ταύτῃ τὸ πᾶν , ἵνα ὑπόληψις τῷ ἡγεμονικῷ σου μηκέτι ἐγγένηται ἀνακόλουθος τῇ φύσει καὶ τῇ τοῦ λογικοῦ ζῴου κατασκευῇ
καὶ ἐλαίῳ ἀλείφειν . Ἢν δὲ ὕδερος ἐν τῇσι μήτρῃσιν ἐγγένηται , τὰ ἐπιμήνια ἐλάσσονα καὶ πονηρὰ γίνεται καὶ προαπολείπει
7049777 παυσηται
τὴν ἄμμον πρόσεισι . γίνεται δὲ ἐδώδιμος ὅταν τοῦ οἴστρου παύσηται . μίσγεται δὲ μετὰ τὴν φωλείαν , ὥς φησι
τὸν καιρὸν τοῦτον ἤδη παχύνεται κατὰ βραχύ , μέχρις ἂν παύσηται τελέως : ἔστι δέ , ὥσπερ ὑγρότατον , οὕτω
6874810 μεινῃ
διὰ τὸ ἐπίπονον αὐτὰ γίγνεσθαι * * * ἐὰν δὲ μείνῃ ἐννέα μῆνας ἐν τῇ μήτρᾳ [ ποιεῖ ] ,
ἐπὶ προκαταρκτικῇ αἰτίᾳ γέγονε νεκρῶδες τὸ πρόσωπον . εἰ δὲ μείνῃ ὡσαύτως ἔχον , ἥ τε ἀγρυπνία καὶ ἡ γαστρόρροια
6556053 παρῃ
τὴν Ἀττικὴν πολέμου , ὃς λυπήσει μὲν ἕκαστον , ἐπειδὰν παρῇ , γέγονεν δ ' ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ .
ποιεῖν . Ὡς οὐδὲν ἡ μάθησις , ἂν μὴ νοῦς παρῇ . Ὦ Ζεῦ , τὸ πάντων κρεῖττόν ἐστι νοῦν
6530554 ἰῃ
μήτε τὴν τροφὴν καταδέχηται πάλιν τε αὐτὸ εἰς ἐκείνην ἐναντίως ἴῃ ψηχόμενον , ἡ δ ' εἰς σάρκας , σὰρξ
Ὁμήρῳ δὲ πᾶν ὅ τι ἂν ἐπ ' ἀκαιρίμαν γλῶσσαν ἴῃ κελαδεῖν ; χωρὶς γὰρ τῶν λεχθέντων περὶ τοῦ τρόπου
6349488 μελλῃ
μὲν ἅπαξ ᾖ πεπληρωμένον ὅτε ἐτέθη , τὸ δὲ δεύτερον μέλλῃ πληροῦσθαι μετὰ τὴν ἀνάστασιν καὶ κρίσιν . οὐ μὴν
καὶ πολὺ ἀνάγει , καὶ ἀδυνατέει σφόδρα , καὶ ὁκόταν μέλλῃ ἀποθανεῖσθαι , κάτω ὑποχωρέει ἐπὶ πολὺ καὶ ὑγρόν .
6333107 γιγνηται
Πολλή γε . Καὶ μὴν ἀνόμοιόν γε καὶ ὅμοιον ὅταν γίγνηται , ὁμοιοῦσθαί τε καὶ ἀνομοιοῦσθαι ; Ναί . Καὶ
λήγῃ μὲν ἡ ῥώμη , πολιτικῶν δὲ καὶ στρατειῶν ἐκτὸς γίγνηται , τότε ἤδη ἀφέτους νέμεσθαι καὶ μηδὲν ἄλλο πράττειν
6304637 προσγενηται
στασίμου ὕδατος , γίνονται καὶ ἐντεῦθεν νοσήματα : εἰ δὲ προσγένηται καὶ τοῖς πολλοῖς θνήσκειν , λοιμὸς τὸ πάθος ὀνομάζεται
εἰρημένον λόγον : οὐ γὰρ ἐξέρχεται πρὶν ἤ οἱ ἑτέρη προσγένηται ἀπὸ τῆς κοιλίης ἀγαθή : τῇ γὰρ μέσῃ καὶ
6260551 πληρωθῃ
τῷ στενωτέρῳ δυνάμεως δεῖν καὶ εἰς τὸ τῷ εὐρυτέρῳ ἵνα πληρωθῇ : καὶ γὰρ δὴ καὶ μᾶλλον ἐν τοῖς αὐλοῖς
τρόπον ἔσται ἡ κυβέρνησις τῶν λοιπῶν ζῳδίων καθεξῆς ἕως οὗ πληρωθῇ ἡ ἑβδομὰς τοῦ ζῳδίου ἐκείνου . Ὁ δὲ εʹ
6249660 κοπος
πανουργίαν καὶ φθόνον καὶ συκοφαντίαν καὶ ἔριδα καὶ πλεονάσει ὁ κόπος αὐτοῦ : πρὸς τούτοις εἰ ἀκάκωτοι ὦσι συσχηματιζόμενοι τοιούτῳ
ὑπεχώρεε : κλυσθέντι δὲ , κόπρος ἐς νύκτα : οὐ κόπος διαλιπών . Ἕδρη ἐς τὰς ἰξύας τετάρτῃ , καὶ
6233477 ὁκοσῳ
οὐκ ἐστὶν ἓν οὔνομα ἀριθμοῦ τῷ χρόνῳ θέσθαι , ἐν ὁκόσῳ ἕκαστα τούτων κρίνεται . Προσδέχεσθαι δὲ μάλα χρὴ τὰ
σημαίνει τῆς νούσου : ἢν δὲ μὴ , μακρήν : ὁκόσῳ δ ' ἂν ἔλασσον ῥυῇ , τοσῷδε χεῖρον καὶ
6232187 γινηται
πάσχουσα συλλαβὴ σύγκρουσιν εἰς μέρος λόγου τε λήγῃ καὶ διφθόγγων γίνηται τῶν κατὰ συμπλοκήν , ἀπὸ δὲ τῶν βραχειῶν ,
εἰ μὴ καὶ τὸ οὗ ἐστιν αἴτιον . κἂν οὖν γίνηται αἴτιον , καὶ τὸ αἰτιατὸν γίνεται , κἂν γέγονε
6217227 καταλαβῃ
τὸν ἰλυώδη βυθόν , ὅσον δύναται φαγεῖν , μέχρις ἂν καταλάβῃ πάλιν τὸν ποταμὸν ὑποστρέφων . τὸ γὰρ στείβειν πρὸς
προασπίζουσι καὶ προαποθνῄσκουσι τῶν δεσποτῶν , ὅταν κίνδυνός τις ἐξαπιναίως καταλάβῃ : τοὺς δ ' ἐν ταῖς ποίμναις φασὶ προαγωνιζομένους
6202555 ἀρξηται
ἢν τό τε δάκρυον καὶ ἡ λήμη καὶ τὸ οἴδημα ἄρξηται ὁμοῦ γενόμενα . Ἢν δὲ τὸ μὲν δάκρυον τῇ
ὄρεξιν , εὐκράτῳ δεῖ κεχρῆσθαι πρότερον διαίτῃ , καὶ ἐπειδὰν ἄρξηται πέττεσθαι , τηνικαῦτα τῷ κάμνοντι συγχωρεῖσθαι λαμβάνειν τῶν ἠρέμα
6168370 κινηται
. ἐὰν δὲ αὐτὴ ἡ ☾ ἀνεπιθεώρητος πάντα ᾖ , κινῆται δὲ ἐπὶ τὰ μεγάλα , ἐπὶ τὴν ☍ ἐλθοῦσα
σώματι ἰσχυρῷ κινουμένῳ συμβαίνει σφάλλεσθαι ἰσχυρῶς , ὅταν ἄνευ ὄψεως κινῆται , οὕτω καὶ τὰς τοιαύτας ἕξεις ἄνευ νοῦ πονηρὰς
6147742 ἐνῃ
δικαστηρίου . τὰ πρυτανεῖ ' ] τὰς ἐκταγάς . ⌈ ἔνῃ ἔννῃ [ ἕνῃ / ] τε καὶ νέᾳ ]
Ὁ ἐπιτήδειος καὶ ἀναγκαῖος . Ἐπὶ ἄρχοντος Μνησιφίλου , Ἑκατομβαιῶνος ἔνῃ καὶ νέᾳ , φυλῆς πρυτανευούσης Πανδιονίδος . Ἑκατομβαιών :
6113946 ἐπιγενηται
, εἰ μὲν ἀπὸ ψύξεως γένηται , καλὸν , εἰ ἐπιγένηται πυρετὸς , εἰ δὲ ἀπὸ θερμασίας , οὔ .
