| προσενεγκόντος , ἐξαίφνης ἀνακαίεται καὶ περισχεθεὶς ὅλος ἐκ ῥίζης εἰς ἀκρέμονα πολλῇ φλογὶ καθάπερ ἀπό τινος πηγῆς ἀνομβρούσης διέμενε σῷος | ||
| , οὕτω . τὴν εὐθὺς αὐξανομένην πρώτην κληματίδα , ἤτοι ἀκρέμονα τῆς κολοκύντης , ἢ τοῦ σικύου , κατόρυξον εἰς |
| τάκῃ . ἀμφότεροι παγαῖς πεφιλημένοι : ὃς μὲν ἔπινε Παγασίδος κράνας , ὃ δ ' ἔχεν πόμα τᾶς Ἀρεθοίσας . | ||
| : τό μευ νάκος ἐχθὲς ἔκλεψεν . οὐκ ἀπὸ τᾶς κράνας ; σίττ ' , ἀμνίδες : οὐκ ἐσορῆτε τόν |
| νοῦς ἐστι τοιοῦτος , ἡ δὲ σύνταξις οὕτως : αὔρα ποντιὰς αὔρα , ἥτις κομίζεις τὰς ἐν θαλάσσῃ πορευομένας θοὰς | ||
| τὸ αὔρα ἀποδοτέον , ἵν ' ᾖ οὕτως : αὔρα ποντιὰς , ποῖ με κομίσεις , ἢ εἰς τὸν ὅρμον |
| ! ! ! ! ! ! ! ! ! ] εων ? ἐπιδευέα κηδεμονήων [ ] τοῖς [ ! ! | ||
| τει [ ] ψυχει ε [ ] [ ! ] εων : λέγομεν οὖν [ ] [ ! ! ] |
| ἔχοντα ] ἃς πῶς ποτ ' , ὦ δέσποινα ποντία Κύπρι , βινεῖν δύνανται , τῶν Δρακοντείων νόμων ὁπόταν ἀναμνησθῶσι | ||
| πνέοισιν [ [ ] ἔνθα δὴ σὺ στέμματ ' ἔλοισα Κύπρι χρυσίαισιν ἐν κυλίκεσσιν ἄβρως ὀμμεμείχμενον θαλίαισι νέκταρ οἰνοχόαισον . |
| ἢ πειραθῆναι . ἀτμίζον κρέας : οἷον θερμὸν ἐκ τῆς χύτρας ἀνῃρημένον , ἔτι τὴν ἀτμίδα ἀναβάλλον . ἀκοῦσαι ὀργῶ | ||
| καὶ ἱδρύσανθ ' ἱερείῳ . ἐν δὲ τῷ Πλούτῳ τὰς χύτρας , αἷς τὸν θεὸν ἱδρυσόμεθα , λαβοῦσα ἐπὶ τῆς |
| . Σιμιχίδα Θεόκριτε , σοφῶν ὀΐων ποιμάντορ καὶ τοκάδων αἰγῶν αἰπόλε μηκάδων , τὰς Ἑλικωνίτιδες βοτάναι θρέψαν καλλίστως : οὐ | ||
| καὶ τὸ ἁδύ τι τὸ ψιθύρισμα καὶ ἁ πίτυς , αἰπόλε , τήνα καὶ τὰ πολλὰ τῶν βουκολικῶν , ἵνα |
| ' ἐκπυθέσθαι τῆς ἐμῆς χρῄζεις φρενός , οὔτ ' ἂν καταίθων οὔτε κρατὸς ἐξ ἄκρου δεινοὺς καθιεὶς πρίονας εἰς ἄκρους | ||
| φθιτοὺς πεπαμένον κέλευθον , ἣν γωρυτὸς ἔκρυψε Σκύθης , ἦμος καταίθων θύσθλα Κωμύρῳ λέων σφῷ πατρὶ λάσκε τὰς ἐπηκόους λιτάς |
| μὴν ἁβροτόνοιο τό τ ' ἄγριον οὔρεσι θάλλει ἀργεννὴν ὑπὸ βῆσσαν , ἢ ἑρπύλλοιο νομαίου , ὅς τε φιλόζωος νοτερὴν | ||
| : Ταύτῃ , φησίν , ἀφίκου πόσις εἰς τήνδε τὴν βῆσσαν , ἤγουν τὸ ὄρος . ἢ ἵκεο καὶ ἐλθέ |
| τὸ αὔταρκες , καὶ τὰς ἔλμεις βαλὼν εἰς τὸ μάγμα ἀνάτριψον , καὶ τότε ἄρας δελέαζε . Καρίδων ποταμίων χοίνικα | ||
| . δοῦς . ἄλλο . λαβὼν ἔλαιον εἰς τὰς χεῖρας ἀνάτριψον αὐτῆς τὰ ἰσχία ἐπιλέγων : χορίον στῆθι σῶμα , |
| τι λαβὼν Ἀλκαίου κἀνακρέοντος . καὶ δελφακίων ἁπαλῶν κωλαῖ καὶ χναυμάτια πτερόεντα ἐθέλω βάψας πρὸς ναυτοδίκας ξένον ἐξαίφνης ὦ παρανοία | ||
| , καὶ ἐν Δαιταλεῦσι : καὶ δελφακίων ἁπαλῶν κωλαῖ καὶ χναυμάτια πτερόεντα . ἐν δὲ Πελαργοῖς : κεφαλάς τ ' |
| ἐνὶ δραχμαῖς πέντε δὶς ἑλκόμενον , νᾶμα δὲ θυγατέρων ταύρων χέε Κεκροπίδαισι συγγενές , οὐκ Τρίκκης ὡς ἐνέπουσιν ἐμοί . | ||
| δαῖε δὲ φιτρούς πῦρ ὑπένερθεν ἱείς , ἐπὶ δὲ μιγάδας χέε λοιβάς , Βριμὼ κικλήσκων Ἑκάτην ἐπαρωγὸν ἀέθλων . καί |
