: πίστιες † δ ' ἄρ ' † ὁμῶς καὶ ἀπιστίαι ὤλεσαν ἄνδρας . τούτους δέ τινες τοὺς στίχους ἐξέβαλον
θέσθαι : † πίστεις δ ' ἄρα † ὁμῶς καὶ ἀπιστίαι ὤλεσαν ἄνδρας . ] μηδὲ γυνή σε νόον πυγοστόλος
5585489 ἀντιβολησαι
θεῶν ὑπερέσχεθε χεῖρα , ὅς μοι τοιόνδ ' ἧκεν ὁδοιπόρον ἀντιβολῆσαι αἴσιον , οἷος δὴ σὺ δέμας καὶ εἶδος ἀγητός
, τῆς ἀντί ἀντιμολῆσαι καὶ τροπῇ τοῦ μ εἰς β ἀντιβολῆσαι . τὸ δὲ ἀντιβολῶ , ὃ σημαίνει τὸ ἱκετεύω
5546777 ἀλαθης
: ἀντὶ τοῦ ἐν ὀλίγῳ τὰ πολλὰ φανερὰ ποιήσω . ἀλαθής τέ μοι : ἀληθὴς δὲ περὶ τούτων καὶ ἐξαίρετος
. ταῦτά μοι ἁ ξείνα μυθήσατο , ἔστι δ ' ἀλαθής . ἦ γάρ μοι καὶ τρὶς καὶ τετράκις ἄλλοκ
5420723 ἐναντι
τὸ σάρον , τὸ κάλλυντρον πεύσεσθε : ἀκούσετε εὐθύ : ἔναντι , ἀντικρύ σοβαρός : σεσοβημένος ῥώμῃ πίσυνος : τῇ
ἀνάλωσις , ὡς ὁ Τοξότης ἀποβάλλων καὶ λαμβάνων , καὶ ἔναντι ζηλοτυπίας , ἔσται δὲ θεόγνωστος καὶ εὐχρημάτιστος καὶ ὄψεται
5414600 ἀπαγορευω
δὲ ὁμολογῶ μαλακὸς εἶναι καὶ τὰ δεινὰ πόρρωθεν δεδιέναι , ἀπαγορεύω μέντοι μὴ συνταράττειν ἡμᾶς πρὸς ἀλλήλας τὰς πόλεις ,
Θηβαίων φρονεῖ . Βοιωτοὶ γὰρ οὗτοι . . . . ἀπαγορεύω ] ἀντὶ τοῦ ἀγορεύω , ὅ ἐστι λέγω .
5352348 μορσιμον
] † ἐκπέμπων ἀκρατῶς ᾧ ] ᾧτινι , ἐμοί οὐ μόρσιμον ] οὐ μεμοιρασμένον ἀλλ ' ] ἢν μὴ ἀποθάνῃς
ἐτράφην , ἐν γῇ ἀποθανῶ . Ἀντήσειε : ἔλθῃ . μόρσιμον : μεμοιραμένον , τὸ τέλος τοῦ θανάτου . Εὐμενέοι
5339014 Ὠιμην
ὃς ἀναισθήτως ἔχω πρὸς τὸ φρονεῖν ; . φαῦλον . Ὤιμην δὲ ἔγωγε τοσαύτῃ φιλίᾳ συνηρμόσθαι τὴν ἐμὴν καὶ τὴν
πρόσωπον καὶ ὑπέφριξεν , ἐπεὶ διακόψαι τὴν κεφαλὴν ἔφης . Ὤιμην ἐρασμιώτερος αὐτῇ φανεῖσθαι . ἀλλὰ καὶ σύ με προσαπολώλεκας
5333092 βηταρμονας
, ἠὲ πολυτρήτοις λιγέως μέλποντας ἐν αὐλοῖς : ἄλλους ὀρχηθμοῦ βητάρμονας ἴδριας ἔρδει : παιδευτὰς δ ' ἄλλων τοίων ἔργων
, αὐλῶν ἢ κιθάρης ἢ ἀοιδῆς εὐρύθμοιο ἠὲ καὶ ὀρχηθμοῦ βητάρμονας ἴδριας ὄντας θήκαντ ' ἢ χλεύῃσι λάλοις μάχλοις τ
5267358 μαινομαι
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ
5253157 παρθενωι
ἔστω κτύπος : φῶς γὰρ τόδ ' ἥκει μακάριον τῆι παρθένωι . ἐπήινες ' , ἀλλὰ στεῖχε δωμάτων ἔσω :
μὴ σφαλῶμεν : ἀσθενὴς πατήρ : κλήρους τέ μοι φύλασσε παρθένωι χερί , οὓς ἔλαβον οἰωνίσματ ' ὀρνίθων μαθὼν θάκοισιν
5199506 προφανεντε
βουληφόρε χαλκοχιτώνων ἵππω τώδ ' ἐνόησα ποδώκεος Αἰακίδαο ἐς πόλεμον προφανέντε σὺν ἡνιόχοισι κακοῖσι : τώ κεν ἐελποίμην αἱρησέμεν ,
, ὄφρα ἴδωμαι ἢ νῶϊ Πριάμοιο πάϊς κορυθαίολος Ἕκτωρ γηθήσει προφανέντε ἀνὰ πτολέμοιο γεφύρας , ἦ τις καὶ Τρώων κορέει
5165889 συγχωρεις
, ἀλλ ' ὅτι πάσχει πάσχον ἐστίν : ἢ οὐ συγχωρεῖς οὕτω ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ τὸ φιλούμενον ἢ
κἀμοί : καὶ ὅτι τοὺς δύο ἀνελὼν οὐδὲν ἐμοὶ ζῇν συγχωρεῖς : καὶ ἡ σφαγὴ τῶν πρώτων συνήθειαν πεποίηκε ,
5161732 ταρ
. παροῦσα προοῦσα : , . . . . τίς τάρ σφωε θεῶν ἔριδι ξυνέηκε μάχεσθαι : ὅτι ὁ Ζηνόδοτος
