| ποικίλον θέαμα . γράφεται χωρὶς τοῦ π Αἰολικόν , τὸ ἀπατητικόν : Αἰολίζειν γὰρ τὸ ἀπατᾶν . Σοφοκλῆς : μηδ | ||
| Ἕλληνας εἰσπράξαιο τιμωρήσαιο τῷ σῷ δόρατι τῇ Νεμέσει κατὰ διαδοχήν ἀπατητικόν ἀγύρτης ἀπὸ τοῦ συνάγειν καὶ ἀγείρειν τροφήν ἐπαίτης μερίμνης |
| ὁ καχεκτῶν τῷ σώματι , νοσεῖ δὲ ὁ κλινήρης . ἀρρωδεῖν καὶ ὀρρωδεῖν διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ διὰ τοῦ | ||
| διὰ τοῦτο εἴρηται τὸ φοβεῖσθαι ὀρρωδεῖν . λέγεται δὲ καὶ ἀρρωδεῖν . τοὺς θεοὺς ] οὐκ ἔχων δεῖξαι δύναμιν ὑπάρχουσαν |
| , τῷ δ ' ἐπαινέσει τὸ παραινέσει , καὶ ταῦτα πάρισα : οὐ Λικύμνιοι ταῦτ ' εἰσὶν οὐδ ' Ἀγά | ||
| αὐτῆς καὶ ἀποστρέφοντα τὴν ἀκοὴν ταῦτ ' ἔστι τὰ μειρακιώδη πάρισα καὶ τὰ ψυχρὰ ἀντίθετα καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις . |
| τῆς ἐπιστολῆς ἧς ἔπεμψεν : ὅτι δὲ χρὴ μήτ ' ὀρρωδεῖν ὑμᾶς τὴν ἐκείνου δύναμιν μήτ ' ἀγεννῶς ἀντιταχθῆναι πρὸς | ||
| καὶ τὰ μήπω γεννώμενα φιλεῖν καὶ δέει πατρικῷ ἁλισκόμενος ἐντεῦθεν ὀρρωδεῖν ἤδη , καὶ διημερεύει μὲν ἐπὶ τῇ φρουρᾷ πάντων |
| τὸ κάλλος ἀκμαιότερον τῆς ἡδονῆς , καὶ μὴ παρέχον σχολὴν εὐφραίνεσθαι , ἀλλὰ ἐπαινεῖν : ἀλλ ' ἔπαινος σὺν ἡδονῇ | ||
| χαλεπόν , οὐκ εἴα τελέως με μέγα φρονεῖν οὐδ ' εὐφραίνεσθαι ἐκπεπταμένως . νῦν δ ' ἢν τελευτήσω , καταλείπω |
| τοῦτο , εἴπερ τι ἄλλο , ἔδοξε δημοτικόν τε καὶ φιλέταιρον πρᾶξαι Ἀλέξανδρον . οἱ δὲ παραλαβόντες ἀπῆγον τὴν αὑτοῦ | ||
| τοῖς τοιούτοις χρησιμώτερον γένος . εἰ δ ' ἐστὶ τὸ φιλέταιρον ἕν τι τῶν καλῶν , ἀνὴρ παράσιτος τοῦτο ποιεῖ |
| δὲ θεατρικὰ τῶν σχημάτων τεταμιευμένως παρείληπται . ταῦτα μὲν δὴ παρορᾶν δεῖ τοὺς ἀναγιγνώσκοντας καὶ μὴ ἄξια ἡγεῖσθαι σπουδῆς , | ||
| , λαβούσης δὲ τέλος , οἷον ἐβούλεσθε , τὸν κατορθώσαντα παρορᾶν , ἢ τὴν χάριν αὐτῷ μὴ κυρώσαντες ἀποτυχόντες ἐκείνου |
| . ἀβουλήτως οὖν οἱ ῥήτορες καὶ οἱ τύραννοι ζῶσι καὶ ἀνεπιστημόνως : ἐκπεπτώκασι γὰρ τοῦ νοῦ τῆς ἐπιστημονικῆς ἕξεως : | ||
| μὲν οὖν πλεῖστα τούτων φύσει ἔχουσι , τὰ δὲ ἠγμέναι ἀνεπιστημόνως δύσχρηστοί εἰσιν : αἱ τοιαῦται μὲν οὖν κύνες ἀποτρέψειαν |
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ | ||
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ |
| ἐπιλιπεῖν τἀδικεῖν , καὶ εἴπερ ζῆν ἀνάνδρως , ἐπιλιπεῖν τὸ ἀκολασταίνειν , καὶ εἰ θρασέως μέντοι καὶ πανούργως , ἔνδειαν | ||
| τὰ τῶν νεκρῶν . Χαῖρε φίλον φῶς : γραῦς ἐθέλουσα ἀκολασταίνειν γυμνὴ , ἵνα μὴ τὴν ῥακίωσιν τοῦ σώματος ἐλέγχῃ |
| , ἐμοὶ δὲ οἰμωκτόν ” . Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς τί δυσκολώτατον ἐν βίῳ εἶπε : „ τὸ πᾶσιν ἀρέσαι „ | ||
| τῶν δ ' ἁπάντων ἴσθ ' ὅτι πτωχὸς ἀδικηθείς ἐστι δυσκολώτατον [ . πρῶτον μέν ἐστ ' ἐλεινός , εἶτα |
| δὲ ἔχει τὸ Ἀρμενιακὸν ῥυπτικὴν ἅμα βραχείᾳ δριμύτητι καὶ ϲτύψει βραχυτάτῃ . μίγνυται τοιγαροῦν ὡϲ τοιοῦτον ὑπάρχον ταῖϲ ὀφθαλμικαῖϲ δυνάμεϲι | ||
| Δημοσθένην , δυνατώτατον δὲ εἰπεῖν Φωκίωνα : πλεῖστον γὰρ ἐν βραχυτάτῃ λέξει νοῦν ἐκφέρειν . ὅτι μάλιστα τοῖς ἡγεμόσι δεῖ |
| λέξον . „ Ἀντὶ παλαισμοσύνης θῆκε Λύρωνι πόλις . „ Μισῶ μὲν ὅστις τἀφανῆ περισκοπῶν φησὶν ὁ Σοφοκλῆς . καὶ | ||
