παρ ' Ἀριστάρχου φεύγοντος : τοῦτον τὰ τῆς φυγῆς ἐφόδια ἀπεστέρησας , οὐκ αἰσχυνθεὶς τὴν φήμην , ἣν προσεποιήσω ,
καὶ διὰ τοῦτο φεύγειν . . . . ἀντὶ τοῦ ἀπεστέρησας . . ζηλωτὴς ] οἷον ἐραστὴς εἶναι κατὰ τὸν
6448797 ἀπεκρυπτε
δὲ εἰς ἄνδρας ἧκε , πάντα ἀπεκάλυψεν , ἃ τότε ἀπέκρυπτε . καὶ τοῦ μὲν ἄλλου σώματος ἔξωρος γενόμενος ἠμέλησε
Ὁ δ ' εὐνοῦχος ἐλθὼν πρὸς βασιλέα τὴν μὲν ἀλήθειαν ἀπέκρυπτε τῶν γεγονότων , ἀσχολίαν δὲ ἐσκήπτετο καὶ τήρησιν ἀκριβῆ
6436886 Ἰδιας
' ἔχῃ . Ἱκανὸν τὸ νικᾶν ἐστι τοῖς ἐλευθέροις . Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς . Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ
ἔχων ἀπέρχεται † πολλὰ καταλείψας δάκρυα καὶ στενάγματα . } Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς : φίλος με λυπῶν
6359883 εὑρατο
τοῦ Ἀχέροντος δίνη . τὸν Μοίσαις φίλον : καθὸ πρῶτος εὕρατο βουκολικά . τὸν οὐ Νύμφαισιν ἀπεχθῆ : ἐπεὶ μία
τὴν ἰατρικήν . Οὗτος καὶ τὴν διὰ ξεστῶν λίθων οἰκοδομὴν εὕρατο , ἀλλὰ καὶ γραφῆς ἐπεμελήθη . Οἱ δὲ λοιποὶ
6337805 μνηστηρα
Οἰνομάου τὰς ἵππους , ὁ δὲ ἐν τῷ δρόμῳ τὸν μνηστῆρα , ὁπότε ἐγγὺς γένοιτο , κατηκόντιζεν . Ἱπποδαμείας δὲ
, τότε ἄρχεσθαι τοῦ δρόμου τὸν Οἰνόμαον καὶ διώκειν τὸν μνηστῆρα , ἔχοντα δόρυ καὶ ἡνίοχον τὸν Μυρτίλον : εἰ
6239820 παρεσκευασε
ἐν μέσῳ κειμένων ἀμφοτέρων τῶν σπλάγχνων , δεσμὸν ἡ φύσις παρεσκεύασε σκληρὸν ἕνα καὶ παχύν , ἀμφίεσμά τε ἅμα τῆς
εὐθύμους ποιῆσαι βουλόμενος πρὸς τὸν κίνδυνον τῆς μάχης , ἱερεῖα παρεσκεύασε , Σουδίνου Χαλδαίου μάντεως θυσίαν βραβεύοντος . ὁ μὲν
6229052 χειροτονησας
καὶ λόγῳ χρησομένην καὶ ἔργῳ δεησομένην . ἐγὼ δὲ ἐμαυτὸν χειροτονήσας ἥκω μέγα μὲν ποιούμενος , εἰ ὁπόσον εὔχομαι ,
τοῦ ἀδελφοῦ Σενῶνος προτέρου τὴν κεφαλὴν ἀποκόψας , ὃν καίσαρα χειροτονήσας ἐπέστησε ταῖς Γαλλίαις , ὅτε ἀντεξῆγε Κωνσταντίῳ τὴν δύναμιν
6211558 ἐδεδοικει
ἀχαριστίας ἐς πεῖραν ἐρχόμενος διὰ μακροῦ , καὶ τὴν αἰτίαν ἐδεδοίκει τοῦ τοσοῦδε πολέμου πρῶτος ἐμβαλὼν ἐν Ἰβηρίᾳ , ἐγνώκει
καὶ ἂν ἤδη ἀφῖχθαι αὐτὸν παρὰ βασιλέα , εἰ μὴ ἐδεδοίκει Πάρθους . . . . ὠνητή : καὶ τὴν
6172704 Ἐχων
' ἂν ἐφ ' ἡμῶν , οὐχὶ τὸ πρωΐ . Ἔχων δὲ τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὰς ἐν τῷ πολέμῳ ἀνδραγαθίας
' ἀληθῆ λέγω , κάλει μοι τούτων τοὺς μάρτυρας . Ἔχων μὲν τοίνυν ἣν ἐπείσθη τῶν αὑτοῦ τιμήν , δεηθεὶς
6170513 φρυαττομενον
Δημάδης δὲ ὁ ῥήτωρ ἐξ αὐλητρίδος ἐπαιδοποιήσατο Δημέαν , ὃν φρυαττόμενον ἐπὶ τοῦ βήματος ἐπεστόμισεν Ὑπερίδης εἰπών : οὐ σιωπήσῃ
χρυσῶν κυλίκων ἄφθονον πλῆθος κατασκευάζεσθαι , εἰ μὴ διὰ τὸν φρυαττόμενον μεγάλα τῦφον καὶ τὴν ἐπ ' αἰώρας φορουμένην κενὴν
6145341 Παιανιος
βουληθῇς , πρᾶττε , τῆς δὲ δυνάμεώς σου ταύτης ἀπολαυσάτω Παιάνιος , περὶ ὃν Ἀκάκιός τε ὁ σοφὸς καὶ ἐγὼ
Προΐσταται μὲν τὸν ἄρχοντα τῆς ὁδοῦ καὶ τὰς δίκας ὁ Παιάνιος ἡμῖν , ἄγει δὲ αὐτὸν ἐκεῖσε παλαιῶν παιδικῶν πό
6136269 Τισαφερνης
τὰ ὅπλα . Κλέαρχος ὑπεκρίνατο προσίεσθαι τοὺς λόγους , ὅπως Τισαφέρνης ἐλπίδι σπονδῶν ἐς τὰς κώμας διαπέμψειε τοὺς πολλοὺς τῶν
. . : ἐπεὶ δὲ Κλέαρχον καὶ τοὺς ἄλλους στρατηγοὺς Τισαφέρνης ἐξηπάτησε , καὶ παρεσπόνδησεν ὅρκων γενομένων , καὶ συλλαβὼν
6125438 ἀπεστερημενος
, ἀρρωδέων μὴ ἑωυτὸν ἐκφήνας τὸ παράπαν τῆς Ἑλλάδος ᾖ ἀπεστερημένος . Κατεφάνη δὲ τῷ Δαρείῳ τεχνάζειν ἐπιστάμενος , καὶ
λωποδύται , καὶ τεκμήριον ὁ Δημοσθένους νεκρὸς τῆς ἐσθῆτος οὐκ ἀπεστερημένος . καὶ ἐν τοῖς συνεζευγμένοις δὲ στοχασμοῖς πολλὰ ἐμπίπτει
6100635 συσχεθεισα
ἐγένοντο , οἱ δὲ σφόδρα ἐμπιστευθέντες προδόται . ἔλαφος δίψει συσχεθεῖσα παρεγένετο ἐπί τινα πηγὴν τοῦ πιεῖν . πιοῦσα δὲ
οἳ τὴν ἀλήθειαν οὐκ εἰδότες ἀπατᾶν νομίζουσιν . ἔλαφος δίψῃ συσχεθεῖσα παρεγένετο ἐπί τινα πηγήν . πιοῦσα δὲ ὡς ἐθεάσατο
6096516 Δωδωνιδας
Πληιάδες εἴρηνται . Φερεκύδης δὲ . . . τὰς Ὑάδας Δωδωνίδας νύμφας φησὶν εἶναι καὶ Διονύσου τροφούς . . .