γραφὰς τοῦ Ζηνοδότου , οὐ παρέλκει καὶ περὶ τοῦ τίς τάρ σφωι διαλαβεῖν : τὴν γὰρ τοιαύτην γραφὴν καὶ Σέλευκος
5148540 ἀμυνεμεναι
φῦλ ' ἀνθρώπων , τὸν δ ' ἔτι μᾶλλον ἀνῆκεν ἀμυνέμεναι Δαναοῖσιν . αὐτίκα δ ' ἐν πρώτοισι μέγα προθορὼν
ἰὸν ἔχει στόμα : τοῖσι δ ' ἄκανθαι τύμμασι λευγαλέοισιν ἀμυνέμεναι πεφύασι , πικραί τ ' ὀξεῖαί τε χόλου πυρόεντος
5133690 ἀνομοιος
, φησὶν , ἐγὼ κατὰ πολλὰ πολλῶν διαφέρω ἀνθρώπων καὶ ἀνόμοιός εἰμι , ἐπεὶ οὐχ , ὥσπερ ἂν ἕτεροι ,
θεῷ φίλος , ὅμοιος γάρ , ὁ δὲ μὴ σώφρων ἀνόμοιός τε καὶ διάφορος καὶ ὁ ἄδικος , καὶ τὰ
5110548 μελε
πόθεν ἥκεις , Πραξαγόρα ; τί δ ' , ὦ μέλε , σοὶ τοῦθ ' ; ὅ τί μοι τοῦτ
Μὰ Δί ' οὐκ ἔμοιγ ' ἐπέβαλεν οὐδείς , ὦ μέλε . Κἄπειτα δῆθ ' οὕτω σιωπῇ διαπέτει διὰ τῆς
5086371 Ἱππια
ἀγωνιζοίμεθα ; οἵ τέ γέ που καλοὶ ἄνθρωποι , ὦ Ἱππία , καὶ τὰ ποικίλματα πάντα καὶ τὰ ζωγραφήματα καὶ
ἐφ ' ἡμῶν ἐκομίσθη μὲν ἐκ δήμου τοῦ Μανθουρέων , Ἱππία δὲ παρὰ τοῖς Μανθουρεῦσιν εἶχεν ἐπίκλησιν , ὅτι τῷ
5075042 ἀληθευω
ὅτι τὸ παιδίον ἄνθρωπος οὐ δίκαιός ἐστιν : ἐνταῦθα γὰρ ἀληθεύω , ἐπειδὴ τὸ παιδίον ἄνθρωπος μέν ἐστι , δίκαιος
γάρ , εἰ καὶ μὴ πρὸς τὸ αὐτό , καὶ ἀληθεύω καὶ ψεύδομαι . καὶ διὰ τὸ μὴ εἶναι εὐθεώρητον
5073141 πεπνυμενος
ἄλλον ἀμύντορα μερμηρίξω . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ἐσθλώ τοι τούτω γ '
' εἴκελα τοῖσι δύναιτ ' ἂν φράζεσθαι μάλα πολλὰ νόῳ πεπνυμένος ἀνήρ : λέξω δ ' αὖ μετέπειθ ' ,
5072412 λῳον
ὅτι τὰ μὲν κατὰ τὴν τούτων βούλησιν πραττόμενα ἐπὶ τὸ λῷον ἐκβαίνει , τὰ δὲ παρὰ θεὸν ἀλυσιτελῆ ὑπάρχει τοῖς
Δελφῶν μαντειῶν , αἵτινες θυσίαι καὶ θεοῖς οἷστισιν ἄμεινον καὶ λῷον θυούσῃ τῇ πόλει γίγνοιντ ' ἄν : πότε δὲ
5058180 ἐρωτασαι
διαφέρων τὤνυμα ὥσπερ καὶ τὸ πρᾶγμα : αἰ γάρ τις ἐρωτάσαι τὼς λέγοντας , ὡς ὁ αὐτὸς λόγος εἴη ψεύστας
τὤνυμα , οὕτω καὶ τὸ πρᾶγμα . ἐπεὶ αἴ τις ἐρωτάσαι τὼς λέγοντας , ὡς τὸ αὐτό ἐστιν ἄδικον καὶ
5057307 ἀκουεμεν
δ ' ἐγγὺς [ ] ἀκούειν φθεγγομένου , καὶ ἔμελλεν ἀκούεμεν ? [ ] : ἦλθε [ γὰρ αὐτός ]
δ ' ἐγγὺς [ ] ἀκούειν φθεγγομένου , καὶ ἔμελλεν ἀκούεμεν ? [ ] : ἦλθε [ γὰρ αὐτός ]
5050478 Αἰδους
τὴν μάχαιραν . Αἰδοῦς βωμός : Ἀθήνησιν ἐν τῇ ἀκροπόλει Αἰδοῦς καὶ Ἀφελείας ἦν βωμὸς περὶ τὸν τῆς Πολιάδος Ἀθηνᾶς
μήτ ' οὖν ἑκόντα μήτ ' ἄκοντα κατὰ δύναμινπαρθένος γὰρ Αἰδοῦς Δίκη λέγεταί τε καὶ ὄντως εἴρηται , ψεῦδος δὲ
5042594 σφωε
. Σφωέ . Αὕτη αἰτιατικὴν μόνην σημαίνει , τίς τάρ σφωε θεῶν καὶ ἐπεὶ σύνηθες Ὁμήρῳ τὸ δισυλλαβοῦν , σαφὲς
τοῦ τονικοῦ οὐκ ἐμποδίζοντος , ἀνθρώποις μοι , τίς τάρ σφωε . Πρὸ τῆς οὖν κατὰ μέρος αὐτῶν ἐξετάσεως διαληπτέον
5040468 θην
τούτοις κόπον καὶ ἡλιοκαΐαν καὶ ἄλλ ' ὅσα ξαν - θὴν μὲν ἐπισωρεύει λεπτὴν χολὴν τῷ σώματι , ἔνδειαν δέ
ἄγετε τοὺς θεριστάς . θὴν καὶ ἐπιπολύ : ἢ τὸ θὴν ἀντὶ τοῦ δή . τὰς δασυκέρκως : τὰς πολυτρίχους
5036805 οὐλε
) ἡ πολλοῖς δώροις γαμηθεῖσα . . . . . οὖλέ τε καὶ μάλα χαῖρε . οὖλε ἅπαξ εἰρημένον .
