παρατιθέασι , καὶ ὥσπερ λάσανον ὑπ ' αὐτῶν ποιοῦσιν . ἀναγκαιοτέρα δὲ ἡ πρώτη ἐστὶν ἐξήγησις . Γ οὐ δεξίως
οὐ κατεδείσαμεν : οὐ μὴν ἐγένετο ἡμέρα τῆς ἐπιούσης ταύτης ἀναγκαιοτέρα οὐδὲ καιρὸς ἀμείνων οὐδ ' ἐν ᾧ μᾶλλον ἔδει
6634057 χαλεποτης
τοῖς Πυθαγορείοις τὰ ὀνείρατα , τῷ Πλά - τωνι ἡ χαλεπότης τῶν δογμάτων , ἡ μέθη , τοῦτο τῷ Ἀριστοτέλει
, εἰς πόλιν Ἀκράγαντα : ἀλλότρια γὰρ ἐμοὶ φόνος καὶ χαλεπότης καὶ κακὴ ἄγνοια . εἰ δὲ προθύμως με θέλεις
6087125 ἀξιοθεατα
τοὺς τυράννους . ἄλλα μέν γε ἐν ἄλλῃ χώρᾳ ἐστὶν ἀξιοθέατα : ἐπὶ δὲ τούτων ἕκαστα οἱ μὲν ἰδιῶται ἔρχονται
σχολὴν ἀεὶ ὁρᾶτέ μοι παροῦσαν , ὥστε καὶ θεᾶσθαι τὰ ἀξιοθέατα καὶ ἀκούειν τὰ ἀξιάκουστα καὶ ὃ πλείστου ἐγὼ τιμῶμαι
6085156 πληρουμενα
ἡμῶν , ὅσον οὔπω τελόμενα , ἀντὶ τοῦ τελειούμενα καὶ πληρούμενα . . ὀλοὰ ] ὀλέθρια . τελλόμεν ' ]
πλῆθος δὲ ἐνιέναι μὴ πολὺ ὡς μὴ πιέζειν τοὺς νεφροὺς πληρούμενα τὰ ἔντερα : ἐκκριθέντων δὲ τῶν σκυβάλων καὶ κενωθέντος
6063518 καταγελαστα
ἀλαζονείαν , καὶ τὴν τῆς νηστείας καὶ νουμηνίας εἰρωνείαν , καταγέλαστα καὶ οὐδενὸς ἄξια λόγου , οὐ νομίζω σε χρῄζειν
γὰρ ἂν κέρδος εἴη καὶ τῆς ἡμετέρας μούσης ἐπιχώριονἀλλὰ μὴ καταγέλαστα . Βαλών γε , φάναι , ὦ Ἀριστόφανες ,
6040671 λογαρια
οἷα νεῦρα , οἷοι τόνοι : νῦν δὲ μόνον τὰ λογάρια καὶ πλέον οὐδὲ ἕν . Οὗτός ἐστιν ὁ ταῖς
φροῦδος δὲ ὁ Κλεάνθης : ἤλεγξε δὲ ἡ φύσις τὰ λογάρια , ὅτι τῷ ὄντι λογάρια ἦν κενὰ καὶ ἀσθενῆ
6038543 κἀγαθα
τι παρέλιπον ἐγὼ πρὸς ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν . Πολλὰ κἀγαθὰ γένοιτο , ὦ ἄνδρες δικασταί , πρῶτον μὲν ὑμῖν
μὲν οὐδεπώποτε οὐδενὶ γέγονας αἴτιος , πολλοῖς δὲ καὶ πολλὰ κἀγαθὰ προυξένησας . ὃ μὲν οὖν ἵππευε σὺν τῷ βασιλεῖ
5972115 λεκτεα
ἐστὶν ἀδελφὴ τῆς ἐν τῷ λέγειν ταμιευομένη μέχρι καιροῦ τὰ λεκτέα , ἀλλ ' ἣν οἱ ἐξησθενηκότες καὶ ἀπειρηκότες διὰ
φησί τις , ἀλλὰ καὶ τῶν παλαιῶν ὀνομάτων τὰ μὲν λεκτέα , τὰ δ ' οὔ , ὁπόσα αὐτῶν μὴ
5971897 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
5965281 Σαρδωνιος
πάλιν , χαλκῆν ἢ ὀστρακίνην ; ἀπεφήνατο , οὐδετέραν . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν μὴ ἐκ χαιρούσης ψυχῆς γελώντων
ἄλλαι τε πόλεις πολλαὶ , καὶ Ἰόπη καὶ Λύδα . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ τῷ σφῶν
5843308 ἀπαραιτητα
εἴ τι παρ ' ἃ κελεύουσι πράττοι . κελεύουσι δὲ ἀπαραίτητα , ὡς παραιτουμένοις ταῦτα ἕτοιμον Ὀλυμπίων εἴργεσθαι . περὶ
μέρη καὶ μέλη καὶ τὰ μὲν ἀναγκαιότερα τῇ φύσει καὶ ἀπαραίτητα , οἷον δήπου κεφαλὴ καὶ πνεύμων καὶ ἧπαρ καὶ
5841393 καταμεμψις
ἀφανεῖ δεδιότας μὴ πάθωσιν . κατήφειά τέ τις ἅμα καὶ κατάμεμψις σφῶν αὐτῶν πολλὴ ἦν . οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἢ
τὸ μὲν πρῶτον ἦσαν φιλοφροσύναι καὶ δεξιώσεις , εἶτα βραχεῖα κατάμεμψις περὶ τῆς βραδυτῆτος καὶ τοῦ μὴ ἑτοιμότερον ἥκειν :
5827247 ὑληματων
πως τούτῳ εἰ ἔστι μὲν τῶν δένδρων καὶ ὅλως τῶν ὑλημάτων εὔοσμα πολλὰ ζῶον δὲ οὐδὲν εἰ μὴ τὴν πάρδαλίν
τὰ μὲν δένδρων τὰ δὲ θάμνων τὰ δ ' ἄλλων ὑλημάτων . ἀλλὰ γὰρ περὶ μὲν τῆς ἰδιότητος εἴρηται πλεονάκις
5779287 εὐναζει
ὀνείρων : ἐπὶ τῶν ἀδήλων . Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή : Θεμιστίου περὶ γήρως : καίτοι περί γε
δόλοισιν ; ἢ νόσου ξυναλλαγῇ ; Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή . Νόσοις ὁ τλήμων , ὡς ἔοικεν ,
5774164 ἰδιωτῃσιν
οὐκ οὖσάν γε τῷ ὄντι ἀμετρίην , ἀλλὰ νομιζομένην τοῖσιν ἰδιώτῃσιν , ἐπεὶ οὐδέποτε βλαβερὸν τῆς ἀρετῆς τὸ ἄμετρον .
