δυσάμμορον , ὧς δὲ καὶ αὐτούς ὑμέας , Αἰήταο : |
ἐθέλουσα . ὃ μὲν δὴ γήραϊ λυγρῷ κεῖται ἐνὶ μεγάροις ἀρημένος , ἄλλα δέ μοι νῦν , υἱὸν ἐπεί μοι | ||
ὁ μὲν ἔνθα καθεῦδε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς ὕπνῳ καὶ καμάτῳ ἀρημένος : αὐτὰρ Ἀθήνη βῆ ῥ ' ἐς Φαιήκων ἀνδρῶν |
: διὸ ἡ διπλῆ . τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη . * ) ὅτι ὑπὸ παρθένων ἔθος ἦν τοὺς | ||
ὀβελοὺς ἐν χερσὶν ἔχοντες . τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη , Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο . αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν |
, ἐπιβρομέουσα θυέλλαις , δοῦπον ἐρευγομένη καναχηδέος ἀνθερεῶνος . καὶ παλάμας ἔστρεψεν ὀπίστερος Ἀγγελιώτης ὁλκῶν ἠνεμόφωνον ἐπισπεύδουσαν ἐρύκων , ὀρνυμένην | ||
ἀπὸ τοῦ λόφου τούτου πίδακας ἐκδιδόναι ἑκατὸν καὶ ταύτας καλεῖσθαι παλάμας Βριάρεω . Α . . , : οὐδὲ ὁ |
δὲ νεκρῶν ἄγγελός τε καὶ κῆρυξ . σίφωνι λεπτῶι τοὐπίθημα τετρήνας . στάζουσιν ὥσπερ ἐκτροπήϊον σάκκος . κἄλειφα ῥόδινον ἡδὺ | ||
ὅτῳ ἐγεύοντο , Ἱππῶναξ εἴρηκεν , σίφωνι λεπτῷ τὸ ἐπίθημα τετρήνας , σιφωνίζειν δ ' Ἀριστοφάνης . καὶ ἀπὸ μὲν |
ὤρινε θεάων . Ἥρη μὲν παράκοιτις ἀγαλλομένη Διὸς εὐνῇ ἵστατο θαμβήσασα καὶ ἤθελε ληίζεσθαι : πασάων δ ' ἅτε Κύπρις | ||
γὰρ κράτος ἔστ ' ἐνὶ οἴκῳ . ” ἡ μὲν θαμβήσασα πάλιν οἶκόνδε βεβήκει : παιδὸς γὰρ μῦθον πεπνυμένον ἔνθετο |
ταῦτα ταύτῃ Μοῖρά πω τελεσφόρος κρᾶναι πέπρωται , μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφθεὶς ὧδε δεσμὰ φυγγάνω : τέχνη δ | ||
Ζεῦ ποτε ] ἄρα ἐνέζευξας ] ἐνέβαλες ἁμαρτοῦσαν ] πταίσασαν πημοναῖς ] βλάβαις ἤγουν τοῖς δεσμοῖς ἔ ἔ ] τοῦτο |
τις ὡς ἐς ἄντλον πεσὼν λέχριος ἐκπεσῆι φίλας καρδίας , ἀμέρσας βίον . τὸ γὰρ ὑπέγγυον Δίκαι καὶ θεοῖσιν οὗ | ||
, ζωστηροκλέπτης , νεῖκος ὤρινεν διπλοῦν , στόρνην τ ' ἀμέρσας καὶ Θεμισκύρας ἄπο τὴν τοξόδαμνον νοσφίσας Ὀρθωσίαν . ἧς |
: Πηλέα τ ' Αἰακίδην , Αἰγίνης ἀγλαὸν υἱόν ὃς Δολόπεσσιν ἄνασσεν ἐνὶ Φθίῃ ἐριβώλῳ . Τρισσὴν δ ' Ἑρμείαο | ||
οἱ Φθιῶται : ἔναιον γάρ , φησίν , ἐσχατιὴν Φθίης Δολόπεσσιν ἀνάσσων , δόντος τοῦ Πηλέως . γειτνιᾷ δὲ τῇ |
