κτλ . ►ἀρεταὶ φύλακος εὐαισθησία αʹ ταχυτής βʹ ἰσχύς γʹ ἀνδρεία δʹ φιλομαθία εʹ◄ αʹ βʹ γʹ δʹ εʹ . | ||
γὰρ ἂν οὐδ ' ἀρεταὶ κατωρθοῦντο ἐν τῷ ἀλόγῳ οἷον ἀνδρεία καὶ σωφροσύνη , προσθήσω δὲ καὶ δικαιοσύνη , εἰ |
τούς τε ἐν τοῖς ἄλλοις εἴδεσι τῶν βίων ζῶντας . σωφροσύνη τε πανταχοῦ καὶ τὸ μὴ πλέον τῶν νόμων μηδένα | ||
δὲ σὺν νῷ , ὠφελεῖται ; Ναί . Οὐκοῦν καὶ σωφροσύνη ὡσαύτως καὶ εὐμαθία : μετὰ μὲν νοῦ καὶ μανθανόμενα |
ταῦτα περὶ τὰς σημείωσαι ἀρχὰς ἀρετή , κτῆσις ἀρκοῦσα , φρόνησις τὸ γὰρ τῆς εὐνοίας κοινόν ὧν τὰ μὲν δύο | ||
, σοφία μὲν [ γὰρ ] πρὸς θεραπείαν θεοῦ , φρόνησις δὲ πρὸς ἀνθρωπίνου βίου διοίκησιν . ἄχρι μὲν οὖν |
καρτερία , ἐγκράτεια , ἀνδρεία , εὐθυμία , εὐρωστία , δικαιοσύνη , δικαιοπραγία , εὐσέβεια , ὁσιότης , εὐγνωμοσύνη , | ||
τῶν πρακτέων ; ποῦ δὲ ὅλως ψυχαῖς ἡ πρὸς ἀλλήλας δικαιοσύνη προσφυὴς ἢ πρὸς ἄλλο τι τῶν ὁμογενῶν ἢ τῶν |
μὴ ἡττᾶσθαι τὸ νικᾶν : διὸ βέλτιον καὶ αἱρετώτερον ἡ ἐγκράτεια τῆς καρτερίας : βέλτιον γὰρ νικᾶν ἢ μὴ ἡττᾶσθαι | ||
φαύλων ἡδονῶν . Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία : |
τοῦ ἐναντίου . ἡ μὲν οὖν περὶ τὰς ἡδονὰς ὑπερβολὴ ἀκολασία ἐστίν , ὡς εἴρηται . ἡ δὲ ἔλλειψις ὄνομα | ||
νικᾶν ἢ μὴ ἡττᾶσθαι . φαίνεται δὲ ὅτι καὶ ἡ ἀκολασία χείρων τῆς ἀκρασίας ἐστί . φανερὸν γὰρ πᾶσιν ὡς |
θάτερον πρὸς θάτερον , καί , εἰ βούλει , ὡς ἀρετὴ πρὸς δικαιοσύνην καὶ κακία πρὸς ἀδικίαν . Εἰ τοίνυν | ||
μᾶλλον ἂν χρῆσθαι θέλῃς , τοσῷδε μείζων αὔξεται τελουμένη . ἀρετὴ μέγιστον τῶν ἐν ἀνθρώποις καλόν . τὸ μὴ εἰδέναι |
θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , κάλλος , | ||
κακίας πρὸς τοῖς τῶν πολεμίων : οὕτω σύμφυτος αὐτοῖς ἡ δειλία . καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , |
καὶ ἔστι μεσότης τούτου : ἐν οἷς γάρ ἐστιν ἡ ἀδικία , τὸ μέσον αἱρεῖται : ἔστι γὰρ ἡ ἀδικία | ||
οὐ δεῖ τὰς ἕξεις στρερητικοῖς ὀνόμασιν ὀνομάζειν , ὥσπερ ἡ ἀδικία στερητικὸν ὄνομα ἔχει , ἕξις οὖσα . πλὴν οὐκ |
ἄγαν ὑπερβολὴ καὶ κακία ὥσπερ καὶ ἡ ὀκνία ἔλλειψις καὶ κακία . τὰς δὲ ὑπερβολὰς καὶ ἐλλείψεις καὶ θεὸς μισεῖ | ||
τῇ ἀρετῇ , ἤτοι τῇ ἐγκρατείᾳ , ἑτέρα τίς ἐστι κακία παρὰ τὰς ἄλλας , τὰς ἀντικειμένας ταῖς ἠθικαῖς ἀρεταῖς |
κατηγόρῳ : καὶ τὰ παρακολουθοῦντα τούτοις τῇ νεότητι , σώματος ἰσχὺς , κάλλος , ἀφροσύνη : τὸ κοῦφον καὶ εὐχερὲς | ||
ἡ σκιὰ λυπεῖ καθάπερ εἴρηται καὶ τὸ ὄψιον ὡς ἡ ἰσχὺς τῶν ῥιζῶν : ἀφαιρεῖται γὰρ τὴν τροφὴν συντάρρων γινομένων |
νόσος κακόν ; Πῶς δ ' οὔ ; Τί δὲ ὑγίεια ; ἦν δ ' ἐγώ : ἀγαθὸν ἢ κακὸν | ||
τῶν ἐναντίων κωλυτικά . καὶ καθ ' ἑαυτὰ μὲν ἀγαθὰ ὑγίεια καὶ ἀρετὴ τὸ φρονεῖν τὸ ὁρᾶν , οὐ δι |
τέσσαρα τῆς ἀρετῆς εἴδη παρὰ τὴν διὰ πέντε συμφωνίαν , πραότης μὲν ἐν ταῖς ἀνεκστασίαις ὑπὸ ὀργῆς , ἀφοβία δὲ | ||
: πρόσκειται βαρύτονα ἀρσενικὰ διὰ τὸ ἁγιότης : ὁσιότης : πραότης : βαρύτονα καὶ καθαρὰ διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφεται |
τῆς ψυχῆς τῷ λόγῳ ἐποχουμένη , μετ ' αὐτὴν ἡ ἀνδρία ὡς ἐν τῷ θυμοειδεῖ ἐποχουμένη , καὶ τετάρτη ἡ | ||
πλείω κατατείνει τὸν λόγον : μάλιστα γὰρ περὶ ταῦτα ἡ ἀνδρία . Εἰπὼν ἃ δεῖ τὸν ἀνδρεῖον φοβεῖσθαι , λέγει |
ἂν ἀμφότερα κατὰ τοῦ αὐτοῦ : εἰ γὰρ ἦν ταὐτὸν ἕξις καὶ ἕξιν ἔχειν , κατηγορεῖτο ἂν ἀμφότερα κατὰ τοῦ | ||
τὸν ἄνθρωπον τῇ φυσικῇ ἐπιτηδειότητι μόνον . ἡ δ ' ἕξις ὁμοία οὖσα , τότ ' ἔσται κυρίως ἀρετή . |
παιδείας καὶ ἐκ τοῦ πολλῶν ἔμπειρον γενέσθαι : ἡ δὲ εὐαισθησία ἐκ τῶν τοῦ σώματος μερῶν , οἷον ἐάν τις | ||
τῆς ἄρα εὐδαιμονίας ἐστὶ τὸ μὲν εὐβουλία , τὸ δὲ εὐαισθησία καὶ ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία , |
νόμιμον παραβεβασμένον ὁμοίως καὶ φανερώτερον ἐνδείκνυται λέγων ἡ μὲν οὖν ἀσέλγεια καὶ πλεονεξία , ᾗ πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους Φίλιππος χρῆται | ||
ὤτων ἀρξάμεναι τῆς διαφθορᾶς ἀπολώλασιν αἱ πλείους . ἡ γὰρ ἀσέλγεια [ καὶ δι ' ὤτων καὶ δι ' ὀφθαλμῶν |
χρήσιμα εἶναι πρὸς τοῦτο . φαίνοιτο γὰρ ἂν ἡμῖν ἡ ἀμαθία πρὸς ἐπιστήμην χρήσιμος οὖσα , καὶ ἡ νόσος πρὸς | ||
ὦμεν παλίμβουλοι καθεστήξει : ἔσται . ἀκινήτοις : ἀμεταθέτοις . ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης . . . : τὴν μὲν |
ἐκβάλλει . τῷ ἀποτυγχάνοντι κοινὸν ἔγκλημα ἡ ἄνοια καὶ ἡ ἀφροσύνη . ὁ νοῦς : πρῶτον μὲν τὸ πειρᾶσθαι ἀγῶνος | ||
φρόνησις ὑγεία γάρ τις αὕτη διανοίας , τὸ δὲ φθεῖρον ἀφροσύνη νόσον ἀνίατον κατασκήπτουσα . τοῦτο δὲ „ νόμιμον αἰώνιον |
ἄλλως : ὁ δέ ἀντὶ τοῦ καί , τουτέστιν : εὐγένεια καὶ μωρία ἔνεστί σοι : καὶ ξυνθανοῦμαι : καὶ | ||
νυμφίων , ἀποροῦσαι δὲ ὑπὸ πενίας . μικρὸν γὰρ ἡ εὐγένεια νῦν . ἐνθυμηθεὶς οὖν ὡς ἐμοί τε αἰσχύνην ἔχει |
σοφία ἕξις ἐπαινετή , ἡ ἐπαινετὴ ἕξις ἀρετή , ἡ σοφία ἄρα ἀρετή . ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ σύνεσις καὶ | ||
οὖν ἐστι συμφέρον ῥώμη κάλλος ὑγίεια , ψυχῇ δὲ ἀνδρεία σοφία δικαιοσύνη : τὰ δὲ ἐπίκτητα φίλοι χρήματα κτήματα : |
οἷα πρότερον ἦν πρὸ τῆς πόλεως , οἷον ὑγίεια , εὐεξία , καὶ ὁποῖα τὰ νῦν . Τὸ δὲ κεφάλαιον | ||
, ὀρεξία : ἔχω , ἕξω , ἔξια , καὶ εὐεξία : πέψω , πεψία , καὶ ἀπεψία . Τὰ |
οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν | ||
' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ |
πρὸς εὐδαιμονίαν , οὔτε ποτὲ αὐτῆς ἀφαιρουμένη , ἀλλὰ κἂν πενία , κἂν νόσος , κἂν ἀδοξία , κἂν βάσανοι | ||
οὔτε , οὔτε ἐλευθερία οὔτε δουλεία , οὔτε πλοῦτος ἢ πενία | ἀγαθὰ ἢ κακά , ἀλλὰ ἡ μὲν τούτων |
δὲ ἡ ἀνελευθερία : ἐν δὲ τῷ λαμβάνειν ἡ μὲν ἀνελευθερία ὑπερβολή ἐστιν , ἡ δὲ ἀσωτία ἔλλειψις . νῦν | ||
ἐνεργείας ὑπερβολὴ μέν ἐστιν ἡ ἀσωτία , ἔλλειψις δὲ ἡ ἀνελευθερία . ἁπλῶς μὲν οὖν σκοποῦντι καὶ εἰλικρινῶς τὴν ἑκατέρας |
ὑγίεια , ἡδονή , κάλλος , ἰσχύς , πλοῦτος , εὐδοξία , εὐγένεια : καὶ τὰ τούτοις ἐναντία , θάνατος | ||
ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία , τὸ δὲ εὐδοξία , τὸ δὲ εὐπορία . Αἱ τέχναι εἰς τρία |
μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ | ||
: πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ |
οὐ λευκόν , καὶ ὁ ἄνθρωπος οὕτω : καὶ ἡ ἰατρικὴ ὑπόληψις καὶ οὐχ ὑπόληψις , ὅτι καὶ ἡ ἐπιστήμη | ||
ὑπόκεινται τὰ ἀνθρώπεια σώματα , τῇ δὲ φιλοσοφίᾳ αὐτὴ ἡ ἰατρικὴ ὑπόκειται . καὶ πάλιν τῇ ἀστρονομίᾳ ὑπόκεινται τὰ οὐράνια |
. ἐξ ὧν Θρᾳκῶν θρησκεύειν ἤκουσεν ἡ περὶ τὸ θεῖον εὐσέβεια . πρότερος δὲ πάντων Θρᾳκῶν Ὀρφεὺς λέγεται εἰσηγήσασθαι τὰς | ||
, τίμα : Ἐπειδὴ πασῶν τῶν ἀρετῶν ἡγεμών ἐστιν ἡ εὐσέβεια πρὸς τὴν θείαν αἰτίαν τὴν ἀναφορὰν ἔχουσα , εἰκότως |
τᾶς ψυχᾶς , τόκα δὲ γίνεται καρτερία καὶ ἐγκράτεια , καρτερία μὲν ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν πόνων , ἐγκράτεια δὲ | ||
ἔμοιγε φαίνεται : οὔτι πᾶσά γε , ὡς ἐγᾦμαι , καρτερία ἀνδρεία σοι φαίνεται . τεκμαίρομαι δὲ ἐνθένδε : σχεδὸν |
ὅτι μάλιστα ἐξομοιωθῇ τῷ μακαριωτάτῳ . τοῦτο δὲ εἰ μὲν πλοῦτος ποιεῖν ἐδύνατο , πλοῦτόν γ ' ἂν ἐχρῆν αἱρεῖσθαι | ||
τὴν τῆς ψυχῆς ταραχὴν οὐδὲ τὴν ἀξιόλογον ἀπογεννᾷ χαρὰν οὔτε πλοῦτος ὑπάρχων ὁ μέγιστος οὔθ ' ἡ παρὰ τοῖς πολλοῖς |
, ἐνδεικνυμένου τοῦ ποιητοῦ ὡς οὔτε γονέων ἐπιφάνεια οὔτε σώματος ῥώμη οὔτε ποδῶν ὠκύτης οὔτε κάλλους ὑπερβολὴ ὄφελος μέγα τῷ | ||
, μέγεθος νοσήματος , ἤτοι παρὸν ἢ προσδοκώμενον , δυνάμεως ῥώμη , ἡλικία πλὴν τῶν παίδων καὶ γερόντων ἡ ἄλλη |
τὴν ψυχήν . , ; , . . κοσμιότης τάττουσα κοσμιότης καὶ σωφροσύνη οὐ μόνον εἰσὶν ἀπαλλαγαὶ καὶ ἀφαιρέσεις τῶν | ||
ἀλήθεια θέμις ἁγιστεία εὐορκία δικαιοσύνη ἰσότης εὐσυνθεσία κοινωνία ἐχεθυμία σωφροσύνη κοσμιότης ἐγκράτεια πρᾳότης ὀλιγοδεΐα εὐκολία αἰδὼς ἀπραγμοσύνη ἀνδρεία γενναιότης εὐβουλία |
, ὥσπερ ἡ οἰκοδομική : φρόνησις δὲ ἕξις μετὰ λόγου πρακτική , ὡς μετὰ ταῦτα ῥηθήσεται : ἡ ἄρα τέχνη | ||
καὶ διὰ μὲν τῆς διαιρέσεως ἐμάθομεν ὅτι θεωρητική ἐστι καὶ πρακτική : εἰς γὰρ ταῦτα τὰ δύο διείλομεν τὴν φιλοσοφίαν |
μὴ ἁλίσκονται . κακία μὲν οὖν ἁπλῶς οὐκ ἔστιν ἡ ἀκρασία , ἀλλά πῃ ἴσως , διὰ τὸ μὴ ὅλην | ||
δύνει . Εὐκτήμονι καὶ Δοσιθέῳ χειμὼν καὶ ὑετία . Καίσαρι ἀκρασία ἀέρος . κϚʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : |
ἔστι , διότι ἡ ἀρετὴ προαιρετή ἐστιν , ἡ δὲ προαίρεσις τῶν λογικῶν ἐστιν : ἀλλ ' οὐδὲ τοῖς θεοῖς | ||
τὸ ἐκ τοῦ λόγου καὶ τῆς βουλήσεως , ἐπειδὴ ἡ προαίρεσις ἐξ ὀρέξεώς ἐστι καὶ λόγου . ἔστι δὲ ἡ |
ἐξ αὐτῶν ποιοὶ ὠνομάζοντο , εἰ μὴ ποιότητες ἦσαν ἡ σύνεσις καὶ ἡ ἀσυνεσία . οὕτω δείξας ὅτι εἰσί , | ||
εὐβουλίας τοσαῦτα : ῥητέον δὲ περὶ συνέσεως . ἔστι τοίνυν σύνεσις καὶ ἀσυνεσία , καθ ' ἃς λέγομεν συνετοὺς καὶ |
ἡ ἐγκράτεια , τὸ ἐμμένειν πάσῃ δόξῃ , ἔσται καὶ φαύλη ἐγκράτεια , ὅταν ἐμμένῃ τις ψευδεῖ δόξῃ : ἀλλὰ | ||
ἡ καλλίστη ἀλόη καὶ μόνη ῥῶσαι δύναται , οὕτως ἡ φαύλη ποιότητος φαρμακώδους ἀναπίμπλησι τὴν κοιλίαν : τὰς δὲ παρεμπιπτούσας |