καὶ ἰσχὺν πονέουσι καὶ γυμναζομένοισιν ἀγαθὰ , ἀσθενέουσι δὲ καὶ ἰδιώτῃσιν ἰσχυρότερα : καὶ τὰ θήρεια τῶν ἡμέρων κουφότερά ἐστι
5771159 ὑπερηφανια
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία ,
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν
5762722 μακρολογος
δὲ τὸν πολλὰ οὐ μὴν κεκριμένα λέγοντα , πολυλόγος , μακρολόγος , μακρός , ἀπέραντος ἀπεραντολόγος , βόρβορος , προσκορής
. φησὶ γὰρ ” ψήφισμα μακρόν “ , τουτέστιν ἔσῃ μακρολόγος ἢ καὶ πολυλόγος . ψήφισμα μακρόν ] πολυλογίαν .
5744784 φαρμακειῃσι
δὲ νήπια καὶ τὰ πρεσβύτερα εὐλαβέεσθαι χρή . Ἐν τῇσι φαρμακείῃσι τοιαῦτα ἄγειν ἐκ τοῦ σώματος , ὁκοῖα καὶ αὐτόματα
τεκμαιρόμενος πειρῶ , ὅλου τοῦ σώματος , κεφαλῆς καθάρσεσι , φαρμακείῃσι , καὶ πυρίῃσι τῆς ὑστέρης καὶ προσθέτοισι χρῆσθαι :
5727492 σιτηρων
Καὶ παραπλήσιαι δὲ ἴσως αἱ τοιαῦται καὶ ἃς ἐπὶ τῶν σιτηρῶν ἐλέγομεν περὶ τῶν σταχύων καὶ αὐτῶν τῶν καρπῶν :
ἱκανόν τισιν ἂν ἔχῃ τὸ διατηρῆσον . Ὑπὲρ δὲ τῶν σιτηρῶν καὶ ὅλως τῶν ἐπετείων αἱ μὲν τοιαῦται διαφοραὶ ῥᾴους
5721416 ῥυψεωϲ
, καὶ μάλιϲθ ' ὅϲα μετέχει ϲτύψεώϲ τε ἅμα καὶ ῥύψεωϲ , ὥϲπερ ἡ πτελέα , καθαίρει καὶ ἀναπληροῖ τὰ
τε ψώραϲ καὶ λειχῆναϲ καὶ ἀλφοὺϲ καὶ ὅλωϲ ὅϲα δεῖται ῥύψεωϲ . μετέχει δὲ καὶ μαλακτικῆϲ τε καὶ διαφορητικῆϲ δυνάμεωϲ
5717096 ἀμελουντων
ἑξῆς καθήψατο τῶν ἐν τοῖς λόγοις περὶ τούτων γυμναζομένων , ἀμελούντων δὲ τῶν ἔργων , ὡς ἐν τούτῳ τοῦ φιλοσοφεῖν
ἀπόντων , καὶ τοῖς ἐθέλουσι πονεῖν καὶ κινδυνεύειν τὰ τῶν ἀμελούντων . καὶ γάρ τοι ταύτῃ χρησάμενος τῇ γνώμῃ πάντα
5710972 λαλουντων
παραβάται γάρ . Τὸ Δωδωναῖον χαλκεῖον : ἐπὶ τῶν πολλὰ λαλούντων . Τὸν Ὕλαν κραυγάζεις : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων
ὁ λόγος παροιμιώδης ἐγένετο . Εἴρηται δὲ ἐπὶ τῶν ἀμφιβόλως λαλούντων . Ἢ κρίνον ἢ κολοκύντην : τὸ τῆς κολοκύντης
5696570 ὑπεροψια
τοῦτο , ὃς ἀγαπᾷ μόνος γενέσθαι . Μεγαλοψυχία δὲ δὴ ὑπεροψία τῶν τῇδε . Ἡ δὲ φρόνησις νόησις ἐν ἀποστροφῇ
τὸ βραβεῖον πλάτους νάρκη συμβολικῶς : ἀλαζονεία μὲν γὰρ καὶ ὑπεροψία | διὰ τοῦ πλάτους ἐμφαίνεται , χεομένης τῆς ψυχῆς
5686846 εὐπεπτοϲ
ἢ λίμναιϲ οὐδ ' ἡδὺϲ ὁμοίωϲ οὔτε εὔχυμοϲ οὔτ ' εὔπεπτοϲ . εἰ δὲ καὶ μοχθηρὸν τὸ ὕδωρ εἴη ,
ἢ τοῖϲι ἄλλοιϲι . τροφὴ ἀνὰ πᾶϲαν ἡμέρην κούφη , εὔπεπτοϲ , τὰ πολλὰ ϲιτώδηϲ : ἔϲτω δὲ καὶ ἡδεῖα
5682282 ἐπιδειξις
αὐτὴν τὴν βουλὴν σαφῶς διεξελθοῦσα . καθόλου γὰρ ἡ σαφὴς ἐπίδειξίς ἐστιν ἰσχυροτέρα . διὸ καὶ ἀπορήσασα ἀντειπεῖν φησιν ἄπελθε
αὐτὴν τὴν βουλὴν σαφῶς διεξελθοῦσα . καθόλου γὰρ ἡ σαφὴς ἐπίδειξίς ἐστιν ἰσχυροτέρα . διὸ καὶ ἀπορήσασα ἀντειπεῖν φησιν ἄπελθε
5670759 εὐμνημονευτον
μέχρι τοῦ τέλους : οὕτως γὰρ μάλιστα διαλαμβάνομεν τὴν ἱστορίαν εὐμνημόνευτον καὶ σαφῆ γενέσθαι τοῖς ἀναγινώσκουσιν . αἱ μὲν γὰρ
: οὔτε γὰρ ἀνακεφαλαίωσιν ἔχει διὰ τὸ ὀλίγον εἶναι καὶ εὐμνημόνευτον οὔτε πάθος διὰ τὸ μικρὸν εἶναι τὸ πρᾶγμα .
