τῇ ἑβδόμῃ . ὀλιγοχρόνια γὰρ τὰ ἀπὸ χολῆς νοσήματα . ἐλύετο δὲ ταῦτα διὰ ῥήξεως ἀγγείου : ἢ γὰρ δι
χυλοῦ , ὑπέβησσε καταπίνουσα τὸ πόμα : ἡ φωνὴ οὐκ ἐλύετο , οὐδὲ αὐτή τι ἀνέφερεν : τὰ ὄμματα κατηφέα
6120660 ἀνεπαυοντο
με δουλεύειν . τότε μὲν δὴ ὥσπερ εἰκὸς ἐκ τοιούτων ἀνεπαύοντο σὺν ἀλλήλοις . Τῇ δ ' ὑστεραίᾳ ὁ Ἀρμένιος
αὑτοὺς ἀπολαβόντες χρόνῳ . Ἐπεὶ δὲ νὺξ ἤδη ἐγεγόνει , ἀνεπαύοντο οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ὅπως ἔτυχον , Λεύκων μὲν
5913958 πυρα
τῶν ἱππέων τινάς , τούτοις μὲν παρήγγειλεν ἕωϲ ἑωθινῆς φυλακῆς πυρὰ καίειν ἐν τῇ παρεμβολῇ , αὐτὸς δὲ μετὰ τῆς
πού φησι καὶ Ἐ . πολλὰ δ ' ἔνερθε οὔδεος πυρὰ καίεται . . . . . διέκρινε μὲν γὰρ
5893643 ἐκοιμηθη
: πάντα παρωξύνθη : λῆρος : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη . Ἕκτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν . Ἑβδόμῃ ,
, ὁ πυρετὸς παρωξύνθη : φρικώδης : ἀσώδης : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἤμεσε χολώδεα , ξανθά : οὖρα ὅμοια :
5851464 ἠλαυνον
μου ἐμπετάσαντες ὑποζευγνύουσί με τῇ κώπῃ τῆς μύλης , εἶτα ἤλαυνον . ἐγὼ δὲ ἠπιστάμην ὅπως χρὴ ἀλεῖν πολλάκις παθών
μὲν δὴ Ὑστάσπας ἀπιὼν ὡπλίζετο : οἱ δ ' ὑπηρέται ἤλαυνον εὐθὺς ὡς ἐκέλευσεν . ἀπαντᾷ δ ' αὐτοῖς καὶ
5837270 αὐθημερον
ἀρχὰς γὰρ καταχριόμενος σαφῆ τὴν ὠφέλειαν παρέχει , ὥστε λουσάμενον αὐθημερὸν τὸν κάμνοντα περιπατεῖν : περὶ γάρ τοι τὸν τῆς
τῆς ἐξόδου μάλιστά πως παραπλησίως , διὰ τὸ καὶ τότε αὐθημερὸν ἐξιέναι ἐπὶ τῷ προστάγματι , καὶ δὴ καὶ τῇ
5821668 ἀνισταντο
μὲν νυκτεριναὶ φυλακαὶ ἤδη ἔληγον , ἐκ δὲ τῶν στιβάδων ἀνίσταντο ὅποι ἐδεῖτο ἕκαστος . ἐνταῦθα οἱ Θηβαῖοι προσπεσόντες ἔπαιον
καταλυθῆναι τοὺς ὑπερορίους πολέμους χαλεπαὶ καὶ συνεχεῖς ἐξ ἁπάσης προφάσεως ἀνίσταντο . Κρεῖττον ταῖς φιλανθρωπίαις περιεῖναι τῶν ἐχθρῶν ἢ ταῖς
5764524 οὐρησεν
λεπτὰ , οὐκ ἄχροα . Περὶ δὲ τεσσαρακοστὴν ἐὼν , οὔρησεν ὑπέρυθρα , ὑπόστασιν πολλὴν ἐρυθρὴν ἔχοντα : ἐκουφίσθη :
. Ἑβδόμῃ , ἄφωνος : ἄκρεα οὐκ ἔτι ἀνεθερμαίνετο : οὔρησεν οὐδέν . Ὀγδόῃ , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ
5743400 ἐῤῥιγωσεν
διῆλθε μετὰ ἑλμίνθων : νύκτα ὁμοίως ἐπιπόνως . Πρωῒ δὲ ἐῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε θερμῷ : ἄπυρος ἔδοξε
ἐξ οὐδεμιῆς προφάσιος : ὀλίγον δ ' ὕστερον τῆς ἡμέρης ἐῤῥίγωσεν : οὐκ ἀναθερμανθείσης , σπασμὸς ἐγένετο ἐν τοῖσι δακτύλοισι
5723697 καταδραμοντες
Ῥωμαίοις ἐπόρθησαν πολλὴν τῆς πολεμίας χώρας καὶ μέχρι τοῦ Τιβέρεως καταδραμόντες ἐπανῆλθον εἰς τὴν οἰκείαν . ἐν δὲ ταῖς Συρακούσσαις
νεκρὸν τοῦ ὑπάρχου ἰδόντες πρὸς τῶν πολεμίων ἤλγησάν τε καὶ καταδραμόντες ξυνάπτουσιν ἐπ ' αὐτῷ μάχην καρτερὰν πρὸς τῷ γηλόφῳ
5704507 ἐφυλαττον
κολλὺς γὰρ ἡ θρὶξ ἡ ἐπὶ τοῦ ἄκρου , ἣν ἐφύλαττον ἀκούρευτον θεοῖς ἀνατιθέντες : καταχρηστικῶς καὶ ἐπὶ τοῦ ἀπογεγυμνωμένου
στάσεως ἐπαύσαντο , τὰς δὲ αὑτῶν τάξεις ἀναλαβόντες τὸν χάρακα ἐφύλαττον . Παυσίστρατος , ναύαρχος Ῥοδίων , παρήγγειλεν ἀριθμὸν καὶ
5673756 ἐπιεν
' ἠνάγκασα οὔτ ' ἔδωκα καὶ οὐδὲ παρῆ ὅτ ' ἔπιεν . Καὶ οὐ τούτου ἕνεκα ταῦτα σφόδρα λέγω ,
ὁ ἥλιος : καὶ ἄρτον οὐκ ἔφαγεν καὶ ὕδωρ οὐκ ἔπιεν , ἀλλὰ πάντων ὑπνούντων αὕτη μόνη ἐγρηγόρει . Καὶ
5671100 ἀπετελεσαν
ἐφ ' ἵππων κατέτρεχον τὰ πεδία λῃστεύοντες , φαντασίαν τε ἀπετέλεσαν τοῖς πρώτως θεασαμένοις μακρόθεν , ὡς ἐκ δυοῖν εἰσι