καρπῷ χαίτην ] τὸ φύλλον οὐλάδα δὲ τὴν ὑγιαστικήν : οὖλέ τε καὶ μέγα χαῖρε πολλάκι δὲ καὶ φηγοῖο :
5017297 λαθωμαι
δ ' ἐκ πάντα τέτυκται . καὶ Ὅμηρος μνήσομαι οὐδὲ λάθωμαι Ἀπόλλωνος ἑκάτοιο . καὶ οἱ λοιποὶ ὁμοίως , ἵνα
ἔπλεο μύθων , ὄφρά ς ' ὑποδείσας μένεος ἀλκῆς τε λάθωμαι . οὐ μέν μοι φεύγοντι μεταφρένῳ ἐν δόρυ πήξεις
5009500 Τουτ
ἐσθ ' ἕδρα , ἐπείπερ ἐστὶ Θεσμοφορίων ἡ μέση . Τοῦτ ' αὐτὸ γάρ τοι κἀπολεῖν με προσδοκῶ . Αἱ
ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα μυθολογῶ , οὐδέν τι μᾶλλον μεταθήσῃ ; Τοῦτ ' ἀληθέστερον εἴρηκας , ὦ Σώκρατες . Φέρε δή
5003310 ἐλεξας
κοσμοῦσα , μὴ οὐ πείσηις σοφούς . Κύπριν δ ' ἔλεξας ἐλθεῖν ἐμῶι ξὺν παιδὶ Μενέλεω δόμους . οὐκ ἂν
Οὐδεὶς ἐρεῖ ποθ ' ὡς ὑπόβλητον λόγον , Αἴας , ἔλεξας , ἀλλὰ τῆς σαυτοῦ φρενός . Παῦσαί γε μέντοι
4988022 δαμημεναι
' Ἄρεϊ δάμναται ἀνήρ : εἰ δέ μοι αἴσιμόν ἐστι δαμήμεναι εἵνεκ ' Ἀχαιῶν , τεθναίην ῥέξας τι καὶ ἄξιον
ἱεροῖο θύγατρες Μοῖραι ἐπεκλώσαντο καὶ ἀθανάτοις περ ἐοῦσι πρῶτα Ποσειδάωνι δαμήμεναι , αὐτὰρ ἔπειτα θαρσαλέῳ Πηλῆι καὶ ἀκαμάτῳ Ἀχιλῆι ,
4985698 ὁμηλικα
ἕδρης καὶ γεράων πάντων : γενεῆι δ ' ἀτάλαντον πρέσβυν ὁμήλικα πατρὸς ἴσαις τιμαῖσι γέραιρε . Γαστρὸς ὀφειλόμενον δασμὸν παρέχειν
ἄρ ' αὐτὸν Μέμνων ὀβριμόθυμος ἐπεσσύμενον προσέειπεν αἰδεσθεὶς ἀνὰ θυμὸν ὁμήλικα πατρὸς ἑοῖο : Ὦ γέρον , οὔ μοι ἔοικε
4980067 εὐπαιδευτους
εὐσεβεῖς , φιλοθέους , εὐχρηματίστους , φιλοστόργους , φιλοικείους , εὐπαιδεύτους , ἐμφιλοσόφους , ἀξιωματικούς : ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων
, ἵνα κατασείσῃ , ἀντίτυπον ἔστω . τοὺς δὲ ἀντιτείνοντας εὐπαιδεύτους χρὴ εἶναι , ὅπως ὁμαλῶς καὶ καλῶς καὶ ἰσορρόπως
4968705 ἀνηκεστος
καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀήκεστος καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀνήκεστος : πολλάκις γὰρ τὸ ν εἴωθε πλεονάζειν , ὡς
ὧν οὐκ ἄδηλον ἅπασιν ἦν , ὅτι μεγάλη τις καὶ ἀνήκεστος ἐξ ἐκείνης τῆς φιλονεικίας ἀναστήσεται τῇ πόλει συμφορά .
