, καὶ οὐκ ἀνεχομένη τῶν αἰνιγμάτων , ἐξεκάλυψέν τε καὶ ἀπέδυσεν φιλοσοφίαν τοῦ αὑτῆς κόσμου , καὶ ἐχρήσατο γυμνοῖς τοῖς
γυμνῶσαι πυμάτου φάρεος ἠιδέσατο . ἄνθρωπος παλάμηισιν ἀταρβήτοις μ ' ἀπέδυσεν τόσσον ἄγος τόσσου κέρδεος ἀράμενος . κεῖνο καὶ ἐνδύσαιτο
5015618 ἀπορριπτει
, τὴν δὲ τοιαύτην σκιάδειον καλοῦσι . * ἀπεχεύατο : ἀπορρίπτει διατείνει * σκολύμῳ : φυτόν * ἠΐκται : ὡμοίωται
, ἀποκαθαίρει τε πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς ψυχῆς , καὶ ἀπορρίπτει τοῦ αἰθερώδους καὶ αὐγοειδοῦς πνεύματος περὶ αὐτὴν ὅσον ἐστὶ
4970562 Ἐριωπην
ἔχ ' Ὀιλεύς ] ὁμοίως τῶι ποιητῆι καὶ Ἑλλάνικος τὴν Ἐριώπην μητέρα Αἴαντός φησιν . Φερε - κύδης δὲ ἐν
. θ , : Ὁμοίως τῷ ποιητῇ καὶ Ἑλλάνικος τὴν Ἐριώπην μητέρα Αἴαντός φησι . Φερεκύδης δὲ ἐν εωʹ καὶ
4887899 ἠσκησεν
δοκεῖ παραπλήσιος , ὃν ἐκεῖνος , ὥς φησιν Ὅμηρος , ἤσκησεν ἐν Κνωσσῷ τῇ Ἀριάδνῃ ; ἢ βελτίων μὲν ὁ
μὴ λαλῆσαι τοῦ λοιποῦ : καὶ μέχρι θανάτου τὴν σιωπὴν ἤσκησεν . . . Κατὰ δὲ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον Ἀδριανός
4872017 Ἀλκιμαχην
διώνυμον αὐτήν φησι : τὴν δὲ μεθοπλοτάτην Ἐριώπην ἐξονόμαζεν , Ἀλκιμάχην δὲ πατήρ τε καὶ Ἄδμητος καλέεσκεν . . .
Φερε - κύδης δὲ ἐν ε καὶ Μνασέας ἐν η Ἀλκιμάχην . ὁ δὲ τῶν Ναυπακτικῶν ποιητὴς διώνυμον αὐτήν φησι
4836643 ἀπαντωσαν
ἥρωα . καθ ' ὃ δὲ συμπεσόντες ἀλλήλοις ἐπὶ τὴν ἀπαντῶσαν παχεῖαν ἄκραν ὑπερενεχθέντες ἐκβαίνουσιν εἰς τὴν θάλασσαν , Σημύστρας
, ἐκεῖθεν ἐκχέουσαν , αὐτὴν δὲ οὖσαν πῦρ ἐξ ἐναντίας ἀπαντῶσαν , καὶ τοῦ μὲν ἐκπηδῶντος πυρὸς οἷον ἀπ '
4813551 καθεσθεις
. τὰς Τρῳάδας : εἰσὶ γὰρ καὶ Ἀττικαί ἱδρυθείς : καθεσθείς . πράσσων : τὰ συμφέροντα ἑαυτῷ . ἐσηγγέλλετο :
τῇ πρωίᾳ τὰ ποίμνια ἐκβάλλει περὶ τὴν θύραν τοῦ σπηλαίου καθεσθείς , ὅπως ὕστερον κλείσας τὸ σπήλαιον καὶ ἔνδον αὐτοὺς
4778152 απερ
? [ ! ! ! ! ] λείπειν η [ απερ [ ! ] ! ! [ ] ς ἡμῖν
? [ ] [ ν ] ? ἱστορία [ ] απερ [ ] [ σαι ] ! [ ] !
4771080 ὀρχησεσι
κοσμεῖσθαι δέον ἂν εἴη , θάττους τε καὶ βραδυτέρας ἐν ὀρχήσεσι καὶ ἐν πορείᾳ τὰς ἱκετείας ποιουμένους πρὸς θεούς τε
Σατύρους δέ φασιν αὐτὸν περιάγεσθαι , καὶ τούτους ἐν ταῖς ὀρχήσεσι καὶ ταῖς τραγῳδίαις τέρψιν καὶ πολλὴν ἡδονὴν παρέχεσθαι τῷ
4745535 πυρπνοος
; τίς γὰρ ἢ δράκαιν ' ἄμικτος , ἢ Χίμαιρα πύρπνοος , ἢ Χάρυβδις , ἢ τρίκρανος Σκύλλα , ποντία
κράνει Σφίγγες ὄνυξιν ἀοίδιμον ἄγραν φέρουσαι : περιπλεύρωι δὲ κύτει πύρπνοος ἔσπευδε δρόμωι λέαινα χαλαῖς Πειρηναῖον ὁρῶσα πῶλον . ἄορι
4744785 κυνηγιαν
μετὰ πλειόνων εἰς Λιβύην : τούτων δὲ ἐκπεμφθέντων ἐπὶ τὴν κυνηγίαν τούτοις καὶ αὐτὴν συνεξελθεῖν . τινὲς δʹ Ἀρισταίους γενεαλογοῦσιν
ἐπικαλούμενος Κάμβαλος , πλούτῳ καὶ δόξῃ διαφέρων , ὃς ἐπὶ κυνηγίαν ὁρμήσας καὶ περιπεσὼν λῃστηρίῳ δραπετῶν ἔφευγε πεζὸς πρὸς τὴν
4727630 ὁπλοτατην
Ναυπακτικῶν ποιητὴς διώνυμον αὐτήν φησι : Τὴν δὲ μεθ ' ὁπλοτάτην Ἐριώπην ἐξονόμαζεν , Ἀλκιμάχην δὲ πατήρ τε καὶ Ἄδμητος
ἠδ ' Ἴφιτος ὄζος Ἄρηος : τοὺς δὲ μέθ ' ὁπλοτάτην τέκετο ξανθὴν Ἰόλειαν Ἀντιόχη κρείουσα † παλαιὸν γένος †
4722601 ἐνδια
τε μάλιστα , δι ' ὀκτὼ μετρηθέντος , πέντε μὲν ἔνδια στρέφεται καθ ' ὑπέρτερα γαίης , τὰ τρία δ
δ ' ἀποστύξαντες ὁμαρτῇ καὶ μορφὴν καὶ δαῖτα καὶ αὐτῆς ἔνδια πέτρης : εἰ δὲ λάθοι καὶ κραιπνὸν ἔχοι πόνον