δυάδα : καὶ ὃν τρόπον τοὺς ἐξ αὐτῶν ὑποστάντας ἀριθμοὺς ἀπετέλεσαν , οὕτω καὶ τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν
5661756 ἐπιγενομενου
τῷ φρουρίῳ καὶ πειρᾶσαι , εἰ δύναιτο , πνεύματος ἐπιφόρου ἐπιγενομένου καταφλέξαι αὐτό . κελεύει τοίνυν φακέλους ὕλης παντοδαπῆς ,
κρισίμῃσι : καὶ ἐὰν , ἐκλελοιπότος τοῦ πυρετοῦ καὶ ἱδρῶτος ἐπιγενομένου , πυῤῥὸν οὖρον οὐρήσῃ , λευκὴν ὑπόστασιν ἔχον ,
5644999 Πεμπτῃ
χείρω , μεγάλα καὶ ἐπίκαιρα , φόβος , δυσφορίη . Πέμπτῃ πρωῒ κατήρτητο , καὶ κατενόει πάντα : πουλὺ δὲ
: ἵδρωσε περὶ κεφαλὴν ὀλίγῳ ψυχρῷ : ἄκρεα ψυχρά . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : πολλὰ παρέλεγε , καὶ πάλιν
5613344 ἱδρωσε
, πρωῒ ἄκρεα ψυχρά : περιεστέλλετο : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε δι ' ὅλου : ἐκουφίσθη : κατενόει μᾶλλον :
ὀξύς : δίψα πουλλή : βληστρισμός : περὶ δείλην , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ : ψύξις : ἄκρεα ψυχρά
5586730 ἀναπαυσας
φιλανθρώπως παραλαβών , ἐσθῆτι καὶ τροφῇ καὶ τῇ λοιπῇ χρείᾳ ἀναπαύσας ἕως Μεσσήνης διέσωσε . Καρθάλων μὲν ὁ Καρχηδόνιος μετὰ
ἔθος ἐστὶ Ῥωμαίοις , αὐτὸς ἐνέπρησε τοῖς ἐνυαλίοις θεοῖς , ἀναπαύσας δὲ τὴν στρατιὰν ἐπ ' ὀλίγον ἐς τὸν Εὔριπον
5585021 ἐθεον
οἱ ἐκ τοῦ πεδίου οἱ μὲν πελτασταὶ τῶν Ἑλλήνων δρόμῳ ἔθεον πρὸς τοὺς παρατεταγμένους , Χειρίσοφος δὲ βάδην ταχὺ ἐφείπετο
Πόντον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς , καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον . ὡς δ ' ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ ,
5578438 σεισμος
μάχην στρατῶν ἢ διοσημία φανῇ αἰφνίδιος ἢ τῆς γῆς γένηται σεισμός , ἀποστρέφονται εὐθὺς οἱ ἄνθρωποι καὶ ἀποχωροῦσιν ἀπ '
φρέατος ὕδατος πιόντα προειπεῖν , ὡς εἰς τρίτην ἡμέραν ἔσοιτο σεισμός , καὶ γενέσθαι . ἀνιόντα τε ἐξ Ὀλυμπίας ἐς
5559284 ἀνεχωρουν
τῇ Ἀττικῇ ὄντες Πελοποννήσιοι ὡς ἐπύθοντο τῆς Πύλου κατειλημμένης , ἀνεχώρουν κατὰ τάχος ἐπ ' οἴκου , νομίζοντες μὲν οἱ
οἰκίαν ὀστρακίνωι θυμιατηρίωι ῥίψαντες ἐν ταῖς τριόδοις τὸ ὄστρακον ἀμεταστρεπτεὶ ἀνεχώρουν . πάλιν : εἰς τοὐπίσω ἀναχωρήσω . ἀστρόφοισιν ὄμμασιν
5536896 δειλης
Ἀθηναῖοι ἀνταναγαγόμενοι ἐναυμάχησαν περὶ Ἄβυδον κατὰ τὴν ᾐόνα , μέχρι δείλης ἐξ ἑωθινοῦ . καὶ τὰ μὲν νικώντων , τὰ
νέφη . Ὁ δὲ ζέφυρος λειότατος τῶν ἀνέμων καὶ πνεῖ δείλης καὶ ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ψυχρὸς , τῶν ἐνιαυσίων
5535063 ἀντειχον
ἡγεμόνα Ῥωμαίων οὐ τὸν ἀφανέστατον στρατηλάτην ἔσχον : ἀλλ ' ἀντεῖχον ἑκάτεροι τῆς χώρας , ἐν ᾗ τὸ πρῶτον ἔστησαν
τῆς Πόλεως εἶχον , ἀλλ ' ἰσχυρῶς τε ἐμάχοντο καὶ ἀντεῖχον γενναίως . Παλτόγλης δὲ τὸ φρούριον ἐξελὼν αὖθις ἐπιπλεῖ
5532269 ἐμεῃ
ἀφιεμένου , γάλακτος ὀκτὼ κοτύλας δοῦναι πιεῖν : ἢν δὲ ἐμέῃ , καὶ μὴ πίνῃ , μυττωτὸν δριμύν . Ὥστε
ϲώματοϲ ϲτάγδην ῥέῃ καὶ γαϲτὴρ μὴ ἐπίϲχηται καὶ ὁ ϲτόμαχοϲ ἐμέῃ ἔτι ξὺν τάϲει καὶ λειποψυχίῃ , καὶ οἴνου βραχὺ
5517799 ἀποπτυει
, καὶ οὐ μόνον τὴν ὀσμὴν ἀλλὰ καὶ τὸ ἄνθος ἀποπτύει . τὰ δὲ μικρὰ ἀγγεῖα πολὺ καὶ πρὸς φυλακὴν
Τάδε οὖν πάσχει : βήσσει ἰσχυρῶς , καὶ τὸ σίαλον ἀποπτύει ὑγρὸν καὶ πολλὸν , πολλάκις δὲ καὶ παχὺ καὶ
5512852 ἱδρωσεν
, ὑπόσυχνα . Ἑπτακαιδεκάτῃ , ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσεν : ἄπυρος : ἐκρίθη : οὖρα μετὰ ὑποστροφὴν καὶ
