Ὧν δὲ ἕνεκα ταῦτα προσήνεγκα τῷ λόγῳ ; Ὅτι σε ἐκπέφευγεν , ὦ μάντι , ὧν κύριοί ἐσμεν ἡμεῖς ,
. Γ ἀκούσας γὰρ τὸ ⌈ “ ἐκπέφευγας ” [ ἐκπέφευγεν Γ ] ὁ Φιλοκλέων ἐλειποψύχησεν : ὅσον γὰρ ἐπ
5129116 λεπτομερης
ὑγίειαν προσφορώτερος . πέσσει τε γὰρ μᾶλλον τὰ σῖτα καὶ λεπτομερὴς ὢν εὐανάδοτός ἐστι δύναμίν τε τοῖς σώμασιν ἐμποιεῖ τὸ
ἀδιακόπου μένοντος , τοῦ δὲ διακοπτομένου ποτέ . ἔστι δὲ λεπτομερὴς ἀπόδειξις ἡ μέχρι τῶν πρώτων καὶ ἀμέσων ἀνιοῦσα ἀρχῶν
5012625 παραλειπει
κατὰ τοῦ ἐχθροῦ ἐλέγομεν γίνεσθαι διχῶς : ἢ γὰρ ἄντικρυς παραλείπει ἢ εἰπὼν οὐδὲν προστίθησιν , ἐνδείκνυται δὲ μόνον καὶ
ἴσως ἦν κυριώτατον . Δ . μὲν οὖν οὕτως ἔνια παραλείπει . . . [ ] . ̈ . ,
4967330 ἐνδεικνυται
μερῶν πρὸϲ τῷ βλεφάρῳ τὴν ϲύϲταϲιν ποιεῖται καὶ φανταϲίαν ψάμμου ἐνδείκνυται . καί τινεϲ τῶν ἰατρῶν πιϲτεύϲαντεϲ τοῖϲ ὑπὸ τοῦ
ἐξ ἀνάγκης πολλὰ γεννῶνται τὰ περιττώματα : τὸ δὲ ὀλίγον ἐνδείκνυται ὅτι οὐ πάντα τὰ περιττώματα κενοῦνται , ἀλλ '
4852143 σμικραν
ὄμβρων Διόθεν στερεῖσαι . λέγεται τάδε , τὰν δὲ πίστιν σμικρὰν παρ ' ἔμοιγ ' ἔχει , στρέψαι θερμὰν ἀέλιον
αἰνεῖν οὕτω λέγει , ὡς εἰώθαμεν λέγειν χαίρειν ἐᾶν τὴν σμικρὰν ναῦν , ὥστε ὁ αἶνος εἴρηται κατ ' εἰρωνείαν
4848901 μοιχευσεις
ἀλλ ' ἀνθρώπους ἄνθρωποι : οὔτε οὖν τὸ ” οὐ μοιχεύσεις “ ἐπὶ ψυχῶν λεχθείη ποτ ' ἂν ἢ νοηθείη
δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ φονεύσεις , οὐ μοιχεύσεις , οὐ παιδοφθορήσεις , οὐ πορνεύσεις , οὐ κλέψεις
4727185 ἐπονειδιστος
αἱ ἡδοναί : καὶ ἡ μὲν ἐπαινεῖται , ἡ δὲ ἐπονείδιστός ἐστιν . ὅτι γὰρ καὶ ὁ φίλος ἡδύς ἐστιν
αἱ ἡδοναί : καὶ ἡ μὲν ἐπαινεῖται , ἡ δὲ ἐπονείδιστός ἐστιν . ὅτι γὰρ καὶ ὁ φίλος ἡδύς ἐστιν
4676205 ἐπιληψις
ἄρα ἐνύπνια τὰ ἐκείνων φαντάσματα , ὥστε οὐδὲ ὕπνος ἡ ἐπίληψις . τὰ αὐτὰ δὲ δεῖ λέγειν καὶ περὶ πνιγμοῦ
ἀπὸ τῶν νοσημάτων τοῖς ἐπιληπτικοῖς νοσήμασιν : ὡς γὰρ ἡ ἐπίληψις οὐ συνεχής , ἤτοι οὐ διηνεκὴς καὶ ἀδιάλειπτος ὑπάρχει
4624716 ψευδολογιαν
. Τὴν μεγαλοψυχίαν : καὶ ἐπὶ τῆς εὐπορίας . Τὴν ψευδολογίαν : καὶ ἐπ ' ἀγαθοῦ : ἤτοι τὴν εὐμέθοδον
δέδοικα καὶ πρὸς τούτοις , ὦ Ἀθηναῖοι , τὴν Λακεδαιμονίων ψευδολογίαν , ὑφ ' ἧς διαβεβλήμεθα , ὡς τῷ βιαίως
4615359 πραττεται
κρίνω τὸ χρυσίον πολύ : τὰ πάντα τούτῳ τέμνεται καὶ πράττεται . πένητος ἀνδρὸς οὐδὲν εὐτυχέστερον : τὴν ἐπὶ τὸ
προσκάρφου . . περαίνεται ] τελεῖται . ματᾷ ] μάτην πράττεται . . περαίνεται δὴ ] ἀρξάμενος δὲ δεσμεῖν τὸν
4603630 διαλειπει
ποιεῖ : μόνον δὲ ἀπὸ τροπῶν χειμερινῶν μέχρις ἐαρινῆς ἰσημερίας διαλείπει . τὸ δὲ λοιπὸν τοῦ ἐνιαυτοῦ τίκτει , καὶ
καὶ λευκόια καὶ ἀσπάραγοι καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις οὐ πλεῖον διαλείπει μηνῶν τριῶν , τὸ δὲ θαλάττιον ὄψον καὶ κατὰ
4601094 βεβαιωσις
μὴ κατὰ ποιητὰς δόξω φθεγγόμενος . Κατασκευή ἐστι προκειμένου τινὸς βεβαίωσις πράγματος . Κατασκευαστέον δὲ τὰ μήτε λίαν σαφῆ μήτε
Ἀνασκευή ἐστιν ἀνατροπὴ τοῦ προτεθέντος πράγματος , κατασκευὴ δὲ τοὐναντίον βεβαίωσις . Τὰ δὲ πάνυ ψευδῆ οὔτε ἀνασκευαστέον οὔτε κατασκευαστέον
4592896 συνιημι
Δία , ὦ Σώκρατες , ἀλλ ' ἐγὼ οὐδὲ αὐτὸς συνίημι ὅτι λέγεις . Εἰκότως γε , ὦ Γοργία :
, ὦ Σώκρατες , ἀλλ ' ἔγωγε οὐδ ' αὐτὸς συνίημι ὃ λέγεις . Σωκράτης : εἰκότως γε , ὦ
4569076 μισοιτο
τῶν πολιτῶν στρατηγήσας , πῶς οὐκ ἂν δικαίως ὑπὸ πάντων μισοῖτο ; οὐ γὰρ μόνον ἡγεμονίας ἀνάξιος , ἀλλὰ καὶ
ὁμολογίαν ἥττης ἔχει καὶ παρίστησι δόξαν , ὡς ἄρα Ὀλύμπιος μισοῖτο μέν , κρείττων δέ ἐστι τοῦ κακῶς παθεῖν .
