μηδὲν ἔχῃς κατ ' ἐμοῦ προφέρειν , ἐπὰν τὴν ὀφειλὴν ἐκπληρώσω . μόνον τύχωσι κἂν οὗτοί τινος σωτηρίας , ἵνα
ὑπῆρχον ἦν ἐφευρεῖν . ἐξαμαρτεῖν ] βαρβαρίσαι , σφαλῆναι , ἐκπληρώσω τὸ ἁμαρτεῖν ὃ μέλλω . οὑτοσὶ ] ὁ ἐμὸς
5163394 πεπονηκως
- σαιο , πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . εἰ δέ σοι καθεύδειν ἥδιον , ἐγὼ μὲν
τῷ Μικύλλῳ “ πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . ” Οὕτω Πιττακὸς ὥρισεν , εἷς τῶν ἑπτὰ
4844996 ἁλιακον
μαίνεσθαι ποιεῖ . Ὅταν δὲ τὴν λεύκην τις αὐτῶν πρᾳέως ἁλιακὸν εἶναι στέφανον εἴπῃ , πνίγομαι οὕτως ἐπ ' αὐτοῖς
μαίνεσθαι ποιεῖ : ὅταν δὲ τὴν λεύκην τις αὐτῶν πραέως ἁλιακὸν εἶναι στέφανον εἴπῃ , πνίγομαι οὕτως ἐπ ' αὐτοῖς
4765330 ἀναδραμε
πληρωθέντος τοῦ χρόνου ὑπερβῆναι τὴν Σελήνην τὸν ἴδιον σκοπόν . ἀνάδραμε γὰρ τὰς ἡμέρας καὶ στήσας τὴν Σελήνην ἐπὶ τὴν
μοι τὸ τέλος αὐτοῦ καὶ εἰ μὲν εἰς Σ λήγει ἀνάδραμε εἰς τοὺς εἰς Σ λήγοντας κανόνας καὶ οἵῳ ἂν
4615026 διασπειρει
καὶ κηλοῦν καὶ τὴν ψυχὴν διαχέον λεληθότως δι ' ὅλου διασπείρει τοῦ γράμματος , εἰς τροπὴν δὲ ὅ τι παρενήνεκται
ἐμπεσεῖται στοχαστικὴ ἀντίθεσις , ἥν τινα ὁ τοῦ πατρὸς κατηγορῶν διασπείρει πανταχοῦ , καὶ ἐν τῇ καταστάσει , καὶ ἐν
4535208 ἐπετρεψα
ἐκκλησίας οὔσης , ἀπεληλυθότος ἐμοῦ , οὐ γὰρ ἄν ποτε ἐπέτρεψα , καὶ τῶν πολλῶν διαφειμένων : οὗ τὸ κεφάλαιόν
χρῆσθαι δικαστηρίῳ , γνοὺς δὲ ἐγὼ δικαστὰς ὑμῶν αὐτοῖς οὐκ ἐπέτρεψα ζητεῖν ἀμείνους εἰδὼς ὑμᾶς βουλεύσεσθαί τι τοιοῦτον , ᾧ
4430528 διαστειλον
ἐμοῦ διάρτασον . . . Δ . : διάρτασον : διάστειλον . . . . . , . . .
αὐτὸν τῇ χαλκευτικῇ φύσῃ καὶ , ὅταν τοῦτο ποιήσῃς , διάστειλον αὐτὴν , ἕως οὗ θεάσῃ πᾶσαν πληρωθεῖσαν πνεύματος ,
4415207 καταπεφρονηκας
τούτοις βοῶντες πολλοὶ ἦσαν , λέγοντες ὡς σὺ ἐμοῦ μὲν καταπεφρόνηκας , ἄλλα δ ' ἐσπούδακας . ταῦτα δὴ διαβεβόηται
ὑπεξίστασθαι καλῶς εἶχεν , εἰ καὶ τοῦ Ἐπικούρου τοῦ πάνυ καταπεφρόνηκας . Ἐγέλασα , ἦ δ ' ὃς ὁ Ζηνόθεμις
4314535 ὡρμηθην
. ὁ δὲ λόγος : ὦ Ἑκάβη , πρὸς σὲ ὡρμήθην μετὰ σπουδῆς τὰς δεσποτικὰς σκηνὰς , τοῦ Ἀγαμέμνονος ,
δόξα παραστῇ τισι περὶ ἐμοῦ , βέλτιον ἀφ ' ὧν ὡρμήθην λόγων τε καὶ ὑπομνηματισμῶν προειπεῖν . ἐγὼ καταπλεύσας εἰς
4273062 ὀκταγωνον
αὐτοῖς . Λαβὼν δακτύλιον σιδηροῦν ποίησον γενέσθαι τὸ κρικέλλιον αὐτοῦ ὀκτάγωνον καὶ οὕτως ἐπίγραφε εἰς τὸ ὀκτάγωνον φεῦγε , φεῦγε
, τνη γʹ : τοσοῦτον ἔσται τὸ ἐμβαδόν . Ἔστω ὀκτάγωνον ἰσόπλευρόν τε καὶ ἰσογώνιον , οὗ ἑκάστη πλευρὰ ι
4261547 χρυϲιον
' εἰπεῖν , ὅτι πιὼν ] κᾆτ ' ἔλαβον τὸ χρυϲίον ] είτω ? τιϲ ὅ τι ποτὲ βούλεται ]
] ! ! ? ! ! ! ! [ τὸ χρυϲίον δὲ ? ? [ λάμβαν ] ' . οὐ
4251986 ὀψοποιειν
, οὐκ ἐμφαίνεται δὲ ἐνταῦθα τί σημαίνει . Ἄλεξις : ὀψοποιεῖν εὐφυῶς περὶ Σικελίαν ἔμαθον ὥστε τοὺς δειπνοῦντας εἰς βατάνειον
βατανίοισιν ἑφθός . Ἄλεξις ἐν Ἀσκληπιοκλείδῃ : οὕτως δ ' ὀψοποιεῖν εὐφυῶς περὶ τὴν Σικελίαν αὐτὸς ἔμαθον ὥστε τοὺς δειπνοῦντας
4238897 ἠλλαχθαι
γάμου ἢ παιδοποιίας καὶ οὐ δόξει οὗτος ἀντ ' οὐδενὸς ἠλλάχθαι τὴν ἀτεκνίαν , ἡ δὲ τοῦ Κυνικοῦ βασιλεία οὐκ
δύναμιν , ἣν ἄγων ἔργῳ τοσῷδε ἐπιχειρεῖς , μὴ νόμιζε ἠλλάχθαι , ἀλλὰ μέμνησο ἀκριβῶς , ὅτι Οὐολούσκων τε καὶ
4189293 σαυτον
. λέγομεν γοῦν ὅτι ἔβλαψα ἐγὼ ἐμαυτόν , καὶ σύ σαυτόν , κἀκεῖνος ἑαυτόν . οὐ λέγομεν δὲ ὅτι ἔβλαψα
τὸ ῥῆμα τοῦτ ' εἶναί τι μεμεριμνημένον τὸ “ γνῶθι σαυτόν ” . ἐμμένειν τούτωι μ ' ἔα ὅσα τ
4152691 πεπορνευμενος
, ἐπὶ τέλει δὲ νικηθεὶς ὑπὸ τῆς χολῆς εἶπε καὶ πεπορνευμένος . Ἐπανάληψις γίνεται κατὰ τρόπους τρεῖς , ἐπὶ πράγματος
Διόνυσον οὐκ οἶδ ' ὅπως δυνήσομαι περιπλέκειν ὅλην τὴν ἡμέρανκαὶ πεπορνευμένος : ὁ γὰρ εἰκῇ τοῦτο καὶ πρὸς πολλοὺς πράττων
4126922 ἐμβιβαζων
ἧττον ἢ τοῦ δεχομένου τὴν τιμήν , ἐπεὶ καὶ Ἰάσων ἐμβιβάζων εἰς τὴν Ἀργὼ τὸν Ἡρακλέα νοῦν ἔχειν ἐδόκει .
