τινος τῶν παραπλησίων : οὐ γὰρ ἡ τυχοῦσα ἄμετρος θερμότης πυρετός ἐστιν , οἷον ἡ ἐν τῷ σιδήρῳ ἢ ἐν | ||
τῆς σαρκὸς λιπαρὴν ἰκμάδα . ὁκόταν δὲ τοῦτο γένηται , πυρετός ἐστιν καυσώδης ἅτε ἔχων τροφὴν ἀπὸ τοῦ λιπαροῦ τοῦ |
, τελευτῶν δὲ κόπρον : καὶ δίψαν ἔχει , καὶ ὀδύνη ἔχει μάλιστα μὲν περὶ τὰ ὑποχόνδρια , ἀλγέει δὲ | ||
ξηρῆς ἡ γαστὴρ πεφύσηται , καὶ ψόφοι ἔνεισι , καὶ ὀδύνη πλευρέων καὶ ὀσφύος , διαχωρέει δὲ οὐδὲν κάτω , |
δὲ πῦον ξυνεστήκῃ , ὅ τε πόνος ὁμοίως ἔχει , βήξ τε γίνεται , καὶ ἐπαναχρέμπτεται πῦον , καὶ πνεῦμα | ||
. Τέλος δὲ κατάῤῥοος , καὶ ἀπόχρεμψις ἐπικατῆλθε , καὶ βήξ : ἡ δὲ ἀπόχρεμψις , παχέα καὶ ὠχρὰ πῦα |
ἐλαχίστῳ ὕδατι ψυχρῷ ἢ μελικρήτῳ . Ὁκόσοισι δὲ ἐν πυρετοῖσι κοιλίη ὑγρὴ καὶ γνώμη τεταραγμένη , οἱ πολλοὶ τῶν τοιουτέων | ||
δὴ παρέχει , καὶ τῶν σιτίων ἀποκλείονται , ἥ τε κοιλίη ἐξελκοῦται , στῆσαι δὲ χαλεπὸν ἤδη γίνεται αὐτήν . |
ἡ διαλείπουσα . ὥσπερ αὖθις εἰ τύχοι τινὶ προσαυξηθεὶς ὁ τεταρταῖος καὶ τριπλοῦς ἀνθ ' ἁπλοῦ γενόμενος , κατὰ τοὺς | ||
φλέγματος : διότι δὲ ὁ τρι - ταῖος καὶ ὁ τεταρταῖος ἑτέρωθί μοι γέγραπται . Δύναμιν δὲ ἔχει τούτων τῶν |
βάθους ἀναδιδομένη θερμασία , χάσμη , σκορδινισμὸς , ναυτίαι , ἔμετος , καταφορὰ πρὸς ὕπνον , βήχιον μικρὸν , ὑπότραχυ | ||
μαστῶν κνησμός , πόνος ἤτρου , ὀσφύος , κεφαλῆς , ἔμετος χολωδῶν ἢ φλεγματωδῶν . τούτων προφαινομένων περὶ τὸ τεσσαρεσκαιδέκατον |
ὑστέρῃσι , ψαυούσῃ γὰρ ἰσχνὸν καὶ ὑγρὸν φαίνεται : καὶ ῥῖγος καὶ πῦρ λαμβάνει . Ὅσῳ δ ' ἂν ὁ | ||
καὶ περιψύχεται πᾶσα , καὶ πῦρ ἔχει μέγα , καὶ ῥῖγος ἐπιλαμβάνει , καὶ πνεῦμα πυκνὸν , καὶ λιποθυμίη , |
τριταῖός ἐστιν ἢ τεταρταῖος ἢ ἀμφημερινός . ὁ μὲν οὖν τριταῖος ἔχει τὸ ῥῖγος ἐξ ἀρχῆς σφοδρότερον , αἴσθησις δὲ | ||
πεζὸς πορευθεὶς διὰ Θεσσαλίης καὶ Ἀχαιίης ἐσβεβληκὼς ἦν καὶ δὴ τριταῖος ἐς Μηλιέας , ἐν Θεσσαλίῃ μὲν ἅμιλλαν ποιησάμενος ἵππων |
καὶ ὑποστρεφομένης τῆς νούσου ἀπόλλυται . Ὁκόσας γεραιτέρας λαμβάνει ἡ νοῦσος αὕτη , κατασήπονται αἱ ὑστέραι , ἐκφεύγουσι δὲ πάνυ | ||
δ ' ἄρα συμφορέοιτο Δίκῃ πανδῖα Σελήνη , δηρὸν ἀμυδρὴ νοῦσος ἐφημερίοις κε πέλοιτο ἀνθρώποις : πότμον δ ' ὑπαλεύεται |
ἀλγηδόνος οἰμώζει ὁκόσον ἂν μέγιστον δύνηται : ἐνίοτε δὲ καὶ σπασμὸς ἐπιγίνεται καὶ ῥῖγος καὶ πυρετός . Γίνεται δὲ τὸ | ||
, καὶ λειποψυχίη γίνεται . Ἐπὶ αἵματος ῥύσει παραφροσύνη ἢ σπασμὸς , κακόν . Ἐπὶ εἰλεῷ ἔμετος , ἢ λὺγξ |
καὶ ἢν μὲν ἄνω αἱ ὀδύναι ἔωσιν , ἢν μὲν ἰσχυρὴ ἡ γυνὴ ᾖ , πυριήσασθαι ὅλην καὶ φάρμακον δοῦναι | ||
διόρθωσις τὰ πᾶσι κοινὰ ποιέουσα . μηροῦ δὲ κατάτασις μὲν ἰσχυρὴ καὶ διόρθωσις κοινὴ ἢ χερσὶν ἢ μοχλῷ , τὰ |
καὶ μάλιστα ἱππασίαι συνεχεῖς καὶ σφοδραί . Παρακολουθεῖ δὲ αὐτοῖς ἄλγημα σφυγματῶδες ὄπισθεν κατὰ τὸν πρῶτον τοῦ μεταφρένου σπόνδυλον ἀνωτέρω | ||
ἄλλαι προφάϲειϲ , ἐφ ' αἷϲ ϲυγκόπτονται , τέϲϲαρεϲ , ἄλγημα ϲφοδρόν , ἀγρυπνία , κένωϲιϲ ἄμετροϲ , ἐπὶ δὲ |
: πυρετὸς ὀξύς : οὖρα ὅμοια : ὑποχονδρίου πόνος : ἀσώδης : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη : ἵδρωσε δι | ||
