προλέγουσι τὸ μέλλον αὐτοῖς ἔσεσθαι τῆς ἀναδόσεως ἐπὶ τὸν ἐγκέφαλον ἀρχομένης . γίνεσθαι συμβαίνει δὲ τὸ πάθος καὶ παιδίοις καὶ
τοξεύειν ἔταξεν . ταῦτα μὲν ἐν νυκτὶ μιᾷ διετέτακτο . ἀρχομένης δὲ ἕω οἱ μὲν ἀπὸ γῆς ἐτόξευον καὶ ἠκόντιζον
7199398 ἐπιλαβουσης
Τιμολέοντα . ἐκείνων δὲ προειληφότων ἱκανὸν διάστημα καὶ τῆς νυκτὸς ἐπιλαβούσης ἔφθασαν οἱ περὶ τὸν Τιμολέοντα ἀποπλεύσαντες εἰς τὸ Ταυρομένιον
πάλιν δὲ ἀνάλογον ἀπολήγει πρὸς τὴν ἑσπέραν καὶ τῆς νυκτὸς ἐπιλαβούσης ἀναθερμαίνεται μέχρι μέσων νυκτῶν καὶ τὸ λοιπὸν ἀπολήγει ,
7004407 προϊουσης
καὶ ἐδώδιμός ἐστιν : εἶθ ' οὕτως ἀποτραχύνεται καὶ ἐξακανθοῦται προϊούσης τῆς ὥρας : ἡ δὲ ἄνθησις οὐκ ἐκ τούτου
τοῦ βίου πάλην τε ἀσκῆσαι καὶ ἐπιμεληθῆναι τοῦ σώματος : προϊούσης δὲ τῆς ἡλικίας αὐτῷ , ἀκούσαντα Σωκράτους διαλεγομένου τοῖς
6936323 ἑσπερας
“ ” Νὴ τοὺς θεούς , “ ἔφη , ” ἑσπέρας γε . “ Καὶ ἅμα ἐπιψηλαφήσας τοῦ σκίμποδος ἐκαθέζετο
αὐτὸς συναθροίσας στρατιώτας καὶ τὸν Χρυσόσκουλον ἐπιδημοῦντα τηνικαῦτα τοῖς τῆς ἑσπέρας μέρεσι προσλαβόμενος πάλαι γὰρ ἔφθη προσχωρήσας Ῥωμαίοις , ὁπηνίκα
6933977 πρωϊ
: οἵτινες ἐγίνοντο , ὅτε ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται . Ἢ ὅτι ἐκόμιζον αὐτὸν ,
, ὤτων ἦχος καὶ ῥινῶν ἔμφραξις καὶ ὀφθαλμοὶ δακρύουσι τῷ πρωῒ , τινὲς δὲ καὶ ἀμβλυωποῦσιν : ὅτε ταῦτα γίγνονται
6752878 μεσουσης
μεθ ' ἡσυχίας , ἀλλ ' ὡς τὰ πλείω συμβαίνειν μεσούσης μάλιστα τῆς ἡμέρας παρέχεται φωνὴν ἀνερχόμενος : εἰκάσαις ἂν
διηγεῖται . οἱ δὲ ἔφασαν δεῖν καλλιερῆσαι Ξενίῳ Διῒ νυκτὸς μεσούσης ἐπὶ θάλατταν ἥκοντας : ὁ γὰρ ὄρνις ἔτυχεν ἱπτάμενος
6743575 διελθουσης
καὶ συναποδιδράσκειν τὸν χειμῶνα : τῆς ὥρας δὲ τῆς κρυμώδους διελθούσης , ὅταν ὑποστρέψωσιν ἐς τὰ ἴδια καὶ οἵδε καὶ
θάλατταν , ἐξάψας ποθὲν ὥστε ἀνιμήσασθαι δύνασθαι , νυκτὸς δὲ διελθούσης καὶ ἡμέρας ἀρύεται πεπλησμένον , γλυκέος τε καὶ ποτίμου
6727916 χειμερινης
τις ἂν διὰ τὴν ὥραν ὅτι μαλακωτέρα καὶ γονιμωτέρα τῆς χειμερινῆς : ἀλλὰ μᾶλλον τούτου αἰτιάσαιτ ' ἄν τις τὴν
τῆς παλαιοτέρας πρὸς τὸν ἰσημερινὸν διαστάσεως τῶν ἐν τῷ ἀπὸ χειμερινῆς τροπῆς ὡς ἐπὶ τὸ ἐαρινὸν σημεῖον μέχρι θερινῆς τροπῆς
6676252 πεμπτης
, Ἑρμῆς Σελήνη Κρόνος τε περὶ τὴν δωδεκάτην . Τῆς πέμπτης δὲ τὴν ἅπασαν ἡμέραν Ζεὺς πολεύει , οὗτος καὶ
, Β , Γ , Δ , ὡς ἐπὶ τῆς πέμπτης καταγραφῆς , ἡ ΕΖ τῇ ἑτέρᾳ οὐ συμπεσεῖται .