πολλὰς , καθελκύσας τριήρη μίαν καὶ ἐς ταύτην ἀνὰ μέρος ἐμβιβάζων τοὺς στρατιώτας , ἵνα δοκοίη τοῖς πολεμίοις ἓν σκάφος
4083607 ἀπαλεξειν
: βούλημα δὲ καὶ σκοπὸν ἔχουσιν αἱ τῆς Θέμιδος θυγατέρες ἀπαλεξεῖν τὴν ὕβριν τὴν τοῦ κόρου μητέρα τὴν θρασεῖαν .
: βούλημα δὲ καὶ σκοπὸν ἔχουσιν αἱ τῆς Θέμιδος θυγατέρες ἀπαλεξεῖν τὴν ὕβριν τὴν τοῦ κόρου μητέρα τὴν θρασεῖαν .
4061754 κἀγω
γῆς ἀπελήλυθε ; φυλάττεται παρὰ τίσιν ; οὐ γὰρ δὴ κἀγὼ καθάπερ ἐκεῖνος ἐν ὑποψίαις εἰμί , ὡς ἀπιστεῖσθαι .
ἀλλὰ πρὸς τὰς τῶν πραγμάτων φύσεις καὶ μεταπτώσεις . οὕτω κἀγὼ καθάπερ τι φοβερὸν θηρίον κεχαρισμένοις λόγοις τιθασεύσας τὸν Ἀλέξανδρον
4024366 ψευδοπροφητης
, κύριε , ἄνθρωπος γνώσεται τίς αὐτῶν προφήτης καὶ τίς ψευδοπροφήτης ἐστίν ; Ἄκουε , φησί , περὶ ἀμφοτέρων τῶν
ξυλίνῳ πρισθῆναι αὐτόν . Καὶ πριζομένου αὐτοῦ ἔστη Μελχίας ὁ ψευδοπροφήτης κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ λέγων : Εἰπὲ ὅτι οὐκ ἐπροφήτευσα
4015982 κυκα
ἔχοντας . Γ ὀρχίλων ] εἶδος ὀρνέου μικροῦ . ἅλμην κύκα : ὡς πρὸς ἰχθῦς ⌈ τοὺς τοῦ Καρκίνου Γ
, ἅρπαζ ' ἀπελθών , κλέπτ ' , ἀποστέρει , κύκα . μηδὲν πλανηθῇς : ἔστι κἀν Ἅιδου κρίσις ἥνπερ
3997808 ἀρρεπη
μέν , ὡς ἐπειράθην ἐγώ , τὸ ἀληθὲς ἔχει , ἀρρεπῆ ἂν ἐν τοῖς οἰκείοις τόποις εἴη τὰ στοιχεῖα μήτε
σφαῖραν διὰ τὴν κλίσιν τοῦ ἐπιπέδου , ἀλλ ' ἐφεστάναι ἀρρεπῆ , ὡς εἰ καὶ ἐπὶ τοῦ ὑποκειμένου ἑστῶσα ἐτύγχανεν
3981372 διοικουμενος
ἄλλα προτείνων ἄλλα κατασκευάζει , δι ' ὅλου τοῦ βυβλίου διοικούμενος διοίκησίν τινα τοιαύτην : κεφάλαια ἔστιν ἅ περ ἀσθενῆ
τῶν πολιτῶν ὡμολόγητο , ἡμίονον κατέλιπε ξυλοφοροῦντα καὶ ἡμιονηγόν : διοικούμενος δ ' ὑπὸ τούτων ὀλίγον χρόνον , Διοτρέφους τοῦ
3910728 ὀστρακινην
, κόψας ἐν ὅλμῳ καὶ μετὰ ταῦτα ἐμβαλὼν εἰς χύτραν ὀστρακίνην καινὴν ἐπέμβαλλε οἴνου παλαιοῦ λευκοῦ τοσοῦτον ὅσον αὔταρκες βρέξαι
ἀμίδα εἰσφέρειν : συγκαταινέσαντος δὲ πάλιν ἀνεπυνθάνοντο , χαλκῆν ἢ ὀστρακίνην ; ὁ δὲ ὀργισθεὶς ἀπεφήνατο , μηδὲ ἑτέραν .