οὐ λίην . Ἐνάτῃ , ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσεν : ψύξις : παρέκρουσε , δεξιῷ ἴλλαινεν : γλῶσσα
5512790 ἐπενεχθεντος
, καθάπερ ἐν ταῖς ἀναβάσεσι τῶν ποταμῶν , τοτὲ μὲν ἐπενεχθέντος ἑτέρωθεν τοτὲ δ ' αὐξηθέντος τοῦ ὕδατος . ἀλλ
ἀπόροις γυμνάσαντες ἐξασθενοῦσι καὶ καθάπερ οἱ καταλευσθέντες ἢ τείχους αἰφνίδιον ἐπενεχθέντος προκαταληφθέντες , οὐδ ' ὅσον ἀνακύψαι δυνάμενοι πνιγῇ τελευτῶσιν
5509976 ἐπιξηρος
μέλανα , μέλαιναν τὴν ὑπόστασιν ἔχοντα : διψώδης : γλῶσσα ἐπίξηρος : νυκτὸς οὐδὲν ἐκοιμήθη . Δευτέρῃ , πυρετὸς ὀξύς
τῶν περὶ Παντιμίδην , τῇ πρώτῃ πῦρ ἔλαβεν : γλῶσσα ἐπίξηρος : διψώδης : ἀσώδης : ἄγρυπνος : κοιλίη ταραχώδης
5508932 ἐκδραμοντες
πύργοι προσήγοντο ἤδη . οἱ δὲ ἐκ τῆς Ἁλικαρνασσοῦ νυκτὸς ἐκδραμόντες , ὡς ἐμπρῆσαι τούς τε πύργους καὶ ὅσαι ἄλλαι
ἡσύχαζον : ἐπεὶ δ ' ἐγγὺς ἐγένοντο τοῦ χωρίου , ἐκδραμόντες τρέπονται αὐτούς , καὶ ἀπέκτειναν συχνοὺς τῶν βαρβάρων καὶ
5507768 σκηπτου
καὶ ἡ Φιλομήλα εἰς χελιδόνα : πρὸς τὰ ναύσταθμα : σκηπτοῦ ' πιόντος : αἰφνιδίως κεραυνοῦ σφοδροῦ ἐπελθόντος : ἔα
τίνι τρόπῳ ] διαπεπόρθηται . τις ] ἤγουν ἐπέλευσις δίκην σκηπτοῦ ἐπιοῦσα . σκηπτὸς ] † καταφθορά . στάσις ]
5484411 Τριτῃ
ἐπιπόνως . Δευτέρῃ πάντα παρωξύνθη : ἐς νύκτα παρέκρουσεν . Τρίτῃ ἐπιπόνως : παρέκρουσε πολλά . Τετάρτῃ δυσφορώτατα : ἐς
χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ ἐκοιμήθη . Τρίτῃ περὶ μέσον ἡμέρης ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : οὖρα
5483345 ἐπαιον
ἐσημάνθη οἷς εἴρητο οὓς ἔδει ἀποκτεῖναι , σπασάμενοι τὰ ξίφη ἔπαιον τὸν μέν τινα συνεστηκότα ἐν κύκλῳ , τὸν δὲ
εἰσιέναι τῶν μὴ τετιμημένων : μαστιγοφόροι δὲ καθέστασαν , οἳ ἔπαιον εἴ τις ἐνοχλοίη . ἕστασαν δὲ πρῶτον μὲν τῶν
5483172 ἐῤῥυη
ἔπειτά τι καὶ αἷμα ἐκ τοῦ κατ ' ἴξιν σμικρὸν ἐῤῥύη . Τῇ οἰκέτιδι , ἣν νεώνητον ἐοῦσαν κατεῖδον ,
, δύσπνοός τε ἦν . Ὀγδόῃ , ἀγκῶνα ἔταμον : ἐῤῥύη πολλὸν , οἷον ἔδει : ξυνέδωκαν μὲν οἱ πόνοι
5465282 ἐδιωκον
λίθων : ἐγὼ δ ' ἔφευγον : οἱ δ ' ἐδίωκον κἀβόων . Οἱ δ ' οὖν βοώντων . Ἀλλὰ
ὑποστράτηγοι , καὶ ἐκράτουν τῶν Καίσαρος παρὰ πολὺ καὶ τραπέντας ἐδίωκον σοβαρῶς μετὰ καταφρονήσεως , μέχρι Λαβιηνὸν μὲν ὁ ἵππος
5463064 ἀποθνησκει
καὶ πυρετὸς λεπτὸς ἔχει καὶ τοῦ σώματος ἀκρασίη . Οὗτος ἀποθνήσκει τριταῖος ἢ πεμπταῖος : ἐς δὲ τὰς ἑπτὰ οὐκ
ἄνω τοῦ χρόνου ὅτι τὸ κύκνειον οὕτω καλούμενον ᾄσας εἶτα ἀποθνήσκει . τιμᾷ δὲ ἄρα αὐτὸν ἡ φύσις καὶ τῶν
5435449 περιτρεχοντες
λόγοις ὄνος ὕομαι . Κρατῖνος Δραπέτισιν : οἱ δὲ πυππάζουσι περιτρέχοντες , ὁ δ ' ὄνος ὕεται . ὄνου θάνατος
τοὺς μὲν δούλους σχεδόν τι οἱ δοῦλοι τὰ πολλὰ ἰατρεύουσιν περιτρέχοντες καὶ ἐν τοῖς ἰατρείοις περιμένοντες , καὶ οὔτε τινὰ
5428838 ἐπνευσαν
ἐπινέφελον : θέρος οὐ λίην καυματῶδες ἐγένετο : ἐτησίαι ξυνεχέες ἔπνευσαν : ταχὺ δὲ περὶ ἀρκτοῦρον , ἐν βορείοισι πουλλὰ
, ἦν ὅσον ψεκάς : καὶ οἱ ἐτησίαι οὐ κάρτα ἔπνευσαν , καὶ οἱ πνεύσαντες διεσπασμένως . Τοῦ θέρεος καῦσοι
5422600 ἀναταραχθῃ
, θολερὰ , οἷα γίγνεται ἐκ τῶν καθισταμένων , ὅταν ἀναταραχθῇ κείμενα χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ
οὖρον θολερὸν , οἷον ἐκ τῶν καθεστηκότων γίγνεται , ὅταν ἀναταραχθῇ : πυρετὸς ὀξύς : πάντα παρέκρουσεν : οὐκ ἐκοιμήθη
5415448 τηνικαδε
