ἔφη καὶ τοὺς ἀπ ' ἐμοῦ τοῖς ἀντιτέχνοις μόχθους . ἐδεδίειν μὲν οὖν , μή με ἐντυχὼν δάκῃ , φυλαξάμενος
ἄλλως χρηστόν , ἐμοῦ μὴ θελήσαντος . τί γὰρ ἔτι ἐδεδίειν τοῦ ἰσχυροτέρου πεφονευμένου ; τί δὲ κατέλιπον τὸ ξίφος
6147081 παιδισκον
τὰ μὲν ἐκ τῆς Αἰγύπτου ἐνοσφίσατο παρασπονδήσας τὸν Φιλομήτορα βασιλέα παιδίσκον ὄντα , ἱεροσυλήκει δὲ καὶ τὰ πλεῖστα τῶν ἱερῶν
' , ἀλλ ' ἐλευθέρως καλεῖς γέροντα , μειράκιον , παιδίσκον ; ὡς τὸ δεῖπνον αὐτοῖς ἐστ ' ἐπεσκευασμένον ἁπαξάπασινἢν
6139818 παρακολουθων
μέχρι αὐτῆς τῆς γνώσεως ταύτης προεληλυθώς , ἀλλὰ δηλονότι ὁ παρακολουθῶν ταῖς τε κατὰ μέρος ἐπιστήμαις καὶ τῷ συνόλῳ σώματι
ἐν τοῖς πράγμασιν ἤ , εἰ καὶ εἶχε , μὴ παρακολουθῶν ἢ πειθόμενος ὅλως οὐ διῴκει καλῶς τὴν ἀρχήν ,
6057394 Ἀρταιος
τὴν δίκην ἀπόδος παρ ' ἀνδρὸς κακοῦ . Καὶ ὁ Ἀρταῖος ὑπέσχετο , ἐπειδὰν εἰς Βαβυλῶνα ἀφίκηται . Οὐ πολλοῦ
με κτείνειάς τε καὶ τὴν Βαβυλῶνος ἀρχὴν αὐτῷ δοίης . Ἀρταῖος δὲ ἔφη δικαιότερα Παρσώνδην αἰτεῖσθαι : χρῆναι γὰρ μὴ
6000461 ἀφησω
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ
5998238 δοξαιμι
μᾶλλον , ἢ λόγου τυχόντι καὶ μὴ πείσαντι ὑμᾶς : δόξαιμι γὰρ ἂν σὺν δίκῃ πάσχειν , ὅ τι ἄν
οὐδὲ τοσαυτάκις ἀγωνιζόμενος [ καὶ ] νικήσας δικαίως ἂν πάλιν δόξαιμι δι ' ἐκεῖνα ἐκπεσεῖν . Ἀλλὰ γὰρ ἴσως μετὰ
5953681 ἀποδιδου
τῷ κόσμῳ , τὰ δὲ τοῦ θεοῦ τῷ θεῷ ἀκριβῶς ἀποδίδου . τὴν ψυχήν σου νόμιζε παραθήκην ἔχειν παρὰ θεοῦ
δὲ τῷ νικήσαντι δίδωσι τὸ ἔπαθλον . φριμάσσεο : φριμαγμὸν ἀποδίδου μεθ ' ἡδονῆς , τουτέστι βρενθύου καὶ ἐναβρύνου ,
5944954 λοιδορουμενος
κἂν ] αὐτὸς γενόμενον ἄσμενος . εὐθὺς μαχεῖται πᾶσι , λοιδορούμενος εἰς τοὺς βίους οὓς ζῶσι : σὲ δ '
ἀλλ ' οὗτος πρᾶγμ ' ἑόρακεν μιαρὸν καὶ ἀναιδές . λοιδορούμενος γὰρ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις καὶ προπετῶς ἅπασι προσκρούων ,
5932711 προσειχε
μεγίστους ἀναιρήσεσθαι πέντε . Ὁ μὲν δὴ ἁμαρτὼν τοῦ χρηστηρίου προσεῖχε γυμνασίοισι ὡς ἀναιρησόμενος γυμνικοὺς ἀγῶνας , ἀσκέων δὲ πεντάεθλον
τὸν ἀδελφὸν ἄπιστα καὶ μείζονα ἐλπίδων διηγουμένων , οὐ πάνυ προσεῖχε : κἂν γὰρ οἱ λέγοντες ἀξιοπιστότατοι , ἀλλ '
5909435 τετελευτηκε
Κόπρειος τοῦ Πύρρου κλήρου λαχεῖν τὴν λῆξιν ἠξίωσεν , ὃς τετελεύτηκε πλείω ἢ εἴκοσιν ἔτη , τρία τάλαντα τίμημα τῷ
τε ὁ μάγος εἴη ὁ βασιλεύων καὶ Σμέρδις ὁ Κύρου τετελεύτηκε : καὶ αὐτοῦ τούτου εἵνεκεν ἥκω σπουδῇ ὡς συστήσων
5902627 ἱκετευεν
ὡμολόγει ἀδικεῖν , καὶ ὅπως μὲν μὴ ἀποθάνῃ ἠντεβόλει καὶ ἱκέτευεν , ἀποτίνειν δ ' ἕτοιμος ἦν χρήματα . ἐγὼ
εἶναι τὴν παῖδα ἐπέπειστο . προσπεσὼν δὲ τοῖς ἀνδράσιν , ἱκέτευεν εἰπεῖν οἵτινες εἶεν : οἱ δὲ μόλις καὶ βραδέως
5868222 Ἀνθρωπε
τοὺς χρησμοὺς ἐξηγοῦνται . ὦ μεγάλης ἀναισχυντίας καὶ γοητείας . Ἄνθρωπε , τί ποιεῖς ; αὐτὸς σεαυτὸν ἐξελέγχεις καθ '
καθίζου μαλακῶς , ἵνα μὴ τρίβῃς τὴν ἐν Σαλαμῖνι . Ἄνθρωπε , τίς εἶ ; Μῶν ἔγγονος εἶ τῶν Ἁρμοδίου
5839667 βουλου
ὠφελεῖ τὸν ζηλοῦντα μὴ βλάπτουσα τὸν ζηλούμενον . μικρὰ διδόναι βούλου μᾶλλον ἢ μεγάλα ἐγγυᾶν : ὅ τε γὰρ κίνδυνος
ὁτὲ μὲν βασιλέως , ὁτὲ δὲ ἀλήτου . μὴ οὖν βούλου δευτερολόγος ὢν τὸ πρωτολόγου πρόσωπον : εἰ δὲ μή
5836826 μεμψῃ
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν
5822770 Σμερδις
: ὃς ἐδόκεε ἐν τῷ ὕπνῳ ἀπαγγεῖλαί τινά οἱ ὡς Σμέρδις ἱζόμε - νος ἐς τὸν βασιλήιον θρόνον ψαύσειε τῇ
ὑποδύνειν κελεύῃ : εἰ γὰρ δὴ μή ἐστι ὁ Κύρου Σμέρδις ἀλλὰ τὸν καταδοκέω ἐγώ , οὔτοι μιν σοί τε
5817458 ἀποθνῃσκων
μηκέτι σπῶ : οὐ δέδοται . ἀλλ ' ὡς ἤδη ἀποθνῄσκων ὧδε ἐπινοήθητι : γέρων εἶ : μηκέτι τοῦτο ἐάσῃς
ἢ ὅτι αὐτὴν ἀναλαβὼν ὁ ἰατρὸς Νικόστρατος [ καὶ ] ἀποθνῄσκων κατέλιπεν αὐτῇ πολὺν ἐλλέβορον , ἄλλο δὲ οὐδέν .