μὴ τὸ τῆς ψυχῆς κακὸν ἐκβάλοι . κρηπὶς εὐσεβείας ἡ φιλανθρωπία σοι νομιζέσθω . κακὰ μείζω πάσχει διὰ τὸ συνειδὸς | ||
οἱ νομάδες , οἷς θηριώδης ὁ βίος καὶ οὐ νενόμισται φιλανθρωπία , οὗτοι μὲν ἴσασι πόνων ἀνακωχὴν ἑορτὴν ἄγοντες τῇ |
ὁ ὅρος εὔνοια ἐν ἀντιπεπονθόσι μὴ λανθάνουσα , ἡ δὲ εὔνοια βούλησις ἀγαθοῦ , αὐτοῦ ἐκείνου ἕνεκεν , ᾧ βούλεται | ||
, στοργή , οἰκειότης οἰκείωσις , ἐπιτηδειότης , ἑταιρεία , εὔνοια . καὶ φιλικῶς , φιλοστόργως , οἰκείως , ἐπιτηδείως |
. ἀντὶ τοῦ διδάσκειν δύναται ἄλλους λέγειν . καὶ ἡ γυμναστική . ἰατρική ἐστιν ἀπούσης ὑγιείας οἰστική , γυμναστικὴ δὲ | ||
ἐξ ἀρχῆς εὐθὺς ἀπέστραπτο , οὐ μεῖον ἢ κομμωτικὴν ἡ γυμναστική . Ἀλεξάνδρου γοῦν καὶ τοῦτο ἀπομνημονεύουσιν ὅς Ἡδέως ἄν |
τῇ μὲν οὖν ἰατρικῇ , ὥσπερ λέγω , ἡ ὀψοποιικὴ κολακεία ὑπόκειται , τῇ δὲ γυμναστικῇ κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον | ||
' ἕνεκεν κέρδους καὶ ὠφελείας , κόλαξ καὶ ἡ κακία κολακεία : ὁ δὲ ἐλλείπων δύσερις καὶ δύσκολος . Μετὰ |
ἀρήγει : τῇ νεότητι μὲν βοηθεῖ ἡ περὶ τὸ πολεμεῖν θρασύτης . τοῦτο δὲ ἐν τῷ καθόλου γνωμικῶς ἀναπεφώνηκεν . | ||
φίλε , ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν , καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο , ἣν εἶχον ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ |
ψυχαῖς καλοκἀγαθία : καὶ γὰρ τὸ ἄνισον ἔμπαλιν νόσων καὶ κακιῶν αἴτιον . ἐπιλείψει καὶ τὸν μακροβιώτατον ὁ χρόνος , | ||
. καὶ γὰρ οὐδ ' ἂν εὕροιμεν ἐπὶ τῶν ἄλλων κακιῶν παρωνομασμένας αὐτὰς ἀπὸ τῶν παθῶν διὰ τὸ τὰς δυνάμεις |
εἰς ἐλπίδας ἁδρὰς ἦγε τοὺς πολλούς : πρὸς δὲ τούτοις πρᾳότης τις ἦν περὶ αὐτόν , ἁρμόζουσα νέῳ βασιλεῖ , | ||
ῥήματα καὶ ὀνόματα , ἀλλ ' εὐσέβεια , δικαιοσύνη , πρᾳότης , αἷς προτρεπόμενος ἀεὶ δῆλος εἶ τὸν θεόν . |
[ ὅτι ] τὸ ὑγιαίνειν . καὶ ταύτῃ οὔτε ἡ ὑγεία προηγμένον ἐστὶ πάντως οὔτε ἡ νόσος ἀποπροηγμένον . ὥσπερ | ||
ψυχῆς νόσου σώματος . Ὑγεία μὲν σώματος τέχνης ἔργον , ὑγεία δὲ ψυχῆς , ἀρετῆς ἔργον : νόσος ψυχῆς μοχθηρία |
εὐταξία καὶ πρὸς τὰς ἡγουμένας τῆς ἐν αὑταῖς πολιτείας εὐπείθεια θαυμαστή τις , ἥ τε φιλοτιμία καὶ καθαριότης ἡ περὶ | ||
, κινδύνων τε παραψυχὴ καὶ κατὰ νοῦν ἰόντος πλοῦ ψυχαγωγία θαυμαστή . πᾶσαι γὰρ ἀλλήλων ἔξω τε καὶ μέσαι εἰσὶν |
. ὡς δ ' ἦλθεν , ἡ μὲν στάσις ἡ πολιτικὴ κατεπαύετο , ἑτέρα δ ' ἐπ ' αὐτὸν ἀνίστατο | ||
νῦν ἡμῖν τὰ δύο ταῦτα συνέγνωσται γένη μάλιστα , ἡ πολιτικὴ καὶ ἡ καθαρτική , ἡ μὲν τῆς ψυχῆς συμπραττούσης |
, χρηστοῦ ἂν εἴη εἴτε πώματος εἴτε ἄλλου ὅτου ἐστὶν ἐπιθυμία , καὶ αἱ ἄλλαι οὕτω . Ἴσως γὰρ ἄν | ||
τοῦ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν ἐγκρατοῦς καὶ ἀκρατοῦς ὅτι ἕτερον ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ προαίρεσις . Ἔτι φησὶ προαιρέσει μὲν ἡ |
ἡμῖν [ δὲ δικαιοσύνη ] ? τε καὶ ἀδικία , εὐνομία ? ? ? ? τε καὶ δυσνομία , ἥ | ||
εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , |
ἁδονὰν τὰν διὰ σώματος : ὅλας δὲ τᾶς ψυχᾶς ἁ δικαιοσύνα . φαῦλοι μὲν γὰρ τοὶ ἄνθρωποι γίνονται ἢ διὰ | ||
δικαιοσύνας οὐδεὶς ἂν εἴη βασιλεύς , ἄνευ δὲ νόμω οὐ δικαιοσύνα . τὸ μὲν γὰρ δίκαιον ἐν τῷ νόμῳ ἐντί |
μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος | ||
καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ |
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
τοῦ Σωφρονίσκου : οὐ γὰρ αὐτὰ ἦσαν βλάβαι , ἀλλὰ μοχθηρία . τί δέ ἔφην , ἀλλὰ ταῦτα ἔδρα ἡ | ||
ἄκοντας ἔπειτα κεχειρωμένους ἀπολύοις . συμφεύξεται γὰρ τοῖς φυγοῦσιν ἡ μοχθηρία ἅμα καὶ ἡ δουλεία , συναπολειφθήσεται δὲ τοῖς συμμένουσί |
τῶν ἄλλων ὀργάνων καὶ πείνης , λοιπὸν ἕτερον λόγον , ἄσκησις , καὶ τοῦτο ἐδέξαντο ὡς πρόγραμμα , καὶ ἐπήνεγκαν | ||
γυμνάσασθαι , πονῆσαι , ἀγωνίσασθαι . καὶ ὄνομα καλὸν ἡ ἄσκησις . καὶ γυμναστικὴ ἡ τέχνη , καὶ γυμνασία τὸ |
οὐχὶ διὰ τοῦτο σφάλλει ; ἀλλὰ θέασαι , εἰ προσηνέστερον μεγαλοψυχία , ἐλευθερία , ἁπλότης , εὐγνωμοσύνη , ὁσιότης . | ||
οὐδ ' ἂν εἷς ἔτ ' ἀξιώσαι τοῦ νόμου κρατοῦντος μεγαλοψυχία πρὸς τὴν πόλιν ἐν τῷ τῶν πραγμάτων ἀπαιτοῦντι . |
διὰ τὸ συνεργεῖν ταῖς πράξεσι . καλὸν οὖν , ὅκα εὐτυχία παρῇ τῷ νόῳ , ὥσπερ ὠρίῳ ἀνέμῳ θέοντα , | ||
νόσος πασῶν : φθειρῶν γὰρ ἤνθησεν , ἥ τε πρότερον εὐτυχία δοκοῦσα ἐς τοιοῦτο περιῆλθεν αὐτῷ τέλος . τὸ δὲ |
ἡ τῶν αἰτούντων ἀγνωμοσύνη , ἀλλ ' ἡ τοῦ διδόντος φιλοτιμία , ἣ ἥμερον καὶ ἐκκεχυμένον τῆς εὐμενείας μᾶλλον ἐκφαίνεσθαι | ||
ἑνὸς σώματος ἢ δέκα ἢ εἴκοσιν ἢ δὶς τοσούτων ἡ φιλοτιμία , ἀλλ ' ὅσων οὐδ ' ἀριθμῆσαι ῥᾴδιον . |
, ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας , | ||
ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ |
. Ἔστι ταῦτα . Καὶ μὴν ὅ γε ἀγαθὸς ἀνὴρ ὠφέλιμος ἡμῖν ὡμολόγηται εἶναι . Ναί . Ἐπειδὴ τοίνυν οὐ | ||
πρὸς ἐγκράτειαν , ἐπίπονος μέν , ἐν δὲ τοῖς μάλιστα ὠφέλιμος : καὶ ἡ μὲν ὑποφέρει καὶ ὑπονοστεῖν ἀναγκάζει τῷ |
ὑπάρχουσιν ἄμφω ἀκάκωτοι , ἐν ἐκείνῳ τῷ ἔτει προστεθήσεται ἡ παίδευσις αὐτοῦ καὶ ἡ γνῶσις καὶ μεταδώσει πολλοῖς τῆς οἰκείας | ||
δὲ ἐγκωμιαστικὰ δηλονότι ἔστι τάδε : γένος , ἀγωγὴ , παίδευσις , ἡλικία , φύσις ψυχῆς καὶ σώματος , ἐπιτηδεύματα |
μὲν ἔχθραν ἡμῶν τὸ ἀνόμοιον τῆς τύχης ἤδη λέλυκε καὶ ἀσθένεια ἣ ἐγχορεύει φυγάσι , σὺ δὲ τοῦτο καὶ ὑπερῆρας | ||
ὀδύνη , ἔμφραξις δηλοῦται , εἰ δὲ μηδὲν τούτων , ἀσθένεια τῆς ἑλκτικῆς . ἔμετος δὲ γενόμενος τῆς μελαίνης χολῆς |
δὲ ἕξις ἀπονεμητικὴ τοῦ κατ ' ἀξίαν ἑκάστῳ . δʹ Ἀνδρεία δὲ ἐπιστήμη δεινῶν καὶ οὐ δεινῶν καὶ οὐδετέρων : | ||
, ἔφη , καλεῖται , αἱ δὲ ἄλλαι ταύτης ἀδελφαὶ Ἀνδρεία , Δικαιοσύνη , Καλοκἀγαθία , Σωφροσύνη , Εὐταξία , |
καὶ μίσους αἴτια γιγνόμενα . αὐτίκα ἡ πρώτη καὶ μεγίστη φιλία γονεῦσι πρὸς παῖδας * . Ὅτι μὲν ὑμεῖς , | ||
καὶ ἐπὶ τῷ ἀριθμῷ τῆς μονάδος . μένει τοίνυν ἡ φιλία καὶ τούτων , ὅταν τὸ ἀνάλογον γένηται καὶ ἴση |
