. ἡ ῥητορική , φησίν , ἀπεργασίας ἐστὶν ἐμπειρία τῆς ἀπεργαζομένης ἡδονὴν καὶ χάριν . τί δέ , ὦ Πῶλε
ἡ ἐπωνυμία ἐστὶν τὸ ” καλὸν “ τῆς τὰ τοιαῦτα ἀπεργαζομένης , ἃ δὴ καλὰ φάσκοντες εἶναι ἀσπαζόμεθα . Φαίνεται
6756958 διακρινοντος
μᾶλλον δὲ μηδ ' ἂν ἀριθμοὺς εἶναι μὴ τοῦ κενοῦ διακρίνοντος τὰς μονάδας . Ἃ μὲν οὖν εἶναι λέγουσιν οἱ
αὑτὸ ἐπεδείξαμεν . ἄχρηστον μὲν , ἐπειδήπερ λόγου χρεία τοῦ διακρίνοντος , ἐφ ' οἷς δεῖ συμπτώμασι τὰς θεραπείας ποιεῖν
6548450 ἀποδεδειγμενης
παρόδους ἀφ ' ὁποτέρου τῶν συνδέσμων ἐπιλογιζόμενοι διά τε τῆς ἀποδεδειγμένης κατὰ τὴν ἀνωμαλίαν διαφορᾶς ἀπὸ τῶν ἀκριβῶν παρόδων τὰς
τοῦ ἡλίου κινήσεων τρόπῳ τοιῷδε . τῆς γὰρ μιᾶς ἀποκαταστάσεως ἀποδεδειγμένης ἡμερῶν τξε ιδ μη , ἐὰν ἐπιμερίσωμεν εἰς ταύτας
6545154 Ὀλυμπιακης
ἐν εἰρήνῃ καταστήσασθαι τὴν πολιτείαν . ἔοικε δὲ καὶ τῆς Ὀλυμπιακῆς ἐκεχειρίας ἡ ἐπίνοια πρᾴου καὶ πρὸς εἰρήνην οἰκείως ἔχοντος
τοῦ Κρόνου παῖδα Δία ὑμνεῖν . πιθανώτερον γὰρ τῆς νίκης Ὀλυμπιακῆς οὔσης τὸν Ὀλύμπιον Δία παρὰ τῷ Ὀλυμπιονίκῃ ὑμνεῖσθαι .
6535879 φιλοτεχνειν
περὶ τῆς φιλίας καὶ τῆς ὁμονοίας τῆς πρὸς ἀλλήλους ὑμῶν φιλοτεχνεῖν , ἴσως ἂν ὥσπερ ἄλλο τι πρᾶγμα τῆς προσηκούσης
φυτουργεῖν καὶ ῥιζοτομεῖν ἀσκοῦσι καὶ ὁπλοποιεῖν καὶ λίνα καὶ ἄρκυς φιλοτεχνεῖν . οὐχ ἅπτονται δὲ τῶν θηρευμάτων οἱ παῖδες ,
6508899 Ἑβδομον
φύσεως τῶν ἐκτὸς ὑποκειμένων οὐδὲν εἰπεῖν ἔχοντες ἐπέχειν ἀναγκαζόμεθα . Ἕβδομον τρόπον ἐλέγομεν εἶναι τὸν παρὰ τὰς ποσότητας καὶ σκευασίας
πρὸς τοὺς ἄλλους , δεικνύντες ὅτι οὐ μάτην ἐπόνησαν . Ἕβδομον ὅτι καὶ προστάττουσι τὰ τοιαῦτα ὥστε εἰς ὑποψίαν τοῖς
6490601 καταναλωσαντος
, ὧν εἰς τοὺς ἀγῶνας ἠνάλωσεν . Ὡς πολλὰ δὲ καταναλώσαντος Ἀρκεσιλάου , ταῦτα εἶπεν . Πυθωνόθεν ] Ἤγουν ἐκ
παρὰ Θεοπόμπου τοῦ Χίου , ἀνδρὸς φιλαλήθους καὶ πολλὰ χρήματα καταναλώσαντος εἰς τὴν περὶ τῆς ἱστορίας ἐξέτασιν ἀκριβῆ . φησὶ
6488515 ἐνεδρευοντες
μέλλοιεν ἀποδιδράσκειν καὶ ὅθεν καὶ πηνίκα . οἱ μὲν δὴ ἐνεδρεύοντες παρεφύλαττον . Κόνων δὲ προεῖπε τοῖς συμμάχοις ἀσφαλέστερον ἀναχωρεῖν
τοῖς τελευταίοις τὸν αὐτὸν τρόπον . οἱ δὲ τῶν Ἑλλήνων ἐνεδρεύοντες [ ] , ὡς ἦσαν κατ ' αὐτούς ,
6477855 ἐπεμβασεως
δὲ ἐν στερεῷ , τὴν μεγίστην . ἕτερος δὲ τρόπος ἐπεμβάσεώς ἐστιν ὅτε τύχῃ ἀστὴρ κατὰ πῆξιν ἔν τινι τόπῳ
δὲ ἐν στερεῷ , τὴν μεγίστην . ἕτερος δὲ τρόπος ἐπεμβάσεώς ἐστιν ὅτε τύχῃ ἀστὴρ κατὰ πῆξιν ἔν τινι τόπῳ
6455515 περιειλεν
διπλῆ , ὅτι κυρίως τὸ ἐξενάριξε νῦν , τὰ ἔναρα περιεῖλεν . . . . αὐτὰρ ἐπεὶ Λυκόοργος ἐνὶ μεγάροισιν
ἐτήρησεν . ὅτε μὲν γὰρ ἀσθενεῖς ἦσαν , τὸν φόβον περιεῖλεν αὐτῶν καὶ τὰς ἀπορίας ἐπηνώρθωσεν : ὡς δ '
6449792 Κλεος
καὶ δόκησις . Αἶσα , ταυτὸν σημαίνει τῇ μοίρᾳ . Κλέος , λαμβάνεται καὶ ἀντὶ τῆς δόξης καὶ ἀντὶ τῆς
τῷ ὕδατι , καὶ μὴ ὁλοτελούς . οὕτως Ἡρακλείδης . Κλέος . παρὰ τὸ κλείειν . ἐγὼ δέ σε κλείω
6449497 Μιας
ἃ σοὶ οὐδεὶς ὃς οὐχὶ τῶνδ ' ὀνειδιεῖ τάχα . Μιᾶς τρέφῃ πρὸς νυκτός , ὥστε μήτ ' ἐμὲ μήτ
πρὸς αὐτὴν τὴν ἀσώματον οὐσίαν τῶν θεῶν ἐστι συγγενέστατον . Μιᾶς μὲν γὰρ ἐκείνης οὔσης αὐτὸ ἁπλοῦν ἐστιν , ἀμερίστου
6444921 ἰλλυρικης
δʹ , κενταυρείου τοῦ μικροῦ χυλοῦ ⋖ δʹ , ἴρεως ἰλλυρικῆς , πηγάνου ἀγρίου σπέρματος , πεπέρεως μακροῦ , ἀνήθου
. Ἐλαίου ὀμφακίνου ξστκ ἤτοι ξέστ . κ . ἴρεως ἰλλυρικῆς λίτ . α . ἀμώμου γοστ ἤτοι οὐγ .