ἰώ , μεγάλα πάθεα , μεγάλα δ ' ἄχεα , Δαναΐδαις τιθεῖσα Τυνδαρὶς κόρα . ἐγὼ μὲν οἰκτίρω σε συμφορᾶς | ||
οἷς ἦλθον ἐς μέλαθρον Ἕκτορός ποτε , οὐ σφάγιον υἱὸν Δαναΐδαις τέξους ' ἐμόν , ἀλλ ' ὡς τύραννον Ἀσιάδος |
ἀνῇ με , φεύγεις δ ' ὥσπερ ὄις πολιὸν λύκον ἀθρήσασα ; ἠράσθην μὲν ἔγωγε τεοῦς , κόρα , ἁνίκα | ||
ἦλθεν βουλομένη κατιδεῖν εἰκόνα τὴν ἰδίην . πάντηι δ ' ἀθρήσασα περισκέπτωι ἐνὶ χώρωι φθέγξατο : ποῦ γυμνὴν εἶδέ με |
ἦν , ὅς ῥα θεοῖσιν ἐπουρανίοισιν ἔριζεν , ὅς ποτε μαινομένοιο Διωνύσοιο τιθήνας σεῦε κατ ' ἠγάθεον Νυσήιον . Λυκόοργος | ||
ὅτι ἀντὶ τοῦ ἐῴκει . . . . κροτάφοισι τινάσσετο μαινομένοιο . , μαρναμένοιο : Φ . Ἕκτορος : αὐτὸς |
ἀγέλαστος : ὁ μὴ πρὸς γέλωτα ἐπιτήδειος , καὶ ὁ στυγνός . ἔστι δὲ καὶ πέτρα Ἀθήνησιν οὕτω λεγομένη . | ||
ἀγέλαστος : ὁ πρὸς γέλωτα οὐκ ἐπιτήδειος . καὶ ὁ στυγνός . ἔστι δὲ καὶ πέτρα Ἀθήνησιν οὕτω λεγομένη . |
ὦ τεκοῦσα , καὶ σύ , σύγγονε , ἐν γῆι πατρώιαι , καὶ πόλιν θυμουμένην παρηγορεῖτον , ὡς τοσόνδε γοῦν | ||
: . . . . δημιουργὸν γὰρ γενέσθαι τὸν Σωκράτην πατρώιαι τέχνηι χρώμενον τῆι λατυπικῆι Ἀριστόξενος ἱστορεῖ : καὶ Τίμαιος |
ῥίπτασκε πάροιθε ῥηιδίως ἀπὸ χειρὸς ἑῆς πειρώμενος ἀλκῆς , πρὶν κρατερῇσι χέρεσσι δαμήμεναι Ἡρακλῆος : Ἡρακλέης δέ μιν ἠὺς ἑλὼν | ||
' αὖτε ἀμφὶ κάρη χεύοντα κόνιν καὶ στήθεα χερσὶ θεινόμενον κρατερῇσι καὶ οὔνομα κικλήσκοντα οἷο κασιγνήτοιο : περιστενάχοντο δ ' |
χιόνεοι τὸ πάροιθεν Ἀδώνιδι πορφύροντο . αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν , ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . ὤλεσε τὸν καλὸν ἄνδρα , σὺν ὤλεσεν | ||
Ἄδωνιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις : ὤλετο καλὸς Ἄδωνις , ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . μηκέτι πορφυρέοις ἐνὶ φάρεσι Κύπρι κάθευδε : |
, ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ : ἣν δ ' Ἐφύρη κτεάτισς ' , Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν . Αἰήτης δ ' | ||
ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ , / ἣν δ ' Ἐφύρη κτεάτισς ' , Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν . / Αἰήτης δ |