„ . καὶ Σοφοκλῆς Ὀδυσσεῖ ἀκανθοπλῆγι ” τὰς θεσπιῳδοὺς ἱερίας Δωδωνίδας ” . Ἀπολ - λόδωρος δὲ ἐν αʹ περὶ
6095597 ἀπεωσαμην
δεῖ τοιαύτης εἰκόνος ; εἰ γὰρ μὴ τοὺς πολεμίους ῥητορεύων ἀπεωσάμην , ἐν ὑμῖν δὲ δημηγορῶν ἔπεισα θαρρῆσαι τὴν ἔξοδον
γοῦν βέβληκεν ὡς οὖς ' ἑπτέτις . τὸν ἄνδρ ' ἀπεωσάμην τε κἀπεγλαψάμην . ἀκράχολον καὶ δύσκολόν τι φθέγγεται .
6093810 ἐδεξιουτο
πιστὴ ψυχή , οἴχῃ δὴ ἀπολιπὼν ἡμᾶς ; καὶ ἅμα ἐδεξιοῦτο αὐτὸν καὶ ἡ χεὶρ τοῦ νεκροῦ ἐπηκολούθησεν : ἀπεκέκοπτο
ἐν κόσμῳ τῷ πρέποντι ἑκάστῳ προσέφερον . ὁ δὲ αὐτοὺς ἐδεξιοῦτο μέν , οὐχ ὑπανέστη δὲ προσιοῦσιν οὐδ ' ἐπιμένουσιν
6082324 εὐμοιριας
, οὐδαμοῦ τῦφον ἢ πομπὴν παρεχόμενον βασιλικήν . τοιαύτης δὲ εὐμοιρίας καὶ εὐταξίας κατεχούσης τὸν βίον μόνοι οἱ δορυφόροι ,
ἄγεται . τοὺς μὲν οὖν τοιούτους τῆς περὶ τὴν φύσιν εὐμοιρίας ἀποδεκτέον : εἰσὶ δέ τινες τῶν ἀσκητῶν , οἷς
6080006 τευξομενος
τύχω οὗ δέομαι ; Ἐγὼ δέ σοι λέγω ὅτι ὡς τευξόμενος ἀπέρχου ; οὐχὶ δὲ μόνον , ἵνα πράξῃς τὸ
, χάριν τε ὧν παρεσχόμην αὐτῷ κομιούμενος καὶ προμηθείας δηλονότι τευξόμενος παρ ' αὐτοῦ ; Καὶ οὐκ ἔσθ ' ὅπως
6076501 μαρτυρησων
κράτει . τί τοῦδε σοὶ μέτεστι πράγματος λέγε . καὶ μαρτυρήσων ἦλθονἔστι γὰρ νόμῳ ἱκέτης ὅδ ' ἁνὴρ καὶ δόμων
ἐπιθύσας . ὡς μὲν ἀναίτιος εἶ τοῦδε φόνου τίς ὁ μαρτυρήσων ; πῶ πῶ ; πατρόθεν δὲ συλλήπτωρ γένοιτ '
6073548 ἐκπραξας
μαντικήν . ἐπώπτευσας ] εἶδες . φοιτὰς ] μανική . ἐκπράξας ] ἤγουν φονεύσας . ἀντεπίξηνον ] ἐναντίον , διάδοχον
ὀφειλέτω : πραττέσθω δὲ ὁ ταμίας τῆς θεοῦ , μὴ ἐκπράξας δὲ αὐτὸς ὀφειλέτω καὶ ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου
6071753 ἠθροιζε
τοῦ Φιλομήλου . αἱρεθεὶς δὲ στρατηγὸς αὐτοκράτωρ μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε καὶ τὰς τῶν τετελευτηκότων τάξεις ἀναπληρώσας καὶ τῷ πλήθει
. οὗτος δὲ τὴν γεγενημένην συμφορὰν διορθούμενος μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε , διπλασιάσας τοὺς εἰωθότας μισθούς , καὶ παρὰ τῶν
6069371 ἑωρας
, σε Καλλίαν τουτονὶ προαγωγεύσαντα τῷ σοφῷ Προδίκῳ , ὅτε ἑώρας τοῦτον μὲν φιλοσοφίας ἐρῶντα , ἐκεῖνον δὲ χρημάτων δεόμενον
ἄν σοι τεκμήριον ὅτι μοχθηροί εἰσι τούτων διδάσκαλοι , εἰ ἑώρας αὐτοὺς διαφερομένους ; Ἔμοιγε . Τί δὲ δή ;
6067771 Μαγας
νεωτερίσειαν , ἀνεῳγυῖαν ἔχοι τὴν διὰ τῶν πυλῶν εἴσοδον . Μάγας Παραιτώνιον κατασχὼν συνέταξε τοῖς φρυκτωροῖς πυρσὸν φίλιον αἴρειν ἑσπέρας
. Παρὰ τοῦ βασιλέως γράμμαθ ' ἥκει σοι Μάγα . Μάγας , κακόδαιμον , γράμματ ' οὐκ ἐπίσταται . Οὐ
6067193 Ψαμαθης
. τάφοι δέ εἰσιν ὁ μὲν Λίνου τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ψαμάθης τῆς Κροτώπου , τὸν δὲ λέγουσιν εἶναι Λίνου τοῦ
τοῦ ἐν Δελφοῖς ἐγένετο . Φώκου δὲ τοῦ Αἰακοῦ καὶ Ψαμάθης καὶ Ἀστεροδίας τῆς Δηιονέως ἐγένετο Πανοπεὺς καὶ Κρῖσος ὁ
6064337 βιαζων
θυγατέρα , ταύτην μνηστευθεὶς ἐβούλετο πρὸς γάμον . Ἐπέκειτο γοῦν βιάζων καθ ' ἑκάστην γονεῖς τῆς κόρης δοῦναι τὴν θυγατέρα
καὶ γέγονεν ὕστερον . διαβληθεὶς γὰρ παρ ' Ἱπποδαμείας ὡς βιάζων αὐτὴν ἢ , ὡς οἱ πολλοί φασι , πειράζων
6056716 Ἱκετας
μὲν ἐστράτευσεν ἐπὶ Λεοντίνους : εἰς ταύτην γὰρ τὴν πόλιν Ἱκέτας κατεπεφεύγει μετὰ δυνάμεως ἀξιολόγου . τὸ μὲν οὖν πρῶτον
