, τοῦ κακῶς φέρεσθαι τὰ αὑτοῦ , Τιθραύστην καταπέμψας , ἀποκόπτει αὐτοῦ τὴν κεφαλήν : καὶ τοῦτο μὲν τῆς ἀφελείας
, ὅτι πολὺν ἠχεῖται χρόνον καὶ τὸν τοῦ πνεύματος οὐκ ἀποκόπτει χρόνον : χείρω δὲ τὰ βραχέα ἢ βραχέως λεγόμενα
5719206 ἀριστερον
τὸν τρόπον . Ἡ δὲ καρδία κεῖται μὲν παρὰ τὸν ἀριστερὸν μαστόν , τοῖς δ ' ἄλλοις ζῴοις ἐν μέσῳ
ἀλλὰ καὶ καλῶς ἕκαστα αὐτῶν . Ἔδει γὰρ εἰς τὸν ἀριστερὸν ἀγκῶνα ἐρείσαντα , καὶ τῇ δεξιᾷ κυκλώσαντα ὑγρῶς ἀφεῖναι
5702323 δεξιον
τὰ κατὰ τὴν ὡς πρὸς ἕτερον σχέσιν νοούμενα , οἷον δεξιὸν ἀριστερόν , ἄνω κάτω , διπλάσιον ἥμισυ : τό
τὸ λοχαγοῦν ζυγόν , ὃ δὴ καὶ στόμα λέγεται , δεξιὸν ἔχει , δεξιὰ καλεῖται , εἰ δὲ λαιόν ,
5455066 παιει
ἠλύγην . Ὁ δὲ νεανίας ἑαυτῷ σπουδάσας ξυνηγορεῖν εἰς τάχος παίει ξυνάπτων στρογγύλοις τοῖς ῥήμασιν : κᾆτ ' ἀνελκύσας ἐρωτᾷ
καὶ ἔριδας λύοντα καὶ οἰκοδομημάτων γῆρας ἀποξύοντα . καὶ οὓς παίει τε καὶ δεῖ , τούτους ἀπεύξαιτ ' ἂν μὴ
5301877 ἀπεκοψε
ἐπὶ τὸν τόπον τῷ μὲν ξίφει τὴν χεῖρα τοῦ προσαναβαίνοντος ἀπέκοψε , τῷ δὲ θυρεῷ πατάξας εἰς τὸ στῆθος ἀπεκύλισεν
ἡμέρας οὐδεὶς εὕρηται γεωργὸς ὃς τὴν βλαβερὰν ἐπίφυσιν αὐταῖς ῥίζαις ἀπέκοψε . τοιγαροῦν εἰδότες οἱ φρονήσεως ἀσκηταὶ τὸ κατάπλαστον τοῦτ
5239146 δεξιαν
. τῶν δὲ πρὸς αὐτὸν πρεσβευσαμένων περὶ διαλύσεως ὡμολόγησε καὶ δεξιὰν αὐτοῖς ἔπεμψε νόμῳ Περσικῷ καὶ τὴν πολιορκίαν διαλύσας παρεκάλει
σημαίνει : χρὴ γὰρ τὸν ἔφηβον ἐν τῇ χλαμύδι τὴν δεξιὰν ἔχειν ἐνειλημένην διὰ τὸ ἀργὴν εἶναι εἰς ἔργα καὶ
5179922 δεξιος
εἰπεῖν , ὑπέρδεινος πάνδεινος , σοφὸς εἰπεῖν , πάνσοφος , δεξιός , περιττός , συνεχής , πυκνός , πρόχειρος ,
δεινὸς ] φρόνιμος . δεινὸς ] ἐπιτήδειος . δεινὸς ] δεξιός , φρόνιμος . δεινὸς ] σοφός . δεινὸς ]
5178360 κρανος
ὑπερασπίζειν , μικράσπιδα . κρανοποιός κρανοποιία , κρανουργός κρανουργία , κράνος . θωρακοποιία θωρακοποιός , θώραξ , θωρακοφόρος , τεθωρακισμένος
στόματος τὸ χάσμα σκέπειν τὴν κεφαλήν , ὥσπερ ἀνδρὸς ὁπλίτου κράνος : ἐκθηριώσας δὲ αὑτὸν ὡς ἔνι μάλιστα , παραγίνεται
5155201 λαιαν
καὶ τὴν μὲν δεξιὰν διφαλαγγίαν ἐπὶ δόρυ , τὴν δὲ λαιὰν ἐπ ' ἀσπίδα κλῖναι , εἶτα κατὰ λόχους ἀκολουθεῖν
, φιλονεικία λαμβάνει τὸν Θέρσανδρον ἐρωτική , καὶ τὴν μὲν λαιὰν ὑποβάλλει τῷ προσώπῳ κάτω , τῇ δὲ δεξιᾷ τῆς
5126827 σπασαμενος
πατρὶ νύκτας δώδεκα συνευνάσθη . ὁ δὲ ὡς ᾔσθετο , σπασάμενος τὸ ξίφος ἐδίωκεν αὐτήν : ἡ δὲ περικαταλαμβανομένη θεοῖς
βοηθοῦντες Ἀμφιτρύωνι , ὁ δ ' ὑπὸ τὴν πρώτην ἀγγελίαν σπασάμενος τὸ ξίφος ἐς ἄμυναν ὁμοῦ ἐπέστη τοῖς δρωμένοις ,
5093666 εἰχε
, ὅσον κατὰ τὴν ἀναλογίαν , ἐπὶ τῆς παραληγούσης ἂν εἶχε τὸν τόνον , ἀλλ ' ἡ συνήθεια προπαροξύνασα αὐτὸ
' εἶχε τὴν μακράν , ἢ βραχύ , ὅτ ' εἶχε τὴν βραχεῖαν , τῷ αὐτῷ λόγῳ οὐδὲν ἔσται κοινὸν
5068100 ἀκοντισας
ἠκόντιζεν , οὔτε τοῦ σκοποῦ ἁμαρτών , εἰς τοὺς ἀφεστῶτας ἀκοντίσας , τοῦ παιδὸς ἔτυχεν , ἀλλὰ πάντα ὀρθῶς ὡς
βαλεῖν . μακρὰ δὲ ῥίψας : ἐλπίζω μακρῶς καὶ δυνατῶς ἀκοντίσας παρελθεῖν καὶ νικῆσαι τοὺς ὑπεναντίους . εἰ γὰρ ὁ
5067560 ἡρωικως
, τῇ τρίτῃ δ ' ἡμέρᾳ τελευτήσαντος αὐτοῦ καὶ ταφέντος ἡρωικῶς διὰ τὴν ἐν τῷ πολέμῳ δόξαν ὁ μὲν δῆμος
