ἐκεῖ : ὥσπερ ἐκ βαρβάρων εἰς Ἕλληνας , καὶ ἐξ ἀνόμου καὶ τυραννουμένης καὶ στασιωτικῆς πόλεως εἰς εὐνομουμένην καὶ βασιλευομένην
καὶ ἀποβαῖνον , ὡς παρ ' Εὐριπίδῃ : Ἀχαλίνων στομάτων ἀνόμου τ ' ἀφροσύνας τὸ τέλος δυστυχία . Τέλη δὲ
7106811 ἀπατας
ποιῆσαι τὸ ἔργον καὶ ὁπόσον ἐγχωρεῖ πρὸς τὰς τῆς ὄψεως ἀπάτας ἀλεξήματα ἀνευρίσκειν οὐ τῆς κατ ' ἀλήθειαν ἰσότητος ἢ
κακοεργός δαλεῖται τὸν ἰόντα παρέρπων Αἰγυπτιστί , οἷα πρὶν ἐξ ἀπάτας κεκροτημένοι ἄνδρες ἔπαισδον , ἀλλάλοις ὁμαλοί , κακὰ παίχνια
7102317 δυσπραξιας
ἔπι : ὅθεν λαβόντες οἱ κακῶς πεπραγότες σωτηρίαν ἀπῆλθον ἐκ δυσπραξίας νῦν οὐκέτι μοι δίχα θυμός , ἀλλὰ † σαφὴς
αὐτὴν πᾶσαν ἑλκύσει κάτω . } Πράττων καλῶς μέμνησο τῆς δυσπραξίας : ὡς γὰρ τὸ πράττειν καὶ τὸ δυσπράττειν σκόπει
6936681 ὀλεθριας
ψυχρὸν ἀρρώστημα . τοῦτο τὸ σημεῖόν ἐστι καὶ σημεῖον φρενίτιδος ὀλεθρίας καὶ λοιμώδους ἀρρωστήματος καὶ ἀξιολόγων ἐμφράξεων . σημεῖον μετρίου
ποιοῦσιν . ἔμαθον τάδε , ὦ Προμηθεῦ , τὰς σὰς ὀλεθρίας τύχας θεασαμένη . . οὔποτε ] ὃν ὁ Ζεὺς
6835798 πληρου
καὶ τόδ ' αὐτίκα φόρμιγξ : ἐργάζου δὲ οὖν καὶ πλήρου τοῦτο τὸ ποικίλον μέλος , ὦ γλυ - κυτάτη
- μισθῆναι , σὺ δὲ ἔνευσας . ἥκει δὴ καὶ πλήρου τὰς ὑποσχέσεις παρόντα μὲν ἡδέως ὁρῶν , ἐκπέμπων δὲ
6826751 παιδολετωρ
Ἐρινὺν Ἔριν εἶπεν . ὑποκοριστικῶς Ἔριν εἶπε τὴν Ἐρινύν . παιδολέτωρ δ ' ἔρις : ὑποκοριστικῶς τὴν Ἐριννὺν Ἔριν εἶπεν
φρένας : οὐ γὰρ ἂν ἠράσατο τοῖς παισίν . θ παιδολέτωρ δ ' Ἔρις : ταῦτα παρορμᾷ : δῆλον δὲ
6779894 ἁμαρτιαις
κακὸν ἑαυτοῖς ἐποίησαν ἤρξαντο κόπτεσθαι καὶ λέγειν : Οὐαὶ ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν : ἤγγισεν ἡ κρίσις καὶ τὸ τέλος Ἰερουσαλήμ
τῶν πονηριῶν αὐτῶν τῶν προειρημένων καὶ μηκέτι προσθῶσι μηδὲν ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῶν , λήμψονται ἴασιν παρὰ τοῦ κυρίου τῶν προτέρων
6760691 μανιαι
πάθη τῶν ἐπιβουλευομένων : ἐκστάσεις γὰρ καὶ παραφροσύναι καὶ ἀφόρητοι μανίαι κατασκήπτουσι , δι ' ὧν ὁ νοῦς , ἣν
συμβαίνουσιν , ἢ σκοτώματα , ἢ μελαγχολικαὶ παράνοιαι , ἢ μανίαι , ἢ ὄψεων πηρώσεις , ὥσπερ κἀκ τῆς τῶν
6698248 θεοκλυτοις
θεοκλύτοις ] ἃς ὁ θεὸς ἀκούει . . λιταῖς σε θεοκλύτοις ἀπύουσαι ] παρακλήσεσιν αἷς ἄνθρωποι τοὺς θεοὺς καλοῦσιν εἰς
καὶ μέχρι τοῦ οὐρανοῦ ἀνέρχεσθαι ὥστε ἀκουσθῆναι τοῖς θεοῖς . θεοκλύτοις ] μεγάλαις . θεοκλύτοις ] μεγάλαις ἃς καὶ θεὸς
6648021 ἐννοουμαι
ὑπερφοβοῦνται γὰρ καὶ θρασύνονται ταῖς συμφοραῖς : νῦν δ ' ἐννοοῦμαι φαῦλος : ἀντὶ τοῦ : μωρὰ οὖσα . νῦν
ἡ σὴ παρέσχε δεινὸν ἐξαίφνης φόβον : νῦν δ ' ἐννοοῦμαι φαῦλος οὖσα , κἀν βροτοῖς αἱ δεύτεραί πως φροντίδες
6643688 ἐξαρχει
ἰσότατι γὰρ ἁ κοινωνία , καὶ ἐν τᾷ ταύτας ἀποδιανομᾷ ἐξάρχει μὲν ἁ δικαιοσύνα , μετέχει δ ' ἁ κοινωνία
δὲ τεκμήρασθαι τὸ αὐτὸ τοῦτο , φημὶ ὅτι ἡ σελήνη ἐξάρχει χλιαρᾶς τινος θερμασίας , καὶ ἐξ ἑτέρων πλείστων .