4548948 κρατυνεται
, ἐπειδὴ περὶ τὴν δεκάτην ἡμέραν τὰ τῆϲ ῥινὸϲ ὀϲτέα κρατύνεται . ἔξωθεν δὲ τῷ λιχανῷ καὶ μεγάλῳ δακτύλῳ δεῖ
καὶ θνητῶν ἔκ τε προέσεως καὶ ὑποδοχῆς καὶ τρίτον ἀνταποδόσεως κρατύνεται , σπερμαινόντων μὲν τρόπον τινὰ τῶν αἰθερίων , ὑποδεχομένων
4541768 κεκτηται
: ἔχει δέ τι καὶ ῥυπτικὸν ἐκ τοῦ μέλιτοϲ , κέκτηται δὲ καί τι ὑπόπικρον καὶ ἠπίωϲ δριμύ : διὸ
χορηγία πονηρίας . Πλοῦτος ἀπὸ κακῆς ἐργασίας ἐπιγενόμενος ἐπιφανέστερον ὄνειδος κέκτηται . Δαπανώμενος ἐφ ' ἃ μὴ δεῖ , ὀλίγος
4530648 διατετιμηται
ὑπάρχουσι . οὐ διατετίμηται ] ἤγουν οὐ τετιμώρηται . οὐ διατετίμηται ] οὐ διακεχώρισται . οὐ διατετίμηται ] οὐ διὰ
θάψασα ; δυσχεραίνουσα αὐτή φησιν , ἤδη καὶ πάλαι οὐ διατετίμηται , καὶ οὐ διὰ τιμῆς ἤχθησαν τὰ τοῦδε τοῖς
4505660 μετεχει
οὖν αἱ Μοῦσαι ἀξιοῦσι μαθεῖν τὴν αἰτίαν , διότι οὐ μετέχει χορείας τῆς ἐν Ἑλικῶνι μετὰ Μουσῶν , ἰδίᾳ δὲ
τῶν πρὸς Παμφυλίαν , τοῦ δὲ κοινοῦ τῶν Λυκίων οὐ μετέχει , καθ ' αὑτὴν δὲ συνέστηκεν . Ὁ μὲν
4478850 ἐπαινειται
οὔτε ἕτερα τῷ γένει . καθόσον μὲν γὰρ τὸ ἐπιεικὲς ἐπαινεῖται μᾶλλον τοῦ δικαίου , καὶ ὁ ἐπιεικὴς ἀνὴρ τοῦ
δεῖ καὶ ἐφ ' οἷς προσήκει καὶ ὧν ἕνεκα : ἐπαινεῖται γὰρ ὁ ἐλευθέριος οὐκ ἐν τοῖς πολεμικοῖς οὐδ '
4472509 μελαγχολικος
εἰρήκαμεν . ὁ δὲ σπλὴν γίνεται μέγας , ὅταν ὁ μελαγχολικὸς πλεονάσῃ χυμὸς τοσοῦτον , ὥστε καὶ τὸν σπλῆνα πολλὴν
πλεῖστον δὲ πλανῆται αὐτῶν προηγοῦνται . διὰ τοιαύτην αἰτίαν ὁ μελαγχολικὸς χυμὸς διττὴν ἔχει τὴν γένεσιν : γίνεται γὰρ ἢ
4469585 ἀπειρια
; τὸ ἐναντίον ἢ ἐπὶ τῶν συλλογισμῶν , ἀμαθία καὶ ἀπειρία . Λέγοντος αὐτοῦ ὅτι Ὁ ἄνθρωπος πρὸς πίστιν γέγονεν
καὶ ἄπειρον . Ἔστι γὰρ τὸ πεπερασμένον οὔτε πέρας οὔτε ἀπειρία , ἔστι δὲ τὸ συναμφότερον . Νοείσθω τοίνυν ὡς
4467396 μοχλευσις
δοκεῖ καὶ οὕτως πεπαλαιωμένον βραχίονα . τί γὰρ καὶ ἡ μόχλευσις οὐκ ὀνήσειεν ; μένειν μέντοι γε οὐκ ἄν μοι
Περὶ ἄρθρων ἐπὶ τοῦ ἰσχυροῦ φησιν : τί γὰρ δικαίη μόχλευσις οὐκ ἂν κινήσειεν ; ἀντὶ τοῦ ἰσχυρά . μόνον
4466307 χρῃζει
ἁπλῶς εἰπέν , πᾶς ὁ οἶκος καθάπερ ψαλτήριον τριῶν τούτων χρῄζει τυχέν , ἐξαρτύσιος , συναρμογᾶς , ἁφᾶς τινος καὶ
ἐδεσμάτων . καὶ τὰ πλεῖστα δὲ τῶν χρονίων ἀρρωστημάτων λεπτυνούσης χρῄζει διαίτης , ὡς πολλάκις ἐπὶ μόνῃ ταύτῃ καθίστασθαι :
4418162 εὐφραινοντων
ἀπ ' αὐτῆς ; ἔστι γὰρ εὖ φρονούντων ὧν μὲν εὐφραινόντων πεπείρανται μὴ θέλειν ἀφίστασθαι , ἃ δ ' οὕτως
κατὰ δὲ τὸ ποικίλον καὶ ἐπίκτητον τῶν ἄλλων ἄλλους ἄλλως εὐφραινόντων , τὴν ἡδονήν : δοκεῖν γὰρ εἶναι δεῖ ταύτην
4414071 διοικειται
λέγουσι τὸ ἐμὸν καὶ τὸ οὐκ ἐμόν , αὕτη ἄριστα διοικεῖται ; Πολύ γε . Καὶ ἥτις δὴ ἐγγύτατα ἑνὸς
ὁ τόπος , ἀλλὰ τυράννοις ἰδίοις καθ ' ἕκαστον ἐμπόριον διοικεῖται . Ἀπὸ δὲ Ὀπώνης τῆς ἀκτῆς εἰς τὸν νότον
4409474 Οἰδε
κάτω . Καὶ δίαιταν ἐφεξῆς ἄφυσον καὶ χρηστὴν διαιτᾶσθαι . Οἶδε γὰρ τὰ φυσώδη περιττώματα τῷ σπληνὶ παρατιθέμενα αἴρειν τε
διὰ μέγεθος ὀδύνης ἐκλύσεις γίνονται δήξεών τινων ἢ στρόφων . Οἶδε γὰρ ἡ τῆς ὀδύνης ἀμετρία διαλύειν τὴν δύναμιν .