6660183 τροπης
ὁ δὲ φαυλότατός τε καὶ τῶν συμφορῶν αἴτιος ἀρχομένης τῆς τροπῆς ἐπεφεύγει . καὶ Ῥωμαῖοι δύο ἔτεσιν ἤδη περὶ τὴν
ἔτους τὸν ἥλιον κατὰ κορυφὴν , ὅταν ἀπέχῃ τῆς θερινῆς τροπῆς ἐφ ' ἑκάτερα μοίρας νγ γʹ . Ἡ δὲ
6565635 ἀθροας
παιδικὰ μειράκιον ὥρᾳ διαπρεπές . μάχης δὲ γενομένης , καὶ ἀθρόας ὠθουμένης εἰς αὐτὸν τῆς τῶν ἐχθρῶν φάλαγγος , προσπταῖσαι
χρόνου δὲ προήκοντος ταῖς μὲν ἀνέτοις μᾶλλον τῶν ἡμερῶν καὶ ἀθρόας ἐπιφαίνεται τὰς ὑποστάσεις ἔχοντα , καὶ αὐτὰ δὲ τεθόλωται
6552755 λεπτης
δὲ πυρετοὶ γένωνται οὐ δυναμένῃ ἐν γαστρὶ λαβεῖν , καὶ λεπτῆς τῆς γυναικὸς ἐούσης , πυνθάνεσθαι χρὴ μή τι αἱ
τὰ ἄκαρπα , καθάπερ θριγγὸς χειροποίητος : καὶ ταῦτα μέντοι λεπτῆς αἱμασιᾶς περιέθει περίβολος . Τέτμητο καὶ διακέκριτο πάντα καὶ
6521732 τεταρτης
ἐκείνης δὲ τὰ τοῖς οὔροις παρυφιστάμενα , ὑστάτης δὲ καὶ τετάρτης τά τε διὰ ἀδήλου διαπνοῆς χωροῦντα , λεπτὰ τυγχάνοντα
' ἄλλης ἀποδείξεως ὀφείλει κατασταθῆναι , καὶ ἡ τρίτη ὑπὸ τετάρτης , καὶ ἡ τετάρτη ὑπὸ πέμπτης , καὶ τοῦτ
6495747 μετοπωρινης
γάρ , φησιν , ὁ Πλόκαμος πρὸ ? [ τῆς μετοπωρινῆς ἰσημερίας | , δύνει ] δὲ μετὰ [ τὴν
ἡμερῶν Ϙδʹ ∠ , τὸν δὲ ἀπὸ θερινῆς τροπῆς μέχρι μετοπωρινῆς ἰσημερίας ἡμερῶν Ϙβʹ ∠ , διὰ μόνων τούτων τῶν
6489945 ἡμερης
ὁδὸν ἀπέχοντας ἀπὸ τοῦ Ἴστρου , οὗτοι μὲν τούτους εὑρόντες ἡμέρης ὁδῷ προέχοντες ἐστρατοπεδεύοντο τὰ ἐκ τῆς γῆς φυόμενα λεαίνοντες
ἵζηται , ὕδατι θερμῷ διανίζειν : λούεσθαι δὲ διὰ τρίτης ἡμέρης . Ἑτέρη θεραπείη : ἐκβαλὼν τὴν ἕδρην ὡς μάλιστα
6469765 ὀρθρου
γένεσιν . οὕτω γὰρ καὶ ἡμέραν φαμὲν γίνεσθαι ἐκ τοῦ ὄρθρου τοῦ ἔχοντος ἀμυδρὸν τὸ φῶς : ἀμέλει τοι μετὰ
κηρωτῇ , ἐμπλάσας τε ἐπίθες ἑσπέρας καὶ ἔα διανυκτερεῦσαι , ὄρθρου δ ' ἀφελὼν τὸ φάρμακον ῥῆξον τὴν φλύκταιναν καὶ
6451112 πνεουσιν
τοῖς ἀνεπιπλήκτοις ; λιπῶσιν , εὐρύνονται , πιαίνονται , λαμπρὸν πνέουσιν : εἶτα αἴρονται τὰ ἀσεβείας , οἱ πανάθλιοι καὶ
, Κύπρι , τὰ σὰ μὴ φέρουσα κέντρα . Γάμιαι πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ
6434434 δειλης
Ἀθηναῖοι ἀνταναγαγόμενοι ἐναυμάχησαν περὶ Ἄβυδον κατὰ τὴν ᾐόνα , μέχρι δείλης ἐξ ἑωθινοῦ . καὶ τὰ μὲν νικώντων , τὰ
νέφη . Ὁ δὲ ζέφυρος λειότατος τῶν ἀνέμων καὶ πνεῖ δείλης καὶ ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ψυχρὸς , τῶν ἐνιαυσίων
6408248 ἐαρινης
ψυχρῷ , τὸ δ ' ἀπὸ τῆς χειμερινῆς τροπῆς ἕως ἐαρινῆς ἰσημερίας μελανόχροας , συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι , τετανότριχας ,
γʹ . ἐν ταύτῃ δὲ τῇ τριζῳδίᾳ ἀπαρτίζεται ἡ τῆς ἐαρινῆς ὥρας τροπή , ἥτις καλεῖται ἀήρ . Τέταρτον ζῴδιον
6398138 φρικης
ὀξεῖ καὶ ἀδιαλείπτῳ πυρετῷ μετ ' ὀδύνης νυγματώδους ὁμοῦ καὶ φρίκης καὶ δυσπνοίας καὶ βηχός . σξεʹ . Καρδιακὴ διάθεσίς
. αἵματος δὲ οὐκ ἔνι πίθος αὐτῷ οὐδὲ δείματος οὐδὲ φρίκης , ἀλλὰ καὶ ὅπου ἔλαθε κατορωρυγμένος μένει εὐρωτιῶν καὶ
6373073 Πλειαδος
δὲ ἦρος καὶ μετοπώρου καὶ ἅμα βιαιότεροι , περὶ τὴν Πλειάδος καὶ Ἀρκτούρου ἐπιτολήν , ὅτι ἐν κινήσει καὶ παθήμασι
β μέρη τῶν Διδύμων : τὸ ἄρα ἑπόμενον πέρας τῆς Πλειάδος ἀπεῖχε τότε τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας εἰς τὰ ἑπόμενα μοίρας
6367368 ἐπιτολης
αὐτῆς νυκτὸς ἑῷα ἐπιτέλλει καὶ ἑσπέρια δύνει ἀπὸ τῆς ἑῴας ἐπιτολῆς μέχρι τῆς ἑσπερίας δύσεως . Ἔστω ὁρίζων ὁ αβʹ
Ἀπὸ ἰσημερίας ἐαρινῆς εἰς Πλειάδα ἡμέραι νʹ . Ἀπὸ Πλειάδος ἐπιτολῆς εἰς τρο - πὰς θερινὰς ἡμέραι μεʹ . Ἀπὸ
6343148 ὀψιας
ἀπὸ δὲ τοῦ ὀψὲ ὀψίτερον σπανίως . ἀπὸ δὲ τῆς ὀψίας γίνεται ὀψιαίτερον ἐν χρήσει . Ἑταῖρος ὁ φίλος καὶ
Πόλιν ἀπὸ πρωΐας βαθείας καὶ αὐτοῦ τοῦ περιόρθρου μέχρι δείλης ὀψίας ἐληίζετο καὶ διήρπαζε ταύτην ἐκφοροῦσα πᾶσαν τὴν λείαν ἐς
