ἄκοντα γὰρ οὐ ποιητέον φίλον τὸν δέοντα : ὡς δὴ ἁμαρτόντα σὲ τὸν λαβόντα ἐν τῇ ἀρχῇ , διὰ τὸ
ψαύσαντα τοῦ ἀκοντίου οὔτε ἐπινοήσαντα ἀκοντίσαι , ἁπάσης μὲν γῆς ἁμαρτόντα , πάντων δὲ σωμάτων , διὰ τῶν ἑαυτοῦ πλευρῶν
5812749 κακουργημα
μισοῦντες ἐξίσης ἄμφω πεποιήκασιν , ἴσον ἐπ ' ἀμφοῖν τὸ κακούργημα : εἰ ἀμφότεροι φιλοῦντες , ἴσον ἐπ ' ἀμφοῖν
δικαίως ; ἢ πῶς οὐ φανερόν ἐστιν ὑμῖν τὸ τούτου κακούργημα ἐξ αὐτῶν ὧν ἔπραττεν ; καίτοι , ὦ γῆ
5675603 νιας
αὐτὸν οὔτε πολιτικόν , ἅτε προσφάτως ἐφ ' ἡγεμο - νίας τεταγμένον : ὅπερ εἴωθε γίγνεσθαι τοῖς παλαιοῖς στρατηγοῖς ,
ὑπὸ ΑΒΔ γωνία ἐλάσσων ἐστὶν τῆς ὑπὸ ΑΒΕ γω - νίας . ὁμοίως δείξομεν ὅτι καὶ αἰεὶ ἡ ἔγγιον τῆς
5620666 νεανικον
μηδὲ νῦν ἐπὶ δίκην ἐλθεῖν . τί γὰρ δὴ καὶ νεανικὸν πόλιν ὑπήκοον ποιῆσαι κακῶς ; οὐδὲ γὰρ τοῖς ποιμέσι
αὐτὰς προσάγεσθαι διεγνωκότος , γενναῖον μὲν οὐδὲν ἔτι βούλευμα καὶ νεανικὸν οὐδεμιᾶς ἐγένετο , πᾶσαι δὲ κοινῇ γνώμῃ χρησάμεναι πρὶν
5516882 λυπηροτερον
ἄλλως παρὰ φύσιν , βίον χρὴ παρὰ βίον ἡδίω καὶ λυπηρότερον ὧδε σκοπεῖν . ἡδονὴν βουλόμεθα ἡμῖν εἶναι , λύπην
τὸ γαμεῖν ἔχει τινὰ λυπηρά , πόσῳ τὸ μὴ γαμεῖν λυπηρότερον , τὸ εἶναι ἄοικον , ἀνέστιον , ἄπαιδα ,
5418662 βδελυρον
οὐδὲ χρηστοῦ τοὺς τρόπους , ἀλλ ' εἰς ἀμαθῆ καὶ βδελυρόν . Ἀλλὰ μὴ παρῇς ἅ σοι διδόας ' ἐν
, ἢ τοὐναντίον τοῦτον ἀεὶ καὶ πανταχοῦ θεοῖς ἐχθρὸν καὶ βδελυρόν ; ἐγὼ μὲν οἶμαι τοῦτον τοιοῦτον : ὃν γὰρ
5394930 αὐθαδες
πρὸς δὲ τούτοις καὶ Πλούταρχος κατὰ τὸν βίον αὐτοῦ τὸ αὔθαδες δείκνυσιν ἐν τοῖς μάλιστα πάντων τούτῳ προςεῖναι : γνωστέον
] τὸ σημεῖον . ὑπέρκομπον ] ἀλαζονικόν . ὑπέρκομπον ] αὔθαδες . Ξ ὑπέρκομπον ] σοβαρόν . θ ὀρθῶς ]
5372934 προθυμουμενον
ἡμῶν ] αὐτῶν [ ἢ ] [ πραττόμενον ] ἢ προθυμούμενον [ - ] [ πράττειν ] : οὐ γὰρ
καὶ πατέρα τὸν ἐμόν . ὁρᾶτε μὲν δὴ καὶ Δαρεῖον προθυμούμενον στρατεύεσθαι ἐπὶ τοὺς ἄνδρας τούτους , ἀλλ ' ὃ
5332377 ἀπολοιμην
Τί δ ' ἐστὶν ὅτι δέδοικας ἐλθεῖν αὐτόσε ; Κάκιον ἀπολοίμην ἂν ἢ σύ . Πῶς ; Ὅπως ; Δοκῶν
μὴ κατάξω τὴν κεφαλήν σου , Σωφρόνη , κάκιστ ' ἀπολοίμην . νουθετήσεις καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν
5303382 Δυσωπεισθαι
Δυσχέρασμα . πονηρὰ δὲ τὰ Πλάτωνος ἐν Φιλήβῳ Δυσχεράσματα . Δυσωπεῖσθαι . ὑφορᾶσθαι καὶ ὑπόπτως ἔχειν . Δυσωπεῖσθαι ἀντὶ τοῦ
. Ἐπεξιὼν καὶ ἐπέξειμι , οὐχὶ ἐπεξελεύσομαι καὶ ἐπεξελευσόμενος . Δυσωπεῖσθαι : τὸ ἐντρέπεσθαι καὶ μὴ ἀντέχειν δι ' αἰδῶ
5295999 πιστον
δὲ ὅτι διὰ τὰς συνθήκας οὐκ ἠμφισβήτησα , νομίζων σε πιστὸν εἶναι : ἐνίκησας δὲ ἐμοῦ σκοπήσαντος κατὰ τὰ δόξαντα
ὑπὸ τῆς Ἀπολλοδώρου μητρός . μετὰ τῆς αἰτίας οὖν τὸ πιστὸν παρ - ήγαγεν εἰπὼν ὅτι μὴ ἀπίστει : διέφθαρται
5291712 κεκρικα
' οὐ πάθος . Εἶτα οὐδ ' αὐτὴ ἡ κρίνασα κέκρικα λέγει , ἀλλ ' ἔκρινε μόνον : ἐπεὶ οὐδὲ
συζυγίας τὸ κ , τίλλω τιλῶ τέτιλκα , κρίνω κρινῶ κέκρικα : οὕτω καὶ ἔσπαρκα ἢ καὶ νενέμεικα . Ἡ
5273186 ἐφεσεως
οὐ τέλεον οὐδὲ ἱκανόν , ἐλλιπὲς δέ , ἅτε ἐξ ἐφέσεως ἀορίστου καὶ λόγου ἱκανοῦ γεγενημένον . Καὶ ἔστι λόγος
ἀπὸ τῆς θεωρίας , τὸ δ ' ὁρμητικὸν ἀπὸ τῆς ἐφέσεως . Καὶ ἐν τῷ ἕκτῳ δὲ ἐπιλέγει : Μετέχει
5262260 παραληφθειη
περιβολή : τὰ γὰρ ποιοῦντα τὴν περιβολήν , εἰ πλείονα παραληφθείη κατὰ ταὐτόν , οἷον ἐπεμβολαὶ καὶ τὰ τοιαῦτα ,
εἰ δὲ διά τι κατ ' ἀρχὰϲ ἡ φλεβοτομία μὴ παραληφθείη , καὶ προϲωτέρω τῆϲ ἑβδομάδοϲ οὐδὲν ἄτοπον φλεβοτομεῖν τῆϲ
5251368 ἁμαρτημα
ἐρεῖς ἐν τῷ η : τὸ γὰρ ἐν τῷ ε ἁμάρτημα . καὶ γὰρ ὑποδήσασθαι λέγεται , οὐχ ὑποδέσασθαι .