μόλιβδον , καὶ ἄχρηστον ποιήσαντες τὸν χρυσὸν ἐξῆλθον , καὶ ἡρωικῶς ἀγωνισάμενοι πάντες κατεκόπησαν , πολλοὺς δὲ καὶ αὐτοὶ φονεύσαντες
5026324 διεφθειρε
οὐκ ἄξιον ἐπισκοπεῖν τηλικοῦτον καὶ τοιοῦτον σύστημα ἥτις ποτὲ τύχη διέφθειρε ; Σχολῇ γὰρ οὖν δή τις ἂν ἄλλο σκοπῶν
κυνηγεσίοις ἀναιρεῖ . καὶ τόνδε μὲν Ἀννίβας ἐλεγχθέντα δεινῶς αἰκισάμενος διέφθειρε : ἡ στρατιὰ δὲ τὸν Ἀννίβαν , καίπερ ὄντα
4981599 ἀκοντιῳ
Χλωθομῆρος κατὰ Βουργουζιώνων ἐπιστρατεύσας , ἐν αὐτῷ δὴ τῷ πολέμῳ ἀκοντίῳ τὰ στέρνα τυπεὶς ἀνῃρέθη . πεσόντος δὲ αὐτοῦ ἐπειδὴ
τρυγόνος κέντρῳ καὶ παραυτίκα θανάτῳ καθυποβάλλει . αἰγανέῃ : ἐν ἀκοντίῳ , κονταρίῳ , δόρατι καὶ ἀκοντίῳ : αἰγανέαν νῦν
4965906 ἀριστερος
ἡ εὐώνυμος : ὡς δὲ φόβος φοβερὸς , οὕτως ἄριστος ἀριστερός . ἀδελφοὶ , παρὰ ἐκ τῆς αὐτῆς δελφύος :
. * ὅγε : ὅτε . * σκαιός : πλάγιος ἀριστερός κατὰ πλευρὰν κείμενος * οἶμον : ὁδόν * οἶμον
4936939 Τιθραυστην
νομίσας Τισσαφέρνην αἴτιον εἶναι τοῦ κακῶς φέρεσθαι τὰ ἑαυτοῦ , Τιθραύστην καταπέμψας ἀπέτεμεν αὐτοῦ τὴν κεφαλήν . μετὰ δὲ τοῦτο
| καταφυγ ] [ . . : Ἔφορος μὲν οὖν Τιθραύστην φησὶ τῶν βασιλικῶν νεῶν ἄρχειν καὶ τοῦ πεζοῦ Φερενδάτην
4933278 λαιον
πολυπράγμονες καὶ οἱ λείμαργοι , παρὰ τὸ λίαν χένειν . λαιὸν σημαίνει τὸ ἀριστερόν : καὶ λαιὰ χεὶρ , ἡ
οὐδὲν ἔτι δρᾶν οὐδὲ ἐκεῖνος δυνάμενος . Καὶ τὸ μὲν λαιὸν τῆς ναυμαχίας οὕτως ἐπεπράχει . ἐκ δὲ τοῦ δεξιοῦ
4888275 λογχην
εἰσιδὼν ὁ πρόσθε τρωθεὶς † στέρνα Πολυνείκους βίαι † διῆκε λόγχην , κἀπέδωκεν ἡδονὰς Κάδμου πολίταις , ἀπὸ δ '
ὡς δῶρα ἀλλήλοις ἀντέδοσαν , ὁ Μαῦρος μὲν τῷ Μαλχίωνι λόγχην , ὁ δὲ τῷ Μαυσάκᾳ πόρπην , καὶ ἄλλα
4871217 κατοπιν
οὐκ ἔχων ἐπεχείρησε τῷ τοῦ Φουρνίου στρατοπέδῳ κατὰ μέτωπον καὶ κατόπιν ἐκ περιόδου λαθών . ὅθεν ὁ Φούρνιος ἐς τὸν
, ἢ διὰ πελάγους παρίσταται τὰ πρόσω πάντα καὶ τὰ κατόπιν καὶ ἐκ πλαγίων ἐπίπεδα , καὶ οὐδεμίαν ἀντέμφασιν παρέχει
4855162 δεξιου
' εὐθεῖαν τοῦ πάσχοντος μορίου τέμνειν φλέβα : τοῦ γὰρ δεξιοῦ ποδὸς ῥευματισθέντος , παραχρῆμα φλεβοτομηθεὶς ἐκ τῆς δεξιᾶς χειρὸς
ιδ Ϛʹ βο κδ ∠ ʹ εʹ ὁ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ σφυροῦ . . . . . . . .
4840457 δορατι
. φθόρον πότμον ἀντὶ τοῦ φθαρτικὸν θάνατον τῷ φοινικῷ κατασκευάσει δόρατι τῷ ἀπὸ ξύλου τμηθέντι φονευθεὶς ὁ Αἰτωλὸς ἤγουν ὁ
δι ' ἧς κτυπῶν φόβον αὐτῷ ἐμποιῶν . Ἐγχείῃ : δόρατι , ἔγχει . ταναηκέϊ : μακρῷ , μακρᾷ .
4826172 χειρα
ἐστιν ὁδήγει με : ἄλλως : ἔκτεινε τὴν παλαιάν σου χεῖρα ἐμοὶ τῇ νέᾳ ἅμα προσαναβαίνων : ἄλλως : ἐμοὶ
: κυκλωθεὶς δ ' ὑπὸ τῶν πολεμίων τοῦ πλήθους τὴν χεῖρα τιτρώσκεται καὶ γνωσθεὶς ὑπ ' αὐτῶν ὅστις ἐστὶ κύκλῳ
4825267 κατεαγως
κἄν τινα δόξῃ μοι τῆς κεφαλῆς αὐτῶν κατεαγέναι δεῖν , κατεαγὼς ἔσται αὐτίκα . ” Κατευθύνω . τὸ δὲ καταδικάζειν
τὸ συντρίβειν , ἀφ ' οὗ τὸ κατέαγε , καὶ κατεαγὼς , καὶ παρ ' ἰατροῖς κάταγμα , τὸ τῶν
4784778 κνημην
κεφαλὴν καὶ τὸ ὑπαυχένιον Ἵππου ὁπλὰς Περσέως ὦμον ἀριστερὸν καὶ κνήμην ἀριστερὰν Ἀνδρομέδας χεῖρα δεξιὰν Διδύμων κεφαλὰς Καρκίνον μέσον Λέοντα
πολύ τε κατωτέρω κατὰ τὸ σφυρόν , αὐτήν τε τὴν κνήμην πιεζοῦντες εὖ μάλα , ὥστε πάντοθεν τὸ ἐν ταῖς
4781656 ἀπεβαλετο