τῶν πολεμίων : εἰ δὲ μεῖον ἐν τούτοις ἔχοις , τηνικάδε τῇ βίᾳ τῶν σωμάτων ἀποκινδυνευτέον . πρῶτος μὲν τοίνυν
ὅμως ἡ τοῦ ἀέρος γαλήνη δίδωσιν εὐημερίαν , καὶ ἁλκυονίας τηνικάδε τῆς ὥρας ἄγομεν ἡμέρας . ἴχνος δὲ λύκου πατεῖ
5415350 ξυνεχης
πουλλὰ , λεπτά : πυρετὸς φρικώδης , πουλύς : ἱδρὼς ξυνεχὴς δι ' ὅλου : κεφαλῆς καὶ τραχήλου βάρος μετ
πολὺς ἄνω αἰρόμενος ἢ ἥλιος κατὰ προσώπου ἀντιλάμπων ἢ νιφετὸς ξυνεχὴς ἢ ὕδωρ λάβρον ἐξ οὐρανοῦ ἢ τόποι σύνδενδροι ἢ
5414221 διῃει
ἐποιεῖτο , ἐν ἴσῳ ἂν χρόνῳ πάντα τὰ μέρη αὐτοῦ διῄει : νῦν δὲ ὑπόκειται ὁ ἡλιακὸς κύκλος τῷ μέσῳ
διῆλθε ξὺν περιῤῥόῳ πολλῷ , καὶ τὰς ἑπομένας ὑδατόχλοα πολλὰ διῄει : οὖρα λεπτὰ , ὀλίγα , ἄχροα : πνεῦμα
5401815 φρυγανων
αὐτῶν περὶ ἑξήκοντα μάλιστα τοὺς εὐτολμοτάτους διφθέρας ἔχοντας καὶ φακέλλους φρυγάνων κομίζοντας . οὗτοι περὶ λύχνων ἁφὰς ἄλλοι κατ '
φησι Καινεύς . καὶ πρῶτος εὗρεν ᾧ τὰ φορμία τῶν φρυγάνων εὔογκα ποιοῦσιν . Ἤδη δὲ ὑπὸ παραλύσεως καὶ τὸ
5397408 ἀνεχωρησαν
τροπαῖον ἐν τῷ νησιδίῳ στήσαντες τῷ πρὸ τοῦ Πλημμυρίου , ἀνεχώρησαν ἐς τὸ ἑαυτῶν στρατόπεδον . Οἱ δὲ Συρακόσιοι κατὰ
τε τῶν Ἀντισσαίων καὶ τῶν ἐπικούρων ἀπέθανόν τε πολλοὶ καὶ ἀνεχώρησαν οἱ λοιποὶ κατὰ τάχος . οἱ δὲ Ἀθηναῖοι πυνθανόμενοι
5397158 παρασαγγην
ὥς φησι Πατροκλῆς , παρασάγγας ὡς ὀγδοήκοντα : τὸν δὲ παρασάγγην τὸν περσικὸν οἱ μὲν ἑξήκοντα σταδίων φασίν , οἱ
ἀπεκρίναντο ὅτι οὐκ ἐνταῦθα εἴη , ἀλλ ' ἀπέχει ὅσον παρασάγγην . οἱ δ ' , ἐπεὶ ὀψὲ ἦν ,
5393269 ἐκαιον
τῶν νεῶν ἐκπεσόντες ἐς τὰ ὄρη συνέφευγον καὶ πυρὰ πολλὰ ἔκαιον σύμβολα τοῖς ἔτι οὖσιν ἐν τῇ θαλάσσῃ καὶ διενυκτέρευον
ἐν ταῖς κώμαις ηὐλίσθησαν : οἱ δὲ Καρδοῦχοι πυρὰ πολλὰ ἔκαιον κύκλῳ ἐπὶ τῶν ὀρέων καὶ συνεώρων ἀλλήλους . ἅμα
5390501 κατεκοψαν
μετὰ δὲ ταῦτα παρατάξει μεγάλῃ νικήσαντες τοὺς πλείους τῶν πολεμίων κατέκοψαν . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Θεοδώρου Ῥωμαῖοι
ἐγένετο μάχη καρτερά , καθ ' ἣν νικήσαντες οἱ Ἰλλυριοὶ κατέκοψαν τῶν Μολοττῶν πλείους τῶν μυρίων πεντακισχιλίων . τοιαύτῃ δὲ
5386943 διηρπασαν
. προσβαλόντες δὲ τῇ πόλει αἱροῦσι κατὰ κράτος , καὶ διήρπασαν οἱ στρατιῶται οὖσαν πλουσίαν καὶ οἴνου καὶ σίτου καὶ
καὶ θεράποντας καὶ τὴν ἄλλην τοῦ πολέμου παρασκευὴν οἱ πολέμιοι διήρπασαν . ὡς δ ' ἀπηγγέλη ταῦτα τοῖς κατὰ τὴν
5385494 ἐσφενδονων
τότε ἀκροβολίσει : μακρότερον γὰρ οἵ τε Ῥόδιοι τῶν Περσῶν ἐσφενδόνων καὶ † τῶν τοξοτῶν : μεγάλα δὲ καὶ τόξα
αὐτῶν ἐτόξευον καὶ ἱππεῖς καὶ πεζοί , οἱ δ ' ἐσφενδόνων καὶ ἐτίτρωσκον . οἱ δὲ ὀπισθοφύλακες τῶν Ἑλλήνων ἔπασχον
5384324 πολιορκησας
Ῥωμαίων στρατηγὸς τὸ Ταυρομένιον ἀνεσώσατο Ῥωμαίοις , καρτερῶς μὲν αὐτὸ πολιορκήσας καὶ εἰς ἄφατον ἀνάγκην καὶ λιμὸν τοὺς ἀποστάτας συγκλείσας
ἤλπισεν ἔσχε τέλος . Λούκουλλος γὰρ αὐτῷ προκαθεσθεὶς καὶ πολιορκοῦντα πολιορκήσας , λιμῷ τε πιέσας αὐτόν τε καὶ τὸ στρατόπεδον
5382598 ἐθερμανθη
ἐκ τῆς θέας καὶ τῆς προσβολῆς τοῦ κάλλους φησὶν ὅτι ἐθερμάνθη καὶ ἡπλώθη καὶ ἐπὶ τὰ ὅλα ἀνελθεῖν ἠδυνήθη τὰ
οὖρα παραπλήσια . Περὶ δὲ ἑπτακαιδεκάτην ἐόντι , ὑπέστρεψεν : ἐθερμάνθη . Τὰς ἐπομένας , πυρετὸς ὀξύς : οὖρα λεπτά
5382031 μεχιρ
γίνεσθαι - ] . Γίνεται δὲ ἡ ταριχεία ἀπὸ μηνὸς μεχὶρ κεʹ [ καὶ ] ἕως μεσωρὶ κεʹ : ὅσα
καὶ θείου λευκοῦ : τάδε χρῄζουσιν μὲν προταριχείας ἀπὸ μηνὸς μεχὶρ ἕως μηνὸς φαρμουθὶ ιεʹ ἡμέραι μαʹ , εἶτα πλύσεως
5359303 πρωϊ
