γῆν , Ἱκέτης ὁ Πυθαγόρειος δύο , ταύτην καὶ τὴν ἀντίχθονα . . τελευταῖοι γὰρ ἐγένοντο τῶν Πυθαγορείων , οὓς
τοῦτο γὰρ εἶναι τοῦ παντὸς ἑστίαν : δευτέραν δὲ τὴν ἀντίχθονα , τρίτην δ ' ἣν οἰκοῦμεν γῆν ἐξ ἐναντίας
6856490 ἐρυσσαν
ἠδὲ θάλασσαν , νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἁλὸς βένθοσδε ἔρυσσαν , ἐν δ ' ἱστόν τ ' ἐτίθεντο καὶ
Ἀχαιῶν , νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἐπ ' ἠπείροιο ἔρυσσαν ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις , ὑπὸ δ ' ἕρματα μακρὰ
6778469 ἐζωσατο
. ὁ δὲ νοῦς : δι ' ἀνάγκην τέως τοῦτον ἐζώσατο μὴ ἔχουσα πολυτελέστερον . Γ πῶς οὖν ξυνοίσει Γ
τὸ σχοινίον καὶ τὸν σάκκον ἐκ τῆς ὀσφύος αὐτῆς καὶ ἐζώσατο διπλῆν ζώνην λαμπρὰν τῆς παρθενίας αὐτῆς , μίαν ζώνην
6753671 ἀνιγρους
. . ἀλλ ' ἤτοι κακοεργὰ φαλάγγια , σὺν καὶ ἀνιγροὺς ἑρπηστὰς ἔχιάς τε καὶ ἄχθεα μυρία γαίης Τιτήνων ἐνέπουσιν
] κλείω ποιητικόν : οἱ μὲν καλοῦσι , ὀνομάζουσι καὶ ἀνιγροὺς δὲ τοὺς ἀνιαρούς , ἀκαθάρτους ὕρακας : τοὺς μύας
6718083 πολυηρατος
μήτηρ . τούνομά σευ καλέω παναοίδιμον Ἀφρογενείην : ῥηιδίως Παφίης πολυήρατος [ ] ἔπλεο κάλλει ἱσταμένης ? ? σὺν Ἔρωτι
' οὐρανὸν εἰσαναβῆι . τὸν μὲν γὰρ διὰ κῦμα φέρει πολυήρατος εὐνή , ποικίλη , Ἡφαίστου χερσὶν ἐληλαμένη , χρυσοῦ
6692001 ἠρτημενοι
κεραῖαι . . . : ἐκ τῶν κεραιῶν δελφῖνες ἦσαν ἠρτημένοι μολίβδινοι ὥστε ἐμβάλλεσθαι ταῖς προσπλεούσαις πολεμίαις ναυσίν , οἳ
καὶ οὕτω πάντα τε καὶ πάντες ἀπὸ τοῦ θεοῦ εἰσιν ἠρτημένοι . διὸ πατὴρ μὲν πάντων ὁ θεός , δημιουργὸς
6668494 μηρωι
δαῖμον , ὃς Βάκχον Διόνυσον , ἐρίβρομον , εἰραφιώτην , μηρῶι ἐγκατέραψας , ὅπως τετελεσμένος ἔλθηι Τμῶλον ἐς ἠγάθεον παρὰ
τεμών . ἐκεῖνος εἶναί φησι Διόνυσον θεόν , ἐκεῖνος ἐν μηρῶι ποτ ' ἐρράφθαι Διός : ὃς ἐκπυροῦται λαμπάσιν κεραυνίαις
6633205 Κητεα
πενεστέροισιν ἀπὸ τῶν ἀκανθῶν τῶν ἰχθύων τὰ οἰκία ποιέεται . Κήτεα δὲ μεγάλα ἐν τῇ ἔξω θαλάσσῃ βόσκεται , καὶ
ἐκ προτόνων , τὰ δ ' ὄπισθε χαλινωτήρια νηῶν . Κήτεα δ ' ὀβριμόγυια , πελώρια , θαύματα πόντου ,
6628427 Ἀλαζωνων
Ἁλιζώνων ἔθνος . . . ὁ δὲ Παλαίφατός φησιν ἐξ Ἀλαζώνων τῶν ἐν τῆι Ἀλόπηι οἰκούντων , νῦν δὲ Ζελείαι
συντηρουμένοις . . . Οἱ μὲν μεταγράφουσιν Ἁλιζώνων Ὀλιζώνων ἢ Ἀλαζώνων , οἱ δ ' Ἀμαζώνων ποιοῦντες , τὸ δ
6599284 ἐμπνεισθαι
τῇ μεσημβρίᾳ τὴν ἀφ ' ἡλίου δύναμιν ζωτικωτάτην οὖσαν πολλὴν ἐμπνεῖσθαι , καὶ διὰ τοῦτο πολλῶν καὶ ποικίλων , ἔτι
, ἐμπνευστὸν δ ' ἂν ἴσως ῥηθείη , διὰ τὸ ἐμπνεῖσθαι τὸ ὄργανον ὑπὸ τοῦ ὕδατος . Κατεστραμμένοι γάρ εἰσιν
6595675 ἰσοπεδου
Λίμνης τροχόν . ὁ δὲ νοῦς : ὦ δέσποινα τῆς ἰσοπέδου Λίμνης καὶ τῶν ἐν αὐτῇ γυμνασίων τῶν ἱπποκρότων .
τὰ κατόπιν κοιλαίνεται , τοσοῦτον τὸ τῶν ποδῶν μῆκος εἰς ἰσοπέδου δόξαν ἀναλαμβάνει . δειλίᾳ δ ' ὑπερβάλλει τοῦτο τὸ
6573867 νιφοεντα
. καί ἐστιν ἡ σύνταξις οὕτως , τοῦ μὲν ὑπὲρ νιφόεντα φάη κέρατα δοιὰ μετώπῳ ἔγκειται , τουτέστι τούτου μὲν
ἐνστρέφονταί τε ἀεὶ ἐν αὐτῷ , καὶ ἠχεῖσθαι ποιοῦσι τὸν νιφόεντα Ὄλυμπον , ἤτοι τὸν καθαρώτατον νοῦν . ἄρχου τε
6566830 ἁρπαλεως
, διὰ τὸ καθαρόν . ἐπικριδόν : ἐπικρίναντες ἔθυον . ἁρπαλέως : ἀδηφαγῶν ἤσθιεν , ἴσην ὀνείρου ἡδονὴν ἔχων ,
, δαίνυνθ ' ἑζόμενοι : σὺν δέ σφισι δαίνυτο Φινεύς ἁρπαλέως , οἷόν τ ' ἐν ὀνείρασι θυμὸν ἰαίνων .