4712072 συμπεριφερομενην
δὲ τῶν κύκλων αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην , φωνὴν μίαν ἱεῖσαν , ἕνα τόνον : ἐκ
δὲ τῶν κύκλων αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην φωνὴν μίαν ἱεῖσαν ἕνα τόνον : ἁπασῶν δ '
4709878 ἐμφραξειϲ
τὸ διὰ βακάνου πρὸϲ τὰϲ ὑπὸ παχέων καὶ γλίϲχρων χυμῶν ἐμφράξειϲ ἥ τε ἶριϲ καὶ ὁ τῶν πιϲτακίων καρπὸϲ καὶ
ἐνεψομέναιϲ . πρὸϲ δὲ τὰϲ καθ ' ἧπαρ καὶ νεφροὺϲ ἐμφράξειϲ καὶ ταύταιϲ μέν , ἀλλὰ καὶ τοῖϲ φύλλοιϲ καὶ
4694596 Ἐπῃνεσα
σῆς ἐπαινεῖσθαι φωνῆς , σοὶ δὲ τὸν τοιοῦτον ἐπαινεῖν . Ἐπῄνεσα Σπεκτάτον τῶν εἰς σέ , μᾶλλον δὲ τῶν εἰς
ὀνήσουσι τὰ κοινά ποτε τῆς αὑτῶν πόλεως τῇ τέχνῃ . Ἐπῄνεσα τὸ μὴ τὸν μυροπώλην Εὐγένιον ἠνωχλῆσθαι καὶ τῶν ἴσων
4690508 ὁλοσχερειαν
προσνεύσεων ἱκανῆς ἐν τοῖς τοιούτοις ὑπαρχούσης καὶ τῆς καθ ' ὁλοσχέρειαν , ὡς ἔφαμεν , διαλήψεως , ὅμως δέ ,
ἰδιοτροπίας ἑξῆς κατὰ τὸ κεφαλαιῶδες ἐπεξελευσόμεθα μέχρι τῆς καθ ' ὁλοσχέρειαν θεωρουμένης συγκράσεως . ὁ μὲν οὖν τοῦ Κρόνου ἀστὴρ
4687995 Ἀσταρτην
χρόνου δὲ προιόντος Οὐρανὸς ἐν φυγῆι τυγχάνων θυγατέρα αὐτοῦ παρθένον Ἀστάρτην μεθ ' ἑτέρων ἀδελφῶν αὐτῆς δύο Ῥέας καὶ Διώνης
πολλοῦ χειμῶνος σῶστρα ἔθυον ἐμαυτοῦ τῇ τῶν Φοινίκων θεᾷ : Ἀστάρτην αὐτὴν καλοῦσιν οἱ Σιδώνιοι . περιϊὼν οὖν καὶ τὴν
4682687 ἀνθρ
μηνυταῖς ἐνίους τῶν πολιτῶν χρηστοὺς ὄντας κατέδουν διὰ πον . ἀνθρ . πίστιν : πιστεύοντες πονηροῖς ἀνθρώποις μηνυταῖς . χρησιμώτερον
] ? ? ? θεόϲ ? ] ! [ ] ἀνθρ [ ! ] : ο [ ] το ?
4652350 ἀναπολει
δὲ καθ ' ἑαυτὴν ἕκαστα μεθ ' ἡσυχίας τῆς πάσης ἀναπολεῖ καὶ εἰς ἀνάμνησιν τῶν πάντων ἔρχεται . μνήμη δ
γὰρ δὴ ἡ κεῖνος μὲν δὴ ὅδ ' αὐτὸς ἐγώ ἀναπολεῖ τὸν ἐκ διαστήματος χρόνου νοούμενον . Τὸ δ '
4648092 Ἐπιτρεπουσιν
: νὴ τὸν Δία τὸν μέγιστον ἐκτυφήσομαι . καὶ ἐν Ἐπιτρέπουσιν [ . ] : ἐξετύφην μὲν οὖν κλαί -
κολακεύει μᾶλλον . ἐξετύφην μὲν οὖν κλαίους ' ὅλως ἐν Ἐπιτρέπουσιν . οὐθὲν πέπονθας δεινὸν ἂν μὴ προσποῆι . ἐλευθέρωι
4621060 μελαγχολιαν
. κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ἀποπληξίαν , ἐπιληψίαν , μελαγχολίαν , ἄλλα τοιαῦτα χρόνια πάθη διὰ τῆς εἰρημένης κενώσεως
δὲ τοῦ αἵματος ἐκκρίσεις , αἱ μὲν καθ ' αἱμορροΐδας μελαγχολίαν τε ἰῶνται καὶ πᾶσαν μανίαν ἄλλην : καὶ ἐπιληψίαν
4617129 ὑποδιαιρεσιν
τὰς πρακτικὰς τὸ πρακτικόν . Τούτων οὕτως ἐχόντων εἴπωμεν τὴν ὑποδιαίρεσιν τοῦ θεωρητικοῦ . καὶ ἐνῆν μὲν προτάξαι θάτερον θατέρου
αὐτοῦ καὶ τῶν κατ ' αὐτὸ ἀρετῶν ἤδη εἰρηκώς , ὑποδιαίρεσιν δὲ τοῦ λόγου ἔχοντος ποιεῖ καὶ φησί : Καὶ
4587075 ὑποκρισιν
. , : πονηρὸν [ ] γὰρ εἰς [ ] ὑπόκρισιν [ ] αἱ [ μακραὶ ] περίοδοι , καθάπερ
ἦ γάρ ; ἀντὶ τοῦ οὐχ οὕτως , καθ ' ὑπόκρισιν . ὅσα ἄνθρωποι . ἀντὶ τοῦ κατὰ ἀνθρωπίνην φύσιν
4586575 φασσαι
ἄντρον βαθὺ κισσῷ καὶ μίλῳ . ἐκ τούτου περιστεραὶ καὶ φάσσαι καὶ τρυγόνες καθ ' ὅλην ἐξίπταντο τὴν ὅδον ,
αὐτὰ τοῖς ψάροις . Φάσσαι καὶ περιστεραὶ γυναῖκας σημαίνουσι , φάσσαι μὲν πάντως πορνικάς , περιστεραὶ δὲ ἔσθ ' ὅτε
4584201 ἀπωλετ
τράπεζαν ἀνατρέπει . καὶ εἰ μὴ ' κεῖνος ἀφείλετο , ἀπώλετ ' ἂν παροινουμένη : καὶ γὰρ ἡ παροινία τοῦ
κλέπτην καὶ μὲν οἴομαι . ἆρ ' οὖν διὰ τούτους ἀπώλετ ' Ὄλυνθος ; οὔ . τί δ ' ;
4569544 ἐξηγρομην
Θ . . , . ἐξ ὕπνου . . τὸ ἐξηγρόμην λέγει δεικνὺς αὐτὸν , ὅτι ὀνείρατα φθέγγεται . .