6590254 Περσεφονειαν
ἐπεβοᾶτο καὶ Ποινὰς καὶ Ἐρινύας καὶ νυχίαν Ἑκάτην καὶ ἐπαινὴν Περσεφόνειαν , παραμιγνὺς ἅμα βαρβαρικά τινα καὶ ἄσημα ὀνόματα καὶ
, καὶ οὐ μάχεται τὸ κικλήσκους ' Ἀίδην καὶ ἐπαινὴν Περσεφόνειαν . . πέμπον δὲ θεῶν ἱερῆας ἀρίστους : ὅτι
6584363 φιλονεικου
τὸ ἀντιγράφειν τῷ Λυσίου λόγῳ καὶ ἁμιλλᾶσθαι βασκάνου τινὸς καὶ φιλονείκου νέου ἔοικεν εἶναι , κωμῳδοῦντος τὸν ῥήτορα καὶ εἰς
τὸ παντάπασιν ἀνανταγώνιστον . ἐρεθίζεται γὰρ ἀεὶ ῥᾳδίως ὑπὸ τοῦ φιλονείκου πρὸς τὸ φιλόπονον ἡ ψυχή . διὰ τοῦτο οὐκ
6525596 μανιαισιν
ἐὰν τὸν Ἡρακλέα ἐγκωμιάζῃ ἐπὶ τῷ τοὺς θεοὺς νενικηκέναι . μανίαισιν ὑποκρέκει : συμφωνεῖ . οἷον ἐνδόσιμόν ἐστιν . ἄλλως
† κεῖται , τὸ μητρὸς δ ' αἷμά νιν τροχηλατεῖ μανίαισιν : ὀνομάζειν γὰρ αἰδοῦμαι θεὰς Εὐμενίδας , αἳ τόνδ
6524193 κηδεσαι
γὰρ οἱ Θηβαῖοι . θ Κάδμου ] Καδμείαν . Ξ κήδεσαί τ ' ἐναργῶς : κηδεστὴς ἐναργῶς γενοῦ . Ἁρμονίαν
Ἄρης , φεῦ , φεῦ , πόλιν ἐπώνυμον Κάδμου φύλαξον κήδεσαί τ ' ἐναργῶς . καὶ Κύπρις , ἅτ '
6512021 ἀχρηματιας
ἐκεῖνος δὲ οὐκ αἰσχύνεται . λέγοντι δέ σοι περὶ τῆς ἀχρηματίας ἴσως μὲν οὐδεὶς ἀντερεῖ : εἰ δ ' οὖν
τιμαὶ βεβαιούσθωσαν : ὥστε μηδεὶς μοχθηρὸς ἄπορος ὑπείλλων καὶ ὑποστέλλων ἀχρηματίας οἴκτῳ τὸ δίκην δοῦναι παρακρουέσθω , δεδρακὼς οὐκ ἐλέου
6507667 δολιαν
οὕτω τῆς πάντων ἐπεβουλεύσαντο σωτηρίας καὶ τότε , πρόφασίν τινα δολίαν πλασάμενοι , ὡς οὐ πρὸς φυγὴν ἐκτρέπονται , πρὸς
ἐν ἑαυτῇ δεχομένη , ἐστοναχίζετο καὶ ἐστενοχωρεῖτο . ἐμηχανήσατο δὲ δολίαν , ἤγουν συνετὴν τέχνην . κατασκευάσασα γὰρ ἀπὸ ἀδάμαντος
6504996 τιουσι
οὐ γὰρ σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν , ἀλλὰ δίκην τίουσι καὶ αἴσιμα ἔργ ' ἀνθρώπων καὶ Ζεύς , ὅς
Οὐ μὲν σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν , ἀλλὰ δίκην τίουσι καὶ αἴσιμ ' ἔργ ' ἀνθρώπων . Ἡσιόδου :
6489625 ἀνατροφαις
ἡλικία καὶ παραλλοίωσις τῆς ζωῆς πάσης ἀπεικάζεται . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . θ τροφαῖσιν ] ὅτε ἀνετρέφετο παῖς ὤν .
παριστᾶν καὶ ἐλέγχειν αὐτὸν ὡς ἄδικον . . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . ἐφηβήσαντα ] εἰς ἥβην ἐλθόντα καὶ νεανίσκον γενόμενον
6485445 λατρειας
τάσδε ] ἐν αἷς νῦν τυγχάνεις . . τῆς σῆς λατρείας ] τοῦτό φησιν ὁ Προμηθεὺς πρὸς τὸν Ἑρμῆν ,
τὴν ὁμευνέτιν Αἴαντος , ὃς μέγιστον ἴσχυσε στρατοῦ , οἵας λατρείας ἀνθ ' ὅσου ζήλου τρέφει . Τοιαῦτ ' ἐρεῖ
6469529 ἀγγελε
. βλαβῶν . ἔλαβε . ἀφείλκυσεν εἰς ἑαυτὸν . ὦ ἄγγελε . λέξον . ναῶν ] ἀπὸ . αἳ ]
νῦν μὲν οὖν , ἔφη , σύ τε , ὦ ἄγγελε , ἀνάπαυσαι , ἐπεὶ καὶ πεπόνηκας , ἡμεῖς τε
6468773 ωντ
το ? ? ! ! ! ! ! ! ! ωντ ? ! ἐ ! ! ! | ! !
[ [ ] ως ! ! ! [ [ ] ωντ ! ! ! [ [ ] λυθροναγ ? ?
