ὅπλοις τοὺς ὑπὲρ ἐκείνων ὅπλα ἠρμένους , ὁ δ ' ἀνοικιεῖν Θήβας Ἀλεξάνδρου δι ' αὐτὸν φήσαντος οὐκ ἂν ἔφη
γὰρ Ἀνδανίαν οἱ Μεσσή - νιοι καὶ Οἰχαλίαν οὐκ ἔφασαν ἀνοικιεῖν , ὅτι αἱ συμφοραί σφισιν ἐγεγόνεσαν ἐνταῦθα οἰκοῦσιν .
7222162 Ἀλκιμαχος
. περὶ μεθόδου δεινότητος . . . ἕτερος δέ ἐστιν Ἀλκίμαχος Μακεδών , οὗ μνημονεύει Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ
αὑτοὺς παραδόντων τοῖς ὁμόροις Θρᾳξίν : ὄγδοον ἐκπεμφθεὶς ὑπὸ Τιμοθέου Ἀλκίμαχος ἀπέτυχεν , αὐτοῦ παραδόντος αὑτὸν Θρᾳξίν , ἐπὶ Τιμοκράτους
7213811 ἐδανεισεν
νόμισμα αὐτὸ [ χρῆμα ] , οἷον ἐπειδὰν λέγωμεν χρήματα ἐδάνεισεν ὁ δεῖνα . τριχῶς οὖν τὸ χρῆμα : ὧν
τοὺς τὰ ἑτερόπλοα δανείσαντας μόλις ἀπήλλαξεν . καὶ οὗτος μὲν ἐδάνεισεν αὐτῷ δισχιλίας δραχμὰς ἀμφοτερόπλουν , ὥστ ' ἀπολαβεῖν Ἀθήνησιν
7158047 Ἀκουσατε
Λεωκράτους ἐν Μεγάροις τὰ ἀνδράποδα Ἀμύντας καὶ τὴν οἰκίαν . Ἀκούσατε δὲ καὶ ὡς ἀπέλαβε τετταράκοντα μνᾶς παρ ' Ἀμύντου
, εἰ δοκεῖ , ἐκεῖνοι δὲ μὴ κληρονομείτωσαν μόνον . Ἀκούσατε ὡς ἔχει ὑμῖν τὰ πράγματα . μικρὸν μὲν ὑμῖν
7133474 ἀνεθετο
μὲν αὐτῷ πολλὰ μεμψάμενος ὁ Γράκχος ἐς τὴν ἐπιοῦσαν ἀγορὰν ἀνέθετο . . . φυλακήν τε παραστησάμενος ἱκανὴν ὡς καὶ
τῇ δοθείσῃ τούτῳ φιάλῃ παρὰ τῶν Μήδου υἱῶν , ἣν ἀνέθετο τῷ ἐν Δελφοῖς Ἀπόλλωνι ἐπιγράψας οὕτως Φοῖβε ἄναξ ,
7092865 Εὐαινετος
Ἀπολλώνιος Ἀντίγονος Βόηθος Γεμῖνος Διόδοτος Δίδυμος Διόδωρος Εὔδωρος Ἐρατοσθένης Ἕρμιππος Εὐαίνετος Μηνόδοτος Ζηνόδωρος Ἡγησιάναξ Θεόδωρος Θαλῆς Ἵππαρχος Κράτης Ζηνόδοτος Πύρρος
. Ἀλέξανδρος Αἰτωλός . Ἀλέξανδρος Ἐφέσιος . Δίδυμος πονηρός . Εὐαίνετος ἕτερος . Ἕρμιππος Περιπατητικός . Καλλίμαχος Κυρηναῖος . Κλεόστρατος
7011192 Πολυχαρμος
αἰσθήσεται τῆς βλάβης . ” “ ὀρθῶς ἂν ” ἔφη Πολύχαρμος “ ταῦτα ἔλεγες , εἰ μὴ πόλεμος ἦν :
δὲ καὶ ἀναστρέφειν πειρώμενοι πλαγίους ἔχοντες τοὺς ἵππους ἡλίσκοντο . Πολύχαρμος μέντοι ὁ Φαρσάλιος ἱππαρχῶν ἀνέστρεψέ τε καὶ μαχόμενος σὺν
6992723 Εὐδικος
ὥς φησι Δοῦρις , εἰς δειλίαν αὐτοὺς ἔσκωψε πρῶτος . Εὔδικος δὲ ὁ γελωτοποιὸς ηὐδοκίμει μιμούμενος παλαιστὰς καὶ πύκτας ,
μέχρι τούτου Τιμόλαος , ἕως ἀπώλεσε Θήβας : μέχρι τούτου Εὔδικος καὶ Σῖμος ὁ Λαρισαῖος , ἕως Θετταλίαν ὑπὸ Φιλίππῳ
6963968 ἐπαγγειλαι
τιμωμένῳ φερούσας ; οἶσθα γὰρ ὡς ἐγὼ μὲν πολλάκις ὤκνησα ἐπαγγεῖλαι χάριν ἐνθυμούμενος , ὁπόσας λάβοιμι , σὺ δὲ τῷ
ἐκείνῳ μᾶλλον ἢ τῷ Διὶ θύσοντας : τραγῳδίαν δ ' ἐπαγγεῖλαι καὶ κιθαρῳδίαν ἀνδράσιν , οἷς μήτε θέατρόν ἐστι μήτε
6938887 Ξενιας
ἐδῄωσεν ὁ Ἆγις καὶ ἤλασε τῆς λείας τὴν πολλήν . Ξενίας δὲ ἀνὴρ Ἠλεῖος Ἄγιδί τε ἰδίᾳ ξένος καὶ Λακεδαιμονίων
. Ξενία δὲ χαλεπὴ – ˘ κατὰ πολλοὺς τρόπους . Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε , μὴ καθυστέρει . Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε
6934335 Παραλος
ναυσὶν ἀπέπλευσε παρ ' Εὐαγόραν εἰς Κύπρον , ἡ δὲ Πάραλος εἰς τὰς Ἀθήνας ἀπαγγελοῦσα τὰ γεγονότα . Λύσανδρος δὲ
: ἱερὸν Παράλου τινὸς ἥρωος , ἀφ ' οὗ καὶ Πάραλος ἦν ἱερὰ ναῦς : ἦν δ ' οὗτος Ποσειδῶνος
6908947 Κρανιον
δόσεις . μυστηριῶδες δέ ἐστι καὶ ὑπὸ πολλῶν θαυμάζεται . Κρανίον ὄνου ἐπιμελῶς καύσας κόψον καὶ σῆσον καὶ ἔχε ἐν
κλάδος . Κραιπαλῶντα . ἔτι ἀπὸ τῆς μέθης βαρυνόμενον . Κρανίον . ἐν Κορίνθῳ γυμνάσιον . Κραυρότερον . ψαθυρότερον καὶ
6895685 Τιμολαος
Δημάρετος : Μεγαρέας Πτοιόδωρος , Ἕλιξος , Πέριλλος : Θηβαίους Τιμόλαος , Θεογείτων , Ἀνεμοίτας : Εὐβοέας Ἵππαρχος , Κλείταρχος
κόρρης , ὅταν κονδύλοις . καὶ πάλιν : μέχρι τούτου Τιμόλαος ἀπώλεσε Θήβας : μέχρι τούτου Εὔδικος καὶ Σῖμος οἱ
