πένθος ἔθηκεν . ” ἄρουρα ἡ γῆ , ἀπὸ τοῦ ἀροῦσθαι . ἅρπυιαι . ὁ Ἡλιόδωρος ἐν τῇ Σ Ὀδυσσείας | ||
: ἤγουν ἀγεώργητος : μὴ τρεπομένη καὶ μεταβαλλομένη ἐν τῷ ἀροῦσθαι : τραχεῖα γάρ . ἁλιπλὴξ δὲ ὑπὸ τῆς ἁλὸς |
γυμνὸς ὤν , ὥρᾳ χειμῶνος ἐν ἄντρῳ ἐναυλισάμενος ἐπιπόνως , πρόβατα εὑρὼν ἀνεῖλε καὶ ταῖς δοραῖς αὐτῶν ἠμφιέσθη . , | ||
ἀποπατέει ἐπειδὰν γένηται τάχιστα , καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ πρόβατα : καίτοι οὐκ ἂν εἶχε κόπρον , εἰ μὴ |
, φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί , κηπουρικοί | ||
Ἀτλαντίδας καὶ τὴν Δαρδάνου γένεσιν . ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἄλση τό τε Ἰωναῖον καὶ τὸ Εὐρυκύδειον . . . |
μίαν ἐξ ἀμφοῖν ἀγέλην ὁρᾶσθαι : ἔτι δὲ αἰπόλια καὶ ποίμνια συμμιχθέντα ἐπὶ νομῆς διημερεύσαντα ῥᾳδίως καὶ πρᾴως ὑπὸ τῶν | ||
μηδέ , ὅταν ἀληθεύωσι , πιστεύεσθαι . καί που παιδίον ποίμνια νέμον ἐφ ' ὑψηλοῦ τόπου ἱστάμενον πολλάκις ἀνέκραγε : |
Πέρσῃσί ἐστι τιμιώτατα , καὶ τὴν Βαβυλῶνά οἱ ἔδωκε ἀτελέα νέμεσθαι μέχρι τῆς ἐκείνου ζόης , καὶ ἄλλα πολλὰ ἐπέδωκε | ||
καὶ ἥδε ἡ λέξις , ἆρα γὰρ τοὺς παῖδας λέγει νέμεσθαι τὰ τῶν γονέων , ἢ τοὺς γονεῖς τὰ τῶν |
οἱ πρῶτοι μεγίστους τε καὶ πρώτους , καὶ ἔτι γε νάματα : καὶ εἶναί τε πάντα ἐνθένδε ὁπόσα γενέσεως μέτοχα | ||
τῆς Ἀπόλλωνος ἐρωμένης , ὅπου χαρίεντα καὶ διαφανῆ καὶ πότιμα νάματα πλάτανός τε πολλὴ καὶ κυπάριττοι πλείους ἀμφιλαφεῖς τε καὶ |
τούτων ἠπείλουν εἰς οὐρανὸν ἀναβήσεσθαι , καὶ τὴν μὲν θάλασσαν χώσαντες τοῖς ὄρεσι ἐκποιήσειν ἔλεγον ἤπειρον , τὴν δὲ γῆν | ||
ἐπλήθυε τοῖς κατιοῦσιν ἐκ τῶν ὀρῶν νάμασι , τὰ πολλὰ χώσαντες ἀγορὰν αὐτόθι κατεστήσαντο , ᾗ καὶ νῦν ἔτι χρώμενοι |
δυσὶ θεαῖς καὶ τὴν Κόρην λαχεῖν τοὺς περὶ τὴν Ἔνναν λειμῶνας , πηγὴν δὲ μεγάλην αὐτῆι καθιερωθῆναι ἐν τῆι Συρακοσίαι | ||
τεχνικαῖς ταῖς μεταφοραῖς , σπόρον καὶ ἄλοκα λέγων . σχιστοὺς λειμῶνας . . . Ἀφροδίτης . . . . [ |
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ | ||
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει |
ἐν τῇ Γαδαρίδι ὕδωρ μοχθηρὸν λιμναῖον , οὗ τὰ γευσάμενα κτήνη τρίχας καὶ ὁπλὰς καὶ κέρατα ἀποβάλλει . ἐν δὲ | ||
σύ , ποτήρια ἀργυρᾶ οὐχ ἕξω ὡς οὐδὲ σύ , κτήνη καλὰ ὡς οὐδὲ σύ . πρὸς ταῦτα ἴσως ἀρκεῖ |
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων | ||
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ |
] ἐκ παραλλήλου . χρηστήρια ] τὰ εἰς χρείαν θυσίας θύματα ἢ μαντεύματα : διὰ γὰρ τῶν θυμάτων οἱ μάντεις | ||
〚 αι ? ? 〛 πα ? [ | παρασταθέντα θύματα παρατετημε ! [ ! ] ? [ | καὶ |
διακοσμήσεων : ἔστι μὲν γὰρ ἡ πρώτη διαίρεσις καὶ διάκρισις πηγαία : ἐκείνη δὲ “ πηγὴ τῶν πηγῶν ” ἀνυμνεῖται | ||
διακοσμήσεων : ἔστι μὲν γὰρ ἡ πρώτη διαίρεσις καὶ διάκρισις πηγαία : ἐκείνη δὲ “ πηγὴ τῶν πηγῶν ” ἀνυμνεῖται |
ἀνηρότους : Ἤτοι νόει σὺ ὅτι ἐν μὲν τῷ εἰπεῖν ἀνηρότους ἐδήλωσεν ὅτι ἐστὶν ὁ τόπος ἄοικος : ἐπήρωτον δὲ | ||
] ἐκ τούτου . . στεῖχ ' ] πορεύου . ἀνηρότους ] τοὺς μὴ ἀροτριῶντας . γύας ] ἔθνος . |
