πέπρακται : τῇ τύχῃ δ ' , ἣν ὁ δαίμων ἔνειμεν ἑκάστοις , ταύτῃ κέχρηνται . ἔπειτ ' , ὦ
σὺν αὐτῷ ὑπεστήσατο : καὶ τῇ μὲν πυρώδει φύσει τόπον ἔνειμεν οὐρανόν , τὴν δ ' ὑγρὰν οὐσίαν Ποσειδῶνι προσέθηκε
5542605 ἐκολασε
, καὶ φανέντος τὸν μὲν ἐπῄνεσε , τὴν δὲ οὐκ ἐκόλασε . λεγέσθω δή τι καὶ περὶ σοῦ τοιοῦτον ,
, Ὀμφάλης δὲ πάντας τοὺς συγκατακλιθέντας αὑτῇ ξενοκτονούσης , ἀμφοτέρους ἐκόλασε , τὸν μὲν ὑπὸ ἀπαιδευσίας κεκωφημένον τῶν ὤτων ἐξελκύσας
5524361 ἐγγενες
ξενίαν πὰρ Παμφάη καὶ κασιγˈνήτου Πολυδεύκεος , οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν ἀεθˈληταῖς ἀγαθοῖσιν : ἐπεί εὐρυχόρου ταμίαι Σπάρτας ἀγώνων
αὐτῷ , τουτέστι τὴν ἑαυτῶν φύσιν καὶ δύναμιν καὶ τὸ ἐγγενὲς αὐτοῖς , οὐ μεταβαλόντες τὴν μορφὴν ὡς ἔθος θνητοῖς
5352703 φεισεται
φίλοι . εἰ γάρ ἐστιν ἡ πόλις τιμοκρατουμένη , οὐ φείσεται χρημάτων ἀλλὰ δοίη ἂν τὴν ὡρισμένην καὶ κειμένην τιμὴν
βλάπτοντες , μᾶλλον δέ , διώκων μέν τις ἐκείνους τάχα φείσεται μίμων , εἴπερ ἧττον λυμαίνονται , τούτους δὲ φυγῇ
5230491 ἠγαπησε
καὶ ἀθάνατον ἐποίησεν ἢ ἡ Ἡμέρα καὶ τὸ φῶς τοῦτον ἠγάπησε , διὰ τὸ ὑπέργηρον αὐτὸν , ὡς ἔφην ,
βρέφος Διὸς βουλῇ τρεφόμενον ὠνόμασαν Ἄδωνιν καὶ αὐτὸν Ἀφροδίτη πλεῖστον ἠγάπησε διὰ τὸ κάλλος . Λητὼ ἐπεὶ ἔτεκεν Ἀπόλλωνα καὶ
5197820 ἐπιστασιαν
' ἑνὸς τοῦ πάντων πατρὸς ὑπάρχους , οὗ μιμουμένους τὴν ἐπιστασίαν κατορθοῦν πρυτανεύοντος κατὰ δίκην καὶ νόμον ἕκαστον τῶν γεγονότων
τότε γὰρ ἢ ὑποχωρεῖ τῷ κρείττονι , ἢ παραδίδωσι τὴν ἐπιστασίαν , ἢ ὑποτάττεται ὡς συντελεῖν εἰς αὐτόν , ἢ
5157632 ἐστησεν
ἐπειδὴ διέφυγε τὸν θάνατον , εἰκόνα χαλκῆν ἔνοπλον ὁ δῆμος ἔστησεν αὐτοῦ τῆς ἀγορᾶς ἐν τῷ κρατίστῳ καὶ χώραν ἐκ
ἐστι τὸ ζῆν , καὶ ὡς Δάμιππος μυστηρίοις μεγίστην δᾷδα ἔστησεν , καὶ πόσοι εἰσὶ κίονες τοῦ Ὠιδείου , καὶ
5156998 Θεος
ὄντα παῖδα τοιούτου πατρός . Διὰ ταῦτα , ἐπεί με Θεὸς εἰς τὸ βασίλειον ὕψος ἀνήγαγε , βούλομαί σοι γενέσθαι
ἀσεβούντων , λαβὼν ἐνώπιον αὐτῆς ἔφαγον , εἰπών : Ὁ Θεὸς τῶν πατέρων μου , καὶ ὁ ἄγγελος Ἀβραὰμ ἔσται
5058477 τυφλως
τούτων ὠνόμακε Μάγνητας Ὅμηρος , ἀλλ ' ἐκείνους μόνους οὓς τυφλῶς καὶ οὐ γνωρίμως διασαφεῖ ” οἳ περὶ „ Πηνειὸν
φθορᾷ καὶ ἀποτείνουσα καθάπερ χεῖρα τὴν δύναμιν αὑτῆς , ἵνα τυφλῶς τῶν ἐπιτυχόντων ἐφάπτηται , γένεσιν δεξιουμένη τὴν τροπαῖς ἀμυθήτοις
5043826 ἀνανταγωνιστον
ἀθρόα δ ' εἰ συνέλθοιεν , ῥώμην ἄμαχόν τινα καὶ ἀνανταγώνιστον ἐκ πολλοῦ τοῦ περιόντος ἐπιδείξονται , κρατοῦντες ἀναιμωτὶ τῶν
πολέμῳ νίκην ἀναιμωτὶ βεβαίως ἕξειν , ἀλλὰ καὶ κράτος ἀρχῆς ἀνανταγώνιστον ἐπ ' ὠφελείᾳ τῶν | ὑπηκόων , ἣ γένοιτ
5000679 ἐφθονησεν
ποιήσασθαι , ἧς οὐδὲ τοῖς οὐδὲν γένει προσήκουσιν οὐδεὶς πώποτε ἐφθόνησεν . Οἶμαι δὲ κἂν τοῦτον , εἴ τις ἐρωτήσειεν
ἔστιν ἀργὸν καὶ κακόν . Ζῆν αἰσχρόν , οἷς ζῆν ἐφθόνησεν ἡ τύχη . Ζήτει δὲ συνάγειν ἐκ δικαίων τὸν
4973731 προυτιθει
, ἐπεὶ τῶν ἐψηφισμένων ἐπύθετο : ὁ δὲ Πομπήιος δίκας προυτίθει τῶν τε ἄλλων ἁμαρτημάτων καὶ μάλιστα δωροδοκίας καὶ δεκασμοῦ
θαμινὰ ἐξ ὀνόματος , καὶ τὴν οὐσίαν ἐς πρᾶσιν αὐτίκα προυτίθει πᾶσαν , ὅση κατὰ τὸν κλῆρον ἐγίγνετο αὐτοῦ ,
4957164 ἀνεμητον
ἀποδοῦναι , τὴν γῆν ἐς τοῦτο ἀποδόμενον , ἔτι οὖσαν ἀνέμητον . . . , . . ἀπέδοτο εὐτελεστάτης τιμῆς
ταύτης ἄλλους ἄλλην μοῖραν : τὸ δὲ ἀγαθὸν ἕν , ἀνέμητον , ἄφθονον , ἀνενδεές , πολυαρκὲς πάσῃ φύσει λογιστικῇ
4939913 σαγηνευσας
οὐκ ἔλαθε Ῥωμαίους , ὁ δ ' Ἀρμένιος , Καππαδοκίαν σαγηνεύσας , ἐς τριάκοντα μυριάδας ἀνθρώπων ἀνασπάστους ἐς Ἀρμενίαν ἐποίησε
μετ ' Ἀρταφέρνου καὶ Δάτιδος νήσου μιᾶς μίαν πόλιν ἠδυνήθη σαγηνεύσας ἑλεῖν , ὑμεῖς δ ' ἅπασαν , εἰ οἷόν
