Πομπηίου . Ζήλου δὲ αὐτῷ γέμοντι ἐπὶ τούτοις τὸ δαιμόνιον ἐνεμέσησε τοῦ ζήλου , καὶ ὁ στρατὸς ἐστασίασεν , ὁ
, οὗ μόνου τῶν ἡγεμόνων διασωθέντος ἐκ τοῦ Θηβαικοῦ πολέμου ἐνεμέσησε τὸ θεῖον . ἐν δὲ τοῖς ἐπιγόνοις τῶν ἐν
5693196 γελασαντες
αὐτὸς μετὰ τῶν ἡγεμόνων ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ φανερῶς ἔπιεν . γελάσαντες οἱ στρατιῶται καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ἀπάτης νοήσαντες ἀδεῶς
μαθηταὶ εἰς σύντονον καὶ δυσαπάλλακτον ἔρωτα ἦλθον , διὸ κτηνοτροφίαν γελάσαντες ἐξεπόνησαν ποιμενικὴν ἐπιστήμην . τεκμήριον δέ : ὁ τὴν
5668750 ἐδακρυον
οὐκ ἂν οὕτως ἐδημοσίευον τὴν γνώμην , ἢ οὐκ ἂν ἐδάκρυον , ἵνα ἐλεγχθῶ : ἀνάγκη μὲν , ὅτι οὐκ
, ” νόμος μὴ ἀνοίγειν τὰς πύλας , αἰχμάλωτοι φεύγοντες ἐδάκρυον , οὐκ ἤνοιξαν οἱ στρατηγοὶ , ἐπελθόντες οἱ πολέμιοι
5667079 περιεγενετο
ἢ τῷ κοινῷ , οὗ μάλιστα προνοοῦνται , ἐκ τούτου περιεγένετο ; εἰ δὲ μὴ ἐβουλεύσαντο κατ ' ἰδίαν περὶ
[ ! ] ! ! ! ες ! ! ! περιεγένετο ? ? ? ? ? . “ ” τὰ
5531315 μεταμελεια
τὴν προπετῆ ἐάν τε τὴν ἀσθενῆ ἔχῃ ἀκρασίαν . ἡ μεταμέλεια δὲ διὰ τὸ παρὰ προαίρεσιν πράττειν : διό φησιν
ἤθους καὶ τὸ εὐμετάβολον καὶ ἡ μικρολογία [ καὶ ἡ μεταμέλεια ] καὶ τὸ ἐπὶ μικροῖς λυπεῖσθαι [ καὶ ἥδεσθαι
5501200 καρτερικος
τὴν χρῆσιν παρ ' Αἰσχύλῳ , οἷον ἐν Νεανίσκοις καὶ καρτερικὸς καὶ πολεμικός : ἀρείφατος : τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ
ἐπεποίητο ἀπὸ χαλκοῦ . . Τοῦτον μὲν ἔπειτα ἀφῆκεν ὁ καρτερικὸς υἱὸς τοῦ Διὸς Ἡρακλῆς , ἐπιτηρήσας τὸν βροτολοιγὸν Ἄρην
5452667 ἀπελαυσεν
, οἷς τὰ πολλὰ κατειργάζετο . τῶν δὲ ἐκείνου τόξων ἀπέλαυσεν εἰς νίκην καὶ ὁ μετ ' ἐκεῖνον ἐπὶ Ἴλιον
καὶ τῶν ἐμῶν νυμφευμάτων καὶ τῶν Οἰδίποδος κακῶν ὁ Κρέων ἀπέλαυσεν : ἀπολαύειν μετέχειν : λυπηρῶς : ἀλλ ' εἰς
5356082 ἀνυπευθυνος
ἰδιωτικὴν δίκην πικρότερον κριθεῖσαν . ἆρά σοι δοκεῖ πρὸς θεῶν ἀνυπεύθυνος ἄρχειν ὁ Ἀγαμέμνων τῶν Ἑλλήνων , ἀλλ ' οὐ
κοινὸν μιαίνεται , ὅ ἐστιν ἡ πόλις . ἄκριτος ] ἀνυπεύθυνος . παλιγκότοις ] ἐχθροῖς . καὶ τύχην ἑλεῖν ]
5353374 διωξις
ἐπελαύνειν , καὶ ὅλως ἐστὶν αὐτοῖς ἡ μάχη φυγὴ καὶ δίωξις . ἴσασιν δὲ καὶ λιμὸν φέρειν οἱ Νομάδες οἵδε
τῶν Περσῶν ἀπέθανον εἰς χιλίους . οὐ γὰρ πολλὴ ἡ δίωξις ἐγένετο , ὅτι ἐξετράπη Ἀλέξανδρος ἐπὶ τοὺς ξένους τοὺς
5341217 στρατευοιντο
, καὶ στρατεύοιντο οἷς ἀνάγκη , οὐχ ἵνα διὰ τέλους στρατεύοιντο , ἀλλ ' ἵνα ἀσφαλῶς ἡσυχάσωσιν . ὅστις οὖν
' ἂν ὠφεληθείη , εἰ οἱ πολῖται μετ ' ἀλλήλων στρατεύοιντο μᾶλλον ἢ εἰ συντάττοιντο αὐτοῖς , ὥσπερ νῦν ,
5324120 συνεπεσεν
τῶν λόγων ἔλεγχος ἦν αὐτῷ φιλοτιμία . Γάμος δὲ αὐτῷ συνέπεσεν ἐξ Ἀσίας , τῆς Τραλλιανῶν πόλεως : Ἀμφίκλεια μὲν
γε τοῦ ἀνδρὸς καὶ τοιοῦτόν τι ἐς τὴν ἐμὴν ἱστορίαν συνέπεσεν , ὡς ἅπασα μὲν ἡ Ἑλλὰς ἰδεῖν αὐτὸν ηὔχοντο
5301750 συνησθημεν
κατὰ σοῦ χρήσασθαι πάθει . Τῆς μὲν εὐτυχίας ὡς μάλιστα συνήσθημεν ἀκούσαντες , εἰ καὶ σφόδρα σοι βουλομένῳ υἱὸν ποιήσασθαι
, παρ ' ἡμῶν δὲ τοσοῦτον εἰρήσεται , ὅτι Γυμνασίῳ συνήσθημεν ἐπανιόντι . Θαυμάζω τὸ μήτε διὰ Κλεάρχου σε γράψαι
5284045 ἐφονευθησαν
δὲ τοὺς Δημοστράτου προὐβάλλοντο . Συμβληθείσης δὲ τῆς μάχης , ἐφονεύθησαν τῶν Ῥηξιμάχου δύο : ὁ δὲ τρίτος , τοὔνομα
ἅπερ ἐρεῖς . φράσον ] εἰπέ . οὕτως ] οὕτως ἐφονεύθησαν ὑπ ' ἀλλήλων οἱ ἀδελφοί . οὕτως ] ὠμῶς
5260201 ὀρεγοιντο
τὸ εἰκός , πάντες ἂν οἱ ἀπόλιδες τῆς Ἀθήνησι μετοικίας ὀρέγοιντο καὶ τὰς προσόδους ἂν αὔξοιεν . Ὥς γε μὴν
τοῖς ἵπποις δίδωσιν ὧν εἶδεν , οἱ δὲ λαβόντες δηλονότι ὀρέγοιντο ἂν ὧν εἶδον : ἔλαβον γὰρ οὐ πᾶν .