6556917 δισκοειδη
πάλιν ἐξ ὁμοιομερῶν καὶ σφαιρικῶν , ἐπείπερ ἐπίπεδα ὄντα ἢ δισκοειδῆ οὐκ ἂν πᾶσι τοῖς ἐκ διαφόρων τῆς γῆς τόπων
ὑπὸ τῆς τοῦ πυρὸς σφαίρας περιεχόμενον . ̈ . , δισκοειδῆ . . . . . τὸ γὰρ φαινόμενον σχῆμα
6556696 φεραιος
ὁ δὲ φεραῖος οὔ , καὶ τροφῇ χρῆται ὁ μὲν φεραῖος τῇ ἀφ ' αὑτοῦ γενομένῃ μύξῃ , ὁ δὲ
ὁ μὲν χελλὼν πρὸς τῇ γῇ νέμεται , ὁ δὲ φεραῖος οὔ , καὶ τροφῇ χρῆται ὁ μὲν φεραῖος τῇ
6550594 Ψυχρον
Αἴγυπτος τοῦ Νείλου . Γράφεται θερμὸν ὕδωρ : ἀκαίρως . Ψυχρὸν γὰρ ὡς ἐπὶ τὰ ἀρκτῶα μέρη , ὥς που
λογικὸν οὐδὲ ἀσφαλὲς διὰ τὴν συνέχειαν τῶν μακρῶν συλλαβῶν . Ψυχρὸν δὲ καὶ τὸ μέτρα τιθέναι συνεχῆ , καθάπερ τινές
6537117 ῥυσηται
καὶ τὸν θεὸν ποτνιώμενος , ἵνα τοὺς μὲν ἐξ ἀμηχάνων ῥύσηται συμφορῶν , τοὺς δὲ μηδὲν παραλιπόντας τῶν εἰς ἐπήρειαν
ἀγριαίνεται ἡ θάλασσα . αἴκεν τὸν Λυκίδαν ὀπτεύμενον ἐξ Ἀφροδίτας ῥύσηται : τὸ αἴκεν ἀντὶ τοῦ ἵνα : ἵνα ,
6491443 χελλων
φεραῖος τῇ ἀφ ' αὑτοῦ γενομένῃ μύξῃ , ὁ δὲ χελλὼν ἄμμῳ καὶ ἰλύι . λέγεται δὲ καὶ ὅτι τὸν
δὲ χελλών , ὃ δὲ φεραῖος . καὶ ὁ μὲν χελλὼν πρὸς τῇ γῇ νέμεται , ὁ δὲ φεραῖος οὔ
6482724 Πολυκαων
. πρῶτοι δ ' οὖν βασιλεύουσιν ἐν τῇ χώρᾳ ταύτῃ Πολυκάων τε ὁ Λέλεγος καὶ Μεσσήνη γυνὴ τοῦ Πολυκάονος .
, πρῶτοι δ ' οὖν βασιλεύουσιν ἐν τῆι χώραι ταύτηι Πολυκάων τε ὁ Λέλεγος καὶ Μεσσήνη γυνὴ τοῦ Πολυκάονος .
6477876 σευατ
τοῦ Ἀχιλλέως . καὶ τὰ ἐπὶ τοῦ Ἑρμοῦ εἰρημένα : σεύατ ' ἔπειτ ' ἐπὶ κῦμα λάρῳ ὄρνιθι ἐοικώς ,
ῥίον Οὐλύμποιο , Πιερίην δ ' ἐπιβᾶσα καὶ Ἠμαθίην ἐρατεινὴν σεύατ ' ἐφ ' ἱπποπόλων Θρῃκῶν ὄρεα νιφόεντα ἀκροτάτας κορυφάς
6472292 ἀπεσπασται
αὐτῆς τί ἐστι τῆς οὐσίας , ἡ δὲ δυὰς πολὺ ἀπέσπασται τῆς μονάδος : ἀλλ ' ὡς δεύτερος ὅλος κόσμος
τε εἶναι αὐτήν , ἐπειδήπερ καὶ τὸ ἀφ ' οὗπερ ἀπέσπασται ἀθάνατόν ἐστι . τὰ δὲ ζῷα γεννᾶσθαι ἐξ ἀλλήλων
6468013 ἀναπολει
δὲ καθ ' ἑαυτὴν ἕκαστα μεθ ' ἡσυχίας τῆς πάσης ἀναπολεῖ καὶ εἰς ἀνάμνησιν τῶν πάντων ἔρχεται . μνήμη δ
γὰρ δὴ ἡ κεῖνος μὲν δὴ ὅδ ' αὐτὸς ἐγώ ἀναπολεῖ τὸν ἐκ διαστήματος χρόνου νοούμενον . Τὸ δ '
6464727 θεομεν
θεῖν ἡμᾶς εἰς αὐτὸ , οἷον ἐφ ' ᾧ ἄγαν θέομεν . ἔνθεν οὐ λέγομεν ἀγαθώτερος , οὔτε ἀγαθώτατος ,
ἑσπέραν τῆς οἰκουμένης ἀπεστείλαμεν , καὶ τῆς παροιμίας οὐ πόρρω θέομεν τὰ νῦν : ἐπιθυμίᾳ γὰρ τῶν πλειόνων καὶ ἀπόντωνἀλλ
6463870 χρυσεαισιν
ὄρος περὶ τὴν Λυδίαν . ἀγλαοτρίαιναν : τὸν Ποσειδῶνα . χρυσέαισιν : ἀντὶ τοῦ ἐπὶ χρυσῶν ἵππων . μεταβιβάσαι ,
ἔτυχον ἕλικά τ ' ἀνὰ χλόαν φοίνικας ἁλίωι † πέπλους χρυσέαισιν αὐγαῖς θάλπους ' † ἀμφὶ δόνακος ἔρνεσιν : ἔνθεν
6454884 μεσσας
ἔστι γὰρ ἀπὸ ὑπάτας ἐπὶ μέσσαν συλλαβά , ἀπὸ δὲ μέσσας ἐπὶ νεάταν δι ' ὀξειᾶν , ἀπὸ δὲ νεάτας
βριαρὴν δόρυ τ ' ἄσχετον , ᾧ ῥ ' ὑπὸ μέσσας ἐργατίνης ὥς τίς τε Πελασγίδι νύσσεν ἀκαίνῃ οὐτάζων λαγόνας
6453256 ἠνεμοεσσας
ἄκριας τὰς τῶν ὀρῶν ἄκρας : “ δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας . ” ἀκερσεκόμης ἐπίθετον Ἀπόλλωνος : “ Φοῖβος ἀκερσεκόμης
δὲ τὰς πέτρας ὁ Ποιητὴς καλεῖ : δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας . καὶ ἐστὶν ἀκρὸς ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
6445345 Ἀλβα
' ἐν αὐτῇ Λατῖναι πόλεις Ὀυαρία τε καὶ Καρσέολοι καὶ Ἄλβα , πλησίον δὲ καὶ πόλις Κούκουλον . ἐν ὄψει
μάλιστα δ ' ἐν μεσογαίᾳ τῶν Λατίνων πόλεων ἐστὶν ἡ Ἄλβα ὁμοροῦσα Μαρσοῖς : ἵδρυται δ ' ἐφ ' ὑψηλοῦ
6442573 πιληθεισα
, ὅτι νυκτὸς εἶδεν αἵματι τὸν οἶκον αὐτῆς μεμολυσμένον . πιληθεῖσα : ἀναπαγεῖσα ἡ γῆ . αἰνυμένη : ἀπολαβοῦσα .
