ἀπαρχὰς ὅσιόν ἐστι ποιεῖσθαι . δεύτερον δ ' ὅτι οὔτε ἀπόβλητον καὶ τὴν ἐπιτυχοῦσαν ἀλλ ' ἀγαθὴν καὶ πάμφορον γῆν
τε τὰ διοικούμενα ὑπὸ τῆς φύσεως καθαγίζειν αὐτοῖς οὐκ ἔστιν ἀπόβλητον : ὅλα γὰρ τὰ τῆς φύσεως ἔργα ὑπηρετεῖ τε
6688998 ἐμανθανετε
τι οὖν , ἡνίκα ἐμανθάνετε , οὔπω ἠπίστασθε ταῦτα ἃ ἐμανθάνετε ; Οὐκ ἔφη . Ἆρ ' οὖν σοφοὶ ἦτε
. Ὑμεῖς ἄρα μανθάνοντες ἃ οὐκ ἠπίστασθε , ἀμαθεῖς ὄντες ἐμανθάνετε . Ἐπένευσε τὸ μειράκιον . Οἱ ἀμαθεῖς ἄρα μανθάνουσιν
6210882 διαφερω
δ ' ἐσφαλμένοι ζητοῦσι τὸν τεκόντ ' , ἐγὼ δὲ διαφέρω λόγοισι μυθεύουσα . θαυμάζων δ ' ὅταν πύλαι ψοφῶσι
ἐμοῦ δὲ οὔ : οὐ γὰρ ἔσθ ' ὅτῳ σου διαφέρω πλήν γ ' ἑνί . Τίνι ; Ὁ ἐπίτροπος
6048403 ἐπισταμαν
ἁ πρεσβίστα φιλοσοφία , ἀποκαθαράμεναι ψευδέας δόξας , ἐνέθηκαν τὰν ἐπιστάμαν , ἀνακαλεσάμεναι τὸν νόον ἐκ μεγάλας τᾶς ἀγνοίας ,
καὶ ἀρετᾶς καὶ τρίτω εὐτυχίας σωματουμένα παραγίνεται . λέγω δὲ ἐπιστάμαν σοφίαν μὲν τῶν θείων καὶ δαιμονίων , φρόνασιν δὲ
6039842 ποσωι
τί δ ' αἰσχρὸν ἀνθρώποισι τἀλλήλων κακά ; οἴμοι : πόσωι σφιν συνθανεῖν ἂν ἤθελον . ἄκραντ ' ὀδύρηι ταῖσδέ
[ ] ! ας : [ ] . λυσιμελεῖ τε πόσωι , τακερώτερα δ ' ὕπνω καὶ σανάτω ποτιδέρκεται :
6028392 οχ
] ! οτο ? : ! [ [ ] ! οχ [ . . . . . . [ ]
“ . ] ” οὐκοῦν [ ] [ ! ] οχ ? [ ± ην ] λ ? [ ]
6009442 φατον
ἐόντος ἐάσσω φάσθαι ς ' οὐδὲ νοεῖν : οὐ γὰρ φατὸν οὐδὲ νοητόν ἔστιν ὅπως οὐκ ἔστι . τί δ
σκόπει οὖν ὅπως συμφοιτήσεις παρὰ τὼ ἄνδρε , ὡς ἐκείνω φατὸν οἵω τε εἶναι διδάξαι τὸν ἐθέλοντ ' ἀργύριον διδόναι
5993758 ἀδαημονες
ἄπειροι : “ ὦ φίλοι , οὐ μέν τι κακῶν ἀδαήμονες εἶμεν . ” καὶ ἀδαημοσύνη ἡ ἀπειρία : “
δ ' ἡρώων γένος ἐσμέν . Οὐδέ τι μὴν πολέμου ἀδαήμονες οὐδὲ μόθοιο , ξεῖνοι δ ' εὐχόμεθ ' εἶναι
5992786 πετομαι
ἄγρια τιθασσὰ ἄφωνα εὔφωνα ἄλογα λογικά : νήχομαι ἵπταμαι [ πέτομαι ] ἕρπω θέω καθίζω . ἔτι δὲ ὁ Ἐμπεδοκλῆς
πέτομαι , καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀΐπτω τὸ λίαν πέτομαι , ὁ μέλλων ἀΐψω καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐπίῤῥημα αἶψα
5965864 πηδῳ
πηγυλίς παγετός . πηγεσιμάλλῳ εὐπαγεῖς μαλλούς , τουτέστι εὐτραφεῖς . πηδῷ τῷ πλάτει τῆς κώπης , ὡς μὲν Ἀπίων ,
φρεσίν , ὅσσον ἄρισται νῆες ἐμαὶ καὶ κοῦροι ἀναρρίπτειν ἅλα πηδῷ . ” ὣς φάτο , γήθησεν δὲ πολύτλας δῖος
5957616 παραστησομεν
| ἀσφαλέστατοι θησαυροί . πρὸς ] Ἕρμαρχον τη [ | παραστήσομεν ] εἶναι [ | συντομώτερον ] καὶ πλα [
δέ γε ἔστι τις κατ ' ἐπικράτειαν κίνησις , ὡς παραστήσομεν : τοίνυν οὐδ ' ἡ κατ ' εἰλικρίνειαν γενήσεται
5950951 ἀσυναρθροι
? ? [ μὲν ] οἷον ? ? ἐμός , ἀσύναρθροι [ δὲ οἷον ] ἐγώ : εἰσὶν ? [
τῶν ὑποτακτικῶν ἄρθρων σύναρθροι εἰρήσονται , ἤπερ ἐκ τῶν προτακτικῶν ἀσύναρθροι ; καὶ ἀνάπαλιν ἡ ἐμός καὶ σός καὶ αἱ
5940727 ἐπαγγελλομενης
, τῆς μὲν τὰ στοιχεῖα καὶ τὰς τούτων συμπλοκὰς διδάξειν ἐπαγγελλομένης καὶ καθόλου τέχνης τινὸς οὔσης τοῦ γράφειν τε καὶ
ἀλλοδαπός , πάλιν τὴν ἀναίρεσιν τῶν προσώπων τῆν ἐθνικῆς παραγωγῆς ἐπαγγελλομένης . ὥστε ἀνθυπάγεσθαι μὲν τῷ ποῖος , προλελημματισμένον ἀπὸ
5926224 νοατων
ἀρχὰ καὶ μέτρον ἐστί . καὶ ὁ μὲν νόος ἀρχὰ νοατῶν τε καὶ φύσει πρώτων : ἁ δὲ αἴσθασις τῶν
ἐκ τῶν αἰσθατῶν ἐνέργειαν , ὁ δὲ τὰν ἐκ τῶν νοατῶν . τυγχάνοντι δὲ τὰ μὲν αἰσθητὰ τῶν πραγμάτων κινάσιος
5918267 βελτερος
τοῦ ἀβέλτερος μετὰ τοῦ στερητικοῦ α , τοῦτο παρὰ τὸ βέλτερος : τὸ θηλικὸν , ἀβελτηρία : καὶ τροπῆ τοῦ
εἰς τὸ Περὶ συγκριτικῶν . . . . . . βέλτερος : βέλτερος : . . . ὁ δὲ Φιλόξενος
5913637 ἐπητυος
' ἐπητής ἐσσι καὶ ἀγχίνοος καὶ ἐχέφρων ” καὶ οὐκ ἐπητύος . . . . , . . ν .