στίζουσι καὶ εἰς τὸ ἐξηγρόμην . κᾆτ ' ἔγωγ ' ἐξηγρόμην : Σκώπτει τὸν Διόνυσον . καὶ ἐγὼ , φησὶν
4563388 ὀροιτυπος
δ ' ἂν πολύεργος ἀροτρεύς βουκαῖός τ ' ἀλέγοι καὶ ὀροιτύπος , εὖτε καθ ' ὕλην ἢ καὶ ἀροτρεύοντι βάλῃ
δὲ ὑλοτόμος , καὶ ὕλη ὁ σύνδενδρος τόπος . * ὀροιτύπος : τύπτων ὄρη * εὖτε : ἡνίκα ὁπόταν *
4561261 ἰσαντι
' , οἳ καθ ' ἁλμυρὰν ἅλα νεῖν μὲν οὐκ ἴσαντι , πεζᾷ δ ' ἐμπορεύονται μόνοι . Δημήτριος δ
τούτῳ γὰρ ἀνακοινοῦται καὶ συνδιακρίνει τὰ ὄντα πάντα . πάντα ἴσαντι νόῳ : ὅτι οὐ παρ ' ἑτέρου ἤκουσεν ,
4545345 ἐξιπταται
οὔτε τι εἰπεῖν οὔτ ' ἔρξαι δύναται . πολλάκις γὰρ ἐξίπταται ὁ νοῦς τῆς ψυχῆς , καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ
διαπνεῖ δὲ ἐπὶ πλεῖστον καταιγίζουσα τῷ τοῦ λόγου πνεύματι καὶ ἐξίπταται κουφιζομένη τῷ τῆς γλώττης πτερῷ . ταῦτά με τὰ
4544887 καινοτεραν
μὲν : ὁ Χρεμύλος , ὡς ξενισθεὶς τῇ τύχῃ , καινοτέραν προσηγορίαν ἐπινοεῖ : τὸ γὰρ “ χαίρειν ” παλαιόν
τὰς γοῦν αὐτὰς σχεδὸν ἰδέας τοῦ λόγου μεταδιώξαντες οἱ ῥήτορες καινοτέραν ἀνιχνεύουσι πρὸς ἀλλήλους τὴν διαφοράν . ὅθεν καὶ ὁ
4530511 λιγειαι
πολεμοῦντος τοῦ λοιποῦ . Τὸ δὲ δι ' ᾠδῆς εἶδος λίγειαι , ὅ ἐστι τῆς ἐνεργείας , οὐχ ὅτι εἶδός
τῶν ἐπιθέτων ὀνομάτων , οἷον ἄγετε δή , ὦ Μοῦσαι λίγειαι . καὶ κατ ' αὐτὴν δὲ τὴν ποίησιν φύσει
4518390 ῥωμαϊκην
Δημαγωγὸς γὰρ ἦν ἄριστος κἀν ταῖς μάχαις ἀνδρειότατος . Τὴν ῥωμαϊκὴν γοῦν ἀρχὴν , τῶν ἔμπροσθεν μόλις κατασχεῖν δυνηθέντων ,
τὴν βασιλικὴν εἰςήγαγεν ὑπεροψίαν , κατὰ μικρὸν τὴν ἐλευθερίαν τὴν ῥωμαϊκὴν ὑποτεμνόμενος , καὶ προςκυνεῖσθαι προςέταξεν ἑαυτὸν , τῶν μέχρις
4501360 πηριδιον
Ὄρνισι δ ' αὐτῶν Ἀριστοφάνης μνημονεύει . τὴν δὲ πήραν πηρίδιον εἴποις ἂν ὡς ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις Ἀριστοφάνης , καὶ
ἕξω , κοιμῶμαι καὶ νῦν σκληρῶς καὶ τότε κοιμήσομαι , πηρίδιον προσλήψομαι καὶ ξύλον καὶ περιερχόμενος αἰτεῖν ἄρξομαι τοὺς ἀπαντῶντας
4496805 κναξ
ἐκεῖνος φωνήν , οὐκ ἂν ἔπαυσεν τῆς ἀγνοίας , εἰρηκὼς κνὰξ ἢ βλίτυρι . Ἀλλ ' εἰ ἔστιν ἢ μὴ
ῥητέον οὕτως . τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄσημοι οἷον κνὰξ βλίτυρι σκινδαψός , αἱ δὲ σημαντικαί , αἵτινες ἢ
4492014 πιομενος
αὐτὴν ἧκεν : ὁ μὲν ποταμόνδε κατήϊεν ἐκ νομοῦ ὕλης πιόμενος : δὴ γάρ μιν ἔχεν μένος ἠελίοιο . τὸν
ὥραν καὶ τὸν πόνον ἐκτήσατο : καταλαμβάνει γὰρ πηγὴν ὁ πιόμενος : θεατὴς δὲ τῆς οἰκείας μορφῆς καταστὰς , ἐραστὴς
4490270 μιμητικην
, τυρβασίαν δ ' ἐκάλουν τὸ ὄρχημα τὸ διθυραμβικόν , μιμητικὴν δὲ δι ' ἧς ἐμιμοῦντο τοὺς ἐπὶ τῇ κλοπῇ
καὶ ζωγραφεῖν καὶ ζῷα ποιεῖν : ἐρεῖς δὲ τὴν τέχνην μιμητικὴν ζῴων , ποιητικήν , ὁμοιωτικήν , καὶ τὸν ἄνδρα
4488434 μεθιησιν
. Τὸ δὲ σπέρμα φησὶν ὁ Ζήνων εἶναι , ὃ μεθίησιν ἄνθρωπος , πνεῦμα μεθ ' ὑγροῦ , ψυχῆς μέρος
' ἄκραις ῥήγνυται : αὐτὰρ ὅ γ ' οὔτι βίης μεθίησιν ἄεθλον , ὄφρα ἑ τεθνηῶτα λίπῃ ψυχή τε καὶ
4485310 ἐπιβεβηκασι
' ἂν ἐξελεγξάντων . ” Πλάτων Γοργίᾳ . Ἀναβάτης . ἐπιβεβήκασι δὲ τοῦ ἁρματίου δίφρου ἡνίοχος καὶ παραβάτης , ὃν
σειραῖοι , καὶ αἱ τούτων ἡνίαι σειραὶ καὶ παρηορίαι . ἐπιβεβήκασι δὲ τοῦ ἁρματείου δίφρου ἡνίοχος καὶ παραβάτης : ὃν
4470801 Ἀστυαγους
τὴν στολὴν ἐκδὺς ἔδωκε τὴν Μηδικήν , ὅτε παρ ' Ἀστυάγους εἰς Πέρσας ἀπῄει , τοῦτον ἐκέλευσε διαφυλάξαι αὐτῷ τήν