4399097 ἡλκωμενης
τὰ δυσίατα τῶν ἑλκῶν τὰ μὲν διὰ τὴν δυσκρασίαν τῆς ἡλκωμένης σαρκός , τὰ δὲ διὰ τὸν ἐπιρρέοντα χυμὸν γίνεται
ῥέει ὥσπερ στραγγουρικοῖσι , καὶ ἔστιν ὕφαιμον οἷα τῆς κύστιος ἡλκωμένης ὑπὸ τοῦ λίθου , καὶ ἡ κύστις φλεγμαίνει :
4391213 νωθεια
τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία ,
ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης .
4377001 διαφευγει
ἐν δεσμοῖς εἶχον . ἔλεγον οὖν ” ὥσπερ βοῦς οἰστρήσασα διαφεύγει ” * * * * καὶ τελευταῖον ἐμπόροις τισὶ
, ὥστε ἐκ τούτου μηκέτι αὐτὴν βλέπεσθαι , καὶ οὕτω διαφεύγει . Ἄνθρωπον γόνιμον βουλόμενοι σημῆναι , στρουθίον πυργίτην ζω
4373860 παραδεχεται
, τούτων πάντων τῶν κακῶν εἰ τόδε μέγιστον αὕτη πρώτη παραδέχεται . Τὸ ποῖον ; Τὸ ἐξεῖναι πάντα τὰ αὑτοῦ
, ἀλλ ' ὁ τῶν ὄντων ὀξυδερκέστατος , ὃς οὐδὲν παραδέχεται νόμισμα κίβδηλον , ἀλλ ' οὐδ ' ἄψυχον τὸ
4362081 τροπικην
ἐσπούδασεν εἰσαγαγεῖν : ἐπὶ μὲν τῆς ἐκλογῆς τῶν ὀνομάτων τὴν τροπικὴν καὶ γλωττηματικὴν καὶ ἀπηρχαιωμένην καὶ ξένην λέξιν παραλαμβάνων πολλάκις
καὶ τετολμημένη , καὶ ἥ τε λέξις πολλὴν ἔχουσα τὴν τροπικὴν παρασκευήν , ἥ τε σύνθεσις κεκαινωμένη καὶ παρακινοῦσα τὴν
4359432 ἰδιωτῃσιν
οὐκ οὖσάν γε τῷ ὄντι ἀμετρίην , ἀλλὰ νομιζομένην τοῖσιν ἰδιώτῃσιν , ἐπεὶ οὐδέποτε βλαβερὸν τῆς ἀρετῆς τὸ ἄμετρον .
καὶ ἰσχὺν πονέουσι καὶ γυμναζομένοισιν ἀγαθὰ , ἀσθενέουσι δὲ καὶ ἰδιώτῃσιν ἰσχυρότερα : καὶ τὰ θήρεια τῶν ἡμέρων κουφότερά ἐστι
4342773 κατελαβομην
θανατηφόροι περιστάσεις ἐπηκολούθησαν : ἅπερ ἐκ τῆς τῶν ἀστέρων ἀφέσεως κατελαβόμην . γενόμενοι γὰρ οἱ κακοποιοὶ κατὰ μοιρικὴν κίνησιν ἐπὶ
ἐπιστήμην : ὁμοίως γὰρ καὶ αὐτὸς ἐκ τῶν ἐμῶν φυτοσπόρων κατελαβόμην . ἀλλὰ ταῦτα μὲν οὖν οὐ πράσσουσι , βουλόμενοι
4335488 ἀτεχνια
λέγεις . Ἀλλὰ μέντοι οὐδὲ ἀτεχνία ἐστίν : ἡ γὰρ ἀτεχνία οὐδέποτε οὐδὲν κατορθοῖ τῷ κεκτημένῳ . φέρε γάρ ,
ἡνιόχου τέχνη , ἓν μὲν τοῦτο , παντοδαπὸν δὲ ἡ ἀτεχνία . Τί δὲ ἐν φάλαγγι ; φυλακὴ συνθήματος :
4325446 πλειϲτη
τὰ ἐπιϲκοτοῦντα ταῖϲ κόραιϲ ἀποϲμήχουϲα . Οἰνάνθη . ἡ μὲν πλείϲτη χρῆϲιϲ τῆϲ ἀγρίαϲ ἀμπέλου τὸ ἄνθοϲ οἶδε ϲτυπτικὸν ἱκανῶϲ
ὑγραίνει γὰρ ϲφόδρα τὴν κεφαλήν : ἡ δὲ ὑγρότηϲ ἡ πλείϲτη ἐϲτὶν ἐπιληϲμονεϲτάτη . ὕπνοϲ ϲύμμετροϲ ἔϲτω καὶ μὴ ἐπὶ
4322250 γλυκυτητος
τοῦτο ποιεῖ καὶ οὐ κατ ' ἄλλο τι τῶν φύσει γλυκύτητος ἰδίων . τὸ μέντοι περὶ τὸν Ἀβραδάτην καὶ τὴν
Ἀρίστων ὁ Κεῖός φησιν ἥδιστον ποτὸν εἶναι τὸν ἅμα μὲν γλυκύτητος , ἅμα δ ' εὐωδίας κοινωνοῦντα . διὸ καὶ
4319810 δριμυτερος
τὸ ἐπιγάστριον αὐτοῖς πᾶν ἐντείνεται καὶ ἐμπνευματοῦται , καὶ πυρετὸς δριμύτερος ἐπακολουθεῖ , ταῖς νυξὶν ἐπιτεινόμενος μᾶλλον , καὶ κροτάφους