τοῖς ὀδοῦσι πατάξαι καὶ διελάσαντα τὴν πληγὴν κτεῖναι . Ὅτι Ἱκέτας ἐννέα ἔτη δυναστεύσας Συρακόσας ὑπὸ Θοίνωνος τοῦ Μαμέως ἐκβάλλεται
6051674 Βαιον
λύπη : ὑπερέβη γὰρ τὴν λύπην ἡ μέθη . . Βαιόν : ὃ λέγεται καὶ ἠβαιόν : ἔστι δὲ τριγενὲς
ταῦτα . ἀγειρόμενοι : ἀνορθούμενοι , συναθροιζόμενοι , ἀγείροντες . Βαιόν : ὀλίγον , μικρὸν , μικρὸν νοῦν . θαρσήσαντες
6051364 Μεσημβριας
εἰς Μεσημβρίαν πόλιν ἐνενήκοντα : ὅρμος ναυσίν . καὶ ἐκ Μεσημβρίας εἰς Ἀγχίαλον πόλιν στάδιοι ἑβδομήκοντα , καὶ ἐξ Ἀγχιάλου
φασίν τινες μὲν βαρβάρων , τινὲς δ ' ἄποικον γεγονέναι Μεσημβρίας . Κάλλατις , ἀποικία τῶν Ἡρακλεωτῶν γενομένη κατὰ χρησμόν
6041419 Χαροπος
μὲν οὖν μάρτυρ μάρτυρος ὁ μάρτυρος , Χάροψ Χάροπος ὁ Χάροπος ‚ Χαρόποιό τ ' ἄνακτος ‚ , Τροίζην Τροίζηνος
τῷ Ω , προπαροξύνεται : ἄροπος Ἄναπος ἀστέροπος ὄλυμπος Εὔριπος Χάροπος . σεσημείωται τὸ ἀτραπός ὀξυνόμενον . τὰ δὲ παραληγόμενα
6040550 Ὑβρεως
. . . . , , : Ἐπιμενίδης ὁ παλαιὸς Ὕβρεως καὶ Ἀναιδείας Ἀθήνησιν ἀναστήσας βωμούς . . . ,
ἑστᾶσιν ὅσοι δίκας ὑπέχουσι καὶ οἱ διώκοντες , τὸν μὲν Ὕβρεως τὸν δὲ Ἀναιδείας αὐτῶν ὀνομάζουσι . πλησίον δὲ ἱερὸν
6040470 ἐξελυσε
τὴν ψυχὴν διέφθειρεν , ἀλλὰ καὶ τὰς τῶν δυνάμεων ὁρμὰς ἐξέλυσε , καὶ οἱ στρατιῶται τὸν χειμῶνα κατατετριφότες ἐν ἀνέσει
ἡ πάλης ἐμπείραμος τὴν πρόσθ ' ἄνασσαν ἐμβαλοῦσα Ταρτάρῳ ὠδῖνας ἐξέλυσε λαθραίας γονῆς , τὰς παιδοβρώτους ἐκφυγοῦς ' ὁμευνέτου θοίνας
6039296 Σωσιθεου
εἶπεν , ” ἐγὼ οὐκ αἰσθάνομαι ὅτι αἰσθάνῃ ; “ Σωσιθέου τοῦ ποιητοῦ ἐν θεάτρῳ εἰπόντος πρὸς αὐτὸν παρόντα ,
Φυλομάχη ἡ μήτηρ ἡ Εὐβουλίδου τοῦ πατρὸς τοῦ Φυλομάχης τῆς Σωσιθέου γυναικός . Μαρτυρεῖ πάππον εἶναι ἑαυτοῦ Ἀρχίμαχον καὶ ποιήσασθαι
6037647 ὠλες
; μισοῦν γε πατρίδα σὴν Ἀχιλλέως φόνωι . Ἑλένη νιν ὤλες ' , οὐκ ἐγώ , μήτηρ γε σή .
ἐμάνητε , πᾶσά τ ' ἐξεβακχεύθη πόλις . Διόνυσος ἡμᾶς ὤλες ' , ἄρτι μανθάνω . ὕβριν γ ' ὑβρισθείς
6035775 καταχθεντας
εἰς ἣν ἂν ἔλθωσι πρώτην , ἐν ταύτῃ κατοικήσειν . καταχθέντας δὲ τῆς Ἰταλίας περὶ τὰ καλούμενα Πωμεντῖνα πεδία τό
παρεκλέγων , θαλάττης ἀγριώτερος , χειμῶνος βιαιότερος , καταδύων τοὺς καταχθέντας , ἀπάνθρωπος , ἐπαχθής , ἄπληστος , ἄμετρος ,
6034152 καταβληθεις
αὖ θέρμον εὐθὺς ἀπὸ τῆς ἅλω δι ' ὅτι μὴ καταβληθεὶς ἔτι θερμῆς οὔσης τῆς γῆς κακοβλαστὴς γίνεται . Τούτου
τὴν Ἰοκάστην . . ἵν ' ἐτράφη ] ὅπου σπέρμα καταβληθεὶς ηὐξήθη . . ῥίζαν ] γονήν . αἱματόεσσαν ]
6032953 ἐζημιωσε
ἐλέῳ τῆς ἱκεσίας οὔτε ἔκτεινεν οὔτε ἀνέστησεν , ἀλλὰ χρήμασιν ἐζημίωσε καὶ τῆς πόλεως μέρος διατειχίσας ἐσήγαγεν ἐς αὐτὸ φρουρὰν
, ὀλίγους δὲ πάνυ τοὺς αἰτίους τῆς ἀποστάσεως φυγαῖς ἀιδίοις ἐζημίωσε , τοῖς δ ' ἄλλοις ἅπασι τὰ σφέτερα συνεχώρησεν
6020049 Μηδας
μηχαναῖς ἀναφλέγων . ὃς οὔτε τέκνων φείσετ ' οὔτε συγγάμου Μήδας δάμαρτος ἠγριωμένος φρένας , οὐ Κλεισιθήρας θυγατρός , ἧς
ἔστι δὲ Ἀντίοχος τῶν παίδων τῶν Ἡρακλέους , γενόμενος ἐκ Μήδας Ἡρακλεῖ τῆς Φύλαντος , καὶ τρίτος Αἴας ὁ Τελαμῶνος
6018736 Ἀτταλῳ
τῷ Περγάμου βασιλεῖ . ὃ δέ ἠρνήσατο καὶ τοῖς ἀδελφοῖς Ἀττάλῳ τε καὶ Φιλεταίρῳ θαυμάζουσιν , ὅτι κῆδος βασιλέως τοσοῦδε
καὶ διὰ πάσης γέγονε τῆς οἰκουμένης , ἀθάνατον ἀπονέμοντα δόξαν Ἀττάλῳ τῆς πραγματείας ἐπιγραφὴν εἰληφότι . Ἐγὼ δ ' ἀκούων
6017879 ἀθυμιᾳ