λύτρα κατατιθέναι δυναμένοις , αὖθις δὲ τοῖς ἀπόροις ἢ ὅταν ἐπιγένηται ὁ ἀπ ' ἀρχῆς δουλείας ἕβδομος ἐνιαυτὸς ἢ ὅταν
6104168 ὑγιης
: τὸ χαριὴς , ἐξ οὗ καὶ χαριέστερος : καὶ ὑγιὴς , ἐξ οὗ τὸ ὑγιέστερος συγκριτικῶς . Ὑμήν :
τὸ φανερὸν ἄγειν τὸ ἀδίκημα , ἵνα δῷ δίκην καὶ ὑγιὴς γένηται , ἀναγκάζειν τε αὑτὸν καὶ τοὺς ἄλλους μὴ
6082920 ἑπηται
καὶ καθ ' ὅλου , ὅτ ' ἂν σύνταγμα συντάγματι ἕπηται , ὥστε τοῖς τοῦ προηγουμένου συντάγματος οὐραγοῖς τοὺς τοῦ
ἐμπίπτει τῷ ζητήματι ἀντίληψις καὶ οὕτως : ὅταν μὲν γὰρ ἕπηται τὸ κρινόμενον τῷ τεκμηρίῳ , ἐκλείπει ἡ ἀντίληψις :
6079082 προϊῃ
ἧσσον : ὁκόσῳ δ ' ἂν ὁ χρόνος τῇ νούσῳ προΐῃ , ὅ τε πόνος πλείων ἐν τῷ σώματι ,
κατ ' ἀρχάς : ὁκόσῳ δ ' ἂν πλείων χρόνος προΐῃ καὶ ἀπομηκύνηται , ἥ τε ὀδύνη ὀξυτέρη καὶ κατέρχεται
6075140 ἀποστῃ
αὑτοῦ ἕνεκα ποιεῖν . ἐπεὶ τί ἐκδέχῃ ; ἵνα τις ἀποστῇ αὑτοῦ καὶ τοῦ ἰδίου συμφέροντος ; καὶ πῶς ἔτι
] ὑποχωρήσει . χωρήσεται ] ἐκστῇ . χωρήσεται ] + ἀποστῇ ἐάσας αὐτάς . χωρήσεται ] ἀπαγήσεται . Ξ ἀλλ
6009554 νουσος
καὶ ὑποστρεφομένης τῆς νούσου ἀπόλλυται . Ὁκόσας γεραιτέρας λαμβάνει ἡ νοῦσος αὕτη , κατασήπονται αἱ ὑστέραι , ἐκφεύγουσι δὲ πάνυ
δ ' ἄρα συμφορέοιτο Δίκῃ πανδῖα Σελήνη , δηρὸν ἀμυδρὴ νοῦσος ἐφημερίοις κε πέλοιτο ἀνθρώποις : πότμον δ ' ὑπαλεύεται
6006872 χολωδης
: εἰ γὰρ ἐκ φλεγματώδεος φλεγματώδης , καὶ ἐκ χολώδεος χολώδης γίνεται , καὶ ἐκ φθινώδεος φθινώδης , καὶ ἐκ
, οἵα ἐστὶν ἡ ἐκ κέγχρων πυρία . εἰ δὲ χολώδης , τοῖς σπόγγοις τοῖς ἀπὸ τοῦ θερμοῦ ὕδατος μόνοις
5974585 κουφοτερος
πλέονι Καρρίναν ἐκπολεμήσοντα Πομπήιον . ὁ δὲ καὶ τούτῳ , κουφότερος ὤν , ἐπεφαίνετο ἄφνω καὶ ἀφιπτάμενος ἠνώχλει καὶ πόλεις
τε κοιλίη ἐφίσταται ἐνίοτε : ὁκόταν δὲ ἀφροδισιάσῃ , δοκέει κουφότερος εἶναι ἐς τὸ παραυτίκα , ἐξ ὑστέρου δὲ μᾶλλον
5947732 ὁμαλη
ἱκετηρίας τῷ θεῷ προσαγομένην , ὡς τὸ . ἐπίπεδος ἡ ὁμαλή , ἐπιφάνεια ἡ ὁμαλὴ καὶ τραχεῖα καὶ βουνοειδής .
διάγραμμα ἔχει , ὡς ὑποτέτακται : αʹ νεφέλη λευκὴ λείη ὁμαλή , βʹ νεφέλη λευκὴ ἀνώμαλος . Καὶ περὶ μὲν
5945918 σκευαριων
ὅτι . Κομιδῇ μὲν οὖν : αὐχμὸς γὰρ ὢν τῶν σκευαρίων μ ' ἀπώλεσεν . Ἀλλ ' οὐχὶ νῦν .