δεσπότου ἀφεθείς . ἢ οὐκ οἶσθα ὅτι λυχνοποιὸς ἦν Κῦρος Ἀστυάγους , καὶ ὁπότε γ ' ἐνεθυμήθη καὶ ἔδοξεν αὐτῷ
4465086 ἀνησω
τὸ ἑαυτῶν πράξομεν . ἐγὼ μὲν γὰρ οὐδ ' οὕτως ἀνήσω λέγων , ἕως ἂν θεὸς εὐμενὴς ᾖ , ὑμεῖς
ἣν ἔχεις , ἀλλὰ καὶ συγχαίρω . καὶ φιλῶν οὐκ ἀνήσω , ὅτι μὴ καὶ ὅσον οἷόν τε προσθήσω ,
4464892 περικαλλη
ἵνα σου ὁ ἀνὴρ ἐξιὼν ποταπὸν ὠνήσῃ σωμάτιον εὐήλικον , περικαλλῆ , εὐηδῆ , εὐόφθαλμον , ξανθόν . “ ἡ
ταύτην ἔδωκεν ἀμοιβὴν ἀποθνῄσκων φιλανθρωπίας , Ῥοῦφος δὲ ἔχων συνοικίαν περικαλλῆ , γείτονα Φουλβίας τῆς γυναικὸς Ἀντωνίου , πάλαι μὲν
4460495 ἀδιανεμητα
καθ ' οὓς χρόνους ὁ Πυθαγόρας ἔπειθεν τοὺς αὐτὴν κατοικοῦντας ἀδιανέμητα πάντα κεκτῆσθαι . φησὶ γοῦν ὁ Τίμαιος ἐν τῇ
δὲ μᾶλλον ὁ Θουκυδίδης καὶ τὰ φύσει πάντως ἡνωμένα καὶ ἀδιανέμητα ὅμως ταῖς ὑπερβάσεσιν ἀπ ' ἀλλήλων ἄγειν δεινότατος .
4445125 ὑπορρυϲιν
ὑπάρχοντοϲ τοῦ ϲτομίου τὸ ἄκρον τῆϲ χειρὸϲ ὑψηλότερον ἀνατείνων εἰϲ ὑπόρρυϲιν τρέψειϲ τὸν κόλπον : ἐν δὲ τῷ μηρῷ τοῦ
διδόϲθωϲαν κατ ' ἀναλογίαν τοῦ μεγέθουϲ ἐν τοῖϲ καθ ' ὑπόρρυϲιν τόποιϲ : οὐ δεῖ δέ , ὡϲ ἐπὶ ἀποϲτημάτων
4439984 γηινῳ
Τὸ ποῖον ; Ἐὰν ἴδωμέν που ταύτην γενομένην ἐν τῷ γηίνῳ ἢ ἐνύδρῳ ἢ πυροειδεῖ , κεχωρισμένῳ ἢ καὶ συμμιγεῖ
τῷ δὲ ἄρτι μανθάνοντι | διδασκαλίας . εἰκότως οὖν τῷ γηίνῳ νῷ μήτε φαύλῳ ὄντι μήτε σπουδαίῳ ἀλλὰ μέσῳ τὰ
4439121 ἀκρατοκωθωνας
παλαιὸν οἴκων κτῆμα . ἀπὸ δὲ τοῦ ποτηρίου τούτου καὶ ἀκρατοκώθωνας καλοῦσι τοὺς πλέονα ἄκρατον σπῶντας , ὡς Ὑπερείδης ἐν
τοὺς νεωτέρους ἐπὶ βοήθειαν καλεῖς , οὓς ὕβριζες καὶ ἐλοιδοροῦ ἀκρατοκώθωνας ἀποκαλῶν ; ] [ εἰ μέν τις ἀκρατέστερον ἔπιεν
4438415 πηλωι
μὲν κάτω καὶ ἐν βυθῶι τοῦ ποταμοῦ διατρίβουσι , τῶι πηλῶι καὶ τῆι ἰλύι φιληδοῦντες , καὶ ἐντεῦθεν οὔκ εἰσιν
' ἄλλωι αἵματι μιαινόμενοι οἷον εἴ τις εἰς πηλὸν ἐμβὰς πηλῶι ἀπονίζοιτο . μαίνεσθαι δ ' ἂν δοκοίη , εἴ
4434562 διεξερχονται
αὐτῶν ἔλεγον , ταῦτα πάλιν κατ ' ἐκείνων πρὸς αὐτοὺς διεξέρχονται . Τὸ δὲ ὑποφάτιες ἀντὶ τοῦ ὑποβολεῖς διαβολιῶν .
πνεύματα ἐκκρινόμενα ἢ στενοχωρίαν τῶν ὀργάνων , δι ' ὧνπερ διεξέρχονται τὰ πνεύματα . τί γάρ ; ὅτι παχέων ὄντων
4433914 ϲυνουϲιαν
κρᾶϲιϲ μετρίωϲ παχυϲπερμοτάτη τέ ἐϲτι καὶ γονιμωτάτη καὶ τάχιϲτα πρὸϲ ϲυνουϲίαν ἐπεγείρουϲα τὸ ζῷον εὐθέωϲ ἐξ ἀρχῆϲ : ἀτὰρ οὖν
ὑδροποϲίαν . παραιτεῖϲθαι δὲ καὶ πᾶϲαν τροφὴν παχύνουϲαν καὶ ϲυνεχῆ ϲυνουϲίαν καὶ ἡλίωϲιν τῆϲ κεφαλῆϲ , οὐδὲ φιλολουϲτέον οὐδ '
4432692 ἐφελκων
τῶν αὑτοῦ νεῶν , αὐλούμενος κατέπλει , τὰς ἰδίας ναῦς ἐφέλκων , τὴν καταγωγὴν ὀψὲ ποιούμενος . Καρδιανοὶ μὲν πρὸς
χρυσὸς ἅ τ ' εὐτυχία φρενῶν βροτοὺς ἐξάγεται δύνασιν ἄδικον ἐφέλκων . † χρόνου γὰρ οὔτις ἔτλα τὸ πάλιν εἰσορᾶν
4432208 ὑποβασιν
τοῦτο ἔχουσι μόνον . ὅρα οὖν τῶν ὄντων τὴν εὔτακτον ὑπόβασιν : τὰ μέν εἰσιν αὐτοενέργειαι μεταβολῆς πάσης καὶ τῆς
παράγει . καὶ τῷ εἴδει δὲ διάφοροι ὑπάρχουσι κατὰ τὴν ὑπόβασιν , οὐκ ἔστι δὲ ἄπειρα τὰ εἴδη αὐτῶν ,
4426954 ἐξεφηνε
γεγενημένους . αὐτός γε μὴν ὁ Ὀδυσσεὺς οὐ πρότερον αὑτὸν ἐξέφηνε τοῖς Φαίαξιν , εἰ μὴ διὰ μουσικῆς ὁ Δημόδοκος
ἐπεὶ δὲ ἐγένετο , αὐτίκα ἡ βουλὴ τὴν κοινὴν γνώμην ἐξέφηνε , σαφῶς μὲν ὅτε καὶ γέρα τυραννοκτονικὰ ἐψηφίζοντο εἶναι
4410784 ἀπεμυθεομην
καὶ μετὰ τῆς ἀπό προθέσεως ἀπέκτατο . . . . ἀπεμυθεόμην : ἀπηγόρευον , ἐκώλυον : μυθέω μυθῶ . .