παῖς καὶ Ἡλίκης , ἀκούσας περὶ τῆς Ῥήσου τελευτῆς καὶ ἀθυμίᾳ συσχεθεὶς ἑαυτὸν ἔρριψεν εἰς ποταμὸν Παλαιστῖνον , ὃς ἀπ
πᾶν ἠφάνιστο καὶ ἡ ψυχὴ καταπεπτώκει , ὥστε ἐν πολλῇ ἀθυμίᾳ τὸν Λυκομήδην καὶ τὴν Θεμιστὼ γεγονέναι , οὐκ εἰδότας
6011104 βραβευς
. καὶ ἐμοὶ μὲν παρεσκεύαστο ἐλεγεῖον τοιονδὶ Ποιητὴς ἀέθλων τε βραβεὺς αὐτός τε χορηγὸς , σοὶ τόδ ' ἔθηκεν ἄναξ
αὐτὸν τεθνάναι . Ἀρτεμβάρης δὲ : ὁ Ἀρτεμβάρης δὲ ὁ βραβεὺς καὶ ὁ ἡγεμὼν καὶ ὁ διοικητὴς τῆς μυρίας καὶ
6001573 ἐκπεπληρωκε
καὶ περὶ τοῦ διαλεκτικοῦ συλλογισμοῦ καὶ τὸν οἰκεῖον ἤδη σκοπὸν ἐκπεπλήρωκε . νῦν οὖν ἰδίᾳ μέλλει διαλαβεῖν καὶ διδάξαι περὶ
καθ ' ἕκαστον δὲ διακόσμασις τὸ ὅλον καὶ τὸ πᾶν ἐκπεπλήρωκε . τούτῳ δὲ τὰ ζῷα ἀκολουθεῖ διὰ τὸ τᾷ
5983624 Ἰακωβος
αὐτήν : ἐπάνεισι δὲ Ἡσύχιος ἐν Βυζαντίῳ : ὅπερ γνοὺς Ἰάκωβος ἦλθε πρὸς αὐτόν : καὶ τότε παιδείας ἤρξατο καὶ
ὑπόχρεων τὴν οὐσίαν καταλιπεῖν ταῖς θυγατράσι . , . . Ἰάκωβος Ἰάκωβος , Ἡσυχίου υἱὸς ἰατροῦ , ὁ ἐπικληθεὶς Ψύχριστος
5981616 Κερκυονος
Ἱπποθόωντος : ὃς ἦν υἱὸς τοῦ Ποσειδῶνος ἐξ Ἀλόπης τῆς Κερκυόνος : οἱ δὲ Κε - λεοῦ , ὑπὸ τῆς
Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός : μητρὸς δὲ Λυσιμάχης τῆς Κερκυόνος τοῦ Ποσειδῶνος . ὡς δὲ Ἑλλάνικος , Μειλανίωνος τοῦ
5980324 Ὀπιου
πάσχοντας : ἔχει δὲ ἡ γραφὴ αὐτοῦ . οὕτως : Ὀπίου . . . . . . . . .
ἄρτῳ κατάπλασσε . Πρὸς τοὺς ἐν τοῖς βλεφάροις ἄνθρακας . Ὀπίου , μίσυος ὀπτοῦ , ἀκακίας , λεπίδος χαλκῆς ἀνὰ
5979192 Σιλουιος
Ῥωμαῖοι ὡς μηδὲ οἰκόπεδον αὐτῆς καταλειφθῆναι . διαδέχεται δὲ τοῦτον Σίλουιος τρίτον : εἶτα τέταρτον Αἰνείας ἄλλος : τοῦτον πέμπτον
τελευτήσαντος ἔτει τετάρτῳ μετὰ τὴν Ἄλβης οἴκισιν ἐκδέχεται τὴν ἀρχὴν Σίλουιος . καὶ Σιλουίου παῖδα Αἰνείαν Σίλουιόν φασιν , Αἰνείου
5975360 μεθυσας
, καὶ ταύτῃ μηδὲ τὰς πύλας ἔχειν παρεγγυησάμενος κεκλεισμένας , μεθύσας τε τὸν δῆμον , ἐκ συνθήματος κατὰ τὴν αὐτὴν
αὖθις δὲ ἐλθὼν εἰς Χίον Μερόπην τὴν Οἰνοπίωνος ἐμνηστεύσατο . μεθύσας δὲ Οἰνοπίων αὐτὸν κοιμώμενον ἐτύφλωσε καὶ παρὰ τοῖς αἰγιαλοῖς
5965210 προεπεμψεν
συμφοράν . Ὡς δὲ ἤδη παρεσκευάζοντο εἰς Συρίαν ἀπιέναι , προέπεμψεν ὁ Ἄψυρτος τὴν θυγατέρα μετὰ δώρων πολλῶν , ἐσθῆτάς
Νέμεσιν προσεκύνησε . μόνην δὲ Πλαγγόνα προσμεῖναι κελεύσασα τοὺς λοιποὺς προέπεμψεν εἰς τὴν ἔπαυλιν . ἐπεὶ δὲ ἀπηλλάγησαν , στᾶσα
5960722 ῥυσαμενος
αἴης . ῥηιδίως Διόνυσον ? ? ἐνὶ στεφέεσσι καὶ Νεῖλον ῥυσάμενος πολύτεκνον ἀεὶ θεὸς ἐγγυαλίξοι οὐλομένης ἀπάνευθεν γάμον προφερέστατον ἄλλων
χάρακι μεγάλην ἔφη δεδωκέναι δωρεὰν τὰ σώματα αὐτῶν ἐκ θανάτου ῥυσάμενος . ταῦτα πράξας καὶ τὸν Μηνύκιον ἀποθέσθαι τὴν ἀρχὴν
5956554 σαπρου
τῆς φθορᾶς . Ἐν ἅπασι δ ' ἐστὶν ἡ τοῦ σαπροῦ κακωδία καὶ ἐν φυτοῖς καὶ ἐν ζώοις καὶ ἐν
' ὀλίγου , ὅτε τοῦ πλεύμονος διαπύου ἐόντος ὅλου καὶ σαπροῦ : ἢν δὲ ἔξω κατακεχυμένον ἔσω τράπηται καὶ λάβῃ
5955639 Στασανωρ
ἔθεντο . Ἀραχωσίων δὲ καὶ Γαδρωσίων ἐπῆρχε Σιβύρτιος , καὶ Στασάνωρ ὁ Σόλιος Ἀρείων καὶ Δραγγῶν ἡγεῖτο . Φιλίππου δὲ
: οἱ δ ' ἐνοικοῦντες Σόλιοι καλοῦνται . ἐντεῦθεν ἦν Στασάνωρ τῶν Ἀλεξάνδρου ἑταίρων , ἀνὴρ ἡγεμονίας ἠξιωμένος : ὑπέρκειται
5954085 Ἀντιασας
ἐπιτιθήσας . αἰόλος : διὰ τὴν πανουργίαν , πανοῦργος . Ἀντιάσας : ἐξ ἐναντίας ἐλθὼν , συναντήσας τὴν νῆα .
