? ? κράτει θεραπευόντων με καὶ προσκυνούντων ἐδυνάμην εἰς κόρον ἐκπλῆσαι πᾶσαν ἀπόλαυσιν : ἦν τε ἄν μοι τοῦτο ποιήσαντι | ||
δὲ καὶ ὅταν ἐπιπονήσαντες ἀγαθόν τι πράξωσιν οἱ στρατιῶται , ἐκπλῆσαι τὰς γνώμας αὐτῶν : ὥστε καὶ τοῦτο μεμαθήκασι πάντες |
ϲυχναί , βαθεῖαι , τρηχεῖαι . ὄχθοι ἐϲ τὸ πρόϲωπον ϲκληροί , ὀξέεϲ : ἄλλοτε μὲν ἐϲ κορυφὴν λευκοί , | ||
ὡϲαύτωϲ διοριϲτέον . Ψυχρᾶϲ καὶ ξηρᾶϲ καρδίαϲ ϲημεῖα . Ϲφυγμοὶ ϲκληροί : ἀοργητότατοι πάντων οὗτοί εἰϲι : βιαϲθέντεϲ μέντοι τιϲὶν |
ἐπὶ πρᾳότητι καὶ φιλανθρωπίᾳ , ὧν δὴ γνήσιον κληρονόμον σαυτὸν ἀποφαίνεις : τρίτον συναυξηθῆναι τιμαῖς τὴν γερουσίαν , βασιλικωτάτην ἁπασῶν | ||
με , τὸν σεαυτοῦ υἱόν , ὦ πάτερ , ἐπονείδιστον ἀποφαίνεις , μᾶλλον δὲ σεαυτόν , ὃς τοιαῦτα γεννᾷς καὶ |
παλαιῷ θερμῷ ἢ Ϲικυωνίῳ πλὴν τῆϲ κεφαλῆϲ τροφήν τε προϲάγειν ϲιτώδη χυλὸν ἔχουϲάν τινοϲ τῶν αὐϲτηρῶν , οἷον ῥοιᾶϲ , | ||
οἶνον κεκραμένον : ἤδη δὲ τοῦ βρέφουϲ λαμβάνοντοϲ ἀδεῶϲ τὴν ϲιτώδη τροφήν , ὅπερ ὡϲ ἐπὶ τὸ πολὺ γίγνεται περὶ |
ἀρκοῦν . ἐγὼ καὶ θύμου κορύμβων # α ἔμιξα . Κυμίνου ἀποβραχέντοϲ ὄξει καὶ πεφρυγμένου # β , πεπέρεωϲ , | ||
οἴνου ξστ . ε . μέλιτος ξστ . α . Κυμίνου γράμματα ιβ . οἴνου ξέστ . ε . μέλιτος |
] ? ? ? . } καὶ τοῦτό μου τὸ χρέοϲ καταψευ [ [ ! ] ! ! τετ ? | ||
, μεταβάλλειν χρὴ τὴν θεραπείην τοῖϲι θερμαί - νουϲι : χρέοϲ μὲν γλευκίνου ἢ ϲικυωνίου ἀντὶ ῥοδίνου : εἰρίοιϲι δὲ |
σκυθρωποί . φυσιάμασιν ] ἀναπνοαῖς . δυσφιλῆ λίβα ] οἷον αἱματηράν . κόσμος ] ὃν ἔχουσι περικείμενον ἑαυταῖς . τὸ | ||
ἀλλ ' ἀπ ' αὐτῶν , δι ' ὠμὰν ἔριν αἱματηράν . θεῶν τῶν κατὰ γᾶς ὅδ ' ὕμνος . |
- εντ ' ὀλολυγμὸν ἀνδρὸς θεινομένου , γυναικός τ ' ὀλλυμένας : τί γὰρ κεύθω † φρενὸς θεῖον ἔμπας † | ||
λαοῦ . λαΐδος ὀλλυμένας ] ἤτοι τῆς λείας . λαΐδος ὀλλυμένας ] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . |
[ ' ὀλίγον , πάλιν τι πράξω προπετές ; οὐδὲ μέμψομαι [ Γλυκέραι . διαλλάγηθι , φιλτάτη , μόνον . | ||
τὰν Τιμαγήτοιο παλαίστραν αὔριον , ὥς νιν ἴδω , καὶ μέμψομαι οἷά με ποιεῖ . νῦν δέ νιν ἐκ θυέων |
' ἔτι καὶ ἐσομένου . Καὶ ταῦτα μὲν Ἀθηναῖοι , καταστάντων σφι εὖ ἤδη τῶν πρηγμάτων , πιστεύσαντες εἶναι ἀληθέα | ||
χωρήσαντες καὶ ἐκ τῶν ἐνεδρῶν προσπίπτουσιν . καὶ ἐς φόβον καταστάντων διαφθείρονταί τε πολλοὶ τῶν Χαόνων , καὶ οἱ ἄλλοι |
, , , . . Σ . εἴρερον εἰσανάγουσι . εἴρερον ἅπαξ εἰρημένον . . . . . , . | ||
δέ τ ' ὄπισθε κόπτοντες δούρεσσι μετάφρενον ἠδὲ καὶ ὤμους εἴρερον εἰσανάγουσι , πόνον τ ' ἐχέμεν καὶ ὀϊζύν : |
ἀγαυόν , οἵ κε θεοῦ μέγα δῶρον ἐπισταμένως φορέωσι . Τόλμα δ ' ἀθανάτους καὶ ἐνηέϊ μειλίσσεσθαι μαγνήσσῃ : τὴν | ||
φίλον , τὸ δ ' οὐ καλὸν οὐ φίλον . Τόλμα πρήξιος ἀρχή , τύχη δὲ τέλος κηρίης : . |
οὕτως λέγομεν , ὅτι τάχιστα ἀναπτύει καὶ εὐανάγωγά εἰσι τὰ ἀναπτυόμενα . πλὴν δεῖ εἰδέναι ὅτι κατὰ τοῦ πρώτου ἁρμόζει | ||
εἰσὶ κακά . εἰ δὲ μηδὲν ἀναπτύεται , ἢ καὶ ἀναπτυόμενα ἐλάχιστα πάνυ καὶ ὀλίγα ἀναπτύεται , καὶ ἐπὶ τούτοις |