τὸν κότταβον εἶναι ἀποδίδωσιν , ἐν ᾗ ἐξίσταντο καὶ τῶν σκευαρίων οἱ δυσκυβοῦντες . λέγει δ ' οὕτως : πρὸς
5922716 προστιθεμενη
δόξει ἡ πόλις νῦν μὲν Λακεδαιμονίοις , αὖθις δὲ Ἀρκάσι προστιθεμένη : ὁμοία δ ' ἐστὶν αὕτη τῇ πρώτῃ τεθείσῃ
καθαίρει δὲ τὰ ἕλκη ἱκανῶς καὶ ἴρις ἰλλυρικὴ μετὰ μέλιτος προστιθεμένη , καὶ τὸ ἀφέψημα τῆς ἴρεως καὶ τῆς ἀριστολοχίας
5906833 ἐξελθῃ
: πλῦναι γὰρ χρὴ καὶ πλῦναι μέχρις ἂν τὸ πηλῶδες ἐξέλθῃ , κατὰ τὴν θείαν Μαρίαν . Πᾶσα γὰρ γῆ
λέγει πρὸς τὰς λοιπὰς τὰς ἔσω , ἵνα τὸ ἡμιχόριον ἐξέλθῃ : μὴ νῦν μοι τὰν ἐκβακχεύουσαν : ἐπειδὴ μέλλουσιν
5884398 προελθῃ
† ἤγουν ἡ ζωὴ αὐτῶν μακρὰ γένηται . ταθῇ ] προέλθῃ , ἐπιταθῇ . πρόσω ] ἔμπροσθεν . ὑπερσχὼν ]
τὸ ἔντερον αὐτῇ καὶ συνῆλθεν . ὅπερ εἰδυῖα , ὅταν προέλθῃ , τοῦ καλουμένου ἄρου τοῦ ἀγρίου ἐσθίει . τὸ
5855611 προσπεσῃ
οὖν πολλοί , κἂν αὐτὸ μόνον αὔρα βραχεῖά τινος εὐτυχίας προσπέσῃ , φυσῶσι καὶ πνέουσι μεγάλα καὶ καταλαζονευόμενοι τῶν ἀφανεστέρων
θ ' ὑμῖν , ἵνα σκοπῆτε καὶ τηρῆτε μὴ καὶ προσπέσῃ ὑμῖν ἀφράκτοις πρᾶγμα δεινὸν καὶ μέγα . Τί δ
5844834 ἐκκρινῃ
, ἵν ' ἐπειδὰν εἰς φῶς προέλθῃ , τὴν περιττεύουσαν ἐκκρίνῃ . τό τε γὰρ μηκώνιον καλούμενον περίττωμα [ ὂν
μὴ μόνον ἐρυθρὸς ᾖ , ἀλλὰ καὶ ὅταν πολὺ δάκρυον ἐκκρίνῃ . ξηροφθαλμία δέ ἐστιν , ὅταν οἱ κανθοὶ ἑλκώδεις
5840991 ἐθισθῃ
ἐν μαλακῷ χωρίῳ διδάσκειν , καὶ τελευτῶν , ἐπειδὰν τοῦτο ἐθισθῇ , πολὺ ἥδιον τὸ πρανὲς τοῦ ὀρθίου δραμεῖται .
οὗτοι , ὅταν αὐτοῖς ἡ ὀδύνη παύσηται καὶ τὸ ἄρθρον ἐθισθῇ ἐν τῷ χωρίῳ στρέφεσθαι , ἵνα ἐξέπεσεν , οὗτοι
5837143 παρελθῃ
καὶ κεῖται ἐκεῖ ὅλον τὸν ὀπωρινὸν καιρὸν , μέχρις ἂν παρέλθῃ ὁ κύναστρος , ἐν δὲ τῷ φθινοπώρῳ ἐξέρχεται .
χρῆσθαι τῷ σχήματι : ἐπειδὰν δὲ ὁ τῆς πομπῆς καιρὸς παρέλθῃ , τηνικαῦτα ἕκαστος ἀποδοὺς τὴν σκευὴν καὶ ἀποδυσάμενος τὸ
5835830 ὑποστῃ
, καὶ συναναταράξας τῇ χειρὶ ἐπιμελῶς , ἄχρις ἂν οὗ ὑποστῇ ἡ λεπίς , ἀφαίρει τὰ ἐφεστῶτα , ἀποχέας τε
αἰτίαν . καὶ διὰ μὲν κακοήθειαν νοσήματος οὕτως : ἵνα ὑποστῇ ἡ κακοήθεια τοῦ νοσήματος , τριῶν δεῖται συνδρομῆς ,
5834582 ξυσις
ἐπὶ δὲ πάντων περὶ τὰ ὀστᾶ ἥ τε καῦσις καὶ ξύσις καὶ ἡ ῥίνησις καὶ ἡ πρίσις εὔχρηστοι καὶ ἐπ
δὲ τῶν παρά τινας προφάσεις ψιλωθέντων ὀστῶν δύναται μὲν καὶ ξύσις , ἄχρις ἂν ἐφαιμάσσηται , μάλιστα δ ' ἁπλῶς
5832576 ἑψηθῃ
Πρὸς κοιλιακούς . ] Βάλλε καρδαμοσπόρον εἰς καινὸν τζουκάλιον ἕως ἑψηθῇ , καὶ λαβὼν ὠὸν ἔκζεσον χωρὶς καὶ ἐκλέπισον καὶ
ἑψηθέντι καὶ ἀποθεμένῳ τὸ φυσῶδες : ἐὰν γὰρ μὴ καλῶς ἑψηθῇ , φυσᾷ τὰ ὑποχόνδρια καὶ αὐτὴ , καθάπερ καὶ
5818885 ἐπαγαγῃ
οὐδεὶς μῶμος ἕπεται παρὰ τῶν ἀνθρώπων , ἤγουν οὐδεὶς ψόγον ἐπαγάγῃ σοι ὡς πολυλογοῦντι . μὴ λάβῃς δὲ πρὸς τὸ
μακρότατον ἐποιήσατο Ἀντίγονος εἰρήνην , ἐφ ' ᾧ τέ σφισιν ἐπαγάγῃ φρουρὰν ἐς τὸ Μουσεῖον . καὶ τοῖς μὲν ἀνὰ
5808909 ἀσθενης
' ἴσον . γεγραμμένων δὲ τῶν νόμων ὅ τ ' ἀσθενὴς ὁ πλούσιός τε τὴν δίκην ἴσην ἔχει , ἔστιν