4963598 νεικειων
ἔξω σπερχομένοιο γέροντος : ὃ δ ' υἱάσιν οἷσιν ὁμόκλα νεικείων Ἕλενόν τε Πάριν τ ' Ἀγάθωνά τε δῖον Πάμμονά
ῥ ' ἐλθὼν Ὀδυσῆα διώκετο οἷο δόμοιο , καί μιν νεικείων ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ εἶκε , γέρον ,
4952643 ὀτ
τοῖχοι . νῦν αὐτὸν ἐκμάσσεις ? τε καὶ ποεῖς λαμπρόν ὄτ ' ἐστὶ χρείη [ ] ? , ληιστρί ;
τέα κόρα οἴκω τε πὲρ σῶ καὶ πὲρ ἀτιμίας κύπρος ὄτ ' ἄσφ ' ἀπολλυμένοις σάωις ἄμμιν ἀθάνατοι θέοι νίκαν
4949006 ἑψομαι
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη
4943715 ἁδε
Τί φωνεῖς ; Σαφηνῆ . Ἔτεκεν ἔτεκεν μεγάλαν ἁ νέορτος ἅδε νύμφα δόμοισι τοῖσδ ' Ἐρινύν . Ἄγαν γε :
τί δὲ κέρδος ὁ μυρίος ἔνδοθι χρυσός κείμενος ; οὐχ ἅδε πλούτου φρονέουσιν ὄνασις , ἀλλὰ τὸ μὲν ψυχᾷ ,
4942293 ἐλπεαι
τὴν ἔντεχνον ὑπόθεσιν : δαιμόνι ' , οὕτω που μάλα ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν ἀπτολέμους τ ' ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας ,
, τεχνικῶς ἐγκωμιάζων αὐτοὺς δαιμόνι ' , οὕτω που μάλα ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν ἀπτολέμους τ ' ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας ,
4941716 ἀλαζονας
, καὶ τὴν σωφροσύνην , αὐτῆς ἐπιστατοῦσαν , τοὺς μὲν ἀλαζόνας ἀποτρέπειν , τοὺς δὲ ὡς ἀληθῶς μάντεις καθιστάναι ἡμῖν
τοῦ σοφωτάτου Χείρωνος πεπαιδευμένον , ὥστε ὀλίγον πρότερον λοιδοροῦντα τοὺς ἀλαζόνας τῇ ἐσχάτῃ λοιδορίᾳ αὐτὸν παραχρῆμα πρὸς μὲν τὸν Ὀδυσσέα
4941465 ΕΚΛ
καὶ ἐὰν ἀγάγωμεν ἐφαπτομένην τὴν ΚΓΛ , ἔσται καὶ τὸ ΕΚΛ τρίγωνον ἰσόπλευρον . καὶ ἐὰν θέλωμεν ἁρμόσαι ἴσον τῷ
εἶναι Θυηλάς , † ἃς πρώτας θύσαι θεοῖς † . ΕΚΛ . ΔΙΑΦ . ΛΕΞ . . . , :
4934412 τεττα
οὗτοι δὲ διὰ τὸ τοὺς θεοὺς συνεργεῖν πεπορθηκότες . . τέττα , σιωπῇ ἧσο : ἡ διπλῆ , ὅτι προσφώνησίς
σελίνων τε καὶ ἑτέρων , ἐν δὲ τῷ μέσῳ κρήνας τέττα - ρας λαμπροῦ καὶ διαφανοῦς ὕδατος πάντοσε ἀπορρέοντος ,
4933896 ζθʹ
νικᾷ καὶ ὁ νεώτερος . ζηʹ αἱ ηʹ νικῶσιν . ζθʹ αἱ ζʹ νικῶσιν . ηηʹ ὁ ἐγκαλούμενος νικᾷ καὶ
καὶ ἡ μξʹ τῇ λνʹ ἴση , ἐπεὶ καὶ ἡ ζθʹ τῇ ζηʹ [ διὰ τὸ ὑποκεῖσθαι τὰ ἄστρα ἐν
4933443 διακτορος
Ἑρμῆς , ὡς Ὀδυσσεύς : Ἑρμείας δ ' οὐκ ἔστι διάκτορος . . ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς .
τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ
4923076 στιξας
πάντα λέγε ὅσων ἐσθλῶν μοῖραν ἔχει τὸ τέμενος , ἢ στίξας εἰς τὸ ἀναγήσασθαι , τὸ ἑξῆς θαυμαστικῶς λέγε :
τοῦ φρονεῖν : εἰ δὲ πλανᾷ γράψεις πρὸς τὸ πῆμα στίξας , ἀσυνδέτως τὸ λοιπὸν ἐρεῖς , οὕτως ἀποσφαλεὶς καὶ
4917430 σωφρονεις
τὴν παρθένον : σὺ δὲ ὀκνεῖς καὶ αἰδῇ καὶ ἀκαίρως σωφρονεῖς : μὴ κρείττων εἶ τοῦ θεοῦ ; ” Ὡς
ἔβλεπεν ὁ Πλοῦτος μέλει ] φροντίς ἐστιν κἀπιτέτριμμαι ] ἠφάνισμαι σωφρονεῖς ] καλῶς λέγεις ἕωθεν ] ἀπὸ τῆς πρωΐας οἰνοῦτταν
4912965 προκαλουμαι
, ” ἔφη , “ λόγων δεῖ . δύο γὰρ προκαλοῦμαι προκλήσεις , Μελίτην τε ταύτην καὶ τὴν δοκοῦσαν εἶναι
τι . οὐδὲ ὅπλα ἐστί μοι τεταγμένα , ἐν οἷς προκαλοῦμαι τοὺς πολεμίους μάχεσθαι , ἀλλ ' ὅντινα ἐθέλει τις
4912892 φρονεουσα
γε ἐοῦσαν γνώμην με δίκαιόν ἐστι ἀποδείκνυσθαι , τὰ τυγχάνω φρονέουσα ἄριστα ἐς πρήγματα τὰ σά . Καί τοι τάδε
ἵκεθ ' : οἱ δ ' ἐρέεινον χρεῖος ὅ τι φρονέουσα μετήλυθεν . ὦκα δὲ τούσγε πασσυδίῃ μύθοισι προσέννεπεν ἐξερέοντας
4909572 ἀμφαδιην
' ὑμείων ἵνα μὴ Τρῶές γε πύθωνται , ἠὲ καὶ ἀμφαδίην , ἐπεὶ οὔ τινα δείδιμεν ἔμπης : οὐ γάρ
ὑμείων , ἵνα μὴ Τρῶές γε πύθωνται , ἠὲ καὶ ἀμφαδίην , ἐπεὶ οὔ τινα δείδιμεν ἔμπης : οὐ γάρ
4906427 αἰδοιος
αἰδέσιμος , πλὴν ὅτι τὸ μέν ἐστι ποιητικὸν , τὸ αἰδοῖος , τὸ δὲ παρὰ τοῖς κοινοῖς ἐν χρήσει :