5817379 σπευδεις
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν
5806892 πεπεικας
[ ! ! ! ! ! ! ! ] ς πέπεικας ἐλθεῖν πρός μ ' ; ἐγὼ δ ' εἴρηκά
καὶ οἰκειότερον ἔχων ἢ σὺ σαυτῷ ; πῶς οὖν οὔπω πέπεικας σαυτὸν μαθεῖν ; νῦν οὐχὶ ἄνω κάτω ; τοῦτ
5801927 αἰτησαντι
τῷ ξένῳ , καὶ οὐκ ἔσχον εἰπεῖν ὡς οὐκ ἂν αἰτήσαντι δοίης . ἃ γὰρ ἔλαβον , ᾄδεται . αἰτῶ
ἀκμὴν καὶ τοῦτό σοι ἔδωκα ἵνα μὴ ἐγκληθῶ ὅτι τῷ αἰτήσαντι ἐχθρῷ οὐδὲν παρέσχον . ταῦτα ἀκούσας ὁ Σατανᾶς ἀντέπεμψέν
5780976 ἀκριβολογειται
: χαμαιπετεῖ οὖν ἢ τῷ μέλλοντι πεσεῖν ἢ τεθορυβημένος οὐκ ἀκριβολογεῖται : ἄθυρσοι δ ' οἷά νιν : κακόθυρσοι .
τὰ καθ ' ἕκαστα μεταχειριζόμενος . Περὶ τῆς φρονήσεως εἰσέτι ἀκριβολογεῖται καὶ τῶν ἕξεων τῶν συστοίχων αὐτῇ , λέγω δὲ
5777360 καταρατος
τε φωσφόρου λύχνου σέλας . τελέως μ ' ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπός , ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν ,
γὰρ πηγὴν ἀνεύρηκα τοῦ μεγάλου τολμήματος , καὶ οὗτος ὁ κατάρατος ἄνθρωπος ἐπίσταται γυναῖκα μιαρὰν συμπράξασαν τῷ φόνῳ . ”
5766072 κατακανων
ἐφ ' ἑαυτῶν που στρατοπεδευόντων ἐκράτει καὶ δύο αὐτῶν μέρη κατακανὼν ἐπ ' αὐτὸν ἤλαυνε τὸν Σπάρτακον σὺν καταφρονήσει .
Σπαρτιάτην , ὃς ἔφυγε παῖς ὢν οἴκοθεν , παῖδα ἄκων κατακανὼν ξυήλῃ πατάξας , δρόμου τ ' ἐπιμεληθῆναι καὶ τοῦ
5754742 ἱκετευων
ἱκετηρίην ἤιε ἐς τοῦ Κλεομένεος , ἐσελθὼν δὲ ἔσω ἅτε ἱκετεύων ἐπακοῦσαι ἐκέλευε τὸν Κλεομένεα , ἀποπέμφαντα τὸ παιδίον :
Προμηθεὺς μάτην καλεῖσθαι : ἢ ἡ ἀποτυχία ἣν αὐτὸς ἀποτύχῃς ἱκετεύων τὸν Δία ὑπὲρ ἐμοῦ ἐμὴ λογισθήσεται . δόξω γὰρ
5733439 Γωβρυεω
ἀπεδέδεκτο ἡ γνώμη , συνεστήκεε δὲ ταύτῃ τῇ γνώμῃ ἡ Γωβρύεω , τῶν ἀνδρῶν τῶν ἑπτὰ ἑνὸς τῶν τὸν μάγον
τῇ ἕδρῃ , ἐνθαῦτα ἐς λόγους ἦλθον Μαρδόνιός τε ὁ Γωβρύεω καὶ Ἀρτάβαζος ὁ Φαρνάκεος , ὃς ἐν ὀλίγοισι Περσέων
5732313 Μικυλλε
τοῦ κολοσσοῦ λέγε . Τί πρῶτον εἴπω σοι , ὦ Μίκυλλε ; τοὺς φόβους καὶ τὰ δείματα καὶ ὑποψίας καὶ
τὰ πορθμεῖα καταβαλεῖν . Τί τοῦτο ; περίμεινον , ὦ Μίκυλλε : οὐ θέμις οὕτω σε διελθεῖν . Καὶ μὴν
5730333 εἰκαζεις
, τουτὶ γάρ ἐστιν ἐμὲ νικᾶν . καλῶς δὲ κἀκεῖνο εἰκάζεις , ὡς οὐ χρήμασι μετρεῖται τὰ παρ ' ἡμῶν
γῆς τὰ τέκνα : ἐπεὶ τό γε σῶμα οὐ φαύλως εἰκάζεις Βοιωτίῳ μᾶλλον εἰκάζων αὐτὸ ἢ Λακωνικῷ τε καὶ Ἀττικῷ
5723113 ἐοικ
εἰσὶ γὰρ Φαληρικοί . ἄλλοι δ ' ἐπώλουν , ὡς ἔοικ ' , Ὀτρυνικούς . μὴ μεστὰς ἀεὶ ἕλκωμεν ,