κακῆς . Ἅλμενος : πηδήσας . ἀνέσχε : ἀνῆλθεν . Ἀντιάσας : συναντήσας . Κέκλεται : σημαίνει . αὖ :
5951026 ἐξεπορθησε
τοῖς πλησιοχώροις ἐπέστησεν . Ἑξῆς δὲ τήν τε Σάμβου βασιλείαν ἐξεπόρθησε καὶ τὰς πλείστας πόλεις ἐξανδραποδισάμενος καὶ κατασκάψας κατέκοψε τῶν
υἱὸν ἔκτεινε φόρους πρήσσοντας παρ ' Εὐβοέων . καὶ Κυλικρῆνας ἐξεπόρθησε ληιζομένους , καὶ αὐτόθι πόλιν ἐδείματο Ἡράκλειαν τὴν Τρηχινίαν
5948931 Ἑλενον
πλησίον Ἡρακλείας τῆς ὑπὸ τῇ Οἴτῃ . τὰ δὲ ἐς Ἕλενον τὸν Πριάμου δεδήλωκεν ὁ λόγος ἤδη μοι , μετὰ
δὲ Ὀλυμπιὰς ἡ μήτηρ αὐτοῦ εἰς Πύρρον τὸν Ἀχιλλέως καὶ Ἕλενον τὸν Πριάμου * τὸ γένος τὸ ἀνέκαθεν ἀνέφερεν *
5948898 Ἰολης
, τούτου ? [ ] ? δὲ ? [ καὶ Ἰόλης ] ⌊ Κλεοˈδαῖον ⌋ [ ] ? , Κλεοδαίου
. γ . Ἴφιτος αὖθ ' ἵππους διζήμενος . τὸν Ἰόλης ἔρωτα οὐκ οἶδεν ὁ ποιητής , οὐδὲ ὡς ἀποτυχὼν
5947285 Λαυνας
ἔλεξαν , ἀπὸ τῆς Ἀνίου τοῦ Δηλίων βασιλέως θυγατρός , Λαύνας καὶ τῆςδε ὀνομαζομένης , ἧς ἀποθανούσης νόσῳ περὶ τὸν
ἀδελφὸς ὢν Ἀσκανίου , μετὰ τὸν Αἰνείου θάνατον γενόμενος ἐκ Λαύνας τῆς Λατίνου θυγατρός . . . . . .
5944282 Ἀρειων
, ἵνα καὶ Σατιβαρζάνης ἧκε παρ ' αὐτὸν ὁ τῶν Ἀρείων σατράπης . τούτῳ μὲν δὴ τὴν σατραπείαν ἀποδοὺς ξυμπέμπει
μικρός . Λῴων : βελτίων , ἀπὸ τοῦ λωΐων . Ἀρείων : κρείττων . Κῷος : ἀπὸ τῆς Κῶ νήσου
5943829 Ἀγχισην
: Ῥῶμον δὲ Καπύην μὲν ἀπὸ τοῦ προπάππου Κάπυος , Ἀγχίσην δὲ ἀπὸ τοῦ προπάτορος Ἀγχίσου , Αἰνείαν δὲ τὴν
. ὄντος δὲ τοῦ Αἰνείου ἐκεῖ ἔτυχε τὸν πατέρα αὐτοῦ Ἀγχίσην τελευτῆσαι . καὶ πολυτρόπως αὐτὸν καύσας τὸν χοῦν αὐτοῦ
5939933 Ἀχαιου
ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον πολεμικῶν ἀνδρῶν . δορὶ σὺν ἀσπίδι : Ἀχαιοῦ ἐστιν ἐκ Μώμου . οὐδὲν δὲ χεῖρον ὁλόκληρον θεῖναι
, δορὸς ἄγραν δουλίαν , ψαφαρᾷ σποδῷ ὑπ ' ἀνδρὸς Ἀχαιοῦ θεόθεν περθομέναν ἀτίμως , τὰς δὲ κεχειρωμένας ἄγεσθαι ,
5930037 Δαρειαιος
, ἐπεὶ ἡ Παρύσατις ἐπεκάμφθη , συνεχώρησε καὶ Ὦχος ὁ Δαρειαῖος , εἰπὼν Παρυσάτιδι πολλὰ μεταμελήσειν αὐτήν . τελευτᾶι ἡ
δὲ Ξέρξης Ὀνόφα θυγατέρα Ἀμῆστριν , καὶ γίνεται αὐτῶι παῖς Δαρειαῖος , καὶ ἕτερος μετὰ δύο ἔτη Ὑστάσπης , καὶ
5928282 ἐγγυᾳ
δ ' αὐτὸν ἀπὸ τῆς ὀνειροκριτικῆς ἐγχωρίῳ γλώττῃ προσαγορεύσας καὶ ἐγγυᾷ πρὸς γάμον αὐτῷ τὴν ἐπιφανεστάτην τῶν κατ ' Αἴγυπτον
ἐναλεῖψαι δὲ ἐπὶ ὀφθαλμῶν . ἐγγυᾷ καὶ ἐγγυᾶται διαφέρει . ἐγγυᾷ μὲν γὰρ ὁ διδούς , ἐγγυᾶται δὲ ὁ λαμβάνων
5927331 Χαλκιδεως
ὑπῆρχον δὲ αὐτῷ καὶ ἐκ τῶν πέντε νεῶν στρατιῶται ὑπὸ Χαλκιδέως ἐς πεντακοσίους ξὺν ὅπλοις καταλειφθέντες . ἐπαγγελλομένων δέ τινων
' ἐμοῦ Ἑλλήνων ἀντειλῆφθαι φιλοσοφίας , ἀκουστὴς μὲν γεγονὼς τοῦ Χαλκιδέως πρεσβύτου , θεραπεύων δὲ οὐ τὴν νέαν ᾠδήν ,
5926747 ἀλγουσα
ἐγκυμονήσεως . τὸν μὲν κνιζομένη , ἀντὶ τοῦ λυπουμένη , ἀλγοῦσα , κατελίμπανεν ἐν γῇ : δύο δὲ δράκοντες γλαυκῶπες
καὶ ἡ ψυχὴ εὐθέως ἐπέβαλε τὸ εἶδος τῶν πραγμάτων αὐτῇ ἀλγοῦσα τῷ ἀορίστῳ , οἷον φόβῳ τοῦ ἔξω τῶν ὄντων
5923615 προυδωκα
τί καίνεις μ ' ; ἀντὶ τοῦ ; ποίαν πόλιν προύδωκα ; τίνα σῶν ἔκτανον παίδων ἐγώ ; ποῖον δ
σε νικῶ θνητὸς ὢν θεὸν μέγαν : παῖδας γὰρ οὐ προύδωκα τοὺς Ἡρακλέους . σὺ δ ' ἐς μὲν εὐνὰς
5922786 ἐμβαλοντεϲ
ἅψαϲθαι χιτῶνοϲ . μετὰ δὲ τὴν χειρουργίαν ὀλίγουϲ ἅλαϲ λείουϲ ἐμβαλόντεϲ εἰϲ τὸν τόπον ᾠοβραχὲϲ ἔριον ἐπιδήϲομεν . μετὰ δὲ
εἶναι . ἡμεῖϲ δὲ καὶ εἰϲ χυτρίδιον ἀργυροῦν μέγεθοϲ κυάμου ἐμβαλόντεϲ τῆϲ κόπρου περιήψαμεν ἐνίοιϲ ἕνεκα πείραϲ : ἐθαυμάϲαμεν οὖν
5920923 Θρασυδαιος
φησὶν , αὐτοῦ ἔσχον Ὀλυμπικὰς νίκας , αὐτὸς δὲ ὁ Θρασυδαῖος ἐν τῇ Πυθοῖ στάδιον ἐνίκησε . τὸ δὲ τῷ
