| μῆνές με μικρὸν καὶ μέγαν διώρισαν . Τοιόσδε δ ' ἐκφὺς οὐκ ἂν ἐξέλθοιμ ' ἔτι ποτ ' ἄλλος , | ||
| χρεών , οὐδ ' ἀδίκων γενεάν : ὁ γὰρ οὐδενὸς ἐκφὺς χρόνος δικαίους ἐπάγων κανόνας δείκνυσιν ἀνθρώπων κακότητας ἐμοί . |
| δίκαις καὶ κρίσεσι διεφθαρμέναις ἀλλήλους τρίβουσι , τουτέστι καταπονοῦσι θεῶν ὄπιν οὐκ ἀλέγοντες : καὶ τούτοις ἑπόμενος ἐπάγει τρισμυρίους εἶναι | ||
| καὶ ἱστορίαν σοφοὶ περὶ μὲν Ἡρακλέους σχέτλιος , οὐδὲ θεῶν ὄπιν ᾐδέσατ ' οὐδὲ τράπεζαν τὴν ἥν οἱ παρέθηκεν : |
| , κοὔποτ ' αὖθις , ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν , οὔθ ' ὑμεναίων | ||
| ξυνωιδοὶ κακοῖς , ἴτ ' ὦ ξυναλγηδόνες , χορὸν τὸν Ἅιδας σέβει : διὰ παρῆιδος ὄνυχι λευκᾶς αἱματοῦτε χρῶτα φόνιον |
| , ἐπειδὴ ἐπηράσατο διὰ ξιφῶν αὐτοὺς τὴν οὐσίαν νείμασθαι . δατητὰς ] μεριστής . θ Ἄρης ] σίδηρος . ἀρὰν | ||
| ἐκ πυρὸς συθεὶς θηκτὸς σίδαρος : πικρὸς δὲ χρημάτων ἴσος δατητὰς Ἄρης ἀρὰν πατρῴαν τιθεὶς ἀλαθῆ . ἔχουσι μοῖραν λαχόντες |
| δὲ καὶ φλεγμονὰς τῶν αἰσθητηρίων , ἔτι δὲ τὰς ἐντὸς κακότητας , οἷς ἀναγκαστῶς , ἅτε παρεσπαρμένη τοῖς πόροις , | ||
| ἀδίκων γενεάν : ὁ γὰρ οὐδένος ἐκφὺς χρόνος δείκνυσιν ἀνθρώπων κακότητας . ἔτι ὁ Εὐριπίδης : Οὐ γὰρ ἀσύνετον τὸ |
| ' ἀμφαίνους ' ἐλπὶς ἀμύνει φροντίδ ' ἄπληστον † τὴν θυμοφθόρον λύπης φρένα . † κύριός εἰμι θροεῖν ὅδιον κράτος | ||
| Ἐκτελέσειν πείσειε καὶ ἀνέρι φάρμακα δοῦναι Λυγρὰ , τάπερ κακότητα θυμοφθόρον οἶδεν ὀπάζειν , Οὔτε χάριν φιλίης ἑτέρῳ κατὰ νεῖμαι |
| ενωευδε ? ? ? ? ? ? ? [ ] ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν ? ? [ ] ! ! ! ! | ||
| στεροπῆτι κεραυνῶι . νῦν δ ' ἱκέτις ἥκω παρ ' ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν , ὥς με πρόφρων πέμψηι ἕδρας εἰς εὐαγεόντων |
| εἶναι τὰ ὡραῖα , τῶν δὲ πιόνων τὰ θυν - νεῖα . Ἱκέσιος δ ' ἱστορεῖ οὐκ εἶναι εὐεκκρίτους κοιλίας | ||
| , παράνυμφον Ἕλληνες . νῆστις Ἀττικοί , νήστης Ἕλληνες . νεῖα τὰ εἰς παρασκευὴν πλοίου ξύλα . νουθέτησις Ἀττικοί , |
| ταῖς παρεκβάσεσι , σφόδρα δόξομεν τῶν ἀντιπολεμούντων ὑπερέχοντες καταβαίνειν . φθονερὰ δ ' ἄλλος ἀνήρ : ἄλλος ἀνὴρ ὁ βάσκανος | ||
| δὲ συνανθρωπευόμενα καὶ ἀσπαστικά , ὡς κύων , τὰ δὲ φθονερὰ καὶ φιλόκαλα , ὡς ταώς . καὶ τὰ μὲν |
| πυκνὸς τοὺς κλάδους καὶ πολυστέλεχος εὐθύς ἐστιν ἐκ ῥιζῶν . δῃάλωτον ] ὑπὸ τοῦ πολέμου κρατηθεῖσαν . δῃάλωτον ] καὶ | ||
| ἐκ ῥιζῶν . δῃάλωτον ] ὑπὸ τοῦ πολέμου κρατηθεῖσαν . δῃάλωτον ] καὶ ὑπὸ τοῦ πολέμου ἁλωθεῖσαν . δῃάλωτον ] |
| ὃν στρέφοντες καὶ ἱμαντίῳ τύπτοντες ἐκτύπουν . Ἔστι ῥόμβος καὶ φαρμακίδων τροχὸς παρὰ Θεοκρίτῳ , καταγοητευόμενος ἐν τῷ στρέφεσθαι . | ||
| βροτοῖς κατὰ μακρὸν Ὄλυμπον . κρημναμένη δύναται γὰρ ἀποστρέψαι κακότητας φαρμακίδων τε κακῶν καὶ βάσκανα φῦλ ' ἀνθρώπων . πρώτη |
| λειμώνι ' ἔπαυλα μηνῶν ἀνήριθμος αἰὲν εὐνῶμαι χρόνῳ τρυχόμενος , κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ ' ἀνύσειν τὸν | ||