ἐγένετο ἄγρυπνός τε καὶ ἄσιτος , καὶ διψώδης ἦν καὶ ἀσώδης . Ὤκει | δὲ πλησίον τοῦ Πυλάδου , ἐπὶ |
ἣν ἥψατό τις διαστολήν , σῴζει τὴν αὐτὴν διάστασιν ὁ σφυγμὸς ἢ μεταβέβληκε , καὶ μάλιστα τῶν ἀνωμάλων καὶ ἀτάκτων | ||
ἐντὸς αὐτῆς μεστότερόν τε καὶ σωματωδέστερον καταλαμβάνεσθαι . Κενός ἐστι σφυγμὸς καθ ' ὃν αὐτῆς τε τῆς ἀρτηρίας ἡ περιοχὴ |
πανουργίαν καὶ φθόνον καὶ συκοφαντίαν καὶ ἔριδα καὶ πλεονάσει ὁ κόπος αὐτοῦ : πρὸς τούτοις εἰ ἀκάκωτοι ὦσι συσχηματιζόμενοι τοιούτῳ | ||
ὑπεχώρεε : κλυσθέντι δὲ , κόπρος ἐς νύκτα : οὐ κόπος διαλιπών . Ἕδρη ἐς τὰς ἰξύας τετάρτῃ , καὶ |
φησιν τὰ παχέα : ] λέγεσθαι γάρ : παχεῖα ? γαστὴρ [ λεπτὸν ] οὐ [ τίκτει ] νόον ? | ||
οἶνον ὑδαρέα , λευκὸν , ὀλίγον : ἢν δὲ ἡ γαστὴρ μὴ ὑποχωρέῃ , ὑποκλύσαι , ἢ βάλανον προσθεῖναι : |
, κωματώδης : ἀσώδης , ὅτε διεγείροιτο : οὐ λίην διψώδης : περὶ δὲ ἡλίου δυσμὰς ἐδυσφόρει , παρέλεγεν : | ||
ἰσχύν : καρδιαλγὴς δὲ καὶ δύσοσμος καὶ ἀτερπὴς καὶ ἄγαν διψώδης : ὅθεν οὐ πονηρῶς ἔνιοι ἀλόῃ μίσγοντες προσφέρουσιν : |
γίνονται ἐκεῖνα τὰ πάθη τὰ ἀπὸ παχέος γινόμενα , οὐ πλευρῖτις , οὐ περιπνευμονία : ἐκεῖθεν γὰρ κενοῦται πᾶς χυμός | ||
δ παρὰ τοῖς Ἴωσι κατὰ τὴν γενικήν , οἷον ἡ πλευρῖτις τῆς πλευρίτιδος , ἡ φρενῖτις τῆς φρενίτιδος , ἡ |
, ἢ τεσσαρεσκαιδεκαταίοισι ῥύσιες ἐκ ῥινέων λύουσιν ὡς ἐπὶ τὸ πουλὺ τοὺς πυρετούς : ὁμοίως δὲ καὶ κοιλίης ῥύσις χολώδης | ||
. Ὣς τῶν ἀζαλέῃσι περικτυπέοντο γένεια ῥινοῖς : αἷμα δὲ πουλὺ κατέρρεεν : ἐκ δὲ μετώπων ἱδρὼς αἱματόεις θαλερὰς ἐρύθαινε |
, ὠμοῖσιν : οὖρα μέλανα , σμικρὰ , λεπτά : πουλλὴ δυσφορίη : τὰ τῶν διαχωρημάτων ποικίλως : ἢ γὰρ | ||
ὑπῆλθε κακὰ , χλωρά : ἑβδόμῃ πρωῒ , ῥιπτασμὸς , πουλλὴ βοὴ , φλεβῶν σφυγμοὶ παρ ' ὀμφαλόν . Ἐν |
: εἰ γὰρ ἐκ φλεγματώδεος φλεγματώδης , καὶ ἐκ χολώδεος χολώδης γίνεται , καὶ ἐκ φθινώδεος φθινώδης , καὶ ἐκ | ||
, οἵα ἐστὶν ἡ ἐκ κέγχρων πυρία . εἰ δὲ χολώδης , τοῖς σπόγγοις τοῖς ἀπὸ τοῦ θερμοῦ ὕδατος μόνοις |
στενοχωρεῖν καὶ διατείνειν αὐτούς . οὕτω δὲ καὶ ὁ μελαγχολικὸς χυμὸς οὐ μόνον τῷ ψύχειν καὶ θλίβειν , ἀλλὰ καὶ | ||
καὶ δριμύτερον ὑφαιρουμένης ταύτης γίνεται . Καὶ ὁ ξανθήχολος ὧδε χυμὸς ἐπιδίδωσι ξηραῖς τε καὶ θερμαῖς αὐξάνων διαθέσεσι καὶ τὰ |
καὶ πνεύμονος καὶ νήστεως : ἡ μὲν γὰρ διὰ πνεύμονα δίψα οὐ τοσοῦτον ὑπὸ τῶν ψυχόντων ὠφελεῖται , ὅσον ὑπὸ | ||
εἰσβολῇ , οὐδὲ γὰρ φρίκη , φλέγματος ἔμετος : οὐκέτι δίψα , οὐδὲ πολλὴ ζέσις : οἱ σφυγμοὶ μικρότεροι τῶν |
εὐθέως σωθήσεται : εἰ δ ' ἀμελήσῃ , γίνεται αὐτῷ δύσπνοια καὶ πλευροῦ πόνοι καὶ πυρετοὶ ὀξεῖς καὶ πάντοτε ἄϋπνος | ||
δοκοίη αὐτοῖς ὥσπερ τι βάρος ἐξηρτῆσθαι τοῦ διαφράγματος , καὶ δύσπνοια καὶ κακόχροια καὶ ἀνορεξία παρακολουθοῖ , ἐσκιρρωμένου ἥπατος σημεῖα |
ἰδίως ἡπατικοῖς ὀνομαζομένοις πάθεσιν . ἐφεξῆς δὲ τῷ ἥπατι βλάπτεται σπλὴν ὑπὸ τῶν γλυκέων οἴνων : οὐ μὴν ὅ γε | ||
τὸν καπνὸν ἢ εἰς ἄνεμον ἕως ὅτου ξηρανθῇ , ὁ σπλὴν τῆς αἰγὸς ξηραίνεται καὶ ὁ τοῦ πάσχοντος μειοῦται . |