ἔθετο , ἐπιστείλας τῇ συγκλήτῳ καὶ παραμυθησάμενος ἀσέβημά τε καὶ ἁμάρτημα τηλικοῦτον , φήσας ἀνθρώπινόν τι πεπονθέναι πάθος : ἔρωτι
5245438 πραγμ
δρόμον ὀδυρμόν , ἀνακαλοῦντας αὑτοὺς ὀνόματι , ὧν καὶ τὸ πρᾶγμ ' ἤκουον : εὐτυχῶς δέ τι λοφίδιον ἦν ἐνταῦθ
” ἐγώ , “ περίεργός εἰμι , ” καὶ τὸ πρᾶγμ ' αὐτῶι λέγω , ὡς εὗρον , ὡς ἀνειλόμην
5243950 εἰρωνα
ῥῖνα κεκλασμέναι στρυφνόν , αἱ δὲ πρὸς τοὺς κροτάφους κεκλασμέναι εἴρωνα , αἱ δὲ κατεσπασμέναι φοβερόν . κανθοὶ οἱ μὲν
οὑτωσὶ φράζει : γενέσθαι μὲν αὐτὸν ῥητορικώτατον καὶ δεινόν , εἴρωνα δὲ καὶ ἐραστὴν φθόνου καὶ τὸ κακόηθες ἐπαινοῦντα κατηφῆ
5233639 Ἐργον
γεωργίας γλυκύ . Λυπεῖ με δοῦλος μεῖζον οἰκέτου φρονῶν . Ἔργον γυναικὸς ἐκ λόγου πίστιν λαβεῖν . Τοῦτ ' ἐστὶ
φίλους βλαπτόντων . Ἐῤῥίφθω κύβος : ἐπὶ τῶν διακινδυνευόντων . Ἔργον ὄνον ἀποτρέψαι κνώμενον : ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων
5192457 ἑτοιμ
εἰϲιὼν ? ἐλευθέρωϲ ο ? [ ! ] ωτοϲ διακονῶν ἑτοιμ [ πράγματα ? χωρὶϲ θεράποντοϲ [ ] [ καὶ
ἐπ ' ἄλλα ? ? ? ς ! [ γείτοσιν ἑτοιμ [ τὸν ἐγκεκλει [ παῖ , Μοσχίων [ Ἀρεοπαγίτης
5186178 Ἀρταξατης
” “ ποίησον οὕτως ” εἶπε βασιλεύς . Ἐλθὼν δὲ Ἀρταξάτης καὶ προσκυνήσας τὴν βασιλίδα “ καλεῖ σε ” φησίν
τι δύνασθαι προσθεῖναι τοῖς λόγοις : ἀποσιωπήσαντος δὲ εὐθὺς μὲν Ἀρταξάτης ἠπίστατο πόθεν ἐτρώθη . οὐδὲ γὰρ πρότερον ἀνύποπτος ἦν
5175508 τολμηρον
τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα μάχεται πρὸς Χρεμύλον
ἀλόγων ζῴων , ὥσπερ ὅταν λέοντα λέγωμεν φύσει ἀνδρεῖον , τολμηρὸν ὄντα , καὶ ἄλκιμον καὶ τῶν φοβούντων καταφρονητικόν ,
5172123 λυπηθηναι
τοῦ λόγου , τουτέστι ψευδοῦς φανέντος . καμεῖν ] ἤτοι λυπηθῆναι . Ἴσως τὴν κερκίδα ἢ τὸν ἄτρακτον λέγει γυναικὸς
Ἀλλ ' , ὦ Σίμων , εἰκός γε ἐνδείᾳ τροφῆς λυπηθῆναι αὐτόν . Ἀγνοεῖς , ὦ Τυχιάδη , ὅτι ἐξ
5164813 χαλεπαινεις
καὶ δὴ καὶ νῦν εὖ οἶδ ' ὅτι οὐκ ἐμοὶ χαλεπαίνεις , γιγνώσκεις γὰρ τοὺς αἰτίους , ἀλλὰ ἐκείνοις .
ἔχει ἀκολουθῆσαι ἢ τῷ φαινομένῳ ; οὐδενί . τί οὖν χαλεπαίνεις αὐτῇ , ὅτι πεπλάνηται ἡ ταλαίπωρος περὶ τῶν μεγίστων
5148391 νοοι
Δία οὐκ ἔγωγε . Τί οὖν ἄρτι ἤρου ὅτι μοι νοοῖ τὸ ῥῆμα ; Τί ἄλλο γε , ἦν δ
. ὡς δὲ ἤρετο Ἀλέξανδρος δι ' ἑρμηνέων ὅ τι νοοῖ αὐτοῖς τὸ ἔργον , τοὺς δὲ ὑποκρίνασθαι ὧδε :
5147695 κορηϲ
τοῦ μέλανοϲ : ὅταν δὲ μεῖζον γένηται , καὶ τῆϲ κόρηϲ ἅπτεται καὶ ἐμποδίζει τὸ ὁρᾶν . εὐίατα δέ ἐϲτι
! ! εἰ ? δυνατόν ? ? ? ἐϲτι τῆϲ κόρηϲ αὐτῶι ? ? τυχεῖν ? , ὅτι ? ?
5143499 ἀποφημον
λόγος ὑπὲρ ἀμφοῖν ἀτοπώτερος , ὁ Σωκλῆς οὐκ ἐνεγκὼν τὸ ἀπόφημον , ὡς ἐραστὴν ἀκόλαστον μισήσας ἀπημπόλησε τὸν ἵππον .