5233279 ἀπολαυσεται
τι καὶ ἔργον , εἰ τῆς σῆς ἀπολαύοι ῥοπῆς : ἀπολαύσεται δ ' , εὖ τοῦτο ἐπίσταμαι , σοῦ τὰ
ἕξει , εἰ μὴ τοῦ ὁρατοῦ καὶ κατὰ τὴν ἁφὴν ἀπολαύσεται , ἑτέρου τέλους παρὰ τὴν ὅρασιν ὀρεγόμενος καὶ ἀρχὴν
5210541 ἐξεγενετο
τῆς γὰρ ὑστέρης εἶναι τὸ νόσημα . ἐπεὶ δὲ αὐτῶι ἐξεγένετο τὸ ἐπιτήδευμα , καὶ ὡμίλει αὐτῆι , ἡ δὲ
τῶν ἐπιτραπέντων ἀοκνοτάτης ἐπιδεικνύμενοι φυλακῆς . καὶ οὐδ ' ἅπασιν ἐξεγένετο τοῖς ἱκέταις γενέσθαι φύλαξιν ἱερῶν , ἀλλ ' εἴ
5209794 βοηθησατε
ὧν ὁ πάππος κατέλιπε , μηδ ' ἀποστερηθέντα , ἀλλὰ βοηθήσατε καθ ' ὅσον ὑμῶν ἕκαστος τυγχάνει δυνάμενος . Ἔχετε
αὑτοῦ τῶν λῃτουργιῶν ἐσόμενον . βοηθήσατ ' οὖν ἡμῖν , βοηθήσατε , καὶ τοῦ δικαίου καὶ ὑμῶν αὐτῶν ἕνεκα καὶ
5200201 ἐξηγειτο
τε γὰρ χρόνον προὔστη τῆς πόλεως ἐν τῇ εἰρήνῃ μετρίως ἐξηγεῖτο καὶ ὡς ἀσφαλῶς διεφύλαξεν αὐτὴν , καὶ ἐγένετο ἐπ
. . , . . . Ἀρχέδημός τε αὖ οὕτως ἐξηγεῖτο : „ εἶναι τὸ τέλος ζῆν ἐκλεγόμενον τὰ κατὰ
5198053 τεθνασιν
ἱερωσύνην τινὸς ἀφελέσθαι καὶ αὐτοῦ παῖδα ἔχοντος , ἔλαβε , τεθνᾶσιν ἀμφότεροι , καὶ ἀμφισβητοῦσιν οἱ παῖδες τῆς ἱερωσύνης :
ταῖς αἰτίαις δι ' ἃς ἡμεῖς ἀπολλύμεθα οἱ μὲν αὐτῶν τεθνᾶσιν , οἱ δὲ οἴχονται φεύγοντες , σφῶν αὐτῶν καταγνόντες
5182478 ὑπερζεων
παρὰ τὸ πάφλα . τὸ δὲ ἑξῆς , ἀνὴρ παφλάζει ὑπερζέων . Γ ὑφελκτέον ] ἄξιον , ὕπαρχον ὑφελκύσαι .
φρονησάντων ἢ καὶ αἰτίαν φρονῆσαι λαβόντων , ὁ Ἀλέξανδρος ἅτε ὑπερζέων ἐς αὐτοὺς τῆι ὀργῆι κακῶν ἠπείλει τὰ μέγιστα ἐργάσασθαι
5175798 ἠκμαζον
πότερον ἦν ἀσφαλεστέρα καὶ καλλίων Ἀθηναίοις ἡ ἔξοδος , ἡνίκα ἤκμαζον μὲν τῇ μανίᾳ Φωκεῖς , ἐπολέμουν δὲ Φιλίππῳ ,
. . καὶ Ἡράκλειτος . . . καὶ Ἀναξαγόρας φυσικοὶ ἤκμαζον . Ἑλλάνικος ἱστορικὸς ἐγνωρίζετο . . . . :
5164668 ἠρκει
, καὶ συνέστηκε : τὰ γὰρ ἀσύστατα οὐ ζητήματα : ἤρκει οὖν ὀνομάσαι ζήτημα καὶ δηλῶσαι συνεστηκός : κατὰ γὰρ
κἀκεῖνος ἦν , ᾧ μόνῳ ἐθάρρει , ὃς ἀντὶ πολλῶν ἤρκει δορυφόρων . ἆρ ' οὖν οὐκ ἄξιος , ὦ
5158194 ἀρξειαν
μένοντες ἕστασαν ὁππότε πύργος Ἀχαιῶν ἄλλος ἐπελθὼν Τρώων ὁρμήσειε καὶ ἄρξειαν πολέμοιο . τοὺς δὲ ἰδὼν νείκεσσεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων
, καὶ ἔτι ἂν ἧσσον δεινοὶ ἡμῖν γενέσθαι , εἰ ἄρξειαν αὐτῶν Συρακόσιοι : ὅπερ οἱ Ἐγεσταῖοι μάλιστα ἡμᾶς ἐκφοβοῦσιν
5149178 ἀποδω
κέκληκε : τὸ δὲ μαρτύριον ἀναβαλοῦμαι , ἔστ ' ἂν ἀποδῶ σοι τὰς πληγάς . ἡσθέντων οὖν ἐπὶ τοῖς πεπαιγμένοις
, παρ ' αὑτόν , ἀλλὰ χωρίς . ἀλλ ' ἀποδῶ πάλιν παρ ' οὗ παρέλαβον ἀρτίως ; ἄτοπον .
5144024 φοροι
καὶ τῆς πατρίδος ἐστερήθησαν . οἱ γὰρ ἀδικηθέντες μισθο - φόροι παραχρῆμα ἀποστάντες ταῖς ἐσχάταις συμφοραῖς περιέβαλον τὴν Καρχηδόνα .
ἐσιόντες ἱερεῖς , οἱ δὲ στεφανούμενοι θεωροί , τὸ ἀργύριον φόροι . τῶν ὑπακουόντων ἡδέως βασίλευε καὶ ἔτι προσκυνοῦ .