διὰ μουσικῆς ἐπετηδεύετο αὐτῷ κατάρτυσις τῶν ψυχῶν : ἄλλη δὲ κάθαρσις τῆς διανοίας ἅμα καὶ τῆς ὅλης ψυχῆς διὰ παντοδαπῶν | ||
καὶ αὐτὴ τὸ νούσημα χρόνιον ἔχειν , ἤν οἱ ἡ κάθαρσις πλεῖον τοῦ δέοντος χωρέῃ μετὰ τὴν διαφθορὴν , οἷα |
, [ , . . , ] βληστρισμός : ὁ ῥιπτασμός : οὕτω Βακχεῖος τίθησιν : ἐν ἐνίοις δὲ ἀντιγράφοις | ||
ἀπορρεῖ καὶ ἡ ὑποκειμένη σὰρξ κατατετρημένη φαίνεται . βληστρισμός : ῥιπτασμός . οὕτω Βακχεῖος τίθησιν . ἐν ἐνίοις δὲ ἀντιγράφοις |
καὶ τῆλιν . εἰ δ ' οἷον σκιρρώδης τις ἡ φλεγμονὴ τυγχάνοι διὰ πάχος ἢ γλισχρότητα τῶν ἐν αὐτῇ χυμῶν | ||
δεῖ πρὸς ἄμφω ἁρμόζεσθαι , ὡς εἴρηται . Φρενῖτίς ἐστι φλεγμονὴ τῆς μήνιγγος μετὰ πυρετοῦ : ἅμα δὲ καὶ παραφρονοῦσιν |
περιωδυνίαι ἴσχουσι , καὶ παραφρονέει , καὶ ἀποθνή - σκει ἑβδομαῖος , καὶ οὐκ ἂν ἐκφύγῃ , εἰ μὴ ῥαγείη | ||
ἀνθρώπου , ὡς Ἱπποκράτης : ἄνθρωπός τις νοσήσας τὸν αἰῶνα ἑβδομαῖος ἀπέθανεν . . . . αἰώρα : ἀπὸ τοῦ |
ὀρθῶς πάσχων , ὅμως οὐκ ἂν ἐδόκεε σωθῆναι : καὶ διάῤῥοια ἐπέλαβεν . Αὐτόνομος , ἐν Ὀμίλῳ , ἐκ κεφαλῆς | ||
δέ ἐστι χολῆς κένωσις , ἄνωθέν τε καὶ κάτωθεν . διάῤῥοια δὲ γαστρὸς φορὰ , ποικιλλομένη πάλιν καὶ αὕτη ταῖς |
κεφαλὴν ἐρείδει , καὶ ὑπὸ τῆς ὀδύνης , ὅταν ὁ πόνος ἔχῃ , οὐ δύναται ἀνορῇν : τὸ δὲ σῶμα | ||
γὰρ καὶ ἡδὺν πόνον καὶ ἐνσεσαγμένον φησί , ποῖος δὲ πόνος ἡδὺς καὶ ἐνσεσαγμένος οὐκ οἴδαμεν . τί δαὶ ἀπὸ |
χολῆς . λέγει οὖν Ἱπποκράτης , ὅτι τὸ ξανθοχολικὸν καὶ ὕφαιμον σῶμα μελαγχολικὸν , ἐὰν μὴ ἔχῃ ἐξερώσιας τουτέστι κενώσεις | ||
, γονοειδές : ἄγρυπνος ἁπάσας : μετὰ τὴν ἕκτην οὖρον ὕφαιμον . Τῷ Ἀντιφάνους , χειμῶνος , ἄλγημα πλευροῦ δεξιοῦ |
τῶν ἄλλων μερῶν τοῦ σώματος ὡς προείρηται , ὁ σκιρρώδης ὄγκος ἀνώδυνός ἐστιν , ἐπὶ δὲ μαστοῦ γίνεται ὀδύνη οὐ | ||
περὶ τὸν βρόγχον γινόμενος ὄγκος βρογχοκήλη ὠνόμασται : πᾶς γὰρ ὄγκος παρὰ τοῖς ἀρχαίοις κήλη ὠνόμασται : τὸ μὲν οὖν |
[ φησὶ ] ἐν Σημειωτικῷ παραδίδωσιν , οὐδὲν ἄλλο πλὴν καυσώδης ἐστὶν πυρετός , ὡς δὲ ἔνιοί φασι , φλεγμονὴ | ||
καὶ τοῦτο ἄτοπον . ἐπὶ σπληνὶ τεταρταῖος μόνον , ἢ καυσώδης . εἰ δὲ καὶ ὑπερσαπὴς ὁ μελαγχολικὸς , ὡς |
: τὸ χαριὴς , ἐξ οὗ καὶ χαριέστερος : καὶ ὑγιὴς , ἐξ οὗ τὸ ὑγιέστερος συγκριτικῶς . Ὑμήν : | ||
τὸ φανερὸν ἄγειν τὸ ἀδίκημα , ἵνα δῷ δίκην καὶ ὑγιὴς γένηται , ἀναγκάζειν τε αὑτὸν καὶ τοὺς ἄλλους μὴ |
πλεονάζῃ τὸ θερμόν . ὑποκείσθω δὴ πάλιν ἐπικρατεῖν μὲν ἡ θερμὴ δυσκρασία , μεμῖχθαι δ ' αὐτῇ τὴν ὑγρότητα : | ||
ἢ ἐρυσιπελατώδης φλεγμονὴ ἢ κατὰ δυσκρασίαν ἄνευ χυμῶν γεγονυῖα ἄκρως θερμὴ διάθεσις , † ὀνίνασθαι , καθάπερ γε καὶ ἀπόστημα |
ἀκούσιος ἐπαιρομένων τε καὶ καταφερομένων τῶν παλλομένων μερῶν . ἢ παλμός ἐστι μὲν διαστολὴ παρὰ φύσιν , ἐν ἅπασι δὲ | ||
τέλους συλλαβὴν εἰς Λ καταλήγουσαν ὀξύνεται . ὀφθαλμός τιλμός ψαλμός παλμός ἰνδαλμός . τὸ δὲ Ἄλμος τὸ κύριον καὶ τὸ |
καὶ τῷ μὲν πρώτῳ δεκανῷ παρανατέλλουσιν ἡ Ἀθηνᾶ καὶ ἡ οὐρὰ τοῦ Κήτους καὶ τὸ γʹ τοῦ Δελτωτοῦ καὶ ὁ | ||
Ἀλκαία : ἡ οὐρά : κυρίως δὲ ἡ τοῦ λέοντος οὐρὰ διὰ τὸ εἰς ἀλκὴν αὐτὸν προτρέπειν : Ὅμηρος : |
γὰρ λέγεις . ἃ καὶ ποήσω καὶ δέδοκταί μοι πάλαι ἱδρώς , ἀπορίανὴ Δί ' εὖ γ ' ὦ Μυρρίνη | ||
