οἷον ἔδων , ἀπέδων , ἔθην , ἀφ ' οὖ ἐθέμην . καὶ ἐπεὶ ἦσαν ἀόριστοι , ἦν καὶ ὑποτακτικὴ
δέ σε ἀνδρῶν μὲν ὅλως εἶναι βέλτιστον πάλαι δὴ ψῆφον ἐθέμην , θαυμάζω δέ σου τὸ ἐπειδὴ ἦρξας , τοῖς
6973339 ὠμοσα
ἀντίδικοι . ἀλλὰ ταῦτα ποιήσας εὐθὺς ἂν ἦν ἐπιωρκηκώς : ὤμοσα γὰρ καὶ συνεθέμην πρὸς σὲ κοινῇ πράξειν ἅπαντα ,
ἡγεμονία . ἄλλως τε ἂν τὸ „ κατ ' ἐμαυτοῦ ὤμοσα „ ὃν χρὴ τρόπον ἐκδεξώμεθα , παυσόμεθα τῆς ἄγαν
6730303 ἀναληψομαι
βέλεσιν . ἵνα δὲ Πύθων ὅστις ἦν εἴπω , μικρὸν ἀναλήψομαι . ἤνεγκεν ἡ γῆ δράκοντος φύσιν οὔτε λόγῳ ῥητὴν
οἱ καθ ' ἑκάστους ἀεὶ τοὺς χρόνους . μικρὸν δὲ ἀναλήψομαι : οὐ γὰρ μόνον οἷς εἶπον ἐτίμησαν οἱ θεοὶ
6635312 ἐπαγγειλαι
τιμωμένῳ φερούσας ; οἶσθα γὰρ ὡς ἐγὼ μὲν πολλάκις ὤκνησα ἐπαγγεῖλαι χάριν ἐνθυμούμενος , ὁπόσας λάβοιμι , σὺ δὲ τῷ
ἐκείνῳ μᾶλλον ἢ τῷ Διὶ θύσοντας : τραγῳδίαν δ ' ἐπαγγεῖλαι καὶ κιθαρῳδίαν ἀνδράσιν , οἷς μήτε θέατρόν ἐστι μήτε
6629175 ἀποδιδωμι
τὸ χρέος . ὥσπερ ἀποτίω ⌈ καὶ [ τὸ ] ἀποδίδωμι ⌈ τὸ τὸ ⌈ ὀφειλόμενον [ κεχρεωστημένον ] ⌈
μεμένηκε . διὸ θρεπτήρια οὔσῃ μοι πατρίδι πρὸς μητρὸς ταῦτα ἀποδίδωμι αὐτῇ Ἐπειδὴ κατὰ δαίμονα καὶ τὴν τοῦ κρατίστου Κασσίου
6531361 νομοφυλακα
τῶν νομοφυλάκων ἀφιστάσθω , τὸ δὲ κοινὸν τῆς πόλεως ἕτερον νομοφύλακα ἀντὶ τούτου καθιστάτω τῇ χώρᾳ καὶ τῇ πόλει .
εἰς τὸ μέσον λέγων “ ἄνδρες πολῖται , ὃν βούλεσθε νομοφύλακα χειροτονήσατε , ὃς φυλάξειεν τοὺς νόμους καὶ τὸν χρηματιστὴν
6462688 ἐδεου
τροφῆς ἔφασκες οἴκαδε τρέχειν . σὺ δ ' οὐκ ἄρα ἐδέου τῆς οἰκίας οὐδὲ σιτίων , ἀλλ ' ὅπως μήτ
καὶ εἰ μὴ ἐκεῖνός μοι ἔδωκεν ; Ὅτι εἰ μὲν ἐδέου αὐτοῦ , ἔφη , ὧν οὐκ ἐχρῆν , πῶς
6432983 ἀφιημι
, εὐτυχὴς δ ' ἴσως ” . Γ λείπω ] ἀφίημι . Γ Ἑλλάνιε Ζεῦ : Ἑλλάνιος Ζεὺς ἀπὸ τοῦ
διασύρειν τὸ τῆς ἀριστείας κατόρθωμα , σιωπῶ τὰ λοιπὰ , ἀφίημι τοῦτον μόνον ὡς ἀληθῶς τῆς ἐλευθερίας προστάτην : τί
6431998 ἀπεδωκα
συμμάχοις τοῖς ἐκείνου χρησάμενος ἀδικήμασι βιαίων ὑμᾶς ἠλευθέρωσα προσταγμάτων , ἀπέδωκα τῇ πόλει τὴν ἡδίστην δημοκρατίαν , ἐδωρησάμην τοὺς νόμους
ὄνομα , Σωσίαν , ὥσπερ καὶ δίκαιόν ἐστιν , καὶ ἀπέδωκα τῷ πρεσβυτάτῳ τοῦτο τὸ ὄνομα : τῷ δὲ μετ
6422230 ἐπηγγειλαμην
εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν : „ ὦ δέσποτα Ζεῦ , ἐπηγγειλάμην σοι ἔριφον δοῦναι , ἐὰν τὸν κλέπτην εὕρω ,
εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν : ” ὦ δέσποτα Ζεῦ , ἐπηγγειλάμην σοι ἔριφον δώσειν , ἐὰν τὸν κλέπτην εὕρω ,
6417134 τηνδι
οὑτοσί με νῦν ἀποπνῖξαι βούλεται ; ἔχ ' , ἀναβαλοῦ τηνδὶ λαβών , καὶ μὴ λάλει . τουτὶ τὸ κακὸν
' ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε
6409376 ἀναγιγνωσκε
κληρονόμους τῶν Εὐκτήμονος . Ταῦτα τοίνυν ὡς ἀληθῆ λέγω , ἀναγίγνωσκε τὰς μαρτυρίας . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ὁ Φιλοκτήμων τριηραρχῶν
' ὡς ἀληθῆ λέγω , λαβέ μοι τὰς μαρτυρίας καὶ ἀναγίγνωσκε . Ὅτι τοίνυν οὐκ ἄπορος ἦν ὁ Μοιριάδης ,
6394548 ὀμνυω
ἐάμ ποτ ' οἶνον ἔτι τ ? [ ἀλλ ' ὀμνύω ϲοι τοῦτο [ οὐκ οἶϲθα πρὸϲ ὕδωρ ? ?
: καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι , ὅτι
6392576 παυσω
κλίνην , ἐγὼ γὰρ ὑμᾶς τῶν ἐπὶ τῇ κόρῃ δακρύων παύσω . „ καὶ ἅμα ἤρετο , ὅ τι ὄνομα
δ ' ἐμὴ ἐμόν . ἐγὼ οὖν τὸ μὲν ἐμὸν παύσω ἐξ ἅπαντος , ἐπ ' ἐμοὶ γάρ ἐστιν :
6375145 ἐπιχειρεις
ἔχεις ποιεῖν ; ἄλλο τι ἢ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι καὶ σύμπασαν τὴν
εἷς ἄν μοι πολλῶν ἦν ἀντάξιος . ἃ σὺ λογιζόμενος ἐπιχειρεῖς μοι δεικνύειν ὡς , εἰ καὶ Δουλκίτιος τέθνηκεν ,
6362546 περιδοσθαι
κεφαλῆς περιδόσθαι ] ἐπὶ τῆς κεφαλῆς συνθήκην θεῖναι . Γ περιδόσθαι ] συμφωνίαν ποιήσασθαι ἢ συνθήκην θέσθαι . Γ ἐν
ἰχθύσιν ὑποβαλλομένην τροφὴν εἰς τὸ ἀγρευθῆναι δέλεαρ καλοῦσι κυρίως . περιδόσθαι : συνθήκην θεῖναι . Ὅμηρος “ δεῦρό νυν τρίποδος
6285531 γραμματευ
. βούλομαι δ ' ὑμᾶς ἀκοῦσαι τοῦ ὅρκου . λέγε γραμματεῦ . Οὐκ αἰσχυνῶ τὰ ἱερὰ ὅπλα οὐδὲ λείψω τὸν
, ἀναμνῆσαι ὑμᾶς βούλομαι . καί μοι λαβὲ τὸ ψήφισμα γραμματεῦ τὸ Ὑπερείδου , καὶ ἀναγίγνωσκε . Ἀκούετε τοῦ ψηφίσματος
6277943 πεπεικεναι
ἃ δὲ καὶ θαρρούντως ἀνεστάναι με καὶ ἐμαυτὸν ἤδη [ πεπεικέναι ] πρὸς τοὺς ἑτέρους ἀποκλῖναι πεποίηκε , ταῦθ '
πόλει γενέσθαι διαλλαγάς , ἐμοὶ δὲ τὴν ἐκ τοῦ δοκεῖν πεπεικέναι δόξαν . μὴ τοίνυν ἀτιμάσῃς μηδὲ ἐλέγξῃς ῥήτορα ψήφῳ
6270131 προσγραψαι
πρότασις καὶ ἀπόδοσις γίνονται πρῶται οἷον ἐν μὲν γὰρ τῷ προσγράψαι μηδὲ τὸ λοιπὸν ἐξεῖναι δοῦναι ὑμᾶς τὸ δοῦναι ὑμῖν
διὰ γὰρ τὸ ῥᾳδίως ἐξαπατᾶσθαι τὸν δῆμον ταῦτ ' εἰκότως προσγράψαι . τί οὖν ἐκώλυεν , εἴπερ ταῦθ ' οὕτως
6237090 ἐντελλομαι
ποιεῦ : ὃς δ ' ἂν τούτων τῶν ἔργων τῶν ἐντέλλομαι λείπηται , ἔκπεμπε ἐκ τῆς χώρης . Καὶ ταῦτα
ὀρθὰ ἐντείλασθαι περὶ παντὸς πράγματος . ἰδοὺ γὰρ καὶ ἐγὼ ἐντέλλομαι ζητεῖν σε τὰ ἀνόμοια καὶ τὰ ὅμοια . καὶ
6236685 τἀμαυτου
πρῶτον μὲν ἀπαρασκευότατον γενέσθαι με , μὴ δυνάμενον διαπράσσεσθαι αὐτὸν τἀμαυτοῦ πράγματα , ἔπειτα κακοπαθεῖν τῷ σώματι , τούς τε
, εἰκότως μὲν οὐκ ἂν ἔχοιμι μέμψιν , εἰ μὴ τἀμαυτοῦ προστίθημι τούτοις , σῴζων δὲ τὰ τούτων καὶ πλείω
6199767 ἐννομον
ἐπειδὴ οὐ περὶ αὐτοῦ ἡ ζήτησίς ἐστιν , οἷον εἰ ἔννομον ἢ δίκαιον ἢ συμφέρον , ἀλλὰ περὶ τὴν ποιότητα
τὰς πολιτείας καταλύοντας , ἡμῖν δὲ τοῖς τὴν ἴσην καὶ ἔννομον πολιτείαν ἔχουσι τοὺς παρὰ τοὺς νόμους ἢ λέγοντας ἢ
6179321 Διαγορᾳ
Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ υἱῷ Δαμαγήτου . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ νικήσαντι ἑβδομηκοστὴν ἐννάτην Ὀλυμπιάδα . . .
προσοδιακὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιγʹ Στησιχόρειον . . , Διαγόρᾳ νικήσαντι τὴν οθʹ Ὀλυμπιάδα . τοῦτον δὲ τὸν Διαγόραν
6172472 ταρβω
πέλουσαν : μηδὲ πλαθείην γαμέτᾳ τινὶ τῶν ἐξ οὐρανοῦ . ταρβῶ γὰρ ἀστεργάνορα παρθενίαν εἰσορῶς ' Ἰοῦς ἀμαλαπτομέναν δυσπλάνοις Ἥρας
ἀθλίαις προσωφελήσων , ὦ τέκνον , κεχρημέναις ; ὡς οὔτε ταρβῶ σὺν δίκηι ς ' ὁρμώμενον Κάδμου θ ' ὁρῶσα
6170118 πτοουμαι
ἐπηύξατο Οἰδίπους ἐλθεῖν τοῖς ἑαυτοῦ παισί . πέφρικα ταύτην καὶ πτοοῦμαι τελέσαι καὶ πληρῶσαι τὰς ὀργίλους κατάρας τοῦ Οἰδίποδος τοῦ
πενθῶ ; ἀστράπτω , ὑπορθῶ ; δογματίζω , αὐξάνω ; πτοοῦμαι , νέμω ; ἵστημι , ἵσταμαι . θέλω ,
6162715 τεθειμαι
ἧκα , ἕμαι , εἷμαι , κατὰ πλεονασμὸν ὡς τὸ τέθειμαι , καὶ εἷσαι , καὶ ἀφεῖσαι . φυλάττεται γὰρ
παθητικοῦ παρακειμένου γίνεται πρὸ τῆς αι δεχόμενος τὸ ομ , τέθειμαι τέθεισαι τεθείσομαι , εἴγε ἄρα γίνεται . Δυϊκά .