σφίσι κακῶν αἰτίους ἢ δράσαντάς τι ἀσεβὲς ἢ εἰπόντας τι ἀπόφημον : ἵππου δὲ ἔλεγε ποία μὲν θεοσυλία , φόνος
5140763 βεβηλον
βωμοῦ κατεβίβασε : τὸ γὰρ αἰσχρὸν βέβηλον , τὸ δὲ βέβηλον πάντως ἀνίερον . τοῦτο δὲ τὸ ἡγεμονικὸν διακεχώρικεν :
τοῦ ω μεγάλου . ὁσίων . ὅσιόν ἐστι χωρίον τὸ βέβηλον καὶ μὴ ἱερόν , εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι .
5139999 κακοζηλον
κολαφίζει καὶ τραχηλίζει † αὐτόν . γελοῖον δὲ τοῦτο καὶ κακόζηλον ὑπάρχει τὸ τοῦ Λυκόφρονος ῥητὸν τὸ . . καθ
μάλιστα τοῦ ἡδέος , ἐξοκέλλοντες δὲ εἰς τὸ ῥωπικὸν καὶ κακόζηλον . τούτῳ παράκειται τρίτον τι κακίας εἶδος ἐν τοῖς
5133637 νοσερου
, ἰδοὺ κλίνη : ἀναπεσὼν πύρεττε . Δύσκολος ἀστρολόγος παιδὸς νοσεροῦ γένεσιν λέγων , πολυχρόνιον αὐτὸν τῇ μητρὶ † ὡς
ἐχρίετο ἀλείμμασι , προσφιλοτιμούμενος τῇ ῥᾳθυμίᾳ . Ὁ Πλάτων , νοσεροῦ χωρίου λεγομένου εἶναι τῆς Ἀκαδημείας , καὶ συμβουλευόντων αὐτῷ
5132780 φωνειν
στρατοῦ ἐστι τὸ ἐπερχόμενον , ἓν ἢ δεύτερον βούκινον παρασκευάζειν φωνεῖν : εἰ δὲ ὀλίγος , πλείονα βούκινα , ἵνα
καθεύδοντι ἔπη τε ᾄδειν τῶν Ὀρφέως καὶ μέγα καὶ ἡδὺ φωνεῖν . οἱ οὖν ἐγγύτατα νέμοντες ἢ καὶ ἀροῦντες ἕκαστοι
5131270 διδακτον
φάσκοντας μηδὲ διδακτὸν εἶναι , ἀλλὰ καὶ τὸν λέγοντα ὡς διδακτὸν ἑτοίμους κατατέμνειν , αὐτοὺς δὲ αὐτῷ ἀεὶ τῷ ναυκλήρῳ
ἀνδράσι καὶ σοφοῖς ἔνεστι τὸ αἰδημονικόν . ὅσοις οὖν μηδὲν διδακτὸν καὶ ἐκ βίας φύσεως ἔγνωσται , ἀλλὰ φύσει τὴν
5126306 ἐπεισθην
αὐτόχειρ γενέσθαι , τοῦτο τὸ ἔργον ἐγώ ποτ ' ἂν ἐπείσθην ἀντ ' ἐκείνου ποιῆσαι ; πότερα ὡς ἐγὼ μὲν
φρονίμους περὶ τούτων ἤκουον εἶναι . καὶ περὶ μὲν τροφῆς ἐπείσθην ἱκανὸν εἶναι ὑπάρχον ὅ τι Κυαξάρης ἔμελλε παρέξειν ἡμῖν
5115046 ἀτυχημα
ἐνταῦθα ἀνθρώπους , καὶ ἐπειδὴ ἀνῳκίσθη αὐτοῖς ἡ πόλις , ἀτύχημα ἐκ Μακεδονίας δεύτερον σφᾶς ἔμελλεν ἐπιλήψεσθαι . πολιορκηθέντες γὰρ
δὴ συμβεβουλευκότος αὐτοῦ πόλεμον ἄρασθαι πρὸς Φίλιππον τὸ περὶ Χαιρώνειαν ἀτύχημα τῇ πόλει γέγονεν , ἀπὸ τῆς γνώμης αὐτὸ συνέστησεν
5111177 Τουτι
βοτρύχοισι κομῶν . Μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην . Τουτὶ τί ἐστιν ; ὡς ἀνεκὰς τὸ κρίβανον . Ἀδώνι
δή , μή πώς σε δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας ἰκτῖνος μάρψῃ Τουτὶ μέντοι σὺ φυλάττου , ὡς οὗτος φοβερὸς τοῖς σπλάγχνοις
5111086 ὠκνησα
δὲ καὶ εὐτελέστερόν τι συνεχώρει ἡ φύσις , οὐκ ἂν ὤκνησα διὰ τὸ σαφέστερον . σὺ δὲ παράπεμπε τῷ νῷ
Μοῖραν ὅπλα ἀράμενον περὶ τοῦ θανάτου διαγωνίσασθαι , οὐκ ἂν ὤκνησα , ἐφ ' ᾧ τε θεῖον ἄνδρα περὶ κάλλους
5106156 ἀμηρυτον
, ὡς βαίνω βαίνετε : τὸ γὰρ περισπώμενον χραισμεῖτε . ἀμήρυτον : γράφεται καὶ ἀμήρυον , τουτέστιν ἀτέλεστον καὶ διηνεκῶς
. ἐκ τοῦ μειδιῶ ἢ μείδω . . . . ἀμήρυτον : τὸ ἀτέλεστον : ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀπὸ τῶν
5101541 καινουργειν
, οἷον ἐν τοῖς βακχείοις πάθεσί φασι τὰς μαινάδας ἀλλόκοτα καινουργεῖν . οἳ μὲν τῶν βουλευτῶν τοὺς περὶ τῶν ὁμήρων
' ὁμοίως περίβλεπτος ὤνἕωλα γὰρ ἦν ἅπαντα καὶ οὐδὲν ἔτι καινουργεῖν ἐδύνατο ἐφ ' ὅτῳ ἐκπλήξει τοὺς ἐντυγχάνοντας καὶ θαυμάζειν
5098901 πεφανθαι
, ἔφην ἐγώ , ὡς θαυμαστὸν λέγεις καὶ ἀγαθὸν μέγα πεφάνθαι . μῶν καὶ οἱ ἄλλοι πάντες ἄνθρωποι πάντ '
οὐχ ἅπαξ μόνον , ἴσθι δὲ παραφρόνιμον ἄπορον ἐπὶ φρόνιμα πεφάνθαι μ ' ἄν , εἴ σε νοσφίζομαι , ὅς
5095888 σκυθρωπον
καὶ ἑτεροκλινὴς γίνεται ὁ βίος , ὅκα μὲν ἐπὶ τὸ σκυθρωπόν τε καὶ χαλεπὸν καταφερόμενος , ὅκα δὲ ἐπὶ τὸ
τὴν ἐπιμέλειαν αὐτοῦ παρειληφότων ἀνέσεις ἔχειν ἐπιτρεπόντων καὶ μηδὲν ἐπιδεικνυμένων σκυθρωπόν , ἀλλ ' αἰδῶ καὶ σεμνότητα παραφαίνων ἀκούσμασι καὶ
5091110 ζηλωτον
ὡς ὁμολογοῦντα τούτων εἶναί τι σπουδαῖον καὶ τὸν Σαρδανάπαλλον ἡγούμενον ζηλωτόν , ὃς ἔφη διατελέσαι τὸν βίον εὐωχούμενός τε καὶ
ὀχληρόν , φαῦλον δὲ τὸν ἁπλοῦν . ἀπόβλεπτον : τὸ ζηλωτόν . ἀμφιμήτωρ : ὁ ἐξ ἑτέρας μητρὸς ἀδελφός .