6449990 ἐκλυες
. πάντα γὰρ εὖ ᾔδησθ ' , ἐπεὶ ἐξ ἐμεῦ ἔκλυες αὐτῆς , ὡς τὸν ξεῖνον ἔμελλον ἐνὶ μεγάροισιν ἐμοῖσιν
' , αἴ ποκα κἀτέρωτα τᾶς ἔμας αὔδως ἀίοισα πήλυ ἔκλυες , πάτρος δὲ δόμον λίποισα , χρύσιον ἦλθες ἄρμ
6435966 ἁδυεπης
πνεύσαις ἔπορε μόχθῳ βραχύ τι τερπνόν . τὶν δ ' ἁδυεπής τε λύρα γλυκύς τ ' αὐλὸς ἀναπάσσει χάριν :
τοῦτο καὶ τὰς τῶν ἀδελφῶν οἰκίας ἀδελφὰς ἐκάλεσεν : Σέθεν ἁδυεπής . ἢ συνεργησάσης τῆς ἐν σοὶ θεᾶς , ἢ
6404169 ἀναγκᾳ
ἀλλ ' ᾧτινι μὴ λιπότεκˈνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος βιαίᾳ δαμεὶς ἀνάγκᾳ , ζώει κάματον προφυγὼν ἀνιαρόν : τὸ γὰρ πρὶν
Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτˈρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ '
6401542 τυχαν
ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου ὁμοίως ποτιπιπτόντων τοῖς χρηστοῖς τε καὶ πονηροῖς τύχαν τῶν τοιούτων αἰτίαν φασοῦμες : ταύταν δ ' οὔτ
χρονίως , ὅ ἐστι διὰ χρόνου , ἐκοιμήθη : τίνα τύχαν εἴπω : τὴν περὶ αὐτοῦ τύχην πότερον ἐπὶ τὸ
6390627 στενεις
ς ' ἀνέμνησεν κακῶν ; ἢ τὰς Ὀρέστου τλήμονας φυγὰς στένεις καὶ πατέρα τὸν ἐμόν , ὅν ποτ ' ἐν
θεοὺς ἐγὼ πυθέσθαι βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα
6387468 ἀμαχανον
πιθεῖν σοφοὺς ? [ ] δυνατόν , βροτοῖσιν δ ' ἀμάχανον [ εὑρέμεν ] : ἀλλὰ παρθένοι γάρ , ἴσθ
μᾶτερ ὀμμάτων ; ἄστρον ὑπέρτατον , ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχὺν πτανὸν ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν , ἐπίσκοτον ἀτραπὸν
6386043 ξυμμαχος
Φορμίωνος . οὕτω μὲν Σιτάλκης τε ὁ Τήρεω Θρᾳκῶν βασιλεὺς ξύμμαχος ἐγένετο Ἀθηναίοις καὶ Περδίκκας ὁ Ἀλεξάνδρου Μακεδόνων βασιλεύς .
τῷ Κοαλέμῳ : χὤπως ἀμυνεῖ τὸν ἄνδρα . Καὶ τίς ξύμμαχος γενήσεταί μοι ; Καὶ γὰρ οἵ τε πλούσιοι δεδίασιν
6380092 βλαψιφρονος
] τοῦ τὰς φρένας βεβλαμμένου . βλαψίφρονος ] φρενοβλαβοῦς . βλαψίφρονος ] τοῦ φρενοβλαβοῦς ἢ ὅτι τοὺς παῖδας κατηράσατο ἢ
ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί , πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ψυχαῖσι σύνοικον ,
6378969 Δικαν
] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων
ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος :
6378662 ἀειδετο
τὴν ἑσπέραν : τουτέστιν οὔσης δὲ πανσελήνου ταῦτα ἐτελεῖτο . ἀείδετο δέ , ἀντὶ τοῦ περιηχεῖτο τοῖς ὕμνοις πᾶς ὁ
ἐν δ ' ἕσπερον ἔφλεξεν εὐώπιδος σελάνας ἐρατὸν φάος . ἀείδετο δὲ πὰν τέμενος τερπναῖσι θαλίαις τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον
6367576 ἀποτμον
, φησὶ , καὶ φώνει βοὴν δυσαιανῆ καὶ δυσθρήνητον , ἄποτμον καὶ κακόμορον , ἤτοι κακοθάνατον , τοῖς Πέρσαις τοῖς
ἅμιλλα κούραις . ἐγὼ δὲ σᾶι δυστυχίαι δάκρυσιν διοίσω πότμον ἄποτμον . ὦ τάλαινα μᾶτερ , ἔτεκες ἀνόνατα : φεῦ
6367516 ἀειμνηστον
ἣ ] μέχρι νῦν ἐστιν : καὶ τὸν ψευδολόγον Αἴσωπον ἀείμνηστον οὐ μόνον τὰ μυθολογήματα , καὶ ἡ κατὰ τὸν
οὗ πλεῖσται σύνοδοι , τῆς αὑτοῦ γνώμης σπουδὴν ἐνδείξας εἰς ἀείμνηστον κατέθετο τὴν δόξαν , ὥσπερ , οἶμαι , τῶν
6367444 ἀπολουμαι
Τηλέφου ἐστὶν Εὐριπίδου : ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἥττων ] ἐμοῦ .
ἐκ τοῦ Τηλέφου Εὐριπίδου ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἴθι , πορεύου .
