| ὁ ῥήτωρ τῷ δήμῳ . τοῦτο δὲ Αἰσχίνης εἰς φιλιππισμὸν ἐγκέκληκε , τὴν περὶ τοὺς πρέσβεις σπουδὴν διηγούμενος . ὁ | ||
| ' ἀνδρὶ τῶν κατ ' αὐτὸν ἐνδοξοτάτῳ οὕτω ῥᾳδίως ἀμαθίαν ἐγκέκληκε , καὶ ταῦτα ἀκούοντος μειρακίου ἐπιτηδείου καταφρονῆσαι καὶ ὁτουοῦν |
| ] ταῦτα δήλωσιν βασιλέως τε πρᾴου καὶ ἀνδρὸς ὑπέρφρονος . ὑπέρφρων γὰρ δὴ οὕτω τι ὁ Πολέμων , ὡς πόλεσι | ||
| καὶ αἱ αὐταὶ ἀντὶ ὀνομάτων μετοχαί : ὑψηλόφρων δὲ καὶ ὑπέρφρων καὶ ὑπερόπτης καὶ ὑπεροπτικός : ὁ γὰρ ὑπερορατικὸς βιαιότερον |
| “ Τίνι οὖν ἔτι πιστεύσομεν λόγῳ ; ὡς γὰρ σφόδρα πιθανὸς ὤν , ὃν ὁ Σωκράτης ἔλεγε λόγον , νῦν | ||
| περιττὸς εἴης : ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς ταῦτα ὁ κακοδαίμων πιθανὸς εἶ . τοιγαροῦν ἀνάγκη μειοῦσθαι καὶ σιωπῇ ἀνέχεσθαι ὑποιμώζοντα |
| πρεσβύτερος μὲν οὖν καὶ πρῶτος ἔστι τε καὶ λεγέσθω ὁ ἀστεῖος , νεώτερος δὲ καὶ ἔσχατος πᾶς ἄφρων , τὰ | ||
| † ὁ ἐν ἄστει διατρίβων , λέγεται * * * ἀστεῖος ὁ διὰ χρηστὸν ἦθος ἐπαινούμενος , ὡς καὶ ὁ |
| φίλων καὶ ἐχθρῶν καὶ δούλων καὶ ἐλευθέρων καὶ συνόλως ἀνθρώπων νομοθετεῖ . τὸ δὲ ἐπιεικὲς καὶ ἥμερον καὶ ἐπὶ τὴν | ||
| ὥσπερ ἀμέλει καὶ Πλάτων τὸν τῆς ἑαυτοῦ προστησόμενον πολιτείας ἀσκηθῆναι νομοθετεῖ . Ὅσα μὲν οὖν ἡ φύσις αὐτοῖς πεφιλοτίμηται ἀγαθά |
| τοῦ θεοῦ καὶ τὸν νόμον αὐτοῦ „ , παρελθὼν ὁ δοκησίσοφος Ἰοθόρ , τῶν μὲν θείων ἀμύητος ἀγαθῶν , τοῖς | ||
| , Ἀντιφῶν δὲ καὶ εἴσοπτοι . . . . . δοκησίσοφος , ὡς Ἀ . ἔφη . . . δυσάνιος |
| Χρύσιππός τε ἐν τῷ περὶ τοῦ καλοῦ γνώμας τινὰς ἡμῖν εἰσφέρων φησί : μηδέποτ ' ἐλαίαν ἔσθι ' , ἀκαλήφην | ||
| τρὶς ταὔτ ' εἰσάγων , ἀλλ ' αἰεὶ καινὰς ἰδέας εἰσφέρων σοφίζομαι οὐδὲν ἀλλήλαισιν ὁμοίας καὶ πάσας δεξιάς : ὃς |
| , τὴν ἴσην ἐμοὶ φυλάξατε γνώμην : εἰ δέ τις ἀγνωμοσύνη πρὸς ἐκεῖνον ἀπήντησεν , ἰάσασθε καλῷ , φασί , | ||
| ἐστίν , ἀχαριστία , τὸ δὲ νοσήματα δύο ψυχῆς , ἀγνωμοσύνη καὶ φθόνος . καὶ μὴν οὐκ οἶδα , ὅθεν |
| ἀναγγελλομένων περισσόν τι καὶ τὸ μηνύειν ἃ δι ' αὐτῶν ἐλέγχεται σιωπωμένων . Ἐπαινετικὸς δέ ἐστιν , ὅταν ἐφ ' | ||
| ἡ τῆς μοιχείας πρόφασις : ἐπεὶ δὲ καὶ ἡ μοιχεία ἐλέγχεται , ἀναμφιβόλως ἐστὶν ἡ μήτηρ ἡ τὴν θυγατέρα φαρμάξασα |
| δυσμενῶν σταθμά . σὺν ᾧ θανοῦμαι κἀν νεκροῖς στρωφωμένη τὰ λοίπ ' ἀκούσω ταῦθ ' , ἃ νῦν μέλλω θροεῖν | ||
| ὠρχοῦντ ] ' , ἐπαννύχιζον ἐσκεδασμέναι . ὀκνῶ λέγειν τὰ λοίπ ' , ἴσως δ ' αἰσχύνομαι οἷς ] οὐδὲν |
| μόλις πολλοῖς καὶ μεγάλοις πόνοις ἀνευρισκόμενα . οὗ χάριν ὁ φιλομαθὴς τοῦ τόπου Συχὲμ ἐνείληπται , μεταληφθὲν δὲ τοὔνομα Συχὲμ | ||
| μάλιστα ἐξ ὧν ἀναγινώσκεις ἕως τοῦ δεῦρο , ἵνα ὡς φιλομαθὴς ἐγενήθης ἕως τοῦ δεῦρο οὕτως καὶ φιλομαθὴς ἔσῃ . |
| τῆς ὄψεως ἀνακρίνων καὶ τὰ μὴ δυνατὰ διὰ τῆς ἀκοῆς ἐξετάζων ἐπὶ τὸ μακρότατον , ὅσα τε τοῖς πρεσβύταις ἀναγέγραπται | ||
| μὲν γὰρ τῶν τε ἡμετέρων μεμνημένος λόγων καὶ τὸ πρᾶγμα ἐξετάζων ὀρθῶς οἷος εἶ τῇ πατρίδι λειτουργεῖν , ἐξ οὗ |
| ὡς ὁ ἄνθρωπος καθόλου : καταληφθέντα δὲ ἀντὶ τοῦ αἰσθήσει γνωσθέντα : διὰ τοῦτο δὲ δῆλον ὅτι τῶν ἀναγκαίων καὶ | ||