γὰρ τὴν ω δίφθογγον εἰς οι τρέπειν , οἷον αἰδῷος αἰδοῖος , ἠῷος ἠοῖος , οὕτως Ἀχελῷος Ἀχελοῖος . ἢ
4902528 τοισιδ
δαίμονές τ ' ἀντήλιοι , εἴ που πάλαι , φαιδροῖσι τοισίδ ' ὄμμασι δέξασθε κόσμῳ βασιλέα πολλῷ χρόνῳ . ἥκει
: ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται , ξένε , μηδένα πελάζειν τοισίδ ' Ἑλλήνων δόμοις . ἆ , μὴ πρόσειε χεῖρα
4897637 μερμηριξεν
ἕστηκεν : ἕλκων γὰρ τὸ ξίφος , στήθεσσιν λασίοισι διάνδιχα μερμήριξεν . Ἡνίκα δ ' ἡ ὀργὴ πέπειρα γίνεται ,
τοῖς προσώποις . . ὣς φάτο , Τυδείδης δὲ διάνδιχα μερμήριξεν , ἵππους τε στρέψαι καὶ ἐναντίβιον μαχέσασθαι : ἡ
4895866 βασιληας
Ἱσμηνοῦ καταδεύει , Ἰώ θ ' ἁ κερόεσσα προμάτωρ Καδμείων βασιλῆας ἐγείνατο : μυριάδας δ ' ἀγαθῶν ἑτέροις ἑτέρας μεταμειβομένα
ἑκάτοιο ποιητάς τε εἶναι καὶ κιθαριστάς , ἐκ δὲ Διὸς βασιλῆας . Ἀλλ ' Ἡσίοδος μὲν οὐκ οἶδε βασιλεῖς γῆς
4886141 ὀρχηστας
αὐτῇ Δαίδαλος ἤσκησεν ὡς ἀνεγνωκότι σοι παρίημι , καὶ τοὺς ὀρχηστὰς δὲ τοὺς δύο οὓς ἐκεῖ ὁ ποιητὴς κυβιστητῆρας καλεῖ
ἢ κωμικοὺς ἢ διά τινων μίμων ἀκράτου γέλωτος δημιουργοὺς οὐδὲ ὀρχηστὰς οὐδὲ χορευτὰς , πλήν γε τῶν ἱερῶν χορῶν ,
4883234 οἰωνοισι
πόδας δ ' εἰς βένθος ἔρειδον , ἄμφω ἅμ ' οἰωνοῖσι καὶ ἰχθύσι κύρμα γενέσθαι . Ἥρωες δ ' ,
. καὶ Ἡσίοδος . ἰχθύσι „ μὲν καὶ θηρσὶ καὶ οἰωνοῖσι πετεινοῖς ἔσθειν ἀλλήλους , ἐπεὶ οὐ δίκη ἐστὶν ἐν
4881350 Τρῳῃσιν
: μίσησεν δ ' ἄρα μιν δηΐων κυσὶ κύρμα γενέσθαι Τρῳῇσιν : τὼ καί οἱ ἀμυνέμεν ὦρσεν ἑταίρους . Ὦσαν
' ὤμοιιν κεφαλὴν τάμοι ὀξέϊ χαλκῷ , τὸν δὲ νέκυν Τρῳῇσιν ἐρυσσάμενος κυσὶ δοίη . Αἴας δ ' ἐγγύθεν ἦλθε
4880758 Κρονιδη
τὸ πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . τὸ χρῆμα τῶν νυκτῶν :
Ζεὺς πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ Ζεύς
4880668 ῥιγιον
κεν αὐτὸς ἕλωμαι ἐλθὼν σὺν πλεόνεσσι : τό οἱ καὶ ῥίγιον ἔσται . Ὣς εἰπὼν προΐει , κρατερὸν δ '
. Ὑστρίγγων δ ' οὔπω τι πέλει κατὰ δάσκιον ὕλην ῥίγιον εἰσιδέειν οὔτ ' ἀργαλεώτερον ἄλλο : τῶν ἤτοι μέγεθος
4869707 ὑποθωπευσας
' ἄκρων τῶν πυγιδίων ἐκάθησθε . Εἰ δέ τις ὑμᾶς ὑποθωπεύσας λιπαρὰς καλέσειεν Ἀθήνας , ηὕρετο πᾶν ἂν διὰ τὰς
κατορύξαι : τοῦτο γὰρ ἡμῖν συγκείμενον . Καὶ ὃς οὐδὲν ὑποθωπεύσας : Σὲ μὲν οὖν , ἔφη , ταῦτα παθεῖν
4865536 Λοξιας
. ἐν δὲ τῶι ἡλίωι ὁ Ἀπόλλων , ὃς καλεῖται Λοξίας ὑπὸ τῶν ποιητῶν , εἶναι πιστεύεται . ἄρχεται δὲ
] ! [ – – ἥκει ] γὰρ ὁ [ Λοξίας ] πρόφˈρων ] ? [ ] [ ] ἀθανάταν
4856958 παρακαλουντας
ἄλλος ταξίαρχος καὶ λοχαγὸς ἕτερος ἐσπούδαζον γενέσθαι . πάντας τοὺς παρακαλοῦντας ἀνεβάλλετο ἐς καιρὸν ἐπιτήδειον . ὁ δὲ καιρὸς οὗτος
ὄντες . παραιτητούς . παρακαλουμένους , συγγνώμονας , ἢ καὶ παρακαλοῦντας . λέγετε . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον διὰ διφθόγγου
4855916 ἐφησθα
τριῶν , ὡς ἔφην ⌊ ⌋ μὲν ⌊ ἐγώ , ἔφησθα δὲ σύ , ἔφη δ ' ἐκεῖνος ⌋ .
. ἐγὼ γάρ τοι , ἡνίκα μὲν ἄριστον τὸν Ἀχιλλέα ἔφησθα πεποιῆσθαι , ἐδόκουν σου μανθάνειν ὅτι ἔλεγες , καὶ
4854359 ἀττικον
ἐπίρρημα χρονικόν . ὁλοτελῶς σεαυτὸν ] ἀπολεῖς ἐς κόρακας ] ἀττικόν : ἤγουν ἀπέλθῃς νὴ τοὺς θεούς ] λείπει τὸ
: τὸ “ κατακλινεὶς ” κοινόν , τὸ δὲ κατακλιθείς ἀττικόν . ἐκφρόντισόν τι τῶν σεαυτοῦ πραγμάτων : ἀντὶ τοῦ
4853594 ηὐδα
μετέλθοι . ” τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ξεῖν ' , ἐπεὶ ἂρ δὴ ταῦτά
γενέσθαι . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ἔσσεται οὕτως , ἄττα : σὺ δ
4852752 προκαλῃ
σὺ δὲ ὀνόματι τοῦ νεκροῦ τὴν γυναῖκά μου διέφθειρας . προκαλῇ με , Διονύσιε , πρόκλησιν οὐδαμῶς σοι συμφέρουσαν .