4904419 κεκοσμημενος
ἐν συνθέσει Ἄκαστος , τοῦ α ἐπιτατικοῦ , ὁ πάνυ κεκοσμημένος . . . . ἄκατος : τὸ † μέγα
καὶ τῷ κάλλει καὶ τῷ μεγέθει διάφορος , ἔτι δὲ κεκοσμημένος ὅπλοις βασιλικοῖς εἶχε πολλὴν ὑπεροχὴν καὶ κατάπληξιν , δι
4898702 κοσμησας
, καὶ τὰ θρυλλούμενα . Φασὶ δέ τινες , ὅτι κοσμήσας ἑαυτὸν ὁ Κροῖσος παντοδαπῶς καὶ καθίσας εἰς τὸν θρόνον
λαβών , ἰδίας δ ' ἑκατὸν καταρτίσας . ταύτας δὲ κοσμήσας πᾶσι τοῖς εἰς πόλεμον χρησί - μοις κατέλεξεν ὁπλίτας
4874275 συντεθειμενην
ἔπεισε γεννῆσαι τὴν Περσεφόνην , ἤτοι τὴν θρεπτικὴν δύναμιν , συντεθειμένην ἀπὸ τοῦ φέρβω τὸ τρέφω καὶ τὸ φονεύω ,
τοῖς Ἀθηναίοις . ἀπαρασκεύων δ ' ὄντων αὐτῶν διὰ τὴν συντεθειμένην εἰρήνην ἤλπιζε ῥᾳδίως περιποιήσεσθαι τὴν νίκην : ὅπερ καὶ
4873873 γηινος
τοῦ ἀρίστου συνεχῶς ἐμπεριπατεῖν . ἐπὶ τούτῳ μάλιστα δυσχεράνας ὁ γήινος Ἐδὼμδέδιε γὰρ περὶ τῆς τῶν ἑαυτοῦ δογμάτων ἀνατροπῆς τε
, μήτε τὰ δεξιὰ μήτε τὰ εὐώνυμα , οἷς ὁ γήινος Ἐδὼμ ἐμπεφώλευκε , τοτὲ μὲν ὑπερβολαῖς καὶ περιουσίαις ,
4872404 ἠγνοησε
τέλειος ἦν τὰ ποιητικὰ καὶ μαντικὸς , ὥσπερ ἐκεῖνος οὐκ ἠγνόησε τὴν ὑμετέραν ἀρχὴν ἐσομένην , ἀλλὰ προεῖδε καὶ ἀνεφθέγξατο
δυνάμει τὸ βούλεσθαι ἐκεῖνος ἂν ἀμφιβάλοι : ὃς ὠμότητα βάρβαρον ἠγνόησε καὶ ἀσπλαγχνίαν οὐδὲν ἧττον ὀθνείων περὶ τὰ φίλτατα διακειμένην
4870796 τιμωρουμενος
τὴν πᾶσαν Ἑλλάδα , ἔτι δὲ πρὸς τούτοις τὸν ἀδικοῦντα τιμωρούμενος ; εἰ δὲ φθόνωι ἢ κακοτεχνίαι ἢ πανουργίαι συνέθηκε
οὔσας τὰς ἀποδείξεις ἔδωκεν : οὔτε γὰρ εἴδομεν τίς ὁ τιμωρούμενος , οὔτε ἠκούσαμεν γόων οὐδ ' ὀλοφυρμῶν : τὰς
4864624 ἐβλαστησεν
τῷ λογισμῷ τὰς ἀπαρχὰς τῆς εὐφορίας ὧν ἤνθησεν , ὧν ἐβλάστησεν , ὧν ἐκαρποφόρησεν ἡ ψυχὴ καλῶν , ἐπιδεικνυμένους ἄντικρυς
Ἀγχιάλη Δικταῖον ἀνὰ σπέος , ἀμφοτέρῃσιν δραξαμένη γαίης Οἰαξίδος , ἐβλάστησεν . ] Ὅτι δὲ νύμφη τις Οἰαξίδος γῆς δραξαμένη
4848061 λαγετας
ἕλεν . ἃ τέκε λαγέτας ἓξ : ἥτις Ἱπποδάμεια . λαγέτας , ἡγεμόνας . τῶν λαῶν ἡγουμένους . λέγει δὲ
ἕλεν δ ' Οἰνομάου βίαν παρθένον τε σύνευνον : ἔτεκε λαγέτας ἓξ ἀρεταῖσι μεμαότας υἱούς . νῦν δ ' ἐν
4845070 ἐξελαμψε
, εἰς Ἀχιλλέα δὲ τὸ σπέρμα προβὰν καθ ' ὑπερβολὴν ἐξέλαμψε , τοιοῦτόν τι καὶ τὸ νῦν : γενναῖοι γενναιότερον
δαιμόνων , οἷς τίνους ' ἀμοιβὰς κακῶν Δίκας δ ' ἐξέλαμψε θεῖον φάος Ὁσίᾳ δ ' Ἀνάγκη πολεμιωτάτη θεός οὐδεὶς
4807466 ἐχαρισατο
ἀποκρίνοιτο , ὅτι ἀγαθότης καὶ χάρις τοῦ θεοῦ , ἣν ἐχαρίσατο τῷ μετ ' αὐτὸν γένει : δωρεὰ γὰρ καὶ
ἦν ἄξιον κτῆμα , τὰ λοιπὰ τοῖς συγκατασκευάσασι τὴν ἀρχὴν ἐχαρίσατο , πλείστας δὲ καὶ μεγίστας δωρεὰς τοῖς ἀποκτείνασι τοὺς
4801776 ἐπετρεψεν
πραγμάτων . Ἀλλ ' οὐδὲν ἔδειξε λαμπρόν : οὔτε γὰρ ἐπέτρεψεν ὁ χρόνος , τῆς βασιλείας ἓξ μῆνας προελθούσης μόνον
καὶ ὅτι νικήσων ἔρχεται . Εἰ μὲν οὖν ὁ πέμψας ἐπέτρεψεν εὐθὺς ἐν ἔργοις τε εἶναι καὶ χρῆσθαι τοῖς λογισμοῖς
4773305 ἁγνως
ὅλως μιάνασα τὸ πνεῦμα . πολιτευσαμένην οὖν αὐτὴν καλῶς καὶ ἁγνῶς καὶ συνκοπιάσασαν τῷ πνεύματι καὶ συνεργήσασαν ἐν παντὶ πράγματι
πᾶσαν χάριν καὶ ἐπιτυχίαν ἐν πάσῃ πράξει : τοὺς γὰρ ἁγνῶς φοροῦντας αὔξει βίῳ καὶ λόγῳ καὶ πράξει καὶ πράγματι
4715877 σταθερως
. . . . . . . . . . σταθερῶς προξενῶν ; οὐκ ἔαρ στιλπνὸν τοῖς ἄνθεσιν ; οὐ
Ἀνδροκλέων , Διονυσιοκουροπυρώνων . Οἰκοῦσι φεύγοντες ἀΐδρυτον κακόν . Οὕτω σταθερῶς τοῖς λωποδύταις ὁ πόρος πεινῶσι παφλάζει . Κἀνθένδ '
4710193 κυδιοωντες
οἵ ? ? μιν ναιετάουσιν , ἀπειρεσίαις ἐνὶ τιμαῖς πολλοὺς κυδιόωντες ἀριζήλοισι θοώκοις . ἀλλὰ τά γ ' οὐκ ἐτελεῖτο
Ἴλιον . . οἱ μὲν χωόμενοι , οἱ δὲ μέγα κυδιόωντες : ὅτι σαφῶς χωόμενοι συγχεόμενοι . . . .