| αὖτις ἁλὸς μετὰ κόλπον ἀφέρπει , πλησάμενος φιλότητος ἐλαιηροῦ τε πόθοιο . τοῦ δή μιν καὶ ἔρωτος ἕλεν δόλος , | ||
| ἀνεμώδεος , ὃς Μοίσᾳ λιγὺ πᾶξεν ἰοστεφάνῳ ἕλκος , ἄγαλμα πόθοιο πυρισμαράγου , ὃς σβέσεν ἀνορέαν ἰσαυδέα παπποφόνου Τυρίας τ |
| δὲ δοῦλον ἄγετε εἰς τὴν στιβάδα καὶ εἰς τὰ πέτρινα κρήδεμνα καὶ περιβόλαια : ἀμφί μοι Ἴλιον : ποίησόν με | ||
| ' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων σχομένη ῥυπαρὰ κρήδεμνα . τοὺς δ ' ὁ Κύκλωψ ἐφίλει καὶ ἐν |
| μʹ εἰς οὖρον παιδὸς ἀφθόρου καὶ μετὰ μʹ ἡμέρας , βάλλεις τὸ ὕδωρ τῶν κρόκων , καὶ τρίβεις ἐπὶ ἄλλας | ||
| ἀνόνητος ἡ θεραπεία γίνεται . εἰ δὲ κατὰ τοῦ κατάγματος βάλλεις , τὰ ἔνθεν κἀκεῖθεν ἐκκρεμῆ γινόμενα διαστρέφουσιν τὴν διάπλασιν |
| δρυός , αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος , καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ ' αὐτᾶς , εἴ ποτε χειμέριον | ||
| , πάντα : πολὺ πλέον ἁ δαῒς αὐτῷ βαιὰ λαμπὰς ἐοῖσα , τὸν ἅλιον αὐτὸν ἀναίθει . ἢν τύ γ |
| ἀπό . ἐπὶ μὲν τῆς προθέσεως “ οὐ γὰρ ἀπὸ δρυός ἐστι παλαιφάτου οὐδ ' ἀπὸ πέτρης , ” ἀντὶ | ||
| ἐκεῖνα ποιείτω : φύλλα τοῦτο μὲν δὴ κοπτέτω ὁ τοιοῦτος δρυός , τοῦτο δὲ καὶ φηγοῦ , ἀλλὰ σὺν αὐτοῖς |
| καὶ ἀνελθοῦσα ἀπηλλάττετο . ὀρχουμένης δὲ αὐτῆς καὶ παιζούσης ὁ τράγος μεμφόμενος αὐτὴν καὶ ὀνειδίζων ὡς τὰς ὁμο - λογίας | ||
| ἄρτων καὶ οἱ μὴ καλῶς ἐσκευασμένοι παχύχυμοι καὶ ὁ καλούμενος τράγος καὶ τὰ διὰ γλεύκους καὶ σεμιδάλεως πέμματα καὶ λάγανα |
| δὲ πανδαμάτωρ λοξῷ ἴδεν οἷον ἔρεξεν ὄμματι νηλειὴς ὀλοφώϊον ἔργον Ἐρινύς . ἥρως δ ' Αἰσονίδης † ἐξάρματα τάμνε θανόντος | ||
| τε βαρείης , τήν οἱ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ δασπλῆτις Ἐρινύς . ἀλλ ' ὁ μὲν ἔκφυγε κῆρα καὶ ἤλασε |
| . Θ . οἵ τινες οἵδε ἀνδρῶν εὐχετόωνται ἱκανέμεν ἡμέτερον δῶ ; * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ εὐχετόωνται | ||
| σπαθίδα , γεύσασθαι μύρου φέρ ' ἴδω , τί σοι δῶ τῶν μύρων ; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν |
| [ ! ! ! ! ! ! ] α Καλλιόπας ανε [ ! ! ! ! ! ] δια μελέτα | ||
| ! | μη ! ! | ειπο ! ! | ανε ! ! | ριον ! ! | ξαιο ! |
| ἀπιὼν βαρύς μέλας γὰρ αὐταῖς οὐ πεπαίνεται βότρυς βραχὺν λίνου κύπασσιν ἐς μηρὸν μέσον ἐσταλμένος ὅταν δὲ πόντου πεδίον Αἰγαῖον | ||
| . . οἱ γλωσσογράφοι χιτῶνος εἶδός φασιν αὐτὸν εἶναι τὸν κύπασσιν , οἱ μὲν γυναικείου , οἱ δὲ ἀνδρείου . |
| μελοποιοῦ . Ποικιλόθρον ' ἀθάνατ ' Ἀφροδίτα , παῖ Διὸς δολοπλόκε , λίσσομαί σε , μή μ ' ἄσαισι μηδ | ||
| ἂν μὴ Κυπρογενὴς δῶι λύσιν ἐκ χαλεπῶν . Κυπρογενὲς Κυθέρεια δολοπλόκε , σοὶ τί περισσόν Ζεὺς τόδε τιμήσας δῶρον ἔδωκεν |
| ἀσπασίην ἐπὶ θήρην ἔσσυτο γηθομένη : τὸν δ ' οὐ λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα : ἀλλ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος | ||
| δὲ κατασχομένη ἑανῷ ἀργῆτι φαεινῷ Σιγῇ , πάσας δὲ Τρῳὰς λάθεν , ἦρχε δὲ δαίμων . . καλῶς ἔχει , |