που τῷ Ἀγαμέμνονι , Μάλα γάρ τοι ἔγωγε πόλλ ' ἀπεμυθεόμην . σοὶ δ ' οὐκ ἔστι μέχρι γε νῦν
4410396 λαβετην
γε βάτην ἐς μέσσον ἀγῶνα , ἀγκὰς δ ' ἀλλήλων λαβέτην χερσὶ στιβαρῇσιν ὡς ὅτ ' ἀμείβοντες , τούς τε
τούσδ ' ἵππους λάβετον : ἡ διπλῆ ὅτι Ζηνόδοτος γράφει λαβέτην . ἔστι δὲ τοῦτο τρίτου προσώπου ἀντὶ τοῦ ἔλαβον
4402782 ἐγελα
τὴν ἀποφράδα ὥς τι ξένον καὶ ἀλλότριον τῶν Ἑλλήνων ὄνομα ἐγέλα εὐθὺς καὶ τὸν ἄνδρα τοῦ πάλαι ἐκείνου γέλωτος ἠμύνετο
δὲ ὑφ ' ἡδονῆς μετέωρος ἑωρᾶτο , καὶ νῦν μὲν ἐγέλα τῷ προσώπῳ πάνυ ἀσελγῶς , πάλιν δὲ εὐθὺς ἐθρήνει
4390149 ἠχησε
ὑψηλοῦ πτῶμα , οὕτω τῶν ἐν γῇ Ῥόδος πεσοῦσα μέγιστον ἤχησε καὶ εἰς πλείστους ἡ αἴσθησις αὐτῆς ἀφίκετο καὶ Ἕλληνας
. πρόπασα ] ὅλη . στονόεν λέλακε χώρα ] θρηνητικὸν ἤχησε χώρα . ὁ πρῶτον κατὰ ἄθροισιν εἰπὼν χώραν ,
4387737 φυλαττουϲι
: ἀοργητότατοι πάντων οὗτοί εἰϲι : βιαϲθέντεϲ μέντοι τιϲὶν ὀργιϲθῆναι φυλάττουϲι τὴν μῆνιν . εἰϲὶ δὲ καὶ ἄτριχοι τὰ ϲτέρνα
, ἐν ᾗ πρῶτον ἐπαύϲαντο μικρότητι , ταύτην διὰ παντὸϲ φυλάττουϲι , τινὲϲ δὲ αὐξάνονται πάλιν ἢ εἰϲ ὅϲον τὸ
4384752 ᾀσεται
Καλλικλέους ἡλικιωτῶν ὄντων . διό φησιν : ἐκεῖνος ὁ ἡλικιώτης ᾄσεται καὶ ὑμνήσει τὸν Καλλικλέα , τοὺς δὲ ἄλλους ὑμνήσουσιν
' ὑποδέξομαι , οὐδὲ παρ ' ἐμοί ποτε τὸν Ἁρμόδιον ᾄσεται ξυγκατακλινείς , ὅτι πάροινος ἁνὴρ ἔφυ , ὅστις ἐπὶ
4381715 κιγκλος
, θαλάσσια δὲ ἀλκυὼν κήρυλος αἴθυια λάρος χαραδριὸς καταρράκτης κέπφος κίγκλος . ὑπὲρ δὲ τοῦ βίου τούτων καὶ τῆς μορφῆς
τῷ Ἀμφιαράῳ λέγων ὀσφὺν δ ' ἐξ ἄκρων διακίγκλισον ἠύτε κίγκλος ἀνδρὸς πρεσβύτου , τελέειν δ ' ἀγαθὴν ἐπαοιδήν .
4377768 αὐληματων
κέντρα , ὀφρὺς δὲ αὐτῷ περιβέβληται διασημαίνουσα τὸν νοῦν τῶν αὐλημάτων , ἡ παρειὰ δὲ πάλλεσθαι δοκεῖ καὶ οἷον ὑπορχεῖσθαι
πάντων μὲν φέρει , πορνῳδιῶν , σκολίων Μελήτου , Καρικῶν αὐλημάτων , θρήνων , χορειῶν . Τάχα δὲ δηλωθήσεται .