| ἄνδρας : τὰ δισύλλαβα ἀνδρῶν ὀνόματα . Ὅθεν ἐπίγραμμα , Μισῶ τὸν ἄνδρα τὸν διπλοῦν πεφυκότα , χρηστὸν λόγοισι , |
| δὲ τὴν ὁρμήν . Δρωπακίζειν ἀδόκιμον , ἀρχαῖον δὲ τὸ παρατίλλεσθαι ἢ πιττοῦσθαι . Στέμφυλα : οἱ μὲν πολλοὶ τὰ | ||
| ὁρμὴν ἐρεῖς Ἀττικῶς . Δρωπακίζειν ἀδόκιμον , ἀρχαῖον δὲ τὸ παρατίλλεσθαι ἢ πιττοῦσθαι . Στέμφυλα οἱ πολλοὶ τὰ τῶν βοτρύων |
| , καὶ τροπῆ τοῦ σ εἰς ξ , ξυνεδεδέατο . ξυνάρασθαι συναρμόσασθαι κατὰ θέσθαι : ἀπὸ τοῦ ἀρῶ τὸ ἁρμόζω | ||
| καὶ συναίρομαί σοι τόδε , . ξυναίρεσθαι ] γρ . ξυνάρασθαι . συναίρομαι τὸ συλλαμβάνω καὶ τὸ συμβοηθῶ . συμβοηθῆσαι |
| διὰ τὰς εἰρημένας αἰτίας . τὸ δέ γε εὔχεσθαι καὶ εὐλογεῖν οὐκ ἔστι τοῦ τυχόντος , ἀλλ ' ἀνθρώπου τὴν | ||
| : βίαιον δὲ τὸ καλλιλογία καὶ εὐστομία : ἐπαινεῖν , εὐλογεῖν , εὐφημεῖν , ἐγκωμιάζειν , καλῶς λέγειν , εὐστομεῖν |
| ἰδιώτην ἀποσεμνύνων φρονήματι , λόγῳ δὲ πραΰνων τὸ τῆς ἐξουσίας αὐθέκαστον . ἀλλὰ μὴν καὶ τὴν τύχην ἴδοις ἂν ὥσπερ | ||
| δι ' ἡδονῆς ἐστί μοι πρᾶττε . αὐστηρὸν γὰρ καὶ αὐθέκαστον καὶ ἀληθείας ἑταῖρον καὶ ἀκριβοδίκαιον , ὄγκῳ καὶ σεμνότητι |
| , ὅσα οἱ νόμοι προστάττουσιν τοὺς προσήκοντας ποιεῖν , ἡμῖν προστάττουσιν καὶ ἀναγκάζουσιν ποιεῖν , ὦ ἄνδρες δικασταί . Μακαρτάτῳ | ||
| τοῖς κεφαλαίοις , ὅτι κατὰ τῶν μὴ ποιησάντων , ἃ προστάττουσιν οἱ νόμοι , νομοθετοῦντες καὶ τὸ πῶς , διδόασιν |
| ] διὰ τοῦτο ? ? [ εἶπε ] ? [ Κινδυνεύεις - ] [ λόγον οὐ ] φαῦλον ? ? | ||
| οὖσι μεῖξις μία λύπης τε καὶ ἡδονῆς συμπίπτει γενομένη . Κινδυνεύεις ὀρθότατα λέγειν . Ἔτι τοίνυν ἡμῖν τῶν μείξεων λύπης |
| : λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ δὲ πρώτη συλλαβὴ βραχέως ἐκφέρεται . Καὶ | ||
| , διαβάλλειν , βλασφημεῖν , θανάτου τιμᾶσθαι , εἰσαγγέλλειν , κακολογεῖν τοὺς ἐπιτίμους αὐτὸς ὀφείλων τῷ δημοσίῳ : τούτου γὰρ |
| φησὶ δὲ καὶ τοὺς Λακεδαιμονίους τῇ σφόδρα εὐτελείᾳ τῆς ἐσθῆτος ἀλαζονεύεσθαι . καὶ γὰρ τὸ εἰς τὸ πέρα τοῦ δεόντος | ||
| ἡλικίας , νέων ἐστὶ τὸ καὶ τυραννίδας ἀπειλεῖν καὶ τοιαῦτα ἀλαζονεύεσθαι : καὶ ἀπὸ ἐλέου ἐστὶ μετάθεσις , ὡς ἐπὶ |
| ἰχθύες . τρίγλαι καὶ ἀστακοί : ἰχθύες . Τείρουσι : καταπονοῦσιν . ὑπείροχα : ἔξοχα . Δαμήμεναι . δαμάσαι . | ||
| γυιοδάμαις δὲ , τοῖς ἀθληταῖς τοῖς τὰ γυῖα τῇ γυμνασίᾳ καταπονοῦσιν , ἢ τοῖς καταπονοῦσι τὰ τῶν ἐναντίων γυῖα . |
| κριθῶν . τοὺς δὲ ῥυπαροὺς ἄρτους φαιοὺς Ἄλεξις καλεῖ . βλῆμα δὲ καλεῖται ὁ ἐντεθρυμμένος ἄρτος καὶ θερμός , πύρνον | ||
| πεσόντος δὲ τοῦ παιδὸς ἀνασχίζειν αὐτὸν κελεύειν καὶ σκέψασθαι τὸ βλῆμα : ὡς δὲ ἐν τῇ καρδίῃ εὑρεθῆναι ἐνεόντα τὸν |
| οὐκοῦν τοὺς θηρῶντας τοὺς ὄφεις ἐν τῇ πλησίον Λιβύῃ τοιαῦτα παλαμᾶσθαι . ἡμερώσαντες ἄγουσιν ἐς θαῦμα οἵδε οἱ γόητες τῶν | ||
| προβουλεύεσθαι μὲν ἀνθρώπου φρονήσει , ταῖς δὲ χερσὶ τὸ δέον παλαμᾶσθαι , ἵππου δὲ τάχος ἔχειν καὶ ἰσχύν , ὥστε |
| χρησαμένους ἀρετῇ , ἥδεσθαί τε συνόντας , ἐς ἀλλήλους τε φλυαρεῖν [ ] , καὶ σκώπτειν τοιαῦθ ' οἷα γέλωτα | ||
| Πύγελα λέγοντας τοὺς Ἀμαζῶνας μεταξὺ Ἐφέσου καὶ Μαγνησίας καὶ Πριήνης φλυαρεῖν φησὶν ὁ Δημήτριος : τὸ γὰρ ” τηλόθεν „ |