τοῦ ἡμέρου , τουτέστι θερμότερος καὶ ξηραντικώτερος , ὅσονπερ καὶ δριμύτερος καὶ πικρότερος . Ἐρείκη διαφορητικῆς ἐστι δυνάμεως ἀδήκτου :
4318186 διψωσα
τοὺς προδήλως τὸ ψεῦδος ἀντὶ ἀληθείας προσφέροντας . ἔλαφός τις διψῶσα κατῆλθεν ἐπί τινα πηγὴν τοῦ ὕδωρ πιεῖν . ἰδοῦσα
γείτων ἐστί τις κάπηλος : οὗτος εὐθὺς ὅταν ἔλθω ποτὲ διψῶσα , μόνος οἶδ ' ὥς γ ' ἐμοὶ κεράννυται
4317983 θερμοτερα
ὄντα παχυμερῆ καὶ σφοδρότερον ξηραίνοντα . Τὰ δέ γε ἁλυκὰ θερμότερα τῶν τε γλυκέων καὶ τῶν λιπαρῶν τυγχάνοντα μὴ πολλῷ
τὴν αὐτὴν δ ' αἰτίαν καὶ τῶν ἑψομένων τὰ παχύτερα θερμότερα καθάπερ τὸ γάλα καὶ ὅλως τὰ ῥοφήματα τοῦ ὕδατος
4314201 ἐλεγχεται
ἀναγγελλομένων περισσόν τι καὶ τὸ μηνύειν ἃ δι ' αὐτῶν ἐλέγχεται σιωπωμένων . Ἐπαινετικὸς δέ ἐστιν , ὅταν ἐφ '
ἡ τῆς μοιχείας πρόφασις : ἐπεὶ δὲ καὶ ἡ μοιχεία ἐλέγχεται , ἀναμφιβόλως ἐστὶν ἡ μήτηρ ἡ τὴν θυγατέρα φαρμάξασα
4312797 ἀφυκτος
πραγμάτων ἠθέλησεν ἐξ ἀποφάσεως καὶ καταφάσεως αὐτὴν ποιήσασθαι , ἵνα ἄφυκτος ὑπάρχῃ καὶ τῷ ὄντι πάντα περιλάβῃ , ὡς ἂν
ταῖς δυσκολίαις . Τί οὖν ὁ τοῦ κατηγόρου δεινὸς καὶ ἄφυκτος , ὡς οἴεται , λόγος ; πολλοί , φησίν
4300055 κρασις
ἐπὶ τῶν τριῶν ἀριθμῶν . εἶτα ἡ τέχνη , ἡ κρᾶσις ἠθῶν καὶ πραγμάτων . εἶτα ἡ λέξις , τὸ
διαλάμπει μᾶλλον τῆς νυκτός . ἔτι δ ' οἷς ἡ κρᾶσις ἐξ ἴσων , ἀνάγκη συναύξεσθαι κατὰ μέρος ἑκάτερον :
4298087 ἰχθυοφαγων
ἀποθνήσκει φαρμασσόμενα . Ὅτι , φησί , πλησίον τῶν ἀδίψων ἰχθυοφάγων οἱ κατοικοῦντες ὥσπερ ἀπαραβάτων σπονδῶν μεταξὺ τεθέντων αὐτῶν τε
Αἰγύπτου βασιλέων . Μετὰ δὲ τὴν νῆσον ταύτην πολλά ἐστιν ἰχθυοφάγων γένη καὶ νομάδων : εἶθ ' ὁ τῆς Σωτείρας
4297411 ἐπιφερει
' ἐν τῇ τρίτῃ τῶν Ἱστοριῶν προειπὼν περὶ τοῦ Ὠκεανοῦ ἐπιφέρει : ὁ δ ' Ἡρακλῆς ἕλκεται ἐπ ' αὐτὸν
ἢ ψευδής . καὶ ταῦτα μέν εἰσιν τὰ παραδιδόμενα . ἐπιφέρει δὲ καὶ ἄλλην τελειοτέραν ἐπίλυσιν ἣν ἐν ἑτέρᾳ θεωρίᾳ
4292518 σεων
δέος ἴσχει ἀκήριον οὔτέ τις ὄκνος , ἀλλ ' ἔτι σέων μέμνημαι ἐφετμέων ἃς ἐπέτειλας : οὔ μ ' εἴας
τῶν σέων : σητῶν . πρὸς τὴν κλίσιν δὲ τῶν σέων : ὅτι ἀπὸ τῆς σεὺς εὐθείας . ὅσον διαπετάσασα
4288610 περιβαλλοι
ὡρισμένα καὶ ἀόριστα : οὐ γὰρ μόνον ἀπὸ τῶν προειρημένων περιβάλλοι τις ἄν , ἀλλὰ καὶ ἐπιχειρῶν πανταχόθεν , οἷον
ἐπιδέσιες μὲν πᾶσαι πολέμιαι : οὐ γὰρ οὕτω τις χαλαρὸν περιβάλλοι : ἢν δὲ μᾶλλον πιέζῃ , πλέον κακὸν ἐργάζεται
4288108 ἐξαπτομενος
ἄλλου σώματος : αὔξεται μὲν γὰρ ψύχων τοὺς πόδας , ἐξαπτόμενος ἐκ τοῦ θώρηκος , ἐς τὴν κεφαλὴν ἀναπέμπων τὴν
, ἔν τε τῷ ἡλίῳ τεθεὶς διαχεόμενος καὶ πρὸς λύχνον ἐξαπτόμενος , οὐ ζοφώδης τῇ φλογί . δολοῦσι δ '
4288055 ὀσμωδη
δὲ καὶ θλιβόμενα μόνον καὶ κινούμενα . Καὶ πάλιν τὰ ὀσμώδη διαμασωμένοις καὶ γευομένοις χυμὸν σύνεγγυς τῶν αἰσθήσεων κειμένων .