' ἐπιόντων ἀγρευτῶν , οἵ πέρ μιν ἐν ἔντεσι θωρηχθέντες ἐσσυμένην μίμνουσι πεποιθότες ἐγχείῃσιν : ὣς ἄρα Πενθεσίλειαν ἀρήιοι ἄνδρες | ||
χαλκείῃ ὥστε πυράγρῃ , νωλεμές , οὐδ ' ἀνίησι καὶ ἐσσυμένην περ ἀλύξαι : ἡ δὲ βίῃ μογέουσα καὶ ἀσχαλόως |
; ναῦται κώπαις Ναύπλιον εἰς λιμένα ξενικὸν πόρον ἄγαγόν με δουλοσύνας [ ] τ ' ἐπέβασαν , ἰὼ τέκνον [ | ||
Νεοκλείδα , δίδυμον γένος , ὧν ὁ μὲν ὑμῶν πατρίδα δουλοσύνας ῥύσαθ ' , ὁ δ ' ἀφροσύνας . Κορινθίῳ |
ἐπὶ τραύμασιν , αἵματος ἤδη ψυχρὰν λοιβὰν φονίαν , ἃν ἔλαχ ' Ἅιδας , ὤπασε δ ' Ἄρης . ] | ||
καὶ Μινύαι , καὶ ἐμυθήσαντο ἕκαστοι , ἐκ δ ' ἔλαχ ' Αἰσονίδης ἄλοχον Μήδειαν ἄγεσθαι Ἀλκινόου , τοὶ δ |
καὶ χρυσο [ ἁγήσεται : τ ? [ πολιάοχο [ ἀστοῖσι τε [ ξενοκαδ [ τακ [ εστα [ ἐμον | ||
κατ ' αὐτόν χώρης εἴκουσιν τοί τε παλαιότεροι . γηράσκων ἀστοῖσι μεταπρέπει , οὐδέ τις αὐτόν βλάπτειν οὔτ ' αἰδοῦς |
' ἀθρόα πάντ ' ἀποτίσεις κήδε ' ἐμῶν ἑτάρων οὓς ἔκτανες ἔγχεϊ θύων . Ἦ ῥα , καὶ ἀμπεπαλὼν προΐει | ||
οὐ κακὴν δάμαρτ ' ἔχοις ; ἑλὼν δὲ Τροίαν οὐκ ἔκτανες γυναῖκα χειρίαν λαβών , ἀλλ ' , ὡς ἐσεῖδες |
Σπάρτης ἔνοικοι δόλια βουλευτήρια . οἰκείως δὲ ἀπέδωκεν τὸ μὲν ἀκοίτης πρὸς τὸ νύμφης , τὸ δὲ ἄναξ πρὸς τὸ | ||
πλέκω κορύμβους . οὔ σοι λέγω περὶ τούτου . οὑμὸς ἀκοίτης ἐνταῦθα . ἀνδρεράστρια γυνή γνάθους θηλείας ἐκβολὴ λόγου ἐπιτριπτότατος |
ἐθέλουσα , τόσην δ ' ἀνενείκατο φωνὴν θηλυτέροις ἐπέεσσιν ἀπειλείουσα Λεάνδρῳ : Ξεῖνε , τί μαργαίνεις ; τί με , | ||
, ὅπῃ ποτὲ Σηστιὰς Ἡρὼ ἵστατο λύχνον ἔχουσα καὶ ἡγεμόνευε Λεάνδρῳ : δίζεο δ ' ἀρχαίης ἁλιηχέα πορθμὸν Ἀβύδου εἰσέτι |
πάρα νυμφοκομήσει . τοῖον εἰς ἕρκος πεσεῖται καὶ μοῖραν θανάτου δύστανος : ἄταν δ ' οὐχ ὑπεκφεύξεται . σὺ δ | ||
οὐ γὰρ ἔχω χεροῖν τὰν πρόσθεν βελέων ἀλκάν , ὦ δύστανος ἐγὼ τανῦν , ἀλλ ' ἀνέδην ὅδε χῶρος ἐρύκεται |
† , κισσὸς ὃν περιστεφὴς ἑλικτὸς εὐθὺς ἔτι βρέφος χλοηφόροισιν ἔρνεσιν κατασκίοισιν ὀλβίσας ἐνώτισεν , βάκχιον χόρευμα παρθένοισι Θηβαΐαισι καὶ | ||