τὸν ὕπνον ἐκπέττειν : ἐκ ξηροῦ δ ' οὐκ ἔστιν ἱδρώς . Ἄτοπον δ ' ἂν ἐκεῖνο δόξειε καὶ ὥσπερ |
ἄλλων : οἷον διόγκωσις , πόνοι συνεχεῖς , πυρώδης καὶ πελιὸς ὁ τόπος καὶ τρυγώδης : ἴλιγγος , ἐκλύσεις , | ||
αὐτὸς ἐμέοι , ὀλέθριον : τάχιστον δὲ θάνατον σημαίνει ὁ πελιὸς καὶ κακώδης : ἐστὶ δὲ θανάσιμος ὁ ἐρυθρὸς ἔμετος |
σπλῆνα σφόδρα , καὶ ῥῖγος καὶ πυρετὸς ἐπιλαμβάνει , καὶ ἀσιτίη ἔχει αὐτὸν , τό τε γυῖον ξυμπίπτει ταχέως : | ||
Προϊούσης δὲ τῆς νούσου λεπτύνεται σφόδρα : ἢν δὲ καὶ ἀσιτίη ἐπιγένηται , πολλῷ πλέον λεπτύνεται : ἢν δὲ τὰ |
ἄτοπον . εἰ δὲ καὶ διὰ κένωσιν ἢ πυρετὸν ὁ λυγμός ἐστι , δηλονότι καὶ ἐπίμονος εἴη γεγενημένος : τηνικαῦτα | ||
παλαιῷ ἐλαίῳ . ὅταν δ ' ὑπὸ πληρώσεως ὑγρῶν γένηται λυγμός , τοὐπίπαν δ ' οὕτω συνίσταται , βιαίας δεῖται |
μὴ ἐξανασταίη : ἦλθε γὰρ καὶ ἐς τὸ ἀριστερὸν τὸ οἴδημα , ἧσσον δέ : καὶ ἀπελειαίνετο ἐν τοῖσιν οἰδήμασι | ||
κατὰ τὸν σπλῆνα οἷον ἐπινυκτὶς ἐξ ἀρχῆς , ἔτι δὲ οἴδημα καὶ ἐρύθημα σκληρόν : μετὰ δὲ ἡμέρην τετάρτην πυρετὸς |
πολλάκις ἤδη καὶ ἐπ ' Ἀρχίππου δι ' ἐτῶν τετταράκοντα σφοδρός . Πονοῦσι δὲ μάλιστα τῶν τόπων οἱ κοῖλοι καὶ | ||
φαρμάκου καθαίρονται δαψιλῶς . ὅταν οὖν ὁ πυρετὸς ᾖ μὴ σφοδρός , ἔμπειρός τε ᾖς τῆς φύσεως τοῦ κάμνοντος , |
ἔθρεψαϲ , πυρετὸϲ μὲν οὐκ ἐγένετο , θερμαϲία δὲ αὐτοῖϲ ἐπιγίγνεται ὀλίγη : ὡϲ εἴ γε ἐπὶ πλέον βραδύνειϲ θρέψαι | ||
εἴη τοῦ θεοῦ δωρεά . μετὰ δὲ ταῦτα ἕτερον τοιόνδε ἐπιγίγνεται . ἦν Ἐπάγαθος τῶν τροφέων τῶν ἐμῶν , ὃς |
οἷσι καὶ εἰκοσταίοισιν , οἷσιν εὐθὺς οὐκ ἐξ ἀρχῆς ἡ φρενῖτις ἤρξατο περὶ τρίτην ἢ τετάρτην ἡμέρην , ἀλλὰ μετρίως | ||
ῥόον αἱματώδη , αἱμοῤῥοΐδας , σύριγγας . Καῦσος δὲ , φρενῖτις , περιπλευμονίη , κυνάγχη , σταφυλὴ , πλευρῖτις , |
καὶ οὐκ αἴτιον αὐτῆς τὸ κέντρον , ἀλλ ' ἡ ῥύσις τοῦ συνεχοῦς ἐφ ' ἕν . Καὶ ἐκεῖ γάρ | ||
, ἢ τιτθῶν ἄρσις . Καῦσον λύει αἵματος ἐκ ῥινῶν ῥύσις . Ἐν καύσῳ ἐὰν ἐπιλάβῃ ῥῖγος , φιλέει ἐξιδροῦν |
αὐτῶν ἀποθεραπείαν , ἔπειτα περὶ τῆϲ καθ ' ἕκαϲτον εἶδοϲ πυρετοῦ γενέϲεώϲ τε καὶ θεραπείαϲ , καὶ τρίτον περὶ τῶν | ||
τε καὶ ἀσαφῆ τοῖς γέρουσι πέφυκε , κἀν καὶ διὰ πυρετοῦ μέγεθος τοιαῦτα τοῖς γέρουσι φαίνεται , ἡλίκον ὅσον μεταλαμβάνεται |
ἑπτά : βήξ τε γὰρ ἴσχει μιν , βληχρὴ καὶ ξηρὴ ἐοῦσα , γαστήρ τε σκληρὴ γίνεται , ἅτε τοῦ | ||
καὶ μαλακόν : καὶ γὰρ ἡ ὥρη θερμή τε καὶ ξηρὴ , καὶ ποιέει τὰ σώματα καυματώδεα καὶ αὐχμηρά : |
πυρετοῖσιν ἰσχνῶς ἑστηκότα , ἄσημα , φλεβοτομίη βλάπτει , κἢν ἀπόσιτος ᾖ , κἢν ὑποχόνδριον μετέωρον : καὶ ἐν καταψύξει | ||
σιτίων σῖτα σιτία , σιτεῖσθαι σιτούμενος σίτησις , σιτηρέσιον κακόσιτος ἀπόσιτος φιλόσιτος ἄσιτος εὔσιτος , σιτοφάγος , σιτικός , πολύσιτος |
καὶ τεταρταίῳ ὁ διὰ τετάρτης : ὅ τε γὰρ ἀκριβὴς καῦσος τἄλλα πάντα φυλάττων ἀκριβοῦς τριταίου γνωρίσματα μόνῳ τῷ μὴ | ||
εἶθ ' οὕτω κλυσμῷ ὑπαγαγεῖν . Ἢν δὲ λαπαρῷ ἐόντι καῦσος ἐπιγένηται , ἤν σοι δοκέῃ φαρμακεύειν ἐπιτηδείως ἔχειν , |