6328168 διαδραμουσης
τοὺς στρατιώτας ἤλπιζον . μιᾶς δέ που καὶ δευτέρας ἡμέρας διαδραμούσης οἱ μὲν δημόται ἕκαστος τὸ καθ ' αὑτὸν δεδιὼς
ἤδη καὶ ἐρυθρῶν καὶ οἰνωπῶν καί τινων παραπλησίων οὔρων λευκῆς διαδραμούσης στεφάνης ἤ τινος παραπλησίας , ἀγαθὰ τοῖς οὔροις σημαίνει
6311617 βροχη
Λύρα τε σὺν τῷ Καρκίνῳ δύνει καὶ πρὸς ἑσπέραν ἡ βροχὴ τῇ χθονὶ παρεμπίπτει , τῇ δὲ τριτάτῃ ὅμοια ὡς
κατ ' ὀλίγον ποιεῖται . Λυπεῖ δὲ αὐτῷ ψύχος καὶ βροχὴ καὶ νότου πνοή , διαλύουσα τὴν τῶν τόξων δύναμιν
6293856 ληγουσης
ἐνάτῃ κελεύει τοῦτο ποιεῖν , ὡς ἤδη καὶ τῆς θέρμης ληγούσης καὶ τῆς ὑγρότητος . ἐν δὲ τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τοῦτο
φασι καὶ τὰ σπλάγχνα τῶν μυῶν πάντων φθίνειν μὲν σελήνης ληγούσης , αὔξεσθαι δὲ ἀκμαζούσης : * * * εἰ
6291342 λιβος
Φάψ Φαβός , φλέψ φλεβός , Νίψ Νιβός , λίψ λιβός , Ἄραψ Ἄραβος , Χάλυψ Χάλυβος , Κίνυψ Κίνυφος
τοῖς τοιούτοις οὔτε κρατῆρος μέρος εἶναι μετασχεῖν , οὐ φιλοσπόνδου λιβός , βωμῶν τ ' ἀπείργειν οὐχ ὁρωμένην πατρὸς μῆνιν
6285253 πυκνωσεως
ἀπὸ τοῦ πρὸς ταῖς ἄρκτοις ἀέρος * * * τῆς πυκνώσεως ἰσχυρότερον ποιεῖ . Ἐμπεδοκλῆς ὑπὸ τῆς περιεχούσης αὐτὸν σφαίρας
ἢ βαρύτητα γίνεσθαι , συνεργούσης καὶ τῆς ἐκ τοῦ ὕπνου πυκνώσεως . Διὰ τί ἠρέμα μὲν τῇ κινήσει χρώμενοι ,
6267080 ἐπιστασης
ἐκέλευσεν εἰσελθεῖν . ὁ δὲ Λεωνᾶς καὶ πάντες οἱ ἔνδον ἐπιστάσης αἰφνίδιον κατεπλάγησαν , οἱ μὲν δοκοῦντες θεὰν ἑωρακέναι :
ὑπ ' ἀγνοίης φρέατος ἐγγύς . τῆς Τύχης δ ' ἐπιστάσης ἔδοξ ' ἀκούειν “ οὗτος , οὐκ ἐγερθήσῃ ;
6224186 ὀσφυος
∠ ʹ βο ε ∠ ʹ εʹ ὁ ἐπὶ τῆς ὀσφύος . . . . . . . . .
καὶ ὀπίσω ἀπῆγον ἐμαυτὸν ἀτρέμα , ἡ δὲ τῆς τε ὀσφύος τῆς ἐμῆς εἴχετο , ὥστε μὴ ὑποχωρεῖν , καὶ
6206439 ἰουσης
οὐ συνίστανται . Παχύνεσθαι χρὴ τὸ διαχώρημα πρὸς τὴν κρίσιν ἰούσης τῆς νόσου [ . . ] : καλῶς ἔφη
οὕτω καὶ τὸ παχὺ δεῖ λεπτύνεσθαι , ἐν τῇ κρίσει ἰούσης τῆς νόσου . ἡ γὰρ φύσις ἐκ τῶν ἀντικειμένων
6199411 παρατεταται
, τοῖς δ ' ὀκτὼ τοῖς λοιποῖς ἐκ τῶν δεξιῶν παρατέταται , δι ' ἃς εἶπον αἰτίας : ὅταν δὲ
μικρὸν δάκτυλον πέρας αὐτῆς ὀστῷ τινι συναρθροῦται κυβοειδεῖ προσαγορευομένῳ . παρατέταται δ ' ἐκ τῶν ἐντὸς μερῶν τῷ σκαφοειδεῖ ,
6192563 νυκτος
] . διαπορήσει δέ τις ὅπως * * οἳ τετράμοιρον νυκτὸς φυλακήν . πρὸς ὃ ῥητέον ὅτι οὐκ ἐν τῷ
ἀστέρος . οἷον ἔτος δʹ Ἀδριανοῦ Μεχὶρ κατὰ Ἀλεξανδρεῖς ιγʹ νυκτὸς ὥρα αʹ : τὰ ἀπὸ Αὐγούστου ἔτη πλήρη ρμηʹ
6188640 στενης
ἄριστα ἐν τῷ ἕλει , τῆς ὁδοῦ , χειροποιήτου καὶ στενῆς οὔσης , ἑκατέρωθεν τῷ δόνακι κρύπτων . Καρσουληίου δὲ
: γαστὴρ δ ' , ὥσπερ εἰκός , ὠγκώθη , στενῆς δὲ τρώγλης οὐκέτ ' εἶχεν ἐκδῦναι . ἑτέρη δ
6179137 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
6168390 ἐπιγενομενης
πονηρόν . Ὁκόσοι σπληνώδεες ὑπὸ δυσεντερίης ἁλίσκονται , τουτέοισιν , ἐπιγενομένης μακρῆς τῆς δυσεντερίης , ὕδρωψ ἐπιγίνεται , ἢ λειεντερίη
πλὴν Αἰγύπτου διὰ τὴν ἰδιότητα τῆς χώρας , καὶ φθορᾶς ἐπιγενομένης τῶν τε καρπῶν καὶ πλήθους ἀνθρώπων , ἐξ Αἰγύπτου
6166491 θερινης
θερινῶν τροπῶν ἡμέραι εἰσὶν Ϙδʹ καὶ ἥμισυ , ἀπὸ δὲ θερινῆς τροπῆς μέχρι φθινοπωρινῆς ἰσημερίας ἡμέραι Ϙβʹ καὶ ἥμισυ ,
δὶς τοῦ ἔτους κατὰ κο - ρυφὴν , ἀπέχοντα τῆς θερινῆς τροπῆς ἐφ ' ἑκάτερα μοίρας με γʹ . Ἡ
6165010 Λωρεντον
σὺν Αἰνείᾳ διαφυγόντες ἐξ Ἰλίου τῆς πόλεως ἁλούσης κατέσχον εἰς Λωρεντόν , αἰγιαλὸν Ἀβοριγίνων ἐπὶ τῷ Τυρρηνικῷ πελάγει κείμενον ,
ὅσα εἰς τος τῇ εν συλλαβῇ παραλήγει . ἣν καὶ Λωρεντόν φασι μετὰ τοῦ ρ . Λώρυμα , πόλις Καρίας
6151449 ἀρκτου
δικαίων ἀπολείπηται ῥυθμῶν , ὡς δὴ μυθολογεῖται περὶ τῶν τῆς ἄρκτου ἐκγόνων ! ! ! ! ! συντηι ! !