| „ ἔφη „ καὶ πλείους , καὶ γὰρ τὴν ἐσθῆτα διαβάλλουσι καὶ τὴν ἄλλην δίαιταν καὶ τό ἐστιν ὑφ ' | ||
| λέγειν . τὸ δὲ ἀμφοτέροις , ὅτι τόνδε μὲν τῷδε διαβάλλουσι , τόνδε δὲ τῷδε : ὅπερ Ὅμηρος ἀλλοπρόσαλλόν φησι |
| ἱερὸν στῆσαι : Θάμυριν δὲ τὸ γένος Θρᾷκα εὐφωνότερον καὶ ἐμμελέστερον πάντων τῶν τότε ᾆσαι , ὡς ταῖς Μούσαις κατὰ | ||
| εὐθὺς ἐκ παίδων ἁρμονίαις τὰ ἤθη καὶ τὸ σῶμα ῥυθμοῖς ἐμμελέστερον κατασκευάζουσα . τὴν γὰρ δὴ τῶν σφόδρα νέων ἡλικίαν |
| οὐκ ὀμώμοκ ' , οὐδ ' ὥρκως ' ἐγώ . Ἔα σπεῦδε ταχέως : ὡς τὸ τῆς ἐκκλησίας σημεῖον ἐν | ||
| , ἀλλὰ τοῦ μόνου τέκνου με περιόψεσθ ' ἀποστερουμένην ; Ἔα ἔα . Ὦ πότνιαι Μοῖραι , τί τόδε δέρκομαι |
| πλανᾶται ] περιέρχεται . . Φήμης ] Ἀθήνησίν ἐστι βωμὸς Φήμης . . . . Ἄλλως . Κίμωνος ἐν Παμφυλίᾳ | ||
| ἐντετριμμένοις . ἐγὼ δ ' ἐνέκαψα λανθάνων τὴν διφροφόρον . Φήμης ἱερᾶς ἐξοιγνυμένης ὥσπερ πέπονος δοθιῆνος . Τόν τε κότυλον |
| Διογένει δὲ οἰκειότατα πάντων ἀνθρώπων ἐχρώμεθα , καὶ ἕως γε ὑγίαινεν , ἐξ ἀγροῦ ὁπότε ἔλθοι παρ ' ἡμῖν διῃτᾶτο | ||
| δ ' αἱ μυστηριώτιδες σπονδαὶ τοὔνομα ἔσωσαν καὶ μόνοις Ἐλευσινίοις ὑγίαινεν ἡ Ἑλλάς . καὶ σαφέστατα δὴ πανήγυρις αὕτη καθάρσιον |
| τῶν δορυφόρων πρὸς ἀλλήλους διαψιθυρίζοντες . τὸ δὲ μέγιστον , ὑφορᾶσθαι δεῖ μάλιστα τοὺς φιλτάτους κἀξ ἐκείνων ἀεί τι δεινὸν | ||
| μᾶλλον ἢ ἐγκλημάτων οὐδὲν ὁ Εὐμένης ἀπολιπὼν ἐκέλευε τὴν σύγκλητον ὑφορᾶσθαι νέον ἐχθρὸν εὐδοκιμοῦντα καὶ γειτονεύοντα . ἣ δ ' |
| γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ | ||
| ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις |
| φίλου λόγος ἐστὶ τοῖς λυπουμένοις . μέγιστόν ἐστιν ἆρα τοῖς ἐπταικόσιν τὸ παρόντας ἐγγὺς τοὺς συναλγοῦντας βλέπειν . τῷ μὲν | ||
| ἀλλὰ μᾶλλον κατακαλύπτειν φημὶ δεῖν . Μέγιστόν ἐστιν ἆρα τοῖς ἐπταικόσιν τὸ παρόντας ἐγγὺς τοὺς συναλγοῦντας βλέπειν . Εἰ τἄλλ |
| , καὶ τὸ συζῆν μάλιστα ζητεῖν καὶ τὸ συναλγεῖν καὶ συγχαίρειν : ταῦτα δὲ πάντα αὐτός τις ἑαυτῷ ἀπονέμει , | ||
| δίκαιον πλείονος ἄξια τοῦ κέρδους ἐποιήσατο , πῶς οὐ τούτῳ συγχαίρειν εἰκὸς ἦν ; Εἰ μὲν τοίνυν περὶ ἄλλου του |
| , κἂν μὴ τοιαῦτα τὰ πράγματα ἐν αὐτοῖς , ὅτι κακοῦργον οὐδὲν ἐπιφαίνουσιν ἐπὶ τῆς κατασκευῆς , ἀλλ ' εἰσὶν | ||
| σὺν ὀποβαλσάμῳ ἐγχριομένη ὀξυωπίαν παρέχει . Ζμύραινά ἐστιν θηρίον θαλάσσιον κακοῦργον καὶ πονηρὸν καὶ ἀλέπιδον , ἔχον φολῖδας μελαίνας ἐν |
| δὲ ἑκουσίως πονηρὰς ψέγομεν , τὰς δὲ ἀκουσίως πονηρὰς οὐ ψέγομεν ἀλλὰ συγγνώμης ἀξιοῦμεν , τὰς δὲ ἀκουσίως πονηρὰς καὶ | ||
| δόξαις δίχα ἐπιστήμης εἰκῇ καὶ ἐπαινοῦμεν ἃ ἔτυχεν ἑκάστοτε καὶ ψέγομεν : καὶ διὰ τοῦτο συμβαίνει ταὐτὰ καὶ ἐπαινεῖσθαι καὶ |
| καὶ ἐν τοῖς ἰδίοις μου πολίταις ὁρῶ οὐχ ὑπέρλαμπρον καὶ ὑπεροπτικόν , ἀλλὰ μέτριός τις καὶ χρηστὸς τυγχάνω . ἡ | ||
| καὶ ἐν τοῖς ἰδίοις μου πολίταις ὁρῶ οὐχ ὑπέρλαμπρον καὶ ὑπεροπτικόν , ἀλλὰ μέτριός τις καὶ χρηστὸς τυγχάνω . ἡ |
| ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ | ||
| ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ] |
| Πηλαῖος . Πήληκες , δῆμος Λεοντίδος φυλῆς . ὁ δημότης Πήληξ . τὰ τοπικὰ ἐν Πήληκι εἰς Πήληκα ἐκ Πηλήκων | ||