6873358 ἐπιστελλει
: οὐ γὰρ εἰσεῖδόν γέ πω . Τούτου θανόντος νῦν ἐπιστέλλει σαφῶς τοὺς αὐτοέντας χειρὶ τιμωρεῖν τινας . Οἱ δ
, ἀνδρὶ κακῷ καὶ πολλὰ ἀδικήματα ἀδικήσαντι ἐν Αἰγύπτῳ , ἐπιστέλλει ἐπιστολήν . καὶ ταύτην τῆς μὲν ἐς Ἡφαιστίωνα καὶ
6871616 Λουσιευς
δὲ ὁ ὑπασπιστὴς ἔχων τὴν ἀσπίδα ἀπέλιπεν : Εὐρύλοχος δὲ Λουσιεὺς [ Ἀρκὰς ] προσέδραμεν αὐτῷ ὁπλίτης , καὶ πρὸ
' ἐκκέοιτο πρὸ τῶν ἐπωνύμων καὶ πάντες ὁρῷεν : Εὐκτήμων Λουσιεὺς ἐγράψατο Δημοσθένη Παιανιέα λιποταξίου . Ἐπώνυμοι δέκα , ἀφ
6867447 ἠρυθριασεν
Σώκρατες , ἔφη , ὁ Λύσις , καὶ ἅμα εἰπὼν ἠρυθρίασεν : ἐδόκει γάρ μοι ἄκοντ ' αὐτὸν ἐκφεύγειν τὸ
ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι εἰπέ . Καὶ ὃς ἐρωτηθεὶς ἠρυθρίασεν . καὶ ἐγὼ εἶπον : Ὦ παῖ Ἱερωνύμου Ἱππόθαλες
6855848 κατοικιζειν
τῆς ἐργασίας τί οὖν , ἐὰν μὴ συγχωρῶσιν ἡμῖν Θηβαῖοι κατοικίζειν Θεσπιὰς καὶ Πλαταιὰς καὶ Ὀρχομενὸν καὶ Κορώνειαν ; τοῦτο
ἐμοῦ . Κάλλιστ ' εἰρήκατον . ἀτὰρ πειρώμεθα λόγῳ πρῶτον κατοικίζειν τὴν πόλιν . Φέρε δή , τίνα δεῖ διανοηθῆναί
6854457 Σιλανιων
Μιθριδάτης ὁ Ῥοδοβάτου Πέρσης Μούσαις εἰκόνα ἀνέθηκε Πλάτωνος , ἣν Σιλανίων ἐποίησε . . . . . . . οὐκ
εἰποῦσαν διὰ τῶν ποιημάτων χρήσιμον , Λεαρχίδα δὲ Μενέστρατος , Σιλανίων δὲ Σαπφὼ τὴν ἑταίραν , Ἤρινναν τὴν Λεσβίαν Ναυκύδης
6852307 Πειλατος
ᾔτησε τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου πρὸς ταφήν . Καὶ ὁ Πειλᾶτος πέμψας πρὸς Ἡρῴδην ᾔτησεν αὐτοῦ τὸ σῶμα : καὶ
. Καὶ [ μὴ ] βουληθέντων νίψασθαι ἀνέστη [ ] Πειλᾶτος : καὶ τότε κελεύει Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς παραπημφθῆναι [
6793039 Δημαρατου
' οὖς οὐ γενέσθαι , ὅτι πέπονα ἔπτυσεν . Ἡ Δημαράτου γυνὴ , πόδες καὶ ἐν τῇσι φρίκῃσι θερμοί :
δικασταί , πρὸς τούτοις πῶς ἄν τις ὑμῶν καταγνοίη ψευδομαρτυρίων Δημαράτου τουτουὶ καὶ Ἡγήμονος καὶ Νικοστράτου , οἳ πρῶτον μὲν
6784444 Πυθικην
οἱ ἐρέται , Χρυσόγονος μὲν ηὔλει τὸ τριηρικὸν ἐνδεδυκὼς τὴν Πυθικὴν στολήν , Καλλιππίδης δ ' ὁ τραγῳδὸς ἐκέλευε τὴν
ἔγραψεν εἰς τὴν Ὀλυμπιακὴν αὐτοῦ νίκην , καίτοι μετὰ τὴν Πυθικὴν γενομένην , ἀλλ ' εἰς τὰ Πύθια μόνον .
6775778 ἀποπλευσας
καταλιπὼν δὲ Βυζαντίου καὶ Καλχηδόνος Σθενέλαον ἁρμοστὴν Λάκωνα , αὐτὸς ἀποπλεύσας εἰς Λάμψακον τὰς ναῦς ἐπεσκεύαζεν . Ἐν δὲ ταῖς
τὸ τῶν Ἀμεριτῶν Ἰνδῶν βασίλειον ὑπ ' αὐτόν . Καὶ ἀποπλεύσας ὁ πρεσβευτὴς Ῥωμαίων ἐπὶ Ἀλεξανδρείαν διὰ τοῦ Νείλου ποταμοῦ
6773875 Λυκισκου
, ἐνταῦθά σφισιν Ἀριστόδημος ἀνὴρ καὶ γένους τοῦ Αἰπυτιδῶν καὶ Λυκίσκου τῇ τε ἄλλῃ δόξῃ καὶ τὰ ἐς πόλεμον ἐπιφανέστερος
. . , . , : τοῦ Φιλίππου ἐπὶ ἄρχοντος Λυκίσκου Ἀθήναζε περὶ εἰρήνης / πέμψαντος , βασιλέως πρέσβεις συμπροσήκαντο
6773153 συνῳκησε
. : Τοῦτο ἀπὸ ἱστορίας εἴληφεν : αὖθις γὰρ αὐτῇ συνῴκησε Πηλεὺς καὶ ἢ Ἀχιλλέα : τὸ Θετίδειον διόπερ ἐστὶ
Περσίδος Ἀμάστριδος , θυγατρὸς Ὀξυάθρου τοῦ ἀδελφοῦ Δαρείου , ἣ συνῴκησε Διονυσίῳ τῷ Ἡρακλείας τυράννῳ . Δημοσθένης δ ' ἐξ
6760323 Θρασυδαιος
φησὶν , αὐτοῦ ἔσχον Ὀλυμπικὰς νίκας , αὐτὸς δὲ ὁ Θρασυδαῖος ἐν τῇ Πυθοῖ στάδιον ἐνίκησε . τὸ δὲ τῷ
τῶν δὲ ἄλλων ὑπὲρ τοὺς τετρακισχιλίους . μετὰ δὲ ταῦτα Θρασυδαῖος μὲν ταπεινωθεὶς ἐξέπεσεν ἐκ τῆς ἀρχῆς , καὶ φυγὼν
6760250 Ἀπολλοφανης
ἀρετῆς μεσότοιχον διορύττοντα καὶ ἀναφαινόμενον παρὰ τῇ ἡδονῇ . καὶ Ἀπολλοφάνης δὲ ἐν τῷ Ἀρίστωνι , καὶ αὐτὸς οὕτως ἐπιγράψας
περὶ κενοῦ καὶ ἐν τῇ πρώτῃ τῶν φυσικῶν τεχνῶν καὶ Ἀπολλοφάνης ἐν τῇ φυσικῇ . . , . ̈ .