| χρήσεως αὐτῶν , ἔτι δὲ καὶ τὰ διὰ τῆς πείρας γνωσθέντα φυσικὰ τέλος εὐτυχῶς τῇ βίβλῳ προσοίσομεν . Γέγραφάς μοι |
| ἐλάττους αὑτοὺς εἶναι προσομολογοῦσιν . ὁ μὲν οὖν ὑπερήφανος καὶ ὑπερόπτης ἐστίν , ὁ δ ? ' ὑπερόπτης [ ] | ||
| , . ἀγέρωχος : γαῦρος , σεμνός , θρασύς , ὑπερόπτης . , . . , . ἀγεωργίου δικάζεσθαι : |
| καιρῷ τοῦ πολέμου προσποιεῖσθαι δεῖ ἀγνοεῖν τὰ παρὰ τῶν στρατιωτῶν ἁμαρτανόμενα , τοὺς δὲ αἰτίους τῶν στάσεων ἐκ ποδῶν ποιητέον | ||
| κτήσασθαι . τὰ δὲ ὄντως κακὰ τὰ ἐκ προαιρέσεώς ἐστιν ἁμαρτανόμενα , οἷς συνεισελθεῖν ἀρετὴν φύσιν οὐκ ἔχει . ταῦτα |
| φανερὸν ἐκ τῶν εἰρημένων : ὅπως δὲ δυνηθείη τις ἂν νομοθετικὸς γενέσθαι , ζητητέον ἐστίν . ἢ φανερόν ἐστιν , | ||
| γραμματικός τις γένοιτ ' ἂν ἢ μουσικός , οὕτω καὶ νομοθετικὸς ἀπὸ τοῦ εἰδότος νομοθετεῖν , ὅς ἐστιν ὁ πολιτικός |
| ἔν τισι δοκοῦσιν ἐναντίως εἰρῆσθαι . ὁ δὲ λόγος οὗτος Ἀντισθένους ἐστὶ πρότερον , ὅτι τὰ μὲν δόξῃ , τὰ | ||
| τισι δοκοῦσιν ἐναντίως εἰρήσθαι . ὁ δὲ λόγος οὗτος , Ἀντισθένους ἐστὶ πρότερον , ὅτι τὰ μὲν δόξῃ , τὰ |
| τε ἤγουν τῆς Ἀφροδίτης ὁ ἄριστος ἐν ταῖς βουλαῖς οὐδὲ μεμπτὸς ἐν ταῖς μάχαις τοιούτους λείψει βʹ νέους λέοντας ἔξοχον | ||
| Ὠαριωνείαν ἔλαχεν : τουτέστιν οὐχ ὑπερμεγέθης ἦν , ἀλλὰ τοὐναντίον μεμπτὸς μὲν καὶ εὐτελὴς κατὰ τὴν τοῦ σώματος ὄψιν , |
| πεπρᾶσθαι . Ἐγώνγα καὐτός φαμι . Τίς δ ' οὕτως ἄνους ὃς ὑμέ κα πρίαιτο , φανερὰν ζαμίαν ; Ἀλλ | ||
| τοιούτων πλευρῶν λέγεται , οὕτω καὶ ὁ ἄφρων καὶ ὁ ἄνους οὐ κατὰ στέρησιν φρενῶν καὶ νοῦ , ἀλλὰ τοιούτων |
| ; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται . | ||
| εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον |
| ὢν καὶ οὐχ ἥκιστα , ὡς ἐπέδειξεν ὕστερον , καὶ φιλόπολις . ἔσχε μὲν γὰρ ἔτι νέος ὢν τὴν ἀρχήν | ||
| συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις . Τὰ εἰς ΙΣ ὀξύτονα πὴ |
| τούτων δ ' ἀμφοτέρων μέσον ἂν ἁμάρτημά τι συμβῇ , μεταγνῶναι . καὶ μὴν εἰ μὲν ὥσπερ ἡμῖν πρὸς ὑμᾶς | ||
| ἐγὼ μὲν οὖν καὶ τότε πρῶτον καὶ νῦν διαμάχομαι μὴ μεταγνῶναι ὑμᾶς τὰ προδεδογμένα , μηδὲ τρισὶ τοῖς ἀξυμφορωτάτοις τῇ |
| οὐδὲν προσηκόντων ὀνομάτων καὶ πραγμάτων ; Καὶ νῦν ἐγὼ μὲν παιδευτής εἰμι ὑμέτερος , ὑμεῖς δὲ παρ ' ἐμοὶ παιδεύεσθε | ||
| πρεσβύταις ἀναμεῖναι ταλαιπωρίαν . ἄνευ δὲ τούτων , ὅσων γέγονε παιδευτής , τοσούτων ὑπῆρχε πατὴρ ἴσα καὶ τέκνα τοὺς φοιτητὰς |
| κερκίδι καλῶς χρήσεται , καλῶς δ ' ἐστὶν ὑφαντικῶς : διδασκαλικὸς δὲ ὀνόματι , καλῶς δ ' ἐστὶ διδασκαλικῶς . | ||
| καλεῖ , ᾧ τρόπῳ πρώην εἰρήκειν : ὁ προφορικὸς καὶ διδασκαλικὸς καὶ ἐφερμηνευτικὸς λόγος Ἑρμῆς εἰς τοὺς ἐπιμηθεστέρους καὶ ὑστερογνώμονας |
| ἑαυτὸν μισθώσῃ , ἔνοχον εἶναι τοῖς μεγίστοις καὶ τοῖς ἴσοις ἐπιτιμίοις . Τίς οὖν οὕτω ταλαίπωρός ἐστιν ἄνθρωπος ὅστις ἂν | ||
| . Ὁ γὰρ Σόλων ὁ παλαιὸς νομοθέτης ἐν τοῖς αὐτοῖς ἐπιτιμίοις ᾤετο δεῖν ἐνέχεσθαι τὸν ἀστράτευτον καὶ τὸν λελοιπότα τὴν |
| καὶ ] μετ ' ἀνάγκης ἄγει , ἡ δ ' ὑπόκρισις ἀπάτῃ δελεάζουσα καθέλκει τὴν γνώμην τοῦ κριτοῦ πρὸς τὸ | ||