| ἀπὸ λόγων ποριζομένοις ἀγαθὸν εἶναι . ἡμεῖς δὲ ἐτηρήσαμεν πᾶσι κακὰν τὸ τοιοῦτο γενόμενον : οὐδὲν γὰρ τῶν μὴ ἀργῶν |
| λέγεται ἀπειλῆφθαι ἐν οὐρανῷ ἀθανασίᾳ τιμηθείς . ἄλλως . πῦρ παγκρατές : τὸ πάντων κρατοῦν καὶ δεσπό - ζον διὰ | ||
| πηλίου , ἵνα αὐτὸν οἱ κένταυροι φονεύσωσιν : Πῦρ δὲ παγκρατές . τὴν εἰς πυρὸς καὶ λεόντων φύσιν μεταμόρφωσιν τῆς |
| καὶ τῆς ἀνεξαπατήτου ἐλπίδος τυγχάνει . γνώσῃ δ ' ἀνθρώπους αὐθαίρετα πήματ ' ἔχοντας τλήμονας , οἵ τ ' ἀγαθῶν | ||
| ὄντων οὔτ ' ἐσορῶντες οὔτε κλύοντες καὶ διὰ τοῦτ ' αὐθαίρετα πήματ ' ἔχειν λεγόμενοι . αἰτία οὖν ἑλομένου , |
| τῶι τέλει παράγραφος . μεγαλόμητις ] μεγαλόβουλος . περίφρονα ] ὑπέρφρονα . ἔλακες ] εἶπες . Μαίνεταί σου ἡ φρὴν | ||
| . τοῖς Σούσοις . νέα ] † ἤγουν μωρὰ καὶ ὑπέρφρονα . μνημονεύει ] † Ἀττικῶς τὸ μνημονεύω αἰτιατικῶς ὡς |
| δὲ τοῦ Πύρρου συντεθνήσκει ἐξ ἀσιτίας καὶ λιμοῦ , τῶι πόθωι τῶι ἐκείνου . καὶ θεριστήν τις ἀετὸς ἐρρύσατο θανάτου | ||
| ἄν . ἐγὼ γὰρ ἄλλους εἰσορῶν τεκνουμένους παίδων ἐραστὴς ἦ πόθωι τ ' ἀπωλλύμην . εἰ δ ' ἐς τόδ |
| ὀλβίοισιν † ἐν ὥραις . Ἀθανάτων θεότιμε θεῶν μῆτερ , τροφὲ πάντων , τῆιδε μόλοις , κράντειρα θεά , σέο | ||
| καὶ τοῦ αἴ . θηλαμών ἡ τροφός . . θηλαμὼν τροφὲ ἐκ τοῦ θηλὴ θηλαμών . τροφὸν δὲ αὐτὴν τὴν |
| ' οὐδὲν πρᾶγμά σοι : τὰ πλεῖστα γὰρ ἀποπεπόνηκας . Φῦ , ἰοὺ τῆς ἀσβόλου . Αἰθὸς γεγένημαι πάντα τὰ | ||
| μ ' ἀποσβεσθὲν λάθῃ πρὸς τῇ τελευτῇ τῆς ὁδοῦ . Φῦ φῦ . Ἰοὺ ἰοὺ τοῦ καπνοῦ . Ὡς δεινόν |
| ἐν μέσῳ . οὔτε γὰρ οἴκτῳ τῶν δεομένων ἠδίκησας τὴν πλουτοῦσαν μερίδα οὔτε χάριτι τῶν εὐπορούντων τοὺς ἐν ἐνδείᾳ προήχθης | ||
| ὁ μετριώτατον λαβών . ὅστις γυναῖκ ' ἐπίκληρον ἐπιθυμεῖ λαβεῖν πλουτοῦσαν , ἤτοι μῆνιν ἐκτίνει θεῶν ἢ βούλετ ' ἀτυχεῖν |
| ἀναγκαίως ἔχον : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀνάγκης τι ποιούντων . Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ μηδενὸς μετεχόντων . | ||
| : ἐπὶ τῶν κακὰ ἑαυτοῖς ἐπισπωμένων . Ἄπληστος πίθος . Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ μηδενὸς μεταλαγχανόντων . |
| οὐδέ τι παιδὸς ἐνὶ μεγάροις ' ἀλέγουσιν , οὐδ ' ὄπιδα τρομέουσι θεῶν : μεμάασι γὰρ ἤδη κτήματα δάσσασθαι δὴν | ||
| . ὀπιδνοτάτη : τιμία καὶ ἐπιστροφῆς ἀξία , παρὰ τὴν ὄπιδα καὶ ἐπιστροφήν , διὰ τὸ τιμωρεῖσθαι τοὺς ἐπιόρκους . |
| πεφόβηται τὰς πόλεις καὶ ὅτι συστάντων ἡμῶν οὐδ ' ἡντινοῦν ἐλπίδ ' ἔχει περὶ τῶν πραγμάτων . ἡμέτερον τοίνυν ἐστὶν | ||
| βελτίονες . ἀπαλλαγείην τοῦ Κρόνου τούτου ποτέ . λεπτὴν ἔχοντες ἐλπίδ ' εἰς σωτηρίαν μὴ μεῖζον ἔστω τῆς νεὼς τὸ |
| βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις : σημαίνει τὴν φήμην καὶ τὴν ῥῆσιν : Μίμνερμος | ||
| ἀγγέλου . διήκει ] διέρχεται . θοὰ ] ταχεῖα . βάξις ] φήμη τοῦ πυρός . ἐτητύμως ] ἀληθῶς . |
| μειλίξαντ ' ἀποπέμψαι ἐπὴν ἐθέλωντι νέεσθαι , Μοισάων δὲ μάλιστα τίειν ἱεροὺς ὑποφήτας , ὄφρα καὶ εἰν Ἀίδαο κεκρυμμένος ἐσθλὸς | ||