σφαλερώτερος : καὶ ὁ μὲν θρασὺς ἰταμώτερος , ὁ δὲ ἀσθενὴς θρασύτερος , ὁ δὲ φιλήδονος ἀκολαστότερος . Γεωργῶν ἀνήρ
5800550 ἐμπεσῃ
προτάξομεν : ὅτεῳ μὲν οὖν ἂν τετελειωμένῳ ἤδη ἐκπεσὸν μὴ ἐμπέσῃ , ὁδοιπορεῖν μὲν δύνανται , ὅταν χρόνος ἐγγένηται καὶ
τῆς φλεγμονῆς τῶν νεύρων . Καὶ γὰρ ἢν ἐκπεσόντα αὐτίκα ἐμπέσῃ , ὅμως φιλέει τὰ νεῦρα ξύντασιν ποιέεσθαι , καὶ
5787746 τρεφηται
: ἔπειτα δὲ καὶ ἡ χώρη ἐν ᾗ ἄν τις τρέφηται , καὶ τὰ ὕδατα : εὑρήσεις γὰρ ἐπὶ τὸ
τοῦ δὲ τὸ ἀμυντικὸν ἵνα μὴ δι ' ἀσθένειαν μάτην τρέφηται . οὐ θηρατικὸν οὖν οὐδὲ Μελιταῖον θρέψει κύνα γεωργός
5787539 ποιεῃ
' ἀμφοῖν κίνδυνον ἐσόμενον : ἢν δὲ καὶ παραφρονέων τοῦτο ποιέῃ , ὀλέθριον γίγνεται κάρτα ἤδη . Ἕλκος δὲ ἤν
καὶ ἐναπέθετο τῇσι κοτύλῃσι τῶν ἰσχίων : ἰσχία καὶ ἢν ποιέῃ φθίσιν , καὶ μαραίνεται ὁ ἄνθρωπος ὅδε καὶ ὧδε
5785277 καταλαμβανῃ
ἐς τὸν Πέρσην , ἵνα , ἢν ἄρα τί μιν καταλαμβάνῃ πρὸς Ἀθηναίων πάθος , ἔχῃ ἀποστροφήν : τά περ
ἐν πάνυ μακραῖς ἐνιαυτῶν περιόδοις . ὅταν μὲν οὖν ἔμπρησις καταλαμβάνῃ , ῥεῦμα αἰθερίου πυρὸς ἄνωθεν ἐκχεόμενον πολλαχῇ σκεδάννυσθαι ,
5733808 ἀποληται
τι ὁ ἰητρὸς , καὶ κακῶς σχῇ , ἢ καὶ ἀπόληται , ὁ ἰητρὸς αἴτιος . Σχεδὸν δὲ ὅσα ἀνάγκας
. ὑπέσχοντο γὰρ τοῖς ναυκλήροις δώσειν τὰς τιμάς , εἰ ἀπόληται τὰ πλοῖα ʃ ἀπέκλιναν ἐν τῷ λιμένι περὶ τὰς
5723035 πυρετος
τινος τῶν παραπλησίων : οὐ γὰρ ἡ τυχοῦσα ἄμετρος θερμότης πυρετός ἐστιν , οἷον ἡ ἐν τῷ σιδήρῳ ἢ ἐν
τῆς σαρκὸς λιπαρὴν ἰκμάδα . ὁκόταν δὲ τοῦτο γένηται , πυρετός ἐστιν καυσώδης ἅτε ἔχων τροφὴν ἀπὸ τοῦ λιπαροῦ τοῦ
5720164 περιπλευμονιη
, αἱμοῤῥοΐδας , σύριγγας . Καῦσος δὲ , φρενῖτις , περιπλευμονίη , κυνάγχη , σταφυλὴ , πλευρῖτις , ταχέως κρίνει
ὀλίγα ἔχῃ τούτων τῶν σημηΐων , μὴ ἐξαπατάτω ὡς οὐ περιπλευμονίη ἐστίν : ἔστι γὰρ μαλθακή . Θεραπεύειν δὲ χρὴ
5719957 γενηται
ὅ τι τοῦ βέλεος ἕδρη , ἢν μὴ κάρτα μεγάλη γένηται ἡ ἕδρη . Προσγίνεται δὲ καὶ ῥῆξις τῇ ἕδρῃ
λείπει αὐτῷ , ὁ δέ , ἵνα πλείων ἡ περιβολὴ γένηται , καὶ τὸ ἐναντίον παραθεὶς ἐπανέλαβε . τί δὲ
5711651 ἐνεργῃ
, ἔστι μὲν καὶ τότε δυνάμει κοῦφον , ἂν μὴ ἐνεργῇ , ἀλλὰ τελειοτέρα τε αὕτη ἡ δύναμις καὶ εὐθὺς
: θορυβεῖ δὲ μᾶλλον καὶ περισπᾷ τὰς διασκέψεις , ὅταν ἐνεργῇ παραπλησίως ταῖς αἰσθητικαῖς κινήσεσι : διόπερ ἔν τε ταῖς
5692634 κινηθῃ
, εἰ μὲν ἐξ ἀνάγκης , δῆλον ὡς ὅταν ἐκείνην κινηθῇ , τήνδε κινηθήσεται : εἰ δὲ μὴ ἐξ ἀνάγκης
ἐξ ὅλης κυκλεῖται , οὕτω καὶ ἐν τῷ σώματι ὅταν κινηθῇ τὸ αἷμα , τότε ἐμπίπτει μὲν εἰς τὰ ἀγγεῖα
5688229 ῥηξις
, τὸ δὲ μεσαίτατον , καθ ' ὃ ἐγένετο ἡ ῥῆξις , ἀναξηρανθὲν ὁδὸς εὐρεῖα καὶ λεωφόρος γίνεται . τοῦτο
βοθρίον , φλυκτὶς , μυιοκέφαλον , σταφύλωμα , ὑπόπυον , ῥῆξις , οὐλὴ , λεύκωμα , κοίλωμα , πρόπτωμα ,
5669154 κυησις
ἐστιν εἴτε εἰς σύλληψίν ἐστιν ἐπιτήδειον εἴτε οὐκ ἔστιν , κύησις δὲ , ὅταν ἡ διαπλαστικὴ δύναμις ἐν τῇ μήτρᾳ