Καὶ ἔλαβε ⌉ σάκκον καὶ περιεζώσατο τὴν ὀσφὺν αὐτῆς καὶ ἀπεβάλετο τὸ ἐμπλόκιον τῆς κεφαλῆς αὐτῆς καὶ κατεπάσατο τέφραν [
καλλίπαις καὶ ὑπὸ πολλῶν φιληθείς , ἐν γήρᾳ τὸ πᾶν ἀπεβάλετο , τῆς πόλεώς τε ἀνδραποδισθείσης αὐτῷ αὐτοῦ τε ἀπολωλότος
4771517 ἐπικλινων
δὲ ἑτέρᾳ μετεωρίζων τὸ τόξον καὶ τὴν τῆς βάσεως ἰσορροπίαν ἐπικλίνων ἐπὶ τὰ λαιά , τὴν γὰρ τῆς ἀριστερᾶς λαγόνος
ὁ κακοδαίμων καὶ ὁ πρὸς τὴν πλανωμένην καὶ ἄτακτον ἄτην ἐπικλίνων βίος ἐπαινεῖν εἴωθεν . οὕτως οὐδὲ ἓν ἐν τοῖς
4769278 ταινιᾳ
ἐπὶ ἡλικίας ἤδη καθειστήκει τῆς Φειδίου . τὸν δὲ αὑτὸν ταινίᾳ τὴν κεφαλὴν ἀναδούμενον ἐοικέναι τὸ εἶδος Παντάρκει λέγουσι ,
δὲ τὸν ναὸν ἑστᾶσιν Ἡρακλῆς καὶ Θησεὺς καὶ Ἀπόλλων ἀναδούμενος ταινίᾳ τὴν κόμην , ἀνδριάντες δὲ Καλάδης Ἀθηναίοις ὡς λέγεται
4765346 ἐξετεμε
ἐπρίατο ἀετὸς ἀετόν , οὐδὲ λέων λέοντι οἰνοχοεῖ , οὐδὲ ἐξέτεμε κύων κύνα , ὡς ὑμεῖς τὸν τῆς θεοῦ Μεγάβυζον
τὸ εἰκός , ᾄδουσιν ὡς ὁ μὲν Κρόνος ἐπειδὴ τάχιστα ἐξέτεμε τὸν πατέρα τὸν Οὐρανόν , ἐβασίλευσέν τε ἐν αὐτῷ
4739218 βασταζων
τὸ εὔχεται . εὔχεται πολλάκις τὴν πεποικιλμένην κιθάραν ἐν σοφοῖς βαστάζων καὶ μουσικευόμενος ἐν τοῖς πολίταις λοιπὸν ἐν ἡσυχίᾳ εἶναι
ἐλαχίστοις πόνοις δυσφοροῦντα αὐτὸς πλείονας ῥᾳδίως ὑφιστάμενος . ὄνος ξύλα βαστάζων διέβαινέ τινα λίμνην . ὀλισθήσας δὲ ὡς κατέπεσεν ,
4717312 ἀπεκοπη
τε τόνος περισπασθήσεται , οὐδενὸς ἐμποδίου ὄντος : εἰ δὲ ἀπεκόπη , τὸ μὲν ι οὐχ ἕξει , τὸν δὲ
οὖν ὁ Ἰνδὸς καὶ τῶν σκελῶν ἓν ἀποκόψαι , καὶ ἀπεκόπη : ὃ δὲ ὡς ἐξ ἀρχῆς ἐνέφυ εἴχετο ,
4712317 συνετριβη
ἀνενεγκὼν εἶτ ' ἀφῆκεν , ἡ δὲ κατὰ πετρῶν πεσοῦσα συνετρίβη . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πολλοὶ ἐν φιλονεικίαις
οἰκίας , ἔνθα ᾤκει καὶ συρραγέντων ἐπ ' αὐτὸν ξύλων συνετρίβη τὸν μηρὸν καὶ κατεάγη . καὶ γὰρ ὁ Χάρων
4709569 ἀσπιδα
ὅτι οὐκ ἀντανῆγεν , ἀποπλέοντας τοὔμπαλιν παρ ' αὐτὸν ἆραι ἀσπίδα κατὰ μέσον τὸν πλοῦν . οἱ δὲ ταῦτα ἐποίησαν
εἰσελθὼν εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐπέδειξεν ἣν Μενέλαος ἀνέθηκεν ἀσπίδα , διασεσηπυῖαν ἤδη , μόνον δὲ διαμένειν τὸ ἐλεφάντινον
4694377 βαλοντος
[ Ἔνθεν ἁρπάξαντες . σημείωσαι , ] ὅτι , ἑνὸς βαλόντος τὸν κάστορα τῇ στήλῃ , ἐπ ' ἀμφοτέρων λέγει
, εἰ μὴ ἐπὶ τῆς κλίμακος ἀναβαίνων Προυσίας , λίθῳ βαλόντος ἑνὸς τῶν ἀπὸ τῆς ἐπάλξεως , συνετρίβη τὸ σκέλος
4687042 ἀποκοπεις
οὐ ποιεῖ τῆς κατὰ τὴν ἀρτηρίαν κινήσεως , ἀθρόως δὲ ἀποκοπεὶς καὶ ἐφησυχάσας κατὰ τὴν συστολὴν χρόνον τινὰ ἐπανέρχεται πάλιν
οὐκ ἔφθαρται ὁ τὸ σῶμα ἀφαιρεθείς , ὥσπερ οὐδὲ ὁ ἀποκοπεὶς τὸν πόδα Δίων , ἀλλ ' ἡ τοῦ κόσμου
4677335 κατασχων
ἔτι γενναιότερον διεπράξατο , τὴν κατάλυσιν τῆς τυραννίδος ἀπεργασάμενος καὶ κατασχὼν μὲν τὸν τύραννον μέλλοντα ἀνηκέστους συμφορὰς ἐπάγειν τοῖς ἀνθρώποις
τὸν ἐραστὴν ὡς τύραννός τε καὶ εὐδαίμων ἀνὴρ ἐσόμενος : κατασχὼν δὲ τρεῖς ἢ τέτταρας ἡμέρας τὴν τυραννίδα πάλιν αὐτὸς
4669304 ἐπιβας
Ὀδυσσεὺς ὁ τῆς Ἰθάκης κρατῶν , ἐπειδὴ τῆς αὑτοῦ γῆς ἐπιβὰς πενίαν ἐσχηματίζετο , τῶν τῆς πενίας κακῶν μετελάμβανεν ,
, ἐπειδὴ πᾶσαν τὴν ἀχανῆ καὶ ἐρήμην καὶ κενὴν χώραν ἐπιβὰς ἐκπεπλήρωκεν , ὅση πρὸς ἡμᾶς ἀπὸ τῶν κατὰ σελήνην