4701675 συνεγνω
. “ ταῦτα τῶν μάγων εἰπόντων ὁ βασιλεὺς ἥσθη καὶ συνέγνω . τοιάδε μὲν ἐπυθόμην περὶ Σελευκείας : ὁ δὲ
τινὸς λαβομένη δεινοῦ , οὐ συνεῖδε τὴν φύσιν , οὐ συνέγνω τῷ σφάλματι , ἀλλ ' εὐθὺς ἦλθεν ἐπὶ τὸν
4698851 συντευξεται
ποῦ καὶ κατὰ τίνας διέσπασται τόπους ; Πῶς δὲ αὐτοῖς συντεύξεται ὁ νοῦς περιθέων ; Πῶς δὲ μενεῖ ; Ἢ
τῷ ἀμφιτρύωνι καὶ ὅλῳ τῷ ὄχλῳ τῶν θηβαίων , ὁποίαις συντεύξεται καὶ συναναστραφήσεται πράξεσί τε καὶ τύχαις ὁ ἡρακλῆς :
4675834 μιαινειν
καί τινα ὀνείρατα διηγεῖσθαι , ὡς τοῦ Διὸς οὐκ ἐῶντος μιαίνειν ἱερὸν χωρίον . ἀλλὰ θαρρείτω τούτου γε ἕνεκα :
ὅσια τὴν ἐκείνου κτῆσιν τῇ τοῦ θνητοῦ χρυσοῦ κτήσει συμμειγνύντας μιαίνειν , διότι πολλὰ καὶ ἀνόσια περὶ τὸ τῶν πολλῶν
4668251 ἐγινωσκε
οὕτως ἐγίνωσκε διὰ τὰς ἀρχὰς τὸ συμπέρασμα , μᾶλλον ἂν ἐγίνωσκε τὰς ἀρχὰς ἢ τὸ συμπέρασμα : δι ' ὃ
πρὸς Εὐρυδίκην : τίς δ ' ἦν ἡ Εὐρυδίκη οὐκ ἐγίνωσκε . καὶ δὴ πάλιν εἰρηκὼς ὅτι ἔτι δεόμεθα τῆς
4660913 ἐδωκεν
τὴν ψυχὴν αὐτοῦ : καὶ εὐθέως ἀναστὰς ἔλαβεν κιθάραν καὶ ἔδωκεν τῇ θυγατρὶ αὐτοῦ Ἡμέρᾳ : τῇ δὲ Κασίᾳ ἔδωκεν
πάνυ δὲ καλῶς καὶ τὸ προσθεῖναι τὸ ” αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου ” : τὸν γὰρ ξύλινον καὶ
4656976 ἐξεγενετο
τῆς γὰρ ὑστέρης εἶναι τὸ νόσημα . ἐπεὶ δὲ αὐτῶι ἐξεγένετο τὸ ἐπιτήδευμα , καὶ ὡμίλει αὐτῆι , ἡ δὲ
τῶν ἐπιτραπέντων ἀοκνοτάτης ἐπιδεικνύμενοι φυλακῆς . καὶ οὐδ ' ἅπασιν ἐξεγένετο τοῖς ἱκέταις γενέσθαι φύλαξιν ἱερῶν , ἀλλ ' εἴ
4655940 ἠθελησε
πλεῖστα ἐκέρδαινεν . ὅθεν αὐτὴν οὖσαν δυνατωτάτην ὁ Νίγρος προκαταλαβεῖν ἠθέλησε , καὶ μάλιστα ἐλπίζων δύνασθαι κωλύειν τὴν ἀπὸ τῆς
' ἦν μυωνία . ἐς ὑπερβολὴν δὲ λαγνιστάτην αὐτὴν εἰπεῖν ἠθέλησε μυωνίαν ὅλην ὀνομάσας . καὶ Φιλήμων μῦς λευκὸς ὅταν
4650369 ἐδωκε
δ ' ἄμμιν ἀνασσέμεν , οἷσιν ἄρα Ζεὺς ἐκ νεότητος ἔδωκε καὶ ἐς γῆρας τολυπεύειν ἀργαλέους πολέμους , ὄφρα φθιόμεσθα
, ἀκόλουθα γράφων Φιλοκράτει : ὁ μέν γε τὴν ἐξουσίαν ἔδωκε τοῦ δεῦρο κήρυκα καὶ πρέσβεις πέμπεσθαι , ὁ δὲ
4647460 μετεδωκεν
. Ἐκάκωσε : ἔβλαψεν , ἤως τοῦ φαρμάκου τοῦ ἰδίου μετέδωκεν . ποθι : που . εἴ ποθι : καὶ
ταύτην ἔχοντα τὴν θέαν μετρίως ἤνεγκεν ἄν . πόθεν οὖν μετέδωκεν ὧν περιείχετο ; κακῶς ἔπασχεν ὑπὸ τῶν βαρβάρων πανταχοῦ
4636069 ἐστερητο
ἐλυποῦντο , ὁ μὲν δῆμος ὅτι ἀπ ' ἐλασσόνων ὁρμώμενος ἐστέρητο καὶ τούτων , οἱ δὲ δυνατοὶ καλὰ κτήματα κατὰ
κόρην ἀνέτρεφε λαβὼν παρ ' Ἑρμοῦ καὶ τῶν ἐξ Ἰνοῦς ἐστέρητο παίδων : αὐτὸς γὰρ μανεὶς Λέαρχον τοξεύει , Ἰνὼ
4635086 ἐτελεσσεν
οὐρανόθι Ζεύς : καί ῥ ' ὃ μὲν αἶψ ' ἐτέλεσσεν , ὃ δ ' οὐκ ἤμελλε τελέσσειν . Δὴ
ἵππιον , ὀρσοτρίαιναν εὐρυβίαν καλέων θεόν . ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνήρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον ἄποιν ' ἀρετᾶς .