4373187 Πλευρωνιαν
οὐ χρυσόμορφος οὐδ ' ἐπημφιεσμένος πτίλον κύκνειον , ὡς κόρην Πλευρωνίαν ὑπημβρύωσεν , ἀλλ ' ὁλοσχερὴς ἀνήρ * * *
τὴν Ἀκαρνανίαν : καὶ ἔτι τὰ τοιαῦτα , ὅτι τὴν Πλευρωνίαν ὑπὸ Κουρήτων οἰκουμένην καὶ Κουρῆτιν προσαγορευομένην Αἰολεῖς ἐπελθόντες ἀφείλοντο
4367604 Πολυμνηστου
οἱ καὶ ἄλλοι τῶν πολιητέων καὶ δὴ καὶ Βάττος ὁ Πολυμνήστου , ἐὼν γένος Εὐφημίδης τῶν Μινυέων . Χρεωμένῳ δὲ
καὶ Σχοινίωνα πεποιηκὼς εἴη μνημονεύουσιν οἱ ἀναγεγραφότες . τοῦ δὲ Πολυμνήστου καὶ Πίνδαρος καὶ Ἀλκμὰν οἱ τῶν μελῶν ποιηταὶ ἐμνημόνευσαν
4367565 ὑπολειψιν
τῷ κατὰ τὰ αὐτὰ τῷ κόσμῳ φέρεσθαι καὶ καθ ' ὑπόλειψιν τοὺς πλάνητας ἡ Σελήνη ὑπάτη . ὁ μὲν γὰρ
αἵτινες διὰ τὴν ἐπὶ τὰ ἐναντία μετάπτωσιν τῶν σφαιρῶν ἢ ὑπόλειψιν αἱ αὐταὶ γίνονται ταῖς λ ξ διχοτομίαις τοῦ τε
4365410 ἐπιληψιαν
ἔρημοι κεῖνται καὶ νεκρῶν οὐδὲν ἀπέχοντες . διὰ τοῦτο καὶ ἐπιληψίαν τὸ πάθος ἐκάλεσαν διὰ τὸ ἐπιλαμβάνεσθαι καὶ κρατεῖσθαι αὐτῶν
καὶ πλείϲτουϲ οὕτω κατὰ τὸ παράδοξον ἐξιάϲατο καὶ τῆϲ εἰϲ ἐπιληψίαν ἢ παράλυϲιν ἤδη τινὰϲ ἀρξαμένουϲ μεταπτώϲεωϲ . Ὀξύτατον ὑπάρχον
4359924 ᾐδε
τῶν λόγων , ὡσπερεὶ Σαρδανάπαλλος τῇ κερκίδι τὴν κρόκην ὠθῶν ᾖδε τοὺς εἰς τὴν μάχην παρακλητικούς . ἀλλ ' ἡγεμόσι
τοῦ Ἑλικῶνος λαβὼν αὐτίκα μάλα ποιητὴς ἐκ ποιμένος κατέστη καὶ ᾖδε θεῶν καὶ ἡρώων γένη κάτοχος ἐκ Μουσῶν γενόμενος ,
4358665 παντοδαπην
δὲ τοῦ Νείλου τὴν ῥύσιν ποιουμένου καὶ γῆν πολλὴν καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος , ἔτι δὲ κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος
δ ' ὤχραν ἀθρόαν πώς φασιν εἶναι : μίλτον δὲ παντοδαπὴν ὥστε εἰς τὰ ἀνδρείκελα χρῆσθαι τοὺς γραφεῖς : καὶ
4358120 ἐπωιδας
] λέγω . ἀγκαλέσαιτ ' ] ἀνακαλέσαιτο . ἐπαείδων ] ἐπωιδὰς λέγων . ἤγουν τὸν ὀρθῶς τὰ περὶ τούτων ἐπιστάμενον
τούτου ἐργασίας , ὧν θάτερον τὸν Χουσὼρ λόγους ἀσκῆσαι καὶ ἐπωιδὰς καὶ μαντείας . εἶναι δὲ τοῦτον τὸν Ἥφαιστον ,
4357990 ὠμηλυϲιϲ
πλατυνθεῖϲα ϲπληνίου τύπον καὶ ἐπιτεθεῖϲα καλαμίνθη τε λεία καταπλαϲϲομένη καὶ ὠμήλυϲιϲ ἐν οἴνῳ ϲκευαϲθεῖϲα ἐν ἀφεψήματι πηγάνου . βοηθεῖ δὲ
οἴνου πεφυραμένον , ῥεφάνου φλοιὸϲ λεῖοϲ , ϲκίλλα ἑφθή , ὠμήλυϲιϲ δι ' ὀξυμέλιτοϲ , ϲικύου ἀγρίου φύλλα μετὰ πάληϲ
4353138 ἀποδιωκει
δένδρου τὰ φύλλα ἢ ὁ φλοῦς θυμιώμενος , πᾶν κακὸν ἀποδιώκει . Πτίλον δὲ περιστερᾶς ἔχον αἷμα θερμὸν καὶ ἐνσταζόμενον
ὑπομένει . ἀποστέγει ] ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ὑπομένει ἢ ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ἀποτρέπει . ἀποστέγει ] ἤγουν ἀπὸ
4349517 διασῳζονται
ἐν τοῖς ὄρεσι τὰς διατριβὰς ἔχουσιν ἢ ταῖς ὑπωρείαις , διασῴζονται , τὰ δὲ πεδία καὶ οἱ ἐν τούτοις οἰκοῦντες
Περσῶν καρτερίαν περιορῶσιν ἀποσβεννυμένην , τὴν δὲ τῶν Μήδων μαλακίαν διασῴζονται . σαφηνίσαι δὲ βούλομαι καὶ τὴν θρύψιν αὐτῶν .
4348636 Ἀλκινουν
Πολύπους , πολύποδος , ἡ αἰτιατικὴ τὸν πολύπουν , ὡς Ἀλκίνουν : Ἀριστοτέλης δὲ πολύποδα φη - σίν . ὅ
Ὀδυσσεὺς πρεσβύτερός ἐστιν αὐτοῦ γενεᾷ , τὸν δὲ Ὀδυσσέα πρὸς Ἀλκίνουν περὶ τῶν ἐν Ἅιδου καὶ ἄλλα διηγούμενον καὶ ὅτι
4348264 ἀγριοτητα
ἵππους . αὗται δὲ χαλκᾶς μὲν φάτνας εἶχον διὰ τὴν ἀγριότητα , ἁλύσεσι δὲ σιδηραῖς διὰ τὴν ἰσχὺν ἐδεσμεύοντο ,
ὁ Σωκράτης , Πότερα δέ , ἔφη , οἴει θηρίου ἀγριότητα δυσφορωτέραν εἶναι ἢ μητρός ; Ἐγὼ μὲν οἶμαι ,
4346053 ἠγασθην
' ὅτε σὲ ἤκουσα πεπλῆχθαι τῇ συμφορᾷ , πάνυ γε ἠγάσθην καὶ ἔδοξέ μοι τῷ τρόπῳ σου πρέπειν ὁ θρῆνος
, τὸν δὲ τῶν στεφανωθέντων ἀμείνω . ἐγὼ δὲ αὐτοῖν ἠγάσθην μὲν καὶ τὰ τοῦ σώματος ἔργα , φιλῶ δὲ
4339947 ἀγρευθεντες
ἁλιεῖς , καὶ δελεαστρέες οἱ δελεάζοντες τοὺς ἰχθῦς . * ἀγρευθέντες : οἱ πάγουροι μυοδόκοις : ἀντὶ τοῦ ἐν ταῖς
. τοὺς ἁλὸς ἐξερύουσι δελαστρέες ἰχθυβολῆες , αὐτίκα δ ' ἀγρευθέντες ἐνὶ γρώνῃσιν ἔδυσαν μυοδόκοις , ἵνα τέκνα κακοφθόρα τῶνδε
4337291 σπερμαινων
χρυσῷ , καὶ ἄλλοτε ἄλλῳ , γυναιξὶ θνηταῖς ἐπλησίαζεν , σπερμαίνων τὰ πρῶτα γένος κυδρῶν βασιλήων : οὕτω γὰρ ἂν
ἐλευθερωθήσεται ; κύματος ] κυήματος . ὁ θρώισκων ] ὁ σπερμαίνων . ἔρνος ] ὡς παρακαταθήκην . γένοιτ ' ]
4336529 ϲτυπτικη
ἐϲτι δυνάμεωϲ , οὐδέπω δακνούϲηϲ . πικρά τε ἅμα καὶ ϲτυπτική . ταῦτά τοι καὶ τὰ μεγάλα τραύματα τῶν ϲκληρῶν
ἐϲτι δυνάμεωϲ , οὐδέπω δακνούϲηϲ . πικρά τε ἅμα καὶ ϲτυπτική . ταῦτά τοι καὶ τὰ μεγάλα τραύματα τῶν ϲκληρῶν
4335979 ἐλεησασα
Ἀφροδίτῃ , ὅπως αὐτὴν μεταμορφώσῃ εἰς γυναῖκα . καὶ δὴ ἐλεήσασα αὐτὴν ἡ θεὸς μετεποίησεν αὐτὴν εἰς κόρην εὐειδῆ .