3887688 ἐδασυνθη
, ἐψιλώθη δὲ διὰ τὴν ἐπιφορὰν τοῦ χ , διὸ ἐδασύνθη ὁ ἕξω μέλλων διδάσκων ἀπὸ τῶν αὐτῶν τοῖς ἐνεστῶσι
ἐπεὶ φωνήεντος ἐπιφερομένου τὸ τοιοῦτον παρακολουθεῖ . ἀλλὰ μὴν καὶ ἐδασύνθη , ἐπεὶ δασύνεται τὰ φωνήεντα ἐν ταῖς ἀντωνυμίαις ,
3879847 προηγαγες
ταῦτα διαπυνθανόμενος . Θέντες οὖν ἕκαστα τῶν σῶν ᾗπερ αὐτὰ προήγαγες , ἀποκρινούμεθά σοι πρὸς αὐτὰ συμμέτρως . Ἐπέστησας γὰρ
φιλοῦσαν : εἶτά με τυμβωρύχων χερσὶ παρέδωκας καὶ ἐκ τάφου προήγαγες εἰς θάλασσαν καὶ τῶν κυμάτων τοὺς πειρατὰς φοβερωτέρους ἐπέστησας
3878589 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι
3871671 σωσομεν
' ἐκ Βοιωτῶν αἵ τε Πελοποννησίων ἡμεῖς τε , κοινῇ σώσομεν τὴν Ἑλλάδα . Τί δ ' ἂν γυναῖκες φρόνιμον
, τοῦτό γε φάναι . Δεῖ γε μέντοι , εἰ σώσομεν τὸν πρόσθε λόγον : εἰ δὲ μή , οἴχεται
3853998 Καλλικρατιδα
εἴδωλα τοῦ ἑνὸς γιγνόμενα . . . . . . Καλλικρατίδα ἐκ τοῦ Περὶ οἴκου εὐδαιμονίας . Ἔχει δὲ τὸ
. Μικρὰ δ ' ἀπὸ τῆς ἄγαν σπουδῆς , ὦ Καλλικρατίδα , ἐπὶ τὴν ὑμετέραν καταβὰς ἡδονὴν ἐπιδείξω παιδικῆς χρήσεως
3828186 ἀναγνοντας
δευτέρου παρὰ τὰ πρόσωπα ἁμαρτάνουσιν , ὅθεν καὶ τοὺς δασέως ἀναγνόντας τὸ αὐτῶν γὰρ ἀπωλόμεθ ' ἀφραδίῃσιν καὶ ὃς δέ
ᾖ μετ ' ἀλλήλων . ταύτῃ γὰρ κελεύει τὸ πρῶτον ἀναγνόντας εἶτα τὸ πανύστατον προφέρεσθαι καὶ ἀναλόγως ἄνωθεν τὸ δεύτερον
3826761 ὑψωσας
. ἄωτον δὲ ἀντὶ τοῦ κόσμον αὐτοῦ καὶ στέφανον . ὑψώσας καὶ αὐξήσας ἐπινίκιον ὕμνον . ἀντὶ τοῦ κόσμησιν .
μετενεγκὼν ἀπὸ τιθεμένων ἀνδριάντων ἢ ἀγαλμάτων . ἣ ὀρθώσας καὶ ὑψώσας καὶ αὐξήσας τὸν ὕμνον . ἄωτον δὲ ἀντὶ τοῦ
3791300 τοιοισδ
σῴζουσα καὶ ταύτης ἔπι πλέοντες ὀρθῆς τοὺς φίλους ποιούμεθα : τοιοῖσδ ' ἐγὼ νόμοισι τήνδ ' αὔξω πόλιν . Καὶ
λέγοι πρὸς οὕτως ὁμολογουμένην διὰ πάντων φανεράν μοι ἐν τοῖς τοιοῖσδ ' ἀκαταληψίαν ; ὃς γὰρ ἀπέκλεισα μὲν ταῖς ἐμαυτοῦ
3785110 τἀκολουθ
ἀλλήλων , κατὰ τὸν οἰκεῖον καιρὸν ἐρῶ . νυνὶ δὲ τἀκόλουθ ' ἀποδοῦναι πειράσομαι , πῶς ἂν γένοιτο λέξις πολιτικὴ
ὅταν ἔξω δ ' , ἐμόν . ἐξαιρέσεις καὶ τἄλλα τἀκόλουθ ' ὅσα οὔτ ' ἀριθμὸν οὔτ ' ἔλεγχον ἐφ
3768263 ἐμπεσω
φυγὴν μήτε εἰς δίωξιν : ὅταν δὲ εἰς πλήθους ἀριθμὸν ἐμπέσω , δύναμαι τούτου διαμετρεῖσθαι τὰς φύσεις : καὶ γὰρ
πιθανῶς αἰσχρὰ δέ ἐστι φύσει τὰ λεγόμενα : ἀναλωθήσομαι . ἐμπέσω διαφθαρῶ * εἰ δοκεῖς σωφρονεῖν ὤφειλες με μηδὲ τὴν
3766771 αὐριον
, ὦ Ἑρμῆ ; τὰς μὲν ἄλλας δίκας εἰς τὴν αὔριον ὑπερβαλώμεθα , τήμερον δὲ κληρῶμεν τὰς τοιαύτας ὁπόσαι τέχναις
ὦ ἄνδρες , νῦν μὲν [ καιρὸς ] διαλυθῆναι : αὔριον δὲ πρῲ ἔλθετε : καὶ γὰρ ἐγὼ βούλομαι ὑμῖν
3761823 σεωυτου
οὔτε σὺ ἔσεαι ἐκείνοισι χρήσιμος οὔτε ἐκεῖνοι σοί . Τὰ σεωυτοῦ δὲ τιθέμενος εὖ γνώμην ἔχε τὰ τῶν ἀντιπολέμων μὴ
ἔπος ἐκβάλοι τοῦτο . Λόγους δὲ ἄλλους περὶ γενέσιος τῆς σεωυτοῦ μὴ δέκεο : τὰ γὰρ ἀληθέστατα πάντα ἀκήκοας .