κρείττω τὰ ἄλογα ἀναφαίνεσθαι , ἀλλ ' εἰ μὲν ὡς ποιητικὴ καὶ γενητικὴ τῆς ἐπιστήμης αἰτία ταύτης ἐλέγετο , εἶχεν | ||
τὸ λ διὰ τοῦ ω κλίνεται : τὸ δὲ μήστωρος ποιητικὴ ἔκτασις : τὸ δὲ πέλωρ οὐδέτερον ὁμοφωνοῦν τῷ ἀρσενικῷ |
δίαιτα . Τὰ εἰς ΜΑ θηλυκὰ σπάνια ὄντα βαρύνεται : τόλμα Θέρμα : ἀττικῶς δὲ τόλμη καὶ Θέρμη . Τὰ | ||
μὴ πρὸς παίδων οὓς ὀρφανιεῖς , ἀλλ ' ἄνα , τόλμα . σοῦ γὰρ φθιμένης οὐκέτ ' ἂν εἴην , |
ἀνθρώπων ἐπιστασίαν βασιλική , ἡ δὲ περὶ προστάξεις καὶ ἀπαγορεύσεις νομοθετική : πάντα γὰρ ταῦτα ὁ πολύφημος ὡς ἀληθῶς καὶ | ||
εὐγνωμοσύνη : εὐσέβεια : εὐχαριστία : ὁσιότης : εὐσυναλλαξία : νομοθετική . αʹ Ἐλευθεριότης μὲν οὖν ἐστιν ἕξις ἐν προέσει |
παρὰ πάντα τὸν πόλεμον ὁμονοοῦντες . ἡ δὲ τῶν στρατηγῶν ὁμόνοια μάλιστα δὴ τοὺς βαρβάρους ἐνίκησεν . Λεωνίδας ἐν Θερμοπύλαις | ||
δι ' ἀκαταστασίαν καὶ ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Σελήνης δὲ καὶ Ἡλίου |
πονηρία , μοχθηρία , φαυλότηςφλαυρότης δὲ σκληρόν , σκαιότης , ἀπαιδευσία , πανουργία , ἀμαθία , μισολογία , ἄνοια , | ||
τῦφος καὶ μαλακία καὶ ἡδυπάθεια καὶ ἀσέλγεια καὶ ὕβρις καὶ ἀπαιδευσία . δεῖται δή σου ἐπ ' ἐκεῖνα μὲν οὐδαμῶς |
ἔν τε μικροῖς καὶ μεγάλοις . παρέπεται δὲ τῇ σωφροσύνῃ εὐταξία : εὐκοσμία : αἰδώς : εὐλάβεια . Ἐγκράτεια δέ | ||
οὐχ ἥκιστα δὲ κἀν ταῖς μελίσσαις : ἥ τε γὰρ εὐταξία καὶ πρὸς τὰς ἡγουμένας τῆς ἐν αὑταῖς πολιτείας εὐπείθεια |
Μεσσηνίοις δὲ † ἐς ἅπαντα ἐς τὸ ἴσον ἥ τε ἀπόνοια καὶ τὸ ἐς τὸν θάνατον εὔθυμον : καὶ ὁπόσα | ||
τόξα καὶ ἵπποι καὶ αὐθάδεια Σκυθικὴ καὶ τόλμα Ἀλανῶν καὶ ἀπόνοια Μασσαγετῶν , καὶ ταύτην πάλαι καλῶς ποιοῦντας τοὺς ποιητὰς |
ἐστιν ἢ τινῶν μορίων ἕξις τοῦ παθητικοῦ ψυχῆς , οἷον θυμικοῦ μὲν ἀνδρεία , ἐπιθυμητικοῦ σωφροσύνη , δικαιοσύνη δὲ ἀμφοτέρων | ||
ζητούντων ἐν θυμῷ μεγάλην ἀρετήν : καὶ γὰρ κινουμένου τοῦ θυμικοῦ ἐν τῇ καρδίᾳ , ὅθεν καὶ εὐκάρδιος , παρακινεῖταί |
ἐπειγόντων , ὡς ἂν ὑπὸ Μακρίνου ἔτι βασιλεύοντος ἐπί τινα σπουδαῖα πεμφθέντων . ὃ μὲν οὖν ἔφυγεν , ὡς εἴρηται | ||
ἐφύετο διαρκής : τῶν τε ναμάτων τὰ μὲν οὐκέτι πίνεσθαι σπουδαῖα ἦν , τὰ δ ' ὑπελίμπανε θέρους , τὰ |
, ἔνυδρα . Ὅτι ἡ σοφία οὐκ ἔστι πρακτικὴ ἀλλὰ θεωρητική , δῆλον ἐντεῦθεν : μετὰ γὰρ τὸ εὐπορῆσαι τοὺς | ||
τῆς διαιρέσεως . καὶ διὰ μὲν τῆς διαιρέσεως ἐμάθομεν ὅτι θεωρητική ἐστι καὶ πρακτική : εἰς γὰρ ταῦτα τὰ δύο |
λύκον προσίεντο καὶ ὑπέμενον , νομίσαντες πρόβατον : ἡ γὰρ ἄγνοια τοιαῦτα ἐργάζεται τοὺς οὐκ εἰδότας καὶ ἀναγκάζει τἀναντία φεύγειν | ||
' ὧν ὁ πολὺς καὶ βαθὺς ζόφος , ὃν κατέχεεν ἄγνοια τῶν πραγμάτων , ἀνασκίδναται . τοῦτο τῆς ψυχῆς τὸ |
πλεονεξία τις ἀγαθῶν εἶναι , ὡς εἴρηται . ἡ δὲ πλεονεξία τοῦ ἀγαθοῦ λέγεται . διὰ μὲν τοῦτο καλεῖται πλεονέκτης | ||
ἀλλ ' οὐδὲ μέμνηται . Ἡ μὲν οὖν ἀσέλγεια καὶ πλεονεξία , ᾗ πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους Φίλιππος χρῆται , τοσαύτη |