ἀνόητοι , καὶ πετεηνὰ σέβεσθε καὶ ἑρπετὰ θηρία γαίης καὶ λίθινα ξόανα καὶ ἀγάλματα χειροποίητα , καὶ παρ ' ὁδοῖσι | ||
Νικάνορα σωθέντα , ἣν εὐχὴν ὑπὲρ αὐτοῦ ηὐξάμην . ζῷα λίθινα τετραπήχη Διὶ σωτῆρι καὶ Ἀθηνᾷ σωτείρᾳ ἐν Σταγείροις . |
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν | ||
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς |
εὐερκής ἐστιν , ὥσπερ τείχους ἀνεστηκότος . ἐὰν δὲ τὰ πεδία προβαλλομένη ἐν τοῖς σκληροῖς φαίνηται ἱδρυμένη , ὅτι ἥμερός | ||
ὑπὸ τῆς δασύτητος τῶν χωρῶν : πολλὰ δὲ κατὰ τὰ πεδία χαλεπώτερα τῶν ἰοβόλων ζώων ἡ Αἴγυπτος φέρει : ἐπειδὰν |
ὡδήγησα τοὺς ἀνθρώπους εἰς τέχνην δυσκόλως νοουμένην , ἤτοι τὴν θυτικὴν μαντείαν : εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα ἡ | ||
ὡδήγησα τοὺς ἀνθρώπους εἰς τέχνην δυσκόλως νοουμένην , ἤτοι τὴν θυτικὴν μαντείαν . εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα ἡ |
καλουμένους Ὀλύμπους , ὅπου ὁ Κίος ποταμὸς τὰ ἐπιθυμητὰ αὐτοῦ ῥεῖθρα ἐπιπέμπει , ἐφ ' οὗτινός ποτε Κίου προχοαῖς ἢ | ||
ποταμούς , ἀπό τε τῶν ἤχων καὶ τῶν κατὰ τὰ ῥεῖθρα καμπῶν , ἃς καλοῦσι κέρατα , δράκοντι δὲ διὰ |
καὶ σταθμῶν συνωνεῖσθαι , οἰκοδομεῖν καὶ κοσμεῖν οἰκίας καὶ τὰ ἐμπεφραγμένα ἀνοίγειν , κοινοῖς χρῆσθαι , γεωργεῖν , φυτεύειν , | ||
καὶ σταθμῶν συνωνεῖσθαι , οἰκοδομεῖν καὶ κοσμεῖν οἰκίας καὶ τὰ ἐμπεφραγμένα ἀνοίγειν , κοινοῖς ἀφροδισίοις χρῆσθαι , γεωργεῖν , φυτεύειν |
οὐχ ἑτέρας μᾶλλον φλογὸς ἔλπομ ' ἔγωγε ἀθανάτοις οὕτω κεχαρισμένα μηρία καίειν . Πρὸς δ ' ἔτι τοι καὶ τοῦτο | ||
, οἳ δὲ λέβητι χρυσείῳ φορέοισιν ὕδωρ , ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς δ ' ὄπιθεν πτερύγεσσιν ἀναψύχει τὸν |
θέασαι . πάντα ] γρ . τἄλλα . βοτὰ ] βοσκήματα . , ζῷα , θρέμματα . ὡς ] ὅτι | ||
οἶμαι μεγάλους ἀνταπαιτεῖ τοὺς μισθοὺς ὕστερον : οὐ γὰρ μόνον βοσκήματα , ἀλλὰ καὶ παῖδας καὶ γυναῖκας καὶ τείχη καὶ |
. κινήσαις ἀδάμαντα : τινὲς ἀδάμαντα τὸν Πλοῦτονβέλτιον δὲ τὸν Πλούτωνα λέγεινδιὰ τὴν στερρότητα τῶν πόνων . κινήσαις δέ , | ||
ἧς ἀποθανούσης ὑπὸ ὄφεως κατελθὼν καὶ τῇ μουσικῇ θέλξας τὸν Πλούτωνα καὶ τὴν Κόρην , αὐτὴν ἀνήγαγεν ἐξ Ἅιδου : |
φίλος : βροτοῖς δ ' ἂν ἐλθὼν ἐς λόγον δίκην ὄφλοι . πῶς δῆτ ' ἔγωγ ' ἂν θνητὸς ἐκ | ||
τοὺς ἱππεῖς διακρίνων τῶν πεζῶν : ἦ γὰρ ἂν γέλωτα ὄφλοι τὰ σοφὰ ταῦτα τοῖς νῦν τακτικοῖς καὶ ἰατροῖς καὶ |
τὰ τοῦ γένους ὀφειλήματα μαρτύρομαι θεούς , ὧν ἱερὰ καὶ βωμοὺς κοιναῖς θυσίαις γεραίρομεν οἱ τῆς Ἀππίου γενεᾶς διάδοχοι , | ||
ἐξ οὖ δὴ Περσικὴν ἔχων στολὴν περιέρχεται ταῖς ἑβδόμαις τοὺς βωμοὺς μετὰ τοῦ πρυτάνεως , οὐ τρυφῆς χάριν οὐδὲ ὕβρεως |
ὅθεν καὶ παροιμία Βοιωτία ὗς . καὶ ἡ Καλαύρεια δὲ ἱερά ἐστι Ποσειδῶνος , ὥς φησι Φιλοστέφανος . ἦν δὲ | ||
, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλανεῖα , θέρους δὲ τὰ ἱερά ; ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον , φησὶν ὁ |
, παρέξεισιν ἐν ἀριστερᾷ μὲν τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Ὀγκαιάτου τὸν ναόν , τὰ δὲ ἐν δεξιᾷ παρὰ Ἀσκληπιοῦ Παιδὸς ἱερόν | ||