| δὲ ἦσαν οἱ λεγόμενοι Οἴηθεν , ὡς προείρηται . : Πήληξ . . . Δῆμός ἐστι τῆς Λεοντίδος Πήληκες , |
| , ἀλλὰ κίονι παχεῖ τά γε πρῶτα ἐμφερῆ , μικρὸν ἐμβριθέστερον ἔχοντι τὴν ἀπὸ τῶν ἄκρων φαντασίαν , οἱονεὶ κεφαλήν | ||
| διαλέκτοις , ὡς δοκοῦσι , περιττῶς , οἱ δ ' ἐμβριθέστερον , τὰ συνήθη καὶ τὰς κυριολογίας ἐν τοῖς δεινοῖς |
| καίπερ ὁρῶντες ὅτι εἰς κίνδυνον ἔρχονται , ὅμως φεύγοντες τὸ ἀπρεπὲς τοῦ ὀνόματος συμφοραῖς μεγίσταις περιέπεσον , καὶ αἰσχύνην μείζονα | ||
| καὶ μοῖρα κραταιή . ἀθετοῦνται στίχοι γ ' , ὅτι ἀπρεπὲς μητέρα υἱῷ λέγειν ἀγαθόν ἐστι γυναικὶ μίσγεσθαι . [ |
| τεθέληκα μεμέληκα , κἂν οἱ ἐνεστῶτες αὐτῶν οὐχ εὑρίσκωνται . Φυλακτέον δὲ καὶ τοῦτο , ὡς ὁπηνίκα ὁ μέλλων δισύλλαβος | ||
| . Τῷ κοχλίᾳ : πᾶσα γενικὴ ἰσοσυλλάβως καὶ ἑξῆς . Φυλακτέον τὸ Διονῦ καὶ Καμμῦ καὶ ἀπφῦ : ταῦτα γὰρ |
| δέ : ἐπειδὴ ἔτυχον ἐκεῖσε , τὸ μὲν κερδαίνειν αὐτὴν εὐκλεὲς ἡγησάμην , τὸ δὲ ἐᾶσαι αἰσχρόν : παρεῖναι : | ||
| εὖ πράσσουσιν ἐν ἐξουσίᾳ τὸ φιλάνθρωπόν ἐστιν . οὐδ ' εὐκλεὲς οὐδὲ συμφέρον ἐς τὴν ἀρχὴν ὑμῖν ἐστιν πόλιν τοσήνδε |
| ταῖς γενέσεσι συμπαθείας . Δοκοῦσι γὰρ οἱ κατὰ διάμετρον γεννώμενοι συμπάσχειν ἀλλήλοις καὶ , ὡς ἂν εἴποι τις , ἀντικεῖσθαι | ||
| ὀδύνης : βραδυνούσης δὲ τῆς ἐπιμελείας , τῷ πρωτοπαθήσαντι τόπῳ συμπάσχειν εἴωθεν ὁ περικράνιος ὑμήν : οἰδήσαντος δ ' αὐτοῦ |
| πεισθέντα : διὸ καὶ ἀπαθὴς γίνεται . Ἐλπήνορα δὲ , πάροινον ὄντα καὶ τρυφερὸν , κατακρημνίζει . Καὶ Ἀντίνοος δὲ | ||
| τις καὶ Ἰωνικὴ ὄρχησις παροίνιος . καὶ τὴν ἀγγελικὴν δὲ πάροινον ἠκρίβουν ὄρχησιν . καλεῖται δέ τις καὶ ἄλλη ὄρχησις |
| . ὁ δέ γε νόμος τοσοῦτον δεῖ κακὰ ἀγαθῶν ἐπιτρέπειν ἀντικαταλλάττεσθαι , ὥστ ' οὐδὲ καλὰ πονηρῶν ἐᾷ , πονηρὰ | ||
| ἔτι πονεῖν , ἴσθ ' ὅτι δόξεις μὲν ἑνὸς ἓν ἀντικαταλλάττεσθαι , κτήσῃ δὲ πρὸς ἀλήθειαν ἀμφότερα : ἑκάτερον γὰρ |
| τοῦ ὀρρωδεῖν , τουτέστιν οὐκ εὐλαβεῖσθαι , ἀλλὰ καταφρονεῖν καὶ τεθαρρηκέναι , ὡς ἡ χρῆσις : δεινὸν κακοῦ παρόντος ἀρρωδεῖν | ||
| , τοῦτ ' ἔστιν οὐκ εὐλαβεῖσθαι , ἀλλὰ καταφρονεῖν καὶ τεθαρρηκέναι . ἀπόνοια ἀνοίας διαφέρει . ἀπόνοια μὲν μανία τίς |
| , τί τοῦ νόμου πρὸς αὐτὸν οὐκ ἀποτεινομένου τὴν κέλευσιν ἰσχυρίζεται μόνος , οὐ προςηκόντως τῷ δόγματι : εἰ γὰρ | ||
| ἀλλὰ συγγνώμη φιλοστόργῳ ὄντι πατρὶ , τούτῳ δὲ οὐ σφόδρα ἰσχυρίζεται : ἀναίσχυντον γὰρ περὶ πατρίδος τοῦτο λέγειν . Ἰστέον |
| [ θάτερον ] παρεμπεῖπτον ἐπεσπάσατο [ ] εὐθὺς τὸ ἕτερον ἐπινόημα κατὰ [ ] μεικρὸν πρῶτον ἐγγεινόμενον [ ] καὶ | ||
| ] φρόντισμα , ἐπιτήδευμα , ἐφεύρεμα . , νόημα , ἐπινόημα , διανόημα . , ἡ ἐπιστήμη ἡ ἐπινοηθεῖσα . |
| ἀναδιδάξαι σε πάντα ἃ μέλλεις παθεῖν , ἀλλὰ διότι δειλιῶ ταράξαι τὸν σὸν λογισμόν : ἡ γὰρ τούτων διήγησις ταραγμὸν | ||
| : ἀναταράξας . τυρβάσαι δὲ κυρίως λέγεται τὸ τὸν πηλὸν ταράξαι . ΓΘ ἀνατετυρβακώς ] ταράξας . διπλῆ : στίχοι |
| εὔροα ποιεῖν , καὶ [ ἐκίζειν ἢ καὶ μᾶλλον ] ἐθίζειν τὰς κατακύψεις φέρειν καὶ ῥοπὴν πάντῃ τοῖς χυμοῖς παρέχειν | ||
| ἰδίῳ μέρει εἰσέρχεσθαι . Δεῖ εἰδέναι , ὅτι τὸ μὲν ἐθίζειν ἐν σημείῳ ἤτοι παραγγέλμασι ἐν ταῖς γυμνασίαις τὴν πεζικὴν |