| οὐδ ' ἂν ἡ μήτηρ σὺ ἡδέως φιλήσειας ὑπὸ τῆς ἀσβόλου κατῃθαλωμένον τὸ πρόσωπον . ἡδίω ταῦτα : οὐ γάρ | ||
| : τὰ πλεῖστα γὰρ ἀποπεπόνηκας . Φῦ , ἰοὺ τῆς ἀσβόλου . Αἰθὸς γεγένημαι πάντα τὰ περὶ τὴν τράμιν . |
| τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ . | ||
| μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα |
| ἃ νεκροῖς θελκτήρια χεῖται . ἀλλ ' ἔνδος μοι πάγχρυσον τεῦχος καὶ λοιβὰν Ἅιδα . ὦ κατὰ γαίας Ἀγαμεμνόνιον θάλος | ||
| , ἐπὶ πυρὸς θάλψας , ὅ ἐστι θερμάνας , τὸ τεῦχος ἠρέμα πόσιν ] τὸ ποτόν νέμε ] δόθι τεῦχος |
| τοῦ γ . Γ οἱ πολλὴν ὀπώραν ἐσθίοντες , ἐὰν κυκεῶνα βληχωνίαν πίνωσιν , οὐ βλάπτονται . βρέχοντες οὖν γλήχωνα | ||
| τοὺς ὑπὸ πωὅλας ὀπώρας † . μετὰ τὸ ὀπώραν φαγεῖν κυκεῶνα πίνουσι , καὶ οὐ βλάπτονται , ἀλλὰ καὶ παχεῖς |
| ἔπιεν ἡ Δημήτηρ τὸν κυκεῶνα καὶ διὰ τὴν χλεύην τῆς Ἰάμβης ἐγέλασεν ἡ θεά , ἐν τοῖς εἰς Ὅμηρον ἀναφερομένοις | ||
| ] πόλιν ἀθύροισιν : ὑπὸ τοῖς παιγνιώδεσι λόγοις τῆς Θρᾳκικῆς Ἰάμβης , καὶ τὰ ἑξῆς σιάλοιο ] τοῦ χοίρου σίαλος |
| ἄφθονα σασαμόφωκτα . τυρακίνας τε γάλακτι καὶ μέλι συγκατάφυρτος ἦς ἄμυλος πλαθανίτας . σασαμοτυροπαγῆ δὲ καὶ ζεσελαιοπαγῆ πλατύνετο σασαμόπαστα πέμματα | ||
| ζειαί , σήσαμα , κέγχροι , μήκων , λίνος . ἄμυλος ἄρτος , καχρυδίας ἄρτος , κεγχρίας , ὀβελίας ἄρτος |
| παραπλῆγας ποιήσῃ , τὸ ἤχημα τῆς τοῦ Διὸς βροντῆς τὸ ἀτέραμνον καὶ σκληρὸν καὶ μέγα . . : ὑμεῖς ] | ||
| παραπλῆγας ποιήσῃ τὸ ἤχημα τῆς τοῦ Διὸς βροντῆς , τὸ ἀτέραμνον καὶ σκληρὸν καὶ μέγα . . πημοσύναις ] βλάβαις |
| ' εἰ μὲν ἑκοῦσα φιλεῖς με , δεξαμένη τῆς σῆς παρθενίης μετάδος . εἰ δ ' ἄρ ' , ὃ | ||
| ἔβαινες οὔρε ' ἀποπρολιποῦσα , ἐπέσπεο δ ' αὖτε θαλάσσης παρθενίης ἀτραπούς : σπέρχου δ ' ἐπὶ Φᾶσιν ἀμείβειν , |
| ἐν δέ οἱ ὄσσε πλῆτο πυρός , δεινὸν δὲ περιβρομέεσκον ἀκουαί : πυκνὰ δὲ λαυκανίης ἐπεμάσσατο , πυκνὰ δὲ κουρίξ | ||
| ἐυτροχάλοιο μέλος κανάχησεν ἀοιδῆς , ὄφρ ' ἄμυδις κλονέοντος ἐπιβρομέωνται ἀκουαί κρεγμῷ : παρθενίην δ ' ἐνοπὴν ἐβιήσατο φόρμιγξ , |
| σκορπίος , ὦ ἑταῖρε , ὑποδύεται . φράζευ μή σε βάλῃ : τῷ δ ' ἀφανεῖ πᾶς ἕπεται δόλος . | ||
| , ἀλλὰ καὶ ἐν κύρτῳ : εἰ γάρ τις ἔνδοθεν βάλῃ θήλειαν , σκεπάσῃ δὲ κλάδοις ἢ φύλλοις μυρίκης ἢ |
| : κοπίδας τέτταρας : οὐ μὴ πρότερον οἴσεις , θεοῖσιν ἐχθρὲ σύ , τὸ λεβήτιον : τἀκ τοῦ νίτρου : | ||
| τῶν τραυμάτων ἀνέκραγεν : ἔγωγε μοιχός ; ἐγὼ παράνομος ; ἐχθρὲ καὶ πλούσιε , ὀψὲ γάρ με τὰς σεαυτῷ πρεπούσας |
| δευρυμμεκρητασπ † ? ? ? ! [ ] ! ναῦον ἄγνον ὄππαι [ ] χάριεν μὲν ἄλσος μαλίαν [ ] | ||
| καὶ λύγον καλοῦσιν . ἔστι δὲ καὶ εἶδος ὀρνέου . ἄγνον , οὐχὶ λύγον καλοῦσιν . καὶ ἀρσενικῶς . Πλάτων |
| νεκρῷ ἵππων τ ' αἰζηῶν τε καὶ ἄλλ ' ὅσα δάκρυ χέοντες ὄβριμον ἀμφὶ νέκυν κειμήλια θῆκαν Ἀχαιοί , δὴ | ||