| , Κλυταιμήστρα , κράτος : δίκη γάρ ἐστι φωτὸς ἀρχηγοῦ τίειν γυναῖκ ' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ ' |
| μολγοὶ ἔσονται . ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . καὶ σὺ κυρηβιοπῶλα Εὔκρατες στύππαξ . τί γὰρ | ||
| . Ἀριστοφάνης : ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Σώφρων δὲ στρουθωτὰ ἑλίγματά φησιν ἐντετιμημένα . Ὅμηρος |
| ἕπονται Κῆρες ἀναπλάκητοι . Ἔλαμψε γὰρ τοῦ νιφόεντος ἀρτίως φανεῖσα φάμα Παρνασσοῦ τὸν ἄδηλον ἄνδρα πάντ ' ἰχνεύειν : φοιτᾷ | ||
| ὀτραλέως δ ' ἀνόρουσε πάτηρ [ ] ? φίλος : φάμα δ ' ἦλθε κατὰ πτόλιν ? εὐρύχορον ? ? |
| ! ! ! ! [ ] τοσα ? [ ] σδε [ ] λου ? ? ? [ ] ! | ||
| × – ˘ – × – ˘ × [ ] σδε ? . [ [ ! [ ! ] ! |
| ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι . | ||
| ' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , |
| . λαμπρὰν δ ' ἔδειξ ' ὁ χρόνος τὰν Ἡρακλέος ἀλκάν : ὃς γᾶς ἐξέβας θαλάμων Πλούτωνος δῶμα λιπὼν νέρτερον | ||
| ἐρεμναι [ ] [ ] ελλαις [ ] τ ' ἀλκάν . [ ἕκαστος ] ἀνήρ [ πατρίδος ] αἵ |
| , ὅς κε φύγῃσι . σὺ δ ' Ἕκτορι θυμὸν ἀπούρας : ἡ διπλῆ ὅτι Ἕκτορι ἀντὶ τοῦ Ἕκτορος καὶ | ||
| τῶν ἀποσπώντων τοὺς ὅρους τινός : ἀπουρήσας καὶ ἐν συγκοπῇ ἀπούρας , . , , . . α . , |
| | εδ | [ | ιςαι | [ πατ [ δεο [ τα ? [ εα [ λα [ παι | ||
| στυγερῆς τέρεν ὤλεσεν ἄνθος . . , . [ ] δεο ? ! ? [ [ ] ἀπείρονα γαῖαν καὶ |
| ἀγλαόκαρπος ἁλὸς σχεδόν ἐστιν ἐλαίη , γείτοσιν ἐν γουνοῖσιν ἐπακταίη τεθαλυῖα , κεῖθι δὲ πουλύποδος νόος ἕλκεται , ἠΰτ ' | ||
| αἰνοῦ ὄμβρος ἐπιβρίσας , ἣ δ ' ἀλθομένη ἀνέμοισι μειδιάᾳ τεθαλυῖα πολυκμήτῳ ἐν ἀλωῇ : ὣς ἄρα τειρομένοιο Φιλοκτήταο πάροιθε |
| δημοκρατίᾳ τῶν νόμων ἴσον μέτεστιν , οὕτω παρ ' ἡμῖν ἰσομοιρία τις τῶν ζεφύρου καλῶν , καὶ οὐδεὶς πώποτε διψῶν | ||
| ἤτοι τῶν ἄλλων . αἰκία : κάκωσις . καὶ ἡ ἰσομοιρία : καὶ τὸ κοινωνεῖν πάντας ἐπίσης τῶν κακῶν , |
| . . . [ ] οσε῀ [ ? [ ] ενθ [ [ ] ! [ . . . , | ||
| . . . . [ ] ! [ [ ] ενθ ! [ [ ] εσακε [ [ ] ! |
| ναυτω ? [ [ ἀνάγκη ] κα [ [ ] ξυνοικει ? ? ? [ [ ] ν γέρας ? | ||
| ναυτω ? [ [ ἀνάγκη ] κα [ [ ] ξυνοικει ? ? ? [ [ ] ν γέρας ? |
| ] πονν ? ? ! ! [ [ | ] ησ ? [ [ | ] ! ε ? [ | ||
| [ ] ην ? [ ] ! ου [ ] ησ [ ] ! σ ? α ? [ ] |
| [ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδνὰν [ [ ] ! [ . . . . | ||
| [ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδνὰν ? [ [ ] ! [ ] του ? |
| εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον , | ||
| πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ , |
| με κωλύσει τυχεῖν οὗ ὀρέγομαι . Ἂν τῶν σῶν τινος ὀρέγῃ καὶ τῶν ἀκωλύτων , πῶς σε κωλύσει ; Οὐδαμῶς | ||
| καὶ καθισταμένην τὴν ὄρεξιν , τῶν δ ' ἀπροαιρέτων οὐδενὸς ὀρέγῃ , ἵνα καὶ τόπον σχῇ τὸ ἄλογον ἐκεῖνο καὶ |
| ἀπὸ τότε οὖσα παῦσον σου κάματον ἐν σώματι : μηκέτι κάμνε ὡς ἐπιζητεῖν τίς οὐρανὸς ἢ πόθεν ὕδωρ . εἰ | ||
| , εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν , μὴ κάμνε λίαν δαπάναις : ἐξίει δ ' ὥσπερ κυβερνάτας ἀνήρ |
| ' οὐκ ἐφίλασεν , ἀλλ ' ὅτι βουκόλος ἐμμὶ παρέδραμε κοὔποτ ' ἀκούει [ χὠ καλὸς Διόνυσος ἐν ἄγκεσι πόρτιν | ||
| νεάταν ὁδὸν στείχουσαν , νέατον δὲ φέγγος λεύσσουσαν ἀελίου , κοὔποτ ' αὖθις , ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας |
| βασιλεὺς ἐπονομάζεται , Πολιεύς τε καὶ Ὁμόγνιος καὶ Φίλιος καὶ Ἑταιρεῖος , πρὸς δὲ τούτοις Ἱκέσιός τε καὶ Φύξιος καὶ | ||
| εὐθύ . Ἐπιστρεφέως . ἐπιμελῶς . Ἐλῶν . ἐλάσας . Ἑταιρεῖος . ὁ Ζεύς . Ἐπαμησάμενος . ἀνακινήσας . Ἐνωμοτία |
| κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ ' ἀνύσειν τὸν ἀπότροπον ἀΐδηλον Ἅιδαν . Καί μοι δυσθεράπευτος Αἴας ξύνεστιν ἔφεδρος | ||
| ἀπ ' αὐτῶν , λέγει δέ που καὶ τὸ μισητὸν ἀπότροπον , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ ἀπότροπον . μεθέσθαι |
| : σὺ δ ' ὄρνυ ' ἐς βαρύβρομον πέλαγος : Κρονίδας [ ] δέ τοι πατὴρ ἄναξ τελεῖ Ποσειδὰν ὑπέρτατον | ||
| μεγαινήτους [ ] λιπών . [ Τῶν ] ἕνα οἱ Κρονίδας [ ] ὑψίζυγος Ἰσθμιόνικον [ ] θῆκεν ἀντ ' |
| τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος | ||
| τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος |
| : εὐωχίας , ἕνεκα εὐωχίας . Ἀμενηνός : ἀσθενής . ἐπέσπασεν : ἀντὶ τοῦ ἐσπάσατο , ἢ εἵλκυσεν , ἢ | ||
| † ἀπαιτήσειν . πημάτων ] † βλάβης , συμφορᾶς . ἐπέσπασεν ] † εἰς ἑαυτὸν ἐπέφερεν . πεφεύγασιν ] † |
| ἐλῶσι ] ἐλάσωσιν . βουκολούμενος ] περιέπων , ἐνεργῶν . ἄγκαθεν ] ἐν ταῖς ἀγκάλαις . μὴ ἀδικεῖν ] συνίζησις | ||
| βουκολούμενος ] περιέπων , ἐνεργῶν . βουκολούμενος ] περιέπων . ἄγκαθεν ] ταῖς ἀγκάλαις . μάθε ] ἐπίστασαι . σθένος |
| τὰ παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . . αἰανῆ ] ἀχλύος γέμοντα . βάγματα ] φωνήματα . . | ||
| πέμποντος . παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . αἰανῆ ] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα |
| ἐν δὲ τῷ πλαζόμεθα τετληότες μετάθεσιν ποιητέον , οἷον πλαζόμενοι τέτλαμεν . οὐδέ τις αἶα τηλουρός : οὐδὲ αὐτῷ πολὺ | ||
| , , . ; . . . . . : τέτλαμεν : . . . ὁ δὲ Φιλόξενος ἀξιοῖ εἶναί |
| ῥύωνται ἑλκομένην , ἀπάτην δὲ περιπροθέουσιν ἁπάντῃ , οἴστρῳ θηλυμανεῖ βεβιημένοι : οἱ δ ' ἐλάτῃσι νῆα κατασπέρχουσιν ὅσον σθένος | ||
| ; ἔμπεδον ἀθανάτων ἔσαν αἵματος , οἷον ὑπέσταν ἔργον ἀναγκαίῃ βεβιημένοι . αὐτὰρ ἐπιπρό τῆλε μάλ ' ἀσπασίως Τριτωνίδος ὕδασι |
| πρὸς μέγα λέγεται μικρόν , καὶ τὸ δῶρον παρὰ τοῦ δωρουμένου δωρεῖται , καὶ τὰ ὅμοια . Καὶ φθορὰ δὲ | ||
| θεῶν πεπλασμένην , ἀλλὰ κοινῇ ὑπὸ πάντων , ἄλλο ἄλλου δωρουμένου καὶ προστιθέντος , οὐδαμῶς σοφὸν οὐδ ' ἐπ ' |
| ' ἐδόκουν χρυσῆς παρὰ δῶρον ἔχοντα ἐλθεῖν Κυπρογενοῦς . δῶρον ἰοστεφάνου γίνεται ἀνθρώποισιν ἔχειν χαλεπώτατον ἄχθος , ἂν μὴ Κυπρογενὴς | ||
| κνώσσεις . καὶ ἐν ἄλλοις ἐπ ' Ἀρχεμόρου εἴρηκεν : ἰοστεφάνου γλυκεῖαν ἐδάκρυσαν ψυχὰν ἀποπνέοντα γαλαθηνὸν τέκος . Κλέαρχος δ |