ἔγωγε πειράσομαι συμβουλεύειν ἄν τι δύνωμαι , καὶ αὖ ἃ προκαλῇ πάντα ποιεῖν . δικαιότατον μέντοι μοι δοκεῖ εἶναι ἐμὲ
4851979 ἐρυξας
. εἰ δ ' ἐθέλεις , σὺ κόμισσον ἐνὶ σταθμοῖσιν ἐρύξας : εἵματα δ ' ἐνθάδ ' ἐγὼ πέμψω καὶ
δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην ξείνις ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ ' ἐρύξας : οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά :
4848877 φρονεω
δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ γινώσκω , φρονέω : τά γε δὴ νοέοντι κελεύεις . ἀλλ '
σοφίῃ αὐτοῦ ἐγένετο . Ἐγὼ δὲ καὶ περὶ Βελλεροφόντεω τοιάδε φρονέω : πτηνὸν μέν οἱ γενέσθαι ὡς ἵππον οὐ μάλα
4847977 ὀλβιαι
ἐκ τῶν Μυκηνῶν γ ' , αἵ ποτ ' ἦσαν ὄλβιαι . καὶ μὴν ποθεινός γ ' ἦλθες ἐξ Ἄργους
ἄδακρυν μοῖραν : μοῖραν τὸν καιρόν . καὶ Ἀριστοφάνης ὃν ὄλβιαι Μοῖραι ξυνάγουσιν ἐν Βατράχοις [ ] : λείπει ἡ
4841808 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
4841768 πλαττεις
. . διηριθμημένους ] ἠναγκασμένους . . . ἑλκοποιεῖς ] πλάττεις λόγους συγκρουστικούς . . ἀντὶ τοῦ τραύματα ἐργάζῃ καὶ
καὶ σὺ τοίνυν αὐτὸς οὐκ ἔχων ἄλλως ἐξελέγξαι τὸν νόμον πλάττεις αἰτίας διὰ κενῆς , τὰ μὲν αὐτὸς κακουργῶν καὶ
4837848 ἀποστερεις
τοὺς ἀναξίους μόνους , ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀξίους ἁπλῶς ἀτελείας ἀποστερεῖς ; εἰ γὰρ τῷ ὄντι μόνοις τουτοισὶ δυσχεραίνεις ,
' ἑτέρου μετεῖναι σαφῶς γε οὑτωσί . πῶς οὖν ἀμφοτέρων ἀποστερεῖς αὐτούς ; καὶ μὴν εἴ γε καὶ δικαίως ἀποστερεῖς
4832482 Μενελαε
ἡ τοῦ Πρωτέως θυγάτηρ ἐν Φάρῳ φησὶ πρὸς αὐτόν : Μενέλαε , εἴπερ βούλει μαθεῖν τὸ περὶ σὲ πᾶν ,
Ὣς φάμενον προσέειπεν ἐυμμελίης Ἀγαμέμνων : Μὴ νῦν , ὦ Μενέλαε , μέγ ' ἀχνύμενος περὶ θυμῷ σκύζεο μητιόωντι Κεφαλλήνων
4830947 Τοξαρι
ἔγωγε οὐ μετρίως δέδοικα ὑπὲρ αὐτῶν . Θάρρει , ὦ Τόξαρι , ἐσώθησαν , καὶ ἔτι καὶ νῦν εἰσιν Ἀθήνησιν
ποιεῖν Σκύθαι ὑπὲρ τῶν φίλων . Πάνυ τραγικά , ὦ Τόξαρι , καὶ μύθοις ὅμοια : καὶ ἵλεως μὲν ὁ
4830437 Κυπριδι
? ' ἐμῆι μορφῆι πλέον ἐρεῖ ποτ ' ἢ τῆι Κύπριδι τὸ Δαιδάλου μείμημα [ ] ? : φωνῆς ?
ὁρᾶν μόνον : ἦ ῥ ' ἀγρυπνήσω πολλάκι τῇ κενεῇ Κύπριδι χειρομαχῶν . Ὀρθὸν νῦν ἕστηκας , ἀνώνυμον , οὐδὲ
4829134 γελοιους
γέλωτος εἵνεκα ἀσκοῦσι χάριτας κερτόμους . ἐγὼ δέ πως μισῶ γελοίους , οἵτινες τήτῃ σοφῶν ἀχάλιν ' ἔχουσι στόματα :
γερόντιον καὶ ἡμίτραγον στρατιώτην ἄλλον καὶ γυμνήτας ὀρχηστάς , πάντας γελοίους . ἐπεὶ δὲ ἤγγελτο πυρπολῶν ὁ θεὸς ἤδη τὴν
4828436 Μηδε
τὸ δὲ δεύτερον παρῆκεν ὡς διὰ τῶν ἄκρων εἰσφερόμενον . Μηδὲ κατὰ τοῦ Α ἕτερον . πάλιν τὸ πρῶτον σχῆμα
Ὅλῳ καὶ παντί , ἔφη , διαφέρει τὸ φείδεσθαι . Μηδὲ Ἕλληνα ἄρα δοῦλον ἐκτῆσθαι μήτε αὐτούς , τοῖς τε
4826644 ὀνειδεα
μιν αἰχμητὴν ἔθεσαν θεοὶ αἰὲν ἐόντες , τοὔνεκά οἱ προθέουσιν ὀνείδεα μυθήσασθαι : ὅτι συνήθως ἑαυτῷ προθέουσιν τὰ ὀνείδη .