| τοκὰς ἔσχε Νιόβη , ἀλλ ' ἔτι μυρομένη προχέει πολὺ δάκρυ Σιπύλῳ . Μαιονία δ ' Ἀράχνη Τριτωνίδος ἦλθεν ἐς |
| ἐν θήρεσσιν ἐπ ' ἀγλαΐῃ κομόωσιν ἄρσενες εὐκέραοι , πολυδαίδαλον ἔρνος ἔχοντες : ἦ γὰρ ἐϋσχιδέων κεράων ὥρησι πεσόντων , | ||
| , ἀπὸ τοῦ παρακολουθοῦντος : οἷον τῶν στεφάνων κατασχεῖν . ἔρνος δὲ Ἀλφειοῦ τὴν ἐλαίαν λέγει , ἀφ ' ἧς |
| . . . θυίδιον : Ἴγδιον λίθινον . Θ . ἰγδίον . . θυείδιον : Ἤτοι ἰγδύον . . ἰγδίον | ||
| * ὄλπην : λήκυθον ἔοικε τὴν ὄλπην ξύλινον ἀγγεῖον εἶναι ἰγδίον κεδρίδας : τὸν καρπὸν τῆς κέδρου : ἔχουσι γὰρ |
| δὲ γῆρας ὑπείκει . Ὣς εἰπὼν ἀπὸ βαιὸν ἐχάσσατο : λεῖπε δ ' ἄρ ' υἷα κείμενον ἐν κονίῃσιν , | ||
| ἢ πρὸς ἀδελφῶν οὐλόμεν ' ἀικίσματα νεκρῶν ; ὀτοτοτοῖ , λεῖπε σοὺς δόμους , ἀλαὸν ὄμμα φέρων , πάτερ γεραιέ |
| ἰανθείς . ἤρξατο δ ' οὕτως τοῦ μέλους : πολύξεναι νεάνιδες , ἀμφίπολοι Πειθοῦς ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵ τε | ||
| ἀλλὰ καὶ Ἀλκμάν πού φησι : ἄυσαν δ ' ἄπρακτα νεάνιδες ὥστ ' ὄρνις ἱέρακος ὑπερπταμένω . καὶ Εὔπολις ἐν |
| ὀλοή : λαοὶ δὲ περισταδὸν ἄλλοθεν ἄλλοι πυρκαϊὴν σβέσσαντο θοῶς εὐώδεϊ οἴνῳ . Ὀστέα δ ' ἀλλέξαντες ἄδην ἐπέχευαν ἄλειφα | ||
| κοριάννου , καὶ κέδρου ἢ κυπαρίσσου πρίσματα , ἐν οἴνῳ εὐώδεϊ δὸς πιεῖν : καὶ τῶν ἐχίνων , ἢν ἔχῃ |
| : ἑσπερία δὲ δύσις , ὅταν μετὰ τὸ τὸν ἥλιον δῦναι ἄστρον τι ἐσχάτως φανῇ δῦνον . Ἑκάστου τῶν ἀπλανῶν | ||
| , ὦ Φιλοσοφία , μεταξὺ λέγοντος αὐτοῦ κατὰ τῆς γῆς δῦναι εὐχόμην : οὕτως ἀληθῆ πάντα εἶπεν . ἐγνώριζον γοῦν |
| χιλίας ὦδε καὶ χιλίας ὦδ ' ἐμβαλεῖν : ἀκήκουκας ; ὠς ἤν τι τούτων ὦν λέγω παραστείξηις , αὐτὸς σὺ | ||
| . Ἐγὼ δὴ τοῦτο δρῶ . Ὦ γρᾴδι ' , ὠς καρίεντό σοι τὸ τυγάτριον κοὐ δύσκολ ' , ἀλλὰ |
| ! ] πριν ? ? ! [ [ ] ! οδε ? ! [ ! ! ] ! [ ] | ||
| [ ] ιτροφους ? [ ] ραστην ? [ ] οδε [ ] βριαρε ? [ ] ! [ ! |
| ῥύπους : τὰς σφραγῖδας : ἐκ πηλοῦ γὰρ ὑπῆρχον . παίζουσα λέγει μηδὲν εἶναι ἔνδον . περιβλεπόμενος δὲ , φησὶν | ||
| ἐλθεῖν ὑπὸ αὐτῆς τε ἀγομένην τῆς Ἀρτέμιδος καὶ νυμφῶν αἷς παίζουσα συνῆν [ αὐτῇ ] : τὴν δὲἐν ὑπονοίᾳ γὰρ |
| ἐπιβαίνει , ἐμβάλλει , ἐπιφέρει . γλυκερόν : εὐφρόσυνον . γάνος : βέλος , γλυκεῖαν ἡδονὴν , χαρὰν , ἡδονὴν | ||
| πονηρὰς εἰσάγων : γυναιξὶ γὰρ ὅπου βότρυος ἐν δαιτὶ γίγνεται γάνος , οὐχ ὑγιὲς οὐδὲν ἔτι λέγω τῶν ὀργίων . |
| κα [ ] ἄγε γὰρ [ ] γατερ [ ] ενθα [ ] γ ? [ ] ! [ ] | ||
| ] εὐσυμβ ? [ ] τητα ? δε [ ] ενθα ? ? ? ! ! [ ] θειον ? |
| | * νοδ * | * υο * | * ετο ? * | * ! 〚 τ 〛 * | ||
| [ ] . οὕτως ἀεὶ ζώοις σὺν [ ἀδελφοῖς ] ετο ! ! ! ! ! ! ! ! ! |
| τῷ χορῷ θοῶς ] ταχέως μὴ ] † ἵνα μή ἠλιθιώσῃ ] εἰς ἀναισθησίαν ἄξῃ μύκημ ' ] κτύπος ἀτέραμνον | ||
| καὶ μετανάστασιν τῷ χορῷ . θοῶς ] ταχέως . . ἠλιθιώσῃ ] εἰς ἀναισθησίαν ἄξῃ . . μύκημα ] κτύπημα |