[ δ ' ] οὐθέν [ ] , ὥστ ' ἔοικ [ ] ? ' ἐ - [ πάγειν ]
5719978 οὐπωποτ
καὶ ἀνάστατος αὐτῶν ἡ χώρα γέγονεν , οἱ δ ' οὐπώποτ ' ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ γενόμενοι Μακεδόνες καὶ βάρβαροι
. ἀτοπώτερον ] τούτου , μὰ τὼ θεώ , ξένον οὐπώποτ ] ' εἶδον . αἲ τάλας , τί βούλεται
5708592 φιλτερον
ἀτυχῶν ἐν τῷ ὑπηρετεῖν : ἀλλ ' ὅτι τοῦ ζῆν φίλτερον ἄλλο : ὁ νοῦς : ἐγὼ , φησὶ ,
σελήνας δώδεκ ' ἐκπληρουμένας . οὐ γάρ τιν ' ἄλλον φίλτερον θάψω νεκρὸν τοῦδ ' οὐδ ' ἀμείνον ' εἰς
5705518 ἐπειγ
' σίδοιμι μνῆμα . πολεμία γὰρ ἦν . ἀλλ ' ἔπειγ ' , ὡς μή σε πρόσθε ψῆφος Ἀργείων ἕληι
ἐξωπτημένη , ὥστ ' ἐπεὶ βούλει τῶν λελειμμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν
5702009 διδωμ
καὶ βούλεσθέ μοι χρῆσθαι προθύμωι , τὴν ἐμὴν ψυχὴν ἐγὼ δίδωμ ' ἑκοῦσα τοῖσδ ' , ἀναγκασθεῖσα δ ' οὔ
δὴ σύ μοι . μαρτύρων ἐναντίον σοι τήνδ ' ἐγὼ δίδωμ ' ἔχειν γνησίων παίδων ἐπ ' ἀρότωι , προῖκα
5691222 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
5690503 Χαρικλεις
ὁλόκληρος ἀρετὴ φύεται . καὶ σὺ δ ' , ὦ Χαρίκλεις , μηδὲν ἀχθεσθῇς , εἰ ταῖς Ἀθήναις ἡ Κόρινθος
ἐκεχειροτόνησο καί σε χαλκῶν ἀνδριάντων ἐν ταῖς ἀγοραῖς , ὦ Χαρίκλεις , ἐτίμων . σχεδὸν γὰρ οὐδὲ αὐταὶ περὶ αὑτῶν
5686861 σιωπων
τοῦτο τὸν ἄνδρα χειραγωγήσας ἀφῖγμαι . Ἡροδότῳ μὲν οὖν πεποίηται σιωπῶν τῇ χειρὶ μόνον τὸ πάθος ὑποδεικνύς , ἐγὼ δὲ
χρῷτο τοῖς νόμοις τῆς πατρίδος . Βίας ἔν τινι πότῳ σιωπῶν καὶ σκωπτόμενος εἰς ἀβελτερίαν ὑπό τινος ἀδολέσχου : Καί
5686011 ἀφηκα
εἴπω . . ἐς ταυτὸν ] ἐκεῖσε ὅθεν τοὺς λόγους ἀφῆκα . . ἐστιν πόλις Κάνωβος ] ἀναχρονισμός . ἔστι
Ἀθήνησι κυβευτῶν οἱ ἐξωλέστατοι . τέλος δ ' οὖν λιποθυμήσας ἀφῆκα τοῖς ἐναγέσι λαμβάνειν . οἱ δὲ καὶ τὸ προκόλπιον
5672306 δημιος
' ἐν Ἀποκοπτομένῃ : οὐ συμποσίαρχος ἦν γάρ , ἀλλὰ δήμιος ὁ Χαιρέας , κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Διόδωρος δ
τῇ τετάρτῃ : ἡμέας ἔχει φόβος τε καὶ δέος . δήμιος καὶ δημόκοινος διαφέρει . δήμιος μὲν γάρ ἐστιν ὁ
5670249 ἀνεκτως
κηρωτῆς ὀλίγον ἐχούσης καὶ χαμαιμήλου μιγνύντας αὐτῇ : οὕτω γὰρ ἀνεκτῶς τὸ δριμύττειν καὶ προσηνέστερον καὶ εὐκρατότερον ἔσται καὶ κατὰ
, ἀνάσχετον . καὶ κούφως , εὐφόρως , ἀνθρωπίνως , ἀνεκτῶς : τὸ γὰρ οἰστῶς καὶ φορητῶς κακίω . Ἄλλης
5662181 Ἀγορακριτῳ
' . Ἀγοράκριτος : ἐν τἀγορᾷ γὰρ κρινόμενος ἐβοσκόμην . Ἀγορακρίτῳ τοίνυν ἐμαυτὸν ἐπιτρέπω καὶ τὸν Παφλαγόνα παραδίδωμι τουτονί .