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! πατρὸ ] ? ! [ ] τό τε ὕψος καὶ | ||
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! πατρὸ ] ? ! [ ] τό τε ὕψος καὶ |
Ἐνορέω γὰρ ὑμῖν οὐκ οἵοισί τε ἐσομένοισι τὸν πάντα χρόνον πολεμέειν Ξέρξῃ : καὶ γὰρ δύναμις ὑπὲρ ἄνθρωπον ἡ βασιλέος | ||
μὲν προπέμψαι βασιλέα , ἅμα δὲ ἀνωρίην εἶναι τοῦ ἔτεος πολεμέειν , χειμερίσαι τε ἄμεινον εἶναι ἐν Θεσσαλίῃ , καὶ |
χρόνον δὲ αὐτοῦ οἱ ἀπόγονοι γενόμενοι ἱροφάνται τῶν Χθονίων Θεῶν διετέλεον ἐόντες , Τηλίνεω ἑνός τεο τῶν προγόνων κτησαμένου τρόπῳ | ||
ἄλλως τὸ νούσημα ἐπίδημον ἦν : τὰ δ ' ἄλλα διετέλεον ἄνοσοι . Πρωῒ δὲ τοῦ ἦρος ἤρξαντο καῦσοι , |
γυμνοῦ τὸν βίον , ἄμφω ταῦτα μελετᾶτε , κακολόγοι καὶ βοροὶ πρός τε τούτοις ἄνοικοι καὶ ἀνέστιοι βιοῦντες . : | ||
, ἀλλὰ ἀναχέηται ξὺν τῷ αἵματι ἐϲ τὸ πᾶν . βοροὶ μέν , ἰϲχνοὶ δέ : ὕπνοϲ γὰρ αὐτέοιϲι οὔτε |
καταπληξάμενος ἠνάγκασε πάλιν πειθαρχεῖν Ἀθηναίοις . σπονδὰς δ ' ἐποίησαν τριακονταετεῖς , Καλλίου καὶ Χάρητος συνθεμένων καὶ τὴν εἰρήνην βεβαιωσάντων | ||
[ ] εἰς τὰ κοινὰ διατηρεῖν , ὡς λόγον ἀποδιδόντες τριακονταετεῖς δεχθήσονται , ἐφ ' ἃ διατείνωσι ἄν . οὐ |
ἄρ ' ἡβήσαι τε καὶ ἥβης μέτρον ἵκοιτο , παυρίδιον ζώεσκον ἐπὶ χρόνον , ἄλγε ' ἔχοντες ἀφραδίῃς : ὕβριν | ||
δὴ κακὸν εἶχ ' , ἐνόησε . Πρὶν μὲν γὰρ ζώεσκον ἐπὶ χθονὶ φῦλ ' ἀνθρώπων νόσφιν ἄτερ τε κακῶν |
Αἰαῖος , ἢ Ἀλθαιάτης , ἢ Ἀλθαιανός . . . ἀλθαίνω : παρὰ τὸ ἄλθω ἀλθαίνω : ἢ παρὰ τὸ | ||
βαρυτόνων συμφώνου ψιλοῦται , οἷον ἀλδαίνω , τὸ αὔξω , ἀλθαίνω , τὸ θεραπεύω , καὶ ἆλτο ἀντὶ τοῦ ἐπήδησε |
δευτεροβόλους ἐκάλεσεν . Ῥᾴδιον . ἀπόλυτον καθ ' αὑτό . Ῥᾷον . συγκριτικὸν πρὸς ἕτερον . Ῥᾷστον . ὑπερθετικόν . | ||
ἔσῃ . Ῥᾳθυμία γε τὰ πόλλ ' ἐλαττοῦσθαι ποιεῖ . Ῥᾷον βίον ζῇς , ἢν γυναῖκα μὴ τρέφῃς . Ῥύου |
δ , ὕδατοϲ # ε , μέλιτοϲ # β . Χυλοῦ μήλων Κυδωνίων # α , ῥόδων λι . γ | ||
χυλῶν : κεῖται ἐν τοῖς ἑδρικοῖς . Κηρωτὴ ποδαγρική . Χυλοῦ ἀλθαίας , τήλεως , λινοσπέρμου # β , ἐλαίου |
ιβ ἐλλεβόρου μέλανοϲ φλοιοῦ Γρʹ Ϛ ἐπιθύμου # α μέλιτοϲ λιτρʹ γ μαράθρου χυλοῦ λιτρʹ γ : ἕψε τὸν χυλὸν | ||
ξηροῦ χυλοῦ ⋖ δ ϲτροβίλων πεφρυγμένων # β μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου λιτρʹ α ὄξουϲ # α : τὸ ὀρόβινον βρέχε τῷ |
τούτων τῶν κακῶν , ὦ παῖ , γλίχει ; Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ ζευγάριον βοεικόν , εἰ γὰρ ἐμοὶ παυσαμένῳ τοῦ | ||
ἦν ἂν μικρὸν εἰ μὴ μισόδημον ἦν σφόδρα . Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ ζευγάριον βοεικόν , εἰ γὰρ ἐμοὶ παυσαμένῳ τοῦ |
] δημοσίων . δημίων ] τῶν τοῦ δήμου . Ξ μελόμενοι ] φροντίζοντες . Ξ μελόμενοι ] φροντίδα ἔχοντες . | ||
τί χρέος ; ἦ λόγων πόλεος , ἔνεπέ μοι , μελόμενοι τυχεῖν ; μήτ ' ἐκδοθῆναι μήτε πρὸς βίαν θεῶν |
ἡμῖν ποῦ ' στιν ; ἢ κόμποι μάτην ; σφαλέντες οἰχόμεσθα : πρὸς σὲ δ ' ἥκομεν . ἰδίαι δοκῆσάν | ||