ἄχυμα , οἷον λίθος ἄνοσμον , ὅτι καὶ ἄχυμον , ὀσμώδη δὲ τὰ ξύλα , ὅτι καὶ ἔγχυμα , καὶ
4274275 ἀπηξιωσε
τε Ἄλινδα αὐτῇ ἐπέτρεψε καὶ τὸ ὄνομα τοῦ παιδὸς οὐκ ἀπηξίωσε , καὶ ἐπειδὴ Ἁλικαρνασσόν τε ἐξεῖλε καὶ τῆς ἄλλης
, ὅθ ' οὑτοσὶ περιῆν , πᾶσαν ἡντιναοῦν ὑπὸ μεγαλοψυχίας ἀπηξίωσε χάριν καὶ μηδὲν ὧν εἰς ἡμᾶς ἔδρασεν ἐζήτησε πλέον
4261416 ταϲεωϲ
τὴν δὲ εἰϲ τὸ ἔνδον οὐκέτι διὰ τὸ ἄπορον τῆϲ τάϲεωϲ . ὅθεν οἱ μὲν φυϲώδη τε καὶ πολλὴν παρακελεύονται
, τὰ δὲ μετὰ ϲφυγμοῦ φλεγμονήν , τὰ δὲ μετὰ τάϲεωϲ , εἰ μὲν ἄνευ βάρουϲ καὶ ϲφυγμοῦ , πνεύματοϲ
4247643 οὐρουϲι
μὲν ἑλκωθέντων κατὰ τὰϲ ψόαϲ ὀδυνῶνται μετὰ βάρουϲ καὶ ἀκωλύτωϲ οὐροῦϲι , καὶ τὸ πῦον ἀναμεμιγμένον τοῖϲ οὔροιϲ εὑρίϲκεται ϲαρκωδῶν
δὲ ἐπιφαίνεται χολῆϲ , ἢ γαϲτήρ που κατέρρηξε , καὶ οὐροῦϲι χολώδη . ἐπὶ τούτοιϲ εἰϲ ἀπυρεξίαν παύεται τὸν χρόνον
4234726 ἐνθυμειται
ἐνίκησαν ἐς τοὐναντίον αἰσχρῶς περιέστη : εὐβούλων τῶν ἐναντίων τυχόντα ἐνθυμεῖται γὰρ κτἑ . : οὐδείς , φησίν , ἐνθυμεῖται
ὅτι τοῦ πατρὸς τετελευτηκότος ἀγωνίζεται . ἐκεῖνο δ ' οὐκ ἐνθυμεῖται Μακάρτατος , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὅτι ὁ πατὴρ
4230673 πλεοναζων
οὐδὲ σπασμώδει διαθέσει οὐδὲ παραφροσύναις : ὁ γὰρ χυμὸς ὁ πλεονάζων αὐτοῖς ψυχρότερος ὢν ἅμα καὶ παχύτερος , αὐτὸς ἑαυτοῦ
ὥϲπερ αἱματώδη τὴν χρόαν , ἐφ ' ὧν αἱματικὸϲ ὁ πλεονάζων ὑπάρχει χυμόϲ . πρὸϲ δὲ τὴν βεβαιοτέραν διάγνωϲιν ϲυντελεῖ
4224977 τονωδηϲ
ϲώματα βουλόμεθα . Περὶ τοῦ τονώδουϲ κόπου . Ὁ δὲ τονώδηϲ κόποϲ περίττωμα μὲν οὐδὲν ὅτι καὶ ἄξιον λόγου παρακείμενον
ἐλαίῳ πολλῷ μηδεμίαν ἔχοντι ϲτῦψιν . ὁ δὲ ἕτεροϲ ὁ τονώδηϲ τὸν ϲκοπὸν τῆϲ ἰάϲεωϲ ἔχει τὴν χάλαϲιν : χαλᾶται
4223923 πονηροτατων
μή , λέλυται πάντα , ἀνέῳκται , συγκέχυται , τῶν πονηροτάτων καὶ ἀναιδεστάτων ἡ πόλις γίγνεται . φέρε γὰρ πρὸς
. Ἐν πυρετοῖϲ ἐκ τῶν Φιλουμένου . ἐν ἀρχῇ τῶν πονηροτάτων πυρετῶν καὶ τοῦτο ἐπιφαίνεται τὸ ϲύμπτωμα , ὥϲτε τὴν
4221566 συνοικειται
εἴ τι ἕλεσι κεκώλυται καὶ δρυμοῖς : καίτοι καὶ τοῦτο συνοικεῖται πολυανθρωπίᾳ μᾶλλον ἢ ἐπιμελείᾳ . καὶ γὰρ τοκάδες αἱ
τούτων δὲ τὰ πολλὰ ἠκρωτηρίασε Καμβύσης : νυνὶ δὲ κωμηδὸν συνοικεῖται , μέρος μέν τι ἐν τῇ Ἀραβίᾳ ἐν ᾗπερ
4205339 θανατωδης
μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ οὐδετέροισιν . Ἰσχιὰς δὲ ὅταν γένηται , ὀδύνη
Ταῦτα ποιέουσα ὑγιὴς γίνεται : ἡ δὲ νοῦσος βληχροτέρη καὶ θανατώδης , καὶ διαφεύγουσιν αὐτὴν παῦραι . Ἢν δὲ ἑλκωθέωσι
4202503 πειρα
ἐμφρόνως ὡς ἀγχίνους σοφός τε μύστης ἐργάσῃ , ἕνωσιν αὐτῶν πείρα καὶ μυούμενος ἀνωφερῶν τὴν γνῶσιν ἤγουν ἀρρένων κατωφερῶν τε
καταβαφὴν ὑπαγορεύει χολῆς καὶ οἶδεν ὅ τε λόγος καὶ ἡ πείρα τοιοῦτον εἶδος χολῆς , καὶ ῥηθείη ἂν ἴσως ἐν
4202106 φλεγμονωδηϲ
ἐγγίνεται , καθ ' ἣν τείνεϲθαι δοκοῦϲιν . ὁ δὲ φλεγμονώδηϲ , καθ ' ὃν ὥϲπερ τεθλαϲμένων ἢ φλεγμαινόντων αἰϲθανόμεθα
ἤτοι φλέβα τέμνειν ἢ ἀποϲχάζειν τὰ ϲφυρά . ὁ δὲ φλεγμονώδηϲ αὐτόματοϲ κόποϲ οὐδὲ ὡρῶν ὀλίγων μήτι γε δυοῖν ἢ
4202093 κακιω
, ἡ δὲ ἔχιδνα θηλυμορφότατον . Εὐνούχοις τοῖς ἐκ φύσεως κακίω σημεῖά ἐστιν ἢ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις , καὶ ὡς
μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη ; ἐρρέτω : ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω . ξείνια δυσμενέσιν λυγρὰ χαριζόμενοι , πολλὰ δ '
4198078 οἰσοντων
. καὶ πάλιν : ἄλλοι δὲ κρητῆρα πανάργυρον ἠδὲ δέπαστρα οἰσόντων χρύσεια , τά τ ' ἐν μεγάροισιν ἐμοῖσι κείαται