6364949 Ἐχ
μὴ λέγ ' , ὦ πόνηρε , ταῦτ ' . Ἔχ ' ἥσυχος . Ἐγὼ γὰρ ἀποδείξω σε τοῦ Διὸς
χορδὴν φέρε . Φέρε , τοῦ δόρατος ἀφελκύσωμαι τοὔλυτρον . Ἔχ ' , ἀντέχου , παῖ . Καὶ σύ ,
6358316 γοοις
ἢ ὅτι σκυλευόμεναι θρῆνον ἐγείρουσι καὶ τὸ αὐτῶν ὄμμα ἐκτήκουσι γόοις κατ ' Εὐριπίδην , ἢ ὅτι ὁρῶντες αὐτὰς ἕτεροι
δίδυμα μέμονε φρήν , σὲ πάρος ἢ ς ' ἀναστενάξω γόοις . Πυλάδη , πέπονθας ταὐτὸ πρὸς θεῶν ἐμοί ;
6356136 νομιμους
καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἀποκλείων ταῖς ἡδοναῖς συναλίζει ὑμῖν τὰς νομίμους ἁπανταχόθεν . ὥστε καὶ ὅσα παρ ' ἑτέροις ἀγαπητὰ
πρὸς τὴν βουλὴν ὁμολογίαι . τὸ δ ' ἐκβαίνειν τοὺς νομίμους ὅρους καὶ τὴν βίαν κρείττονα ποιεῖν τῆς δίκης οὐκέτι
6354837 εὐλογιαις
λόγος ἔργον ἐστὶν αὐτῷ . παρελήφθην δ ' ἐπ ' εὐλογίαις , οὐ κατάραις , ἐγώ . οὐκ ἔσται πόνος
τέθˈμιόν μοι φαμὶ σαφέστατον ἔμμεν τάνδ ' ἐπιστείχοντα νᾶσον ῥαινέμεν εὐλογίαις . μυρίαι δ ' ἔργων καλῶν τέτˈμανθ ' ἑκατόμπεδοι
6349048 δυαι
εἰρημένον . δεσμοὶ δὲ καὶ τὸ γῆρας αἵ τε νήστιδες δύαι διδάσκειν ἐξοχώταται φρενῶν ἰατρομάντεις . οὐχ ὁρᾷς ὁρῶν τάδε
. νέαι νέαι ] † διὰ μέσου τοῦτο . δύαι δύαι ] † ἤγουν αἱ δυστυχίαι . Ἰαόνων ] ἤγουν
6348910 Εὐριπιδιον
ὅτι δεινοὺς εἰσάγει τοὺς δούλους ἐν ταῖς τραγῳδίαις . Γ Εὐριπίδιον : ἐρωτικὰς μιμεῖται φωνάς : οἱ γὰρ ἐρῶντες εἰώθασι
κατὰ ὑποκορισμόν , ὡς τὸ “ Σωκρατίδιον ” , „ Εὐριπίδιον „ . ἕκτον κατὰ ἐξαλλαγήν , ὡς τὸ “
6348597 κλαυτον
' ἅμα πάντα δρέπεται . κλαυτὸν δ ' ἀρτιτρόποις : κλαυτὸν δὲ καὶ θρήνου ἄξιον ἔσεται ταῖς ἀρτιτρόποις , ταῖς
κλαυτὸν ] θρήνου ἄξιον ἔσεται . κλαυτὸν ] θρηνητικόν . κλαυτὸν ] ἄξιον ὑπάρχει θρηνεῖν . κλαυτὸν ] ἄξιον κλαυμάτων
6344885 συγχωρησον
ἐλθών : βάξιν νῦν εἴρηκε τὴν ὁμιλίαν : χωρισμοί : συγχώρησον : Ἀκραίας θεοῦ : τῆς ἐν τῇ ἀκροπόλει τιμωμένης
ἄγγελοι μετ ' αὐτοῦ εὐχόμενοι ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ λέγοντες : συγχώρησον αὐτῷ , ὁ πατὴρ τῶν ὅλων , ὅτι εἰκών
6339765 αὐξιφωτος
Σελήνη λαμβάνουσα τοὺς χρόνους ἐπὶ νυκτερινῆς γενέσεως ἐπίκεντρος οὖσα καὶ αὐξίφωτος ἀγαθὴ καὶ ἔμπρακτος καὶ ξενιτείας ἀγαθὰς παρέχει καὶ συστάσεις
ἐκφεύξεται τὰ φαῦλα . Σελήνη Ἄρει ἐπιμερίζουσα ἐπὶ νυκτερινῆς γενέσεως αὐξίφωτος οὖσα ἀγαθὴ καὶ ἔμπρακτός ἐστιν ἐν συστάσει , καὶ
6339716 βροτειων
ἀγχονῶν , δεσμῶν . βρέτας : εἴδωλον . βροτοσσόων : βροτείων λόγων . γεγῶσα : γεγονυῖα . γῆρυν : φωνήν
[ Θεοῦ μὲν οὐδεὶς ἐκτὸς εὐτυχεῖ βροτός . Φεῦ τῶν βροτείων ὡς ἀνώμαλοι τύχαι : οἱ μὲν γὰρ εὖ πράσσουσι
6335418 διαξω
μία ὀμνύουσα , τῆς Λυσιστράτης προβαλλομένης τὸν ὅρκον . ἀταυρώτη διάξω : Οἷον ἁγνὴ καὶ ἄμικτος . ταῦρον γὰρ τὸ
δ ' ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον Οἴκοι δ ' ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον κροκωτοφοροῦσα καὶ κεκαλλωπισμένη κροκωτοφοροῦσα καὶ κεκαλλωπισμένη ὅπως
6332747 ἀντιδιδωσιν
ἁπάντων ὀφθαλμοῖς συμπαραλαμβάνων φιλοσοφίαν . τιμωμένη δὲ φιλοσοφία εἰς τοὐμφανὲς ἀντιδίδωσιν εἰς τοὐμφανὲς καὶ αὐτὴ τὰ χαριστήρια , λόγους ἱκανοὺς
ἀγαθῶν ἀπέφερον εἰς τὰς χώρας τοῖς πτωχοῖς , ὅτι νῦν ἀντιδίδωσιν τὴν τρίχα αὐτῆς ἀντὶ ἄρτων . Ἴδε ἡ ἔχουσα
6326086 κομιουμεν
ἐστὶ τῆς μεταβατικῆς κινήσεως . διόπερ ἡμεῖς πρὸς ταύτην μάλιστα κομιοῦμεν τὰς ἀπορίας , ἐπείπερ αἰρομένης αὐτῆς οἰχήσεται καὶ ἡ
μεθ ' ἣν εἰς τὸ μὴ εἶναι κίνησιν ἐπιχειροῦντες πρώτας κομιοῦμεν ἐνστάσεις , ἐχόμενοι τῆς κατὰ τὴν κίνησιν ἐννοίας .