διότι τοὺς ἐτησίας ἰδεῖν ἐστιν οὐδέν τι μᾶλλον ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνέοντας ἤπερ τῆς ἑσπέρας : οὐ βορέαι γὰρ οὐδ
6148264 ἑκτης
Ταρπίνιος συμβαλὼν τῷ στρατῷ τοῦ Ἀλεξάνδρου ἀπὸ πρώτης ὥρας ἕως ἕκτης ἐπολέμει μόνος τῷ Ἀλεξάνδρου * λαῷ * . τοῦτο
ἐπὶ δὲ τῆς πέμπτης ιγ μβ , ἐπὶ δὲ τῆς ἕκτης ιε μϚ , ἐπὶ δὲ τῆς ἑβδόμης ιζ κδ
6137199 ἐξελειπεν
τοὺς πλείστους αὐτέων ἔτι νοσέειν : τοῖσι δὲ πλείστοισιν ἀκρίτως ἐξέλειπεν : ὁμοίως δὲ ταῦτα ξυνέπιπτε τοῖσι περιγινομένοισι καὶ τοῖσιν
ἐπηρείαις τὸ τῶν ἐπιμιξιῶν ἡδύ τε καὶ χρήσιμον τὰς πόλεις ἐξέλειπεν : ἡδὺ μὲν γὰρ ἐκδημοῦντας ἱστορῆσαι γείτονα πόλιν ,
6136668 μεσημβρια
τὸ πρᾶγμα ” , καὶ ἀνατιθέναι τὸ φορτίον . Σταθερὰ μεσημβρία , καὶ σταθερὰ γαλήνη : ἐμβριθὴς δὲ ἄνθρωπος .
ἡμέρας , νῦν δὲ δείλης ἑῴας : ἤδη δὲ καὶ μεσημβρία καὶ ἑσπέρα καὶ νὺξ , σελήνης διαυγαζούσης , τὸν
6136262 ἀσεληνου
περὶ τὴν κατὰ τὴν ἀκρόπολιν φυλακὴν εὑρών , ὥρμησε νυκτὸς ἀσελήνου καὶ χειμερίου πρὸς τοὺς ἀνωτάτω τόπους . πολλὰ δὲ
τὸν ἐπίπλουν ταῖς πολεμίαις ναυσὶ ποιήσασθαι , αὐτὸς δ ' ἀσελήνου τῆς νυκτὸς οὔσης περιήγαγε τὴν δύναμιν , καὶ περιελθὼν
6134115 ἀποτεξεως
συλλήψεως τὸν ὡροσκόπον ἑστάναι . καὶ μὴν οὐδ ' ἐξ ἀποτέξεως . πρῶτον μὲν γὰρ ἄπορόν ἐστι τὸ πότε ῥητέον
εἰς τὸ ἔμβρυον μεταδίδοται . Κατὰ δὲ τὸν καιρὸν τῆς ἀποτέξεως ὅταν τελειωθῇ τὸ ἔμβρυον , καὶ μέγα γενόμενον προτείνῃ
6131936 φαραγγος
πρὸς μυκτῆρας ἠρεθισμένη ᾄσσει : μεμαγμένη δὲ Δήμητρος κόρη κοίλη φάραγγος δακτύλου πιέσματι σύρει τριήρους ἐμβολὰς μιμουμένη , δείπνου πρόδρομον
αὐτὴν διὰ νειόθι τέμνων ἄκρην , ἐκ μεγάλης προχοὰς ἵησι φάραγγος . ἀγχίμολον δ ' ἐπὶ τῇ πολέας παρανεῖσθε κολωνούς
6092559 πνεουσι
. ἔστι δ ' αὐτοῖς χειμὼν μὲν ἡνίκα οἱ ἐτησίαι πνέουσι , θέρος δ ' ὁ λοιπὸς χρόνος . γυμνῆται
γὰρ ἀπωσθῇ κατὰ χειμῶνα , πλείους γὰρ ὡς ἐπίπαν βόρειοι πνέουσι , καὶ ἔτι πρότερον τοῦ θέρους ὑπὸ τῶν ἐτησίων
6085213 εἰκοστης
τῶν μʹ , οἷαί περ καὶ αἱ ἀπὸ πρώτης μέχρι εἰκοστῆς . καὶ δῆτα μέχρι μὲν τεσσαράκοντα τὸ μακρότατον ,
πρώτου Φοινικικοῦ πολέμου τὴν γενομένην ἐνιαυτῷ τρίτῳ τῆς ὀγδόης καὶ εἰκοστῆς ἐπὶ ταῖς ἑκατὸν ὀλυμπιάσιν . ἀφηγοῦμαι δὲ τούς τε
6078342 πληρουμενης
Ἂν δὲ νωθρότερον , μόλις ἂν καὶ ταύτης συμ - πληρουμένης ἡ κρίσις ἀποδοθείη , ὥστε καὶ μέσης ὀγδόης ἤδη
γίνεται : * * * . καὶ ἁπλῶς τὰ μὲν πληρουμένης εὐθηνεῖται , τὰ δὲ ληγούσης αὐτῆς , τοῖς μὲν
6077086 ἐκμασσειν
ἐπὶ συρίγγων , ἕλκει γὰρ τὸ ὑγρόν , ὅθεν χρὴ ἐκμάσσειν αὐτὸ πολλάκις τῆς ἡμέρας . Αὕτη ἐπισπᾶται , σαρκοῖ
ὀδύνης , ἀλλὰ καὶ διὰ μηλωτίδος περικείμενον ἐχούσης ἔριον μαλακὸν ἐκμάσσειν : καὶ πυριᾷν δὲ σπόγγοις τρυφεροῖς ἐν ὕδατι ἡψημένην
6072487 ῥαχεως
τηχθείς , πᾶσαν φλεγμονὴν θεραπεύει . ὁ δὲ ἐκ τῆς ῥάχεως αὐτῆς μυελὸς ἐπαλειφόμενος , πάντα πόνον ψυῶν καὶ ῥάχεως
τὸ πλησίον τοῦ αὐχένος ἀνάστημα , λοφιαὶ τὸ μέσον τῆς ῥάχεως καὶ κεφαλῆς ὀστοῦν , ἢ νεῦρον τοῦ τραχήλου .