] ἐκδίδωμι . Γ παραδίδωμι ] ἤγουν σοί , τῷ Ἀγορακρίτῳ . Γ τὸν Παφλαγόνα ] τὸν Κλέωνα . παραδίδωμι
5660856 ἐπαινουντι
ψήφοις ἀκολουθεῖν , καὶ οὔτ ' ἐκείνου ψέγοντος ἐπῄνεσα ἂν ἐπαινοῦντί τε συμπνεῖν ἔδει . ταὐτὰ δέ μοι καὶ παρ
ψήφοις ἀκολουθεῖν , καὶ οὔτ ' ἐκείνου ψέγοντος ἐπῄνεσα ἂν ἐπαινοῦντί τε συμπνεῖν ἔδει . ταὐτὰ δέ μοι καὶ παρ
5659116 ἐζητεις
τὸ ζητοῦντα μὲν λόγους ἥκειν Ἀθήναζε , φανῆναι δὲ οὓς ἐζήτεις ἔχοντα . τὰ δ ' ἐφεξῆς ἅπαντα τῶν λόγων
, τί ποιεῖς ; Ἡ δὲ εἶπε : Τέως σὺ ἐζήτεις , ἵνα πόλιν κτίσῃς , εὗρον . Ἀφ '
5655594 εἰκε
: τοὺς γὰρ μέλλοντας περισπῶσιν οἱ Δωριεῖς . αἴκα : εἴκε τροπῇ τῆς ει εἰς αι . τὸ δὲ α
: τοὺς γὰρ μέλλοντας περισπῶσιν οἱ Δωριεῖς . αἴκα : εἴκε τροπῇ τῆς ει εἰς αι . τὸ δὲ α
5649426 Ὠνθρωπε
κρέας . Ὦνθρωπε , παῦσαι καταγελῶν μου τῶν ὅπλων . Ὦνθρωπε , βούλει μὴ βλέπειν εἰς τὰς κίχλας ; Τὸ
οὕτω μ ' ἀποδόσθαι τάν τ ' ἐμωυτῶ ματέρα . Ὦνθρωπε , ποδαπός ; Χοιροπώλας Μεγαρικός . Τὰ χοιρίδια τοίνυν
5645665 μεταπισαι
ἀλείψας ἐλαίῳ , κατακεῖσθαι κελεύειν ἐπαλλάξασαν τὼ πόδε , καὶ μεταπῖσαι οἶνον γλυκὺν καὶ λευκὸν κεράσας εὐζωρότερον , καὶ ῥητίνην
κάτω : ἐγχειρέειν δὲ βούλεσθαι μάλιστα τοῦ ἦρος : καὶ μεταπῖσαι ὀῤῥὸν ἢ γάλα ὄνειον : βόειον δὲ γάλα διδόναι
5639889 Ἀπειμι
μοι ὁδὸς καὶ εἰ πάσαις ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ προσμενῶ . Ἄπειμι μέν , ἔφην , εἰς Λάρισσαν , ἔοικα δὲ
εἰ πόλιν τήνδ ' ἐξέσως ' οὔ μοι μέλει . Ἄπειμι τοίνυν : καὶ σύ , παῖ , κόμιζέ με
5639214 δανειστης
εἰ καὶ αἱ λοιπαὶ πόλεις ἔχουσι τοιαύτην σελήνην . Σχολαστικὸς δανειστὴς ναυκλήρῳ χρεώστῃ ἐνετέλλετο σορὸν αὐτῷ κομίσαι καὶ δύο παιδικὰς
δανειστὴς μετὰ κλήτηρός φησι ταῦτα . ἔοικε τοῦτο λέγειν ὁ δανειστὴς πρός τινα , ὃν ἦξε δῆθεν ὡς μάρτυρα ,
5638639 Λευκιππη
' αὐτοῦ παθών , ἀντῃσχύνετό με βλέπειν : καὶ ἡ Λευκίππη δὲ τὰ πολλὰ εἰς γῆν ἔβλεπε : καὶ ἦν
χλωρίς , ἀκαλανθίς , νῆσσα , πιπώ , δρακοντίς . Λευκίππη , Ἀρσίππη , Ἀλκαθόη , Μινύου θυγατέρες , εἰς
5628605 ὁμωνυμῳ
ταὐτὸν λέγων τῷ ὥστε οὐδὲ ἐν ταῖς τοιαύταις ἀντιφάσεσι ταῖς ὁμωνύμῳ χρωμέναις ὑποκειμένῳ ἢ κατηγορουμένῳ ἀνάγκη τὴν μὲν τῶν προτάσεων
εἷς τῶν πρὸ αὐτοῦ βεβασιλευκότων : ἀνενεγκεῖν δὲ τὴν ἐπιθυμίαν ὁμωνύμῳ μὲν αὐτῷ Ἀμενώφει , πατρὸς δὲ Παάπιος ὄντι ,
5626493 δαιμονιε
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς
5622148 ἑψομαι
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη
5616072 ἐξελεγχθηναι
' ὑμῖν τοῖς περὶ αὐτοῦ τούτου τὴν δίκην μέλλουσι ψηφιεῖσθαι ἐξελεγχθῆναι τὴν τούτου μαρτυρίαν . Ἐπιθυμῶ δὲ πρῶτον μὲν περὶ
καταστῆσαι , ὥστ ' ἐξετασθῆναι μὲν ταύτην ἥτις ἐστίν , ἐξελεγχθῆναι δὲ τὴν αὐτοῦ πονηρίαν . Λαχόντος τοίνυν αὐτῷ τοῦ
5612716 ἡμαρτηκας
δ ' , ἔφη , οὐ πείσας σοι χρῆσαι οὐχ ἡμάρτηκας ; ὁ δέ , Τί γὰρ ἥμαρτον ; εἶπεν
; ὃ μόνον ἦν κατὰ τὸν τόπον ἁμάρτημα , τοῦτο ἡμάρτηκας . ἐπεί τοι τοῦτ ' αὐτὸ καὶ ἐγὼ Ῥούφῳ
5612316 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
5612211 Ἀντια
δὲ τῷ κατασχόντι ταράχῳ τὴν πόλιν ὑπεκπέμπει ἥ τε μήτηρ Ἀντία καὶ Φίλιππος Καίσαρα εἴς τι τῶν πατρῴων χωρίων .