4645041 ἀφηκεν
τῆς εἰκόνος τοῦ θεοῦ . τότε ἔφυγεν τὸ θηρίον καὶ ἀφῆκεν αὐτὸν πεπληγμένον , καὶ ἐπορεύθη εἰς τὴν σκηνὴν αὐτοῦ
, προσετίμησεν ἐπετίμησεν , ἐζημίωσεν , ἀπέγνω , ἀπεψηφίσατο , ἀφῆκεν , ἀπελύσατο , ἀπεδίκασεν . κλήρωσις κλῆρος , σύστασις
4643669 μηρον
τοῦ κολεοῦ , διότι Βενιαμὴν οὐκ ἦν φορῶν ἐπὶ τὸν μηρὸν αὐτοῦ ῥομφαίαν . Καὶ ὡς ἔμελλε πατάξαι τὸν υἱὸν
, καὶ διὰ τοῦτο ἰσχίον καὶ μηρὸς , καὶ διὰ μηρὸν κνήμη καὶ περόνη , καὶ διὰ ταῦτα ἄκρον ποδός
4642803 ἀλαλαξαι
τοὺς μὲν σαλπιγκτὰς τὸ πολεμικὸν σημαίνειν , τὴν δὲ δύναμιν ἀλαλάξαι πᾶσαν . Συνῆψε δὲ μάχην πρῶτον μὲν τὰ θηρία
μὲν σαλπιγκταῖς τὸ πολεμικὸν σημαίνειν , τοῖς δὲ στρατιώταις ὁπλιζομένοις ἀλαλάξαι μέγιστον , ἕκαστον δὲ ἀνὰ τὴν κλισίαν πῦρ ἐμβαλεῖν
4629754 ἀριστεραν
ἡ ἀριστερὰ χεὶρ τὴν δεξιὰν συμπληροῖ οὔτε ἡ δεξιὰ τὴν ἀριστεράν , οὐχ ὁ ἀντίχειρ τὸν λιχανόν , οὐχ αἱ
φαῦλα , ἐμπαθὴς δὲ ἔσται περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ ὅρασιν ἀριστεράν . μάλιστα δὲ εἰσί τινες , οἳ καὶ ἐπηρεάζονται
4625786 καταπεμψας
Τισσαφέρνην αἴτιον εἶναι τοῦ κακῶς φέρεσθαι τὰ ἑαυτοῦ , Τιθραύστην καταπέμψας ἀποτέμνει αὐτοῦ τὴν κεφαλήν . τοῦτο δὲ ποιήσας ὁ
. τοῦτο μὲν γὰρ Σέλευκός ἐστιν ὁ Μιλησίοις τὸν χαλκοῦν καταπέμψας Ἀπόλλωνα ἐς Βραγχίδας , ἀνακομισθέντα ἐς Ἐκβάτανα τὰ Μηδικὰ
4613485 εὐωνυμον
: καὶ τὰ ἅρματα δὲ κατὰ τὸ δεξιὸν καὶ τὸ εὐώνυμον ἅμα ἐνέβαλλε . καὶ πολλοὶ μὲν τὰ ἅρματα φεύγοντες
μὲν ἐς τόδε τὸ κέρας , ἡμέας δὲ ἐς τὸ εὐώνυμον . Πρὸς δὲ ταῦτα εἶπαν οἱ Ἀθηναῖοι τάδε :
4608312 ἐπαιε
ἔργον ἀναπεταννύναι τοῖς ἅρμασι τὰς θύρας : ὧν τοὺς μὲν ἔπαιε , τοὺς δὲ ἠπείλει κατακαύσειν , ἑνὸς δέ τινος
: ὁ δὲ κόραξ τοῖς τε ὄνυξι καὶ τοῖς πτεροῖς ἔπαιε τοῦ Γάλλου τὰ ὄμματα , κωλύων εὐθὺ τῷ πολεμοῦντι
4606325 ἐπιβατην
ἶσα καὶ ἀνθρώπων οἱ χαριέστατοι , ἐπιγινώσκει τε ἀκριβῶς τὸν ἐπιβάτην καὶ ἰδὼν εὐθὺς ἀφῆκε χρεμετισμὸν , οἷα δὴ προσγελῶν
εὐθὺς πορευόμενος καὶ ταχέως ἰλιγγιάσας πρὸς τὸν τῆς ἰδίας μητρὸς ἐπιβάτην ἔλεγεν : ” ἰδού , ὁρᾷς με βραχύτατον καὶ
4590902 πληξας
ἄλλοις ὄφεσιν . * ἐγχρίμψας : δακών τινα πλησιάσας ἢ πλήξας προσεγγίσας * ἤλγυνε : ὀδύνας παρέδωκε ἐλύπει * ἔκπαγλα
πνεύσαντα καὶ τὰς ὁλκάδας περιγεγενημένας μεταβαλὼν εὐθὺς ἠνιᾶτο ὑπερβαλλόντως καὶ πλήξας τὸν ἵππον ἀνεχώρησε σιωπῶν . ἀπέθανον δὲ τῶν μὲν
4585190 ἐπιδραμων
σὺν αὐτοῖς ἀπραγμοσύνην καὶ τὸν τῆς ἡσυχίας ἔρωτα κἂν ἁρπάσαιμι ἐπιδραμών . Περιηγεῖταί τινα Θεόπομπος συνουσίαν Μίδου τοῦ Φρυγὸς καὶ
τέ οἱ συνεχὲς ἦν Λαβιηνὸς οὐ πρὸ πολλοῦ τὴν Ἀσίαν ἐπιδραμών . ὧδε δὲ ἔχοντι ἀγγέλλεται Ἀντώνιος εἰς Ἀλεξάνδρειαν ἐπανελθών
4585040 Θηριου
τῆς δωδεκαώρου , τῷ δὲ τριτάτῳ δεκανῷ ἡ κάρα τοῦ Θηρίου , τῆς Ἄρκτου τὸ ἡμίτομον , τὸ λοιπὸν τοῦ
Ἀρκτοφύλακος οἱ πόδες δύνουσι , τῶν δὲ πρὸς νότον τοῦ Θηρίου τὸ λοιπόν . . . . , Συναναφέρεται δὲ
4568527 εὑρε
δ ' ἐς νῆας ἵκανε θεοῦ πάρα δῶρα φέρουσα . εὗρε δὲ Πατρόκλῳ περικείμενον ὃν φίλον υἱὸν κλαίοντα λιγέως :
ἀπεκατέστησεν αὐτὸν εἰς τὸν τόπον ὅπου ἦν Βαροὺχ καθεζόμενος : εὗρε δὲ αὐτὸν ἐν μνημείῳ . Καὶ ἐν τῷ θεωρῆσαι
4556408 ἀπονεμοντος