χεομένη καὶ πιλουμένη καὶ παντοίως σχηματιζομένη τε καὶ ἀλλοιουμένη . πιληθεῖσα μὲν γὰρ πυκνόν τε καὶ βαρὺ ἀπειργάσατο , ἀραιωθεῖσα
6436253 ἀμφιρυτης
δὲ καλὸς Ἀρχέστρατός φησι : κεστρέα δ ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε , ἀνδράσι τ ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις . Διοκλῆς
δὲ καλὸς Ἀρχέστρατός φησι : κεστρέα δ ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε . ὅτι δὲ εἶδος κεστρέων οἱ νήστις δῆλον
6433433 ὠρετο
ὄρω ἐστὶ ῥῆμα βαρύτονον . ἔνθεν “ ὅτε τ ' ὤρετο μητιέτα Ζεύς ” . ἀφ ' οὗ ὄνομα ῥηματικὸν
χελιδόνια . ἀλλ ' ὅτ ' ἀφ ' ἑσπερίης Ἑρκυνίδος ὤρετο γαίης . ἡ δ ' ὅτε δή ρ '
6427897 Μυλης
, Πολυκάονα , † βωμολόχον , Θεράπνην . τούτων ὁ Μύλης ἐκ Κλεοχαρείας ἴσχει Εὐρώταν καὶ Πελίαν . Εὐρώτας δὲ
ὑγροὶ τὴν κρᾶσιν ἱκανῶς καὶ δηλητηρίου δυνάμεως ἐγγὺς ἥκουσιν . Μύλης ἡ ῥίζα συνακτικῆς ἐστι δυνάμεως . Μυὸς ὦτα ξηραίνει
6418391 ἡμετερῃσι
θοὰ κύμαθ ' ὑπειρεσίῃσι χάρασσον : αὐτὰρ ἐγὼ μολπῇσι παρήπαφον ἡμετέρῃσι πέτρας ἠλιβάτους : αἱ δ ' ἀλλήλων ἀπόρουσαν .
ὡς τὸ πάρος περ , ἦ ἤδη χείρεσσιν ὑφ ' ἡμετέρῃσι δαμέντες φύξιν βουλεύουσι μετὰ σφίσιν , οὐδ ' ἐθέλουσι
6410097 ἑρπηστας
διὰ γοῦν τοῦτο διῃρημένως εἶπε ἑρπηστὰς καὶ ἔχιας . * ἑρπηστάς : ὄφεις * ἔχιας : ἐχίδνας ἄχθεα δὲ ἤτοι
ἑρπηστάς : δόξει ἴσως τινὶ κακῶς εἰρηκέναι ἢ περισσῶς τὸ ἑρπηστάς : πάντα γὰρ ἕρπουσιν . καλῶς δὲ εἶπεν ;
6407007 μηλειον
' ἐπόρουσε καὶ ἔσπασε : τὴν δὲ χανοῦσαν ἔγνω καὶ μήλειον ἄφαρ κύρτωσεν ἀϋτμῇ ἔγκατον ἐμπνείων : τὸ δ '
γέ ς ' , ἢν θέληις , ὅλον πίθον . μήλειον ἢ βόειον ἢ μεμειγμένον ; ὃν ἂν θέληις σύ
6406774 ἐπεμβολης
τοῦ ζῆν ἀσφαλῶς ᾑρημένος . τὸ δὲ κατὰ παρένθεσιν ἐξ ἐπεμβολῆς γίνεται , οἷον τοῦ τ ' ἐκεῖνον , ὅπερ
κατ ' ὀρθότητα ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ τὰ χωρὶς ἐπεμβολῆς , κῶλα δὲ τὰ ὀλίγῳ τῶν κομματικῶν μείζονα ἢ
6400203 ὑποτεινουσιν
γωνιῶν ἐκεῖναι ἴσαι , ὑφ ' ἃς αἱ ἴσαι πλευραὶ ὑποτείνουσιν . ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΕΖΓ τῇ ὑπὸ
ἔσονται ἑκατέρα ἑκατέρᾳ , ὑφ ' ἃς αἱ ἴσαι πλευραὶ ὑποτείνουσιν : ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ μὲν ὑπὸ ΖΒΓ τῇ
6399832 Ἀθοω
νιφόεντα ἀκροτάτας κορυφάς : οὐδὲ χθόνα μάρπτε ποδοῖιν : ἐξ Ἀθόω δ ' ἐπὶ πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα , Λῆμνον δ
ἐστιν ἀνδραδέλφη , ὡς Ἄθως : καὶ διαίρεσις γαλόω ὡς Ἀθόω δ ' ἐπὶ πόντῳ . . Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν
6394489 ἐφανεν
' ἐπεὶ ἐς πεδίον [ εἰσωποὶ ] ? δ ' ἔφανεν [ ] ? [ [ ] ρεστεοντ [ !
μεγάλοιο κινήσῃ πυκινὴν νεφέλην στεροπηγερέτα Ζεύς , ἔκ τ ' ἔφανεν πᾶσαι σκοπιαὶ καὶ πρώονες ἄκροι καὶ νάπαι , οὐρανόθεν
6389874 συγκεκομμενα
ταῦτα ὁ καλούμενος κρεωκάκκαβος . κρέα δ ' ἐστὶ ταῦτα συγκεκομμένα μεθ ' αἵματος καὶ λίπους ἐν ζωμῷ γεγλυκασμένῳ .