ὦ . . αὐτὸς ἑαυτὸν καλέσας ἐπὶ τῷ μιᾶναι τὸν ναόν . ἔξω τῶν . τιμῶν . . ἡμᾶς δηλονότι |
ἅμα πᾶσι δοκεῖ βέλτιον εἶναι ἐν τῷ χειμῶνι παχέα ἱμάτια φορεῖν , ἂν δύνωνται , καὶ πῦρ κάειν ἅμα πᾶσι | ||
τὸν ἰχθύν , καὶ ὑποκατακλείσας ῥίζιον τῆς βοτάνης , δίδου φορεῖν . ποιεῖ γὰρ πρὸς τὰς ἀλγηδόνας τοῦ στομάχου καὶ |
ἀκρίδας λάλους , ἐλάμβανον τέττιγας ἠχοῦντας , ἄνθη συνέλεγον , δένδρα ἔσειον , ὀπώραν ἤσθιον : ἤδη ποτὲ καὶ γυμνοὶ | ||
δὲ καλεῖ ἡ παλαιὰ συνήθεια καὶ πόας καὶ θάμνους καὶ δένδρα . λοιπὸν ὁ Ἱπποκράτης ἐπιφέρει θαυμαστὸν λόγον , ὅτι |
ῥεύματι . ἤρεσκε δὲ τὸν μὲν Ἀντωνῖνον ἐπὶ τῷ Βυζαντίῳ ἱδρῦσαι στρατόπεδον , τὸν δὲ Γέταν ἐν Χαλκηδόνι τῆς Βιθυνίας | ||
ὡς ἐπὶ τὸ πεδίον , ἱερόν ἐστιν ἐνταῦθα Δήμητρος : ἱδρῦσαι δέ φασιν αὐτὸ Πλημναῖον ἀποδιδόντα χάριν τῇ θεῷ τοῦ |
. τραχὺς αὐχὴν ὥσπερ λοφιὰ ἀμαθοῦς σὺν ὕβρει . τράχηλον πεπηγότα ἀκλινῆ σκαιὸν καὶ αὐθάδη λέγε καὶ ἀμαθίαν δὲ ἀνατίθει | ||
καὶ αὐχμώδη κόμην ἄφελε προσώπου : στόματος ἀφρώδη : τὸν πεπηγότα ῥύπον ὑπὸ τοῦ ἀφροῦ : πέλανον : κυρίως πέλανος |
ὄντας , ἔτι παῖδας ἐθελῆσαί ποτε τὴν Ὄσσαν ἐκ βάθρων ἀνασπάσαντας ἐπιθεῖναι τῷ Ὀλύμπῳ , εἶτα τὸ Πήλιον ἐπ ' | ||
ἔσω τῶν κανόνων τοῦ περιφράγματος σκυλεῦσαι μὲν τοὺς πεσόντας , ἀνασπάσαντας δὲ τοὺς κανόνας ἀφόβως ἐν ὁδοιπορίας σχήματι πάλιν διώκειν |
ἠγόρευσε τὰς μὲν ἁμάξας καὶ τὰ περιττὰ τῆς σκευῆς [ κατακαῦσαι , συγκατακαῦσαι δὲ καὶ τὰς σκηνὰς ] , ὅπως | ||
ὑποθεὶς τράπεζαν χαλκῆν ἐστάθευσά τε τῷ πυρί , ὡς μήτε κατακαῦσαι μήτ ' ὠμὸν ἀφελεῖν . καὶ τῆς φορίνης ἤδη |
Θετταλίᾳ , περὶ ὧν φησιν Ἡσίοδος „ ἢ οἵη Διδύμους ἱεροὺς ναίουσα ” * κολωνούς , Δωτίῳ ἐν πεδίῳ πολυβότρυος | ||
, ἡ Φρυγίη θαλαμηπόλος , ἡ περὶ πεύκας πολλάκι τοὺς ἱεροὺς χευαμένη πλοκάμους , γαλλαίῳ Κυβέλης ὀλολύγματι πολλάκι δοῦσα τὸν |
καί τις ἐκ τούτου κατ ' αὐτῶν ἐπινενόηται τρόπος : λίνα τις ποταμοῦ πλησίον ἢ λίμνης ἐπιτηδείῳ στήσας χωρίῳ καὶ | ||
ἐπίστασθαί σε ὧδε ἔχει . Ὅσα πέπλεκται , οὐ μόνον λίνα καὶ δίκτυα καὶ νεφέλαι ἀλλὰ καὶ κανᾶ καὶ σπυρίδες |
ὄμπην , πελάνους , στεφάνους , πέμματα , στέμματα , θαλλούς , μυρρίνας , ἄνθη . παιανίσαι , παιᾶνα ᾆσαι | ||
[ . ] : νῦν οὖν ἡμεῖς ἱκέται * * θαλλούς τε θεῶν † τε σέβας τίθεμεν πρὸ ποδῶν τῶν |
κεκαυμένος αὐχένα δίψῃ Ρώετο , γωλειοῖσι δ ' ἰδὼν ὁλκήρεα θῆρα Οὐλοὸν ἐλλιτάνευε κακῇ ἐπαλαλκέμεν ἄτῃ Σαίνων : αὐτὰρ ὁ | ||
, φίλε τέκνον , ἐπὴν ἐρίφοισι τεοῖσιν , οὕς ποτε θῆρα πέλωρον ὑπεκπροφυγὼν ἱκέτευσας , τοῖσι παρασταίης τετληόσιν , οἳ |
λέουσι τοῖς καλουμένοις μύρμηξιν : ἀπεστραμμένα δ ' ἔχουσι τὰ αἰδοῖα * καὶ χρυσοειδεῖς τὴν χρόαν , ψιλότεροι δὲ τῶν | ||
δέος : ἢ παρὰ τὸ ἐγκρύπτειν τούτῳ τῷ μέρει τὰ αἰδοῖα κατὰ τὴν τοῦ δέους διάθεσιν : ἢ ὅτι τῶν |
ἁψώμεθα τὸν αὐτὸν ἡγούμενοι σοφιστήν : ” δεινὸν τὴν χώραν ἄσπορον εἶναι τὴν τοὺς σπαρτοὺς τεκοῦσαν . ” ἀλλ ' | ||
, νῦν αὐτοὶ τειχήρεις μένοντες καθήμεθα , γῆν τ ' ἄσπορον ἀφεικότες καὶ αὐλὰς διαρπαζομένας ὁρῶντες λείαν τ ' ἀπελαυνομένην |
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς | ||
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ |
δὲ φορητῷ ἐπικλύζοντες ὕδατι στιλπνὸν ποιοῦσι τὸ ψῆγμα , καὶ φρέατα δ ' ὀρύσσοντες καὶ ἄλλας τέχνας ἐπινοοῦντες πλύσει τῆς | ||
: καὶ πολέμιοι δὲ τόξα χρίοντες καὶ βέλη , καὶ φρέατα καὶ πηγὰς δηλητηρίοις διαφθείροντες φαρμάκοις , ἀνυπέρθετον μηχανῶνται τοῖς |
τὸ ποτὸν δέξαιο . τὰ ψήγματα δὲ τῆς κέδρου , κεδρίνα λέγει κάρφη κανθαρίς ζωύφιον μέλαν καθάπαξ τοῖς φυτοῖς λυμαινόμενον | ||
τὸ ποτὸν δέξαιο . τὰ ψήγματα δὲ τῆς κέδρου , κεδρίνα λέγει κάρφη κανθαρίς ζωύφιον μέλαν καθάπαξ τοῖς φυτοῖς λυμαινόμενον |
δέ , ὅσον ἡ θερμότης τοῦ ἡλίου κάτεισι , τοσοῦτον ὀρύττειν καὶ φυτεύειν , πλέον δὲ τοῦ προειρημένου μέτρου μὴ | ||
ὡς ἐπὶ τὸ πολύ , οἷον ἐάν τις ἐν τῷ ὀρύττειν καὶ φυτεύειν εὕρῃ θησαυρόν : οὔτε γὰρ ἐξ ἀνάγκης |
ἀγαγὼν ἐπὶ τὸν τόπον οὗ καταδεδυκότα τὸν δαίμονα ἑωράκειν , σκάπτειν λαβόντας δικέλλας καὶ σκαφεῖα , καὶ ἐπειδὴ ἐποίησαν , | ||
. τὰ δὲ ἐν τῷ ἔαρι φυτευθέντα τότε δεῖ ἄρχεσθαι σκάπτειν , ὅταν κατεσχηκέναι δοκῇ : τὸ δὲ αὐτὸ καὶ |
δὲ ναὸν ὄντα τὴν οἴκησιν στεφανοῦσιν [ τὰ τῶν ἐρωμένων πρόθυρα ] : διὰ ταῦτα δὲ καὶ θύουσιν ἔνιοι ἐπὶ | ||
τῶν οἰκίας μεγαλοπρεπεῖς κατασκευαζόντων . ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνοι εἰς τὰ πρόθυρα κίονας μεγάλας ὑποβάλλουσιν , οὕτω καὶ οὗτος ὡσπερεὶ μέγαρον |
ὄρη τῆς Μυσίας , ἤτοι τῆς μικρᾶς Βιθυνίας : τὰ ὄρη δὲ λέγει τοὺς νῦν καλουμένους Ὀλύμπους , ὅπου ὁ | ||
στήλας , ἐπ ' ἀνατολῇ δὲ τὰ ἄκρα καὶ ἔσχατα ὄρη τῶν ἀφοριζόντων ὀρῶν τὴν πρὸς ἄρκτον τῆς Ἰνδικῆς πλευράν |
ἀνὰ τὰ πρόσω , ἐν δεξιᾷ μὲν ἔχοντες τὰ Τυρσηνικὰ πελάγη , ἐπὶ θάτερα δὲ αὐτοῖς παρετέταντο αἱ τοῦ Ἰονίου | ||
τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ . καινῶς δὲ ὁ Πίνδαρος ταῦτα τὰ πελάγη ἱστορεῖ πεπλανῆσθαι τοὺς Ἀργοναύτας . ἄλλως : ἐν τ |
τὴν γῆν σπαρεῖσαν ὑπὸ Ἰασίωνος καὶ τυγχάνουσαν ἐπιμελείας τῆς προσηκούσης ἀνεῖναι τοσοῦτο πλῆθος καρπῶν , ὥστε τοὺς ἰδόντας ἴδιον ὄνομα | ||
, καὶ χοάς γε χεόμενοι αἰτούμεθ ' αὐτοὺς δεῦρ ' ἀνεῖναι τἀγαθά . ἀλλὰ στεφάνωσαι : καὶ γὰρ ἡλικίαν ἔχεις |
αὐτοῦ μεθισταμένη πρὸς τοὺς μεταγενεστέρους : ἔνιοι δὲ λέγουσι τελευτήσαντος Ὀσίριδος ὑπὸ Τυ - φῶνος τὰ μέλη συναγαγοῦσαν τὴν Ἶσιν | ||
. μετεσχηκότα δὲ τῶν παρ ' Αἰγυπτίοις θεολογουμένων μετενεγκεῖν τὴν Ὀσίριδος τοῦ παλαιοῦ γένεσιν ἐπὶ τοὺς νεωτέρους χρόνους , χαριζόμενον |
τελευταῖον γραμματεῖς χειροτονηθέντες δύο ἔτη διετράφησαν ἐν τῇ Θόλῳ . Θόλος : οἴκημά τι σφαιροειδὲς τοῖς γραμματεῦσιν ἀποδεδομένον . Ἤρεψεν | ||
τοῦ θεοῦ καθεύδουσιν . οἴκημα δὲ περιφερὲς λίθου λευκοῦ καλούμενον Θόλος ᾠκοδόμηται πλησίον , θέας ἄξιον : ἐν δὲ αὐτῷ |
, ” εἴτε ἄνθρωπός εἰμι εἴτε καὶ ἄλλο τι θηρίον Τυφῶνος πολυπλοκώτερον . “ Δημόκριτος δὲ ὁ τῇ Διὸς φωνῇ | ||
χωρὶς δηλονότι τοῦ Ποσειδῶν Ποσειδῶνος καὶ ταῶν ταῶνος καὶ Τυφῶν Τυφῶνος : ταῦτα γὰρ οὐ κλίνονται διὰ τοῦ ντ , |
εἰς Κόρινθον ἀπατῆσαι ὡς ἕξων γυναῖκα , καὶ ἐπιβιβάσας τοῦ Πηγάσου εἰς μέσην ῥῖψαι τὴν θάλασσαν . τὸ αἰδοῖον δείκνυσι | ||
ὕψους καὶ εἰς κάραν πνέειν . ὑπερποτᾶτο τὸ ὑπερεπέτετο ? Πηγάσου πτεροῖς : Ὅμηρος μὲν Λάμποντα καὶ Φαέθοντα ἵππους λέγει |