4635038 ἰσορροπον
. . : ἄλλοι δὲ τῶν ἀπὸ τῆς γῆς ἰδόντες ἰσόρροπόν που ναυμαχίαν , διὰ τὸ πάνυ ἀδιάκριτον εἶναι πότεροι
ἄστρον τι καὶ αὕτη ὑπάρχουσα , μένουσα δὲ διὰ τὸ ἰσόρροπόν τι εἶναι χρῆμα ἐν μέσῳ κείμενον , ὁμοίων τῶν
4631564 ἀναστημα
τε τῶν ὀδόντων ὑπερφυὲς καὶ στόματος ἀγρίαν πρόσοψιν καὶ κυκλώματος ἀνάστημα παράδοξον . διόπερ τῷ φόβῳ τὰ χρώματα τῶν προσώπων
ἐν Αἰγύπτῳ , καθάπερ δικρόαν ἔχοντες : τὸ δ ' ἀνάστημα τοῦ στελέχους ἀφ ' οὗ ἡ σχίσις καὶ πεντάπηχυ
4622887 ἀπαγγελει
δέλτος αὐτῶι ζῶντας οὓς δοκεῖ θανεῖν λέγους ' ἀπίστους ἡδονὰς ἀπαγγελεῖ . κατολοφύρομαι σὲ τὸν χερνίβων ῥανίσι μελόμενον αἱμακταῖς .
ἔφην οὕτως ἔχων εὐημερίας , ὡς ὁ παρὰ σοῦ πεμφθεὶς ἀπαγγελεῖ . τὰ μέντοι περὶ τῶν φίλων ὁποῖά τινα πρὸς
4615512 εὐεργετης
. ὁ δὲ τῶν φίλων καὶ τῶν συμμάχων καὶ ὧν εὐεργέτης ἦν χαλεπωτέρων ἢ τῶν πολεμίων ἀπῄει τυχὼν , καὶ
πολίτης . ἀναθημάτων ἄριστον ἐν πόλει πολιτῶν ἀνδραγαθία . πατρίδος εὐεργέτης ἀνὴρ σοφός . οὐ σῴζεται μέρος ἄνευ τοῦ ὅλου
4608668 ἐθελουσαν
, ἀπετόλμησεν εἰς λόγους ἐλθεῖν αὐτῷ : καὶ οὕτως ἐθέλων ἐθέλουσαν αὐτὴν ἐκεῖνος ἠγάγετο γυναῖκα . ὕστερον δὲ πολέμου γενομένου
δωμάτιον , ἢ χρόνου πόδα , ἢ φρένα μὲν οὐκ ἐθέλουσαν ὀμόσαι καθ ' ἱερῶν , γλῶτταν δ ' ἐπιορκήσασαν
4602187 ἐνεμεν
ὄργανον ἀλλὰ παρθένος καλὴ καὶ τὴν φωνὴν μουσική : αἶγας ἔνεμεν , Νύμφαις συνέπαιζεν , ᾖδεν οἷον νῦν . Πάν
καὶ χρησμοφύλακας καὶ ὑπογραφέας καὶ ἐπισφραγιστὰς καὶ ἐξηγητάς , ἅπασιν ἔνεμεν ἑκάστῳ τὸ κατ ' ἀξίαν . Ἤδη δέ τινας
4594523 ἐβουλευσατο
πόρπη χρυσῆ καὶ ξιφίδιον ἐλεφαντόκωπον . Τὸ μὲν οὖν πρῶτον ἐβουλεύσατο μόνα τὰ γνωρίσματα βαστάσας ἀμελῆσαι τοῦ βρέφους : ἔπειτα
Περικλεῖ μηδὲν τῶν ἐγκλημάτων , ἀλλὰ καὶ δίκαια καὶ ἀναγκαῖα ἐβουλεύσατο ὑπὲρ τῶν πραγμάτων , πῶς οὐχ ἅμα τε αἰτίας
4590360 ἐμισγετο
ἀνδρομέῃ δὲ βοῇ συνεβάλλετο θῆλυς ἰωή , καὶ παίδων ἀλαλητὸς ἐμίσγετο γήραος ἠχῇ . οἷαι δ ' ἀφνειοῖο μετήλυδες Ὠκεανοῖο
δεῖν εἶναι τὸν μανθάνοντα πολυχρονίζειν , ἐν τοῖς μαθήμασιν . ἐμίσγετο δὲ χωρὶς τῶν ἄλλων μαθημάτων , ἤγουν χωριζόμενος καὶ
4589853 ὑψιστος
καὶ πάλιν λέγει ὅτι Οὐκ ἀκολουθῶ σοι . καὶ ὁ ὕψιστος ἔφη πρὸς τὸν ἄγγελον : Εἰ καὶ πάλιν οὕτως
. . αἰῶνας : καὶ τὰ ἑξῆς . τότε ὁ ὕψιστος ἐκέλευσε τοῖς ἁγίοις ἀρχαγγέλοις , καὶ ἔδησαν τοὺς ἐξάρχους
4586985 ἐκτινων
τῆς ἐκείνων λήξεως ἤδη . τῇ μητρὶ γῇ τὸ χρέος ἐκτίνων τὸν ναυηγὸν θάπτει . ἰδὼν ναυηγοῦ σῶμα ἐρριμμένον ἀκηδῶς
; οὐκ ἀμοιβάς , ὡς ἄν τις ὑπολάβοι , μόνον ἐκτίνων τῆς παιδείας , ἀλλὰ καὶ τὴν πανταχοῦ νεότητα ,
4578482 νεμων
οἶδ ' ἀτρεκέως ἢ Ἄργεος ἐξ ἱεροῖο αὐτόθεν ἢ Τίρυνθα νέμων πόλιν ἠὲ Μυκήνην : ” ὣς κεῖνος ἀγόρευε :
Βάττου δ ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων , πύργος ἄστεος ὄμμα τε φαεννότατον ξένοισι . κεῖνόν
4565616 θεος
ταῖς συμφοραῖς ἐπηρώτα εἰς Δελφούς . ἔχρησε δὲ [ ὁ θεὸς ] ὅτι θεῶν ἐστι μῆνις : τοὺς γὰρ ὕστερον
καὶ κυβερνᾶσθαι καὶ πάντων κρατεῖν : αὐτὸ γάρ μοι τοῦτο θεὸς δοκεῖ εἶναι καὶ ἐπὶ πᾶν ἀφῖχθαι καὶ πάντα διατιθέναι
4565284 ἐκτυπουσθαι
σφραγιστήριον , γίνεται δέ πως καὶ ἐνεργείᾳ ὅπερ ἐκεῖνος τῷ ἐκτυποῦσθαι , οὐχ ὅλον δὲ τοῦτο γέγονεν ὁ κηρὸς ὅπερ
ἐχόμεναεἰς γὰρ τὰς τῶν γεννωμένων ψυχὰς καὶ σώματα ἀναγκαῖον ἐξομοργνύμενον ἐκτυποῦσθαι καὶ τίκτειν πάντῃ φαυλότεραδιαφερόντως δὲ ἐκείνην τὴν ἡμέραν καὶ
4559758 μελεδωνον
οἱ μάγοι εἰσί τοι οἱ ἐπανεστεῶτες , τόν τε ἔλιπες μελεδωνὸν τῶν οἰκίων Πατιζείθης καὶ ὁ τούτου ἀδελφεὸς Σμέρδις .