δὲ ἐν μέσῳ καὶ μικροὶ ἰχθύες καὶ ἄλλα πολλὰ θηρία συγκεκομμένα , καὶ πλοίων ἱστία καὶ ἄγκυραι , καὶ ἀνθρώπων
6387934 θεομαχους
διὰ τὸ ὠχροὺς καὶ νεκρώδεις εἶναι . ἢ ἀσεβεῖς καὶ θεομάχους , διὰ τοὺς γίγαντας : οὗτοι γὰρ θεομάχοι .
. Ταύτην δὲ , Φλέγραν τὸ πρότερον καλουμένην , τοὺς θεομάχους Γίγαντας οἰκῆσαι λόγος , μετὰ ταῦτα Παλληνεῖς δ '
6386267 Μηνιγξ
Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ὥραις α ∠ ʹιε : ἡ δὲ Μῆνιγξ νῆσος ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν ιδ ιβʹ ,
. . . . . . λθ δʹ λα δʹ Μῆνιγξ . . . . . . . . .
6378480 συναρηροτα
καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε τὸ πρὶν ἐπ ' ἀλλήλοισι μιῆι συναρηρότα μορφῆι νείκεος ἐξ ὀλοοῖο διέκριθεν ἀμφὶς ἕκαστον . πάλαι
οὐρανὸς ἠδὲ θάλασσα , τὸ πρὶν ἔτ ' ἀλλήλοισι μιῇ συναρηρότα μορφῇ , νείκεος ἐξ ὀλοοῖο διέκριθεν ἀμφὶς ἕκαστα :
6372152 ἀντισπαστων
ὑπότροχον ποιήσας σχεδίαν ἐπέθηκε πλάγιον τὸν κριὸν καὶ οὐκ ἐξ ἀντισπάστων εἷλκεν , ἀλλ ' ὑπὸ πλήθους ἀνδρῶν προωθούμενον ἐποίησε
ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον : ἔχει δ ' ἐπιτρίτους δʹ ἀντὶ ἀντισπάστων . Τὸ Ϛʹ σύνθετον ἔκ τε τοῦ λεγομένου προσοδιακοῦ
6365307 ἐκλυσθη
ὁ ἰατρὸς μεθ ' ὅρκου ἀπεκρίνατο : Οὗτος εἰ μὴ ἐκλύσθη , ἐλάκησεν ἄν . Κυμαῖος ἰατρὸς τέμνων τινὰ δεινῶς
κυανοπρῴροιο τυτθόν , ἐδεύησεν δ ' οἰήϊον ἄκρον ἱκέσθαι . ἐκλύσθη δὲ θάλασσα κατερχομένης ὑπὸ πέτρης : τὴν δὲ πρόσω
6363177 Γηρας
ἴσα τῇ γαστρὶ ἐντίθετι . [ Πρὸς κωλικήν . ] Γῆρας ὄφιος ἐν ἀγγείῳ χαλκείῳ φρύξας σὺν ἐλαίῳ μέχρι τοῦ
Τὸ συμφέρον θηρῶ . Καιρὸν προσδέχου . Ἔχθρας διάλυε . Γῆρας προσδέχου . Ἐπὶ ῥώμῃ μὴ καυχῶ . Εὐφημίαν ἄσκει
6356131 ἐκαιεν
ἀντὶ τοῦ κατεσθίουσι . δαιδαλόεν τῇ κατασκευῇ ποικίλον . δαῖεν ἔκαιεν . σημαίνει καὶ τὸ ἐμέριζεν , ἀφ ' οὗ
ῥέω , ῥύω ἀναδʹ ἔφλεται καλὰ ῥέεθρα , ἀπὸ τοῦ ἔκαιεν : ἀπὸ τοῦ φλέω καὶ τοῦ φῶ τὸ λέγω
6355151 ειω
παρὰ μέλλοντα ἢ ἐνεστῶτα περισπώμενον ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν διὰ τοῦ ειω γινόμενα παράγωγα , διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται :
ον [ . . . . . [ ] ! ειω ! [ [ ] μη ! [ ] !
6350787 καθοραται
, τὸ δὲ πρός τι ἐν σχέσει . πρῶτον δὲ καθορᾶται καὶ λέγεται καθ ' ἑαυτὸ ἕκαστον καὶ οὕτως ἐν
ἔτος ἀεὶ νέας ἰλύος ἀθροιζομένης πρὸς τὰ στόματα τοῦ ποταμοῦ καθορᾶται τὸ μὲν πέλαγος ἐξωθούμενον τοῖς προσχώμασιν , ἡ δὲ
6339286 διναισι
ἐξ Ὀλύμπου χθονὸς μέσον καὶ οὐρανοῦ ἁλύσεσι χρυσαῖς καὶ φερομένην δίναισι καὶ αἰωρήμασιν . ὁ δὲ λόγος : εἴθε παραγενοίμην
ἀγκῶνα στυφελὸν καὶ νήνεμον ἀκτήν , ἔνθα περ ἀμβλύζων ποταμὸς δίναισι βαθείαις θείει χρυσορόας Ἀχέρων κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς
6324755 πεπυρωμενων
ἔμπτωσιν ὡς βέλος πολλάκις σπινθηρίζειν . Ξενοφάνης τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων σύστημα ἢ κίνημα εἶναι . Ἀναξίμανδρος ἐκ τοῦ πνεύματος