, αἴ κε τὸ τόξον ἐντανύσῃς : οὐ γάρ τευ ἐπητύος ἀντιβολήσεις ἡμετέρῳ ἐνὶ δήμῳ , ἄφαρ δέ σε νηῒ
5898861 φοβηθεν
ἀντικαθημένων καὶ τῇ παρεμβολῇ προσβαλλόντων , οἱ κατὰ τὴν Ῥώμην φοβηθέν - τες ὑπὲρ τῶν ἐν τῷ στρατοπέδῳ , κατέστησαν
ἀντικαθημένων καὶ τῇ παρεμβολῇ προσβαλλόντων , οἱ κατὰ τὴν Ῥώμην φοβηθέν - τες ὑπὲρ τῶν ἐν τῷ στρατοπέδῳ , κατέστησαν
5893088 ἀκουϲαι
δὲ τοῖϲι καρδιώϲϲουϲι καὶ αἴϲθηϲιϲ ὀξυτέρη , ὡϲ ἰδεῖν καὶ ἀκοῦϲαι μᾶλλον ἢ πρόϲθεν , καὶ γνώμη εὐϲταθεϲτέρη καὶ ψυχὴ
καὶ οἷον θλωμένων ἄχρι καὶ τῶν ὀϲτῶν . οὕτωϲ οὖν ἀκοῦϲαι λεγόντων ἔϲτι τῶν παϲχόντων ὡϲ ὀϲτοκόπῳ τε ϲυνέχονται καὶ
5885404 δακνω
” , ὀφείλω ὄφλω , ἵνα εἴη οὕτω καὶ δαγκάνω δάκνω . αὐτὸς μέντοι ἐκ τοῦ δήκω πεποιῆσθαί φησι τοῦτο
: ὑπνῶ πυκνῶ ἱκνῶ τεχνῶ σκιδνῶ ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον , ὅπερ ἀπὸ τοῦ δαγκάνω γέγονε κατὰ συγκοπήν
5857974 καταγωνισθεις
. , : Ἔνιοι φασὶν , ὅτι ὁ ἀπὸ Ἡρακλέους καταγωνισθεὶς Ἀνταῖος , Ἰρασσεὺς ἦν , ἀπὸ Ἰράσσων τῶν ἐν
. Ἴρασσαν πρὸς πόλιν Ἀνταίου : ὅτι ὁ ὑπὸ Ἡρακλέους καταγωνισθεὶς Ἀνταῖος Ἰρασσεὺς ἦν ἀπὸ Ἰρασσῶν τῶν ἐν τῇ Τριτωνίδι
5856282 ἐπηλυγαζονται
τὸν Σοφοκλέα τὸ πῶμα τῆς λάρνακος . κοινῶς ἔφηλις . ἐπηλυγάζονται : ἐπισκιάζονται , ἐπικρύπτονται . λύγην γὰρ καλοῦσιν οἱ
Θουκυδίδης ἐν Ϛʹ φησί : τῷ κοινῷ φόβῳ τὸ σφέτερον ἐπηλυγάζονται . ἐσαφάσῃς τῷ δακτύλῳ : ἀντὶ τοῦ ἐφάψῃ .
5839934 ἐξαιρησομεν
ὑπόμνησιν τὴν ἔχθραν ἄγοντες . οὔτε τὴν τοῦ πλουσίου ἀριστείαν ἐξαιρήσομεν : ἀφελῶς γὰρ αὐτῆς ὡς γενομένης χάριτος καθαψόμεθα .
, καὶ τούτῳ τῷ λόγῳ ταὐτὸν τοῦτο ἐκ τῶν ὄντων ἐξαιρήσομεν . Πῶς ; Τὸ κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως καὶ
5838944 Στρεψιαδες
ἐγκωμιάζων αυ [ * * * ] τὸ “ μάκαρ Στρεψίαδες ” ; ὦ Στρεψίαδες ] ἐγκωμιάζων αὐτὸς ἑαυτόν .