' ὅτι κατὰ τὸ δίκαιον καὶ ὡς ἂν ὑπό τινος ἀπονέμοντος τὸ κατ ' ἀξίαν . παραφύλασσε οὖν ὡς ἤρξω
, οὗ ἡ ἀρετὴ τὰς πολιτικὰς νόσους ἰᾶται , γέρας ἀπονέμοντος τοῦ φιλαρέτου θεοῦ καλοκἀγαθίας , τὸ μὴ μόνον αὐτὸν
4553220 ἀνατεινων
ἀξιόλογον τοῦθ ' ὅριον ἐφάνη ὁ Νεῖλος , μῆκος μὲν ἀνατείνων ἐπὶ τὴν μεσημβρίαν πλειόνων ἢ μυρίων σταδίων , πλάτος
ἰσχνὸς τὸν μικρὸν ἐκτὸς ἀπάγων , ὁ δέ γε τρίτος ἀνατείνων ὅλον τὸν πόδα . ἐφεξῆς δ ' αὐτῶν σχεδὸν
4549873 διατεμων
ἔπειτα δ ' ὁ λεγόμενος παρασχίστης λίθον ἔχων Αἰθιοπικὸν καὶ διατεμὼν ὡς ὁ νόμος κελεύει τὴν σάρκα παραχρῆμα φεύγει δρόμωι
μὴν εἰς ἀναβολήν : ἀλλ ' εὐθὺς ταῖς ἐμαυτοῦ χερσὶ διατεμὼν τὸν ὄχλον σιγῇ μὲν μεμφόμενος μέχρι τοῦ τροχοῦ προσῄειν
4543514 Κυνοκεφαλος
Κυνὸς τῆς δωδεκαώρου . Τῷ δὲ βʹ δεκανῷ παρανατέλλουσιν ὁ Κυνοκέφαλος κατέχων ἄγαλμα γυμνὸν καὶ τὸ Σκῆπτρον καὶ τὸ ἄλλο
καὶ τὰ ὄπισθεν τοῦ Κυνοκεφαλίτζη : οὗτος δ ' ὁ Κυνοκέφαλος ἔστι δωδεκαώρου . Φέρουσι δὲ τὰ πρόσωπα ἐπὶ τῶν
4538590 δεδυκεναι
ἀνατέλλειν ὁ μὲν Ἄρατός φησι τά τε σὺν τῷ Καρκίνῳ δεδυκέναι καὶ τὸν Ἀετόν , τοῦ δὲ Ἐνγόνασιν ἔτι τὸν
ὁ μὲν Ἄρατός φησι τά τε ἄλλα σὺν τῷ Καρκίνῳ δεδυκέναι καὶ τὸν Ἀετόν , τοῦ δὲ Ἐνγόνασιν ἔτι τὸν
4526232 δορατος
καιρίαν ἔλαβε πληγὴν εἰς τὸν θώρακα . κλασθέντος δὲ τοῦ δόρατος , καὶ τοῦ σιδήρου καταλειφθέντος ἐν τῷ σώματι ,
ἀνέστρεψαν . Φιλοποίμην ἐδίδαξε τοὺς Ἀχαιοὺς ἀντὶ μὲν θυρεοῦ καὶ δόρατος ἀσπίδα καὶ σάρισαν λαβεῖν , κράνεσι δὲ καὶ θώραξι
4523038 κατεχων
προσβάλλων μερίσεις εἰς τὸν γʹ μὴ λοιπογραφῶν τὸν ἀριθμὸν ἀλλὰ κατέχων : ἐὰν μὲν γὰρ περισσεύῃ αʹ , πρόσθες τʹ
καλεῖ δὲ αὐτὴν Θηβαίων , ἐπειδὴ ἄποικος ἦν αὐτῶν . κατέχων ] ὡς ἐπὶ τυράννου ἡ λέξις . ὧν ,
4522230 ἐσημαινε
: ἀλλὰ καὶ αὐτὸς Ἥλιος σὺν Κρόνῳ ὢν ἐν Κριῷ ἐσήμαινε τὰ ιθʹ : καὶ πάλιν Ὑδροχόου λʹ καὶ Ταύρου
δύναται μὴ βαδίζειν , ἀλλὰ ἡ δύναται μὴ βαδίζειν ταὐτὸν ἐσήμαινε κατὰ τὴν ὑπόθεσιν τῇ οὐ δύναται βαδίζειν , καὶ
4508340 Περσευς
χρεὼν τὰ ἐς τὴν παῖδα καὶ τὸν θυγατριδοῦν παρευρήματα : Περσεὺς δὲ ὡς ἀνέστρεψεν ἐς Ἄργοςᾐσχύνετο γὰρ τοῦ φόνου τῇ
, ἢ τὸ ἐκ μέλανος σιδήρου δεδεμένον . Ὁ δὲ Περσεὺς ὥσπερ νόημα ἐπέτετο : οὐδὲν γὰρ ταχύτερον τοῦ νοήματος
4507244 οὐραν
δὲ αὐτὸν περιέρχονται χρυσῷ προσεικασμέναι ἀπὸ τῶν βραγχίων ἐς τὴν οὐρὰν καθήκουσαι , μέση δὲ αὐτὰς διατέμνει ἀργύρῳ προσεικασμένη .
κύνας τοὺς οἰκουροὺς ἵνα μὴ ἀποδιδράσκωσι τετέχνασται ἐκεῖνο . τὴν οὐρὰν αὐτῶν καλάμῳ μετρήσαντες χρίουσι τὸν κάλαμον βουτύρῳ , εἶτα
4506147 περιχανων
χαλκοῦ εὐσύνοπτός οἱ οὐκ ἔστι , καὶ διὰ ταῦτά τοι περιχανὼν καὶ λάβρως σπῶν τοῦ προειρημένου σιτίου καταπίνει τὸν δόλον
γένος , συμπαίζουσαν τῷ βασιλεῖ , νομίσας πολεμίαν , ἐσπάσατο περιχανὼν τὸν δεξιὸν τὸν ὦμον καὶ ταύτης σάρκας καὶ ὀστᾶ
4500274 μαχουμενος
Λακεδαιμόνιος ἁρμοστὴς ἐκ τῆς πόλεως ἐξήγαγε τοὺς στρατιώτας , ὡς μαχούμενος : οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἀντιπαρετάξαντο αὐτῷ , Φαρνάβαζος δὲ
τῶν ἀγρίων ἡγεμὼν μαχούμενος : ἁλόντος δὲ τούτου ἕτερος ἔρχεται μαχούμενος . καὶ ὁπόταν μὲν ἄρρην ᾖ θηρεύων , τοῦτο
4467130 ξιφει
ἐλθοῦσαν καὶ τὸν ἑαυτῆς τε κἀκείνου ἔρωτα μεγάλων ἀξιῶσαι προσπεσοῦσαν ξίφει ὀρθῷ . τρίτον ἠρόμην : ἡ Ἑλένη , ὦ