5667481 ἀπεστην
, πρὸς γὰρ εἰδότα ἂν λέγοιμι . πολὺν μὲν χρόνον ἀπέστην τοῦ λέγειν καὶ γράφειν καὶ ἔστιν ἥδιστον ἡ σιγή
ὧν δεῖ στοχάζεσθαι τὴν σύνθεσιν : ταύτης μὲν τῆς πραγματείας ἀπέστην , ἐσκόπουν δ ' αὐτὸς ἐπ ' ἐμαυτοῦ γενόμενος
5665564 γεμει
ὥστε οὐκ εἰδέναι , ὅτι τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία τοῦ Κλαζομενίου γέμει τούτων τῶν λόγων ; καὶ δὴ καὶ οἱ νέοι
αἵματος . πέφυρται : μολύνεται , γίνεται , σμίγεται , γέμει . Φοινίσσαις : γράφεται φοίνιος . φοίνιος : αἱματώδης
5661091 ὀρεγομενῳ
' ἧς ἂν μάλιστα ἐνόμιζον παιδευθῆναι τὰ προσήκοντα ἀνδρὶ καλοκαγαθίας ὀρεγομένῳ : νῦν δὲ πῶς οἴει με ἀθύμως ἔχειν ,
τὰ καθ ' ἕκαστα ἑκούσια . διότι γὰρ ἐπιθυμοῦντι καὶ ὀρεγομένῳ περιγίνεται , οὐκέτι φησὶ τὴν ἀκολασίαν ἑκούσιον εἶναι ,
5657840 Σχεδον
πόσον χρόνον , οὕτω καὶ τὰ τῆς αὐξήσεως ἀκολουθεῖ . Σχεδὸν δὲ καὶ ὅσα πρωϊβλαστῆ καὶ πρωϊανθῆ φύσει ταὐτὸ τοῦτο
Κύρτιοι δὲ καὶ Μάρδοι λῃστρικοί , ἄλλοι δὲ γεωργικοί . Σχεδὸν δέ τι καὶ ἡ Σουσὶς μέρος γεγένηται τῆς Περσίδος
5649012 κομψευεσθαι
γὰρ πρέπει , ὦ Σώκρατες , σοφιστῇ τὰ τοιαῦτα μᾶλλον κομψεύεσθαι ἢ ἀνδρὶ ὃν ἡ πόλις ἀξιοῖ αὑτῆς προεστάναι .
σοφὸς ἐμοῦ πρότερον ἀνεκήρυττε , καὶ ἵνα μὴ ἄλλως με κομψεύεσθαι ὑπολάβῃς , ἰδού σοι λέγω τὰ ῥήματα οὔτε μέγα
5641267 Σχηματα
. ἀλλὰ νῦν ἡμῖν περὶ τοῦ τελευταίου ὁ λόγος . Σχήματα δὲ διηγημάτων ἔστιν εʹ : ὀρθὸν ἀποφαντι - κόν
πᾶσα γὰρ λέξις ῥηματικὴ ἢ πρωτότυπός ἐστιν ἢ παράγωγος . Σχήματα δὲ ῥημάτων εἰσὶ τρία , τὸ ἁπλοῦν , τὸ
5639079 σαθρα
οἳ τὴν παρθένον αὐτῷ προξενήσαντες συνῆσαν τοῖς πολεμίοις ὑποδείξοντες τὰ σαθρὰ τῶν ἡμετέρων χωρίων ὅσον τε τοῦ τείχους ἐστὶν ἐπίμαχον
λαμβάνων ἀλλὰ μὴ μετὰ κατασκευῆς : εἰ δὲ ψεῦδος , σαθρὰ ἔσται ἡ ὑποβάθρα τῶν κατασκευαζομένων . καὶ εἰ μὲν
5637319 Αἰαντειος
εἰς ΕΙΟΣ ὑπερτρισύλλαβα μὴ πλεοναζούσης τῆς ΕΙ διφθόγγου προπαροξύνεται : Αἰάντειος Ὁμήρειος γαλήνειος Ἱππάρχειος . τὸ δὲ ἀδελφειός ἀπὸ τοῦ
ἐλπισάντων νικᾶν , εἶθ ' ὑπ ' ἐκείνων ἁλόντων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἀνίπτοις χερσίν
5635949 ξυμβολα
γὰρ οὐδὲ τὰ χαροπὰ φαῦλά ἐστιν , οὐδὲ φαύλων κυνῶν ξύμβολα , εἰ καὶ ταῦτα τύχοι καθαρὰ καὶ γοργὰ ἰδεῖν
λίθους ; | οὐκ ἀποθέμενος καὶ ἀποδυσάμενος ταῦτα ‖ τὰ ξύμβολα [ γυμνὸν ] ἡμῖν ἐπιδείξεις | σεαυτὸν ὁποῖος [
5632301 κατεκρατησεν
κατὰ φύσιν ἔχειν μετεωριζόμενος ὁ ἐγκέφαλος , καὶ τοῦ αὐτοῦ κατεκράτησεν ἐκ τῆς ἀτροφίας , ἐκ τοῦ πνεύματος τῆς ὑγρότητος
δὲ ἦν Τούσκων βασιλεύς : καὶ μικροῦ μὲν τῆς Ῥώμης κατεκράτησεν , ἡττηθεὶς δὲ ὅμως ἀπῆλθε . Καὶ τρίτῳ μετὰ
5628777 παλαιως
ψήφους . ὧν ὁ τὰ παλαιὰ καινῶς καὶ τὰ καινὰ παλαιῶς ἐπαγγελλόμενος διδάσκειν λέγειν νῦν οὔτε τὰς ἀρχαίας πράξεις οὔτε