ἐν φάει βίος : [ ἢν δ ' ὑστερήσηις , οἰχόμεσθα , κατθανῆι : ] θανοῦσι δ ' αὐτοῖς συνθανοῦσα |
ἐλῶσι ] ἐλάσωσιν . βουκολούμενος ] περιέπων , ἐνεργῶν . ἄγκαθεν ] ἐν ταῖς ἀγκάλαις . μὴ ἀδικεῖν ] συνίζησις | ||
βουκολούμενος ] περιέπων , ἐνεργῶν . βουκολούμενος ] περιέπων . ἄγκαθεν ] ταῖς ἀγκάλαις . μάθε ] ἐπίστασαι . σθένος |
' ἄλλη σου κύων τῶν ὄρχεων λάβηται . Εἰ μὴ σιωπήσει , θενών σου ' κκοκκιῶ τὸ γῆρας . Ἅψαι | ||
μηκέτι φθέγγει καὶ τὴν δευτέραν μηδέπω , τοῦτον τὸν χρόνον σιωπήσει ἀντέχεσθαι . Τὴν λύραν τὴν ἐκ τῆς χελώνης φασὶ |
. . ἄλλ ' ἀποδάσσεσθαι , ὅσα τε πτόλις ἥδε κέκευθεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀμφιδάσεσθαι , δίχα | ||
. ἦ φίλος ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς |
σπάρους , χρυσάφια , κωβιούς , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ἀπέχεσθαι δὲ λαβρακίων , κεφάλων , γυλαρίων , ἀστακῶν , | ||
κοκκόδαφνα . Οἶνον παλαιόν , λεπτόν , εὐώδη πίνειν . Ἀπέχεσθαι δὲ πασῶν τῶν ὑγροτέρων τροφῶν , καὶ λαμβάνειν τὸ |
. Ἐσπεσέειν : εἰσελθεῖν . κευθμῶνα : τὸ βάθος . ἤντησαν : ἔτυχον , ἀπέλαυσαν . ἔρωτος : ἐπιθυμίας . | ||
ἐτάνυσσαν : ἥπλωσαν , ἐξήπλωσαν . Χαλεπῆς : κακῆς . ἤντησαν : ἀπέλαυσαν , ἐπέτυχον . Οἰδάνεται : ὀγκοῦται : |
. τῇ δὲ τῶν ἐθνῶν τούτων ἀπωλείᾳ πάντες οἱ πλησιόχωροι περίφοβοι γενόμενοι προσεχώρησαν τῷ βασιλεῖ . ὁ δ ' Ἀλέξανδρος | ||
Οἱ δ ' ὕπατοι τῇ κατόπιν ἡμέρᾳ συνεκάλουν τὴν βουλὴν περίφοβοι ὄντες ἐπὶ τοῖς καινοτομουμένοις καὶ τὴν τοῦ Βρούτου δημοκοπίαν |
καὶ τῶν ἀποβαλόντων τὰ φίλτατα οἱ μεμνημένοι τῶν ἐπιλελησμένων εἰσὶν ἀθλιώτεροι . εἰ δὲ καθελεῖν ἡμῖν ἐπιτρέψεις , ἔλαττον μὲν | ||
πολὺ τῶν τεθνεώτων τοῖς ζῶσι λυπηρότεροι ἦσαν καὶ τῶν ἀπολωλότων ἀθλιώτεροι . πρὸς γὰρ ἀντιβολίαν καὶ ὀλοφυρμὸν τραπόμενοι ἐς ἀπορίαν |
ἔξω μέρεσιν ἀβροχίαν , ἐν δὲ Λέοντι καρπῶν ἀφθονίαν καὶ ὄψιμον τὴν ἀνάβασιν , ἐν δὲ Παρθένῳ τὰ ἐν Συρίᾳ | ||
τίλις , καὶ μεταφυτεύεται γόγγυλα τῆς ἀγρίας , καὶ ἔντυβον ὄψιμον , καὶ σεῦτλον ἰδίως , καὶ μολόχιν ἰδίως : |
τοῦ προστάγματος δὲ τὸ ἀντίγραφον οὐκ ἄχρηστον οἴομαι κατακεχωρίσθαι . Πολλῷ γὰρ ἡ μεγαλομέρεια φανερωτέρα καὶ εὔδηλος ἔσται τοῦ βασιλέως | ||
' εἰς τόδ ' ἥξεις μὴ λέγων γε τοὔνδικον . Πολλῷ γε μᾶλλον , ἢν φράσω , διόλλυμαι . Ἁνὴρ |
, ἔξοιδα , πολλὴ τοῦδε τοῦ φορήματος : ὅμως δὲ τλῆθι : τοῖσι γενναίοισί τοι τό τ ' αἰσχρὸν ἐχθρὸν | ||
; πρῶτον μὲν οὖν μοι δεῦρ ' ἐπίστρεψον κάρα καὶ τλῆθι τοὺς σοὺς προσβλέπειν ἐναντίον ἐχθρούς : κρατῆι γὰρ νῦν |
τὸν μόσχον , καὶ ἑνώσας ἀνάπλασσε τῷ φυλαχθέντι μόσχῳ . Στύρακος καλαμίτου λίτρ . α . ἀλόης γοστ . ἄμβαρος | ||
, ζαρναβοῦ ἀνὰ # α , καρποβαλσάμου # α . Στύρακος , ἀμώμου , κόστου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , βδελλίου |
εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . πάμπαν ἀποσχόμενος : ἶσον δὲ τολμ ? ? [ εἰ ? δ ' ὦν ἐπείγεαι | ||