| ὀργῆς Δημοσθένην τοῦτο εἰπεῖν , φημὶ δὴ τὸ ῥητορική ἐστιν ὑπόκρισις , διὰ τὸ ποτὲ κακῶς ὑποκρινάμενον μὴ πεῖσαι δυνηθῆναι |
| , ἀνὴρ Ἰταλὸς καὶ τῶν εὖ γεγονότων . ὃς ἄγαν συνετὸς ὢν καὶ πεπαιδευμένος καὶ ψυχῆς ἀνδρείαν πλουτῶν τοῖς τε | ||
| ἡδύβιος , κατωφερὴς εἰς γυναῖκας , Ἑρμοῦ δὲ εὐπαίδευτος , συνετὸς καὶ ἐρωτικὸς εἰς παῖδας , Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης |
| ποιήσω σύμμετρα ἐκλεξάμενος . . Δηρίομαι , ἤγουν μάχομαι , φορτικὸς γίνομαι πολλοῖς ἀνθρώποις δηλονότι περὶ τοῦ πλήθους τῶν ἀνδραγαθημάτων | ||
| . . Μόθων : Φλύαρος , αἰσχρὸς , ἄτιμος , φορτικὸς , δουλοπρεπὴς , ἀπὸ Μόθωνος τινὸς αἰσχροποιοῦ . . |
| ἡγεῖτο εἶναι , ὡς μὴ αἰσχύνοιτο καὶ αὐτὸς λαμβάνων : γόης , ὦ Διόγενες , ἅνθρωπος καὶ τεχνίτης . πλὴν | ||
| . ὀνόματα δὲ ἀπὸ τῶν εἰρημένων ἀπατεών , φέναξ , γόης , ἐπίβουλος : τὰ δ ' ἀπὸ τῶν ἄλλων |
| εἰ μὲν μὴ ἔνοχος ὢν ταῖς μελλούσαις ἀποφάσεσιν ἀναβαίνει , κακόνους ἐστὶ τῇ πολιτείᾳ , καὶ τοὺς ἐπὶ τῷ δήμῳ | ||
| ταχίστην ἀπαλλάττεσθαι , τὸν δὲ πρὸς τοὺς βαρβάρους καὶ πάλαι κακόνους πόλεμον φύσει προσειρῆσθαι , καὶ μὴ καιρῶν εἶναι ταῦτα |
| μόνον ὠφέλειαν , ἣν ὁ μὴ δρῶν σύμβουλος ἢ ὁ συναγωνιστὴς ἥσυχος , ἀλλ ' ἀμφοτέρας . οὐ γὰρ ἡμίεργον | ||
| κέχρηνται . ὁ δὲ ταύτης τῆς πίστεως αὐτῷ συνεργὸς καὶ συναγωνιστὴς καὶ ὁ δεῦρ ' ἀπαγγείλας τὰ ψευδῆ καὶ φενακίσας |
| ' εὖ οἶδ ' ὅτι οὐδεὶς οὕτω τολμηρὸς ἔσται οὐδὲ ἀπονενοημένος ἄνθρωπος . ὡς δὲ καταφανὲς ὑμῖν ἔσται , ὦ | ||
| παρακινδυνευτικός , ἐθελοκίνδυνος , ῥᾳδιουργός , θερμουργός , ἰταμός , ἀπονενοημένος , παραβεβλημένος : τὸ γὰρ λεουργὸς παρὰ Ξενοφῶντι φορτικόν |
| τοὺς λόγους οὓς εἶπον ἐγκωμιάζων πολὺς ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής . Συνδειπνούντων δ ' ἡμῶν ἁπάντων ἐν Λαρίσῃ , | ||
| ἄλλα οὐχ ὑπερήφανος δοκῶν εἶναι πολίτης οὐδὲ ὀγκώδης τε καὶ ἐπαχθής , ἀλλὰ κόσμιος καὶ εὐσταλὴς ἀνήρ : ἔπειτα τοῦτον |
| δὲ τῇ ἐλπίδι , τότε γίγνεται ἡ τῆς ψυχῆς ἀγωνία ἐπιτυχὴς καὶ τελεσιουργὸς καὶ νικηφόρος : ἔστιν δὲ τοῦτο οὐκ | ||
| εἰσί τινες πρὸ τῆς ἀποβάσεως ἄκριτοι , οὓς κρίνων μὲν ἐπιτυχὴς παρά γε ἐμοὶ εἶναι δόξεις , μὴ κρίνων δὲ |
| δὲ ἐπ ' ἀμφοῖν μὲν ἰσχύει ἀφ ' ἑκατέρου μέρους ἐξεταζόμενα , καὶ ἐπὶ τῆς βουλήσεως καὶ ἐπὶ τῆς δυνάμεως | ||
| τοῦ ἑτέρου ἔσται . Συριανοῦ καὶ Σωπάτρου . Μετὰ τὰ ἐξεταζόμενα ἐπὶ τὰ ἀνεξέταστα χωρεῖ : ταῦτα δὲ ἐπὶ μὲν |
| , ἄπελθε . ἄγροικος ] ἀπαίδευτος , ἀνόητος . . δυσμαθής ] ἀργός , δυσκίνητος , δυσκόλως ⌈ μανθάνειν . | ||
| παραλείψεις , ὡς ἐγᾦμαι . Τὸ ποῖον ; Εὐμαθὴς ἢ δυσμαθής . ἢ προσδοκᾷς ποτέ τινά τι ἱκανῶς ἂν στέρξαι |
| ἄψ γέγονεν ἐκβολῇ τοῦ ψ ' . . . . αὐθάδης : αὐτάρεσκος , θυμώδης : εἴρηται ὁ ἑαυτῷ ἁδῶν | ||
| ἐνδείξασθαι τὸ παραστάν . ἡ δὲ τῶν ποιητῶν τέχνη μάλα αὐθάδης καὶ ἀνεπίληπτος , ἄλλως τε Ὁμήρου , τοῦ πλείστην |
| αἰσχρὰ ὑπομένωσιν ἐπὶ μηδενὶ καλῷ . εἰ δὲ ἔπαινος καὶ ψόγος ἀκολουθεῖ , δῆλον ὅτι ἑκούσιά ἐστι . ἐπὶ γὰρ | ||
| . μῶμος δ ' ἐξ ἄλλων : φθόνος δὲ καὶ ψόγος ἐξ ἄλλων τινῶν , ἐκ τῶν φθονερῶν , ἐπικρέμαται |