5143905 καθειμαρται
τεθνήξεσθαι : καὶ γὰρ ὡς ἀληθῶς παντὶ γεννητῷ ζῴῳ θανεῖν καθείμαρται . ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ ὕστερον αὖτε τὰ πείσεται
τὸ ἀπολελύσθαι τῆς εἱμαρμένης τὴν παρ ' ἡμᾶς αἰτίαν . καθείμαρται γὰρ σωθῆναι θοἰμάτιον , εἰ φυλάττοις αὐτό , καὶ
5142888 παρεσχομεν
πάλαι , χρηστὰ δὲ περὶ τοῦ μέλλοντος ἐλπίσαντες χρόνου , παρέσχομεν ὑμῖν ἑαυτούς , καὶ πάντα τὰ πολέμια ἐν ὀλίγῳ
μὲν ἡμεῖς ἐνεπλήσθημεν , τούτῳ δὲ τοῦ συνεστάναι τὴν ἀφορμὴν παρέσχομεν . τὸ γὰρ αὑτοῦ πᾶς ὁ ἀποδεχόμενος κτῆμα τοῦ
5132509 ἠρεσκε
' ὑμῶν , οὗτος ἦν . εἰ δὲ καὶ πᾶσιν ἤρεσκε ταῦτα τοῖς ἄλλοις πρέσβεσιν , αὐτίκ ' εἴσεσθε .
δὲ τῶν προτέρων μεταμέλειν αὑτῷ καὶ μαλακώτερον ἐνδιδοὺς ἑαυτὸν , ἤρεσκε τοῖς τὰ κοινὰ κλέπτουσιν , οὐκ ἐξελέγχων οὐδ '
5127973 εὐξαιμεθα
, δῆλον , ὡς , ἐπειδήπερ ἐγένοντο , λήθην γοῦν εὐξαίμεθα ἂν ἀμφοτέρων λαβεῖν . τί οὖν εἰκόνα ποιῆσαι φιλονεικεῖς
ἂν τοῖς φίλοις προσφεροίμεθα , ἔφη , ” ὡς ἂν εὐξαίμεθα αὐτοὺς ἡμῖν προσφέρεσθαι . “ τὴν δικαιοσύνην ἔφη ἀρετὴν
5123721 Κυλωνι
αὐτοὶ οἱ ἔχοντες τὰς ἀρχὰς διέφθειραν τῆς Ἀθηνᾶς ἱκέτας τῶν Κύλωνι ὁμοῦ τὴν ἀκρόπολιν κατειληφότων : καὶ αὐτοί τε οἱ
τὴν Ἀθηνᾶν δοκεῖ γενέσθαι ἀσέβημα , ἐπειδήπερ οἱ συγκατακλεισθέντες τῷ Κύλωνι ἐν τῇ ἀκροπόλει εἰς τὴν κρίσιν κατέβησαν ἐν Ἀρείῳ
5123184 ὑβρισθησεται
σιγηθὲν ἀηδὲς ὡς φαινόμενον : φανὲν γὰρ πλέον ἐρυθριάσει καὶ ὑβρισθήσεται . θεὸν δὲ τὴν φύσιν φησιν . [ ἐντὶ
τῷ διώκοντι : οὐ γὰρ μόνον ἡττηθήσεται , ἀλλὰ καὶ ὑβρισθήσεται καὶ βλαβήσεται . ἡ Σελήνη ὅταν ᾖ συνοδικὴ ὑπὸ
5121184 ἠγανακτουν
. τῇ δὲ ἐπιούσῃ ἡμέρᾳ βέλτιον αὐτοῦ σχόντος , ὡς ἠγανάκτουν οἱ ἑταῖροι : Κἀγώ , ἔφη , αἰσχύνομαι ζημιουμένων
ἠρέσκοντο , ἐβαροῦντό τε αὐτῶν αὐτὴν τὴν εὐγένειαν , καὶ ἠγανάκτουν ὅτι ἄρα ἔχοιεν ἐκ συγκλήτου βασιλέας . ἐλύπουν δὲ
5116827 δυσχεραινομεν
αὖ πάλιν ἀπὸ τῆς ἐνεγκούσης ἐπὶ τὰς Ἀθήνας ἐμφανίζωμεν ὅτι δυσχεραίνομεν τὴν ἀπόλειψιν , ἐνδεικνύμενοι † τοὺς ἀνιωμένους † :
, οἱ δὲ πῶς οἴει καὶ τύχην καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς δυσχεραίνομεν ; καίτοι ὅταν , ὦ Δημόσθενες , σωμάτων καὶ
5110481 ἀνερριπτουν
' ἔλυσαν ἀπὸ τρητοῖο λίθοιο . εὖθ ' οἳ ἀνακλινθέντες ἀνερρίπτουν ἅλα πηδῷ , καὶ τῷ νήδυμος ὕπνος ἐπὶ βλεφάροισιν
εἶτα οἳ μὲν τῆς ζημίας τῆς τοσαύτης μνήμῃ τὸν κίνδυνον ἀνερρίπτουν , καὶ συνελθεῖν τῷ ἐχθρῷ ἔσπευδον , οἳ δὲ
5109355 παρεκαλεσαν
διψάδας ἐν πορείᾳ . οἱ ἄνθρωποί , φησιν , ποτε παρεκάλεσαν τοὺς θεοὺς δοθῆναι αὐτοῖς νεότητα πρὸς τὸ μηδέποτε γηρᾶν
Ἡρακλέους τοὺς Ἡρακλείδας ἐδίωξε , καὶ οὗτοι μετὰ τῆς Ἀλκμήνης παρεκάλεσαν τοὺς Ἀθηναίους βοηθῆσαι αὐτοῖς , ὅπερ καὶ ἐγένετο τὰ
5106591 Γαβιοι
. βλάσφημος . ξυμβάσεις ποιεῖν , ἐφ ' οἷς ἂν Γάβιοι δικαιῶσιν . . . δικαιοῦν . ὠνεῖται τὰ τρία
δὲ τῆς Λατίνης αἱ μεταξὺ αὐτῆς καὶ τῆς Ὀυαλερίας , Γάβιοι μὲν ἐν τῇ Πραινεστίνῃ ὁ δῷ κειμένη , λατόμιον
5095695 ἐπεθυμει
. τοῦτο δ ' ἦν , οὗ μάλιστα ὁ Σκιπίων ἐπεθύμει , μηδενὸς αὐτοῖς ἐπιμιγνυμένου μηδ ' εἰσιόντος ἀγνοεῖν αὐτούς
βέλος ἐπὶ ἔλαφον καὶ κοιμωμένου Σατύρου τυγχάνει , κἀκεῖνος περιαναστὰς ἐπεθύμει συγγενέσθαι : Ποσειδῶνος δὲ ἐπιφανέντος ὁ Σάτυρος μὲν ἔφυγεν
5091270 καρτερει
θέαν . πῶς οὖν οἴσεις γιγνόμενον , ὃ γεγραμμένον οὐ καρτερεῖ ; ἆρ ' οὖν ἐπάνιμεν ἐκείνῳ τὸ γύναιον καταλείψαντες
ἕκαστος οἴεται θᾶττον λαβεῖν , τούτου τὴν μέλλησιν εἰκότως οὐ καρτερεῖ . πλὴν ἀφίημι ταῦτα λέγειν ἑτέρῳ μὴ φέρειν ἐπιθυμίαν
5090669 ἀπεστερητο
ἔζη , ὁ μὲν μόνος εἶχεν , ὁ δὲ θανὼν ἀπεστέρητο . εἰ δὲ καὶ ἄμφω ἔζων , ἐπλεονέκτει ἂν
ἐκβολῆς ἄδικον , ἀλλὰ τῇ κατ ' αὐτοῦ δωροδοκίᾳ δεκαζόμενον ἀπεστέρητο τῆς μισοπονηρούσης παρρησίας . Ὅτι ἑπτακαίδεκα φυλαὶ τὸν νόμον
5089011 προσεδοκατο
ἑβδομήκοντα , ἣν ἐφύλαττε Πτολεμαίου στρατηγὸς Μενέλαος ναῦσιν ἑξήκοντα , προσεδοκᾶτο δὲ καὶ αὐτὸς Πτολεμαῖος ἑκατὸν τεσσαράκοντα ναυσὶν ἐπιπλεύσασθαι .