τε καὶ τὸν Φίλιππον γράφων ἀνεδίδασκεν οὐ μάλα πειθόμενον . Ἀντία δὲ ἡ μήτηρ τὸ μὲν εὐκλεὲς τῆς τύχης καὶ
5611163 ᾐσθομην
γένοιτο μεμαρτύρηταί τε ὑμῖν : ἐπειδὴ δὲ ἐπεδήμησα ἐγὼ καὶ ᾐσθόμην καρπουμένους τούτους τὰ ἐκείνου , . . . ὁ
ἀναιρούμενον ; ἀλλ ' εἰ μὲν μὴ καὶ πρότερον ὑμᾶς ᾐσθόμην οὐκ ἀγνοοῦντας μέν , ὡς ἡ νίκη τῶν ἔργων
5611078 μοχθηρε
ἐθέλων τἀληθὲς εἰπεῖν . σεαυτὸν : Μᾶλλον ἀπολεῖς . . μόχθηρε : Κακέ . . ἔχω : Κέκτημαι . ὁποῖον
ἀσμένως , γελάσας φησίν , “ ἀλλ ' , ὦ μόχθηρε , τῷ λόγῳ τούτῳ καὶ κολοιὸς ἂν ὁμολογήσειας εἶναι
5609239 παροινων
καρπὸν τῆς ἀρετῆς . Ἐν μὲν τοῖς συμποσίοις ὁ μὴ παροινῶν ἡδύτερος , ἐν δὲ τοῖς ἀγαθοῖς ὁ μὴ παρανομῶν
ὧν ἔπασχεν ἠμύνετο , διδάξω . Ὁ μὲν ὑβρίζων καὶ παροινῶν πάντ ' ἔδρα καὶ οὐδὲν ἠμύνετο : ὁ δὲ
5604166 δανεισαι
ἄρα ἰδὼν ἀνὴρ ἄνδρα ἕτερον ἀργύριον ἀναιρούμενον πολὺ ἐδεῖτό οἱ δανεῖσαι ἐπὶ τόκῳ , ὁ δ ' οὐκ ἠθέλησεν ,
μὲν προσέφερον τὸν χάρακα πρὸς τὴν ἄκραν . διὰ χειρὸς δανεῖσαι ζάγρα ἀφελοῦμαι τηρεῖν μὲν ἑτέροις οἱ γέροντες δυνάμεθα .
5598754 Πεπαυσο
, ἄγροικος ἄνθρωπος καὶ ἰδιώτης ὡς πρὸς τὰ ὑμέτερα , Πέπαυσο , εἶπεν , ὦ θαυμάσιε , τὰ μέγιστ '
, ὡς ἐρεθίσαι τῆς θεοῦ τὴν ἄπαυστον ταύτην ὀργήν . Πέπαυσο τῆς ἐπιπλάστου καὶ δυσχεροῦς ταύτης ὑποκρίσεως , Θεόμνηστε .
5597889 δεδωκας
δεοίμην : ἐγὼ δὲ φροντίζω , πῶς ἂν ὧν ἤδη δέδωκας ἀποδοίην χάριτας . καίτοι τόν γε τρόπον αὐτὸς ὑποδεικνύεις
, τούτῳ δὲ τρίτου προσάψασθαι μόνον ἐπὶ τοῦ μείζονος θρόνου δέδωκας , ὃν ἔδει πλείονος , εἰ δὲ μή ,
5593238 τεγξαι
ἥβαν προλείπων . Φασὶν ἀδεισιβόαν Ἀμφιτρύωνος παῖδα μοῦνον δὴ τότε τέγξαι βλέφαρον , ταλαπενθέος πότμον οἰκτίροντα φωτός : καί νιν
[ ] : λείπει ἡ εἰς . οὐ καρτερήσεις : τέγξαι χεῖρα φόνου : τὸ ἑξῆς : φόνου χεῖρα φονίαν
5592534 ἐρυθριων
, ἐπεὶ μηδὲ ἰδεῖν αὐτὴν ἠνειχόμην , οὕτω μεγάλην οὖσαν ἐρυθριῶν . ὡς δὲ ἔδει τῶν κεράμων ἕνα πέμψαι φίλῳ
τούτου γὰρ καὶ ὁ στρατιώτης ὑπήκοος γενήσεται τῷ ἄρχοντι , ἐρυθριῶν αὐτόν , καὶ τοῦ πρακτέου περιγίνεται . Τὰ παρὰ
5589337 πανωλης
παντοδαπόν , παντοῖον , πανσέληνος , παναρμόνιον , παναγές , πανώλης , πάντολμος , παμμίαρον , παμπόνηρον , πάνσοφον ,
. παντουργῷ : πάντα πράττοντι . πάνυ : λίαν . πανώλης : πανόλεθρος . πασπάζοιεν : παρακαλοῖεν . . ,
5587748 συνθανειν
' αἰσχρὸν ἀνθρώποισι τἀλλήλων κακά ; οἴμοι : πόσωι σφιν συνθανεῖν ἂν ἤθελον . ἄκραντ ' ὀδύρηι ταῖσδέ τ '
βίου , ἢ δειλός ἐστιν ἢ δυσάλγητος φρένας θανόντι κείνῳ συνθανεῖν ἔρως μ ' ἔχει . ἥξειςἐπείγου μηδένεἰς τὸ μόρσιμον
5587746 φιληθεις
. Ἦ γὰρ ὁ μισάνθρωπος , ὁ μηδ ' ἀστοῖσι φιληθείς , Τίμων : οὐδ ' Ἀΐδῃ γνήσιός εἰμι νέκυς
κροτάφων καταβάλλων , ὁ τριφίλητος Ἄδωνις , ὁ κἠν Ἀχέροντι φιληθείς . παύσασθ ' , ὦ δύστανοι , ἀνάνυτα κωτίλλοισαι
5586728 φοβηθῃς
διὰ τὸ εἶναι πτερωτάς . , , , : μηδὲν φοβηθῇς ] Ὁ ῥυθμὸς Ἀνακρεόντειός ἐστι κεκλασμένος πρὸς τὸ θρηνητικόν