| , καὶ πόλλ ' ἰδίᾳ πλεονεκτῆσαι πολλάκις ὑμῖν ἐξὸν οὐκ ἠθελήσατε , ἀλλ ' ἵν ' οἱ ἄλλοι τύχωσι τῶν | ||
| καλῶν προεπεδείξασθε ; ἀργυρισμὸν ἀποστρέφεσθε ; γενόμενοι γὰρ χρηματισταὶ δικαιοπραγεῖν ἠθελήσατε ; τῶν γαστρὸς καὶ μετὰ γαστέρα ἡδονῶν ἐπιμορφάζοντες ἀλογεῖν |
| τί γὰρ μέγα μουσικὸν ἐν ἀμούσοις δοκεῖν ἢ παρὰ στρατιώταις ἀνάνδροις πολεμικόν ; ἡ γὰρ πρὸς τὸ χεῖρον παράθεσις ὀλίγοις | ||
| αὐτοῖς ζηλουμένην ἀλκὴν ἀποβεβλήκασιν , ἐν πότοις δὲ καὶ ῥᾳθυμίαις ἀνάνδροις βιοῦντες οὐκ ἀλόγως τὴν τῶν πατέρων δόξαν ἐν τοῖς |
| σελήνην . σκαφοειδεῖς γὰρ ὄντας τοῖς σχήμασι τοὺς ἀστέρας , δεχομένους τὰς ἀπὸ τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως αὐγάς , φωτίζεσθαι πρὸς | ||
| ἀργύριον ῥητὸν ἑτοιμάζειν , τά τε ἄλλα ἡσυχάζοντας καὶ Ἀθηναίους δεχομένους μιᾷ νηὶ ἕως ἂν ταῦτα παρασκευασθῇ . Ἀθηναῖοι δὲ |
| θέμιν βοῆσαι τοῖς προκειμένοις ὅτι διὰ τῆς θέμιδος τὸν δία ἐπεκαλεῖ το διὰ τὸ εἶναι διὸς τὴν θέμιν : λέγει | ||
| θέμιν βοῆσαι τοῖς προκειμένοις ὅτι διὰ τῆς θέμιδος τὸν δία ἐπεκαλεῖ το διὰ τὸ εἶναι διὸς τὴν θέμιν : λέγει |
| ἐπιλαμβάνῃ μὲν τῶν νῦν , ὑμνεῖς δὲ τὰ πρότερα καὶ περιεργάζῃ . τίνα , ὦ βέλτιστοι , παραβαίνων νόμον , | ||
| ἱερεῖς λαμβάνειν . Γ πολλὰ πράττεις Γ : οἷον πολλὰ περιεργάζῃ καὶ πολυπραγμονεῖς . Γ καὶ τοῦτο Ἱεροκλέους . Γ |
| ὅλως ὁδοιπόρει . Καλὸν φέρουσι καρπὸν οἱ σεμνοὶ τρόποι . Κακὸν φυτὸν πέφυκεν ἐν βίῳ γυνή , καὶ κτώμεθ ' | ||
| ἀβλαβῆ τοῖς ἄλλοις , γελοίαν εἶναι ; Πάνυ γε . Κακὸν δ ' οὐχ ὁμολογοῦμεν αὐτὴν ἄγνοιάν γε οὖσαν εἶναι |
| εἰ μὲν μὴ ἔνοχος ὢν ταῖς μελλούσαις ἀποφάσεσιν ἀναβαίνει , κακόνους ἐστὶ τῇ πολιτείᾳ , καὶ τοὺς ἐπὶ τῷ δήμῳ | ||
| ταχίστην ἀπαλλάττεσθαι , τὸν δὲ πρὸς τοὺς βαρβάρους καὶ πάλαι κακόνους πόλεμον φύσει προσειρῆσθαι , καὶ μὴ καιρῶν εἶναι ταῦτα |
| εὐλογεῖν , εὐλογήσασθαι , εὐλογία , κακολογία ὡς Ὑπερείδης , κακολογεῖ ὡς Δημοσθένης , καὶ ἀλογία , αἰσχρολογία ὡς Ξενοφῶν | ||
| τῶν ἐν τῷ Ἴωνι ἐπιγραφομένῳ , ἐν ᾧ πρῶτον μὲν κακολογεῖ πάντας τοὺς ποιητάς , ἔπειτα καὶ τοὺς ὑπὸ τοῦ |
| κἀκ τούτου μάλιστα πρὸς τοῖς ἄλλοις τῶν αἰσθήσεων συνιδόντες τὸ ἀβέβαιον ἀτρεκεῖ καταλήψει τῇ δι ' ἀριθμῶν ἕκαστον τῶν ἐν | ||
| μεγάλην οὕτω κατάληψιν τὴν ἐπὶ τὸν μακρῷ πολλαπλασίονα χρόνον πρόρρησιν ἀβέβαιον παρασκευάζει , ἐπί τε τῆς τῶν ἀνωμαλιῶν ἐπισκέψεως οὐ |
| ἄλλος ταξίαρχος καὶ λοχαγὸς ἕτερος ἐσπούδαζον γενέσθαι . πάντας τοὺς παρακαλοῦντας ἀνεβάλλετο ἐς καιρὸν ἐπιτήδειον . ὁ δὲ καιρὸς οὗτος | ||
| ὄντες . παραιτητούς . παρακαλουμένους , συγγνώμονας , ἢ καὶ παρακαλοῦντας . λέγετε . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον διὰ διφθόγγου |
| εὐτέχνως : φρονήσεως γὰρ ταῦτα δεῖται . πειρασόμεθα ] ἤτοι σωφρονίσαι τοὺς ἐν πόλει λυμεῶνας . πήματος ] τῆς βλάβης | ||
| καιρὸν εἶναι , καὶ μίσους καὶ φόβου , καὶ δεῖν σωφρονίσαι τὴν αὐθάδειαν αὐτῶν καὶ τὰ πράγματα εἰς τὸ ἀρχαῖον |
| τὸ δὲ οὐκ ἀγαθὸν εἰσφέρει καὶ τὸ κακὸν καὶ τὸ ἀνωφελὲς καὶ τὸ φευκτὸν καὶ ἄλλα μυρία . εὑρεθήσονται οὖν | ||
| , κεκτῆσθαι . Τὸ δὲ ἄξιον αὖ λέγεις κεκτῆσθαι τὸ ἀνωφελὲς ἢ τὸ ὠφέλιμον ; Τὸ ὠφέλιμον δήπου . Οὐκοῦν |