3756861 ἐκμαθουσα
ρπʹ ὧν τελευταῖος ” εἰπεῖν , σύ τ ' οὐδὲν ἐκμαθοῦσα κερδανεῖς “ . μετὰ δὲ τὸν μϚʹϚʹ , κῶλον
ὑπάρχει εἰπεῖν ] † ἤγουν διηγήσασθαι τ ' ] καὶ ἐκμαθοῦσα ] † ἤγουν μαθοῦσα κερδανεῖς ] † ὠφεληθήσῃ †
3751508 μεριδα
. καὶ θαυμαστὸν οὐδέν , εἰ πάλαι πρὸς ταύτην τὴν μερίδα κεχήνατε τὸ μὲν κεφάλαιον εἰδότες , ὡς νικῶν ἔπιπτε
μαθεῖν χρὴ ] πρέπει μήπω ] μηδαμῶς λέγε μοῖραν ] μερίδα ἡδονῆς ] εὐφροσύνης πόρε ] πάρασχε , δός ἱστορήσωμεν
3743926 σεαυτου
λεχθήσεται δὲ καὶ ἕτερα . ἐρεῖς τι καὶ εἰς τὴν σεαυτοῦ πατρίδα ὡς χρονίως μὲν ἐπανελθὼν ἐπ ' αὐτήν ,
ἂν γὰρ ἅπαξ χρόνου καὶ διατριβῆς τύχῃς , ῥᾷον κρατήσεις σεαυτοῦ . Θάνατος καὶ φυγὴ καὶ πάντα τὰ δεινὰ φαινόμενα
3742513 ἐμπλασσειν
τοῦ χθιζοῦ : ἐπειδὰν δ ' ἀλευρώδης γένηται , μέλιτι ἐμπλάσσειν χρὴ τὸ ἄλευρον καὶ ἑψῶντα εἰς τὸ μέτριον συνιστᾶν
χθιζοῦ : ἐπειδὰν δ ' ἀμμῶδες γένηται , καὶ μέλιτι ἐμπλάσσειν χρὴ τὸ ἄλευρον καὶ ἕψοντα εἰς τὸ μέτριον συνιστᾶν
3738816 ἐλευθερωι
τὴν τοῦ Πολυκράτους τυραννίδα συντονωτέραν οὖσαν , ὥστε καλῶς ἔχειν ἐλευθέρωι ἀνδρὶ τὴν ἐπιστασίαν τε καὶ δεσποτείαν [ μὴ ]
! ] ? ? ? ? ! ? [ αὐτῆϲ ἐλευθέρωι γὰρ ἤθει ⌊ καὶ βίωι δεθεὶϲ ἀπλάϲτωι τὴν φιλοῦϲαν
3733376 τιμιωτατε
προσήκασθαι τὴν τοιαύτην πλάσιν οὐκ εὔλογον : υἱὲ , Καρπωνιανὲ τιμιώτατε : καὶ γὰρ εἰ τύχη σέ τις εὐδαίμων ὑπηρετεῖν
δικαίαν σου ψυχὴν ἀπό σου . καὶ νῦν γίνωσκε , τιμιώτατε Ἁβραὰμ , ὅτι μέλλεις ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ καταλιπεῖν
3718143 ἀναδιδαχθεις
τὸ ξίφος ἐπενεγκεῖν : ὁ δὲ πρώτην καὶ ὑστάτην μάθησιν ἀναδιδαχθεὶς ἀνδροφόνος αὐτὸς αὑτοῦ γίνεται βιασθείς , ὁ δύστηνος .
κακίᾳ καὶ πάθει τετράποδι . ἐὰν μέντοι τέχνην τὴν ἡνιοχικὴν ἀναδιδαχθεὶς ἐπὶ πλέον ἐνομιλήσῃς καὶ ἐνδιατρίψῃς αὐτῇ καὶ ἤδη νομίσῃς
3709367 τἀμα
γ ' αὐτὴν ἔλαβε παῖς παιδὸς γέρας . οὔκουν ἐκείνου τἀμὰ τἀκείνου τ ' ἐμά ; ναί , δρᾶν εὖ
ἀρχαίας κωμωιδίας ποιητὴς λέγων οὕτως : ὦ λιπερνῆτες γεωργοί , τἀμὰ δὴ συνίετε ῥήματ ' , εἰ βούλεσθ ' ἀκοῦσαι
3703616 προϲωτερω
τὴν γένυν ἐϲ τὸ ϲτόμα ἐγχέειν , ἀτὰρ καὶ ἔτι προϲωτέρω τῶν παριϲθμίων , ὅκωϲ καταπίοιεν . τάδε μὲν ὦν
, ἐλελιϲφάκου , κονύζηϲ ἑψήματι . καὶ εὖτ ' ἢν προϲωτέρω μένῃ μήκεϊ χρόνου , μὴ κατὰ λόγον δὲ τὸ
3695608 ἐμην
λέγοντος . οὐ σχηματίζειν βούλομ ' : οὐ κατὰ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν , φησίν , ἡ ὄρχησις γίνεται , ἀλλ
οὐκ αἰδῇ λέων ὢν ὁ τῶν ζῴων βασιλεὺς ἐπὶ τὴν ἐμὴν καλύβην ἰών , καὶ γυναικὸς δεόμενος ἵνα τραφῇς ,
3690487 τεταρτημοριαιαν
, καὶ ἐνηνέχθαι δόξει τὴν σγ τοῦ ζῳδιακοῦ ἐλάττονα ἢ τεταρτημοριαίαν καὶ προσιέναι τῷ γ βραδέως . πάλιν δὴ τὸ
ἀπερχόμενος τοῦ α σημείου . πάλιν τὸ ο κέντρον μεταβεβηκέτω τεταρτημοριαίαν τὴν ον , καὶ ὁ ἥλιος ὁμοίαν τοῦ ἐπικύκλου
3690210 θεραπαιναν
, ὦ ἄνδρες : κατηγοροῦσι γάρ μου ὡς ἐγὼ τὴν θεράπαιναν ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ μετελθεῖν ἐκέλευσα τὸν νεανίσκον .
οἱ δὲ πιστεύσαντες Ἑλένην εἶναι πῦρ καὶ λίθους ἐπὶ τὴν θεράπαιναν * * * καὶ ὡς ἱκανὴν δίκην ἐπὶ τῷ
3686565 ἀπελθων
ὑπόσχεσιν ἀπῄτει πληρῶσαι καὶ τῆς νήσου ἐξήλαυνεν . ὁ δὲ ἀπελθὼν καὶ τὴν κεφαλὴν τῆς γοργόνος ἀποτεμών , εἰσήνεγκεν εἰς
μὲν ἑωυτοῦ κατὰ χώρην ἔφη καταλείψειν , ἵνα ὀπίσω σφέα ἀπελθὼν ἔχοι , τὴν μέντοι ὁλκάδα , τήν οἱ Δαρεῖος
3683826 κατεδηδοκως
καὶ ἀτάραχος , ἐὰν δὲ ἡ Ἀφροδίτη ἔσται τρώκτης καὶ κατεδηδοκὼς μὲν τὰ οἰκεῖα , ζητῶν δὲ καταφαγεῖν καὶ τὰ
γονέας , ἄτιμος ἔστω : ἀλλὰ καὶ ὁ τὰ πατρῷα κατεδηδοκὼς ὁμοίως . καὶ ὁ ἀργὸς ὑπεύθυνος ἔστω παντὶ τῷ
3675409 ἀφιγμενα
μὲν ἐξ αὐτῆς Ἰταλίας , τὰ δ ' ἐξ ἑτέρων ἀφιγμένα τόπων μυρία ὅσα οὔτε ὁμόγλωττα οὔτε ὁμοδίαιτα , ὧν
κτίσεως γεγενημένα καὶ διὰ πολλῶν γενεῶν εἰς τοὺς νῦν ὄντας ἀφιγμένα . καὶ τοῖς γεωργοῦσιν ἐν αὐτοῖς αἱ ἐλπίδες ὅσαι
3671180 σαυτου
, ἡ Ἀθηνᾶ ἢ ὁ Ζεύς , ἐμέμνησο ἂν καὶ σαυτοῦ καὶ τοῦ τεχνίτου καὶ εἴ τινα αἴσθησιν εἶχες ,
τοῖς ἔργοις ἐψεύσω , τὴν δ ' ἄλλην ἐπιφάνειαν τῆς σαυτοῦ φύσεως καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀνδρείαν ἐν τοῖς ἀγῶσι
3660064 με
τρέχειν : ταχύτερος γάρ ἐστιν ἐν προσομάλῳ τόπῳ . Ἵππος με φέρει καὶ βασιλεύς με τρέφει : Κοῤῥαῖόν φασιν ὑπὸ
ὥσπερ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη καὶ ἕνδεκα ἀστέρες προσεκύνουν με „ . διάκρισις δὲ τοῦ μὲν προτέρου μετὰ σφοδρᾶς
3651925 ὀξυστομους
Μάθε . ἄκουσον ] Αἴσθησιν ἀντ ' αἰσθήσεως . : ὀξυστόμους κτλ . . . ] Πρῶτος Ἡσίοδος ἐτερατεύσατο τοὺς
τριοτο τοτοβριξ : οἵ θ ' ἑλείας παρ ' αὐλῶνας ὀξυστόμους ἐμπίδας κάπτεθ ' , ὅσα τ ' εὐδρόσους γῆς
3644252 ὡρισα
ἔχειν Τμᾶρες ὅσοι ναίουσι Πελασγοὶ [ πρὸς ] δέελον ⌋ ὥρισα γῆν Πέλοπος × – ˘ νύκτωρ καὶ μεθ '
] κρατήσαντα . ' κέλευσα ] εἶπον , εἶπεν , ὥρισα . , προσέταξα . τοῦτο τὸ μέλος Σιμωνίδου .