5074285 Δεινοκρατην
ἐπληρώθη τοῦ κατὰ τῶν πολιτῶν φόνου , τοὺς ζωγρηθέντας ἀθροίσας Δεινοκράτην μὲν ἀφῆκε διὰ τὴν προγεγενημένην φιλίαν , τῶν ἄλλων
ἅπαντας ὑπόπτως ἔχων καὶ μηδέποτε μηδενὶ βεβαίως πιστεύσας πρὸς μόνον Δεινοκράτην διετήρησε τὴν φιλίαν μέχρι τελευτῆς . ὁ δὲ Δεινοκράτης
5062978 ἀδικωτερον
τοῦ αὐτοῦ σοφιστοῦ συγκείμενος . Λέγει γὰρ ὡς οὐδέν ἐστιν ἀδικώτερον φήμης , ἀγοραῖα τεκμήρια καὶ παντελῶς ἀκόλουθα τῷ αὑτοῦ
πάντα κελεύουσιν ὑπηρετεῖν προσδεδωκότες , οὗ τί γένοιτ ' ἂν ἀδικώτερον ; διότι σε νοσήσαντα χαλεπῶς οὕτως ἀνέστησα , διὰ
5059911 ἀμφιγνοειν
αὐτὰς συλλαβὰς ἕκαστος ὁ νομοθέτης τίθησιν , οὐδὲν δεῖ τοῦτο ἀμφιγνοεῖν : οὐδὲ γὰρ εἰς τὸν αὐτὸν σίδηρον ἅπας χαλκεὺς
ἐφικνεῖσθαι : ἕτερα γάρ ἐστι τὸ εἰκάζειν , τεκμαίρεσθαι , ἀμφιγνοεῖν , ὑποτεκμαίρεσθαι , στοχάζεσθαι , ὑποπτεύειν , ὑπονοεῖν ,
5058094 λυσιτελουν
εἰς τὸ κοινῇ συμέφρον ? [ ] ? [ καὶ λυσιτελοῦν ] ? | νομοθετῆσαι τάσδε τὰς πληγὰς , τοὺς
τὸ κοινὸν ἀπὸ τῶν συμφερόντων οὐχὶ τὸ ὑμῖν αὐτοῖς ἰδίᾳ λυσιτελοῦν ὀφείλοντας σκοπεῖν , ἐάν τι τῶν ἀληθῶν μετὰ παρρησίας
5045236 ἀσκουντι
ταὐτὸν καὶ μεῖζον ἁμάρτημα φήσομεν ἢ κάμνοντι πρὸς ἰατρὸν ἢ ἀσκοῦντι πρὸς παιδοτρίβην περὶ τῶν τοῦ αὑτοῦ σώματος παθημάτων μὴ
τινὸς πράττειν δι ' ἀπορίαν καὶ μηδὲν εἶναί μοι πλέον ἀσκοῦντι καλοκαγαθίαν , ὅτι τῶν πλουσίων οὐκ εἰμί , κακῶς
5039779 ἀναμφιλεκτον
ἐν πλησμονῇ εἰμί , προσίσταταί μοι . Ἀναμφίβολον , ἀναμφίλογον ἀναμφίλεκτον , ἀναντίλεκτον , βέβαιον , ἀνενδοίαστον , ἀναμφισβήτητον ,
ἀρνήσονται καὶ οὐθὲν ἔσται βέβαιον τοῖς δικασταῖς τεκμήριον οὐδ ' ἀναμφίλεκτον ἔξω τῆς μηνύσεως , ᾧ πιστεύσαντες θάνατον τῶν πολιτῶν
5036949 βουλημα
συνᾴδοντος καὶ τοῦ νομίμου ἀνδρὸς εὐθὺς ὄντος κοσμοπολίτου πρὸς τὸ βούλημα τῆς φύσεως τὰς πράξεις ἀπευθύνοντος , καθ ' ἣν
' αὐτοῦ ἐν αὐτῶι [ τελέσας - ] αὐτοῦ τὸ βούλημα [ ] . καὶ σὺ μὲν γὰρ ἐσθῆτα ?
5020479 πιθανον
: ὅτι Ζηνόδοτος γράφει Φοῖβος Ἀπόλλων . ἀφαιρεῖται δὲ τὸ πιθανόν : ἐπίτηδες γὰρ τοὺς τοῖς Ἕλλησι βοηθοῦντας θεοὺς ἠχθρευκέναι
καὶ ὡροσκοποῦν ζῴδιον ἐκ μακροῦ διαστήματος τῷ μὴ ὀξυωποῦντι Χαλδαίῳ πιθανόν ἐστιν ὡς μηδέπω ἀνατεταλκὸς δοξάζεσθαι † καὶ κατὰ σύγκρισιν
5020142 καταληπτον
συνυφέστηκεν ἀλλήλοις : εἰ δὲ συνυφέστηκεν , ἑκάτερον ἐξ αὑτοῦ καταληπτόν ἐστι καὶ οὐδέτερον ἐκ θατέρου . λεκτέον δὲ κἀκεῖνο
μέρη ἐστὶν ἀνθρώπου ἢ ἐνεργήματα ἢ πάθη . εἴπερ οὖν καταληπτόν ἐστι τουτὶ τὸ κριτήριον , πολὺ πρότερον ὀφείλει ἐπινοεῖσθαι
5015219 φυλακτικον
καὶ πᾶσαν κολακείαν ἐπ ' αὐτοῦ συσταλῆναι : καὶ τὸ φυλακτικὸν ἀεὶ τῶν ἀναγκαίων τῇ ἀρχῇ καὶ ταμιευτικὸν τῆς χορηγίας
. καθάπερ γάρ ἐστι φυλακτικὸν σώματος ὑγίεια , οὕτω ψυχῆς φυλακτικὸν καθέστηκε παιδεία . ταύτης γὰρ προηγουμένης οὐ πταίειν συμβήσεταί
5000519 ῥεζοντα
μόνον τὸν φίλον δηλονότι , ἀλλὰ καὶ τὸν ἐχθρὸν καλὰ ῥέζοντα καὶ πράττοντα : ἐπαινεῖν δ ' οὐχ ἁπλῶς ,
οὐ μόνον τὸν φίλον δηλονότι ἀλλὰ καὶ τὸν ἐχθρὸν καλὰ ῥέζοντα καὶ πράττοντα . ἐπαινεῖν δὲ οὐχ ἁπλῶς , ἤτοι
4992382 ἐρωτημα
περὶ τούτων . ἀλλὰ τί οὐκ ἀπεκρίνω τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐρώτημα ; Τὸ ποῖον ; Εἰπέ , εἰσί τινες ἀνθρώπων
τὸ σοφιστικὸν συκοφάντημα τῶν ἐρωτώντων , τὸ μηδὲν συλλογισαμένους μὴ ἐρώτημα ποιεῖν τὸ τελευταῖον , ἀλλὰ συμπεραντικῶς καὶ ἀποφαντικῶς ἐπάγειν
4987540 περαινειν
? ἐβουν [ ! ! ! ! ] λόγον ? περαίνειν καὶ ὁ [ Ἀναξιμένης ] ? [ ] ?