6147182 αἰτουμαι
ἐν δὲ ταύτῃ τῇ βίβλῳ τὴν ὀφειλομένην διαίρεσιν ἀποδώσω . αἰτοῦμαι δὲ παρὰ σοῦ τῇ τῶν πραγμάτων ἀκολουθίᾳ καὶ τῷ
ἠδίκηκε : ἐγὼ δ ' ὑμᾶς ὑπὲρ πατρὸς τοὐμοῦ τεθνεῶτος αἰτοῦμαι , ὅπως παντὶ τρόπῳ δῷ . Ὑμεῖς δέ ,
6130741 προθειναι
χώρην , οὐδενὶ ἀνδρὶ συνέμειξα ἐς τόδε ὅστις ἠθέλησε ξείνια προθεῖναι στρατῷ τῷ ἐμῷ , οὐδὲ ὅστις ἐς ὄψιν τὴν
ὅταν δὲ ταῦτ ' ἀκριβῶς σφίσι γένηται φανερά , τότε προθεῖναι βουλήν , εἴτ ' ἐπιχειρεῖν αὐτοῖς ἄμεινον εἴη προσμεταπεμψαμένοις
6128661 ἑστιασαι
ὥσπερ κλητῆρες , δύο μόνοι ὄντες μαρτυροῦσιν δεκάτην ὑπὲρ τούτου ἑστιᾶσαι . οἷς τίς ἂν ὑμῶν πιστεύσειεν ; καὶ μὴν
ἥκει , ὥστε φησὶ τὸν πατέρα μου δεκάτην ὑπὲρ αὑτοῦ ἑστιᾶσαι . καὶ περὶ τούτου μόνον Τιμοκράτους καὶ Προμάχου ἐμβέβληται
6123797 πριαμενου
; ἀλλὰ μὴν τὸ μὲν ἐπίληπτον ἀνδράποδον οὐ προσαπολλύει τοῦ πριαμένου τὴν οὐσίαν : ὁ δὲ Μίδας , ὃν σύ
ἀπὸ τοῦ συμφέροντος ἐμπεσεῖν . Φιλάργυρος πωλήσας χωρίον , τοῦ πριαμένου αὐτὸ θησαυρὸν εὑρόντος , ἑαυτὸν προςαγγέλλει . Σκοπός ἐστι
6111817 αἰτω
μέν σοι δοῦναι δίκην , ἐμὲ δὲ γέρας εὑρέσθαι . αἰτῶ δή σε τὸν πατέρα σῴζειν δι ' ἐμὲ ἢ
μήπω τετελεσμένον , ἀτέλεστον δὲ τὸ μὴ δυνάμενον τελεσθῆναι . αἰτῶ καὶ αἰτοῦμαι διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ αἰτῶ ἐπὶ
6091946 δεδωκα
καὶ λόγιόν ἐστι τοιοῦτον ἀναγεγραμμένον ἐν Δευτερονομίῳ : ” ἰδοὺ δέδωκα πρὸ προσώπου σου τὴν ζωὴν καὶ τὸν θάνατον ,
ὅτι οὐκ ἐζημίωσα : τὸ δέον γὰρ καὶ τὸ ἀνάλογον δέδωκα . τινὲς μὲν οὖν καὶ τῶν εὖ ποιησάντων καὶ
6083047 ἀκριβεστατῃ
εἶναι , πρὸς τὸ μέγεθος καὶ κάλλος τῆς ὅλης νομοθεσίας ἀκριβεστάτῃ ὄψει τῇ κατὰ διάνοιαν ἀπιδὼν καὶ νομίσας αὐτὴν κρείττονα
δώσω . ἕξω ] λήψομαι . σαφηνείᾳ λόγου ] ἤγουν ἀκριβεστάτῃ ἀγγελίᾳ τοῦ ἐμοῦ λόγου . θ σαφηνείᾳ ] ἀναδιδάξει
6054791 ἀπειλητην
ἀρχούσης ἀπειλείτην καὶ τροπῇ τῆς ει διφθόγγου εἰς τὸ η ἀπειλήτην . οὕτως Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν . τὸ δὲ ἀπειλῶ
ἤχθηρα , ἐὰν ἐχθήρω καὶ ἀπεχθήρω . . . . ἀπειλήτην : ἀπειλῶ ἠπειλησάτην καὶ συγκοπῇ τῆς σα συλλαβῆς ἀπειλήτην
6041793 προβουλευμα
τὸν δῆμον ἐδικαίωσε . καὶ μετὰ τοῦτ ' ἀνέγνω τὸ προβούλευμα . ὁ μὲν δὴ ταῦτ ' εἰπών τε καὶ
πρὸς τὸ δημοτικὸν ἠρέσκετο διαλλαγαῖς , οὐκ εἴα γενέσθαι τὸ προβούλευμα τοιούτοις λόγοις χρώμενος . Ἐβουλόμην μὲν ἂν ἔγωγε καὶ
6039109 εὐπρεπες
ὡς ἄρ ' οἱ Φράγγοι σκῆψιν μέν τινα καὶ προκάλυμμα εὐπρεπὲς τὸ τῆς ξυμμαχίας ὄνομα ποιοῦνται , ὡς δὴ μετάκλητοι
τε , ἤ τι μεταστρέψεις ; ταῦτα μὲν παραινεῖ τὸ εὐπρεπὲς διδάσκουσα . ποιεῖ δὲ αὐτὴ αὐτὸ πῶς ; μετὰ
6039082 Πειλατος