. Αἱ τρομώδεες γλῶσσαι , σημεῖον ἐνίοισι κοιλίης καταῤῥαγησομένης . Οἷσι καῦμα γίνεται , ἐπάφρων διελθόντων , πυρετὸς παροξύνεται . | ||
οἱ μὲν , ἑνὶ , οἱ δὲ , δυσίν . Οἷσι δ ' ἂν ἐς τοὔμπροσθεν ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ |
σμικρὰ , οἷον κρίμνα , γονοειδέα . Τρίτῃ , πυρετὸς ὀξύς : διαχωρήματα μέλανα , λεπτὰ , ἔπαφρα : ὑπόστασις | ||
κατέβη . Ἐν Λαρίσσῃ παρθένον πυρετὸς ἔλαβε , καυσώδης , ὀξύς : ἄγρυπνος : διψώδης : γλῶσσα λιγνυώδης , ξηρή |
τὸ στόμα τῆς γαστρὸς πεπονθέναι τὰ πολλὰ συνίσταται . Ὁ ἀμφημερινὸς πυρετὸς , ἐπειδὴ ἐπὶ φλέγματι σηπομένῳ γίνεται , τοῦτο | ||
μὲν διαλείπων , ὃς δὲ συνεχής ἐστιν : ἐὰν δὲ ἀμφημερινὸς καὶ τριταῖος διαλείποντες γένωνται , δῆλον ὡς ἑτερογενεῖς μὲν |
δεῖ αὐτὸ ὑπερβατῶς ἀναγνῶναι . πολλαχοῦ γὰρ γίνεται , ὅταν φυσᾶται ἡ γαστὴρ ἐξ ὑποχονδρίου πάθους , ὥσπερ φόβος γίνεται | ||
ἅμα καὶ ἀπόστασίς ἐστιν . Οἷσιν , ὅταν ἀφροδισιάζωσι , φυσᾶται ἡ γαστὴρ , ὡς Δαμναγόρᾳ : οἷσι δ ' |
ἱερὰν φύσιν οὕτως ἐδημιούργησεν . Ἀνίσταται δ ' εὐθὺς ὁ φρικώδης καὶ χαλεπὸς ἐφ ' Ὁμήρῳ τῶν συκοφαντούντων φθόνος ὑπὲρ | ||
καὶ ὀφθαλμῶν , στομάχου δῆξις , περίψυξις , λειποθυμία , φρικώδης πυρετός , ἐνίαις δὲ καὶ σπασμοὶ ἐπιγίνονται ὀπισθοτονικοὶ ἢ |
κεφαλαλγίαι ἢ πάρεισιν ἢ παρέσονται . οἷσιν ἑβδομαῖα κρίνεται , τουτέοισιν ἐπὶ νεφέλῃ ἴσχει τὸ οὖρον τῇ τετάρτῃ ἐρυθρὸν ὂν | ||
πουλὺν χρόνον , ἢν τἄλλα ὡς περιεσομένοισι σημεῖα ᾖ , τουτέοισιν ἀπόστασιν δεῖ προσδέχεσθαι ἐς τὰ κάτω τῶν φρενῶν χωρία |
Περὶ δὲ πρώτην καὶ τριακοστὴν , πῦρ ἐλάβετο : κοιλίη χολώδεσιν ὑπεταράχθη : ἤμεσε τῇ τεσσαρακοστῇ ὀλίγα χολώδεα . Ἐκρίθη | ||
διαπράξασθαί τι σύμφορον . χρὴ οὖν πρῶτον διδόναι τοῖσι μὲν χολώδεσιν ὅ τι χολὴν καθαίρει , τοῖσι δὲ φλεγματώδεσιν ὅ |
συναμφότερος χρόνος ἑκάστου κύκλου ὅ τε ὑπὲρ γῆς καὶ ὁ συνεχὴς ὑπὸ γῆν ἴσος φαίνεται . ἔτι δὲ ὁ τοῦ | ||
ἔπαισεν , πὺξ ἐπάταξεν , πὺξ ἔπληξεν : ἡ δὲ συνεχὴς τῶν χειρῶν συναγωγή , πυκνῶς εἰς πλῆθος ἐπιφερομένη , |
, αἱμοῤῥοΐδας , σύριγγας . Καῦσος δὲ , φρενῖτις , περιπλευμονίη , κυνάγχη , σταφυλὴ , πλευρῖτις , ταχέως κρίνει | ||
ὀλίγα ἔχῃ τούτων τῶν σημηΐων , μὴ ἐξαπατάτω ὡς οὐ περιπλευμονίη ἐστίν : ἔστι γὰρ μαλθακή . Θεραπεύειν δὲ χρὴ |
καὶ τῶν μητρέων ᾐρμένων : εἶτα ἔστιν ὅτε τὰ καταμήνια ἐῤῥάγη αὐτόματα , ἢ ἑτέρων ἐπικατελθόντων ἀπὸ τοῦ σώματος ἐς | ||
τὸ αἷμα . Ἤδη δέ τισι παυσαμένου τοῦ αἵματος , ἐῤῥάγη ἐς τὴν κύστιν καὶ ἐχώρησεν αἷμα καὶ πῦα : |
' ἡσυχίης : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης πάντα παρωξύνθη : ψύξις : ἄναυδος , ἄφωνος : ἐπὶ τὸ χεῖρον : | ||
τίς ἡ πλύσις , καὶ τίς ἡ ξήρανσις , ἤτοι ψύξις : ὡς καί που Δημόκριτός φησι στυπτηρίαν ἐξυποθεῖσαν , |
, ἐκ μὲν τῶν ἔνδον τεταγμένος μερῶν , ἵναπερ ὁ στόμαχος : ὅσον δ ' ἀποδεῖ τῷ μεγάλῳ πρὸς τὸ | ||
τῆς οὐσίας τῆς γαστρὸς , ἢ καὶ εὐαίσθητος ὢν ὁ στόμαχος , λόγῳ σπαραγμοῦ κινδυνεύσει λειποθυμῆσαι , παρέχομεν τροφὴν τὴν |
περιπίπτουσι τῷ τῆς γονορροίας πάθει : γονόρροια δὲ σπέρματος ἐστὶν ἔκκρισις χωρὶς προθυμίας καὶ ἐντάσεως , χαλᾶται γὰρ ἡ μήτρα | ||