τετάρτην καὶ δεκάτην ἡμέραν : τῆς δ ' ἡ μὲν κύησις τρίμηνος , τὸ δὲ τῶν σκυλάκων ἀνάβλεμμα εἰς ἑβδόμην
5669034 ἐπιγιγνεται
ἔθρεψαϲ , πυρετὸϲ μὲν οὐκ ἐγένετο , θερμαϲία δὲ αὐτοῖϲ ἐπιγίγνεται ὀλίγη : ὡϲ εἴ γε ἐπὶ πλέον βραδύνειϲ θρέψαι
εἴη τοῦ θεοῦ δωρεά . μετὰ δὲ ταῦτα ἕτερον τοιόνδε ἐπιγίγνεται . ἦν Ἐπάγαθος τῶν τροφέων τῶν ἐμῶν , ὃς
5659661 δυσουρια
παραθλιβομένου τοῦ ἀπευθυσμένου . εἰ δὲ τὸ ἔμπροσθεν φλεγμαίνει , δυσουρία παρακολουθεῖ , καὶ μάλιστα ἐὰν τὰ κατώτερα μέρη εἴη
ἡ μὲν ἀλγηδὼν κατὰ τοῦ ἐπιγαστρίου πλείων μετὰ διογκώσεως , δυσουρία δὲ ἢ ἰσχουρία , καὶ μετὰ τὸ οὐρῆσαι μᾶλλον
5651277 συναψῃ
οὕτω δὲ συνέχει πᾶν ὅ τι ἂν συνδήσῃ τε καὶ συνάψῃ , ὡς καὶ δέκα ἡμερῶν αὐτὴν βρεχομένην μήτε λύεσθαι
. Ἐπειδὰν δὲ κατ ' ἰδίαν ταῖς μοίραις τοῦ παντὸς συνάψῃ καὶ ταῖς διηκούσαις δι ' αὐτῶν ὅλαις θείαις δυνάμεσι
5649463 πεφθῃ
' ἔστιν ἡ οἰκεία ἐν ἑκάστῳ ὕλη . Ὅταν γὰρ πεφθῇ , τέλειον γέγονε καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς τελειώσεως ὑπὸ
αἴτιον καὶ τοῦ ὕπνου . ἐγείρεται δ ' , ὅταν πεφθῇ καὶ κρατήσῃ ἡ συνεωσμένη θερμότης ἐν ὀλίγῳ πολλὴ ἐκ
5647653 καμῃ
θύμα , θύμβραν . Ὡς ἡ ποτ ' αὐτὸν ἢν κάμῃ τις , εὐθέως ἐρεῖ [ πρὸς αὐτὸν ] ,
κῦμ ' ἀλεείνων πάντοθεν ἐσσύμενον στυγερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ χεῖρα κάμῃ καὶ θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης
5636420 πυκνη
περιπέτασον . Σπόγγος , λεκάνη , πτερόν , λεπαστὴ πάνυ πυκνή , ἣν ἐκπιοῦς ' ἄκρατον ἀγαθοῦ δαίμονος τέττιξ κελαδεῖ
. καὶ προηγεῖται ἡ μεγάλη ἀναπνοή , ἕπεται δὲ ἡ πυκνή . Τρίτη διαφορὰ δυσπνοίας μεγάλη καὶ ἀραιά , ἥτις
5628790 ἐμεσῃ
χειρί , ἄνοιγε τὸ μεμυκὸς αὐτοῦ στόμα , ἕως οὗ ἐμέσῃ : καὶ μετὰ τὸν τοῦ γλυκέος οἴνου ἔμετον πότισον
δ ' ὅτε καὶ ἐμέει χολὴν ὠχρὴν , καὶ ὁκόταν ἐμέσῃ , ἐπ ' ὀλίγον δοκέει ῥᾴων εἶναι : ἢν
5597433 πραττῃ
; Καὶ μάλα γε . Τί δὲ ἐπειδὰν ἄλλο μηδὲν πράττῃ μηδὲ κοινωνῇ Μούσης μηδαμῇ ; οὐκ εἴ τι καὶ
φέροντες . ἑκάτεροι δέ , ἐπειδὰν χωρὶς ἑκάτερος τὸ ἑαυτοῦ πράττῃ , οἷον : ἑκάτερος αὐτῶν δοκὸν φέρων , ἤτοι
5593296 καματος
, βάρη , ἀτονίαι , πυρώδεις ἐν ἰσχίοις διαθέσεις καὶ κάματος . ἄριστόν ἐστι τὸ φάρμακον : σκευάζεται δ '
' ἐν πυκινοῖσι καταδράθω , εἴ με μεθείη ῥῖγος καὶ κάματος , γλυκερὸς δέ μοι ὕπνος ἐπέλθοι , δείδω μὴ
5592616 ἐπιστῃ
ὡς θεοσεβὴς χωρὶς δεισιδαιμονίας : ἵν ' οὕτως εὐσυνειδήτῳ σοι ἐπιστῇ ἡ τελευταία ὥρα ὡς ἐκείνῳ . Ἀνάνηφε καὶ ἀνακαλοῦ
εὐθενῇ καὶ μηδὲν αὐτῇ φοβερόν ποτ ' ἐκ τῆς ὑπερορίας ἐπιστῇ , καὶ νῦν ἐπ ' Ἀθηναίους ὑπὲρ ὑμῶν ἔρχεται
5591451 κατηγορικη
μὲν μείζων πρότασις στερητικὴ καθόλου ἀναγκαία , ἡ δὲ ἐλάττων κατηγορικὴ ὑπάρχουσα . ἐπεὶ τοίνυν ἀντιστρέφει τὸ καθόλου καταφατικόν ,
διὰ τὸ πρῶτον : ὡς ἂν γὰρ ἔχῃ ἡ καθόλου κατηγορικὴ κατὰ τὸ ὑπάρχον καὶ ἀναγκαῖον , ὑπάρχον συνάγεται .