6067646 Πεμπτῃ
χείρω , μεγάλα καὶ ἐπίκαιρα , φόβος , δυσφορίη . Πέμπτῃ πρωῒ κατήρτητο , καὶ κατενόει πάντα : πουλὺ δὲ
: ἵδρωσε περὶ κεφαλὴν ὀλίγῳ ψυχρῷ : ἄκρεα ψυχρά . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : πολλὰ παρέλεγε , καὶ πάλιν
6051033 ἐκοιμηθη
: πάντα παρωξύνθη : λῆρος : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη . Ἕκτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν . Ἑβδόμῃ ,
, ὁ πυρετὸς παρωξύνθη : φρικώδης : ἀσώδης : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἤμεσε χολώδεα , ξανθά : οὖρα ὅμοια :
6050928 εἰκαδος
ζῴδιον πρῶτον : περὶ ἐλελισφάκου . Ἀπὸ Φαμενὼθ δευτέρας καὶ εἰκάδος ἤγουν Δύστρου ιηʹ , κατὰ δὲ Ῥωμαίους ἀπὸ ⌊
τοῦ φωτὸς | τῆς σελήνης . αἱ μὲν γὰρ πρὸ εἰκάδος , αἱ δὲ ἐν εἰκάδι καθαίρονται , καὶ πάλιν
6042743 αὐξανομενης
μέγας ἰχθὺς , σκολοπίας προσαγορευόμενος ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων : οὗτος αὐξανομένης τῆς σελήνης λευκός ἐστιν : μειουμένης δὲ μέλας γίνεται
ῥῆμα τοῦτ ' ἦν τῶν ξένων , ἔλεγον δὲ ὡς αὐξανομένης . εἰ μὲν οὖν καὶ αὕτη μεταξὺ Λιβύης καὶ
6042555 ὁμιχλης
ὅτι ὅσαι βλάπτεσθαι εἰώθασιν ἄμπελοι ὑπὸ ἀνέμων τοιούτων , ἢ ὁμίχλης , ἢ ἐρυσίβης , δένδροις ἐπιτεθεῖσαι οὐ βλαβήσονται ,
ταῖς ἐκλείψεσιν , ἀλλ ' ἄλλον τινὰ τρόπον καινότατον ὥσπερ ὁμίχλης τινὸς ἢ νέφους ἀχλυώδους καὶ σκοτεινοῦ ὑποτρέχοντος αὐτὸν καὶ
6025515 πηξεως
, ὡς τὰ θειώδη . Λέγει δὲ τὴν καταρχὴν τῆς πήξεως τῶν αὐτῶν φευκτῶν ὑγρῶν ὅτε καὶ βραδύτερα γίνονται πρὸς
καὶ μακροτέραν ταύτης προθεσμίαν ὁρίζουσιν . ἡμεῖς δ ' ἐπεὶ πήξεως ἕνεκα πρὸς ἀδιάστροφον σχηματισμὸν εὐχρηστεῖν φαμεν τὰ σπάργανα ,
6025273 εὐδιας
, καλοὶ μὲν ὅρμοι τῇ νηὶ ταύτῃ , μεστὰ δὲ εὐδίας τε καὶ εὐπλοίας πάντα , Ποσειδῶν δὲ Ἀσφάλειος ἡ
ἔφερον . Τοῦ δὲ αὐτοῦ εἴδους ἐστὶ καὶ τὸ φαλακρότερος εὐδίας , καὶ τὸ κολοκύντης ὑγιέστερος . τὸ δὲ χρυσῶ
6016976 ὀρνιθιαι
θερινῶν τροπῶν ἄρχονται πνεῖν , ὡς εἴρηται , οἱ δὲ ὀρνιθίαι μετὰ ἡμέρας ο τῶν χειμερινῶν τροπῶν ἀναφαίνονταί τε καὶ
ἡμέρας βορέαι πνέουσιν οἱ καλούμενοι ὀρνιθίαι . λʹ . Αἰγυπτίοις ὀρνιθίαι βορέαι , μεταξὺ ἀργεστής . Ἱππάρχῳ βορέαι ψυχροί .
6014315 μεσημβριας
φαινόμενον . ὁ γὰρ Ὑδροχόος , τῇ θέσει κείμενος ἀπὸ μεσημβρίας πρὸς ἄρκτους , τὰ μὲν κατὰ τὸ στῆθος καὶ
. . . . . . ρμ ξγ ἀπὸ δὲ μεσημβρίας καὶ ἔτι ἀνατολῶν Σάκαις μὲν καὶ Σογδιανοῖς καὶ Μαργιανῇ
6013709 παραδραμουσης
πεπράυνται , καὶ μέντοι καὶ συννόμω ἐστόν . εἶτα ταύτης παραδραμούσης καὶ τῆς θηλείας κυούσης , ἐκθηριοῦται αὖθις , καὶ
ἐν τῷ συνοδικῷ ζῳδίῳ λειψιφώτου καὶ μηδέπω τὰς τοῦ Ἡλίου παραδραμούσης αὐγάς , ἀσυνδέτου τε τῷ ὡροσκόπῳ , ἀνεπίστροφος ὁ
6012121 δειλην
ὅτι οἱ ἀρχαῖοι τρισὶ τροφαῖς ἐχρῶντο . : ἔνιοι τὴν δείλην διατρίψας , οὐ φαγών . . . . .