. ΓΘ οἴσει ] κομίσει . Γ δοκῇ σοι ] περαίνειν καὶ κύφειν , κακεμφάτως . τοῦτον ] τὸν παῖδα
4977573 ἐντρεπεσθαι
μὲν ἔστι Περὶ δυσωπίας βιβλίον , τοῦτο ὅπερ οἴεται δηλοῦν ἐντρέπεσθαι καὶ μὴ ἀντέχειν δι ' αἰδῶ . ἀλλὰ σημαίνει
μὲν ἐκτὸς ἰνῶν ἐκτεινομένων , ἐκτρέπεσθαι συμβαίνει τοῖς χείλεσιν , ἐντρέπεσθαι δὲ καὶ ὑποπτύσσεσθαι διὰ τῶν ἐντός : ὀκτὼ δὲ
4975814 πιθανωτερον
μᾶλλον „ ἔφη ” τοῦτο ἡγώμεθα , ὦ Ἀπολλώνιε , πιθανώτερον γὰρ καὶ πολλῷ βέλτιον . ” „ διττὴ ἄρα
„ . Λέγουσιν αὐτὸν κεκεραυνῶσθαι . εἴη δ ' ἂν πιθανώτερον οὕτω . ἰατρικὴν κινήσας καὶ ὑψώσας αὐτὸς ὑπὸ πυρετοῦ
4972870 Μελλω
ἐκ ποδῶν κατωκάρα κρέμαιτο . Ἤδη καλῶς ἔχει σοι . Μέλλω γά τοι θερίδδειν . Ἀλλ ' , ὦ ξένων
. . ἀπόκρινε : Ἀπολογίζου . . τὸ τί : Μέλλω ἐρωτηθῆναι . . 〚 μελαγχολᾶν μ ' οὕτως οἴει
4963398 δυσχερες
ἔστιν ὅτε πολλὰς ἡδονὰς ὑπερβαίνομεν , ὅταν πλεῖον ἡμῖν τὸ δυσχερὲς ἐκ τούτων ἕπηται : καὶ πολλὰς ἀλγηδόνας ἡδονῶν κρείττους
γῆρας ἐνεγκόντα ἢ τὸν μετὰ πλούτου . Καὶ τί ἔχει δυσχερὲς ἢ ἐπίπονον ἡ πενία ; ἢ οὐ Κράτης καὶ
4960800 ἐσελθῃ
οὖν χολὴ κινηθεῖσα ἐς τὰς φλέβας καὶ ἐς τὸ αἷμα ἐσέλθῃ , διεκίνησε καὶ διώῤῥωσε τὸ αἷμα ἐκ τῆς ἐωθυίης
καθαίρει μήτε χολὴν μήτε φλέγμα , ὅταν ἐς τὸ σῶμα ἐσέλθῃ , τὴν δύναμιν αὐτὰ παρέχεσθαι δεῖ ἢ ψύχοντα ἢ
4956617 πεπραχθαι
οὖν ὅρον στάσεως : στάσις ἐστὶ φάσις , τοῦ ἢ πεπρᾶχθαι ἢ κληθῆναι , ἢ ποιότητος ἐξέτασις : φάσις ἐστὶν
οὐ κατ ' ἐπιβουλήν , ἀλλ ' ὑπὲρ τῆς πόλεως πεπρᾶχθαι ἀκίνδυνόν τε , ὡς κοινόν , ἔσεσθαι παρὰ τῷ
4954183 βλασφημουμενος
ἑλεῖν οὐκ ἴσχυσαν . Ἀσδρούβας δὲ ὁ στρατηγὸς τῶν Καρχηδονίων βλασφημούμενος ὑπὸ τῶν ἰδίων διὰ τὸ μὴ πολεμεῖν , ἀναζεύξας
τὴν ἀρχὴν μηδεμίαν ἔχειν ἀξιόλογον ἀφορμὴν εἰς τὸν πόλεμον . βλασφημούμενος γὰρ ἐπὶ τῷ δοκεῖν τὸν πόλεμον αὔξειν ὑπελάμβανε τῇ
4950474 βελτιστον
ἅπαντα , ὅ τι ἂν δοκῇ ἐμοὶ καὶ σοὶ βουλευομένοις βέλτιστον εἶναι . ὥστε ὑπεραβέλτεροί εἰσιν αἱ προφάσεις καὶ αἰτίαι
ἐν αὐτοῖς ὥσπερ ἐν πόλει πολιτείαν καταστήσωμεν , καὶ τὸ βέλτιστον θεραπεύσαντες τῶν παρ ' ἡμῖν , τούτῳ ἀντικαταστήσωμεν φύλακα
4949586 εὐτραπελον
οἷον τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν χωρίς τινος ὕβρεως : εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ σεμνότητος χαριέντως λεγόμενον : γεφυρισμὸς δὲ
ἀνασεσυρμένην καλοῦσι δὲ τὸν μὲν σκωπτικὸν ἐπίχαριν , τὸν δὲ εὐτράπελον ἐπιδέξιον , τὸν δ ' ἀνασεσυρμένον ἄπλαστον καὶ ἁπλοῦν
4946737 παγιον
βεβαιοτάτην ἀνάληψιν καὶ τὸ ἐν ἁπάσαις ἀρεταῖς ἀκλινές τε καὶ πάγιον . τοῦτ ' ἐστὶ τὸ λεγόμενον : „ τετάρτῃ
ἀναψηφίσασθαι , ἀναθέσθαι . Μόνιμον , βέβαιον , ἐχυρόν , πάγιον , ἀσφαλές , ἀμετάβλητον , ἀμετάγνωστον , ἄλυτον ,
4937339 ἐγχειρημα
, ἐπειδὴ συνήχθη , λέγει τοιάδε : Ἄνδρες πατέρες , ἐγχείρημα τολμᾶν διανοούμενος , ὑφ ' οὗ τῶν παρόντων ἀπαλλαγήσεται