ἀπευθυσμένον . παραλυθέντων οὖν ἐκείνων τῶν μυῶν , ἀκούσιος ἐγένετο ἔκκρισις : ἀλλ ' οὐ μόνον τοῦτο , ἀλλ ' |
προϊούσης δὲ τῆς ἡμέρης , ἥ τε ἄση πλείων καὶ ἀλυσμὸς , καὶ πνεῦμα σμικρῷ πυκνότερον : καὶ θρασύτερον καὶ | ||
ὁτὲ δὲ ἀγρυπνίη , καὶ ῥιπτασμὸς μετὰ σιγῆς , καὶ ἀλυσμὸς , καὶ χεὶρ πρὸς ὑποχόνδρια ὡς ὀδυνωμένῳ : ὁτὲ |
καὶ κροτάφων βάρος καὶ σκοτώδεα περὶ τὰς ὄψιας , καὶ ὑποχονδρίου ξύντασις οὐ μετ ' ὀδύνης γίγνεται , τουτέοισιν αἱμοῤῥαγέει | ||
μὴ ἐς ἄρθρα τελευτήσῃ , ἢ αἱμοῤῥαγίη γίνηται , ἢ ὑποχονδρίου δεξιοῦ ἔντασις , ἢν μὴ διεξοδεύσῃ οὖρα : αὕτη |
ἢ σκελέων ὀδύνη γίνηται : λύει δὲ καὶ πυρετὸς ἢ δυσεντερίη . Κεφαλὴν περιωδυνοῦντι καὶ νοσέοντι , πύου ῥέοντος ἢ | ||
τὰ τοιαῦτα . Τῇ Ἐπιχάρμου , πρὸ τοῦ τεκεῖν , δυσεντερίη ἦν : ὁ πόνος σφοδρός : ὑποχωρήματα ὕφαιμα , |
ἀλλ ' ἀποῤῥεῖ . Γνοίης δ ' ἂν τῷδε : ὑγρὴ γίνεται , καὶ τὸ ἀποῤῥέον μυξῶδες καὶ γλίσχρον οἷα | ||
ἔχωσι , σιτίων δὲ μὴ ἐπιθυμέωσι , καὶ ἡ κοιλίη ὑγρὴ ᾖ , καὶ τὸ πῦον χλωρὸν ἢ πελιὸν , |
δι ' ἀφυΐαν τῇδε κἀκεῖσε περιάγεται . Ἢν δὲ καὶ καρδιωγμὸς τουτέῳ προσγένηται , χολώδης ἔμετος παρέσται [ . . | ||
ἢ καὶ ὀρφνῶδές τι πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν φαίνεσθαι , ἢ καρδιωγμὸς τουτέῳ προσγένηται , χολώδης ἔμετος παρέσται : ἢν δὲ |
δὲ αὐθημερόν . Ἐν τοῖσι καύσοισιν ἢν ἑβδομαίῳ ὕστερον ἐπιγένηται ἴκτερος , δῆλον ἀνίδρωτος : τὸ γὰρ νόσημα οὐ φιλέει | ||
μὲν τοῦ ἀνθρώπου ἐπανθεῖ τοῖς μέλεσι καὶ δυσαλθὴς χροιά , ἴκτερος δὲ ἐπινέμεται παντὶ τῷ προσώπῳ , τηκόμεναι δὲ κατ |
διψῶσι , κελεύω προσφέρεσθαι : πλέονι γὰρ χρόνῳ πραττόντων οὕτως παύεται . Εἰ μὲν διὰ μοχθηροὺς χυμοὺς ἡ ἀνορεξία γίνοιτο | ||
καὶ βαλαύστια καὶ κηκῖδα : παυσαμένου γὰρ τοῦ ῥεύματος , παύεται , ὡς εἰκός , καὶ ἡ τῶν ἑλμίνθων γένεσις |
καὶ κατά γε τὰ μῆλα καὶ ὑγρότητος , ὅθεν καὶ κωματώδης τὴν δύναμίν ἐστιν . τῆς ῥίζης δ ' ὁ | ||
ἐν ζέουσι καὶ ἀπέπτοισιν : οὖρα διὰ τέλεος κακά : κωματώδης τὰ πλεῖστα : μετὰ πόνων ἄγρυπνος : ἀπόσιτος ξυνεχέως |
: πνεῦμα ἀραιὸν , μέγα , διὰ χρόνου : ὑποχονδρίου ἔντασις ὑπολάπαρος , παραμήκης ἐξ ἀμφοτέρων : καρδίης παλμὸς , | ||
κατὰ βραχὺ ἢ ἀθρόως . αἰτίαι δὲ ἐντεροκήλης ἡ προκαταρκτικὴ ἔντασις ἢ πληγὴ , συνεκτικὴ δὲ ἀπέκτασις ἢ ῥῆξις τοῦ |
παρατραπείη , τῶν μὲν κυρτῶν αὐτοῦ τὸ πάθος καταδεδεγμένων , βηχία μᾶλλον ἐρεθίζουσι ξηρά , καὶ πλείων ὧδε θέρμης αἴσθησις | ||
, χαλεπόν . λθʹ . Ὧι τὸ συρίγγιον ἐπανεῤῥήγνυτο , βηχία ἐκώλυε μὴ διαμένειν . μʹ . Ὧι ὁ λοβὸς |
τῷ οὔρῳ ὑφίσταται οἷον ὀρόβιον πυῤῥὸν , καὶ πυρετὸς καὶ φρίκη βληχρὴ ἔχει : ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ ἱμάτιον οὐκ | ||
τοῦ ι γράφονται : οἷον , νίκη : δίκη : φρίκη : σεσημείωται τὸ βήκη διὰ τοῦ η γραφόμενον , |
ἐπιφάνειαν , ποτὲ δὲ καὶ ἐν βάθει , καὶ ὕϲτερον ἐπιγίνεται προηγηϲαμένηϲ κατὰ τὸν πόρον ἑλκώϲεωϲ : ὑπερϲάρκωμα γὰρ ἐπιφυὲν | ||
αἴτια , ὅτι τὸ μὲν προϋπάρχει , τὸ δὲ ὕστερον ἐπιγίνεται . ὥστε οὐκ ἔστιν ἄλλης ἐπιστήμης τὸ θεωρῆσαι περὶ |
