ἐκ τῆς τῶν ζῳδίων φύσεως καταστοχαστέον τὸν τόπον εἰς ὃν ἀπελεύσεται ὁ φυγών : οἷον Ἰχθύες μὲν λιμνώδεις καὶ ἑλώδεις
δὴ τοῖς βοηθήμασιν ἄρα τὸ ἀσφαλὲς ἕξει , καὶ σῶος ἀπελεύσεται χρώμενος οἴκαδε τοῖς ἑαυτοῦ ποσίν . [ ] .
5342002 ἐπιπλεων
ἐπὶ τούτῳ τῷ σίτῳ δεδανεικέναι ὃν ὁ παρ ' ἡμῶν ἐπιπλέων ἐπρίατο . οἱ δὲ δανεισταὶ τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐξηπατημένοι
, ὡς εὐδαίμονα βίον ἐπεβίωσα εὖ ποιῶν τοὺς φίλους καὶ ἐπιπλέων ἐνίοτε μὲν αὐτός , ἐνίοτε δὲ οἰκέτας ἐκπέμπων .
5314336 μιγεντες
, πλατυτάταις . γενύεσσι : στόμασι , κατὰ μαγούλοις . μιγέντες : εἰσελθόντες , ἑνωθέντες , κλεισθέντες , ἐμπεσόντες ,
ὀϊόμενοι κρυπτὸν δόλον , ὄφρα λάθωσι βατράχου εὐρείῃσιν ἔσω γενύεσσι μιγέντες . ὡς δ ' ὅτε τις κούφοισι πάγην ὄρνισι
5305915 ἐπιβαλῃ
ὥσπερ τιμιώτερα τὰ ψυχικώτερα : οὕτως δὴ καὶ ἐπειδὰν φιλοσοφεῖν ἐπιβάλῃ , προτίμα μὲν τὰ διὰ ψυχῆς καὶ νοῦ ἄνευ
ἐξεικονισμένον , ἐπιζήμιον ζημιωθήσεται : καθ ' ὅ τι ἂν ἐπιβάλῃ ὁ ἀνὴρ τῆς γυναικός , δώσει μετὰ ἀξιώματος :
5253827 αἰγιαλῳ
ἐκβολαῖς τοῦ ποταμοῦ , τὰ δὲ βράχεα τὰ πρὸς τῷ αἰγιαλῷ ἐπῴκεον ἄνθρωποι ἐν καλύβαις πνιγηραῖς . καὶ οὗτοι ὡς
ἐνέμετο , ὁ δὲ παῖς ἤδη ἀνδρωθεὶς ἵστατο ἐν τῷ αἰγιαλῷ , καὶ ἐκάλει αὐτὸν τῷ ὀνόματι , ὃ ἐπέθηκεν
5201076 σῳζοιτο
. περιπέμψας δ ' εὐθὺς πανταχῇ τοὺς ἐξαγγελοῦντας , ὅτι σῴζοιτο , πυνθάνεται Καλουίσιον σὺν ταῖς πρόπλοις καταπλέοντα καὶ ὡς
ἡ στέρησις , ἀλλὰ ταὐτὸν ἀκριβῶς τῇ ὕλῃ , πῶς σῴζοιτο ἂν ἐν τῷ τινος εἴδους μεταλαμβάνειν ; ὅτι φησί
5195912 κυματι
πεδίου τρέχει . ἡ δὲ οὐκ ἀφανίζει γλυκὺν ἐραστὴν ἁλμυρῷ κύματι , σχίζεται δὲ αὐτῷ ῥέοντι , καὶ τὸ σχίσμα
περιέζεεν ὕδωρ νειόθεν , ἐκ μυχάτου δὲ βυθοῦ ῥοίβδησε Χάρυβδις κύματι καχλάζοντι , καὶ ἱστίον ἄκρον ἵκανε . Νῆα δ
5185718 ἐοικοι
, διάστροφος τὴν ὄψιν . ὁ δ ' ἐπίσειστος ἡγεμὼν ἐοίκοι ἂν τῷ ἡγεμόνι θεράποντι πλὴν περὶ τὰς τρίχας .
νέα κωμωιδία καὶ λουτῆρας λέγει . Αἰσχύλος δ ' ἂν ἐοίκοι τὰ βαλανεῖα λουτήρια λέγειν : ἀλλ ' ἐκ μεγίστων
5132596 πεπονημενους
δὲ νομαίους καὶ πεδινούς , ὁ δὲ Ταῦρος ἐπιπέδους καὶ πεπονημένους τόπους , οἱ δὲ Δίδυμοι . . . ,
, τοὺς ἐν τῶι παροιχομένωι βίωι πόνους ἐπ ' ἀρετῆι πεπονημένους ἀπορρίψαντα ; καὶ ταῦτα δι ' ἐμαυτόν , ὅπερ
5114185 Καμαρινῃ
μὲν Ἀρίσταρχος βούλεται οὕτω , θαλάμων κατασκευὰς τὸν Ἵππαριν τῇ Καμαρίνῃ παρέχειν : φησὶ γὰρ ὅτι διὰ μέσης ῥέων τῆς
ὥστε ποιεῖν σταδίους θαλάμους . Ἵππαρις : ποταμὸς οὗτος ἐν Καμαρίνῃ . ἔστι δὲ αὐτοῦ τοῦ ῥεύματος τὸ μέν τι
5106528 συνοικῃ
ἑλόντος . ἔστω δὲ καὶ ἐὰν ἡ ξένη τῷ ἀστῷ συνοικῇ κατὰ ταὐτά , καὶ ὁ συνοικῶν τῇ ξένῃ τῇ
θῆσσα καλεῖται , ἣν ὁ ἀγχιστεὺς ἐκδίδωσιν , ἂν ἑτέρᾳ συνοικῇ , ἢ πάντως γαμεῖ . ὁ μὲν οὖν ἀνὴρ
5045178 περιτυχῃ
παρεῖχε , καὶ ἐδέδισαν μή ποτε αὖθις ξυμφορά τις αὐτοῖς περιτύχῃ οἵα καὶ ἐν τῇ νήσῳ . ἀτολμότεροι δὲ δι
ἐν ᾗ καὶ ἑτέρα ἠθοποιΐα : πότερον βαδίσει μή που περιτύχῃ τὴν κόρην : μᾶλλον δὲ , ὅτι ἡ φωνὴ
5005843 ἁλῳ
μέχρι οὗ Ἀθήναζε πεμφθῶσιν , ὥστ ' , ἐάν τις ἁλῷ ἀποδιδράσκων , ἅπασι λελύσθαι τὰς σπονδάς . οἱ δὲ