μεγάλως εἰπεῖν τὰ δὲ μεγάλα σμικρῶς καὶ τὰ μὲν καινὰ παλαιῶς τὰ δ ' αὖ παλαιὰ καινῶς . [ ,
5627964 ἀνδρικα
, ὅπου ταχυτὴς ποδῶν ἁμιλλᾶται καὶ ἀκμαὶ ἰσχύος γενναῖα καὶ ἀνδρικὰ ἐργαζόμεναι . τοῦτο γὰρ τὸ θρασύπονοι . ὁ δὲ
πυνθανόμενοι τὴν πρόφασιν τῆς νούσου , ἀλλ ' ὡς τὰ ἀνδρικὰ νοσήματα ἰώμενοι : καὶ πολλὰς εἶδον διεφθαρμένας ἤδη ὑπὸ
5625364 βυβλια
τοῦ εὑρεθῆναι τὰς νῦν χάρτας . ἀφ ' ὧν καὶ βυβλία τὰ νῦν γραφόμενα καλοῦμεν , ὡς ἀπὸ τοῦ ὀνόματος
ὦ πονηρέ , γράμματα : ἀνατέτροφέν σου τὸν βίον τὰ βυβλία . πεφιλοσόφηκας γῇ τε κοὐρανῷ λαλῶν , οἷς οὐδέν
5623166 ἐξεθρεψατε
παλαιὰ δώμαθ ' , οἷον ἆρά με κάλλος κακῶν ὕπουλον ἐξεθρέψατε : νῦν γὰρ κακός τ ' ὢν κἀκ κακῶν
. , ἀνέλαβε . , ἀνέθρεψε , ἐβάστασε . . ἐξεθρέψατε ] ἐπαιδεύσατε , ἐπῃνέσατε , ἀνεθρέψατε , ἐκ μεταφορᾶς
5620938 ἐσφαλην
τὸ κοινὸν ἔθος ἠγαγόμην , ἠδίκησα , εἰ δ ' ἐσφάλην οὐδὲν , οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ὅλως ἠδίκησα : ἐργάσῃ
ἀμευσίπορον ὁδὸν ἐπλανήθην εὐθεῖαν τὸ πρότερον πορευόμενος : ἀντὶ τοῦ ἐσφάλην τοῦ δέοντος παρεκβάσει χρησάμενος . κατὰ τρίοδον δὲ πεπλανῆσθαι
5617386 σκωπτικων
ἄχρι κόρου ἐφενάκισεν . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν τίθεται ἡ παροιμία . Τέλλην γὰρ αὐλητὴς ἐγένετο καὶ
Ἑλλάδα φρέατα ὤρυξεν . Ἆιδε τὰ Τέλληδος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ αὐλητὴς ἐγένετο , ὃς παίγνια κατέλιπε
5606181 ἀμελεια
. Φιλεῖ δὲ καὶ Θεὸς τὸν σοφῶς συζῶντα : ἡ ἀμέλεια κατὰ τὴν θεόπνευστον γραφήν : Ἀνὴρ κατοιόμενος καὶ καταφρονῶν
, ὁ δὲ ἀμελεῖ . ἢ ἔστιν ἄλλως πως γιγνομένη ἀμέλεια ; οὐ γάρ που ὅταν γε ἀδύνατον ᾖ τῶν
5604088 γενναια
ὅσον μοι θυμὸς ἡδονὴν φέρει . Αὕτη γὰρ ἡ λόγοισι γενναία γυνὴ φωνοῦσα τοιάδ ' ἐξονειδίζει κακά : Ὦ δύσθεον
ἀγροῦ μ ' ὁ δεσπότης . προχύτης ταμιεῖον ἀρετῆς ἐστι γενναία γυνή . ἦσαν ἄνθρωποι δὲ πέντε καὶ γυναῖκες τέτταρες
5604015 ἀφανιζομενα
' ἕλκεσιν ἐρυσιπέλατα γίνεται , κακοήθη πάντα , καὶ τὰ ἀφανιζόμενα ὡσαύτως , καὶ οἷς πυρετοὶ συνεδρεύουσιν . οὐκ ἀγαθὸν
τῶν ἐλαττόνων καὶ τὰ μείζονα τῶν βραχυτέρων καὶ τὰ ταχέωϲ ἀφανιζόμενα τῶν πλείονα χρόνον ἐπιμενόντων , χείρω δὲ τὰ πυροῦντα
5603334 ἀναμεστα
καὶ τοὺς ἐντὸς ἑκάστης Ὀλυμπιάδος ἄρχοντας . Πρόθυρα δὲ κάλλους ἀνάμεστα προθεὶς τῆς συγγραφῆς , καὶ προϊὼν τά τε ἔνδον
ἀλαλαγμὸς ἀνδρῶν , κελευσμὸς ναυτῶν , πάντα θρήνων καὶ κωκυτῶν ἀνάμεστα . καὶ ὁ κυβερνήτης ἐκέλευε ῥίπτειν τὸν φόρτον .
5601672 παρεργα
, ἀλλὰ κατὰ τὴν ὑποκειμένην ὕλην , ἵνα μὴ τὰ πάρεργα τῶν ἔργων πλείω γένηται . ἐὰν γὰρ ἀφέμενός τις
κικίννοις , ἀλλ ' ὀρθαῖς μανίαις , ἁγεῖτο δὲ πάντα πάρεργα . πολλάκι ταὶ ὄιες ποτὶ τωὔλιον αὐταὶ ἀπῆνθον χλωρᾶς
5600192 δοκησις
σκληρότερόν τε καὶ ἀμφίβολον , πρὸς ἕτερα δὲ καὶ ἡ δόκησις : τὰ δ ' ἐκ τῶν ἄλλων τραχέα .