| ' ἧς ἂν ἅπαντες ἄμεινον πράξαιμεν , τῷ νῦν τὰ βέλτιστ ' εἰπόντι ζημίαν γενέσθαι . πρὶν δὲ ταῦτ ' | ||
| καὶ κυνῶν ἐπιμελητὰς καθίστη οὓς ἐνόμιζε καὶ ταῦτα τὰ βοσκήματα βέλτιστ ' ἂν παρέχειν αὑτῷ χρῆσθαι . οὓς δὲ συμφύλακας |
| , οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ Διὸς ζηλωτὴς καὶ οὗτος ὁ φιλάνθρωπος ἀτεχνῶς . τῶν δὲ ἄλλων Κῦρον μὲν φιλοπέρσην καλῶ | ||
| , ἅπερ οὐκ ἐάσει καθ ' ὑμῶν ἰσχῦσαι ψῆφος ὑμετέρα φιλάνθρωπος . Εὔβουλος ἐγράψατο Ἀρίσταρχον ἐπὶ τῷ Νικόδημον πεφονευκέναι : |
| ἀκούειν ] πάρεστιν . γινώσκετε . τροπαιουχήσας . ἔσεται . κατάδικος . τιμωρητέος , δίκας ὀφείλων . μεμπτός : διὰ | ||
| πράγματα αἵρεσις , καταδίκη , κατάγνωσις , καὶ ὁ ἀνὴρ κατάδικος : ἀπὸ μὲν τούτου μόνου ὄνομα , τὰ δ |
| τὸν ἴδιόν τε καὶ οἰκεῖον εἰπεῖν λόγον . ὅτι δὲ εὐήθης ὁ λόγος οὗτος , δείκνυσιν ἐκ τοῦ λέγειν ἕκαστον | ||
| τῆς φύσεως τέχνη , καθάπερ ἀρχαία τις οὖσα καὶ σφόδρα εὐήθης , ἀχρεῖα καὶ περιττὰ προσθεῖσα τῷ σώματι . τί |
| ῥητορόμυκτος , ὑπαττικὸς εἰρωνευτής . ἦν γὰρ καὶ ἐν τοῖς ῥητορικοῖς δεινός , ὥς φησι καὶ Ἰδομενεύς : ἀλλὰ καὶ | ||
| τος [ ! ] : ἐκ μὲν τῶν ἐκ τοῖς ῥητορικοῖς [ λόγοις ἢ τοῖς καλουμένοις [ ἐριστικοῖς διατριβόντων οὐκ |
| ” μέτριος , ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ καὶ ἐπιεικής , εἰ , ἃ δύνανται καὶ ἄκοντος ἔχειν ἐν | ||
| : δακτύλου τι ἀπέπεσεν . Μετὰ τὰς ἑπτὰ ἐξῄει ἰχὼρ ἐπιεικής . Μετὰ ταῦτα , γλώσσης , οὐ πάντα ἔφη |
| πέπυσμαι , ἀκήκοα , ἔμαθον , ἴδον . . 〚 εὐφημία ῎στω : Εἴσθεσις περιόδου ἀμοιβαίας στίχων λϚʹ . ὧν | ||
| . ἤκουσάς που , ὦ παῖ Ἀρίστωνος , καὶ Εὐριπίδου εὐφημία γὰρ παρὰ σπονδαῖσι κάλλιστον . πατρόθεν αὐτὸν καλέσας ὁ |
| πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται . γρ | ||
| . : Συνᾴδει δὲ τούτοις καὶ ὁ Πολυΐστωρ Ἀλέξανδρος , πολύνους ὢν καὶ πολυμαθὴς ἀνὴρ , τοῖς τε μὴ πάρεργον |
| συγγενικὴν δόσιν . παρώνυμον ] ἀπόδειξις αὕτη τῆς δωρεᾶς οὐκ ἀχάριστος . λίμνην ] τὴν στρογγύλην . χοιράδα ] τὴν | ||
| δοθῆναι , καὶ ἐπείξεως ἐς αὐτήν , ἵνα μὴ βραδύνων ἀχάριστος εἶναι δοκοίην μηδ ' ὅσοι καταλεχθέντες εἰς τὰς ἀποικίας |
| Ἤλεγχε μὲν γὰρ τοὺς πονηρούς , ἀλλ ' οὐ λόγων σοφίσμασιν , ὅσπερ ἐλέγχων ἀνιαρότατος , ἀλλὰ ἔργοις , παρατιθεὶς | ||
| ὑπερέχειν . καθ ' ὧν δεῖ αἰφνιδιασμοῖς μᾶλλόν τισι καὶ σοφίσμασιν , ὡς εἴρηται , κατὰ τὸ δυνατόν , πρότερον |
| φθόγγων καὶ καθ ' ἕνα πύθῃ σεαυτοῦ , εἰ τούτου ἥττων εἶ : διατραπήσῃ γάρ : ἐπὶ δὲ ὀρχήσεως τὸ | ||
| ἀπὸ βαλβίδων περὶ τῆς ἀρχῆς ἀποδείξω τῆς ἡμετέρας ὡς οὐδεμιᾶς ἥττων ἐστὶν βασιλείας . τί γὰρ εὔδαιμον καὶ μακαριστὸν μᾶλλον |
| , ὄφρα τί μιν προτιείποι ἀμειβόμενος ἐπέεσσιν : ἀθετεῖται ὅτι γελοῖος , εἰ ἡ μελία ἐπετήδευσε μὴ ἀποτεμεῖν τὸν ἀσφάραγον | ||
| καὶ τί λέγουσιν ἕκαστον ὁρίζονται : ὁ δὲ μηδὲν συνιδὼν γελοῖος ἂν εἶναι δόξειεν ἐπιζητῶν τί ἐστι γραμμὴ καὶ τῶν |
| . τὴν πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται | ||
| . τὴν πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται |
| ἀποκαλῶν , στυγεῖ ἡ νέμεσις , ἤτοι ἡ ἀπὸ σοῦ μέμψις ; ὁ δὲ πρὸς αὐτὴν , οὐδαμῶς φθονῶ καὶ | ||
| χαρίζεσθε . ὥσθ ' ἥ τε παρ ' ἡμῶν ὑπάρχει μέμψις καὶ ἡ παρ ' ἐκείνου προσγίγνεται . ἂν οὖν |
| ἑπομένη τῷ Προμηθεῖ , περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ὁ Προμηθεὺς ὁ αἰδέσιμος , ἀλλ ' ἐπιβαίνει , ἤγουν ἐπέρχεται καὶ νέφος | ||
| , Ἀρισταινέτου συγγενὴς οὗτος , οὐκ αἰσχύνων τὸ γένος , αἰδέσιμος δὲ σὺ μὲν ἐκείνῳ , σοὶ δὲ ἐκεῖνος . |
| τὸ εἶναι δύο τὰς ἑταίρας . Κύδος : λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ | ||
| . . . κακηγορῆϲαι ὡς Ὑπ . . , . κακολογία ὡς Ὑπ . . , . κακοπράγμων ὡς Ὑπ |
| ἄτοπον . ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀξιωμάτων ὁ ἔλεγχος κατὰ τῶν ἐνισταμένων διὰ τῆς ἀντιφάσεως , ἐπεὶ καὶ | ||
| τὰς θεραπαινίδας διέφθειρεν : ταῦτα δὲ ἀληθὴς τῆς μοιχείας ἐστὶν ἔλεγχος : ὁ δὲ διώκων ὑπὲρ τοῦ εὐνούχου ἀπολογούμενος εἰκότως |
| δὲ οὕτως εἰσὶν αἰσχρά , ὥστε οὐδεμία ἐστὶ τῷ ποιοῦντι παραίτησις ἀλλὰ δεῖ φεύγειν τὴν πρᾶξιν τούτων πάσῃ δυνάμει , | ||
| τῆς ἀπολογίας . οἶκτος μὲν οὖν καὶ λιταὶ καὶ φίλων παραίτησις ἐν ὄχλωι μὲν οὔσης τῆς κρίσεως χρήσιμα : παρὰ |
| τῆς Μαιώτιδος καὶ αὐτὸν τὸν ποταμόν , ἐφ ' ὅσον γνώριμός ἐστιν , ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ μεσημβρινοῦ κεῖσθαι . Οὐκ | ||
| περάτων . οὐκ ἂν οὖν χώραν ἕξει λέγειν εἰ μὴ γνώριμός ἐστιν ὁ ἐν ὑπερβολῇ κακὸς καὶ ὁ ἐν ἐλλείψει |
| τρόπους οὐκ ἀμείβων , Τὸ σχῆμα μεταλλάττει ἀπάτης χάριν . Καλοῖς κακὰ συνάπτων ὁ σκαιὸς ἀνὴρ Δῆλος δήπουθέν ἐστιν σφαλερῶς | ||
| : ἀτιμάζω σε , ἵνα αἴσθησιν λάβῃς . Ἑρμηνεία . Καλοῖς εἰ μὴ χαίρουσιν ἄνδρες ἄφρονες , Κακοῖς ἀμείβου τὴν |
| . . μνήμων ] ἐνθυμητικός . , μνημονευτικός . , μνημονικός . σχέτλιος ] βραδύς . , ἐλεεινός , δυστυχής | ||
| ἥμερος . ζʹ . εἰ εὐμαθής . ηʹ . εἰ μνημονικός . θʹ . εἰ ἔμμετρος καὶ εὔχαρις . ἐν |
| τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία , | ||
| ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης . |
| οἷον δικαιέστερος καὶ ἀρχέστερος λέγοντες . ὤφειλεν γὰρ τὰ προειρημένα δικαιότερος εἶναι καὶ αἰδοιότερος καὶ ἀφθονώτερος . οὕτως Φιλόξενος εἰς | ||
| οἶμαι προσήκειν ἐκ τοῦ τόκου τὴν μητέρα σεμνῦναι . καὶ δικαιότερος ἐπαινέτης ὁ τὴν εὐκοσμίαν τῶν παίδων εἰς τοὺς τεκόντας |
| τοιαύτῃ πόλει ὁ ῥητορικὸς πάντα ὑποδύσεται : καὶ γὰρ ὡς πολιτικὸς καὶ ὡς ἀρχιτέκτων συγκεχυμένως ὑποκριθήσεται πάντα εἶναι καὶ πάντα | ||
| σχέσεσιν ὁ σπουδαῖος ἐπαινετός , ἔνδον τε καὶ ἔξω , πολιτικὸς ὁμοῦ καὶ οἰκονόμος , ὡς τὰ μὲν ἔνδον ἐξορθοῦν |
| δῶρόν τε τοῦ ποταμοῦ ἀμφότεροι ὡσαύτως ὀνομάζουσιν καὶ οὐκ ἀμαυροῖς τεκμηρίοις ὅτι ταύτῃ ἔχει Ἡροδότῳ ἐπιδέδεικται , ὡς καὶ τὴν | ||
| Ἐν μόναις δὲ ταῖς τῶν κλήρων εἰσαγωγαῖς δοκεῖ μοι προσήκειν τεκμηρίοις μᾶλλον ἢ μάρτυσιν πιστεύειν . Περὶ μὲν γὰρ τῶν |
| διολώλεκεν , ὡς οὐκ ἂν ἐβουλόμην , πιστεύων δ ' ἑταιρίαις καὶ λόγων παρασκευαῖς ἐπὶ τὴν ἐμὴν ἐλήλυθεν , ἀνάγκη | ||
| Σεμπρώνιοι καὶ τρίτοι Κλοίλιοι , γένους τε ἀξιώσει λαμπρότατοι καὶ ἑταιρίαις μεγάλα δυνάμενοι πλούτῳ τε καὶ δόξῃ καὶ τοῖς κατὰ |