6437039 ἀλλοτριουσθαι
προσκεκληρωμένος θεῷ καὶ τῆς ἱερᾶς τάξεως γεγονὼς ταξίαρχος ὀφείλει πάντων ἀλλοτριοῦσθαι τῶν ἐν γενέσει , μὴ γονέων , μὴ τέκνων
κωλυσιεργεῖ : σχεδὸν γὰρ σοφίας ἔργον τοῦτ ' ἐστίν , ἀλλοτριοῦσθαι πρὸς τὸ σῶμα καὶ τὰς ἐπιθυμίας αὐτοῦ : εἰς
6434122 ἐκκρουσαντες
τῆς συνόδου τοῦ καταγομένου ἔτους ἕως τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας καὶ ἐκκρούσαντες τετραετηρίδας τὸ περίλοιπον σημειούμεθα . τρίτῳ δὲ λόγῳ λαμβάνειν
πάλιν τὰς αὐτὰς ἐπὶ τὰς δεδομένας ὥρας τῆς ἀποκυήσεως καὶ ἐκκρούσαντες ἀνὰ τξʹ τὰς λοιπὰς ἡγεῖσθαι γνώμονα ὡροσκοπικόν : ἔπειτα
6431383 κωμῳδησαι
, ἀντὶ τοῦ πρὸ αὐτοῦ ἐγράφην . τοῦτο δὲ θέλων κωμῳδῆσαι Καλλίαν ὡς ἀπολέσαντα πάντα τὰ χρήματα . Ἄλλως .
ἐστιν ὁ βοήσας , ὁ ὀξυφωνότατος δηλαδὴ τραγῳδίας ὑποκριτής ; κωμῳδῆσαι βουλόμενος τοὺς τοῦ Καρκίνου παῖδας ὁ ποιητὴς ἕνα τούτων
6423569 Δορυλαειον
Ἀζανοί τέ εἰσι καὶ Νακολία καὶ Κοτιάειον καὶ Μιδάειον καὶ Δορυλάειον πόλεις καὶ Κάδοι : τοὺς δὲ Κάδους ἔνιοι τῆς
. Κάδοι , πόλις Μυσίας . Στράβων ιβʹ „ καὶ Δορυλάειον πόλις καὶ Κάδοι ” . τὸ ἐθνικὸν Καδηνός .
6411095 στρυφνης
πέφυκεν , ἔξωθεν δ ' οὔ , σύνθετον ὑπάρχον ἐκ στρυφνῆς καὶ πικρᾶς δυνάμεως . ὅσα οὖν ἀνευρίσκεται λιτρώδη καὶ
οὔσης ἐπιρροῆς , μετρίως στυφούσης , σφοδροτέρας δέ , τῆς στρυφνῆς . διακλύσματα μὲν οὖν μέτρια τά τε διὰ τῶν
6403813 μετανοησαι
πονηρά . ἐὰν δὲ μὴ ἀναβῇ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῶν μετανοῆσαι οὐ σώζονται διὰ τὴν σκληροκαρδίαν αὐτῶν . Ὅτε οὖν
ὡς [ οὐ καταπεπληγμένοι ] οὐδὲ κεκακωμένοι [ ] ὡς μετανοῆσαι . ἐπιφέρει γοῦν [ ὅτι ἡ ] νεότης οὐκ
6360521 Ἀγυια
α , ἐπὶ δὲ τοῦ πολὺ κατ ' ἐπίτασιν . Ἀγυιά , ἡ ὁδὸς , παρὰ τὸ ἄγω τὸ πορεύομαι
εἶδος ἀρίστην . οὕτως Ὠρίων ; . , . . Ἀγυιά : ἡ ὁδός : παρὰ τὸ ἄγω , τὸ
6352382 ἀπολελυμενης
Αἰολικώτερα τὰ τῆς προφορᾶς καθίστατο . ὅθεν οὐδὲ ἐπὶ τῆς ἀπολελυμένης σημασίας δεῖ τὸν τόνον τῆς περισπωμένης τρανότερον προφέρεσθαι ,
περιπατεῖ , οὐδένα εὗροντὸν . αὐτὸν δὴ τρόπον ὑπούσης ἐκφορᾶς ἀπολελυμένης φήσομεν φιλολογῶ , φιλολογεῖς : εἰ μέντοι γε τὴν
6344569 Κτισις
τοῦ νεωτέρου Διονυσίου καὶ τῆς Δίωνος φυγῆς . εʹ . Κτίσις Ταυρομενίου κατὰ τὴν Σικελίαν . Ϛʹ . Τὰ πραχθέντα
Νίνου διαδεξαμένη τὴν βασιλείαν πολλὰς καὶ μεγάλας πράξεις ἐπετελέσατο . Κτίσις Βαβυλῶνος καὶ τῆς κατ ' αὐτὴν κατασκευῆς [ ἀπαγγελία
6337427 Κινυφος
κλίνονται , οἷον Ἄραψ Ἄραβος , Πέλοψ Πέλοπος , Κίνυψ Κίνυφος . Ἐν ταὐτῷ δὲ ζητοῦμεν , διατί τὰ εἰς
καὶ ἀπρόσ - βατος . τὸ ἐθνικὸν Αἰγιλίπιος , ὡς Κίνυφος Κινύφιος , Ἄραβος Ἀράβιος , Φρυγός Φρύγιος , καὶ
6336322 συντονιαν
καὶ κατὰ τὴν τοῦ πνεύματος ἐκπύρωσιν τὴν γινομένην διά τε συντονίαν φορᾶς καὶ διὰ σφοδρὰν κατείλησιν : καὶ κατὰ ῥήξεις
ἄπρακτοι καὶ τὴν ἐν τοῖς ἄλλοις μέρεσι τῆς ἡμέρας ἀμβλύνουσι συντονίαν . τὸν μὲν οὖν Ὅμηρόν φησιν ὁ Πλούταρχος ἐπιθέτοις
6335578 ἀναβλυσαι
μεταφοφᾶς τῆς πεύκης : πικρὰ γὰρ αὕτη . ἀνέηκε : ἀναβλῦσαι ἐποίησεν , ἀνέδωκεν , ἀνέπεμψεν . ἐξέστεψε : ὑπερχειλῆ
. , . . . . † ἀναβλυσθωνῆσαι : τὸ ἀναβλῦσαι . Εὔπολις Δήμοις . πάντα τὰ τοιαῦτα οἱ κωμικοὶ
6333918 Καρδαμωμου
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ ,
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς
6333465 Ξυπετη