διαφερόντως δὲ τοῖς ὁμόροις , ὅσῳ καὶ τὰ δεινὰ ἐγγυτέρω προσεδοκᾶτο . εἷς δὲ δὴ ἐκ τῶν ἀστυγειτόνων βασιλέων ὄνομα
5078129 ἀντεπιπτεν
τῆς λέξεώς ἐστι καταμαθεῖν τῆς ἐπισπασθῶσι . Φίλιππον τοίνυν ] ἀντέπιπτεν ἀντίθεσις ἀπὸ τοῦ δυνατοῦ καὶ μὴν οὐ βοηθήσουσι Θηβαῖοι
, ἐπειδὴ διὰ κηρύκων γίνεται . ἴστε γὰρ δήπου ] ἀντέπιπτεν ἀντίθεσις ἀπὸ τῆς ἐργασίας κατὰ τὸ ἀκόλουθον ὅτι οὐ
5075036 τεθνηκοτες
. Διονύσιος πόλιν ἑλὼν , ἧς τῶν πολιτῶν οἱ μὲν τεθνηκότες , οἱ δὲ πεφευγότες ἦσανἦν δὲ μείζων ἢ ὥστε
Ζῶντες μὲν πρὸς ὀλίγον οἱ ἄνθρωποι ἐπιπλάστῳ σεμνυνόμεθα κόσμῳ : τεθνηκότες δὲ ἀφῃρήμεθα ἃ οὐκ ἔστιν ἡμέτερα . ὑπερόρα τοίνυν
5060934 ἐτεθνηκει
κεκλῆσθαι . ὅσπερ κτλ . ] δῆλον δὲ ὅτι πάλαι ἐτεθνήκει . ] δῆλον ὅτι ἔν τινι τῶν διθυράμβων ἦν
ὥρμησεν ἐς τοὺς ἐχθρούς , ἐζημίωσαν . Ὁ μὲν Λύσανδρος ἐτεθνήκει , ὁ δὲ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ ἔτι ζῶντος ἐγγυησάμενος
5048812 περιγενομενοι
καὶ αἱρεῖσθε ἤδη ἢ τὴν αὐτίκα ἀκινδύνως δουλείαν ἢ κἂν περιγενόμενοι μεθ ' ἡμῶν τούσδε τε μὴ αἰσχρῶς δεσπότας λαβεῖν
οὕτως οὖν σκοπεῖτε . εἰ τῆς μάχης οἱ παῖδες ἡμῶν περιγενόμενοι τῆς παρούσης ἠμφισβήτουν τάξεως , τίς πρότερος ἂν διεκρίθη
5042689 ἀπερισπαστως
, ὥστ ' εἰ μὴ λαμβάνοιμεν αὐτὰ ἢ διωθοίμεθα , ἀπερισπάστως μὴ ἂν εὐδαιμονοῖμεν . Τὸ δὲ κινοῦν τὴν ὁρμὴν
αὐτῶν ἁρμόζεσθαι , τὰ αὐτὰ ποιεῖν εἰς τὸ τοὺς λοιποὺς ἀπερισπάστως μένειν πρὸς βοήθειαν τῆς πρώτης . Χρὴ σπουδάζειν μετὰ
5035698 περιεστιν
τιθέμενος , ὡς , ἐφ ' ὅσον γε ἡμῖν οὗτος περίεστιν , τὰ ἄλλα γε πάντα ἡμῖν εὐίατα καὶ τούτου
, ἡ εὐταξία , τῇ τῶν νόμων προσθήκῃ τῶν αἰσχρῶν περίεστιν , τῆς ἀναισχυντίας , τῆς θρασύτητος , τῆς ἀναιδείας
5034022 βεβουλευμεθα
τις εὐθὺς μαρτυρία παρὰ τῶν πραγμάτων , ὡς ἄρα εὖ βεβουλεύμεθα . τὸ σαφὲς δὲ γράφειν μὲν σφαλερόν , Ἀλέξανδρον
τοὺς ὅπου δή ποτε γενομένους τυράννους , ἀφελέσθαι τὴν ἐξουσίαν βεβουλεύμεθα συνελθόντες οἱ πατρίκιοι , πάλαι μὲν δέον , ἐν
5031897 ἐντυγχανω
τινὶ δειπνήσας ἐν ἅπαντι τῷ βίῳ , τύχῃ τινὶ ἀγαθῇ ἐντυγχάνω χθὲς τῷ Εὐκράτει , καὶ ἐγὼ μὲν προσειπὼν αὐτὸν
φιλοσοφῶν καὶ ὑμῖν παρακελευόμενός τε καὶ ἐνδεικνύμενος ὅτῳ ἂν ἀεὶ ἐντυγχάνω ὑμῶν , λέγων οἷάπερ εἴωθα , ὅτι Ὦ ἄριστε
5031844 πεισομενοι
κἂν ἐγραψάμην . οἱ οὖν εὖ πεπονθότες πρότερον ἔρχονται εὖ πεισόμενοι πάλιν τὴν ἐλπίδα περὶ τῶν δευτέρων ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν
καὶ λέγει τις ἀμφοτέροις αὐτοῖς , ἀλλ ' οἵ γε πεισόμενοι τούτοις , ὡς ἔοικεν , οὐκ εἰσίν . ἐγὼ
5025160 παραδωσουσιν
τινὸς καὶ φρουρᾶς . Ἄρεος δὲ καὶ Κρόνου ὡροσκοπούντων ἑαυτοὺς παραδώσουσιν ἐξουσίαις τισίν . ὁ Ἄρης δὲ καὶ ἡ Ἀφροδίτη
τινὸς καὶ φρουρᾶς . Ἄρεως δὲ καὶ Κρόνου ὡροσκοπούντων ἑαυτοὺς παραδώσουσιν ἐξουσίαις τισίν . Ἄρης δὲ καὶ Ἀφροδίτη ὡροσκοποῦντες πολλὰ
5023752 σφαγεις
μὲν δῆμος παντελῶς κατηθύμησε καὶ ἡσυχίαν εἶχεν , οἱ δὲ σφαγεῖς πάντ ' ᾤοντο πεπραγμένα εἶναι , καὶ οἱ ὁμογνώμονες