νύκτας . ἐκ τούτων δὴ πάντων ἔλαβε τὸ , ἐς δείλην ἀσκαρίδες . ἡ γὰρ δείλη ἀναλογεῖ τῷ φθινοπώρῳ ,
6008256 πρωϊος
ἡ μὲν οὖν τῆς συκαμίνου [ αὔξησις ] διὰ τοῦτο πρώϊος . ὡς δὲ Μ . φησίν , ἡ μὲν
τοῦ ι γράφονται : οἷον , ἶφι ἴφιος : πρωῒ πρώϊος : σχεδὸν σχέδιος : ἐκτάδην ἐκτάδιος : ἀμφαδὸν ἀμφάδιος
6003743 κατερχεται
ὁ τοῖς ποσὶ μακρὰ βιβάς , σπουδῇ δὲ ἥκει καὶ κατέρχεται ; μῶν ἐπιφωνήσομεν αὐτῷ ; Καὶ μάλα . Κλεόλαε
. ] : ἐπεὶ Νεοπτόλεμος Ἑρμιόνην γαμεῖ τὴν Μενέλεω , κατέρχεται εἰς Δελφοὺς περὶ παίδων χρησόμενος : οὐ γὰρ αὐτῷ
5998490 ὀψιαν
ἐμὸς οἰκέτης ἐπεὶ τάχιστά με ἀποθανόντα εἶδε , περὶ δείλην ὀψίαν ἀνελθὼν εἰς τὸ οἴκημα ἔνθα ἐκείμην , σχολῆς οὔσηςοὐδεὶς
τὰ κάμνοντα ὑπὸ τῶν ἡγεμόνων . ἐπειδὴ δὲ περὶ δείλην ὀψίαν ἦν ἤδη , παρακαλέσας τοὺς ἱππεῖς ὁ ὕπατος νυνὶ
5990423 καρτερας
, ἡνίκα ὤφθησαν ἐν συνόψει στρατοπεδεύσαντες . γενομένης δὲ μάχης καρτερᾶς πολλὰ μὲν δράσαντες γενναῖα , πλείω δὲ τὰ δεινὰ
τῶν ζῴων , αἴρει μὲν αὐτὴν πλησίον Ἀντιοχείας , οὐ καρτερᾶς δεηθεὶς μάχης , ἀπήγαγε δὲ εἰς τὴν Ῥώμην αὑτήν
5984295 δυσεως
ἔγγιστα . Ὁμοίως δὴ δείξομεν ὅτι καὶ ἀπὸ ἑσπερίας ἀληθινῆς δύσεως ἑῴαν ἀληθινὴν δύσιν ποιεῖται διὰ ἡμίσεος ἐνιαυτοῦ . Ὅσα
βῶλον , κατακλυσθεῖσαν ἐκ τῆς νεὼς σὺν τῇ θαλάσσῃ τῆς δύσεως διενηνέχθαι καὶ διαλυθῆναι συμφερομένην τοῖς κύμασι . ἐναλίᾳ βᾶμεν
5969946 ἐτησιαι
. διὰ τί μετὰ ἡμέρας ἑβδομήκοντα τῶν χειμερινῶν τροπῶν οἱ ἐτησίαι νότοι οἱ καλούμενοι ὀρνιθίαι πνέουσι ; ἢ μάλιστα φαίνεται
δὲ καὶ τοὺς σικύους καὶ τὰς κολοκύντας , ὅταν οἱ ἐτησίαι πνεύσωσι , σκάλλοντες κονιορτοῦσι καὶ οὕτω γλυκυτέρους καὶ ἁπαλωτέρους
5968314 γαληνης
: καί σοι τοῦ κράτους ὁ χρόνος φαιδρὸν μειδιῶν καὶ γαλήνης ἀνάπλεως . Ἀμέλει καὶ αὐτὸς τὰ θηρευτικὰ ταῦτα προσᾴδω
ἄτας : βοηθὸς παυστικός . ἡ γὰρ μεταφορὰ ἀπὸ τῆς γαλήνης τῆς γινομένης μετὰ τὰ κύματα τῆς θαλάσσης : ἄλλως
5962737 ζωνης
προγάστορας , τὸν δ ' ὑπερβαλλόμενον τῶν νέων τὸ τῆς ζώνης μέτρον ζημιοῦσθαι . ταῦτα μὲν περὶ τῆς ὑπὲρ τῶν
. μετὰ ταῦτα , ἔφη , κελεύοντος Κύρου ἔλαβον τῆς ζώνης τὸν Ὀρόνταν ἐπὶ θανάτῳ ἅπαντες ἀναστάντες καὶ οἱ συγγενεῖς
5962552 ἀναταραχθῃ
, θολερὰ , οἷα γίγνεται ἐκ τῶν καθισταμένων , ὅταν ἀναταραχθῇ κείμενα χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ
οὖρον θολερὸν , οἷον ἐκ τῶν καθεστηκότων γίγνεται , ὅταν ἀναταραχθῇ : πυρετὸς ὀξύς : πάντα παρέκρουσεν : οὐκ ἐκοιμήθη
5961299 ἰσημερινης
εἰς τὴν ιθʹ πρὸ ∠ ʹ καὶ γʹ α ὥρας ἰσημερινῆς τοῦ μεσονυκτίου καὶ τοῦ ιθʹ ἔτους Ἀδριανοῦ Χοϊὰκ βʹ
. ἅπερ οὐδὲ ιϚʹ , φησίν , ποιεῖ ὥρας μιᾶς ἰσημερινῆς . ἐὰν γὰρ τὸ ὡριαῖον μέσον δρόμημα τῆς σελήνης
5959160 ἐκφυσεως
κβ Ϛʹ βο μδ ∠ ʹ βʹ ὁ ἐπὶ τῆς ἐκφύσεως τῆς οὐρᾶς . . . . . . .
τῆς οὐρᾶς : τὴν δὲ οὐρὰν παχεῖαν , ἀπὸ τῆς ἐκφύσεως μυουρίζουσαν ὅλην , ὕλαγμα ἔχοντας βαρύτατον , χρώμασι λευκούς
5955214 δεκατης
τὰς Σεμιράμιος καλεομένας πύλας . Μετὰ δὲ αὖτις ἀπὸ τῆς δεκάτης ἐς ἑβδόμην ἄλλους μοι τάξον δισχιλίους κατὰ τὰς Νινίων
ἐστιν ἔκ τε τοῦ † Δημοσθένους λόγου καὶ ἐκ τῆς δεκάτης Φιλοχόρου . . . . ἀνεπόπτευτος : Ὑπερείδης ἐν
5950715 χειμερινας
Εὐκτήμονι Ϙʹ , Καλλίππωι Ϙβʹ . Ἀπὸ ἰσημερίας μεθοπωρινῆς ἐπὶ χειμερινὰς τροπὰς Εὐδόξωι ἡμέραι Ϙβʹ , Δημοκρίτωι ἡμέραι Ϙαʹ ,
καὶ ἡ ἡμέρα αὐτοῖς ἔσται τριάκοντα ἡμερῶν , κατὰ δὲ χειμερινὰς τροπὰς τὸν συνάμφω χρόνον νυκτὸς καὶ ἡμέρας ὑπὸ τὸν