δὲ περιέχον αὐτὴν ὕπαιθρον μυρρίναις καὶ δάφναις ἄλλοις τε ἐπιτηδείοις ἔρνεσιν ἐγεγόνει συνηρεφές . τὸ δ ' ἔδαφος πᾶν ἄνθεσι |
βαθὺ χεῦμα : τῶν δ ' ἄφαρ ἐξεχέοντο ῥοαὶ ποταμῶν ἀλεγεινῶν κυκλόθεν ἄλλυδις ἄλλῃ ἑλισσομένων διὰ γαίης . Ἀμφὶ δ | ||
τραυματίαι * * * κῆρες ὀλβοθρέμμονες . . . μεριμναμάτων ἀλεγεινῶν * * * θέλγητρ ' ἁδονᾶς ἴσον μὲν θεὸν |
ἐν τῇ Ἰλίῳ τῇ πείρᾳ τοῦ Αἴαντος . ἄλλως : ἄκουσεν ἀντὶ τοῦ ἐπῄσθετο , ὅτι ἡ Σαλαμὶς φέρει ἄνδρας | ||
καὶ οὐ προσηνῆ : “ ἀμείλικτον δ ' ὄπ ' ἄκουσεν . ” ἀμύμων ἀμώμητος . ὅταν δὲ εἴπῃ “ |
, τὸ πᾶν δ ' ἄφαντος ἀμπετὴς ἀιδνὸς ὡς κόνις ἄτερθε πτερύγων ὀλοίμαν . ἄφρικτον δ ' οὐκέτ ' ἂν | ||
[ [ ] μιν ἀντιάσ ? [ [ Μελέαγˈρον ] ἄτερθε [ [ ] νας λευ . . . . |
οὖν παραλήψῃ πεπλυμένην πλεονάκις ἐν ὥρᾳ θερινῇ πλείονι τῷ ἐλαίῳ δευομένην . καλὸν δὲ καὶ τὸ διὰ πομφόλυγος καὶ τὸ | ||
με πρῴην ἐκ πολέμου ἀνιοῦσαν ἐπεὶ λίην ἐκοπώθην , ὕπνου δευομένην οὐκ εἴασαν θορυβοῦντες οὐδ ' ὀλίγον καταμῦσαι : ἐγὼ |
ἔχειν τὸν χρησμόν : Μύσκελλε βραχύνωτε , παρὲκ θεὸν ἄλλα ματεύων οὔδ ' ἅλα θηρεύσεις : δῶρον δ ' ὅ | ||
τὸν δὲ ἀντειπεῖν : Μύσκελλε βραχύνωτε , πάρεκ θεὸν ἄλλο ματεύων , κλάσματα θηρεύεις : δῶρον δ ' ὅ , |
ὡρμημένους φεύγειν Τεμέσαν μὲν ἐκλιπεῖν οὐκ εἴα , τὸν δὲ Ἥρω σφᾶς ἐκέλευσεν ἱλάσκεσθαι τέμενός τε ἀποτεμομένους οἰκοδομήσασθαι ναόν , | ||
ἀχράς τις ἐγκλείσας ' ἔχει τὰ σιτία „ . Μένανδρος Ἥρω : ” νῦν δὲ τοῖς ἐξ ἄστεος κυνηγέταις ἥκουσι |
ἀνθεσίχρως καὶ ὁ δημοτικὸς μελάνουρος , ὃς καὶ θνητὸς ἐὼν ἕπετ ' ἰχθύσιν ἀθανάτοισιν . οἴη δ ' αὖ θύννου | ||
ἀνθεσίχρως καὶ ὁ δημοτικὸς μελάνουρος , ὃς καὶ θνητὸς ἐὼν ἕπετ ' ἰχθύσιν ἀθανάτοισιν . οἴη δ ' αὖ θύννου |
? φῦλ ' ἀνθρώπων ? [ Ἄρτεμιν εἰνοδίην [ , πρόπολον κλυτοῦ ] ἰοχεαίρης [ ] [ ] [ . | ||
πάτραν ἵν ' ἀκούομεν , Τιμάσαρχε , τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι . εἰ δέ τοι μάτρῳ μ ' ἔτι |
ἡ ψῆφος νικᾷ . Τῶν ἀχαρίστων αἱ δωρεαὶ ἀνατρέπονται . Ὕβρις ὕβριν ἔτικτε καὶ ψόγος ψόγον . Ὑγρὰ νύξ : | ||
σκέλισμα βλέπε . Τὰ μεγάλα κέρδη μεγάλας ζημίας προξενοῦσιν . Ὕβρις ἔρωτα λύει . Ὕδωρ ἱστάμενον ὄζει . Φαγέτω με |