τῶν δὲ ἄλλων ὑπὲρ τοὺς τετρακισχιλίους . μετὰ δὲ ταῦτα Θρασυδαῖος μὲν ταπεινωθεὶς ἐξέπεσεν ἐκ τῆς ἀρχῆς , καὶ φυγὼν
5919456 Ἱλαριος
φαινομένων ἢ καὶ παρατρεχόντων σημείων τεκμάρσεως ἀκριβὴς ἦν ἐξεταστής . Ἱλάριος ὁ ἐκ Φρυγίας : ἐπὶ Ἰοβιανοῦ βασιλέως Ῥωμαίων :
ἀπενεγκαμένῳ , Δομνίνῳ τε τῷ φιλοσόφῳ . , . . Ἱλάριος Ἱλάριος , Ἀντιοχεύς , τῆς ἐν Συρίᾳ πόλεως ,
5919211 πολεμικου
καὶ ἐρωτικοῦ , τὴν δὲ δευτέραν εἰς βασιλέως ἐννόμου ἢ πολεμικοῦ καὶ ἀρχικοῦ , τρίτην εἰς πολιτικοῦ ἤ τινος οἰκονομικοῦ
, τουτέστι τῶν ἐκ τοῦ πολέμου νεκρῶν . ἐνυαλίοιο : πολεμικοῦ . Δουριφάτους : δορυφονεύτους . ἐξανελόντες : Καλλίμαχος ἄπελον
5918551 Αἰσθομενος
' ὀργῆς προαχθεὶς ἀνήκεστόν τι γνῶναι περὶ τῶν ἀναγκαίων . Αἰσθόμενος δὲ τοῦτο Ἀντίπατρος τόν τε Νικόλαον ὑπέβλεπε καὶ ἄλλους
Καταπολεμηθέντων καὶ ἰσχυρῶς νικηθέντων . Καιρὸν εἰ φθέγξαιο ] * Αἰσθόμενος ἑαυτὸν ὁ Πίνδαρος ἀκαίρως ἐκβεβηκότα , φησίν : εἰ
5916288 πιστευσασα
καὶ ταξιάρχους καὶ τοὺς ἐν τέλει πάντας . ἡ δὲ πιστεύσασα ὅσον εἶχε κόσμον ἐκπωμάτων , κρατήρων , τραπεζῶν ,
Διὸς τὴν Θέμιν . λέγει οὖν ὅτι τοῖς ταύτης ὅρκοις πιστεύσασα ἔπραξεν ἃ ἔπραξεν . ἥτις , Θέμις , αὐτὴν
5909139 Ἀβραμον
. Ἐπὶ γὰρ τῆς διαιρέσεως τῶν χρόνων τῶν πρακτικῶν κατὰ Ἄβραμον τῶν ἀπὸ τοῦ δαίμονος μεριζομένων , ὅπου δἂν ὁ
φησιν Ἑκαταῖος ὁ τὰς ἱστορίας συνταξάμενος ἐν τῷ Κατ ' Ἄβραμον καὶ τοὺς Αἰγυπτίους , ἄντικρυς ἐπὶ τῆς σκηνῆς ἐκβοᾷ
5906879 ἐπισφαξας
τάφους : κἀνταῦθα κατέθετο ἔν τινι οἰκήματι , πολλὰ μὲν ἐπισφάξας ἱερεῖα , πολλὴν δὲ ἐσθῆτα καὶ κόσμον ἄλλον ἐπικαύσας
; ὡς μή γ ' ἔχηις σύ , τήνδ ' ἐπισφάξας πυρί . κτεῖν ' : ὡς κτανών γε τῶνδέ
5905827 παρασχε
μάλιστα τὸν σπλῆνα νοσεῖ , ἄνθρακας μυρικίνους εἰς ὕδωρ ἀποσβέσας παράσχε πιεῖν . καὶ ἀνθρώπους δὲ οἶνος ἀντὶ τοῦ ὕδατος
ἀνὴρ τῶν στρατηλατῶν οὐ δύναται πάντα θεωρῆσαι , ἀλλὰ βοηθοὺς παράσχε ἑκάστῳ : γράφεται καὶ θράσει : λείπει ἡ ἐν
5905173 διαλλακται
ἐκείνους μισοῦσι μᾶλλον ἢ ἡμᾶς δεδίασιν , ὥσθ ' ἡμεῖς διαλλακταὶ γιγνόμεθα αὐτοῖς . πολὺ γὰρ αὖ μᾶλλον αἱρήσονται τοὺς
, ὃς τὴν ἀδελφὴν Καίσαρος εἶχεν Ὀκταουίαν , ἐδικαίουν οἱ διαλλακταὶ τὴν Ὀκταουίαν Ἀντωνίῳ τὸν Καίσαρα ἐγγυῆσαι . καὶ ὁ
5895025 ἀνελοιτο
. λέγεται δὲ καὶ ἐς αὐτὸν Ἡρακλέα ὡς πάλης τε ἀνέλοιτο καὶ παγκρατίου νίκας . μετὰ δὲ Ὄξυλονδιέθηκε γὰρ τὸν
μιᾶς ἐς τὰς ὀκτώ : λέγεται δὲ καὶ ὡς Πύθια ἀνέλοιτο ἀκονιτί . ἀνηγορεύοντο δὲ οὗτός τε καὶ ὁ Πεισίροδος
5892357 Νικᾳ
Νὺξ μὲν ἀναπαύει , ἡμέρα δ ' ἔργον ποιεῖ . Νικᾷ παλαιὰς χάριτας ἡ νέα χάρις . Νόμιζε πάντα κοινὰ
βροτοῖσι περίοδον τ ' ἔχει Χρόνος διοικῶν ἀστέρων γνωρίσματα . Νικᾷ δὲ τούτων οὐθεὶς ἕτερον , ἀλλ ' ἀεί Ἥκει
5891389 ἐγχειριζοντες
προκληθέντες ἔφθασαν ἀλλήλους προσνέμοντες ἑαυτοὺς τῷ Φιλίππῳ καὶ τὰς πατρίδας ἐγχειρίζοντες . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Θεμιστοκλέους ἐν
καὶ δυνάστας καθιστάντες καὶ πόλεις τὰς μὲν ἐλευθεροῦντες τὰς δὲ ἐγχειρίζοντες τοῖς δυνάσταις τὰς δ ' ὑπὸ τῷ δήμῳ τῷ
5890290 ἀπεστησε
καὶ ἐκτὸς πολεμίων χρήσιμος ἡ παρασκευὴ , καὶ τοῦτο αὐτὸ ἀπέστησε τοῦ πολέμου τοὺς ἐναντίους , τὸ γνῶναι παρεσκευασμένους ὑμᾶς
, διενεχθεὶς δὲ πρὸς Ἀρσινόην τὴν γυναῖκα αὐτοῦ διαβάλλουσαν αὐτὸν ἀπέστησε τὸ χωρίον καὶ πρὸς τοὺς καιροὺς ἐπολιτεύετο ὁρῶν ἐπιτηδείους
5889082 χρυσονομου
ἐφέταις , ἤτοι τοξόταις καὶ ἡγεμόσι , τοῖς ἀπὸ τῆς χρυσονόμου γενεᾶς , ὀχυροῖς , στυφέλοις καὶ σκληροῖς ὁ ἰσόθεος
* ταρακτικοῖς ἢ σκληροῖς . ἐφέταις ] * τοξόταις . χρυσονόμου ] * πλουσιωτάτης : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Πέρσαι .