: οἵτινες ἐγίνοντο , ὅτε ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται . Ἢ ὅτι ἐκόμιζον αὐτὸν ,
, ὤτων ἦχος καὶ ῥινῶν ἔμφραξις καὶ ὀφθαλμοὶ δακρύουσι τῷ πρωῒ , τινὲς δὲ καὶ ἀμβλυωποῦσιν : ὅτε ταῦτα γίγνονται
5349275 ἐξενισεν
διεβάλομεν τὸ πέλαγος εἰς Μεσσαπίους , Ἄρτος δ ' ἀναλαβὼν ἐξένισεν ἡμᾶς καλῶς . ξένος γε χαρίεις ἦν ἐκεῖ μέγας
διεβάλομεν τὸ πέλαγος εἰς Μεσσαπίους , Ἄρτος δ ' ἀναλαβὼν ἐξένισεν ἡμᾶς καλῶς . ξένος γε χαρίεις ἦν ἐκεῖ μέγας
5347324 ἀπεπλεον
στρατηγῷ αὐτοῦ ὑπομείναντας πειρᾶσθαι τῆς Χερσονήσου . Οἱ μὲν δὴ ἀπέπλεον , Ἀθηναῖοι δὲ ἐκ τῆς Ἀβύδου διαβαλόντες ἐς τὴν
χρημάτων εὗρον . Ἐμπρήσαντες δὲ τὸ τεῖχος καὶ τὰς νέας ἀπέπλεον . Ἀπικόμενοι δὲ ἐς Σάμον οἱ Ἕλληνες ἐβουλεύοντο περὶ
5346396 διεζων
τοῦ Ἡλίου νήσῳ γενόμενοι ἰχθύας ἡλίευον ἐν ἀγκίστροις καὶ οὕτως διέζων ἀλλ ' οὐχὶ καὶ ὠμοὺς , * ὦ *
γῆν . Οἱ δὲ ἐπεὶ γενέσεως ἐπελάβοντο , οὐ χαλεπῶς διέζων : καὶ γὰρ τροφὴν αὐτοῖς ἀποχρῶσαν γῆ παρείχετο ,
5344865 πνιγῃ
ἀκρατὴς ἔνοχος τῇ παροιμίᾳ φαίνεται , ὅτι ὅταν τὸ ὕδωρ πνίγῃ καὶ βλάπτῃ , τί ἕτερον δεῖ πίνειν ; λέγεται
: παρόσον οἱ ἐρῶντες εὐχερῶς ὀμνύουσι . Ὅταν τὸ ὕδωρ πνίγῃ , τί δεῖ ἐπιπνίγειν : παρεγγυᾶται μὴ τοῖς δυστυχοῦσι
5343712 κυουσι
κεχήνασι , καὶ τὸ πνεῦμα ἐσρέον πληροῖ αὐτάς , καὶ κύουσι τριῶν ἐτῶν . λέγουσι δὲ νεοττιὰν μὴ ὑποπλέκειν γῦπα
δὲ πᾶσαν ὥραν ὀρθός , τῆς θηλείας ὑποτιθείσης ἑαυτήν . κύουσι δὲ καὶ τίκτουσι καθὼς καὶ οἱ κύνες . ζῇ
5343303 ἠρμενη
, ἀλλ ' Ἄρη βλέπων . ὡς δ ' ἦν ἠρμένη βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας ,
, ἀλλ ' Ἄρη βλέπων . Ὡς δ ' ἦν ἠρμένη βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας ,
5342043 χαλαζα
: ” Ἥξει γὰρ ὀργὴ θεοῦ ὡς πῦρ καὶ ὡς χάλαζα συγκαταφερομένη βίᾳ καὶ ὡς ὕδωρ σῦρον ἐν φάραγγι .
τῇ σαρκὶ τοῦ ὀστρέου , ὥσπερ ἐν τοῖς συείοις ἡ χάλαζα , καί ἐστιν ἣ μὲν χρυσοειδὴς σφόδρα , ὥστε
5341938 ἐγνωκεσαν
δὲ ὄντων τρισμυρίων κατέβαινε , πρὶν ἐπιγενέσθαι πολλάκις τοσούτους : ἐγνώκεσαν γάρ , ὡς ἦν ἀκούειν ὕστερον , μηδένα τῶν
Ἰταλίας Ζεφύριον οἱ Λοκροὶ κατοικήσαντες Ζεφύριοι ὠνομάσθησαν . Μένειν αὐτὸν ἐγνώκεσαν ἐφ ' ᾧ ἦν τόπῳ καὶ τὸν ἐκεῖθεν ῥέοντα
5339165 παρεκρουσεν
: πυρετὸς περικαής : ἄγρυπνος : κοιλίη κυρτή : οὗτος παρέκρουσεν , οἶμαι , ὀγδόῃ , τρόπον τὸν ἀκόλαστον ,
ἐς νύκτα ἐλούσατο : οὐδὲν ἧσσον ἀγρυπνίη καὶ δυσφορίη , παρέκρουσεν . Ἐόντι δὲ τριταίῳ , κατάψυξις ἀκρέων : ἐκθερμανθεὶς
5333400 Ἑβδομῃ
οὖρα λεπτά . Ἕκτῃ , οὔρησεν ἐλαιῶδες : παρέκρουσεν . Ἑβδόμῃ , παρωξύνθη πάντα : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἀλλ '
καὶ τὰς ἑπομένας , πυρετὸς ὀξύς : γλῶσσα ξυνεκαύθη . Ἑβδόμῃ καὶ εἰκοστῇ , ἀπέθανεν . Τούτῳ κώφωσις διὰ τέλεος
5323759 ὑπεστρεψεν
εὗρεν , ἡ ναῦς ἀνήχθη . Καὶ Ἡρακλῆς πρὸς Ἄργος ὑπέστρεψεν . Ὕδωρ δὲ πίνων χρηστὸν οὐδὲν ἂν τέκοις :
ἔρευθος προσώπου : ὀμμάτων ὀδύνη : καρηβαρική . Ταύτῃ οὐχ ὑπέστρεψεν , ἀλλ ' ἐκρίθη . Οἱ πόνοι ἐν ἀρτίῃσιν
5322648 διψῃ
ἀλάλκοι . οἳ δ ' ἰθὺς πόλιος καὶ τείχεος ὑψηλοῖο δίψῃ καρχαλέοι κεκονιμένοι ἐκ πεδίοιο φεῦγον : ὃ δὲ σφεδανὸν
περιέρρει , ὥσπερ Κοννᾶς , στέφανον μὲν ἔχων αὗον , δίψῃ δ ' ἀπολωλώς , ὃν χρῆν διὰ τὰς προτέρας
5313225 ἀπορρηξῃ
τις αὐτὸ ῥᾳδίως ἀποσπάσαι , πρὶν ἄν τι τῆς πέτρας ἀπορρήξῃ μέρος . τοῦτο καὶ ἐπὶ τοῦ πολύποδος λέγεται .