σώματος εἴρηκε συγγενεῖς . Ξενοφάνης δὲ ἐκ νεφῶν μὲν λέγει πεπυρωμένων ξυνίστασθαι : σβεννυμένους δὲ μεθ ' ἡμέραν νύκτωρ πάλιν
6315629 νεμεεσσι
νεμέεσσι δὲ τοῖς πρὸς νομὴν ἐπιτηδείοις . * καὶ ἐν νεμέεσσι : καὶ ἐν τοῖς τόποις περιεκτικοῖς βοσκῆς * φωλεύει
ἐν κνημοῖσι ] ἐν τοῖς τραχέσι καὶ δυσβάτοις τόποις ἐν νεμέεσσι ] γράφεται ἐν κνημοῖσι Φαλακραίῃς : Φαλάκρα δὲ ἀκρωτήριον
6314587 πεπεμμενου
πεπεμμένου : ἤτοι τοῦ καθ ' ἑκάστην τετράδα τοῦ μηνὸς πεπεμμένου , ἤτοι ζημουμένου καὶ κατασκευαζομένου : ἑκάστου γὰρ μηνὸς
εὔπνοις καὶ ξηροῖς τόποις ἀφῃρημένου τοῦ ὑδατώδους καὶ τοῦ καταλοίπου πεπεμμένου μᾶλλον . Ὡς γὰρ ἁπλῶς εἰπεῖν ἡ ξηρότης οἰκειοτέρα
6302242 σφαραγειν
. . . ἀσφάραγος : ὁ λαιμός : παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ
καὶ πάλιν : ἐρισφάραγος πόσις Ἥρης ἔσται . παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ
6301069 Ὁδος
αὐτὴ ἀντιλαμβάνουσά τινα ἔκ τε ἀέρος καὶ ἐξ οὐρανοῦ . Ὁδὸς γὰρ ἄνω κάτω , φησὶν ὁ Ἡράκλειτος , δι
τούτοις ἐγγίνεσθαι πονηρίαν . Ἐντεῦθεν εἰς Πλαταιὰς στάδια σʹ . Ὁδὸς ἡσυχῆ μὲν ἔρημος καὶ λιθώδης , ἀνατείνουσα δὲ πρὸς
6300216 γονιμωτατη
, εὑρήσεις τὸν κατὰ σύνθεσιν τὸν νεʹ . πέμπτον ἡ γονιμωτάτη ἑξὰς ἐφ ' ἑαυτὴν πολυπλασιασθεῖσα δυνάμει ἐπιγεννᾷ τὸν λϚʹ
ἄλλας γοῦν κόπρους μίξει παραμυθεῖσθαι . τρίτη ἡ ὀνεία , γονιμωτάτη τῇ φύσει οὖσα , καὶ πᾶσι τοῖς φυτοῖς μάλιστα
6290812 ἀραξεν
ξίφεϊ σχεδὸν ἤλασε κόρσην Θρηϊκίῳ μεγάλῳ , ἀπὸ δὲ τρυφάλειαν ἄραξεν . ἣ μὲν ἀποπλαγχθεῖσα χαμαὶ πέσε , καί τις
ἀφωνίαν ἔχουσα . ἄχρις ἕως . καὶ “ ὀστέον ἄχρις ἄραξεν . ” ἀχυρμιαί οἱ τόποι εἰς οὓς τὰ ἄχυρα
6290654 Πυρριχος
ἀνύοντες καὶ τὴν ἐνόπλιον πυρρίχην ἐκπονοῦντες , ἥντινα πρῶτος εὗρε Πύρριχος . Λίγυες τοὺς γονεῖς , ὅταν μηκέτι ὦσι διὰ
ἔθρεψε , Ναΐδος ἀκοίτας , Σιληνός : ὡς δὲ καὶ Πύρριχος ὄνομα ἦν αὐτῷ , Πινδάρῳ μὲν οὐκ ἔστιν εἰρημένον
6290044 Ἀστρον
] Λαμπρόν . Τοιαύτη γὰρ ἡ τῶν ἄστρων φύσις . Ἄστρον ] ἀντὶ ἀστέρα . Ἐρήμας δι ' αἰθέρος ]
λόγου : ἰαινόμεθα γὰρ τῇ εὐηγήσει τῶν τοιούτων λόγων . Ἄστρον , παρὰ τὸ αἴθω : ἄστρον , ἀποβολῇ τοῦ
6289448 ἀϊδιου
. ἐπεχείρουν δὲ οὕτως ἐπάγοντες : ἡ τῆς ἐξ ἀρχῆς ἀϊδίου ὕλης ἀκοσμία καὶ ὅσον ἐπ ' αὐτῇ ἀμορφία στέρησίς
ἀπρονόητα εἰπεῖν τὰ κατωτέρω τοῦ οὐρανοῦ ἐποίησεν , καίτοι τῆς ἀϊδίου ἐπ ' ἴσης ἡμῖν μενούσης προνοίας τοῦ θεοῦ ,
6286505 στηλεων
τὴν μὲν γὰρ Ἕλληνες ναυτίλλονται πᾶσα καὶ ἡ ἔξω Ἡρακλέων στηλέων θάλασσα ἡ Ἀτλαντὶς καλεομένη καὶ ἡ Ἐρυθρὴ μία ἐοῦσα
, εἶναι τῆς Λιβύης χῶρόν τε καὶ ἀνθρώπους ἔξω Ἡρακλέων στηλέων κατοικημένους , ἐς τοὺς ἐπεὰν ἀπίκωνται καὶ ἐξέλωνται τὰ
6285132 ἐταθη
καὶ παρὰ τὸ κάρη καρίς . ταθείσης δὲ τῆς παρατελευταίας ἐτάθη καὶ τὸ τέλος , καὶ ὁμοίως λέγεται τῷ ψηφὶς
: ἴσον τῷ ἐξετρυχώθη καὶ ἐξεπονήθη . ὑπὸ γὰρ ἡμῶν ἐτάθη : εἰς φόρον : ἐξετάθη πλείονα φόρον παρέχουσα .