: ὅ ἐστι , παρακονῶμαι . ἢ οὕτως : ἡ δόκησις ἀκόνη μοι : ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν ,
5591951 κυνωδης
' Ἀντισθένους . καὶ κυνίζειν καὶ κυνισμὸς καὶ κυνικὸς καὶ κυνώδης καὶ κυνοῦχος , καὶ κυνήποδες ἵππων . χρῶμα δὲ
θέλειν λαμβάνειν τροφήν . Εἰ δὲ διὰ θερμότητα πολλὴν γίνοιτο κυνώδης ὄρεξις , οἶνον μὲν αὐτοῖς οὐ χρὴ διδόναι ,
5590238 ἐμμηνια
πολλὴ θεραπείη ἡ αὐτή ἐστι , πλὴν τοῦ κατασπάσαι τὰ ἐμμήνια : ὅσῃσι γὰρ γίνεται , οὐδὲν δεῖ ταύτῃσι κατασπᾷν
Ἢν αἱ μῆτραι πρὸς τὸ ἰσχίον ἐκθέωσι , τά τε ἐμμήνια οὐκ ἐγγίνεται , καὶ ὀδύνη ἐς τὴν νειαίρην γαστέρα
5584599 ἀγερωχιας
καὶ ἐπ ' αὐτῷ χρυσίον εἰσπέμπεις . ἢ πέπαυσο τῆς ἀγερωχίας , καὶ τοῦ λάγνος εἶναι καὶ θηλυμανὴς ἀπόσχου ,
μωκωμένη με διατελεῖς . οὐ παύσῃ , τάλαινα , τῆς ἀγερωχίας ; ἐγώ σοι τὸν ἐραστὴν δείξω δεσπότην καὶ κάχρυς
5577032 μυρτινων
πότερ ' ἑρπυλλίνους ἢ μυρτίνους ἢ τῶν διεξηνθισμένων ; τῶν μυρτίνων βουλόμεθα τουτωνί : σὺ δὲ τά γ ' ἄλλα
σὺ δὲ τά γ ' ἄλλα πώλει πάντα πλὴν τῶν μυρτίνων . Εἰ μὴ σὺ χηνὸς ἧπαρ ἢ ψυχὴν ἔχεις
5575938 μωρα
ὁ δέ φησι νοῦν αὐτῇ ἐντίθημι . ἀναμνησθεῖσα δὲ ἡ μωρὰ ὅτι καθ ' ἑκάστην ἡ μήτηρ αὐτῆς νοῦν αὐτὴν
Λουκιανὸς τάδ ' ἔγραψα παλαιά τε μωρά τε εἰδώς , μωρὰ γὰρ ἀνθρώποις καὶ τὰ δοκοῦντα σοφά . οὐδὲν ἐν
5572832 ϲκληρουϲ
τε τὴν ἀναπνοὴν καὶ τὴν διάλεκτον . τοὺϲ μὲν οὖν ϲκληροὺϲ καὶ ἀντιτύπουϲ καὶ ὑποπελίουϲ καὶ κακοήθειϲ πόλυπαϲ ὡϲ ἂν
ἀλωπεκίαϲ καὶ τὰ ὅμοια θεραπεύει . ὀνίνηϲι δὲ καὶ τοὺϲ ϲκληροὺϲ ϲπλῆναϲ , ἐπιπλαττομένη πρόϲφατόϲ τε καὶ ξηρά . διδόαϲι
5572238 Κωλα
ἀντείποι . Ἀλλὰ σχήματα μὲν ταῦτα τοῦ ἐνδιαθέτου λόγου . Κῶλα δὲ καὶ συνθήκη ἀνάπαυσίς τε καὶ τὸ ἐκ τούτων
καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ἀλλὰ σχήματα μὲν ταῦτα λαμπρότητος . Κῶλα δὲ τὰ μέλλοντα ποιήσειν τὸν λόγον λαμπρὸν μακρότερα εἶναι
5571450 ὀνεια
πρὸς τὰς ἄλλας γοῦν κόπρους μίξει παραμυθεῖσθαι . τρίτη ἡ ὀνεία , γονιμωτάτη τῇ φύσει οὖσα , καὶ πᾶσι τοῖς
, λιβανωτός , ἰὸς σιδήρου , κόπρος αἰγεία ξηρά , ὀνεία , ἱππεία . καὶ καυθεῖσαι δὲ ποιοῦσιν ἄσφαλτος ,
5565730 Παντως
καὶ ἀκοῦσαι ; “ τί φήσομεν , ὦ Ἱππία ; Πάντως δήπου φήσομεν , ὦ Σώκρατες , καὶ ἐν τοῖς
ὅσον γέ με εἰδέναι . Ἆρ ' οὐδὲ γεωμετρικός ; Πάντως δήπου , ὦ Σώκρατες . Ἦ καὶ ἀστρονομικὸς καὶ
5564571 Σμικρα
θανάσιμον βεβηκότα . Πότερα δόλοισιν ; ἢ νόσου ξυναλλαγῇ ; Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή . Νόσοις ὁ τλήμων
καίτοι περί γε τῶν γερόντων ὁ Σοφοκλῆς εἴρηκε χαριέντως : Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή : καταγωγῇ γὰρ ἔοικεν
5563714 βλακεια
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται
5560429 ἐτολμας
μένος ἄσχετος ἤσθιε Κύκλωψ ἰφθίμους ἑτάρους : σὺ δ ' ἐτόλμας , ὄφρα σε μῆτις ἐξάγαγ ' ἐξ ἄντροιο ὀϊόμενον
νυμφείους εἰς ἀγκώνων εὐνὰς ἐκδώσειν λέκτροις . δεινά γ ' ἐτόλμας , Ἀγάμεμνον ἄναξ , ὃς τῶι τῆς θεᾶς σὴν
5560151 ἐμελησε
Ἀνθρωπορραίστῃ [ . ] : καὶ τῶν μὲν ἄλλων οὐκ ἐμέλησέ μοι μελῶν , Εὐριπίδου δὲ δρᾶμα δεξιώτατον διέκναις '
λελεπασμένον ὁμοπτέρους ἡ προγονός τρῶγες Καὶ τῶν μὲν ἄλλων οὐκ ἐμέλησέ μοι μελῶν , Εὐριπίδου δὲ δρᾶμα δεξιώτατον διέκναις '
5558731 ψυχικα
εἰρημένων τερπνά . αἱ μὲν θεωρητικαὶ καὶ πρακτικαὶ ἀρεταὶ ὡς ψυχικὰ ἀγαθά , ὑγίεια δὲ σώματος καὶ εὐαισθησία καὶ ῥώμη
τί οἱ τερατόμορφοι καὶ ἄφρονες ; ὅτι τοῖς σωματικοῖς τὰ ψυχικὰ συμπάσχει , ὥσπερ τοῖς ψυχικοῖς τὰ σωματικά . Διὰ
5556808 χαριεντισμος
δὲ περὶ τοῦ γλαφυροῦ χαρακτῆρος λέξομεν . Ὁ γλαφυρὸς λόγος χαριεντισμός ἐστι καὶ λόγος ἱλαρός . τῶν δὲ χαρίτων αἱ
τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου . . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντες
5554647 ἀνταξιος
τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας . . ἰητρὸς γὰρ ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων ἰούς τ ' ἐκτάμνειν ἐπί τ ' ἤπια
ἐκείνου : ὁ μὲν γὰρ ἑνός , ὁ δὲ πολλῶν ἀντάξιος ἑτέρων , μηνύων τὴν τῶν ἄλλων τοῖς ἄρχουσιν ἀδικίαν
5554569 σκοτοδινοι
ταῖς συστάσεσι χροιῶν . ταῦτά τοι καὶ ἀγρυπνίαι μᾶλλον καὶ σκοτόδινοι , σιτίων τε ἀποστροφαί καὶ δίψαι , καί τινα
καὶ νυγμοί , καὶ καρδιαλγίαι , καὶ πικρότητες , καὶ σκοτόδινοι , ἔτι δὲ ἀγρυπνίαι καὶ ὀξεῖς περὶ τὴν κεφαλὴν
5550639 κρατυνεται
, ἐπειδὴ περὶ τὴν δεκάτην ἡμέραν τὰ τῆϲ ῥινὸϲ ὀϲτέα κρατύνεται . ἔξωθεν δὲ τῷ λιχανῷ καὶ μεγάλῳ δακτύλῳ δεῖ
καὶ θνητῶν ἔκ τε προέσεως καὶ ὑποδοχῆς καὶ τρίτον ἀνταποδόσεως κρατύνεται , σπερμαινόντων μὲν τρόπον τινὰ τῶν αἰθερίων , ὑποδεχομένων
5547458 ἀληθινα
μνήμη καὶ δυσεξάλειπτος . ὅλως δὲ καλὰ νόμιζε ὕψη καὶ ἀληθινὰ τὰ διὰ παντὸς ἀρέσκοντα καὶ πᾶσιν . ὅταν γὰρ
διεψεῦσθαί τε ἐν ἅπασιν οἷς θεωρεῖ . Τὰ μὲν γὰρ ἀληθινὰ ἂν εἴη ἐκεῖνα : θεωρήσει τοίνυν αὐτὰ οὐκ ἔχων
5546455 κακιω
, ἡ δὲ ἔχιδνα θηλυμορφότατον . Εὐνούχοις τοῖς ἐκ φύσεως κακίω σημεῖά ἐστιν ἢ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις , καὶ ὡς
μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη ; ἐρρέτω : ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω . ξείνια δυσμενέσιν λυγρὰ χαριζόμενοι , πολλὰ δ '
5534421 δεινοτερα
αὐτὸν πολλάκις ἠξιώσατε , ὁ δὲ ὥσπερ ἀμυνόμενος ὑμᾶς πολλῷ δεινότερα διατέθεικεν . Ἔστι καὶ τοιοῦτο γένος προβλημάτων , ἐν
φόνου τὴν δίκην ὠφληκότα . Καίτοι πῶς ἂν εἴη τούτων δεινότερα μηχανήματα , εἰ ὑμῖν μὲν ἅπαξ τουτουσὶ πείσασι κατείργασται
5529905 ἀκροατηρια
καὶ οἱ παῖδες θεωροῦσι . καλὰ παρ ' ὑμῖν τὰ ἀκροατήρια κηρύττοντα πάνθ ' ἅπερ ἐν νυκτὶ μοχθηρῶς πραγματεύεται καὶ
ἐπιστήμης : ἐπεὶ καθ ' ἑκάστην σχεδὸν ἡμέραν τά τε ἀκροατήρια καὶ τὰ θέατρα πληροῦται , διεξέρχονται δὲ ἀπνευστὶ συνείροντες
5527877 χλευασια
δὲ μόνον ὁ κατάγελως : ὁ γὰρ χλευασμὸς καὶ ἡ χλευασία καὶ τὸ διασύρειν δηλοῖ , ὥσπερ καὶ ὁ χλευαστικὸς
, ἄνεσις προσώπου , καγχασμός : καὶ ἑτέρας χρείας χλευασμός χλευασία , κατάγελως . γελᾶν , μειδιᾶν ὑπομειδιᾶν ἐπιμειδιᾶν ,
5527324 τραγικωτερα
! ! ! ! ! ! πεφρικότα ] ? ? τραγικώτερα ? ? ? δάκρυα λείβειν ? ? . [
. . . . ταῦτα μέντοι καὶ πολλὰ τούτων ἕτερα τραγικώτερα τοῖς Ἐμπεδοκλέους ἐοικότα τεράσμασιν ὧν καταγελῶσιν εἱλίποδ ' ἀκριτόχειρα
5525636 Ἑρμοτιμε
μὴ ἐθέλοντας εἴκειν τοῖς κρείττοσιν . Ταυτὶ μέν , ὦ Ἑρμότιμε , πάνυ εὔλογα . ἢ τί γὰρ παθὼν Εὐθύδημος
τοιοῦτον ἄνδρα εὑρεῖν . Τί δὴ οὖν πράξομεν , ὦ Ἑρμότιμε ; οὐ γὰρ ἀπαγορευτέον οἶμαι ἐπεὶ μηδενὸς ἡγεμόνος τοιούτου
5523581 ἐπικαιρα
ἐν κόσμῳ , οὐρανῷ συνάρχει , καὶ οὐκ ἀναίνεται οὐρανὸς ἐπίκαιρα ἐδάφη , οὐδὲ καρδία σπλάγχνα , τὸ ἱερώτατον χρῆμα
σκοπεύμενον ἐκ τουτέων , προσφέρειν . Πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἐπίκαιρα σημεῖα τούτοισίν ἐστιν ἠδελφισμένα , περὶ ὧν τὰ μέν
5522904 δυστυχουσα
τῆς διακρίσεως καὶ τῶν κύκλῳ βοστρύχων , ὡς ἐκ πολλοῦ δυστυχοῦσα . ἡ δὲ κόρη νεαρὸν πρόσωπον , οἵα ἂν
εὑρεῖν καὶ ἀπὸ τοῦ χρώματος : ἐπὶ γὰρ τῆς καθάρσεως δυστυχοῦσα ἡ φύσις , ὠχρότερον ποιεῖ τὸ χρῶμα : εἰ
5520790 Δικαιαρχειτης
- νεύς ὡς Βερενικεύς . παρὰ δὲ Λυδοῖς Λυκοσθενείτης ὡς Δικαιαρχείτης . Λυκόσουρα , πόλις Ἀρκαδίας ἐπὶ τῷ Λυκαίῳ ὄρει
τὰ γὰρ διὰ τῆς ει διφθόγγου ὀλίγα : Ζελείτης Σαμαρείτης Δικαιαρχείτης Μαρωνείτης . . . Βόστρα : πόλις Ἀραβίας ,
5518856 ἐκπυϊσκεται
ὕδρωπα περιίσταται ἡ νοῦσος , καὶ διεφθάρησαν : ἐνίοισι δὲ ἐκπυΐσκεται , καὶ καυθέντες ὑγιέες γίνονται : ἐνίοισι δὲ καὶ
τὰ κυριώτερα μόρια . ἐπὶ δὲ τῶν νέων οὐ ταχέως ἐκπυΐσκεται : τὸ γὰρ ὀξὺ τῆς ὀδύνης τὴν γένεσιν τῆς
5518557 ἀποτροπαιε
εὐφυῶς ἐσχετλίασεν ἐπάγων τὸ ” ἀλεξίκακε “ , τουτέστιν ” ἀποτρόπαιε “ καὶ ” ὦ τὰ δεινὰ ἀπείργων “ .