] ἡ νύξ . ἡ ἀνοία παροξυτόνως Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ ἄνοια διὰ δὲ τὸ μέτρον ἐξέτεινεν . ὁ δὲ νοῦς | ||
φαύλους τε καὶ μοχθηροὺς καὶ ἀναιδεῖς γενέσθαι , πᾶσά τε ἄνοια καὶ ψυχῆς ἀμαθία διὰ λήθην ἐμπίπτει . ὁ δὲ |
κῶλα αὐτὰ καθ ' ἑαυτά , ὁ δὲ λόγος ἔστω ἀφελής , ὡς κατὰ κῶλα μὲν ἀπαρτιζόμενος , κατὰ δὲ | ||
τὰ πολλὰ ὁμοειδεῖ , καὶ περὶ τὰς ἐξεργασίας τῶν ἐπιχειρημάτων ἀφελής τις καὶ ἀπερίεργός ἐστιν : οὔτε γὰρ προκατασκευαῖς οὔτ |
ὄντα τινά . ἡ γὰρ κενοδοξία καὶ ἡ τῶν θεῶν καταφρόνησις ἐξανθοῦσα γεννᾷ στάχυν βλάβης , ὅθεν θρήνου ἄξιον θέρος | ||
ἀπὸ τοῦ σώματος καὶ ἡ τῶν λεγομένων ἀγαθῶν τοῦ σώματος καταφρόνησις . Τὸ δὲ καθόσον ἀξιοῦν τὸ ζῷον τὴν εὐδαιμονίαν |
μὴ παρούσης , ὦ ἄνδρες Ἕλληνες , ἀλλοτρία γίνεται ἡ κτῆσις τῶν παρ ' ὑμῖν ἀγαθῶν , εὔξαιντό τ ' | ||
αὐταῖς ὁμολογίαις . καίτοι πῶς ἂν ἑτέρα γένοιτο βεβαιοτέρα ταύτης κτῆσις , τῆς τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς καταλειφθείσης ἡμῖν ὑπὸ |
καὶ ἡ κατ ' ἀρετὴν ἐνέργεια [ ᾗ ἕπεται ἡ ἡδονή , καὶ ἡ κατ ' ἀρετὴν ἐνέργεια ] παντὶ | ||
, φησὶν , ἡδονὴ ψευδὴς , ἔσται τις ἡδονὴ οὐχ ἡδονή : ἢ μάλιστα μὲν οὐδὲν συμβήσεται τοιοῦτον : καὶ |
τὸ εὔβοτον καὶ ὅτι ποταμοῖς ἐστι κατάρρυτος καὶ ὅτι θάλαττα ἀγαθὴ παράκειται αὐτῇ ὅρμοις πανταχόθεν διειλημμένη καὶ καταγωγαῖς ἀφθόνοις καὶ | ||
. ἄνηθον κρεῖσσον τοῦ μαράθρου καὶ λυγμοὺς παύει . σκάνδιξ ἀγαθὴ πρός τε οὔρησιν καὶ πρὸς ὑστέρας κάθαρσιν . τῆς |
. τέτταρα δὲ πάντα τῆς πολιτείας τὰ μέρη νομοθετικὴ καὶ δικαστική , γυμναστικὴ καὶ ἰατρική . ἐπεὶ γὰρ ἐκ ψυχῆς | ||
πολῖται καὶ πολιτικοὶ λέγονται . ἡ δὲ ἰδίως πολιτικὴ καὶ δικαστική , διότι τοιαύτη ἐστὶ κατ ' ἐνέργειαν , κρεῖττον |
μέγιστα δὲ τῶν κακῶν αἱ κακίαι ὥσπερ τῶν ἀγαθῶν αἱ ἀρεταί . τελείας δὲ εἶπεν οἱονεὶ μετὰ παρανόμου ἢ τῆς | ||
καλὸν καὶ τί ἀνδρεία τε καὶ δικαιοσύνη καὶ αἱ ἄλλαι ἀρεταί . ἀνθρώπινα γοῦν αὐτὰ ἀγαθὰ ἐκάλει , τὰ δ |
δὲ προμηθής : τὸ μέλλειν καὶ ἀναβάλλεσθαι μετὰ προμηθείας . μέλλησις δέ . . . : τὴν δ ' εὐλάβειαν | ||
σπουδή , τάχος : τοῦ δὲ σχολή , σχολαιότης , μέλλησις , μελλησμός , βραδυτής , ἀναβολή , νώθεια , |
γάρ ἐστι κατὰ φύσιν ἀμφότερα : καὶ γὰρ ἀρετὴ λόγου σαφήνεια : κεράσας δὲ τὸν ἀγῶνα τοῖς ἀγωνικοῖς καὶ ἀνθηροῖς | ||
εὐγλωττία , εὐφωνία , ἀφθονία , βραχυλογία , συντομία , σαφήνεια , σφοδρότης , ἰσχύς , δύναμις , βία , |
μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα | ||
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ |
ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν , | ||
καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν |
κυρίως κατ ' αὐτὰ τὰ σημαινόμενα καὶ παρὰ πολλοῖς λέγεται μουσική : καταχρηστικώτερον δὲ ἐνίοτε προσαγορεύειν εἰώθαμεν τῷ αὐτῷ ὀνόματι | ||
| Σωκράτους φωνή , τοῦτο Ὁμήρου ποιητική , τοῦτο Πυθαγόρου μουσική , τοῦτο Ἡροδότου συγγραφή , τοῦτο ἑλ [ . |