τάχα στυγερῶς πολέμου ἀπερωήσειας . ἀλλ ' ἄγε Πατρόκλῳ ἔφεπε κρατερώνυχας ἵππους , αἴ κέν πώς μιν ἕλῃς , δώῃ | ||
Δαναοὺς ἔα οὐδ ' ἐνάριζεν : αὐτὰρ ὃ Πατρόκλῳ ἔφεπε κρατερώνυχας ἵππους . Πάτροκλος δ ' ἑτέρωθεν ἀφ ' ἵππων |
πεφρόντικεν . Ὡς ἡδὺ πᾶν τὸ μέτριον . οὔθ ' ὑπεργέμων ἀπέρχομαι νῦν οὔτε κενός , ἀλλ ' ἡδέως ἔχων | ||
, ὧν καὶ τὸ πρόσωπον ἐπίπλαστον καὶ ὁ τρόπος μοχθηρίας ὑπεργέμων : φύκει γὰρ καὶ ψιμυθίῳ καὶ παιδέρωτι δευσοποιοῦσι τὰς |
: γινώσκεις ὅτι ἡρπάγη ὑπὸ Θησέως καὶ Ἀλεξάνδρου * . πλᾶτιν ἀπὸ τοῦ πλησιάζειν . φάσμα πτηνὸν : τινές φασιν | ||
ταυροπάρθενον : οὐ γὰρ ταῦρος ἐγένετο , ἀλλὰ βοῦς . πλᾶτιν καὶ πλατανας , πλατῖδας καὶ λῖνας δαγῖλας τὰς νύμφας |
ἅπαντα παίζειν . Παφίη , φύλαγμα κόσμου , τὸ τελεσφόρον κομίζεις , ἀνὰ νύκτα καὶ καθ ' ἧμαρ διὰ νυμφίων | ||
συμμαρτυρήσῃ αὐτῷ πρὸς τοὺς δικαστάς . . ὃν μετὰ σοῦ κομίζεις . Θ . διαρραγείης : Σχισθείης , ἀφανισθείης . |
, τοτὲ δ ' ὀψέ περ ὡς ἐν ὀνείρῳ λαθρίδιον στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα | ||
κἀκεῖθι , Διὸς μέγα χωσαμένοιο , δειλαίη Σύβαρις , ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν |
τ ' ἠελίου : κέλομαι δ ' ἐπ ' ἄεθλον ἱκάνειν πρώτῃ ὑπ ' ἀμφιλύκῃ , ὅθ ' ἑωθινὸν ἀγροιῶται | ||
ἐναντίον . ἐπ ' ἄεθλον : ἐπὶ τὸν πόνον . ἱκάνειν : ἀπελθεῖν . Πρώτῃ : τῇ πρώτῃ ἠῷ . |
περὶ κυνὸς λέγων εἶπεν . ἰυγῆς δ ' ὡς παῦρον ἐπέκλυεν . * μίμνουσιν : προσκατατηροῦσιν ὅτ ' ἐς νομόν | ||
' ἐνὶ κάββαλε δίνῃ . Τοῦ δ ' ἥρως ἰάχοντος ἐπέκλυεν οἶος ἑταίρων Εἰλατίδης Πολύφημος , ἰὼν προτέρωσε κελεύθου , |
, † ἀσπίδα ῥίψας ποταμοῦ καλλιρόου παρ ' ὄχθας , δακρυόεσσάν τ ' ἐφίλησεν αἰχμήν οἰνοχόει δ ' ἀμφίπολος μελιχρὸν | ||
' ὑπ ' αὐτῶν . τρίμετρα δὲ οἷον τὸ Ἀνακρέοντος δακρυόεσσάν τ ' ἐφίλησεν αἰχμάν : τετράμετρα δέ , ἃ |
. Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι Αἰσχύλος φησί . . . . : . . | ||
. . Αἰσχύλος : μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ |
κότταβον ἐνθάδε σοι τρίτον ἑστάναι οἱ δυσέρωτες ἡμεῖς προστίθεμεν γυμνασίῳ Βρομίου κώρυκον . οἱ δὲ παρόντες ἐνείρετε χεῖρας ἅπαντες ἐς | ||