τὸ πρόϲωπον τοῦ πάϲχοντοϲ ψυχρόν ἐϲτι καὶ ὕπωχρον , καὶ ξηραίνεται τὸ ϲτόμα . φλεβοτόμει οὖν τὸν οὕτω πάϲχοντα καὶ | ||
τοι κἀπειδὰν ἐπὶ θάτερα τῶν μορίων φέρηται τὸ αἷμα , ξηραίνεται θάτερα . θαυμαστὸν οὖν οὐδέν , εἰ καὶ τὰ |
ἢ κατὰ τὴν ποιότητα μεταβολή : ἐὰν γὰρ ἐλάττων ἢ ψυχρότερος γίνηται , καταπαύειν περιχέαντα τὸ ἔλαιον , ἀποθεραπεύειν δὲ | ||
τὸν τῆς τρίψεως καιρόν : εἰ γὰρ ἤτοι θερμότερος ἢ ψυχρότερος εἴη περαιτέρω τοῦ προσήκοντος , ἐν μὲν τῷ θερμοτέρῳ |
μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ οὐδετέροισιν . Ἰσχιὰς δὲ ὅταν γένηται , ὀδύνη | ||
Ταῦτα ποιέουσα ὑγιὴς γίνεται : ἡ δὲ νοῦσος βληχροτέρη καὶ θανατώδης , καὶ διαφεύγουσιν αὐτὴν παῦραι . Ἢν δὲ ἑλκωθέωσι |
, ἀλλ ' ἐπὶ μὲν τῶν λυπουμένων ἡ μὲν ξηρότης πλείων , ἡ δὲ θερμότης ἐλάττων , ἐπὶ δὲ τῶν | ||
οἰκείων μῖσός τε καὶ ὀργή , παρὰ δὲ τῶν ἀντιπάλων πλείων ἡ καταφρόνησις . συνέβαινε δὲ τοῖς Ἀκυλησίοις πάντα ὑπάρχειν |
ὀξὺς ὁ πυρετὸς ᾖ , καὶ τὰ ὀδυνήματα τοῦ ἑτέρου πλευροῦ ἢ ἀμφοτέρων , καὶ τοῦ πνεύματος δὲ ἀναφερομένου ἢν | ||
: διὸ δὴ παραλείπειν αὐτούς . τοῦ δὲ πρὸς ἕω πλευροῦ τὸ μὲν διὰ τῆς Περσικῆς κατὰ μῆκος ἀπὸ τῆς |
τὸ θερμὸν ἀπὸ τοῦ ψυχροῦ , ἐπεί τοι , εἰ ψυχρὸς ἦν ὁ ἐν τοῖς ὄμμασιν ἀτμός , διειστήκει ἂν | ||
' εἰ κατὰ κρᾶσιν , ποιός τις ἂν γίγνοιτο , ψυχρὸς ἢ θερμός : εἰ δὲ ὡς εἶδος , κἂν |
ὡς μάλιστα , καὶ τῷ ποτῷ ὑγραίνειν , ἵνα ὁ πλεύμων ὑγρότερος ἐὼν ῥᾷον καὶ θᾶσσον ἀποδιδῷ τὸ πτύσμα καὶ | ||
Εἴθε σου εἶναι ὤφελεν , ὦλαζών , οὑτωσὶ θερμὸς ὁ πλεύμων . Εἰ γὰρ μὴ νύμφαι γε θεαὶ Βάκιν ἐξαπάτασκον |
, κατ ' ἀρχὰς μὲν τῆς νούσου ἢν παραγένηται , ὁκόταν ἤδη αἱ ἑπτὰ ἡμέραι παρέλθωσιν , ἐλλέβορον πῖσαι , | ||
γίνεται . Τὰ δὲ ῥήγματα πάντα γίνεται διὰ τάδε : ὁκόταν ὑπὸ βίης διαστέωσιν αἱ σάρκες ἀπ ' ἀλλήλων , |
καθαίρεται : ἀνάγκη γὰρ τὰς σάρκας τὰς φλασθείσας καὶ κοπείσας πῦον γενομένας ἐκτακῆναι . Τὰ δὲ βέλεα τὰ προμήκεα , | ||
κἄπειθ ' οὕτωϲ ϲκολοπομαχαιρίῳ τὸν ὑπεζωκότα ϲυντρήϲαντεϲ ὑμένα καὶ τὸ πῦον ἐκκρίναντεϲ . καὶ οὗτοι δὲ καὶ οἱ διὰ ϲιδήρου |
στόματος ἐπιξηρασίη καὶ ἀηδίη καὶ ἀποσιτίη τοῦτον τὸν τρόπον : πυρετοὶ δὲ οὐκ ὀξέες οἱ τοιοίδε , ὑποστροφώδεες δέ . | ||
: τοῖσι πλείστοισι τουτέων ὑπὸ πληϊάδα καὶ μέχρι χειμῶνος οἱ πυρετοὶ παρείποντο . Σπασμοὶ δὲ πουλλοῖσι , μᾶλλον δὲ παιδίοισιν |
δὲ οὖρα ἐπὶ τούτων θερμότερά ἐστι καὶ καταβεβαμμένα ἐκ τῆς χολῆς : ὁ δὲ Ἱπποκράτης λέγει , ὅτι οἱ πλεῖστοι | ||
καὶ μηδέπω πέπονα κακόχυλα εἶναι καὶ κακοστόμαχα ἐπιπολαστικά τε καὶ χολῆς γεννητικὰ νοσοποιά τε καὶ φρίκης παραίτια . τῶν δὲ |
λεῖα κατέπλαττεν αὐτό , καὶ τούτῳ μόνῳ τούϲ τε ϲὺν πυρετῷ καὶ ἄνευ πυρετοῦ ἡμικρανικοὺϲ ἐθεράπευϲεν . Ἐὰν δὲ παροξυϲμὸϲ | ||
τὴν φύϲιν τοῦ ἀνθρώπου ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ τεταρταίῳ ἁλίϲκεϲθαι πυρετῷ , παρελθούϲηϲ δὲ τῆϲ ἀκμῆϲ ἀπολελύϲθαι καὶ τοῦ τεταρταίου |
ἀψυχέει , καὶ ἡ γαστήρ οἱ στεγνὴ ἔσται καὶ ἡ κύστις , καὶ τὤμματα ἀναδινέει , καὶ ζοφοειδὲς ὁρῇ . | ||