ἑσταότ ' ἐν μέσσῃ ὑσμίνῃ δηϊοτῆτος . ἔστι γὰρ ἀμφοτέροισιν ὀνείδεα μυθήσασθαι πολλὰ μάλ ' , οὐδ ' ἂν νηῦς
4826480 νικηθῃς
τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον ἐρεῖς καὶ τὸ ” ἢν τοῦτο νικηθῇς ἐμοῦ “ παθητικῶς . συνηγοροῦσιν ] τοῖς δικαζομένοις .
τοῖσί γε μὴ ἔστι μηδέν ; Τοῦτο δέ , ἢν νικηθῇς , μάθε ὅσα ἀγαθὰ ἀποβαλέεις . Γευσάμενοι γὰρ τῶν
4824839 δρω
: παρὰ τὸ ἄλη ἀλῶ , παράγωγον ἀλαίνω , ὡς δρῶ δραίνω , . , . . Ἀλαλή : ὁ
: ἢ παρὰ τὸ ἄνω βλέπειν : ἢ παρὰ τὸ δρῶ , τὸ βλέπω , ἄδρωπος καὶ ἄνθρωπος : ἢ
4820123 φεριστοι
σφῶϊν ἐλεγχείην καταχεύῃ Αἴθη θῆλυς ἐοῦσα : τί ἢ λείπεσθε φέριστοι ; ὧδε γὰρ ἐξερέω , καὶ μὴν τετελεσμένον ἔσται
παράλληλα . καὶ Ὅμηρος : τιὴ τί δὴ λείπεσθε , φέριστοι ; κατὰ μῆνα κτλ . ] ἐπειδὴ κατὰ μῆνα
4818025 μαχητας
καθύπερθεν ὁμούρους πρὸς Βορέω , πολλούς τε καὶ ἐσθλοὺς κάρτα μαχητάς , ἀφνειοὺς ἵπποισι , πολύρρηνας , πολυβούτας . ὀφθαλμὸν
εἰς οὐρανὸν ἀστερόεντα , καὶ πολέμου πληθὺν δείξας κρατερούς τε μαχητάς , πολλοὺς καὶ μεγάλους ἠδ ' ἔγχεα μακρὰ φέροντας
4815637 ὠλεσαν
? δὴ περιρρύτας ? [ ? ? ποτ ' αἴας ὤλεσαν [ ] ? ? ῥυσίπτολιν ? ? ? ?
σπουδῆς ἀγορεύεις , ἐξ ἄρα δή τοι ἔπειτα θεοὶ φρένας ὤλεσαν αὐτοί , ὃς κέλεαι Ζηνὸς μὲν ἐριγδούποιο λαθέσθαι βουλέων
4802442 κεκραγας
ἄνω τοὺς πόδας ἔχων . Γ λέλακας : ἀντὶ τοῦ κέκραγας . ἀτὰρ τί τὰ ῥάκι ' : οὕτως αὐτὸν
βάλλεις γοῦν ἡμᾶς ταῖς βώλοις καὶ ταῖς ἀχράσι καὶ μέγα κέκραγας ἰδὼν ἄνθρωπον ὡς διώκων λύκον , καὶ ἀργαλέος εἶ
4801008 ἀπτολεμους
ἢ τὰς φιλονεικίας , ἀκορέστους : ταράξασα : προσαγάγοι : ἀπτολέμους : ἐπὶ τῷ εἶναι ἀπολέμους . σεβίζουσα δὲ ,
θυμὸν ἐκπλήξας ' ἑτέροις ἐπὶ λέκτροις προσβάλοι δεινὰ Κύπρις , ἀπτολέμους δ ' εὐνὰς σεβίζους ' ὀξύφρων κρίνοι λέχη γυναικῶν
4800568 λειπε
δὲ γῆρας ὑπείκει . Ὣς εἰπὼν ἀπὸ βαιὸν ἐχάσσατο : λεῖπε δ ' ἄρ ' υἷα κείμενον ἐν κονίῃσιν ,
ἢ πρὸς ἀδελφῶν οὐλόμεν ' ἀικίσματα νεκρῶν ; ὀτοτοτοῖ , λεῖπε σοὺς δόμους , ἀλαὸν ὄμμα φέρων , πάτερ γεραιέ
4799983 ἐσσο
καὶ κατακροτήσας εὖ μάλα τῇ βακτηρίᾳ τοὔδαφος , “ ἄλκιμος ἔσσο , φησίν , ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ
, τέλεσον , σὺ δ ' αὔτα [ ] σύμμαχος ἔσσο . ! ρανοθεν κατιουσ [ δευρυμμεκρητασπ † ? ?
4796145 δειδια
αὐτοῦ βουλοίμην σταθμῶν ῥυτῆρα λιπέσθαι : ἀλλὰ τὸν αἰδέομαι καὶ δείδια , μή μοι ὀπίσσω νεικείῃ : χαλεπαὶ δέ τ
στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ ' ἑταίρους : δείδια γὰρ τριτάτης μοίρης μελιηδέος οἴνου πινομένης , μή ς
4794894 φρονεεις
ηὔδα καὶ τὸ προστακτικὸν αὔδαε αὔδα : αὔδα ὅ τι φρονέεις : τὸ δὲ αὐδῶ παρὰ τὸ αὐδή αὐδῶ ,
πάρος γε μὲν οὔ τι θαμίζεις . αὔδα ὅ τι φρονέεις : τελέσαι δέ με θυμὸς ἄνωγεν , εἰ δύναμαι
4791299 ψευδῃ
Χαναὰν ἐπρίαντό με . Ὁ δὲ ἠπίστησε , λέγων ὅτι ψεύδῃ : καὶ γυμνόν με ἐκέλευσε τύπτεσθαι . Ἡ δὲ
ἂν αὐτὴν ἐπιλύσῃς . ” καὶ ὁ Αἴσωπος : „ ψεύδῃ : θεὸς γὰρ παρὰ ἀνθρώπου οὐδὲν δεῖται μαθεῖν .