3642978 σεαυτον
ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ , μή σε λαβοῦσα κακόν τι
κάθευδε καὶ τὰ τοῦ σκώληκος ποίει , ὧν ἄξιον ἔκρινας σεαυτόν : ἔσθιε καὶ πῖνε καὶ συνουσίαζε καὶ ἀφόδευε καὶ
3633238 ἀκριβειην
πολλὰ δ ' εἴδεα κατ ' ἰητρικήν ἐστιν ἐς τοιαύτην ἀκριβείην . ὁμοίως κἀνταῦθα τῷ ἀληθεῖ ἀντιδιαστέλλων . μαρτυρεῖ δὲ
. Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην , κράτισται . Ὅκου μὲν κάτοξυ τὸ νούσημα ,
3632426 ἐμαυτον
μὴ λύσω τῶν κατηγορημένων , οὐχ ὑμᾶς , ἀλλ ' ἐμαυτὸν αἰτιάσομαι . Ἐπειδὴ γὰρ οἱ πρεσβύτεροι ταῖς ἡλικίαις ὑπὲρ
ἐκ γῆς . διαφυγὼν δ ' ἐγὼ φόνον καθῆκ ' ἐμαυτὸν εἰς ἅλ ' ἄγκυραν πάρα : ἤδη δὲ κάμνονθ
3624011 πνιγομαι
τὴν λεύκην τις αὐτῶν πρᾳέως ἁλιακὸν εἶναι στέφανον εἴπῃ , πνίγομαι οὕτως ἐπ ' αὐτοῖς , ὥστε μᾶλλον ἂν θέλειν
προπίομαι πίστωμα φιλίας συγγενέσι . πιὼν ἐρῶ τὰ λοιπά : πνίγομαι γάρ . ἀλλ ' ἐπιρρόφει . γόγγρων τε λευκῶν
3621691 ἐασας
. ζʹ καὶ ἕψε , ἕως ἂν ἀποτριτωθῇ : εἶτα ἐάσας ψυγῆναι ἐπίβαλλε ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἰς μέγα καθαρὰν πατέλλην
ἐμβάλλω τῷ ὕδατι φὰρ τὸ καλούμενον ἰλούσιον : καὶ πάλιν ἐάσας αὐτὸ διαβραχῆναι , χερσὶ σπουδαίως τρίβω : καὶ οὕτω
3616595 ἐζης
, οὐκ ἄξιος ὤν : ὃς ἐν δημοκρατίᾳ μὲν συκοφαντῶν ἔζης , ἐν ὀλιγαρχίᾳ δέ , ὡς μὴ ἀναγκασθείης τὰ
καὶ θέλων ἐγκλίνεται ἀλλ ' εἰσὶ μητρὶ παῖδες ἄγκυραι βίου ἔζης ἄρ ' , οὐδὲ γῆς ἔνερθ ' ᾤχου θανών
3616136 ἀφες
διδακτόν , δίδασκε : εἰ δὲ σὺ μὴ δύνασαι , ἄφες με μαθεῖν παρὰ τῶν λεγόντων εἰδέναι . ἐπεὶ τί
τε γάρ ἐστιν καὶ εἰδεχθὴς καὶ σκληρὸς καὶ ἄτιμος : ἄφες αὐτὸν ἐπὶ κεφαλὴν κατὰ τῆς πέτρας : σὺ δὲ
3611980 ἀποῤῥητον
§ . εἰ τῷ μεθύοντι οὐκ ἄν τις εὐλόγως λόγον ἀπόῤῥητον παρακατάθοιτο , τῷ δὲ σοφῷ παρακατατίθενται , οὐκ ἄρα
ὑποδείξομέν σοι σαφέστερον καὶ πλατυκώτερον μέθοδόν τινα θαυμαστὴν καὶ εὐταξίαν ἀπόῤῥητον , ἣν ἐν τοῖς ἑαυτοῦ κανόσιν ὁ τεχνικὸς κρυφίως
3611950 βρωμαθ
, ὅτι πλεῖστον χρόνον καὶ πάνθ ' ἅμα μοι τὰ βρώμαθ ' ἡδονὴν ποιῇ . Στρατόνικος ἀπεδήμησεν εἰς Πέλλαν ποτέ
' ἐστεφανώθην , ἡ τράπεζ ' εἰσήγετο τοσαῦτ ' ἔχουσα βρώμαθ ' ὅσα μὰ τοὺς θεοὺς καὶ τὰς θεὰς οὐδ
3606895 ἑβδομαιαν
, καὶ ὁ λόγος ἦλθεν εἰς ἐμέ : κἀγὼ ἀκούσας ἑβδομαίαν οὖσαν ἐπέτρεψα πρὸς γῆν ὑψηλὰ πηδᾶν : ἑπτὰ δέ
δὲ δεῖ ταῦτα σκοπεῖν , ἀλλὰ τήν τε τριταίαν καὶ ἑβδομαίαν καὶ τεσσαρακοσταίαν ἡμέραν τῆς ἐκτροπῆς : ἐν γὰρ τῇ
3606255 πευκαλιμῃσιν
φημὶ Μύσων ' ἐνὶ Χηνὶ γενέσθαι σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμῃσιν . ὁ δ ' ἐρωτήσας ἦν Ἀνάχαρσις . Δαΐμαχος
, Ἰάσονος εἵνεκα φίλτρων . Πολλὰ δὲ μερμήριζον ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν , ἤ μιν ἀποφθίσωσιν καὶ ἰχθύσι κύρμα βάλωσιν αἰνολέχην
3604105 κατεκρυπτε
καὶ τὴν ῥυπαρίαν καὶ τούτῳ δείκνυσι τῷ τρόπῳ , ὅτι κατέκρυπτε 〚 κλέπτων 〛 ἐν τῷ πρωκτῷ κρέα , καὶ