| ἐσθλὸν ὀπάζων . Ἱμερόεσς ' , ἐρατή , πολυθάλμιε , παμβασίλεια , κλῦθι , μάκαιρ ' Ὑγίεια , φερόλβιε , | ||
| , σὺ δέ κεν θυμηδέα νόστον ἕλοιο ; μὴ τόγε παμβασίλεια Διὸς τελέσειεν ἄκοιτις , ᾗ ἔπι κυδιάεις : μνήσαιο |
| ὦ Ἐτέοκλες , ἀρχηγέτα τῶν κακῶν . ἄναξ ] + ἀρχηγέ . ἀρχηγέτα ] οὐ γὰρ ἂν τὰ παρόντα συνέβη | ||
| τοῦ ἀλλαντοπώλου καὶ ἑνὸς τῶν οἰκετῶν . ΓΘ ταγέ : ἀρχηγέ , ἡγεμών . καὶ Ὅμηρος “ παρὰ δ ' |
| θοοὺς βάλλουσα λέοντας : αὐτὴ γάρ μιν ἔτευξε καὶ ἐν φθιμένοισιν ἀγητὴν Κύπρις ἐυστέφανος κρατεροῦ παράκοιτις Ἄρηος , ὄφρά τι | ||
| Αἰσχύλος ἐν Νηρεΐσιν . οἱ ὑπομνηματισταὶ παρὰ τὸ οὐχ ὁσίη φθιμένοισιν ἐπ ' ἀνδράσιν εὐχετάασθαι , ἵνα ἦι ὁ νοῦς |
| ] ἀνεγείρεται . καχλάζει ] βοᾷ . μεταξὺ δ ' ἀλκά : μεταξὺ δὲ ἡμῶν δι ' ὀλίγου ἐστὶν ἡ | ||
| . τελέθοντος ] ὑπάρχοντος ἐκείνου . οὔτις ] ἐστί . ἀλκά ] βοήθεια , ἤγουν οὐδεὶς τοῖς τοιούτοις βοηθεῖ . |
| Κοτυτταρίς : ὄνομα κύριον . [ ἢ ] παρὰ τὸν κότον ἴσως πεποίηται : καὶ γὰρ οἱ γέροντες ὀξύθυμοί εἰσιν | ||
| ὁρῶν τὰ πράγματα . Ὀλοκοτίνιν : διὰ τὸ τὸν ὅλον κότον ἐν αὐτῷ . Οὐρανός εἴρηται διὰ τὸ ὁρᾶσθαι ἄνω |
| ὁ γεγωνὼς λόγος : οὗτος δὲ ἢ ἀκριτόμυθός ἐστι καὶ ἀδόκιμος ἢ κεκριμένος καὶ δόκιμος : εἰς ἔννοιαν δ ' | ||
| δόξα ἔπαινος : καὶ ἐμὲ ἀλᾶσθαι ἥτις ἔσωσά σε : ἀδόκιμος φαῦλος : σημεῖα γάρ ἐστι τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ |
| καὶ μετρίως διεθέμην , ὡς μήτε ὑπέρφρων μήτ ' αὖ κατεπτηχὼς δόξαι , νεώτερα δὲ οὐδ ' ἐπὶ Νέρωνα ἐνεθυμήθην | ||
| ὁ ἐκ τοῦ πονεῖν καὶ ἐργάζεσθαι ζῶν , πτωχὸς δὲ κατεπτηχὼς καὶ προσαιτῶν . ἦλθε δ ' ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος |
| [ χθονίων ] καθαρά , χθονίων βασίλεια , Εὖκλε καὶ Εὐβουλεῦ καὶ ὅσοι θεοὶ δαίμονες ἄλλοι : καὶ γὰρ ἐγὼν | ||
| ἄριστε , ἁβροκόμη , φιλέρημε , βρύων ὠιδαῖσι ποθειναῖς , Εὐβουλεῦ , πολύμορφε , τροφεῦ πάντων ἀρίδηλε , κούρη καὶ |
| πῶς ποτ ' ἀμφιπλήκτων ῥοθίων μόνος κλύων , πῶς ἄρα πανδάκρυτον οὕτω βιοτὰν κατέσχεν : ἵν ' αὐτὸς ἦν πρόσουρος | ||
| . ὦ θεομανές τε καὶ θεῶν μέγα στύγος , ὦ πανδάκρυτον ἁμὸν Οἰδίπου γένος : ὤμοι , πατρὸς δὴ νῦν |
| φωνὴν τὴν τοῦ ἵππου καταλαβέσθαι , καὶ τῆς ἰδίας φωνῆς ἀπεστερήθη . Ὅτι οἱ φθονεροὶ ζητοῦντες τὰ παρὰ τὴν φύσιν | ||
| πράσσειν , οὐχ ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀλλ ' ὑπὸ τῆς τύχης ἀπεστερήθη τῶν πραγμάτων : ἀπεστέρηται δὲ τοσοῦτον χρόνον , ἕως |
| ἔλπομαι μὴ χαλκοπάραον ἄκονθ ' ὡσείτ ' ἀγῶνος βαλεῖν ἔξω παλάμᾳ δονέων , μακˈρὰ δὲ ῥ̄ίψαις ἀμεύσασθ ' ἀντίους . | ||
| εἰ δὲ χάρις τοῖς ποιήμασιν ἐπακολουθήσει , ἀγνοεῖ . μοιριδίῳ παλάμᾳ : δαιμονίᾳ μηχανῇ καὶ τέχνῃ . Χαρίτων κᾶπον : |
| ἀπορία τελέθει , τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας Διὸς Κόρινθος . Ὥρα πότˈνια , κάρυξ Ἀφˈροδίτας ἀμβροσιᾶν φιλοτάτων , ἅ τε παρθενηΐοις | ||