ἀγνοίας καὶ ἀηθείας , ἵνα εὐσκόπῳ πληγῇ τὴν ἀθλίαν ζωὴν ἀπορρήξῃ . καὶ οἱ μὲν οἷα διδάσκαλοι κακοδαιμονίας ὑφηγοῦντό τε
5312323 ἀνῃρουν
. . : . . . οἱ ἀπὸ τῆς Ἐρετρίας ἀνῄρουν τὰς ποιότητας ὡς οὐδαμῶς ἐχούσας τι κοινὸν οὐσιῶδες ,
τῆς τῶν ἱστίων στεφάνης τραυματίας τε τοὺς πολλοὺς εἰργάζοντο καὶ ἀνῄρουν οὐκ ὀλίγους , ἔτι δὲ ἀμφορέας μεγάλους πλήρεις ὑδάτων
5309899 καταγουσι
' ἐπὶ τὴν τοῦ παντὸς ἀρχὴν ἐλθόντες ἀπ ' αὐτῆς κατάγουσι πάντα , διὰ πάντων φοιτήσασαν αἰτίαν καὶ ταύτην οὐ
, βάθος ἐξαίσιον , εἰς ὃ αἱ παλίρροιαι τοῦ πορθμοῦ κατάγουσι φυσικῶς τὰ σκάφη τραχηλιζόμενα μετὰ συστροφῆς καὶ δίνης μεγάλης
5305129 ἑσπερα
ἐπὶ τῷ κωλῦσαι δηλονότι ὀψέ : οὐ λέγει ὅτι ἦν ἑσπέρα , ἀλλ ' ὡς ὥρα ἐνάτη ἢ δεκάτη :
ὅσα ἐποίησεν , καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν . καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ , ἡμέρα ἕκτη . καὶ συνετελέσθησαν
5304772 προνομευοντας
ἔστελλεν : οἱ δὲ ἐν τοῖς φρουρίοις ἐξιόντες καὶ τοὺς προνομεύοντας διώκοντες ταῖς ἐνέδραις περιπίπτοντες ἡλίσκοντο . Τοῦτο πολλάκις ποικιλοτρόπως
λοιπαὶ τῶν Σαβίνων δυνάμεις συνέλθωσιν , ἀλλ ' ἐπὶ τοὺς προνομεύοντας τὴν χώραν ἐκπέμπων ἀεί τινας τῶν ἱππέων καὶ λόχους
5304707 βησσει
ἀλλὰ πτύει πῦον , καὶ τὰ στήθεα πονέει , καὶ βήσσει . Ὅταν οὕτως ἔχῃ , πιπίσκειν νῆστιν τὸ σὺν
ἐλάχιστον , τὸ πλεῖστον δὲ εἴκοσι καὶ μίαν , καὶ βήσσει τοῦτον τὸν χρόνον σφόδρα , καὶ καθαίρεται ἅμα τῇ
5303118 ῥαϊσας
τηνικαῦτα ἀσθενῶν , ᾧ δὴ μάλιστα ἐβλαπτόμην . ἐπεὶ δὲ ῥαΐσας τὸν ἅπαντα ἤκουσε λόγον καὶ ὡς χειμαζοίμην , δυοῖν
αὐτόν . ἐνοσήλευσα ἐξενοσήλευσα . καὶ ἀνασφήλας , ἀνενεγκών , ῥαΐσας ἀναρραΐσας , ἐξαναστάς , ἀναβιούς . εἴποις δ '
5298431 κρυμος
: καὶ τοῦ βορέου τὸ χρῆμα ἀμύθητον ἦν καὶ ὁ κρυμὸς ἐπηύξητο , οὐχ οὕτως πυκνὴν εὗρες ἂν ἐσθῆτα ὥστε
εἰς τὰς νύμφας . μετὰ δὲ χρόνον ὀλίγον ἐξαίφνης ἐγένετο κρυμὸς καὶ ἐπάγησαν αἱ χαράδραι καὶ πολλὴ κατέπεσε χιών ,
5297382 ἐνηδρευσαν
τοὺς νεανίσκους τῷ Πανὶ τὴν Ἀρκαδικὴν ὡς Εὔανδρος κατεστήσατο θυσίαν ἐνήδρευσαν τὸν καιρὸν ἐκεῖνον τῆς ἱερουργίας , ἡνίκα χρῆν τοὺς
. Αἰνησίδαμος δὲ ἐν Τηνιακοῖς , ἐπειδὴ τὸν Ἡρακλέα ξενίσαντες ἐνήδρευσαν αὐτὸν φονεῦσαι βουλόμενοι . ἄθλων γὰρ Πελίαο ἕως τοῦ
5289305 παρωξυνθη
, ἄκρητα , χολώδεα , διῆλθεν . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : τρόμοι παρέμενον : ὕπνοι λεπτοί : κοιλίη ἔστη
ἐσχάτως ὠδυνήθη : καὶ χυλὸν τήλεως ἅμα μέλιτι λαβὼν ἱκανῶς παρωξύνθη : στοχασάμενος οὖν ἐγὼ δακνώδεις ἐν αὐτοῖς τοῖς χιτῶσι
5285478 ἐπελιπε
αὐτῆς τιμῆς πολλὰς ἡμέρας πωλοῦντας , ἕως ὁ συνεωνημένος αὐτοὺς ἐπέλιπε : νῦν δ ' ἐνίοτε τῆς αὐτῆς ἡμέρας ἐπώλουν
καὶ σπάνια ὥστε λιμώττειν τὸ στράτευμα : καὶ τὰ ὑποζύγια ἐπέλιπε , καὶ τὰ σκεύη κατελείπετο ἐν ταῖς ὁδοῖς καὶ
5285396 ἐσηλθον
ἐσήλατο διὰ τῶν πυλῶν ἔνδον , ἕτεροι δὲ ταῖς ὑπωρυχίαις ἐσῆλθον , οἱ δὲ καὶ τοῖς πεπτωκόσιν ἐπανέβαινον . καὶ
ὑφ ' ἑτέρων . Κορίνθιοι δὲ Ἀργείων ὄντες ξύμμαχοι οὐκ ἐσῆλθον ἐς αὐτάς , ἀλλὰ καὶ γενομένης πρὸ τούτου Ἠλείοις
5278304 ἐκαθευδον
κλεῖν ἐφέλκεται . κἀγὼ τούτων οὐδὲν ἐνθυμούμενος οὐδ ' ὑπονοῶν ἐκάθευδον ἄσμενος , ἥκων ἐξ ἀγροῦ . ἐπειδὴ δὲ ἦν
' ἐπεποιήκειν αὐτό , παραγαγὼν τὸν στροφέα παρεισῆλθον ἀψοφητί . ἐκάθευδον δὲ πάντες , εἶτα ἐπαφώμενος τοῦ τοίχου ἐφίσταμαι τῇ