δὲ δέοι τὸν ἄνθρωπον ἀνασωθῆναι , φθόνος δαιμόνων καὶ ἀνθρώπων ἀπιστία . Εἰ τοίνυν ἐν τοῖς θνητοῖς ὁ τοῦ εἴδους | ||
αὐτομολία , πρᾶσις , δωροδοκία , δεκασμός , κιβδηλία , ἀπιστία , βλακεία , ζημία , κατάλυσις , σύγχυσις , |
ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς | ||
εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ |
χρόνος γὰρ ὑπηκόων εὔνοιαν οὐ ποιεῖ , ἀλλὰ προμήθεια καὶ φιλοπονία καὶ τὸ μηδὲν τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος προὔργου ποιεῖσθαι , | ||
, ; , ; , ; , . . στοιχεῖα φιλοπονία ἔρως ἀγχίνοια ἄτρυτος ) τρία τὰ ὁμολογούμενα στοιχεῖα πρῶτα |
/ καὶ τοῦ λοιποῦ τοῖς σύμπασιν ἦν πρᾶιός τε καὶ σώφρων . / Κτησίας καὶ Ἡρόδοτος , Διόδωρος καὶ Δίων | ||
δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται πλούσιος καὶ πεπαιδευμένος , σώφρων , δίκαιος , ἰδιοπράγμων , εὐσεβής , εὐμετάδοτος καὶ |
ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ μαλθακία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . παίζων ποτὲ μὲν λέγει ἄνδρα , ποτὲ δὲ | ||
καὶ εἰς ἔθος ἕκαστον κατακεχωρισμένον δεῖν εἶναι , ὅπως μήτε ὁμιλία μηδεμία ὀλιγώρως τε καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ |
. περὶ τὰ αὐτὰ δὲ καὶ ἡ σύνεσις καὶ ἡ γνώμη τῷ φρονίμῳ εἰσὶ καὶ περὶ τούτων ποιοῦντι τὰς κρίσεις | ||
φρονήσει ; νὴ τὸν Ἀπόλλω καὶ δημοτική γ ' ἡ γνώμη καὶ καταχήνη τῶν σεμνοτέρων ἔσται πολλὴ καὶ τῶν σφραγῖδας |
ὁ τὸν κανόνα καὶ τὸν ὅρον ἀποδιδούς . Τί ἔστιν ἐμπειρία ; ἡ πολλάκις τοῦ αὐτοῦ πράγματος δοκιμασία καὶ γνῶσις | ||
βουλεύεσθαί ἐστι . πεῖρα γὰρ γνῶσις πράγματος ἑνὸς ἄλογος , ἐμπειρία δὲ γνῶσις πλειόνων ἄνευ τῆς αἰτίας ἢ μνήμη καὶ |
ὀργιλότης καὶ τὸ ἀκρόχολον : ἡ δὲ ἔλλειψις ἀοργησία ἢ ἠλιθιότης ] . ἔργα δὲ αὐτῆς : τὸ δύνασθαι φέρειν | ||
τοῦτο μόνη ἡ ἀκρασία δοκεῖ ἐναντία εἶναι , ὅτι ἡ ἠλιθιότης ὀλιγάκις εὑρίσκεται . σώφρων δὲ ὁ ἐγκρατὴς λέγεται καὶ |
οὖν ὅτι οὐ δύναται γνῶναι αὐτό . ἄρα οὖν ἡ φιλοσοφία γνῶσις τῶν ὄντων εἶναι οὐ δύναται , ὅπου τὰ | ||
δόξαν θηρᾶται , ἀλλὰ τῇ αὑτοῦ ἀρετῇ . διόπερ ἐπεὶ φιλοσοφία εἰς ἑαυτὸν ἀνηρτῆσθαι ποιεῖ τῷ ἀγαθῷ πάντα , παθῶν |
ἐγνώρισας ἡμῖν διὰ Ἰησοῦ τοῦ παιδός σου : σοὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας . Ἀμήν . Σύ , δέσποτα | ||
γὰρ τὸ χάος πρώτην ταύτην γεννᾷ . ἀρχαία οὖν ἡ δόξα αὕτη ἐστὶν ἡ περὶ τῆς γῆς καὶ δημοτική , |
, ἀλλὰ μία πανταχοῦ πολιτεία , ἡ κατὰ φύσιν , ἀρίστη : ὥσπερ καὶ τὸ φυσικὸν δίκαιον ἓν πανταχοῦ ἐν | ||
γοῦν αἱ κριθαὶ τὰ πλεῖστα ποιοῦσιν ἄλφιτα : κριθοφόρος γὰρ ἀρίστη : τοῦτο δ ' οὐχ ὅταν πλεῖσται γένωνται ἀλλ |
, μεγαλοπρεπές . καὶ δημεραστία , φιλοδημία , πραότης , ἐπιείκεια , εὔνοια , προθυμία , φιλοτιμία , μεγαλοπρέπεια . | ||
' ἐλπίδας . τοιγαροῦν Νέρωνος μὲν ἀοίδιμος ἡ πρὸς Μουσώνιον ἐπιείκεια , πρὸς Ἀλέξανδρον δὲ ὑπὲρ Καλλισθένους ἔτι καὶ νῦν |