ἄλλαι Τροῖαι . ἐν Ἀττικῇ κώμη , ἥ τις νῦν Ξυπετή δῆμος καλεῖται . ἔστι καὶ πόλις ἐν Κεστρίᾳ τῆς
Ἰλιεύς . καὶ Ξυνιὰς λίμνη , ἣν Βοιβιάδα φασίν . Ξυπετή , δῆμος Κεκροπίδος φυλῆς . ὁ δημότης Ξυπετεών ὡς
6328860 ἐφθακεναι
ἦν , ὡς δὲ λοιπὸν τῆς ἀποδημίας εἰχόμην , ἔμαθον ἐφθακέναι τοῦτον , καὶ τὸν πατέρα τῆς κόρης τετελευτηκέναι ,
ἀποστῆναι : καὶ τοῦ Καίσαρος ὀνειδίσαντος αὐτοῖς φιλίαν παλαιὰν ἔφασαν ἐφθακέναι . . . , . . πρεσβεύειν εἰς Καίσαρα
6327451 γλυκυριζης
, μήκωνος σπέρματος ⋖ δʹ , τραγακάνθης , κρόκου , γλυκυρίζης ἀνὰ ⋖ δʹ , σμύρνης ⋖ βʹ : ἀναλάμβανε
δὲ ἐμπύους ἡ ἔσδρα μεγάλως ὠφελεῖ καὶ ὁ χυλὸς τῆς γλυκυρίζης μετὰ χρυσιατικοῦ . Ἡ καρδία οὔτε φλεγμονὴν , οὔτε
6326480 καταγομενου
περιττὸν τῶν δʹ ἀριθμῶν σημειωσάμενοι λαμβάνομεν ἀπὸ τῆς συνόδου τοῦ καταγομένου ἔτους ἕως τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας καὶ ἐκκρούσαντες τετραετηρίδας τὸ
αἱρούμεθα , διὰ μὲν τῆς κορυφῆς ἀγομένου τοῦ ἐπιδέσμου , καταγομένου δ ' ἐντεῦθεν ἐπ ' ἄκραν τὴν κάτω γένυν
6320658 χαλκανθης
τῆς βρυωνίας . Σχιστῆς , σμύρνης ἀνὰ ⋖ δ , χαλκάνθης ⋖ β , λιβάνου ⋖ η , κυπέρου ⋖
η , σχιστῆς ⋖ ε , λιβάνου ⋖ α , χαλκάνθης ⋖ γ , χολῆς ταυρείας ⋖ Ϛ : οἴνῳ
6315319 ἀνασχου
δύνανται ποιῆσαι , ἀλλ ' ἐν μισθωταῖς οἰκοῦσι ; καὶ ἀνάσχου μέντοι , ὦ σοφιστά , ἐλεγχόμενος . Νὴ Δί
ἢ ' γὼ παῖδας , εἴπερ εὖ φρονεῖς . τούτους ἀνάσχου δεσπότας ἐμῶν δόμων καὶ μὴ ' πιγήμηις τοῖσδε μητρυιὰν
6297129 ἀθροισθεισης
' ἔργων ὁ βασιλεύς . τῆς δὲ τῶν Περσῶν δυνάμεως ἀθροισθείσης εἰς πόλιν Ἄκην , ἠριθμήθησαν τῶν μὲν βαρβάρων εἴκοσι
πανταχόθεν δυνάμεις εἰς τὴν Βακτριανήν . τὸ δὲ πλῆθος τῆς ἀθροισθείσης στρατιᾶς ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε ,
6295383 χολερας
ἐπὶ πλέον τὸ κακοστόμαχον καὶ ἐμετικὸν ἀμέτρως βρωθέντες τὸ τῆς χολέρας ἐργάζονται πάθος . ὅτι δὲ τὸ ἐμετικὸν ἔχουσι καὶ
, οὔτε μὴν τῶν παρὰ φύσιν , οἷον πυρετοῦ καὶ χολέρας , οὔτε τῶν κατὰ μέρος , οἷον Σωκράτους καὶ
6292536 ἀνδρωνιτιδος
, τὰ γεννητικὰ τῆς ψυχῆς ἐκτετμημένος , μετανάστης μὲν τῆς ἀνδρωνίτιδος , φυγὰς δὲ καὶ τῆς γυναικωνίτιδος , οὔτ '
“ ποῖ καὶ πόθεν ; ” , “ ἐκ τῆς ἀνδρωνίτιδος , ” εἶπεν , “ εἰς τὴν γυναικωνῖτιν .
6279165 εὐροιας
τὸ ἔργον , ὑπὲρ βασιλείας , ὑπὲρ ἐλευθερίας , ὑπὲρ εὐροίας , ὑπὲρ ἀταραξίας . τοῦ θεοῦ μέμνησο , ἐκεῖνον
καὶ τῶν νύκτωρ τε καὶ τήμερον πεποιημένων δοκῶ μοι τῆς εὐροίας τὸν Ὅμηρον ἐπιγράψασθαι : θείως γάρ πως καὶ μαντικῶς
6277791 Θερμην
πελταστῶν . ξυνεβίβασε δὲ καὶ τὸν Περδίκκαν τοῖς Ἀθηναίοις καὶ Θέρμην αὐτῷ ἔπεισεν ἀποδοῦναι : ξυνεστράτευσέ τε εὐθὺς Περδίκκας ἐπὶ
τὴν Μυγδονίην , πλέων δὲ ἀπίκετο ἔς τε τὴν προειρημένην Θέρμην καὶ Σίνδον τε πόλιν καὶ Χαλέστρην ἐπὶ τὸν Ἄξιον
6276094 ἐκφραζοντες
ἡ δὲ μάχη πρᾶξις . Ἐπιχειρήσομεν δὲ τὰ μὲν πράγματα ἐκφράζοντες ἀπὸ τῶν προγεγονότων καὶ ἐν αὐτοῖς γινομένων καὶ ἐπι
τὴν προπέτειαν , θρασύν τινα ἄνθρωπον καὶ καταφρονοῦντα τῶν νόμων ἐκφράζοντες καὶ διὰ τοῦτο λέγοντες αὐτὸν μηδὲ αὐτὰς ὀκνῆσαι τὰς
6270997 ὩΣ
Οὕτως οὖν ὅμοθεν φησὶ στοιχεῖα καὶ ἀνθρώπους γενέσθαι . . ὩΣ ὉΜΟΘΕΝ ΓΕΓΑΑΣΙΝ . Ἴσθι , ὅτι ἀπὸ τῆς αὐτῆς
δὲ ἐπιτυχῶς αὐτὸν ἐν τῷ σῷ λογισμῷ λάμβανε . . ὩΣ ὉΜΟΘΕΝ ΓΕΓΑΑΣΙ ΘΕΟΙ . Ὅτι ἐκ τῆς αὐτῆς αἰτίας
6268631 γεωργουμενην
: παρὰ τὸ ἀροῦν , ἢ παρὰ τὸ ἀραιοῦσθαι τὴν γεωργουμένην γῆν , . , , . . α .