| τῇ διαχύσει τῶν χειλέων χωρὶς ὕβρεως , γελοῖος δὲ ὁ καταγέλαστος . Ὀνομασίαι τῆς τῶν ἀνθρώπων γενέσεως καὶ αὐξήσεως ἄχρι | ||
| . Φαίνεται δὲ πρὸς τούτοις καὶ ἡ ἕξις τοῦ ἀναγιγνώσκοντος καταγέλαστος τουτέστιν ἡ μάθησις καὶ ἡ διδαχὴ καὶ ἡ γνῶσις |
| ἀποδύων , ἁρπάζων , ἀφαιρούμενος , παρεισπράττων , ἰταμός , ἀναίσχυντος , ἀπηρυθριακώς , δυσχερής , ἀνήμερος , ἄγριος , | ||
| ἐρᾶν . καὶ ἐγὼ ἔσομαι τοίνυν ὁμοία τις αὐτῷ [ ἀναίσχυντος ] καὶ οὐκ ἀφήσω τὸν ἐμὸν Τίμαρχον . ἔρρωσο |
| τὰ ἄδικα αὐχῶν περικρύπτειν , πανουργεῖν τολμᾷ : αὐχῶν : κομπάζων θαρρῶν σεμνυνόμενος τὰ ἄδικα καλῶς περικαλύψειν : μή νυν | ||
| Ἀθηναίοις : καὶ ἀπὸ τοῦδε αὐτούς , καὶ τὰ ἄλλα κομπάζων περὶ τοῦ Μιθριδάτου καὶ ἐς μέγα ἐπαίρων , ἐς |
| καὶ καταψηφισθείς , πέντε ταλάντοις ἐζημιώθη . εἰσαγγελία δέ ἐστι κατηγορία διὰ τὰ ἀδίκως ἢ κακῶς πεπραγμένα . . ἐπὶ | ||
| εἰκότως οὖν ζητοῦμεν τὸν τρόπον τῆς ὑπάρξεως . οὐδεμία ἄλλη κατηγορία δέκα εἴδη ἔχει , εἰ μὴ τὰ πρός τι |
| ὑμᾶς ἐξελήλεγκται , ἐν οἷς τί κακὸν οὐκ ἔνι ; δωροδόκος , κόλαξ , ταῖς ἀραῖς ἔνοχος , ψεύστης , | ||
| δέ : παράνομος , προδότης , ὀλιγαρχικός , πεπραμένος , δωροδόκος δεδωροδοκημένος , δεδεκασμένος , ἀδόκιμος , κίβδηλος , παράσημος |
| η : οἷον , συνήγορος : κατήγορος : θεήγορος : δημήγορος . Τὰ παρὰ τὸ χέω συγκείμενα διὰ τοῦ ο | ||
| η : οἷον , συνήγορος : κατήγορος : θεήγορος : δημήγορος . Τὰ παρὰ τὸ χέω συγκείμενα διὰ τοῦ ο |
| στρατιῶται καὶ οἱ πάλαι στρατιῶται , καὶ τίς δὴ οὐ κριτὴς καὶ ἐξεταστὴς τῶν λόγων , ἀλλὰ καὶ τῶν ἀκροωμένων | ||
| ἀρχιστράτηγος : Ἄκουσον , δίκαιε Ἁβραάμ : διότι εὗρεν ὁ κριτὴς τὰς ἁμαρτίας αὐτῆς καὶ τὰς δικαιοσύνας ἐξ ἴσου , |
| : ὥστε ἀπόδυσον καὶ τοῦτον : ὄψει γὰρ πολλὰ καὶ γελοῖα ὑπὸ τῷ ἱματίῳ σκεπόμενα . Κατάθου σὺ τὸ σχῆμα | ||
| ' ἁπάντων γενέσθαι τῷ ἀστραγάλῳ κρατήσαντα , ὡς μήτε ἐπιταχθείης γελοῖα ἐπιτάγματα καὶ αὐτὸς ἐπιτάττειν ἔχοις , τῷ μὲν αἰσχρόν |
| ἀχθόμενος καθ ' ἑαυτόν . ἔστι δὲ καὶ ὁ ἐπίφθονος φθονερός . διαφέρει δὲ βασκάνου : ὁ γὰρ βάσκανος ὑπὸ | ||
| τὸ δεξιὸς γίνεται δεξιερός , ὡς ἄριστος ἀριστερός , φθόνος φθονερός , μόγος μογερός , καὶ πλεονασμῷ τοῦ τ δεξιτερός |
| τέκν ' : ὅστις δ ' αὔτ ' ἄπειρος ὢν ψέγει , ἧσσον μὲν ἀλγεῖ , δυστυχῶν δ ' εὐδαιμονεῖ | ||
| τι δὲ τέλος εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ , καθὸ ψέγει μὲν τὴν κακίαν , ἐγκωμιάζει δὲ τὴν ἀρετήν , |
| μονάδα αὐτὴν ὁ βασιλικός , κατὰ δὲ τὸν γʹ ὁ ὀλιγαρχικός , τῆς μονάδος πολλαπλασιασθείσης ἐπ ' αὐτόν , κατὰ | ||
| ἀλλ ' ἐν ὀλίγωι πολλῶι γε μᾶλλον [ συνεδρίωι . ὀλιγαρχικός γ ' εἶ καὶ πονηρός , Σμικρίνη ? [ |
| Ῥωμαίων ἐλεύσομαι συγγραφεῖς . παλαιὸς μὲν οὖν οὔτε συγγραφεὺς οὔτε λογογράφος ἐστὶ Ῥωμαίων οὐδὲ εἷς : ἐκ παλαιῶν μέντοι λόγων | ||
| τὴν καθ ' ἡμέραν δίαιταν τίς ἐστιν ; ἐκ τριηράρχου λογογράφος ἀνεφάνη , τὰ πατρῷα καταγελάστως προέμενος : ἄπιστος δὲ |
| Ἀνάγγελλε οὖν , φησὶ , ταῦτα Λυσίᾳ , καὶ ἡμεῖς Ἰσοκράτει ἀνοίσομεν , ἐπαινέσας αὐτοῦ τὴν φύσιν καὶ τὸ ἦθος | ||