6756430 τειχιειν
Λαομέδοντος ὕβριν πειράσαι θέλοντες , εἰκασθέντες ἀνθρώποις ὑπέσχοντο ἐπὶ μισθῷ τειχιεῖν τὸ Πέργαμον . τοῖς δὲ τειχίσασι τὸν μισθὸν οὐκ
ἐκεῖνος . οὗτος μὲν γὰρ ἔφη Θεσπιὰς καὶ Πλαταιὰς αὐτὸν τειχιεῖν , καὶ τοὺς μὲν Φωκέας οὐκ ἀπολεῖν , τὴν
6743513 Ἀδμητωι
ἐπιφανεστάτοις . Ἄλκηστιν μὲν γὰρ τὴν πρεσβυτάτην ἐκδοῦναι πρὸς γάμον Ἀδμήτωι τῶι Φέρητος Θετταλῶι , Ἀμφινόμην δὲ Ἀνδραίμονι Λεοντέως ἀδελφῶι
θανοῦσαν ἀρτίως γυναῖκα κἀς τόνδ ' αὖθις ἱδρῦσαι δόμον Ἄλκηστιν Ἀδμήτωι θ ' ὑπουργῆσαι χάριν . ἐλθὼν δ ' ἄνακτα
6733048 Εὐδαμιδας
ἄνευ λύτρων . οἱ μὲν αἰχμάλωτοι εἴσω παρελθόντες εὐηγγελλίζοντο . Εὐδαμίδας δὲ , στρατηγὸς Κρατεροῦ , φυλάττων τὴν πόλιν τοῖς
τὴν ἀρετὴν ζητεῖ , πότε οὖν εἶπεν αὐτῇ χρήσεται ; Εὐδαμίδας ὁ Ἀρχιδάμου , ἀδελφὸς δὲ Ἄγιδος , ἰδὼν Ξενοκράτην
6719968 ἀπηγγειλεν
Μενοίτης δὲ ἐκεῖ τὰς Ἅιδου βόας βόσκων Γηρυόνῃ τὸ γεγονὸς ἀπήγγειλεν . ὁ δὲ καταλαβὼν Ἡρακλέα παρὰ ποταμὸν Ἀνθεμοῦντα τὰς
“ Θεαγένης δὲ ἔναγχος , ὥς μοί τις τῶν ἑταίρων ἀπήγγειλεν , καὶ Σίβυλλαν ἔφη προειρηκέναι περὶ τούτων : καὶ
6716745 Κασσανδρος
ἀρχεῖον ὑπὲρ τοὺς ὅρους , ἀντεφόρτιζον καρποὺς τοὺς ἐπιχωρίους . Κάσσανδρος ὁμοῦ μὲν ἐπολιόρκει Σαλαμῖνα , ὁμοῦ δὲ καὶ Ἀθηναίοις
οἰκοῦντες προσ - εχώρησαν Κασσάνδρῳ πιστεύσαντες αὐτοῦ τῇ φιλανθρωπίᾳ . Κάσσανδρος Νικάνορα φρουροῦντα τὴν Μουνυχίαν καὶ πρὸς αὐτὸν κακοήθως ἔχοντα
6715305 Ἐλατειαν
πάντ ' εἶναι στρατιωτικὰ Δημοσθένους γράψαντος . Φιλίππου δὲ καταλαβόντος Ἐλάτειαν καὶ Κυτίνιον καὶ πρέσβεις πέμψαντος εἰς Θήβας * Θετταλῶν
Θηβαίους αὐτὸν ὑπόπτως ἔχειν , καὶ λογοποιοῦσιν περιιόντες τινὲς ὡς Ἐλάτειαν τειχιεῖ . ὁ δὲ ταῦτα μὲν μέλλει καὶ μελλήσει
6704295 παρῃνεσεν
γεγονότων ἀπήγγελλε , καὶ σύμβουλον ἐποιεῖτο . Ὁ δὲ αὐτῷ παρῄνεσεν ἀποθέσθαι αὐτοὺς ἔν τινι τῶν ἐρυμάτων , ἄχρις ἂν
καθήμενος : σύ τ ' εὖ παραινεῖς : ἐπεὶ καλῶς παρῄνεσεν ὁ ἄγγελος τὸν Ῥῆσον εἰς συμμαχίαν δέχεσθαι , λοιπὸν
6695714 Τραλλιανος
Καρδιανός Ὀλβιανός Φασιανός , ἀπὸ τῆς Φάσιος πόλεως , Τράλλιος Τραλλιανός , Σάρδιος Σαρδιανός , [ τοῦ δὲ δευτέρου ]
εὕρεσιν τῆς μεθοδικῆς αἱρέσεως . ἐτελείωσε δὲ αὐτὴν Θεσσαλὸς ὁ Τραλλιανός . οἱ δὲ μετὰ τούτους Μνασέας , Διονύσιος ,
6683720 ἐνεδησε
Ἄρηος . . οὕτως . Ζεύς με μέγα Κρονίδης ἄτῃ ἐνέδησε βαρείῃ σχέτλιος , ὃς τότε μέν μοι ὑπέσχετο καὶ
τοιαῦτα στρέφοντος , ὃς τὸν μὲν ἔλυσε , τὸν δὲ ἐνέδησε . τοῦ γὰρ κράτος ἐστὶ μέγιστον . ἀλλ '
6683053 Μυτιληναιους
ἐς Μυτιλήνην ἐξαγγελλόμενος τὸ ἑωυτοῦ πάθος Μελανίππῳ ἀνδρὶ ἑταίρῳ . Μυτιληναίους δὲ καὶ Ἀθηναίους κατήλλαξε Περίανδρος ὁ Κυψέλου : τούτῳ
τούς τε αἰχμαλώτους ἀποκτεῖναι ὁ δῆμος ἐψηφίσατο καὶ τοὺς ἄλλους Μυτιληναίους ἡβηδόν , γυναῖκας δὲ καὶ παῖδας ἀνδραποδίσαι : τοὺς
6679996 Πυθομενος
ἀπεπυνθάνετο εἰ περὶ πολλοῦ κάρτα ποιέεται τὴν Βαβυλῶνα ἑλεῖν . Πυθόμενος δὲ ὡς πολλοῦ τιμῷτο , ἄλλο ἐβουλεύετο , ὅκως
ἑνὸς τὴν ψυχήν , αἱρέομαι ἐκ πάντων τὸν ἀδελφεόν . Πυθόμενος δὲ Δαρεῖος ταῦτα καὶ θωμάσας τὸν λόγον πέμψας ἠγόρευε
6678222 Ἀμφιας
ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον , ὃ παρεῖχεν Ἀμφίας ὁ Κηφισοφῶντος κηδεστής , Ἀπολλόδωρον δ ' οὐκ ἐθέλειν