παντελῶς , κατὰ πάντα τρόπον , ἐξ ὁλοκλήρου . Ἄπολλον ἀποτρόπαιε : ὁ ἀποτρέπων τὰ δεινά , ἀλεξίκακος γὰρ ἦν
5517265 ἀφηγησασθαι
ἀλλ ' ἐν διαφόροις ἀσχάλλω , καὶ τὰ πάντα ὑμῖν ἀφηγήσασθαι βούλομαι . Ἄλλως . τὸ ταῦτα ἀντὶ τοῦ αὕτη
οἶστρον ἐγκαταμῖξαι δυνηθέντος . Ἐθέλω δέ σοι καὶ τὸ Μέμνονος ἀφηγήσασθαι θαῦμα : καὶ γὰρ ὄντως παράδοξος ἡ τέχνη καὶ
5514170 Μηλιων
ῥεόντων πλοίων . Κατηράσαντο γὰρ Λακεδαιμόνιοι μηδέποτε στεγνὰ τὰ πλοῖα Μηλίων γενέσθαι : παραβάται γάρ . Τὸ Δωδωναῖον χαλκεῖον :
Πλαταιέων πόλεως εἴρηκε καὶ περὶ τῆς Μυτιληναίων καὶ περὶ τῆς Μηλίων , οὐδὲν δέομαι τὰς λέξεις ἐκείνας φέρειν , ἐν
5512262 ἁπλοτης
δὲ ὁ τόπος , ὡς τό : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστιν ἡ φρόνησις
. ἀφάδιον : τὸ ἐχθρὸν καὶ ἀπαρέσκον . ἀφέλεια : ἁπλότης ἢ μεγαλεῖόν τι καὶ ἐνδοξότης . ἀφ ' ἑστίας
5501106 ματαιε
γήρᾳ τῷ μακρῷ κεκοίμημαι . μή μ ' , ὦ μάταιε ναῦτα , τὴν ἄκραν κάμπτων χλεύην τε ποιεῦ καὶ
γαστέρ ' , ἀλλὰ δεῖ βίου οὐκ ἔστιν , ὦ μάταιε , σὺν ῥᾳθυμίᾳ τὰ τῶν πονούντων μὴ πονήσαντας λαβεῖν
5500627 εὐηθεα
ἀϲινέα , τὰ δὲ ξένεα , λοιμώδεα καὶ κτείνοντα . εὐήθεα μὲν ὁκόϲα καθαρά ἐϲτι καὶ ϲμικρὰ καὶ ἀβαθῆ ,
' εἰ παχύ , λευκόν , οὐ κάκοδμον ἐκδιδοῖ , εὐήθεα τὰ ἀπὸ τῶνδε ἕλκεα : ἢν δὲ ἐπινέμηται ,
5499398 παραφρονως
τεχθέντων καὶ ὁμοίως λεγομένων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ὁ Αἴας γὰρ παραφροσύνην νοσήσας καὶ μανεὶς
ἐπὶ τῶν μηδὲν ὠφελούντων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Αἲξ οὔπω τέτοκεν , ἔριφος δ '
5499356 μηδαμωϲ
τὸ ἐπιτήδευμα καὶ ἡ προγεγραμμένη δίαιτα καὶ τὰ λοιπὰ τὰ μηδαμῶϲ κωλυτικὰ τῆϲ φλεβοτομίαϲ . δεῖ δὲ ϲύμμετρον τὴν ἀφαίρεϲιν
ῥωγμὴ μὲν οὖν ἐϲτι διαίρεϲιϲ τοῦ κρανίου ἐπιπόλαιοϲ ἢ βαθεῖα μηδαμῶϲ ἕωϲ ἔξω μετακινηθέντοϲ τοῦ πεπονθότοϲ ὀϲτοῦ . ἐγκοπὴ δέ
5498007 θρασεια
γόμφοισιν ἐμπρίων † μιμούμενος † λυμεῶνι σώματος θαλάσσαι : ἤδη θρασεῖα καὶ πάρος λάβρον αὐχέν ' ἔσχες ἐμ πέδαι καταζευχθεῖσα
. ἡ δὲ ἑρμηνεία καὶ πάνυ πως ἁρμόζει , εἰ θρασεῖα εἴη καὶ τετολμημένη , καὶ ἥ τε λέξις πολλὴν
5496073 ἐπιμικτος
καὶ βόες καὶ κτήνη πολλὰ σφόδρα „ , ὁ δὲ ἐπίμικτος οὗτος ἦν τὰ κτηνώδη καὶ ἄλογα τῆς ψυχῆς ,
ὑπὸ φθόνου βραδυτῆτας ἐμποιοῦν : λέγεται γὰρ ὅτι „ καὶ ἐπίμικτος πολὺς συνανέβη αὐτοῖς , καὶ πρόβατα καὶ βόες καὶ
5495925 ἀσπαζομενη
νόμον προυτέθη . περιβάλλουσα δὲ αὐτὸν ἡ μήτηρ καὶ πανύστατον ἀσπαζομένη , τοῦ προσώπου θοἰμάτιον ἀφελοῦσα καὶ καταφιλοῦσα τὸν νεκρὸν
δι ' ὀλίγου χρόνου ἴδοι , ἐπιπηδᾷ ἀτρέμα , ὥσπερ ἀσπαζομένη , καὶ τῷ ἀσπασμῷ ἐπιφθέγγεται , οἷα φιλοφρονουμένη .