| δὲ καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγαθῷ κλέπτειν , ἁρπάζειν , ἐπιορκεῖν , ψεύδεσθαι ἢ ὅλως ἄδικόν τι πράττειν . ἐν | ||
| . . . Κλεάνθης ἔφη τὸν ὀμνύοντα ἤτοι εὐορκεῖν ἢ ἐπιορκεῖν , καθ ' ὃν ὄμνυσι χρόνον . ἐὰν μὲν |
| ἐμοί . . μέμψῃ ] Ἀττικῶς γράφεται δίφθογγον . . ναυκληρεῖν πόλιν ] περιέπειν , φροντίζειν τῆς πόλεως . . | ||
| , οὐκ ἀσφαλὲς εἶναι λέγοντες ἀναθεῖναι αὑτοὺς πολιτείᾳ . καίτοι ναυκληρεῖν μὲν ἢ δανείζειν ἢ γεωργεῖν οὐδεὶς ἂν ἱκανῶς δύναιτο |
| οἱ τὴν Ἀντιόχειαν οἰκοῦντες , οὕς φασι περὶ τὸν Νίγρον ἐσπουδακέναι : τὰ δ ' ἄλλα ἔθνη καὶ αἱ ἄλλαι | ||
| εὑρημάτων , φάσκων καὶ Φιλόξενον τὸν Κυθήριον περὶ τὰ ὅμοια ἐσπουδακέναι . Φαινίας δ ' ὁ περιπατητικὸς ἐν δευτέρῳ περὶ |
| , ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος | ||
| παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν |
| | ] τι εἰργασμένων | [ ἐμὲ ] | [ ἐτιμωρήσασθε ] | [ ; τοιούτων ] | [ γάρ | ||
| ὅτι δῶρα καθ ' ὑμῶν ἐξηλέγχθησαν λαμβάνοντες , ἀλλ ' ἐτιμωρήσασθε , καὶ δικαίως , οἷς εἰ μὴ πάντ ' |
| ὑπομείναιμεν μωρίᾳ τὴν ἀρετὴν ἀφανίσαι : παραδόντες δὲ ταῦτα τοῖς ἀπολωλεκόσιν ὧν κοινωνητέον τε παισὶ καὶ τοῖς ἐκ τούτων γενομένοις | ||
| , ὠνήσατο παρὰ τῶν ἐχόντων ὡς ἰδιώτης , ἐδωρήσατο τοῖς ἀπολωλεκόσιν ὡς βασιλεύς . καὶ νῦν ἀμφότεροι πλουτοῦσιν ἀμώμητον πλοῦτον |
| μὲν σύντομα ἐκεῖνα οὐ λέγω , τὰ Λακωνικά , τοὺς δουλεύοντας Πέρσαις καὶ τὸν ἐν Κορίνθῳ Διονύσιον καὶ τὴν Σωκράτους | ||
| ? [ ἀνθρώπους ] ? [ ] οὐχ ? ὡς δουλεύοντας ? ? [ ] | [ αὐτοῖς , ἀλλ |
| γέλωτος γέμοι τὸν τῆς ἀκραιφνοῦς καὶ ἀσωμάτου οὐσίας μεταποιούμενον καὶ περιφρονοῦντα τοῦ ἀνθρώπου προσκαθῆσθαι ταῖς συλλαβαῖς καὶ ἐκμελετᾶν διὰ βίου | ||
| κέρδη περιποιεῖν . „ πρὸς ἄνδρα αἰσχροκερδῆ καὶ τῶν θεῶν περιφρονοῦντα . Ζεὺς καὶ Προμηθεὺς καὶ Ἀθηνᾶ κατασκευάσαντες ὁ μὲν |
| τῶν λεγομένων . τὸν δὲ ἐμοῦ νεώτερον ἀδελφὸν Ἰουλιανὸν οὕτω παρώξυνεν εἰς φιλολογίαν , ὥστε καὶ ἐκμαθόντος ἠνείχετο τά τε | ||
| ὑπῆρχεν αὐτὸς ἔρωτι δουλωθεὶς τῆς Χρυσηΐδος , ἧττον ἂν Ἀχιλλέα παρώξυνεν ἄνθρωπος ὢν ἀγνοῶν , ἡλίκον ἐστὶν ἐραστῇ παιδικά : |
| αὐτῷ , οἷα καὶ Παρθενοπαίῳ καλουμένῳ , ἀλλὰ ὠμὸν καὶ ἀπηνὲς καὶ χαλεπὸν , ἔτι δὲ καὶ γοργὸν ὄμμα ἔχων | ||
| Κερασβόλον . ἄτηκτον καὶ μὴ εἶκον παιδείᾳ , ἀλλ ' ἀπηνὲς ὄν . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν σπερμάτων , ἅτινα |
| ' ὧν πᾶσιν ἔξεστιν ἀνέδην μυθολογουμένων ἀκούειν : ὅσα τε μυστικοῖς ἱεροῖς περικαλυπτόμενα καὶ τελεταῖς ἄρρητα διασῴζεται καὶ ἀθέατα πρὸς | ||
| Ῥωμαῖος Βάρρων περὶ αὐτοῦ διαλαβών φησι παρὰ Χαλδαίοις ἐν τοῖς μυστικοῖς αὐτὸν λέγεσθαι Ἰάω ἀντὶ τοῦ φῶς νοητὸν τῆι Φοινίκων |
| Ἐπὶ τῶν οὖν ἀναξίως τι βασταζόντων λαμβάνεται . Ὁμοία , Γαλῇ κροκωτόν : καὶ , Πίθηκος ἐν πορφύρᾳ . Ὄνου | ||
| . Ἐπειδὴ μάλιστα τοῦτο τὸ ζῶον ἐκεῖ ἐπιχωριάζον τυγχάνει . Γαλῇ χιτώνιον : ἐπὶ τῶν τὰ μὴ ἑαυτῶν περιβλήματα ἐνδυόντων |
| ἐστὶν ἡ φιλία καὶ τὸ δίκαιον ἤπερ ἐν ταῖς ἄλλαις παρεκβάσεσι . πολλὰ γὰρ τὰ κοινὰ ἴσοις οὖσιν : ὅπου | ||