τοῦ δοκοῦντος ἐνθάδε θανάτου καταφρονήσῃς , ὅταν τὸν ὄντως θάνατον φοβηθῇς , ὃς φυλάσσεται τοῖς κατακριθησομένοις εἰς τὸ πῦρ τὸ
5578746 αἰετῳ
, ἐπίπονος μέντοι : τὰ γὰρ ὄρνεα μάλιστα ἐπιτίθεσθαι τῷ αἰετῷ καθημένῳ : οὐ μέντοι χρηματιστικὸν εἶναι τὸν οἰωνόν :
δή τι , τὴν ἀλώπεχ ' , ὡς φλαύρως ἐκοινώνησεν αἰετῷ ποτε . Μηδὲν φοβηθῇς : ἔστι γάρ τι ῥιζίον
5573779 προλιπειν
φοβῶνται μηδὲ φεύγωσιν , ἀλλὰ κἂν τὴν γῆν ἅπασαν δέῃ προλιπεῖν , κἂν τῶν σωμάτων αὐτῶν ἀποστῆναι , ῥᾳδίως ὑπομένωσιν
ὃς τότε κῆρας ἐπερχομένας σάφα εἰδὼς οὐκ ἔτλη Σπάρτης ἡγεμόνας προλιπεῖν . Γράψε Πολύγνωτος Θάσιος γένος , Ἀγλαοφῶντος υἱός ,
5570927 διαλεγου
' οἶσθ ' ὃ δρᾶσον ; Ἢν φράσῃς . Μὴ διαλέγου νῷν μηδέν : Εἰρήνῃ γὰρ ἱερὰ θύομεν . Ὦ
σοι δοκεῖ πράττεινσυνήθης ἦσθα γὰρ καὶ πολλάκις λελάληκας αὐτῆι πρότερονἐλθὼν διαλέγου , πρέσβευσον , ἱκετεύω σε . τοῦτό μοι δοκεῖ
5555811 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
5548996 ἐρωτομανης
τὰ ἐν μέσῳ ἔχοντα τὸ Ω , οἷον ἐρωτικός , ἐρωτομανής , ἐρωτόεις καὶ ἐρώεις . Τὰ παρὰ τὸ λεώς
τὰ ἐν μέσῳ ἔχοντα τὸ Ω , οἷον ἐρωτικός , ἐρωτομανής , ἐρωτόεις καὶ ἐρώεις . Τὰ παρὰ τὸ λεώς
5546566 θαυμαζε
ἡμῶν τῷ δέρματι , παντάπασιν ἀσθενὲς ὑπάρχει . μὴ τοίνυν θαύμαζε , εἰ κάλαμοι ξηροὶ καὶ τρίχες εὐέκκαυτα μέν ἐστιν
καὶ ὅταν σου μᾶλλον γάλλοις καὶ κιναιδολόγοις μεταδιδῶσι , μὴ θαύμαζε : τιμᾷ γὰρ ἕκαστος τὸν πλησίον ἑαυτοῦ καὶ οὐ
5544915 Τουτονι
' ἀναιδείᾳ παρέλθῃ ς ' , ἡμέτερος ὁ πυραμοῦς . Τουτονὶ τὸν ἄνδρ ' ἐγὼ ' νδείκνυμι , καὶ φήμ
ἐν τοῖς αὐτοῖς ἐνέχεσθαι , διαγιγνώσκειν δὲ τοὺς ἐφέτας . Τουτονὶ δεῖ μαθεῖν ὑμᾶς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τὸν
5538379 βραδυνοντος
. ὡς δέδοικά γεὃ φρονῶ γὰρ εἰρήσεταιμὴ μέλλοντός σου καὶ βραδύνοντος τὰ γένεια ἐπέλθῃ καὶ τὴν τοῦ προσώπου συσκιάσῃ χάριν
Ἀγριππεῖον , προιούσης δὲ ἤδη τῆς ἡμέρας καὶ τοῦ Ἡρώδου βραδύνοντος ἤσχαλλον οἱ Ἀθηναῖοι ὡς ἐκλυομένης τῆς ἀκροάσεως καὶ τέχνην
5536080 φανησομαι
κατόψεται μήτηρ , ἐμοῦ τε τῆς τε δυστήνου κόρης . φανήσομαι γάρ , ὡς τάφου τλήμων τύχω , δούλης ποδῶν
μνησθεὶς ταὐτά τε δηλώσω καὶ τῇ τῶν ἀκουόντων δυνάμει συμμετρώτερον φανήσομαι χρώμενος . τῶν γὰρ ζευγῶν ἀφεθέντων , καὶ τῶν
5528478 κελευσειε
χρυσῷ , μεθ ' ἡμέραν δὲ νύκτα ἐπῆγεν ὁσαχοῦ τοξεῦσαι κελεύσειε . πολλοῖς δ ' ἦν ἀφανὴς ὧν ἦγεν οὗ
; σιτηρέσιον δὲ οὐδὲ Δολοβέλλας ἡμῖν ἅτε μηδ ' εἰ κελεύσειε παρασχεῖν δυνησομένοις ἐπήγγειλε . σύγγνωθι οὖν ἡμῖν καὶ σοὶ
5526610 ἀπων
φυγών . ἐκράτει τοίνυν ὁ μὲν παρών , σὺ δὲ ἀπών . δῆλον τοίνυν ὅτι μέλει τοῖς θεοῖς τῶν ἐν
οὐδὲν καινόν , εἰ ᾧ παρὼν ἔχαιρες , τούτῳ γράφεις ἀπών . ἀναμιμνήσκου γάρ , ὅπως ἑσπέρας ἡδίων ἐγίγνου προσιόντος
5524149 φθερει
. τοιγαροῦν τοῦ μὲν τὴν πενίαν τοῦ δὲ τὸν πλοῦτον φθερεῖ , ἐπεὶ καὶ ὁ κεραυνωθεὶς αἰφνίδιον παρασημότερος γίνεται .