6282639 ὑπογεγραπται
: ἱδρῶτες οὐ κρίσιμοι : καὶ τὰ τῶν οὔρων ὡς ὑπογέγραπται . Μακρὰ δὲ τοῖσι πλείστοισι τουτέων : οὐδὲ γὰρ
ἀδικῇ εἰς αὐτοὺς ἐμπίπτοντα . τὸ δὲ σχῆμα οἷόν ἐστιν ὑπογέγραπται . Ἐχομένως δὲ τῶν προγεγραμμένων ὑπογράψομέν σοι σαμβύκης κατασκευήν
6279068 ἐκπυρουσθαι
ἀπογεοῦσθαι τὸν κόσμον εἶπεν , ὥστ ' εἰκὸς ἦν μηδὲ ἐκπυροῦσθαι φάναι . Χρὴ μέντοι καὶ τὴν ἐνυπάρχουσαν ἰσονομίαν τῷ
ἐφ ' ἡμῶν γίνεται , φασίν . ἄρχεται μὲν γὰρ ἐκπυροῦσθαι τὸ πνεῦμα καὶ ἐκκαίεσθαι , οὐ γὰρ δὴ σήπεσθαι
6271449 ἀποκεκρυπται
εἰδεῖεν οἱ λῃσταὶ τὴν τέχνην . τά τε γὰρ δέρματα ἀποκέκρυπται τά τε σπλάγχνα τῇ σφαγῇ προπηδήσεται , ἅπερ ἡμεῖς
ἑνώσεως τῆς πρὸς τὸ καλὸν ἐστέρηται . οὗτος μὲν οὖν ἀποκέκρυπται εἰς αὑτόν : ὁ δὲ ἐναντίος τούτῳ φεύγει μὲν
6268683 Παγχαιαν
τούτωι . ὁ μέν τοί γε εἰς μίαν χώραν τὴν Παγχαίαν λέγει πλεῦσαι : ὁ δὲ καὶ μέχρι τῶν τοῦ
ἢ τούτῳ . ὁ μέντοι γε εἰς μίαν χώραν τὴν Παγχαίαν λέγει πλεῦσαι , ὁ δὲ καὶ μέχρι τῶν τοῦ
6265380 κινησω
ἀλώπεκα ὕπνος ἐπέρχεται . Πενίη σοφίην ἔλαχεν . Πάντα πέτρον κινήσω . Πάντα κάλων . Πρὸς λέοντα δορκάδες συνάπτουσι μάχας
ᾄδων : τὸ τὰ ἐναντία εἰπεῖν τοῖς προτέροις . Πάντα κινήσω πέτρον : ὁμοία τῇ : Πάντα λίθον κινήσω .
6263561 φονευθεντων
συγκαλέσας τὸν δῆμον εἰς ἐκκλησίαν καὶ πολλὴν κατηγορίαν διαθέμενος τῶν φονευθέντων ὑπ ' αὐτοῦ πολιτῶν , ἐκείνους μὲν ἔφη τετιμωρῆσθαι
πλὴν ὀλίγων ἅπαντας ἀνεῖλον . τοσοῦτο δὲ πλῆθος ἦν τῶν φονευθέντων ὥστε τὸ φερόμενον ῥεῦμα κραθὲν αἵματι τὴν χρόαν ἐφ
6263246 πιστωσαιτο
τις : ἄνθρωπος . ἐνὶ φρεσίν : ἐν λογισμοῖς . πιστώσαιτο : πιστεύσει , πιστωθῇ . Αἰεὶ γάρ : γνώμη
τοῦ μὴ ῥᾴδιον εἶναι ὁρισμῷ ἢ καὶ ἀδύνατον εἶναι λαβεῖν πιστώσαιτο . Ἀλλὰ πῶς εἶδός τι , ὅταν πρὸς τὸ
6253102 ὑδρορροας
καὶ κατὰ τάξιν . ὅτι διὰ τὸ παλλάδιον δι ' ὑδρορρόας εἰσῆλθον οἱ περὶ τὸν Ὀδυσσέα . σέρφῳ : παροιμία
ἀνιοῦς ' ἀφ ' ἡγεμονικοῦ πηγὴ σχιζομένη πολλαχῇ καθάπερ τινὰς ὑδρορρόας ἀναστείλασα μέχρι προσώπου , δι ' αὐτῶν τὰς δυνάμεις
6253021 Καλυδνου
. Κάλυδνα , νῆσος . καὶ πόλις Θήβης , ἀπὸ Καλύδνου παιδὸς Οὐρανοῦ . λέγεται καὶ Καλυδνός . ὁ πολίτης
. . . . . ξϚ Ϛʹ λϚ ∠ ʹδʹ Καλύδνου ποταμοῦ ἐκβολαί . . ξϚ γʹ λϚ ∠ ʹγʹ
6250610 ἀνημμενον
, πατὴρ δὲ ὁμώνυμος , γένος ἀρχαῖον καὶ τῶν οἰκιστῶν ἀνημμένον , πλοῦτος ὑπὲρ τοὺς ἐκεῖ , τὸ δὲ ἔθνος
' ἐπεσπεσὼν πόλιν . ἡμῖν δὲ κῆδος ἐς Κρέοντ ' ἀνημμένον κακὸν μέγιστον , ὡς ἔοικε , γίγνεται . τοὐμοῦ
6236058 θρηνωδη
τί τῶν σῶν καλῶν ἄξιον φθέγξομαι ; ποίαν δὲ ἁρμονίαν θρηνώδη καὶ τραγικὴν ἁρμοσάμενος στενάξω τοσοῦτον , ὁπόσον βούλομαι ;
καὶ αἰθρίας πολλῆς ἦχον ἀκουσθῆναι σάλπιγγος , ὀξὺν ἀποτεινούσης καὶ θρηνώδη φθόγγον . καὶ τοὺς μὲν ἀκούσαντας ἅπαντας ἔκφρονας ὑπὸ
6232919 κυκλουμενην
' ἡμέρας τινὰς ταὐτὸ συμβαίνειν , καὶ ταύτην τὴν περίστασιν κυκλουμένην ἀεὶ τοὺς συνεχεῖς τόπους χειμάζειν . οὐδὲν οὖν εἶναι
φρόνημα ] γένοιτό μοι ? ? [ μάθησιν ] [ κυκλουμένην ] [ περῶντι : ] μετάρσιος ? [ θέλοιμ
6231209 ὁμιχλης
ὅτι ὅσαι βλάπτεσθαι εἰώθασιν ἄμπελοι ὑπὸ ἀνέμων τοιούτων , ἢ ὁμίχλης , ἢ ἐρυσίβης , δένδροις ἐπιτεθεῖσαι οὐ βλαβήσονται ,
ταῖς ἐκλείψεσιν , ἀλλ ' ἄλλον τινὰ τρόπον καινότατον ὥσπερ ὁμίχλης τινὸς ἢ νέφους ἀχλυώδους καὶ σκοτεινοῦ ὑποτρέχοντος αὐτὸν καὶ
6231070 ἠπειχθη
ἀτιμώρητον . διὰ τοῦτο αἷς τοὺς ἄλλους μηδὲν ἀδικήσαντας αὐτὸν ἠπείχθη τέχναις ἐγκαταπρῆσαι , ταύταις ἐνδίκως ὑφ ' ἡμῶν τῶν
, προσλαβὼν δέ τινας καὶ τῶν Ἰταλικῶν , ἐς πεδίον ἠπείχθη τὸ καλούμενον Μέγα Βάραθρον καὶ πολλὴν ἐξ αὐτοῦ λείαν
6226718 δεκαοκτω
Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ Νίσαια ἐπίνειόν ἐστιν τῶν Μεγάρων δεκαοκτὼ σταδίους τῆς πόλεως διέχον , σκέλεσιν ἑκατέρωθεν συναπτόμενον πρὸς
τὸ ἐλθεῖν ἡμᾶς ἐκ Μεσοποταμίας ἀπὸ Λάβαν . Καὶ πληρωθέντων δεκαοκτὼ ἐτῶν , ἐν τεσσαρακοστῷ ἔτει ζωῆς μου , ἐπῆλθεν
6220477 ἱκοιτ
δ ' ἄρ ' ἑκὼν Βούνωι παρέδωκε φυλάσσειν εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος , ἢ παῖς
' ἄρ ' ἑκὼν Βούνῳ παρέδωκε φυλάσσειν , εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος ἢ πάις ἢ
6216157 ἀτραπιτοιο
τούσγε Ἄργου φραδμοσύνῃσιν ἀριστῆες μεθέηκαν : τὼ δὲ δι ' ἀτραπιτοῖο μεθ ' ἱερὸν ἄλσος ἵκοντο , φηγὸν ἀπειρεσίην διζημένω
κρατεροῖσι λίθων φέρει αἰόλον ὕλην . Νῦν δ ' ἐπεὶ ἀτραπιτοῖο πολὺ πλέον ἄμμι λέλειπται , σεῖο δ ' ἔτι
6215908 θριγκος
ἐλπίζουσιν ἐμὲ ὄψεσθαι οὔτε ἐγὼ ἐκείνας : τὸ λοίσθιον δὲ θριγκός : τὸ ἔσχατον πάντων κακῶν . τὸ δοῦλον εἶναι
κτλ . τίς ὁ διαλεκτικός . ἐπικαταδαρθάνειν . ἐπικατακοιμίζεσθαι . θριγκός . περίφραγμα , στεφάνη , τειχίον , περίβολος .