ἀσεβεῖς καὶ ἀδίκους , οἷον τυράννους πορθοῦντας πόλεις καὶ ἱερὰ συλῶντας . ἐφίστησι δὲ ἡμᾶς , ὅτι καὶ ὁ λωποδύτης | ||
βαρβάρων περὶ τῆς βώλου καὶ τοῦ ὕδατος ἐλθόντας , ὡς συλῶντας τὰ τῆς Ἀθηνᾶς , οὕτως ὑπ ' ἐκείνων ἀποθανεῖν |
Θρήκης ἔκ ποτ ' ὁ ἐκ * τῆς Θράκης * περάσας ποτὲ εἰς τὴν ἐπακτίαν καὶ αὐξανομένην χέρσον . λέγει | ||
λοιπαῖς ἁπάσαις μάχαις ἀπέθανον Περσῶν δώδεκα μυριάδες . Ξέρξης δὲ περάσας εἰς τὴν Ἀσίαν , καὶ ἀπελαύνων εἰς Σάρδεις , |
] φησὶ δὲ Ἑλλάνικος Κόλαινον Ἑρμοῦ ἀπόγονον ἐκ μαντείου ἱερὸν ἱδρύσασθαι Κολαινίδος Ἀρτέμιδος : καὶ Φανόδημος ἐν τῆι δ . | ||
Αἰγοφάγον καὶ αἶγας τῇ θεῷ θύειν . Ἡρακλέα δὲ λέγουσιν ἱδρύσασθαι τὸ ἱερὸν καὶ αἶγας θῦσαι πρῶτον , ὅτι μαχομένῳ |
καθ ' ἡμᾶς βίου ποιοῦντας αὐτοὺς διατελεῖν . τῆς δὲ Κυβέλης τὸ παλαιὸν βωμοὺς ἱδρυσαμένους θυσίας ἐπιτελεῖν κατ ' ἔτος | ||
ἡ περὶ πεύκας πολλάκι τοὺς ἱεροὺς χευαμένη πλοκάμους , γαλλαίῳ Κυβέλης ὀλολύγματι πολλάκι δοῦσα τὸν βαρὺν εἰς ἀκοὰς ἦχον ἀπὸ |
πυρπνεῖν τοὺς ταύρους μυθολογηθέντος : παραπλησίως δὲ τοῦ τηροῦντος τὸ τέμενος Δράκοντος ὀνομαζομένου , μετενηνοχέναι τοὺς ποιητὰς ἐπὶ τὸ τερατῶδες | ||
ἐπαφροδίτως ἅψασθαι . Ὑπὸ τούτῳ ἡγεμόνι παρελθεῖν φασιν ἐς τὸ τέμενος τοῦ Μέμνονος . περὶ δὲ τοῦ Μέμνονος τάδε ἀναγράφει |
τοῦτον ἐπὶ τῶν παραδιδομένων εἰς μάθησιν τεχνῶν ἐπιτηρήσομεν τὴν Σελήνην πλήθουσαν καὶ καλῶς κειμένην μετὰ τοῦ Ἑρμοῦ καὶ αὐτοῦ καλῶς | ||
ἤσθιον ἐκείνην τὴν ἡμέραν . καὶ ἤδη τε ἦν περὶ πλήθουσαν ἀγορὰν καὶ ἔρχονται παρὰ βασιλέως καὶ Τισσαφέρνους κήρυκες οἱ |
ψυδράκια φλεγμαίνοντα καὶ νύττοντα , μάλιστα περὶ τραχήλῳ καὶ πλευραῖς νεμόμενα , ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ περὶ χερσὶ καὶ | ||
γεγενημένων πόλεων , ὑπήκουε δὲ αὐτῷ πάντα τὰ ἔθνη τὰ νεμόμενα τὴν ἑτέραν ἤπειρον μέχρι τῶν ἀοικήτων τῆς γῆς λεγομένων |
ἐτίθετο , καὶ εἴ τις ἐκάθευδε μὴ πιὼν τὸν ἴδιον κρατῆρα , πρωῒ κατὰ τῆς ἑαυτοῦ κεφαλῆς ἐξεχέετο , καὶ | ||
μύδρον ἐκχέας ἶσον ἐν τοῖς σταθμοῖσι δύσεται καὶ ὑπεισέλθῃ τὸν κρατῆρα τοῦ Βάκχου ἤτοι τοῦ Διονύσου κεκλαυσμένος καὶ θρηνηθεὶς ἐν |
πατέρες καὶ βοηθὸν τῶν ἀδικουμένων πατέρων ὑπὸ τῶν παίδων . ἀγάλματα γάρ εἰσιν οἱ πατέρες τοῦ πάντων πατρὸς τοῦ Διός | ||
ἐκ ταύτης τὰ σπουδαιότατα ποιεῖται τῶν ἔργων . τὰ δὲ ἀγάλματα γλύφουσιν ἐκ τῶνδε , κέδρων κυπαρίττου λωτοῦ πύξου : |
Ὅτι Ἐπωπεὺς βασιλεὺς Σικυῶνος τοὺς θεοὺς εἰς μάχην προκαλούμενος τὰ τεμένη καὶ τοὺς βωμοὺς αὐτῶν ἐλυμαίνετο . Ὅτι φασὶ τὸν | ||
καὶ στέφονται τὰς κεφαλὰς ἄνθεσι . πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα τεμένη καὶ βωμοὺς καὶ βρέτη θεῶν καθωσίωσαν , ἁγισμούς τε |
, μηδὲ τῇσι χερσὶ ταλαιπωρέειν , μηδὲ ἐπ ' ὄχημα ἀναβαίνειν , ἀλλὰ παχύνειν αὐτὸν ὡς μάλιστα τὸ σῶμα . | ||
οἱ φύλαρχοι , τούς τε μαθητὰς τοὺς ὡραίους , οὓς ἀναβαίνειν ἐπὶ τοὺς ἵππους μελετᾷ Φείδων καὶ καταβαίνειν : οἶσθ |
εἰς τὸ πεδίον ἐπὶ τὴν τοῦ καρποῦ συλλογὴν δρέπανα λαβόντας θερίζειν , αἰφνίδιον δὲ τὸ μὲν ἐμὸν δράγμα ὑπανίστασθαι καὶ | ||