| ἔνθα κελαινώπεσσι Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ ' αὐτῷ . πότˈνια δ ' ὀξυτάτων βελέων ποικίλαν ἴϋγγα τετˈράκˈναμον Οὐλυμπόθεν ἐν |
| Δεινομένει . Φίλιον ἐξεύρωμεν ] Προσφιλῆ ἐπινοήσωμεν . Τῷ πόλιν κείναν ] * Τῷ καὶ ᾧτινι Δεινομένει ἔκτισεν ὁ Ἱέρων | ||
| ἡ ψυχὴ βίᾳ συντριβομένου τοῦ σώματος . Σπάρταν ἔλαχες , κείναν κόσμει : τὰς δὲ Μυκήνας ἡμεῖς ἰδίᾳ . Σπιθαμὴ |
| ταῦτα ἐφ ' αὑτὸν ἰέναι νομίζει , καὶ οὕτως ἔχει περιφόβως ὡς ξύμπαντας ἐκείνους τοὺς θανάτους ἀποθανούμενος : καὶ περιβλέπειν | ||
| ὅσῃ γὰρ ἀπορίᾳ λείπομαι φίλων οὐκ ἀγνοεῖς . ἐπιστέλλω δὲ περιφόβως οὕτως ἔχων , οὔτε τὴν τῶν πολεμίων ἰσχὺν πεφρικὼς |
| τοὺς μὲν τείνειν , τοὺς δ ' ἀντισπᾶν ; Πληγὰς λήψεσθ ' , Ἁργεῖοι . Εἶά νυν . Εἶα ὤ | ||
| . ἐὰν οὖν ταῦτα λέγῃ , ἐνθυμεῖσθ ' ᾧ ῥᾳδίως λήψεσθ ' αὐτὸν ψευδόμενον . πρῶτον μὲν γὰρ οὐκ ἐκ |
| γείτονας ποιήσεις . τοῦτον ἔνιοι τῶν ποιητῶν ἐπίφατον καλοῦσι καὶ ἐπίρρητον . διπλοῦν καὶ διπλάσιον , φησίν , διαφέρει . | ||
| καὶ τῶν ἄλλων γενῶν ἱερῶν τε ὄντων καὶ θεοφιλῶν , ἐπίρρητον δὲ καὶ θῆλυν σοφίαν προελόμενος . καὶ ὡς οὐ |
| ! ! ! ! ] λαρως ? ! ? ! ἐπεφράσσαντο νε [ τεν ! ! ! ! βοτάνηισιν Ἀχαιίδος | ||
| ὅτ ' εἰαρινὸς θύννων στρατὸς ὁρμήσωνται . χῶρον μὲν πάμπρωτον ἐπεφράσσαντο θαλάσσης οὔτε λίην στεινωπὸν ἐπηρεφέεσσιν ὑπ ' ὄχθαις οὔτε |
| ] ! ! [ ! ! ! ! ! ] δρακοντ ? [ ] [ ! ! ] φιδ ? | ||
| , εἰπών : παῖδες Ἀρίστωνος κλεινοῦ θεῖον γένος ἀνδρός . δρακοντ ? [ ] τηνου [ ] ὀργὴν ! [ |
| πέπονμέτρον γὰρ ἔχεις γλυκεροῖο ποτοῖο στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ ' ἑταίρους : δείδια γὰρ τριτάτης μοίρης μελιηδέος | ||
| γὰρ ἔχεις γλυκεροῖο ποτοῖο , στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ ' ἑταίρους : δείδια γὰρ τριτάτης μοίρης μελιηδέος |
| , ἢ ἔσυρεν , ἐποίησεν . ἀπέσπασεν : ἐκράτησεν . ἠπεροπεύσας : ἀπατήσας : ἠπεροπεύειν κυρίως ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων τῶν | ||
| βροτῶν ὁσίων τε κυρῆσαι φῶτά τε τισαίμην ὃς ἐμὸν νόον ἠπεροπεύσας ὠδύσατο Ζῆνα ξένιον ξενίην τε τράπεζαν . ὁ αὐτὸς |
| ἐν ἀμφιρύτῃ Διονύσου μαρτυρίῃσι . Μαῖράν τε κλυμένην τε ἴδον στυγερήν τ ' Ἐριφύλην , ἣ χρυσὸν φίλου ἀνδρὸς ἐδέξατο | ||
| εἶναί οἱ τυτθόν γε δέος μή πού τινα μῆτιν φράσσωνται στυγερήν , οὐδ ' υἱέος Ἀψύρτοιο , ἀλλ ' ἐνὶ |
| λαβών , τὸν Ἑλένης φόνον διώκων , κἀμὲ μὴ σώιζειν θέληι σύγγονόν τ ' ἐμὴν Πυλάδην τε τὸν τάδε ξυνδρῶντά | ||
| σπάσας ; οὐ δῆτα : θυγατρὶ δ ' , ἢν θέληι , δώσω κτανεῖν . οἴμοι : τί δῆτά ς |
| ὦ τεκοῦσα , καὶ σύ , σύγγονε , ἐν γῆι πατρώιαι , καὶ πόλιν θυμουμένην παρηγορεῖτον , ὡς τοσόνδε γοῦν | ||
| : . . . . δημιουργὸν γὰρ γενέσθαι τὸν Σωκράτην πατρώιαι τέχνηι χρώμενον τῆι λατυπικῆι Ἀριστόξενος ἱστορεῖ : καὶ Τίμαιος |
| τορῶς τέκμηρον ὅ τι μ ' ἐπαμμένει παθεῖν : τί μῆχαρ , ἢ τί φάρμακον νόσου ; δεῖξον , εἴπερ | ||
| αὐτόχειρ ἄναξ , γένους παλαιόφρων μέγας τέκτων , τὸ πᾶν μῆχαρ οὔριος Ζεύς . ὑπ ' ἀρχᾶς δ ' οὔτινος |