| οὕτως ἡ φιλία ἀκολουθεῖ καὶ τὸ δίκαιον . ταῖς δὲ παρεκβάσεσι τῶν κοινωνιῶν ὥσπερ καὶ τὸ δίκαιον ἐπὶ μικρόν ἐστιν |
| τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ποιεῖν , καὶ μήτε ποίησιν ἀντεξετάζειν ἑτέρᾳ ποιήσει μήθ ' ἱστορικὴν σύνταξιν ἑτέρᾳ συντάξει μήτε | ||
| γενόμενον , ὡς ἀδίκημα τὸ ἔγκλημα καθαιρεῖν καὶ πρὸς ἕτερον ἀντεξετάζειν , ὡς οὐ μέγα καὶ ἕτερον μικρότερον : ἐροῦμεν |
| τὰ μεγάλα καρτερεῖ μὴ λαμβάνων , ἔχειν δυνάμενος καὶ κρατεῖν ἀζημίως : οὐδ ' ὅς γε ταῦτα πάντα διατηρεῖ μόνον | ||
| στόματος μόνον προφέρειν , τουτέστι μέχρι λόγων ματαίων στῆναι καὶ ἀζημίως τέρψαι τὴν ἐμαυτοῦ ψυχὴν , τουτέστι μὴ μετὰ τοῦ |
| ? [ εἰδέναι ὅτι τούτου [ ? ἕνεκα τοὺς παῖδας παιδεύομεν [ ? , ἵνα ἄνδρες ἀγαθοὶ γίγνωνται [ : | ||
| τοιοῦτο δὲ κατὰ δύναμιν ἐργάζεσθαι ἡγεῖσθαι χρὴ καὶ ἡμᾶς : παιδεύομεν γὰρ τοὺς παῖδας ἐν μουσικῇ τε καὶ γυμναστικῇ καὶ |
| χάριν ἀποστερεῖς ; δεῖ γὰρ οὐ σωφρονίσαι μὲν πονηρίαν , ὑπερορᾶν δὲ χρηστότητος , οὐδὲ πράττειν ἐξ ἡμισείας τὸ δίκαιον | ||
| δ ' ὑπερηφάνου τὸ διὰ κουφότητα ταύτης ἐκπνευματούμενον ὑπὸ κτήσεως ὑπερορᾶν ἑτέρους . καὶ λογίζεσθαι διότι ζῷα μὲν [ οὐκ |
| καὶ ἥδεται [ ζῷον θνητόν ] , οὐ πᾶν τὸ ἡδόμενον λυπεῖται [ ζῷον ἀίδιον ] . οὐ πᾶν σῶμα | ||
| τυχὸν ἢ ὅτι ὀργιζόμενον ἔγραψε διὰ τήνδε τὴν αἰτίαν ἢ ἡδόμενον , ἢ ἄλλο τι πάθος ἐροῦμεν συμβαῖνον τῇ περὶ |
| τῷ Φιλίππου πλείονος δόξης τοῦ νικᾶν αἴτιον ἦν ἀεὶ τὸ μετριάζειν ἐπὶ ταῖς νίκαις . ὅς γε καὶ Πῶρον τὸν | ||
| . τοῦτο δὲ ἔχει ἀπολογίαν ὁμοίαν τῷ πρώτῳ , ἐπειδὴ μετριάζειν βούλεται . Κατὰ τὸ οἰκεῖον ἐπάγγελμα βαδίζων ὁ Πορφύριος |
| πόλιν † εὐθενεῖσθαι † : τὸν δὲ κατηγοροῦντα τί ; ἐμβεβροντῆσθαι , τὴν πόλιν ἀγνοεῖν , οὐκ ἔχειν ὅποι τὰ | ||
| τὰ ῥήματα εὐ - ηθίζεσθαι , μωραίνειν , ἀνοηταίνειν , ἐμβεβροντῆσθαι , ληρεῖν , παραπεπλῆχθαι . καὶ τὰ ἐπιρρήματα εὐήθως |
| ἄλλως ἥττω εὐδοξίας . ἐπήγγειλε δὲ τῷ Ἡρώδῃ καὶ ἀκρόασιν σχεδίου λόγου νεάζων ἔτι , καὶ ὁ Ἡρώδης οὐχ ὡς | ||
| ] Γ . ὁ Λεοντῖνος ἐν Θετταλοῖς . . . σχεδίου τε λόγου Γ . ἄρξαι [ . δοκεῖ ] |
| ' ἂν εἵλετο Χρύσης ἅμα τὴν θυγατέρα λυπῶν τῷ βασιλεῖ ἀπεχθάνεσθαι , οὐκ ἀγνοῶν ὅπως εἶχε πρὸς αὐτήν . τὸ | ||
| τὰ βασιλέως γράμματα , νομίζοντες ὀκνήσειν μίαν ἑκάστην τῶν πόλεων ἀπεχθάνεσθαι ἅμα ἑαυτοῖς τε καὶ βασιλεῖ . ἐπεὶ μέντοι εἰς |
| ἀνήκοοι , ὀξυήκοοι , βαρυήκοοι , αὐτήκοοι , ἀξιάκουστον , ἀνηκουστεῖν , ἀνήκουστον ὡς Ξενοφῶν , ἀνηκόως , ἀνηκουστία , | ||
| μύειν τοῖς βλεφάροις καὶ τῇ ῥινὶ συνεστάλθαι καὶ τοῖς ὠσὶν ἀνηκουστεῖν ἔργον ἐστὶ προσταττούσης ψυχῆς . τὴν γλῶτταν δὲ οὐκ |
| ἀτονίαν ἐντέρου γινομένη . ἐγχειρεῖν δὲ τῇ θεραπείᾳ , τόνον ἐντιθέντα τῷ τε ὅλῳ τῷ σώματι καὶ τοῖς ἐντέροις . | ||
| ἁρμονίαν ταύτην , οἷον ἐπὶ τῶν ὀργάνων τὸν μουσικὸν τὸν ἐντιθέντα ταῖς χορδαῖς τὴν ἁρμονίαν λόγον ἔχοντα παρ ' αὐτῷ |
| . Ἦ πού τι χαλεπόν ἐστι τὸ ψευδῆ λέγειν . Πικρόν ἐστι θρέμμ ' ἐν οἰκίᾳ γέρων . Οὐδεὶς πονηρὸν | ||
| οἱ ἄλλοι δέ . ἐρχθέντες : κρατηθέντες , ἐμπλακέντες . Πικρόν : ἐλεεινόν . ἀνέτλησαν : ὑπέμειναν , ὑπὸ τῶν |