[ . ] . ] φρα ? ? [ ] τολμ ? ? [ ] εμουσα ! [ ] . |
καὶ διαφορούντων φαρμάκων προκαθαίροντας τὸ σῶμα , εἰ μεστὸν εἴη κακοχύμου . βουλόμενοι δέ τινες ῥωννύναι τὴν κεφαλὴν ἔμιξαν τοῖς | ||
, πληθωρικοῦ μὲν ὄντος μᾶλλον τοῦ σώματος , φλεβοτομίας , κακοχύμου δὲ καὶ περιττωματικοῦ , καθάρσεως . τούτοις καὶ τὸ |
ἄλλων πεφειϲμένη ἡ χρῆϲιϲ ἔϲτω , καὶ μάλιϲτα τραγήματοϲ παντὸϲ φείδεϲθαι . οἶνοϲ λεπτὸϲ καὶ λευκὸϲ χρήϲιμοϲ εἰϲ ἡδονὴν δὲ | ||
προϲαγέϲθω , οἷον ϲκόρδα θύμβρα ὀρίγανα γλήχων καὶ ῥαφανίδεϲ . φείδεϲθαι δὲ καὶ τούτων τοῦ πλήθουϲ , ἀεὶ δὲ τὴν |
πρόσφατον , νεωστὶ ἐστραμμένην , καινήν . . μὴ μὰν ἀσπουδί γε , δαμασσάμενοί περ , ἕλοιεν νῆας ἐυσσέλμουςἡ διπλῆ | ||
εἰρύατο : νῦν αὖτέ με μοῖρα κιχάνει . μὴ μὰν ἀσπουδί γε καὶ ἀκλειῶς ἀπολοίμην , ἀλλὰ μέγα ῥέξας τι |
. . . . [ ] ! [ [ ] νται κα ? [ [ ] ! την ψ [ | ||
[ ! ] [ ! ! ! ! ! ] νται ? , καὶ [ ] [ οἵτινες ] ? |
φλογὶ ἶσοι ἀολλέες ἠὲ θυέλλῃ Ἕκτορι Πριαμίδῃ ἄμοτον μεμαῶτες ἕποντο ἄβρομοι αὐΐαχοι : ἔλποντο δὲ νῆας Ἀχαιῶν αἱρήσειν , κτενέειν | ||
καὶ τὸν βουλόμενον τρῶσαι καὶ μὴ ἐπιτυχῆ ἤμβροτες λέγει . ἄβρομοι σὺν βρόμῳ πολλῷ : “ ἄβρομοι , αὐΐαχοι , |
Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ Μοίριχος , Μέγ ' , εἶπεν . οὐ πρῴην δύο χρυσοῦς λαβοῦσα | ||
. Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν , μὴ ταχὺς πένης γένῃ . Μέγ ' ἐστὶ κέρδος , ἢν διδάσκεσθαι μάθῃς . Μισῶ |
ἧδε κέκευθε : Τρωσὶν δ ' αὖ μετόπισθε γερούσιον ὅρκον ἕλωμαι μή τι κατακρύψειν , ἀλλ ' ἄνδιχα πάντα δάσασθαι | ||
εἰ δέ κε μὴ δώῃσιν , ἐγὼ δέ κεν αὐτὸς ἕλωμαι : πρὸς τὸ σχῆμα , ὅτι ἕλωμαι ἀντὶ τοῦ |
, τερεβινθίνης λι αʹ , ἀφρονίτρου γο Ϛʹ , λίθου ἀσσίου ἄνθους γο Ϛʹ , λιβάνου γο Ϛʹ , ἐλαίου | ||
, σμύρνης , πεπέρεως , ἁλῶν ὀρυκτῶν ῥυπαρῶν , λίθου ἀσσίου ἄνθους , στυπτηρίας σχιστῆς ἀνὰ γο αʹ , χαλβάνης |
, πᾶν δὲ ἀτελὲς καθὸ δυνάμει . διότι μὲν ὅλως ἐκβέβηκε τὸ δυνάμει , διὰ τοῦτο ἐνέργειαν αὐτὴν λέγομεν , | ||
τοῖς περὶ τοῦ ἀορίστου ὀνόματος , ὅτι τε οὐ παντάπασιν ἐκβέβηκε τῆς φύσεως τῶν ῥημάτων , ὅπερ συντόμως ὑπέμνησεν ὁ |
ἀπεψία καὶ ἡ ἀμυδρὰ πέψιϲ : μέγα δὲ καὶ ἀξιόλογον γνώριϲμα πέψεωϲ ἐν τοῖϲ πρώτοιϲ οὔροιϲ οὐδέποτε φαίνεται κατὰ τοὺϲ | ||
ἴδιον γὰρ ἐξαίρετόν ἐϲτι τοῦτο τῶν τοιούτων πυρετῶν . μέγιϲτον γνώριϲμα τῶν ἐπὶ ϲήψει πυρετῶν ἐϲτι καὶ ἡ τῆϲ θερμαϲίαϲ |
λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον ἑὸν βασίλεια Σελήνη | ||
σὺ , ὦ βασιλεῦ , ἡμέρως καὶ προσηνῶς τὸν λόγον δέχοιο , δεξιὰν προτείνων πλουτοποιὸν καὶ ταῖς ὑπὸ τὴν σὴν |
διοίξηις σφάγια καὶ τρώσηις φόνον ὀξύστομον μάχαιραν ἐς γαίας μυχοὺς κρύψον παρ ' αὐτὰς ἑπτὰ πυρκαιὰς νεκρῶν . φόβον γὰρ | ||
. κεκαρτέρηται τἄμ ' : ὄλωλα γάρ , πάτερ . κρύψον δέ μου πρόσωπον ὡς τάχος πέπλοις . ὦ κλείν |
. ὁ δ ' αὐτός φησι παρὰ τῷ Ξενιάδῃ καὶ γηρᾶσαι αὐτὸν καὶ θανόντα ταφῆναι πρὸς τῶν υἱῶν αὐτοῦ . | ||