6318131 Λυκει
. . πελαζόμεθα ] τῷ σῷ βωμῷ πλησιάζομεν . . Λύκει ' ἄναξ , λύκειος γενοῦ ] Λύκειόν φασι τὸν
γενοῦ , οἷον ἐπὶ τοῦ πολέμου . παρήχησιν ἐνταῦθα ποιεῖ Λύκει ' ἄναξ λύκειος γενοῦ εἰπών , ἤτοι πολέμιος αὐτοῖς
6310841 σωματοποιει
τῶν θεῶν μέγαν καὶ θαυμαστὸν Δα - ρεῖος ἐποίησε . σωματοποιεῖ δὲ ἐνταῦθα τὸν πλοῦτον : ὃ δὲ λέγει τοιοῦτόν
εὐπραξίας μητέρα ὠνόμασε , ἐμφαίνων ὡς καλὸν τὸ πειθαρχεῖν . σωματοποιεῖ δὲ τὰ πράγματα . πειθαρχία γάρ ἐστι : πάνυ
6309923 λιταισιν
ποτ ' ἔκτισεν γόνῳ , νῦν ἔχων παλίντροπον ὄψιν ἐν λιταῖσιν ; ὑψόθεν δ ' εὖ κλύοι καλούμενος . ἆ
δυσωπούμενοι . ὀξυγόοις ] ταῖς γινομέναις ἀπὸ γόων ὀξέων . λιταῖσιν ] παρακλήσεσιν . λιταῖσιν ] ἡμῶν . θ στροφὴ
6308775 γᾳ
] κατά . πρῶν ' ] ἐξοχήν . . τᾷδε γᾷ ] τῇ περὶ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι
ἀνδρῶν , εἰ θεοὶ θεοί , τούσδ ' ὀλέσειαν ἐν γᾷ . ἕκτον λέγοιμ ' ἂν ἄνδρα σωφρονέστατον ἀλκήν τ
6306414 εὐαιωνι
Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . [ ] λὲς δὲ χειρὶ πάλλων
Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . Ἀλλὰ δέχεσθε Βακχιάσταν [ - ]
6305699 ἀδαματον
μέγα ματρός , εὐνὰς ἀνδρῶν , ἒ ἔ , ἄγαμον ἀδάματον ἐκφυγεῖν . θέλουσα δ ' αὖ θέλουσαν ἁγνά μ
δνόφοι καλύπτουσι δόμους δεσποτᾶν θανάτοισι . σέβας δ ' ἄμαχον ἀδάματον ἀπόλεμον τὸ πρὶν δι ' ὤτων φρενός τε δαμίας
6303849 φος
] [ ] ν ὕπνον [ ] : [ ] φος ? ! [ ] ! ! ἀπὸ γλυκυ [
[ ] ς γὰρ τάδεσαμ ? [ [ ] ! φος μακα ! ! ! ! [ [ πάροιθεν ]
6303481 ἐδακρυσαν
διὰ τοσούτων γε περαιούμενοι τῶν δεινῶν οὐκ ᾤμωξαν , οὐκ ἐδάκρυσαν , οὐκ ἐμέμψαντο τὴν στρατείαν , οὐ ῥῆμα ἀπέρριψαν
οἱ δ ' ἐπὶ μὲν τοῖς παρὰ τοῦ κήρυκος οὕτως ἐδάκρυσαν ὥσπερ οἰκείαν τινὰ συμφορὰν ἀκούσαντες καὶ ἀπέπεμψαν ὥσπερ ἐκ
6302769 ἐνοπας
, πουλυσθενές , ὀβριμόθυμε θεά , κλύε σῶν ἱερῶν μερόπων ἐνοπάς . μέγα σὸν κράτος , ὀλβιόφρον Ποδάγρα , τὰν
λατρεύματα σχεῖν : ἐπὶ δ ' ἔσεισεν κόμαν παῦσαι νυχίους ἐνοπάς , ὑπὸ δ ' ἀλαθοσύναν νυκτωπὸν ἐξεῖλεν βροτῶν ,
6301913 ἐρινυας
θεῶν τε καὶ δαιμόνων ἐπιπεμπομένας τοῖς ἀνόσια καὶ δεινὰ διαπραξαμένοις ἐρινύας ἐῶ , ὑφ ' ὧν αἰκιζόμενοι ψυχάς τε καὶ
παρίσταται περὶ τοῦ δαιμονίου φρονεῖν , καὶ πείθομαί γε τὰς ἐρινύας ἐκείνας τὰς φοβερὰς καὶ ἀπαραιτήτους τοῖς ἀνόσιόν τι διαπραξαμένοις
6298466 ἡδονηι
ὃς δ ' ἂν παρὰ νόμον ἀπολύηι κέρδει ὁρίζων ἢ ἡδονῆι , ἀδικεῖ , καί οἱ τοῦτο ἐγκάρδιον ἀνάγκη εἶναι
καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον . ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῆι καὶ τρυφῆι , κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον ,
6293630 ἐπιμιξιαι
ἦν : ἀπραξία πολέμου . ἔφοδοι παρ ' ἀλλήλους : ἐπιμιξίαι . τοῦ δ ' ἐπιγιγνομένου χειμῶνος : μετάβασις ἐλθουσῶν
ἐθνῶν οὔτε ἀρχαιότερον οὔτε Ἑλληνικώτερον . αἱ δὲ τῶν βαρβάρων ἐπιμιξίαι , δι ' ἃς ἡ πόλις πολλὰ τῶν ἀρχαίων
6289003 Νοσον
τὸ δ ' οἷον αἶσχος ἐγγιγνόμενον . Οὐκ ἔμαθον . Νόσον ἴσως καὶ στάσιν οὐ ταὐτὸν νενόμικας ; Οὐδ '
λογίζεσθαι καλῶς . Νόμιζε γήμας δοῦλος εἶναι διὰ βίου . Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν . Νέος ὢν
6286077 ἀνυεται
μεταπλώσας : διαπλεύσας , καὶ ὕστερον πλεύσας . ἄνυται : ἀνύεται , τελειοῦται . Ἀσμαράγοις : ἀκτύποις , ἡσύχοις .