? , σάτυρον ὑπὸ πίτυν , Ἄττιν ? ἡμιγύνην λυθέντα Βρομίου Θῆβαι / εἶδον ἀπολλύμενον [ γάμον ] ἔναιμον ? |
ἐμὸν ὁπλίζων καὶ διεγείρων λόγον . ὡς ἐπεὶ σπλάγχνων ὑπὸ ματέρος αὐτίκα : διηγήσομαι , φησίν , ὅπως ἐκ τῆς | ||
ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν μὲν ὅσων τὸν Ἔρωτα δίδασκον |
. τροποῦτο κώπην ] κώπην εὐήρετμον ἀμφὶ σκαλμὸν ἐδέσμευε . τροπωτὴρ δὲ ὁ λῶρος ὁ δεσμεύων τὴν κώπην πρὸς τῷ | ||
τὴν προῖκα ἅμα τῷ νυμφίῳ φέρουσιν . ἐπικωπητήρ : ὁ τροπωτὴρ ἱμάς . ἐπὶ Λειψυδρίῳ μάχη : χωρίον ὑπὲρ τῆς |
νεοβόροι , νεωστὶ πρὸς τὴν βορὰν ἐληλυθότες : “ νεβροὺς κοιμήσασα νεηγενέας γαλαθηνούς . ” νέεσθαι πορεύεσθαι . νέων νηχόμενος | ||
ἀπαγόρευσις ἡ μή ἀντὶ ἀρνήσεως τῆς οὔ . . καὶ κοιμήσασα . . Ἶρίν τ ' ἐλθέμεναι καὶ Ἀπόλλωνα κλυτότοξον |
ἔφη συμμαχήσειν . ἅμα δὲ ταῦτ ' ἔπρασσε καὶ Μασσανάσσην ἐπείρα μεταθέσθαι πρὸς αὑτόν , τήν τε Μασσυλίων ἀρχὴν αὐτῷ | ||
καὶ παρ ' αὐτὸν ἐλθόντος εἰς τὴν διατριβήν , ὡς ἐπείρα αὐτοῦ τὴν παλλακὴν ὁ Μέντωρ , καθά φησι Φαβωρῖνος |
Φοίβῳ ἀκερσεκόμῃ , ὅτ ' ἄρ ' Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . ἐν δὲ τοῖς Ὁμηρικοῖς ὕμνοις | ||
βρέμει ἄσπετον , ὄφρα κάμῃσιν ὧς τότ ' ἄρ ' Εἰλατίδης μεγάλ ' ἔστενεν , ἀμφὶ δὲ χῶρον φοίτα κεκληγώς |
δριμεῖα θύελλα . καὶ τὸ μὲν ἰχθύσιν ἄλγος ὁμοίϊον ἠδὲ βόεσσι . Δελφῖνες δ ' ἀγέλῃσιν ἁλὸς μέγα κοιρανέουσιν , | ||
. Τρωσὶ δ ' ἄρ ' ἐσσυμένοισι συνήντεον , εὖτε βόεσσι πόρτιες ἐκ ξυλόχοιο ποτὶ σταθμὸν ἐρχομένῃσιν ἐκ νομοῦ εἰαρινοῖο |
ἀνεῖλεν ὁ Κάδμος : ὡς καὶ ἀνωτέρω [ ] Παλλάδος φραδαῖσι : κατήνυσας ἐφόνευσας : ἐν περιφράσει τὸν Κάδμον : | ||
ὠλένας † δικὼν † βολαῖς : δίας ἀμάτορος † Παλλάδος φραδαῖσι † γαπετεῖς δικὼν ὀδόντας ἐς βαθυσπόρους γύας : ἔνθεν |
ὠδῖνα κόλποις : κυρίῳ δ ' ἐν μηνὶ πέμποις ' ἀμφιπόλους ἐκέλευσεν ἥρωι πορσαίνειν δόμεν Εἰλατίδᾳ βρέφος , ὃς ἀνδρῶν | ||
ἀπέδυσέ σφεας πάσας ὁμοίως , τάς τε ἐλευθέρας καὶ τὰς ἀμφιπόλους , συμφορήσας δὲ τὰ ἱμάτια ἐς ὄρυγμα Μελίσσῃ ἐπευχόμενος |
Πυθὼ ἐς ἠγαθέην καί ῥ ' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο | ||