ἐπιτείνεται μᾶλλον τὰ χαλεπά . οὐ ῥᾴδιον μὲν γὰρ ἄνδρα γηρᾶσαι τύραννον , χαλεπὸν δὲ τυράννου γῆρας , οὐχ οἷον |
. ἀνοήμονες οὐδέν ' ἁνδάνουσιν ἐν ὅληι τῆι βιοτῆι . ἀνοήμονες ζωῆς ὀρέγονται [ γήραος ] θάνατον δεδοικότες . ἀνοήμονες | ||
ἀνοήμονες τὸ ζῆν ὡς στυγέοντες ζῆν ἐθέλουσι δείματι ἀίδεω . ἀνοήμονες βιοῦσιν οὐ τερπόμενοι βιοτῆι . ἀνοήμονες δηναιότητος ὀρέγονται οὐ |
μὲν γᾶ τρέφει δεινὰ δειμάτων ἄχη , πόντιαί τ ' ἀγκάλαι κνωδάλων ἀνταίων βρύουσι , [ πλάθουσι ] βλαστοῦσι καὶ | ||
τοι καὶ παθεῖν ὀφείλεται ἀρτίδροπος ὀπώρα νεάζουσα μάντις μυχθίζειν κυμάτων ἀγκάλαι ὃς εἶχε πώλους τέσσαρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας ζόης |
τηκτά , καὶ πολίου κόμη ἐμπαϲϲέϲθω . καὶ πυρίη θερμὴ ϲπόγγοιϲι δάφνηϲ τοῦ καρποῦ καὶ ὑϲϲώπου ἑψήματι . ἐϲ δὲ | ||
ἢ οἴνῳ ἢ ὄξεϊ , μανδραγόρῃ , ἀκακίῃ . καὶ ϲπόγγοιϲι ἀντὶ τῶν εἰρίων χρέεϲθαι . μεϲηγὺ δὲ ὑποκλύζειν μαλάχηϲ |
ὅτι ἰδίως φίλε τέκνον ἀντὶ τοῦ φίλον τέκνον . καὶ ἄμυνε ἀντὶ τοῦ ἀμύνου . . μηδὲ πρόμος ἵστασο τούτω | ||
τελαμῶνα περὶ στήθεσσι φαεινὸν ἀσπίδος ἀμφιβρότης : ἀλλὰ Ζεὺς κῆρας ἄμυνε παιδὸς ἑοῦ , μὴ νηυσὶν ἔπι πρύμνῃσι δαμείη : |
προϲφάτου # Ϛ , λινοϲπέρμου χυλοῦ # Ϛ , κηροῦ τρακτοῦ # θ , ῥοδίνου λι . α , μέλιτοϲ | ||
ῥίζηϲ ἀπυραννοῦ χλωρᾶϲ λι . α , κη - ροῦ τρακτοῦ # ι , τῆϲ διὰ χυλοῦ # β , |
προσεφώνεεν Ἥρη : Ζεῦ πάτερ ἀργικέραυνε , τί ἢ Τρώεσσιν ἀρήγεις κούρης ἠυκόμοιο λελασμένος , ἥν ῥα πάροιθεν ἀντιθέῳ Πηλῆι | ||
πρότερον πόσιν οὐδὲ θύγατρα Ἑρμιόνην ποθέεις ; ἔτι δὲ Τρώεσσιν ἀρήγεις ; χάζεο καὶ θαλάμων ὑπερώιον εἰσαναβᾶσα σὺν πυρὶ μειλιχίῳ |
ιβʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις μιᾶς ὥρας τὸ γιεʹ . Ἡ δὲ Προκόννησος [ ] ἔχει τὴν μεγίστην | ||
∠ ʹγ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ὥρᾳ μιᾷ γιεʹ . Τῶν δὲ τῆς Καρμανίας διασήμων πόλεων : ἡ |
. Ἀλλὰ , φίλος , πρόφρων μ ' ὑποδέχνυσο καὶ κλύε μῦθον μειλιχίαις ἀκοαῖς , καὶ λισσομένῳ ὑπάκουσον Ἀξείνου Πόντοιο | ||
! οὐκέτι ] θωρηχθέντες [ Ζεῦ ] τῆλε ? ? κλύε ? ? ταῦτα ? [ ] [ ! ! |
δὲ ῥὶς ψυχρὸν πνεῦμα ἀφίησιν : τὰ ζωτικὰ ἐναντία . Πόνοι σιτίων ἡγείσθωσαν . Νούσων φύσιες ἰητροί . Ἀνευρίσκει ἡ | ||
διὰ οἷα , ἐξ οἵων , ἐς οἷα ἔχει . Πόνοι , ἀργίαι , ὕπνοι , ἀγρυπνίαι . Τὰ ἐν |
ξηροτέραϲ . Εἰ ταχέωϲ δὲ διψώδειϲ γίγνοιντο καὶ ὀλίγον αὐτοῖϲ ἀρκοίη τὸ ποτὸν καὶ βαρύνοιντο τῷ πλείονι καὶ κλύδωναϲ ἴϲχοιεν | ||
ξηροτέραϲ , εἰ ταχέωϲ διψώδειϲ γίγνοιντο , καὶ ὀλίγον αὐτοῖϲ ἀρκοίη ποτόν , καὶ βαρύνοιντο τῷ πλείονι καὶ κλύδωναϲ ἴϲχοιεν |
λυκόψολοϲ . ἀντὶ θείου ἀπύρου ϲανδαράχη . ἀντὶ ἰοῦ ϲιδήρου ϲκωρία ϲιδήρου . ἀντὶ ἰξοῦ δρυΐνου χαμαιλέων μέλαϲ . ἀντὶ | ||
χρῶμαι φαρ - μάκῳ ξηραίνοντι . ἡ δὲ τοῦ ἀργύρου ϲκωρία ὀνομάζεται ἕλκυϲμα : ξηραντικῆϲ δέ ἐϲτι δυνάμεωϲ . Ϲτίμμι |
σκόπει τὰ πρόσωφ ' , ἵνα γνῷς τὰς τέχνας . Αἰβοῖ τάλας . Ἐκεινονὶ γοῦν τὸν λοφοποιὸν οὐχ ὁρᾷς τίλλονθ | ||
; Σὺ μέντοι νὴ Δί ' . Υἱὸς Λαμάχου . Αἰβοῖ . Ἦ γὰρ ἐγὼ θαύμαζον ἀκούων , εἰ σὺ |