ἐφ ' οἷς ἐπολιτεύσατο : καὶ τὸ δεδιέναι μήποτε γραφῆς ἁλῷ , καὶ τιμωρίαν ἐπὶ πολλοῖς ἀδικήμασιν ὑπόσχῃ : ταῦτα
4993837 κρατησειεν
Ἀρκάδες , ἐνόμισεν ἑλεῖν ἂν τοῦτον , καὶ εἰ τούτου κρατήσειεν , οὐκ ἂν δύνασθαι μένειν τοὺς ὑπὸ τούτῳ πολιορκοῦντας
ἐν τῷ μέρει καὶ πληττομένων , ἄχρις ἂν ἕτερος θατέρου κρατήσειεν . Ὁ μέντοι τὴν ἧτταν ὑποστὰς αἰδοῖ ληφθεὶς ἐπὶ
4969920 ἐφθονησας
ἀπηρτισμένον ᾖ τὸ πρᾶγμα , αἰτιολογίαν , οἷον ἵνα προκόψω ἐφθόνησάς μοι , ἴσον γὰρ τῷ διότι προέκοψα ἐφθόνησάς μοι
ἵνα προκόψω ἐφθόνησάς μοι , ἴσον γὰρ τῷ διότι προέκοψα ἐφθόνησάς μοι : ὅταν δὲ μὴ ᾖ τετελεσμένον , ἀποτέλεσμα
4968937 δυνοντι
τι καλεῖται ἑσπερία συνανατολὴ ἀληθινή , ὅταν ἅμα τῷ ἡλίῳ δύνοντι καὶ ὁ ἀστὴρ ἀνατέλλῃ , ὃ δέ τι καλεῖται
ὡροσκόπῳ , ἔπειτα οἱ ἐν τῷ μεσουρανήματι ἢ ἐν τῷ δύνοντι ἢ ἐν τῷ ὑπογείῳ . ἐὰν δὲ οἱ τόποι
4925908 ποιησειαν
Ἑλλήνων , διότι πάντες εἰς αὐτοὺς ἀποβλέψουσιν , εἰ τοῦτο ποιήσειαν , πρὸς δὲ τὸν παρὰ τοῦ βασιλέως φόβον τὸ
τῷ ὄρει ἐκείνῳ , καὶ ἐτίτρωσκεν αὐτούς , ὡς ἂν ποιήσειαν αἱ μέλισσαι , καὶ ἐδίωξεν αὐτοὺς ἀπὸ Σηεὶρ ἕως
4918879 ἀπαντησῃ
περὶ μεγάλων πραγμάτων ἐπεχείρησα δημηγορεῖν : καὶ πάλιν : μηδεὶς ἀπαντήσῃ μοι δύσκολος , ὅτι μέλλω συμβουλεύειν ὑμῖν περὶ ὧν
, ἀλλ ' ἐκεῖνο φοβούμενος μή μοι παρ ' ὑμῶν ἀπαντήσῃ τὸ δοκεῖν μὲν ἀληθῆ λέγειν , ἀρχαῖα δὲ καὶ
4918224 φυγοντι
τὴν Σελήνην ἢ συνάπτωσιν αὐτῇ ἢ ὡροσκοπῶσι καλόν ἐστι τῷ φυγόντι : ἢ γὰρ ἐπιθαρσύνουσιν αὐτὸν ἢ τελέως ἐλευθεροῦσιν .
τὴν Σελήνην ἢ συνάπτωσιν αὐτῇ ἢ ὡροσκοπῶσι καλόν ἐστι τῷ φυγόντι : ἢ γὰρ ἐπιθαρσύνουσιν αὐτὸν ἢ τελέως ἐλευθεροῦσιν .
4913983 ἱκομεσθα
ὁμῶς πλέομεν νύκτας τε καὶ ἦμαρ : ἑβδομάτῃ δ ' ἱκόμεσθα Λάμου αἰπὺ πτολίεθρον , Τηλέπυλον Λαιστρυγονίην , ὅθι ποιμένα
' ἐν μεγάροις ἠκούομεν ὡς ἐπέτελλε . Πηλῆος δ ' ἱκόμεσθα δόμους εὖ ναιετάοντας λαὸν ἀγείροντες κατ ' Ἀχαιΐδα πουλυβότειραν
4894580 βροντησῃ
ὕστερον δὲ κατάστασιν . ἐν ταύρῳ τῆς σελήνης οὔσης ἐὰν βροντήσῃ , φθορὰν σίτου καὶ κριθῆς σημαίνει , καὶ ἀκρίδων
δὲ πρὸς ἀνατολὰς θλίψιν καὶ λιμόν . ἐν διδύμοις ἐὰν βροντήσῃ , ταραχὴν καὶ νόσον δηλοῖ , καὶ σίτου φθοράν
4890345 Ἀλβανῳ
κατασκευὰς ἐκπρεπεστάτας . συνεχῆ δ ' ἐστὶ καὶ τὰ τῷ Ἀλβανῷ ὄρει ὑποπίπτοντα , τὴν αὐτήν τε ἀρετὴν ἔχοντα καὶ
Ἀλβανῷ . . νθ γιβʹ λζ ∠ ʹγιβʹ Ἡράκλεια πρὸς Ἀλβανῷ . . . νθ ∠ ʹιβʹ λζ ∠ ʹγιβʹ
4879656 ἐπεβαινε
ὁ δ ' ἐν σκότῳ κεκρυμμένος ἀδεῶς ἔκτοτε ταῖς θηλείαις ἐπέβαινε . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι Κύριος ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται
καὶ μάχης ἐπειρᾶτο μέχρι τοῦ θανάτου ἵππου τε χωρὶς ἀναβολέως ἐπέβαινε . καὶ μεγίστῳ δὴ τῷδε τεκμηριώσαι μάλιστά τις ἂν
4869185 Μελανι
ἰσθμῷ τῆς Χερρονήσου τρεῖς πόλεις κεῖνται : πρὸς μὲν τῷ Μέλανι κόλπῳ Καρδία , πρὸς δὲ τῇ Προποντίδι Πακτύη ,
ὀπίσω τοὺς Ἀρκάδας ὧν ἦρχεν ἀπάξειν ἔμελλεν ἐνταῦθα Ἀθηνᾶν λέγουσι Μέλανι τῷ Ὦπος εἰκασμένην ἀποτρέπειν τῆς ὁδοῦ Τεῦθιν τῆς οἴκαδε
4830699 ἀγρονομοι
καὶ σημασίαν . καὶ ἅπαξ εἴρηται ἐν Ὀδυσσείᾳ , “ ἀγρονόμοι παίζουσι , γέγηθε δ ' ἄρα φρένα Λητώ ,