. εἰ δὲ οὐκ ἦν , κἂν ἐξελάλησέ τι τῶν οἰσόντων ἐμοὶ ζημίαν . καὶ τὴν Αὐξεντίου δὲ περὶ τούτων
4198067 πυκνωϲιν
. ἀποϲτάζει δὲ τὸ αἷμα ἢ διὰ θλῖψιν ἢ διὰ πύκνωϲιν τῶν πόρων . ἡ δὲ πλείων ἔκκριϲιϲ ἱκανή ἐϲτι
βρωμάτων τε καὶ τῶν πομάτων ψῦξιϲ τε καὶ ϲτῦψιϲ ἐϲ πύκνωϲιν ἄγει τὰ μέρεα : ἀτὰρ οὐδὲ διαβρώϲιεϲ ξυνεχέεϲ εἰϲί
4192561 αὐστηρος
λευκοῖς τε ἅμα καὶ μετρίως αὐστηροῖς . ὁ δὲ κιρρὸς αὐστηρὸς ἁρμόττει καὶ αὐτὸς τοῖς κατὰ γαστέρα ῥεύμασιν : διττὸς
κέγχρος , τηγανιστὰ πάντα , λάγεια κρέα , οἶνος ὁ αὐστηρὸς καὶ μέλας ἄνευ γλυκύτητος καὶ ὁ λευκὸς καὶ αὐστηρὸς
4190382 ἀμφημερινος
τὸ στόμα τῆς γαστρὸς πεπονθέναι τὰ πολλὰ συνίσταται . Ὁ ἀμφημερινὸς πυρετὸς , ἐπειδὴ ἐπὶ φλέγματι σηπομένῳ γίνεται , τοῦτο
μὲν διαλείπων , ὃς δὲ συνεχής ἐστιν : ἐὰν δὲ ἀμφημερινὸς καὶ τριταῖος διαλείποντες γένωνται , δῆλον ὡς ἑτερογενεῖς μὲν
4187428 παροξυσμος
γαστρὸς ὡσαύτως ἐπύρεσσέ τε σφοδρῶς : καὶ διὰ τοῦτο ὁ παροξυσμὸς εἰσέβαλε μετὰ ῥίγους σφοδροῦ καὶ ἡ παρακμὴ μεθ '
πρὸς τὰ θερμαίνοντα δὲ κουφισμός , εἶτα μετ ' ὀλίγον παροξυσμὸς [ ὁ ] ψόφος τε καὶ βορβορυγμὸς ὡς αἰσθητῶς
4181576 ἐκφευγουσι
, ὅπως ἂν περὶ σὲ κινῶνται , ἀποδιδράσκουσιν αὐτὸν καὶ ἐκφεύγουσι . καὶ οὐδὲ τὰ βουλεύματα αὐτῶν , οὐδὲ τὰ
, ἄπορον δέ : ὅθεν καὶ οἱ ῥήτορες τὰς τοιαύτας ἐκφεύγουσι ζητήσεις : καὶ ἔστι μὲν ἄπορος καθ ' ἑαυτὴν
4176859 ϲωμαϲιν
Ὁ μὲν ἀϲτράγαλοϲ οὐδ ' ὅλωϲ κατάγνυται τῷ πανταχόθεν αὐτὸν ϲώμαϲιν περιφρουρεῖϲθαι διὰ τῆϲ κνήμηϲ καὶ τῆϲ περόνηϲ καὶ τοῦ
πόρων ἐξεφράττομέν τε καὶ διερρύπτομεν καὶ ἁπλῶϲ εἰπεῖν ὑγείαν τοῖϲ ϲώμαϲιν ἐφυλάττομεν τἀναντία προϲάγοντεϲ , καὶ ὁτὲ μὲν ἀναψύξεϲι χρώ
4173779 ψαμμωδης
, τὴν οἱ νομάδες νέμουσι , ἐστὶ ταπεινή τε καὶ ψαμμώδης μέχρι τοῦ Τρίτωνος ποταμοῦ , ἡ δὲ ἀπὸ τούτου
Γάζα τῆς μὲν θαλάσσης εἴκοσι μάλιστα σταδίους , καὶ ἔστι ψαμμώδης καὶ βαθεῖα ἐς αὐτὴν ἡ ἄνοδος καὶ ἡ θάλασσα
4167544 θερμος
τρίτης κατ ' ἄμφω τάξεως : ὁ δὲ καρπὸς αὐτῆς θερμὸς μὲν ὁμοίως , ξηραίνει δ ' οὐχ ὁμοίως ,
ἕτερον πίων ἀπὸ τευθιάδα καὶ σηπιοπουλυποδείων . . ἁπαλοπλοκάμων . θερμὸς μετὰ ταῦτα παρῆλθεν ἰσοτράπεζος ὅλος μνηστης συνόδων πυρός .
4164433 ὑπερβολικαι
ταῖς ὑπερβαλλούσαις ἡδοναῖς αἱ ἐν τῷ ἀκολάστῳ ἀντικείμεναι λῦπαι οὐχ ὑπερβολικαί εἰσιν ἀλλὰ μέτριαι , καὶ ἃς οὐδεὶς ἂν φύγοι
αἳ δὲ ἁπλαῖ , αἳ δὲ συνεζευγμέναι , αἳ δὲ ὑπερβολικαί : ἀληθεῖς μὲν οἷον οὐκ ἔστιν εὑρεῖν βίον ἄλυπον
4153632 ἀποδεικτικος
ὁμοίως τῇ ἀποδείξει . πᾶσα δὲ ἀπόδειξις καὶ πᾶς συλλογισμὸς ἀποδεικτικὸς ἢ ἐγγὺς ἀποδείξει διδασκαλία πώς ἐστιν . ὅτι μὲν
καὶ αὔξεται . ἢ καὶ ἄλλως : ἐπειδὴ καὶ ὁ ἀποδεικτικὸς καὶ ὁ διαλεκτικὸς χρῶνται ἐλέγχοις , οἳ καὶ κατὰ
4152546 νεται
προήκει ἡ γένυς , καὶ εὐθεῖά ἐστι καὶ αὐξά - νεται κατ ' ὀλίγον ἐς μῆκός τε καὶ πάχος ,
τὸ τῶν ἐρίδων γένος , ἀλλὰ δύο . Λαμβά - νεται δὲ ἑαυτοῦ , ἐπειδὴ ἐν τῇ Θεογονίᾳ μίαν γέννησιν
4151895 προπετεια
, ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας ,
ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ
4150763 αἰτιασεται
, ὁ δὲ Μῶμος διερρήγνυτο , οὐκ ἔχων ὅ τι αἰτιάσεται : τελευτῶν δὲ αὐτῆς μὲν ἀπείχετο , τὴν δὲ
. οὗτος μὲν γὰρ τῶν προτέρων εἰδὼς χάριν τῶν νῦν αἰτιάσεται τὴν Τύχην , ἔσται δέ τις ὁ μεμφόμενος ἴσως
4149079 ἠνιωμην
: ὅτι ἐδυσχέραινον δὲ ὡς ἔοικεν τὸν παρελθόντα χρόνον καὶ ἠνιώμην ἀθεάμων ὑπάρχων κάλλεων τοσούτων καὶ πόλεως , ἣν μόνην
. ἐμοὶ μὲν οὖν ἀλαζόνες τινὲς ἐδόκουν ἀπὸ τούτων καὶ ἠνιώμην ἐπὶ τῇ τοῦ πώγωνος ὁμοιότητι . εἰ δέ γε