' ; ὡς ἀπαντᾶι δάκρυά μοι τοῖς σοῖς λόγοις . Φοίβωι ξυνῆψ ' ἄκουσα δύστηνον γάμον . ὦ θύγατερ , |
κατασχήσει . Ὦ Πέλοπος ἁ πρόσθεν πολύπονος ἱππεία , ὡς ἔμολες αἰανὴς τᾷδε γᾷ . Εὖτε γὰρ ὁ ποντισθεὶς Μυρτίλος | ||
πάλλων δέρας [ ] ἐνθέοις [ σὺν οἴστροις - ] ἔμολες μυχοὺς [ Ἐλευσῖνος ] ἀν ' [ ἀνθεμώδεις ] |
καὶ ἴδμονα μαντοσυνάων . ὣς δ ' αὕτως σκέψαιο καὶ ὅσσοις ἀστράσι Μήνη συμφέρετ ' , ἢ ὅσσοισι μέχρις φάσιος | ||
, ἄφνω ἀπενόσφισαν ὄλβον . ἐν πενίῃ δὲ μογεῦσι καὶ ὅσσοις φῶτα δύ ' ὥρην μὴ λεύσσῃ , πάμπαν δέ |
τῶν ἀδιασκέπτως τι ποιούντων καὶ τὸ κατόπιν μὴ προορωμένων . Ἀσκὸν δαίρεις : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως τι ποιούντων . Ἀσκῷ | ||
ἄμφω δεῖ βασιλεύειν , μετέχειν δὲ ἑκάτερον τῆς ἀρχῆς . Ἀσκὸν δαίρειν : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως σφόδρα τι ποιούντων : |
Τῷ δ ' ἐπὶ δῖον ἔπεφνεν Ἀτύμνιον , ὅν ποτε Νύμφη Πηγασὶς ἠύκομος σθεναρῷ τέκεν Ἠμαθίωνι Γρηνίκου ποταμοῖο παρὰ ῥόον | ||
προσδέχου συμβουλίαν . μὴ πᾶσιν εἰκῆ τοῖς φίλοις πιστεύετε . Νύμφη δ ' ἄπροικτος οὐκ ἔχει παρρησίαν . ] οὓνς |
' ἀνὰ γαῖαν ἔμιμνον . Ἐυπτολέμοισι δ ' Ἀχαιοῖς υἱὸς Λαέρταο πύκα φρονέων φάτο μῦθον : Ὦ νύ μοι Ἀργείων | ||
ἕδραι ἀγρομένων : πολλοὶ δ ' ἄρα θηήσαντο ἰδόντες υἱὸν Λαέρταο δαΐφρονα . τῷ δ ' ἄρ ' Ἀθήνη θεσπεσίην |
τόσον δέ μοι ἔφρασε μῦθον : μέλπειν μοι , φίλε βοῦτα , λαβὼν τὸν Ἔρωτα δίδασκε . ὣς λέγε : | ||
γε μὰν ἁδεῖα : ἦλθεν ἡ ἡδυτάτη καί φησι : βοῦτα , ὑπ ' ἀργαλέου ἐλυγίχθης Ἔρωτος καὶ ἐκάμφθης ; |
ἰαυθμοὺς ἠθάδας διζήμενοι , καὶ κρίμνα χειρῶν κἀπιδόρπιον τρύφος μάζης σπάσονται προσφιλὲς κνυζούμενοι , τῆς πρὶν διαίτης τλήμονες μεμνημένοι . | ||
] φάγωσι . σπάσονται ] λάβωσι , φάγωσι . θ σπάσονται ] γεύσονται . σπάσονται ] πάσσονται , ἤγουν γεύσονται |
εἰς τὸ σκύφος . καὶ Ἄλεξις ἐν Λευκαδίᾳ : οἴνου γεραιοῖς χείλεσιν μέγα σκύφος . καὶ Ἐπιγένης ἐν Βακχίδι : | ||
[ . ] τότ ? ? ? ' ἔφη Γαῖος γεραιοῖς ? [ : . ] καὶ ? ? ποῦ |
τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ φυγὼν ἀπάγξεται ἐὰν μή τις ἀγαθοποιὸς ἰδὼν τὴν Σελήνην λύσῃ τὴν | ||