ἀποσφάττειν . Καὶ ἐνίκα ταῦτα . Ἐξαΐξαντες δὴ τοὐντεῦθεν οἱ σφαγεῖς ἔφευγον θέοντες διὰ τῆς ἀγορᾶς εἰς τὸ Καπιτώλιον ,
5023417 ἐμελε
: οὐ γὰρ ἐκείνην τὴν λύρην ἔβλεπεν οὐδέ οἱ ἄλλης ἔμελε μουσουργίης , ἀλλ ' αὕτη Ὀρφέος ἡ μεγάλη λύρη
τὸ πένεσθαι διδάσκοντες ἃ ἠπίσταντο πολλοὺς κατεσκευάσαν ἄνδρας ἐλλογίμους . ἔμελε δὲ τοῖς πάλαι πᾶσι μουσικῆς διὸ καὶ ἡ αὐλητικὴ
5020109 προσιων
τὸν Καίσαρα μεταβαλὼν καὶ κατ ' ἴχνος ἐκείνου τῇ πολιτείᾳ προσιών , τήν τε ἀρχὴν τὴν ἐπικρατοῦσαν ἔτι νῦν ,
, ἢ ὥσπερ οἱ κύνες πρὶν σκέψασθαι εἰ φίλος ὁ προσιών , πρὸς τὸν ψόφον μόνον ὑλακτοῦσιν : οὕτω καὶ
5011149 Μεσσαλας
, ὅτε Γάιος Καῖσαρ ἀνῃρεῖτο , ἐξῃρήσθω τῶν προγραφέντων ὁ Μεσσάλας . “ ὁ δὲ τὴν μὲν συγγνώμην οὐκ ἐδέξατο
ἔπεμπεν , ἄγειν τὸ πρῶτον καλούμενον τέλος ἐς Ἱππώνειον . Μεσσάλας δὲ οὗτος ἦν , ὃν οἱ τρεῖς ἐπὶ θανάτῳ
5005622 ἀπετυχεν
παραδόντων τοῖς ὁμόροις Θρᾳξίν : ὄγδοον ἐκπεμφθεὶς ὑπὸ Τιμοθέου Ἀλκίμαχος ἀπέτυχεν , αὐτοῦ παραδόντος αὑτὸν Θρᾳξίν , ἐπὶ Τιμοκράτους Ἀθήνησιν
ῥυσίου ] ἤγουν τοῦ ῥύσασθαι τοὺς Τρῶας . ἥμαρτε ] ἀπέτυχεν . Ἔθρισεν : ἐθέρισεν , ἔκειρεν , κοινῶς δὲ
4994760 πεμψουσιν
λέχεα , κακόφρον κόρα . τοιγάρ σοί ποτ ' οὐρανίδαι πέμψουσιν θανάτου δίκαν . ἔτ ' ἔτι φόνιον ὑπὸ δέραν
σημείου ἐκβάσεως , καὶ παρεκάλουν αὐτὸν καὶ συμβουλίαν δοῦναι πότερον πέμψουσιν ἢ ἀρνήσονται . ὁ δὲ Αἴσωπος λέγει αὐτοῖς ”
4991082 Πεισιστρατῳ
- τέρει σιγῇ φέρειν τὸ θαῦμα καὶ παρακλίνας ἠρέμα τῷ Πεισιστράτῳ τὴν κεφαλήν , ἄμφω γὰρ ἅμα παρὰ τὸν Ἀτρέως
κορύνας ἔχοντες εἵποντό οἱ ὄπισθε . Συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα Πεισιστράτῳ ἔσχον τὴν ἀκρόπολιν . Ἔνθα δὴ ὁ Πεισίστρατος ἦρχε
4988714 τετελευτηκασιν
δὲ ἤδη τὰ Πλάτωνος αὐτοῦ τῶν ἡμιθέων ὅσοι ἐν Τροίᾳ τετελευτήκασιν , οἵ τε ἄλλοι καὶ ὁ τῆς Θέτιδος υἱὸς
φιλανθρωπίας . οἱ μὲν οὖν ἀμετάθετον τὴν ἔχθραν φυλάττοντες μαχόμενοι τετελευτήκασιν , οἱ δ ' ἑαυτοὺς ἡμῖν ἐγχειρίσαντες ἀντὶ πολεμίων
4987785 ἐνεχεται
πατρὸς σεῖο καὶ πατρὸς ἐμεῖο πατήρ : τῷ γὰρ αὐτῷ ἐνέχεται λόγῳ : προκριτέαι μέντοι αἱ κτητικαὶ γραφαί , καθότι
πάθει καμὼν καὶ τὸν στρατὸν ἀπολέσας Ἄδραστος νῦν κρείσσονος οἰωνοῦ ἐνέχεται ἀγγελίᾳ : νικήσει γὰρ τῇ μάχῃ , τὸ δὲ
4986954 ηὐτρεπισται
μικρὸν ἄπωθεν τοῦ Λεωκορίου : δεῖπνον [ τε ] ἡμῖν ηὐτρέπισται γεννικὸν ἰχθὺς τεμαχίτης καὶ σταμνία τοῦ Μενδησίου νέκταρος ,
ἢ ἐνίκων . Ὀλέθρου πείρατ ' ἐφῆπται : ἐπιδέδεται καὶ ηὐτρέπισται τὸ τοῦ ὀλέθρου ἡμῶν πέρας . Ὄμπνιος χείρ :
4981118 ἐπιστευον
ἠπιστάμην ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο ἀντεῖχον ἐπὶ πολὺ καὶ οὐκ ἐπίστευον αὐτῷ τὴν ἔλασιν : ἐπεὶ δὲ κατελιπάρησε δακρύων καὶ
, κἂν μειρακίῳ ἔτι . παῖς μὲν γὰρ ὢν ἔτι ἐπίστευον τοῖς τοιούτοις , καὶ κατεμυθολόγει με ἡ τίτθη χαριέντως
4978191 ἀπολωλε
γινόμενος διορίζει τὸν μὲν ἔνθεν , τὸν δὲ ἔνθεν : ἀπόλωλε : παρὰ τὰ Ἡσιόδου [ . ] λευκοῖσιν φαρέεσσι