| πολιτείας ἀπεστράφη καὶ διεμίσησε [ καὶ ] τοὺς χρωμένους εἴτε ῥᾳθυμίαις εἴτε ἀπανθρωπίαις καὶ κακίαις καὶ οὐδέποτέ τινα τῶν συμβεβιωκότων | ||
| μὲν γὰρ ταῖς δυσθυμίαις θαρρεῖν ἀναγκαῖον , ἐν δὲ ταῖς ῥᾳθυμίαις φοβεῖσθαι : τοὺς μὲν γὰρ δειλοὺς ἀνδρείους ποιεῖ , |
| μὲν οὖν ἐστιν , ἃ κοινῇ πάντας ὑμᾶς οἴομαι δεῖν ἐγνωκότας εἶναι , καὶ παρεσκευάσθαι πρὸς τὰς ἀδίκους τοῦ δήμου | ||
| δὲ τὰ αὑτοῦ πάλιν ὁ αὐτὸς ἔσται πρὸς ἡμᾶς τοὺς ἐγνωκότας ὅ τι ἂν φήσητε , τοῦτ ' ἐπαινεῖν . |
| καὶ ἐνέδρας σημαίνουσιν . [ τὸ δ ' αὐτὸ ποιεῖν γελωτοποιεῖν μιμολογεῖν ὑποκρίνεσθαι καὶ ἐξαπατῆσαί τινας σημαίνει . ] ᾄσματα | ||
| ὡς ἀμυδρὸν βλέπειν : ἀποκαθῆσθαι δὲ ἐν τοῖς κουρείοις καὶ γελωτοποιεῖν . . . : περὶ δὲ τὴν Μολοσσίδα οἱ |
| κατηγορεῖν ἐψηφίσαντο . δεῖ δὴ τοὺς νοῦν ἔχοντας ἅπαντα ταῦτα προορᾶσθαι , καὶ μὴ καθάπερ τοὺς ἀπείρους ἐν τῷ μάχεσθαι | ||
| τοῖς παρεληλυθόσι κινδύνοις σωτῆρας γενομένους τῆς Ἑλλάδος περὶ τῶν μελλόντων προορᾶσθαι . οὐ τοίνυν ὁ ἐπιὼν καιρὸς τοῦ παρόντος βελτίων |
| οἱ δὲ σὺν πολλῷ πόνῳ ἡμέρωσαν . τῆς ὑστεραίας ἐκέλευσε λουσαμένους ἥκειν . ἐπεὶ δὲ ἧκον , προέθηκεν αὐτοῖς εὐωχίαν | ||
| ἱστορεῖ κρήνην ἐν Χρωψὶ τῆς Θράικης , ἐξ ἧς τοὺς λουσαμένους παραχρῆμα μεταλλάσσειν . . : . . . . |
| μὴ προσόντος δὲ βαλανείου , τοὺς μὲν δακνομένους καὶ δριμυτέρους ἐπαντλεῖν ὕδατι γλυκυτάτῳ θερμῷ καὶ ἀλείφειν τὸ σῶμα ὅλον ἐλαίῳ | ||
| εἴη ῥέον ἀπὸ τῆς γῆς ὕδωρ , ἐκ φρέατος ὕδωρ ἐπαντλεῖν εἰς καθαροὺς ληνοὺς ἢ κρήνας . ἔστωσαν δὲ αὗται |
| ὁρῶν προσβλέψῃ δριμύ , καὶ ἐκείνη κατὰ τὴν ἑαυτῆς φύσιν ἰταμὸν ἀντιβλέψῃ , καί τι καὶ φύσημα ἐμπνεύσῃ ἑαυτῇ μὲν | ||
| ταῖς λέξεσιν δὲ ἑτέραις ἐχρήσατο , % ὡς τὸ λείαν ἰταμὸν αὐτῆς ἐκφευξούμενος . % ἔφησε γὰρ μὴ εἰδέναι % |
| . κλίνη καὶ αὐτὴ λίθου . ἐπ ' αὐτῆς κεῖται νοσοῦν τὸ ἐκείνου φάσμα χειρουργίᾳ φιλοτέχνῳ : παρέστηκε δὲ ὁ | ||
| σώματος , ἢ τὸ ζῷον οὐκ ἂν ὑγιαίνοι τῷ κρείττονι νοσοῦν . κδʹ . Ἑλλανοδίκαις καὶ Ἠλείοις . Ἀξιοῦτέ με |
| σκύζεσθαι χολοῦσθαι ἢ σκυθρωπάζειν . σκῶλος σκόλοψ : “ ὥστε σκῶλον πυρίκαυστον . ” ὁ δὲ Ἀπίων ῥάβδος πεπυρακτωμένη . | ||
| χρήσιμα τοῖς μαχομένοις , ἀφ ' ὧν καὶ τὸ ἐμπόδιον σκῶλον , καὶ σκόλοπες δὲ τὰ ὀρθὰ ξύλα . σκώλοισι |
| παράπαν τῆς Ἑλλάδος ᾖ ἀπεστερημένος . Κατεφάνη δὲ τῷ Δαρείῳ τεχνάζειν ἐπιστάμενος , καὶ τοὺς ἀγαγόντας αὐτὸν ἐκέλευσε μάστιγάς τε | ||
| καταμαθεῖν ὧδε , ἵνα μή τι καὶ νῦν ἡμᾶς ἔτι τεχνάζειν ὑπονοῇς : αὐτός τε γὰρ ὁ βασιλεὺς σὺ τῷ |
| . Γ τῇ δὲ Κύννῃ παρέβαλε τὸν Κλέωνα διὰ τὸ ἀναιδές . Γ πόρνη ἦν ἡ Κύννα καὶ ἡ Σαλαβακχώ | ||
| : τῆς σῆς δὲ τόλμης : καὶ πάντως τότε τὸ ἀναιδές σου καὶ τολμηρὸν διαγνώσομαι , πεπειραμένος αὐτῆς ἤδη καὶ |
| φλεβὸς , ἀρτηρίης . Μυελὸς τροφὴ ὀστέου , διὰ τοῦτο ἐπιπωροῦται . Δύναμις πάντα αὔξει καὶ τρέφει καὶ βλαστάνει . | ||
| ἡ προσήκουσα , τοῖσιν ὀθονίοισιν ἐπίδεσις . Μὴ ἐμπεσὸν γὰρ ἐπιπωροῦται ἔξωθεν . Ἐκ γενεῆς δὲ ἢ ἐν αὐξήσει ἐξαρθρήσαντα |
| τοιοῦτος γενόμενος . Οὐκοῦν , ὦ Ζεῦ , μηδὲ ἐρᾶν θέλε : ῥᾴδιον γὰρ τοῦτό γε . Οὔκ , ἀλλὰ | ||
| διακρίνειν . , γινώσκειν . , νοεῖν , εἰδέναι , θέλε ἐπιγινώσκειν , ἀκούειν . ῥυθμῶν ] ἐμμέτρων λόγων , |