ἀγέλης ἡγεμὼν τράγος , ἀλλὰ αὐτὸν ἔσεισι ζηλοτυπία . καὶ κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον δὲ αὐτόν ποτε
3592229 ἀμφισβητεις
νόος ἀτρεκίαν εἰπεῖν . Σὺ μέν , ὦ Πίνδαρε , ἀμφισβητεῖς πρὸς ἑαυτὸν περὶ ἀπάτης καὶ δίκης , παραβάλλων χρυσὸν
ὃ ἂν ᾖ ἄλογον πρᾶγμα . τούτων δὲ πέρι εἰ ἀμφισβητεῖς , ἐθέλω ὑποσχεῖν λόγον . τῇ μὲν οὖν ἰατρικῇ
3592176 μεταβασαι
τὰς φρένας ἐν ἱμέρῳ καὶ τῇ σῇ ἐπιθυμίᾳ , ὥστε μεταβᾶσαι καὶ μετενεγκεῖν εἰς τὸ ὕπατον καὶ ὑπερεξοχώτατον δῶμα τοῦ
Πέλοπος . καὶ ἔστι τὸ ὑπερβατὸν οὕτω : Διὸς δῶμα μεταβᾶσαι δευτέρῳ χρόνῳ , ἔνθα ἦν καὶ Γανυμήδης : ἔξωθεν
3588999 φλεβοτομουμενων
ῥέοντος τοῦ αἵματος . ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τῶν φλεβοτομουμένων : εἶθ ' ἃ πράττειν ὅπως μήποτε λάθῃς ἀντὶ
ἐν τῇ χειρί . ἐπὶ δὲ τῶν ἀπὸ τοῦ μετώπου φλεβοτομουμένων ἢ κανθῶν ἢ γλώσσης ἢ παρὰ τὰ ὦτα χρὴ
3582070 λοιπον
γενόμενοι σοφοὶ παρὰ πᾶσιν Ἕλλησι καὶ βαρβάροις ὀνομαστοὶ ὦσι τὸ λοιπόν , διαφέροντες ἀρετῇ καὶ δόξῃ καὶ πλούτῳ καὶ δυνάμει
. . . κινεῖν . δῆτ ' ] ἀληθῶς , λοιπόν . ἐπιβάλοι ] παράσχῃ , ἐνδώσῃ , ἐπιθήσει .
3579832 σα
? , ἐμαί , σαί , αἵ , ἐμά , σά , ἅ . ἐντὸς δυϊκαὶ ἐκτὸς ἑνικαί , νωΐτερος
ἀκριβείας ἐν τούτοις εἰρηκέναι τά τε τοῦ πατρὸς τά τε σά ; καίτοι τοῦ γε παραφρονοῦντος ἦν ἕτερα ἀνθ '
3579662 τετολμηκα
συγγνώμην ἔχειν , εἰ καὶ νεώτερος ὢν λέγειν ἐπὶ δικαστηρίου τετόλμηκα : διὰ γὰρ τοὺς ἀδικοῦντας ἀναγκάζομαι παρὰ τὸν ἐμαυτοῦ
, εἰςβαλόντων Λακεδαιμονίων εἰπὲ τὴν τῶν πολεμίων ὕβριν , ἀφελέσθαι τετόλμηκα τῆς χώρας καὶ τέτμηκα τοὺς ἀγροὺς , ἵνα μὴ
3574718 κυοφορουσα
τὸ στόμιον τῆς ὑστέρας , εἰ μὲν ἀσθενὴς εἴη ἡ κυοφοροῦσα καὶ ἄτονος , τὴν μαίωσιν ἐπὶ κατακειμένης αὐτῆς |
δὲ λειπούσαις ἑκατὸν εἴκοσι τὴν ἑαυτῆς ἐπιμέλειαν ποιεῖται , μήτε κυοφοροῦσα , μήτε τρέφουσα , παρασκευάζουσα δὲ ἑαυτὴν εἰς ἑτέραν
3562302 τοὐφημερον
ναίοντες οὐκ εἰσὶν φίλοι . πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : ὁ γὰρ θανὼν τὸ μηδέν ἐστι
- μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : ὁ γὰρ θανών τὸ μηδέν ἐστι
3559054 ἀποτεμνων
φύϲιν χρόαϲ θεραπευτέον ἀγκίϲτρῳ ἐπιλαβόμενοϲ καὶ ἀνατείνων , ἔπειτα πτερυγοτόμῳ ἀποτέμνων , εἶτα ἐπιπάϲϲων ἅλαϲ λεπτόν , καὶ πτύγμα ἐπιτιθεὶϲ
τις ἐπελθὼν ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον ἀντὶ τοῦ ἀναιρεῖν τοὺς κακούργους ἀποτέμνων τὰς ῥῖνας ἐνταῦθα κατῴκιζεν , ὡς οὐκ ἂν ἔτι
3545445 διαξας
καὶ ἐναρέτως ζήσας πρὸς τοὺς θεοὺς καὶ τὸν βίον εὖ διάξας οὐκ ὀνομασθήσῃ φαῦλος , οὐδὲ ἡ τὴν φοβερὰν καὶ
εἶναι τῶν ἐκτός , ἵνα δηλονότι [ ὁ προταθεὶς ] διάξας τυχοῦσαν τὴν ΑΔ καὶ θεὶς τῇ ΑΒ ἴσην τὴν
3537355 βεβοηθηκα
τήν τε ἀπειρίαν τούτων ὧν οὐ καλὸν ἔμπειρον εἶναι . βεβοήθηκα δὲ οὐδὲν αὐτῷ δι ' ἔργων καίτοι σφόδρα ἐθέλων