5590799 συνιστηται
, ἤτοι τῶν ἀρετῶν , ἤτοι κἄν τε ἡ εὐδαιμονία συνίστηται ἐκ πασῶν τῶν ἐνεργειῶν τῶν ἀρετῶν , εἴτε εὐδαιμονία
, ἤτοι τῶν ἀρετῶν , ἤτοι κἄν τε ἡ εὐδαιμονία συνίστηται ἐκ πασῶν τῶν ἐνεργειῶν τῶν ἀρετῶν , εἴτε εὐδαιμονία
5576894 ἀποδοθειη
, ὀφθείη , πρόχειρος δὲ ἡ ἐπὶ τῷ φανέντι πρόγνωσις ἀποδοθείη , προεπεσκεμμένης δηλονότι καὶ τῆς ἐπὶ τῷ νοσοῦντι εὐαισθησίας
ἐπεὶ καὶ αὐτῇ ὄνομα ἴδιον τέθειται : καὶ λόγος ἂν ἀποδοθείη αὐτῆς κατὰ τὸ ὄνομα . καὶ πάντες οἱ λόγοι
5574809 προσλαβῃ
' οἷς ἂν πλημμελήσῃ καὶ τὸ τιμᾶσθαι δι ' αὐτὰ προσλάβῃ , πῶς δοκεῖτε αὔθαδες ἔσται καὶ ὑπερήφανον ; μὴ
γ Μο αὐτὸν προσλαβόντα ποιεῖν ⃞ον : ἀλλ ' ἐὰν προσλάβῃ Μο γ , γίνεται ΔΥ α Μο α :
5569997 νοῃ
μηδὲ αὐτὸ μένειν ἁπλοῦν , καὶ ὅσῳ ἂν μάλιστα αὐτὸ νοῇ : διχάσει γὰρ αὐτὸ ἑαυτό , κἂν σύνεσιν δῷ
ψυχὴ καὶ ζωὴ κρείττων ἡ νόησις , καὶ ὅταν ψυχὴ νοῇ , καὶ ὅταν νοῦς ἐνεργῇ εἰς ἡμᾶς : μέρος
5566138 δριμυτης
ἡμῖν , καίτοι τάχ ' ἴσως οὐδ ' ἡ τοιαύτη δριμύτης , εἴπερ οὕτω γίνοιτο , ἐκφεύγει τὴν ψυχρότητα :
τοῦτο ποίησον πολλάκις , ἔστ ' ἂν ἀφανισθῇ τέλεον ἡ δριμύτης τοῦ ἐν αὐτῷ κιτρίου ζωμοῦ . Ἔπειτα λάβε τὸ
5559038 ἀνωμαλος
κλῆρος ὁ μυθευόμενος ἐν Σικυῶνι ταῦτα καὶ διαίρεσις ἀδελφῶν οὕτως ἀνώμαλος , ὡς οὐρανὸν ἀντιθεῖναι θαλάττῃ καὶ ταρτάρῳ . Πᾶς
δοκεῖ δὲ αὐτοῖς καὶ κατὰ λόγον τοῦτο γεγονέναι , διότι ἀνώμαλος ἡ τῶν ἐπιδέσμων γίνεται πρόσπτωσις διὰ τὴν ποικιλίαν δυναμένη
5548074 κοιλιη
ἐλαχίστῳ ὕδατι ψυχρῷ ἢ μελικρήτῳ . Ὁκόσοισι δὲ ἐν πυρετοῖσι κοιλίη ὑγρὴ καὶ γνώμη τεταραγμένη , οἱ πολλοὶ τῶν τοιουτέων
δὴ παρέχει , καὶ τῶν σιτίων ἀποκλείονται , ἥ τε κοιλίη ἐξελκοῦται , στῆσαι δὲ χαλεπὸν ἤδη γίνεται αὐτήν .
5546925 ἑληται
ἵνα ] τὸ μὲν φύγῃ , τὸ δ ' ἐναντίον ἕληται , καὶ πάσαις ταῖς φαντασίαις εὐαρεστήσας προφητεύῃ διὰ τῶν
ἔστιν ἡ προαίρεσις ὄρεξις βουλευτική . ἐπειδὰν γὰρ βουλευσάμενός τις ἕληται καὶ ἡ ὄρεξις ἐπακολουθήσῃ τῷ λογισμῷ ἢ ἀνάπαλιν ὀρεχθεὶς
5536845 πυρετωδης
τριταίην ἔλαβεν . Ἐκ χρόνου δὲ πολλοῦ πρὸ τοῦ τόκου πυρετώδης ἦν , κατακλινὴς , ἀπόσιτος . Μετὰ δὲ τὸ
εὔροός τε καὶ ὑγιηρής ἐστι , καὶ ἡ κύστις μὴ πυρετώδης , μηδὲ ὁ στόμαχος τῆς κύστιος ξυμπέφρακται λίην ,
5535052 αἰσθανηται
ἐφορᾷ , πέμπων πιστοὺς ἐπισκοπεῖται . καὶ οὓς μὲν ἂν αἰσθάνηται τῶν ἀρχόντων συνοικουμένην τε τὴν χώραν παρεχομένους καὶ ἐνεργὸν
δίκαιον . οὕτως οὐδὲ τὸ δυνάμει αἰσθητικόν , ὅταν ἐνεργείᾳ αἰσθάνηται , πάσχειν κυρίως ἢ ἠλλοιῶσθαι λέγειν δεῖ . τὸ
5534202 μενῃ
ἂν μήτε κλίνῃ τὸ πᾶν μήτε ἰσχύον ἄγαν ἀπολείποιτο , μένῃ δὲ ἑστηκὸς ἐπὶ βραχείας ῥοπῆς . Τὸ δὲ ζῷον
ἐν ἡλίῳ ὀξυτάτῳ : ἔνικμον γὰρ κἂν ἐπ ' ὀλίγον μένῃ , ὀξίζει . Ἄμωμον κάλλιστόν ἐστι τὸ Ἀρμένιον ,
5528808 ἀραιοτης
ἀρχὴ τῶν ὅλων τὸ πῦρ , δύο δὲ αὐτοῦ πάθη ἀραιότης καὶ πυκνότης , ἡ μὲν ποιοῦσα ἡ δὲ πάσχουσα
, ἵνα εἴη προγνωστικὸς ὁ λόγος : ἐὰν εἴη δέρματος ἀραιότης , προμήνυσον ὡς κοιλίης ἐστὶ σκληρότης τουτέστιν ἐποχὴ γαστρός
5516004 ῥηθειεν
καὶ οὕτω λέγειν προσήκει . Πῶς δ ' ἂν ἑκάτερα ῥηθεῖεν ἄπεπτα , οὐ τοῦ νῦν ἐστι λόγου , εἴτ
ἀντωνυμίας . . . Δεόντως δ ' ἂν καὶ ἀντωνυμίαι ῥηθεῖεν κατὰ τοὺς μερισμούς , καθότι καὶ ἄλλα μέρη λόγου
5515962 κατεχῃ
ἥ τ ' ἐκ τῆϲ ϲτύψεωϲ ἐγγεγενημένη πύκνωϲιϲ τοῖϲ πεπονθόϲι κατέχῃ τὰ παχύτερα , καιρὸϲ ἤδη χαλᾶν ὑπὲρ τοῦ κενῶϲαι
τὴν ὑποχώρησιν , ἅπαν ἔχοντος τὸ κλύσμα , πλείω χρόνον κατέχῃ τὴν ἀνάστασιν , διατείνεται σφόδρα ὑπὸ τοῦ πλήθους ἡ
5515902 θερμη
πλεονάζῃ τὸ θερμόν . ὑποκείσθω δὴ πάλιν ἐπικρατεῖν μὲν ἡ θερμὴ δυσκρασία , μεμῖχθαι δ ' αὐτῇ τὴν ὑγρότητα :