δέ θ ' ἅμα Νύμφαι , κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο , ἀγρονόμοι παίζουσι : γέγηθε δέ τε φρένα Λητώ : πασάων
4811966 Ἀραβιῳ
αὑτῶν . ἤκουον δέ γε πρὸς οἷς ἐτεθεάμην τῷ μὲν Ἀραβίῳ λελουμένῳ τε καὶ ἐπ ' ἄριστον ἰόντι δύο τινὲ
Ἰνδικῆς . ἐν δὲ Συήνῃ καὶ Βερενίκῃ τῇ ἐν τῷ Ἀραβίῳ κόλπῳ καὶ τῇ Τρωγλοδυτικῇ κατὰ θερινὰς τροπὰς ὁ ἥλιος
4808635 δυτικῳ
Βρετανικῷ καὶ τῷ καλουμένῳ Οὐεργιουίῳ , ἀπὸ δὲ δύσεως τῷ δυτικῷ , ἀπὸ δὲ ἄρκτων Ὑπερβορείῳ καὶ τῷ καλουμένῳ Δουηκαλεδονίῳ
θῆκεν ἀνάκτων ] . ὥρῃ δ ' ἐμβεβαὼς Πυρόεις , δυτικῷ παρεούσης Ἀφρογενοῦς κέντρῳ , φθορέας λέκτρων ἀνέφηνεν ἀλλοτρίων ,
4754608 Ὑδρος
. νότια δέ : Ὠρίων , Κῆτος , Δελφίς , Ὕδρος ἐφ ' ὧι Κρατὴρ καὶ ὁ Κόραξ , Κύων
ιβʹ , Ἵππος Ὀφιοῦχος , ἐφ ' ὧι Ὄφις , Ὕδρος , ἐφ ' ὧι κατηστέρισται Κρατήρ , Κόραξ Προκύων
4749851 τριγλωχιν
Αἴτνην , ὁ δὲ Καλλίμαχος τῷ Ἐγκελάδῳ , οὕτως : τριγλώχιν ὀλοῷ νῆσος ἐπ ' Ἐγκελάδῳ . ἔνιοι δὲ ἐν
εἰσι σύνθετα τὰ εἰς ιν βαρύνονται , οἷον δελφάκτιν εὐάκτιν τριγλώχιν : πάντα δὲ προσθέσει τοῦ ος ποιοῦσι τὴν γενικὴν
4735411 Ὠκεανῳ
Ἡ μὲν οὖν Ἀκουιτανία περιορίζεται ἀπὸ μὲν δυσμῶν τῷ Ἀκουιτανίῳ Ὠκεανῷ κατὰ περιγραφὴν τῆς παραλίου τοιαύτην . Μετὰ τὸ Οἰασσὼ
καὶ τῷ Ἀκουϊτανικῷ κόλπῳ , ἀπὸ δὲ ἄρκτων τῷ Βρετανικῷ Ὠκεανῷ . Τῆς μὲν οὖν Ἀκουϊτανίας Κελτογαλατίας τὸ μὲν Μεδιολάνιον
4734486 Ἑλλησποντιας
. οἱ πολῖται Πριαίσιοι καὶ Πριαισιεύς . Πρίαπος , πόλις Ἑλλησποντίας , θηλυκῶς . ὁ πολίτης Πριαπηνός καὶ Πριαπηνή .
μὲν γὰρ συνιούσης τῆς ναυμαχίας ὤδινεν ἡ θάλασσα καὶ κατέβαινεν Ἑλλησποντίας λαμπρός καὶ τὰ ἑξῆς . Τρίτη δὲ σεμνότητος ἐννοιῶν
4715542 συλλεγομενου
περιχαραττομένης τῆς ῥίζης θολοειδῶς καὶ τοῦ συρρέοντος εἰς τὴν κοιλότητα συλλεγομένου : ἔστι δ ' ἐνεργέστερος τοῦ ὀποῦ ὁ χυλός
ἐὼν ἐν Σάμῳ συνήγειρε πάντα ἄνδρα ἐπὶ γῆς ἀναδασμῷ : συλλεγομένου δὲ στρατοῦ πολλοῦ ἐστάλη ἐς Δελφοὺς ὁ Ἀρκεσίλεως χρησόμενος
4713752 συνδυνει
ἀνατελλέτω , πρότερον δὲ δυνέτω : τῶν ἄρα προηγουμένων τινὶ συνδύνει . Συνδυνέτω τῷ ζʹ : ἡ ἄρα ζδʹ περιφέρεια
τὴν ΛΕ περιφέρειαν διαπορεύεται . Καὶ συνανατέλλει τῷ Ε : συνδύνει ἄρα τῷ Λ : ὥστε ἡ πρὸ τῆς Ε
4689802 εὐρου
ζεφύρωι [ ] [ ] : τὸν χειμῶνα ἐκ τοῦ εὔρου [ ] , δύνει δὲ ἐν τῶι λιβί [
περὶ τὰς νήσους , Δρυμοῦσαν καὶ Πήλην , αὔρα τις εὔρου ὑπήρχετο καὶ περαιτέρω προϊόντων εὖρος ἤδη λαμπρὸς , καὶ
4689428 ἀπηλιωτῃ
ἀρρωστίας , ὁ δὲ ιθʹ , ὃς ἀνατέλλει ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ ὀψέ , χρηματίζει περὶ σίνους , ὁ δὲ ιζʹ
δὲ καὶ ἀσθενῆ . ἑῷοι μὲν ὄντες καὶ ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ τὰς γυναῖκας ἀρρενοῦσιν οὐ μόνον ταῖς πράξεσιν , ἀλλὰ
4688406 ἐπιθυμῃς
τῷ τρίβωνι ἐχείμαζον οἱ φιλόσοφοι μηδὲν ἐσθίοντες . ἐπιθυμεῖς ] ἐπιθυμῇς . ταῦτα οὐκ ἐποίει Σωκράτης , ἀλλὰ πίνειν μὲν
ποιεῖν , καὶ οὐδὲν ἐπιπλήττουσιν οὐδὲ διακωλύουσι ποιεῖν ὧν ἂν ἐπιθυμῇς ; Ναὶ μὰ Δία ἐμέ γε , ὦ Σώκρατες
4687445 νηματα
ζῳδίων φύσεις ὁρᾶν οὕτως . Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα
, ἀπόχρη γε μὴν ἀλλήλας περιλιχμήσασθαι . ἄγρα δὲ αὐτῶν νήματα ἄγαν λεπτὰ καὶ ἐρραφέντα τούτοις ἀραιῶν στημονίων τὰ ἱμάτια
4685121 Δολογκων
μαίρας καὶ κυνὸς περὶ τὴν κοίλην * ἠόνα * τῶν Δολόγκων καὶ τῶν Θρακῶν . τὰ δὲ περὶ τῆς λιθώσεως
Ἕλληνος ἐκλήθησαν Ἕλληνες . ᾧτινι τοὺς τάφους ἑτοιμάζει ἡ τῶν Δολόγκων ἀκτὴν ἐπὶ τῆς Θρᾴκης καὶ ἡ ἄκρα Μαζουσία προέχουσα
4684902 ἀστρασιν
ἀποκλίνως ' ἀπὸ κέντρου , ἢ συναφὴν τεύχως ' ὀλοεργέσιν ἀστράσιν οἵδε , μὴ Διὸς αὖ λεύσσοντος ἢ ἁβροκόμοιο Κυθήρης
: ἐμφανές * ἀπλανές : πολυπλανές διαστεῖλαν τοὺς πλανήτας * ἀστράσιν : ζῳδίοις * ἄστροις : γράφεται ἀστράσιν . *
4684534 σχεδιης
καὶ νόος ἐτράπετ ' αὐτῆς . πέμπε δ ' ἐπὶ σχεδίης πολυδέσμου , πολλὰ δ ' ἔδωκε , σῖτον καὶ
ὤρινεν δὲ θάλασσαν ἀθέσφατον , οὐδέ τι κῦμα εἴα ἐπὶ σχεδίης ἁδινὰ στενάχοντα φέρεσθαι . τὴν μὲν ἔπειτα θύελλα διεσκέδας
4680215 βησσηεντα
τῶν πηγῶν , αἵ τινες κατοικοῦσι ἀνὰ τὰ ὄρη τὰ βησσήεντα , ἤγουν τὰ ἀφ ' ἑνὸς μέρους βάσιμον τὴν
θεᾶν χαρίεντας ἐναύλους Νυμφέων , αἳ ναίουσιν ἀν ' οὔρεα βησσήεντα , ἠδὲ καὶ ἀτρύγετον πέλαγος τέκεν οἴδματι θυῖον ,
4672706 Κισθηνης
πόλις Λιβύης ἢ Αἰθιοπίας . : Κισθίνης ] Γρ . Κισθήνης : ἔστι δὲ πόλις ἢ Λιβύης ἢ Αἰθιοπίας .
Θρᾴκης . Κρατῖνος κἀνθένδ ' ἐπὶ τέρματα γῆς ἥξεις καὶ Κισθήνης ὄρος ὄψει . Κιττοφόρος : ἔνιοι μετὰ τοῦ σ
4670004 Ὑαδος
περικτήτους ἐξ ἀδικίας μάλιστα ὡς ὑποκεκρυμμένης . ὁ λαμπρὸς τῆς Ὑάδος δὲ μοίρας εἴκοσι Ταύρου . οὗτος κράσεως πέφυκεν Ἄρεος
: τῶν δὲ ἐν τῇ κεφαλῇ ὁ μὲν λαμπρὸς τῆς Ὑάδος καὶ ὑπόκιρρος , καλούμενος δὲ Λαμπαύρας , τῷ τοῦ
4663044 ἐργαζοντο
δὲ Ἀλέξανδρος ἀπίκετο ἐς τὴν Ἀττικήν , οὔκω ἀπετετείχιστο , ἐργάζοντο δὲ μεγάλως καταρρωδηκότες τοὺς Πέρσας . Τέλος δὲ τῆς
Μακεδονίην διατεταγμένοι . Ἐν ᾧ δὲ οὗτοι τὸν προκείμενον πόνον ἐργάζοντο , ἐν τούτῳ ὁ πεζὸς ἅπας συλλελεγμένος ἅμα Ξέρξῃ
4658665 πολυχρυσῳ
ἐξ ἧς ἐκαρποῦτο τὰ μέλη : Ἔνθα , ἐν τῇ πολυχρύσῳ λέγω ἀπολλωνίᾳ νάπῃ , ἤγουν ἐν τῇ πυθίᾳ ,
τ ' Ἀκράγαντι καὶ μὰν Ξενοκράτει ἑτοῖμος ὕμνων θησαυρὸς ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ : τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος ,
4645171 τἀπι
. Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης . θνητὸς πεφυκὼς τἀπί σοι πειρῶ βλέπειν . Ἀνδρὸς γέροντος οἱ γνάθοι βακτηρία
. Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης . θνητὸς πεφυκὼς τἀπί σοι πειρῶ βλέπειν . Ἀνδρὸς γέροντος οἱ γνάθοι βακτηρία
4644855 προσελευσονται
παρόντας : εἰς Σικελίαν δηλονότι . προσίασιν : ἀντὶ τοῦ προσελεύσονται . ἐν - θάδε : ἤγουν ἐν Πελοποννήσῳ .
οἱ βασιλεῖς καὶ τῆς ὁμιλίας αὐτοῦ καὶ πολλοὶ τῶν ἀρχόντων προσελεύσονται τῇ πύλῃ αὐτοῦ καὶ κυριεύσει ἐγγαίων καὶ χωρίων καὶ
4644830 ξζʹ
ιαʹ , κϚʹ , λϚʹ , μβʹ , ναʹ , ξζʹ , οβʹ : ὁ δὲ θάνατος ὀξύς . ὁ
ιβʹ , καʹ , λαʹ , μβʹ , ναʹ , ξζʹ , οδʹ , πʹ : ὁ δὲ θάνατος ὀξύς
4643960 ἐπιθεωρησωσι
τούτοις ἁρμόσει πάντα τὰ στεγνοῦντα . εἰ δὲ ἀγαθοποιοὶ μὴ ἐπιθεωρήσωσι τὴν ☾ , τῇ τριακοστῇ ἡμέρᾳ τελευτήσει . ἐὰν