5277461 διεκαρτερουν
, οἳ δέχονταί τ ' αὐτὸν ἐρρωμένως καὶ μέχρι πολλοῦ διεκαρτέρουν ἀγωνιζόμενοι : πολλῶν δ ' ἀναιρεθέντων τρέπονται οἱ λοιποὶ
, τὸ μὲν πρῶτον ἐντρεπόμενοι τὸ πρὸς τοὺς εὐεργέτας ἀνόμημα διεκαρτέρουν : τοῦ δὲ δεινοῦ πλησίον ὄντος διεπρεσβεύοντο , καὶ
5274433 οὐρησε
, καὶ τὰς ἑπομένας διῄει τοιαῦτα εὐφόρως . Τετάρτῃ , οὔρησε λεπτὸν ὀλίγον , εἶχεν ἐναιώρημα μετέωρον , οὐχ ἵδρυτο
ἄφωνος : ἐπὶ τὸ χεῖρον : ἀνεθερμάνθη μετὰ χρόνον : οὔρησε μέλανα , ἐναιώρημα ἔχοντα : νύκτα δι ' ἡσυχίης
5273971 δραμειν
ὑπερανεστηκότα . συγκείσθων δὲ εὐπαγεῖς , ἀρχὴ γὰρ τοῦ εὖ δραμεῖν τὸ εὖ στῆναι . ἁρμονία δὲ αὐτῶν ἥδε :
ἂν ἔτι τέκοι παρὰ τὰς ὁδούς : οἶδε γὰρ ὅτι δραμεῖν ἐστι νωθεστέρα : τίκτει οὖν ἐν τοῖς ἄγγεσι καὶ
5270766 ἐδειπνοποιουντο
οἱ περὶ τὸν Ἱππόθοον παρεσκεύασαν . Καὶ οἱ μὲν ἄλλοι ἐδειπνοποιοῦντο , ὁ δὲ Ἁβροκόμης πάνυ ἄθυμος ἦν καὶ αὑτὸν
ἡλίου δυσμὰς ἦν καὶ οἱ Ἕλληνες μάλ ' ἀθύμως ἔχοντες ἐδειπνοποιοῦντο , καὶ ἐξαπίνης διὰ τῶν λασίων τῶν Βιθυνῶν τινες
5270763 διψωδης
, κωματώδης : ἀσώδης , ὅτε διεγείροιτο : οὐ λίην διψώδης : περὶ δὲ ἡλίου δυσμὰς ἐδυσφόρει , παρέλεγεν :
ἰσχύν : καρδιαλγὴς δὲ καὶ δύσοσμος καὶ ἀτερπὴς καὶ ἄγαν διψώδης : ὅθεν οὐ πονηρῶς ἔνιοι ἀλόῃ μίσγοντες προσφέρουσιν :
5268782 ἀραντες
ἐτάξαντο παρ ' αὐτὴν τὴν θάλασσαν . οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι ἄραντες τῷ τε κατὰ γῆν στρατῷ προσέβαλλον τῷ τειχίσματι καὶ
βόες τηνικαῦτα . Ὅσα τε τὸν πῆχυν πλάγιον ἀπὸ πλευρέων ἄραντες δρῶσιν , οὐ πάνυ δύνανται δρᾷν , οἷσιν ἂν
5267884 ἠκοντιζον
οἱ στρατιῶται οὔτε ἔβαλλον ἐπὶ τοὺς ἐπὶ τοῦ τείχους οὔτε ἠκόντιζον , καὶ οὕτως αὐτῷ τριβομένου τοῦ χρόνου , ἐπὶ
οἱ ἵπποι : ὅτε δὲ ἔστησαν οἱ ταῦροι , ὑποστρέφοντες ἠκόντιζον : καὶ τοῦτον τὸν τρόπον ἀνεῖλον αὐτούς . καὶ
5261288 ἀπεπλευσαν
ἐπύθοντο τὴν τῆς Πόλεως ἅλωσιν , ὑστερήσασαι τῆς βοηθείας πάλιν ἀπέπλευσαν οἴκοι μηδὲν ὑπὲρ ὧν ἧκον διαπραξάμεναι . ἔδει δὲ
τῶν Λιπαραίων τὴν γῆν : ἐκείνων τῶν νησιωτῶν δηλονότι . ἀπέπλευσαν : ἀποπλεύσαντες ἐπανῆλθον . τοῦ δ ' ἐπιγιγνομένου θέρους
5255679 ἐπτυσεν
, ἡ Μαιανδρίου τοῦ τυφλοῦ αὐτίκα χλωρὸν καὶ αὐτίκα πυῶδες ἔπτυσεν : περὶ ἕκτην , καὶ ἥπατος ζύμωσις , καὶ
, καὶ παρ ' οὖς οὐ γενέσθαι , ὅτι πέπονα ἔπτυσεν . Ἡ Δημαράτου γυνὴ , πόδες καὶ ἐν τῇσι
5253469 ἐπλεον
δέος τὸ μέσον ἐφύλασσέ σφεων . Οἱ μὲν δὴ Ἕλληνες ἔπλεον ἐς τὴν Δῆλον , Μαρδόνιος δὲ περὶ τὴν Θεσσαλίην
δὲ ὁρμηθέντες ἐκ Κασπατύρου τε πόλιος καὶ τῆς Πακτυϊκῆς γῆς ἔπλεον κατὰ ποταμὸν πρὸς ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολὰς ἐς
5249903 δειπνησας
κόπου , ἢ ἄγρυπνος ἡ νὺξ γένοιτο : ἑσπέρας δὲ δειπνήσας καθευδέτω . Τῶν μὲν οὖν σιτωδῶν ἁρμόδια ἄρτος κλιβανίτης
καὶ παρασκευάσας ἑαυτὸν αὖθις δευτέρῳ στόλῳ ἐπέπλευσε τῇ Σικελίᾳ καὶ δειπνήσας πάλιν ὀλίγας ἡμέρας ὑπὸ ἀμαθίας ἐξέπεσε . καὶ αὕτη
5244768 ἐνεκλινεν
. διαφθαρέντων δὲ τῶν προμάχων καὶ ἡ λοιπὴ δύναμις ἀποτραπεῖσα ἐνέκλινεν εἰς φυγήν , οἵ τε φυλάττοντες τὰς ἀποσκευὰς μεθέμενοι
στρατεύματος , εἶξεν , ἐνέδωκεν , ἐπὶ πόδα ἀνεχώρει , ἐνέκλινεν , ἐξέκλινεν , ὑπεχώρησεν , ὑπετράπη , τὰ νῶτα
5238786 ἐξελθοντες
τὸ δικαιοπραγεῖν : τοῦτο δέ ἐστιν ὁ ἀψευδέστατος νόμος . ἐξελθόντες , γάρ φησιν , ἐκ τῶν Αἰγυπτιακῶν παθῶν „