ᾔτησε τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου πρὸς ταφήν . Καὶ ὁ Πειλᾶτος πέμψας πρὸς Ἡρῴδην ᾔτησεν αὐτοῦ τὸ σῶμα : καὶ
. Καὶ [ μὴ ] βουληθέντων νίψασθαι ἀνέστη [ ] Πειλᾶτος : καὶ τότε κελεύει Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς παραπημφθῆναι [
6037925 Γυναι
Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ
πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς
6034812 συνενεγκειν
παρασχεῖν ἕτοιμοι τὰ ἀντίγραφα . Δόξει δὲ ἄρα κᾀκεῖνά τι συνενεγκεῖν σοι ἐς τὴν ἅπασαν ἰατρικὴν μέθοδον . ἃ γὰρ
πολλὰ εὑρίσκειν καὶ μηχανᾶσθαι πρὸς τὸν βίον οὐ πάνυ τι συνενεγκεῖν . οὐ γὰρ πρὸς ἀνδρείαν οὐδὲ δικαιοσύνην χρῆσθαι τῇ
6027380 ῥεγκεται
τι δεξιόν . Ὡς μεγάλ ' ὁ Παφλαγὼν πέρδεται καὶ ῥέγκεται , ὥστ ' ἔλαθον αὐτὸν τὸν ἱερὸν χρησμὸν λαβών
ῥέγκεται . οὐ γάρ ἐστι δόκιμον οὕτω λέγειν . ΓΘ ῥέγκεται ] ῥέγκει : ὁμοιοκατάληκτον δὲ μόνον τοῦτο εἴρηκεν :
6026245 οἰῃ
ἀλλὰ μὴ οὐκ ᾖ διδακτόν . ἵνα δὲ μὴ ὀλίγους οἴῃ καὶ τοὺς φαυλοτάτους Ἀθηναίων ἀδυνάτους γεγονέναι τοῦτο τὸ πρᾶγμα
, ὦ Σώκρατες , τούτου αἰτία . Ἵνα δὲ μὴ οἴῃ ἀπατᾶσθαι ὡς τῷ ὄντι ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα
6025588 Ποιησω
. ἐκ μεσημβρίας δὲ παρέσῃ μοι , ὦ Σώκρατες . Ποιήσω ὡς λέγεις , κἀγὼ δὲ ἐπάνειμι ἐς Κυνόσαργες ,
τούτων ἀπήρχοντο χαριστήρια τοῖς θεοῖς ἀπονέμοντες . 〛 ποιῶ : Ποιήσω . . τὰς χύτρας : Τὰ τζυκάλια . .
6019832 διαλογιζομαι
πράγμασιν ἀκούσατέ μου : ἐὰν μὲν ὁρῶ κατὰ γνώμην ἃ διαλογίζομαι χωροῦντά μοι καὶ θρασεῖς μὲν γεγονότας τοὺς πολεμίους ,
φησιν ἡ Ἑκάβη : ἀντὶ τοῦ μαθεῖν : ἀντὶ τοῦ διαλογίζομαι : † καὶ τοῦτο καθ ' ἑαυτήν φησιν ἡ
6019830 ἐγγυαται
ἐτρανοῦτο , ὡς ὁρᾶν αὐτὰ μᾶλλον ἢ ἀκούειν δοκεῖν . ἐγγυᾶται δέ μου τὸν λόγον ὁ νόμος , ἐν ᾧ
: . . Ἰάσων εἰς Κόρινθον ἐλθὼν ἐπαγόμενος καὶ Μήδειαν ἐγγυᾶται καὶ τὴν τοῦ Κρέοντος τοῦ Κορινθίων βασιλέως θυγατέρα Γλαύκην
6018080 περιποθητον
γὰρ οὐ δίδωσι τρυφῆς ἐξουσίαν ἡ Τύχη , τούτοις εἴωθε περιπόθητον γίνεσθαι τὸ τρυφᾶν . πολλοὶ γοῦν ἐξὸν μὲν αὐτοῖς
ὠδίνουσάν τε καὶ τεκοῦσαν ἰδεῖν . ἦν οὖν οὐκ ἀπεικότως περιπόθητον αὐτῷ τὸ παιδίον ὡς ἄρρεν , ὡς μόνον ,
6007967 ἀκουσατε
, ὅπου ἐστίν . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , ἀκούσατε τοῦ ψηφίσματος , καὶ ἀναμνήσθητε τοῦ πολέμου , καὶ
αὐτοῦ : Ἀκούσατε , τέκνα μου , υἱοὶ Νεφθαλείμ , ἀκούσατε λόγους πατρὸς ὑμῶν . Ἐγὼ ἐγεννήθην ἀπὸ Βάλλας :
6007491 πεποιησαι
πεπλημμέληται , τίνος ἕνεκεν κατ ' ἐμοῦ τὴν τοιαύτην εἰςαγγελίαν πεποίησαι ; ἐδυσχέραινον , ὁμολογῶ , τὸν υἱὸν ἀκούων παρ
τὸ ψυχικὸν τουτὶ πνεῦμα τὸν ἅπαντά σου τείνειν σκοπὸν προὔργου πεποίησαι , οὕτω μηδὲ τῶν ἄλλων σε καρραθυμεῖν θέμις .