| θεωρήσων τὰς ἐμὰς δυστυχίας καὶ συλλυπούμενος τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ; ἴδε οὖν θέαμα , τόνδε ἐμὲ τὸν φίλον τοῦ Διός | ||
| δ ' ἐμὸν βίον ὠρφάνισεν τλάμων . † ἴδε γὰρ ἴδε βλέφαρον καὶ † παρατόνους χέρας . ὑπάκουσον ἄκουσον , |
| καρτερὸν ἆορ , αὐτῷ δ ' ὅπλον ἄνακτι συνέσβετο , καδδὲ λέλειπται ὀστέον οὐδενόσωρον , ἀμήχανον ὅσσον ἰδέσθαι φάσγανον : | ||
| ἐγένοντο ἔθειραι . πάλιν δ ' ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ , καδδὲ κάρητος οὔλας ἧκε κόμας , ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοίας . |
| , , . : ημ [ θρέψεις μο [ μᾶλλον δετ ? [ τέχνην α ! [ κτῆμ ' ἐστι | ||
| ἄρα [ ] ς ἤθληται μάτην [ ] πας ? δετ [ ! ] ! Ἀχιλλέως ? [ [ ] |
| ἐμφέρην ἔχοισα μόρφαν Κλέις ἀγαπάτα , ἀντὶ τᾶς ἔγωὐδὲ Λυδίαν παῖσαν οὐδ ' ἐράνναν . . . ἔχει μὲν Ἀνδρομέδα | ||
| † έκαδε μ ' ἴδρως ψῦχρος κακχέεται † τρόμος δὲ παῖσαν ἄγρει , χλωροτέρα δὲ ποίας ἔμμι , τεθνάκην δ |
| : ὁ δὲ Ζῆνα Ξείνιον αἰδόμενος σπονδάς τ ' ἐν Φοβίου καὶ ἅλα ξυνέωνα θαλίης κρήναις καὶ ποταμοῖς νίψετ ' | ||
| : ὁ δὲ Ζῆνα Ξείνιον αἰδόμενος σπονδάς τ ' ἐν Φοβίου καὶ ἅλα ξυνεῶνα θαλείης κρήναις καὶ ποταμοῖς νίψετ ' |
| . εἶτα μὴ ἔλθῃ καὶ ἄρῃ αὐτά ; ἀλλὰ σὺ πλακοῦντα δεικνύων ἀνθρώποις λίχνοις καὶ μόνος αὐτὸν καταπίνων οὐ θέλεις | ||
| δὲ φιλοπλάκουντος ὢν οὐκ ἂν περιεῖδον τὸν θεῖον ἐκεῖνον ἐξυβριζόμενον πλακοῦντα . μνημονεύων οὖν ὁ κωμικὸς Πλάτων εἴρηκεν ἐν τῷ |
| . . . . ] δα [ ] [ ] τρ ? [ . . . θέων , ] ραυτικ | ||
| ? ? [ ] ! ! [ ] νπερ ἀρτίωϲ τρ ! [ ! ] ! [ ] κεράϲαϲ ' |
| χῶρον : τόπον . ὀλέθριον : φθαρτικόν . τις : ἄς . εἴη : ἔστω . Ἴφθιμος : ἰσχυρός . | ||
| ] διὰ τὸ καθαρόν . ἔλθωμεν ] δεῦτε ἵνα , ἄς , ὅρα ἵνα . , ἄγε ἵνα , ἄγετε |
| ὀπτώμενον γὰρ ἐξυγραίνεται : ὅταν δὲ καλῶς ὀπτὸν ᾖ , φοινίκεον γίνεται . Ἔμπλαστρον : ψιμύθιον τὸν αὐτὸν τρόπον μισγόμενον | ||
| τρίτον κυάνεον καὶ πράσινον . μήποτ ' οὖν τὸ μὲν φοινίκεον , ὅτι ἡ λαμπρότης τοῦ ἡλίου προσπεσοῦσα καὶ ἡ |
| οἱ Ἀμαθούσιοι : καὶ Ἀλκμὰν δέ : ‚ Κύπρον ἱμερτὰν λιποῖσα καὶ Πάφον περιρρύταν . ‚ καὶ Αἰσχύλος : Κύπρου | ||
| καὶ οἱ Ἀμαθούσιοι : καὶ Ἀλκμὰν δέ „ Κύπρον ἱμερτὰν λιποῖσα καὶ Πάφον περιρρύταν ” ” καὶ Αἰσχύλος „ Κύπρου |
| ] ? ? πή ποθεν Αἰακίδην Πολυξείνης κάλλει θάπτειν . καλλικόμων ? ? ? ? ? ? ὁ πόθος ? | ||
| παρὰ τὰ Στησιχόρου ἐκ τῆς Ὀρεστείας τοιάδε χρὴ Χαρίτων δαμώματα καλλικόμων ὑμνεῖν φρύγιον μέλος ἐξευρόντας ἁβρῶς ἦρος ἐπερχομένου . Γ |
| ἐξαποδίωμαι ; Τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : ἄγρει μάν οἱ ἔπορσον Ἀθηναίην ἀγελείην , ἥ ἑ μάλιστ | ||
| Τὰ εἰς τρει καὶ γρει διὰ διφθόγγου γράφονται : οἷον ἄγρει ἀντὶ τοῦ ἄγε . Τὰ εἰς χρι διὰ τοῦ |
| νῆα θοὴν εἴρυσσεν ἀπειρεσίης ἁλὸς εἴσω : καρπαλίμως δ ' ἤια καὶ ἄρμενα πάντα βαλόντες , ἐν δὲ καὶ αὐτοὶ | ||