ἐπῄνεσε . Λακεδαιμόνιος ἀνὴρ Τιμανδρίδας ὄνομα ἀποδημήσας τὸν υἱὸν ἀπέλιπε μελεδωνὸν τῆς οἰκίας . εἶτα ἐπανελθὼν χρόνῳ ὕστερον καὶ εὑρὼν
4557658 ἐπιστευσε
ταῦτα ἔφη παθεῖν ὑπὸ τῶν ἐν Σάκαις βασιλέων . Δαρεῖος ἐπίστευσε τῷ μεγέθει τῆς συμφορᾶς , ὁ δὲ Σιράκης ἐπικαλούμενος
ὁ δὲ καὶ πρόσθεν γιγνώσκων τὼ ἄνδρε ἀξιοπίστω ὄντε , ἐπίστευσε , καὶ διαπραξάμενος ὥστε καὶ τὴν ἀπιέναι μέλλουσαν ἐκ
4554226 ἐπετρεπεν
τῶν ὅλων ἠθέλησε φύσιν μαθεῖν , ὑπερθέσθαι δέ μοι οὐκ ἐπέτρεπεν , ὡς υἱὸς καὶ νεώτερος ἄρτι παρελθὼν ἐπὶ τὴν
μελετᾶν τῶν ἐλευθερίων πόνων οὐδένα παρώρμα οὔθ ' ὅπλα κεκτῆσθαι ἐπέτρεπεν : ἐπεμελεῖτο δὲ ὅπως μήτε ἄσιτοι μήτε ἄποτοί ποτε
4552857 περιεποιησε
: ἴστε Αἴαντα , ὃς μέγας ὢν ὄνειδος τοῖς Ἕλλησι περιεποίησε τὴν κακοκρισίαν αὐτῶν φανερὰν ποιήσας , ἐπεὶ προσεχαρίσαντο τῇ
Κρονίων : οὐκ εἰρηκότος Ὁμήρου ὅτι ἔβρεξε χρυσὸν , ἀλλὰ περιεποίησε χύδην αὐτοῖς τὸν πλοῦτον . χρυσέαις νιφάδεσσι : τοῦτο
4551108 ἐφεισατο
, πραγματικὸς ἀνὴρ γενόμενος , οὐδέποτε ἐν ταῖς τοιαύταις περιστάσεσιν ἐφείσατο χρημάτων , ἀλλὰ διαδοὺς πλείονα τῶν αἰτουμένων ταχὺ καὶ
ἰδὼν τὸν Ἀλκυονέα τὸν ἐκτράπελον καὶ τερατώδη τὸ σῶμα οὐκ ἐφείσατο τοῦ ἑαυτοῦ τόξου καὶ ἔμενεν , ἀλλὰ τὸν Αἰακοῦ
4549985 πλησιαζοντων
τὴν ἀποσκευὴν ἐμβαλλόντων μὲν εἰς τὴν πολεμίαν ὄπιθεν ἀκολουθεῖν , πλησιαζόντων δὲ τῶν ἐχθρῶν , ἐν μέσῳ τοῦ στρατοῦ ποιεῖν
τῆς φιλοτιμίας ταῖς εἰρεσίαις πυκναῖς χρωμένων καὶ τῶν Μακεδόνων ἤδη πλησιαζόντων τοῖς λιμέσιν οἱ Φοίνικες παρ ' ὀλίγον μὲν ἦλθον
4549352 ἐθελοντης
ἄριστον ἀντέτασσον Πέρσῃσι : Ἀρτυβίῳ δὲ τῷ στρατηγῷ τῶν Περσέων ἐθελοντὴς ἀντετάσσετο Ὀνήσιλος . Ἤλαυνε δὲ ἵππον ὁ Ἀρτύβιος δεδιδαγμένον
ἐς Πελοπόννησον . Προεκρίθη τε δὴ ἐκ πάντων τῶν συμμάχων ἐθελοντὴς Ἔχεμος ὁ Ἠερόπου τοῦ Κηφέος , στρατηγός τε ἐὼν
4548534 ὠκνησας
μὲν οἴκαδε ὡς ἐμὲ καὶ διὰ κλίμακος ἀναβῆναι τραχείας οὐκ ὤκνησας , δυοῖν δὲ ῥημάτων ἐφθόνησας ἀνδρὶ φίλῳ . ποῦ
τὸν βίον ἀπὸ τοῦ συνηγορεῖν . ἀλλὰ σὺ καὶ τοῦτο ὤκνησας καλέσας εἰπεῖν , ὡς ἄρα περὶ αὐτῶν ἐδέξω παρ
4546661 προὐβαλλετο
. Ἡ δὲ δευτέρα μετέχουσα τῆς πρώτης εἶτα καὶ ἴδιον προὐβάλλετο τὴν ταύτης ὕπαρξιν τὴν πολλοποιόν . Διὸ καὶ τὸ
: καὶ τίς ἐπὶ ταύτῃ κρινόμενος εὐθύνεσθαι παρὰ τὴν ἀξίαν προὐβάλλετο . ὥσπερ οὖν εἴ τις τῶν δεινότατα δρασάντων οὐκ
4546204 ἀναγραφηναι
γραφῇ περιέτυχον ἡγουμένῃ τὸν Σύλλαν Ἐπαφρόδιτον ἐν τῷδε τῷ ψηφίσματι ἀναγραφῆναι , καὶ οὐκ ἀπεικὸς ἐφαίνετό μοι καὶ τόδε ,
τῇ προφάσει πολλοὶ μεταλάβωσι τῆς πολιτείας : ἔπειτα τοὺς δοκιμασθέντας ἀναγραφῆναι ἐν στήλῃ λιθίνῃ , καὶ στῆσαι ἐν ἀκροπόλει παρὰ
4540396 ἐμογησε
ἐόντας : ἀνεμνήσαντο δ ' ἀγαυῆς Αἴθρης , ὅσς ' ἐμόγησε δορυκτήτῳ ὑπ ' ἀνάγκῃ , ἄμφω ὁμῶς ἑκυρή τε
Λεώδοκος , οὓς τέκε Πηρώ Νηληίς , τῆς ἀμφὶ δύην ἐμόγησε βαρεῖαν Αἰολίδης σταθμοῖσιν ἐν Ἰφίκλοιο Μελάμπους . Οὐδὲ μὲν
4533451 δουλωσομενος
αὐτὴν αὖθις ὁ βάρβαρος τῷ μεγάλῳ στόλῳ ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα δουλωσόμενος ἦλθεν . καὶ μεγάλου κινδύνου ἐπικρεμασθέντος οἵ τε Λακεδαιμόνιοι
καὶ μισοπέρσην εἶναι , ὅτι καὶ ὁ πάλαι ἐξεστράτευσεν ὡς δουλωσόμενος τὴν Ἑλλάδα καὶ ὁ νῦν συμμαχεῖ μὲν τούτοις μεθ
4516997 ἐπιτηδευσεων