μὴ θεωρήσωσι κινδυνεύει περὶ τὴν τεσσαρακοστήν . ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ ἐπιθεωρήσωσι τὴν ☾ πολυχρόνιον πάθος ἔχων σωθήσεται . ἐὰν δὲ
4643842 πνεουσης
ἴσχει , ἅτε ἐν θερμῷ ἐοῦσα , ἔπειτα τῆς μητρὸς πνεούσης , ἔπειτα δὲ τοῦ πνεύματος ὅταν πλησθῇ , ὁδόν
στοὰ μεστὸν εὐθυμίας εἰσάγει παγκάλης αὔρας ἐκ τοῦ πρὸς ζέφυρον πνεούσης προτεμενίσματος , πνεῖ γὰρ ἡδύς τε καὶ ἄλυπος καὶ
4639854 διαμασασθαι
ιε τοῖς εὐτόνοις . τοῖς μὲν οὖν πλείω καθαρθῆναι δεομένοις διαμασᾶσθαι προστακτέον : τοῖς δὲ μὴ πάνυ ἐμπράκτου μηδὲ πολλῆς
σταφίδας ἀγρίας κόκκους δʹ . μαστίχης κόκκους ηʹ . δίδου διαμασᾶσθαι . [ Εἰς πεσόντας ὀδόντας ἀπὸ πληγῆς . ]
4630074 νικητης
ἐπὶ τοίνυν τοῦ παρόντος δόξα αὐτῷ ἐστιν ὁ Ἀλκιμέδων τριακοστὸς νικητὴς ἀναδειχθείς . λέγεται γὰρ σὺν τούτῳ ἀλεῖψαι τριάκοντα μαθητάς
γεγονώς , καὶ μὴ στελλόντων τούτων , ὁ πρὶν γενναῖος νικητὴς λιμῷ νενικημένος φυγὰς ὑπὸ Σκηπίωνος γίνεται τοῦ Ῥωμαίου καὶ
4628391 εὐτυχῃ
φανερὰ μὴ δίωκε τἀφανῆ . Ἀνὴρ πονηρὸς δυστυχεῖ , κἂν εὐτυχῇ . Ἄνθρωπος ὢν γίνωσκε τῆς ὀργῆς κρατεῖν . Ἅπαντας
ταῦτ ' ἐστὶν ὄψις , παραπέτασμα τοῦ βίου . Κἂν εὐτυχῇ τις , ὡς ἔοικε , προσδοκᾶν ἀεί τι δεῖ
4612178 ἰσθμῳ
νῦν νῆσος τὸν ἰσθμὸν ἀποτεταφρευμένη 〚 Εὔριπος Διόρυκτος ἐν τῷ ἰσθμῷ 〛 . Μετὰ δὲ ταῦτα πόλις Φαρὰ καὶ κατὰ
πολίχνιον λέγει ἐν αὐτῇ Ἀλαλκομενὰς τὸ ἐπ ' αὐτῷ τῷ ἰσθμῷ κείμενον . Καλεῖ δ ' ὁ ποιητὴς Σάμον καὶ
4608142 φανει
τῶν ἀδοκήτων πόρον ἄπορον ἐξανύσας † δυοῖν τοῖν μόνοιν Ἀτρείδαιν φανεῖ κακῶν ἔκλυσιν ; ἐν τοῖσι θαυμαστοῖσι καὶ μύθων πέρα
, ὦ φίλαι : κεκρυμμένας θήρας ξιφήρεις αὐτίκ ' ἐχθροῖσιν φανεῖ . ἄφοβος ἔχε : κενός , ὦ φίλα ,
4607399 παρημην
νέμοντα πρωθήβην ἐν ἐκείνῳ τῷ ὄρει τὸ πλατὺ βουκόλιον καὶ παρήμην σοι συρίττοντι πρὸς ταῖς φηγοῖς ἐκείναις , ἡνίκα ἤρας
καὶ συνευφραίνου ἢ οὐ παρῆς ; ἐάν τε γὰρ εἴπῃ παρήμην καὶ συνευφραινόμην , παρεσκεύασται ὁ ῥήτωρ εἰπεῖν πῶς οὖν
4602716 σελμασιν
μελαίνης νυκτὸς ἵξεται κνέφας , Ἕλληνες οὐ μενοῖεν , ἀλλὰ σέλμασιν ναῶν ἐπανθορόντες ἄλλος ἄλλοσε δρασμῷ κρυφαίῳ βίοτον ἐκσωσοίατο .
; ὁ Βακχίου παῖς , ὡς σαφέστερον μάθηις . ἐν σέλμασιν νεώς ἐστιν ἢ φέρεις σύ νιν ; ὅδ '
4602649 Ἀχελῳῳ
γὰρ ὁ τύπος . Οἰνειάδαι , πόλις Ἀκαρνανίας πρὸς τῷ Ἀχελῴῳ ἡ καὶ Ἐρυσίχη καλουμένη . τὸ ἐθνικὸν Ἐρυσιχαῖος .
ἀνελόμενος Εὐρυσθεῖ ἔδωκεν . Ὅτι φασὶ τὸν Ἡρακλῆ μονομαχῆσαι τῷ Ἀχελῴῳ . ἔχει δὲ οὕτω . ῥέων ὁ Ἀχελῷος μεταξὺ
4598665 κλεπτῃ
τὰ ' κείνου φαγόντων . ὁ οὖν Κάνδιδος εὑρὼν ἀφορμὴν κλέπτῃ λυσιτελοῦσαν φύλαξ μὲν ὧν ἐπιστεύθη κακὸς ἦν , ἐχθροὺς
, ἐάν τις ἢ τὴν πόλιν προδιδῷ ἢ τὰ ἱερὰ κλέπτῃ , κριθέντα ἐν δικαστηρίῳ , ἂν καταγνωσθῇ , μὴ
4595704 Θυνιας
. Οἱ οἰκοῦντες Σατορχαῖοι . : Ψίλιον , ποταμὸς μεταξὺ Θυνίας καὶ Βιθυνίας . Δομίτιος Καλλίστρατος ἐν τρίτῳ Περὶ Ἡρακλείας
δὲ τὸ Ψησσῶν ἔθνος „ . Ψίλιον , ποταμὸς μεταξὺ Θυνίας καὶ Βιθυνίας . Δομίτιος Καλλίστρατος ἐν τρίτῳ περὶ Ἡρακλείας
4595537 φορτῳ
, ἔνθα μηδὲν μήτ ' αὐτῇ συμβαίῃ δεινὸν μήτε τῷ φόρτῳ μήτε μὴν τοῖς ἐμπλέουσι . Τοῦτο ὥσπερ κανών ἐστιν