φίλοι καὶ οἱ δημόται , τὸ ” ὦ μάκαρ ὦ Στρεψίαδες “ . εἶτ ' ἄνδρα τῶν αὐτοῦ : διπλῆ
5835040 θρωσκει
ἐκχωρήσας δαίμονι , ὅστις τὴν ὀξύτητα τοῦ πυρὸς προσβάλλων † θρώσκει αὐτὸν † αἰσθητικῶς καὶ μᾶλλον ἐπὶ τὰς ἀνομίας αὐτὸν
ἀγκοίνῃσι λίνοιο κυκλωθεὶς ξιφίης μέγα νήπιος ἀφροσύνῃσιν ὄλλυται , ὃς θρώσκει μὲν ὑπεκδῦναι μενεαίνων , ἐγγύθι δὲ τρομέων πλεκτὸν δόλον
5827342 οἰγω
οὔρουν , αἱ δὲ λοιπαὶ εἰς τὰ οἰκεῖα μεταβάλλονται , οἴγω ᾦγον , αἰσχύνομαι ᾐσχυνόμην . Τὰ μέντοι ἀπὸ προθέσεως
καὶ γνάμπτω γνάμψω ἀνέγναμψαν . . . . ἀνεῳγμένος : οἴγω οἴξω ᾦχα ᾦγμαι καὶ ἀνέῳγμαι , ἡ μετοχὴ ἀνεῳγμένος
5820958 δεκτῃ
κυκλικῶς τὸ δέκτῃ ὀνομαστικῶς δ ' ἀκούει ὁ κυκλικός τὸ δέκτῃ ὀνόματικῶς ἀκούει , . , . κυκλικὸν σχῆμα κύκλου
στίχῳ . . η . . δ οὐ κυκλικῶς τὸ δέκτῃ ὀνομαστικῶς δ ' ἀκούει ὁ κυκλικός τὸ δέκτῃ ὀνόματικῶς
5816117 νωσκω
οὕτω καὶ ἐκ τοῦ νοῶ γίνεται νοΐσκω καὶ κατὰ συναίρεσιν νώσκω καὶ προσθέσει τοῦ γ Αἰολικῶς γνώσκω , ἐπεὶ καὶ
Ἰωνικὴ ἀναδίπλωσις νινώσκω διὰ τῶν δύο ν . τοῦ δὲ νώσκω Ἠπειρωτικὴ γιγνώσκω διὰ τῶν δύο γ . . .
5816106 μηρινθος
μείζοσι πάγαις πάτταλος ῥόπτρον , τὸ δὲ σπαρτίον ᾧ συνέχεται μήρινθος . τὴν δὲ Ἀνδρομέδαν Κρατῖνος ἐν τοῖς Σεριφίοις δελεάστραν
σαυτῇ καὶ μετάγνοιαν τιθῇς : οὐ μὴν ἔσπασέ τι ἡ μήρινθος αὐτῷ . οἱ γὰρ δορυφόροι μετέωρον ἀράμενοι τὸν Σύρφακα
5815474 ἠτω
μετοχῆς , ὅθεν γενέσθαι τὸ εἴτω ἐν διφθόγγῳ καὶ ἐκεῖθεν ἤτω διὰ τοῦ η . . . , : περὶ
ἐϲ τὴν κεφαλὴν ὑπ ' ἀνάγκηϲ χρέεϲθαι : ὀλίγη δὲ ἤτω ἡ χρῖϲιϲ . ἢν δὲ καὶ φλεγμαϲίαι τῶν ὑποχονδρίων
5814077 ἀφωρισμενον
ἀπὸ τῆς εἰδωλοποιικῆς οὐ θεῖον ἀλλ ' ἀνθρωπικὸν τῆς ποιήσεως ἀφωρισμένον ἐν λόγοις τὸ θαυματοποιικὸν μόριον , ” ταύτης τῆς
. ἐπ ' ἄπειρον γὰρ διαιρετόν . ἀπ ' ἀμφοῖν ἀφωρισμένον . ἀπὸ ἀμφοτέρων οὖν ὡρισμένον δεῖ λαβεῖν , τοῦ
5807423 ἀλθεξιϲ
πουλύϲ , χρόνοϲ δὲ μακρὸϲ ξυντήξιοϲ , καὶ ἀβέβαιοϲ ἡ ἄλθεξιϲ . ἢ γὰρ οὐδ ' ἐξηλάθηϲαν ἐϲ τὸ ξύμπαν
: καὶ γὰρ τὰ ϲημήϊα καὶ τὸ πῦον καὶ ἡ ἄλθεξιϲ τῶν ἑλκέων ἡ ωὐτή . ἢν δὲ ἐκκρίϲιεϲ ϲκληραὶ
5802420 τοϲονδε
τὴν αἰτίην . ὁκόϲον ὦν ἧπαρ ἐϲ ὑγείην κρέϲϲον , τοϲόνδε κάκιον ἐν νούϲοιϲι . καὶ γὰρ ἐπιφλεγμαίνει θᾶϲϲόν τε
ψυχρῷ ἐμέϲαι χρή . ἐκραγείη γὰρ ἂν ὥνθρωποϲ , εἰ τοϲόνδε πίνων μηδὲν διαχωροίη , ἢ ἱδρῶϲι , ἢ οὔροιϲι
5791666 πιεμεν
ᾤχεο νηῒ Πύλονδε , οὔ πώ μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὔτως , οὐδ ' ἐπὶ ἔργα ἰδεῖν , ἀλλὰ
ἐπὶ δὲ τοῦ αὕτως “ οὕτως μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὕτως . ” αὐλός ἐπὶ μὲν τοῦ εὐθὺς ἐξακοντισμοῦ
5791199 ποειϲ
] μαχα ? ? ? ? [ ὦ φίλτατ [ ποεῖϲ δικ ! ! [ οὐθὲν τοιοῦτ [ ! !