Σικυωνίων δὲ Δημότιμος Ναυκράτους , Μενεκράτης Ἀμφιδώρου , Ἐπιδαυρίων δὲ Ἀμφίας , Ἀθηναίων δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικίας ὁ Νικηράτου ,
6665556 Ἀλκιδαμας
μὲν ὁ Καλλίστρατος , λαμπρὸς δ ' ὁ κατάλογος , Ἀλκιδάμας , Ἰσοκράτης , Ἰσαῖος , Εὐβουλίδης . μυρίων μὲν
ᾐδοῦντο , οἱ δὲ ἐγέλων , ἄχρι ἀπηγόρευσε παιόμενος ὁ Ἀλκιδάμας ὑπὸ συγκεκροτημένου ἀνθρωπίσκου καταγωνισθείς . γέλως οὖν πολὺς ἐξεχύθη
6664715 συνεγνωκεναι
συνειδότος , ἀλλ ' ἔτι ζητεῖται εἰ Δημοσθένει εἰκὸς ἐκείνῳ συνεγνωκέναι : καὶ πάλιν ὁμοίως κἂν φανερὸν ᾖ τὸ προδεδωκέναι
φίλος ἦσθα , φησὶν , Ἀριστάρχῳ , καὶ εἰκός σε συνεγνωκέναι τὸν φόνον : ταῦτα οὐκ ἔστιν ἀπ ' ἀρχῆς
6664317 Μεντορος
δεῖπνα λοιπὸν παρῃτεῖτο διὰ τὰς προειρημένας αἰτίας . οὗτός ποτε Μέντορος τοῦ Βιθυνοῦ μαθητοῦ ὄντος καὶ παρ ' αὐτὸν ἐλθόντος
τὸ πέραν ἀφικόμεναι μετάπεμπτοι πρός τε τὰς Ἀρταβάζου καὶ τὰς Μέντορος γυναῖκας Κλιμακίδες μετωνομάσθησαν ἀπὸ τοιαύτης πράξεως : ταῖς μεταπεμψαμέναις
6658174 συκοφαντεις
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ
6656443 Ἁλαιευς
' εἰσὶ λήκυθοι ὧν οὐκ ἔστι λαβέσθαι διὰ λειότητα . Ἁλαιεύς : ὄνομα δήμου . Ἀλάστωρ : οὗ μηδέποτ '
οἷς ἐδείπνει προῖκα , συλλέξει συχνά . δήμου δ ' Ἁλαιεύς ἐστιν . ἓν γὰρ τοῦτό μοι τὸ λοιπόν ἐστι
6653985 Ἀππιανος
τῆς ἐντὸς θαλάσσης ἔτι ἔλειπεν . ἀνεζεύγνυ : ἀνέστρεφεν . Ἀππιανός : ὃ δὲ μετὰ πολλῆς λείας ἀνεζεύγνυ . .
. . πιθανούς . πρόσριζα : σὺν ταῖς ῥίζαις . Ἀππιανός : τὰ δένδρα ἔκοπτε πρόσριζα , τοῦ μὴ πάλιν
6653638 Ἀριαιος
αὐτὸς εἰς ἐκεῖνον , ἀμφότεροι σιωπῆι . φθάνει δὲ βαλὼν Ἀριαῖος ὁ Κύρου φίλος βασιλέα , καὶ οὐκ ἔτρωσε .
ἄλλοις ἐπισιτιζομένοις . ἐπειδὴ δὲ ἔστησαν εἰς ἐπήκοον , εἶπεν Ἀριαῖος τάδε . Κλέαρχος μέν , ὦ ἄνδρες Ἕλληνες ,
6645699 Διαγορᾳ
Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ υἱῷ Δαμαγήτου . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ νικήσαντι ἑβδομηκοστὴν ἐννάτην Ὀλυμπιάδα . . .
προσοδιακὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιγʹ Στησιχόρειον . . , Διαγόρᾳ νικήσαντι τὴν οθʹ Ὀλυμπιάδα . τοῦτον δὲ τὸν Διαγόραν
6644889 Ἐπιδαυριους
. Μήδων δὲ ἐχομένους ἔταξε Βακτρίους : οὗτοι δὲ ἐπέσχον Ἐπιδαυρίους τε καὶ Τροιζηνίους καὶ Λεπρεήτας [ τε ] καὶ
. Ἀθηναίοις δὲ ναυσὶν ἀποβᾶσιν ἐς Ἁλιᾶς πρὸς Κορινθίους καὶ Ἐπιδαυρίους μάχη ἐγένετο , καὶ ἐνίκων Κορίνθιοι . καὶ ὕστερον
6642997 προπερισπᾳ
ἵκωμαι . . . . Ι : Σόωσι : Τυραννίων προπερισπᾷ ὡς νοῶσιν , ὡς ἀπὸ τοῦ σοῶ περισπωμένου ,
σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι ” . Τυραννίων δὲ προπερισπᾷ : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ πρῶτον αὐτοῦ πρόσωπον
6640805 ἐπιπλῳ
τρισὶ ναυσὶν ἀνήγοντο ἐπὶ Κάσσιον ἐς Μύνδον ὡς προκαταπλήξοντες τῷ ἐπίπλῳ : καί τί που καὶ κούφως εἶχον ἐλπίδος ,
τὴν Τυρίαν τὴν ἱερὰν τοῦ Ἡρακλέους , ἥντινα ἐν τῷ ἐπίπλῳ ἔλαβε , καὶ ταύτην τῷ Ἡρακλεῖ ἀνέθηκεν καὶ ἐπίγραμμα
6628327 Ἀπαμας
ὁ Ἐπιφανής , Προυσίου δὲ υἱός , ἀπὸ τῆς μητρὸς Ἀπάμας Ἀπάμειαν ὠνόμασεν : οἱ δὲ ἀπὸ Μυρλείας Ἀμαζόνος .