Γ . ἀφαυανθήσομαι : Ξηρανθήσομαι . ἐργάζεται : Τὸ πρᾶγμα ἀνύεται . λέγει δὲ ὅτι λοιπὸν πρωΐας ἐγένετο . διερεισαμένη
6286076 μελομενοι
] δημοσίων . δημίων ] τῶν τοῦ δήμου . Ξ μελόμενοι ] φροντίζοντες . Ξ μελόμενοι ] φροντίδα ἔχοντες .
τί χρέος ; ἦ λόγων πόλεος , ἔνεπέ μοι , μελόμενοι τυχεῖν ; μήτ ' ἐκδοθῆναι μήτε πρὸς βίαν θεῶν
6281896 Ἀλκηστιδι
ἐν ᾧ ἐστι λοχῆσαι . Εὐριπίδης Τηλέφῳ : καὶ ἐν Ἀλκήστιδι : κἄνπερ λοχαία σαυτὸν ἐξ ἕδρας . καὶ λοχαίη
θυγατέρες εἰσὶν αἱ Πελίου : τὸ δὲ ὄνομα ἐπὶ τῇ Ἀλκήστιδι γέγραπται μόνῃ . Ἰόλαος δέ , ὃς ἐθελοντὴς μετεῖχεν
6281706 ημι
] ηται ? καιρόϲ : ὡϲ παρ ' ἐλπίδαϲ ] ημι λαμπαδηφόρου ? ? ? ? ? ? ? ?
ηται ? καιρός . ὡς παρ ' ἐλπίδας [ ] ημι λαμπαδηφόρου [ ] ντος ὑπεραγωνιῶν [ ] τι ,
6280681 δυα
ἴθι ] ἐλθέ . στροφὴ ἑτέρα κώλων ηʹ . δύα δύα ] η η . † συμφορὰ χαλεπὴ δηλονότι .
τοῖς δάκρυσι δηλονότι . πῆμα ] διὰ τὸ . δύα δύα ] * η . τλημοσύνη . καὶ ἰσόγοα .
6278760 ἀμειδητους
ἡ Ἀμεινώ τῆς Ἀμεινῶς τῇ Ἀμεινῷ , . Ἀμείδητος : ἀμειδήτους : ᾧ ἐν ἀμειδήτους ἁγίας ηὐλίζετο νύκτας , τὰς
, ὀργιάσαι , στῆσαί τε χοροὺς ἄντροιο πάροιθεν ᾧ ἐν ἀμειδήτους ἁγίας ηὐλίζετο νύκτας : ἐξ οὗ Καλλίχορον ποταμὸν περιναιετάοντες
6277441 ἀντερων
μετὰ ὑγιοῦς φρονήσεως ἦν ἂν ἡ κρίσις ἡ ὑμετέρα . ἀντερῶν : τῷ Κλέωνι δηλονότι . ἀλλὰ περὶ τῆς ἡμετέρας
, ἐπιθυμία , ἴυγξ , ἀντέρως , ἀφ ' οὗ ἀντερῶν καὶ ἀντεραστής , παρὰ δ ' Εὐπόλιδι καὶ ἀντερώμενος
6277363 ἐφετμας
: ᾧτινι ἀνθρώπῳ κραίνων καὶ τελειῶν τὰς προτέρας καὶ παλαιὰς ἐφετμὰς καὶ ἐντολὰς τοῦ Ἡρακλέους ἀνὴρ Αἰτωλὸς καὶ Ἠλεῖος ,
. ὅμοια χέρσον καὶ θάλασσαν ἐκπερῶν , σῴζων δ ' ἐφετμὰς Λοξίου χρηστηρίους , πρόσειμι δῶμα καὶ βρέτας τὸ σόν
6273964 ἀτεχνιας
εἶναι ἡ φρόνησις τῆς ἀφροσύνης ὥσπερ καὶ ἡ τέχνη τῆς ἀτεχνίας : οὐχὶ δέ γε ἡ φρόνησις δύναται εἶναι θεωρητικὴ
θεωρητικὸν αὐτὸν εἶναι τῆς ἀφροσύνης καθάπερ καὶ τὸν τεχνίτην τῆς ἀτεχνίας , δέδεικται δ ' ἄληπτος αὐτῷ ἡ ἀφροσύνη ,
6273532 προσρησεις
ἄρρεν δὲ ἡ φύσις ; καὶ γὰρ αἱ ἀρεταὶ πᾶσαι προσρήσεις μὲν ἔχουσι γυναικῶν , δυνάμεις δὲ καὶ πράξεις ἀνδρῶν
, ὃς οἰκονομεῖ σωτηρίως ἀεὶ τὰ σύμπαντα , παρεκαλύψαντο ψευδωνύμους προσρήσεις ἐκείνοις ἐπιφημίσαντες ἑτέρας ἕτεροι . καλοῦσι γὰρ οἱ μὲν
6262092 οἰκτιρω
. ὅσον προσήκει μὴ γένους κοινωνίαν ἔχοντι λύπης τὸν σὸν οἰκτίρω γόνον . ὄλοιτο μὲν Οἰνεΐδας , ὄλοιτο δὲ Λαρτιάδας
Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν . Οὐ παρτέν ' ἐστίν ,
6262031 εὐγματων
, ἢ ποντίοις δάκεσι δὸς βοράν , μηδέ μοι φθονήσῃς εὐγμάτων , ἄναξ . ἄδην με πολύπλανοι πλάναι γεγυμνάκασιν ,
λόγων ἐπῃσθόμην πρὸς ἔξοδον στείχουσα , Παλλάδος θεᾶς ὅπως ἱκοίμην εὐγμάτων προσήγορος . Καὶ τυγχάνω τε κλῇθρ ' ἀνασπαστοῦ πύλης
6257091 ἀμπλακιας
πέτρᾳ προσηλοῦσθαι τοῦτό φησιν χειμαζόμενον ] δαμαζόμενον , πάσχοντα Τίνος ἀμπλακίας : ἕνεκα τίνος κολάσεως , πταίσματος , ὀλέκῃ καὶ
μοι , ἰὼ τλήμων . τί δέ σοι παῖδες πατρὸς ἀμπλακίας μετέχουσι ; τί τούσδ ' ἔχθεις ; οἴμοι ,
6254187 ἀποδειλιων
ἀπόκρισις . λόγοις . . . . . καταμαλθακισθεὶς καὶ ἀποδειλιῶν αἰσχύνης μετέσχον κακῆς . . . ὤκνει ὡς δὴ
, φιλοψυχεῖν φιλοσωματεῖν : καὶ ἀπ ' αὐτῶν αἱ μετοχαὶ ἀποδειλιῶν , εὐλαβούμενος , κατεπτηχώς , φιλοψυχῶν φιλοσωματῶν , ὀκνῶν
6254135 ἀνεχε
ὁδόν . δύναται δὲ πρὸς ἑαυτὴν λέγειν ἀντὶ τοῦ : ἄνεχε καὶ φέρε : ὦ Ὑμὴν Ὑμέναι ' : πρὸς
] ἐκ Τρῳάδων Εὐριπίδου . Γ Κασάνδρα φησίν : “ ἄνεχε , πάρεχε , φῶς φέρω , φλέγω , σέβω
6253996 βασκαινων
καλὸν οὖν διακρούσασθαι καὶ λέγειν ὅτι οὐ τῆς περιουσίας αὐτῷ βασκαίνων τὸν ἀγῶνα ἐνεστησάμην . Τὰς δὲ ἔχθρας ποτὲ μὲν
δ ' , ὦ κακέ , καὶ τόκ ' ἐτάκευ βασκαίνων , καὶ νῦν με τὰ λοίσθια γυμνὸν ἔθηκας .