τοι αὔτως οὔατ ' ἀκουέμεν ἐστί , νόος δ ' ἀπόλωλε καὶ αἰδώς . οὐκ ἀΐεις ἅ τέ φησι θεὰ
4977592 ἡττηται
βίου κατασκευάζειν . βραχύ μοι στόμα πάντ ' ἀναγήσασθαι : ἥττηταί μοι , φησί , τῶν Ἀργείων ἀνδραγαθημάτων ὁ λόγος
βίου κατασκευάζειν . βραχύ μοι στόμα πάντ ' ἀναγήσασθαι : ἥττηταί μοι , φησί , τῶν Ἀργείων ἀνδραγαθημάτων ὁ λόγος
4976200 βουλευσηται
εἰς τὴν τοῦ συμβούλου τάξιν ὁ Ἀπελλῆς παρῆλθεν , ἵνα βουλεύσηται Γάιος μεθ ' οὗ μὲν ὡς σκωπτέον , μεθ
ἂν ἐξ ἀρχῆς ὁ τεχνίτης ἐπιθεῖναι τῷ λόγῳ πρόσφορον εἶδος βουλεύσηται , τούτῳ καὶ τὴν ὕλην ἐξ ἀνάγκης ἑπομένην δημιουργεῖ
4974010 ἀπηγοντο
τοῦ ἀπάγειν , ἀπάγεσθαι δ ' ἐπὶ τῶν κακούργων . ἀπήγοντο δὲ πρὸς τοὺς ἕνδεκα . Ἀπαγορεύειν : ἀντὶ τοῦ
τοῖς χρόνοις , ἐν οἷς αὐτῶν πολλοὶ εἰς τὸ δεσμωτήριον ἀπήγοντο καὶ ἄκριτοι ὑπὸ τούτων ἀπώλλυντο καὶ φεύγειν τὴν σφετέραν
4967026 ᾐσθανεσθε
γιγνόμενον ἐς ἅπαντα . “ Ὧν ἴσως ὑμεῖς οὐκ ἀκριβῶς ᾐσθάνεσθε , ἀλλὰ μόνην αὐτοῦ τὴν ἐν τοῖς πολέμοις ἀρετὴν
τοῦ πατρὸς ἑαυτοῦ προθυμίας καὶ βοηθείας , ἧς ἐπιγιγνομένης καλῶς ᾐσθάνεσθε , αἰσχρὸν δὲ παρελθούσης ἐπιλαθέσθαι . προφέρει δὲ συνθήκας
4966183 ἀπηγγελθη
ἰπνὸν Περίανδρος τοὺς ἄρτους ἐπέβαλε . Ταῦτα δὲ ὡς ὀπίσω ἀπηγγέλθη τῷ Περιάνδρῳ , ἰθέως δὴ μετὰ τὴν ἀγγελίην κήρυγμα
οἵα καρπούς τε ἡμέρους ἐκφέρειν καὶ πάντα ὡραῖα . Ταυτὶ ἀπηγγέλθη Ἀλεξάνδρῳ τὰ μὲν πρὸς Ἀρχίου , ὃς ξὺν τριακοντόρῳ
4962793 ἐθελησουσιν
τὰ δίκαια ποιεῖν ἐθελόντων τῶν ἑτέρων . εἰ μὲν τοίνυν ἐθελήσουσιν εἰρήνην ἅπαντες ἄγειν , οὐ βοηθήσομεν τοῖς Μεγαλοπολίταις :
Θήβαις προεστῶτες ὅτι εἰ μή τις ἄρξει πολέμου , οὐκ ἐθελήσουσιν οἱ Λακεδαιμόνιοι λύειν τὰς σπονδὰς πρὸς τοὺς συμμάχους ,
4962373 ἐσιγησεν
Ἡ μὲν δὴ ταῦτ ' εἰποῦσα καὶ πολλὰ προεμένη δάκρυα ἐσίγησεν : ὀδυρομένων δὲ καὶ τῶν ἄλλων γυναικῶν καὶ πολλὰς
πάθω καὶ ἐγὼ εἴ τι μοι ἀπόκειται . οὐχ ἁπλῶς ἐσίγησεν ἀλλὰ μετὰ φόβου . πείσομαι ] πάθω . πείσομαι
4960023 ἠχθοντο
τοὺς γενομένους ἥδεσθαι ἢ μέσως φέρειν ἐφ ' οἷς πρότερον ἤχθοντο καὶ μετανοεῖν ὡς μάτην ἀπολέσαντας ἄπρακτον χρόνον . ὁμοίως
ἀποπέμψων τε ἅμα καὶ ἀριθμὸν ποιήσων . ἐνταῦθα οἱ στρατιῶται ἤχθοντο , ὅτι οὐκ εἶχον ἀργύριον ἐπιστιτίζεσθαι εἰς τὴν πορείαν
4954635 Εὐρυκλης
Εὐρυκλέα . παροιμία Εὐρυκλῆς ἐπὶ τῶν ἑαυτοῖς κακὰ μαντευομένων . Εὐρυκλῆς γὰρ ἐδόκει δαίμονά τινα ἐν τῇ γαστρὶ ἔχειν ,
ἑτέρων ἑαυτὸν ποιῶν κατάδηλον . φησὶν οὖν , ὅτι ὥσπερ Εὐρυκλῆς , οὕτως κἀγὼ ἐδίδουν ἑτέροις . τὴν Εὐρυκλέους μαντείαν
4952943 συντευξεται
ποῦ καὶ κατὰ τίνας διέσπασται τόπους ; Πῶς δὲ αὐτοῖς συντεύξεται ὁ νοῦς περιθέων ; Πῶς δὲ μενεῖ ; Ἢ
τῷ ἀμφιτρύωνι καὶ ὅλῳ τῷ ὄχλῳ τῶν θηβαίων , ὁποίαις συντεύξεται καὶ συναναστραφήσεται πράξεσί τε καὶ τύχαις ὁ ἡρακλῆς :
4952259 συνεταττοντο
: διῄρηντο δ ' εἰς εἴκοσι καὶ οὗτοι λόχους : συνετάττοντο δὲ καὶ τούτοις δύο λόχοι βυκανιστῶν καὶ σαλπιστῶν .