5490808 Ἡμικυνας
ἔτι νεωτέρους ἐκείνου πολλὰ ἀγνοεῖν καὶ τερατολογεῖν : Ἡσίοδον μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους , Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας
. Ἡσιόδου δ ' οὐκ ἄν τις αἰτιάσαιτο ἄγνοιαν , Ἡμίκυνας λέγοντος καὶ Μακροκεφάλους καὶ Πυγμαίους : οὐδὲ γὰρ αὐτοῦ
5490617 ἀϲθενεϲτερα
ἑφθὰϲ ἐπιπλάττοντεϲ ἀποκαθαίρουϲιν ἔφηλιν . τὰ δὲ γλυκέα τῶν ἀμυγδάλων ἀϲθενέϲτερα τῶν πικρῶν ἐϲτιν . Ἀμμωνιακόν . Ἀμμωνιακὸν μαλακτικῆϲ ἐϲτι
τὰ τοιαῦτα , ῥυπτικὰ μὲν ἔτι μένει , τοϲούτῳ δὲ ἀϲθενέϲτερα ταῖϲ ἐνεργείαιϲ , ὅϲῳ καὶ ἀδηκτότερα γίνεται : ἀϲφαλέϲτερον
5487863 σιτωδης
καὶ μιγνὺς στέαρ ὄρνιθος ἢ χηνός . Ἡ δὲ τροφὴ σιτώδης ἔστω καὶ ὀλίγη , καὶ μετὰ πολὺν τῆς προσφορᾶς
. ἴασις δὲ διὰ πυριαμάτων κάτωθεν τῶν στυφόντων καὶ τροφὴ σιτώδης καὶ σταλτική . εἰ δὲ ἐπιμένει καὶ ἐνέματα διὰ
5485138 δηλητηρια
θανάσιμα φάρμακα ἐμέτῳ ἢ κλύσματι ἢ φαρμάκῳ τῷ πρὸς τὰ δηλητήρια ἀναλύονται , χρόνου δὲ ἐγγινομένου ἀδύνατον βοηθείας ἀξιῶσαι ,
σκευαζομένης πικρᾶς , διδόναι δὲ πίνειν συνεχῶς καὶ τὰ πλεῖστα δηλητήρια ὡς φάρμακα ἁρμόζοντα , οἷά ἐστιν ἡ θηριακὴ καὶ
5481744 διαλογισματα
περὶ τὴν ψυχὴν τὰ συμπτώματα . ταῦτα οὖν πάντα τὰ διαλογίσματα τὰ περὶ ψυχῆς ἀνάγων τις ἐπὶ τὰ πάθη καὶ
τὴν ψυχὴν τὰ συμπτώματα . “ Ταῦτα οὖν πάντα τὰ διαλογίσματα τὰ περὶ ψυχῆς ἀνάγων τις ἐπὶ τὰ πάθη καὶ
5477354 οὐθετερα
τῆς ΖΚ μεῖζον δύναται τῷ ἀπὸ συμμέτρου ἑαυτῇ , καὶ οὐθετέρα τῶν ΖΘ , ΖΚ σύμμετρός ἐστι τῇ ἐκκειμένῃ ῥητῇ
δύναται τῷ ἀπὸ ἀσυμμέτρου ἑαυτῇ [ μήκει ] , καὶ οὐθετέρα τῶν ΘΖ , ΖΚ σύμμετρός ἐστι τῇ ΖΗ μήκει
5468863 τιμιωτερα
πᾶσα δὲ νόησις μετὰ τοῦ διότι τῆς ἄνευ τοῦ διότι τιμιωτέρα , ἀλλ ' ὅσων εἴπομεν [ ἐφ ' ὅσων
τοίνυν αἴτιον ἕτερον , περὶ τούτων ἡ τοῦ καθόλου γνῶσις τιμιωτέρα τῆς αἰσθήσεως , καὶ οὐ μόνον γε τῆς αἰσθήσεως
5467208 ὑποσκληρα
μελισσῶν . Σῦκα δὲ ὀνομάζουσι βλαστήματά τινα στρογγύλα ἑλκώδη , ὑπόσκληρα , ἐνερευθῆ , οἷς ἀκολουθεῖ ὀδύνη . φύονται δ
ἐκχυμώματα , καὶ τὰ μελάσματα , καὶ τὰ περὶ ταῦτα ὑπόσκληρα καὶ ὑπέρυθρα ᾖ : ἢν γὰρ ξὺν σκληρύσματι πελιωθῇ
5465888 ἐριδων
τις νοήσας : οὐ γὰρ ὁ τυχὼν τὴν ἀμείνω τῶν ἐρίδων ἐπαινέσειεν , ἀλλ ' ὁ δυνηθεὶς αὐτὴν τῷ νῷ
Προμηθεῖ τίθησι ? πάλιν Αἰσχύλος [ οὕτως ] : [ ἐρίδων ] δυσκελάδων . . . . , . :
5461935 ἐδιδαχθης
καὶ τοῦ δευτέρου ἐννατημορίου ὁ κύριος τοῦ τοιούτου ἐννατημορίου ὡς ἐδιδάχθης ἔστ ' ἂν ἀπαριθμῶσιν ἐπὶ τὸν δεύτερον ὅλον μῆνα
. ἄπερρ ' ] ἄπελθε . ἐπιλήθει ] ἐπιλήθῃ . ἐδιδάχθης ] ἐδιδάσκου . ἀποφθερεῖ ] ἀποφθερῇ . ἀπὸ γὰρ
5458324 πολυτροφα
προειρημένοις καὶ πολυτροφώτερα . λέγεται δέ τινα καὶ ἄγρια ὄστρεα πολύτροφα καὶ βρομώδη καὶ εὐτελῆ τὴν γεῦσιν . Ἀριστοτέλης δὲ
λαλεῖν πόρε Φερσεφόνεια . δεῖπνά μοι ἔννεπε , Μοῦσα , πολύτροφα καὶ μάλα πολλά , ἃ Ξενοκλῆς ῥήτωρ ἐν Ἀθήναις
5458191 εἰπαι
καιρὸς αἰσχρὰ καὶ διαλλάξας καλά . ὡς δὲ τὸ σύνολον εἶπαι , πάντα καιρῶι μὲν καλά ἐντι , ἐν ἀκαιρίαι
ἔφθης ] προέλαβες , ἔφθασας . φράσας ] οὕτω τελείως εἶπαι , εἰπεῖν . , φράσαι . λαβὼν ] κρατήσας
5457352 δεξιοτης
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ '
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει .

Back