5943864 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
5943770 λυκοφως
. * . . [ Ἄγχαυρον : τὸ καλούμενον ] λυκόφως : [ σημαίνει δὲ ] τὴν ὀρθρινὴν [ τὴν
ἀμῶντας : οὐκ ἀσκόπως : ὁ γὰρ κορυδαλλὸς περὶ τὸ λυκόφως ἐξέρχεται εἰς τὰς νομάς , ὅτε καὶ τοῖς θερισταῖς
5929889 ἰσημεριαν
εἰς τὴν ἀπὸ τῆς θερινῆς τροπῆς ἐπὶ τὴν ἑξῆς μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τὰς λοιπὰς εἰς τὸν ἐνιαύσιον χρόνον ἡμέρας ἔγγιστα Ϙβʹ
τῶν δρωμένων καιρός : περὶ γὰρ τὸ ἔαρ καὶ τὴν ἰσημερίαν δρᾶται τὰ δρώμενα , ὅτε τοῦ μὲν γίνεσθαι παύεται
5926193 Λιγυστικης
ὁ περὶ ἀνέμων γεγραφώς . ἔστι καὶ ἑτέρα πόλις τῆς Λιγυστικῆς . ἐθνικὸν Μεδμαῖος . Μεδυλλία , πόλις , Ἀλβανῶν
καλουμένης Γαλατίας τὴν πεδιάδα διεξιὼν ἐποιήσατο τὴν πορείαν διὰ τῆς Λιγυστικῆς . Οἱ δὲ ταύτην τὴν χώραν οἰκοῦντες Λίγυες νέμονται
5924098 ὑπολαπαρος
παρωξύνθη : ὑποχονδρίου ξύντασις ἐξ ἀμφοῖν παραμήκης πρὸς ὀμφαλὸν , ὑπολάπαρος : διαχωρήματα λεπτὰ , ὑπομέλανα : οὖρα θολερὰ ,
οἱ γὰρ παλαιοὶ φόλλικας ἐκάλουν τὰς ψωρώδεις τραχύτητας . φλεγμονὴ ὑπολάπαρος : ἡ χωρὶς συντάσεως γινομένη . φοξοί : οἱ
5923161 νοτος
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος
5922546 πλημμυριδος
πολὺ ἀθρόως λαλοῦντος φαίνοιτο ὥσπερ καὶ παλιρ - ροίας καὶ πλημμυρίδος , λύπῃ τινὶ συνέχεται . εἰ δὲ κεφαλὴν ἐπικινῶν
ἔχει λόγον : οὔτε γὰρ ποταμίῳ ῥεύματι ἔοικεν ἡ τῆς πλημμυρίδος ἐπίβασις , πολὺ δὲ μᾶλλον ἡ ἀναχώρησις οὐ τοιαύτη
5922031 Τριτῃ
ἐπιπόνως . Δευτέρῃ πάντα παρωξύνθη : ἐς νύκτα παρέκρουσεν . Τρίτῃ ἐπιπόνως : παρέκρουσε πολλά . Τετάρτῃ δυσφορώτατα : ἐς
χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ ἐκοιμήθη . Τρίτῃ περὶ μέσον ἡμέρης ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : οὖρα
5919031 διωρυξ
γὰρ τοὺς κροκοδείλους τιμῶσι , καὶ διὰ τοῦτο ἥ τε διῶρυξ αὐτῶν ἐστι μεστὴ τῶν κροκοδείλων καὶ ἡ τοῦ Μοίριδος
, εἰς ὃ σαλεύεται . ἦν οὖν τῆς κώμης ὄπισθεν διῶρυξ τοῦ ποταμοῦ μεγάλη καὶ πλατεῖα . ταύτῃ οἱ τεταγμένοι
5917879 ἀγομενης
οἶδα λόγον ἀκούων , ὡς τῆς μὲν ἑορτῆς τῷ Ποσειδῶνι ἀγομένης καὶ τοῦ δρόμου τῶν ἵππων τούτῳ τῷ θεῷ γινομένου
μέχρι τῆς ΚΒ τῇ ΑΚ ἀγάγωμεν , τὸ ὑπὸ τῆς ἀγομένης παραλλήλου καὶ τῆς ΑΚ μεῖζόν ἐστιν ἡμίσους τοῦ ἀπὸ
5912046 χερσου
ἡμᾶς παρίδηι ἀπολλυμένας . ναυκλήρωι ] ἐξάρχωι . καὶ τἀπὶ χέρσου ] ὡς τὰ ἐν θαλάσσηι . δελτουμένας ] ἀπογραφομένας
τοὺς παρὰ τὴν γῆν ναυμαχοῦντας συμμάχους ἔχειν τοὺς ἐπὶ τῆς χέρσου στρατοπεδεύοντας . οἱ δ ' ἐπὶ τῶν τειχῶν ὅτε
5907190 ἐπῃσαν
οἱ Ἕλληνες ἐγγύς τε ὄντας καὶ παρατεταγμένους , αὖθις παιανίσαντες ἐπῇσαν πολὺ ἔτι προθυμότερον ἢ τὸ πρόσθεν . οἱ δ
τε κυνῶν τε περὶ κτύπος ἦλθε ποδοῖϊν , ὡς ἐπάγοντες ἐπῇσαν : ὁ δ ' ἀντίος ἐκ ξυλόχοιο , φρίξας
5899184 Ἀπριλλιου
βραχεῖα καὶ λεπτοτάτη φυτεύεται ἐκ προσφάτων φυτῶν Ἰαννουαρίῳ , ἄχρι Ἀπριλλίου μηνός . Ἴον τὸ ἄνθος ἐξ ἧς ὀνομάζεται γέγονεν
κϚʹ τοῦ Φευρουαρίου ἀρκτοῦρος ἑσπέριος ἐπιτέλλει . τῇ νεομηνίᾳ τοῦ Ἀπριλλίου , πλειάδες ἀκρόνυχοι κρύπτονται . τῇ ιϚʹ τοῦ Ἀπριλλίου
5898389 παρατεταγμενοι
: ἐπὶ μέντοι τοῦ ἀκροτάτου οἱ ὁπλῖται ἦσαν τῶν Ἀκαρνάνων παρατεταγμένοι καὶ τῶν πελταστῶν τὸ πολύ , καὶ ἐνταῦθα ἐπέμενον
οἱ ὑπολόχαγοι καὶ οἱ ἀξιοῦντες τούτων μὴ χείρους εἶναι πάντες παρατεταγμένοι ἦσαν , καὶ ἀλλήλους μὲν δὴ ξυνεώρων : ἐπεὶ
5896568 κοπρανα
ἐπώδυνα εἶχεν : ἀπὸ δὲ κοιλίης βάλανον προσθεμένῳ , μέλανα κόπρανα διῆλθεν . Ἑκκαιδεκάτῃ , οὖρα λεπτὰ , εἶχεν ἐναιώρημα