ἢ ἐρυσιπελατώδης φλεγμονὴ ἢ κατὰ δυσκρασίαν ἄνευ χυμῶν γεγονυῖα ἄκρως θερμὴ διάθεσις , † ὀνίνασθαι , καθάπερ γε καὶ ἀπόστημα
5513385 ἀρχηται
κιττώδους καὶ βραχύτεροι καὶ παχύτεροι . καὶ ὁ κιττὸς ὅταν ἄρχηται σπερμοῦσθαι μετέωρον ἔχει καὶ ὀρθὸν τὸν βλαστόν . Πολύρριζος
νοσήσωσιν . Ἰῶνται δὲ σφᾶς αὐτέους τρόπῳ τοιῷδε : ὁκόταν ἄρχηται ἡ νοῦσος , ὄπισθεν τοῦ ὠτὸς ἑκατέρην φλέβα τάμνουσιν
5512705 θεωρῃ
δὲ γίνεται , ὅταν τις τὴν μὴ εἰκόνα ὡς εἰκόνα θεωρῇ ἢ τὴν εἰκόνα ὡς μὴ εἰκόνα . αἱ δὲ
τὴν ἐπιστήμην . κατ ' ἐνέργειαν δέ , ὡς ὅταν θεωρῇ , καὶ τοῦτο διττῶς : ἢ περὶ τῶν ἀιδίων
5510871 λαβῃ
Ἀλκιβιάδης δεινὸς , βελτίων πάντων ἡμῶν εἶναι βουλόμενος , ἂν λάβῃ Σικελίαν , τίς ἔσται ; τίς ἐνέγκαι μετὰ ταῦτα
οὖν σπασθῇ ἐπιληπτικὸς καὶ πέσῃ χαμαὶ ἢ σκοτωματικὸς ἢ ἀποπληξία λάβῃ τινὰ καὶ κεῖται ὕπτιος ὁ ἄνθρωπος σπαραττόμενος , αἰφνίδιον
5507587 ἐλεησειεν
: τὸν εὐθὺν ἐξειπόντας : ἐκ γὰρ τῆς συντόμου ὁμιλίας ἐλεήσειεν ἂν τὸ τῆς φύσεως αἰφνίδιον νόσημα καὶ οὐκ ἂν
, οὐκ ἔστιν ὅστις οὐκ ἂν τὴν τῶν πασχόντων τύχην ἐλεήσειεν . πᾶσαι μὲν γὰρ αἱ πύλαι τῆς πόλεως ἐκλείσθησαν
5506257 ποσθῃ
. ἀνιεμένη δὲ ῥοδίνῳ ἀγαθὴ πρὸς τὰ ἐν ἀρχῷ καὶ πόσθῃ καὶ τἄλλα ἐν οἷς ἀνιεμένων φαρμάκων χρεία . Λίθος
μέρη δερματώδεις ἐπιφύσεις ἔχουσα , ἀνάλογον τῇ ἐπὶ τῶν ἀρρένων πόσθῃ . τὸ δὲ σχῆμα αὐτῆς , τὸ μὲν ἄλλο
5504574 ἰησις
φύσιν ἐσέλθῃ , τοῦτο νοῦσον ποιέει , δηλοῖ δὲ ἡ ἴησις . Τῶν τρεφόντων ἀθρόως καὶ ταχέως , ταχεῖαι καὶ
Ἢν δ ' ἀμφότεραι αἱ γνάθοι ἐξαρθρήσωσιν , ἡ μὲν ἴησις ἡ αὐτή . Ξυμβάλλειν δέ τι ἧσσον οὗτοι τὸ
5493722 διαχειται
ἐξαπλοῦται , ὑψοῦται . Μέσος δὲ διαῤῥέει : ἐξήπλωται , διαχεῖται , καθά περ ἄρμενον . λαῖφος : ἄρμενον .
προσμίξαντες . ἔστι δὲ τοῦδε καὶ ἄλλος μεταχειρισμός : ὄξει διαχεῖται ἡ ζύμη , ὡς εἶναι χυλοῦ τὸ πάχος :
5491292 ἡκῃ
' οὗ ἠπάτηται ] : ἐπεὶ καί , ὅταν ἐκεῖνο ἥκῃ , ἀφίσταται ἀφ ' οὗ ἠπάτηται . Καὶ ἡ
Ἐπειδὴ τὰ τῆς αὐτῆς οὐσίας τυγχάνοντα σώματα διαφανῆ καθόσον ἂν ἥκῃ λεπτότητος , διαφανέστερα γίνεται , εἰκότως ἂν ἀφαιραῖτο ὧδε
5483628 ἐκλιπῃ
, τὴν δὲ τῶν χρωμένων . ὅταν μὲν οὖν τις ἐκλίπῃ τὰς οἰκείας πράξεις , ὑπεύθυνος κατὰ τοῦτο : ὁ
ὥσπερ τὰ ῥόδα διατηρεῖ τὴν εὐοσμίαν ἀποξηραινόμενα μέχρι οὗ ἂν ἐκλίπῃ : πλὴν τὰ μὲν χλωρὰ καὶ πόρρωθεν ὄζει ,
5481277 στροφος
καὶ δοῦναι , καὶ ἐᾶσαι ὑπνῶσαι : καὶ ἢν μὲν στρόφος γίνηταί οἱ περὶ τὸν ὀμφαλὸν , κύει : ἢν
ἀλγηδὼν ἐνείη , καὶ ἅμα τῷ ἀλγήματι ἢ βηχίον ἢ στρόφος ἢ πόνος κοιλίης : ὅταν δέ τι τουτέων παρῇ
5474517 ἐπιτυχῃ
ὡς τὰ μὲν αὐτῶν εὑρίσκειν ἵνα αἱρήσηται καὶ πῶς αὐτῶν ἐπιτύχῃ βουλεύσηται , τὰ δὲ εὑρίσκειν ἵνα ἐκφεύξηται , καὶ
τὰ νοσσία αὑτοῦ . ἐὰν οὖν τις τὴν βοτάνην ταύτην ἐπιτύχῃ , πρὸς πολλὰ ποιήσει ἃ οὐκ ἔξεστι λαλεῖν .
5474394 ἐμμεινῃ
τόκου ῥόος λαμβάνῃ καὶ τὰ σιτία ἐν τῇ γαστρὶ μὴ ἐμμείνῃ , ἀσταφίδα μέλαιναν καὶ ῥοιῆς γλυκείης τὰ ἔνδον τρίψας
σώματος παρὰ τὸ ἔθος : ὅ τι δ ' ἂν ἐμμείνῃ τῆς συντήξιος , οὐ μόνον τῷ κενωθέντι τοῦ σώματος
5468004 καταστῃ
δυοῖν δεούσῃσιν . Ἢν δέ τις ἀνακῶς θεραπεύῃ καὶ μὴ καταστῇ ἐν τουτέῳ τῷ χρόνῳ τὰ ἐν τῇσι κεφαλῇσι μεγάλα
εἰς διοίκησιν , οὐδὲν ἐξαμαρτάνει , ὅταν δὲ εἰς ἀπορίαν καταστῇ , ἀναγκάζεται εἰσαγγελίας δέχεσθαι καὶ δημεύειν τὰ τῶν πολιτῶν
5465808 λιπῃ
γ ' οὔτι βίης μεθίησιν ἄεθλον , ὄφρα ἑ τεθνηῶτα λίπῃ ψυχή τε καὶ ἀλκή . δὴ τότε μιν προπεσόντα
πυρὸς μένει ἔνδοθεν ὕδωρ : εἰ δέ τις ἐν ψυχρῇσι λίπῃ κονίῃσι λέβητα , παφλάζει κρατεροῖο κυκώμενον ἔνδοθι χαλκοῦ .