πάλιν ϲτέλλει διδοὺϲ τὰϲ ϲυμβολὰϲ εἰ μή τι κακὸν ἡμᾶϲ ποεῖϲ ; λῆροϲ : κελεύϲω τοῦτον ἐπὶ δεῖπνον πάλιν τὸν
5784807 μολισκω
σημαίνει δὲ τὸ αὐξάνω . παρὰ τὸ μολῶ γίνεται παράγωγον μολίσκω , ὡς γελῶ γελίσκω καὶ γαμῶ γαμίσκω : καὶ
, καθὰ τελῶ τελίσκω Ἰακῶς καὶ θορῶ θορίσκω καὶ μολῶ μολίσκω , ἐξ ὧν τὸ θρώσκω , ἔτι δὲ καὶ
5783480 διζημαι
τῆς στρατιῆς τῆς ἐμῆς ἀντάξιός ἐστι , σὲ δέ γε δίζημαι εἴκοσι εἶναι ἀντάξιον : καὶ οὕτω μὲν ὀρθοῖτ '
ἀνθρώπων φιλότητα πολλῶν ἡμιόνων τε καὶ ἵππων πρόσθεν ἑλοίμαν . δίζημαι δ ' ὅτινι θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις :
5771143 γεγραμμενῳ
ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ καὶ ὁμώνυμον καὶ συνώνυμον , τῷ μὲν γεγραμμένῳ ζῴῳ ὁμώνυμον , τῷ δὲ ἵππῳ καὶ τῷ βοὶ
τῷ λόγῳ λέγει . Ὁ δέ γε ἐν μὲν τῷ γεγραμμένῳ : τὸ μὲν οὖν οὕτως γράφειν ὡς περὶ σπουδαίων
5758260 ὑφεστωτος
δὲ ἐν ἀμφοτέροις : ὁ γὰρ ἕτερος αὐτῶν τοῦ ἑτέρου ὑφεστῶτος οὐχ ὑφέστηκεν , ἐκ δὲ τοῦ ὑπάρχοντος καὶ μὴ
ὑφέστηκεν , ἐπεὶ μηδὲ οἱ ἰδίως ποιοὶ κινοῦνται τοῦ πράγματος ὑφεστῶτος , ἁπλῶς δὲ οὐκ ἀκίνητα , ἐὰν ὦσιν ἐν
5751805 κακηγορος
φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , μεμψιμοίρως ,
ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης , κακόβιος , κακόβουλος ,
5751564 τοσ
? [ ] [ ] ε [ ] [ ] τοσ ? [ ] [ ] αλλα [ ] [
δ ' αἱ δ ὀρθαὶ τξ , τοιούτων μζ . τοσ - ούτων δὲ ἐδέδεικτο καὶ ἀπὸ τῶν κατὰ τὰς
5749464 ἐνεστ
Ἑῷος ἡνίχ ' ἱππότας ἐξέλαμψεν ἀστήρ : παρὰ δὲ Καλλιμάχῳ ἔνεστ ' Ἀπόλλων τῷ χορῷ : τῆς λύρης ἀκούω :
μόνον , ἀλλὰ πάντων κοινὰ ὥσπερ χρήματα , καὶ οὐκ ἔνεστ ' ἀποκλεῖσαι τοὺς ἄλλους τῆς ἐπ ' αὐτοῖς φιλοτιμίας
5743084 βλωσκω
τροπῇ τοῦ μ εἰς τὸ β , ὡς ἐπὶ τοῦ βλώσκω , . * . Βόα : εἴρηται περὶ τούτου
καὶ νοῶ νοΐσκω : ἐκ τούτων δὲ κατὰ κρᾶσιν θρώσκω βλώσκω νώσκω καὶ Αἰολικῶς γνώσκω : Αἰολεῖς γάρ , φησί
5733552 ὀϊζυρος
κατὰ παραγωγὴν οἰζυρὸς καὶ κατὰ διάλυσιν ὀϊζυρός . ὀζυρὸς καὶ ὀϊζυρὸς ὁ ταλαίπωρος καὶ ἄθλιος , καὶ ὀϊζὺς ἡ ταλαιπωρία
δήν : νῦν δ ' ἅμα τ ' ὠκύμορος καὶ ὀϊζυρὸς περὶ πάντων ἔπλεο : τώ σε κακῇ αἴσῃ τέκον
5731780 φραδαι
τῶν βεβουλευμένων τὸ τέλος πολλοῖς παρὰ προσδοκίαν ἀπέβη . Αἱ φραδαὶ γοῦν , ἤγουν αἱ βουλαὶ καὶ γνώσεις τῶν ἐσομένων
τῶν βεβουλευμένων τὸ τέλος πολλοῖς παρὰ προσδοκίαν ἀπέβη . Αἱ φραδαὶ γοῦν , ἤγουν αἱ βουλαὶ καὶ γνώσεις τῶν ἐσομένων
5724177 δαπτει
Διὸς παῖς ὁ χρυσός , κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει , βροτεᾶν † φρένα κράτιστον φρενῶν . θυσάνῳ :
δαίμων σίντην : θῶες μέν τε διέτρεσαν , αὐτὰρ ὃ δάπτει : ὥς ῥα τότ ' ἀμφ ' Ὀδυσῆα δαΐφρονα
5716723 Ψευδεσθαι
, τὸ δὲ σιγᾶν ἀσφαλές . πγʹ . Δηλίῳ . Ψεύδεσθαι ἀνελεύθερον , ἀλήθεια γενναῖον . πδʹ . τοῖς γνωρίμοις
δίκην ἐπιμελεῖται , κακουργεῖ . . . = , . Ψεύδεσθαι προχειρότατον τοῖς πολλάκις ἁμαρτάνουσιν . . = , .
5716429 εη
ἴσοι ἀλλήλοις εἰσίν : ἴσος ἄρα ἐστὶν ὁ δ τῷ εη . καί ἐστιν ὁ μὲν δ ὁ ἐκ τῶν
: ταῦτα ἴσα Μο ιγ : καὶ γίνεται ὁ ʂ εη / . ἐπὶ τὰς ὑποστάσεις : ἔταξα τὴν τοῦ
5716155 ἀκικυν
τύπτων ἄρρηκτον ὀρεσκῴοιο κάρηνον ἀμφ ' αὐτῷ θραύεσκον ὑπέκπυρον ὄζον ἄκικυν : οὐδ ' ἄρα μόρσιμος ἦα δαφοινῷ θηρὶ δαμῆναι
ἀλκά ; τίς ἐφαμερίων ἄρηξις ; οὐδ ' ἐδέρχθης ὀλιγοδρανίαν ἄκικυν , ἰσόνειρον , ᾇ τὸ φωτῶν ἀλαὸν γένος ἐμπεποδισμένον
5714311 μεμψεσθαι
, ὑπήγαγον ἐς χεῖρας τὰς ἐμάς , ὥστε σε μὴ μέμψεσθαι τὴν ἀπ ' ἐμέο τοι ἐσομένην δίκην . Ὡς
τοῖς δ ' ἄλλοις πολίταις τε καὶ νεοπολίταις προύλεγεν οὐδενὶ μέμψεσθαι περὶ οὐδενός . Ὧν ἀναγινωσκομένων δέος ἅπαντας ἐπεῖχε ,
5706059 ἁδοναν
τᾶς ἑκατέρων συναρμογᾶς ἀρετά , αὕτα δὲ καὶ ἀπὸ τᾶν ἁδονᾶν καὶ ἀπὸ τᾶν λυπᾶν εἰς ἀρεμίαν καὶ ἀπάθειαν ἀπάγει
γὰρ ἀντέχεν μὲν δύνασθαι τοῖς πόνοις , ἐπικρατεῖν δὲ τᾶν ἁδονᾶν , οἰκεῖόν ἐντι τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς .
5701346 γνωσκω
Αἰολεῖς , ἔνθεν ἡ στέρησις ἀγνοῶ : ἐκ δὲ τοῦ γνώσκω πάντως κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τὸ γιγνώσκω . λέγει δὲ ὁ
, τρώσω , τρώσκω , καὶ τιτρώσκω : γνώσω , γνώσκω , καὶ γιγνώσκω : θνήσω , θνήσκω : μνήσω
5697153 ὑπνω
ἐρώτησις . . μὴ τοὶ μὲν καμάτῳ ἀδηκότες ἠδὲ καὶ ὕπνω κοιμήσωνται : ἡ διπλῆ ὅτι Ζηνόδοτος μὴ νοήσας τὸ
[ ] . λυσιμελεῖ τε πόσωι , τακερώτερα δ ' ὕπνω καὶ σανάτω ποτιδέρκεται : οὐδέ τι μαψιδίως γλυκήνα !
5696477 ἑτερωι
τοὺς τροπικοὺς ἐπαφὴν αὐτοῦ ποιησάμενοι σημειωσώμεθα τοὺς μὲν ἓξ κύκλους ἑτέρωι τινὶ παρὰ τὸ βαθὺ χρώματι γράψωμεν τε λευκῶι τινι
τὸ τεῖχος δὲ πεσὸν μεγάλως ἐδούπησε . καὶ πάλιν ἐν ἑτέρωι μέρει τῆς καλῆς ἱστορίας : Ἔδεσσα μὲν δὴ οὕτω
5692311 δαφοινοις
οὐ τρυγόνες ἐν γενύεσσι φορβὴν πρόσθε πάσαιντο , πάρος βελέεσσι δαφοινοῖς οὐτῆσαι ζωόν τε καὶ ἄπνοον ὅττι παρείη . ἀλλ
οἶδεν ἑῶν ὑπέροπλον ὀδόντων . Ὅσσαι μέν νυν ἔασιν ἐπακτήρεσσι δαφοινοῖς μουναδὸν ἐν σκοπέλοισι προμήθειαί τε πάγαι τε , κεκριμένας
5689747 φηρσιν
: καὶ γὰρ φλᾶν τὸ θλᾶν , ὡς τὸ “ φηρσὶν ὀρεσκῴοισιν ” . διὰ τὴν ἀθρόαν τοῦ πνεύματος ἐκπήδησιν
τὸ θλᾶν , ὡς [ . . Α , ] φηρσὶν ὀρεσκώοισιν . 〛 πολλὴν : Μερίδα δηλ . .
5688845 Ἀκριβεστερον
ὑπόστασιν βίου καὶ δόξης κατὰ τὴν τοῦ ἀστέρος τοποθεσίαν . Ἀκριβέστερον δὲ βουλόμενος τὸν περὶ εὐδαιμονίας τόπον βεβαιῶσαι ἐπάνειμι εἰς
: στόνυξ δέ ἐστι πᾶν τὸ εἰς ὀξὺ λῆγον . Ἀκριβέστερον δὲ περὶ τῆς κλίσεως τῶν εἰς υξ ἐν τῷ
5686691 κορυναν
πέπλος ζωστῆρι πλακερῷ , ῥοικὰν δ ' ἔχεν ἀγριελαίω δεξιτερᾷ κορύναν . καί μ ' ἀτρέμας εἶπε σεσαρώς ὄμματι μειδιόωντι
: τοῦ λεγομένου ἀποθέρμου : χωρὶς μύλου γὰρ γίνεται . κορύναν : ῥόπαλον . εἴρηται παρὰ τὸ κάρα ἢ παρὰ
5686638 φιλοψογος
' οὐδὲ θεοὶ μάχονται . [ [ [ οὐκ εἰμὶ φιλόψογος , ἐπεὶ ἔμοιγε ἐξαρκεῖ ὃς ἂν μὴ κακὸς ἦι
φιλεγκλήμων , μεμψίμοιρος , φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα
5680981 ἀρεσκω
εὐφραινόμενος . [ ἢ ἐκ τοῦ ] ἁδῶ , τὸ ἀρέσκω , καὶ τοῦ λέσχη , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ
θνήσω , θνήσκω : μνήσω , μνήσκω : ἀρέσω , ἀρέσκω : φαύσω , φαύσκω , καὶ πιφαύσκω : βρώσω
5680299 ἐπηναγκαζεν
οὐδὲ γὰρ ἀνίην , εἷλκέ τε διὰ τῶν ὑπηρετῶν καὶ ἐπηνάγκαζεν ἢ λαβεῖν ἢ δοῦναι δίκην , τὸν γὰρ αὖ
βουλεύσασθαι ; οὐ γὰρ αὐτός γ ' εἰσηγεῖτο οὐδ ' ἐπηνάγκαζεν . ἀλλ ' ὅμως οὐδ ' ἄχρι τούτου διακονεῖν
5679319 Βουζυγης
? ? [ ! ! ! ! ! ! ] Βουζύγης νομοθετῆσαι [ ] : μέμνηται δ ' αὐτοῦ [
λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος δέ μοι ζῇ ; καὶ
5678775 οὐδαμος
προσελθόντος τοῦ αλ ἐποίησεν ὀρταλίζω . Οὐδαμῶς . ὄνομα ἐστὶν οὐδαμὸς , ἀφ ' οὗ οὐδαμόθεν . τὸ δὲ ἀρσενικὸν
. τὸ δὲ οὐδαμῇ , ὡς ἀπὸ θηλυκοῦ παρακειμένη τοῦ οὐδαμὸς , ὡς ἄλλος ἄλλῃ . ὅθεν ἔχει τὸ ι
5675779 ἐρρ
ἄνδρα τόν , ὅς τε θεοῖσιν ἀπέχθηται μακάρεσσιν . [ ἔρρ ' , ἐπεὶ ἀθανάτοισιν ἀπεχθόμενος τόδ ' ἱκάνεις .