πλησιάζειν αὐτῇ καὶ διὰ τὸ ὀλίγην παντάπασιν ἔχειν χώραν τὴν γεωργουμένην . εἰκὸς οὖν ἦν τοὺς Ἀθηναίους ἐπεξιόντας αὐτοῖς κωλύειν
6265625 τετμημενης
ὑπὸ ΑΓΔ τῆς ὑπὸ ΒΑΕ . ὁμοίως δὴ τῆς ΒΓ τετμημένης δίχα δειχθήσεται καὶ ἡ ὑπὸ ΒΓΗ , τουτέστιν ἡ
ἀφορίζουσαι αὐτήν . ἰσοσκελὲς ἄρα τὸ τρίγωνον , καὶ δίχα τετμημένης τῆς βάσεως ἡ ἐπιζευχθεῖσα ὀρθὰς ποιήσει γωνίας καὶ ἐλάσσων
6263168 Μακραν
; Τραχεῖαν ] Τὴν σκληρὰν καὶ δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ]
τῆς προθέσεως . : , : τὴν Λευκὴν . , Μακράν , . : . . . , : ;
6261124 διαδρομης
τοσούτου πλήθους ἄφνω συναναγκαζομένου τὴν πατρίδα φεύγειν ἔγεμεν ἡ πόλις διαδρομῆς καὶ θορύβου καὶ γυναικείων κλαυθμῶν : οὐδεμία γὰρ ἦν
: περὶ μέσον ἡμέρης ἐτελεύτησεν . Εὐνοῦχος ἐκ κυνηγεσίης καὶ διαδρομῆς ὑδραγωγὸς γίνεται . Ὁ παρὰ τὴν Ἐλεαλκέος κρήνην ,
6260813 χρειωδους
σεβασμίων οἴκων ὅ τε διὰ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου καὶ λοιπῆς χρειώδους ὕλης ἀφαιρεθῆναι κόσμος ἢ καὶ αὐτοὶ οἱ πανευαγεῖς οἶκοι
ἀὴρ ὄργανονκαὶ ἔτι τὰς ἐτησίους ὥρας , πυρὸς τοῦ μὲν χρειώδους πρὸς τὰ ἑψόμενα καὶ θερμαινόμενα , τοῦ δὲ οὐρανίου
6260779 Παραπαμισαδων
ἐκέλευσε , σατράπην δὲ Τυρίεσπιν κατέστησε τῆς τε χώρας τῆς Παραπαμισαδῶν καὶ τῆς ἄλλης ἔστε ἐπὶ τὸν Κωφῆνα ποταμόν .
τήν τε αὑτοῦ ἔχων ἱππαρχίαν καὶ τοὺς ἐξ Ἀραχωτῶν καὶ Παραπαμισαδῶν ἱππέας καὶ τῆς φάλαγγος τῶν Μακεδόνων τήν τε Ἀλκέτου
6260392 ἁπλοτης
δὲ ὁ τόπος , ὡς τό : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστιν ἡ φρόνησις
. ἀφάδιον : τὸ ἐχθρὸν καὶ ἀπαρέσκον . ἀφέλεια : ἁπλότης ἢ μεγαλεῖόν τι καὶ ἐνδοξότης . ἀφ ' ἑστίας
6258176 διαπορευομενης
χωρισθῶσιν . Πρὸς δὲ τὰς καταγομένας ἡμέρας φυλακτέον τῆς Σελήνης διαπορευομένης τὸν καιρικὸν ἀναβιβάζοντα καὶ τὰ τούτου τετράγωνα καὶ διάμετρα
τελοῦντος , τῆς δὲ σελήνης ἐν μηνὶ τὴν ἰδίαν περίοδον διαπορευομένης . τῶν δὲ πλανήτων ἴδιον ἕκαστον ἔχειν δρόμον καὶ
6255998 Ἀβιοι
. . . . Ἐθν . . , . : Ἄβιοι : ἔθνος Σκυθικόν . . . . . Αἰσχύλος
, : Ἀρριανὸς δέ φησιν ὅτι οἰκοῦσι τὴν Ἀσίαν οἱ Ἄβιοι Σκύθαι αὐτόνομοι διὰ πενίαν καὶ δικαιότητα . Π .
6250881 Ἀκμονος
Μανέως . [ τὸ ἐθνικὸν ] Ἀκμονίτης λέγεται ἀπὸ τῆς Ἄκμονος γενικῆς . Ἀκμόνεια , ἀφ ' ἧς Ἀκμονειάτης .
' αὐτὸν ἀνατέλλειν τε ? [ καὶ δύνειν . ἶνις Ἄκμονος | : ὁ Οὐρανός ] : οὗτος ? ?
6240627 Πλακεντινος
, πόλις Ἰταλίας . ὁ πολίτης Ἀρρεντῖνος , ὡς Πλακεντία Πλακεντῖνος . Ἀρρήτιον , πόλις Τυρρηνίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀρρητῖνος
. Φαβεντία , πόλις Ἰταλίας . τὸ ἐθνικὸν Φαβεντῖνος ὡς Πλακεντῖνος . Φάγρης , πόλις Θρᾴκης . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ καὶ
6238326 δεξα
? [ ] . . . . . . ] δεξα ? [ κατα των ? ? ? [ .