εἰς τὴν νῦν Ἀπάμειαν τῆς μητρὸς ἐπώνυμον τὴν πόλιν ἐπέδειξεν Ἀπάμας , ἣ θυγάτηρ μὲν ἦν Ἀρταβάζου δεδομένη δ '
6628267 Μελιτη
αὐτόν , ὑμῖν καταλείπω σκοπεῖν . ἐπεὶ τοίνυν ἔμαθεν ἡ Μελίτη τὴν προτέραν εὑρόντα με γυναῖκα , φοβηθεῖσα μὴ πρὸς
δύο δὲ οἰκέται : τούτους γὰρ ἐπεπόμφει ζητήσοντας αὐτὸν ἡ Μελίτη . συνεὶς δὲ ὁ Θέρσανδρος πόρρωθεν καὶ καταμηνύσειν τὸ
6627934 Σμυρναιος
ι γράφει τὸ ὄνομα . . Μέλητος κόλπος : ὁ Σμυρναῖος ἐκαλεῖτο ἀπὸ Μελήτου ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ἐν Αἰολικοῖς
φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὁ Σμυρναῖος ἐν τοῖς περὶ Ἱππώνακτος ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα :
6626527 Νανναριον
τούτων τινὰ ὧν ἐμπλέκουσι τοῖς λίνοις αἱ μαστροποί , ἢ Ναννάριον ἢ Μαλθάκην . τίς φησι τοὺς ἐρῶντας οὐχὶ νοῦν
. Χρυσίδα , Κορώνην , Ἀντίκυραν , Ἰσχάδα , καὶ Ναννάριον ἔσχηκας ὡραίαν σφόδρα . Κωβιός , ἠλακατῆνες , [
6620464 Μεγαρικου
. τὴν οἰκίαν γὰρ εὗρον εἰσελθὼν ὅλην κίστην γεγονυῖαν φαρμακοπώλου Μεγαρικοῦ . λαβοῦσα πλήρη χρυσέαν μεσόμφαλον φιάλην : Τελέστης δ
Περικλέης φοβηθεὶς μὴ μετάσχῃ τῆς τύχης , ἐμβαλὼν σπινθῆρα μικρὸν Μεγαρικοῦ ψηφίσματος ἐξεφύσησεν τοσοῦτον πόλεμον ὥστε τῷ καπνῷ πάντας Ἕλληνας
6618518 Μανθανω
ὦ Σώκρατες , τρίβομεν ὅσον οἰόμεθα μέτριον εἶναι πιεῖν . Μανθάνω , ἦ δ ' ὅς : ἀλλ ' εὔχεσθαί
Οὐκοῦν καὶ κάκιον , εἴπερ αἴσχιον . Ἥκιστά γε . Μανθάνω : οὐ ταὐτὸν ἡγῇ σύ , ὡς ἔοικας ,
6618078 Αἰγιλιευς
. Αἰγιλία δῆμός ἐστι φυλῆς Ἀντιοχίδος , ἔνθεν ὁ δημότης Αἰγιλιεύς . Αἰδέσασθαι : ἀντὶ τοῦ μεταπεισθῆναι Λυσίας ἐν τῷ
. Αἰγιλιά , δῆμος τῆς Ἀντιοχίδος φυλῆς . ὁ δημότης Αἰγιλιεύς . τὰ τοπικὰ Αἰγιλιᾶθεν Αἰγιλιάνδε Αἰγιλιοῖ . ἔστι καὶ
6617894 Δημεου
. Ἔῤῥωσο . . ̈ . . Ζήνων Μνασέου ἢ Δημέου , Κιτιεὺς ἀπὸ Κύπρου , πολίσματος Ἑλληνικοῦ , Φοίνικας
Γλαυκίας τοῦ πατρὸς ἀποθανόντος παραλαβὼν τὴν οὐσίαν ἠράσθη Χρυσίδος τῆς Δημέου γυναικός . ἐμοὶ δὲ διδασκάλῳ ἐχρῆτο πρὸς τοὺς λόγους
6617710 ὑπεξηλθεν
δίκας εἴροντο ἄνακτα ἥμενοι ἑσταότες . † ) οὐκ ἄρα ὑπεξῆλθεν ὁ Μίνως ἵνα συνοφθῇ . ἄλογον γὰρ τὸ καὶ
τῶν παίδων . Πολυνείκης δὲ περιόντος μὲν καὶ ἄρχοντος Οἰδίποδος ὑπεξῆλθεν ἐκ Θηβῶν δέει μὴ τελεσθεῖεν ἐπὶ σφίσιν αἱ κατᾶραι
6617154 δησειν
σὺν μὲν ὅ γ ' ἠπείλησε πόδας καὶ χεῖρας ὕπερθε δήσειν , καὶ περάαν νήσων ἔπι τηλεδαπάων : στεῦτο δ
τῶν πολιτῶν τί χρήσωμαι τῷ πράγματι , ἐπυθόμην ὡς καὶ δήσειν με ἀπειλοῖεν , λέγοντες ὅτι οὐδὲν ἐλάττω χρόνον Καλλικράτους
6616444 Εὐβοευσι
οὖσιν οὐδὲ συμμάχοις βεβοηθήκασιν , εἰ γὰρ ὅθ ' ἥκομεν Εὐβοεῦσι βεβοηθηκότες . κἀν τούτοις τὸ μὲν συμφέρον προηγεῖται ,
ὡς ὁ Δημοσθένης ἐποίησεν , εἰ γὰρ ὅθ ' ἥκομεν Εὐβοεῦσι βεβοηθηκότες , ἀλλ ' ἐν ὀλίγοις , ὡς ἂν
6614981 Τισαμενος
. . . . . . . . . α Τισαμενός . . . . . . . . .