6252937 μυσταις
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον
6250866 πανοδυρτον
μέλος , ἤγουν ὡς πρώην εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς
τὰ σώματα τῶν Περσῶν . . ἥσω ] πέμψω . πανόδυρτον ] πάγκλαυτον μέλος , ἤγουν ὡς πρώην εὐφήμουν σε
6248686 φλεξον
οἰστρηλάτῳ δὲ δείματι δειλαίαν παράκοπον ὧδε τείρεις ; πυρί με φλέξον , ἢ χθονὶ κάλυψον , ἢ ποντίοις δάκεσι δὸς
, μανικὴν καὶ παρακεκομμένην τὸν νοῦν τείρεις ] δαμάζεις πυρὶ φλέξον ] ἤγουν κεραύνωσον χθονὶ κάλυψον ] τῇ γῇ :
6247727 ματιῃ
μέγεθος ἐγγὺς ἂν ἔλθῃ . ματίῃ ματαιότητι : “ ἡμετέρῃ ματίῃ . ” μαχλοσύνη ἀκολασία , καταφέρεια . μεγαλίζομαι μεγαλύνομαι
τείρετο δ ' ἀνδρῶν θυμὸς ὑπ ' εἰρεσίης ἀλεγεινῆς ἡμετέρῃ ματίῃ , ἐπεὶ οὐκέτι φαίνετο πομπή . ἑξῆμαρ μὲν ὁμῶς
6246381 δυσφιλες
τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος φονεύς : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν
Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ] ἤγουν μισητόν . δάκος ] θηρίον . σημείωσαι
6239229 μελψαι
νόστον . τόσσον γὰρ περὶ θυμὸν ἀπείριτον ἵκετο θάμβος . μέλψαι δὲ μνήσειας ἀειθαλέας πλοκαμῖδας , οἵαις κυδιόωσαν ἀπ '
σέθεν ? [ ] ? παναοίδιμον ? [ ] οὔνομα μέλψαι , ὅττι χάρις καὶ χάρμα καὶ εὐεπίης φίλον ἄνθος
6237165 ἀφροντιστος
συστολὴν ἀκή , . , . * . Ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων , . ,
ἡ ὀξύτης τὴν ὀξύτητα . . . . ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων : παρὰ τὸ
6235825 αἱματηρα
] εὐφραίνει . κροκοβαφὴς ] ἀντὶ μιᾶς . κροκοβαφὴς ] αἱματηρά . ἅτε ] καθά . ξυνανυτεῖ ] συμπληροῦται .
ἀναμεμιγμένον καὶ συγκεκραμένον τῷ χολώδει ἰῷ . * φοινίσσοντα : αἱματηρά αἵματι βεβαμμένα * κατέδραμον : καταρρέουσιν αἱ δ '
6231106 σωιζεται
, τῆι δὲ ποιήσει γνωμικὸς καὶ εὑρετικὸς καὶ φιλότεχνος . σώιζεται δὲ αὐτοῦ δράματα μ , ὧν ἀντιλέγονται δ .
αἱρεθεῖσαν ἐκ Τροίας ἄγων ἥκω δάμαρτα καὶ κατ ' ἄντρα σώιζεται , ὄνομα δὲ ταὐτὸν τῆς ἐμῆς ἔχουσά τις δάμαρτος
6226903 ψυχᾳ
τοῦ τάφου ἐπιγεγραμμένον ἔχει : πιὲν φαγὲν καὶ πάντα τᾷ ψυχᾷ δῶμεν : κἀγὼ γὰρ ἕστακ ' ἀντὶ Βακχίδα λίθος
φόβοι , ἐξαμμέναι μὲν ἐκ σώματος , ἀνακεκραμέναι δὲ τᾷ ψυχᾷ : καὶ ἐξαγγελλόμεναι ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ
6223720 Ἐρινυσιν
προορᾶι ἐν ἡμέραι . ἀοίνους ] οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐρινύσιν . οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐριννύσιν . ἔθυον δὲ
αἰτίαν τῷ δαιμονίῳ , καὶ ταῖς Μοίραις , καὶ ταῖς Ἐρινύσιν : οἱ δὲ ἐν μὲν ταῖς τραγῳδίαις ἐχέτωσαν χώραν
6221136 κοιρανιης
. ἀντὶ μὲν ἠνορέης ἐρατὴν παράκοιτιν ὀπάσσω , ἀντὶ δὲ κοιρανίης Ἑλένης ἐπιβήσεο λέκτρων : νυμφίον ἀθρήσει σε μετὰ Τροίην
παιδός , ὃς οὐ πατρὶ τέρψεται ἦτορ , οὐ σέο κοιρανίης ἐπιβήσεται , ἀλλά μιν ἄλλοι δμῶα λυγρὸν τεύξουσιν ,
6217623 ἐστερημενας
ἢ μητέρας ἢ γυναῖκας , ἔκτισαν καὶ ἐποίησαν εὔνιδας καὶ ἐστερημένας καὶ ἀνάνδρους , ἤτοι μὴ ἐχούσας ἄνδρας . .