4784958 ἀπατωρ
τοῦ Ω μεγάλου γράφονται : τὰ μέντοιγε σύνθετα οἷον τὸ ἀπάτωρ , ἀμήτωρ , αὐτοκράτωρ , μονοκράτωρ , σεβαστοκρά -
οὐ πατήρ ἐστιν , ὥστε σύ , ὦ Σώκρατες , ἀπάτωρ εἶ . Καὶ ὁ Κτήσιππος ἐκδεξάμενος , Ὁ δὲ
4783114 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
4774715 ἐθελεις
λύχνον ἐμοῦ βιότοιο φαεσφόρον ἡγεμονῆα . εἰ ἐτεὸν δ ' ἐθέλεις ἐμὸν οὔνομα καὶ σὺ δαῆναι , οὔνομά μοι Λείανδρος
ἄλλοσε ὅποι δύναμαι , ἀπορῶν : ἐπεὶ εἴ γ ' ἐθέλεις σὺ τούτων μὲν ἤδη παύσασθαι πρὸς ἐμὲ τῶν λόγων
4771108 συλλυπεισθαι
τὸ δ ' ἐναντίον συνάχθεσθαι καὶ συναλγεῖν : τὸ γὰρ συλλυπεῖσθαι εὐτελές , τὸ δὲ συνανιᾶσθαι ἑτέρας ἐστὶ χρείας .
, βουλήσεται δηλονότι καὶ τῷ φίλῳ συνδιάγειν καὶ συνήδεσθαι καὶ συλλυπεῖσθαι . τούτου γὰρ δεῖ προσυπακούειν . Εἴρηται μικρὸν ἔμπροσθεν
4769742 σθεναρον
χρεία . Ἀμφότερον : ἔχειν . κραιπνόν : ἐλαφρόν . σθεναρόν : δυνατόν . μάχεσθαι : πολεμεῖν . Ἄρα :
μοι δέμας ὧδε κερασσάμενοι φορέοιεν , ἀμφότερον κραιπνόν τε θέειν σθεναρόν τε μάχεσθαι . καὶ δ ' ἄρα δεξιτερῇ μὲν
4768792 κτενω
' ἐς ὑμᾶς : παῖδα δ ' οὔτ ' ἐμὴν κτενῶ οὔτ ' ἄλλον ἀστῶν τῶν ἐμῶν ἀναγκάσω ἄκονθ '
τάδ ' ἧι , τότ ' οἴσομεν : σὲ δὲ κτενῶ . ἧ καὶ νεοσσὸν τόνδ ' , ὑπὸ πτερῶν
4765662 ψευστας
κακοστόμους , ἀλλοπροσάλλους , κακογνώμονας , ἐξαπατητάς , κυκητάς , ψεύστας , διαβόλους , ἐπιόρκους , βαθυπονήρους , ἐπιβουλευτικούς ,
τις ἐρωτάσαι τὼς λέγοντας , ὡς ὁ αὐτὸς λόγος εἴη ψεύστας καὶ ἀλαθής , ὃν αὐτοὶ λέγοντι , πότερός ἐστιν
4760606 μολῃ
προσιδεῖν ἐθέλεις ὅντινα κεῖται , δέρκου θαρσῶν : ὁπόταν δὲ μόλῃ δεινὸς ὁδίτης , τῶνδ ' ἐκ μελάθρων πρὸς ἐμὴν
τύραννον ἐμπορεύεται , κείνου ' στὶ δοῦλος , κἂν ἐλεύθερος μόλῃ , ” ἐνέβαινεν ἐς τὸ σκάφος . καὶ ἐν
4760311 σχετλιαστικον
ἐν Πύλῳ ἀποδυρόμενος πρὸς τὸν ἕτερον . Ἰατταταιάξ ] ἐπίρρημα σχετλιαστικόν . τῶν κακῶν ] ἕνεκα . Παφλαγόνα : τὸν
, ἀντὶ τοῦ ἐλθέ , καὶ ἐντεῦθεν τὸ ἰού τὸ σχετλιαστικόν . ὀξύνονται δὲ κατὰ τὸν κανόνα : πᾶσα δίφθογγος
4760221 φρονεοντι
ἐλάσειε τανύσσειέν τ ' ἐπὶ γαίῃ . ὧδε δέ οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι , ἦκ ' ἐλάσαι , ἵνα
ἀναχωρήσας , ἦ πειρήσαιτο καὶ οἶος . ὧδε δέ οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι βῆναι ἐπ ' Αἰνείαν : τὸν
4760110 δουρατεον
ἔμελλεν : αἶσα γὰρ ἦν ἀπολέσθαι , ἐπὴν πόλις ἀμφικαλύψῃ δουράτεον μέγαν ἵππον , ὅθ ' εἵατο πάντες ἄριστοι Ἀργεῖοι
σκύφος ἔχαιρον δεχόμενος . Φαίδιμός τε ἐν πρώτῳ Ἡρακλείας : δουράτεον σκύφος εὐρὺ μελιζώροιο ποτοῖο . καὶ παρ ' Ὁμήρῳ
4759243 μικκος
οἷον , ἴλλος : ἵππος : ἴννος : ὕῤῥας : μικκός : φρίσσω : ψύλλος : σκύλλος : κυλλός :
τις ἢ ' ρυθρέων ἤκει , φαλακρός ? ? , μικκός : αὐτὸ ἐρεῖς εἶναι Πρηξῖνον , οὐδ ? ?
4754166 ἀναφορικαι
[ δὲ ἀναφορικαὶ ] καὶ τικτικαί ? [ ] , ἀναφορικαὶ [ μὲν οἷον ] ἐκεῖνος ? [ , δεικτικαὶ
πρεσβύτερόν ἐστι τῆς ἀντωνυμίας . . Ἴσως γὰρ καὶ αἱ ἀναφορικαὶ ἀντωνυμίαι ἀντ ' ὀνομάτων εἰσὶ τῶν σὺν ἄρθροις λεγομένων

Back