6002462 καταλειπων
δῆμος ὑπὲρ τῆς αὑτοῦ εὐσεβείας πρὸς τὸν θεὸν καὶ παρακαταθήκην καταλείπων τοῖς ἐπιγιγνομένοις , ὅτι τήν γε θεῷ γυναῖκα δοθησομένην
τἄλλ ' ἐπέτρεπεν , οὔτ ' ἂν ἐκεῖν ' οὕτω καταλείπων αὐτοῖς ἔφραζεν : ὥστε πόθεν ἴσασιν ; εἰ δ
5998503 μνημονευε
. Ἑρμηνεία . Κἂν πλούσιος γέγονας καὶ περίβλεπτος , Πενίας μνημόνευε τῆς σῆς συντρόφου . Κλείσωμεν τὴν θύραν , τὴν
† ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ , καὶ ὅταν πλουτήσῃς ἐμοῦ μνημόνευε . ” Καλλιρόη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὥρμησεν ,
5998265 ἐπιστελλω
, ὡς ἐπὶ τοῦ νέμω νόμος , λέγω λόγος , ἐπιστέλλω ἐπιστολή : διαλέκτου δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ ὄνειρος
, ἔρχῃ , πορεύεις . τὸ στέλλω σημαίνει δʹ τὸ ἐπιστέλλω , ἐξ οὗ καὶ ἐπιστολὴ , τὸ πλέω ,
5996317 ἀειμνηστον
ἣ ] μέχρι νῦν ἐστιν : καὶ τὸν ψευδολόγον Αἴσωπον ἀείμνηστον οὐ μόνον τὰ μυθολογήματα , καὶ ἡ κατὰ τὸν
οὗ πλεῖσται σύνοδοι , τῆς αὑτοῦ γνώμης σπουδὴν ἐνδείξας εἰς ἀείμνηστον κατέθετο τὴν δόξαν , ὥσπερ , οἶμαι , τῶν
5996221 χεσαι
ἀπάρτι . χεσείω ] ὀρέγομαι χεσεῖν : αἰολικῶς , ἐπιθυμῶ χέσαι . , παίζω . . ⌈ χεσείω ⌈ αἰολικὸν
. καὶ εἰ εὐσεβές ἐστι καὶ εἰ μὴ εὐσεβές , χέσαι ἔχω . ὡς ὑπὸ τοῦ φόβου προειλημμένος καὶ μὴ
5994938 χρεως
τὴν συνήθειαν ἔστι παρ ' αὐτῷ ὁ Πηνέλεως καὶ τὸ χρέως . ἔστι δὲ αὐτοῖς σύνηθες καὶ τὸ συναλείφειν ἐνίοτε
τὰς ἡμέρας , πλὴν ἐκείνης ἐν ᾗ ἐγὼ ἀπεῖπον . χρέως οὐδ ' ὁτιοῦν ὠφείλετ ' ἐπὶ τῇ ἐσχατιᾷ :
5994320 συγκατασκευασαι
στρατηγὸν Ἀλκιβιάδην , καὶ δόντες αὐτῷ ναῦς εἴκοσι , προσέταξαν συγκατασκευάσαι τοῖς Ἀργείοις τὰ κατὰ τὴν πολιτείαν : ἔτι γὰρ
πάντες εἴχετε τὴν δόξαν . αὕτη μὲν ἡ μέθοδος τοῦ συγκατασκευάσαι : ἤδη γὰρ τὸν δῆμον συνεπεσπάσατο ὡς συνεξηπατημένον ἑαυτῷ
5991174 παρεξομαι
πρᾶξαι . Ὅτι δὲ ἀληθῆ λέγω , αὐτὸν Ἀριστοφάνην μαρτυροῦντα παρέξομαι . Κάλει μοι Ἀριστοφάνην Ὀλύνθιον , καὶ τὴν μαρτυρίαν
[ ἂν ] αὐτοὶ γνοῖεν . Καὶ τούτων ὑμῖν μάρτυρας παρέξομαι . Οὔκουν δεινὸν εἰ δεήσεται ὑμῶν , ὦ ἄνδρες
5988328 ἐπιτρεπω
τῆς φωνῆς ὄργανον ἐζήτουν καὶ τοῖς ὠσὶν ἀπιστῶν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπιτρέπω τὴν κρίσιν καὶ τὸ στόμα διανοίγων ὅλην ἐκ ῥιζῶν
διακείμεθα , ὑπὲρ μὲν τῶν κατ ' ἐμαυτὸν τοῖς θεοῖς ἐπιτρέπω , δι ' οὓς καὶ εἰς τοῦτον ἐσώθην τὸν
5985331 χαριζομαι
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ '
5982093 Λεωκρατην
ὅτι χρῆσθαι τούτῳ τολμῶσι . πρὶν μὲν γὰρ τοῦτο πρᾶξαι Λεωκράτην , ἄδηλον ἦν ὁποῖοί τινες ὄντες ἐτύγχανον , νῦν
' ἐστὶ καὶ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ὑπὲρ τῶν θεῶν τιμωρήσασθαι Λεωκράτην . τὰ γὰρ ἀδικήματα , ἕως μὲν ἂν ᾖ
5978965 ὑποδικον
, τριπλασίαν ἐκτεισάτω τὴν βλάβην , ἑλὼν δέ , ἀνδραποδισμοῦ ὑπόδικον ἐχέτω τὸν τεχνάζοντα μετὰ τοῦ δούλου . ὃς δ
μάλιστα ὁ Ζεὺς ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ ἄπροικον ἢ ψευδοπλουσίαν ἢ ὑπόδικον , ἐν δὲ ἀρσενικῷ τὸν ἄνδρα τοιοῦτον . Ἐπειδὴ
5976120 μεσοβασιλεις
χρόνον , οὐκ ἐκ τοῦ δικαίου λαβών : οὔτε γὰρ μεσοβασιλεῖς σε ἀπέδειξαν , οὔτε ἡ βουλὴ ψῆφον ὑπὲρ σοῦ
τοῖς κρατίστοις ἀποδοῦναι τὰς ἀρχάς . ἡ δ ' ἐπιεικεστέρα μεσοβασιλεῖς ἑλέσθαι τοὺς πρεσβυτάτους τε καὶ τιμιωτάτους ἄνδρας , οἷς
5974001 ἀποδοτε
ἀγαθῷ , πολλάκις ὑμῖν εὐξαμένῳ δικαίως καὶ θύσαντι μεγαλοπρεπῶς : ἀπόδοτέ μοι τὴν ἀμοιβὴν τῆς εὐσεβείας συκοφαντουμένῳ : χρήσατέ μοι
' ἱκετεύω ὑμᾶς καὶ ἀντιβολῶ διὰ τοῦτον τὸν ἀγῶν ' ἀπόδοτέ μοι θάψαι εἰς τὰ πατρῷα μνήματα καὶ μή με
5973978 γραψαμενος
, ἥτις ἐστὶν ἀξίωσις , καὶ ἐκ βάσεως . . γραψάμενος ] ἢ κατηγορίαν ἀποθέσθαι . . [ Τὸ γὰρ
Σωκράτους . γραφὴν ] κατηγορίαν . διωκάθω ] κατηγορήσω . γραψάμενος ] αὐτούς . παρεπιγραφὴ ὥσπερ εἰπόντος αὐτῷ τοῦ Ἑρμοῦ
5969958 σωσον
τοῦ ἀνδρὸς παρουσίᾳ πρὸς τὸ εὐθυμότερον μετατεθεὶς ἀνέκραγον , „ σῶσον „ εἰπών , ” ὅστις εἶ , πρὸς θεοῦ
ἥκω δεῦρ ' ὑποστρέψας πάλιν λέξω : γυναῖκα τήνδε μοι σῶσον λαβών , ἕως ἂν ἵππους δεῦρο Θρηικίας ἄγων ἔλθω
5965248 ποιοιν
τὸ ἕτερον δωρήσομαι τούτων . εἶτά φησιν ἡ Ἰώ , ποίοιν λόγοιν εἶπας ; αὐτὸς πρόδειξον , καὶ οὕτως ἐμοὶ
δωρήσομαι ] δεξιώσομαι . . ἀντιστροφὴ τὸ σχῆμα . . ποίοιν ] λόγοιν . αἵρεσιν ] ἐκλογὴν , πρόκρισιν .