| ἀλλὰ καὶ τοὺς λόγους ἐπαινεῖ . . . . ὥσπερ Ἰσοκράτει καὶ Ἀναξιμένει τοῖς σοφισταῖς διαμειρακιεύμενος . . . . |
| ἀπὸ τῆς ἔχθρας τῆς ἐσομένης φέρειν . ὅτι μὲν γὰρ δυσμενὴς ἐπὶ τούτοις ἐκεῖνος καὶ πάντα ἐπιβουλεύσει τρόπον καὶ συνεργῶν | ||
| ἐπιστολῆς εἰς Βαβυλῶνα ἡκούσης , ὑφ ' ἧς ἂν αὐτοῖς δυσμενὴς ἐπανῆκεν ἐκεῖνος , ψηφίζονται παρὰ συγγενῆ με γυναῖκα εἰσιόντα |
| δῆμος τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς Ἀχερδούς . . Ἀμύνων : Ῥήτωρ ἡταιρηκὼς , οὐκ ἰατρὸς ὁ Ἀμύνων . Ἀντισθένην : ἰατρὸς | ||
| ὅτι καταψηφιοῦνται αὐτοῦ τὸ εἶναι προαγωγὸν , ἢ ὅταν ὁμολογουμένως ἡταιρηκὼς κρίνηται , ὅπερ Αἰσχίνης κατασκευάζει ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου |
| περὶ αὐτῶν ἕν τι μέγα σοι μηνύων οὐκ ἄν ποτε φανείην ψευδής , τὸ τοιόνδε . οὐ σὺ μόνος οὐδὲ | ||
| . μᾶλλον δὲ καὶ κατ ' ἄλλο τι τοιοῦτος ἂν φανείην , ἐξαπατῶν ἴσως τοὺς ἀκούοντας καὶ ὀστᾶ παραθεὶς αὐτοῖς |
| Ναυσιμάχης μέν γ ' ἥττων ἐστὶν Χαρμῖνος : δῆλα δὲ τἄργα . Καὶ μὲν δὴ καὶ Κλεοφῶν χείρων πάντως δήπου | ||
| δέσποινα , πρὸς καιρὸν πονῶ ; Ὡς ἔστιν ἀνδρὸς τοῦδε τἄργα ταῦτά σοι . Καὶ πρὸς τί δυσλόγιστον ὧδ ' |
| τό τε γνήσιον καὶ τὸ μή . καὶ ἵνα γε πρόχειρος ἡμῖν ἡ παραβολὴ ᾖ τῶν τε καθ ' ἡμᾶς | ||
| πρὸς τὰς κατὰ μέρος τοῦ πλάτους παρόδους , αὐτόθεν ἡμῖν πρόχειρος γέγονεν ἐν τοῖς ἐκκειμένοις δʹ σελιδίοις τῶν κανονίων τοῦ |
| δύναμις περιγίγνεται διὰ τούτου , ἀλλ ' ἀπέχθεια μᾶλλον καὶ λοιδορία καὶ προπηλακισμός : ὧν ἴσως οὐκ ἔδει φροντίζειν : | ||
| , δεινόν ἐστι θάνατος , δεινόν ἐστι φυγή , δεινὸν λοιδορία , δεινὸν πενία : φεύγετε ἄνδρες , πάρεισιν οἱ |
| νοσημάτων ἐγένετο θεραπεία , ἴσως τις εἶχεν εἰπεῖν , ὅτι ἄχρηστός μοί ἐστιν ἡ θεραπεία , μὴ προηγησαμένης διαγνώσεως . | ||
| καρποῦται ἀφόβως τὰ ἑαυτοῦ . οὐ μάν : οὐ μὴν ἄχρηστός ἐστιν αὐτῷ ὁ χρυσὸς σεσωρευμένος , καθάπερ ἐπὶ τῶν |
| πρακτικοῦ : λέγουσι γάρ , ὅτι ἐμπειρία ἐστὶν ἡ ἄλογος τριβὴ καὶ ἡ λογικὴ γνῶσις , ἀγνοοῦντες , ὅτι τὸ | ||
| ἢ ἀπὸ τοῦ πρὸς τὰ μέλη γίνεσθαι . Ἐμπειρία . τριβὴ ἐκ πείρας . Ἐμποδών . Πλάτων δὲ ἀντὶ τοῦ |
| ἀμφότερα ταῦτα , εἰ προαγορεύων ὡς ὑπὸ θεοῦ φαινόμενα καὶ ψευδόμενος ἐφαίνετο . δῆλον οὖν ὅτι οὐκ ἂν προέλεγεν , | ||
| μόνον τῷ εἶναι ψευδεῖς : λέγεται γὰρ συκοφάντης οὐχ ὁ ψευδόμενος μόνον , ἀλλὰ καὶ ὁ πολυπραγμονῶν τὰ μὴ προήκοντα |
| βασιλεῖ διατρίβων ἐν Μακεδονίᾳ οὐχ ἧττον αὐτοῦ [ ἐβασίλευε ] φαῦλος ὢν καὶ διάβολος [ ὃς ] οὕτω ψυχρῶς συνέταξε | ||
| . καὶ τὸ ναῦλος μὴ ὂν κύριον . τὸ δὲ φαῦλος ἐπίθετον . Τὰ εἰς ΛΟΣ ἐπιθετικὰ ἔχοντα πρὸ τοῦ |
| καὶ τὰς τῶν ἐχθρῶν ἑταιρίας ἐμείωσαν . ἦν δὲ τὰ πολιτεύματα τῶν ἀνδρῶν τοιάδε : πρῶτον μὲν ἐκ τῶν δημοτικῶν | ||
| ἐκ τῆς πόλεως . ἐπάλξεις ] ταῦτα ἦν τὰ Εὐβούλου πολιτεύματα , τὸ ποιῆσαι τὰς ἐπάλξεις λευκοχρίστους . λήρους ] |
| μέν , εἰ μνημονικός , εἶτα , εἰ κατὰ φύσιν αἰδήμων , ἀλλὰ μὴ πλαττόμενος τοῦτο , μὴ μεθυστικὸς μὴ | ||
| τῷ πιστὸς εἶναι πλέον σου ἔχει , εἰ ἐν τῷ αἰδήμων . οὐ γὰρ εὑρήσεις : ἀλλ ' ὅπου κρείττων |