ἐλήφθη τὸ ” βάλ ' ἐς κόρακας “ καὶ ” ἔρρ ' ἐς κόρακας “ ἐπὶ τοῦ ἀφανισμοῦ . εἴρηται
5665228 κρυψω
πολὺν ἠχήσει τὸν Ἴακχον : τῷ δὲ ἀπειθοῦντι καὶ παρακούσαντι κρύψω τὸ πῦρ καὶ κλείσω λόγων ἀνάκτορα . κοινὸν μὲν
αἵματος χαμαὶ πεσών ; ἐπείγετ ' εἶα , δμωίδες : κρύψω δέ νιν ξεστοῖσι θαλάμοις , ἔνθ ' ἐμῷ κεῖται
5660522 Σαγρᾳ
λέγει , ὅθεν εἰς παροιμίαν περιέστη . Ἀληθέστερα τῶν ἐπὶ Σάγρᾳ : ταύτης μέμνηται Μένανδρος καὶ Σώφρων καὶ Ἄλεξις .
καίπερ οὐ πολὺν χρόνον οἰκηθεῖσα διὰ τὸν φθόρον τῶν ἐπὶ Σάγρᾳ πεσόντων ἀνδρῶν τοσούτων τὸ πλῆθος : προσέλαβε δὲ τῇ
5657264 διαλεξομαι
ἀμείψει τὸ δεῖπνον : ” κἀγὼ δὴ παρόντων ὑμῶν αὐτῷ διαλέξομαι ” . καὶ καλέσας αὐτόν , πᾶν ὅ τι
. Ἀλλὰ Μελανώπῳ μὲν αὖθις , ἐὰν ὑμῖν δόξῃ , διαλέξομαι παρών : νυνὶ δὲ τῆς μὲν εὐνοίας , ἣν
5653915 σμαραγει
, ὡς ὅτε κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Ἄλλοι μέν ῥ ' ἕζοντο
δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . Αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Σκέπτετ ' ὀιστῶν τε ῥοῖζον
5641493 ἀποτμοτατος
τραχεῖα . ἀποτμότατος κακοδαιμονέστατος : “ νῦν δ ' ὃς ἀποτμότατος . ” ἀπορραίσει ἀπολεῖ καὶ διαφθερεῖ : “ κτήματ
ἑοῖς ' ἔπι γῆρας ἔτετμε . νῦν δ ' ὃς ἀποτμότατος γένετο θνητῶν ἀνθρώπων , τοῦ μ ' ἔκ φασι
5638651 πειρησεται
μεμαῶτα , καὶ ἐσσύμενόν περ ἀλύξαι . πάντα δὲ γινόμενος πειρήσεται , ὅσς ' ἐπὶ γαῖαν ἑρπετὰ γίνονται καὶ ὕδωρ
τὸ πᾶν σφίσι ἤδη δοκεόντων κατεργάσθαι ἀποβὰς ἀπὸ τῶν νεῶν πειρήσεται ἀντιωθῆναι οὔτ ' ἐκ τῆς ἠπείρου τῆσδε οὐδείς :
5632269 εἰϲπνοηϲ
χυμῶν . μείζονα γὰρ γνωϲτέον ἐϲομένην τὴν ἐκ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ ὠφέλειαν ἤπερ τὴν ἐκ τῆϲ τοῦ δέρματοϲ ἐμψύξεωϲ .
: οὕτω δὲ καὶ οἱ ἐναντίωϲ ἔχοντεϲ ὑπὸ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ αἰϲθητῶϲ ἀνιῶνται , καὶ μέγιϲτόν ἐϲτι γνώριϲμα τοῦτο τῆϲ
5631226 προειληπται
. ὅτι ὁ τρόπος τοῦ συμπεράσματος πάντως ἐν ταῖς προτάσεσι προείληπται , ὡς καὶ τὸ καταφατικὸν ἢ ἀποφατικόν , οὐ
τὸ τὸν εὐεργέτην ἀφεῖναι : παρὰ δὲ ἑτέροις δικασταῖς οὐ προείληπται : πάντες γὰρ οἱ δικασταὶ , ὅταν αὐτοὶ μὴ
5629035 Ὀδυσευ
λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν : Ὦ Ὀδυσεῦ καὶ πάντες Ἀχαιῶν φέρτατοι υἷες , ἔργον μὲν τόδ
† . δεῦρ ' ἄγ ' ἰών , πολύαιν ' Ὀδυσεῦ . . πολύαινε . . . , : Ἀρίσταρχος
5626696 Σιμμια
δὴ καὶ μῦθον λέγειν καλόν , ἄξιον ἀκοῦσαι , ὦ Σιμμία , οἷα τυγχάνει τὰ ἐπὶ τῆς γῆς ὑπὸ τῷ
δοκεῖ . ταῦτ ' οὖν ἐγώ , ἔφη , ὦ Σιμμία τε καὶ Κέβης , ἀπολογοῦμαι , ὡς εἰκότως ὑμᾶς
5624664 ἀλυσκω
: “ Οὐκ ἄρ ' ἐγὼ μούνη μετὰ Λάτμιον ἄντρον ἀλύσκω , οὐδ ' οἴη καλῷ περὶ δαίομαι Ἐνδυμίωνι .