, ὅσον εἰς τὸ μέρος τοὐμὸν τῆς κατηγορίας ἥκει , βεβοήθηκα , τἆλλα πάντα παριδὼν πλὴν τοῦ δικαίου καὶ τοῦ
3530517 προσρησιν
; ” καὶ ἀνατείνας τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπεφήμιζε πρόσρησιν , ἣν οὐδὲ ἀκούειν θεμιτόν , οὐχ ὅτι διερμηνεύειν
χρυσὸν ἤ τινα ἄλλα τῶν ἐν ὕλαις φθαρταῖςτὴν γὰρ ἀγαθοῦ πρόσρησιν οὐδέποτε τούτοις ἐπεφήμισε Μωυσῆς , ἀλλὰ τὰ γνήσια ,
3523707 πανοπλιαν
ῥίψασπις ἦν ὁ Κλεώνυμος . εἶχον δὲ καὶ οἱ ἥρωες πανοπλίαν : ⌈ καὶ δῆλον ἐκ τῶν Δαιταλέων . Γ
ἐκεῖνος τοίνυν ὁ Θερσίτης ὁ τοιοῦτος εἰ λάβοι τὴν Ἀχιλλέως πανοπλίαν , οἴει ὅτι αὐτίκα διὰ τοῦτο καὶ καλὸς ἅμα
3520018 ἐξαγω
' , ὥστε μή σε νουθετεῖν , ὅταν σὺν ὑμεναίοισιν ἐξάγω κόρην : ἀλλ ' ὁ νόμος αὐτὰ τῶι χρόνωι
μὴ ἀμνήμονες ὄντες . περὶ δὲ τῶν θεραπευόντων ἐμαυτὸν οὕτως ἐξάγω : Δημητρίῳ μὲν ἐλευθέρῳ πάλαι ὄντι ἀφίημι τὰ λύτρα
3514458 ἑς
εἰς ες λήγοντα φάναι ῥήματα , σχές , σπές , ἕς , οἷς συνενεχθήσεται καὶ τὸ χθές , εἰ ἦν
ἔχοντες εἰς ς ὀξυτόνους τὰς μετοχάς , ἀλλὰ θές δός ἕς . Ἑνικά . Θήσω , θήσεις , θήσει :
3513131 θυραν
⌈ , τουτέστι τὸν ἀντιβάτην , ? , πρὸς τὴν θύραν , αὐτῇ δὲ τῇ δοκῷ τὸν ὅλμον : κατὰ
σφάζοντες , θύονται δὲ οἱ διὰ τῶν σπλάγχνων μαντευόμενοι . θύραν καὶ θυραίαν φησὶ διαφέρειν . θυραία μὲν γάρ ἐστι
3511216 χωρεις
δύο ἀξιόχρεως . μή μοι καθίστη . ποῖ σὺ ποῖ χωρεῖς μετὰ ταύτης ; οὐκ ἔγωγ ' , ἀλλ '
χείρω ἀπὸ τῶν κρειττόνων μεταβαινόντων , ἡ ἐπὶ τὰ Μανδροβούλου χωρεῖς λέγουσα . οὗτος οὖν ὁ Μανδρόβουλος πάλιν πτωχεύσας πεποίηται
3507155 ἡσυχαζω
ἁρμόττον εἶναι προηγούμενον ἔργον πάρεργον ἑτέρου ποιεῖσθαι λόγου : κἂν ἡσυχάζω μέντοι , τὰ πράγματα αὐτὰ βοᾷ καὶ φωνὴν ἀφίησιν
: ἐλεῶ σε , φησὶν , ἀλλὰ φοβουμένη τοὺς δεσπότας ἡσυχάζω καὶ οὐκ ἐπιδείκνυμι τὴν εἰς σὲ συμπάθειαν : ἀντὶ
3499627 ἰασαι
προκεκλήσομαι . Μηδαμῶς : ἀλλὰ σύ γε πάντως τὸ τραῦμα ἴασαι μικρὸν ἐπιπάσας τοῦ χρυσίου : δεινῶς γὰρ ἴσχαιμόν ἐστι
καὶ ἀξιώμασι σὺ καταπύκνωσον ἡμῖν τὴν γερουσίαν καὶ τὴν ἔνδειαν ἴασαι ταύτην οὐχ ἧττον ἀνιῶσαν ἡμᾶς ἢ πρότερον ἡ τῶν
3494872 πενομενῳ
ἐμοῦ τὰ τελευταῖα ἔτη . τὸ ὁσάκις ἐβουλήθην ἐπικουρῆσαί τινι πενομένῳ ἢ εἰς ἄλλο τι χρῄζοντι , μηδέποτε ἀκοῦσαί με
Ἀντίοχος . Σελεύκῳ μὲν δή , ἀσθενεῖ τε ὄντι καὶ πενομένῳ καὶ δυσπειθῆ τὸν στρατὸν ἔχοντι , ἐπεβούλευσαν οἱ φίλοι
3494126 τοὐμφανες
τὰ ἐνθυμήματα πάντα διὰ τούτου καθάπερ νάματα ἀπὸ πηγῆς εἰς τοὐμφανὲς ἐπιρρέοντα ἀναχεῖται : καὶ ἑρμηνεύς ἐστιν ὧν ἐν τῷ
ἡ κατὰ τόπον οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ τῆς ὀρέξεως εἰς τοὐμφανὲς πρόοδος καὶ ἐνέργεια : ἀλλ ' ἐπειδὴ μὴ παρ
3492818 διαπορευθεις
προσήκουσαν τιμωρίαν εἴτ ' ἐνθάδε μένων εἴτε καὶ ἐν Ἅιδου διαπορευθεὶς εἴτε καὶ τούτων εἰς ἀγριώτερον ἔτι διακομισθεὶς τόπον .