5963185 ἀναγνωσῃ
τι εἰπεῖν ἢ τῶν ἄλλων ἁπάντων . Οὐ πρὸς ἀλλότριον ἀναγνώσῃ , ὦ βέλτιστε , καὶ ἅμα οὐ τὴν ἑρμηνείαν
ὁ πόλεμος ὅδε συνεστήκῃ . Μηδὲ ὑμέας Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν ἀναγνώσῃ , λεήνας τὸν Μαρδονίου λόγον . Τούτῳ μὲν γὰρ
5959780 ἀνοικιειν
ὅπλοις τοὺς ὑπὲρ ἐκείνων ὅπλα ἠρμένους , ὁ δ ' ἀνοικιεῖν Θήβας Ἀλεξάνδρου δι ' αὐτὸν φήσαντος οὐκ ἂν ἔφη
γὰρ Ἀνδανίαν οἱ Μεσσή - νιοι καὶ Οἰχαλίαν οὐκ ἔφασαν ἀνοικιεῖν , ὅτι αἱ συμφοραί σφισιν ἐγεγόνεσαν ἐνταῦθα οἰκοῦσιν .
5957803 ἀναιδεστατον
δὲ ὡς παρὰ τὴν βδέλλαν τὸ ζωΰφιον , ὅπερ ἐστὶν ἀναιδέστατον καὶ δυσαπόσπαστον . . . . ἀπολογούμενον ] οἱονεὶ
ἔπραξεν ζῶν . Ἐτόλμα τοίνυν πρὸς τῷ διαιτητῇ πρᾶγμ ' ἀναιδέστατον λέγειν , ὡς ὁ πατὴρ αὑτοῦ δεκάτην ἐποίησεν ὥσπερ
5957497 πολιουχον
Χριστιανῶν βασιλέα , Κωνσταντῖνόν φημι τὸν ταύτης οἰκιστήν τε καὶ πολιοῦχον , ὃν καὶ πολλῷ τῷ μέσῳ παρήλασας ἔργοις παλλίστοις
τούτου πολλὴ διαφορά . Ἐκ δὲ τῆς ἀποικίας ὠνομάσθαι φησὶ πολιοῦχον τὴν Ἀθηνᾶν . ἔστι γὰρ ἡ Σάϊς Αἰγυπτίων φωνῇ
5948065 συντελεσαι
ἐπιθεωροῦντος τοὺς τεχνίτας . Διὸ παριδεῖν οὐδὲν ἠδύναντο οὐδὲ εἰκῇ συντελέσαι . Πρῶτον δέ σοι τὰ περὶ τῆς τραπέζης ἐξηγήσομαι
τοῖς ἁλισκομένοις πρὸς τὴν ἀκοινώνητον τοῖς γάμοις κατεχρῆτο πρὸς τὸ συντελέσαι τὴν ἰδίαν ἐπιθυμίαν , εἴτε καὶ ταύτης ἐτόλμησεν εἰπεῖν
5944175 εὑρηκα
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ '
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα
5943597 βεβαιωσασθαι
, τὸ δὲ μέγιστον , τὴν τῶν Μεγαρέων πόλιν ἐσελθὼν βεβαιώσασθαι . καὶ ἠξίου δέξασθαι σφᾶς , λέγων ἐν ἐλπίδι
ὀλίγους , ὅτι δεῖ μὴ τούτοις ἀρκεῖσθαι , ἀλλὰ καὶ βεβαιώσασθαι τούτους ὅτι καὶ μετὰ τῆς ἀληθείας καὶ προῖκα ,
5941227 ἱδρυσαμην
γινομένοισι τοῦ Διὸς τοῦ Ἐλευθερίου , τῷ αὐτός τε ἱρὸν ἱδρυσάμην καὶ τὴν ἐλευθερίην ὑμῖν περιτίθημι . Ὁ μὲν δὴ
Ἀφροδίτη , σύ με ἐνήδρευσας , ἣν ἐν τοῖς ἐμοῖς ἱδρυσάμην , ᾗ θύω πολλάκις . τί γὰρ ἔδειξάς μοι
5939068 Ἐδει
βοηθείας , ἣ τοῦτον ὡς τάχιστα ἀποδώσει τῇ γυναικί . Ἔδει σοι καὶ τὸ κεφάλαιον τῶν Ὀλυμπιανοῦ χορευτῶν γενέσθαι φίλον
: ὁρῶ γὰρ ὅτι γλαῦκα Ἀθήνησιν οὐκ ἔστιν εὑρεῖν . Ἔδει μέν σε καλλίω γνώμην ἐσχηκέναι προσιόντος φίλου καὶ νῦν
5934729 Ὁμως
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται ,
5933625 ἀπαγ
. ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής . ἄπαγ ' εἰς τὸ βάραθρον : τοῦ γέροντός τις γυνὴ
; δρᾶ δ ' , εἴ τι δράσεις , ἢ ἄπαγ ' οἴκαδε στρατόν , τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων
5931308 τρεπον
τὸ μέτρον συνεστάλη τὸ ω . Τὸ δὲ Ἰάσων Ἰάσονος τρέπον τὸ ω οὐκ ἀντίκειται ἡμῖν : οὐ γὰρ ἔστι
: εἴπομεν ὡς πᾶν τρίτον ἑνικὸν ἔχον τὸ τ κλιτικὸν τρέπον τὴν ἐσχάτην εἰς θε δεύτερον πληθυντικὸν ποιεῖ : καὶ
5931012 ἐκελευσα
φαρμάκου , ἐδάην τε καὶ ἐγέλασα καὶ τὸν παῖδα θαρρεῖν ἐκέλευσα , ὡς μηδενὸς αὐτῷ προσδοκωμένου δεινοῦ . Οὐκ ἀκριβῶς
ἐπ ' αὐτῷ δὲ γλάγος ἄμνης . Ἥρωας δ ' ἐκέλευσα περισταδὸν ἀμφιχυθέντας δούρατ ' ἐπαμπήξασθαι ἰδ ' ἄορα κωπήεντα
5930564 διωκαθω
τοῦ τέλους εἰς Ω ἐποίησε τὸ ῥῆμα : κιάθω ἀμυνάθω διωκάθω . τὸ μέντοι φιλομαθῶ καὶ εὐσταθῶ περισπῶνται : παρ
] γρ . αὐτὸς . γραφὴν ] ψυχικὸν ἔγκλημα . διωκάθω ] καταδιώξω , ἐξάξω . γραψάμενος ] κατηγορίαν αὐτῶν
5926240 Καϊν
τῷ λαμβάνοντι . Ὁ μὲν οὖν φίλαυτος διανομεὺς οἷος ὁ Κάϊν , ὁ δὲ φιλόθεος δωρητικὸς οἷος ὁ Ἄβελ .