ιβʹ . χρῶ . Ἄλλο θαυμαστόν . Ἀσφοδέλου ῥίζας λαβὼν ξέε τὸ ἐπιπολῆς καὶ συγκόψας ἕψε σὺν ἐλαίῳ ἀρκοῦντι καὶ | ||
Τζέτζης λέγει : ἀλλ ' οὐδαμῶς , ἄνθρωπε : μηδαμῶς ξέε : οὕτω γάρ , οἶδα , Ἀττικοῦ τρόπου λόγος |
. . . . . . δραχ . δʹ ἀσπαλάθου ῥινήματος . . . . δραχ . γʹ σχοίνου ἄνθους | ||
σὺν τῷ σπόγγῳ , καθάπερ προείρηται . ἄλλο . μολίβδου ῥινήματος ⋖ ιστʹ . κωνίου , μάννης , ψιμυθίου ὑποκυστίδος |
τὴν ἰκμάδα τοῦ τῆϲ καρδίαϲ ϲώματοϲ , οἱ δὲ ἔτι μενούϲηϲ τῆϲ ὑγρότητοϲ γιγνόμενοι τὸ ϲῶμα τῆϲ καρδίαϲ καταλαμβάνοντεϲ ἐντεῦθεν | ||
ἐπὶ τὸν ἕτερον διὰ τῆϲ βάϲεωϲ τοῦ ϲταφυλώματοϲ διενεγκεῖν καὶ μενούϲηϲ τῆϲ πρώτηϲ βελόνηϲ κόψαντα τὴν διπλόην τοῦ λίνου τοῦ |
, ἀλλὰ πρὸς πλείονα σύστασιν καὶ ἐνθύμησιν τοῦ πάθους : ὀλοίμαν ἔγωγε : ἀπολοίμην πρίν σε ἀποθανοῦσαν ἰδεῖν καὶ πληρῶσαι | ||
ἔκλυες ὤν , ἀνήκουστα τᾶς τυράννου πάθεα μέλεα θρεομένας ; ὀλοίμαν ἔγωγε πρὶν σᾶν , φίλα , κατανύσαι φρενῶν . |
] θάρρος ἔχων . , θάρρει , μετὰ θάρρους . ἐπιχαλκεύειν ] τὸ ἐμὸν σῶμα . . ἐπιχαλκεύειν : ἐκ | ||
† εὐτελούσης δείπνου † . ἀμέλει ] ἀμελῶς ἔχε . ἐπιχαλκεύειν : ἀντὶ τοῦ ” παιδεύεσθαι “ . παρέχοιμ ' |
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος | ||
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς |
ἐν οἴκοις ἢ ὁρίοις Διός , τινὲς δὲ θηλειῶν θεῶν νεωκόροι , καὶ χρυσοφοροῦσι καὶ στεμματοφοροῦσιν . ὁ Ζεὺς ἐν | ||
ἐφάνη δ ' ἐκ τῶν ὕστερον . οἵ τε γὰρ νεωκόροι ἐν τούτῳ ὄντες ἡλικίας καὶ πάντες οἱ περὶ τὸν |
' ἀνδρῶν καὶ μειρακίων πινόντων : ὁμοῦ δ ' ἄλλων γρᾴδι ' ἦν μεγάλαισιν οἴνου χαίροντα λεπασταῖς . Θεόπομπος Παμφίλῃ | ||
ὠς ἀπόλωλο . Ποῦ τὸ γέροντ ' ἐντευτενί ; Ὦ γρᾴδι ' , ὦ γρᾶ ' . Οὐκ ἐπαινῶ , |
σου τὸ ἔργον ἦν , ἡλιάζεσθαι ; οὐχὶ δὲ τὸ εὐροεῖν , τὸ ἀκώλυτον εἶναι , τὸ ἀπαραπόδιστον ; καὶ | ||
πράγματα . θόρυβος ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀσπασμοί . ἀλλὰ τὸ εὐροεῖν ἀντὶ πάντων τῶν δυσκόλων . εἰ οὖν τούτων καιρός |
μακάρεσσι θεοῖσιν : ὣς δὲ Κλυταιμήστρη προλιποῦς ' Ἀγαμέμνονα δῖον Αἰγίσθωι παρέλεκτο καὶ εἵλετο χείρον ' ἀκοίτην : ὣς δ | ||
, χάριτα τιθεμένη πόσει : τεκοῦσα δ ' ἄλλους παῖδας Αἰγίσθωι πάρα πάρεργ ' Ὀρέστην κἀμὲ ποιεῖται δόμων . τί |
? ? ? [ ] [ ! ! ! ] θεο [ ] [ ! ! ! ] ! σσα | ||
δὲ πρὸς τὰς διαθέσεις , ὡς τὰ νάρδινα καὶ τὰ θεο - δότια καλούμενα . τὰ δὲ πρὸς ῥεύματα , |
ὁμογνωμονεῖν δὲ τῶι ποιητῆι καὶ τὸν Εὐριπίδην ἐν οἷς φησιν Εἰρήνα βαθύπλουτε , / καλλίστα μακάρων θεῶν , / ζῆλός | ||
[ καὶ πάντα διῆπε ] ? ζώι ' ἁ φίλολβος Εἰρήνα . Ἰώ , μέγιστε Κοῦρε , χαῖρέ μοι , |
καὶ ἀπαλθήσεσθον : σημαίνει δὲ τὸ ἰαθήσεσθον . τὸ δὲ ἀλθῶ παρὰ τὸ ἄλδω , ὃ σημαίνει τὸ αὐξάνω . | ||
: τὸ ἐθνικὸν Ἀπτερεύς . . . ἀπαλθήσεσθον : ἀλθέω ἀλθῶ πρώτης συζυγίας τῶν περισπωμένων , ὁ μέλλων ἀλθήσω ἀλθήσομαι |
, οὕτως αὐτοῦ ἀποδεχώμεθα . Καί μοι εἰπέ , ὦ Θρασύμαχε : τοῦτο ἦν ὃ ἐβούλου λέγειν τὸ δίκαιον , | ||