5885827 ἐθεραπευε
. ὁ γὰρ Μαρῖνος ἐμμένων τῇ παραδοθείσῃ σεμνότητι τῶν φιλοσόφων ἐθεράπευε μὲν τὰ εἰκότα τὸν Θεαγένη : καὶ οὐκ ἦν
ἡμῖν οἰκειότατος καὶ ἡμᾶς εἰς τὴν οἰκίαν τὴν αὑτοῦ λαβὼν ἐθεράπευε καὶ ἐπεμελεῖτο τῶν ἡμετέρων ὥσπερ τῶν αὑτοῦ πραγμάτων ,
5881005 Βαρσινης
δὲ Μακεδόνων ἡγεμονίας πάλαι ὀρεγόμενος ἐκ Περγάμου μετεπέμψατο τὸν ἐκ Βαρσίνης Ἡρακλέα , ὃς ἦν Ἀλεξάνδρου μὲν υἱός , τρεφόμενος
μὲν Ἀρτακάμαν , τῷ δὲ Ἄρτωνιν : Νεάρχῳ δὲ τὴν Βαρσίνης τε καὶ Μέντορος παῖδα : Σελεύκῳ δὲ τὴν Σπιταμένους
5880412 Ὠγυγιας
ἐπίκλησίν ἐστιν Ὑψίστου . τὰς δὲ ἐπὶ ταύταις πύλας ὀνομάζουσιν Ὠγυγίας , τελευταῖαι δέ εἰσιν Ὁμολωίδες : ἐφαίνετο δὲ εἶναί
καὶ ἐπὶ τῶν παλαιῶν σῳζόμενον . προτιμᾷ μὲν Ὀδυσσεὺς αὐτῆς Ὠγυγίας καὶ Καλυψοῦς τὴν μικρὰν Ἰθάκην [ καὶ νῆσον ]
5876799 ἐμισθουτο
συνήγαγεν οὐκ ἐλάττω ταλάντων πεντακοσίων . εὐπορήσας δὲ χρημάτων , ἐμισθοῦτο στρατιωτῶν παντοδαπῶν πλῆθος , καὶ δύναμιν ἀξιόλογον συστησάμενος φανερὸς
ἐς Τεγέην καὶ φράζων τὴν ἑωυτοῦ συμφορὴν πρὸς τὸν χαλκέα ἐμισθοῦτο παρ ' οὐκ ἐκδιδόντος τὴν αὐλήν . Χρόνῳ δὲ
5875970 κοιρανιης
. ἀντὶ μὲν ἠνορέης ἐρατὴν παράκοιτιν ὀπάσσω , ἀντὶ δὲ κοιρανίης Ἑλένης ἐπιβήσεο λέκτρων : νυμφίον ἀθρήσει σε μετὰ Τροίην
παιδός , ὃς οὐ πατρὶ τέρψεται ἦτορ , οὐ σέο κοιρανίης ἐπιβήσεται , ἀλλά μιν ἄλλοι δμῶα λυγρὸν τεύξουσιν ,
5875470 Σωκρατικης
τούτου δὲ Ποσειδώνιος ἠκροᾶτο . Ἀρίστιππος δὲ Κυρηναῖος ὢν τῆς Σωκρατικῆς ἀκροάσεως μετέσχεν , ἀφ ' οὗ τὴν Κυρηναϊκὴν φιλοσοφίαν
δὲ τὴν ἀρετὴν πρὸς εὐδαιμονίαν , μηδενὸς προσδεομένην ὄτι μὴ Σωκρατικῆς ἰσχύος . τήν τ ' ἀρετὴν τῶν ἔργων εἶναι
5873336 Δυσκολος
σὺ κρείττω πυρέττειν , ἰδοὺ κλίνη : ἀναπεσὼν πύρεττε . Δύσκολος ἀστρολόγος παιδὸς νοσεροῦ γένεσιν λέγων , πολυχρόνιον αὐτὸν τῇ
Οὕτω μου ἐκχυθῇ τὸ αἷμα , ἐὰν εἴπω ὑμῖν . Δύσκολος μέλιτος κεράμιον ἀγοράσας συνεχῶς ἠρωτᾶτο , πόσου ἠγόρασε .
5870368 καταλαβωσι
μὲν οὖν ἐκεῖνοι ζητοῦσιν , ἵνα τὸ τῆς ψυχῆς ἦθος καταλάβωσι . ζητεῖ δὲ ὁ Ἱπποκράτης ἵνα τὴν τοῦ σώματος
, τοῖς δὲ Βορέου παισὶ τότε τελευτήσειν ὅταν διώκοντες μὴ καταλάβωσι . διωκομένων δὲ τῶν ἁρπυιῶν ἡ μὲν κατὰ Πελοπόννησον
5867156 πραειας
ἧς βουλῇ νικήσας κατῆλθεν εἰς Ἄργος . τὰς δὲ Ἐρινύας πραείας γινομένας κατ ' εὐφημισμὸν προσηγόρευσεν Εὐμενίδας . παρ '
ἧς βουλῆι νικήσας κατῆλθεν εἰς Ἄργος . τὰς δὲ Ἐριννύας πραείας γινομένας κατ ' εὐφημισμὸν προσηγόρευσεν Εὐμενίδας . παρ '
5864071 Ἀμυκλαντος
. κλίνεται δὲ καὶ Ἀμύκλα τὸ ὄνομα τοῦ κτίσαντος καὶ Ἀμύκλαντος , ὡς Σιμίας ἐν Μησίν ” ὅν ῥ '
ἔκτισε . κλίνεται καὶ Ἀμύκλα τὸ ὄνομα τοῦ κτίσαντος καὶ Ἀμύκλαντος . τὸ ἐθνικὸν Ἀμυκλαῖος Ἀμυκλαία καὶ Ἀμυκλαΐς καὶ Ἀμυκλαΐτης
5853470 Ναυπλιος
ἐτράπεθ ' ὁρμῇ : τὸν δὲ μετ ' Ἐργῖνος καὶ Ναύπλιος Εὔφημός τε ὤρνυντ ' , ἰθύνειν λελιημένοι . ἀλλ
καὶ παῖδας Ἀγαμέμνονα καὶ Μενέλαον ἐτέκνωσε , Κλυμένην δὲ γαμεῖ Ναύπλιος , καὶ τέκνων πατὴρ γίνεται Οἴακος καὶ Παλαμήδους .