4148490 προσιεται
λίαν μελαγχολῶντες ἀποκλείουσι τοὺς θεραπεύοντας , οὕτω σοφίαν τυραννὶς οὐ προσίεται . Πλάτωνα γοῦν ἐπίπρασκε Διονύσιος καὶ Νέρων Μουσώνιον ἐξεκήρυττε
ἐν δὲ τῇ Συρακουσίᾳ ποιήσει καθωμίληται . ἀλλ ' οὐ προσίεται ὁ Ἀττικισμός , περὶ οὗ ἀγωνιζόμεθα , τὴν ἀλλοδαπὴν
4147322 κωλυθησεται
ἐσκελετευμένῃ παπύρῳ : οὕτως γὰρ διὰ τὴν τοῦ σωλῆνος περίθεσιν κωλυθήσεται συμφῦναι πάλιν ἐπαχθεῖσα ἡ πόσθη . ἐν διαστάσει δὲ
τὴν ἀφθορίαν διασαλεύει : οὐ γὰρ δὴ σῳζομένου τοῦ οὐρανοῦ κωλυθήσεται ἐπ ' ἄπειρον αὔξεσθαι χρόνος . ταῦτα μὲν οὖν
4146999 κοποϲ
τέμνειν ἢ ἀποϲχάζειν τὰ ϲφυρά . ὁ δὲ φλεγμονώδηϲ αὐτόματοϲ κόποϲ οὐδὲ ὡρῶν ὀλίγων μήτι γε δυοῖν ἢ τριῶν ἡμερῶν
Ἄλλη δὲ τετάρτη διάθεϲίϲ ἐϲτι παραπληϲία μὲν ὑπάρχουϲα κόπῳ , κόποϲ δὲ οὐκ οὖϲα , τῷ μήτε ἑλκώδη μήτε τονώδη
4144767 μοχθηρος
, οὐ τῷ ἔργῳ . Πονηρῶν νῦν βούλεται μὲν ὁ μοχθηρὸς ἀδικεῖν , οὐ μὴν δυνατός : βουλόμενος δέ ,
τε καὶ ἄριστός ἐστιν ὁ καθαρότατος , νοσερὸς δὲ καὶ μοχθηρὸς ὁ ἐξ ἀναθυμιάσεως ἐπιθολούμενος λιμνῶν ἢ ἑλῶν ἢ βαράθρου
4144239 κλεψεις
οὔ , παραινῶν : οὐ φονεύσεις οὐ μοιχεύσεις , οὐ κλέψεις , οὐ ψευδομαρτυρήσεις ; ἀλλ ' εἰ σοφίζονται τὰ
„ λέγων , ” οὐ φονεύσεις , ” „ οὐ κλέψεις „ καὶ τὰ ἄλλα ταύτῃ . λεκτέον οὖν ἓν
4134324 παρειται
ἡμᾶς ὑπερβεβηκέναι . ἀλλὰ μὴν οὐδὲ ὑστέρα τις ὀφείλουσα προστεθῆναι παρεῖται : οὐ γὰρ ἂν ἔτι ἦν ταὐτὸν κατ '
εὑρίσκει τέχνην ἀποφυγῆς : πίπτει μὲν γὰρ εἰς γῆν καὶ παρεῖται τὸ σῶμα καὶ ἐμιμεῖτο τοὺς νοσοῦντας τὴν ἐκ θεῶν
4131268 ὑποφαινοντα
τὸν Κηφισὸν ἄνδρα μὲν δεικνύουσιν ἐν προτομῇ , κέρατα δὲ ὑποφαίνοντα . καὶ ἐν Σικελίᾳ δὲ Συρακόσιοι μὲν τὸν Ἄναπον
ἐχούσῃ ἔτι λεπτὰ καὶ λευκά , καί πως ἀμυδρὰν ὑπόστασιν ὑποφαίνοντα , εἴ γε πέψιν ἤδη λαμβάνει τὸ νόσημα .
4129786 ψυχροιϲ
τῶν βαλάνων : χρήϲιμα δὲ καὶ τοῖϲ περὶ τὴν κεφαλὴν ψυχροῖϲ πᾶϲι πάθεϲι καταφορικοῖϲ καὶ παράφροϲι . γίγνεται δὲ αὐτῶν
κέϲτρον ὀνομάζει , ἄλλοι δὲ ψυχότροφον διὰ τὸ χαίρειν τοῖϲ ψυχροῖϲ τόποιϲ , μηδὲν ὅμοιον ἔχουϲα τῇ προειρημένῃ πλὴν τῆϲ
4129616 ἁβροτης
τὸ τῷ συγγραφεῖ πρέπον , μήτε ἡ περὶ τὴν κατασκευὴν ἁβρότης ὑπερφθέγγοιτο τὴν συγγραφήν : αὐτοῖς γὰρ τοῖς ποιηταῖς τὸ
τοῦ πυρὸς εὑρεθῆναι , τὰς τέχνας , ὑφ ' ὧν ἁβρότης μὲν καὶ ὡραιότης , καὶ πᾶν τερπνὸν τῷ βίῳ
4125014 μαλακωτερα
καὶ τοιαῦτά τινα , τῶν Ἀττικῶν ἐρίων ἄλλ ' ἐστὶ μαλακώτερα , ἢ τῶν ἐν Βάκτροις καὶ Μήδοις εἰσί τινες
αὐτοῦ δὲ τοῦ ἐγκεφάλου τὰ πρόσθεν ὑγρότερα τοσοῦτον ὅσον καὶ μαλακώτερα . πάντα μὴν ταῦτα δέρματος οὐχ ὑγρότερα μόνον ,
4121163 ἀπολλυσιν
ὕδατι καὶ νότῳ . Ἐναντία γὰρ καὶ τὰ ὕδατα καὶ ἀπόλλυσιν ἄμφω τὰς ὀσμάς . Ἀλλὰ δεῖ καθάπερ τὰ ἀπομάγματα
μαρτυρηθέντα [ - ] ἁλίσκεται [ ] ὁ καταμαρτυρούμενος καὶ ἀπόλλυσιν ἢ χρήματα ἢ αὐτὸν [ διὰ ] τοῦτον ὃν
4120395 ϲκαμμωνια
καὶ κενοῦντα διὰ γαϲτρόϲ . ] Ϲκαμμωνία . Ἡ δὲ ϲκαμμωνία ἄγει μάλιϲτα χολὴν ξανθήν : καρδιαλγὴϲ δέ ἐϲτι καὶ
τὰ πέριξ . Λαθυρίδεϲ καθαίρουϲι χολήν , ὥϲπερ ἐλλέβοροϲ καὶ ϲκαμμωνία . δοτέον οὖν ζ ἢ η καὶ μέχρι πεντεκαίδεκα
4117876 γεννωμενη
ἡ δέ τις σάβιρα λιπαρωτάτη ἐν εὐγείοις καὶ λιπαροῖς τόποις γεννωμένη , ἥτις καὶ πολλὴν ἀνίησι τὴν στακτήν . πρωτεύει
συλλαμβάνεται ἢ ἡμεροῦται , σφόδρα ταχυτάτη οὖσα ὡς ἐξ ἀνέμου γεννωμένη . ὅτι τοὺς σκύμνους αὐτῆς ἀπούσης ἁρπάζοντες οἱ θηρευταὶ
4117369 παλαιουμενα
ἀμφότερα δὲ γαστρὸς ὑπαγωγά , ἐφεκτικὰ δὲ τὰ γίγαρτα . παλαιούμενα δ ' ἀποτίθεται τὸ πολὺ τῆς περιττωματικῆς ὑγρότητος .