τοῖς ἄμοτον κοτέων Ἀφαρήιος Ἴδας κόψε παρ ' οὐρίαχον μεγάλῳ ξίφει : ἆλτο δ ' ἀκωκή ῥαιστὴρ ἄκμονος ὥστε παλιντυπές
4466906 καταλαβων
ἐτήρησα ] ἐλέφας διώκων καὶ ἀπειλῶν νόσον προαγορεύει . καὶ καταλαβὼν μὲν καὶ διαχρησάμενος τῷ ἰδόντι θάνατον σημαίνει , μὴ
, οὓς ἔστησαν οἱ Λακεδαιμόνιοι , τυραννουμένην , φίλην μίαν καταλαβὼν τοὺς τυράννους λάθρα ἀπέκτεινεν : ᾔδετο οὖν παρὰ πάντων
4463500 ἐμβοησαντος
τοῦ ποδὸς τὸν μέγαν τρωθείς τις αὐτίκα ἐτελεύτησε καὶ ὡς ἐμβοήσαντος μόνον Πρίσκου τοῦ στρατηγοῦ ἑπτὰ καὶ εἴκοσι τῶν πολεμίων
ποδὸς τὸν μέγαν τρωθείς τις αὐτίκα ἐτελεύτησε , καὶ ὡς ἐμβοήσαντος μόνον Πρίσκου τοῦ στρατηγοῦ ἑπτὰ καὶ εἴκοσι τῶν πολεμίων
4457226 κατεαγη
Λουκιανῷ : σκληρότερον κατενεγκόντος ὑπ ' ἀπειρίας τὸν ἐκκοπέα , κατεάγη ἡ πλάξ . Ὑπερβάλλω ἐνεργητικῶς καὶ παθητικῶς αἰτιατικῇ ,
δὲ τῆϲ ἑτέραϲ χειρόϲ , εἰ μὲν ἡ δεξιὰ γένυϲ κατεάγη , τῆϲ δεξιᾶϲ , εἰ δὲ ἡ ἑτέρα ,
4448889 δεισῃ
ὁ δὲ ἀνδρειότατος ἄφοβον καὶ ἀδεᾶ παρασκευάζων , ὡς ὅταν δείσῃ δοῦλον ὄντα : σοὶ δ ' , ὦ Ἀλκιβιάδη
τὰ σκυλάκια ἤδη καὶ οὐκ ἐς ἀναβολάς . ἐὰν δὲ δείσῃ τι τούτων , ἐς τὴν μητέρα ἐσέδυ αὖθις κατὰ
4448517 ἐχων
διδοὺς οὐκ οἶδε δεδωκὼς οἷσι δέδωκ ' οὐδ ' αὐτὸς ἔχων ὧν ἐδεῖτο . διδοὺς δέ τις οὐκ ἔδωκεν οὐδ
φοινικίεος ἐν ὑπερθέσει καὶ φοινικιοῦς ἐν συναιρέσει . ἔξεδρον χώραν ἔχων : Ἐκ τῆς Σοφοκλέους δευτέρας Τυροῦς ἀρχὴ τίς ὄρνις
4444045 ῥιψας
οὗ γεγόνασιν † ἀπὸ Θερμοπυλῶν ἀπὸ τῆς πέτρας τὸν Λίχαν ῥίψας καὶ ἀνελών . τὰ δὲ τόξα αὐτοῦ Ἡρακλῆς τῷ
ἕψε , ἕως ἀποτριτωθῇ τὸ ὕδωρ , εἶθ ' οὕτω ῥίψας τὰ βοηθήματα πρόσβαλε τὸ μέλι καὶ τὸ ἕψημα καὶ
4438968 κατεξυρημενον
ἀναβάδην τε μετ ' αὐτῶν καθήμενον γυναικείαν τε στολὴν ἔχοντα κατεξυρημένον τὸν πώγωνα καὶ κατακεκισσηρισμένονἦν δὲ καὶ γάλακτος λευκότερος καὶ
χρώμενον ἀμφὶ τὸ σῶμα , καὶ ἐλλόβια ἔχοντα , καὶ κατεξυρημένον εὖ μάλα , γυναικώδη τε καὶ ἄναλκιν , ἔπειθεν
4436397 εἰχεν
ὁ δὲ τροπαίων ὁμοῦ καὶ τοιούτων τραυμάτων ἄμοιρος ὢν οὐκ εἶχεν ὅθεν φανήσεται μὴ προδούς . τοιοῦτος ἐγὼ πρὸς τὸν
περὶ τὴν πρόγνωσιν . καὶ ἄνευ γὰρ τοῦ προγνῶναι ἐπὰν εἶχεν ὑγιασθῆναι , οὐκ ἔμελε τὸ προγνῶναι . ἀλλ '
4433322 ξενισας
, μακάριον δὲ ἡγήσῃ τῆς περὶ τὰ θεῖα κρίσεως . ξενίσας οὖν τὴν γενναίαν φύσιν καὶ συνευξάμενος αὐτῷ λυθῆναι πέμπε
καὶ φιλίας ὅρκια πρὸς τοὺς πρέσβεις τῶν Ῥωμαίων ποιησάμενος καὶ ξενίσας αὐτοὺς δῶρα τῇ πόλει φέρεσθαι δίδωσι τοὺς αἰχμαλώτους ἅπαντας
4425985 ἀνακλασας
δικὼν Ὀρέστας , Μυκηνίδ ' ἀρβύλαν προβάς , ὤμοις ἀριστεροῖσιν ἀνακλάσας δέραν , παίειν λαιμῶν ἔμελλεν εἴσω μέλαν ξίφος .
πηδημάτων ἠριθμεῖτο . ἡ δ ' οὐρανία , ὁ μὲν ἀνακλάσας αὑτὸν ἀνερρίπτει τὴν σφαῖραν εἰς τὸν οὐρανόν : τοῖς
4422519 ὀπισω
ᾖ κατ ' εἰρωνείαν . τινὰ δὲ καὶ συνάπτουσιν τοῖς ὀπίσω . χυτροπωλίοις καὶ λαχανοπωλίοις . Κορύβαντες : Ἔνιοι τοὺς
' ἐμήσατο τοῖα : θοὰς ἔφριξεν ἐθείρας καί τ ' ὀπίσω νώτοισιν ἀκαχμένον ὠκυπέτῃσιν ἰθὺς ἀκοντίζει μαλερὸν βέλος : ἀμφότερον
4418934 ᾐσθετο
γοῦν ὁ Λαέρτου καλλιερήσας καὶ πρὶν ἀφῖχθαι πρὸς τὸ στρατόπεδον ᾔσθετο τῆς Ἀπόλλωνος εὐμενείας ἀσφαλείᾳ καὶ δρόμῳ τοῦ πλοῦ .