σύκων κλοπῆς φωράσεως . . . ἐξολεῖ : Ἐξολέσει , φθερεῖ ὄντας κακούς . οἴμοι τάλας : Φεῦ ὁ ἄθλιος
5519625 δυστυχουντα
πλεῖον μετεσχηκὼς παρὰ Σωκράτει , τὸ δὲ λοιπὸν πλῆθος ἠλέει δυστυχοῦντα τὸν Θηραμένη , οὐ μὴν ἐτόλμα βοηθεῖν , περιεστώτων
ὦ Ἥφαιστε καὶ Ἑρμῆ , κατελεησατέ με παρὰ τὴν ἀξίαν δυστυχοῦντα . Τοῦτο φής , ὦ Προμηθεῦ , ἀντὶ σοῦ
5519219 Θνητος
Ἆ δειλοί , τί φέβεσθε φιλοπτολέμου Ἀχιλῆος υἱέα θαρσαλέον ; Θνητός νύ τίς ἐστι καὶ αὐτός , οὐδέ οἱ ἶσον
. ὡς βῶ βάπτω , οὕτω καὶ θῶ θάπτω . Θνητός . παρὰ τὸν θάνατον . πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν θεῶν
5518068 ὠνειδισας
. Λέγω δ ' , ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ ' ὠνείδισας : σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν ' εἶ
πτωχὸς ὢν ἡμᾶς λέγειν , καὶ συκοφάντης εἴ τις ἦν ὠνείδισας ; Νὴ τὸν Ποσειδῶ , καὶ λέγει γ '
5509236 φασκωλιον
μισθὸν κυνοκέφαλος ἐπράττετο ὑπὲρ τούτων , καὶ τὸ διδόμενον ἐς φασκώλιον ἐμβαλὼν ἐξηρτημένον ἔφερεν , ὡς οἱ τῶν ἀγειρόντων δεινοί
ξύλων , σφάκελος σπασμὸς μετὰ φλεγμονῆς . φάσκωλος ἱματιοφορίς , φασκώλιον δερμάτιον . φράσον τὸ εἰπέ , φράσαι ἀντὶ τοῦ
5508572 ἠνια
προπομπεύοντας , τοὺς ἑπομένους . ἐγὼ δὲ εἰδὼς ὁπόσα με ἠνία καὶ ἔστρεφεν , ἐκείνοις μὲν τῆς ἀνοίας συνεγίνωσκον ,
βάθους ἅτε τῆς ὄψεως μηκέτι ἐφικνουμένης , πάνυ μ ' ἠνία τὸ χρῆμα καὶ πολλὴν παρεῖχε τὴν ἀπορίαν . κατηφεῖ
5505313 πιστευσῃ
; τίς γὰρ δύναται θερίσαι γεωργός , ἐὰν μὴ πρῶτον πιστεύσῃ τὸ σπέρμα τῇ γῇ ; ἢ τίς δύναται διαπερᾶσαι
διόπερ ἠξίου τὸν δῆμον δύο ἄνδρας προχειρισάμενον οἷς ἂν μάλιστα πιστεύσῃ , τούτοις ἐπιτρέπειν περὶ τοῦ πράγματος . πεισθέντος δὲ
5498409 ἠνειχομην
τύχαις ταῖς οἴκοθεν ἤλγουν μὲν ἤλγουν , συμφορὰς δ ' ἠνειχόμην , σῶν δὲ στερηθεὶς ὠιχόμην ἄκων γάμων . νῦν
ἦν , ἀλλὰ φάρμακον ὥσπερ ψυχῆς νοσούσης . περιβαλλούσης οὖν ἠνειχόμην καὶ περιπλεκομένης πρὸς τὰς περιπλοκὰς οὐκ ἀντέλεγον : καὶ
5495655 κᾀτα
' αὐτόν . εἶτα γνούς πως τοῦθ ' ὑποδεῖται , κᾆτά τις εἶπε τῶν ξυμπινόντων ἤδη σύ ; τί οὐχ
ἔδοξα ἐν τῷ δρόμῳ καὶ ἔξω ἐλάσαι τῶν ὅρων , κᾆτά μοι ἄχθεται καὶ τὴν νύκτα τριπλασίαν τῆς ἡμέρας ποιῆσαι
5494877 Κλεωνι
πολὺ ἂν θᾶττον διαθέμενον μηδένα ποτὲ τῶν ἑαυτοῦ οἰκείων διαλεχθῆναι Κλέωνι μᾶλλον ἢ τὸν τούτου ὑὸν ποιησάμενον . Εὐθυκράτει γάρ
καὶ ἄρχῃ τῆς πόλεως : ἀθυρόγλωσσος : ταῦτά φασιν ἐπὶ Κλέωνι τῷ δημαγωγῷ λέγεσθαι , σφαλλόμενοι . πρὸ γὰρ τῆς
5489642 διεδειξε
μεγάλαις κτησάμενος . οὗ δὴ καὶ τὰ μάλιστα τῆς φύσεως διέδειξε τὴν ἰσχύν : αὐτῷ γὰρ ἥκιστά μοι συνὼν τῶν
δὲ τὰς ἐν θαλάσσῃ καὶ τοσούτοις πελάγεσιν ὁδοὺς ἀνέτεμε καὶ διέδειξε πλωτῆρσιν εἰ μὴ αἱ τῶν ἀστέρων στροφαὶ καὶ περίοδοι
5488549 φροντιστικος
καὶ ὑγραινούσῃ καὶ μᾶλλον ψυχούσῃ μετρίως : ἦν γὰρ καὶ φροντιστικὸς καὶ λεπτὸς τὴν ἕξιν , ὥστε καὶ ἐοικέναι αὐτὸν
δ ' ἂν μὴ ἔχῃ ταῦτα μηδὲ σκυθρωπὸς ᾖ καὶ φροντιστικὸς τὸ πρόσωπον , ἀποδοκιμαστέος καὶ ἀποβλητέος ; ἀλλ '
5481209 δυστυχεστερον
γενέσθαι καὶ λαβόντες παῖδας ἐξέτεμον . ὅθεν πολὺ κάκιον καὶ δυστυχέστερον γένος [ εὐνούχων ] ἐγένετο , ἀσθενέστερον τοῦ γυναικείου
λείπεται . ποριζόμεθα δὲ ἐκ τῆς χώρας ὧν ἡμῖν δεῖ δυστυχέστερον μᾶλλον ἢ εὐπρεπέστερον , ὡς ἥδιστα νεωστὶ ἐβουλόμεθα .