| συνείην δόμοις πόλει τε πατρώιαι , τερπνῶν ὕπνων ἀπόλαυσιν , κοινὰν χάριν † ὄλβα † . ἀλλ ' οἵδε χέρας | ||
| εἷς μοῦνος [ ] ἀνθρώποις θεὸς | [ εἵσατο ] κοινὰν [ ] ἁλίου [ ] μοῖραν φυλάττων τάνδε ” |
| τὴν Παφίην . Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη . | ||
| Πραξιτέλης ; Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο , οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης , ὥς ποτε κρινομένη |
| , ἅμα ] ζαθέῃ ? σέο νύμφῃ . χεῖραν ἐμοὶ ἀτάνυσσον [ , ἐπεὶ ] ξένος [ ] εἰμὶ ? | ||
| στρατίαρχε μέγιστε καὶ ὕπατε , πάτερ ἀνάκτων , χεῖραν ἐμοὶ ἀτάνυσσον ἐμὴν πενίην διασῶσαι . [ ἤλυθον ] οὐκ ὄλβον |
| καὶ μὴν ἀμείβει καινὸν ἐκ καινῶν τόδε : ξιφηφόρον γὰρ εἰσορῶ πρὸ δωμάτων βαίνοντ ' Ὀρέστην ἐπτοημένωι ποδί . ποῦ | ||
| μ ' ἔχει . Ὦ θεοί , τίν ' ὄψιν εἰσορῶ ; Τίς εἶ , γύναι ; Σὺ δ ' |
| . βαθεῖαν : τὴν συνετήν . ὑπέχων : ὑποτιθείς . ἀγροτέραν : ἀγρευτικὴν τῶν ἡδέων , θηρευτικωτέραν πρὸς τὸ πορίζειν | ||
| ἀπὸ τῶν ἐν βάθει ὑδάτων . τὴν ἅπαντα ἀγρεύουσαν . ἀγροτέραν : ἀντὶ τοῦ εὐαγροτέραν , καὶ θηρευτικὴν εἰς τὸ |
| δῷσι παλίντιτα ἔργα γενέσθαι : νήποινοί κεν ἔπειτα δόμων ἔντοσθεν ὄλοισθε . ” ὣς φάτο Τηλέμαχος , τῷ δ ' | ||
| τλάμων ἔπαθον μεγάλων ἄξι ' ὀδυρμῶν . ὦ κατάρατοι παῖδες ὄλοισθε στυγερᾶς ματρὸς σὺν πατρί , καὶ πᾶς δόμος ἔρροι |
| λεύσσειν πτώματα νεκρῶν τρισσῶν ἤδη τάδε πρὸς μελάθροις κοινῶι θανάτωι σκοτίαν αἰῶνα λαχόντων . οὐ προκαλυπτομένα βοτρυώδεος ἁβρὰ παρῆιδος οὐδ | ||
| αἰθέρ ' ἵκανεν . ” ὅτε δὲ θηλυκῶς , τὴν σκοτίαν σημαίνει : “ ἀὴρ γὰρ παρὰ νηυσὶ βαθείη , |
| προσυπακουστέον τὸ πράσσει με ἐκ τοῦ προκειμένου . ἀπαιτεῖ τὸ θεόδματον χρέος . τὸ δὲ γεγωνεῖν οἱ μὲν ἀπὸ τῆς | ||
| εἰλαπίνας ] τ ' ἐν [ – ˘ρεις ] ἕξειν θεόδματον [ ] πόλιν . [ Μέλλον ] ἄρα πρότερον |
| Γαῖα δὲ τὰν μαντείων ἀφείλετο τιμὰν Φοῖβον φθόνωι θυγατρός . ταχύπους δ ' ἐς Ὄλυμπον ὁρμαθεὶς ἄναξ χέρα παιδνὸν ἕλιξεν | ||
| , ἀφροσύνᾳ πρόσω βιοτὰν τεκμαιρόμενοι . ὁ δ ' ἀμφιβάλλει ταχύπους κέλευθον ἕρπων σκοτίαν , ἄφνω δ ' ἄφαντος προσέβα |
| ς ' ἀπέστειλεν βροτῶν . Φανοτεὺς ὁ Φωκεύς , πρᾶγμα πορσύνων μέγα . Τὸ ποῖον , ὦ ξέν ' ; | ||
| μὴ δύνασθαι ὑπερβαλέσθαι αὐτόν . τροπικῶς δὲ λέγει συνήθως . πορσύνων ] διδούς . πημονὴν ] τιμωρίαν . ἀρκύστατον ] |
| παιδίον ἀπέθανεν . ἰδὼν οὖν πλῆθος λαοῦ συνελθὸν ἔλεγεν : Αἰσχύνομαι εἰς τοσοῦτον ὄχλον μικρὸν παιδίον προφέρειν . Σχολαστικὸς οἰκίαν | ||
| δὲ μή , νενόηκ ' ἐγώ : μισῶμεν ἀλλήλους . Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ |
| εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ ' ἡ τύραννος | ||
| ' εὐσεβοῦς πατρὸς κρείσσω φανεῖσαν † τἄμ ' ἀποδοῦναι † λέχη . εἰ δ ' ἐμὲ γυναῖκα τὴν ἐμὴν συλήσετε |
| , ὡς ἂν τῶν πολισσούχων θεῶν βωμοὺς προνάους καὶ † πολισσούχων ἕδρας εὕρωμεν , ἀσφάλεια δ ' ᾖ δι ' | ||