6213894 ταπεινουμενη
Ἐρυθράν , καὶ ἐν τῇ αὐτῇ διέμεινεν ἐπιφανείᾳ , μὴ ταπεινουμένη : καὶ γὰρ κατ ' αὐτὸν Ἐρατοσθένη τὴν ἐκτὸς
κακῶς μοι ἔχῃ ἡ ψυχὴ καὶ χείρων ἑαυτῆς ᾖ , ταπεινουμένη , ὀρεγομένη , συνδουμένη , πτυρομένη ; καὶ τί
6208295 πλαταν
ἄνθος ἀτιζόμενος πώλων , Σιμόεντι δ ' ἐπ ' εὐρείται πλάταν ἔσχασε ποντοπόρον καὶ ναύδετ ' ἀνήψατο πρυμνᾶν καὶ χερὸς
Ἰὼ γένος ναΐας ἀρωγὸν τέχνας , ἅλιον ὃς ἐπέβας ἑλίσσων πλάταν , σέ τοι , σέ τοι μόνον δέδορκα πημονὰν
6205068 νοτιην
ἑκάστη . Ἐν μέσῃ Ἀσίῃ Πέρσαι οἰκέουσι κατήκοντες ἐπὶ τὴν νοτίην θάλασσαν τὴν Ἐρυθρὴν καλεομένην : τούτων δ ' ὑπεροικέουσι
Ἄρατος : ἢ λύχνοιο μύκητες ἐγείρονται περὶ μύξαν νύκτα κατὰ νοτίην . τινὲς δέ φασι τὸν μύκητα ζωΰφιόν τι εἶναι
6204640 φορβαδος
, ἠὲ σίδηρον καυστείρης θαλφθεῖσαν ὑπὸ στέρνοισι καμίνου . ἄλλοτε φορβάδος αἰγὸς ἐνίπλειον δέρος οἴνης χραισμήσει τημοῦτος ἐπὴν σφυρὸν ἢ
! ! ! ! ] ! [ ! ! ] φορβάδος [ μαστὸς ] ? [ ] δὲ μητρὸς [
6201962 ἀντιφραξεως
ἄτοπον τὸ δι ' ἀλλήλων δείκνυσθαι : διὰ γὰρ τῆς ἀντιφράξεως ἡ ἔκλειψις δείκνυται καὶ διὰ τῆς ἐκλείψεως ἡ ἀντίφραξις
ἐκ τῆς αἰσθήσεως καὶ ὅτι στέρησίς ἐστι φωτὸς ὑπὸ γῆς ἀντιφράξεως γινομένη : ὁμοίως οὐκ ἂν ἐζητήσαμεν οὔτε εἰ ὑπάρχει
6198915 κλαυσονται
: ἀκούσαντες δέ τινες ἐξ αὐτῶν χαρήσονται , τινὲς δὲ κλαύσονται : ἀλλὰ καὶ οὗτοι , ἐὰν ἀκούσωσιν καὶ μετανοήσωσιν
καὶ ] τοῦ εἰπεῖν “ πλουτοῦσι ” φησὶν “ οὐχὶ κλαύσονται ; ” δημαγωγὸς ἦν , ἔκλεπτε δὲ τὰ τοῦ
6198598 φοινισσετο
παρ ' ὀμφαλὸν ᾀωρεῖτο , στήθεα δ ' ἐκ μηρῶν φοινίσσετο , τοὶ δ ' ὑπὸ μαζοί χιόνεοι τὸ πάροιθεν
, ὀρνυμένην νεφέεσσιν ἐλαυνομένοισι φυλάσσων . καὶ Στεροπὴ πέμπουσα σέλας φοινίσσετο πᾶσα λαμπάδα παιφάσσουσα νεοπτοίητον ὀπωπαῖς , φέγγος ἀκοντίζουσα :
6198274 ἀκμᾳ
: ἀλλ ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι , συμπεσεῖν δ ' ἀκμᾷ βαρύς . καί τοί ποτ ' Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν
κενὰ αὐτοῖς εἶναι τὰ τῆς διαίτης . ἐν χερὸς δὲ ἀκμᾷ , τῷ καρπῷ τῷ ἀπὸ τῆς χειρός . ἢ
6196422 λιμπανω
τὸ δεικνύω καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω
λιμοῦ κακῶς . ⌋ Λιμπάνω : ἀπὸ γὰρ τοῦ λείπω λιμπάνω . τὰ γὰρ διὰ τοῦ ΑΝΩ , εἰ μὲν
6187916 ἀπαγον
τὸ μὴ εἰδέναι , ὅτι ἔδει μανθάνειν , ἢ τὸ ἀπάγον ἀπὸ τοῦ μανθάνειν . Ἀλλ ' ἐκεῖνο ζητητέον :
τι τοι μὴ βέλτερόν ἐστι , τὸ τῆς θείας ὁμοιώσεως ἀπάγον , ἐπειδὴ καὶ βέλτερον ἡμῖν τὸ πρὸς τὴν τοιαύτην
6183770 κομιζομαι
οὐκ Ἀμαλθείας κέρας . ὡς δ ' εἰς τὴν Λέβεδον κομίζομαι καὶ μάλ ' ἀπροσδοκήτως καὶ ἀγαπητῶς διαγενόμενος , τοῦτο
λέκτρων δεσπότης ἄλλων ἔφυς ; ἣν ἄντρα κεύθει κἀκ Φρυγῶν κομίζομαι . οὐκ ἔστιν ἄλλη σή τις ἀντ ' ἐμοῦ
6183177 φαινοντα
' αὐτὸν τοὺς ἴσους εἶναι λέγοντες , ὑπὲρ αὐτὸν μὲν φαίνοντα , φαέθοντα , πυρόεντα , εἶθ ' ἥλιον ,