τοῦ αἵματος . Εὐπορέει δὲ τὴν τροφὴν ἐκ τῆς ἔγγιστα δεξα - μένης τοῦ αἵματος , διαβάλλουσα τὰς ἀκτῖνας ,
6237898 σκαριζω
τίς ὀμφαλητόμος σὲ τὸν διοπλῆγα ἔψησε κἀπέλουσεν ἀσκαρίζοντα ; σκαίρω σκαρίζω καὶ ἀσκαρίζω . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν , . ,
ἀσκαρίζειν : σκαίρω τὸ συνεχῶς κινοῦμαι . ἐξ οὗ παράγωγον σκαρίζω , ὡς στένω στενάζω . καὶ ὡς σκαλίζω ἀσκαλίζω
6233325 ἀπεσπασμενον
τὴν τῶν Ἑλλήνων στρατοπεδείαν ὥρμησαν , εἰδότες τὸν Ἀγαθοκλέα μακρὰν ἀπεσπασμένον . ἐρήμου δ ' αὐτῆς οὔσης τῶν δυναμένων ἀμύνασθαι
τὴν πρὸς τὸν ὀμφαλὸν τοῦ ἐμβρύου συνέχειαν , ποτὲ δὲ ἀπεσπασμένον , καὶ ποτὲ μὲν ἀποκεκρυμμένον , ποτὲ δὲ ἀπὸ
6221633 Τεμπεα
, τὰς νέας αὐτοῦ καταλιπών , καὶ ἀπίκετο ἐς τὰ Τέμπεα ἐς τὴν ἐσβολὴν ἥ περ ἀπὸ Μακεδονίης τῆς κάτω
ἡβηδόν . Καλλιερεῖσθαι . ἐπὶ τοῦ θύειν ἔντομα λέγεται . Τέμπεα . τὰ στενὰ τῶν ὀρῶν καὶ οἱ σύνδενδροι τόποι
6220450 Μετωπης
ἡ γὰρ χρύσασπις ἐπὶ τῆς ἡρωίδος , ἣν Ἀσωποῦ καὶ Μετώπης τῆς Λάδωνός φασιν . ὁ δὲ νοῦς : ὦ
φασι Κισσέως , ἢ ὡς ἕτεροι λέγουσι Σαγγαρίου ποταμοῦ καὶ Μετώπης . γεννᾶται δὲ αὐτῷ πρῶτος μὲν Ἕκτωρ : δευτέρου
6218229 Ναρυξ
δὲ καὶ Φαλωρία καὶ Ναρύκειον καὶ Θρονίτιδες πόλεις Λοκρίδος . Νᾶρυξ : τινὲς δὲ Ναρύκειον τὴν πόλιν φασίν : ἐξ
ὀκτωκαιδεκάτῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας . τὸ ἐθνικὸν Ναρνιάτης ὡς Καυλωνιάτης . Νᾶρυξ , πόλις Λοκρίδος , θηλυκῶς λεγομένη . τινὲς δὲ
6218204 ἑλης
τὰ [ πολύσκια ] χωρία : κατὰ στέρησιν τῆς † ἕλης , . , . . . Ἀειλογία : τὸ
τὸ κύριον , διπλασιάζουσα τὸ λ πρὸς διαστολὴν τῆς θερμαινούσης ἕλης , ἀπέβαλε νῦν αὐτὸ διὰ μέτρου ἀνάγκην . τὸ
6217410 Λυπης
Λίθοις τὸν Ἥλιον βάλλει : ἐπὶ τῶν διακενῶς κοπιώντων . Λύπης δὲ πάσης γίνετ ' ἰατρὸς χρόνος : . Διφίλου
αὐτῷ ἡ χαλᾷ φωνή . * : ἐμοὶ λέγειν : Λύπης γάρ εἰσι ταῦτα αἴτια ἐμοί : σοὶ δὲ τῷ
6214816 περιληψις
τοῦ πυρὸς κρύψις τῆς νοερᾶς καὶ τεχνικῆς ἐστι ζωῆς ἀφανὴς περίληψις ἣν ὁ Ζεὺς ἑκὼν πρῶτος δίδωσιδι ' ἧς καὶ
ὅρου ἀοριστίαν : ὅρος γάρ τις καὶ ἡ τῶν πάντων περίληψις . Ἔτι μέντοι καὶ ἡ πρώτη πάντα , ἁπλούστερον
6213626 προσποιησεως
. παρεκάλει καὶ αὐτούς τι τοιοῦτο δοξοκοπεῖν , ὡς τῆς προσποιήσεως αὐτῆς τῶν καλῶν ὑποποιούσης τινὰ λεληθότως ζῆλον καὶ συνήθειαν
τοὺς ἀντιλοχῶντας ἀπάτης , φενακισμοῦ , γοητείας , σοφισμάτων , προσποιήσεως , ὑποκρίσεως , ἅπερ ἐξ ἑαυτῶν ψεκτὰ ὄντα κατ
6212817 αἰθας
ἢ αἰγὸς παρὰ τὴν κώμυθα : ἢ ἡ τὰς κόμας αἰθὰς ἔχουσα , τουτέστι ξανθάς : ἢ ἡ ἐγκύμων .
ἢ αἰγὸς παρὰ τὴν κώμυθα : ἢ ἡ τὰς κόμας αἰθὰς ἔχουσα , τουτέστι ξανθάς : ἢ ἡ ἐγκύμων .
6207501 Κριμισα
συνέδραμεν . : Φιλοκτήτου δ ' ἐστὶ καὶ ἡ παλαιὰ Κρίμισα περὶ τοὺς αὐτοὺς τόπους . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν τοῖς
ἐθνικὸν Κριθώσιος ὡς Περκώσιος . ἔστι καὶ ἄκρα Ἀκαρνανίας . Κρίμισα , πόλις Ἰταλίας πλησίον Κρότωνος καὶ Θουρίου . Λυκόφρων
6203278 γηρασκον
. κατέβαλεν . ἄλλοις . δόξαν . ἀθάνατον καὶ μηδέποτε γηράσκον . πρέπον ἐστί . Δάκος ἀδινόν ] ἤγουν οὐ
ἐπὶ τὰ τῶν ἀκμαζόντων ἔργα προτρέπειν . γεράνδρυον γὰρ τὸ γηράσκον φυτόν : καὶ δρῦς πᾶν φυτὸν γενικῷ ὀνόματι καλεῖται
6199096 προαριστιδιος
τʹ ἐπὶ μῆκος . Ἀπὸ δὲ Ἰκάρου πλοῦς εἰς Σάμον προαριστίδιος . Αὐτῆς δὲ Σάμου στάδια σʹ . Ἐκ Σάμου
κόλπου μῆκός ἐστιν ἀπὸ στόματος εἰς τὸν μυχὸν Παγασῶν πλοῦς προαριστίδιος . Τὸ δὲ στόμα αὐτοῦ ἐστὶ στάδια εʹ .