| Οἶκος μὲν πᾶς Ἁρπάγου κλαυθμῷ κατείχετο : ἐγὼ δὲ ἐκπλαγεὶς ἤια ἔσω . Ὡς δὲ τάχιστα ἐσῆλθον , ὁρέω παιδίον |
| ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν Ἐλευσῖνι μυστηρίων καὶ τρίγλην καὶ μαινίδα , ὅτι καὶ θαλάττιος ἡ Ἑκάτη . Ἡγήσανδρος δὲ | ||
| : εἰ δὲ νήφοντι , μανήσεται . τούτου λύσις : μαινίδα ὀπτὴν δὸς φαγεῖν : μανήσεται ὁ ἄνθρωπος ἀγνοῶν τὰ |
| ἀθανάτ ' Ἀφρόδιτα πρόκειται : θάτερον δέ ἀλλὰ τυίδ ' ἔλθ ' αἴ ποτα κἀτέρωτα : ὥστ ' εἶναι τὸν | ||
| οἱ ἱπποτροφοῦντες καταναλίσκοντες αὐτῶν τὴν οὐσίαν . ΓΘ δεῦρ ' ἔλθ ' ] ἐνταῦθα σύναπτε τὸ “ πρὸς τὸ παρεστώς |
| . ψυχρὸν ὕδωρ τουτεὶ καταλείβεται : ὧδε πεφύκει ποία , χἀ στιβὰς ἅδε , καὶ ἀκρίδες ὧδε λαλεῦντι . ἀλλ | ||
| οὐ θησῶ ποκα ἀμνόν , ἐπεὶ χαλεπὸς ὁ πατήρ μευ χἀ μάτηρ , τὰ δὲ μῆλα ποθέσπερα πάντ ' ἀριθμεῦντι |
| δυσχερὴς τοῖς προσπελάζουσι . δαῶμεν μάθωμεν . δάσονται φάγονται . δάμνα ἐδάμαζεν . δάσονται μερίζουσιν . δαρδάπτουσι κατεσθίουσι . καὶ | ||
| , μή μ ' ] ἄσαισι [ μηδ ' ὀνίαισι δάμνα , [ ] πότνια ] , θῦμον [ , |
| σχάσαι αὐτοῦ τοὺς ἀγκῶνας καὶ ἀφαιρέειν τοῦ αἵματος , ἔπειτα πυ - ριήσας πῖσαι ἐλατήριον : κάτω δὲ αὖθις ὑποκαθῆραι | ||
| τὴν πυρίην ταύτην τοιάδε ἔσται : διαιτῇν δὲ μετὰ τὰς πυ - ρίας , ὡς ὅτε τὸ πρότερον ἐπυριῆτο . |
| ! ! ! ] τ ? ! ! [ γλῶσσα αρα ! ? ἀνθρώπων ? ? [ ! ! ! | ||
| ] [ ! ! ! ! ! ! ! ] αρα [ ἄνθρωπον ] [ οὐκ ἔστιν οὐδε [ πανευ |
| διαιρεῖν . ἢ φάρος παρὰ τὸ φάρσαι , ὅ ἐστι σχίσαι : καὶ γὰρ διφάρσους φαμὲν χιτῶνας τοὺς εἰς δύο | ||
| Ἡφαίστῳ περὶ τούτου . ὁ δὲ Ἥφαιστος οὐκ ἄλλως εἵλετο σχίσαι τὴν κεφαλὴν τοῦ Διός , εἰ μὴ τὴν γεννωμένην |
| [ ? αντιστας ] ? ? ? ? ? δε τη πρεσβεια τ ? [ ] [ ] ον την | ||
| διφθόγγῳ . Ἐτήτυμον . ἐτεὸν ἔτυμον , καὶ πλεονασμῷ τῆς τη συλλαβῆς , ἐτήτυμον . Ἐρινύες . ἀρανύες τινὲς εἰσὶν |
| τὰ πτερύγι ' αὐτῶν συντεμών , στεατίου μικρὸν παραμίξας , περιπάσας ἡδύσμασι λεπτοῖσι χλωροῖς ὠνθύλευσα . καὶ πέμμα δέ τι | ||
| θηρίον καλὸν σφόδρα , θρίοισι ταύτην ἅλις ἐλαδίῳ διεὶς ἐσπαργάνωσα περιπάσας ὀρίγανον , ἐνέκρυψά θ ' ὥσπερ δαλὸν εἰς πολλὴν |
| μαστίγιον ἔχον , οὗ κατὰ τὸ δεξιὸν μέρος ὁ τὸ λεβήτιον ἔχων κίων ἕστηκεν . Ὅταν οὖν ἄνεμον συμβῇ πνεῖν | ||
| οὐδ ' ἔχων κλητῆρας , ἀλλ ' αἰτησόμενος λεβήτιον . λεβήτιον ; λεβήτιον . μαστιγία , θύειν με βοῦς οἴει |
| , ὦ ἄνδρες , τὸν τύπον καὶ ἐπισκοπήσαντες ἀκρι - βῶς , ἐὰν ὑμῖν φαίνηται ἀναγκαῖος , φυλάττειν τε καὶ | ||
| . ἁδὺ μὲν ἁ μόσχος γαρύεται , ἁδὺ δὲ χἀ βῶς , ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ |
| μὴν τὸ δεῖν ' , ἀκροκώλια δή σοι τέτταρα ἥψησα τακερά . τῶν δὲ γηθύων ῥίζας ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν . | ||
| μὴν τὸ δεῖν ' , ἀκροκώλια δή σοι τέτταρα ἥψησα τακερά . τῶν δὲ γηθύων ῥίζας , ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν |
| προστύχῃ , ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν . ὦ τέκνον , ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει | ||
| αἰτιῶ βροτῶν . ἡμεῖς δέ ς ' , ὦ θεοῦ ποντίου γενναῖε παῖ , ἱκετεύομέν τε καὶ λέγομεν ἐλευθέρως : |
| δὲ σαλαμίνθη . αὕτη ζωΰφιόν ἐστιν μικρόν , ἑξάπουν , ἀράχνας εἰς τοὺς τοίχους ὑφαῖνον , γνώριμον πᾶσι . Αὕτη | ||
| Ὥρα τοίνυν , ” ἔφη , “ καὶ σὲ τὰς ἀράχνας φοβεῖσθαι . ” καὶ ἅμα ἐγέλασεν . Καὶ ὀλίγας |
| τὴν οἰκίην ξύμπασαν , ἐν ᾗ καὶ κτήματα καὶ φίλοι πολιῆταί τε καὶ ξένοι εἰσί : καὶ ἀπεριεργίῃ τὸ σκῆνος | ||
| τὴν οἰκίην ξύμπασαν , ἐν ᾗ καὶ κτήματα καὶ φίλοι πολιῆταί τε καὶ ξένοι εἰσί : καὶ ἀπεριεργίῃ τὸ σκῆνος |
| ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , πάλιν ἄρχετ ' ἀοιδᾶς . ἦνθέ γε μὰν ἁδεῖα καὶ ἁ Κύπρις γελάοισα , λάθρη | ||
| ἐχθές , οὔτ ' ἐγὼ αὖ τήνῳ . ἀλλ ' ἦνθέ μοι ἅ τε Φιλίστας μάτηρ τᾶς ἁμᾶς αὐλητρίδος ἅ |
| τούτου συγγράμμασιν : ἃ μόνοις τοῖς ἀνεγνωκέναι βοῶσι μαθήματα δοκοῦσι θεσπέσιά τε εἶναι καὶ ἀτρεκέστατα , ἀπὸ δ ' αὐτῶν | ||
| τούτου συγγράμμασιν : ἃ μόνοις τοῖς ἀνεγνωκέναι βοῶσι μαθήματα δοκοῦσι θεσπέσιά τε εἶναι καὶ ἀτρεκέστατα , ἀπὸ δ ' αὐτῶν |
| πιτυΐνην καὶ , ἐπὰν μηκέτι μολύνῃ , βαστάσας κατακένωσον εἰς θυΐαν καὶ τῇ σπάθῃ μαλάξας ἀνελόμενος ἀπόθου εἰς δέρμα καὶ | ||
| φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : |
| τραύματα ἁλίκα ποιεῖς ; Εὐνίκα μ ' ἐγέλαξε θέλοντά μιν ἁδὺ φιλᾶσαι καί μ ' ἐπικερτομέοισα τάδ ' ἔννεπεν : | ||
| καὶ πολεμικὸς ποιητὴς Ἀλκαῖος ἔφη : κὰδ δὲ χευάτω μύρον ἁδὺ καττῶ στήθεος ἄμμι . καὶ ὁ σοφὸς δὲ Ἀνακρέων |
| ὁ φαινόλης ἐστὶν ἐν Ῥίνθωνος Ἰφιγενείᾳ τῇ ἐν Ταύροις : ἔχοισα καινὰν φαινόλαν καπαρτίω . ὁ δὲ σάραπις , Μήδων | ||
| , ἢ ὅτι αὐτὴ μέγα ἐν ταῖς πόλεσιν ἰσχύει . ἔχοισα κλαῖδας : τῆς μὲν εἰρήνης κατὰ τὸ φυλακτικὸν , |
| Οὗτος αὐτός ἐστιν , οὗτος : βάλλε , βάλλε , βάλλε , βάλλε , παῖε παῖε τὸν μιαρόν . Οὐ | ||
| ἔα τριάκοντα ἡμέρας , μεθ ' ἃς διυλίσας τὸν οἶνον βάλλε εἰς πέντε ξέστας μέλιτος ξέστην α καλῶς τετριμμένου , |
| αὔξεται τὸν χειμῶνα : , καὶ τὸ μῆκος λαμβάνει καὶ τριδάκτυλον : ὅταν δὲ τοῦ ἦρος τὸ φύλλον βλαστάνῃ , | ||
| . οὔτε γὰρ πίττῃ τὴν ψυχὴν οὔτε σχοινίοις ἐπιτρέπουσιν οὔτε τριδάκτυλον αὐτοὺς σῴζει ξύλον πεύκινον , ἀλλ ' ἐπέτρεψαν βεβαίῳ |
| Ποσειδῶνος ὄντος ; Ναί , ἀλλὰ σὲ μέν , ὦ ἐννοσίγαιε , χαλκοῦν ὁ Λύσιππος καὶ πτωχὸν ἐποίησεν , οὐκ | ||
| πόντοιο βαθυστέρνοιο θέμεθλα , ποντομέδων , ἁλίδουπε , βαρύκτυπε , ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων , |
| Αἴσονος γὰρ παῖς ἐπιχώριος οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικˈλῄσκων προσαύδα . ὣς φάτο | ||
| γὰρ παῖς ἐπιχώριος ὑπάρχων οὐκ εἰς ξένην ἥκω γῆν . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικλῄσκων προσηύδα : παρὸ ἰατρὸς |