γένεσις ἀμφοῖν εἰσάγηται , προεκτρεχέτω ὁ Κάιν : ὅταν δὲ ἐπιτηδεύσεων σύγκρισις ἐξετάζηται , φθανέτω ὁ Ἄβελ . γενομένῳ γὰρ
. Θέλει δὲ εἰπεῖν , ὅτι ἄμεινόν ἐστιν ἀφίστασθαι τῶν ἐπιτηδεύσεων , αἷς οὐκ εὐφυῶς τις προσφέρεται , καὶ ἐπιχειρεῖν
4513982 μνημοσυνον
βασκαίνειν , φθονεῖν . Τάφος , μνῆμα , μνημεῖον , μνημόσυνον , ἠρία , θῆκαι , σοροί , πύελοι ,
παρισούμενος Δαρείῳ διεφθάρη . Πυθόμενος γὰρ καὶ ἰδὼν Δαρεῖον ἐπιθυμέοντα μνημόσυνον ἑωυτοῦ λιπέσθαι τοῦτο τὸ μὴ ἄλλῳ εἴη βασιλέϊ κατεργασμένον
4513901 ἐπετρεψε
ἰητρῷ φλαύρως ἔχειν τὴν τέχνην . Μετὰ δὲ ὥς οἱ ἐπέτρεψε , Ἑλληνικοῖσι ἰήμασι χρεώμενος καὶ ἤπια μετὰ τὰ ἰσχυρὰ
τὸν ἐν Λιβύῃ πόλεμον ἀπιὼν στρατεύματα ἔδωκε καὶ τὴν Κελτικὴν ἐπέτρεψε , τὴν μὲν ὑπὲρ Ἄλπεων Δέκμῳ , τὴν δ
4512043 ἀθεσμον
ἀλλὰ καὶ τὸ ἀνθρωπείων γεύεσθαι σαρκῶν παρ ' ἡμῖν μὲν ἄθεσμον , παρ ' ὅλοις δὲ βαρβάροις ἔθνεσιν ἀδιάφορόν ἐστιν
οὐκ αἰσχρόν , ᾧ δὲ αἰσχρὸν ἐδόκει τοῦτο εἶναι . ἄθεσμον τέ ἐστι παρ ' ἡμῖν μητέρα ἢ ἀδελφὴν ἰδίαν
4509889 ἐφηκε
βασιλέων ἤθη . Ἀρχιερεὺς δὲ ἀναρρηθεὶς ἐς τὰ οἴκοι πάτρια ἐφῆκε μὲν κατὰ τοὺς ὑπὲρ τῶν τοιούτων νόμους , ὡς
μὴ ἀδίκως αὐτὸ πάσχωσιν : καὶ διὰ τοῦτο οὐκ ἐλευθέραν ἐφῆκε γίγνεσθαι οὐδὲ ἄκριτον τὴν τιμωρίαν , ἀλλ ' ἐς
4508459 ὀλειται
ἄν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή ἀντὶ τοῦ ὅτ ' ὀλεῖται . . . . . ἢ νῶι γηθήσει προφανείσα
κατὰ κόσμον , ἔννεφ ' , ὅπως ψηφῖδι κακὸν οἶτον ὀλεῖται βουλῆι δημοσίηι παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο . πῶς
4504965 κατασφαξας
τὴν πόλιν ἑλὼν κατὰ κράτος καὶ πολλοὺς ἐν χειρῶν νόμῳ κατασφάξας , Πριάμῳ τὴν βασιλείαν ἀπέδωκε τῶν Ἰλιαδῶν διὰ τὴν
Σικελίας τύραννος , ὀμόσας τοῖς πολεμίοις παρέβη τοὺς ὅρκους καὶ κατασφάξας τοὺς ἁλόντας ἐπιχλευάζων πρὸς τοὺς φίλους ἔλεγεν δειπνήσαντες ἐξεμέσωμεν
4480770 ἐλευθεραις
τὰ τέκνα , οὔτ ' αἰδοῦς ἔτι τῆς ἁρμοττούσης γυναιξὶν ἐλευθέραις καὶ σώφροσι προνοούμεναι τὸ μὴ ἐν ἀνδράσιν ἀσυνήθεσιν ὁρᾶσθαι
οὐδὲ γὰρ τὸν τυχόντα ἐραστὴν ἅπαξ γενόμενον ἡδὺ ἀπολιπεῖν ταῖς ἐλευθέραις , μή τι γε τὸν ἐνδοξότατον καὶ πλουσιώτατον ,
4462506 ἐκτεινεν
παίσας ἔδωκε νερτέροις καλὸν νεκρὸν Βοιωτός , ὅσπερ τὸν πρὶν ἔκτεινεν βαλών . κἀντεῦθεν ἡμεῖς οἱ λελειμμένοι φίλων κοῦφον πόδ
' ἔασκες , ὅτ ' ἄνδρ ' ἐμὸν ὠκὺς Ἀχιλλεὺς ἔκτεινεν , πέρσεν δὲ πόλιν θείοιο Μύνητος , κλαίειν ,
4460241 ἡγεμονευειν
ἕν ' ] ὥστε . καὶ καλὰ θρέμματα ἐχούσης . ἡγεμονεύειν . κυβερνητήριον . διεξάγοντα καλῶς . Μῆδος ] *
συμμορίας ὁ προέχων τῷ πλούτῳ καὶ διὰ τοῦτο τῶν ἄλλων ἡγεμονεύειν ἐπειλημμένος , ὡς ὑποφαίνει Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ
4459367 θνηται
τε , νόον γε μὲν οὔ τις ἔριζε τάων ἃς θνηταὶ θνητοῖς τέκον εὐνηθεῖσαι . τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν βλεφάρων
ὁρόω : περὶ γὰρ νέφος ἐστήρικται . πᾶσιν γὰρ θνητοῖς θνηταὶ κόραι εἰσὶν ἐν ὄσσοις μικραί , ἐπεὶ σάρκες τε
4454704 μυστοδοκος
τῶν μεγάλων μυστηρίων . ἱερῶν ] θυσιῶν , ἑορτῶν . μυστοδόκος ⌈ δῆμος [ δόμος ] ⌈ γρ . δόμος
⌈ Δημήτερος [ Δήμητρος ] καὶ τῆς Κόρης ἐτελοῦντο . μυστοδόκος ⌈ δόμος [ δῆμος ] ] ὁ δεχόμενος τοὺς
4454023 ἐβουληθη
. ὁ μὲν οὐδὲν ἔψευσται καὶ πάνθ ' ὅς ' ἐβουλήθη διαπέπρακται , ὑμεῖς δ ' ἅπερ εὔξαισθ ' ἂν