. ἐδίκασαν δὲ Ἀθηνᾶ καὶ Ἄρης : Ὀρέστου καὶ Ἑρμιόνης Τισαμενός , Πυλάδου καὶ Ἠλέκτρας Στρόφιος καὶ Μέδων : παρὰ
6611913 ἐξεδωκε
καὶ παρὰ Στράττιδι ἡ πρόγονος : καὶ παρ ' Ὑπερείδῃ ἐξέδωκε τὴν πρόγονον τὴν αὑτοῦ , ἐν τῷ πρὸς Ἀπελλαῖον
ἐς τότε καταλέγων : καὶ τὰ εἰρημένα συγγράψας τὸ βιβλίον ἐξέδωκε . κατήγγελλέ τε εἰρήνην καὶ εὐθυμίαν , ἐς τέλος
6611898 Κλεανωρ
προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ Ὀρχομένιος ἔλεγον Κοιρατάδᾳ μὴ θύειν , ὡς οὐχ
στρατευσαίμην ἂν ἄνευ Ξενοφῶντος . καὶ ὁ Φρυνίσκος καὶ ὁ Κλεάνωρ συνωμολόγουν τῷ Τιμασίωνι . ἐντεῦθεν ὁ Σεύθης ἐλοιδόρει τὸν
6605725 Δημοφων
Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός . παῖς Ἱππομέδοντος Πολύδωρος ἢ Δημοφῶν : ἒ ἒ ὡς γαῦρος ὡς φοβερός : ἐπηρμένος
' ἀνηλωκέναι φασὶ σὺν ταῖς ἑπτὰ καὶ ἑβδομήκοντα μναῖς : Δημοφῶν δὲ καὶ πρὸς ὀφείλοντας ἡμᾶς ἐνέγραψε . ταῦτ '
6605683 Ἀμπρακιωταις
στασιαζόντων δ ' αὐτῶν , οἱ μὲν Ἀκαρνᾶνες διαλυσάμενοι τοῖς Ἀμπρακιώταις συνέθεντο τὴν εἰρήνην εἰς ἔτη ἑκατόν , Δημοσθένης δ
ἐπὶ Κρήναις Ἀκαρνάνων φυλακῆς ἔλαθον καὶ προσέμειξαν τοῖς ἐν Ὄλπαις Ἀμπρακιώταις . γενόμενοι δὲ ἁθρόοι ἅμα τῇ ἡμέρᾳ καθίζουσιν ἐπὶ
6605204 δειλιασας
χωλὸς μὴ δυνάμενος ὁδεῦσαι . Λύκον δὲ ἰδὼν καὶ τοῦτον δειλιάσας , μήπως , ὡς τρίπους , αὐτῷ γένηται βρῶμα
φθεγγόμενον καὶ ἀλαζονευόμενον . τρέσας ] φοβηθείς . τρέσας ] δειλιάσας . θ τρέσαι ] φοβηθῇ . Ξ μενεῖ ]
6603643 Φιλαγρος
, κατεφρονήθη γὰρ ἀπολιπούσης αὐτὸν τῆς τέχνης . ηʹ . Φίλαγρος δὲ ὁ Κίλιξ Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατὴς ἐγένετο , σοφιστῶν
τέκτονα τέκτονι τὴν χαλκευτικὴν καὶ τεκτονικὴν τέχνην σημαίνειν . οἷον Φίλαγρος ὁ ῥήτωρ Οὐᾶρον τὸν ῥήτορα νοσοῦντα ἐθεάσατο , καὶ
6602532 Ἰτωνος
καὶ Φτιώτιδος ὑπὸ τῷ πέρατι τῆς Ὄθρυος . ἀπέχει δὲ Ἴτωνος ὡς ἑξήκοντα σταδίους . κτίσαι δ ' αὐτὴν Ἀθάμαντα
δὲ λαοὺς ἀφ ' ἑαυτοῦ Βοιωτοὺς ὠνόμασε . Βοιωτοῦ δὲ Ἴτωνος γενόμενος ἐτέκνωσεν υἱοὺς τέτταρας , Ἱππάλκιμον καὶ Ἠλεκτρύωνα ,
6601852 Καυκωνος
ἐθνικὰ φυλάττουσι τὸ ω , οἷον Μύτων Μύτωνος , Καύκων Καύκωνος , Κ καὶ Λέλεγες καὶ Καύκωνες , Κύδων Κύδωνος
τὸ πόλισμα . φασὶ δ ' ἐν τῇ Λεπρεάτιδι καὶ Καύκωνος εἶναι μνῆμα , εἴτ ' ἀρχηγέτου τινὸς εἴτ '
6600522 ἡρωϊκαι
χρὴ ὅτι ἐνδοξόταται μὲν αἱ θεῖαι , δεύτεραι δὲ αἱ ἡρωϊκαί , τρίται δὲ αἱ ἀνθρωπικαί : καὶ πάλιν πρῶται
αὐτῶν δὲ τούτων τῶν αἰτιῶν μυθώδεις μὲν αἱ θεῖαι καὶ ἡρωϊκαί , πιθανώτεραι δὲ αἱ ἀνθρωπικαί . τὰς μὲν τοίνυν
6595690 ὀκτωκαιδεκατον
καὶ διεθρύλλουν . ὑποφυομένης δὲ ἄρτι τῆς Πολυκράτους τυραννίδος περὶ ὀκτωκαιδέκατον μάλιστα ἔτος γεγονὼς προορώμενός τε οἷ χωρήσει καὶ ὡς
τέταρτον ⋖ βʹ ʂ . Τὸ μέγα μύϲτρον κοτύληϲ ἐϲτὶν ὀκτωκαιδέκατον . ἄγει δραχμὰϲ γʹ γράμμα αʹ . [ Μύϲτρον
6594284 Πιτανη
γεγενῆσθαι . τὴν γὰρ Εὐάδνην ἐκτεθεῖσαν Αἴπυτος εὑρὼν ἀνέλαβεν . Πιτάνη γὰρ Εὐρώτα Λακωνικοῦ ποταμοῦ : ᾗ Ποσειδῶν μιχθεὶς λάθρᾳ
οἱ ἐξ αὐτῶν παῖδες παρθένιοι . ἢ ὅτι λαθραίως ἡ Πιτάνη διεκορεύθη καὶ ἔτεκεν . κυρίῳ δ ' ἐν μηνί
6585548 Ἱμεραιοις
ἐπολιτεύου πρός με ἀρχῆς παρανόμου [ ὥσπερ σὺ προύλεγες ] Ἱμεραίοις συλλαβέσθαι βουλόμενος , διελογίζου , ὅτι γένοιτ ' ἂν
φιλονεικίαν ἔλυσαν τὴν πολιορκίαν : ἅμα δ ' ἡμέρᾳ τοῖς Ἱμεραίοις ἔδοξε μὴ περιορᾶν αὑτοὺς συγκεκλεισμένους ἀγεννῶς , καθάπερ τοὺς
6585432 Ἀρδεα
Ἀρδαλιώτης , τοῦ δ ' Ἀρδαλίς Ἀρδαλός ὡς Θετταλός . Ἀρδέα , κατοικία τῆς Ἰταλίας . Στράβων πέμπτῃ . ἐκλήθη
Ἀλβανῷ ὄρει , διέχοντι τῆς Ῥώμης τοσοῦτον ὅσον καὶ ἡ Ἀρδέα . ἐνταῦθα Ῥωμαῖοι σὺν τοῖς Λατίνοις Διὶ θύουσιν ,