Περὶ παθῶν , . . . . Ἀμᾶν : τὸ θερίζειν : παρὰ τὸ ὁμοῦ ἐπισπᾶν , οἷον ἁμασπᾶν . |
προσαγορεύουσι , τῶν ἀμφιβίων ὀρνίθων τότε μάλιστα φαινομένων κατὰ λίμνας ποταμούς τε καὶ θάλατταν , ὅταν οὗτοι δυναστεύοντες ἐπιπνέωσιν . | ||
σελήνην ] : εἶναι δὲ ἐπ ' αὐτῆς οἴκησιν ἄλλην ποταμούς τε καὶ ὅσα ἐπὶ γῆς , καὶ τὸν λέοντα |
τῷ ἐσκέδασεν , ἐφυγάδευσεν , ἀφανεῖς ἐποίησε : τὸ γὰρ σπείρειν ἀγαθῶν , κακῶν δὲ αἴτιον τὸ διασπείρειν , ὅτι | ||
κάλλιστον οὐ φυτὸν μόνον , ἀλλὰ καὶ ζῷον , ἄνθρωπον σπείρειν ἀξιοῦντας ὀλιγωρίᾳ καὶ ῥᾳθυμίᾳ καὶ μέθῃ κακίας συνεργάταις χρῆσθαι |
οὗ καὶ κλονὶς ὀνομάζεται διὰ τὸ ἀεικίνητον . καὶ τὰ φλογωπὰ σήματα , ἤτοι τὰς διὰ πυρὸς μαντείας , τυφλὰς | ||
. δυσκαταγώνιστον . . ὥδωσα ] ὡδοποίησα καὶ ὡδήγησα . φλογωπὰ σήματα ] τὰ διὰ τῆς φλογὸς γινόμενα σημεῖα πρὸς |
ὀνομάσαι καὶ τὸ μέγιστον τῶν κατὰ τὴν χώραν ὀρῶν ὁμοίως Ἄτλαντα προσαγορεῦσαι . φασὶ δ ' αὐτὸν τὰ περὶ τὴν | ||
, Πήγασον , Λαιστρυγόνας , Κέρβερον , Γλαῦκον θαλάττιον , Ἄτλαντα , Πρωτέα , Νηρέα , Νηρεΐδας , τοὺς παῖδας |
ἐπὶ τῆς οἰκοδομίας ἐπιστάτην Ναχέρωτα . Τὸν δὲ ἐλθόντα μετὰ Μωύσου εἰς Μέμφιν πυθέσθαι παρ ' αὐτοῦ , εἴ τι | ||
ἀπαλλάσσεσθαι εἰς τὴν Ἀραβίαν . Τὸν δὲ Χανεθώθην πυθόμενον τοῦ Μωύσου τὴν φυγὴν ἐνεδρεύειν ὡς ἀναιρήσοντα : ἰδόντα δὲ ἐρχόμενον |
τρικάρπους ἐθεασάμην ἀρούρας θερινὸν ἐπὶ χειμερινῷ καὶ μετοπωρινὸν ἐπὶ θερινῷ σπόρον ἐκφερούσας ; ποίας δ ' ἐλαιοφόρου τὰ Μεσσαπίων καὶ | ||
ἀλλ ' ἡ μὲν ἀλόγοις ζῴοις μετὰ χρόνον ἐρρίφη , σπόρον δὲ πυροῦ καὶ κριθῆς εἶδον αἱ γεωργῶν ἐπιμέλειαι εὑροῦσαι |
εἰ βούλεσθε , οἱ τὰ προπύλαια καὶ τὸν παρθενῶν ' οἰκοδομήσαντες ἐκεῖνοι καὶ τἄλλ ' ἀπὸ τῶν βαρβάρων ἱερὰ κοσμήσαντες | ||
Λυκομήδην ἀνεῖλον , τὰ δὲ ὀστᾶ μεταστειλάμενοι καὶ τὸ Θησεῖον οἰκοδομήσαντες ἰσοθέους οὕτω τιμὰς διανέμουσι . διανομαὶ δὲ καὶ εὐωχίαι |
ὑπέκαιε ζῶντας , τούτῳ διαφερούσης τῆς κατασκευῆς ταύτης παρὰ τὸν ταῦρον , τῷ καὶ θεωρεῖσθαι τοὺς ἐν ταῖς ἀνάγκαις ἀπολλυμένους | ||
καὶ τὸν θεὸν ἀνελεῖν αὐτοῖς , ἢν θύοντες τῷ Ποσειδῶνι ταῦρον ἀγελαστὶ τοῦτον ἐμβάλωσιν εἰς τὴν θάλατταν , παύσεσθαι . |
αἰθροβάτης δὲ τὸ Ἀβάριδος , ὅτι ἄρα ὀιστῷ τοῦ ἐν Ὑπερβορέοις Ἀπόλλωνος δωρηθέντι αὐτῷ ἐποχούμενος ποταμούς τε καὶ πελάγη καὶ | ||
' οἷς ποτε Περσεύς : παρ ' οἷς , τοῖς Ὑπερβορέοις , ὁ Περσεὺς εὐωχήθη εἰς τὰς οἰκίας αὐτῶν εἰσελθὼν |
ὑπ ' αὐτῶν λευκαίνεται τὸ ὕδωρ πληττόμενον πτίλα δὲ τὰ πτερὰ παρὰ τὸ ἐν τῷ πέτεσθαι ? τίλλειν καὶ κόπτειν | ||
φωνήν . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος τὸ πρότερον . τανύπτερος τεταμένα πτερὰ ἔχων . τανυσσάμενος ἐκταθείς . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ |
ἔχουσα : καλυπτομένης δ ' ἐνὶ πέπλωι γλαυκὸν ἐρευθομένων ἀμαρύσσετο νῶτα χιτώνων , οἷα κάλυξ φοίνισσεν ἀεξομένου ῥοδεῶνος . καὶ | ||
ἀφανίζουσα τοῖς θηραταῖς τὰ ἴχνη : ἑαυτὴν γὰρ ἐπισύρει κατὰ νῶτα καὶ παρεισελθοῦσα ἡσυχάζει . Ἀρχὴν ἰᾶσθαι πολὺ λώϊον ἢ |
. ἔτι γοῦν καὶ νῦν τὰ μένοντα αὐτοῦ ἐρείπια καὶ λείψανα ἰδόντι θαυμάζειν ἔστι καὶ τὴν τέχνην τῶν τὴν ἀρχὴν | ||