μάταν ] η . ἔκτισαν ] ἐποίησαν . εὔνιδας ] ἐστερημένας τῶν παίδων . ἀνάνδρους ] ἐστερημένας τῶν ἀνδρῶν αὐτῶν
6216584 ληγετε
ὥλαφος ἕλκοι , κἠξ ὀρέων τοὶ σκῶπες ἀηδόσι γαρύσαιντο . λήγετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , ἴτε λήγετ ' ἀοιδᾶς .
γ ' ἔλυσεν τὸ τέλος , φίλαι , βίου , λήγετε τοῦδ ' ἄχους : κακῶν γὰρ δυσάλωτος οὐδείς .
6213012 εὐφημοι
καταλαμπομέναν ζαθέαν θεράπναν ; φροῦδαί σοι θυσίαι χορῶν τ ' εὔφημοι κέλαδοι κατ ' ὄρφναν τε παννυχίδες θεῶν , χρυσέων
πίστεις οὐ συντελεσθήσονται οὔτε εἰς ὄχλους δωρεαὶ ἢ πολυτέλειαι κτισμάτων εὔφημοι ἢ ἐπίμονοι γενήσονται , ἐπίψογοι δὲ καὶ εὐκαθαίρετοι .
6212559 μελεος
: ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις
Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ οὐχ ἡμέτερος : μέλεος καὶ τῶν ἀθλίων ἐλεεινότερος τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ ἀπώλεσε φιλαργυρήσας
6211276 ἀλευσον
. καὶ Κύπρις , ἅτ ' εἶ γένους προμάτωρ , ἄλευσον : σέθεν γὰρ ἐξ αἵματος γεγόναμεν : λιταῖς [
ἄλευσον ] φύλαξον , ἀποδίωξον καὶ ἀποσόβησον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] καὶ δίωξον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] βοήθησον
6210841 ἀκεισθαι
καὶ κενός . κόκκυγα λέγουσι τὸν κενὸν καὶ κοῦφον . ἀκεῖσθαι καὶ ἐξακεῖσθαι : καὶ ἐπὶ τοῦ θεραπεύειν καὶ ἐπὶ
. εὐθαλίαις ? ? * . . ? . κέρδος ἀκεῖσθαι : τὴν λύπην θεραπεύειν δι ' ᾠδικῶν κέρδος ἐστί
6208396 ὠπασας
τί δὴ χρυσοῦ μὲν ὃς κίβδηλος ἦι τεκμήρι ' ἀνθρώποισιν ὤπασας σαφῆ , ἀνδρῶν δ ' ὅτωι χρὴ τὸν κακὸν
δῶκας δὲ πυρὸς δριμεῖαν ἐρωήν , δεξιτερῇ δὲ φέρειν ἀδαμάντινον ὤπασας ἆορ . οὐ παῖδας τήρησε φίλους γλυκεροῖσι τοκεῦσιν ,
6208177 παραδιδου
ἐστὶν μεταβολὴ παντὸς ἔργου πλὴν ἑνός . . . . παραδίδου δ ' ἑξῆς ἐμοὶ τὸν ἀρκεσίγυιον , ὡς ἔφασκ
ἐν πείρᾳ γενέ - σθαι ζητουμένων τερπνῶν , ἴθι , παραδίδου μοι τερπνὸν σαυτὸν μαθητήν : ἐγὼ δὲ χαριζομένη ταῖς
6206291 εὐφρονες
. τὸν ἐσόμενον οὖν τοῦ Πηλέως σύγγαμβρον . ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι : ἶλαι αἱ τάξεις καὶ αἱ συστροφαὶ τῶν
! [ – ⚕ – ⚕ – ] μμασιν ? εὔφρονες [ ] [ – × φῶς δεκ˘ ? [
6206193 ματερος
ἐμὸν ὁπλίζων καὶ διεγείρων λόγον . ὡς ἐπεὶ σπλάγχνων ὑπὸ ματέρος αὐτίκα : διηγήσομαι , φησίν , ὅπως ἐκ τῆς
ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν μὲν ὅσων τὸν Ἔρωτα δίδασκον
6205879 ἐμαυτηι
; πότερον ἵν ' αὐτὴ παῖδας ἀντὶ σοῦ τέκω δούλους ἐμαυτῆι τ ' ἀθλίαν ἐφολκίδα ; ἢ τοὺς ἐμούς τις
ἐπεὶ νῶιν πόλλ ' ὑπείργασται φίλα . ἐγὼ δ ' ἐμαυτῆι διὰ λόγων ἀφικόμην κἀλοιδόρησα : Σχετλία , τί μαίνομαι
6197267 πτανοις
, τύφεται Ἴλιον , αἰάζωμεν . μάτηρ δ ' ὡσεὶ πτανοῖς κλαγγὰν † ὄρνισιν ὅπως ἐξάρξω ' γὼ μολπὰν οὐ
εὐχαίτας . χιονοβλεφάρου πάτερ Ἀοῦς , ῥοδόεσσαν ὃς ἄντυγα πώλων πτανοῖς ὑπ ' ἴχνεσσι διώκεις , χρυσέαισιν ἀγαλλόμενος κόμαις περὶ

Back