, ὑβριστής τ ' ὤλεσε Λὶψ ἄνεμος νηί τε σὺν φόρτῳ τε : κόνιν δέ σου ἀμφιμέλαιναν δέξαντ ' οἰζυροί
4594561 πειθομενη
ὀργιζομένη τὸν ἄνδρα , ἀναιδής , μήτε λόγῳ μήτε ἔργῳ πειθομένη τῷ ἀνδρί , ἀλλὰ λοιδοροῦσα καὶ ὀνειδίζουσα αὐτόν ,
γυναικὸς κρατεῖν . σωφρονοῦσα μὲν οὖν καὶ πάντα τῷ γεγαμηκότι πειθομένη γυνὴ κυρία τοῦ οἴκου τὸν αὐτὸν τρόπον ἦν ,
4593744 διφθεραι
οἱ δὲ στίχοι τῶν κωπῶν ταρσώματα καλοῦνται . δέρρεις , διφθέραι . ἔστι δέ τις καὶ μηχανὴ καὶ τροχὸς καὶ
πόλει γὰρ εὐτυχοῦντες οἱ κακοὶ νόσος . εἰσὶν γὰρ εἰσὶ διφθέραι μελεγγραφεῖς πολλῶν γέμουσαι Λοξίου γηρυμάτων μηλοσφαγεῖ τε δαιμόνων ἐπ
4581288 Ἀρριδαιῳ
τὴν αὑτῆς θυγατέρα , ἥτις ὕστερον Εὐρυδίκη μετωνομάσθη , τῷ Ἀρριδαίῳ εἰς γυναῖκα : ἣν καὶ ὕστερον ἠγάγετο Περδίκκα διαπραξαμένου
Ἀρριδαίῳ λῦσαι τὴν πολιορκίαν : ποιήσειν γὰρ πάντα τὴν πόλιν Ἀρριδαίῳ πλὴν τοῦ δέξασθαι φρουράν : λάθρᾳ δὲ τοὺς νέους
4577795 πλεοις
. Ἐκ τοῦ Θυέστου : Θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις . Ἐκ τοῦ αὐτοῦ : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν χωρὶς
Θετταλικαὶ χλαμύδες πτερὰ εἶχον . Θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις . Θρᾷκες ὅρκια οὐκ ἐπίστανται : ἐπὶ τῶν τοῖς
4573397 Ἀραβικῳ
Περσίδι καὶ τῇ Ἀραβίᾳ , ἤγουν τῷ τε Περσικῷ καὶ Ἀραβικῷ κόλπῳ . Ἑκάστη δὲ αὐτῶν ἄνεμον ἔλαχεν , ἡ
καὶ Μήδοις . Βάκχου νῆσος καὶ Ἀντιβάκχου ἑτέρα ἐν τῷ Ἀραβικῷ κόλπῳ . τὸ ἐθνικὸν Βακχονησίτης . Βάλα , πόλις
4572537 δεχημερον
ἀποίκους ἑαυτῶν . διέχουσι δὲ αἱ νῆσοι αὗται Τερηδόνος μὲν δεχήμερον πλοῦν , τῆς δὲ κατὰ τὸ στόμα ἄκρας τῆς
ἐπὶ Θρᾴκης ξύμμαχοι οὐδὲν ἧσσον πολέμιοι ἦσαν Βοιωτοί τε ἐκεχειρίαν δεχήμερον ἦγον . ὥστε ξὺν τῷ πρώτῳ πολέμῳ τῷ δεκέτει
4571570 τεναγος
. Τέναγος . παρὰ τὸ τέγγω τὸ βρέχω . τέγγος τέναγος , ὁ ὑπόβροχος τόπος . Τάφρος . πλεονασμῷ τοῦ
τὴν ξυνεχῆ τῇ Ἀράβων γῇ , καὶ ἔνθεν μὲν ἐς τέναγος ἐπὶ πολύ , ἐκ δὲ τοῦ ἐς θάλασσαν κατὰ
4570138 ἐξιπταται
οὔτε τι εἰπεῖν οὔτ ' ἔρξαι δύναται . πολλάκις γὰρ ἐξίπταται ὁ νοῦς τῆς ψυχῆς , καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ
διαπνεῖ δὲ ἐπὶ πλεῖστον καταιγίζουσα τῷ τοῦ λόγου πνεύματι καὶ ἐξίπταται κουφιζομένη τῷ τῆς γλώττης πτερῷ . ταῦτά με τὰ
4566168 Θερμωδων
. ἐνθένδε ἐπὶ τὸν Θερμώδοντα ποταμὸν τεσσαράκοντα . οὗτος ὁ Θερμώδων ἐστίν , ἵναπερ αἱ Ἀμαζόνες οἰκῆσαι λέγονται . ἀπὸ
στάδια μʹ , μίλια εʹ , γʹ . Οὗτος ὁ Θερμώδων ἐστὶν , ἐν ᾧπερ αἱ Ἀμαζόνες οἰκῆσαι λέ -
4564189 Κλαζομενιοις
χηραμῷ , τὰ δὲ καὶ ἐς ἐπίδειξιν πλούτου πεποιημένα . Κλαζομενίοις δὲ λουτρά ἐστινἐν δὲ αὐτοῖς Ἀγαμέμνων ἔχει τιμάςκαὶ ἄντρον
ἐν ἀρχῇ χρέα κομιζομένης ἐπὶ τέλει . Διὸ δὴ τοῖς Κλαζομενίοις δόγμασιν ἑπόμενος Εὐριπίδης φησί : Χωρεῖ δ ' ὀπίσω
4560999 ὑπογειῳ
τὸ πλοῖον . ἐπιτηρεῖν δὲ χρὴ τοὺς ἀγαθοποιοὺς ἐν τῷ ὑπογείῳ ἢ μαρτυροῦντας τῷ τόπῳ , ἔστω δὲ τὸ ὑπόγειον
αἴτιος γίνεται τῷ εἰσιόντι , ἐὰν δὲ τύχῃ ἐν τῷ ὑπογείῳ σκέπτου μὴ καὶ θανάτου αἴτιος γίνηται , ἐὰν δὲ
4556464 πιπρασκοντι
: Ἐκεῖνος ὁ ἐπὶ τῆς κλίνης ἀνακείμενος . Κυμαίῳ ἵππον πιπράσκοντι προσελθών τις ἠρώτα , εἰ πρωτοβόλος ὁ ἵππος .