. τοῦτο μέν γε καὶ μυελὸς καὶ στέαρ ἔχουσιν : παλαιούμενα γὰρ καὶ ταῦτα δριμύτερα σφῶν αὐτῶν γίνεται καὶ ξηρό
4113720 ἀστειος
πρεσβύτερος μὲν οὖν καὶ πρῶτος ἔστι τε καὶ λεγέσθω ὁ ἀστεῖος , νεώτερος δὲ καὶ ἔσχατος πᾶς ἄφρων , τὰ
† ὁ ἐν ἄστει διατρίβων , λέγεται * * * ἀστεῖος ὁ διὰ χρηστὸν ἦθος ἐπαινούμενος , ὡς καὶ ὁ
4108007 μεγαλο
πάντων ποιούμενον , τοῦτον εἶναι τῷ ὄντι μεγαλόψυχόν τε καὶ μεγαλο - γνώμονα . ἐπεὶ καὶ Σωκράτης ὁ Σωφρονίσκου τοῦ
καὶ παῖδας ἐφήβους σεμνοῖς ? ? ! ! ! ! μεγαλο ? ? [ ! ] ! ρχησομαι ? ?
4103858 ξηροτερα
δέοντος καὶ διὰ τοῦτο οὐ γίνεται σύλληψις , δίαιτα μὲν ξηροτέρα ἁρμόζει καὶ πυρίαι ξηραί , φάρμακά τε πρόσθετα στύφοντα
ἐκλεκτέον δὲ λευκὴν καὶ ἁπαλὴν τὴν ἐντεριώνην : ἡ γὰρ ξηροτέρα καὶ ἡ μελανίζουϲα φαύλη . κοπτέϲθω δὲ καὶ λεαινέϲθω
4103240 ἀπονοϲ
τοῦ θώρηκοϲ : ἀπονίη , ἢν μοῦνοϲ φλεγμήνῃ πνεύμων . ἄπονοϲ γὰρ ἡ φύϲιϲ αὐτέου : μανὸϲ μὲν [ γὰρ
, φλεγματώδεα , ἔπειτα χολώδεα . τὰ πρῶτα μὲν ῥηϊδίωϲ ἄπονοϲ : ἔπειτα δὲ ξὺν ἐντάϲει μὲν ὁ ϲτόμαχοϲ ,
4102883 συρφετος
οὕτω καὶ σύρω συρετός , καὶ πλεονασμῷ τοῦ φ , συρφετός . Σκορακισμὸς καὶ σκορακίζειν . ἀποβολῇ τοῦ σ .
χεράδος περιχεύας . χερὰς δὲ ὁ μετὰ ἰλύος καὶ λίθων συρφετός . τὸ δὲ τυπτόμενοι ἀντὶ τοῦ τύπτοντες . φάει
4099050 Κερκωπη
ὥς φησι Πολέμων . Φιλέταιρος δέ φησί που : οὐχὶ Κερκώπη μὲν ἤδη γέγονεν ἔτη τρισχίλια , ἡ δὲ Διοπείθους
Ναννάριον ἔσχηκας ὡραίαν σφόδρα . Φιλέταιρος ἐν Κυναγίδι : οὐχὶ Κερκώπη μὲν ἤδη γέγον ' ἔτη τρισχίλια , ἡ δὲ
4090848 κακοχυμος
ἀμείνων ἐστίν , ἀλλὰ καὶ αὕτη διαφθαρεῖσα κατὰ τὴν γαστέρα κακόχυμος ἱκανῶς γίνεται . τῶν δὲ λαχάνων οὐδὲν μὲν εὔχυμόν
δ ' αὐξηθεῖσα τοῖς σηπεδονώδεσιν ἑτοίμως ἁλίσκεται νοσήμασιν , ὅτι κακόχυμος ἑτοίμως γίνεται . εἰ δ ' ὀλίγῳ μὲν ὑγροτέρα
4090092 γλυκυτητοϲ
γεῦϲιν δριμεῖά τε ἅμα καὶ ϲτύφουϲα φαίνεται μετά τινοϲ βραχείαϲ γλυκύτητοϲ , κατὰ δὲ τὰϲ ἐνεργείαϲ ἡ μὲν δριμύτηϲ τὰ
οἶνοι οἱ γλυκεῖϲ καὶ μᾶλλον ὁ αὐϲτηρὸϲ καὶ μέλαϲ ἄνευ γλυκύτητοϲ καὶ ὁ παχὺϲ καὶ νέοϲ πᾶϲ . τὸ δὲ
4088024 λαλιᾳ
τοῦ λόγου ἡ χρεία . καὶ εἰ μὲν ὡς ἐν λαλιᾷ , βραχὺς δὲ ὁ τῆς λαλιᾶς λόγος , διὰ
ἑκάστου πράγματος τὴν δύναμιν καὶ τὴν κυριότητα δύναται σαφηνίσαι τῇ λαλιᾷ . τῆς τέχνης τῆς γραμματικῆς ἡ τάξις συνέστηκεν μέρεσιν
4087868 εἰληφεν
πάντα , καὶ μορφὴν οὐδεμίαν ποτὲ οὐδενὶ τῶν εἰσιόντων ὁμοίαν εἴληφεν οὐδαμῇ οὐδαμῶς : ἐκμαγεῖον γὰρ φύσει παντὶ κεῖται ,
Εὐπόλιδος ὑέος ἄπαιδος Ἀπολλοδώρου τελευτήσαντος τὰ ἡμίσεα Θρασύ - βουλος εἴληφεν οὐσίας καὶ πεντεταλάντου καταλειφθείσης ῥᾳδίως . Πατρῴων μὲν οὖν
4087183 ἀπεστι
μήπω συμφωνεῖν διὰ τὸ ἀτελὲς οἵου τε ὄντος τοῦ ὀργάνου ἄπεστι τὸ χρησόμενον , κἂν ἑτέρως τις παρεῖναι συγχωρῇ .
ἔχει τὸν θεὸν παρόντα καὶ ὁ ἀγνοῶν τῷ πανταχοῦ παρόντι ἄπεστι . καὶ † οὐδὲ ὀσμή τις μέμφ * *
4086790 θερμαινει
δυνάμεως . Περικλυμένου ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα τέμνει καὶ θερμαίνει . Περιστέριον δύναμιν ἔχει ξηραντικήν . Πετασῖτις ἐκ τῆς
φακῶν ἀφέψημα μετὰ μέλιτοϲ . Ϲκίλλα τμητικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ , θερμαίνει δὲ καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν δευτέραν τάξιν : ἄμεινον

Back