δὲ ταῦτα τοῦ Θεογένους καὶ δεομένου , ἅμα μὲν καὶ ἐλεήσασα αὐτὸν ἡ ἐν Ἀρείῳ πάγῳ βουλὴ διὰ τὴν ἀκακίαν
4334701 Πρισκιανος
καὶ Πρισκιανός . ὁ μὲν ἀνέγνω Τιτιανοῦ τοὺς λόγους , Πρισκιανὸς δέ , τότε γὰρ ἄσχολος ἦν , νῦν ἀπαιτεῖ
ὑμῖν ἔπραξας , καὶ κατῆλθεν εἰς μικρὸν ἡ χάρις . Πρισκιανὸς γὰρ ἐμοὶ τὰ πάντα καὶ τοσοῦτον ὅσον οἱ πάντες
4330612 θηρατα
ὦ παμβασίλειαι . χαῖρ ' , ὦ πρεσβῦτα παλαιογενές , θηρατὰ λόγων φιλομούσων . σύ τε , λεπτοτάτων λήρων ἱερεῦ
ἢ ” ζηλωτὰ “ ἢ ” μετιὼν λόγους “ . θηρατὰ ] ἐπιθυμητά . σύ τε ] πρὸς τὸν Σωκράτην
4329525 πολυημερον
διὰ τὸ πνεῦμα , καὶ τὴν ἰδίαν φύσιν αὐτοῦ , πολυήμερον δὲ διὰ τὴν ὑποκειμένην ὕλην . Διατὶ δὲ τρεῖς
τε ὄψις ἀηδὴς ἦν ὑπάτου καὶ τοσῶνδε ἄλλων ἀνῃρημένων καὶ πολυήμερον ἐπὶ τῷδε πένθος ἠγέρθη . καὶ ἀπὸ τοῦδε ἡ
4328758 αὐτολεξει
ἀμοχθεί ἀσυλεί ἀδμωλεί πανομιλεί ἀναυλεί νηνεμεί ἀτρεμεί ἠρεμεί ἀναιμεί πανδημεί αὐτολεξεί ἀμερεί ἀμερμηρεί ἀμαχεί παμμαχεί τριστοιχεί . τὸ πρωΐ οὐκ
εἰς ξει διὰ διφθόγγου γράφονται οἷον ἀμαξεί , ἀλεξεί , αὐτολεξεί . Τὰ διὰ τοῦ οθεν τὰ μὲν παροξύνονται διὰ
4327240 παρεστησε
ὁλοτελῆ θεὸν δικαιοσύνην , ὡς οἷόν τε φιλοσόφῳ , λόγῳ παρέστησε . Δικαιοσύνη μὲν οὖν καὶ σωφροσύνη καὶ ἐπιστήμη ἐν
. . ἄλλως : ἀναξιφόρμιγγες ὕμνοι : τὴν αἰτίαν αὐτὸς παρέστησε παρ ' ἣν τοὺς τρεῖς δεῖ ἐπαινεῖν : Δία
4324581 ἀπεπτη
γενέσθαι ἢ ἀνελθεῖν εἰς τὸν οὐρανόν . ἀπέρχεται : δηλονότι ἀπέπτη . ὁ οἰκέτης πρὸς τοὺς παῖδας ἐκείνου λέγει ,
χειρῶν . δοκεῖ γὰρ ἄντικρυς κρατεῖν αὐτήν . βέβακεν ] ἀπέπτη . ὄψις ] ἡ φαντασία . οὐ μεθύστερον ]
4319884 ἐπειγουσας
Σαλαμινία : ταύτας τὰς τριήεις εἶχον διὰ παντὸς πρὸς τὰς ἐπειγούσας ὑπηρεσίας , ἐφ ' αἷς καὶ ταμίαι τινὲς ἐχειροτονοῦντο
: αἱ δὲ μετὰ τὴν ἑβδόμην διὰ πλειόνων πρὸς τὰς ἐπειγούσας χρείας . ναρθηκίζουσαι δὲ , ἀπὸ νάρθηκος ἀληθινοῦ ,
4311753 καθηγητης
τῶν πραγμάτων ἔλαχεν ἐπιτροπὴν καὶ πλείστων τῶν εὖ βουλευθέντων ἐκείνῳ καθηγητὴς ἐγένετο : ὃς καὶ Πρίσκον τὸν συγγραφέα τῶν τῆς
. ὁ Χῖος . ̈ . , Μ . ὁ καθηγητὴς Ἐπικούρου φησὶν ἄτοπον εἶναι ἐν μεγάλωι πεδίωι ἕνα στάχυν
4309591 προκυψας
νῦν αὐτοὶ ποιοῦσιν . ἐγὼ δέ , ὁπόταν δόξῃ , προκύψας ὥσπερ ὁ ἥλιος ἐκείνων μὲν οὐδ ' ἐπιβλέψομαι ἐνίους
τὸν πατέρα κατηγόρει ὡς μὴ ἀπολαβὼν αὐτήν . ὁ δὲ προκύψας εἰς τὸ φρέαρ καὶ ἰδὼν τὴν ἑαυτοῦ σκιὰν [
4307067 προπασχει
Ὁ γὰρ ἀδίκως τι καθ ' ἑτέρου ζητῶν κακόν αὐτὸς προπάσχει τοῦ κακοῦ τὴν ἔκβασιν . Ὅταν ἐκ πονηροῦ πράγματος
. } Ὁ μὴ δικαίως κατὰ φίλων ζητῶν κακὸν αὐτὸς προπάσχει τοῦ κακοῦ τὴν ἔκβασιν . } Ἄνθρωπος ὢν μηδέποτε
4306363 ἑλξιν
οἰκονομικόν , πολιτικόν . ἕλξεις . ὅτι καὶ τὴν ἱματίων ἕλξιν , ᾗ φησὶ Πλούταρχος διαφερόντως Ἀλκιβιάδης ἐπετήδευεν . φιλονικίαν
θαλάττιον , τὴν δ ' οὐρανίου “ χρυσῆς τινος σειρᾶς ἕλξιν , ” οὐ πυρὶ καὶ τόξοις ἐντιθεῖσαν δυσαλθεῖς νόσους
4304434 πηγαιων
ἐνταῦθα λέγει κυρίως τῶν ποτίμων . . . . τῶν πηγαίων . . . . ἀναστήσειν ] οὐ λέγει πορθήσειν
οἴνου δέκα , δώδεκα [ ] μύρου , καὶ δύο πηγαίων ὑδάτων , καὶ τρεῖς χιονίνων . παῖδα κατὰ κρήνην
4302657 ἐκκαλει
' : ἀποτρέχω ? ? ? . δέδειχά σοι [ ἐκκάλει ] καὶ διαλέγου [ ] ὢν τυγχάνω [ ]
! ! ! τρ ' ἔχω δέδειχα σοί : [ ἐκκάλει ] κααλετου [ ! ! ] ? ? ?