6583108 ἀναγνωσθεισης
ἄμεινον ἢ κλέος προγονικὸν παραλαμβάνοντα τρόπου φαυλότητι καταισχῦναι . ” ἀναγνωσθείσης δὲ τῆς τοιαύτης ἐπιστολῆς , εὐφημεῖ τε αὐτὸν ἡ
πλεύσας εἰς Λιβύην τὴν ἐπιστολὴν ἀπέδωκε τῇ γερουσίᾳ . ἧς ἀναγνωσθείσης ἔν τε τῇ συγκλήτῳ καὶ μετὰ ταῦτ ' ἐν
6580823 δεομενοισι
ἐπεποίητο γάρ σφι συμμαχίη πρὸς αὐτούς : Θεσσαλοὶ δέ σφι δεομένοισι ἀπέπεμψαν κοινῇ γνώμῃ χρεώμενοι χιλίην τε ἵππον καὶ τὸν
καλῶ ς ' Ὀρέστης παῖς σὸς ἐπίκουρον μολεῖν [ τοῖς δεομένοισι : διὰ σὲ γὰρ πάσχω τάλας ἀδίκως , προδέδομαι
6580042 ἀναγιγνωσκε
κληρονόμους τῶν Εὐκτήμονος . Ταῦτα τοίνυν ὡς ἀληθῆ λέγω , ἀναγίγνωσκε τὰς μαρτυρίας . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ὁ Φιλοκτήμων τριηραρχῶν
' ὡς ἀληθῆ λέγω , λαβέ μοι τὰς μαρτυρίας καὶ ἀναγίγνωσκε . Ὅτι τοίνυν οὐκ ἄπορος ἦν ὁ Μοιριάδης ,
6577579 ἐμηνυσεν
. καὶ τῶν μὲν οὐδὲν προσήπτετο ζῷον , Ἀκάμας δὲ ἐμήνυσεν ὅτι εἶεν Ἀργεῖοι τὸ Παλλάδιον ἔχοντες . καὶ οἱ
Πῶς δ ' οὔ ; Καὶ νῦν δή τις λόγος ἐμήνυσεν ἡμῖν , ὥσπερ καὶ κατ ' ἀρχάς , μὴ
6577073 ὁπλομαχιας
ἔτι καὶ νῦν Μαντινικὴν ἀποκαλοῦσι . πρὸς δὲ τούτοις καὶ ὁπλομαχίας καθέσεις ἐν Μαντινείᾳ πρῶτον εὑρέθησαν Δημέου τὸ τέχνημα καταδείξαντος
ἔτι καὶ νῦν Μαντινικὴν ἀποκαλοῦσι . πρὸς δὲ τούτοις καὶ ὁπλομαχίας μαθήσεις ἐν Μαντινείαι πρῶτον εὑρέθησαν Δημέου τὸ τέχνημα καταδείξαντος
6574913 διεφθορως
ἐγκαύματα ἰασάμην , ὅτε πρῴην ἀνῆλθες ἡμίφλεκτος ὑπ ' ἀμφοῖν διεφθορὼς τὸ σῶμα , καὶ τοῦ χιτῶνος καὶ μετὰ τοῦτο
ἁμαρτάνοντας , ὥστε ἐνθυμουμένωι ταῦτα Κ . ἂν εἴη Θετταλοὺς διεφθορὼς μᾶλλον ἢ Κριτίαν Θετταλοί . ἀπέθανε μὲν οὖν ὑπὸ
6572530 Φιλοκλεα
ἐς δόξαν ὑπάρχοντα ἦν , ἄλλα δὲ τοσάδε ὀνείδη . Φιλοκλέα γὰρ Ἀθηναῖον ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς καὶ αὐτὸν στρατηγοῦντα καὶ
τήγανα σίζοντά σοι μολύνεται . δρεπτόν ἀλλ ' ἡ τάλαινα Φιλοκλέα β δεν οὖν , εἰ δ ' ἐστὶν Αἰσχύλου
6571945 ὑπεχωρησεν
ὑπῆρχεν , ᾖ . ἑταῖρος : φίλος . Χάσατο : ὑπεχώρησεν , ἀνεχώρησεν . ταρβήσας : φοβηθεὶς , ὁ ποιμήν
βὴξ οὐκ ἐνῆν . Δωδεκάτῃ , μέλανα σμικρὰ καὶ πρασοειδέα ὑπεχώρησεν . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , λῆξαι πυρέτιον ἐδόκει : μετὰ δὲ
6568945 ἐπηρετο
θεῷ περὶ τῆς πορείας . ἐλθὼν δ ' ὁ Ξενοφῶν ἐπήρετο τὸν Ἀπόλλω τίνι ἂν θεῶν θύων καὶ εὐχόμενος κάλλιστα
καὶ τοῖς νέοις ἀπειπέτην μὴ διαλέγεσθαι . ὁ δὲ Σωκράτης ἐπήρετο αὐτὼν εἰ ἐξείη πυνθάνεσθαι , εἴ τι ἀγνοοῖτο τῶν
6566102 Ἀγιας
φασιν , ὡς οἱ περὶ Ἀγίαν καὶ Δερκύλον . : Ἀγίας δ ' ὁ μουσικὸς ἔφη , τὸν στύρακα ,
τε καὶ Λύσανδρος ὁ Ἀριστοκρίτου στεφανούμενος ὑπὸ τοῦ Ποσειδῶνος , Ἀγίας τε ὃς τῷ Λυσάνδρῳ τότε ἐμαντεύετο καὶ Ἕρμων ὁ
6565378 ἐπεστειλεν
. οὐ γάρ , ὥς τινες , Κλέων πρῶτος οὕτως ἐπέστειλεν Ἀθηναίοις ἐκ Σφακτηρίας . ἀρχαῖον ἔθος τὸ ταῖς ἐπιστολαῖς
πορεύσομαι οὗ ἂν ᾖς . Πρὸς μὲν Δαρεῖον ταῦτ ' ἐπέστειλεν . ἐπεὶ δ ' ἔμαθεν τά τε χρήματα ὅσα
6563719 Ἀλκμηνην
βουλόμενος ἐκδικῆσαι , παραδοὺς τὴν βασιλείαν Ἀμφιτρύωνι καὶ τὴν θυγατέρα Ἀλκμήνην , ἐξορκίσας ἵνα μέχρι τῆς ἐπανόδου παρθένον αὐτὴν φυλάξῃ
ἀνέβη ποτὲ εἰς οὐρανοὺς διὰ κάλλος γυνή , ἀλλ ' Ἀλκμήνην μὲν ἔχει πένθος καὶ φυγή , Δανάην δὲ λάρναξ
6560977 Μοσχιωνος
. . . ἑρκεῖος Ζεύς : Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Μοσχίωνος : . . ἐπερωτᾷ εἰ φράτορες αὐτῷ καὶ βωμοὶ
τὴν γενικήν : Ἡφαιστίων Ἡφαιστίωνος : Ξενίων Ξενίωνος : Μοσχίων Μοσχίωνος : Ἠμαθίων Ἠμαθίωνος : Μελανίων Μελανίωνος : Πορφυρίων Πορφυρίωνος
6558314 Ἀλωριτης