ἐπιδέξι ' , ἐναίσιμα σήματα φαίνων ἀντὶ τοῦ ἀστράπτοντα καὶ φαίνοντα . ἐν δὲ ἀντωνυμίαις πτῶσις : ἡμῖν δ '
6182566 ἀιδιου
ὥστε τὶ μὲν δυνατόν , ἤγουν τὸ φερόμενον ἐπὶ τοῦ ἀιδίου * * * ἢ ὅταν τῷ ὑποκειμένῳ τὸ κατηγορούμενον
δυνάμεις περιποιούσας ἀποίοις ποιότητας καὶ μορφὰς ἀμόρφοις καὶ μηδὲν τῆς ἀιδίου φύσεως μήτ ' ἀλλαττομένας μήτε μειουμένας . ὀνομάζουσι δ
6181945 Μαραθρον
δὲ καὶ πρὸς θηριοδήκτους , πινομένη τε καὶ περιαπτομένη . Μάραθρον βοτάνη ἐστι ἐδώδιμος , ξηραντικὴ καὶ θερμὴ ὑπάρχουσα τὴν
τῷ λιβανωτῷ δύναμιν , ὑπανειμένην δὲ καὶ ἠρέμα ϲτύφουϲαν . Μάραθρον θερμαίνει μὲν κατὰ τὴν τρίτην τάξιν , ξηραίνει δὲ
6180543 ἀζαλεοιο
γέροντος ῥηιδίως , ὡς εἴ τις ἀπὸ στάχυν ἀμήσηται ληίου ἀζαλέοιο θέρευς εὐθαλπέος ὥρῃ . Ἣ δὲ μέγα μύζουσα κυλίνδετο
οὔπω διψαλέῳ μάλ ' ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα οὐδέ πω ἀζαλέοιο βολαῖς τόσον ἠελίοιο ἰκμάδας αἰνυμένου : τὰ δ '
6180076 ἀκριας
πῇ δὴ αὖτ ' , ὦ δύστηνε , δι ' ἄκριας ἔρχεαι οἶος , χώρου ἄϊδρις ἐών ; ἕταροι δέ
. . ὀκριόεις : ὀκριόεις : ὁ τραχὺς λίθος . ἄκριας δὲ τὰς πέτρας φησὶν Ὅμηρος : „ δι '
6177397 Ἀλυβης
: Αὐτὰρ Ἁλιζώνων Ὀδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον , τηλόθεν ἐξ Ἀλύβης , ὅθεν ἀργύρου ἐστὶ γενεθλή . Ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα
ὁ γὰρ Ὅμηρος τὴν Ἀλύβην γενέθλην τοῦ ἀργύρου ὠνόμασεν . Ἀλύβης παγέντα βώλοις : ἀργύρῳ φησίν . Ὅμηρος : τηλόθεν
6174998 τετραγωνιζομενη
δεῖ προσλαβεῖν ἐκεῖνο . ἰστέον ὅτι πᾶσα μονὰς μετὰ μορίου τετραγωνιζομένη εἰς μόριον λήγει : οἷον τὰς β ἥμισυ τετραγώνισον
τῶν δεσμῶν σημαίνει . Σελήνη συνοδεύουσα Κρόνῳ καὶ ὑπὸ Διὸς τετραγωνιζομένη ἐξ ὁποτερουοῦν μέρους καὶ οὕτως ἐκ τῶν δεσμῶν λύει
6171257 Φιλοτητα
. . . Ἐ . δὲ τὴν μὲν ἀγαθουργὸν ἀρχὴν Φιλότητα καὶ Φιλίαν πολλάκις , ἔτι δ ' Ἁρμονίαν καλεῖ
μὲν πῦρ Νεῖκος οὐλόμενον [ , ] , σχεδύνην δὲ Φιλότητα τὸ ὑγρὸν ἑκάστοτε προσαγορεύων . σχεδύνην Φιλότητα . .
6168378 αἰθρας
παραλιπὼν ὕδωρ φάθι . κασιόπνουν δ ' αὔραν δι ' αἴθρας ; σμύρναν εἰπέ , μὴ μακράν , μηδὲ τοιοῦτ
ἑρπετά , πάνθ ' , ὅς ' ἕρπει δι ' αἴθρας . Χάους δέ , οὔτι γε Κύπριδος παῖς ὠκυπέτας
6163798 Ἀμφισσῃ
μὲν πρὸς τὴν πολιτικὴν δύναμιν , χωρὶς δ ' ἐν Ἀμφίσσῃ πρὸς τοὺς ξένους διαγωνίσασθαι , ἀθύμους δὲ τοὺς Ἕλληνας
. ἀλλ ' ἐκεῖς ' ἐπάνειμι , ὅτι τὸν ἐν Ἀμφίσσῃ πόλεμον τούτου μὲν ποιήσαντος , συμπεραναμένων δὲ τῶν ἄλλων
6161774 πλαζομενοι
. ἐν δὲ τῷ πλαζόμεθα τετληότες μετάθεσιν ποιητέον , οἷον πλαζόμενοι τέτλαμεν . οὐδέ τις αἶα τηλουρός : οὐδὲ αὐτῷ
' οὐρανὸν ἀντέλλοντα , ἄλλοι μὲν πλήθους ὀλοοὺς ἐνέπουσιν ὀδόντας πλαζόμενοι , νῶϊν δὲ κεράατα μυθήσασθαι εὔαδεν : ὧδε γὰρ

Back