στιγμή . . , : τάφος : ὅπου τίθεται τὰ λείψανα . παρὰ τὸ θῶ καὶ τιθῶ , παράγωγον θάπτω |
ἄστυ ἐκάλεσεν , ἴσχει δὲ παῖδας ἐκ Πειθοῦς Αἰγιαλέα , Ἄπιν , Εὔρωπα , Νιόβην . Φηγεὺς δὲ πόλιν κτίζει | ||
Αἰτωλοῦ τοῦ Ἐνδυμίωνος , ὃς ἦν Ἠλεῖος , ἀποκτείνας δὲ Ἄπιν ἐν τοῖς ἐπ ' Ἀζᾶνι ἄθλοις ἔφυγεν εἰς τὴν |
τοῦτο ἐν γραφῇ νόμου Ἐνὼχ γέγραπται , τὸν μὴ θέλοντα ἀναστῆσαι σπέρμα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ , ὑπολυθήσεσθαι τὸ ὑπόδημα , | ||
δὲ Θησέα μὲν λαβόμενος τῆς χειρὸς ἤγειρε , Πειρίθουν δὲ ἀναστῆσαι βουλόμενος τῆς γῆς κινουμένης ἀφῆκεν . ἀπεκύλισε δὲ καὶ |
τοῦ Πηνειοῦ ῥεῖθρον , καὶ τὴν πρότερον λιμνάζουσαν χώραν ἅπασαν γεγυμνῶσθαι καὶ ἀναξηραινομένων τῶν ὑδάτων πεδία θαυμαστὰ τῷ μεγέθει καὶ | ||
πόδας ἐπισφίγγοντα καὶ λεπτοϋφὴς ἐς πρόφασιν ἐσθὴς ὑπὲρ τοῦ δοκεῖν γεγυμνῶσθαι . πάντα δὲ τὰ ἐντὸς αὐτῆς γνωριμώτερα τοῦ προσώπου |
ἐπὶ θηρίων εἶπεν : εἰώθαμεν γὰρ καὶ τὰ θηρία οὕτως ἐξημεροῦν διὰ τοῦ τὴν χεῖρα τοῖς σώμασιν αὐτῶν ἐπάγειν , | ||
καὶ θρέμματα καθιστάναι καὶ φυτεύειν καὶ σπείρειν καὶ τόπους ἀγρίους ἐξημεροῦν , ἐν δὲ Ταύρῳ σπείρειν , φυτεύειν καὶ ἀργὴν |
γαστρὶ χαριζόμενοι . χέρνιβα δ ' αἶψα θύραζε φέροι , στεφανώματα δ ' εἴσω εὐειδὴς ῥαδινῇς χερσὶ Λάκαινα κόρη . | ||
' ἀρετάν , προθύροισιν δ ' Αἰακοῦ ἀνθέων ποιάεντα φέρε στεφανώματα σὺν ξανθαῖς Χάρισσιν . Ἓν ἀνδρῶν , ἓν θεῶν |
παροιμίᾳ πρέποντας τῇ ἀπὸ Κόδρου , καθάπερ οἶμαι καὶ τῶν ναμάτων τὰ διαφανῆ τε καὶ καθαρὰ ἀνιχνεύοντές τε καὶ διαμώμενοι | ||
δὲ δύναμις λουτρὸν ἐπὶ τοῖς προτέροις ἐγείρειν , ἕνεκά γε ναμάτων θαρρούντως ἐγείρει καὶ οὐ δέδοικε , μὴ τὸ μὲν |
ἡ δ ' ἑξῆς θάλαττα βαθεῖα παντελῶς ἐστι , καὶ κήτη φέρει παντοδαπὰ παράδοξα τοῖς μεγέθεσιν , οὐ μέντοι λυποῦντα | ||
ἐτησίων ἀναχωρεῖν . εἶναι δὲ αὐτὴν καὶ γλυκεῖαν , καὶ κήτη παραπλήσια τοῖς ἐν τῶι Νείλωι κροκοδείλοις καὶ ἱπποποτάμοις ἔχειν |
συνεκλήιον τοὺς ἄλλους , οἱ δὲ εἰνακισχίλιοι ἐντὸς τούτων ἐόντες ἀργυρέας ῥοιὰς εἶχον : εἶχον δὲ χρυσέας ῥοιὰς καὶ οἱ | ||
' ἄνθρωπος . αὐτὸς δ ' ὡς θαητὸς ἐπ ' ἀργυρέας κατάκειται κλισμῶ , πρᾶτον ἴουλον ἀπὸ κροτάφων καταβάλλων , |
ἐν μυχοῖς τοῦ Δελφινίου τόπου ἤτοι τῆς Φωκίδος περὶ τὰ ἄντρα καὶ σπήλαια τοῦ Κερδώου θεοῦ ἤτοι τοῦ Ἀπόλλωνος : | ||
Ἐρετρικήν , ὄρη , κρημνούς , φάραγγας , καταδύσεις , ἄντρα , χαράδρας , τρώγλας , χηραμούς , πάντας μυχοὺς |
διαμένουσι . Ἀλλ ' οὐκ ἐγίνωσκες τὴν ἐπῳδὴν καὶ τὰ ὄργια . Εἰ ταῦτα , ὦ Κριτία , ἐξ ἐπῳδῆς | ||
. 〛 κἀξίστασθαι : ἐκχωρεῖν . . μὴ ἐμυήθη . ὄργια δὲ τὰ μυστήρια . . μήτε Κρατίνου : Πρὸς |
ποιεῖσθαι πέμματα ἐς τὰς θυσίας καθέστηκεν . ἐνταῦθα ἅλως καλουμένη Τριπτολέμου καὶ βωμὸς δείκνυται : τὰ δὲ ἐντὸς τοῦ τείχους | ||
ὁ Κάσος ἢ εὖ ποιεῖν ἠπίστατο . καὶ κατιδὼν τῶν Τριπτολέμου νομίμων τὰ πολλὰ μεθεστηκότα ταῦτά τε ἐπανήγαγε καὶ τὴν |
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά | ||
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε |
διὰ τὰς περιπνεούσας αὔρας : τὰ μὲν γὰρ πρὸς μεσημβρίαν νεύοντα , τοῖς ἴπνοις παραπλησίαν ἔχοντα τὴν θερμασίαν , ἀπρόσιτα | ||