Πείθων Κρατεύα Ἀλκομενεὺς καὶ Λεόννατος Ἀντιπάτρου Αἰγαῖος καὶ Πάνταυχος Νικολάου Ἀλωρίτης καὶ Μυλλέας Ζωΐλου Βεροιαῖος . οὗτοι μὲν οἱ σύμπαντες
ἔστι δὲ τὸ μυχαίτατον τοῦ Θερμαίου κόλπου . τὸ ἐθνικὸν Ἀλωρίτης , καὶ Ἀλωρῖτις γυνή . . . ἁλῶναι ὑπὸ
6557955 Νεων
Ἀναξίμανδρος καὶ Διονύσιος καὶ Ἑκαταῖος , οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι παρατίθεται . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν
ἐν α Ἡρακλείας καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος ἐν ε Περὶ Νεῶν Καταλόγου . . . , : Ἀσέληνα : ὄρη
6557553 Ἀντεια
. . τῷ δὲ γυνὴ Προίτου ἐπεμήνατο , δι ' Ἄντεια : ἡ διπλῆ , ὅτι Ὅμηρος Ἄντειαν , οἱ
, Θάλαττα Διοκλέους , Φερεκράτους Κοριαννώ , Εὐνίκου ἢ Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα
6557152 νομιζομενου
ὑπὸ ἀνδρῶν ἀπηγγέλλετο αὐτομόλων , ὡς Ἀριστομένης ἐπανήκοι σῶς : νομιζομένου δὲ ἀπίστου κατὰ ταὐτὰ ἢ εἴ τινα τεθνεῶτα ἐλέγετο
ἐφίεται , ἀλλ ' ἢ τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ ἢ τοῦ νομιζομένου , οὐ πάντως δὲ ἀγαθοῦ . Εἰ οὖν πάντα
6555841 ἐπιτρεπω
τῆς φωνῆς ὄργανον ἐζήτουν καὶ τοῖς ὠσὶν ἀπιστῶν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπιτρέπω τὴν κρίσιν καὶ τὸ στόμα διανοίγων ὅλην ἐκ ῥιζῶν
διακείμεθα , ὑπὲρ μὲν τῶν κατ ' ἐμαυτὸν τοῖς θεοῖς ἐπιτρέπω , δι ' οὓς καὶ εἰς τοῦτον ἐσώθην τὸν
6555512 συγκαταλεγει
. τὸ ἐθνικὸν ὁμώνυμον . Διωνία , πόλις , ἣν συγκαταλέγει ταῖς Κυπρίαις πόλεσι Θεόπομπος πεντεκαιδεκάτῃ Φιλιππικῶν . τὸ ἐθνικὸν
τῆς Λαίδος καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Γεροντομανίᾳ καὶ ἄλλας ἑταίρας αὐτῇ συγκαταλέγει διὰ τούτων : τὴν ἐκ Κορίνθου Λαίδ ' οἶσθα
6551016 Λεοντεως
| καὶ Νικίδιον | ἦν Ἰδομενέως ἑρωμένη | ? , Λεοντέως δὲ Μαμμάριον | [ ] , Ἑρμάρχου δὲ Δημητρία
. Ἦσαν δὲ καὶ ἄλλοι Ἐπίκουροι τρεῖς : ὅ τε Λεοντέως υἱὸς καὶ Θεμίστας : ἕτερος Μάγνης : τέταρτος ὁπλομάχος
6545103 Ἰλιευς
τε φοιβάσουσιν , ἀστεργῆ χόλον ἀστῶν φυγοῦσαι . πᾶς γὰρ Ἰλιεὺς ἀνὴρ κόρας δοκεύσει , πέτρον ἐν χεροῖν ἔχων ἢ
. πέμπτη Θρᾴκης κατὰ Βιζύην . τὸ ἐθνικὸν Ἰλιεύς „ Ἰλιεὺς ὁ Ἀπόλλων ἐν Τροίᾳ ” , καὶ θηλυκὸν Ἰλιάς
6543718 Φωκιωνι
. ὃ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι χρῆσόν μοι ἔφη τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα , ἣν εἰώθεις
. ὁ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι , χρῆσόν μοι , ἔφη , τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα
6543156 κεναγγιαν
, Ξενοφῶν δὲ βούλιμον . καὶ Ἀριστοφάνης τὸν Πειραιᾶ μὴ κεναγγίαν ἄγειν . Ἡ δὲ τροφὴ ἄρτοι κρέα , ἄλφιτα
τὸ ῥῆμα πεινῆν . Πλάτων δ ' ὁ κωμικὸς καὶ κεναγγίαν εἴρηκεν , Ξενοφῶν δὲ βούλιμον . καὶ Ἀριστοφάνης τὸν
6540279 Ποιησω
. ἐκ μεσημβρίας δὲ παρέσῃ μοι , ὦ Σώκρατες . Ποιήσω ὡς λέγεις , κἀγὼ δὲ ἐπάνειμι ἐς Κυνόσαργες ,
τούτων ἀπήρχοντο χαριστήρια τοῖς θεοῖς ἀπονέμοντες . 〛 ποιῶ : Ποιήσω . . τὰς χύτρας : Τὰ τζυκάλια . .
6536946 Δαρδανευς
καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ Ὀρχομένιος ἔλεγον
Φιλήσιος ὁ Ἀχαιὸς καὶ Ξανθικλῆς ὁ Ἀχαιὸς καὶ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς ἐπέμενον ἐπὶ τῇ στρατιᾷ , καὶ εἰς κώμας τῶν
6536835 ἐνικησας
τοῦ χαίρειν , ὡς τὸ ” ἢ ἀλύεις ὅτι Ἶρον ἐνίκησας „ . μέση γὰρ ἡ λέξις . . .
ὅτι ἐνθάδε μηδὲν ἐθρασύνθη . ἢ ἀλύεις , ὅτι Ἶρον ἐνίκησας . ἀλύεις νῦν ἀντὶ τοῦ χαίρεις , γαυριᾷς .
6536425 Ἀτρεϊδῃσιν
' , ἥ τ ' ἔπλετο νείκεος ἀρχή , δωσέμεν Ἀτρεΐδῃσιν ἄγειν , ἅμα δ ' ἀμφὶς Ἀχαιοῖς ἄλλ '
μὲν ἐν νήεσσι κορωνίσιν Ἴλιον εἴσω ᾤχεθ ' ἅμ ' Ἀτρεΐδῃσιν : ἐμοὶ δ ' ὄνομα κλυτὸν Αἴθων , ὁπλότερος

Back