γὰρ τοῖς ἐνθυμήμασι καὶ ταῖς ἀποδείξεσιν ἐπάγει τὴν προτροπήν . ἐγχείρημα συμβουλευτικὸν ἀποφαντικῶς . κάλλιστα καὶ τάχιστα ] καλῶς συνέζευξε
4933091 βλασφημον
ἀλιτηρίους οὐ μόνον τοὺς τὰ ἱερὰ συλῶντας ἢ λέγοντάς τι βλάσφημον περὶ τῶν θεῶν , ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον τούς τε
Διόνυσε , κακῶς κακὸν διόλλυ τὸν τύραννον , διάσπα τὸν βλάσφημον , εἰς ταῦρον ἄμειβε τὸν ἀπάνθρωπον , ἡμᾶς θηρία
4927150 προτρεπομενον
, ὃ σημαίνει , ἆρον φᾶ : κατ ' ἀρχᾶς προτρεπόμενον τὸν παῖδα ἆραι καὶ τραφῆναι γνῶσιν τὴν τῶν γραμμάτων
δὲ Σωτίων φησὶν ἐν τῷ δράματι Ξανθίαν τινὰ οἰκέτην πεποιῆσθαι προτρεπόμενον ἐπὶ ἡδυπάθειαν ὁμοδούλους ἑαυτοῦ καὶ λέγοντα : τί ταῦτα
4925709 ῥαιδιον
, τὸ δ ' ὕλης ἐν βαθυξύλωι φόβηι , οὐ ῥάιδιον ζήτημα : κρᾶτα δ ' ἄθλιον , ὅπερ λαβοῦσα
ἐπαλλάττειν ; οὐδὲ τὴν ἀπορροὴν ἀπὸ τοῦ κενοῦ πως γίνεσθαι ῥάιδιον ὑπολαβεῖν : ὥστε λεκτέον τούτου τὴν αἰτίαν . ἔοικε
4925176 ὀλιγωρον
ποιμνίου διαφυγεῖν τοὺς κύνας καὶ τοὺς ἀλκτῆρας , ποιμένα δὲ ὀλίγωρον ἢ κακοῦργον οὔτε ἐκφυγεῖν δυνατὸν τοῖς βοσκήμασιν οὔτε ἀλέξεσθαι
δήμου καθάπερ κοσμήματος καὶ κτήματος οὐ ῥᾴδιον ἦν τὸν θνητὸν ὀλίγωρον γενέσθαι . τῶν δὲ Γαλατῶν οἱ Σκορδίσται καλούμενοι χρυσὸν
4922783 γινωσκομενον
, μηδ ' ἀποδείξει περαίνεσθαι πᾶν τὸ δι ' ὅρου γινωσκόμενον . ἐρωτῶν δὴ τὸ εἶναι ἀποκρίνεται τὸ μὴ εἶναι
μὲν ἀγνοῶν τὸ ὁριστὸν οὐχ οἷός τέ ἐστι τὸ μὴ γινωσκόμενον αὐτῷ ὁρίσασθαι , ὁ δὲ γινώσκων , εἶθ '
4920749 ἀτυφον
Λακωνισμὸς ἡ πρὸς τοὺς Λάκωνας . , . . † ἄτυφον : ἐν Φαίδρῳ τὸ ἀβλαβές , ἐπὶ τὸ τῦφον
, ἔτι δὲ ὀλιγοδεΐαν , ἀφέλειαν , εὐκολίαν , τὸ ἄτυφον , τὸ νόμιμον , τὸ εὐσταθές , καὶ ὅσα
4917943 ὑπερηφανον
ἧς ἐβουλήθην κρατήσας οἰκουμένης , καὶ μηδὲν ὑπὸ τῆς ἐξουσίας ὑπερήφανον μηδὲ σκαιὸν εἰς τοὺς ἀρχομένους ἀναγκασθεὶς ἁμαρτεῖν , ἀλλ
. : Βροῦτος ὑπὸ πάντων ὕπατος χειροτονηθεὶς , ἐφυγάδευσε τὸν ὑπερήφανον Ταρκύνιον τυραννικῶς ἀναστρεφόμενον . Ὁ δ ' ἐλθὼν εἰς
4912017 ἐρυθριασας
συντάξας ταῦτα τὰ ποιήματα ἐπεδείξατο . σφόδρα δὲ ἀποτυχὼν καὶ ἐρυθριάσας παρεγένετο ἐν τῇ Ῥόδῳ κἀκεῖ ἐπολιτεύσατο καὶ σοφιστεύει ῥητορικοὺς
, ὡς παραλελόγισταί σε ἡ Ἄτροπος . ” ἐγὼ δὲ ἐρυθριάσας πρὸς τὸν λόγον ταχέως ὑπεμνήσθην τῶν κατὰ τὴν ὁδόν
4908324 διαγωνισασθαι
δύναμιν καὶ προεκαλεῖτο τοὺς ἐν τῇ πόλει περὶ τοῦ τροπαίου διαγωνίσασθαι . τῶν δ ' Ἀθηναίων ἐξαγαγόντων τοὺς στρατιώτας καὶ
ἀποδρᾶναι : ἐὰν δέ που πρὸς ἐρρωμενεστέρας δυνάμεως βιασθεὶς ἀναγκασθῇς διαγωνίσασθαι , μὴ μελλήσῃς ἡττᾶσθαι : τότε γὰρ εὖ μὲν
4901615 βασκανον
εὖ ] ἕρδειν γέροντα , μηδὲ γυναῖκα , μηδὲ παῖδα βάσκανον , μηδὲ κύνα τινὸς , μηδὲ λάλον κωπηλάτην :
ἔδωκε τῷ Ἀβραὰμ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς αὐτῷ γυναῖκα „ . βάσκανον μὲν καὶ πικρὸν καὶ κακόηθες φύσει κακία , ἥμερον
4895414 Ἐοικας