μηδὲ συναναφέρει τὸ εἶναι αὐτὸ εἰκόνα καὶ ὁμοίωμα οὗ πρότερον ᾔσθετο , φαντασία τὸ τοιοῦτον , οὐκέτι δὲ καὶ μνήμη
4415144 δεξιῳ
αὑτόν . Ἀντεπῄει δὲ Κῦρος , Ἀτρατάδην μὲν ἐν τῷ δεξιῷ κέρατι στήσας , Οἰβάραν δὲ ἐπὶ τῷ εὐωνύμῳ :
τῇ ἀποτομῇ τεσσάρων , ἔσχατος δὲ ὁ ἐν ἄκρῳ τῷ δεξιῷ κέρατι . Μεσουρανεῖ δὲ τῶν ἄλλων πρῶτος μὲν τοῦ
4414159 ὀπισθεν
ἄκραν γὰρ ἔχει τῆς μὲν πόλεως ὕπερθεν ὄρος ὑψηλόν , ὄπισθεν δ ' ἀπὸ τῆς συνεχούσης ὀρεινῆς αὐχένι διεζευγμένον ,
ἄνευ κεφαλῆς βαστῶν τὴν κεφαλήν του , Θυτήριον καὶ τὰ ὄπισθεν τοῦ Κυνοκεφαλίτζη : οὗτος δ ' ὁ Κυνοκέφαλος ἔστι
4385974 ἀνατεινας
ὡς ἂν τὴν ζωὴν αὑτοῦ εἰς τοὺς ἐφόρους τῆς γενέσεως ἀνατείνας θεοὺς καὶ ἐκεῖθεν ἐμπνεόμενος καὶ ἐξ αὐτῶν τὴν σύλληψιν
ταὐτὸ ποιοῦντες ἐμοί . Ταῦτ ' εἰπὼν καὶ τὸ ξίφος ἀνατείνας ὤμοσε τὸν ἐπιχώριόν τε Ῥωμαίοις καὶ κράτιστον ὅρκον ,
4375713 ὑπτιος
ἕρκος ἀκόντων : τῇ ὅ γ ' ἐνὶ βλαφθεὶς πέσεν ὕπτιος , ἀμφὶ δὲ πήληξ σμερδαλέον κονάβησε περὶ κροτάφοισι πεσόντος
προθορὼν ἐρίπῃσιν , ὣς ἄρ ' ὅ γε προθορὼν πέσεν ὕπτιος : ἐν δέ οἱ ἔγχος νηδυίοισι μάλ ' ὀξὺ
4369658 πληγεις
' ὢν καὶ γενναῖος , ἐνέτυχεν ἀπαγομένῳ τῷ παιδί . πληγεὶς δ ' ἔρωτι καὶ πυθόμενος καθ ' ἥντινα πρόφασιν
ἐπαγομένων αὐτὸν τῶν ἐγχωρίων βοηθὸν συνίσταται αὐτῷ : ἔνθα δὴ πληγεὶς εἰς τὰ στέρνα παραχρῆμα πίπτει : ἀγάμενος δὲ τῆς
4366189 εἰασεν
τῇ ταὐτοῦ καὶ ὁμοίου περιφορᾷ : μίαν γὰρ αὐτὴν ἄσχιστον εἴασεν , τὴν δ ' ἐντὸς σχίσας ἑξαχῇ ἑπτὰ κύκλους
διαφόροις διαφόρους κανόνας ἐκτίθεσθαι . Καίτοι οὔτε ταῦτα παντελῶς ἀμνημόνευτα εἴασεν , ἀλλ ' ἐν παραδείγμασιν ἔθετο : ὡς δὲ
4360729 ἐκδυσα
αὐτίκα μάλα διελεγχθήσεται τὴν φύσιν καὶ τὸ ξὺν ἀνάγκῃ ἐπίπλαστον ἐκδῦσα τὸν Ἀχιλλέα ἐκδείξει : λόγου γὰρ ἐς τοὺς Ἕλληνας
τε ἀστεῖον εἶχε καὶ ἐχρῆτο χρυσίοις καὶ ἱματίοις πολυτελέσι , ἐκδῦσα δὲ ἦν αἰσχροτάτη . ἦν δὲ Κορώνης τῆς Ναννίου
4355817 περιελομενος
εἶπε , καὶ προσελθὼν καὶ ἐμφανὴς τῷ βασιλεῖ γενόμενος , περιελόμενος τὸν δακτύλιον ἔρριψεν ἀδήλως παρὰ τοὺς πόδας , καὶ
τοὔνομα . Εἰ γάρ τίς σου τὰ κομψὰ ταῦτα χλανίσκια περιελόμενος καὶ τοὺς μαλακοὺς χιτωνίσκους , ἐν οἷς τοὺς κατὰ
4353431 ἀπεστραμμενος
, καὶ μὴ ὀρθὸς ᾖ , ἀλλὰ πρὸς τὸ ἰσχίον ἀπεστραμμένος τὸ ἕτερον , ἢ ἐς τὸν ἀρχὸν κεκύφῃ ἢ
εἰσελθὼν εἰς τὰ βασίλεια , συγκαλέσαντος τοῦ Πολυδέκτου τοὺς φίλους ἀπεστραμμένος τὴν κεφαλὴν τῆς Γοργόνος ἔδειξε : τῶν δὲ ἰδόντων
4342904 δεξιᾳ
εἰ δὲ καὶ τὸ κολλόροβον , ὃ ἔχει ἐν τῇ δεξιᾷ χειρί , προσλαβεῖν δεῖ , τῇ ἐσχάτῃ μοίρᾳ τοῦ
σταθμὸν ἔχον ταλάντων ὀκτα - κοσίων , καὶ τῇ μὲν δεξιᾷ χειρὶ κατεῖχε τῆς κεφαλῆς ὄφιν , τῇ δ '
4337180 ἐτρεψατο
ταῖς τῶν Θετταλῶν εἴλαις χρώμενος ἐμπειρότατα καὶ πολλοὺς καταβαλὼν μόλις ἐτρέψατο τοὺς βαρβάρους , μάλιστα καταπλαγέντας τῇ κατὰ τὸν Δαρεῖον
κενὰ τῆς μὴ πάνυ φρουρουμένης τῶν ἀντιπάλων τάξεως παρεισελθὼν εὐμαρῶς ἐτρέψατο τοὺς βαρβάρους . Καὶ μὴν χάλκεον λέγει τὸν Ἄρην
4336401 βατραχον
βατράχου συμβουλεύει ὁ σοφώτατος Ἀρχέστρατος ἐν ταῖς γνώμαις τάδε : βάτραχον ἔνθ ' ἂν ἴδῃς , ὀψώνει . . .