Σελήνην ἴδῃ ἢ πρὸς αὐτὴν συναφὴν ἔχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ φυγὼν ἀπάγξεται ἐὰν μή τις ἀγαθοποιὸς ἰδὼν τὴν Σελήνην λύσῃ τὴν |
οὔνομα Κόλχων . ” Ὧς φάτο : τῆς δ ' ἐρύθηνε παρήια , δὴν δέ μιν αἰδώς παρθενίη κατέρυκεν , | ||
δὲ Μηδείας ὁ Ἄψυρτος ἀποθνήσκων τὴν καλύπτραν καὶ τὸν πέπλον ἐρύθηνε τῷ ἑαυτοῦ αἵματι . τάμνε θανόντος : οἱ δολοφονοῦντες |
ἑῶν τελέεσθαι ἐώλπει : τῇ δ ' ἀλεγεινότατον κραδίῃ φόβον ἔμβαλεν Ἥρη , τρέσσεν δ ' ἠύτε τις κούφη κεμὰς | ||
δὲ θεᾶς πορσύνετο μῆνις Κύπριδος , ἥ τέ σφιν θυμοφθόρον ἔμβαλεν ἄτην : δὴ γὰρ κουριδίας μὲν ἀπέστυγον ἔκ τε |
κῶας χρύσεον ᾐώρητο χαλαζαίῃ ἐπὶ φηγῷ . Ἀγκαῖος δ ' ἤνωγε παραιφάμενος ἐπέεσσι λαίφεά τε στέλλειν , καὶ ἐπίκριον αὖθι | ||
ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον καὶ ἐπίκλοπον ἦθος Ἑρμείην ἤνωγε , διάκτορον Ἀργεϊφόντην . Ὣς ἔφαθ ' , οἳ |
γῆς , ἣν ἐκ τεθρίππων ἁρμάτων πρώτην χθόνα Ἥλιος ἀνίσχων χρυσέᾳ βάλλει φλογί . καλοῦσι δ ' αὐτὴν γείτονες μελάμβροτοι | ||
ἦ γὰρ σοφὸς [ ] ἢ Χαρίτων τιμὰν λελογχὼς ἐλπίδι χρυσέᾳ τέθαλεν ἤ τινα θευπροπίαν ἰδώς : ἕτερος δ ' |
α . . . . Αἰηνές : τὸ δεινὸν καὶ πολύστονον : Ἀρχίλοχος : προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . | ||
κάλυμμα Νηρηΐδες . Τῶ σε , πολέμαρχε Κνωσίων , κέλομαι πολύστονον ἐρύκεν ὕβριν : οὐ γὰρ ἂν θέλοιμ ' ἀμβρότοι |
ἀλλ ' οὐδ ' ὧς ἀπίθησεν , ὅτ ' ἔκλυεν ἀμφιπόλοιο μῦθον ἀνώιστον , διὰ δ ' ἔσσυτο θαμβήσασα ἐκ | ||
ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια . Καί κ ' ἐπιθυμήσειε νέος νῆς ἀμφιπόλοιο . Κοιτὼν ἁπάσαις εἷς , πύελος δὲ μί ' |
αἱμάτων ; τάλαιν ' ἐγὼ τάλαινα , πότερον ἄρα νέκυν ὀλόμενον ἀχήσω ; φεῦ δᾶ φεῦ δᾶ , δίδυμοι θῆρες | ||
ἄστυ καὶ καλλίβωλον Ἴδας ὄρος ἱερόν , ὥς ς ' ὀλόμενον στένω [ ἁρμάτειον ἁρμάτειον μέλος ] βαρβάρωι βοᾶι † |
πυρὸς κλινθεὶς ὁπλίσσατο δόρπον ἀμορβός . ἐν δὲ θέρει χρειὼ φυγέειν φλογόεσσαν ἐνιπὴν ἄζαν τ ' ἠελίου : κέλομαι δ | ||
πλευσεῖται πορευσεῖται ῥευσεῖται . οὕτω γοῦν καὶ „ ἄρκιον ἐσσεῖται φυγέειν „ . Δίων μέντοι ἔσσειται προπαροξυτόνως φησὶ λέγων ὅτι |