6194392 Τυφρηστος
πόλις θηλυκῶς ὡς Εὐφορίων βουκολέων Τρηχινῖδα Τυμφρηστοῖο αἰπῆς . . Τυφρηστὸς καὶ πόλις καὶ ὄρος Τραχῖνος ἀπὸ Τυμφρηστοῦ τινος βασιλέως
τῶν Μαγνήτων ἀπὸ πόλεως Εὐρυάμπου λεγομένης . * καὶ * Τυφρηστὸς ὄρος Μηλιέων * . . καὶ τὸν δυναστὴν :
6192642 φθειριασεως
σῶμα , τὰ δ ' ἐπὶ πιτυριάσεως καὶ ψώρας καὶ φθειριάσεως ἢ κονίδων ἐνοχλουσῶν . ῥυπτικὰ μὲν οὖν ἐστι νίτρον
ιαʹ περὶ κριθῆς . ιβʹ περὶ λιθιάσεως . ιγʹ περὶ φθειριάσεως . ιδʹ περὶ τριχιάσεως . ιεʹ περὶ φαλαγγώσεως .
6192144 ἐδεατρος
τὸ παῖσαι κέντρῳ σκορπίον ἢ σφῆκα ἤ τι τοιοῦτον . ἐδέατρος : τὸ μὲν ὄνομα Ἑλληνικόν , ἡ δὲ χρεία
ὅτι προήσθιον τῶν βασιλέων πρὸς ἀσφάλειαν . νῦν δὲ ὁ ἐδέατρος ἐπιστάτης γέγονε τῆς ὅλης διακονίας . ἦν δ '
6192075 ΘΑΗ
διὰ τοῦ Α κέντρου ἤχθω κάθετος ἐπὶ τὴν ΖΗ ἡ ΘΑΗ , καὶ διὰ τῆς ΘΑ καὶ τοῦ ἄξονος ἐκβεβλήσθω
περιφέρεια μοιρῶν ἐστιν λ , εἴη ἂν καὶ ἡ ὑπὸ ΘΑΗ γωνία , οἵων μέν εἰσιν αἱ δ ὀρθαὶ τξ
6186803 συναγειραι
παραθέμενον τὰ τῶν προγεγονότων σοφιστῶν συγγράμματα πολλαχόθεν εἰς ταὐτὸν ἐνθυμήματα συναγεῖραι καὶ μιμήσασθαι τὰς τῶν εὖ λεγομένων ἐπιτυχίας , καὶ
οὐδένα ποιήσασθαι , Ἕλληνας δὲ Λακεδαιμονίης εἵνεκεν γυναικὸς στόλον μέγαν συναγεῖραι καὶ ἔπειτα ἐλθόντας ἐς τὴν Ἀσίην τὴν Πριάμου δύναμιν
6184800 Γαλιλαιας
: ποταμὸς κατὰ Ἰβηρίαν . . . Βάλα : πόλις Γαλιλαίας : ὁ πολίτης Βαλαῖος . . . Βέλβινα :
ἐθνικὸν Γαβαηνός , ὡς αὐτὸς Ἰώσηπος . Γαβάθη , πόλις Γαλιλαίας , ὡς Ἰώσηπος ἕκτῳ Ἰουδαϊκῆς ἀρχαιολογίας . τὸ ἐθνικὸν
6176896 Ὠγυγιας
ἐπίκλησίν ἐστιν Ὑψίστου . τὰς δὲ ἐπὶ ταύταις πύλας ὀνομάζουσιν Ὠγυγίας , τελευταῖαι δέ εἰσιν Ὁμολωίδες : ἐφαίνετο δὲ εἶναί
καὶ ἐπὶ τῶν παλαιῶν σῳζόμενον . προτιμᾷ μὲν Ὀδυσσεὺς αὐτῆς Ὠγυγίας καὶ Καλυψοῦς τὴν μικρὰν Ἰθάκην [ καὶ νῆσον ]
6174021 μανικους
αὐτούς . ὀφθαλμοὶ ἔνυγροι γοργὸν βλέποντες θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
ἔρχονται . ὀφθαλμοὶ γοργὸν βλέποντες ἔνυγρον θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
6165838 διαζευξις
περιπατεῖ : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσιν οὔτε ἀκολουθία οὐδεμία οὔτε διάζευξίς τις , οὔτε κατὰ τὴν λέξιν ἐπίκτητος γοῦν ἕνωσίς
περιπατεῖ : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσιν οὔτε ἀκολουθία οὐδεμία οὔτε διάζευξίς τις , οὔτε κατὰ τὴν λέξιν ἐπίκτητος γοῦν ἕνωσίς
6165025 ΞΜΕ
κοινοῦ ὕψους λαμβανομένης οὕτως τὸ ὑπὸ ΔΜΕ πρὸς τὸ ὑπὸ ΞΜΕ . καὶ ὡς ἄρα τὸ ὑπὸ ΔΜΕ πρὸς τὸ
ὑπὸ ΠΜΡ , οὕτως τὸ ὑπὸ ΔΜΕ πρὸς τὸ ὑπὸ ΞΜΕ . ἴσον ἄρα ἐστὶ τὸ ὑπὸ ΠΜΡ τῷ ὑπὸ
6162736 ἀκαληφης
πάσας καππάρεως τῆς ῥίζης ἴρεως γλυκυρίζου ἀνὰ # α σπέρμα ἀκαλήφης # ⊂ μέλιτος α # β ἑψήματος # β
ξηρὰ καὶ ὁ τῆς ῥίζης αὐτοῦ φλοιός , ἀγαρικόν , ἀκαλήφης τὸ σπέρμα , ἀμάραντον , ἀμύγδαλα πικρὰ καὶ τὸ
6155997 ΠΜΡ
τὸ ὑπὸ ΠΜΡ τῷ ὑπὸ ΞΜΕ . τὸ δὲ ὑπὸ ΠΜΡ ἴσον ἐδείχθη τῷ ἀπὸ τῆς ΛΜ : καὶ τὸ