| δρόσου , καὶ καθαρίως ἐκθλίψας καὶ διηθήσας ἐκ τῶν γιγάρτων ἔμβαλε τὸ γλεῦκος εἰς ἕτερον ἀγ - γεῖον γεγανωμένον τῷ | ||
| τῇ παλαιᾷ τρυγὶ τοῦ οἴνου : κατεάξας τε καὶ σήσας ἔμβαλε εἰς ἕκαστον ἀμφορέα ἡμιμόδιον , καὶ ἀνατάραξον τὸν οἶνον |
| ! ! ! ! ! ! ! ! ! ! οις καὶ ὅλοις ? γένεσι ! ! ! οἰκειωτικαί : | ||
| ως κῆνοσεβολ [ [ ] μοῖρα κατέσκεθε [ [ ] οις ? ἠμενεπε ! [ [ ] ων Ζεῦσυπε ! |
| οἷον Φιλιᾶς . Ἰστέον δὲ ὅτι πᾶν ὄνομα διὰ τοῦ ιας διὰ βραχέος τοῦ ι γράφεται , πλὴν τοῦ Θείας | ||
| ? [ ! ] ? ? ? ! [ ] ιας ? τόνδε ? ? ? ? ? προσπεσεῖν ? |
| Φόρκοιο , σύγγονον πατέρων , [ ] ν [ ] ποντ ? ' ἔμολον [ ] ! ιαν [ ] | ||
| ? ? [ [ ] διαπ ? [ [ ] ποντ ? ? [ τισ ? [ ν ? [ |
| λιτάων , ἥ μιν ὀδυρομένη ἀδινῷ μειλίσσετο μύθῳ μὴ ταμέειν πρέμνον δρυὸς ἥλικος , ᾗ ἔπι πουλύν αἰῶνα τρίβεσκε διηνεκές | ||
| ῥίζας , ἢ μίλτον ὕδατι διείς , καὶ περιχρίων τὸ πρέμνον . Ὅτε τὴν συκῆν φυτεύεις , ἔμβαλλε εἰς ἄκρας |
| , ὅτι μόνον αὐτῶν ἐγεύσατο , τοῦ παρόντος ἀβιώτου βίου θά - νατον εὐτυχέστερον κρίνας , ἀπογνοὺς ἀπολύτρωσιν , ἄσμενος | ||
| , οἵτινες πλησιάζουσι τῇ θαλάσσῃ , καὶ ὅταν πεφυσιασθῇ ἡ θά - λασσα , δέχονται καὶ ἁλμυρὸν ὕδωρ . Πλαταμῶνες |
| : ὅλας τὰς πέμπτας . * μέσσῃ δ ' ἑβδομάτῃ Δημήτερος , ἕως τοῦ θαλαμήια δοῦρα | νήιά τε : | ||
| παυσαμένων περὶ τὴν Ἀττικὴν ἔκτισαν πόλιν καὶ ἱδρύσαντο ἱερὸν Ἀχαιᾶς Δημήτερος , . , . , + , . Ἀχαιϊνέα |
| βοέα βοῆ , ὡς κυνέα κυνῆ : τραγέα τραγῆ : θόη τὸ βαρύτονον , οὕτω δὴ καὶ τὸ ὀξύτονον : | ||
| βοέα βοῆ , ὡς κυνέα κυνῆ : τραγέα τραγῆ : θόη τὸ βαρύτονον , οὕτω δὴ καὶ τὸ ὀξύτονον : |
| – – – ˘˘ – ] έχεται ? ? πεδίων ˘˘˘˘˘ – – – ] οι : θεῶν – ˘˘˘˘ | ||
| – – ˘˘˘ – – ] ος αὐδάν ? : ˘˘˘˘˘ – – γυναικῶν ] ἑδˈνώσεται ˘˘ – – × |
| ἀρίστου πατρὸς Ἑλλήνων γεγώς ; λῃστὰς ἐλαύνων καὶ κατασπέρχων δορί φέρ ' εἰ ἐκπλεύσας σκάφει ! ! ! ! ! | ||
| ἐν τοῖσι δ ' ἔργοις ὄντας ἀνοήτους ὁρῶ . Ζωμήρυσιν φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : |
| ἡδύτατον αὐτοῦ ἐπιδεικνύμενος . κιρναμένα δ ' ἔερς ' ἀμφέπει πόμ ' ἀοίδιμον : ἡ δρόσος , φησίν , ἡ | ||
| σὺν γάλακτι , κιρναμένα δ ' ἔερς ' ἀμφέπει , πόμ ' ἀοίδιμον Αἰολίσσιν ἐν πνοαῖσιν αὐλῶν , ὀψέ περ |
| κἄπειτα σφάξας αὐτὸν τὸ μέρος μὲν ἐκεῖνο τὸν μηρὸν ἀποτεμὼν κόμιζε δεῦρο καὶ κατασκευάσας τῷ δεσπότῃ ἀπόδος καὶ τὸ ἄλλο | ||
| φησὶν ὁ Τηλέμαχος πρὸς τὴν Πηνελόπην , τὰ σαυτῆς ἔργα κόμιζε . ἀφ ' οὗ γίνεται τὸ κομιδή , ἡ |
| , ἕως ἐνεγκοῦσα ἔδωκεν αὐτῷ ἡ παρθένος ἡ Ἀθηνᾶ χαλινὸν χρυσάμπυκα , ἀντὶ τοῦ χρυσᾶ φάλαρα ἔχοντα , ἐν ὕπνῳ | ||
| Παλλὰς ἤνεγκε καὶ ἔδωκέν οἱ καὶ αὐτῷ τῷ Βελλεροφόντῃ τὸν χρυσάμπυκα χαλινόν . * ἐκ φαντάσματος . * παραχρῆμα . |
| ] νεων κατενάσσατο γαῖαν ἐραννήν [ [ ] όπην Χαρίτων ἀμαρύγματ ' ἔχουσαν [ [ ] ! ιδαο Κομήτου [ | ||
| εκω ? ? [ ] νεγεν [ [ Χαρίτων ] ἀμαρύγματ [ ' ἐχουσ [ ] ! ον [ [ |