. Καὶ θεοῖς ἄρα ἐχθρὸς ἔσται ὁ ἄδικος , ὦ Θρασύμαχε , ὁ δὲ δίκαιος φίλος . Εὐωχοῦ τοῦ λόγου |
συντρέχειν φασίν . ὁ δὲ Πίνδαρος προστρατεύεταί τι λέγων ὅτι δίδυμαι ἦσαν ζωαί . δίδυμαι ζωαί : ζώσας αὐτὰς εἶπε | ||
μὲν νενικηκὼς Αἰγινήτης , αὐτὸς δὲ Θηβαῖος . πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θυγατέρες : Θήβη καὶ Αἴγινα αἱ Ἀσωποῦ τοῦ |
ἀνδρὶ μὴ γαμετὴν . Ἀμελοῦντα τοῦ ζῆν οὐκ ἔνεστ ' εὐσχημονεῖν . Ἀκμὴ τὸ σύνολον οὐδὲν ἄνθους διαφέρει . Ἀεὶ | ||
ἄλλον καὶ ἄλλον χρόνον εἴωθας ὑπερτίθεσθαι τὸ εὐροεῖν , τὸ εὐσχημονεῖν , τὸ κατὰ φύσιν ἔχειν καὶ διεξάγειν . εἰ |
καινοτομεῖν , καινοτομία . οὓς δὲ κατέλιπον μέσους κίονας οἱ μεταλλεῖς ἀνέχειν τὴν γῆν , οὗτοι μεσοκρινεῖς ὠνομάζοντο . ὑπόχρυσος | ||
, καὶ φαρμακεῖς , καὶ δημιουργοὶ σιδήρου λέγονται πρῶτοι καὶ μεταλλεῖς γενέσθαι . Ὠνομάσθησαν δὲ ἀπὸ τῆς μητρὸς Ἴδης . |
, πολὺ ἀμείνους τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ | ||
μύθων , ἀλλ ' ὅσῳ καρτερώτερον ἀπηντήσαμεν , τοσούτῳ δυσχερεστέρως ἀπαλλαττόμεθα . πῶς γὰρ διωσόμεθα , εἴ τις εἰς πυρετοὺς |
' ἡμέρας τινὰς ταὐτὸ συμβαίνειν , καὶ ταύτην τὴν περίστασιν κυκλουμένην ἀεὶ τοὺς συνεχεῖς τόπους χειμάζειν . οὐδὲν οὖν εἶναι | ||
φρόνημα ] γένοιτό μοι ? ? [ μάθησιν ] [ κυκλουμένην ] [ περῶντι : ] μετάρσιος ? [ θέλοιμ |
προσδοκῶντες , τὰς δὲ Ναξίων καὶ Καταναίων συμφορὰς ἀναλογιζόμενοι , κατεπλήττοντο , φοβούμενοι μὴ τοῖς αὐτοῖς περιπέσωσι δυστυχήμασιν . διόπερ | ||
δὲ τὴν Μοτύην κατοικοῦντες προσδεχόμενοι τὴν ἐκ Καρχηδονίων βοήθειαν οὐ κατεπλήττοντο τὴν Διονυσίου δύναμιν , ἀλλὰ πρὸς τὴν πολιορκίαν παρεσκευάζοντο |
ἔστι δὲ Ἀττικόν . λείπει οὖν ἡ σὺν πρόθεσις . πρόσελθ ' : πλησίασον , ἐγγὺς ἐλθέ . Γ ξυναυλίαν | ||
, πῶς ἔχεις ; Κακῶς καθάπερ σύ . Δεῦρο δὴ πρόσελθ ' , ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ |
ἀλλ ' ὅτε πάρεισιν αὗται , τότε μάλιστα προσβιάζεσθαι . φυλασσέσθω δὲ ἡ μαῖα τὸ εἰς τοὺς γυναικείους κόλπους τῆς | ||
τά τε κατεχόμενα τῶν μερῶν καὶ πολὺ τῶν παρακειμένων . φυλασσέσθω δ ' ὑγρὰ τὰ ἐπικεχρισμένα , καὶ ἀλλασσέσθω τὰ |
ἶσοι ἀολλέες ἠὲ θυέλλῃ Ἕκτορι Πριαμίδῃ ἄμοτον μεμαῶτες ἕποντο ἄβρομοι αὐΐαχοι : ἔλποντο δὲ νῆας Ἀχαιῶν αἱρήσειν , κτενέειν δὲ | ||
, ἔλπονται δὲ νῆας Ἀχαιῶν αἱρήσειν . ” καὶ τὸ αὐΐαχοι μετὰ ἰαχῆς μεγάλης , ὡς ἀχανὲς πέλαγος τὸ μεγάλως |
καὶ ταύτην ἐθεράπευσεν ἢ ἐπὶ θερμασίᾳ πυρεκτικῇ , τοὺς χυμοὺς χεούσῃ καὶ πεμπούσῃ τούτους περὶ τὴν κεφαλήν . καὶ ταύτην | ||
ὀιζυραί δέ οἱ αἰεὶ φθίνουσιν νύκτες τε καὶ ἤματα δάκρυ χεούσῃ . * ) ἀθετοῦνται στίχοι Ϛʹ ὅτι οὐδὲν εἴληφε |
: ὥδευσεν , ἐνεφιλοχώρησεν . Ἵλαοι : γράφεται ἵλαο . ἵλαθι : συγχώρησον . μενοινᾷς : προθυμεῖς . Ἄμμες : | ||
εἴτε σε Φόρκυν ἢ Νηρῆα θύγατρες ἐπικλείους ' ἁλοσύδναι , ἵλαθι καὶ νόστοιο τέλος θυμηδὲς ὄπαζε . ” Ἦ ῥ |
κατὰ φύσιν ἐπανῆλθον οὕτως . κηκίδας καύσας ἢ τρίψας καὶ διαμίξας σὺν φλοιῷ λιβάνου καὶ ὠοῦ λευκῷ κατάπλασσε . ἄλλο | ||