| , στρατῷ τε θάρσος τῷδε πυργηρουμένῳ , βρέτη πεσούσας πρὸς πολισσούχων θεῶν αὔειν , λακάζειν , σωφρόνων μισήματα ; μήτ |
| Ἐρινὺν Ἔριν εἶπεν . ὑποκοριστικῶς Ἔριν εἶπε τὴν Ἐρινύν . παιδολέτωρ δ ' ἔρις : ὑποκοριστικῶς τὴν Ἐριννὺν Ἔριν εἶπεν | ||
| φρένας : οὐ γὰρ ἂν ἠράσατο τοῖς παισίν . θ παιδολέτωρ δ ' Ἔρις : ταῦτα παρορμᾷ : δῆλον δὲ |
| εἶναι πρῶτον οὐκ ἐπίστασαι . πῶς δ ' οὐχί ; τἄμ ' ὀλωλόθ ' εὑρίσκων ἄγω . ποίοισιν εἰπὼν προξένοις | ||
| οἷά τ ' εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ |
| ] ἠδὲ γυναῖξιν [ . ] [ λώιόν ἐστιν ἑὸν παναοίδιμον οὔνομα μέλψαι ] , [ ὅττι χάρις καὶ ] | ||
| ? ? ? ? ? ἀειρομένοισι , λαμπετόοντα ? βίον παναοίδιμον ? ? [ ] ? εἰρήναισιν ? ? ? |
| “ τί κάλλιον ἀρχομένοισιν ἢ καταπαυομένοισιν , ἢ βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν ἀεῖσαι ” ; ΓΘ ἀρχομένοισι | ||
| φοίνικα παρ ' ἁβροκόμαν , ἔνθα λοχεύματα σέμν ' ἐλοχεύσατο Λατὼ Δίοισί σε κάποις . οἴμοι , μέγας θησαυρὸς ὡς |
| τρίτη ἐπιφάνεια , τέταρτον στερεόν . . . . , Πίστις γε μὴν καλεῖται [ . ἡ δεκάς ] , | ||
| δὲ τὰ τῆς εὐνομίας δηλοῦν , ἅπερ γίγνεται πρότερα . Πίστις μὲν πρώτη ἐγγίγνεται ἐκ τῆς εὐνομίας μεγάλα ὠφελοῦσα τοὺς |
| ὅμοιον τῷ Ϛʹ : τὸ ζʹ ” ἐν τελεταῖς ἁγίαις ἀναδείκνυται “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ζʹ : τὸ ηʹ ” | ||
| ] ἤγουν ὁ διδάσκαλος . τελεταῖς ] ἑορταῖς τῶν μυστηρίων ἀναδείκνυται ] ἀναφαίνεται . , ἀποφαίνεται . δωρήματα ] ἀναθήματα |
| μ ' Ἀργείων ἢ Φθιωτᾶν ἢ νησαίαν ἄξει χώραν δύστανον πόρσω Τροίας ; φεῦ φεῦ . τῶι δ ' ἁ | ||
| Τὸ προσαίνειν ἀντὶ τοῦ τρέφειν . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ πόρσω , τὸ μακράν , ἐξ οὗ καὶ πόρσιον τὸ |
| στυγήσας : λίμνᾳ δ ' ἔμβαλε πορφυροειδεῖ τὰν μελανόζυγ ' ἄταν . τὸ πρὸς γυναικῶν δ ' ἐπιδὼν παλαίφατον ἁμέτερον | ||
| ὦ Πελασγία , τιθεῖσα λευκὸν ὄνυχα διὰ παρηΐδων , αἱματηρὸν ἄταν , κτύπον τε κρατός , ὃν ἔλαχ ' ἁ |
| ἡ συμποδίζουσα καὶ μὴ ἐῶσα φυγεῖν . καμψίπους ] ἡ κάμπτουσα τῶν κολαζομένων τοὺς πόδας ἢ ἡ μὴ ἐῶσα τοὺς | ||
| πέριξ ὅμως ἐς τὸν ἀδελφὸν βλέπει τὸ γόνυ ἐς γῆν κάμπτουσα . τὸ δὲ τῆς ῥοιᾶς ἔρνος αὐτοφυές , ὦ |
| φροντίδι εἰσὶ , φροντίζονται . δολόφρονα μῆτιν : δόλον . ὑφαίνων : ποιῶν . Ἀναψάμενος : δεσμήσας . ἀκροτάτοιο : | ||
| ἔπεμψεν ἐπιστολήν , δι ' ἑνὸς δὲ ῥήματος πᾶσαν ἦλθεν ὑφαίνων , ὥστε με καὶ πρὸς γέλωτα ὑπενεχθῆναι . διὰ |
| φθόγγον ] φωνήν , λαλιάν . φθόγγον ] διάλεκτον . χέουσαν ] ἔχουσαν . χέουσαν ] σκορπίζουσαν . χέουσαν ] | ||
| γὰρ Θηβαῖοι τὴν τῶν Ἀθηνῶν διάλεκτον ἀπεφθέγγοντο . Ἑλλάδος φθόγγον χέουσαν ] Ἑλληνίδα τυγχάνουσαν . Ἑλλάδος φθόγγον χέουσαν ] ἤτοι |
| τίκτειν ὕδερον : πᾶσα γὰρ εἴτε θερμὴ δυσκρασία εἴτε ψυχρὰ χρονίζουσα καὶ ἐπικρατοῦσα καταβάλλει τὴν δύναμιν καὶ τὴν τροφήν . | ||
| ἔχουσα τὸ πονοῦν σύντομον ἔχει τὸν χρόνον , ἡ δὲ χρονίζουσα περὶ τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον . Ἀδικοῦντα |