βουλεῦσαι περὶ τῆς πολιτείας , ὃς οὐδὲ ἐλευθερῶσαι τὴν πατρίδα ἐβουλήθη ; ἢ ποῖα ἂν ἀπόρρητα τηρῆσαι , ὃς οὐδὲ
4450571 ἐστεργε
οὐ κτησάμενος : ἀλλ ' ἐπὶ πηγὴν ἑαυτὸν ἐπαφεὶς , ἔστεργε μὲν τὴν σκιὰν ὡς ἐρώμενος : ἑαυτοῦ δὲ λαβόμενος
εὐσύνετον καὶ βραχυλόγον , αὐτά τε ἀποκρινόμενον τὰ καιριώτατα , ἔστεργε καὶ ὑπερησπάζετο . Ἐκ τούτου πλεῖν ἔδει ἐπὶ Καρχηδόνος
4450018 σωφρονισμον
θεῖαι διαγινώσκουσι καὶ ἀποφαίνονται βίβλοι , εἰς τὸν τῶν ὑπολειπομένων σωφρονισμὸν γίνονται τὴν πάνδημον πονηρίαν δημοσίαις μάστιξι τοῦ θεοῦ σωφρονίζοντος
ὑπῆρχεν εἰς ὀφρῦν ἐπηρμένος . ἐδεῖτο λοιπὸν εὐκεράστου φαρμάκου εἰς σωφρονισμὸν τῆς ἐπιστάσης νόσου . καὶ νυκτὸς ἄρτι τῆς στυγνῆς
4445774 μεστου
, καθημένων ἑξῆς , καὶ τραπέζης ἀφθόνου , καὶ κρατῆρος μεστοῦ ; Ἐρωτῶ δὴ τὸν Ὀδυσσέα : Τί ἡγεῖ εἶναι
ἀμυνόμενος . Ὢ στρατιωτικοῦ καλοῦ , καὶ αὐτουργοῦ , καὶ μεστοῦ ἐλευθερίας : ὦ γῆς καὶ γεωργίας καλὰ καὶ γενναῖα
4445351 ἀπροσδοκητοι
” βόες ἐπὶ φάτνῃ ” σφαγέντες . ὥσπερ δὴ ταῦτα ἀπροσδόκητοι καὶ ἀτέκμαρτοι συντυχίαι κατασκήπτειν φιλοῦσιν , οὕτω καὶ τὰς
καὶ Γαίου Μαρκίου Ῥουτίλου ὑπατευόντων κίνδυνοι τὴν Ῥώμην χαλεποὶ καὶ ἀπροσδόκητοι κατέσχον , οὓς εἰ μὴ θεία τις πρόνοια διεσκέδασε
4443986 βατη
. ὢ πᾶσαν μὲν γῆν καὶ θάλατταν , ὅση μὲν βατή , τροπαίων , ὅση δὲ ἄβατος , δόξης καὶ
γλυκύτατα ἰάματα . τοῦ αὐτοῦ . ἀνδρὶ σοφῶι πᾶσα γῆ βατή : ψυχῆς γὰρ ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος .
4440864 ἐφηκεν
διαλέγεσθαι , ἵνα μὴ μάτην διαλεγοίμην . νῦν δ ' ἐφῆκεν : νῦν γὰρ ἄν μου ἀκούσαις . Πολύ γέ
τε ἔδωκεν , καὶ τὴν δαπάνην τοῦ στρατοῦ λαβὼν πρεσβεύειν ἐφῆκεν ἐς Ῥώμην : οἳ δὲ ἐπρέσβευον καὶ τειχῶν ἐκτὸς
4440635 ἐπιστευεν
. δῆλον οὖν ὅτι οὐκ ἂν προέλεγεν , εἰ μὴ ἐπίστευεν ἀληθεύσειν . ταῦτα δὲ τίς ἂν ἄλλῳ πιστεύσειεν ἢ
ἦσαν καὶ τοιαύτην δόξαν εἶχον οὐδ ' ἂν εἷς αὐτοῖς ἐπίστευεν , ὥσπερ οὐδὲ νῦν πιστεύει οὐδὲ εἷς ἔτι ,
4437932 ἐξελογειτο
ὑπὸ τοῦ Πομπηίου γενόμενον . ὁποτέρως δ ' ἦλθεν , ἐξελογεῖτο περὶ τῶν γεγονότων καὶ ἐδίδου Πομπηίῳ μὲν αὐτῷ τάλαντα
ἐς ὅ τι χρῄζοιεν . Ὁ δὲ Καῖσαρ ταῖς πόλεσιν ἐξελογεῖτο τὴν ἀνάγκην , καὶ ἐδόκουν οὐδ ' ὣς ἀρκέσειν
4435233 ἀνηκε
ἐπὶ τῆς γῆς γιγνομένων : θυμωθεῖσα δὲ αὐτῷ ἡ Γῆ ἀνῆκε σκορπίον εὐμεγέθη , ὑφ ' οὗ τῷ κέντρῳ πληγεὶς
καὶ τοὺς Θηβαίων μέντοι πρέσβεις εἰς μὲν τὸ ἄστυ οὐκ ἀνῆκε , κατὰ θάλατταν δὲ εἰς Κρεῦσιν ἀπέπεμψεν . ἅτε
4434549 τετολμηκεν
ἀνάγκης ἧς ἂν προβάληται ὁ παθὼν καὶ τοῦ τολμήματος οὗ τετόλμηκεν ὁ παθών , ἐν δὲ συγγνώμῃ τοῦ τε ἀδικήματος
τὸν δῆμον ἀφείλετο καὶ δημαγωγοῦ πένητος ἰδεῖν ἔρημον τὴν πόλιν τετόλμηκεν . οὐκοῦν οὐδὲ λέγειν καλόν : ὅτι δεσπότης γενόμενος
4431408 κυρησαι
, τόθι ] Δεινομένεος ἔθηκαν ὄλβιον τέκος [ στεφάνων ] κυρῆσαι : θρόησε δὲ λαὸς [ ˘ – ] [
ὑπώρειαν ὑψικρήμνοιο Μίμαντος αἰδοίων μ ' ἐλθόντα βροτῶν ὁσίων τε κυρῆσαι , Φῶτά τε τισαίμην ὃς ἐμὸν νόον ἠπεροπεύσας ὠδύσατο
4431036 ὑπεμεινε
ὁμοίου συνελθόντων . ἀλλ ' ὅμως δυοῖν γενομένων ὁ πρεσβύτερος ὑπέμεινε τὸν νεώτερον δολοφονῆσαι καὶ τὸ μέγιστον ἄγος , ἀδελφο
περιπλεκομένων τέκνων , γυναικὸς , φίλων , συγγενῶν , οὐχ ὑπέμεινε παραβῆναι τὸν ὅρκον , πλεύσας δὲ ὡς τοὺς Καρχηδονίους
4429159 Ὑβριν