κινεῖσθαι , ὕστερον δὲ κινηθέντα τοῖς ποσὶ βουλόμενοι σημῆναι , βάτραχον ἔχοντα τοὺς ὀπισθίους πόδας ζωγραφοῦσιν : ἐκεῖνος γὰρ γεννᾶται
4315229 ἐπιθυμησασα
δέ . φασὶ δὲ αὐτὴν Τερψίωνος εἶναι . Ἡ κάμηλος ἐπιθυμήσασα κεράτων καὶ τὰ ὦτα προσαπώλεσεν : ἐπὶ τῶν τὰ
οὕτως ἐξαπίνης ἔκλαιεν οἰκτρῶς ὡς κόρη τοῦ τῆς μητρὸς κόλπου ἐπιθυμήσασα . τῆμος ἐγώ : ἰδὼν αὐτήν , φησί ,
4313686 χειρ
κἀναγκαῖα μὴ πράσσειν κακά ; ἄγ ' , ὦ τάλαινα χεὶρ ἐμή , λαβὲ ξίφος , λάβ ' , ἕρπε
καὶ ἕνα εἰς ὁλοκαύτωμα . ἐὰν δὲ μὴ εὑρίσκῃ ἡ χεὶρ αὐτοῦ ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν , οἴσει
4313513 κατεβαλε
τοῦ ἅρματος , πλήξας ξίφει τὸν Οἰνόμαον ἀπὸ τοῦ δίφρου κατέβαλε , καὶ ταῦτα πράξας πρὸς Πέλοπα ἀπεχώρησεν . Πεσόντος
πλείους ἐγένοντο , ᾔσθοντο οἱ ἐκ τῶν πύργων φύλακες : κατέβαλε γάρ τις τῶν Πλαταιῶν ἀντιλαμβανόμενος ἀπὸ τῶν ἐπάλξεων κεραμίδα
4311677 ἀνεπηδησε
ξίφη , καὶ τὸν Θηραμένη συνελάμβανον . ὁ δὲ φθάσας ἀνεπήδησε μὲν πρὸς τὴν βουλαίαν Ἑστίαν , ἔφησε δὲ πρὸς
Βελλεροφόντης . * ἐνομίσθη : ἐφάνη . * ἀνωρμήθη : ἀνεπήδησε τοῦ ὕπνου . * ὁρμητικῷ : συντόμῳ . *
4311645 λαια
ἂν εἰς πολεμίους ἐμβάλλῃ , ἢ παρὰ τὴν φάλαγγα κατὰ λαιὰ ἢ δεξιὰ εἶναι , ὁπότ ' ἂν φοβῆται τἀναντία
ὁ χιτὼν τῆς καρδίας καὶ ὁ λαιὸς ὦμος καὶ ἡ λαιὰ δοχή , Κρόνῳ δὲ αἱ μηριαῖαι φλέβες αἱ περὶ
4295627 ἐπεσχε
πρῶτον μὲν κατὰ πυρκαϊὴν σβέσαν αἴθοπι οἴνῳ πᾶσαν , ὁπόσσον ἐπέσχε πυρὸς μένος : αὐτὰρ ἔπειτα ὀστέα λευκὰ λέγοντο κασίγνητοί
Ἀναιδείης ὀφρὺν ἔχουσα καὶ μέτωπον εἱστήκει . ἐλάφου δὲ φρὶξ ἐπέσχε νῶτα καὶ κνήμας , χολὴ δ ' ἐπέζει καρδίην
4294073 λαβομενος
, εὐτυχὴς δ ' ὁ τῆς Ἀσίας βασιλεὺς ἑτέρων ἡγεμόνων λαβόμενος : τῇ μὲν γὰρ τούτων στερηθείσῃ δουλεία περιέστηκε ,
αὐτὴν τρόπῳ τοιῷδε : περιταμὼν κύκλῳ περὶ τὰ ὦτα καὶ λαβόμενος τῆς κεφαλῆς ἐκσείει , μετὰ δὲ σαρκίσας βοὸς πλευρῇ
4292000 ἱππου
τὸ τοῦ ζῴου εἶδος , ἔπειτα τὸ τοῦ ἀνθρώπου ἢ ἵππου . ἔτι ἐπὶ μὲν τῶν ἀριθμῶν ἐκ πάντων τῶν
γὰρ ἀνθρώπου μέν , εἰ οὕτως ἔτυχεν , ὄντος λευκοῦ ἵππου δὲ μὴ λευκοῦ , ἀμφοτέρας τε ἀληθεύειν τὰς προτάσεις
4282284 ποδος
ξὺν ἱδρῶτι , περὶ θάνατον . Κρίτωνι ἐν Θάσῳ , ποδὸς ὀδύνη ἤρξατο ἰσχυρὴ ἀπὸ δακτύλου τοῦ μεγάλου ὀρθοστάδην περιιόντι
, μῆκος ποδῶν ιϚ , πάχος δακτύλων ιβ , πλάτος ποδὸς καὶ τετάρτου . Τὰ ξύλα ταῦτα περιστομίσι καὶ χελωνίοις
4280544 ἀντιχειρα
δὲ κατὰ καρποῦ , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν τὸν ἀντίχειρα ἐπιδῆσαι θέλομεν . ἀντικείμενος . Περιειλήσαντες τὴν ἀρχὴν τῷ
δεξιὰ χεὶρ τὴν ἀριστερὰν συμπληροῖ , ὁ δὲ λιχανὸς τὸν ἀντίχειρα δάκτυλον ἀπαρτίζει , ἡ δὲ κεφαλὴ τοὺς πόδας συντίθησι
4280103 ἀπεκτεινεν
λοιπὴν διήγησιν ἔληξεν εἰς τὰ τελευταῖα , μέχρι τοὺς μνηστῆρας ἀπέκτεινεν Ὀδυσσεύς , καὶ πρὸς τοὺς γονέας αὐτῶν φιλίαν ἐποιήσατο
Σωφάνης , ὃς τὸν Ἀργεῖόν ποτε πένταθλον Νεμείων ἀνῃρημένον νίκην ἀπέκτεινεν Εὐρυβάτην βοηθοῦντα Αἰγινήταις . στρα - τὸν δὲ ἔξω
4274511 εὐωνυμου
γὰ προαγέτωσαν , εἶτα μεταβαλλέσθωσαν , εἶτα ὁ ἐπὶ τοῦ εὐωνύμου λόχος ἡσυχίαν ἐχέτωἤδη γὰρ ἕκαστος αὐτῶν εἰς ἣν προεῖχε
δεξιοῦ τῆς δευτέρας φαλαγγαρχίας , τὸν δὲ τρίτον ἐπὶ τοῦ εὐωνύμου τῆς τρίτης φάλαγγος : ὁ δὲ τέταρτος ἐπὶ τοῦ
4268901 Δαρειος
πάσης τῆς ἠπείρου βασιλεύς . Ταῦτα δὴ ἐνθαῦτα ἐγράφη . Δαρεῖος δὲ ἐνθεῦτεν ὁρμηθεὶς ἀπίκετο ἐπ ' ἄλλον ποταμὸν τῷ
ἄνευ τε φόνου καὶ ἐξανδραποδί - σιος . Ταῦτα ἀκούσας Δαρεῖος ἀπέστελλε στρατιήν τε καὶ στρατηγὸν Ὀτάνην ἀνδρῶν τῶν ἑπτὰ
4264752 χειρι
τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος , καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν . Μέμνηται δὲ Καλλίμαχος :
ἔχον ταλάντων ὀκτα - κοσίων , καὶ τῇ μὲν δεξιᾷ χειρὶ κατεῖχε τῆς κεφαλῆς ὄφιν , τῇ δ ' ἀριστερᾷ
4264454 συνεσταλμενην
. καὶ Ξενοφῶν ἐν τῷ περὶ ἱππικῆς : σιαγόνα μικρὰν συνεσταλμένην . οἱ δὲ διὰ τοῦ υ στοιχείου ἐκφέροντες κατ
, τὴν γῆν ἐζήτεις ὑπὸ τοῦ μεταξὺ διαστήματος ἐς βραχὺ συνεσταλμένην , καὶ εἴ γε μὴ ὁ κολοσσὸς ἐμήνυσέ σοι

Back