, ὑμεῖς ἀθέσμους εἰς ὕβρεις ὁμοσπόρων τὰς μισαδέλφους ὁπλίσαντες ὠλένας Κάϊν μολῦναι φοινίῳ πρῶτον λύθρῳ ἐπείσατον γῆν , καὶ τὸν
5925319 παραδιδωμι
ἐγώ , ἐπειδὴ καὶ πρεσβύτης εἰμί , παρακινδυνεύειν ἕτοιμος καὶ παραδίδωμι ἐμαυτὸν Διονυσοδώρῳ τούτῳ ὥσπερ τῇ Μηδείᾳ τῇ Κόλχῳ .
ἐστὶν οὗ ' μνήσθην ἐγώ . Τὴν μὲν γὰρ Ἥραν παραδίδωμι τῷ Διί , τὴν δὲ Βασιλείαν τὴν κόρην γυναῖκ
5924992 τιμω
. νῦν μὲν οὖν σε ὅπῃ τε καὶ ὅπως ἔχω τιμῶ , ὡς ἂν μὴ ἀγέραστος τὸ γοῦν ἐμὸν παρέλθῃς
. ἀντὶ τοῦ : πολλή τις οὖσα , τοὺς μὲν τιμῶ , τοὺς δὲ σφάλλω . πρεσβεύω δὲ τὸ προτιμῶ
5924821 σκορδινωμαι
χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ καὶ περὶ τοὺς ἄλλως
οἱ νεοσσοὶ κεχήνασι δεόμενοι τῆς τροφῆς . τὸ δὲ “ σκορδινῶμαι ” ἀντὶ τοῦ κλῶμαι καὶ σπασμῷ συνέχομαι . οἱ
5921497 Κηφισιεα
καὶ [ οὐχ ] ὑπομείναντας / τὴν κρίσιν , Ἐπικράτην Κηφισιέα , Ἀνδοκίδην / Κυδαθηναιέα , Κρατῖνον Σφήττιον ? ?
ἀδελφοῦ , καὶ ἐγγυητὰς γενέσθαι Νεαίρας Στέφανον Ἐροιάδην , Γλαυκέτην Κηφισιέα , Ἀριστοκράτην Φαληρέα . Διεγγυηθεῖσα δ ' ὑπὸ Στεφάνου
5921056 διδομαι
ἄγομαι δῶρον δοθεῖσα τῇ Μαντοῖ καὶ εἰς χεῖρας τῆς ζηλοτυπούσης δίδομαι : σὺ δὲ ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ μείνας οἰκτρῶς ἀποθνῄσκεις
: τίθημι τίθεμαι τίθεσαι τίθεται , ἵστημι ἵσταμαι , δίδωμι δίδομαι δίδοτε δίδομεν δίδοται . ] Πᾶσα μετοχὴ εἰς ΩΝ
5920697 ἐκρινα
ἕνεκεν ὀρθοκόρυζον καλεῖσθαι πρὸς ἡμῶν καὶ τοῦ χοροῦ τῶν Διονυσοκολάκων ἔκρινα . Ὦ δαῖμον , ὅς με κεκλήρωσαι καὶ εἴληχας
καθυστερεῖν καὶ τῆς τελείας εὐδαιμονίας ἣν σὺ κέκτησαι . διόπερ ἔκρινα προσφωνῆσαί σοι παραγενέσθαι πρὸς ἐμέ , πεπεισμένος σε μὴ
5918720 ἀναγνωθι
τοῖσδε τοῖς ὁσίοις καὶ δικαίοις ἐᾷ τὸ λοιπὸν χρῆσθαι . ἀνάγνωθι δὲ καὶ τούτους τοὺς νόμους . Ὅ τι ἄν
αὐτοῖς τὰ ἱερά . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , ἀνάγνωθι τὴν τοῦ θεοῦ μαντείαν . Ἀκούσατε τῆς ἀρᾶς .