ἀρετῆς δ ' ὀλίγοις ' ἀνδράσι μοῖρ ' ἕπεται . Ὕβριν , Κύρνε , θεὸς πρῶτον κακῶι ὤπασεν ἀνδρί ,
, τελεταῖς τισι καὶ τὸ αἴτιον εἰπεῖν . οὗτος καὶ Ὕβριν καὶ Ἀναίδειαν ὑπέλαβεν εἶναι θεούς , καὶ νεὼς καὶ
4427543 ἀγαλλων
μεγαλόφωνον τέλλεται : γίνεται ἄναλκιν : ἀδύνατον ἄμοιρος : ἀμέτοχος ἀγάλλων : καλλωπίζων λαγέτας : ἡγεμόνας μεμαότας : προθύμους ἀμφίπολα
γὰρ καὶ ἔλαβε τὴν Ἱπποδάμειαν πρὸς γάμον . τὸν μὲν ἀγάλλων θεός : τοῦτον μὲν οὖν , φησι , τὸν
4421834 ἠρεθιζε
Περὶ ἀρετῆς καὶ κακίας . ὅτι Ταρκύνιος Σαβίνους κατὰ Ῥωμαίων ἠρέθιζε . Κλαύδιος δέ , ἀνὴρ Σαβῖνος ἐκ Ῥηγίλλου πόλεως
ἤγειρεν ἐκείνη , ποιούμενος . Καὶ ταῦτα λέγων τὴν Ἀρσινόην ἠρέθιζε δεσπότιν τῶν ἐπαινουμένων γενέσθαι : ἡ δὲ ἐδεῖτο τυχεῖν
4420042 ἐθυσεν
ὄμβροις . τιμάσαις πόρον Ἀλφεοῦ : τουτέστι πρώτῳ τῷ Ἀλφειῷ ἔθυσεν ὡς ἐντοπίῳ θεῷ . μετὰ δώδεκ ' ἀνάκτων :
ὑμῶν καὶ βασιλεὺς τριακοσίους ἐν Πύλαις , ἀλλ ' οὐκ ἔθυσεν : ὑμεῖς δὲ παρεστήσασθε τριακοσίους ἱερεῖα τοῖς βωμοῖς καὶ
4418632 περιπεπτωκοτας
ἀκούοντες εὖ πράττοντας , ἀνιάσονται δὲ ἄν τινι δυσχερεῖ πύθωνται περιπεπτωκότας τοὺς φίλους . ταῦτα δὲ πάντα ἐνέργειαι φιλικαί .
τῶν τοιούτων ἀνθρώπων πόλεις ἀνατετροφότας καὶ ταῖς μεγίσταις συμφοραῖς αὐτοὺς περιπεπτωκότας . Μὴ γὰρ οἴεσθε , ὦ Ἀθηναῖοι , τὰς
4417976 ἡρωι
τοὔνομα ἀπὸ τῆς κεραμικῆς τέχνης καὶ τοῦ θύειν Κεράμωι τινὶ ἥρωι . . . . Κολωνέτας : Ὑπερείδης ἐν τῶι
τὰ μὲν ἐσθίουσιν ὡς ἀπὸ ἱερείου , τὰ δὲ ὡς ἥρωι τῶν κρεῶν ἐναγίζουσι . τῆς ἑορτῆς δέ , ἣν
4412446 προσφεροιντο
τὴν φύσιν καὶ ὑγιαίνουσι καὶ ἀσθενέουσι σὺν καιρῷ καὶ μετριότητι προσφέροιντο : καὶ ἀγαθὰ μὲν αὐτὰ ἐφ ' ἑωυτῶν ,
οἱ περὶ ἐδωδὴν ἄπληστοι , κἂν εἰ μηδὲν τῶν ἀπαγορευομένων προσφέροιντο , καὶ οἱ φιλογύναιοι συνουσίαις ἐπιμεμηνότες καὶ λαγνίστερον ὁμιλοῦντες
4404202 ἀδεσποτον
οὐδὲ τὴν ἀρχὴν εἶναι θεούς τινας ἐπίστευον , ἀλλ ' ἀδέσποτον καὶ ἀνηγεμόνευτον φέρεσθαι τὸν κόσμον ἀπελίμπανον . Τοιγάρτοι ταῦτα
τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν : τὸ δὲ λογικὸν μέρος τῆς ψυχῆς ἀδέσποτον τῶν δαιμόνων ἕστηκεν , ἐπιτήδειον εἰς ὑποδοχὴν τοῦ θεοῦ
4400239 τινει
λέγουσι , Τάνταλος κορυφῆς ὑπερτέλλοντα δειμαίνων πέτρον ἀέρι ποτᾶται καὶ τίνει ταύτην δίκην . καὶ πάλιν δι ' ἄλλων βῶλον
' ἀστῶν φάτις ξὺν κότῳ : δημοκράτου δ ' ἀρᾶς τίνει χρέος . μένει δ ' ἀκοῦσαί τί μοι μέριμνα
4394714 ἐπιτελεσαμενος
θαλάττης εἰς θάλατταν ἐνεώλκησε τὰς ναῦς . Οὕτω δὲ παράβολον ἐπιτελεσάμενος πρᾶξιν , ἄλλην ἐτόλμησε ταύτης μᾶλλον κεκινδυνευμένην . παραστησάμενος
δυνάμενον φωνὴν προΐεσθαι . Ἀγαθοκλῆς μὲν πλείστους καὶ ποικιλωτάτους φόνους ἐπιτελεσάμενος κατὰ τὴν δυναστείαν , καὶ τῇ κατὰ τῶν ὁμοφύλων
4393968 ἐτελεσσε
ἄψορροι κίομεν κεκοτηότι θυμῷ μισθοῦ χωόμενοι , τὸν ὑποστὰς οὐκ ἐτέλεσσε . τοῦ δὴ νῦν λαοῖσι φέρεις χάριν , οὐδὲ
δ ' ὕπνον ἔχευεν . ] αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ἐτέλεσσε θεὸς φιλοτήσια ἔργα , ἔν τ ' ἄρα οἱ
4392416 ἀπενειμεν
δῆμος εὐχαριστῶν αὐτῷ στρατηγὸν ἐχειροτόνησεν αὐτοκράτορα τὸν Δίωνα καὶ τιμὰς ἀπένειμεν ἡρωικάς , ὁ δὲ Δίων ἀκολούθως τοῖς πεπραγμένοις ἐπιεικῶς
τὴν ἑκάστου συναύξησιν , ᾗ καὶ τὸ ἥμισυ τοῦ παντὸς ἀπένειμεν . εἰκότως οὖν τὸ λόγιον ἀνέθηκε τὰς ἀρχὰς τῷ

Back