⋖ βʹ . ἐλαίου ἰρίνου κυάθους δʹ . τρίψας καὶ διαμίξας ἐλαίῳ καὶ προπυριάσας ἐπίχριε . ἄλλο . ὄφεος γῆρας |
καὶ αἱ ἰϲχάδεϲ πρὸϲ τὰ ϲῦκα . καὶ αἱ μὲν γλυκύτεραι θερμότεραι , αἱ δὲ αὐϲτηρότεραι ψυχρότεραι καὶ ἔτι μᾶλλον | ||
κοῦφαι , ἔτι δὲ καὶ τρόφιμοι , αἱ δὲ ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες μέσως εἰσὶ τρόφιμοι , διαχωρητικοί |
ὅϲον πλεῖϲτον ἔχουϲα ἐν ἑαυτῇ . εἰ δ ' ἐμπνευμάτωϲιϲ προϲγένοιτο , ϲυνεψεῖν δεῖ τῷ ἐλαίῳ κύμινον καὶ πήγανον καὶ | ||
τὸ ϲίελον παραρρεῖ . εἰ δὲ ϲὺν τούτοιϲ καὶ ῥῖγοϲ προϲγένοιτο , τάχιϲτα ἐμεῖται : εἰ δὲ καὶ ϲιτία νεωϲτὶ |
ἀναφύουσιν οἱ ὀδόντες . [ Πρὸς οὖλα βιβρωσκόμενα . ] Ἀριστολοχίας τρίψας μετὰ μέλιτος ἐπίπασον τὰ οὖλα , ἢ κέρας | ||
πρὸς τὰ ἐν ῥισὶν ἕλκη : ἔχει δὲ οὕτως . Ἀριστολοχίας , χαλβάνης , ἰοῦ , ὀποπάνακος , ἴρεως , |
συσκευάζοιτο ὡς ἐμβαλῶν εἰς τὴν αὑτοῦ χώραν . ἐὰν οὖν ἀφῇς με , ὦ Κῦρε , τὰ τείχη ἂν πειραθείην | ||
, αὕτη ἐγγύς ἐστι τῷ μὴ ἀνθρωπικὴ εἶναι . Ὅταν ἀφῇς πρὸς ὀλίγον τὴν προσοχήν , μὴ τοῦτο φαντάζου , |
α οὐκ ἀγορανομήσεις β οὐ κληρονομήσεις τὸν φίλον . μὴ ἔλπιζε γ ἕξεις ἐσχάτην καλήν , ὀλίγην δέ δ οὐχ | ||
, ἄρτι δὲ οὔ ε οὐ πρεσβεύσεις μόνος . μὴ ἔλπιζε Ϛ οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ ζ οὐ γενήσῃ |
θερμίνου ἴσα . Τρυγὸς κεκαυμένης , ἀσβέστου ζώσης , ἰοῦ ξυστοῦ ἴσα . ἀφαιρεῖ παραχρῆμα : ὅταν δ ' ἐκπέσῃ | ||
Ἄλλο . Ποιεῖ καὶ πρὸς τὸν λεγόμενον βάτραχον . Ἰοῦ ξυστοῦ , κηκῖδος , λεπίδος χαλκοῦ , χαλκίτεως ἴσα παράπτου |
εἶναι μὲν ὅσπερ εἰμί , φαίνεσθαι δὲ μή . ἄνασσα πράγους τοῦδε καὶ βουλεύματος ὦ Φοῖβ ' Ἄπολλον Λύκιε , | ||
ἂν τοῦ σκέλους ὑμᾶς λαβών τις ἐκτραχηλίσῃ φέρων . Ἄνασσα πράγους τοῦδε καὶ βουλεύματος , τί μοι σκυθρωπὸς ἐξελήλυθας δόμων |
τῶν ὑποκριτῶν . Ἀριστοφάνης δὲ ἐν Δαναΐσιν ἔφη κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος : Ἀλέξιδος δὲ καὶ δρᾶμα Σώρακοι . | ||
δηλονότι . τὸ παρὸν στράτευμα : τὸ τῶν Ἀθηναίων στρατόπεδον ξυνελέγη : συνηθροίσθη . ἄρας : τὰ ἱστία δηλονότι . |
εἱμαρμένης γάρ , φησί , πάντα κρατούσης , πρὸ καιροῦ λελύπηκας . . . . . : ἢ χρηστόν τι | ||
φήις ; οὐ κατὰ τρόπον ; τουτί με τῶν πάντων λελύπηκας μάλιστ ' εἰπών . ἐρᾶις : τοῦτ ' οἶδ |
ἀνακλύζεσκεν ἰοῦσαν νῆα ῥόος , πολλὸν δὲ † φόβῳ προτέρωσε νέοντο . ἤδη δέ σφισι δοῦπος ἀρασσομένων πετράων νωλεμὲς οὔατ | ||
' ἐσθλοῖο κυβερνητῆρος ἐπαύρῃ . τῶ καὶ Τίφυος οἵδε δαημοσύνῃσι νέοντο ἀσκηθεῖς μέν , ἀτὰρ πεφοβημένοι . ἤματι δ ' |
ἂν εἰς ὕπνον πέσῃ . Ὕπν ' ὀδύνας ἀδαής , Ὕπνε δ ' ἀλγέων , εὐαὴς ἡμῖν ἔλθοις , εὐαίων | ||
. Τὸν δ ' αὖτε προσέειπε βοῶπις πότνια Ἥρη : Ὕπνε τί ἢ δὲ σὺ ταῦτα μετὰ φρεσὶ σῇσι μενοινᾷς |
δεινὴ θεός , ἥ ῥά οἱ ἀχλὺν θεσπεσίην κατέχευε φίλα φρονέους ' ἐνὶ θυμῷ . θαύμαζεν δ ' Ὀδυσεὺς λιμένας | ||
βριαρήν περ ἐοῦσαν , σεύατ ' ἴμεν Πόντονδε , φίλα φρονέους ' ἐρέτῃσιν . ὡς δ ' ὅτε τις πάτρηθεν |