καλάμου ἐμφύσα κελεύων ἀνασπᾶν ἄνω νεύοντα , εἶτα πάλιν κάτω νεύοντα καὶ ἀποπτύειν τὸ συναγόμενον . Κέχρησο δὲ καὶ ἐπιθέμασι |
γένους ἐπίσκοποι , ἐπακούσατέ μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος | ||
κεχρημένον ἠδὲ δόμοιο , οἳ πόλιν αἰπεινὴν Κύμην ἐριώπιδα κούρην ναίετε , Σαρδήνης πόδα νείατον ὑψικόμοιο : ἀμβρόσιον πίνοντες ὕδωρ |
καὶ Δαίμονα πήμονα θνητῶν , Δαίμονας οὐρανίους καὶ ἠερίους καὶ ἐνύδρους καὶ χθονίους καὶ ὑποχθονίους ἠδ ' ἐμπυριφοίτους , καὶ | ||
, Δίδυμοι δὲ . . . , Καρκίνος δ ' ἐνύδρους καὶ χερσαίους καὶ ὑψηλούς , Λέων δὲ προσάντεις καὶ |
μάλα ἀσμένως τῆς ὥρας ἐτρύγησα . ταῦτά σοι πρὸς τοῦ Πανὸς μυστήρια τὰ μεγάλα ἔστω . Ἡμέρων ὁ μαλακὸς φελλεῖ | ||
ἡ κωμῳδία μάχλον εἶπε τὸν ὑπὸ καταφερείας δίυγρον . καὶ Πανὸς δὲ λεγομένου τοῦ κατὰ κλῆσιν δαιμονίαν , ἕτεροι ἀπ |
Διόνυσος μετὰ τὸν Κάδμον καὶ τὸν Πενθέα , ὀψὲ ὁ Τριπτόλεμος μετὰ τὸν Ἐριχθόνιον καὶ τὸν Κέκροπα . Εἰ δὲ | ||
' ἄλλων τὸν σῖτον ἐπαγομένους , παρ ' ὧν ὁ Τριπτόλεμος ἦν καὶ τὸ ἅρμα τῶν δρακόντων ἀνίπτατο . καίτοι |
χαίρει , χρὴ κατ ' ἐνιαυτὸν περιορύσσειν , καὶ ἅλας ἐπιῤῥίπτειν . οὕτω γὰρ ταχέως μεγάλοι ἔσονται . Γίνονται δὲ | ||
τὰς ῥίζας ἀφεψεῖν , καὶ τῷ ὕδατι ξὺν πιτύροισι πυρίνοισιν ἐπιῤῥίπτειν , ἢ τῷ ἀφεψήματι πίτυρα πυρῶν τοῦτο ποιήσασα , |
δὲ ἀπ ' ἐκείνου μνησικακῶν διετέλει παρατηρούμενος τοῦ ἀετοῦ τὰς καλιάς . καὶ εἴ ποτε ἐκεῖνος ἔτικτε , μετάρσιος αἰρόμενος | ||
καθ ' ὕλην δέρκηται : πάσας γὰρ ὅγ ' ἠρήμωσε καλιάς , αὕτως ὀρνίθων τε τόκον κτίλα τ ' ὤεα |
δώδεκα βασιλέων καὶ τῶν παρὰ θάλατταν μερῶν κυριεύων , παρείχετο φορτία πᾶσι τοῖς ἐμπόροις , μάλιστα δὲ τοῖς τε Φοίνιξι | ||
ἡμᾶς φιλοσοφίᾳ . ” ἔνιοι δέ , διαθέμενον Ἀθήνησι τὰ φορτία , οὕτω τραπῆναι πρὸς φιλοσοφίαν . Ἀνακάμπτων δὴ ἐν |
οὐδεμιᾷ τάξει ἀναγκαίᾳ , ἀλλὰ τοῦ ἐπιγράμματος μηδὲν διαφέρειν τοῦ Μίδου . κθʹ Ἔτι εἰ διὰ τοῦτο ἄξιον τοὺς ἐρῶντας | ||
τῶν Λυδῶν εὐγενὴς ἀνὴρ ὁρμήσας καὶ τῇ παρ ' αὐτοῖς Μίδου βασιλείᾳ βαρυνθείς , τοῦ μὲν Μίδου ὑπ ' ἀνανδρίας |
τῆς χρυσέας φόρμιγγος τῆς ὑποσχεθείσης . οὐχ ἁπλῶς δὲ εἶπε χρυσέα φόρμιγξ , ἀλλ ' αἰνιγματωδῶς παραδηλοῖ αὐτῷ τοῦ τὴν | ||
λοιπόν . ἑτέρωθι δὲ ἔτι λαμπρότερον Πρὸς Ὀλυμπίου Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν |
, ὅς σε διεπέρασεν , καὶ τὴν λίμνην καὶ τὸν Πυριφλεγέθοντα ἤδη ἑώρακας εἰσιών . Οἶδα ταῦτα καὶ σέ , | ||
τοῖς γὰρ μύθοις ἀπατώμεθα , ταῖς τούτων σκηνοποιίαις φοβεριζόμενοι ἀναπλαττόντων Πυριφλεγέθοντα καὶ Κωκυτὸν καὶ Ἀχέροντα ποταμοὺς * * : αἴρετέ |
ἂν τὰς μὲν χεῖρας ἔχον παρατεταμένας , τὰ δὲ σκέλη διαβεβηκότα . 〚 περὶ μὲν οὖν τῶν κατ ' Αἴγυπτον | ||
ἂν τὰς μὲν χεῖρας ἔχον παρατεταμένας , τὰ δὲ σκέλη διαβεβηκότα . Περὶ μὲν οὖν τῶν κατ ' Αἴγυπτον ἱστορουμένων |
λευκὸν , τοῦ Ὁμήρου εἰπόντος , ὅτι χρὴ θύειν „ ταύρους παμμέλανας ἐνοσίχθονι κυανοχαίτῃ „ . ἀλλὰ βοηθεῖται τὸ ἀργᾶντα | ||
: τοὶ δ ' ἐπὶ θινὶ θαλάσσης ἱερὰ ῥέζον , ταύρους παμμέλανας , ἐνοσίχθονι κυανοχαίτῃ . ἐννέα δ ' ἕδραι |