4302553 Ζεφυρε
εἶδες , ὦ Νότε ; Τίνα ταύτην λέγεις , ὦ Ζέφυρε , τὴν πομπήν ; ἢ τίνες οἱ πέμποντες ἦσαν
ἐμπεσόντες ἄλλο ἄλλος τοῦ πελάγους μέρος διεκυμαίνομεν . Ὦ μακάριε Ζέφυρε τῆς θέας : ἐγὼ δὲ γρῦπας καὶ ἐλέφαντας καὶ
4300450 Θετταλικην
τὸ ἐντεθετταλίσμεθα παρὰ τῷ Εὐπόλιδι ἐν Μαρικᾷ , τουτέστι χλαμύδα Θετταλικὴν φοροῦμεν . Θετταλικὸν περόνημα . Θεσσαλονίκη , πόλις Μακεδονίας
Φιλέταιρος : καὶ χειροβαρὲς σαρκὸς ὑείας Θετταλότμητον κρέας . καὶ Θετταλικὴν δὲ ἔνθεσίν φασιν τὴν μεγάλην . Ἀριστοφάνης δὲ τὰ
4299314 ἀπεκρυπτετο
νόμος εἶχεν ἐμάχοντο . καὶ ὁ μὲν νικηθεὶς κλίνῃ ὑποδὺς ἀπεκρύπτετο , ὁ δὲ νενικηκὼς ἐπὶ στέγους ἀρθεὶς ἀνέκραγε μέγιστον
τολμήσαντα : ἀλλ ' ὅσῳ τὸν ἐπὶ τῆς οἰκίας ἔλεγχον ἀπεκρύπτετο , τοσούτῳ καὶ μᾶλλον εὑρίσκεται : καθ ' αὑτοῦ
4295797 ἐπετρεχε
ἀνήρ : ἀποθανόντος δὲ τούτου , ὀδυρομένῳ ὁ δελφὶς ἐοικὼς ἐπέτρεχε τῷ αἰγιαλῷ , ἐπιζητῶν αὐτὸν καὶ στενάζων , ὡς
καὶ Μυσίαν καὶ Ἀσίαν , ἃ Ῥωμαίοις νεόκτητα ἦν , ἐπέτρεχε καὶ ἐς τὰ περίοικα περιπέμπων ὑπηγάγετο Λυκίαν τε καὶ
4294855 Τιτανος
Αἰγείρας καλούμενος Κριός : ἔχειν δὲ αὐτὸν τὸ ὄνομα ἀπὸ Τιτᾶνος Κριοῦ : Κριὸς δὲ καὶ ἄλλος ὠνόμασται ποταμός ,
. , : Βήλου τοῦ Ἀσσυρίων βασιλεύσαντος καὶ Κρόνου τοῦ Τιτᾶνος Θάλλος μέμνηται , φάσκων τὸν Βῆλον πεπολεμηκέναι σὺν τοῖς
4292713 εἰδετε
καὶ „ μὴ ἴομεν Δαναοῖσι μαχόμενοι „ καὶ ” ἵνα εἴδετε πάντες ” . Ἰβύκειον : ὡς τὸ „ λαμπρὸν
κἀν τούτοις ἐφυλάχθη παρὰ τοῦ δαίμονος ὡσπερεὶ σύμβολον σωτηρίας : εἴδετε τὴν πόλιν , ἴστε τὴν ζημίαν . ἀναμνήσθητε ὧν
4292523 Ἀλβα
' ἐν αὐτῇ Λατῖναι πόλεις Ὀυαρία τε καὶ Καρσέολοι καὶ Ἄλβα , πλησίον δὲ καὶ πόλις Κούκουλον . ἐν ὄψει
μάλιστα δ ' ἐν μεσογαίᾳ τῶν Λατίνων πόλεων ἐστὶν ἡ Ἄλβα ὁμοροῦσα Μαρσοῖς : ἵδρυται δ ' ἐφ ' ὑψηλοῦ
4292163 Προκλος
ἐνταῦθα Προκλικῶν ματαίων πλασμάτων : ἐν γὰρ τοῖς σπουδαίοις ὁ Πρόκλος οὐδὲν γράφων , ἐν τοῖς τοιούτοις μεγαλήγορος , καὶ
Πλούταρχος : οἱ δὲ μέχρι μόνης τῆς λογικῆς , ὡς Πρόκλος καὶ Πορφύριος : οἱ δὲ μέχρι μόνου τοῦ νοῦ
4288420 Λαχητας
πληθυντικῶν , οἷον Αἴαντα Αἴαντας , λέβητα λέβητας , Λάχητα Λάχητας , ἔρωτα ἔρωτας : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθένεα Δημοσθένεας
Οἱ Λάχητες , τῶν Λαχήτων , τοῖς Λάχησι , τοὺς Λάχητας , ὦ Λάχητες . Ἑνικά . Ὁ Χρύσης τοῦ
4285246 χεασα
μόγον δ ' ἐξείλετο γυίων ὕπνον ἐπὶ βλεφάροισι πόνων ἀλκτῆρα χέασα . Ἀλλ ' οὐχ ὕπνος ἔμαρπτε θοὸν Πάριν ἄχρις
οὐ δύναταί τις παρακολουθῆσαι διὰ τὸ πλῆθος τῶν λεγομένων . χέασα : τροπικὴ ἡ λέξις καὶ μεταφορική , ἀπὸ τῶν
4284878 νεογενες
, ὦ Θεαίτητε ; φῶμεν τοῦτο σὸν μὲν εἶναι οἷον νεογενὲς παιδίον , ἐμὸν δὲ μαίευμα ; ἢ πῶς λέγεις
ἢ κατ ' ἐπιτηδειότητα , οἷόν τι , φιλόσοφον τὸ νεογενὲς παιδίον : αὐξανόμενον γὰρ δύναται ἐπιτηδεῦον τὴν ἐπιστήμην ἀσκῆσαι

Back