' ἐστὶ τὸ ἐπίστασθαι . Καὶ τί τοῦτο ἀναίσχυντον ; Ἔοικας οὐκ ἐννοεῖν ὅτι πᾶς ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς ὁ λόγος
ἠμελήσαμεν Ἱέρακος τοῦ καλοῦ περὶ Μιλτιάδην ἢ Θεμιστοκλέα ληροῦντες . Ἔοικας ἀνδρὸς πονηροῦ γραμμάτων ἐπιθυμεῖν , εἴτε διὰ χρόνου μῆκος
4895393 ἀφελες
ὁ κέπφος ὄρνεόν ἐστι θαλάττιον , ἀτελὲς καὶ λάρον καὶ ἀφελὲς , ὃ καλοῦσι κοινῶς λάρον : ὅπερ φιλεῖ ἀφρὸν
καὶ ἐπὶ πονηρῶν ἵππων ὀχοῦνται : ὁρᾷς , ὅσον τὸ ἀφελὲς τῆς γνώμης ; καὶ μὴν καὶ τὸ ἁδύ τι
4886823 πραξειεν
ἑαυτὸν ἕτερον , πολὺ ἐλαφρότερον καὶ εὐκοπώτερον πάντ ' ἂν πράξειεν τὰ ἔργα . φιλαγάθῳ δ ' ἀνδρὶ καὶ θέλοντι
μητρογαμήσας δι ' ἄγνοιάν τινα ἐτύφλωσεν μέν , ὅτι τοῦτο πράξειεν , ἑαυτόν , ἐλαύνεται δὲ διὰ τὴν ἀθεμιτουργίαν ἐκ
4884740 ΘΖΔ
ΓΒΠ . ὁμοίως δὴ δειχθήσεται καί , ὡς τὸ ὑπὸ ΘΖΔ πρὸς τὸ ΞΖ , οὕτως τὸ ἀπὸ ΓΒ πρὸς
τὸ παρὰ τὴν ἀνωμαλίαν διάφορον δῶμεν , τουτέστιν τὴν ὑπὸ ΘΖΔ γωνίαν , ἀνάπαλιν δοθήσεται μὲν διὰ τοῦτο καὶ ὁ
4883545 μαθω
καὶ φόνου συνεργάτιν λαβὼν τά γ ' εἴσω τειχέων σαφῶς μάθω . νῦν οὖν ἔξω τρίβου τοῦδ ' ἴχνος ἀλλαξώμεθα
τινές φασιν εἶναι τοῦ δαγκάνω , ἐπάγει ὡς τὸ δάκω μάθω λάχω ἅδω φύγω καὶ ὅσα τοιαῦτα ὑποτακτικὰ τρισὶ γράμμασι
4882466 Δημαρητον
πέμψας τὸν θεράποντα ἐπὶ γέλωτί τε καὶ λάσθῃ εἰρώτα τὸν Δημάρητον ὁκοῖόν τι εἴη τὸ ἄρχειν μετὰ τὸ βασιλεύειν .
Ἔδεε δέ , ὡς ἔοικε , ἀνάπυστα γενόμενα ταῦτα καταπαῦσαι Δημάρητον τῆς βασιληίης , διότι Κλεομένεϊ διεβλήθη μεγάλως πρότερόν τε
4880565 ἀπεκριναμην
. ἀκούων δὲ αὐτοῦ ταῦτα καὶ δοκῶν οὐ ψεύδεσθαι , ἀπεκρινάμην αὐτῷ ἅπερ ἂν νέος τε ἄνθρωπος καὶ οἰκείως χρώμενος
, βουλόμενοι μαρτυρίαν τινὰ αὑτοῖς ταύτην γενέσθαι . ἐγὼ δὲ ἀπεκρινάμην αὐτοῖς ἐναντίον μαρτύρων , ὅτι ἕτοιμός εἰμι ἰέναι εἰς
4880258 σφῳν
αὐτήκοος αὐτὸς γενέσθαι ; Τί οὖν δή ; βούλεσθε ἐγὼ σφῷν τὴν ἄτοπον ἀπόκρισιν ταύτην ἀποκρίνωμαι ; Τί μήν ;
: νῶϊν νῷν κατὰ συναίρεσιν , ὥσπερ καὶ τὸ σφῶϊν σφῷν τῆς περισπωμένης φυλαττομένης . καὶ πάλιν νῶϊ σφῶϊ :
4880082 συνοισειν
εἰ τὸ σφόδρα τοῦτο λυπεῖσθαι ἐπὶ τοῖς τελευτῶσιν ἀνίην , συνοίσειν μοι ἐπὶ τὸ βέλτιον . πολὺ δέ τι τούτων
οὖσι τοῖς ἀπὸ τούτων ἐμαυτῷ γενησομένοις , ὅμως ἐπὶ τῷ συνοίσειν ὑμῖν , ἂν πράξητε , ταῦτα πεπεῖσθαι λέγειν αἱροῦμαι
4864756 Παραδοξον
. ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα
. Ὑπερήδιστα , εἰ καί σοι παράδοξον τοῦτο δόξει . Παράδοξον , εἰ γέρων τε καὶ ἀσθενὴς ἄτεκνός τε προσέτι
4860910 ἀχαριστως
ἐς φίλον ἐγίγνετο παραλόγως καὶ ἐς εὐεργέτην ἐκ πολέμου περισώσαντα ἀχαρίστως καὶ ἐς αὐτοκράτορα ἀθεμίστως καὶ ἐν βουλευτηρίῳ καὶ ἐς
, πείθειν χορεύειν οὐ θέλοντας . Ἀττικὸν δὲ δεῖπνον οὐκ ἀχαρίστως διαγράφει Μάτρων ὁ παρῳδὸς λέγων : δεῖπνα μοι ἔννεπε
4858469 ψευσαμενον
τίνων ἕκαστος πορίζεται τὸν βίον , καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτῳ περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον .
πρὸς τοὺς Ἕλληνας ὡς ἐπαγγειλάμενον αὐτοῖς πολλὰ καὶ μεγάλα , ψευσάμενον δέ : οὐδὲν γὰρ ὑπεσχῆσθαί φησιν οὐδ ' ἐψεῦσθαι
4851655 προελομενον
ἀκριβῆ καὶ διεξοδικὴν δήλωσιν ὑπὲρ ἑκάστου τῶν ἀνδρῶν ποιεῖσθαι , προελόμενον εἰς ἐλάχιστον ὄγκον συναγαγεῖν τὴν πραγματείαν . σοῦ δὲ
, τὰ μὲν οὐκ ἀκριβῶς πεπυσμένον , τὰ δὲ οὐδὲ προελόμενον οὕτως , ἀλλ ' ἐπὶ τὸ δεινότερον καὶ τὸ
4847017 ἠλπισα
τύχω δεηθείς , δόξαν οἴσομαι κουφότητος , εἰ καὶ τοιούτων ἤλπισα τεύξεσθαι παρὰ σοῦ μήπω τηλικοῦτος ὤν . ἵν '
ταῦτα προσεδεχόμην , τούτοις ἐκαρτέρουν τὰς ἀλγηδόνας , ἀπὸ τούτων ἤλπισα Κίμωνα τὸν υἱὸν προτρέπειν εἰς ἀρετήν . Οἱ μὲν
4845528 θαυμασητε
δυνηθῆτε θεάσασθαι τοὺς ἐρχομένους ἐπὶ τὴν ἐμὴν ψυχήν , ἵνα θαυμάσητε τὰ τοῦ θεοῦ κτίσματα . Οὕτως ἀναστᾶσα ἡ μία
νομισθῆναι . εἰ δὲ ὑπὲρ ἀντιδίκου ταῦτα δέομαι , μὴ θαυμάσητε : ὑπὸ γὰρ τοῦ τὸν οἶκον φιλεῖν καὶ τὸν
4836880 σκαιοτατον
ἐπὶ τοιαύτας ὁρμῆσαι τροφάς . πάντων δ ' ἂν εἴη σκαιότατον τὸ παιδὸς ἰδίου σάρκας ἐσθίειν : σύντομον γὰρ ὄλεθρον
“ ἐπιλήσμη ” φησί , Κρατῖνος “ ἐπιλῆσμον ” . σκαιότατον ] ἀπαίδευτον . ἀπογαρολοῦμαι : ὑπερβατόν . ἀπολοῦμαι γάρ
4836390 ἐθελω
ἢ κρέας , κἂν μὴ κατεσθίωσι καὶ τοὺς δακτύλους , ἐθέλω κρέμασθαι δεκάκις . οὐκ ἄκαιρον δ ' ἐστὶν μνημονεῦσαι
τις δέξαιτ ' ἂν ὑμῶν ; ἐγὼ μὲν γὰρ πολλάκις ἐθέλω τεθνάναι εἰ ταῦτ ' ἔστιν ἀληθῆ . ἐπεὶ ἔμοιγε
4825350 ἀνιασθαι
ἔρως . φοβεῖσθαι δὲ ἄμεινον τυχόντα ὧν βούλεταί τις ἢ ἀνιᾶσθαι ἀμελούμενον . λβʹ . Τὰ μὲν ὄμματά σου διαυγέστερα
τὴν λέξιν . καρδιαλγεῖν λέγεται τὸ μετὰ ναυτίας καὶ ὀδύνης ἀνιᾶσθαι τὸν στόμαχον . Βακχεῖος μὲν ἐν αʹ φησὶν ἀργεῖν
4822898 ἐντολη
Ἔφυρος : Ἔφεσος : ἔφεσις : Ἐφιάλτης : ἐφημοσύνη ἡ ἐντολή : ἐφετμή : ἐφιδύη ὁ ὄκνος : Ἔφυρος ὄνομα
σύνθετα εἴη ἐκ προθέσεως : ἀσβόλη θερσόλη . τὸ δὲ ἐντολή ἀνατολή καὶ τἄλλα ἐκ προθέσεως ὀξύνονται . Τὰ διὰ
4820653 ἐξεστ
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ '
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ;
4818120 ἐνεργουμενον
καὶ σύνεσιν καὶ γνώμην λέγομεν , ὡς κατ ' αὐτὰς ἐνεργούμενον περὶ τὰ πραττόμενα . τὸ δὲ ἤδη προσέθηκε τῷ
ἀμφοτέραις ταῖς αἰτιατικαῖς οὐκ ἐμφανῆ καθίστησι τὸν ἐνεργοῦντα καὶ τὸν ἐνεργούμενον . . Τὰ μέντοι τῆς διαλύσεως οὕτως ἂν ἔχοι
4811502 παιδευτικως
ἐμποριῶν πληροῦσι . Ταῦτα δὲ πάντα , ὡς ἔφημεν , παιδευτικῶς φησὶ πρὸς τὸν ἀδελφὸν , ἵνα τὰς ἀμοιβὰς τῆς
” φησί „ δίδωσιν ἰσχὺν ποιῆσαι δύναμιν „ : ἄγαν παιδευτικῶς : ὁ γὰρ ἀκριβῶς ἀναδιδαχθείς , ὅτι δῶρον εἴληφε
4807069 ῥοωδες
τὴν διάῤῥοιαν καὶ πᾶσαν φαινομένην ἔκκρισιν παραποδίζεσθαι . τὸ δὲ ῥοῶδες ἐκ τοῦ τήν τε ἐπιφάνειαν τοῦ σώματος ἀραιῶδες καὶ
. πρὸς ῥόδα : ῥόδον παρὰ τὸ θᾶττον ἀπορρεῖν : ῥοῶδες γάρ ἐστιν ἤτοι συντόμως φθειρόμενον . ἢ ἀπὸ τοῦ
4806364 ἐπιστειλαι
χρῄζομεν . Ὁ δὲ Κλεοκράτης , οὐδὲ μὰ τοὺς θεοὺς ἐπιστεῖλαί σοι δυναίμην ἂν αὐτάρκως τὴν ὑπερβολὴν τῆς φιλανθρωπίας ὅσῃ
τοῦτο ποιεῖν : Θαλασσίου δὲ τοῦ πάντα ὄντος ἐμοὶ κελεύοντος ἐπιστεῖλαί σοι καὶ λέγοντος ὅτι μέγα τὸ πρᾶγμα ἡγήσῃ ,
4805520 φω
λέγει . πάλιν δὲ φῶς ἐγένετο αὐτοῖς ἀπὸ τῆς ἡμετέρας φω - νῆς : ἄνευ γὰρ κιθάρας ἢ ἄνευ ἀνδρὸς
ἀκαμαντοχάρμαν μετὰ τοῦ ν , ἢ διὰ τὴν ἐπαλληλίαν τῶν φω - νηέντων , ἐπεὶ εἰ οὕτω ἐγένετο ὦ ἀκαμαντοχάρμα
4804743 παρακεκινδυνευμενον
Πῶς γόνιμον ; Ὡδὶ γόνιμον , ὅστις φθέγξεται τοιουτονί τι παρακεκινδυνευμένον , αἰθέρα Διὸς δωμάτιον , ἢ χρόνου πόδα ,
τοῦ φυσικόν τινα καὶ μὴ βεβιασμένον . ἢ γεννητικόν . παρακεκινδυνευμένον : Ἀντὶ τοῦ ὑψηλὸν , βλάσφημον , 〚 παράδοξον
4803925 ἐπαινετον
εἰ διὰ σωτηρίαν τινὸς ψεύσαιτο . λέγει δὲ τὸν τοιοῦτον ἐπαινετὸν ἐπὶ τὸ ἔλαττον διὰ τὸ αὐτὸν μᾶλλον ἀποκλίνειν ἐπὶ
αἱρετὸν εἶναι , ἀρεστὸν γάρ , καὶ δοκιμαστόν , καὶ ἐπαινετὸν ὑπάρχειν : πᾶν δὲ κακὸν φευκτόν . Τὸ γὰρ

Back