ἄρα ὡς τὸ ὑπὸ τῶν ΕΜΔ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΠΜΡ , οὕτως ἡ ΔΕ πρὸς τὴν ΕΘ , τουτέστιν
6154408 κατεκαλει
μὲν Ἰβηρίας , ἡγεμονεύοντι δ ' αὐτῆς διὰ φίλων . κατεκάλει δὲ καὶ τοὺς φεύγοντας ὁ Καῖσαρ , πλὴν εἴ
ὀλίγας ἐλθὼν ὡς ἐθεάσατο αὐτὸν ἐπὶ τοῦ δώματος κοιμώμενον , κατεκάλει πρὸς αὐτὸν ὑπομιμνῄσκων τῶν ὁμολογιῶν . ὁ δὲ ὑποτυχὼν
6150169 κικκαβαυ
καὶ τορό , τορό , τοροτίγξ : ὁμοίως καὶ κικκαβαῦ κικκαβαῦ , τορό τορό τολελύγξ , τιό τιό τίγξ :
Ὁμοίως καὶ τορό , τορό , τοροτίγξ : ὁμοίως καὶ κικκαβαῦ κικκαβαῦ , τορό τορό τολελύγξ , τιό τιό τίγξ
6148268 προδιδαχθηναι
] ] ψυχρότατα . κρημνώδη ] κριμνώδη . προμαθεῖν ] προδιδαχθῆναι . ξυνέχοντας ] συσφίγγοντας . εἴδη ᾀσμάτων ἀμφότερα ,
διεβάλλοντο γὰρ ὡς λόγων μόνον ἀντιποιούμενοι ὑπὸ τῶν Λακεδαιμονίων μὴ προδιδαχθῆναι : ἀπὸ κοινοῦ τὸ βλάβην ἡγούμενοι δεινὰ καὶ ἡδέα
6147985 Ἐφαρμοστον
' ἔσαν χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι : λοιπὸν ὡς πρὸς τὸν Ἐφάρμοστον : ἀπ ' ἐκείνων δὴ ἦσαν οἱ πρόγονοι ὑμῶν
, μετὰ θάῤῥους , τόνδε τὸν ἄνδρα , τουτέστι τὸν Ἐφάρμοστον , ἀπὸ μοίρας δαίμονος γεγονέναι εὔχειρα , ἤγουν γενναῖον
6147720 Βρυττιας
Κηροῦ # α , πίσσης ξηρᾶς # # , πίσσης Βρυττίας # α , πιτυΐνης # α , φρυκτῆς #
, κηροῦ # δ , φρυκτῆς # ιε , πίσσης Βρυττίας # β , νίτρου # α ἀσφάλτου , χαλβάνης
6147092 Ἠδωνου
καὶ ὅτι περὶ Ἑλένου ἱστορία τοιαύτη φέρεται παρὰ Ἀρριανῶι . Ἠδωνοῦ Θραικὸς ἀνδρὸς παῖς Ἕλενος , μάντεων διαπρεπέστατος : παρὰ
καὶ Καλλιρρόης τῆς Νέστου . ἀδελφὸς δὲ ἦν Ὀδόμαντος καὶ Ἠδωνοῦ . ἔνιοι δὲ Παίονος τοῦ Ἄρεος παιδός . τὸ
6143801 Μαλαγμα
καὶ χλιάνας ἐπίχριε παχύτατα καὶ ἐπιτίθει φύλλα τινὸς λαχάνου . Μάλαγμα τὸ Ἀμυθάονος πρὸς ἀγκύλας καὶ ἐσπασμένα ἄρθρα . Ἀμμωνιακοῦ
μίσγειν δὲ τὸ διὰ τῶν τηκτῶν ἐπὶ σκληρῶν ὄγκων . Μάλαγμα ποδαγρικοῖς ἀρθριτικοῖς σφόδρα γενναῖον : ἀπαλλάττει τῆς ὅλης διαθέσεως
6138731 ἀποδεξαμενον
λύσασθ ' ἑτάρους καὶ ἐν ὀφθαλμοῖσιν ἰδέσθαι ; καὶ τὸν ἀποδεξάμενον τὴν εὐστοχίαν εὐθὺς ἀνεῖναι . Στρουθίου δέ ποτε διωκομένου
λύσασθ ' ἑτάρους καὶ ἐν ὀφθαλμοῖσιν ἰδέσθαι ; καὶ τὸν ἀποδεξάμενον τὴν εὐστοχίαν εὐθὺς ἀνεῖναι . Στρουθίου δέ ποτε διωκομένου
6137755 συναινω
ὦμεν . κατὰ τοῦτο δ ' , οὔ φημι οὐδὲ συναινῶ . Τὰ ἐξ ἁμαξῶν : ἐπὶ τῶν ἀπερικαλύπτως σκωπτόντων
γενικὴν εὕρηται σπανίως . 〛 ὁμολογῶ σοι : Ἀντὶ τοῦ συναινῶ σοι . . συμφωνῶ σοι , ὅμοιά σοι λέγω
6136354 ειρα
[ [ ] ! ιος ? [ [ ] ! ειρα [ [ ] ! κὴ ? [ [ ]
εἶδος χιτῶνος , οἱ δὲ ζώνης . Τὰ διὰ τοῦ ειρα δισύλλαβα ὀξύτονα μονογενῆ διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται :
6135825 προσδεεσθαι
, οὐδ ' ἄλλο τουτέων οὐδὲν ἡγησάμενοι οὔτε λυμαίνεσθαι οὔτε προσδέεσθαι οὐδενὸς τουτέων τὸν ἄνθρωπον , ἀλλὰ τὸ ἰσχυρὸν ἑκάστου
ὀφθαλμῷ σκεψάμενος τὰ βλέφαρα λεπτύνειν , ξύων , ἢν δοκέῃ προσδέεσθαι , καὶ ἐπικαίων ἔνδοθεν μὴ διαφανέσιν . . .