| γνώμην ἐναντιοῦνταί τινες , μικρὰ πρὸς τούτους εἰπών , ἃ βέλτισθ ' ὑμῖν ὑπολαμβάνω , ταῦτ ' ἤδη συμβουλεύσω . | ||
| πρὶν δὲ ταῦτα πρᾶξαι , μὴ σκοπεῖτε τίς εἰπὼν τὰ βέλτισθ ' ὑπὲρ ὑμῶν ὑφ ' ὑμῶν ἀπολέσθαι βουλήσεται : |
| τὸ βουλεύεσθαι καὶ λέγειν καὶ πράττειν τὰ συμφέροντα παραγίνεται τοῖς μαθοῦσιν . ἐπιφανέστατος δὲ γενόμενος τῶν κατὰ τὸν αὐτὸν ἀκμασάντων | ||
| καὶ πλείους εὑρίσκεσθαι . ἀλλὰ τὰ προειρημένα γε εἴδη μόνα μαθοῦσιν ὑπάρχει μὴ σφάλλεσθαι τῆς ὀρθῆς διαιρέσεως μηδὲ ἐν ἐκείνοις |
| , ἐπὶ τοῦ Ἡρακλέος : φαῦλον , ἄκομψον , τὰ μέγιστ ' ἀγαθόν : ἐν δὲ τῇ πρὸς Διόνυσον ἐπιστολῇ | ||
| πιθανώτατον ὂν τῶν ἐν τῇ πόλει , ᾆδον τὰ κάλλιστα μέγιστ ' ἂν ἐξεργάζοιτο ἀγαθά ; ἢ τοῦτο ἀνοήτως οὕτως |
| κοινὴ τῷ βουλομένῳ , ἣν οὗτος ἐγγυῆσαι τῷ ἡμετέρῳ θείῳ μεμαρτύρηκε , μνημονεύειν χρὴ ὑφ ' ὅσων ὑμῖν μεμαρτύρηται , | ||
| οὗτοι τὸν πατέρα καταλιπεῖν , παρὰ πάντας δὲ τοὺς νόμους μεμαρτύρηκε Στέφανος οὑτοσὶ τὰ ψευδῆ , ὡς ἀντίγραφά ἐστι τῆς |
| , ἀλλ ' ὁδῷ βασιλικῇ πορευόμενος , τοῖς μὲν ἀδικοῦσι ἐμβριθής τις ἐφαίνετο καὶ δεινός , τὰ τῆς ἀδικίας ἐκκόπτων | ||
| τρέπει αὐτὰ εἰς ης , ὡς ἔχει τὸ βριθὺς , ἐμβριθής : ἠδὺς , ἀηδής : πλατὺς , ἀπλατής : |
| ψεύστης καὶ ἀπατεών : ἐπὶ τούτοις ὀνομάζεται σοφιστὴς καὶ ὁ πλασματογράφος καὶ μὴ ἐπὶ δικαστηρίου ἀγωνιζόμενος , οἷος ἦν καὶ | ||
| , οἷος ἦν Αἰσχίνης καὶ Δημοσθένης , σοφιστὴς δὲ ὁ πλασματογράφος καὶ μὴ ἐπὶ δικαστηρίου ἀγωνιζόμενος . ὁ τοίνυν Ἀφθόνιος |
| ηὐξημένον . Ὁ μὲν λόγος θαυμαστὸς , ὁ δὲ λέγων ἄπιστος : ἐπὶ τῶν ἐπαγγελλομένων μείζω ἢ δύνανται . Ὁ | ||
| ἢ πλῆθός τι τοιαύταις ψυχαῖς κεχρημένον , οὐδεὶς οὕτως ἦν ἄπιστος , ὡς μὴ πιστεύειν τὸ τῆς ψυχῆς αὐτοῖς πάντη |
| : οὐδέ τί σε χρὴ νηπιάας ὀχέειν , ἐπεὶ οὐκέτι τηλίκος ἐσσί . ἦ οὐκ ἀΐεις οἷον κλέος ἔλλαβε δῖος | ||
| προσλαμβάνει , ταῦτα ἀφαιρέσει τοῦ τ δασύνεται , τόσοςὅσος , τηλίκος ἡλίκος : καὶ ἐπεὶ τούνεκα , οὕνεκα δασέως . |
| νέος , σώφρων , μνήμων , ἀνδρεῖος , μεγαλοπρεπής , εὐμαθής . Εἰ μὲν οὖν τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν | ||
| . ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου . εὐμαθής μνήμων μεγαλοπρεπής εὔχαρις φιλαλήθης δίκαιος ἀνδρεῖος σώφρων ἔμμετρος . |
| ἀνδρῶν δ ' ὅτῳ χρὴ τὸν κακὸν διειδέναι , οὐδεὶς χαρακτὴρ ἐμπέφυκε σώματι . ᾧ δὴ καὶ μείζων ἡ τοῦ | ||
| ὁ ψιλός , εἰ τύχοι , τοῦ α ι υ χαρακτὴρ ἐμφανιστικός ἐστι τῆς διχρόνου φύσεως , ἢ τὸ [ |
| τρίμετροι ἀκατάληκτοι ληʹ ὧν τελευταῖος : μαθοῦσιν αὐδῶ κοὐ μαθοῦσι λήθομαι . μετὰ δὲ τὸν κδʹ κῶλον ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον | ||
| ἂν λέξειεν : ὡς ἑκὼν ἐγὼ μαθοῦσιν αὐδῶ κοὐ μαθοῦσι λήθομαι . δέκατον μὲν ἔτος τόδ ' ἐπεὶ Πριάμῳ μέγας |
| καὶ οὐδὲν ἐλάττονος ἢ τούτου ; ἵνα τὴν ὅτ ' ἀδωροδόκητος ὑπῆρχε προαίρεσιν αὐτοῦ τῆς πολιτείας ἀναμνησθέντες , ὡς προβεβλημένη | ||
| λέγειν ὕστερον ὡς μόνος εἴη Ξενοκράτης τῶν πρὸς αὐτὸν ἀφιγμένων ἀδωροδόκητος . ἀλλὰ καὶ πρεσβεύων πρὸς Ἀντίπατρον περὶ αἰχμαλώτων Ἀθηναίων |