παρέμενεν , οὐκ ἀφίστατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ σμικρῷ κόπρανα λεπτὰ , οἷα ἄπεπτα , πολλὰ διῄει μετὰ πόνου
5896525 ἀρκτουρου
, προσαγορευόμενον Μυτιστράτιον : πλησίον δὲ εἶναι τὴν ἀπὸ μὲν ἀρκτούρου μέχρι πλειάδος ἀναβάλλουσαν οὐδενὸς χεῖρον τῶν ἄλλων ὑδάτων ,
ἀκρόνυχοι ὅταν ἅμα δυομένῳ ἀνατέλλῃ . Αἱ μὲν οὖν τοῦ ἀρκτούρου λεγόμεναι ἀνατολαὶ ἀμφοτέρως συμβαίνουσιν : ἡ μὲν γὰρ τοῦ
5893857 πλησιφαης
ἀρχὴ διχόμηνος , ἡ πεντεκαιδεκάτη , καθ ' ἣν σελήνη πλησιφαὴς γίνεται , προνοίᾳ τοῦ μηδὲν εἶναι σκότος κατ '
ἐπιλάμψεως ἄχρι διχοτόμου ἡμέραις ἑπτά , εἶθ ' ἑτέραις τοσαύταις πλησιφαὴς γίνεται καὶ πάλιν ὑποστρέφει διαυλοδρομοῦσα τὴν αὐτὴν ὁδόν ,
5892678 ἑσπερης
, ἐπὴν ψυχθῇ , πιέτω κυκεῶνα ἐφ ' ὕδατι : ἑσπέρης δὲ σιτίοισι μαλθακοῖσι καὶ μὴ πολλοῖσι διαχρήσθω : τῇ
μιμέεσθαι ἐπιτηδεύουσι τοὺς Κυρηναίων . Ἀσβυστέων δὲ ἔχονται τὸ πρὸς ἑσπέρης Αὐσχίσαι : οὗτοι ὑπὲρ Βάρκης οἰκέουσι , κατήκοντες ἐπὶ
5892185 ἀδιαλειπτως
' ὃν τόπον ἄλγιστόν ἐστι μέρος τῆς ψυχῆς , ὅταν ἀδιαλείπτως τις τῷ ἔρωτι κατέχηται . ἐπιμένει δὲ πιθανῶς τῷ
διαθέσεων ἀφορᾶν , ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸ ἢ συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως ἐνοχλεῖν ἢ κατὰ περίοδον . πρῶτον μὲν οὖν κἀπὶ
5888536 δᾳδος
καὶ αἴγλην ἀφιεῖσαν , καὶ κατελάμπετο ὁ οἶκος ὡς ἐσκομισθείσης δᾳδός : τοσοῦτον ἄρα ἐκ τῆς βώλου τὸ σέλας ἀνῄει
διὰ τοῦ χάσματος καὶ πῦρ τι ὑπέλαμπεν , ἀπὸ τῆς δᾳδός μοι δοκεῖν . “ κἀγὼ ἐγέλασα ἐπιμετρήσαντος τοῦ μάρτυρος
5885879 ἰσημεριας
δένδρων ποιησόμεθα . Τούτῳ τῷ μηνὶ καλάμους φυτευτέον πρὸ τῆς ἰσημερίας . Τούτῳ τῷ μηνὶ θεραπεύσομεν τὰς ἰάσεως δεομένας ἐλαίας
πρὸς διάγνωσιν τροπῶν τε ἡλίου καὶ χρόνων καὶ ὡρῶν καὶ ἰσημερίας . . . . [ . ] , ,
5879476 δυσθυμιη
, καὶ τὰ σπλάγχνα οἱ δοκέει κρεμᾶσθαι , σκοτοδινίη , δυσθυμίη , δυσεργίη : ταῦτα δὲ πάντα , καὶ ὅταν
πρώτῃ , ἀρχομένης νυκτὸς , φόβοι , λόγοι πουλλοὶ , δυσθυμίη , πυρέτιον λεπτόν : πρωῒ σπασμοὶ πολλοί : ὅτε
5874267 στενοποροις
καὶ δύσπεπτον , καὶ μάλιστα ἢν ἐμπεφραγμένοις σπλάγχνοις καὶ ἄλλως στενοπόροις ἐμπέσῃ : Κοινῶς δὲ τὸ γάλα τρόφιμον καὶ εὒχυμον
τε δόρατα μέμονε νάϊ ' ὄνομα δι ' ἐμὸν Αὐλίδος στενοπόροις ἐν ὅρμοις . ἰὼ γᾶ μᾶτερ ὦ Πελασγία Μυκηναῖαί
5871670 ἐαρινας
. μετὰ δὲ ταῦτα ἐκτίθεται καὶ τὰς ὁμοίως ἀκριβῶς τετηρημένας ἐαρινὰς ἰσημερίας : ἐν μὲν τῷ λβʹ ἔτει τῆς τρίτης
τοὺς προκειμένους λογισμοὺς τὰς ἐν τοῖς ἔτεσι τούτοις τετηρημένας ἀκριβῶς ἐαρινὰς ἰσημερίας , ἵνα διὰ μὲν τούτων λάβῃ τοὺς ἐν
5869107 ἐληγε
, καὶ ἡ πρώτη Ῥωμαίων ἐς Ἰβηρίαν πεῖρα ἐς τοῦτο ἔληγε : χρόνῳ δ ' ὕστερον , ὅτε Ῥωμαῖοι Κελτοῖς
οὐχ ἧττον ἔπασχεν ἢ διετίθει τοὺς Καρχηδονίους . οὐ μὴν ἔληγε τῆς τόλμης , ἀλλὰ τῇ νίκῃ μετεωριζόμενος ἐνέκειτο ,
5868752 ἐπιουσης
ἐνείη , μοίρη ἐξ ἀρχῆς οὐκ ἂν αὐξηθείη οὔτε πουλλῆς ἐπιούσης τροφῆς οὔτε ὀλίγης , οὐ γὰρ ἔχει τὸ προσαυξόμενον
καίπερ τοῖς τοιούτοις μετὰ τὴν παροῦσαν εὐφροσύνην τοῦ κέρδους τραχείας ἐπιούσης ἐπίβδης , ἢ καίπερ τοῦ τοιούτου πράγματος τοῦ ἀδίκου
5865491 ἐῤῥιγωσεν
διῆλθε μετὰ ἑλμίνθων : νύκτα ὁμοίως ἐπιπόνως . Πρωῒ δὲ ἐῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε θερμῷ : ἄπυρος ἔδοξε
ἐξ οὐδεμιῆς προφάσιος : ὀλίγον δ ' ὕστερον τῆς ἡμέρης ἐῤῥίγωσεν : οὐκ ἀναθερμανθείσης , σπασμὸς ἐγένετο ἐν τοῖσι δακτύλοισι

Back