ἐπὶ τὸ α σημεῖον ἀποκαθίστασθαι . καὶ τὸν ἑαυτοῦ κύκλον διαπορευθεὶς ὁμαλῶς τὸν τῶν ζῳδίων ἀνωμάλως δόξει διεληλυθέναι . ἐὰν
3492764 Μοϲχιων
! ! ! πραττο ! ! ! ! [ τὸν Μοϲχίων ? ? ? ? ' ε ? [ πεοευρ
' ἄρα παρέϲται δαιτυμὼν οὐθεὶϲ ὅλωϲ ; ἥξει Φιλῖνοϲ , Μοϲχίων , Νικήρατοϲ , ὁ δεῖν ' , ὁ δεῖνα
3490029 ἐκκλεψαι
' , ὡς ἐλπίζομεν , εἰ τήνδε πως δυναίμεθ ' ἐκκλέψαι χθονός , φρουρεῖν θ ' ὅπως ἂν εἰς ἓν
ὁ μὲν φεύγει λαθών ] , ὁ δ ' ἐκεῖνον ἐκκλέψαι δοκῶν δεῖται διὰ ] τοῦτο , καὶ γέγονεν ἑκκαίδεκα
3488684 προκατειλημμενα
ἐπιρρήματα , ὡς αἰαί αἰάζωοὐδὲν . οὖν κωλύει καὶ τὰ προκατειλημμένα τὰ μὲν παρὰ ῥῆμα εἶναι , τὰ δὲ ὡς
ἀσθενῆ ποιεῖν : καὶ γὰρ κἂν πάνυ ἰσχυρὰ ᾖ τὰ προκατειλημμένα , οὐχ ὁμοίως φαίνεται μεγάλα τοῖς ἤδη προακηκοόσιν .
3477600 πλινθιδα
ποιεῖ τὸν κύβον , εἰ δὲ ἐλάττων , ποιεῖ τὴν πλινθίδα . καὶ γὰρ αἱ πλίνθοι , τὰ μὲν κάτω
ἐννεάδας , καὶ μένουσι γʹ . ἐλθὲ οὖν ἐπὶ τὴν πλινθίδα , καὶ εὑρήσεις τὴν μίαν νικῶσαν τὰς γʹ .
3477155 εἰσαγομενους
τοῦτο τοίνυν ὁ φιλόσοφος Πορφύριος ποιεῖ : βουλόμενος γὰρ τοὺς εἰσαγομένους προτρέψασθαι ἐπὶ τὴν τοῦ βιβλίου ἀνάγνωσιν τὸ ἐκ τούτου
δέ φασιν , ὅτι , ἐπειδὴ ὁ σκοπὸς αὐτοῦ πρὸς εἰσαγομένους ἦν , δεῖ δὲ τὰς εἰσαγωγὰς ἀπέχεσθαι τῶν δυσχερῶν
3474047 πραγματ
δύναμιν , ἢ ὡς οὐ καλὰ καὶ τῆς πόλεως ἄξια πράγματ ' ἐνεστησάμην καὶ ἀναγκαῖα , ταῦτά μοι δεῖξον ,
ἐκεῖν ' ὑμᾶς ὑπολαμβάνειν δεῖ , ὅτι καὶ τὰ Φιλίππου πράγματ ' ἐκ τῆς εἰρήνης γέγονεν εὐπορώτερα πολλῷ , καὶ
3469011 ἀραροτως
χρόνον τοῖς ὠσὶ παραπλησίως κινεῖ , μάχῃ δὲ χρώμενον ἵστησιν ἀραρότως . Τὴν δ ' ἐπαγωγὴν τῆς τριχὸς ἐναντίαν ἔχει
: εἰ οὖν ἐπὶ τῶν μὴ ἐναντίων διαίρεσις ἀληθῶς καὶ ἀραρότως καὶ ἀναμφιβόλως , δῆλον ὅτι καὶ ἐπὶ τούτων ὁμοίως
3462878 σπευσωμεν
ὑμεῖς οἱ θεοὶ τὴν ὑπὲρ τοῦ Εὐριπίδου ψῆφον , ἵνα σπεύσωμεν καὶ διώξωμεν τὸν οὐρανὸν κατὰ πόδας τῶν ὑμετέρων ἐπαίνων
ἐπειδὰν ἐκεῖσε φθάσωμεν , ἀποβησώμεθα τῶν ἵππων καὶ γενναίως ἀγωνίσασθαι σπεύσωμεν καὶ οὕτω τό τε γένος τιμήσομεν καὶ τοὺς δεσπότας
3459932 ἐπιδικασιαν
αὐτῷ ἐγγυτέρω γένους ἡμῶν ἦσαν ἄλλοι , οὓς βουλόμενος τὴν ἐπιδικασίαν τῆς θυγατρὸς ἀποστερῆσαι ἐποιεῖτο τὸν ἐμὸν ἀδελφὸν ὑὸν αὑτῷ
, ὥστε γίγνεται Ἀρχιάδης , ὑπὲρ οὗ τοῦ κλήρου τὴν ἐπιδικασίαν ποιούμεθα νυνί , θεῖος τῇ τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ
3457318 περατουμενα
ἔχεν ποτὶ τὰ ἐόντα ὥσπερ καὶ τὰ πέρατα ποτὶ τὰ περατούμενα . ὁ γὰρ τῶ παντὸς κόσμω τόπος πέρας ἁπάντων
εἴ - δους λόγον ἐπέχουσι , τὰ δὲ ὁριζόμενα καὶ περατούμενα ὕλης λόγον ἐπέχει : εἰ τοίνυν τὸ εἶδος μᾶλλον
3453184 θεασομενους
ἐκείνην ἐπιδεικνύειν ἑαυτῆς ὅσα καλῶς ἔχοι , Ἰτέον ἂν εἴη θεασομένους , ἔφη ὁ Σωκράτης : οὐ γὰρ δὴ ἀκούσασί
συλλέξας ὅσους ἐδύνατο πλείστους τῶν ἀγχοῦ νεμόντων ἄγει τοὖργον αὐτὸ θεασομένους . ὡς δὲ κἀκεῖνοι πλησίον ἐλθόντες ἔμαθον τὴν μὲν
3440255 κατατεμνων
ποιήσας κολλύρια χρῶ . Αἷμα μόσχου καὶ μόσχεια κρέα λίαν κατατέμνων βάλλε εἰς κωθώνιον , καὶ ἔασον ἐπὶ ἡμέρας ιʹ
πλήττων τῷ νάρθηκι παρεσκεύαζεν ἐκβλύζειν οἶνον γλυκάζοντα . Ξίφει τε κατατέμνων ἀρνοὺς ἔῤῥιπτε νεκροὺς κατὰ γῆς , ἔπειτα ζῶντας ἐτίθει
3437485 ἀπεσχεν
τὰ ὦτα : προελθὼν δὲ ἐς τὸ ἐκτὸς τὰς χεῖρας ἀπέσχεν ἀπὸ τῶν ὤτων , καὶ ἧστινος ἂν ἐπακούσῃ φωνῆς
δακρύων τὴν ἐπιμέλειαν τὴν εἰς τὸν ἄνδρα διεξιόντος , τοσοῦτον ἀπέσχεν ἐκείνη φιλανθρωπίας καὶ λογισμῶν ἀνθρωπίνων ὥστε τὸν μὲν νεκρὸν

Back