5915058 διδωμι
. εἰ μὲν γὰρ οὖν κρείττων ἐστὶ τῇ τύχῃ , δίδωμι τὰς μυρίας . εἰ δὲ τὴν αὐτήν μοι ἔχει
τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . λοιβάσιον ᾧ τὸ ἔλαιον ἐπισπένδουσι τοῖς ἱεροῖς
5912701 Ἐλθων
δὲ Μεσσήνη τότε ὑμῖν ἐπέκειτο χὠ θεὸς σείων ἅμα . Ἐλθὼν δὲ σὺν ὁπλίταισι τετρακισχιλίοις Κίμων ὅλην ἔσωσε τὴν Λακεδαίμονα
ὄναρ εἶδεν , ἐὰν ἀποθάνῃ , ῥώμην προσποιήσειν Ῥωμαίοις . Ἐλθὼν δ ' εἰς μέσους καὶ πολλοὺς φονεύσας , ἀνῃρέθη
5911366 διαιρω
. . . οἷον αὐτίκα καὶ τὰ περὶ γάμου ἐρωτήματα διαιρῶ , παραιτούμενος τά τε τοῦ Μανέθωνος καὶ Δωροθέου τοῦ
ο μικροῦ γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , κόπτω τὸ διαιρῶ , ἢ τὸ μαλάσσω : ὄπτω τὸ βλέπω ,
5909639 Βουλει
ἀμυδρόν τι τυγχάνει ὂν πρὸς ἀλήθειαν . Μὴ γάρ . Βούλει οὖν , ἔφην , ἐπ ' αὐτῶν τούτων ζητήσωμεν
ποῖόν τι εἶναι αὐτὸ φῶμεν , καὶ πῶς ποιοῦν ; Βούλει σοι λέγω κατὰ τὴν Σωκράτους μαντείαν ; Ὡς τὸ
5907048 ταττεις
περὶ πλούτου πυνθάνομαι , τί φῆς ; ποῖ τὸ πρᾶγμα τάττεις ; ἐν ποίῳ χορῷ ; Λέγε γυμνῇ τῇ κεφαλῇ
εἶ μὲν ἐκ Μουσῶν μᾶλλον ἢ ᾧ δάφνην ἔδοσαν , τάττεις δὲ σαυτὸν εἰς τοὺς οὐ μέγα λαβόντας . ἀλλ
5906482 διαβαλλω
ἐνατενίζω , συνεστιῶμαι , ὑπογογγύζω , συναμιλλῶμαι , καταβοῶ , διαβάλλω αἰτιῶμαι , ἀπορῶ διστάζω , θεωρῶ , κενοῦμαι πτοοῦμαι
σεμνυνόμενος : γαῖσος τὸ ὅπλον : γαίω τὸ κερμῶ καὶ διαβάλλω : τὸ γέα διφορεῖται καὶ κατὰ τὴν γραφὴν καὶ
5904812 δεδωκας
δεοίμην : ἐγὼ δὲ φροντίζω , πῶς ἂν ὧν ἤδη δέδωκας ἀποδοίην χάριτας . καίτοι τόν γε τρόπον αὐτὸς ὑποδεικνύεις
, τούτῳ δὲ τρίτου προσάψασθαι μόνον ἐπὶ τοῦ μείζονος θρόνου δέδωκας , ὃν ἔδει πλείονος , εἰ δὲ μή ,
5904114 παραμυθουμαι
ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις
χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους
5903001 Λεωκρατης
ἐφ ' ὧν οὐδενὸς τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ παρέσχε τάξαι Λεωκράτης . ὧν εἰκὸς ὑμᾶς ἀναμνησθέντας τὸν μηδὲ συνεξενεγκεῖν μηδ
ἦν μοι τὸ συμβόλαιον : ἐπειδὴ δ ' ὅ τε Λεωκράτης ἐξεκεχωρήκει ὅ τε Πολύευκτος μοχθηρῶς εἶχεν , τηνικαῦτ '
5900068 ἀποκατεστησεν
μὲν Δημήτριος κατασκάψας τὴν Μουνυχίαν ὁλόκληρον τῷ δήμῳ τὴν ἐλευθερίαν ἀποκατέστησεν καὶ φιλίαν καὶ συμμαχίαν πρὸς αὐτοὺς συνέθετο , οἱ
ἐκ τῆς Νισαίας , τὴν δὲ πόλιν τῶν Μεγαρέων ἐλευθερώσας ἀποκατέστησεν εἰς τὴν τῶν Λακεδαιμονίων συμμαχίαν : αὐτὸς δὲ μετὰ
5899730 τηρησαι
δέ σου δι ' ἐμοῦ πᾶν ὅσον ἐν ὑπηρέταις , τηρῆσαι τὸ μέχρι μέσων νυκτῶν ἡσυχίᾳ . προστιθέναι γάρ σε
τὸ ὠφέλιμον εἰς τὸ ἀνασκευάσαι πάθος τοῦτο καὶ εἰς τὸ τηρῆσαι τὴν ὑγείαν εὔχρηστον . ἡ γοῦν φλεβοτομία λύουσα τὴν
5899033 ἐτελεσε
τοῦ καρποῦ τῶν ἀκροδρύων . ἐσπάριζεν : οὐκ ἐσκάριζεν . ἐτέλεσε : κατήνυσε . Θουκυδίδης : ἐς Φάρσαλόν τε ἐτέλεσεν
δεμνίοις τοῖς Ἡρακλείοις στρωτὰ βάλλουσαν φάρη . Ὅπως δ ' ἐτέλεσε τοῦτ ' , ἐπενθοροῦς ' ἄνω καθέζετ ' ἐν
5888867 ἐξεδωκεν
τοιαύτης ταραχῆς οὔσης φθάσας Θεόδοτος πυλίδα νύκτωρ ἀνοίξας εἰσαγαγὼν Σέλευκον ἐξέδωκεν αὐτῷ τοὺς θησαυρούς . Σέλευκος Δημητρίου στρατοπεδεύοντος ὑπὸ τοῖς
δεομένοις . πόσων , οἴεσθε , θυγατέρας πρὸς γάμον ὡραίας ἐξέδωκεν οἴκοθεν προῖκα προσθεῖσα ; πόσους ἔθρεψε νέους ἐν ὀρφανίᾳ
5884834 θεματικον
ἀλλοτρίως ἡ παραγωγὴ τοῦ ι παραδεδέχθαι : ἦν γὰρ τοῦτο θεματικὸν ἐν τρίτῳ προσώπῳ τῆς εὐθείας . . Πῶς οὖν
τὸ ἐφίλησαν , ὅπερ οὐκ ἔστι θεματικόν . Τὸ γὰρ θεματικὸν φιλῶ ποιεῖ : ἁπλῆ εἴπομεν διὰ τὸ Γεώργιος :
5883260 εἰσαγω
παρῆν μὲν ὁ διδά - σκαλος οὔπω καθαρῶς ἀναπεπνευκώς , εἰσάγω δὲ αὐτὸν εἰς τὸν λόγον ὡς δὴ ἐπῃνεκότα πρός
δὴ τὸν ἄνδρα παρά τε τὸν Μόδεστον εἰσάγω καὶ πάλιν εἰσάγω παρὰ σὲ διὰ γραμμάτων νομίζων ταύτην ἐκείνης οὐ λείπεσθαι

Back