5479515 ἐσωφρονει
ξυμπάσχειν αὐτῷ ? . οὐ γὰρ λέγει Σενέκας μὲν “ ἐσωφρόνει Νέρων καὶ ἐσωφρόνει ἡ πολιτεία , παρεφρόνει , καὶ
παῖδα , καὶ τὸ ἐντεῦθεν ὁ ἀκρατὴς ἐκεῖνος καὶ ἄσωτος ἐσωφρόνει . εἰ τοίνυν ἀκόλαστον νέον ὁ γάμος παραλαβὼν ἐγκρατῆ
5477620 περιην
, πλὴν αὐτοῦ τοῦ Ἰσιδώρου . τοσοῦτον δὲ τῷ ἀνδρὶ περιῆν ἀληθοῦς τρόπου τε καὶ λόγου , τοῦ τε ἐν
σφραγῖδες διειλήφασιν : διεμερίσαντο γραφείς : κατηγορηθείς γραφή : κατηγορία περιῆν : ἐπερίττευσεν , ἐπλεόνασεν ἀναῤῥήσεως : ἀναγορεύσεως , κηρύξεως
5477528 ξυνοικος
τίς ἀθλιώτερος ; τίς ἄταις ἀγρίαις , τίς ἐν πόνοις ξύνοικος ἀλλαγᾷ βίου ; Ἰὼ κλεινὸν Οἰδίπου κάρα , ᾧ
σειραφόρον κριθῶντα πῶλον : ἀλλ ' ὁ δυσφιλὴς σκότῳ λιμὸς ξύνοικος μαλθακόν σφ ' ἐπόψεται . τί δὴ τὸν ἄνδρα
5475845 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
5474532 φιλοζωος
γραφήν : οἷον , ζωηφόρος : ζωητόκος : ἀείζωος : φιλόζωος . Τὸ δίκη διὰ τοῦ ι : ἐκ γὰρ
ἐπιθήσεις . „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πᾶς ἄνθρωπος φιλόζωος ὤν , κἂν μυρίους κινδύνους ὑποστῇ , τὸ τοῦ
5473863 ἀπεσχομην
. ἀπέχομαι τούτου καὶ ἀπέχομαι τοῦτο : Πλάτων : οὐκ ἀπεσχόμην τὸ μὴ οὐ διὰ τοῦτον ἐλθεῖν ἀπ ' ἐκείνου
. καλῶς [ ποῶν ἕτερόν τι πρὸς τούτοις κυκᾶν [ ἀπεσχόμην . κἀνταῦθα κακὸν ἔνεστιν ἐπιεικῶς [ μέγα . ἐᾶτέ
5473853 ἀνιηροτατον
καὶ πιστὸς ἑταῖρος : τῆς δὲ φυγῆς ἐστιν τοῦτ ' ἀνιηρότατον . μήποτε φεύγοντ ' ἄνδρα ἐπ ' ἐλπίδι ,
: ἢν δὲ διώκων μὴ τελέσηι , πάντων τοῦτ ' ἀνιηρότατον . Αἰεὶ παιδοφίληισιν ἐπὶ ζυγὸν αὐχένι κεῖται δύσμορον ,
5472471 ἐμβλεπων
ὁ δ ' ἥλιος κατέκα ' , ἑώρα τ ' ἐμβλέπων ὁ Γοργίας ὥσπερ τὰ κηλώνειά με μόλις ἀνακύπτοντ '
φιλοῦντες . εἴσω παράγετε ὑμεῖς . ἀπόπληχθ ' , ἕστηκας ἐμβλέπων ἐμοί ; ἐκεῖν ' ἐθαύμαζον μάλιστα , Δημέα ,
5469872 ἀποκτεινειε
ἐναντίον Ἀθηναίων ἁπάντων [ ἐν τῷ δήμῳ ] ἀπογράψας τινὰς ἀποκτείνειε [ καὶ αἴτιος γένοιτο τοῦ θανάτου ] ; οὐ
ἔλεγε τὸν μὲν Κύρου Σμέρδιν ὡς αὐτὸς ὑπὸ Καμβύσεω ἀναγκαζόμενος ἀποκτείνειε , τοὺς μάγους δὲ βασιλεύειν . Πέρσῃσι δὲ πολλὰ
5463443 ἐρημοτερος
οὐκ ἀμέριμνος ἔσσεαι . οὐ γαμέεις ; ζῇς ἔτ ' ἐρημότερος . τέκνα πόνοι , πήρωσις ἄπαις βίος . αἱ
νυμφίους : αὐτὸς δὲ ἀδοξότερος μὲν εἴη τῶν πτωχῶν , ἐρημότερος δὲ τῶν ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐρριμμένων , μηδενὸς δὲ
5460236 ὡμιλει
τοὺς ἄλλους τεχνίτας . ἔπειτα καὶ μετὰ δημοτῶν ἀνθρώπων συγκαταβαίνων ὡμίλει ᾧ τύχοι καὶ μετὰ τῶν παρεπιδημούντων συνέπινε τῶν εὐτελεστάτων
. ” ὡς δ ' εἶπεν , ἐλθὼν τοῖς κύβοισιν ὡμίλει καὶ σμικρὰ παίξας τὴν στολὴν ἐνικήθη . νιφετὸς δ
5459229 μειρακισκος
τινα ἔθνη τῶν ἀποστάντων , καί τις αὐτῷ τῶν παραθεόντων μειρακίσκος εὐγενὴς μὲν καὶ ὡραῖος , ἤδη δὲ θηρατικὸς ,
, ἐξεῖναι παρ ' ἄλλον ἀποχωρεῖν . Προσέρχεται δή τις μειρακίσκος , ὄνομα Κῦρος , Μάρδος γένος , θεράποντι βασιλείῳ

Back