6134635 παρακολουθησεως
ὅτι βραδὺς ὢν τοῖς χρόνοις ἐπιτεχ - νηταῖς σημασίαις χρῆται παρακολουθήσεως ἕνεκεν διπλασιάζων τὰς θέσεις : βακχεῖος δὲ ἐκλήθη ἀπὸ
; Εἰ μὲν γὰρ ὄντος , ἤδη ἐστὶ πρὸ τῆς παρακολουθήσεως τἀγαθόν : εἰ δ ' ἡ παρακολούθησις ποιεῖ ,
6134363 ὑπερφρονεις
δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι . ἔφη δὲ “ ὑπερφρονεῖς [ ] ” ἀντὶ τοῦ “ περισκοπεῖς [ ]
τοῦ Φαληρέως ; ἀλλὰ τούτων μὲν οὐδέν , ἡδονῶν δὲ ὑπερφρονεῖς οὐδὲ ἐπρίω πόρνας οὐδὲ ἑταιρίδων ἑάλως οὐδὲ ἐποιήσω τοὺς
6132349 Ὑπογραφη
τὴν λέξιν , πλουτῶν δὲ τοῖς ἐνθυμήμασιν . στʹ . Ὑπογραφή ἐστι λόγος τυπωδῶς εἰσάγων εἰς τὴν δηλουμένην τοῦ πράγματος
τὴν λέξιν , πλουτῶν δὲ τοῖς ἐνθυμήμασιν . στʹ . Ὑπογραφή ἐστι λόγος τυπωδῶς εἰσάγων εἰς τὴν δηλουμένην τοῦ πράγματος
6128781 ἀμπλακιαις
, σύντονα δ ' ἕλκετε τὸν κακοδαίμονα καὶ κατάρατον πατρὸς ἀμπλακίαις . Ζεῦ Ζεῦ , τάδ ' ὁρᾶις ; ὅδ
ἄταις , Κύρν ' . ἦ καὶ μεγάλαις κεῖται ἐν ἀμπλακίαις . Βουλεύου δὶς καὶ τρίς , ὅ τοί κ
6128308 ἀπορουσης
πλούτῳ προέχει , καὶ σύ μοι δοκεῖς οὐχ οὕτω τῆς ἀπορούσης θαυμάσαι τὸ κάλλος ὅσον αὐτῆς ἐλεῆσαι τὴν ἔνδειαν .
ἄν τις οἰκειότερον κατασκαφῆς νομίσῃ τῇ πόλει , πάσης ἤδη ἀπορούσης δυνάμεως . Ταῦτ ' ἄρα καὶ θείη ἄν τις
6127977 Παρακαλεσας
ἐκέλευσε μεγάλην ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι τῶν βιβλίων καὶ συντηρεῖν ἁγνῶς . Παρακαλέσας δὲ καὶ τοὺς ἑρμηνεῖς ἵνα παραγίνωνται πυκνότερον πρὸς αὐτόν
ὑπερηφάνους καθαιρεῖ , τοὺς δὲ ἐπιεικεῖς καὶ ταπεινοὺς ὑψοῖ . Παρακαλέσας δὲ αὐτὸν τὸν ἑξῆς ἐπηρώτα : Τίσι δεῖ συμβούλοις
6125988 Ἰτεα
μιγάδος . οἱ πολῖται Ἰτάνιοι . ἔστι καὶ ἄκρα . Ἰτέα , δῆμος τῆς Ἀκαμαντίδος φυλῆς . ὁ δημότης Ἰτεαῖος
φύλλα ροα Ἵππουριϲ ροβ Ἰϲάτιϲ βαφική ρογ Ἰϲάτιϲ ἀγρία ροδ Ἰτέα ροε Καλαμίνθη ροϚ Κάλαμοϲ ἀρωματικόϲ ροζ Κάλαμοϲ φραγμίτηϲ ροη
6123099 πολυμηχανος
θέλγητρα παλύνῃ : καί μιν ὑπέρθυμος τεκεοκτόνος Αἰήταο κύδηνεν κούρη πολυμήχανος . Αὐτὰρ ἔγωγε σῆς ἀλόχου κέλομαί σε δαήμεναι ,
δέ σε νῆες ἔνεικαν . τὸν δ ' ἐπιθαρσήσας προσέφη πολυμήχανος ἥρως : ἐξερέω καὶ ταῦτα : σὺ γάρ μ
6122149 ἐκδεξαι
ἀναβαίνεις , τί ὑπακούεις ; εἰ γὰρ σταυρωθῆναι θέλεις , ἔκδεξαι καὶ ἥξει ὁ σταυρός : εἰ δ ' ὑπακοῦσαι
ζῆν , οὕτως ἀνεξέταστον φαντασίαν μὴ παραδέχεσθαι , ἀλλὰ λέγειν ἔκδεξαι , ἄφες ἴδω , τίς εἶ καὶ πόθεν ἔρχῃ
6119112 παλινῳδιας
καὶ ἰάσασθαι βούλεται : διὰ γὰρ τῆς μυθολογίας τε καὶ παλινῳδίας ἀποκαθήρασθαι καὶ ἰάσασθαι βούλεται τὸ ἁμάρτημα . Ἀλλὰ πῶς
μοι , κατὰ τὸν ποιητὴν ἐκεῖνον , δεήσεσθαι καὶ αὐτὸς παλινῳδίας ἐν τοῖς περὶ τοῦ ἔρωτος λόγοις : θεὸς γὰρ
6118531 ωντ
το ? ? ! ! ! ! ! ! ! ωντ ? ! ἐ ! ! ! | ! !
[ [ ] ως ! ! ! [ [ ] ωντ ! ! ! [ [ ] λυθροναγ ? ?
6116964 ἀρκουσης
. ἕδος δίκᾳ : δίκης ξεναρκοῦς , τῆς τοῖς ξένοις ἀρκούσης δικαιοσύνης κοινὸς ὢν ὀφθαλμός . ὦ Αἴγινα , ἤτοι
δύο προθέσεις παρείληφεν , κατά , ἀπό , τῆς ἑτέρας ἀρκούσης . . καταπάλμενος ? οὐδὲ στεφάνη δόρυ οἱ σχέθε
6116798 τελειοτερας
ἄρχοντα ὑπήκοοι τὸ περὶ πάντα μεγαλεῖον τῆς φύσεως αὐτοῦ καταπληττόμενοι τελειοτέρας οὔσης ἢ κατὰ ἄνθρωπον : οὐδὲ γὰρ ὁμιλίαις ἐχρῆτο
ἀσκηταῖς ἀνάγκη πρότερον ἐντυχεῖν τῇ νεωτέρᾳ παιδείᾳ , ἵνα τῆς τελειοτέρας αὖθις ἀπόνασθαι βεβαίως δυνηθῶσι . παρὸ καὶ μέχρι νῦν
6114984 Προσωπον
ἱκανοὶ γὰρ οἱ γενιῶντες πρὸς τὸ λέγειν . Σωρανός . Πρόσωπον . ἀπὸ τοῦ πρόσω καὶ ἔμπροσθεν τοὺς ὦπας ἔχειν
, οὐ δεδορκότες , κίνησις σχολαία , φωνὴ ἠπία . Πρόσωπον ἀνιαροῦ ἰσχνόν , μέτωπον ῥυσσόν , ὀφρύες ἀπεστραμμέναι ,

Back