λίην τι περισσόν . ἕως δέ κεν εἰς διάμετρον ἔλθῃ πιπράσκοντι καὶ ἐγκαλέοντι συνοίσει . τὸ τρίτον αὖ τετράγωνον ἐπὴν
4550235 προσειποις
εἰπεῖν . οὔτε γὰρ κατὰ τὴν Λακεδαιμονίων αὐθάδειαν ἀτείχιστον ἂν προσείποις τήνδε τὴν πόλιν οὔτ ' αὖ τειχήρη κατὰ τὴν
. ἀλλὰ μὴν αὐτήν γε τὴν πόλιν καὶ ὡς νῆσον προσείποις ἂν καὶ ὡς χερρόνησον καὶ εἴ τι ἐπέκεινα χερρονήσου
4547833 ὑπερκειμενῳ
καὶ ἐὰν αἴσθηται ὁ κάμνων βάρους καὶ ὀδύνης ἐν τῷ ὑπερκειμένῳ , γίνωσκε ὅτι ἐν τῇ δεξιᾷ κοιλίᾳ ἐστὶ τὸ
, νώτῳ τε καὶ τῷ πρώτῳ αὐτοῦ σπονδύλῳ τῷ τε ὑπερκειμένῳ τοῦ ὤμου ἄρθρῳ . εἰ μέντοι ὅλου τοῦ σώματος
4544736 σεμνοπροσωπεις
, ἐπὶ τῇ ἰσχύϊ ἡμῶν , ἔμπροσθεν ἡμῶν . . σεμνοπροσωπεῖς ] σεμνὸν καὶ ἔντιμον φαίνη ἔχων τὸ πρόσωπον ,
τὠφθαλμὼ παραβάλλεις κἀνυπόδητος κακὰ πόλλ ' ἀνέχει κἀφ ' ἡμῖν σεμνοπροσωπεῖς . ὦ Γῆ , τοῦ φθέγματος , ὡς ἱερὸν
4544114 πυργῳ
λʹ : ἔχει δὲ ὕδωρ πρὸς τῇ γῇ ἐν τῷ πύργῳ . Ἀπὸ Πλατείας εἰς τὸν Παλίουρον [ στάδιοι *
' Εὐρύπυλον κρατερόφρονα , τῷ δ ' ἅμ ' ἑταίρους πύργῳ ἐπεμβεβαῶτας , ὀιομένους περὶ θυμῷ ῥήξειν τείχεα μακρὰ καὶ
4543936 Διρκας
κοινοῦ τὸ ἀνέσταν : τὸν περάσιμον τόπον : ἀμφὶ μέσον Δίρκας : λείπει τὸ ὅς : ὅς , ὁ πόρος
τλάμων ὑμεναίων . ὦ Θήβας ἱερὸν τεῖχος , ὦ στόμα Δίρκας , συνείποιτ ' ἂν ἁ Κύπρις οἷον ἕρπει :
4542664 Ἀδριας
οἵ εἰσιν Ἀθηναῖοι . Ὁ γὰρ αὐτὸς καὶ Ἰόνιος καὶ Ἀδρίας . Τοῦ δὲ Ἴωνος υἱὸς Ἀδρίας , ἀφ '
ἔνθα ὁ Τυρρηνὸς Ἀδρίᾳ συμβάλλων δεινὴν ἐργάζεται τὴν Χάρυβδιν . Ἀδρίας δὲ καὶ Σένων ὀνόματα ποταμῶν ῥεόντων εἰς τὸν Ἰόνιον
4540738 πελασαν
δ ' ἐν νηῒ μελαίνῃ , ἱστὸν δ ' ἱστοδόκῃ πέλασαν προτόνοισιν ὑφέντες καρπαλίμως , τὴν δ ' εἰς ὅρμον
, ὃν ἀθάνατος τέκετο Ζεύς , ἔνθά μιν ἐξ ἵππων πέλασαν χθονί , κὰδ δέ οἱ ὕδωρ χεῦαν : ὃ
4539066 εἰσιοντι
ξὺν τῇ στρατιᾷ , ὅτι τὰ ἀπὸ δυσμῶν τῆς πόλεως εἰσιόντι , εἰ ταύτῃ πρὸς ἕω ἐπέστρεφεν , ἑλώδη τε
ἔστι δὲ αὐτῷ τῶν τοιούτων λόγων χωρίον καὶ τὸ βουλευτήριον εἰσιόντι τε ὡς ἐμὲ καὶ παρακαθημένῳ , καὶ πρὸς οὓς
4536116 χωρῳ
ἀλκὶ πεποιθώς , ὅς τε μένει κολοσυρτὸν ἐπερχόμενον πολὺν ἀνδρῶν χώρῳ ἐν οἰοπόλῳ , φρίσσει δέ τε νῶτον ὕπερθεν :
ἦ τοι μὲν σὺ μέν ' αὐτοῦ τῷδ ' ἐνὶ χώρῳ ἔσθων καὶ πίνων κοίλῃ παρὰ νηῒ μελαίνῃ : αὐτὰρ
4534576 Κυδνος
μᾶλλον ἢ τῇ σοφίᾳ Ἀθηναῖοι , ποταμός τε αὐτοὺς διαρρεῖ Κύδνος , ᾧ παρακάθηνται , καθάπερ τῶν ὀρνίθων οἱ ὑγροί
Λάδων διὰ τῆς Ἀρκαδίας ἀναστάτου γενομένης ; οὐκ αὐτὸς ὁ Κύδνος ἄνω καθαρώτερος ; τί οὖν ; διὰ τοῦτο βελτίους
4532856 Κλειτῳ
καὶ γάμοις ἀρεσάμενος τὸν παρόντα Θρᾳκῶν ὅμιλον , ἐφίησι τῷ Κλείτῳ τὴν κόρην ἄγεσθαι . . . . , :
καθάπερ πρότερον ἔσχε , Καρίαν δὲ Κασάνδρῳ , Λυδίαν δὲ Κλείτῳ , Φρυγίαν δὲ τὴν ἐφ ' Ἑλλησπόντῳ Ἀρριδαίῳ .
4529090 Εὐφρατῃ
. καὶ Σαμιακός . Σαμόσατα , πόλις Κομμαγηνῆς ἐπὶ τῷ Εὐφράτῃ . ὁ πολίτης Σαμοσατεύς . Σαμυδάκη , πόλις Καρμανίας
. ἔστι δὲ παρόμοιος τῷ κέγχρῳ . ἐν δὲ τῷ Εὐφράτῃ τὴν κωδύαν φασὶ καὶ τὰ ἄνθη δύνειν καὶ ὑποκαταβαίνειν
4525393 πυροφορος
εἰπεῖν ἡ μὲν λεπτὴ κριθοφόρος ἀμείνων , ἡ δὲ πίειρα πυροφόρος : αἱ μὲν γὰρ ἐλάττους καὶ κουφοτέρας δέονται τροφῆς
τὰς ἀρούρας πλουσίως λιμνάσαντος , τῆς δὲ πεδιάδος , ὅση πυροφόρος , ἀφθονώτατον ὑπ ' εὐγονίας τὸν τοῦ σίτου καρπὸν
4519397 ἠχητικον
τοῦ Διός , τῆς ἐγχειβρόμου , ἤγουν τῆς περὶ τὸν ἠχητικὸν πόλεμον εὐφυοῦς , γενησομένης δηλονότι . . Ἐν δ
τοῦ Διός , τῆς ἐγχειβρόμου , ἤγουν τῆς περὶ τὸν ἠχητικὸν πόλεμον εὐφυοῦς , γενησομένης δηλονότι . . Ἐν δ
4517598 πλωτηρες