5853194 Στιλβιδης
δῆτά σοι τῶν μάντεων ; πότερος ἀμείνων , Ἀμφοτερὸς ἢ Στιλβίδης ; Γ πιέζει Γ : ἀντὶ τοῦ “ λυπεῖ
δῆτά σοι τῶν μάντεων ; πότερος ἀμείνων ἀμφοτέρων ; ἢ Στιλβίδης ; Ἱερόκλεες βέλτιστε χρησμῳδῶν ἄναξ καὶ τῷ Πυριλάμπους ἆρα
5851987 ἀμφιπολοιο
ἀλλ ' οὐδ ' ὧς ἀπίθησεν , ὅτ ' ἔκλυεν ἀμφιπόλοιο μῦθον ἀνώιστον , διὰ δ ' ἔσσυτο θαμβήσασα ἐκ
ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια . Καί κ ' ἐπιθυμήσειε νέος νῆς ἀμφιπόλοιο . Κοιτὼν ἁπάσαις εἷς , πύελος δὲ μί '
5851546 Σικυου
μυξώδη ἢ αἷμα πρός τε ψώρας κύστεως καὶ ἑλκώσεις . Σικύου σπέρματος λελεπισμένου ⋖ ιβ , σελίνου σπέρματος , ὑοσκυάμου
τὸ διὰ τῶν φρύνων : τῆς ὅλης διαθέσεως ἀπαλλάττει . Σικύου ἀγρίου ῥίζης χλωρᾶς , ἐλαίου γλυκέος ἀνὰ λι Ϛʹ
5850884 ἀνωθει
ἧττον ἐνοχλοῦνται . καὶ γὰρ τοῦτο ποιεῖ καὶ ἀναφέρει καὶ ἀνωθεῖ πρὸς τὰ ἄνω . διὰ τὸ αὐτὸ δὲ καὶ
χώραις γίνεσθαι τὰς χαλάζας , ὅτι ἐπὶ πλεῖον τὸ θερμὸν ἀνωθεῖ ἀπὸ τῆς γῆς τὰς νεφέλας . ̈ . ,
5849759 Πολυκρατεϊ
μιν διανοεύμενον ὁ Ὀροίτης πέμψας ἀγγελίην ἔλεγε τάδε : Ὀροίτης Πολυκράτεϊ ὧδε λέγει . Πυνθάνομαι ἐπιβουλεύειν σε πρήγμασι μεγάλοισι καὶ
γινομένης γράψας ἐς βυβλίον τάδε ἐπέστειλε ἐς Σάμον : Ἄμασις Πολυκράτεϊ ὧδε λέγει . Ἡδὺ μὲν πυνθάνεσθαι ἄνδρα φίλον καὶ
5848850 Αἰγιῳ
βασιλέως , ὡς ἱστορεῖ Νίκανδρος ἐν ἕκτῳ Περιπετειῶν . ἐν Αἰγίῳ δὲ παιδὸς ἠράσθη χήν , ὡς Κλέαρχος ἱστορεῖ ἐν
λέγει τοῦτο . σὺν τοῖς Ὠλενίων δὲ φυγάσιν ἐφρουρεῖτο ἐν Αἰγίῳ ὁ παῖς . οὐκοῦν ὁ χὴν αὐτῷ δῶρα ἔφερε
5844595 προσμειναι
, φησί , κατατεθεῖσθαι τὸν πόλεμον οὐδὲ ἐσπεῖσθαι , ἀλλὰ προσμεῖναι , ἕως ἂν εἷς ἐξ ἡμῶν ἄρδην ἀπόληται ;
. Γνόντες δέ σφεας οἱ Εὐβοέες ταῦτα βουλευομένους ἐδέοντο Εὐρυβιάδεω προσμεῖναι χρόνον ὀλίγον , ἔστ ' ἂν αὐτοὶ τέκνα τε
5844027 Αἰγισθῳ
καὶ τοῦ Διὸς ἐπιθήσω σοι τὸν λόγον . οὐχὶ τῷ Αἰγίσθῳ εἴρηκεν ὡς ἀποσχομένῳ μὲν τῆς μοιχείας καὶ τῆς Ἀγαμέμνονος
μοιχευθῆναι * τὰς γυναῖκας τῶν ἐν * Τροίᾳ , Κλυταιμνήστραν Αἰγίσθῳ , Αἰγιάλειαν Κομήτῃ τοῦ Σθενέλου : ἐν Ἰθάκῃ τοὺς
5841970 Ἀστυφιλος
, καὶ διῃτᾶτο παρ ' ἡμῖν τὸν ἅπαντα χρόνον ὁ Ἀστύφιλος καὶ ἐπαιδεύθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ . Καὶ
. . . οὗτοι μέντοι ἀκριβῶς εἰδότες ὅτι οὐκ ἐποιήσατο Ἀστύφιλος τὸν Κλέωνος ὑόν , πολλάκις ἐληλυθότι αὐτῷ οὐδεπώποτε κεκρεανομήκασι
5840421 Δημω
ἐκ Κύμης τῆς ἐν Ὀπικοῖς εἶναι , καλεῖσθαι δὲ αὐτὴν Δημὼ , συνέγραψεν Ὑπέροχος ἀνὴρ Κυμαῖος . Χρησμὸν δὲ οἱ
τῆς ἐν Ὀπικοῖς εἶναι , καλεῖσθαι δὲ [ αὐτὴν ] Δημὼ συνέγραψεν Ὑπέροχος ἀνὴρ Κυμαῖος . χρησμὸν δὲ οἱ Κυμαῖοι
5837886 πορθησειν
τῆς λαπάθου βοτάνης ἥτις ἐστὶ λίαν κενωτική . λαπάξειν ] πορθήσειν , ἀφανίσειν ἀπὸ τῆς μεταφορᾶς τῆς λαπάθου βοτάνης ἥτις
ἀφανίσαι , πορθῆσαι . λαπάξειν ] ἐκκενώσειν . λαπάξειν ] πορθήσειν . Ξ βίᾳ ] παρὰ τὴν δύναμιν . βίᾳ

Back