ἐπαύξησιν λαμβανομένου . ὁ μέλλων ἀλύσω καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἀλύσκω , ὡς μεθύω μεθύσω μεθύσκω . ἀλύσκειν οὖν τὸ
5621300 πιστευσαντων
τὸ αὐτὸ σχῆμα μένῃ ἡ γῆ . τῶν πολεμίων δὲ πιστευσάντων αὐτὸς κατέλυσε τὴν τάφρον καὶ ἐπέθετο τοῖς πολεμίοις ἀφυλάκτοις
συρρυέντων , πολίχνας τε καὶ κώμας τὰς περικειμένας καταλιπόντων , πιστευσάντων δὲ αὑτοὺς τῷ τε μεγέθει τῆς πόλεως καὶ τῷ
5620979 τερποντ
μέλεσσι γῆρας ἐπῆν , αἰεὶ δὲ πόδας καὶ χεῖρας ὁμοῖοι τέρποντ ' ἐν θαλίῃσι κακῶν ἔκτοσθεν ἐόντες : θνῆσκον δ
ἀφνειοῖο δαίνυτο Πηλείδαο βίη : σὺν δ ' ἄλλοι ἄριστοι τέρποντ ' ἐν θαλίῃς μέχρις Ἠῶ δῖαν ἱκέσθαι . Αὐτὰρ
5619037 ἐπακτροκελης
διαφέρει . κέλης μὲν γάρ ἐστι πλοιάριόν τι μικρόν , ἐπακτροκέλης δὲ κακοῦργον καὶ λῃστρικὸν σκάφος μεταξὺ ἐπακτρίδος καὶ κέλητος
, κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ ἐστι πλοιάριόν τι μικρόν
5618066 ἀλαλησθε
ὑγρὰ κέλευθα ; ἦ τι κατὰ πρῆξιν , ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε οἷά τε ληιστῆρες ὑπὲρ ἅλα , τοί τ '
' ὑγρὰ κέλευθα ; ἦ τι κατὰ πρῆξιν ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε , οἷά τε ληϊστῆρες , ὑπεὶρ ἅλα ; τοί
5614899 ἐπιγειος
τοῖς ἀργιλώδεσι . Πολυειδὴς δὲ ὁ κιττός : καὶ γὰρ ἐπίγειος , ὁ δὲ εἰς ὕψος αἰρόμενος : καὶ τῶν
ἐλάᾳ , ὁ δὲ μέλας οἷον ἡ μυρίκη σαρκῶδες : ἐπίγειος δὲ μᾶλλον ὁ λευκός : ἔστι δὲ ὀσμώδης ,
5608758 ἀλαπαδνον
ἀπὸ τοῦ Θερσίτου κρανίου , ὅτι εὔθρυπτον τὸ σόν : ἀλαπαδνὸν γὰρ αὐτὸ καὶ οὐκ ἀνδρῶδες ἔχεις . Καὶ μὴν
Μελίσσου Τίμων φησὶ ταῦτα : ἀμφοτερογλώσσου τε μέγα σθένος οὐκ ἀλαπαδνὸν Ζήνωνος πάντων ἐπιλήπτορος , ἠδὲ Μέλισσον , πολλῶν φαντασμῶν
5608531 πολυφρονος
ἀλλ ' ἴσχετο : τεῖρε δ ' ἀϋτμὴ Ἡφαίστοιο βίηφι πολύφρονος . αὐτὰρ ὅ γ ' Ἥρην πολλὰ λισσόμενος ἔπεα
ὁ δόλος : Ὅμηρος : ἀμφὶ δεσμοὶ τεχνήεντες † ἔχον πολύφρονος Ἡφαίστοιο . ἰστέον , ὅτι περισπωμένως μὲν ἀντὶ τοῦ
5605750 Θεωρου
. . ᾄδειν . κολακικὸν τὸ σκόλιον , ὡς παρὰ Θεώρου . τοῦτο οἱ μὲν Ἀλκαίου , οἱ δὲ Σαπφοῦς
Θεώρου καὶ τοῦ Κλέωνος προστατῶν αὐτῶν ὄντων . ὡς τοῦ Θεώρου καὶ τοῦ Κλέωνος προστατῶν καὶ ἀρχόντων ὄντων τῆς πόλεως
5600817 ἀποθνῃσκεις
ζηλοτυπούσης δίδομαι : σὺ δὲ ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ μείνας οἰκτρῶς ἀποθνῄσκεις , οὐκ ἔχων οὐδὲ ὅστις σου τὸ σῶμα κοσμήσει
εἴθικας : ἢ ἔξω ὑπάγεις καὶ τοῦτο ἤθελες : ἢ ἀποθνῄσκεις καὶ ἀπελειτούργησας . παρὰ δὲ ταῦτα οὐδέν . οὐκοῦν
5600662 λαλημα
] γνώστης νόμων , μνήμων , μνημονικός , νόμιμος , λάλημα , νομομαθής . , μηδαμῶς πίπτων ἐν τῷ διαλέγεσθαι
' αὐτοῦ δριμύλα καὶ φλογόεντα : κακαὶ φρένες , ἁδὺ λάλημα : οὐ γὰρ ἴσον νοέει καὶ φθέγγεται : ὡς
5599733 γεγαμηκας
ὅσον ἐκεῖ τοῦ Πανὸς ὄνομα . Εἰπὲ δέ μοι , γεγάμηκας , ὦ Πάν , ἤδη ; τοῦτο γάρ ,
Τίμωνα ὠνόμακα . Πῶς , ὦ Δημέα , ὃς οὐδὲ γεγάμηκας , ὅσα γε καὶ ἡμᾶς εἰδέναι ; Ἀλλὰ γαμῶ
5597141 αἰρεις
πηδάλιον αἴρεις , μή τι τὰς κώπας ; τί οὖν αἴρεις ; τὰ σά , τὴν λήκυθον , τὴν πήραν
Ἀθήνησι Ἀθηνᾶ Σώτειρα λεγομένη , ᾗ καὶ θύουσιν . χὥπως αἴρεις : Σκόπει ὅπως μεγαλύνεις . . χὥπως αἴρῃς :
5597140 παραλληλως
καὶ οὐ τῆς σπείρας . ἀντεστραμμένων γὰρ αὐτῶν καὶ ὡσανεὶ παραλλήλως κειμένων ἡ οὐρὰ τοῦ Δράκοντος μεταξὺ αὐτῶν διὰ μήκους
Ζηνόδοτος μετέθηκεν ὡς ταυτολογοῦντος πρωτοπαγεῖς νεοτευχέες , ἀγνοῶν ὅτι ἐνίοτε παραλλήλως τάσσει τὰς ἰσοδυναμούσας λέξεις . . . Ν .