ἔχουσιν ἰδίαν καὶ καθ ' αὑτὰ κίνησιν , ὡς οἱ πλωτῆρες τὴν διὰ ποδῶν βάδισιν , τὰ δὲ οὔ ,
διὰ τοῦ πελάγους τῷ ποταμῷ πομπεύουσαι : οἱ δὲ δὴ πλωτῆρες αὐτῶν ὑπερήδονται καὶ πάντες χορεύουσιν , ἀντὶ τῶν ὅπλων
4516854 ἀχθησεται
ἑρμήνευσα : ἄνευ γὰρ τούτων μηδαμῶς ἡ πρᾶξις εἰς πέρας ἀχθήσεται . Καλοῦνται δὲ ψάμμοι ἐκ τῶν ἀρχαίων πάντα τὰ
ἐφάπτεται τῆς τομῆς . καὶ φανερόν , ὅτι καὶ ἑτέρα ἀχθήσεται ἀπὸ τοῦ Κ ἐφαπτομένη τῆς τομῆς ἐπὶ τὰ ἕτερα
4513068 βωμοι
καὶ μὴ χαλεπῶς με προδίδασκε . ἔστι γὰρ ἔμοιγε καὶ βωμοὶ καὶ ἱερὰ οἰκεῖα καὶ πατρῷα καὶ τὰ ἄλλα ὅσαπερ
ἄσμενοι κατείδομεν ὅθενπερ καὶ Ξενοφῶν καὶ σύ . καὶ οἱ βωμοὶ ἀνεστᾶσιν ἤδη , λίθου μέντοι γε τοῦ τραχέος ,
4512464 ταπεινωσει
τὸν πλησίον αὐτοῦ , καὶ πρὸς τὸν Λευὶ ἐγγίσατε ἐν ταπεινώσει καρδίας , ἵνα δέξησθε εὐλογίαν ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ
ταπείνωσις : ταπεινὸν δὲ ἡ δειλία , ἡ δὲ ἀνδρεία ταπεινώσει καὶ δειλίᾳ πολέμιον . ” καὶ ὁ ποταμὸς ὁ
4510417 διαβῃ
τὸ μηδὲ ἐν τούτοις ἀμελεῖν τοῦ καθήκοντος . ὃς ποταμὸν διαβῇ ⌊ κακότητι δέ ⌋ : ἄλλοι γράφουσι κακότητ '
, ἃ τότε Ἀβροκόμας προϊὼν κατέκαυσεν , ἵνα μὴ Κῦρος διαβῇ . ἐδόκει δὴ θεῖον εἶναι καὶ σαφῶς ὑποχωρῆσαι τὸν
4507924 εὐμενεουσα
Αἰήτεω θέλξαι πόθῳ Αἰσονίδαο . εἰ γάρ οἱ κείνη συμφράσσεται εὐμενέουσα , ῥηιδίως μιν ἑλόντα δέρος χρύσειον ὀίω νοστήσειν ἐς
' ὡς Ἶρις ἐρύκακε τάσδε δαΐξαι , ὅρκιά τ ' εὐμενέουσα θεὰ πόρεν , αἱ δ ' ὑπέδυσαν δείματι Δικταίης
4507456 πινοις
τῶν ἐγγύθεν συνεφέλκεται . εἰ δὲ τὸ ἀφέψημα κεράσας οἴνῳ πίνοις , τοῦτο ἰσχυρότερον . ἁρμόζει δὲ τῷ τε ἐφ
μελικράτῳ πιεῖν : ἄμεινον δ ' εἰ μετ ' οἴνου πίνοις . ἐπὶ δὲ τῇ πόσει βραχὺ ἐλαίου ἐπιρροφῆσαι ,
4505366 Ἱππος
ἀπειρία κἀκεῖσε μᾶλλον , Ἔνθα κῦμα θαλάσσης τυραννεῖ σκάφος . Ἵππος εὐγενὴς οὐ λακτίζει . Ἑρμηνεία . Εὐγένειαν ὁ λαχὼν
ἢ εἰς τὰ πλάγια νεύουσιν οἱ ὀφθαλμοί . τμθʹ . Ἵππος ἐστὶ διάθεσις ἐκ γενετῆς καθ ' ἣν ἀστατοῦσι καὶ
4504431 βορρᾳ
ἐὰν δ ' ἀμφοτέρας ἀνέμου μέγεθος . Ἐὰν ὄρος πρὸς βορρᾷ ἄνεμον προσημαίνει . Ἐὰν ἐν θαλάττῃ ἐξαίφνης πνεύματος γαλήνη
καὶ διαιρούμενον ὀλιγοχρόνιον καὶ πολυπαθὲς ζῷον , ἡλίῳ φρυγόμενον , βορρᾷ ψυχόμενον . γέλωτα δὲ ἔχεις προοίμιον πένθους , δάκρυα
4502212 συντυχοι
. Ξ σὺν τύχῃ ] εὐτυχίᾳ τινὶ πεμφθείη . θ συντύχοι ] + συναντήσειε . τῳ ] τινί , Ἀττικόν
πλανώμενον ὑποδέχονται καὶ θεραπεύουσιν , ὅ τε πλανώμενος , εἰ συντύχοι μόνον ἀνθρώποις , μάλιστα χαίρει . καὶ τὰς πόλεις
4500662 σνʹ
δὲ Οὐίδρου ποταμοῦ εἰς Μαραρμανὸν λιμένα στάδιοι τνʹ , στάδιοι σνʹ . Ἀπὸ δὲ Μαραρμανοῦ λιμένος εἰς Ἀμασίου ποταμοῦ ἐκβολὰς
ὕδωρ ἐν τῷ αἰγιαλῷ . Ἀπὸ Ναυσίδος εἰς Πτολεμαΐδα στάδιοι σνʹ : πό - λις ἐστὶ μεγίστη : ἐπίσαλός ἐστιν
4500517 σκαφει
καὶ πράγμασι προσιπταμένους ἐπιπέμψῃ πανταχόσε : τότε γὰρ ὥσπερ ἐν σκάφει ναυτῶν , ἐπιβατῶν , κυβερνητῶν κατά τινα φρενοβλάβειαν ἐπ
φίλον ταῖς χερσὶν κατέψηχε τὸν δελφῖνα σπεύδοντα καὶ ἐπεμβῆναι τῷ σκάφει . Εἶτα τοῦ παιδὸς κυβιστήσαντος ἐνήχοντο κεφαλὴν κεφαλῇ καὶ
4497658 πεδινους
ἐρήμους , ἡ δὲ Παρθένος σιτοσπόρους , ὁ δὲ Ζυγὸς πεδινούς , ὁ Σκορπίος τραχεῖς καὶ λῃστρικούς , ἔχοντας καὶ
χεῖς καὶ ἐρήμους , ἡ Παρθένος σιτοσπόρους , ὁ Ζυγὸς πεδινούς , ὁ Σκορπίος τραχεῖς καὶ λῃστρικούς , ἐν οἷς
4496920 ἐπεχῃ
ἐὰν δὲ Κρόνος στηρίζων τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ φυγὼν ἀπάγξεται ἐὰν μή τις ἀγαθοποιὸς ἰδὼν
ἀστέρων τόπον ἐπιλάβῃ , ὁ δὲ τοῦ Ἄρεως τὸν περιποιητικὸν ἐπέχῃ τοῦ τοῦ Κρόνου καὶ τὸν τῶν πράξεων τόπον ἔχοντος

Back