τοιούτους . καὶ οἱ μὲν ἐγέλων . τῇ δὲ ὑστεραίᾳ συνετάττοντο ἐπ ' ἔργον , ὥσπερ αὐτοὶ ἔλεγον , καὶ
4949850 εὐχοντο
ἄλλοθεν ἄλλος . ὣς ἔφαθ ' : οἱ δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . ταῦτα μὲν ὑμῖν ἀπὸ πολλῶν
εὐτυχῆσαι , αἱ δὲ γυναῖκες υἱὸν , ἀπὸ κοινοῦ τὸ εὔχοντο ἔμμεν . ηὔχοντο δὲ ἐν τοῖς Ὀλυμπίοις ὁρῶσαί σε
4947697 ἐμιαναν
τούτων , ὁ δὲ παραιτοῖτο ἥκειν ἐς γῆν , ἣν ἐμίαναν οἱ ἐν αὐτῇ οἰκοῦντες οἷς τε ἔδρασαν οἷς τε
' αὐτοῦ πνεῦμα ἄψευστον . τοῦτο ἐὰν ψευδὲς ἀποδώσωσιν , ἐμίαναν τὴν ἐντολὴν τοῦ κυρίου καὶ ἐγένοντο ἀποστερηταί . ταῦτα
4941807 μελαγχολωϲι
τὴν μέλαιναν χολὴν γεννᾷ . Καὶ τοὺϲ μαινομένουϲ παραπληϲίωϲ τοῖϲ μελαγχολῶϲι θεραπεύϲομεν : ἰδίωϲ δὲ τῇ κεφαλῇ τούτων ῥόδινόν τε
πλεῖϲτα τοῦ βίου ἀφρονέοντεϲ καὶ δεινὰ καὶ αἰϲχρὰ πρήϲϲοντεϲ : μελαγχολῶϲι δὲ οὐκ ἐπὶ ἑνὶ εἴδεϊ ἕκαϲτοι , ἀλλ '
4937163 ὀδυρομενου
ὅλον ἔχων πρὸς τὸν οὐρανὸν ἔλαθε καταπεσὼν εἰς φρέαρ . ὀδυρομένου δὲ αὐτοῦ καὶ βοῶντος παριών τις ὡς ἤκουσε τῶν
τὰς Διομήδους ἵππους . τοῦτον ἐκεῖσε πορευόμενον ἐξένισεν Ἄδμητος . ὀδυρομένου δὲ τοῦ Ἀδμήτου τὴν συμφορὰν τῆς Ἀλκήστιδος , ἀνακτησάμενος
4935512 ἀκηρυκτος
ἐλθεῖν , εἴσω τὴν ἐκεχειρίαν : ἕως δὲ ἄσπονδος καὶ ἀκήρυκτος ὁ ἐν ψυχῇ πόλεμος , ἄφιλος ἡ ψυχὴ μένει
κακίας πόλεμος διηνεκὴς ἅπασι πρὸς ἅπαντας , ἄσπονδος ὢν καὶ ἀκήρυκτος : μάλιστα δὲ οὗτος συνέστηκε τοῖς ἐγγὺς πρὸς ἀλλήλους
4934077 ἀπολουμενοι
καὶ τὸ δεινὸν ἐκδεχόμενοι καὶ συνεργοῦντες ἐς αὐτὸ ἔνιοι ὡς ἀπολούμενοι πάντως . γενόμενον γὰρ τὸ κακὸν κρεῖσσον ἐπινοίας καὶ
, τά τε ἄλλα σημεῖα ἔχουσιν ἀσφαλέστατα : οἱ δὲ ἀπολούμενοι δύσπνοοι γίγνονται , ἀλλοφάσσοντες , ἀγρυπνέοντες , τά τε
4932369 δωροφαγοι
. Παιδευτικὸς οὖν ὁ λόγος : δεικνὺς οὗ μὲν οἱ δωροφάγοι τεταγμένοι τυγχάνουσιν , οὗ δὲ οἱ Μουσῶν θεραπευταί :
τοὺς βασιλεῖς , οἳ πολλοῦ δέουσιν εὐπόρους ποιεῖν τοὺς ἀνθρώπους δωροφάγοι τινὲς ὄντες . Μονονουχὶ λέγει σαφῶς , εἰ γέρας
4931365 ἐδιδαχθησαν
. καὶ δὴ κατ ' ἐνώπιον πάντων ἐρωτηθέντες καὶ ὡς ἐδιδάχθησαν εἰπόντες , ἔπεισε προθυμότερον τοὺς στρατιώτας μάχεσθαι ὡς ληψομένους
καὶ Χρυσοθέμιδος Ἀργείων : οὐ μὴν παρ ' ὅτῳ γε ἐδιδάχθησαν δεδήλωκεν , ἔχει γὰρ δὴ οὕτως : Εὐτελίδας καὶ
4930797 εἰσαυθις
καὶ ἡμεῖς ἡμῖν αὐτοῖς οὐ διαφωνήσομεν . ταῦτα μὲν καὶ εἰσαῦθις , εἰ δοκεῖ . Τέως δὲ δείξας ἡμῖν ,
δὲ καὶ τῷ ὄντι ἐπανορθοῦν , περὶ μὲν γὰρ τούτων εἰσαῦθις , ἐὰν δέῃ , πλείω ἐροῦμεν , ὅμως τὸ
4918305 δραπεται
ἐπωνόμασαν ἥρωος εὐμενοῦς : καὶ αὐτῷ ἔτι καὶ νῦν οἱ δραπέται ἀποφέρουσιν ἀπαρχὰς πάντων ὧν ἂν ἕλωνται . φασὶ δὲ
χρόνον , ἐσῆλθεν ἡμᾶς μὴ λυθέντες οἱ ξένοι κτάνοιεν αὐτὴν δραπέται τ ' οἰχοίατο . φόβωι δ ' ἃ μὴ
4918066 διαπεπορθηται
: μεγάλα δ ' εἴργασται κακά . πόσον χρόνον γὰρ διαπεπόρθηται πόλις ; ἑπτὰ σχεδόν τι καμπίμους ἐτῶν κύκλους .
ὦ , μῦθον ] λόγον . βραχεῖ ] ὀλίγῳ . διαπεπόρθηται ] διεφθάρη . ὡς εἰπεῖν ἔπος ] † ἤγουν
4915768 Φωκιωνι
. ὃ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι χρῆσόν μοι ἔφη τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα , ἣν εἰώθεις
. ὁ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι , χρῆσόν μοι , ἔφη , τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα
4915706 ἠπειλουν
, τὴν οἰκίαν οὐκ εἰδότες , ὅλον ἐμπρήσειν τὸν στενωπὸν ἠπείλουν , ὁ δ ' ὑποδεξάμενος αὐτὸς μὲν ὤκνησε μηνῦσαι
, χρυσοῦς ἔχων κικίννους ἔσειον , ᾔτουν χρήματ ' , ἠπείλουν , ἐσυκοφάντουν . εἰς τὰς τριήρεις δεῖν ἀναλοῦν ταῦτα
4913698 πολυτλημων
ἐθέλωσιν ἐΰθρονον Ἠῶ μίμνειν , οὔ τί με νικήσουσι : πολυτλήμων δὲ μάλ ' εἰμί . ” ὣς ἔφαθ '
, οὐδέ τις ἔτλη : ἀλλ ' ἐμὲ θυμὸς ἀνῆκε πολυτλήμων πολεμίζειν θάρσεϊ ᾧ : γενεῇ δὲ νεώτατος ἔσκον ἁπάντων
4905115 μυουσιν