5457595 ἀκμαζῃ
σίαλον , ἑβδόμῃ δὲ καὶ ὀγδόῃ , ὅταν ὁ πυρετὸς ἀκμάζῃ καὶ ὑγρὰ ᾖ ἡ περιπλευμονίη , παχύτερον : ἢν
ἂν ἡ νοῦσος μαλθακωτέρη τῶν ἐσχάτων ἔῃ . Ὁκόταν δὲ ἀκμάζῃ τὸ νούσημα , τότε λεπτοτάτῃ διαίτῃ ἀναγκαῖον χρέεσθαι .
5454169 ῥαγῃ
. Καθαίρονται δὲ ἐν τεσσαράκοντα ἡμέρῃσιν ἀφ ' ἧς ἂν ῥαγῇ , πολλοῖσι δὲ καὶ ἐνιαυσίη γίνεται ἡ νοῦσος :
τι τῶν φλεβίων σπασθὲν ῥαγῇ , ἢ σπασθῇ μὲν , ῥαγῇ δὲ μὴ παντελῶς , ἀλλὰ σπάδων ἐν αὐτῷ γένηται
5444968 μελαγχολικος
εἰρήκαμεν . ὁ δὲ σπλὴν γίνεται μέγας , ὅταν ὁ μελαγχολικὸς πλεονάσῃ χυμὸς τοσοῦτον , ὥστε καὶ τὸν σπλῆνα πολλὴν
πλεῖστον δὲ πλανῆται αὐτῶν προηγοῦνται . διὰ τοιαύτην αἰτίαν ὁ μελαγχολικὸς χυμὸς διττὴν ἔχει τὴν γένεσιν : γίνεται γὰρ ἢ
5439767 ῥευματισμος
μετὰ τοῦ ἰσχναίνεσθαι τὸ σῶμα . σξηʹ . Διάῤῥοιά ἐστι ῥευματισμὸς πλείων κοιλίας ἄνευ φλεγμονῆς καὶ ἑλκώσεως πολυχρόνιος . σξθʹ
ὡς εἴρηται , προκλυζέσθωσαν . εἰ δ ' ἐπιτείνοιτο ὁ ῥευματισμὸς καὶ ἀλγηδὼν ἐπιγένηται , φλεβοτομία τε ἁρμόζει , καὶ
5437065 φλεγματωδης
ναρκίσσινον , καὶ κλύζειν . Ἄλλος κλυσμὸς , χολώδης καὶ φλεγματώδης : σικύης ἐντεριώνης ὅσον παλαιστὴν ἑψήσας ἐν ὕδατι ποτῷ
θερμότερα ταῖς κράσεσιν ὑπάρχει , καὶ ἡ σὰρξ αὐτῶν ἥκιστα φλεγματώδης ἐστὶ καὶ γλίσχρα . ψῆρας οὖν καὶ κίχλας καὶ
5430864 λαμβανῃ
τέσσαρας ἀριθμοὺς ὅπως ἕκαστος παρὰ τῶν λοιπῶν τριῶν ὡς ἑνὸς λαμβάνῃ μέρος τὸ ἐπιταχθέν , καὶ γένωνται ἴσοι . Ἐπιτετάχθω
κρίνηται τὰ τῆς μάχης , ἀλλὰ δι ' ἡμέρας ὅλης λαμβάνῃ τὸ τέλος . Ὅτ ' ἂν δέ τις ἐμπέσῃ
5425453 ἀπορησῃς
δὲ ὁ γὺψ ἰδίας ἐνεργείας . εἰ δὲ καὶ γυπὸς ἀπορήσῃς , ὁ ἱέραξ ἀναπληροῖ τὴν χρείαν , καὶ ἔλαττον
δέ εἰσι τὰ μέλανα ὁρώμενα κατὰ φαντασίαν . Καὶ μὴ ἀπορήσῃς ὅτι πῶς ἐπὶ τῇ ξανθῇ χολῇ ὀρφνώδη τινὰ μελάσματα
5425054 φλεγματωδεα
λευκὰ γίνεται μάλιστα ταύτην τὴν ὥρην , καὶ τἄλλα νοσήματα φλεγματώδεα . Τοῦ δὲ ἦρος τὸ φλέγμα ἔτι μένει ἰσχυρὸν
ὁ ῥόος οἱ εἴχετο . Ἕπεται δὲ ταύτῃ καὶ ῥόον φλεγματώδεα γίνεσθαι , ἢ ἄλλα ἅσσα ἐγὼ ἐρέω ὀλίγῳ ὕστερον
5422127 βηξ
δὲ πῦον ξυνεστήκῃ , ὅ τε πόνος ὁμοίως ἔχει , βήξ τε γίνεται , καὶ ἐπαναχρέμπτεται πῦον , καὶ πνεῦμα
. Τέλος δὲ κατάῤῥοος , καὶ ἀπόχρεμψις ἐπικατῆλθε , καὶ βήξ : ἡ δὲ ἀπόχρεμψις , παχέα καὶ ὠχρὰ πῦα
5414455 θερμαινομενος
σιδήριον καθιέναι , καὶ πυκνὰ ἐξαιρέειν , ἵνα μᾶλλον ἀνέχηται θερμαινόμενος : καὶ οὔτε ἕλκος ἕξει ὑπὸ τῆς θερμασίης ,
ἐπ ' ἄρτῳ ὀπτωμένῳ , λεπτὸν ἐξίσταται ἐπιπολῆς ὑμενοειδές : θερμαινόμενος γὰρ καὶ φυσώμενος ὁ ἄρτος αἴρεται : ᾗ δ
5414103 ἀθροισθῃ
διὰ τῶν φλεβῶν ἐκθλίβεται : τοῦτο δὴ τὸ ὑγρὸν ὅταν ἀθροισθῇ , ῥεῖ δι ' ἄλλων πόρων : ὅποι δ
καταδαπανῆσαι τὰ ἐπικείμενα καὶ λυποῦντα αὐτὴν αἴτια . Ἐπειδὰν γὰρ ἀθροισθῇ τὸ πλεῖστον τοῦ αἵματος εἰς τὸ βάθος , διαπλασιάζεται

Back