ἁπάντων . τί γὰρ ἐροῦμεν ὦ Ἀθηναῖοι πρὸς τοὺς περιεστηκότας ἐξελθόντες ἐκ τοῦ δικαστηρίου , ἐάν , ὃ μὴ γένοιτο
5238215 ἐπιον
. . . Δημοσθένους . Δημοσθένης ἔλεγεν , ὡς πολλάκις ἐπιὸν αὐτῷ εὔξασθαι τοὺς πονηροὺς ἀπολέσθαι φοβοῖτο μὴ ἔρημον ἄρδην
μὴ καὶ αὐτὸς λέγω ποτὲ ταῦτα , ὅτι εἰς τὸ ἐπιὸν πεπαίδευμαι ; ἔχω ἣν δεῖ συναίσθησιν τὸν μηδὲν εἰδότα
5236609 δυσφορως
, ἀλλ ' ὑπὸ καταπτύστων ὀναρίων ; ὡσαύτως οὖν κἀγὼ δυσφόρως ἔχω , ὅτι οὐχ ὑπὸ ἀξιολόγων ἀνδρῶν ἀλλ '
ἰώδεα πλείω : ἀπὸ δὲ κοιλίης κόπρανα διῆλθεν : νύκτα δυσφόρως . Δευτέρῃ , κώφωσις : πυρετὸς ὀξύς : ὑποχόνδριον
5235429 ἐνεπιμπρη
ἐν χερσὶ τῆς μάχης καὶ πονουμένοιν ἀμφοῖν , ὁ Σουλπίκιος ἐνεπίμπρη τὸ τῶν πολεμίων στρατόπεδον , καὶ τοῦθ ' οἱ
κώμας οὔτε τοὺς ἀγροὺς ἐλυμαίνετο , οὐκ ἀπαντώντων δὲ πάντα ἐνεπίμπρη καὶ ἔκειρεν ἐπὶ ἡμέρας ὀκτώ , ἐς ὃ διῆλθεν
5230722 ἀναβαντες
οἱ στρατηγοὶ μετὰ τῶν ἀπὸ τῆς βουλῆς μόνων ἐς αὐτὸ ἀναβάντες , ὁ δὲ στρατὸς αὐτῶν , ὅ τε ἴδιος
τῷ Θεοκρίτῳ . . Τινὲς δὲ τῶν τῆς πόλεως ἐκείνης ἀναβάντες ἵππους ἔμπροσθεν τῆς πόλεως ἔτρεχον . Ἀροτῆρες δὲ ἠροτρίων
5227646 ἐξεκλιναν
τῆς μὲν πεδιάδος γῆς ἐκχωρήσαντες τὴν ἐκ τῆς ἐργασίας κακοπάθειαν ἐξέκλιναν , τὴν δ ' ὀρεινὴν νεμόμενοι καὶ βίον ἔχοντες
ἔδεισαν , μὴ κυκλωθεῖεν , καὶ ἐς Φουλκίνιόν τι χωρίον ἐξέκλιναν , ἑξήκοντα καὶ ἑκατὸν σταδίους τῆς Περυσίας διεστηκός :
5225621 διαρπαζουσι
καὶ μηδε - μίαν αὐτοῖς ἄδειαν δώσετε τὰ ὑμέτερα αὐτῶν διαρπάζουσι καὶ κλέπτουσιν . ἐγὼ μὲν οὖν ταῦτα ὑμῖν παραινῶ
ἐμβάλλουσιν εἰς τὰ προσκείμενα τῇ σφετέρᾳ χώρᾳ πεδία , καὶ διαρπάζουσι καρπῶν τε καὶ βοσκημάτων καὶ ἀνθρώπων ὄντα μεστά .
5225567 κατακλεισθεντες
καὶ διὰ τοῦτο ἀνδρειοτέρως μαχουμένων . Ἀγησίλαος , ἐπειδὴ Λακεδαιμόνιοι κατακλεισθέντες εἴσω τῆς Σπάρτης ὑπὸ Θηβαίων οὐκ ἔφερον τὸ τειχήρεις
Θηβαῖοι ὑπὸ τῶν ἀσθενεστέρων ἐκρατήθησαν , πολλοὶ δὲ εἰς πολιορκίαν κατακλεισθέντες καὶ δεινότερα ἢ Λακεδαιμόνιοι πάσχοντες διέφθειραν τοὺς ἐπιστρατεύσαντας .
5225555 ἠμυνοντο
ἐντὸς τῶν τειχῶν ἐγκαθείρξαντες ἔπειτα ἐπάλξεσι καὶ πύργοις καὶ βέλεσιν ἠμύνοντο , ὅπως μὴ εἰσίοι ἔξωθεν παρ ' αὐτούς ,
οἱ δὲ μὴ ἐνδοῦναι : ῥᾷον δ ' οἱ Λακεδαιμόνιοι ἠμύνοντο ἢ ἐν τῷ πρίν , οὐκ οὔσης σφῶν τῆς
5224497 διαρρειν
βοῇ ῥηγνύναι τὴν γῆν . παροιμίαν οὖν ἐν τῇ Σάμῳ διαρρεῖν τὴν λέγουσαν μεῖζον βοᾷ τῶν νηάδων . ὀστᾶ δὲ
ἄλλοι λέγουσι χειμώνων γενομένων καὶ τῶν Ἀρκάδων ἀρξαμένων ἀπιέναι καὶ διαρρεῖν ἀτάκτως , [ οἱ δὲ ] τρεῖς μῆνας ἐμμεμενηκότας
5220531 ἐφευγον
τοῦ ὑπ ' Ἀργείων . πάλιν δὲ φέβοντο ἀντὶ τοῦ ἔφευγον . . . . χρυσὸν Ἀλεξάνδροιο δεδεγμένος , ἀγλαὰ
Ἰνδῶν ὅσοι ἑκόντες σφᾶς ἐνέδοσαν . οἱ δὲ φοβεροὶ γενόμενοι ἔφευγον ἀπολιπόντες τὰς πόλεις . καὶ Ἀλέξανδρος , ἐπειδὴ ἐξηγγέλθη
5219260 ἐπισιτισαμενοι
καὶ εὐθὺς ἀνήχθησαν εἰς Σηστόν . ἐκεῖθεν δ ' εὐθὺς ἐπισιτισάμενοι ἔπλευσαν εἰς Αἰγὸς ποταμοὺς ἀντίον τῆς Λαμψάκου : διεῖχε
ἐν ταῖς ναυσίν , ἐς Σάμον ἀπέπλευσαν . ἐκεῖθεν δὲ ἐπισιτισάμενοι αὖθις ἐπέπλεον τῇ Μιλήτῳ : καὶ τὰς μὲν πολλὰς
5214431 ἀμησαι
τοῖς Αὐτομόλοις ἔφη ἵνα τὰ λῇα συγκαρκινωθῇ . τὸ δὲ ἀμῆσαι καὶ θερίσαι : καὶ τὸ πρᾶγμα οὐ μόνον θέρος
τῶν ὑποδημάτων ἔλεγον ὡς Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικός . τὸ δὲ ἀμῆσαι καὶ θερίσαι : καὶ τὸ πρᾶγμα οὐ μόνον θέρος

Back