αὐτοῖς τινων ἀνοίγουσιν ἔσθ ' ὅτε τὰ βλέφαρα καὶ πάλιν μύουσιν . οἱ δὲ πάνυ ἀσθενῶς ἔχοντες καὶ πάνυ κρατούμενοι
θέρους δὲ τὰς μὲν νύκτας κεχήνασι διανηχόμεναι , ἡμέρας δὲ μύουσιν . ὅσαι δ ' ἂν πέτραις ἢ σπιλάσι προσφυῶσι
4893796 ἡδομενῳ
Σωκράτην , ἀλλ ' ἀκούων περὶ αὐτοῦ . ὡς δὲ ἡδομένῳ αὐτῷ τῆς ἀφίξεως ὄντι ἤδη περὶ τὰς πύλας τοῦ
καὶ ὁμαιχμίαν , τῷ δεδιότι μᾶλλον τῆς γνώμης ἢ τῷ ἡδομένῳ ἐπεποίηντο , οὗτοι δὲ τότε ἀναθαρσήσαντες καὶ ἀναφανδὸν παρασπονδήσαντες
4892968 ἐχρωμεθα
, οὗπερ καὶ νῦν οἰκῶ , καὶ μᾶλλον ἀλλήλοις ἤδη ἐχρώμεθα διὰ τὸ γείτονές τε εἶναι καὶ ἡλικιῶται . χρόνου
αὐτῷ καὶ ἧκεν ἐπὶ θάλατταν , προσῄει πολλάκις ἡμῖν καὶ ἐχρώμεθα ὥσπερ εἰκὸς οἰκείως αὐτῷ . καί ποτε οὑτωσὶ περιεπατοῦμεν
4890553 ἠξιωκαμεν
, ἡμεῖς δὲ καὶ ἧς παρὰ πολὺ τῆς αὐτοῦ δόξης ἠξιώκαμεν ἀτελείας ἀποστερήσομεν ; καὶ πῶς οὐ δόξει καὶ νῦν
δὲ παρ ' ὧν εὖ πεπόνθαμεν , τούτους καὶ ὧν ἠξιώκαμεν χαρίτων ἀποστερήσομεν : ἃς τῷ μὲν δοκεῖν παρ '
4889612 κοινωνοι
τὰς θέας τῶν μονομάχων ἡμῖν ἀπείρηται ὁρᾶν , ἵνα μὴ κοινωνοὶ καὶ συνίστορες φόνων γενώμεθα . ἀλλ ' οὐδὲ τὰς
πάσχοντας παρηγορεῖν λόγοις . Νυκτερὶς καὶ βάτος καὶ αἴθυια ἅμα κοινωνοὶ ἐγένοντο πρὸς ἐμπορίαν . Ἐκ δανειστοῦ γοῦν ἡ νυκτερὶς
4884913 γελασαντων
χρησάμενοι τῇ τοῦ ἰξοῦ ἐνεργείᾳ συλλαμβάνωσιν αὐτά . τῶν δὲ γελασάντων αὐτὴν ὡς ματαιολογοῦσαν αὕτη παραγενομένη ἱκέτις τῶν ἀνθρώπων ἐγένετο
διαπλεύσας εἰς τὴν πατρίδα καὶ συντόμως ἐπανελθὼν τεθνήξομαι . πάντων γελασάντων ἐπὶ τῷ λόγῳ Διονύσιος ἐθαύμασε καὶ ἤρετο τίς ἂν
4884100 ἐδυνηθημεν
ταῦτα μὲν οὖν ἐπράχθη κατὰ τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν ὧν ἡμεῖς ἐδυνήθημεν ἐφικέσθαι . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Σιμωνίδου
τῶν Λακεδαιμονίων πέντε καὶ ὀγδοήκοντα ἔτη ζῆσαι ἱστορεῖται . Τοσούτους ἐδυνήθημεν βασιλέας καὶ πεπαιδευμένους ἀθροῖσαι : ἐπεὶ δὲ ὑπεσχόμην καὶ
4882802 πεδων
Λείπει σκόπει . ὁρᾷς θέαμα : Λίαν ἀσφαλῶς ὁ Ἥφαιστος πεδῶν τὸν Προμηθέα , φησίν : ὁρᾷς θέαμα ὀδυνηρὸν καὶ
προδοσίαν : ὅπου καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ παιδεύων ξύλου καὶ πεδῶν ἠνείχετο : καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ Ἔμπουσα ἐκαλεῖτο καὶ
4877471 ἐχρῃζον
δὲ εἰσαγαγόντας με ἐμεμψάμην ὡς μεμηνότας , φαρμακείης γὰρ αὐτοὶ ἔχρῃζον . Ἐπειδὴ τοίνυν τὸ αὐτόματον ἡμέας εἰς τὸ αὐτὸ
χῶρον ἐς οἰκοδομὴν οἴκων , τοῖς δὲ ἄλλο τι ὧν ἔχρῃζον , Νικορέζον δὲ τὸν τούτων ἡγεμόνα τότε μὲν καθεῖρξεν
4877312 πολεμει
κατασκευαζόμενος τὰ δι ' ὧν τινα λήψοιτο , οὗτος ἐκείνῳ πολεμεῖ , κἂν μή πω ἐνεργείᾳ βάλλῃ μηδὲ τοξεύῃ .
ἀνταγωνιστῶν διὰ φθόνον ἀπόλλυται . ὃ μαθὼν Μίνως Ἀθήνας τε πολεμεῖ καὶ Μέγαρα εἷλεν , μὴ οἷός τε δ '
4870030 ἐδοτε
εἴσεσθε . Ἃ γάρ μοι αὐτοὶ γνόντες τε καὶ ὑποσχόμενοι ἔδοτε , ὕστερον δὲ ἑτέροις πειθόμενοι ἀφείλεσθε , ταῦθ '
, ὃ καὶ πυθομένους ὑμᾶς ἀγαπήσειν οἴομαι . ἃ γὰρ ἔδοτε τοῖς ἡμετέροις ἐχθροῖς ἐν ἔτεσι δύο , ταῦτα λαβεῖν
4869550 ὁμοδιαιτος
. καλοὺς κούρους ἔχον . ἀδελφαὶ αὐτῆς . στήριγμα . ὁμοδίαιτος τῇ δικαιοσύνῃ , ἧς παρούσης καὶ εἰρήνη ἐστί :
μυῖαν ὕστερον . σύντροφος δὲ ἀνθρώποις ὑπάρ - χουσα καὶ ὁμοδίαιτος καὶ ὁμοτράπεζος ἁπάντων γεύεται πλὴν ἐλαίου : θάνατος γὰρ
4864975 ἐσιγων
' , εἰ μὴ ' σίγας . Τοιγάρτοὔγωγ ' ἂν ἐσίγων . Ἑτέρου δ ' ἕτερόν τι πονηρότερον βούλευμ '
τοσοῦτον ἕτερον προὔβην , μᾶλλον δὲ ὅτι μὴ μέχρι τελευτῆς ἐσίγων . τουτὶ γὰρ ἦν κόσμος ἐμοὶ βεβαιῶσαι τὴν παροιμίαν
4861911 τετολμηκεν
ἀνάγκης ἧς ἂν προβάληται ὁ παθὼν καὶ τοῦ τολμήματος οὗ τετόλμηκεν ὁ παθών , ἐν δὲ συγγνώμῃ τοῦ τε ἀδικήματος
τὸν δῆμον ἀφείλετο καὶ δημαγωγοῦ πένητος ἰδεῖν ἔρημον τὴν πόλιν τετόλμηκεν . οὐκοῦν οὐδὲ λέγειν καλόν : ὅτι δεσπότης γενόμενος

Back