5596616 παρεκαθεζετο
τοῦ Ἀντιόχου φράζοντος αὐτῷ , λιπαροῦντι μαθεῖν ἐν ἀπορρήτῳ , παρεκαθέζετο καὶ ἐφύλασσε τὰς τοῦ σώματος μεταβολάς , ὅπως ἔχοι
νῦν , ὦ Μένων , εἰς καλὸν ἡμῖν Ἄνυτος ὅδε παρεκαθέζετο , ᾧ μεταδῶμεν τῆς ζητήσεως . εἰκότως δ '
5589873 λμ
[ [ ] ! [ ] ! [ ! ] λμ ? [ ] ! [ ! ] ! [
κλ , ἐκ δὲ τῶν δβ , βγ ἑκάτερος τῶν λμ , μν , ἀπὸ δὲ τοῦ βγ ὁ νξ
5587758 κλινιδιον
χλανίσκια , χλανιδοποιός κλινοποιική κλινοποιός κλινοποιικός , κλινοπήγιον , κλίνη κλινίδιον κλιντήριον , κλινήρης κλινοπετής , κατακλιθῆναι : κλίνην δὲ
σισύραις ἐγκεκορδυλημένος . Σκηπτόμενος . προφασιζόμενος . Σκίμπους . ἀσκάντης κλινίδιον εὐτελές , ὃ ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν Σκίμπους ὀνομάζεται .
5587181 συντεθεν
: συνθέτους ] Ψευδεῖς : ἤγουν τὸ παρὰ τὸ ὂν συντεθέν . : συνθέτους ] Τοὺς ψευδεῖς : ὥσπερ ἁπλοῦς
πίνεται : καὶ τὸ ὀξύμελι δὲ δοθείη ποτὲ ἂν παραχρῆμα συντεθέν , εἰ καὶ βέλτιόν ἐστι κεχρονισμένον αὐτὸ προσφέρειν :
5586712 φειδωμεθα
τῳ τῶν παλαιοτέρων προείληπταί τι , τοῦτο ζηλοῦν κατὰ δύναμιν φειδώμεθα σχήματι εὐπρεπεῖ τὸ ῥᾴθυμον ὑποκοριζόμενοι , ἀλλ ' ἐπιβάλωμεν
αὐτούς , σημήνατε ἡμῖν ὅτι οἱ ὑμέτεροί εἰσιν , ἵνα φειδώμεθα αὐτῶν . ἀκούσαντες δὲ ταῦτα οἱ Ὑρκάνιοι τὴν μὲν
5583467 ἐχετ
μή οἱ ἐπ ' ἀκάματος πέλοι αἰών . ἀλλ ' ἔχετ ' αὐτοῦ νῆα θελήμονες ἐκτὸς ἐρωῆς πετράων , εἵως
' αὐτῷ πελεμίξαι ἐρείδοντες βελέεσσιν . αἰεὶ δ ' ἀργαλέῳ ἔχετ ' ἄσθματι , κὰδ δέ οἱ ἱδρὼς πάντοθεν ἐκ
5581408 νεμεσω
οὔτε παρὰ τῶν ὁρώντων ἀκούειν οὔτε ἀναγράφειν οἴομαι δεῖν , νεμεσῶ δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις , ὅσοι πλείω τῶν συγχωρουμένων
οἱ δὲ ἐν μὲν ταῖς τραγῳδίαις ἐχέτωσαν χώραν , οὐ νεμεσῶ τοῖς ποιηταῖς τῶν ὀνομάτων : ἐν δὲ τῷ βίου
5580615 συμφυτοι
σώματος ἡμῶν αἱ μέν τινες αὐτῶν ἀναγκαῖαί τέ εἰσι καὶ σύμφυτοι , αἱ δ ' οὐκ ἀναγκαῖαι μὲν οὐδὲ ἐξ
, ἐν τῷ ᾀδομένῳ τοῦ θεοῦ ἄλσει , ἔνθα περσέαι σύμφυτοι σκιὰν περικαλλῆ καὶ ψῦξιν ἀπεδείκνυντο . καὶ ἦν μόσχος
5579966 πλησσομενος
καὶ βουπλήξ ὁ τὸν βοῦν πλήσσων , βούπληξ δὲ ὁ πλησσόμενος ὑπὸ τοῦ βοός . . μαινομένη , τῷ οἴστρῳ
θάνατος . . οἰστρόπληξ ] οἰστρόπληξ , ὁ ὑπὸ οἴστρου πλησσόμενος . καὶ βουπλήξ ὁ τὸν βοῦν πλήσσων . .
5575141 λαλιστεραν
τῶι βαρβίτωι καθεύδω . ἔχεις ἅπαντ ' : ἄπελθε : λαλιστέραν μ ' ἔθηκας , ἄνθρωπε , καὶ κορώνης .
βέβαιός ἐστιν ἂν νεύσω μόνον . σοῦ δ ' ἐγὼ λαλιστέραν οὐπώποτ ' εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ
5574210 ὀλοωτερος
' ὅμοιον τῷ Ὁμήρου : Ζεῦ πάτερ οὔτις σεῖο θεῶν ὀλοώτερος ἄλλων : οὐ γὰρ δήπου ὀλοοὺς τοὺς θεοὺς καλεῖ
εἰς οὐρανὸν εὐρύν : Ζεῦ πάτερ οὔ τις σεῖο θεῶν ὀλοώτερος ἄλλος : ἦ τ ' ἐφάμην τίσασθαι Ἀλέξανδρον κακότητος
5573886 διεπτατο
' οὐκ εἰκός ; Ταῦτα δὴ τὰ μεγάλα οὕτως προσδοκώμενα διέπτατο , ὡς ἔοικε , τότε ταχύ , πλὴν ὅπερ
; τὴν θυρίδα : “ ὄρνις δ ' ὣς ἀνόπαια διέπτατο . ” ἀνίαζε ἠνιᾶτο : “ ἀλλ ' ὅτε
5570695 τἀρα
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
5569231 τεθησονται
, καὶ οἱ ἐπιορκοῦντες ἐξαγορεύουσιν καὶ ὁμολογήσουσι καὶ ἀναθήματα μέγιστα τεθήσονται ἐν τῷ τόπῳ ἐκείνῳ . Λαβὼν οὖν τὸν ἱέρακα
περιεχομένη ὑπὸ τῶν δύο εὐθειῶν ἐστιν ὀρθή , καὶ ποῦ τεθήσονται αἱ μετὰ τῶν τοιούτων δύο πλευρῶν τὸ ὀρθογώνιον σχῆμα

Back