δὲ Ἰχθύσιν ἡ κεφαλὴ κατὰ τὸ μέρος τὸ λαιὸν καὶ κύστις . τοσαῦτα μὲν περὶ ἥπατος παρὰ τῶν ἀρχαίων ἐξετέθη |
συνεχεῖς τοῖς διαλείπουσιν . Ὅτ ' ἂν οὖν γένηται τριταῖος διαλείπων καὶ ἀμφημερινὸς συνεχὴς , εὔδηλον ὅτι δύο γεγόνασι πυρετοὶ | ||
τὸν διαλείποντα ἔχει τοιαύτην συνυπάρχουσαν ἀλλήλοις . οὔτε γὰρ ὁ διαλείπων δύναται νοηθῆναι δίχα τοῦ παλινδρομοῦντος οὔτε χωρὶς τοῦ διαλείποντος |
. Ἀφαιρεῖν ἀπὸ τῶν ὑγρῶν περίεργον ἅμα δ ' ἡ ἕλκωσις πόνον παρέχει καὶ κακοῖ τὰ δένδρα : δι ' | ||
τῶν νεύρων , ἐὰν μὲν ἅμα τῷ δέρματι θλασθέντι καὶ ἕλκωσις γένηται τὸ διὰ τῶν κυαμίνων ἀλεύρων , καὶ ὀξυμέλιτος |
χολῆς πολλῆς , ἡ πλείστη πρασοειδής : ἔληξε πάντα : ὕπνος ἐς νύκτα . Πρωῒ περιέψυκτο : ἱδρώτιον , νοτὶς | ||
, καὶ τὸ δεῖπνον μᾶλλον τῆς προτέρας τραπέζης κεκολασμένον καὶ ὕπνος ὃς ἂν ἐκ τοσούτου γένοιτο μέτρου σιτίων , καὶ |
παρωξύνθη : ὑποχονδρίου ξύντασις ἐξ ἀμφοῖν παραμήκης πρὸς ὀμφαλὸν , ὑπολάπαρος : διαχωρήματα λεπτὰ , ὑπομέλανα : οὖρα θολερὰ , | ||
οἱ γὰρ παλαιοὶ φόλλικας ἐκάλουν τὰς ψωρώδεις τραχύτητας . φλεγμονὴ ὑπολάπαρος : ἡ χωρὶς συντάσεως γινομένη . φοξοί : οἱ |
καὶ δοῦναι , καὶ ἐᾶσαι ὑπνῶσαι : καὶ ἢν μὲν στρόφος γίνηταί οἱ περὶ τὸν ὀμφαλὸν , κύει : ἢν | ||
ἀλγηδὼν ἐνείη , καὶ ἅμα τῷ ἀλγήματι ἢ βηχίον ἢ στρόφος ἢ πόνος κοιλίης : ὅταν δέ τι τουτέων παρῇ |
δὲ πράγματα μέλλησις μελλησμός , βραδυτής , ὄκνος , στροφή ὑποστροφή , ἀναβολή ὑπερβολή , διαγωγή , διατριβή τριβή , | ||
καὶ Κριτοβούλου , μύρου μὲν οὐ προσδέονται . καὶ ἡ ὑποστροφή , αὐταὶ γὰρ τούτου ὄζουσι . τοῦτο μὲν οὖν |
ἢ φέρεται δι ' ὑπερώας ἐπὶ τὸν πνεύμονα καὶ εἰς ἐμπύημα μεθίστησι τὴν ὕλην , καὶ ἀνακαθαίρεται τὸ ἐμπύημα καὶ | ||
πλοῦν ὁδεύουσα ἡ φύσις πυοποιεῖ τὴν τοιαύτην ὕλην καὶ εἰς ἐμπύημα μεθίστησι , καὶ τῷ χρόνῳ ἀναπτύεται καὶ ἀνακαθαίρεται καὶ |
οἱ μὲν ἐπιβάται μεθύοντες εἰ τύχοι ἐγκαθεύδουσιν , ἐγὼ δὲ ἄγρυπνος καὶ ἄσιτος ὑπὲρ ἁπάντων ” μερμηρίζω κατὰ φρένα καὶ | ||
καταῤῥόου καὶ πρότερον , τότε δὲ ἦν κατακορής : καὶ ἄγρυπνος , καὶ δυσφόρως φέρων τὸν πυρετὸν εὐθὺς ἀπ ' |
εὖ μάλα καθεψηθείσης , ὁπότερον ἐκ τῶν εἰρημένων χυλῶν ὁ κάμνων προσφέροιτο . παραπλησίως καὶ οἱ τῶν ὠῶν λέκυθοι τούτοις | ||
τοίνυν εὐκτέον ; Ὅμοιον ὡς εἰ καὶ ἰατρὸν ᾔτει ὁ κάμνων φάρμακον ἤ σιτίον : τοῦτο γὰρ εἰ μὲν ἀνύτει |
καὶ πυρετὸς λεπτὸς ἔχει καὶ τοῦ σώματος ἀκρασίη . Οὗτος ἀποθνήσκει τριταῖος ἢ πεμπταῖος : ἐς δὲ τὰς ἑπτὰ οὐκ | ||
ἄνω τοῦ χρόνου ὅτι τὸ κύκνειον οὕτω καλούμενον ᾄσας εἶτα ἀποθνήσκει . τιμᾷ δὲ ἄρα αὐτὸν ἡ φύσις καὶ τῶν |
, διψώδης : ὑποχώρησις κάτω , πολλὴ , ὑγρὴ , κακώδης παρὰ πάντα τὸν χρόνον , πρὸ τῆς τελευτῆς ἐφθάρη | ||
ὢν ἄγαν καὶ ξυλώδης εἴτ ' αὐστηρὸς καὶ πικρὸς ἢ κακώδης ἢ καὶ ἄλλην τινὰ ἔχων δυσχέρειαν ἄβρωτος γίνεται , |
διαχωρήματα , κωφώσιος γενομένης παύεται , καὶ ὁκόσοισι κώφωσις , χολωδέων γενομένων παύεται . Ὁκόσοισιν ἐν τοῖσι πυρετοῖσιν ἑκταίοισιν ἐοῦσι | ||
ἑβδόμην [ γὰρ ] καθίϲτανται : εὖτε καὶ κοιλίηϲ ἐκταραχθείϲηϲ χολωδέων , ἀναπνοῆϲ κατάϲταϲιϲ , γνώμη εὐϲταθήϲ , πυρετοὶ ἐνδιδόντεϲ |